Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012PC0150

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες που πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή

    /* COM/2012/0150 final - 2012/0075 (COD) */

    52012PC0150

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες που πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή /* COM/2012/0150 final - 2012/0075 (COD) */


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.           ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    · Λόγοι και στόχοι της πρότασης

    Προσαρμογή των υφισταμένων εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με τις οδηγίες 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ στον διαχωρισμό βάσει των άρθρων 290 και 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) των κατ’εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής και για την ανάθεση πρόσθετων εξουσιών στην Επιτροπή.

    Η Συνθήκη κάνει διάκριση μεταξύ των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης, όπως προβλέπει το άρθρο 290 παράγραφος 1 της Συνθήκης (πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση) και των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή προκειμένου να εγκρίνει ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης, όπως προβλέπει το άρθρο 291 παράγραφος 2 της Συνθήκης (εκτελεστικές πράξεις). Στην περίπτωση των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, ο νομοθέτης αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει οιονεί νομοθετικές πράξεις. Στην περίπτωση των εκτελεστικών πράξεων, το πλαίσιο είναι πολύ διαφορετικό. Όντως, τα κράτη μέλη είναι κυρίως υπεύθυνα για την εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντούτοις, εάν η εφαρμογή της νομοθετικής πράξης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει αυτές τις πράξεις. Η προσαρμογή των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ στους νέους κανόνες της Συνθήκης βασίζεται στην κατάταξη με βάση τη νέα φιλοσοφία περί των υφισταμένων εξουσιών της Επιτροπής.

    Επιπλέον, πάντα στο πλαίσιο αυτής της νέας φιλοσοφίας, οι διατάξεις των προαναφερόμενων οδηγιών έχουν ελεγχθεί εξονυχιστικά, προκειμένου να εντοπιστούν πιθανές πρόσθετες ανάγκες από την άποψη των εξουσιών που πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή βάσει της νέας κατάταξης της Συνθήκης.

    Μετά το τέλος αυτού του εξονυχιστικού ελέγχου προετοιμάστηκε ένα σχέδιο πρότασης για την τροποποίηση των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ.

    · Γενικό πλαίσιο

    Τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) κάνουν διάκριση μεταξύ δύο διαφορετικών τύπων κοινοτικών πράξεων:

    – Το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ επιτρέπει στον νομοθέτη να «αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης». Οι νομοθετικές πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαλούνται «πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση» (άρθρο 290 παράγραφος 3) σύμφωνα με την ορολογία της Συνθήκης.

    – Το άρθρο 291 της ΣΛΕΕ επιτρέπει στα κράτη μέλη να «θεσπίσουν όλα τα μέτρα εσωτερικού δικαίου που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης».Οι πράξεις αυτές αναθέτουν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή στις περιπτώσεις που απαιτούνται ομοιόμορφοι όροι για την εκτέλεσή τους. Οι νομοθετικές πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαλούνται «εκτελεστικές πράξεις» (άρθρο 291 παράγραφος 4) σύμφωνα με την ορολογία της Συνθήκης.

    · Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα που αφορά η πρόταση

    Άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

    Απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη θέσπιση των διαδικασιών για την άσκηση των εκτελεστικών εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ του Συμβουλίου, η οποία καταργήθηκε με τον κανονισμό ΕΕ αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, ο οποίος καθορίζει τη γενική αρχή η οποία αφορά τους μηχανισμούς ελέγχου εκ μέρους των κρατών μελών της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή.

    · Εναρμόνιση με τις άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης

    Άνευ αντικειμένου.

    2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    · Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

    · Προσφυγή στη γνώμη εμπειρογνωμόνων

    Δεν χρειάστηκε διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη ή προσφυγή σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, επειδή η πρόταση αποτελεί διοργανικό ζήτημα το οποίο αφορά όλες τις πράξεις του Συμβουλίου, καθώς και τις πράξεις του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    · Εκτίμηση επιπτώσεων

    Δεν χρειάστηκε να γίνε εκτίμηση των επιπτώσεων, επειδή η πρόταση αποτελεί διοργανικό ζήτημα το οποίο αφορά όλες τις πράξεις του Συμβουλίου, καθώς και τις πράξεις του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    · Σύνοψη του προτεινόμενου μέτρου

    Εντοπισμός των κατ’εξουσιοδότηση και εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής όσον αφορά τις οδηγίες 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ και καθορισμός της αντίστοιχης διαδικασίας για την έκδοση αυτών των πράξεων μέσα στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που καθορίστηκε με την έναρξη της ισχύος των άρθρων 290 και 291 της ΣΛΕΕ.

    · Νομική βάση

    Τα άρθρα 43 και 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    · Αρχή της επικουρικότητας

    Η πρόταση εμπίπτει στην αρμοδιότητα τόσο της ΕΕ όσο και των κρατών μελών και είναι σύμφωνη προς την αρχή της επικουρικότητας.

    · Αρχή της αναλογικότητας

    Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας.

    · Επιλογή νομικών πράξεων

    Η πρόταση αποτελεί μέρος της προσπάθειας εναρμόνισης και αφορά μόνο εξουσίες της Επιτροπής στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Οι διατάξεις σχετικά με τις κατ’εξουσιοδότηση εξουσίες της Επιτροπής δεν χρειάζεται να ενσωματωθούν στην έννομη τάξη των κρατών μελών. Για το λόγο αυτό επιλέγεται η μορφή του κανονισμού.

    2012/0075 (COD)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες που πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 παράγραφος 1,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[1],

    Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[2],

    Ενεργώντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)       Η οδηγία 1999/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Φεβρουαρίου 1999, για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου[3], η οδηγία 2000/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2000, για τα προϊόντα κακάο και σοκολάτας που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου[4] , η οδηγία 2001/111/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 2001, για ορισμένα σάκχαρα που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου[5], η οδηγία 2001/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 2001, για τις μαρμελάδες, τα ζελέ και τις μαρμελάδες εσπεριδοειδών καθώς και την κρέμα κάστανου που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου[6] και η οδηγία 2001/114/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 2001, για ορισμένα μερικά ή ολικά αφυδατωμένα, διατηρημένα γάλατα που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου[7] αναθέτουν στην Επιτροπή την εξουσία να εφαρμόζει ορισμένες από τις διατάξεις τους σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[8], όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ[9] του Συμβουλίου.

    (2)       Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας οι εξουσίες αυτές πρέπει να εναρμονιστούν με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η Συνθήκη).

    (3)       Παρά το γεγονός ότι τα παραρτήματα των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ περιέχουν τεχνικά στοιχεία τα οποία ενδέχεται να χρειαστεί να προσαρμοστούν ή να επικαιροποιηθούν με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, οι οδηγίες δεν αναθέτουν στην Επιτροπή επαρκείς εξουσίες για τη γρήγορη προσαρμογή ή επικαιροποίηση αυτών των παραρτημάτων με βάση την εξέλιξη των διεθνών προτύπων. Επιπλέον, η οδηγία 1999/4/ΕΚ δεν αναθέτει στην Επιτροπή επαρκείς εξουσίες για τη γρήγορη προσαρμογή ή επικαιροποίηση του παραρτήματός της με βάση την τεχνική πρόοδο, παρά το γεγονός ότι το παράρτημα αυτό περιέχει τεχνικά στοιχεία τα οποία ενδέχεται να χρειαστεί να προσαρμοστούν ή να επικαιροποιηθούν με βάση την τεχνική πρόοδο. Επιπλέον, παρόλο ότι περιέχουν τεχνικά στοιχεία τα οποία ενδέχεται να προσαρμοστούν ή να επικαιροποιηθούν με βάση την τεχνική πρόοδο, τα τμήματα Α και Β παράγραφος 1 του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2000/36/ΕΚ δεν καλύπτονται από τις εξουσίες της Επιτροπής να προσαρμόζει ορισμένες διατάξεις αυτού του παραρτήματος στην τεχνική πρόοδο. Κατά συνέπεια, για λόγους συνεπούς εφαρμογής των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή πρόσθετες εξουσίες για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ με βάση την τεχνική πρόοδο και τις εξελίξεις των διεθνών προτύπων.

    (4)       Για το λόγο αυτό, προκειμένου να συμπληρωθούν ή να τροποποιηθούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ με βάση την τεχνική πρόοδο ή/και εν ανάγκη τις εξελίξεις των διεθνών προτύπων, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ακόλουθων πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης ως προς το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο: όσον αφορά τη οδηγία 1999/4/ΕΚ για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση των τεχνικών χαρακτηριστικών που αφορούν τις περιγραφές και τους ορισμούς των προϊόντων στο παράρτημα Ι, που κανονικά εκφράζονται σε ποσοστά· όσον αφορά τη οδηγία 2000/36/ΕΚ για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση των τεχνικών χαρακτηριστικών που αφορούν τις ονομασίες πώλησης και τους ορισμούς του τμήματος Α του παραρτήματος 1, που κανονικά εκφράζονται σε ποσοστά ή/και σε γραμμάρια, καθώς και των τμημάτων Β, Γ και Δ του εν λόγω παραρτήματος· όσον αφορά τη οδηγία 2001/111/ΕΚ για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση του μέρους Α του παραρτήματος σε σχέση με τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αφορούν τις ονομασίες των προϊόντων και τους ορισμούς, καθώς και του μέρους Β του εν λόγω παραρτήματος· όσον αφορά τη οδηγία 2001/113/ΕΚ για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση του παραρτήματος Ι σε σχέση με τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αφορούν τις ονομασίες των προϊόντων και τους ορισμούς, που κανονικά εκφράζονται σε γραμμάρια ή/και σε ποσοστά, καθώς και του παραρτήματος ΙΙ και του μέρους Β του παραρτήματος ΙΙΙ· τέλος, όσον αφορά τη οδηγία 2001/114/ΕΚ για την προσαρμογή ή την επικαιροποίηση του παραρτήματος Ι σε σχέση με τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αφορούν τους ορισμούς των προϊόντων και τις ονομασίες των προϊόντων, που κανονικά εκφράζονται σε ποσοστά, καθώς και του παραρτήματος ΙΙ.

    (5)       Θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό να πραγματοποιήσει η Επιτροπή τις δέουσες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια της προπαρασκευαστικής εργασίας ακόμη και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και συντάσσει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση, πρέπει παράλληλα να μεριμνά για την έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    (6)       Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της ευρωπαϊκής αρχής για την ασφάλεια των τροφίμων και των διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων[10], που ισχύει για όλα τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής τροφίμων και ζωοτροφών σε επίπεδο Ένωσης, καθώς και σε εθνικό επίπεδο, οι τεχνικές διατάξεις της Ένωσης σχετικά με τα είδη διατροφής ισχύουν άμεσα για τα προϊόντα που καλύπτονται από τις οδηγίες 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 20001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ. Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται πλέον η Επιτροπή να έχει την εξουσία να εναρμονίζει τις διατάξεις αυτών των οδηγιών προς τις γενικές διατάξεις της Ένωσης σχετικά με τα είδη διατροφής. Οι διατάξεις που αναθέτουν αυτές τις εξουσίες πρέπει συνεπώς να διαγραφούν.

    (7)       Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως οι οδηγίες 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ.

    (8)       Επειδή οι τροποποιήσεις των οδηγιών 1999/4/ΕΚ, 2000/36/ΕΚ, 2001/111/ΕΚ, 2001/113/ΕΚ και 2001/114/ΕΚ αφορούν μόνο τις εξουσίες της Επιτροπής δεν χρειάζεται να ενσωματωθούν στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών.

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 1999/4/ΕΚ αντικαθίστανται ως εξής:

    «Άρθρο 4

    Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 5, προκειμένου να τροποποιεί τα τεχνικά χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με τις περιγραφές και τους ορισμούς των προϊόντων στο παράρτημα με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, όπου κρίνεται σκόπιμο, και την τεχνική πρόοδο.

    Άρθρο 5

    1.      Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, για τις οποίες γίνεται λόγος στην παρούσα οδηγία, ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους που προβλέπει το παρόν άρθρο.

    2.      Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που αναφέρονται στο άρθρο 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο (…). (Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων πρέπει να συμπληρώσει την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της τροποποιητικής πράξης).

    3.      Η ανάθεση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση για την ανάκληση θέτει τέρμα στην ανάθεση της εξουσίας για την οποία γίνεται λόγος σε αυτή την απόφαση. Ισχύει μια μέρα μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει την εγκυρότητα των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που ισχύουν ήδη.

    4.      Μόλις εκδώσει μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.      Μία πράξη κατ’ εξουσιοδότηση που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 αρχίζει να ισχύει μόνο εάν δεν έχουν εκφράσει την αντίρρησή τους ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν πριν από τη εκπνοή αυτής της προθεσμίας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντίρρηση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες μετά από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. »

    Άρθρο 2

    Τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2000/36/ΕΚ αντικαθίστανται ως εξής:

    «Άρθρο 5

    Η Επιτροπή επιτρέπεται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 6 για τη διόρθωση των τεχνικών χαρακτηριστικών που έχουν σχέση με τις ονομασίες πώλησης και τους ορισμούς του τμήματος Α του παραρτήματος 1, καθώς και των τμημάτων Β, Γ και Δ αυτού του παραρτήματος με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, όπου κρίνεται σκόπιμο, και της τεχνικής προόδου.

    Άρθρο 6

    1.      Η εξουσία έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που αναφέρεται σε αυτή την οδηγία ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους που προβλέπει το παρόν άρθρο.

    2.      Η εξουσία έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που αναφέρονται στο άρθρο 5 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο από (….). Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων συμπληρώνει την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της τροποποιητικής πράξης).

    3.      Η κατ’εξουσιοδότηση εξουσία που αναφέρεται στο άρθρο 5 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης θέτει τέρμα στην ανατεθείσα εξουσία που προσδιορίζεται σε αυτή την απόφαση. Αρχίζει να ισχύει μια μέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που ισχύουν ήδη.

    4.      Μόλις εκδίδει μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.      Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 5 τίθεται σε ισχύ, μόνο εάν δεν έχουν αντιταχθεί σε αυτή ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο, εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντίρρηση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

    Άρθρο 3

    Τα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 2001/111/ΕΚ αντικαθίστανται ως εξής:

    «Άρθρο 4

    Η Επιτροπή επιτρέπεται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 5 για τη διόρθωση των τεχνικών χαρακτηριστικών που έχουν σχέση με τις ονομασίες των προϊόντων και τους ορισμούς του τμήματος Α του παραρτήματος καθώς και του τμήματος Β αυτού του παραρτήματος με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, όπου κρίνεται σκόπιμο, και της τεχνικής προόδου.

    Άρθρο 5

    1.      Στην Επιτροπή ανατίθεται η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.      Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που αναφέρονται στο άρθρο 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο από (….) (Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων πρέπει να συμπληρώσει την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της τροποποιητικής πράξης).

    3.      Η κατ’εξουσιοδότηση εξουσία που προβλέπεται στο άρθρο 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της κατ’εξουσιοδότηση εξουσίας που αυτή προβλέπει. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που αυτή προβλέπει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

    4.      Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.      Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 τίθεται σε ισχύ μόνο εάν δεν έχουν αντιταχθεί σε αυτή ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντίρρηση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

    Άρθρο 4

    Τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2001/113/ΕΚ αντικαθίστανται ως εξής:

    «Άρθρο 5

    Η Επιτροπή επιτρέπεται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 6 για τη διόρθωση των τεχνικών χαρακτηριστικών που έχουν σχέση με τις ονομασίες των προϊόντων και τους ορισμούς του τμήματος Α του παραρτήματος, καθώς και του παραρτήματος ΙΙ και του μέρους Β του παραρτήματος ΙΙΙ με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, όπου κρίνεται σκόπιμο, και της τεχνικής προόδου.

    Άρθρο 6

    1.      Στην Επιτροπή ανατίθεται η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.      Η αναφερόμενη στο άρθρο 5 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από (…). (Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων πρέπει να συμπληρώσει την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της τροποποιητικής πράξης).

    3.      Η κατ’εξουσιοδότηση εξουσία που προβλέπεται στο άρθρο 5 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της κατ’ εξουσιοδότηση εξουσίας που αυτή προβλέπει. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που αυτή προβλέπει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

    4.      Μόλις εκδώσει μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 5 τίθεται σε ισχύ, μόνο εάν δεν έχουν αντιταχθεί σε αυτή ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντίρρηση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

    Άρθρο 5

    Τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2001/114/ΕΚ αντικαθίστανται ως εξής:

    Άρθρο 5

    Η Επιτροπή επιτρέπεται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 6 για τη διόρθωση των τεχνικών χαρακτηριστικών που έχουν σχέση με τους ορισμούς των προϊόντων και τις ονομασίες των προϊόντων του παραρτήματος Ι καθώς και του παραρτήματος ΙΙ με βάση τις εξελίξεις των σχετικών διεθνών προτύπων, όπου κρίνεται σκόπιμο, και της τεχνικής προόδου.

    Άρθρο 6

    1.      Στην Επιτροπή ανατίθεται η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.      Η αναφερόμενη στο άρθρο 5 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από (…). (Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων πρέπει να συμπληρώσει την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της τροποποιητικής πράξης).

    3.      Η εξουσία που ανατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 5 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται σε αυτή. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που αυτή προβλέπει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

    4.      Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.      Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 5 τίθεται σε ισχύ, μόνο εάν δεν έχουν αντιταχθεί σε αυτή ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντίρρηση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

    Άρθρο 6

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

    [1]               ΕΕ C , , σ. .

    [2]               ΕΕ C , , σ. .

    [3]               ΕΕ L 66 της 13.3.1999, σ. 26

    [4]               ΕΕ L 197 της 3.8.2000, σ. 19

    [5]               ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 53

    [6]               ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 67

    [7]               ΕΕ L 15 της 17.1.2002, σ. 19

    [8]               ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23

    [9]               ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11

    [10]             ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1

    Top