Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62011CN0242

    Υπόθεση C-242/11 P: Αναίρεση που άσκησε στις 20 Μαΐου 2011 η Caixa Geral de Depósitos S.A. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 3 Μαρτίου 2011 στην υπόθεση T-401/07, Caixa Geral de Depósitos κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 219 της 23.7.2011, p. 8–9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    23.7.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 219/8


    Αναίρεση που άσκησε στις 20 Μαΐου 2011 η Caixa Geral de Depósitos S.A. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 3 Μαρτίου 2011 στην υπόθεση T-401/07, Caixa Geral de Depósitos κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση C-242/11 P)

    2011/C 219/12

    Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείουσα: Caixa Geral de Depósitos, S.A. (CGD) (εκπρόσωπος: N. Ruiz, abogado)

    Λοιποί διάδικοι κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πορτογαλική Δημοκρατία

    Αιτήματα της αναιρεσείουσας

    Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

    Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου T-401/07 και, κατά συνέπεια, να κρίνει νομοτύπως κατατεθείσα και παραδεκτή την προσφυγή ακυρώσεως της αναιρεσείουσας, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου να αποφανθεί αυτό επί του αιτήματος να ακυρωθεί μερικώς η προσβαλλομένη απόφαση και να υποχρεωθεί η Επιτροπή να καταβάλει το ποσό των 1 925 858,61 EUR, πλέον τόκων υπερημερίας, και να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας.

    Επικουρικώς, η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου T-401/07 και, κατά συνέπεια, να κρίνει νομοτύπως κατατεθείσα και παραδεκτή την προσφυγή ακυρώσεως της αναιρεσείουσας, εκδικάζοντας οριστικώς τη διαφορά και δεχόμενο τα αιτήματα τα οποία υπέβαλε πρωτοδίκως η αναιρεσείουσα.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους:

    1)   Πρώτος και κύριος λόγος, περί της ενεργητικής νομιμοποίησης της αναιρεσείουσας και παραβάσεως του άρθρου 263 ΣΛΕΕ

    Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση (1) την αφορά άμεσα και ατομικά, καθόσον, εκτός από μεσολαβούσα στη συναλλαγή, είναι στην ουσία το πιστωτικό ίδρυμα που, για δικό του λογαριασμό και με δικό του κίνδυνο, σύμφωνα με τους όρους της απόφασης που ενέκρινε την επιχορήγηση και της σύμβασης που συνήψε με την Επιτροπή προς εκτέλεσή της, συνήψε με τους τελικούς αποδέκτες τις συμβάσεις δανείου από τις οποίες πηγάζουν οι πιστώσεις τόκων που επιδοτούνται από το ΕΤΠΑ.

    Πέραν τούτου, δεδομένου ότι η επιδότηση χορηγήθηκε στην CGD για να της αντισταθμίσει την επιδότηση των τόκων που οφείλουν να της καταβάλλουν οι τελικοί αποδέκτες, το Γενικό Δικαστήριο δεν εξετίμησε ορθώς το ζήτημα αν το κράτος μέλος στο οποίο απευθυνόταν η προσβαλλόμενη απόφαση μπορούσε να αποφύγει την παραγωγή αποτελεσμάτων της αποφάσεως αυτής που να επηρεάζουν τη νομική θέση της CGD δεδομένου ότι η υπόθεση ότι το Δημόσιο θα συμπλήρωνε την ελλείπουσα συνδρομή του ΕΤΠΑ έχει θεωρητική απλώς αξία.

    2)   Δεύτερος λόγος, επικουρικός, περί παραβάσεως του δικαίου της Ένωσης από το Γενικό Δικαστήριο, καθ’ όσον απέρριψε ως αβάσιμη την προσφυγή της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στην απόφαση της 3ης Μαρτίου 2011, T-387/07 (Πορτογαλία κατά Επιτροπής)

    Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στην υπόθεση T-387/07 δεν εξετίμησε ορθώς την ύπαρξη του ελαττώματος της ελλείψεως αιτιολογίας ή της εσφαλμένης αιτιολόγησης της προσβαλλομένης αποφάσεως, διότι: α) η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εξέθετε σαφώς τα δύο ελαττώματα που καταλογίζονται στη συμπεριφορά των προσφευγουσών και το ποσό κατά το οποίο πρέπει τελικά να μειωθεί η συνδρομή του ΕΤΠΑ· και β) το ίδιο το Γενικό Δικαστήριο θεμελίωσε τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως σε λόγους διαφορετικούς από εκείνους που προέβαλε η Επιτροπή ως λόγο μείωσης της συνδρομής του ΕΤΠΑ.

    Η απόφαση στην υπόθεση T-387/07 πάσχει νομική πλάνη καθ’ όσον υποκαθιστά την αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως με δική του αιτιολογία.

    3)   Τρίτος λόγος, επικουρικός, περί νομιμότητας των πραγματοποιηθεισών δαπανών και παραβάσεως του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 4253/88  (2) και της συμβάσεως

    Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η απόφαση στην υπόθεση T-387/07 δεν εξετίμησε ορθώς την ύπαρξη των ακολούθων ελαττωμάτων της προσβαλλομένης αποφάσεως: α) πλάνη περί τα πράγματα, αλλά και περί το δίκαιο, καθ’ όσον προϋποθέτει ότι η επιδότηση επιτοκίου των δανείων που υπόκεινται στη SGAIA μπορούν να καταβληθούν στους τελικούς αποδέκτες από τον μεσολαβούντα· β) πλάνη περί το δίκαιο, καθ’ όσον απέρριψε το ενδεχόμενο η τήρηση της διατάξεως του άρθρου 13, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2052/88 (3) να αφορά τον υπολογισμό του συνόλου της επιχορηγήσεως· γ) πλάνη περί το δίκαιο, καθ’ όσον κρίνει ότι η SGAIA όφειλε να ακολουθήσει ένα σύστημα κλεισίματος που να εγγυάται ότι τα ποσά που αντιστοιχούν στην επιδότηση των μη ληξιπροθέσμων τόκων θα χρεώνονταν σε ειδικό λογαριασμό ή/και θα κατατίθενταν σε δεύτερο ειδικό τραπεζικό λογαριασμό μέχρι τις 31.12.2001, μετά την πάροδο της οποίας οι αντίστοιχες δαπάνες δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν πραγματοποιηθείσες μέχρι την ημερομηνία εκείνη· δ) πλάνη περί το δίκαιο, καθ’ όσον θεωρεί ότι η SGAIA όφειλε να ακολουθεί ένα σύστημα κλεισίματος που να εγγυάται ότι τα ποσά που αντιστοιχούν στην επιδότηση των μη ληξιπροθέσμων τόκων στις 31 Δεκεμβρίου 2001 θα προκαταβάλλονταν στους τελικούς αποδέκτες και κατά συνέπεια θα χρεώνονταν στον ειδικό λογαριασμό μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2001, μετά την πάροδο της οποίας οι αντίστοιχες δαπάνες δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν πραγματοποιηθείσες μέχρι την ημερομηνία εκείνη.


    (1)  Απόφαση C(2007) 3772 της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2007, περί μειώσεως της συνδρομής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Αναπτύξεως (ΕΤΠΑ), όσον αφορά τη συνολική επιδότηση προς στήριξη της τοπικής επενδύσεως στην Πορτογαλία βάσει της αποφάσεως C(95) 1769 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 1995.

    (2)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 4253/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (ΕΕ 1988, L 374, σ. 1).

    (3)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2052/88 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1988, για την αποστολή των διαρθρωτικών ταμείων, την αποτελεσματικότητά τους και τον συντονισμό των παρεμβάσεών τους μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των άλλων υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (ΕΕ 1988, L 185, σ. 9).


    Top