Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52017AE0729

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα: α) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επιβολή της οδηγίας 2006/123/ΕΚ σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, για τη θέσπιση διαδικασίας κοινοποίησης για τα συστήματα χορήγησης άδειας και τις απαιτήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες και για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/123/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την Εσωτερική Αγορά» [COM(2016) 821 final – 2016/0398 (COD)], β) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο αναλογικότητας πριν από τη θέσπιση νέας νομοθετικής κατοχύρωσης των επαγγελμάτων» [COM(2016) 822 final – 2016/0404 (COD)], γ) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το νομικό και λειτουργικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών που θεσπίζεται με τον κανονισμό … [κανονισμός για την ευρωπαϊκή κάρτα υπηρεσιών» [COM(2016) 823 final – 2016/0402 (COD)], δ) «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών και συναφών διοικητικών διευκολύνσεων» [COM(2016) 824 final – 2016/0403 (COD)]

    ΕΕ C 288 της 31.8.2017, p. 43–51 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    31.8.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 288/43


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα:

    α) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επιβολή της οδηγίας 2006/123/ΕΚ σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, για τη θέσπιση διαδικασίας κοινοποίησης για τα συστήματα χορήγησης άδειας και τις απαιτήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες και για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/123/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την Εσωτερική Αγορά»

    [COM(2016) 821 final – 2016/0398 (COD)]

    β) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο αναλογικότητας πριν από τη θέσπιση νέας νομοθετικής κατοχύρωσης των επαγγελμάτων»

    [COM(2016) 822 final – 2016/0404 (COD)]

    γ) «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το νομικό και λειτουργικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών που θεσπίζεται με τον κανονισμό … [κανονισμός για την ευρωπαϊκή κάρτα υπηρεσιών»

    [COM(2016) 823 final – 2016/0402 (COD)]

    δ) «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών και συναφών διοικητικών διευκολύνσεων»

    [COM(2016) 824 final – 2016/0403 (COD)]

    (2017/C 288/05)

    Εισηγητής:

    ο κ. Arno METZLER

    Συνεισηγητής:

    ο κ. Stefano PALMIERI

    Αίτηση γνωμοδότησης

    1)

    Συμβούλιο, 30.1.2017

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 19.1.2017

    2)

    Συμβούλιο, 10.2.2017

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 1.2.2017

    3)

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 1.2.2017

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 31.5.2017

    4)

    Συμβούλιο, 20.2.2017

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 1.2.2017

    Νομική βάση

    1)

    Άρθρο 53 παράγραφος 1, άρθρα 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    2)

    Άρθρο 46, άρθρο 53 παράγραφος 1 και άρθρο 62 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    3)

    Άρθρο 53 παράγραφος 1 και άρθρο 62 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    4)

    Άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

     

     

    Αρμόδιο ειδικευμένο τμήμα

    Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση

    Υιοθετήθηκε από το ειδικευμένο τμήμα

    4.5.2017

    Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

    31.5.2017

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    526

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    152/3/7

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί και υποστηρίζει τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αξιοποιήσει το πλήρες δυναμικό της ενιαίας αγοράς σε σχέση με τον τομέα των υπηρεσιών. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι —υπό την τρέχουσα πολιτική κατάσταση που επικρατεί σε πολλά κράτη μέλη— οποιεσδήποτε «παρεμβάσεις» της ΕΕ σχετικά με τις αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί αυστηρά και μόνο στα κράτη μέλη μπορεί να οδηγήσουν σε πολιτικές αντιπαραθέσεις. Συνεπώς, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου είναι νομικά δυνατόν να εφαρμοστούν αυστηρότερα μέτρα επιβολής της συμμόρφωσης, κάτι τέτοιο μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα συνετό μέσα σε ένα πλαίσιο σοβαρής πολιτικής κρίσης. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ συνιστά την υιοθέτηση μιας θετικής προσέγγισης για την προώθηση βέλτιστων πρακτικών και τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με αυτοδεσμευτικά αποτελέσματα αντί της λήψης μέτρων επιβολής, όπου είναι δυνατόν.

    1.2

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται πλήρως τον στόχο της Επιτροπής όσον αφορά την προώθηση διαλόγου μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών σε πρώιμο στάδιο σε κάθε νομοθετική διαδικασία, προκειμένου να αποφευχθεί η έκδοση νομικών πράξεων σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες παρεμποδίζουν τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ΕΟΚΕ συνιστά ο διάλογος αυτός να διευρυνθεί και να μην επικεντρώνεται στη συμμόρφωση με την οδηγία για τις υπηρεσίες μόνο, αλλά και με το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, και ιδίως με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ούτως ώστε να διασφαλίζεται μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της προστασίας των καταναλωτών, αφενός, και των οικονομικών ελευθεριών, αφετέρου. Θα πρέπει να προσδιορίζεται επακριβώς η σύνθεση του φορέα που είναι αρμόδιος για τον έλεγχο της συμμόρφωσης, η σύνθεση δε αυτή θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης συμμόρφωση με τους ανωτέρω αναφερόμενους νόμους και τις αντίστοιχες αρχές.

    1.2.1

    Η ΕΟΚΕ προτείνει την επιλογή θετικής προσέγγισης και την καθιέρωση της αρχής ότι μόνον η θετική έκβαση της διαδικασίας διαβούλευσης έχει επίδραση υπό τη μορφή απονομής «εγγύησης συμμόρφωσης» για το σχέδιο μέτρου. Για τις περιπτώσεις χωρίς θετική αξιολόγηση της συμμόρφωσης, η απόφαση της Επιτροπής δεν θα πρέπει να είναι δεσμευτική και θα πρέπει να εφαρμόζονται οι ήδη διαθέσιμες μετεγκριτικές διαδικασίες.

    1.3

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την εισαγωγή λεπτομερούς και ενδελεχούς ελέγχου αναλογικότητας που τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών, με βάση τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η έννοια αυτή θα μπορούσε να βελτιώσει τις εθνικές διαδικασίες αναλογικότητας. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι ο έλεγχος αναλογικότητας θα απαιτήσει στενή συνεργασία των αρχών των κρατών μελών και των επαγγελματικών οργανώσεων.

    1.3.1

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η υποχρέωση χρήσης του ελέγχου πριν από οποιονδήποτε νέο κανονισμό ρύθμισης των επαγγελμάτων δεν συνιστά την καλύτερη προσέγγιση για την επιβολή μιας αποτελεσματικής και δεσμευτικής εφαρμογής ενός τέτοιου ελέγχου. Συνεπώς, συνιστά ο έλεγχος αυτός να καθιερωθεί μόνον με τη μορφή προσφερόμενων υπηρεσιών προς τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

    1.4

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσπάθεια προώθησης της κινητικότητας των παρόχων υπηρεσιών, ενώ πιστεύει ότι η έρευνα και η εκπλήρωση των εθνικών απαιτήσεων για την παροχή υπηρεσιών σε άλλο κράτος μέλος ενδεχομένως να εξακολουθεί να είναι δύσκολη για τους παρόχους υπηρεσιών. Ωστόσο, η προσέγγιση της μετατόπισης της κύριας ευθύνης για τη διαδικασία στις αρχές του κράτους μέλους καταγωγής αντιβαίνει στην καθιερωμένη αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με την οποία οι δραστηριότητες των επιχειρήσεων και των εργαζομένων διέπονται από το δίκαιο της χώρας στην οποία αναπτύσσονται.

    1.4.1

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι η αρχή της χώρας καταγωγής δεν εισάγεται σε καμία μορφή. Υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, ότι η ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών εισάγει διάφορα στοιχεία τα οποία βασίζονται σε αυτή την αρχή επιτρέποντας στους παρόχους υπηρεσιών να αντιμετωπίζουν το κράτος μέλος καταγωγής αποκλειστικά και μόνον ως μεσάζοντα και απαιτώντας από τα κράτη μέλη υποδοχής να αποδέχονται τις αποφάσεις του κράτους μέλους καταγωγής σχετικά με την αυθεντικότητα των εγγράφων, περιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τους μηχανισμούς ελέγχου και εναρμονίζοντας έτσι την ανταλλαγή δεδομένων με βάση την αρχή της χώρας καταγωγής.

    1.4.2

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη υποδοχής παραμένουν πλήρως υπεύθυνα να αποφασίζουν ποιες διαδικασίες πρέπει να ακολουθήσουν για την καταχώριση δευτερεύουσας εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων. Η πλήρως ηλεκτρονική διαδικασία, σε συνδυασμό με την περιορισμένη δυνατότητα των κρατών μελών υποδοχής να επαληθεύσουν τις πληροφορίες που παρέχονται στο κράτος μέλος καταγωγής μέσω της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών, θα διευκολύνει τη δημιουργία εικονικών εταιρειών για λόγους φοροδιαφυγής και κοινωνικού ντάμπινγκ.

    1.4.3

    Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών είναι πάντα επικαιροποιημένες και να προληφθεί η δημιουργία ενός «νεκροταφείου δεδομένων» (data graveyard), η ΕΟΚΕ προτείνει να επανεξεταστεί η αρχή «μόνον άπαξ» και να θεσπιστούν προθεσμίες σχετικά με την ισχύ της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών.

    1.4.4

    Η ΕΟΚΕ συνιστά επίσης την άρση των περιοριστικών διαδικασιών ανάκλησης και ιδίως την ανάγκη επιβολής οριστικής δικαστικής απόφασης, έτσι ώστε κάθε κράτος μέλος να μπορεί να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στις οικονομικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο έδαφός του.

    1.4.5

    Η υπό εξέταση πρόταση θέτει αυστηρές προθεσμίες σχετικά με τον έλεγχο της εγκυρότητας των πληροφοριών που παρέχει ένας αιτών ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών. Αυτή η παράμετρος θα πρέπει να επανεξεταστεί ούτως ώστε να δοθούν στις αρχές τα αναγκαία χρονικά περιθώρια για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων.

    1.4.6

    Στη νομοθετική πρόταση θα πρέπει να γίνει αναφορά στην ανάγκη θέσπισης αποτελεσματικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, τόσο για το εκάστοτε κράτος μέλος όσο και για την αιτούσα εταιρεία, σε περιπτώσεις κατάχρησης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών.

    1.4.7

    Η ΕΟΚΕ συνιστά να δηλώνεται με μεγαλύτερη σαφήνεια το γεγονός ότι η οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα έχει προτεραιότητα σχετικά με όλες τις πτυχές επαγγελματικής αναγνώρισης όσον αφορά τη νέα ηλεκτρονική κάρτα. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών δεν μπορεί να εκδοθεί για τους επαγγελματίες που ασκούν επάγγελμα το οποίο είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο στο κράτος μέλος προέλευσης και/ή υποδοχής, ανεξάρτητα από το εάν το επάγγελμα ασκείται με τη μορφή αυτοαπασχόλησης ή εταιρίας.»

    1.4.8

    Προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση της ηλεκτρονικής κάρτας από πρόσωπα που τελούν υπό καθεστώς ψευδοαυτοαπασχόλησης, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η κάρτα δεν θα πρέπει να εκδίδεται για φυσικά πρόσωπα τα οποία δεν διαθέτουν ένα οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων ενεργητικού που να καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας.

    1.4.9

    Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να εκφράσει αμφιβολίες για το εάν το ισχύον Σύστημα Πληροφόρησης για την Εσωτερική Αγορά (IMI — Internal Market Information System) υπό την τρέχουσα μορφή του, που βασίζεται σε τυποποιημένες πολύγλωσσες ερωτήσεις/έντυπα και σε μη αυτόματες ανταλλαγές δεδομένων κατόπιν αιτήσεως των κρατών μελών και στηρίζεται στη βέλτιστη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, είναι ενημερωμένο με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις στον τομέα της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το σύστημα ΙΜΙ χρειάζεται επαναξιολόγηση, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η βέλτιστη δυνατή απόδοση, συμβατότητα και συμπληρωματικότητα με τα υφιστάμενα καθεστώτα ανταλλαγής δεδομένων σε εθνικό επίπεδο ή/και σε επίπεδο κοινωνικών εταίρων, συμπεριλαμβανομένων τομεακών πρωτοβουλιών όπως τα δελτία κοινωνικής ταυτότητας.

    1.4.10

    Η πρόταση εισάγει ένα εναρμονισμένο ευρωπαϊκό σύστημα προηγούμενης κοινοποίησης για τους αποσπασμένους εργαζόμενους με βάση την εθελοντική συμμετοχή των κρατών μελών, το οποίο θα ανοίξει τον δρόμο για την υποχρεωτική του επέκταση σε μεταγενέστερο στάδιο, κάτι το οποίο δεν είναι ούτε επιθυμητό ούτε συμβατό με τις διατάξεις της οδηγίας 2014/67/ΕΕ (1). Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει την επανεξέταση της εφαρμογής ενός τέτοιου συστήματος.

    1.4.11

    Με βάση τις αυξημένες ανησυχίες και το γεγονός ότι οι προαναφερθείσες απαιτήσεις εγγύησης ενδέχεται να μην είναι εφικτές χρησιμοποιώντας το υφιστάμενο σύστημα ανταλλαγής δεδομένων, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εφαρμογή της ηλεκτρονικής κάρτας υπό τη σημερινή της μορφή θα μπορούσε να οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες, οι οποίες περιγράφονται στην παρούσα γνωμοδότηση και θα μπορούσαν να καταστούν δυσανάλογες και να υπερισχύσουν συντριπτικά έναντι των ωφελειών της κάρτας. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει εκτενέστερη διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους ενδιαφερόμενους φορείς αναφορικά με τη διάταξη αυτού του συστήματος και την ανάλογη προσαρμογή της, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, προτού συνεχιστούν οι αντίστοιχες διαδικασίες. Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να κληθεί να ξεκινήσει μια συζήτηση με στόχο την εξεύρεση εναλλακτικής λύσης για την ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών, προκειμένου να συμπεριληφθούν αποτελεσματικότερα τα ήδη ισχύοντα συστήματα εγγραφής σε μητρώα και πιστοποίησης προσόντων.

    1.5

    Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι οι διαφορές μεταξύ των ρυθμιστικών εννοιών δεν υποδεικνύουν από μόνες τους ανάγκη για μεταρρύθμιση. Χαιρετίζει τον νέο δείκτη έντασης των ρυθμίσεων που έχει σχεδιαστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεδομένου ότι επιτρέπει υψηλότερο επίπεδο ανάλυσης από τον δείκτη ρύθμισης της αγοράς προϊόντων του ΟΟΣΑ. Ωστόσο, θα πρέπει να δηλώνεται σαφώς ότι ο δείκτης έντασης των ρυθμίσεων είναι ουδέτερος, χωρίς καμία δήλωση σχετικά με την αξία ή αιτιολόγηση των κανονιστικών ρυθμίσεων.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η δέσμη μέτρων για τις υπηρεσίες δεν προσφέρει μια προσέγγιση για τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, αλλά πιστεύει ότι αποτελεί ένα νέο, αναδυόμενο επιχειρηματικό πεδίο που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Δεδομένου ότι το δυναμικό κινητικότητας είναι εξαιρετικά υψηλό στον συγκεκριμένο τομέα, η επαλήθευση των επαγγελματικών προσόντων και η εκπλήρωση των νομικών απαιτήσεων και των ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας είναι εξαιρετικά δύσκολο να εκτιμηθούν για τους καταναλωτές και, ενδεχομένως, να χρειαστεί η εφαρμογή ειδικών εργαλείων. Μια πρωτοβουλία με επίκεντρο την εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών υπηρεσιών θα ήταν, επομένως, ευπρόσδεκτη. Χρειάζονται νέα στοιχεία πάνω στα οποία να οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη, χωρίς τη δυνατότητα προσωπικής γνωριμίας του εκάστοτε παρόχου υπηρεσιών.

    1.7

    Όσον αφορά το πρόβλημα της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, η οποία συνιστά σημαντικό στοιχείο της συζήτησης σχετικά με τη δέσμη μέτρων για τις υπηρεσίες, γενικότερα, και την ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών, ειδικότερα, η ΕΟΚΕ συνιστά να αξιολογηθούν τα υφιστάμενα συστήματα εγγραφής των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων στα αντίστοιχα μητρών καθώς και οι σχετικοί μηχανισμοί διασφάλισης της ποιότητας και πιστοποίησης. Δεδομένου ότι η εσωτερική αγορά υπηρεσιών εξακολουθεί να εγείρει σημαντικές ανησυχίες εντός των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να δρομολογηθεί μια πρωτοβουλία για τη συλλογή περισσότερων πληροφοριών σχετικά με τις επιπτώσεις της αύξησης των διασυνοριακών δραστηριοτήτων. Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας θα μπορούσαν να εξεταστούν οι οικονομικές επιπτώσεις, αλλά θα πρέπει κυρίως να επικεντρωθεί σε άλλα θέματα όπως η απασχόληση, οι συνθήκες εργασίας και η προστασία των καταναλωτών. Εάν τα προβλήματα εντοπίζονται με αντικειμενικό τρόπο, αυτά θα μπορούσαν να επιλυθούν προκειμένου να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των κρατών μελών σε μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Χωρίς επαρκή αμοιβαία εμπιστοσύνη, η εσωτερική αγορά υπηρεσιών δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιηθεί αποτελεσματικά.

    2.   Επισκόπηση των προτεινόμενων μέτρων

    2.1

    Οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της οικονομίας της ΕΕ και το 90 % των νέων θέσεων εργασίας. Μια δέσμη μέτρων με επίκεντρο το να καταστεί ευκολότερο για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες να παρέχουν υπηρεσίες σε μια δυνητική πελατειακή βάση 500 εκατομμυρίων ατόμων στην ΕΕ θα ενισχύσει τον τομέα των υπηρεσιών, ώστε να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό του.

    2.2   Διαδικασία κοινοποίησης για τα συστήματα χορήγησης άδειας και οι απαιτήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες

    2.2.1

    Με τη θέσπιση αυστηρότερων προϋποθέσεων για τη διαδικασία κοινοποίησης όσον αφορά μέτρα που σχετίζονται με τις οδηγίες για τις υπηρεσίες δεν αφήνεται περιθώριο στα κράτη μέλη να θεσπίσουν συστήματα χορήγησης άδειας ή απαιτήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες τα οποία εισάγουν διακρίσεις, είναι αδικαιολόγητα ή δυσανάλογα.

    Η εν λόγω διαδικασία διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας κοινοποίησης δυνάμει της οδηγίας για τις υπηρεσίες και την προσδιορίζει με μεγαλύτερη σαφήνεια. Καθιερώνει περίοδο διαβούλευσης που προβλέπει διάλογο μεταξύ του κοινοποιούντος κράτους μέλους, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των άλλων κρατών μελών σχετικά με τη συμμόρφωση ενός εθνικού σχεδίου μέτρου με την οδηγία για τις υπηρεσίες.

    2.3   Έλεγχος αναλογικότητας πριν από την έγκριση του νέου κανονισμού ρύθμισης των επαγγελμάτων

    2.3.1

    Τα κράτη μέλη έχουν συχνά σοβαρούς λόγους να προβαίνουν σε ρύθμιση των επαγγελμάτων με βάση την ανάγκη προστασίας ουσιωδών στόχων δημοσίου συμφέροντος. Εναπόκειται στο κράτος μέλος να αξιολογεί για κάθε περίπτωση χωριστά κατά πόσον είναι αναγκαίο να τίθενται περιορισμοί στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων.

    2.3.2

    Για να αποφευχθεί η αρνητική επίδραση στην παροχή υπηρεσιών και την κινητικότητα των επαγγελματιών που προκαλείται από την άνιση αξιολόγηση της αναλογικότητας της ρύθμισης των επαγγελμάτων σε ολόκληρη την ΕΕ, εισάγεται έλεγχος της αναλογικότητας προς χρήση από τα κράτη μέλη πριν από την υιοθέτηση ή την τροποποίηση εθνικών κανονισμών ρύθμισης των επαγγελμάτων.

    2.3.3

    Η οδηγία ορίζει επίσης τα βασικά κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση, όπως για παράδειγμα η φύση των κινδύνων, το πεδίο των δραστηριοτήτων που περιορίζονται αποκλειστικά σε ένα επάγγελμα, η σύνδεση μεταξύ επαγγελματικού προσόντος και δραστηριοτήτων, ο οικονομικός αντίκτυπος ενός μέτρου και ούτω καθεξής.

    2.3.4

    Οι Συνθήκες ορίζουν ότι η θέσπιση κανονισμών πρέπει να είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας. Εντούτοις, πέρα από αυτήν την επιλογή, εξακολουθεί να συνιστά αρμοδιότητα των κρατών μελών το αν και με ποιον τρόπο πρέπει να ρυθμιστεί ένα επάγγελμα.

    2.4   Ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών

    2.4.1

    Η ηλεκτρονική κάρτα είναι μια νέα, πλήρως ηλεκτρονική διαδικασία για τους αυτοαπασχολούμενους και τις επιχειρήσεις σε πλήθος τομέων, όπως ο κατασκευαστικός τομέας, οι υπηρεσίες καθαρισμού και οι υπηρεσίες που παρέχονται προς τις επιχειρήσεις. Θα αντικαταστήσει τις διοικητικές διατυπώσεις σε διάφορες γλώσσες, με δεδομένο ότι ο πάροχος υπηρεσιών ακολουθεί τη διαδικασία στη γλώσσα της χώρας καταγωγής και με τη διοίκηση της χώρας καταγωγής.

    2.4.2

    Η διαδικασία της ηλεκτρονικής κάρτας θα βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής η οποία λαμβάνει χώρα μέσω του υφιστάμενου Συστήματος Πληροφόρησης για την Εσωτερική Αγορά (IMI). Δεν μεταβάλλει την ουσία των εφαρμοστέων κανόνων σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο των οδηγιών 96/71/ΕΚ (2) και 2014/67/ΕΕ (3).

    2.4.3

    Η ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών είναι παρόμοια με την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα. Όμως ενώ η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα διευκολύνει την παροχή υπηρεσιών μέσω της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων για τα φυσικά πρόσωπα, όπως οι εργαζόμενοι ή οι αυτοαπασχολούμενοι πάροχοι υπηρεσιών, η ηλεκτρονική κάρτα αφορά ένα πολύ ευρύτερο φάσμα απαιτήσεων.

    2.5   Προτάσεις μεταρρύθμισης για τη ρύθμιση στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών

    2.5.1

    Δεδομένου ότι η ρύθμιση των επαγγελματικών υπηρεσιών αποτελεί προνόμιο των κρατών μελών, ισχύουν διάφορα ρυθμιστικά μοντέλα επί του παρόντος. Ανεξάρτητα από το μοντέλο που ισχύει σε κάθε χώρα ή περιφέρεια, στόχος της ανακοίνωσης είναι να βοηθηθούν τα κράτη μέλη με την κατάργηση συγκεκριμένων αδικαιολόγητων ουσιαστικών περιορισμών, αλλά και να καλλιεργηθεί μια «ενάρετη» ρυθμιστική νοοτροπία εκ μέρους των κρατών μελών.

    2.5.2

    Οι προτάσεις μεταρρύθμισης αφορούν ένα ευρύ φάσμα απαιτήσεων και παρέχουν λεπτομερή ανάλυση των ρυθμίσεων που ισχύουν για τους αρχιτέκτονες, τους πολιτικούς μηχανικούς, τους λογιστές, τους δικηγόρους, τους πληρεξούσιους για διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τους κτηματομεσίτες και τους τουριστικούς οδηγούς. Όλες αυτές οι ρυθμίσεις δεν θεωρούνται παραβίαση του δικαίου της Ένωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

    2.5.3

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει σχεδιάσει έναν νέο δείκτη έντασης των επαγγελματικών ρυθμίσεων προκειμένου να στηρίξει την ποιοτική ανάλυση των εμποδίων. Καλύπτει τις πτυχές της ρυθμιστικής προσέγγισης, τα απαιτούμενα προσόντα, άλλες προϋποθέσεις συμμετοχής και τις απαιτήσεις άσκησης επαγγέλματος.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί και υποστηρίζει τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αξιοποιήσει το πλήρες δυναμικό της ενιαίας αγοράς σε σχέση με τον τομέα των υπηρεσιών. Τα συγκλίνοντα μέτρα της δέσμης μέτρων για τις υπηρεσίες αναμφίβολα παρέχουν μια σταθερή προσέγγιση προς τον σκοπό αυτό. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι —υπό τις συνθήκες σοβαρής πολιτικής κρίσης που επικρατεί σε πολλά κράτη μέλη— οποιεσδήποτε «παρεμβάσεις» της ΕΕ σχετικά με τις αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί αυστηρά μόνο στα κράτη μέλη μπορεί να οδηγήσουν σε πολιτικές αντιπαραθέσεις. Τόσο οι νομοθετικές εξουσίες —οι οποίες μπορεί να φαίνεται ότι επηρεάζονται από τη νέα διαδικασία κοινοποίησης και τον υποχρεωτικό έλεγχο αναλογικότητας- όσο και τα μακροχρόνια παραδοσιακά συστήματα εθνικής κανονιστικής ρύθμισης των επαγγελμάτων, θεωρούνται συχνά θεμέλια των εθνικών συστημάτων και πρέπει, συνεπώς, να αντιμετωπίζονται ως ευαίσθητα θέματα. Ακόμη και αν είναι νομικά δυνατόν να εφαρμοστούν αυστηρότερα μέτρα επιβολής της συμμόρφωσης, κάτι τέτοιο μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα συνετό υπό την τρέχουσα κατάσταση. Η υιοθέτηση μιας θετικής προσέγγισης για την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών ή η προσέγγιση της διαβούλευσης θα μπορούσαν να αποδειχθούν αποτελεσματικότερες.

    3.1.1

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ανάγκη να δοθεί ξεχωριστή προσοχή στην ποιότητα και στην ασφάλεια των υπηρεσιών που παρέχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

    3.1.2

    Επιπλέον, η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στον ιδιαίτερα ευαίσθητο χαρακτήρα που χαρακτηρίζει τους τομείς της υγείας και της προστασίας των ασθενών. Εάν τα μέτρα που λαμβάνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορούν να είναι συμπληρωματικά προς εκείνα των κρατών μελών, πρέπει να γίνεται σεβαστή η πλήρης ευθύνη που τους αναλογεί, καθώς και η δυνατότητα θέσπισης αυστηρότερων μέτρων για την προστασία των ασθενών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 168 της ΣΛΕΕ.

    3.2

    Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η πτυχή ότι τα βασικά ενδιαφερόμενα μέρη τηρούν τους νέους κανονισμούς που διέπουν το επάγγελμά τους, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η εκάστοτε ρύθμιση είναι ορθή και αποτελεσματική, η ΕΟΚΕ προτείνει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως επαγγελματικές οργανώσεις, κοινωνικοί εταίροι, οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των σχεδιαζόμενων μέτρων.

    3.3

    Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η εισαγωγή νέων υποχρεώσεων και μέτρων εφαρμογής στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να δώσει την εντύπωση ότι τα κράτη μέλη, σε γενικές γραμμές, δεν θεωρούνται επαρκώς ικανά να κατανοήσουν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τις υπηρεσίες και της οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα, ενώ στην πραγματικότητα, νομοθετικά εργαλεία όπως οι έλεγχοι αναλογικότητας αποτελούν βασικές απαιτήσεις οποιασδήποτε εθνικής νομοθετικής διαδικασίας στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών.

    3.4

    Λόγω του πλήθους διατάξεων που περιέχει η δέσμη μέτρων για τις υπηρεσίες ελλοχεύει ο κίνδυνος να καταστεί ασαφής η διάκριση μεταξύ της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκατάστασης. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία να διατηρηθεί η διάκριση αυτή —η οποία ορίζεται σαφώς τόσο από την οδηγία για τις υπηρεσίες και την οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα, όσο και από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης — κατά την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του ελέγχου αναλογικότητας όταν αυτός εφαρμόζεται σε νέες εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις των επαγγελμάτων και κατά την εφαρμογή του κανονισμού και της οδηγίας για την ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, προκειμένου να εξασφαλίζεται ο θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, θα πρέπει να απαγορευτούν μέτρα που εισάγουν διακρίσεις και θα πρέπει να γίνονται σεβαστές οι συνθήκες εργασίας που θεσπίζονται από τους νόμους και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας στη χώρα υποδοχής, καθώς και τα δικαιώματα των καταναλωτών και οι κανονισμοί για την υγεία και την ασφάλεια.

    3.5

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την εφαρμογή κοινωνικού ντάμπινγκ και απάτης (4). Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την έλλειψη επαρκών διασφαλίσεων προκειμένου να διατηρηθεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των καταναλωτών σε όλα τα κράτη μέλη και επισημαίνει τον κίνδυνο εισαγωγής της αρχής της χώρας προέλευσης, η εφαρμογή της οποίας θα συνιστούσε παραβίαση των θεμελιωδών κανόνων, σύμφωνα με τους οποίους οι δραστηριότητες των επιχειρήσεων και των εργαζομένων διέπονται από το δίκαιο της χώρας όπου αυτές αναπτύσσονται.

    3.6

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη των ενδιαφερομένων μερών στους τομείς εστίασης της πρότασης για μια ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών και εκφράζει επιφυλάξεις ως προς την ανάγκη δρομολόγησης και την προστιθέμενη αξία αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας.

    3.7

    Δυστυχώς, η προτεινόμενη δέσμη μέτρων για την εσωτερική αγορά δεν επικεντρώνεται σε πραγματικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν ορισμένοι από τους τομείς που καλύπτονται από τις υπό εξέταση προτάσεις. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι σημαντικό να μειωθεί το ενδεχόμενο της απάτης και κατάχρησης της εσωτερικής αγοράς από ανυπόληπτες επιχειρήσεις, με στόχο τη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού και οικοδόμησης αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών και των διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών.

    4.   Ειδικές παρατηρήσεις

    4.1   Διαδικασία κοινοποίησης για τα συστήματα χορήγησης άδειας και οι απαιτήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες

    4.1.1

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τον στόχο της Επιτροπής όσον αφορά την προώθηση διαλόγου μεταξύ της ιδίας και των κρατών μελών σε πρώιμο στάδιο στη νομοθετική διαδικασία, προκειμένου να αποφευχθεί η θέσπιση προτύπων τα οποία παρεμποδίζουν την ενιαία αγορά. Συνιστάται επίσης ο διάλογος αυτός να διευρυνθεί και να μην επικεντρώνεται στη συμμόρφωση με την οδηγία για τις υπηρεσίες μόνο, αλλά και με το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, και ιδίως με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι αυτό θα διασφάλιζε μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της προστασίας των καταναλωτών, αφενός, και των οικονομικών ελευθεριών, αφετέρου. Θα πρέπει να προσδιορίζεται επακριβώς η σύνθεση της αρμόδιας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης αρχής, η σύνθεση δε αυτή θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να διασφαλίζονται η πλήρης συμμόρφωση με τους ανωτέρω αναφερόμενους νόμους και τις αντίστοιχες αρχές, καθώς και η αντιπροσωπευτικότητα και η ανεξαρτησία της.

    4.1.2

    Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι η άμεση επίπτωση της πρότασης επί των εθνικών νομοθετικών διαδικασιών φαίνεται σημαντική.

    4.1.3

    Η παρούσα πρόταση διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας κοινοποίησης, η οποία ρυθμίζεται δυνάμει της οδηγίας για τις υπηρεσίες, και είναι αρκετά περίπλοκη. Σε συνδυασμό με μια περίοδο απραξίας παρεμποδίζει κατά συνέπεια την ικανότητα των εθνικών νομοθετών να προβούν σε μεταρρυθμίσεις μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόμη και σε περιπτώσεις μικρών νομοθετικών τροποποιήσεων.

    4.1.4

    Μέτρα επιβολής όπως η ανασταλτική προθεσμία, ο μηχανισμός προειδοποίησης και η απόφαση της Επιτροπής που απαιτεί από το κράτος μέλος να απέχει από την έγκριση του σχεδίου μέτρων επιβραδύνουν σημαντικά τις εθνικές νομοθετικές διαδικασίες και, εν τέλει, επιβάλλουν σημαντικούς περιορισμούς στην ελευθερία του εθνικού νομοθέτη. Για να διασφαλιστεί μια δημοκρατική νομοθετική διαδικασία, είναι απαραίτητο να διατηρηθεί πλήρως η νομοθετική εξουσία των εθνικών κοινοβουλίων. Η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει πολύ κατά πόσο είναι αναλογικό -ή συνετό- να υπάρξει παρέμβαση στις εθνικές νομοθετικές διαδικασίες με τη θέσπιση αυστηρότερων μέτρων επιβολής, ακόμα και σε θέματα που καλύπτονται από την αρχή της επικουρικότητας, όταν διατίθενται απόλυτα επαρκείς μετεγκριτικές διαδικασίες.

    4.1.5

    Οι αρνητικές αποφάσεις σχετικά με τη συμμόρφωση σχεδίων εθνικών νόμων, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, δεν θα πρέπει να είναι δεσμευτικές. Η ΕΟΚΕ προτείνει μόνον η θετική έκβαση μιας διαδικασίας διαβούλευσης να έχει επίδραση υπό τη μορφή απονομής «εγγύησης συμμόρφωσης» για το σχέδιο μέτρου. Μια τέτοια θετική προσέγγιση θα αποφέρει σημαντικά οφέλη για τα κράτη μέλη και θα αποτελέσει κίνητρο για πλήρη συμμετοχή στην προβλεπόμενη διαδικασία διαβούλευσης, καθώς και για την αποδοχή των σχετικών προσπαθειών. Για τις περιπτώσεις χωρίς θετική αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει να εφαρμόζονται οι ήδη διαθέσιμες μετεγκριτικές διαδικασίες.

    4.1.6

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι, όπως προβλέπεται στην οδηγία για τις υπηρεσίες, η διαδικασία κοινοποίησης δεν θίγει το δικαίωμα διαπραγμάτευσης, σύναψης και εφαρμογής συλλογικών συμβάσεων.

    4.2   Έλεγχος αναλογικότητας πριν από την έγκριση του νέου κανονισμού ρύθμισης των επαγγελμάτων

    4.2.1

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την εισαγωγή λεπτομερούς και ενδελεχούς ελέγχου αναλογικότητας που τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών, με βάση τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεωρεί επίσης ότι η έννοια αυτή θα μπορούσε να βελτιώσει τις εθνικές διαδικασίες αναλογικότητας.

    4.2.2

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι ο έλεγχος αναλογικότητας που επικεντρώνεται στις επαγγελματικές ανάγκες θα απαιτήσει στενή συνεργασία των αρχών των κρατών μελών και των επαγγελματικών οργανώσεων με αρμοδιότητες για τη διασφάλιση της ποιότητας του εκάστοτε νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος. Θα πρέπει επίσης να προβλέπει το δικαίωμα των κοινωνικών εταίρων και των ενώσεων προστασίας καταναλωτών να καλούνται σε διαβουλεύσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης τήρησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των καταναλωτών. Οι δομές αυτών των οργανώσεων πρέπει να παραμένουν αυστηρά στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

    4.2.3

    Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει κατά πόσον μια οδηγία για την εφαρμογή της υποχρέωσης χρήσης του ελέγχου πριν από οποιονδήποτε νέο κανονισμό ρύθμισης των επαγγελμάτων συνιστά τον καλύτερο τρόπο για την επιβολή του εν λόγω ελέγχου. Για τον λόγο αυτό, θα προτιμούσε την εισαγωγή κατευθυντήριων γραμμών που θα επέτρεπαν στα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τον έλεγχο ώστε να εντάσσεται καλύτερα στα νομοθετικά τους συστήματα.

    4.2.4

    Πολλά από τα προτεινόμενα κριτήρια αναλογικότητας που πρέπει να εξεταστούν είναι αρκετά ευρέα και ανοικτά, επιτρέποντας διάφορες απαντήσεις ανάλογα με την επιλεγείσα προσέγγιση ελέγχου, τα πρόσωπα/τους φορείς διεξαγωγής των ελέγχων και ούτω καθεξής. Ως εκ τούτου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως κατευθυντήριες γραμμές στήριξης, σε μικρότερο όμως βαθμό ως υποχρεωτική διαδικασία με σημαντική επίπτωση σε ολόκληρη τη νομοθετική διαδικασία. Επιπλέον, για να αποφευχθεί η εντύπωση ότι τα κριτήρια που αναφέρθηκαν θεωρούνται σε γενικές γραμμές ως εμπόδια, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο κατάλογος είναι ουδέτερος, χωρίς καμία δήλωση σχετικά με την αξία ή αιτιολόγηση των κανονιστικών ρυθμίσεων. Σε κάθε περίπτωση, τα κριτήρια θα πρέπει να είναι, όπου αυτό είναι εφικτό, συγκεκριμένα και αντικειμενικά στο μέτρο του δυνατού, ώστε να λειτουργούν ως ορόσημα.

    4.2.5

    Οι έλεγχοι αναλογικότητας αποτελούν ήδη βασικές απαιτήσεις οποιασδήποτε εθνικής νομοθετικής διαδικασίας στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών. Η εναρμόνιση των κριτηρίων αναλογικότητας θα παρενέβαινε στις εθνικές νομοθετικές αρμοδιότητες και θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία δυσανάλογων υποχρεώσεων σε ορισμένα κράτη μέλη και σε περαιτέρω στρεβλώσεις στην αγορά.

    4.2.6

    Η οδηγία αφορά μόνον την εκ των προτέρων ρύθμιση (όπως προστασία των τίτλων, υποχρεωτική καταχώριση, απαιτούμενα προσόντα και ούτω καθεξής), έστω και αν η εκ των υστέρων ρύθμιση (όπως τα συστήματα επαγγελματικής πιστοποίησης, οι τοπικές κανονιστικές ρυθμίσεις ή οι άδειες οικοδόμησης) μπορεί να επιβάλει σημαντικούς περιορισμούς όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών. Για τον λόγο αυτό, φαίνεται δύσκολη η αντικειμενική σύγκριση των ρυθμιστικών συστημάτων.

    4.2.7

    Η υποχρέωση παροχής εκθέσεων αναλογικότητας με βάση το μάλλον περίπλοκο —και εν μέρει ακόμη και επιστημονικών απαιτήσεων— σύστημα ελέγχου θα μπορούσε να επιβραδύνει σημαντικά, ή ακόμη και να παρεμποδίσει, τυχόν μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τη ρύθμιση των επαγγελμάτων.

    4.2.8

    Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η επιλογή ως προς το αν και με ποιον τρόπο πρέπει να ρυθμιστούν τα επαγγέλματα παραμένει αρμοδιότητα των κρατών μελών, αυτή η ελευθερία είναι πολύ θεωρητική. Σε περίπτωση που ο υποχρεωτικός έλεγχος αποβεί αρνητικός, δύσκολα θα είναι ούτως ή άλλως δυνατόν για τον νομοθέτη να υποστηρίξει τη συμμόρφωση με την οδηγία για τις υπηρεσίες. Επιπλέον, η παρούσα πρόταση πρέπει να αξιολογηθεί σε συνάρτηση με την πρόταση για μια νέα διαδικασία κοινοποίησης στο πλαίσιο της οδηγίας για τις υπηρεσίες, διότι, σε ό, τι αφορά τις κανονιστικές ρυθμίσεις των επαγγελμάτων, συχνά, τα μέτρα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των δύο αυτών οδηγιών. Το περιθώριο ελιγμών του νομοθέτη είναι σχεδόν μηδενικό, δεδομένου ότι η υποχρέωση κοινοποίησης απαιτεί επίσης την παροχή πληροφοριών με τις οποίες αποδεικνύεται η συμμόρφωση με την οδηγία για τις υπηρεσίες, γεγονός το οποίο —για τέτοιου είδους πλεονάζοντα μέτρα— συνεπάγεται τα αποτελέσματα του ελέγχου αναλογικότητας.

    4.2.8.1

    Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει κατά πόσο οι αρνητικές επιπτώσεις που θα είχε η υλοποίηση της υποχρέωσης εφαρμογής ενός εναρμονισμένου ελέγχου αναλογικότητας από την άποψη του περιορισμού του εθνικού νομοθέτη —ειδικά εάν εξεταστούν στο πλαίσιο της προτεινόμενης αυστηρότερης διαδικασίας κοινοποίησης— θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν από τα οφέλη της. Θεωρεί ότι οι μη υποχρεωτικές κατευθυντήριες γραμμές ή η προσφορά διαβούλευσης μπορούν να οδηγήσουν σε παρόμοια αποτελέσματα, χωρίς τις αρνητικές επιπτώσεις.

    4.3   Ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών

    4.3.1

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσπάθεια προώθησης της κινητικότητας των παρόχων υπηρεσιών, ενώ πιστεύει ότι η έρευνα και η επίτευξη των εθνικών απαιτήσεων για την παροχή υπηρεσιών σε άλλο κράτος μέλος ενδεχομένως να εξακολουθεί να είναι δύσκολη για τους παρόχους υπηρεσιών.

    4.3.2

    Ωστόσο, η προσέγγιση της μετατόπισης της κύριας ευθύνης για τη διαδικασία στις αρχές του κράτους μέλους καταγωγής αντιβαίνει στην καθιερωμένη αρχή του κράτους υποδοχής. Η ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει ή να αναχαιτίζει τους ελέγχους που διεξάγει το κράτος μέλος υποδοχής στις οικονομικές δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται στο έδαφός του. Ως εκ τούτου, η προτεινόμενη ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει στοιχεία της αρχής της χώρας καταγωγής. Εντούτοις, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη στήριξή της για την ανάληψη πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στην αύξηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ άλλων, μέσω σαφών δεσμεύσεων για επαρκή και σωστά συστήματα ανταλλαγής δεδομένων και ελέγχου.

    4.3.3

    Υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι ορισμένα χαρακτηριστικά της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών, όπως η αρχή «μόνον άπαξ» για την υποβολή πληροφοριών, η αόριστη χρονική διάρκεια ισχύος, η υποχρέωση των κρατών μελών να χρησιμοποιούν πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών χωρίς τη δυνατότητα να ζητηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο η απόδειξη της εγκυρότητας των πληροφοριών που παρασχέθηκαν, καθώς και οι περιοριστικές διαδικασίες ανάκλησης που ενδέχεται να απαιτούν την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης δύνανται να θέσουν σε σημαντικό κίνδυνο τους τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τις εθνικές διατάξεις και την επιβολή της εφαρμογής των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των καταναλωτών.

    4.3.4

    Επίσης, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η χρήση του συστήματος ΙΜΙ δεν τροποποιεί το περιεχόμενο των εφαρμοστέων κανόνων για την απόσπαση των εργαζομένων βάσει της οδηγίας 2014/67/ΕΕ και ότι η αναθεώρηση της οδηγίας για την απόσπαση των εργαζομένων, η οποία επί του παρόντος εξετάζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ορίζει σαφώς την αρχή της «ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας στον ίδιο τόπο», με σεβασμό των συνθηκών εργασίας που θεσπίζονται από τους νόμους και τις συλλογικές συμβάσεις του κράτους μέλους υποδοχής, της υγείας και της ασφάλειας, καθώς και της προστασίας των καταναλωτών και του περιβάλλοντος.

    4.3.5

    Δεν είναι σαφές ποιος θα ήταν ο αντίκτυπος της πρότασης για την ευρωπαϊκή ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών στα υφιστάμενα τομεακά δελτία κοινωνικής ταυτότητας τα οποία εκδίδονται από τις εθνικές αρχές ή τους κοινωνικούς εταίρους, καθώς και τους τρόπους αλληλεπίδρασής τους με την προτεινόμενη επέκταση του συστήματος IMI. Επιπλέον, υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της ειδικής έκθεσης του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία το ισχύον σύστημα ΙΜΙ παρουσιάζει ορισμένες ελλείψεις που πρέπει να αντιμετωπισθούν, για παράδειγμα, λόγω του φόρτου εργασίας που αυτό συνεπάγεται και της έλλειψης σαφήνειας των απαντήσεων που δίνονται στα διάφορα αιτήματα (5). Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το σύστημα ΙΜΙ χρειάζεται επαναξιολόγηση και ότι, επί του παρόντος, δεν είναι ακόμη έτοιμο να εγγυηθεί μια βέλτιστη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Βελτιώσεις στο σύστημα ΙΜΙ θα πρέπει να γίνεται με στόχο τη διευκόλυνση και τη βελτίωση των ελέγχων στη χώρα όπου ασκείται η εκάστοτε οικονομική δραστηριότητα και τη συμπληρωματικότητα με τα υφιστάμενα συστήματα και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι δυνατότητες ανταλλαγής δεδομένων σε πραγματικό χρόνο (άμεση πρόσβαση στις τράπεζες δεδομένων) πέραν της χειροκίνητης ανταλλαγής δεδομένων που είναι σήμερα εφικτή στο πλαίσιο του συστήματος ΙΜΙ.

    4.3.6

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία ότι η αρχή της χώρας καταγωγής θα μπορούσε να εισαχθεί «από την πίσω πόρτα». Η ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών εισάγει διάφορα στοιχεία τα οποία βασίζονται στην αρχή της χώρας καταγωγής επιτρέποντας στους παρόχους υπηρεσιών να αντιμετωπίζουν το κράτος μέλος καταγωγής αποκλειστικά και μόνο ως μεσάζοντα, απαιτώντας από τα κράτη μέλη υποδοχής να αποδέχονται τις αποφάσεις του κράτους μέλους καταγωγής σχετικά με την εγκυρότητα των εγγράφων και την ακρίβεια του περιεχομένου τους, περιορίζοντας έτσι τους μηχανισμούς ελέγχου και εναρμονίζοντας κατά συνέπεια την ανταλλαγή δεδομένων με βάση την αρχή της χώρας καταγωγής.

    4.3.7

    Το γεγονός ότι —όπως προτείνεται— μια συντονιστική αρχή οφείλει να ελέγχει τις εθνικές απαιτήσεις στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, φαίνεται να είναι ιδιαίτερα προβληματικό. Οι εν λόγω προθεσμίες θα πρέπει να επανεξεταστούν δεδομένου του γεγονότος ότι η αρμόδια για τη διαχείριση της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών αρχής υποχρεούται να συντονίζει κάθε υπόθεση με τις άλλες συναφείς αρμόδιες αρχές αναφορικά με διάφορες πτυχές των νομικών απαιτήσεων. Επιπλέον, θα πρέπει να δηλωθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια ότι η οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα έχει το προβάδισμα για όλες τις πτυχές επαγγελματικής αναγνώρισης σε σχέση με τη νέα ηλεκτρονική κάρτα.

    4.3.8

    Η πλήρως ηλεκτρονική διαδικασία, σε συνδυασμό με την περιορισμένη δυνατότητα των κρατών μελών υποδοχής να επαληθεύσουν τις πληροφορίες που παρέχονται στο κράτος μέλος καταγωγής μέσω της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών, θα διευκολύνει τη δημιουργία εικονικών εταιρειών για σκοπούς φοροδιαφυγής και κοινωνικού ντάμπινγκ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί, συνεπώς, ότι η διαδικασία χρειάζεται περαιτέρω προσαρμογές προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μπορούν να αποφευχθούν τέτοιου είδους εξελίξεις.

    4.3.8.1

    Επιπλέον, η πρόταση δεν διευκρινίζει ποια στοιχεία πρέπει να αξιολογούνται από το κράτος μέλος καταγωγής προκειμένου να δηλωθεί ότι ένας πάροχος υπηρεσιών είναι νόμιμα εγκατεστημένος στο εν λόγω κράτος. Ειδικότερα, δεν υπάρχει καμία αναφορά στα πραγματικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην οδηγία 2014/67/ΕΕ για τον καθορισμό του κατά πόσον μια επιχείρηση ασκεί πραγματικά ουσιαστικές δραστηριότητες στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

    4.3.9

    Η επαλήθευση των ταυτοτήτων και η λεπτομερής εξέταση των πρωτότυπων εγγράφων είναι καθοριστικής σημασίας ώστε να μην αποκτούν δικαίωμα πρόσβασης ανυπόληπτες και εγκληματικές επιχειρήσεις (μια παρόμοια συζήτηση ανέκοψε την εφαρμογή της οδηγίας SUP [Societas Unius Personae/Single-member private limited liability company — Μονοπρόσωπες εταιρείες περιορισμένης ευθύνης] (6)). Επομένως, το κράτος μέλος υποδοχής πρέπει να είναι πλήρως υπεύθυνο για τη διαδικασία έκδοσης μιας ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών.

    4.3.9.1

    Τα κράτη μέλη υποδοχής πρέπει να είναι πλήρως υπεύθυνα να αποφασίζουν ποιες διαδικασίες πρέπει να ακολουθήσουν για την καταχώριση των δευτερευουσών εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων. Η συμμετοχή των κρατών μελών προέλευσης ως διαμεσολαβητών σε μια διαδικασία για την ίδρυση υποκαταστήματος θα προσθέσει επιπλέον διοικητικές επιβαρύνσεις στις αρχές των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής και θα μπορούσε να παρεμποδίσει τους λεπτομερείς ελέγχους στη χώρα όπου, για παράδειγμα, διαπιστώνονται παραβιάσεις των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των καταναλωτών.

    4.3.10

    Παρά το γεγονός ότι ο προτεινόμενος κανονισμός ορίζει ότι από το πεδίο εφαρμογής του εξαιρούνται τα συστήματα προηγούμενης κοινοποίησης για τους αποσπασμένους εργαζόμενους, η πρόταση εισάγει ένα εναρμονισμένο ευρωπαϊκό σύστημα προηγούμενης κοινοποίησης για τους αποσπασμένους εργαζόμενους με βάση την εθελοντική συμμετοχή των κρατών μελών. Η ενέργεια αυτή θα ανοίξει τον δρόμο για την υποχρεωτική επέκταση σε μεταγενέστερο στάδιο, κάτι το οποίο δεν είναι ούτε επιθυμητό ούτε συμβατό με τις διατάξεις της οδηγίας 2014/67/ΕΕ. Κατά τη διάρκεια των πολιτικών συζητήσεων για την οδηγία 2014/67/ΕΕ σχετικά με την εφαρμογή, συμφωνήθηκε σαφώς ότι αρμόδια εθνική αρχή για τη θέσπιση εργαλείων εφαρμογής είναι το κράτος μέλος υποδοχής (άρθρο 9 της οδηγίας 2014/67/ΕΕ).

    4.3.11

    Οι διαδικασίες για την ακύρωση της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών μπορεί να απαιτήσουν να τεθεί σε ισχύ τελεσίδικη δικαστική απόφαση και να παρασχεθούν στους παρόχους υπηρεσιών διάφοροι μηχανισμοί για τη συνέχιση, στο μεταξύ, των υπηρεσιών τους. Αυτό αποτρέπει την πραγματοποίηση αποτελεσματικότητα εκ των υστέρων ελέγχων από το κράτος μέλος υποδοχής, παρεμποδίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την εφαρμογή των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της ισχύουσας νομοθεσίας. Επιπλέον, οι νομοθετικές προτάσεις δεν περιλαμβάνουν αποτρεπτικές κυρώσεις —είτε για το κράτος μέλος είτε για την αιτούσα εταιρεία— λόγω κατάχρησης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών.

    4.3.12

    Ο κανονισμός επιτρέπει στα φυσικά πρόσωπα να υποβάλουν αίτηση για ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών. Υπάρχει σημαντικός κίνδυνος κατάχρησης της κάρτας σε ορισμένους τομείς, διευκολύνοντας έτσι την εικονική αυτοαπασχόληση.

    4.3.13

    Δεδομένου του γεγονότος ότι το κατά πόσο ένα πρόσωπο μπορεί να χαρακτηριστεί ως αυτοαπασχολούμενος ή μισθωτός εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η δραστηριότητα, η εκδούσα αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν δύναται να εκδώσει ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών στην οποία να δηλώνεται ότι ένα πρόσωπο εργάζεται ως αυτοαπασχολούμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής.

    4.3.14

    Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ακύρωση της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών για τους αυτοαπασχολούμενους απαιτεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Με τον τρόπο αυτό παρεμποδίζεται η ταχεία ακύρωση σε περιπτώσεις κατάχρησης και θα μπορούσε να δοθεί η δυνατότητα σε ψευδοαυτοαπασχολούμενους να συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους έως ότου ληφθεί η τελεσίδικη απόφαση του δικαστηρίου. Αυτό θα δημιουργήσει ένα σημαντικό κανονιστικό κενό το οποίο θα διαταράξει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, όπως για παράδειγμα της ευρωπαϊκής πλατφόρμας για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.

    4.3.15

    Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι, σε επίπεδο ΕΕ, μια παρόμοια διαδικασία έκδοσης εντύπων PD Α1 σχετικά με την απόσπαση των εργαζομένων έχει ήδη αναδείξει ενδεχόμενες παγίδες, καθότι η έκδοσή τους βασίζεται αποκλειστικά στο κράτος μέλος καταγωγής, προκειμένου να επικυρωθούν τα δεδομένα σχετικά με νεοεισερχόμενους παρόχους υπηρεσιών, ιδίως στην περίπτωση της ψευδοαυτοαπασχόλησης. Στο σημείο αυτό, η εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την πρόταση για την τροποποίηση της οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων επισημαίνει: «Η ακρίβεια των πληροφοριών που περιέχονται στα έγγραφα PD Α1 δεν μπορεί να διασφαλιστεί, μεταξύ άλλων, λόγω της έλλειψης επίσημων ελέγχων από τις αρχές στις χώρες αποστολής» (7).

    4.3.16

    Η πρόταση εισάγει ένα εναρμονισμένο εργαλείο για την παροχή πληροφοριών σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη. Ωστόσο, δεδομένου ότι το εργαλείο αυτό θα συνδέεται με την ηλεκτρονική κάρτα υπηρεσιών, οι πληροφορίες θα πρέπει να δίδονται μόνο μία φορά, κάτι το οποίο θα καταστήσει τις επιθεωρήσεις και τους ελέγχους στα κράτη μέλη υποδοχής πιθανώς λιγότερο αποτελεσματικούς.

    4.3.16.1

    Επιπλέον, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα υποχρεούνται να υπολογίζουν τα ασφάλιστρα με βάση το ιστορικό του κράτους μέλους καταγωγής, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να επηρεάσει το δικαίωμα και την ευθύνη των ασφαλιστικών εταιρειών ως προς την αξιολόγηση των κινδύνων.

    4.3.17

    Η Επιτροπή διατηρεί ένα ευρύ φάσμα εκτελεστικών αρμοδιοτήτων όσον αφορά τον σχεδιασμό του περιεχομένου και των τεχνικών παραμέτρων της ηλεκτρονικής κάρτας υπηρεσιών. Ωστόσο, η εναρμόνιση στον τομέα αυτό ενδέχεται να αποδυναμώσει την ικανότητα των κρατών μελών να διενεργούν αποτελεσματικούς ελέγχους στους νεοεισερχόμενους παρόχους υπηρεσιών όσον αφορά τα δικαιώματα των εργαζομένων στους τομείς της υγείας και της ασφάλειας.

    4.4   Προτάσεις μεταρρύθμισης για τη ρύθμιση στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών

    4.4.1

    Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι οι διαφορές μεταξύ των ρυθμιστικών εννοιών δεν υποδεικνύουν από μόνες τους ανάγκη για μεταρρύθμιση. Πολλές κανονιστικές ρυθμίσεις βασίζονται σε παραδόσεις και στην εμπειρία. Είναι σημαντικές για την προστασία του πελάτη και πρέπει να διατηρηθούν. Η αρχή της «ισοδυναμίας» βασίζεται στο γεγονός ότι όντως υφίστανται αυτά τα διαφορετικά συστήματα. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα εθνικά επαγγελματικά συστήματα βασίζονται σε μακρά παράδοση. Το ερευνητικό έργο παρουσιάζει αρκετά διαφορετικά αποτελέσματα σε σχέση με τα οφέλη των μέτρων απορρύθμισης.

    4.4.2

    Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τον νέο δείκτη έντασης των ρυθμίσεων δεδομένου ότι επιτρέπει υψηλότερο επίπεδο ανάλυσης από τον δείκτη ρύθμισης της αγοράς προϊόντων του ΟΟΣΑ. Εξακολουθούν να υπάρχουν λεπτομέρειες που αξίζει να επανεξετασθούν (π.χ. η αναφορά της συνεχούς επαγγελματικής εξέλιξης ως αρνητικού περιορισμού φαίνεται ακατάλληλη). Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι, για να είναι σε θέση να εκφέρει αμερόληπτη άποψη επί των διαφορετικών ρυθμιστικών συστημάτων, η οδηγία θα έπρεπε να περιλαμβάνει όχι μόνο την εκ των προτέρων ρύθμιση (π.χ. προστασία των τίτλων, απαιτούμενα προσόντα), αλλά και την εκ των υστέρων ρύθμιση (π.χ. απαιτήσεις κανονισμών δόμησης και της οικοδομικής άδειας). Επιπλέον, θα πρέπει να δηλώνεται σαφώς ότι ο δείκτης έντασης των ρυθμίσεων είναι ουδέτερος, χωρίς καμία δήλωση σχετικά με την αξία ή αιτιολόγηση των κανονιστικών ρυθμίσεων.

    Βρυξέλλες, 31 Μαΐου 2017.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Γιώργος ΝΤΑΣΗΣ


    (1)  ΕΕ L 159 της 28.5.2014, σ. 11.

    (2)  ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1.

    (3)  ΕΕ L 159 της 28.5.2014, σ. 11.

    (4)  ΕΕ C 125, της 21.4.2017, σ. 1.

    (5)  Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, Ειδική έκθεση του 2016 με τίτλο «Has the Commission ensured effective implementation of the Services Directive?» (Έχει διασφαλίσει η Επιτροπή την αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες;), σ. 25.

    (6)  COM(2014) 212 final και ΕΕ C 458 της 19.12.2014, σ. 19.

    (7)  SWD (2016) 52, σ. 8.


    Top