Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019TN0347

    Υπόθεση Τ-347/19: Προσφυγή της 10ης Ιουνίου 2019 — Falqui κατά Κοινοβουλίου

    ΕΕ C 263 της 5.8.2019, p. 54–55 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    5.8.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 263/54


    Προσφυγή της 10ης Ιουνίου 2019 — Falqui κατά Κοινοβουλίου

    (Υπόθεση Τ-347/19)

    (2019/C 263/61)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

    Διάδικοι

    Προσφεύγων: Enrico Falqui (Φλωρεντία, Ιταλία) (εκπρόσωποι: F. Sorrentino και A. Sandulli, δικηγόροι)

    Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Αιτήματα

    Ο προσφεύγων ζητεί να ακυρωθεί το προσβαλλόμενο σημείωμα και να καταδικαστεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να του καταβάλει τα αχρεωστήτως παρακρατηθέντα ποσά διαρκούσης της εκκρεμοδικίας.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά του υπ’ αριθ. D (2019) 14406 σημειώματος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Απριλίου 2019 σχετικά με τον νέο υπολογισμό της συντάξεως που λαμβάνει ο προσφεύγων ως πρώην βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τρεις λόγους.

    1.

    Ο πρώτος λόγος αφορά την παραβίαση της απόφασης του Προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Μαΐου και της 9ης Ιουλίου 2008 που θεσπίζει «Μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

    Επισημαίνεται συναφώς ότι, εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 75, παράγραφος 2, της απόφασης της 19ης Μαΐου και της 9ης Ιουλίου 2008, που θεσπίζει «Μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», «διατηρούνται» τα δικαιώματα σε σύνταξη αρχαιότητας που είχαν αποκτηθεί έως την ημέρα έναρξης ισχύος του καθεστώτος, η προηγούμενη παραπομπή στην εθνική νομοθετική ρύθμιση που προβλέπει το λεγόμενο ΕΑΒ (έξοδα και αποζημιώσεις των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) πρέπει να θεωρηθεί ως αντιστοίχιση (με την ισχύουσα κατά το χρονικό εκείνο σημείο ρύθμιση), δεδομένου ότι οι πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θεμελίωσαν πριν από την έναρξη ισχύος του καθεστώτος συνταξιοδοτικό δικαίωμα το οποίο δεν δύναται να μεταβληθεί δυνάμει μεταγενέστερων νομοθετικών ρυθμίσεων.

    2.

    Ο δεύτερος λόγος αντλείται από την εφαρμογή, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, άκυρης εθνικής νομοθετικής ρύθμισης.

    Επισημαίνεται συναφώς ότι η ρύθμιση που εισάγεται με την απόφαση του Προεδρείου της ιταλικής Βουλής αριθ. 14/2018 είναι –ως προς την ίδια την ιταλική έννομη τάξη- άκυρη.

    Η Βουλή είχε πράγματι την πρόθεση να προβεί στον επανυπολογισμό των χορηγούμενων στους πρώην βουλευτές συντάξεων, εφαρμόζοντας το λεγόμενο ανταποδοτικό σύστημα για το μέρος της συντάξεως που θεμελιώθηκε σε περιόδους προγενέστερες του 2012, το οποίο για όλους τους δημόσιους και ιδιωτικούς υπαλλήλους χορηγείται με βάση το κατ’ αναλογία σύστημα, και ακόμη και για περιόδους προγενέστερες του 1996, που χορηγείται σε όλους τους δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους με βάση το σύστημα αποδοχών. Προκειμένου να εφαρμόσει για τα προηγούμενα έτη το ανταποδοτικό σύστημα, ακόμη και σε σχέση με περιόδους κατά τις οποίες αυτό δεν υπήρχε στην Ιταλία, υιοθέτησε ένα σύστημα υπολογισμού στρεβλωμένο, παράλογο και στερούμενο αναλογιστικής βάσης.

    Η εν λόγω μεταρρύθμιση είναι επίσης μη σύννομη, διότι το θέμα των συντάξεων των βουλευτών πρέπει να ρυθμίζεται, τουλάχιστον στις θεμελιώδεις πτυχές του, με νόμο και όχι εσωτερικό κανονισμό (άρθρο 69 του Συντάγματος).

    Επιπλέον, προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των πρώην βουλευτών στη σταθερότητα της συνταξιοδοτικής μεταχείρισής τους, σε αντίθεση με την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η οποία αποτελεί επίσης γενική αρχή της ιταλικής έννομης τάξης.

    3.

    Ο τρίτος λόγος αντλείται από τη μη σύννομη εφαρμογή, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εθνικής νομοθετικής ρύθμισης αντίθετης προς τις θεμελιώδεις αρχές της έννομης τάξης της Ένωσης και, ιδίως, προς την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Παραβίαση της αρχής της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης.

    Επισημαίνεται συναφώς ότι η μεταρρύθμιση των συντάξεων των Ιταλών πρώην βουλευτών επαναπροσδιόρισε το μέτρο τους εκ των υστέρων με εντελώς απρόβλεπτο τρόπο, χωρίς διαβαθμίσεις και χωρίς επαρκείς ρήτρες διασφάλισης και, ως εκ τούτου, παραβιάζει κατάφωρα την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η οποία συγκαταλέγεται μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής έννομης τάξης.

    Για τον λόγο αυτό, η προαναφερθείσα μεταρρύθμιση δεν έπρεπε να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: σύμφωνα με τις γενικές αρχές που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των εννόμων τάξεων, πράγματι, η μεταφορά κανόνων από μια έννομη τάξη σε άλλη, κατόπιν παραπομπής (είτε δυναμικής παραπομπής είτε αντιστοίχισης), προσκρούει σε ένα συγκεκριμένο αντίθετο όριο: η παραπομπή δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν ο κανόνας της έννομης τάξης προέλευσης αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές της έννομης τάξης προορισμού. Επιπλέον, λόγω της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου -που αποτελεί βασική αρχή της Ένωσης- αν εθνική νομοθετική ρύθμιση αντίκειται σε διάταξη του ευρωπαϊκού δικαίου πρέπει να μην εφαρμοστεί, ώστε να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη προστασία των πολιτών από το ευρωπαϊκό δίκαιο σε ολόκληρο το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


    Top