Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007TN0110

    Υπόθεση T-110/07: Προσφυγή της 16ης Απριλίου 2007 — Siemens κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 140 της 23.6.2007, p. 26–26 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    23.6.2007   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 140/26


    Προσφυγή της 16ης Απριλίου 2007 — Siemens κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-110/07)

    (2007/C 140/46)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Siemens AG (Βερολίνο και Μόναχο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: οι δικηγόροι I. Brinker, T. Loest και C. Steinle)

    Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    Αιτήματα της προσφεύγουσας

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

    να ακυρώσει, σύμφωνα με το άρθρο 231, παράγραφος 1, ΕΚ, την απόφαση της Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2007 (υπόθεση COMP/F/38.899 — Εξοπλισμός μεταγωγής με μόνωση αερίου), καθόσον αφορά την προσφεύγουσα·

    επικουρικώς, να μειώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε με το άρθρο 2, στοιχείο m) της αποφάσεως·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου.

    Λόγοι της προσφυγής και κύρια επιχειρήματα

    Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής K (2006) 6762 τελικό, της 24ης Ιανουαρίου 2007, στην υπόθεση COMP/F/38.899 — Εξοπλισμός μεταγωγής με μόνωση αερίου. Με την προσβαλλομένη απόφαση επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα και σε άλλες επιχειρήσεις πρόστιμο λόγω παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ καθώς και του άρθρου 53 ΕΟΧ. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η προσφεύγουσα συμμετείχε σε σειρά συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα «εξοπλισμός μεταγωγής με μόνωση αερίου».

    Προς θεμελίωση της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

    Με τον πρώτο λόγο προσάπτεται στην καθής ότι παρέλειψε να εκθέσει συγκεκριμένα και λεπτομερώς καθώς και να αποδείξει τις προσαπτόμενες παραβάσεις. Η Επιτροπή, κυρίως, δεν ανέπτυξε και δεν απέδειξε τις επιπτώσεις της προσαπτομένης παραβάσεως στην κοινή αγορά και τον ΕΟΧ κατά την πρώτη φάση της προσαπτομένης παραβάσεως έως το 1999.

    Με τον δεύτερο λόγο, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή εσφαλμένως θεώρησε ως δεδομένη μια και μόνο, συνεχιζόμενη παράβαση και καθόρισε εσφαλμένως τη διάρκεια της παραβάσεως. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η καθής δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι η προσφεύγουσα συμμετείχε μετά τις 22 Απριλίου 1999 στην προσαπτομένη παράβαση. Πέραν αυτού, υφίσταται παράβαση του άρθρου 25 του κανονισμού ΕΚ 1/2003 (1), διότι κατά την άποψη της προσφεύγουσας έχει παραγραφεί η συμμετοχή της στην προσαπτομένη παράβαση κατά την πρώτη φάση έως το 1999.

    Τέλος, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή σοβαρά νομικά σφάλματα κατά τον υπολογισμό του προστίμου. Ισχυρίζεται συναφώς, για παράδειγμα, ότι η Επιτροπή έκρινε εσφαλμένως τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παραβάσεως και επέλεξε σε βάρος της προσφεύγουσας προδήλως έναν υπερβολικά υψηλό «πολλαπλασιαστή προς εκφοβισμό». Πέραν αυτού, η καθής δέχθηκε εσφαλμένως ότι η προσφεύγουσα είχε ηγετικό ρόλο και δεν έλαβε υπόψη, κακώς, τη συνεργασία της προσφεύγουσας με την Επιτροπή.


    (1)  Κανονισμός ΕΚ 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).


    Top