Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014AE0719

    Γνωμοδότηση του ειδικευμένου τμήματος «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» σχετικά με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή — Ένα όραμα για την εσωτερική αγορά βιομηχανικών προϊόντων» — COM(2014) 25 final

    ΕΕ C 424 της 26.11.2014, p. 20–26 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    26.11.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 424/20


    Γνωμοδότηση του ειδικευμένου τμήματος «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» σχετικά με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή — Ένα όραμα για την εσωτερική αγορά βιομηχανικών προϊόντων»

    COM(2014) 25 final

    2014/C 424/03

    Εισηγητής:

    ο κ. MEYNENT

    Στις 7 Μαρτίου 2014, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή — Ένα όραμα για την εσωτερική αγορά βιομηχανικών προϊόντων

    COM(2014) 25 final.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 14 Μαΐου 2014.

    Κατά την 499η σύνοδο ολομέλειας, της 4ης και 5ης Ιουνίου 2014 (συνεδρίαση της 4ης Ιουνίου 2014), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 144 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 3 αποχές.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) χαιρετίζει την ανακοίνωση της Επιτροπής «Ένα όραμα για την εσωτερική αγορά βιομηχανικών προϊόντων». Η ανακοίνωση εγγράφεται στην πρόσφατη ευπρόσδεκτη εξέλιξη προς μια βιομηχανική πολιτική σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), η οποία λαμβάνει συγκεκριμένη μορφή κυρίως με την ανακοίνωση «Για μια ευρωπαϊκή βιομηχανική αναγέννηση».

    1.2

    Κατά την ΕΟΚΕ, η ρύθμιση των τεχνικών προδιαγραφών των βιομηχανικών προϊόντων πρέπει να βασίζεται σε δημοκρατική, ανοιχτή και διαφανή διαδικασία, στην οποία θα συμμετέχει ένα ευρύ σύνολο ενδιαφερομένων, μεταξύ των οποίων τουλάχιστον: οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ)· οι μισθωτοί ή οι εκπρόσωποί τους· οι καταναλωτές· οι μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) του τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος. Για να γίνει πραγματικότητα το άνοιγμα αυτό, είναι θεμιτό να χορηγηθεί δημόσια στήριξη στα ενδιαφερόμενα μέρη που δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους ώστε να συμμετέχουν.

    1.3

    Το πεδίο εφαρμογής των «ουσιωδών απαιτήσεων» δημοσίου συμφέροντος που είναι δυνατόν να λάβουν τη μορφή τεχνικών προδιαγραφών δεν θα πρέπει να περιορίζεται στην ασφάλεια, την υγεία, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία του καταναλωτή. Πρέπει να καλύπτει κάθε είδους δημόσιο συμφέρον που κρίνεται θεμιτό βάσει δημοκρατικής απόφασης, ειδικότερα δε τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες παραγωγής, τη διαλειτουργικότητα των τεχνικών συστημάτων και τη δυνατότητα πρόσβασης όλων των χρηστών.

    1.4

    Οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να αναθεωρούνται και να βελτιώνονται τακτικά, με ρυθμό που οφείλει να είναι τόσο ταχύτερος όσο πιο καινοτόμος είναι ο ενδιαφερόμενος κλάδος. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, οι μεταβολές αυτές δεν πρέπει να επιβραδύνονται, πρέπει όμως να ελαχιστοποιείται ο αντίκτυπός τους στις επιχειρήσεις και ιδίως τις ΜΜΕ.

    1.5

    Ο αντίκτυπος των νομοθετικών προτάσεων για τις ΜΜΕ, κρίνεται σκόπιμο να αξιολογηθεί σύμφωνα με το πνεύμα της «Small Business Act» (Πράξη για τις Μικρές Επιχειρήσεις) (1). Επομένως, οι ΜΜΕ δεν πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση εφαρμογής των ρυθμιστικών προδιαγραφών, δεδομένου ότι στόχος των προδιαγραφών αυτών είναι η προστασία δημοσίων συμφερόντων που είναι ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιχείρησης που σχεδιάζει ή κατασκευάζει το προϊόν, αλλά και για να αποτραπεί η δημιουργία μίας αγοράς δύο ταχυτήτων.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να χρησιμοποιηθεί ως νομικό μέσο για την εναρμόνιση των βιομηχανικών προϊόντων όχι η οδηγία, αλλά ο κανονισμός, που είναι άμεσα και ομοιόμορφα εφαρμοστέος σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς επίσης και να μετατραπεί η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε κανονισμό γενικής εφαρμογής, γεγονός που θα απλουστεύσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και θα διευκολύνει την κατανόησή του, ιδίως για τις ΜΜΕ.

    1.7

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ιδέα να τίθενται δωρεάν στη διάθεση παντός ενδιαφερομένου, ειδικότερα δε των ΜΜΕ, περιλήψεις των προδιαγραφών.

    1.8

    Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να διαδώσει ευρέως στην εσωτερική αγορά και στις αγορές των τρίτων χωρών τις πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα και τις υψηλές απαιτήσεις των προϊόντων που συμμορφώνονται με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές, χρησιμοποιώντας ειδικές προς τούτο πιστώσεις επικοινωνίας, με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών που απαριθμούνται στο σημείο 1.2.

    1.9

    Ο δημοκρατικός, ανοιχτός και διαφανής χαρακτήρας που διέπει σήμερα τη διαδικασία ρύθμισης των τεχνικών προδιαγραφών για την αγορά βιομηχανικών προϊόντων πρέπει οπωσδήποτε να εφαρμόζεται και κατά τη σύναψη συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών.

    1.10

    Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της συγκρότησης κεντρικής ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, μέσω της οποίας θα διαδίδεται η κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με τις προδιαγραφές του εκάστοτε προϊόντος.

    1.11

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη δημιουργία μηχανισμού διαδικτυακού ελέγχου της ενιαίας αγοράς, μέσω του οποίου οι καλόπιστοι καταγγέλλοντες θα μπορούν να διαβιβάζουν εμπιστευτικά στις αρχές τις τυχόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης των οποίων είναι μάρτυρες κατά τον σχεδιασμό, την κατασκευή ή την εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων.

    1.12

    Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η τεχνική πληροφόρηση σχετικά με τα βιομηχανικά προϊόντα σε έντυπη μορφή συνιστά μία μορφή σύμβασης μόνιμη, γνήσια και μη επιδεχόμενη παραποίηση και ότι το ενδεχόμενο πληροφόρησης σε ηλεκτρονική μορφή μπορεί να υποστηριχθεί μόνον εάν ανταποκρίνεται στις ίδιες απαιτήσεις.

    1.13

    Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι εξακολουθούν να υφίστανται ορισμένοι φραγμοί που εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία και τον ελεύθερο ανταγωνισμό των βιομηχανικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί την ενίσχυση της επιτήρησης της αγοράς. Τα κράτη μέλη πρέπει να παροτρυνθούν να καθιερώσουν πιο ομοιογενείς κυρώσεις, καθώς και συγκρίσιμα επίπεδα και τεχνολογία για τον έλεγχο της αγοράς και της διανομής προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή συνοχή επί του θέματος.

    2.   Εισαγωγή

    2.1

    Με την ανακοίνωσή της, που αποτελεί συνέχεια της ανακοίνωσης του Οκτωβρίου του 2012, η Επιτροπή εξετάζει τις πιθανές εξελίξεις της νομοθεσίας που διέπει την εσωτερική αγορά βιομηχανικών προϊόντων, μέσα στο περιβάλλον της διεθνοποίησης των συναλλαγών, της τεχνολογικής εξέλιξης των προϊόντων και της διάθεσης στην αγορά νέων προϊόντων και νέων τεχνολογιών. Στόχος είναι να σταθμιστεί ο αντίκτυπος της υφιστάμενης νομοθεσίας στην αγορά προϊόντων, υπό το πρίσμα της βιομηχανίας και των φορέων της ενιαίας αγοράς, με βάση τα αποτελέσματα δημόσιας διαβούλευσης και περιπτωσιολογικών μελετών, τα οποία εκτίθενται στο συνημμένο έγγραφο εργασίας (στα αγγλικά μόνο) των υπηρεσιών της Επιτροπής.

    2.2

    Στο έγγραφο της Επιτροπής παρουσιάζεται αναδρομή στην εξέλιξη του δικαίου που διέπει τα βιομηχανικά προϊόντα στην Ένωση, από την υιοθέτηση, το 1985, της «νέας προσέγγισης» για την εναρμόνιση της νομοθεσίας: ο νομοθέτης της ΕΕ ορίζει τις «ουσιώδεις απαιτήσεις», δηλαδή τους στόχους σε θέματα ασφάλειας, υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος και προστασίας του καταναλωτή, με τους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται οι επιχειρήσεις όταν διαθέτουν προϊόντα στην αγορά της Ένωσης, εξασφαλίζοντας το υψηλότερο επίπεδο προστασίας (άρθρο 114 της ΣΛΕΕ). Όσον αφορά τις «ουσιώδεις απαιτήσεις», η εναρμόνιση επιτυγχάνεται μέσω προδιαγραφών που ορίζουν οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης, βάσει εντολής που τους αναθέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

    2.3

    Τα βιομηχανικά προϊόντα ορίζονται ως μη εδώδιμα προϊόντα προερχόμενα από βιομηχανική διαδικασία παραγωγής· η ανακοίνωση όμως εστιάζει στα προϊόντα που δεν έχουν αποτελέσει πρόσφατα αντικείμενο νομοθεσίας, αναθεώρησης ή αξιολόγησης. Επίσης, δεν καλύπτει τα πολύ ιδιαίτερα προϊόντα, όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία εξετάζονται σε ειδικές ρυθμίσεις.

    2.4

    Κατά την Επιτροπή, η εναρμόνιση οδήγησε σε αξιοσημείωτη ανάπτυξη του εμπορίου των προϊόντων στα οποία εφαρμόζεται, πολύ ταχύτερη από την ανάπτυξη της συνολικής προστιθέμενης αξίας του κλάδου της μεταποίησης μεταξύ 2000 και 2012. Η νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ ευνόησε την πραγματοποίηση οικονομιών κλίμακας και ενίσχυσε την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, καθώς αποφεύγεται πλέον το κόστος συμμόρφωσης που προερχόταν προηγουμένως από τους διαφορετικούς ανά κράτος κανόνες ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, από την απουσία κανόνων.

    2.5

    Οι κανόνες που θεσπίστηκαν σύμφωνα με την εν λόγω προσέγγιση του 1985 ενίσχυσαν επίσης την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στα ευρωπαϊκά προϊόντα.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1

    Απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των βιομηχανικών προϊόντων είναι η εμπιστοσύνη — των καταναλωτών και των επαγγελματιών χρηστών σε όλο το μήκος της αλυσίδας προστιθέμενης αξίας — στη συμμόρφωση των προϊόντων αυτών προς τις «ουσιώδεις απαιτήσεις» δημοσίου συμφέροντος. Εάν εκλείψει η εμπιστοσύνη, οι συναλλαγές σταματούν, η αγορά καταρρέει και απομένουν μόνο τα προϊόντα κατώτερης ποιότητας (2).

    3.2

    Οι εν λόγω απαιτήσεις περιλαμβάνουν την υγεία, την ασφάλεια των καταναλωτών και των εργαζομένων στη βιομηχανία, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία των καταναλωτών, γενικότερα, όμως, οποιαδήποτε έκφανση του δημοσίου συμφέροντος κρίνεται θεμιτή βάσει της δημοκρατικής απόφασης και ιδίως τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες παραγωγής, τη διαλειτουργικότητα των τεχνικών συστημάτων και τη δυνατότητα πρόσβασης όλων των χρηστών.

    3.3

    Οι «ουσιώδεις απαιτήσεις» προσδιορίζονται με βάση δημοκρατική διαδικασία λήψεως πολιτικής απόφασης. Η διαδικασία αυτή καταλήγει στη θέσπιση νόμων ή κανονισμών και συνιστά τη νομιμοποιητική τους βάση. Η δημόσια αρχή δικαιούται να προσδιορίζει τις «ουσιώδεις απαιτήσεις» και να εξασφαλίζει την τήρησή τους από όλους τους φορείς της εσωτερικής αγοράς.

    3.4

    Κατά την ΕΟΚΕ, οι τεχνικές προδιαγραφές των βιομηχανικών προϊόντων συνιστούν την έκφραση σε τεχνικούς όρους των εν λόγω «ουσιωδών απαιτήσεων» δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, συνιστούν πολιτικό μηχανισμό και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζονται. Πρώτα απ’ όλα, μπορεί να πρόκειται για μηχανισμό γενικής πολιτικής, ο οποίος αποβλέπει ρητά στην επίτευξη ενός στόχου κοινής ωφέλειας, μεταξύ των αναφερόμενων στο άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, που μπορεί όμως και να τον υπερβαίνει: υγεία και ασφάλεια του χρήστη (καταναλωτή ή μισθωτού σε επαγγελματικό περιβάλλον)· συνθήκες εργασίας που ευνοούν την παραγωγικότητα και την παρότρυνση των εργαζομένων· διαφύλαξη ευαίσθητων, μη ανανεώσιμων ή σπάνιων φυσικών πόρων (κλίμα, ορυκτός πλούτος, βιόσφαιρα, ζωντανοί οργανισμοί, ύδατα)· καλή μεταχείριση των ζώων· εμπιστευτικότητα και αρτιότητα των επικοινωνιών και των δεδομένων· διαλειτουργικότητα των επιμέρους στοιχείων σύνθετων συστημάτων, καθώς και άλλοι στόχοι που καθορίζονται βάσει της δημοκρατικής απόφασης.

    3.5

    Επίσης, κατά δεύτερο λόγο, μπορεί να πρόκειται για μηχανισμό βιομηχανικής πολιτικής και οργάνωσης της αγοράς. Η συμμόρφωση προς υψηλές τεχνικές προδιαγραφές συνιστά μηχανισμό διαφοροποίησης και μη τιμολογιακής ανταγωνιστικότητας, βάσει ποιότητας, στη διεθνή αγορά. Προλαμβάνοντας τις μελλοντικές ανάγκες, τις εξελίξεις της αγοράς, οι προδιαγραφές βοηθούν την ευρωπαϊκή βιομηχανία να βρίσκεται στην πρωτοπορία, να προχωρά σε καινοτομίες και να διαθέτει προσφορά που δεν επηρεάζεται πολύ από την τιμή — και συνεπώς είναι αποδοτική, ενώ ταυτόχρονα συντελεί στη δημιουργία ποιοτικής απασχόλησης. Όταν σε μία αγορά αντιπαρατίθενται ανταγωνιστικές προδιαγραφές (ιδίως προδιαγραφές διαλειτουργικότητας), η επιλογή προδιαγραφών επηρεάζει τις επιχειρήσεις — οι οποίες αντλούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα — και επομένως την εγκατάσταση της οικονομικής δραστηριότητας και των θέσεων εργασίας που αυτή συνεπάγεται.

    3.6

    Κατά συνέπεια, οι τεχνικές προδιαγραφές για τα βιομηχανικά προϊόντα, λόγω του πολιτικού τους χαρακτήρα, δεν μπορούν να θεωρούνται αποκλειστικότητα των ιδιωτικών συμφερόντων και των τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Αντιθέτως, πρέπει να αποτελούν αντικείμενο δημοκρατικής, ανοιχτής και διαφανούς ρύθμισης, στην οποία να συμμετέχει ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων. Η ρύθμιση αυτή αφορά τις κάτωθι 5 φάσεις απόφασης:

    την ίδια τη σκοπιμότητα τυποποίησης·

    τους στόχους που θα εξυπηρετεί η τυποποίηση·

    τα τεχνικά μέσα για την επίτευξη των στόχων αυτών·

    τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις προδιαγραφές και την επιτήρηση της αγοράς·

    την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

    3.7

    Η ρύθμιση πρέπει να στηρίζεται σε ανοιχτούς θεσμούς που θα διαθέτουν την αναγκαία νομιμότητα και που θα παρέχουν πραγματικά τη δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερομένους να επηρεάσουν την απόφαση. Ο κατάλογος των ενδιαφερομένων που νομιμοποιούνται να συμμετέχουν στη ρύθμιση, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, παραμένει ανοιχτός, καθώς εξαρτάται από τη συγκεκριμένη φύση της εκάστοτε απόφασης (π.χ. όταν οι προδιαγραφές αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων εκμετάλλευσης, οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι οι ίδιοι όπως στην περίπτωση προδιαγραφών για τη διαλειτουργικότητα των εργαλείων ψηφιακής επικοινωνίας). Εντούτοις, ο κατάλογος των ενδιαφερομένων περιλαμβάνει τουλάχιστον: τις επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, τους μισθωτούς ή τους εκπροσώπους τους, τους καταναλωτές, τις ΜΚΟ προστασίας του περιβάλλοντος.

    3.8

    Το γεγονός ότι οι τεχνικές προδιαγραφές συνιστούν μέσο βιομηχανικής πολιτικής, ανταγωνιστικότητας βάσει της ποιότητας και πρόληψης των τεχνικών, κοινωνιακών και περιβαλλοντικών αναγκών, καθώς και πηγή τεχνολογικής καινοτομίας συνεπάγεται ότι, για να πληρούν τον ρόλο τους, πρέπει να αναθεωρούνται και να βελτιώνονται τακτικά, με ρυθμό τόσο ταχύτερο όσο πιο καινοτόμος είναι ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος κλάδος. Στην περίπτωση κλάδων με μεγάλη ένταση καινοτομίας και μεγάλο δυναμικό ανάπτυξης, η ΕΟΚΕ συνιστά να επιδιώκονται παράλληλα οι στόχοι της δημοκρατικής και κοινωνικής νομιμότητας της ρυθμιστικής και κανονιστικής διαδικασίας, όπως διευκρινίζονται στα σημεία 3.2 και 3.7 ανωτέρω, καθώς και ο στόχος της ταχύρρυθμης θέσπισης και ενημέρωσης των προδιαγραφών. Ωστόσο, πρέπει να ελαχιστοποιείται ο αντίκτυπος των αλλαγών αυτών στις επιχειρήσεις.

    3.9

    Τέλος, οι τεχνικές προδιαγραφές των βιομηχανικών προϊόντων συνιστούν κατ’ εξοχήν μέσο ενημέρωσης και εκπαίδευσης του καταναλωτή (τελικού και ενδιάμεσου). Του παρέχουν αντικειμενικά και έγκυρα στοιχεία ώστε να μπορεί να εκτιμήσει αυτόνομα κατά πόσον το προϊόν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του. Όταν ο καταναλωτής ενημερώνεται και εκπαιδεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, ευαισθητοποιείται στο ζήτημα της διαφοροποίησης βάσει της ποιότητας και συμβάλλει, έτσι, στη μη τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα μιας ευρωπαϊκής βιομηχανίας που στηρίζεται σε υψηλά επίπεδα ικανότητας και προσωπικής δέσμευσης των εργαζομένων. Συνεπώς, οι προδιαγραφές αυτές συνιστούν καίριο στοιχείο της συνύπαρξης βιομηχανικών προμηθευτών υψηλής ποιότητας και καταναλωτών με αυστηρές απαιτήσεις.

    4.   Ειδικές παρατηρήσεις

    4.1

    Η ρύθμιση των εναρμονισμένων προδιαγραφών μέσω οδηγιών, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, επιφέρει αστάθεια και επιβάλλει στις επιχειρήσεις συνεχείς και ενίοτε περιττές προσπάθειες προσαρμογής. Και τούτο επειδή ενέχει τον κίνδυνο να καταλήξει σε γεωγραφικά ανομοιογενή νομοθεσία, ανάλογα με το κράτος μέλος. Η ανομοιογένεια αυτή μπορεί να φαίνεται μηδαμινή, αλλά είναι σημαντική όταν υπεισέλθει κανείς στον βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η συμμόρφωση ενός βιομηχανικού προϊόντος σε συγκεκριμένες προδιαγραφές. Στη γεωγραφική ανομοιογένεια προστίθεται και χρονική ανομοιογένεια, ανάλογα με τις διαφορετικές ημερομηνίες μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο του καθενός εκ των 28 κρατών. Δεδομένου ότι η προθεσμία μεταφοράς μπορεί να εκτείνεται έως και σε 36 μήνες και ότι η αναθεώρηση των προδιαγραφών ενδέχεται να επιβάλλεται ανά περιόδους αντίστοιχης διάρκειας, ή ακόμη και πιο συχνά για τους άκρως καινοτόμους κλάδους, οι επιχειρήσεις ενδέχεται να βρίσκονται σε μόνιμη βάση στην κατάσταση αβεβαιότητας και σύγχυσης που χαρακτηρίζει τις μεταβατικές περιόδους.

    4.2

    Ενόψει της κατάστασης αυτής, ιδιαίτερα επώδυνης για τις ΜΜΕ — που διαθέτουν λιγοστά μέσα για την παρακολούθηση της νομοθεσίας —, χαιρετίζεται όλως ιδιαιτέρως η πρόταση της Επιτροπής να χρησιμοποιηθεί ως νομικό μέσο ο κανονισμός, ο οποίος είναι άμεσα και ομοιόμορφα εφαρμοστέος σε ολόκληρη την Ένωση. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το μέτρο αυτό είναι εξαιρετικά θετικό. Είναι πιθανό να εξαλείψει μια μείζονα πηγή ρυθμιστικής αστάθειας και να προσφέρει στις ομάδες έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας (ΕΑΚ) τη δυνατότητα να εργάζονται σε ένα πραγματικά ομοιογενές περιβάλλον για 500 εκατομμύρια καταναλωτές, σταθερό για διάστημα πολλών ετών, σύμφωνα με ρυθμούς που θα αντιστοιχούν στην ένταση καινοτομίας του εκάστοτε κλάδου.

    4.3

    Το σκεπτικό αυτό τεκμηριώνει επίσης το γεγονός ότι, από άποψη επικουρικότητας, η χρήση του κανονισμού για τον καθορισμό τεχνικών προδιαγραφών για βιομηχανικά προϊόντα συνιστά περίπτωση όπου η δράση σε επίπεδο Ένωσης είναι καταφανώς αποτελεσματικότερη από τη δράση σε επίπεδο κρατών μελών.

    4.4

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης τη μετατροπή της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε κανονισμό γενικής εφαρμογής. Η συγκέντρωση σε ενιαία πράξη ενός συνόλου ορισμών, όρων και εννοιών οριζόντιας χρήσης, για το σύνολο της ανά κλάδους τυποποίησης των τεχνικών προδιαγραφών, αποτρέπει τις επαναλήψεις και τις επικαλύψεις, καθιστά ευχερέστερη την προοδευτική εξέλιξη του νομοθετικού κειμένου και ανταποκρίνεται στις ορθές πρακτικές της νομοτεχνικής επεξεργασίας.

    4.5

    Η συμβολή ευρέος φάσματος ενδιαφερομένων στις εργασίες τυποποίησης, και στις 5 φάσεις που προσδιορίζονται στο σημείο 3.6 ανωτέρω, αποτελεί στόχο δημοσίου συμφέροντος. Το φάσμα αυτό συμπεριλαμβάνει ενδιαφερομένους που διαθέτουν περιορισμένους πόρους, όπως συνδικαλιστικές οργανώσεις, ΜΜΕ, συλλόγους καταναλωτών και προστασίας του περιβάλλοντος. Συνεπώς, κατά την ΕΟΚΕ, είναι θεμιτό να χορηγείται δημόσια στήριξη για τη συμμετοχή τους στις εν λόγω εργασίες, με δικαίωμα ψήφου, ούτως ώστε το άνοιγμα της διαδικασίας να γίνει πραγματικότητα επί της ουσίας.

    4.6

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη δωρεάν διάθεση των περιλήψεων των προδιαγραφών. Είναι γεγονός ότι «άγνοια νόμου δεν δικαιολογείται»· στην περίπτωση των τεχνικών προδιαγραφών, όμως, η πρόσβαση προς το παρόν χρεώνεται, και μάλιστα προτού διαπιστώσει κανείς με επαρκή ακρίβεια το αντικείμενο και το πεδίο εφαρμογής των συγκεκριμένων προδιαγραφών — και άρα το κατά πόσον είναι εφαρμοστέες στην περίπτωσή του. Αυτό αποβαίνει εις βάρος των ΜΜΕ, αλλά και οιουδήποτε ενδιαφερομένου. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το μέτρο αυτό, και ζητά η ελεύθερη πρόσβαση να ισχύει γενικά για κάθε είδους κοινό.

    4.7

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί θετική τη συγκρότηση κεντρικής ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων η οποία να παρέχει πρόσβαση, για κάθε προϊόν, στον κατάλογο των προδιαγραφών με τις οποίες συμμορφώνεται, καθώς και στη φύση της πιστοποίησης που βεβαιώνει τη συμμόρφωση (ιδίως στο αν πρόκειται για δήλωση συμμόρφωσης ή για πιστοποίηση εκ μέρους εγκεκριμένου τρίτου). Η βάση δεδομένων θα μπορούσε να αποστέλλει δωρεάν στους εγγεγραμμένους συνδρομητές αυτόματη ειδοποίηση με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε περίπτωση αλλαγής των προδιαγραφών που αφορούν ένα συγκεκριμένο προϊόν.

    4.8

    Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της δυνατότητας των καταγγελλόντων να διαβιβάζουν εμπιστευτικά στις αρχές, μέσω μηχανισμού διαδικτυακής επιτήρησης της ενιαίας αγοράς, τις τυχόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης των οποίων είναι μάρτυρες κατά τον σχεδιασμό, την κατασκευή ή την εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων. Οι καλόπιστοι καταγγέλλοντες πρέπει να προστατεύονται από ενδεχόμενες διώξεις ή κυρώσεις, όπως λ.χ. την απόλυση εάν είναι μισθωτοί. Η επιτήρηση της αγοράς σε βάση συνεργασίας και κατανομής, με χρήση των τεχνικών που προσφέρει το Διαδίκτυο 2.0, παρέχει δυνατότητες βελτίωσης της υγείας και της ασφάλειας των χρηστών βιομηχανικών προϊόντων που διανέμονται σε ολόκληρη την Ένωση, ενώ προστατεύει τις επιχειρήσεις που συμμορφώνονται με τη νομοθεσία από τις καταχρήσεις του αθέμιτου ανταγωνισμού.

    4.9

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί τις τεχνικές πληροφορίες που αφορούν ένα βιομηχανικό προϊόν ως συστατικό στοιχείο της σύμβασης αγοράς — ώστε η αγορά να γίνεται με την δέουσα πληροφόρηση και ενημέρωση —, αλλά και μετά την αγορά, σε περίπτωση βλάβης, ατυχήματος ή μη επίτευξης των προβλεπόμενων επιδόσεων. Ο πληροφορίες αυτές δεν είναι ούτε περιττές ούτε μειώνουν την αισθητική του προϊόντος, όπως υποστηρίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής. Αντιθέτως, πρέπει να παραδίδονται στον πελάτη υπό μορφή μόνιμη, γνήσια και μη επιδεχόμενη παραποίηση, που να είναι αναγνώσιμη ανεξάρτητα από την εξέλιξη των διαθέσιμων ηλεκτρονικών μέσων, καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του προϊόντος. Επομένως, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται εάν τα σχετικά έγγραφα είναι διαθέσιμα σε έντυπη μορφή, στη γλώσσα της χώρας όπου πραγματοποιείται η πώληση, στο σημείο πώλησης και εσωκλείονται στη συσκευασία του προϊόντος και ότι το ενδεχόμενο διάθεσής τους σε ηλεκτρονική μορφή μπορεί να προβλεφθεί μόνον εάν η μορφή αυτή πληροί τις συγκεκριμένες αυτές πρακτικές προϋποθέσεις.

    4.10

    Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να διαδώσει ευρέως, και στην εσωτερική αγορά και στις αγορές των τρίτων χωρών, την πληροφόρηση σχετικά με την ποιότητα και τις υψηλές απαιτήσεις των προϊόντων που συμμορφώνονται προς τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές, χρησιμοποιώντας ειδικές προς τούτο πιστώσεις επικοινωνίας και εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών που αναφέρονται στο σημείο 3.7. Έτσι, οι καταναλωτές και οι επαγγελματίες αγοραστές θα είναι καλύτερα ενημερωμένοι για τα πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης προσφοράς. Αυτό θα προσδώσει στα προϊόντα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται στην Ευρώπη — ή σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές —, και συνεπώς στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και στους Ευρωπαίους εργαζομένους, ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα με βάση την ποιότητα, πλήρως αντικειμενικό και αξιόπιστο.

    4.11

    Ο αντίκτυπος των νομοθετικών προτάσεων για τις ΜΜΕ, κρίνεται σκόπιμο να αξιολογηθεί σύμφωνα με το πνεύμα της «Small Business Act» (Πράξη για τις Μικρές Επιχειρήσεις) (3). Επομένως, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά τη θέση της Επιτροπής να μην θεσπιστεί καμία απαλλαγή για τις ΜΜΕ ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει ένα προϊόν για την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών ή των επαγγελματιών χρηστών, η διαφύλαξη των φυσικών πόρων, η συμβατότητα με τα υφιστάμενα τεχνικά συστήματα, συνιστούν στόχους δημοσίου συμφέροντος που είναι ανεξάρτητοι από το μέγεθος της επιχείρησης που σχεδίασε ή κατασκεύασε το προϊόν. Επιπροσθέτως, ολόκληροι κλάδοι, ιδίως όσον αφορά ορισμένα καταναλωτικά αγαθά όπως η ένδυση ή ο οικιακός εξοπλισμός, είναι κατακερματισμένοι και συγκροτούνται από μεγάλο αριθμό ΜΜΕ. Είναι απαράδεκτο να υποβαθμιστούν οι κανονιστικές απαιτήσεις για τις ΜΜΕ, καθότι, εκ των πραγμάτων, αυτό θα σημαίνει ότι απαλλάσσονται εξ ολοκλήρου οι κλάδοι αυτοί, οι οποίοι έχουν σημαντικό συνολικό αντίκτυπο επί της κατανάλωσης — και συνεπώς επί των κινδύνων. Ακόμη, μια τέτοια απαλλαγή θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας αγοράς δύο ταχυτήτων, στην οποία η προσφορά που προέρχεται από τις ΜΜΕ θα θεωρείται (δικαίως) κατώτερης ποιότητας, εφόσον θα διέπεται από λιγότερες ή λιγότερο απαιτητικές προδιαγραφές, γεγονός που θα εντείνει το ανταγωνιστικό τους μειονέκτημα έναντι των μεγάλων ομίλων, που διαθέτουν και πολύ μεγαλύτερο προϋπολογισμό για τη διαφήμιση.

    4.12

    Η ΕΟΚΕ δεν συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής ότι οι αλλαγές προδιαγραφών είναι τόσο συχνές που επιβαρύνουν υπερβολικά τις επιχειρήσεις. Η συχνότητα αλλαγής προδιαγραφών εξαρτάται από την ένταση καινοτομίας του εκάστοτε κλάδου και συντελεί στη μη τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, άρα δεν πρέπει να επιβραδυνθεί. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι οι ΜΜΕ πρέπει να ενημερώνονται καλύτερα για τις εξελίξεις αυτές, εν ανάγκη με χρήση της βάσης δεδομένων που αναφέρεται στο σημείο 4.7. Επομένως, η λύση που προτείνει η Επιτροπή με την αλλαγή των προδιαγραφών βάσει κανονισμού και όχι βάσει οδηγίας, ανταποκρίνεται καταλλήλως και επαρκώς στις ανησυχίες που διατυπώνονται.

    4.13

    Κατά την ΕΟΚΕ, η ιστορική εμπειρία που έχουν αποκομίσει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τον μακρύ δρόμο που έχουν διανύσει από το 1993, και που ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, προς την πραγματική συγκρότηση μιας ενιαίας αγοράς των βιομηχανικών προϊόντων, η οποία θα λαμβάνει πλήρως υπόψη τον πολιτικό — και συνεπώς δημοκρατικό, ανοιχτό και διαφανή — χαρακτήρα της ρύθμισης των τεχνικών προδιαγραφών που τα αφορούν, πρέπει οπωσδήποτε να διαφυλαχθεί και κατά τη σύναψη συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών. Η ΕΟΚΕ καλεί, λοιπόν, την Επιτροπή, κατά τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, να θεσπίσει θεσμικό πλαίσιο που θα κατοχυρώνει τον ίδιο αυτό δημοκρατικό, ανοιχτό και διαφανή χαρακτήρα, κατά τις 5 φάσεις της διαδικασίας τυποποίησης και, κατόπιν, ελέγχου της συμμόρφωσης που περιγράφονται στο σημείο 3.6 παραπάνω. Οι προδιαγραφές που αφορούν τα προϊόντα και οι κανόνες και αποφάσεις που προστατεύουν δημόσια συμφέροντα, καθώς επίσης και οι κυρώσεις για τις παραβιάσεις τους, πρέπει να μην μπορούν να προσβληθούν ως μη δασμολογικοί φραγμοί, εφόσον συμμορφώνονται προς την ενωσιακή νομοθεσία και τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).

    4.14

    Η επίτευξη στόχων κοινής ωφέλειας μέσω τεχνικών προδιαγραφών, όταν η αλυσίδα προστιθέμενης αξίας είναι διεθνής και υπερβαίνει το πεδίο εφαρμογής των κανόνων μίας και μόνο δικαιοδοτικής αρχής, παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσχέρειες, που δεν έχουν επιλυθεί ακόμη. Η ΕΟΚΕ προτείνει οι προσπάθειες στον τομέα αυτόν να επικεντρωθούν κυρίως στην παροχή και την πιστοποίηση αντικειμενικών και αξιόπιστων στοιχείων σχετικά με το προϊόν και με τις φυσικές και κοινωνικές διαδικασίες παραγωγής του. Τα στοιχεία αυτά, που θα ακολουθούν το προϊόν σε όλο το μήκος της αλυσίδας προστιθέμενης αξίας, θα μπορούν έτσι να αντιπαραβάλλονται προς τις «ουσιώδεις απαιτήσεις» της εκάστοτε δικαιοδοτικής αρχής, με πλήρη σεβασμό των δικαιοδοτικών της δικαιωμάτων.

    4.15

    Ορισμένοι φραγμοί που εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία και τον ελεύθερο ανταγωνισμό εξακολουθούν να υφίστανται. Παράδειγμα είναι τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που κατοχυρώνουν τεχνικά πρότυπα ή η αποτελεσματικότητα των ελέγχων εφαρμογής των προδιαγραφών και της νομοθεσίας.

    4.16

    Όταν ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας κατοχυρώνει μια καινοτομία, η οποία στη συνέχεια ορίζεται ως τεχνικό πρότυπο, οι ανταγωνιστές πρέπει να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υποχρεωτικές άδειες χρήσης σε λογικές τιμές. Η νομοθεσία περί διανοητικής ιδιοκτησίας πρέπει να προσφέρει πραγματική προστασία της καινοτομίας, χωρίς όμως να μπορούν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας να χρησιμοποιούνται για παρεμπόδιση του ανταγωνισμού στη βιομηχανία και της καινοτομίας. Επομένως, ο ρόλος της, κατά την ΕΟΚΕ, πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα της προώθησης της ελεύθερης κυκλοφορίας στην ενιαία αγορά, στην οποία θα συμβάλει με καθοριστικό τρόπο το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, το οποίο η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανεπιφύλακτα. Αντ’ αυτού, η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι, σε ορισμένες μη ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δεν υπόκειται πάντοτε σε επαρκή έρευνα όσον αφορά την προτεραιότητα δικαιώματος, γεγονός που υπονομεύει την αναγνώριση του καινοτόμου χαρακτήρα τους· η έγκριση δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας για κοινοτυπίες θέτει υπό αμφισβήτηση τον ευρηματικό χαρακτήρα τους· παράλληλα, η χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που αφορούν αφηρημένες έννοιες εμφάνισης και αίσθησης (look and feel), ανεξάρτητα από την τεχνική διεργασία επίτευξής τους, έρχεται σε αντίθεση με την ίδια την αρχή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, που αφορά αποκλειστικά τον τρόπο επίτευξης ενός αποτελέσματος. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί τις προϋποθέσεις καταχρηστικής προσφυγής στη δικαιοσύνη, κατά την οποία οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις βρίσκονται σε μειονεκτική θέση.

    4.17

    Άλλο παράδειγμα είναι οι κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβιάσεις των εθνικών ή ευρωπαϊκών τεχνικών προδιαγραφών, οι οποίες δεν είναι πάντοτε κατάλληλες, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    Οι κυρώσεις, διοικητικές ή ποινικές, όπως και ο έλεγχος των αγορών, υπάγονται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η ανομοιογένεια που τις χαρακτηρίζει κινδυνεύει να δημιουργήσει καταστάσεις άγρας αρμόδιου δικαστηρίου (forum shopping) κατά τη διάθεση νέων προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά. Θα ήταν λοιπόν σκόπιμο να αξιοποιηθούν ο «μπλε οδηγός», το σύστημα RAPEX, η διαδικασία SOLVIT ή άλλα μέτρα που θα προωθήσουν την αύξηση της ομοιογένειας των κυρώσεων και την καθιέρωση συγκρίσιμων επιπέδων και τεχνικών ελέγχου της αγοράς και της διανομής προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να ενισχυθεί η συνοχή σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Επιτροπή, που έχει την πρωτοβουλία πρότασης νομοθετικών διαδικασιών και τον έλεγχο της εφαρμογής τους μέσω της επιτήρησης της δράσης των κρατών μελών, μπορεί να προσφύγει στο ευρωπαϊκό δικαστήριο σε περίπτωση παράβασης. Στο ευρωπαϊκό δικαστήριο εναπόκειται, σε τελευταίο βαθμό, να εγγυηθεί την ύπαρξη συνοχής σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά τις νομοθεσίες των κρατών μελών και τον έλεγχο εκ μέρους τους των αγορών και των προϊόντων και υπηρεσιών.

    4.18

    Η ΕΟΚΕ επιθυμεί ενίσχυση της επιτήρησης της αγοράς.

    4.18.1

    Για να καταπολεμηθεί η αντικανονική επίθεση της σήμανσης «CE» από τυχόν πλημμελώς πληροφορημένους ή ασυνείδητους παραγωγούς, θα ήταν σκόπιμο να βελτιωθούν οι τελωνειακοί έλεγχοι που αφορούν την είσοδο και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων και να εξασφαλιστεί η τήρηση των υποχρεώσεων συμμόρφωσης των προϊόντων, οι οποίες βαρύνουν τους εκάστοτε εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους, εισαγωγείς και διανομείς, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της Ένωσης. Η ένδειξη, στη σήμανση «CE», ενός αριθμού αναφοράς που θα υποδεικνύει τον κατά νόμο υπεύθυνο και θα παρέχει διαδικτυακή πρόσβαση στη νομική του ταυτότητα και στον φάκελο συμμόρφωσης θα μπορούσε να διευκολύνει τον έλεγχο της συμμόρφωσης, μεταξύ άλλων και από τους καταγγέλλοντες καταναλωτές (βλ. σημείο 4.8).

    4.18.2

    Με δεδομένο το περιβάλλον δημοσιονομικής λιτότητας, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή στην ανάγκη να παρασχεθούν στις αρμόδιες για την επιτήρηση της αγοράς αρχές τα αναγκαία μέσα για τη διεκπεραίωση της αποστολής τους, και να επικεντρωθεί η δράση τους στους τόπους όπου συγκεντρώνονται οι απόπειρες απάτης [λιμένες, διανομή σε πολύ χαμηλές τιμές (hard discount), πλανόδιο εμπόριο], με ενίσχυση της διοικητικής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της παραποίησης. Ο μηχανισμός των καταγγελλόντων που περιγράφεται στο σημείο 4.8 θα μπορούσε να βελτιώσει την αποτελεσματικότητά τους, χωρίς υψηλό κόστος για τα δημόσια οικονομικά.

    4.18.3

    Η ΕΟΚΕ ανησυχεί για το γεγονός ότι ορισμένοι οικονομικοί φορείς της βιομηχανίας είναι δυνατό να έχουν μεγάλη βαρύτητα στην οικονομική δραστηριότητα ή την απασχόληση ενός κράτους μέλους, σε σημείο που η απειλή μετεγκατάστασης εκ μέρους τους να κινδυνεύει να εξαναγκάσει την εθνική διοίκηση να εγκαταλείψει οιαδήποτε επιβολή κυρώσεων — γεγονός που θέτει σε κίνδυνο τους καταναλωτές, ενώ αποτελεί αθέμιτο ανταγωνισμό έναντι των επιχειρήσεων και των εργαζομένων όλης της Ένωσης.

    4.19

    Κατά την ΕΟΚΕ, είναι δυνατό, μέσω της υποχρέωσης υποβολής τακτικών εκθέσεων και της διενέργειας επιτόπιων ερευνών, να παρακολουθούνται πολύ στενά οι εξελίξεις των προϊόντων. Οι οργανώσεις καταναλωτών και οι οργανώσεις εργαζομένων είναι απόλυτα ικανές να αναλάβουν τον ρόλο του καταγγέλλοντος, ιδίως για ζητήματα υγείας και ασφάλειας, και θα πρέπει να αναγνωριστούν ως ενδιαφερόμενα μέρη σε όλα τα επίπεδα χάραξης και εφαρμογής προδιαγραφών.

    Βρυξέλλες, 4 Ιουνίου 2014.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Henri MALOSSE


    (1)  ΕΕ C 376, 22.12.2011, σ. 51.

    (2)  Το αποτέλεσμα αυτό καταδεικνύει ο G. Akerlof, βραβείο Νόμπελ οικονομίας το 1970, στο άρθρο του σχετικά με τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα (Akerlof, George A. (1970). «The Market for 'Lemons': Quality Uncertainty and the Market Mechanism». Quarterly Journal of Economics (The MIT Press) 84 (3): 488–500. doi:10.2307/1879431).

    (3)  ΕΕ C 376, 22.12.2011, σ. 51.


    Top