Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2006/048/80

    Υπόθεση T-455/05: Προσφυγή της εταιρίας Componenta κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2005

    ΕΕ C 48 της 25.2.2006, p. 42–43 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    25.2.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 48/42


    Προσφυγή της εταιρίας Componenta κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2005

    (Υπόθεση T-455/05)

    (2006/C 48/80)

    Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Componenta Oyj (Ελσίνκι Φινλανδίας) (εκπρόσωπος: M. Savola)

    Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

    να ακυρώσει την από 20 Οκτωβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής C(2005)3871 τελ. σχετικά με κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Φινλανδία στην εταιρία Componenta με τη μορφή επενδυτικής ενισχύσεως·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα εντόκως.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η προσφυγή αφορά την από 20 Οκτωβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής C(2005)3871 τελ., με την οποία το κοινοτικό αυτό όργανο θεώρησε ότι το φινλανδικό κράτος χορήγησε στην εταιρία Componenta επενδυτική ενίσχυση απαγορευόμενη από το άρθρο 87 ΕΚ (ενίσχυση υπ' αριθ. C 37/2004, ex NN 51/2004).

    Η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση χορηγήθηκε βάσει μιας διμερούς συμφωνίας, στο πλαίσιο της οποίας η μεν Componenta επώλησε το μερίδιο της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητα Karkkilan Keskustakiinteistöt Oy το οποίο κατείχε (ανερχόμενο σε 50 %) στον δήμο της Karkkila, ο οποίος ήδη κατείχε το 50 % της ως άνω εταιρίας, η δε εταιρία επενδύσεων σε ακίνητα επέστρεψε στην Componenta το δάνειο εταίρου που αυτή της είχε χορηγήσει. Στο ίδιο πλαίσιο ο δήμος της Karkkila χορήγησε στην εν λόγω εταιρία νέο ισόποσο συμπληρωματικό δάνειο.

    Κατά την Επιτροπή η κρατική ενίσχυση προκύπτει τόσο από την τιμή αγοράς όσο και από την εξόφληση του χορηγηθέντος από εταίρο δανείου.

    Η προσφεύγουσα επικαλέστηκε προς στήριξη της προσφυγής της, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

    Η απόφαση της Επιτροπής είναι πλημελής και παράνομη στο σύνολό της όσον αφορά τόσο τις αιτιολογίες της όσο και την αριθμητική εκτίμηση. Η προσφεύγουσα διετείνεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε παράβαση ουσιώδους τύπου και ότι διέπραξε κατάχρηση εξουσίας, διότι εξετίμησε προφανώς εσφαλμένα κατά τη σχετική διαδικασία εξετάσεως τα στοιχεία που της υποβλήθηκαν. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι η απόφαση της Επιτροπής αντιβαίνει προς τους κατά το άρθρο 87 ΕΚ κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Επιπλέον, η προσφεύγουσα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι ο τελικός σκοπός της αποφάσεως είναι κατ' αυτήν αντίθετος προς την αρχή της αναλογικότητας και, επομένως, προσβάλλει την αρχή αυτή η οποία εκτίθεται στο άρθρο 5, τρίτο εδάφιο ΕΚ.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή ακολούθησε εσφαλμένη διαδικασία κατά την εκτίμηση της αγοραίας αξίας των επίμαχων μεριδίων της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητα. Σε αντίθεση με την άποψη της Επιτροπής, η προσφεύγουσα εκθέτει ότι η εν λόγω αξία εκτιμήθηκε κατά τον χρόνο της σχετικής μεταβιβάσεως σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς.

    Όσον αφορά τη συμφωνία περί του χορηγηθέντος από εταίρο δανείου η προσφεύγουσα διατείνεται ότι δεν προέκυψε υπέρ αυτής κανένα οικονομικό όφελος από τη σχετική σύμβαση. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή εξετίμησε εσφαλμένα τη φύση και τη σημασία της συμβάσεως αυτής. Επιπλέον, οι αιτιολογίες της αποφάσεως της Επιτροπής που αφορούν το ως άνω δάνειο είναι, κατά την προσφεύγουσα, ασαφείς και ελλιπείς.

    Τέλος, η προσφεύγουσα εκθέτει ότι η απόφαση της Επιτροπής αντιβαίνει προς την πρακτική που αυτή ακολουθούσε σε άλλες υποθέσεις σχετικά με κρατικές ενισχύσεις και ότι, ακόμη, αντιβαίνει προς τις αρχές που εκτίθενται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 ΕΚ και του άρθρου 5 της οδηγίας 80/723/ΕΟΚ επί των δημοσίων επιχειρήσεων στον κλάδο της μεταποίησης (1).

    Όσον αφορά τους επενδυτικούς όρους της σχετικής συμφωνίας, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή εξετίμησε εσφαλμένα τους όρους αυτούς και τη σημασία τους.


    (1)  ΕΕ C 307, 13.11.1993, σ. 3.


    Top