This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52008PC0124
Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on the placing on the market and use of feed {SEC(2008) 275} {SEC(2008) 276}
Πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών {SEC(2008) 275} {SEC(2008) 276}
Πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών {SEC(2008) 275} {SEC(2008) 276}
/* COM/2008/0124 τελικό - COD 2008/0050 */
[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ | Βρυξέλλες, 3.3.2008 COM(2008) 124 τελικό 2008/0050 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών {SEC(2008) 275} {SEC(2008) 276} (υποβληθείσα από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Πλαισιό της πρότασης Γενικό πλαίσιο Η ζωική παραγωγή αντιπροσωπεύει σχεδόν το 50% της γεωργικής παραγωγής της ΕΕ. Οι ζωοτροφές αποτελούν τον κυριότερο παράγοντα κόστους για τα 5 εκατομμύρια κτηνοτρόφους της Κοινότητας. Οι συνθήκες εμπορίας των ζωοτροφών επηρεάζουν καθοριστικά την ανταγωνιστικότητα του κτηνοτροφικού τομέα. Ο άλλος σημαντικός τομέας ζωοτροφών είναι οι ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς, τις οποίες αγοράζουν τακτικά περισσότερα από 60 εκατομμύρια νοικοκυριά στην ΕΕ που έχουν ζώα συντροφιάς. Ο κοινοτικός τομέας σύνθετων ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων των ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, έχει ετήσιο κύκλο εργασιών περίπου 50 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται σε αυτόν ο τομέας πρώτων υλών ζωοτροφών. Η επισήμανση, αφενός, εξυπηρετεί τους σκοπούς της επιβολής, της ανιχνευσιμότητας και του ελέγχου και, αφετέρου, μεταδίδει πληροφορίες στο χρήστη. Εφόσον η επισήμανση αποτελεί το κυριότερο μέσο επικοινωνίας μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλή και σαφής. Οι υποχρεωτικές απαιτήσεις πρέπει να ελέγχονται με βάση τα στοιχεία που απαιτούνται ώστε ο μέσος χρήστης να είναι ενημερωμένος προτού αποφασίσει. Η επισήμανση των ζωοτροφών πρέπει να εξετάζεται στο ευρύτερο πλαίσιο της ενημέρωσης του χρήστη. Η αγορά ζωοτροφών για εκτρεφόμενα ζώα είναι πλέον μια διεπιχειρησιακή δραστηριότητα. Στόχοι της πρότασης Το πρόγραμμα περιλαμβάνεται στο κυλιόμενο πρόγραμμα της Επιτροπής για την απλούστευση. Ως εκ τούτου, με την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται το υψηλό επίπεδο ασφάλειας των ζωοτροφών και των τροφίμων που έχει επιτευχθεί στην Κοινότητα, οι γενικοί στόχοι είναι η ενοποίηση, η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός των οδηγιών για την κυκλοφορία και την επισήμανση των πρώτων υλών ζωοτροφών και των σύνθετων ζωοτροφών. Η απλούστευση των ισχυόντων κανόνων δεν θα επηρεάσει αρνητικά το υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ζώων. Με την πρόταση θα υπάρξει νομική σαφήνεια και εναρμονισμένη εφαρμογή και θα διευκολυνθεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα του κοινοτικού τομέα ζωοτροφών και γεωργίας, οι τεχνικές απαιτήσεις θα πρέπει να απλουστευθούν και οι περιττές διοικητικές επιβαρύνσεις να καταργηθούν. Επιπλέον, οι χρήστες ζωοτροφών πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν κατόπιν ενημέρωσης, χωρίς να παραπλανώνται. Συγκεκριμένα, ο λειτουργικός στόχος τον οποίο εξυπηρετεί ο κατάλογος των πρώτων υλών ζωοτροφών είναι η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, με σαφείς ορισμούς και κατάλληλη ενημέρωση του πελάτη. Όσον αφορά τις διαδικασίες χορήγησης άδειας, σκοπός είναι να εξασφαλιστεί ότι, αφενός, οι απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά είναι ανάλογες προς τον κίνδυνο και, αφετέρου, οι πρωτοεμφανιζόμενες πρώτες ύλες ζωοτροφών προσδιορίζονται επαρκώς για την ορθή χρήση τους. Για τις σύνθετες ζωοτροφές, θα επιτευχθεί μεγαλύτερη καινοτομία και ανταγωνιστικότητα με τη μείωση των περιττών απαιτήσεων επισήμανσης. Ως προς τις ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς, ο λειτουργικός στόχος είναι να βελτιωθεί η καταλληλότητα των ετικετών που φέρουν οι εν λόγω ζωοτροφές, ώστε να μπορεί ο αγοραστής τους να αποφεύγει την παραπλάνηση. Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Η οδηγία 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου θεσπίζει τους κανόνες για την κυκλοφορία των σύνθετων ζωοτροφών. Η οδηγία 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου θεσπίζει τις αρχές για τις ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς («διαιτητικές ζωοτροφές»), οι οποίες αποτελούν ειδικό είδος σύνθετων ζωοτροφών. Η οδηγία 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου περιλαμβάνει τους γενικούς κανόνες για την κυκλοφορία και τη χρήση των πρώτων υλών ζωοτροφών. Η οδηγία 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου θεσπίζει τους όρους διάθεσης των καλούμενων «βιοπρωτεϊνών» (ορισμένων προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων), οι οποίες ανήκουν στην κατηγορία των πρώτων υλών ζωοτροφών. Επιπροσθέτως, η οδηγία 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου προβλέπει κανόνες σχετικά με τη χρησιμοποίηση και την εμπορία των ενζύμων, των μικροοργανισμών και των παρασκευασμάτων τους στη διατροφή των ζώων. Το ακόμη ισχύον άρθρο 16 της κατά τα άλλα καταργηθείσας οδηγίας 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου θεσπίζει τις διατάξεις για την επισήμανση των πρόσθετων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές. Αυτές οι νομικές διατάξεις εφαρμόζονται με την οδηγία 80/511/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί παροχής αδείας σε ορισμένες περιπτώσεις για τη θέση σε εμπορία σύνθετων ζωοτροφών σε συσκευασίες ή δοχεία μη κλειστά, την οδηγία 82/475/ΕΟΚ της Επιτροπής περί καθορισμού των κατηγοριών συστατικών που δύνανται να χρησιμοποιηθούν για τη σήμανση των σύνθετων τροφών για οικιακά ζώα, την οδηγία 94/39/ΕΚ της Επιτροπής για την κατάρτιση καταλόγου των χρήσεων για τις οποίες προορίζονται οι ζωοτροφές με τις οποίες επιδιώκονται στόχοι ιδιαίτερης διατροφής και την απόφαση 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής για την έγκριση πίνακα συστατικών των οποίων απαγορεύεται η κυκλοφορία ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων («αρνητικός κατάλογος»). Η πρόταση εξορθολογίζει, απλουστεύει, επικαιροποιεί και εκσυγχρονίζει τις προαναφερθείσες διατάξεις. Συνοχή με τις άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Η πρόταση ευθυγραμμίζεται με την πολιτική της Επιτροπής για τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου και με τη στρατηγική της Λισαβόνας. Η έμφαση δίνεται στην απλούστευση της ρυθμιστικής διαδικασίας, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του διοικητικού φόρτου και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κλάδου παραγωγής τροφίμων, με την παράλληλη εγγύηση της ασφάλειας των τροφίμων, τη διατήρηση υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας και το συνυπολογισμό των παγκόσμιων παραμέτρων. 2. Διαβούλευση με τα ενδιαφερομενα μερη και εκτιμηση αντικτυπου Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη Έχει ζητηθεί η γνώμη των κρατών μελών, των εκπροσώπων τρίτων χωρών και των ενδιαφερομένων μερών μέσω διαβουλεύσεων, συνεδριάσεων ή διμερών επαφών από το 2002. Το 2003 η Επιτροπή ανέθεσε σε εξωτερικό ανάδοχο να διενεργήσει μελέτη για την αναθεώρηση ορισμένων μερών της νομοθεσίας για τις ζωοτροφές. Η τελική έκθεση δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2004 με τίτλο «Αξιολόγηση της πιθανής έγκρισης νέας πρότασης για την αναμόρφωση της νομοθεσίας σχετικά με την επισήμανση των ζωοτροφών και για την τροποποίηση της διαδικασίας έγκρισης/απόσυρσης για μερικές κατηγορίες πρώτων υλών ζωοτροφών». Τον Νοέμβριο του 2005 η Επιτροπή εγκαινίασε διαβούλευση με το ευρύ κοινό για τη διαλογική λήψη αποφάσεων, έτσι ώστε να συγκεντρωθούν πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν τα κυριότερα υπό εξέταση θέματα στην επανεξέταση της ισχύουσας νομοθεσίας. Τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2007 διεξήχθησαν συζητήσεις στο πλαίσιο πάνελ με τα κράτη μέλη στο περιθώριο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τους ενδιαφερόμενους φορείς που εκπροσωπούνται στη συμβουλευτική ομάδα για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών. Ζητήθηκε η γνώμη των κρατών μελών για ορισμένα σημεία του σχεδίου νομοθετικής πρότασης κατά τη διάρκεια δύο ολοήμερων συνεδριάσεων της ομάδας εργασίας τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2007. Εκτίμηση αντίκτυπου Για κάθε σημαντική ενέργεια πολιτικής που προτείνεται στο σχέδιο κανονισμού εξετάστηκαν, κατά περίπτωση, και με βάση αφορά τον οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπό τους στους διάφορους ενδιαφερομένους και αρχές, αρκετές επιλογές –οι οποίες κυμαίνονταν από την κατάργηση απαιτήσεων (απορρύθμιση), τη διατήρηση του ισχύοντος καθεστώτος και την προσθήκη νέων υποχρεωτικών μέτρων μέχρι την ανάθεση αρμοδιοτήτων στους ενδιαφερομένους (από κοινού ρύθμιση)–. Η Επιτροπή διενήργησε εκτίμηση αντίκτυπου. Η σχετική έκθεση υποβάλλεται παράλληλα με την παρούσα πρόταση ως έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής και διατίθεται επίσης στην εξής διεύθυνση http://ec.europa.eu/food/food/animalnutrition/labelling/index_en.htm 3. Νομικά στοιχεία της πρότασης Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Έγκριση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση ζωοτροφών στην αγορά και τη χρήση τους. Η αντικατάσταση της ισχύουσας νομοθεσίας για τη διάθεση ορισμένων ζωοτροφών στην αγορά και τη χρήση τους απλουστεύει και εκσυγχρονίζει τις διατάξεις για την εξασφάλιση της κατάλληλης ενημέρωσης των χρηστών και των καταναλωτών και, παράλληλα, εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, με γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας. Νομική βάση Άρθρο 37 και άρθρο 152 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται στο βαθμό που η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Οι στόχοι της πρότασης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη για τους ακόλουθους λόγους: Το κύριο μέρος της κοινοτικής δράσης έγκειται στον καθορισμό των όρων για την κυκλοφορία και τη χρήση ζωοτροφών εντός της ΕΕ, κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μόνο, εάν σκοπός είναι η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Από την εμπειρία που έχει αποκτηθεί προκύπτει ότι οι διαφορές ως προς τη μεταφορά των οδηγιών από τα κράτη μέλη εμποδίζουν την πραγμάτωση μιας εναρμονισμένης κοινής αγοράς, δηλαδή την ελεύθερη κυκλοφορία των ζωοτροφών. Επιπλέον, η Ένωση έχει το δικαίωμα να λαμβάνει μέτρα για να βελτιώνει την παραγωγικότητα και τα έσοδα της ευρωπαϊκής γεωργίας μέσω ενιαίων συνθηκών παραγωγής. Η επιμέρους δράση των κρατών μελών θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαφορετικά επίπεδα ασφάλειας των ζωοτροφών/τροφίμων και να προξενήσει σύγχυση στους καταναλωτές. Παραδείγματος χάριν, η πλήρως εναρμονισμένη νομοθεσία για την κυκλοφορία ζωοτροφών θα διευκολύνει την ανάκληση ζωοτροφών μετά τη διαπίστωση κινδύνου. Η λήψη μέτρων σε επίπεδο ΕΕ είναι δικαιολογημένη όταν επιδιώκεται η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε σχέση με την κυκλοφορία και τη χρήση ζωοτροφών στο πλαίσιο της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κλάδου ζωοτροφών και κτηνοτροφίας. Επιπροσθέτως, οι εναρμονισμένοι κανόνες συμβάλλουν θετικά στην επαρκή ενημέρωση των ευρωπαίων χρηστών ζωοτροφών. Συνεπώς, η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας. Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τους ακόλουθους λόγους: Η πρόταση εναρμονίζει το κανονιστικό πλαίσιο για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ορισμένων ζωοτροφών και, ως εκ τούτου, συμβάλλει στη λειτουργία του τομέα ζωοτροφών στην ΕΕ. Με την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται η ασφάλεια των ζωοτροφών/τροφίμων, τα προτεινόμενα νομοθετικά μέτρα εξετάστηκαν προσεκτικά στο πλαίσιο της σύγκρισης μεταξύ αναμενόμενων οφελών και μειονεκτημάτων. Επιπλέον, κάθε τομέας αξιολογήθηκε διεξοδικά ώστε να διαπιστωθεί εάν τα σαφή μέτρα δεν επιβάλλουν υπερβολικές ή αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις. Η έλλειψη εναρμόνισης θα είχε ως αποτέλεσμα τη συνέχιση διαφορετικών συνθηκών εμπορίας και παραγωγής σε κάθε κράτος μέλος. Οι διοικητικές επιβαρύνσεις μειώνονται. Επιλογή μέσων Προτεινόμενο μέσο: κανονισμός Δεδομένου ότι η απλούστευση αποτελεί καίριο στοιχείο της πρότασης, η χρήση κανονισμών θεωρείται, κατά κανόνα, ότι υποστηρίζει την απλούστευση, γιατί εγγυάται ότι όλοι οι φορείς είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν ταυτόχρονα τους ίδιους κανόνες [ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την απλούστευση, COM (2005)535]. Η χρήση άλλων μέσων δεν ενδείκνυται για τους ακόλουθους λόγους: Η Κοινότητα έχει καταρτίσει εκτεταμένες απαιτήσεις για την κυκλοφορία και τη χρήση ζωοτροφών. Οι απαιτήσεις αυτές έχουν θεσπιστεί σε διάφορες οδηγίες, με πολλές παραπομπές και αλληλεπικαλύψεις. Ωστόσο, οι απαιτήσεις εγκρίθηκαν ως αποσπασματική ανταπόκριση είτε στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς είτε στον κοινοτικό στόχο για αύξηση της ασφάλειας των ζωοτροφών και των τροφίμων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά διαφορετικών καθεστώτων, τα οποία μπορούν να δικαιολογηθούν μόνο από ιστορικής πλευράς. Επιπροσθέτως, η εφαρμογή των οδηγιών σε εθνικό επίπεδο διαμορφώνει μη εναρμονισμένες συνθήκες εμπορίας, γεγονός που δημιουργεί φραγμούς στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, όπως αποδεικνύεται από αρκετές υποθέσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το θέμα των διαφορετικών προδιαγραφών ορισμένων ζωοτροφών αποτελεί χρόνιο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις, καθώς και τις εθνικές και κοινοτικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων. Δεν μπορεί να υπάρξει ενιαία ταξινόμηση όσο οι κοινοτικοί κανόνες θεσπίζονται με οδηγίες. Τέλος, οι διάφορες τροποποιήσεις των οικείων οδηγιών είχαν συνταχθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα κράτη μέλη δεν είχαν πραγματικό περιθώριο ελιγμών για τη μεταφορά. Με τον τρόπο αυτό, είχαν περισσότερο χαρακτήρα κανονισμών παρά οδηγιών. Ο στόχος ήταν ακριβώς η αποφυγή αποκλίσεων κατά την εφαρμογή από τα κράτη μέλη. Για σειρά ετών, η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της διατροφής των ζώων καταρτίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη ασφάλειας δικαίου, την οποία επιζητούν οι παράγοντες και, συχνά, τα κράτη μέλη. Με λίγα λόγια, ένας νέος συγκεφαλαιωτικός κανονισμός θα πρόσθετε συνέπεια και σαφήνεια σε όλο τον τομέα ζωοτροφών της ΕΕ. 4. Δημοσιονομικές επιπτώσεις Η πρόταση δεν έχει καμία επίπτωση στον κοινοτικό προϋπολογισμό. 5. Συμπληρωματικές πληροφορίες Απλούστευση Η πρόταση προβλέπει την απλούστευση της νομοθεσίας, των διοικητικών διαδικασιών για τις δημόσιες αρχές (κοινοτικές ή εθνικές) και των διοικητικών διαδικασιών για τους ιδιώτες. Η κατάργηση των περιττών δυνατοτήτων των κρατών μελών να παρεκκλίνουν, σε εθνικό επίπεδο, από τις γενικές διατάξεις και η επικαιροποίηση χρήσιμων παρεκκλίσεων στο υποχρεωτικό ευρωπαϊκό επίπεδο εξορθολογίζει τη νομοθεσία και αυξάνει τη διαφάνεια για τα οικεία μέρη. Η διατύπωση θα επικαιροποιείται και θα αποσαφηνίζεται. Η πρόταση περιλαμβάνεται στο κυλιόμενο πρόγραμμα της Επιτροπής για την απλούστευση και στο πρόγραμμα νομοθετικών ρυθμίσεων και εργασιών της για το 2007 με στοιχεία αναφοράς 2007/SANCO/004. Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος Η προτεινόμενη πράξη αφορά θέμα του ΕΟΧ και, συνεπώς, πρέπει να τον καλύπτει. Αναλυτική εξήγηση της πρότασης Κεφάλαιο 1 – Εισαγωγικές διατάξεις Οι διατάξεις για την κυκλοφορία και τη χρήση πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών εξασφαλίζει το επίπεδο ασφάλειας ζωοτροφών/τροφίμων και, παράλληλα, προβλέπει τη δημιουργία ενός σύγχρονου περιβάλλοντος αγοράς για τους ενδιαφερόμενους φορείς. Με τον τρόπο αυτό, η ισχύουσα οριζόντια και ειδική νομοθεσία σε συναφείς τομείς πρέπει να τηρείται. Οι σαφείς ορισμοί των διαφόρων ειδών ζωοτροφών και εκφράσεις συμβάλλουν καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων. Κεφάλαιο 2 – Γενικές απαιτήσεις Γενικές απαιτήσεις ασφάλειας και εμπορίας πρέπει να θεσπιστούν για όλες τις ζωοτροφές. Προβλέπονται ειδικές υποχρεώσεις για τους κατασκευαστές και άλλους παράγοντες, έτσι ώστε να καθίσταται εφικτή η λήψη κατάλληλων μέτρων ελέγχου και ασφάλειας των ζωοτροφών. Η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διατηρεί και να επικαιροποιεί έναν κατάλογο πρώτων υλών των οποίων απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά. Κεφάλαιο 3 – Διάθεση ειδικών τύπων ζωοτροφών στην αγορά Πρέπει να καθορίζονται κριτήρια προσμείξεων για τις πρώτες ύλες ζωοτροφών και, για να διαφοροποιούνται οι πρώτες ύλες ζωοτροφών από άλλους τύπους ζωοτροφών, η Επιτροπή πρέπει να έχει το δικαίωμα να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αποσαφηνιστούν οι συμπληρωματικές ζωοτροφές όσον αφορά τη μέγιστη περιεκτικότητα σε πρόσθετες ύλες ζωοτροφών. Οι διατάξεις για τις ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς (διαιτητικές ζωοτροφές) πρέπει να διατηρούνται με τη δυνατότητα επικαιροποίησης του καταλόγου των αδειών στο πλαίσιο της επιτροπολογίας, κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, εάν κρίνεται σκόπιμο. Κεφάλαιο 4 – Επισήμανση, παρουσίαση και συσκευασία Οι γενικές διατάξεις επισήμανσης για όλες τις πρώτες ύλες ζωοτροφών και τις σύνθετες ζωοτροφές πρέπει να είναι ακριβείς και κατάλληλες. Η ευθύνη για την ορθότητα της επισήμανσης σε όλη την τροφική αλυσίδα πρέπει να διευκρινίζεται. Οι ισχυρισμοί πρέπει να τεκμηριώνονται επιστημονικά κατόπιν αιτήματος των ελεγκτικών αρχών. Οι γενικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης πρέπει να είναι ισοδύναμες για τις πρώτες ύλες ζωοτροφών και για τις σύνθετες ζωοτροφές. Η ένδειξη των πρόσθετων υλών ζωοτροφών πρέπει να ακολουθεί μια ταξινόμηση με βάση την ασφάλεια. Πρέπει να υπάρχει ευελιξία όσον αφορά τις ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς, ώστε να μην προκαλείται σύγχυση στον πελάτη εξαιτίας της επισήμανσης των πρόσθετων υλών. Κατάλληλες ειδικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης πρέπει να θεσπίζονται για τις πρώτες ύλες ζωοτροφών, τις σύνθετες ζωοτροφές και τις διαιτητικές ζωοτροφές. Ο χρήστης ζωοτροφών πρέπει να έχει το δικαίωμα να λαμβάνει, με δική του πρωτοβουλία, πληροφορίες συμπληρωματικές εκείνων που αναγράφονται υποχρεωτικά στην ετικέτα. Για τις μολυσμένες ζωοτροφές πρέπει να θεσπιστούν ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης. Πρέπει να προβλεφθούν παρεκκλίσεις από τις βασικές και ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης με βάση τη θετική εμπειρία που έχει αποκτηθεί στο παρελθόν. Πρέπει επίσης να διαμορφωθεί το πλαίσιο για την προαιρετική επισήμανση των σύνθετων ζωοτροφών όσον αφορά τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων και τα ζώα συντροφιάς. Όσον αφορά τη συσκευασία των ζωοτροφών, πρέπει, με ορισμένες προϋποθέσεις, να χορηγείται παρέκκλιση από την απαίτηση να διατίθενται οι ζωοτροφές στην αγορά μόνο σε σφραγισμένους περιέκτες. Οι αρχές για την επισήμανση πρέπει να εφαρμόζονται τόσο για την παρουσίαση όσο και για τη διαφήμιση των ζωοτροφών. Κεφάλαιο 5 – Κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών και κώδικες ορθών πρακτικών επισήμανσης Ένας πληρέστερος κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών με κατάλληλη ταυτοποίηση του προϊόντος θα συνέβαλλε θετικά στη διαφάνεια της αγοράς. Δεδομένου ότι ο κατάλογος προδιαγραφών των πρώτων υλών ζωοτροφών δεν επηρεάζει την ασφάλεια των ζωοτροφών και ότι οι ενδιαφερόμενοι φορείς είναι εκείνοι που γνωρίζουν καλύτερα ποιες προτεραιότητες, και για ποια προϊόντα, πρέπει να αντιμετωπίσουν πρώτα, καθώς και το επίπεδο λεπτομέρειας των καταλόγων, η ανάθεση αυτού του καθήκοντος στους ενδιαφερόμενους φορείς είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο. Με βάση τη θετική εμπειρία που αντλήθηκε όσον αφορά την κατάρτιση βιομηχανικών οδηγών για την ορθή πρακτική σχετικά με την υγιεινή των ζωοτροφών και το δικαιολογημένο ενδιαφέρον των διαφόρων παραγόντων να εμπλακούν, οι εν λόγω παράγοντες πρέπει να ενθαρρύνονται να συντάσσουν κοινοτικούς κώδικες ορθών πρακτικών επισήμανσης στο πλαίσιο της προαιρετικής επισήμανσης. Η Επιτροπή πρέπει να συμμετέχει στην κατάρτιση του προαιρετικού κοινοτικού καταλόγου και των κωδίκων, παρέχοντας συμβουλές και, τελικά, την έγκρισή της. Πρέπει να εξασφαλίζεται ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς συμμετέχουν στην κατάρτιση αυτών των μέσων. Κεφάλαιο 6 – Γενικές και τελικές διατάξεις Η εφαρμογή των μέτρων που προτείνονται στον κανονισμό θα εγκρίνεται από την Επιτροπή σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που ορίζεται στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου. Η επισήμανση των προμειγμάτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, τροποποιείται για να διορθωθούν ορισμένες ασυνέπειες. Παραρτήματα: Πρέπει να θεσπιστούν τεχνικές διατάξεις για την επισήμανση των ζωοτροφών, ώστε να παρέχονται οι απαραίτητες διευκρινίσεις. Οι διατάξεις αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν σαφή στοιχεία για την υποχρεωτική και την προαιρετική επισήμανση πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών. Επιπλέον, πρέπει να θεσπιστούν οι ανοχές για τον έλεγχο των ενδείξεων που αναγράφονται στην ετικέτα. 2008/0050 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37 και το άρθρο 152 παράγραφος 4 στοιχείο β), την πρόταση της Επιτροπής[1], τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[2], τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[3], Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης[4], Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η επιδίωξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων είναι ένας από τους θεμελιώδεις στόχους της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, όπως διατυπώνεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων[5]. Ο εν λόγω κανονισμός καθιέρωσε επίσης την προσέγγιση «από το αγρόκτημα στο τραπέζι», ορίζοντας τις ζωοτροφές σημαντικό κρίκο στην αρχή της τροφικής αλυσίδας. (2) Οι ζωοτροφές μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε πρώτες ύλες ζωοτροφών, σύνθετες ζωοτροφές, πρόσθετες ύλες ζωοτροφών και φαρμακούχες ζωοτροφές. Οι κανόνες για τη διάθεση πρόσθετων υλών ζωοτροφών στην αγορά ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων[6] και για τις φαρμακούχες ζωοτροφές στην οδηγία 90/167/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Μαρτίου 1990 για τον καθορισμό των όρων παρασκευής, διάθεσης στην αγορά και χρήσης των φαρμακούχων ζωοτροφών στην Κοινότητα[7]. (3) Πρέπει να επικαιροποιηθεί η ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με την κυκλοφορία και τη χρήση πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων των ζωοτροφών για τα ζώα συντροφιάς, δηλαδή η οδηγία 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979 περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών[8], η οδηγία 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993 για τις ζωοτροφές με τις οποίες επιδιώκονται στόχοι ιδιαίτερης διατροφής[9] («διαιτητικές ζωοτροφές»), την οδηγία 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1996 για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών[10] και η οδηγία 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1982 σχετικά με ορισμένα προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων[11] («βιοπρωτεΐνες»). Η αντικατάσταση των παραπάνω οδηγιών καθιστά αναγκαία την αντικατάσταση της οδηγίας 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής της 2ας Μαΐου 1980 περί παροχής αδείας σε ορισμένες περιπτώσεις για τη θέση σε εμπορία συνθέτων ζωοτροφών σε συσκευασίες ή δοχεία μη κλειστά[12]. (4) Ως συνέπεια της αντικατάστασης της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ, η οδηγία 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1993 σχετικά με τη χρησιμοποίηση και την εμπορία των ενζύμων, των μικροοργανισμών και των παρασκευασμάτων τους στις ζωοτροφές[13] πρέπει επίσης να αντικατασταθεί. Επιπροσθέτως, η κατάργηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ συνεπάγεται ότι το άρθρο 16 της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου, που παρέμενε σε ισχύ μετά την κατάργηση της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, πρέπει να αντικατασταθεί από διατάξεις για την επισήμανση των πρόσθετων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές. (5) Καθώς το νερό δεν καλύπτεται από τον ορισμό των ζωοτροφών, όπως προβλέπεται στην κοινοτική νομοθεσία για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, και δεν διατίθεται στην αγορά με σκοπό τη διατροφή των ζώων, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να περιλαμβάνει όρους για το νερό που χρησιμοποιείται στη διατροφή των ζώων. Αντιθέτως, η χρήση νερού από τις επιχειρήσεις ζωοτροφών καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, περί καθορισμού των απαιτήσεων για την υγιεινή των ζωοτροφών[14]. (6) Πέραν των απαιτήσεων περί ζωοτροφών που ορίζονται στα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, κρίνεται σκόπιμο να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις για την ασφάλεια και τη διάθεση στην αγορά, οι οποίες θα εφαρμόζονται και στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. (7) Οι υποχρεώσεις των υπευθύνων επιχειρήσεων ζωοτροφών καθορίζονται στα άρθρα 17, 18 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002. Τα άρθρα αυτά δεν καλύπτουν τις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. Από την πείρα που αποκτήθηκε πρόσφατα προκύπτει ότι οι εν λόγω ζωοτροφές μπορούν να υπονομεύσουν την ασφάλεια των ζωοτροφών και των τροφίμων. Ως εκ τούτου, πρέπει να προβλεφθεί η επέκταση των παραπάνω άρθρων στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. (8) Για την επιβολή της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, τα κράτη μέλη πρέπει να διενεργούν επίσημους ελέγχους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων[15]. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να καλύπτουν όχι μόνο τις υποχρεωτικές αλλά και τις προαιρετικές ενδείξεις της επισήμανσης. Για να μπορέσουν να διενεργηθούν έλεγχοι των στοιχείων που αφορούν τη σύνθεση, πρέπει να καθορίζονται οι αποδεκτές ανοχές για τις αναγραφόμενες τιμές. (9) Για τη διαχείριση των κινδύνων σχετικά με την ασφάλεια των ζωοτροφών, πρέπει να διατηρείται ο κατάλογος των προϊόντων των οποίων απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά με σκοπό τη διατροφή των ζώων, όπως ορίζεται στην απόφαση 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής[16]. Η ύπαρξη ενός τέτοιου καταλόγου δεν πρέπει να συνεπάγεται ότι όλα τα προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο μπορούν να θεωρούνται ασφαλή. (10) Η διάκριση μεταξύ πρώτων υλών ζωοτροφών, πρόσθετων υλών ζωοτροφών και κτηνιατρικών φαρμάκων επηρεάζει τις συνθήκες διάθεσης στην αγορά. Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών χρησιμοποιούνται πρωτίστως για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των ζώων, π.χ. για ενέργεια, θρεπτικές ουσίες, ανόργανα στοιχεία ή διατροφικές ίνες. Συνήθως, δεν προσδιορίζονται επαρκώς από χημική άποψη, με εξαίρεση τα βασικά θρεπτικά συστατικά. Τα αποτελέσματα που τεκμηριώνονται επιστημονικώς και περιορίζονται στις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών ή τα κτηνιατρικά φάρμακα πρέπει να αποκλείονται από τις αντικειμενικές χρήσεις των πρώτων υλών ζωοτροφών. Κρίνεται σκόπιμο να καταρτιστούν κατευθυντήριες γραμμές για τη διάκριση μεταξύ των διαφόρων ειδών προϊόντων. (11) Ο ορισμός των συμπληρωματικών ζωοτροφών στην οδηγία 79/373/ΕΟΚ δημιούργησε προβλήματα εφαρμογής σε διάφορα κράτη μέλη. Για να καταστεί εφικτή η ενιαία εφαρμογή της νομοθεσίας, οι συμπληρωματικές ζωοτροφές δεν πρέπει να περιλαμβάνουν πρόσθετες ύλες πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο. (12) Σκοπός της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ ήταν να βελτιωθεί η προσφορά πλούσιων σε πρωτεΐνες ζωοτροφών στην Κοινότητα. Η εν λόγω οδηγία απαιτεί τη χορήγηση άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά για όλες τις πιθανές βιοπρωτεΐνες. Μόνο ελάχιστες νέες άδειες είχαν χορηγηθεί στο παρελθόν και η έλλειψη ζωοτροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες εξακολουθεί να είναι αισθητή. Ως εκ τούτου, η γενική απαίτηση άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά αποδείχθηκε απαγορευτική. Οι κίνδυνοι για την υγεία θα μπορούσαν, αντ’ αυτού, να αντιμετωπιστούν με μέσα που θα απαγόρευαν τα επικίνδυνα προϊόντα χάρη στην εποπτεία της αγοράς. Εάν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του κινδύνου μιας βιοπρωτεΐνης ήταν ή είναι αρνητικό, η κυκλοφορία της ή η χρήση της πρέπει να απαγορευθεί. Επομένως, η ειδική απαίτηση για μια γενική διαδικασία χορήγησης άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά όσον αφορά τις βιοπρωτεΐνες πρέπει να καταργηθεί, κάτι που θα έχει ως συνέπεια το σύστημα ασφάλειας για τα εν λόγω προϊόντα να είναι το ίδιο για όλες τις άλλες πρώτες ύλες ζωοτροφών. (13) Οι διατάξεις της οδηγίας 93/74/ΕΟΚ, που εφαρμόστηκαν με την οδηγία 94/39/ΕΚ για την κατάρτιση καταλόγου των χρήσεων για τις οποίες προορίζονται οι ζωοτροφές με τις οποίες επιδιώκονται στόχοι ιδιαίτερης διατροφής[17], αποδείχθηκε ότι λειτουργούν ικανοποιητικά και πρέπει να διατηρηθούν σε επικαιροποιημένη μορφή. Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (στο εξής «η Αρχή») πρέπει να παρέχει τη γνώμη της σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εν λόγω ζωοτροφών όταν, βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών και τεχνικών στοιχείων, θεωρείται ότι η χρήση των συγκεκριμένων ζωοτροφών ενδέχεται να μην επιτυγχάνει τους ιδιαίτερους επιδιωκόμενους διατροφικούς σκοπούς ή μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία των ζώων, την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την ευεξία των ζώων. (14) Η επισήμανση εξυπηρετεί τους σκοπούς της επιβολής, της ανιχνευσιμότητας και του ελέγχου. Η επισήμανση πρέπει επίσης να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες στους πελάτες ώστε να τους δίνει τη δυνατότητα να λαμβάνουν τις βέλτιστες αποφάσεις για τις ανάγκες τους. Επιπλέον, η επισήμανση πρέπει να διακρίνεται από συνέπεια, συνοχή, και διαφάνεια και να μπορεί να γίνεται αντιληπτή. Καθώς οι πελάτες, και ιδίως οι κτηνοτρόφοι, δεν αποφασίζουν μόνο στο σημείο της πώλησης, όπου μπορούν να εξετάσουν τη συσκευασία των ζωοτροφών, οι απαιτήσεις σχετικά με τις πληροφορίες της επισήμανσης δεν πρέπει να ισχύουν μόνο για τις ετικέτες των προϊόντων αλλά και για άλλα είδη επικοινωνίας μεταξύ του πωλητή και του πελάτη. Επιπροσθέτως, αυτές οι αρχές πρέπει να εφαρμόζονται και στην παρουσίαση και τη διαφήμιση των ζωοτροφών. (15) Η επισήμανση παρέχει υποχρεωτικές, προαιρετικές και συμπληρωματικές ενδείξεις. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις πρέπει να συνδυάζουν βασικές απαιτήσεις επισήμανσης και ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών ή σύνθετες ζωοτροφές αντίστοιχα, και συμπληρωματικές απαιτήσεις επισήμανσης σε περίπτωση διαιτητικών ζωοτροφών. (16) Η εφαρμοζόμενη αρχή, σύμφωνα με την οποία μόνο ορισμένες πρόσθετες ύλες ζωοτροφών πρέπει να επισημαίνονται εάν χρησιμοποιούνται σε πρώτες ύλες ζωοτροφών και σύνθετες ζωοτροφές, αποδείχθηκε ότι λειτουργεί ικανοποιητικά. Τόσο η κατηγοριοποίηση που απορρέει από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 όσο και το γεγονός ότι η επισήμανση ορισμένων πρόσθετων υλών μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, ιδίως σε κατόχους ζώων συντροφιάς, καθιστούν επιβεβλημένη την επικαιροποίηση και τον εκσυγχρονισμό. (17) Ως συνέπεια της κρίσης της ΣΕΒ και της κρίσης της διοξίνης, καθιερώθηκε, το 2002, η υποχρεωτική αναγραφή του ποσοστό κατά βάρος όλων των πρώτων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές. Παράλληλα, το επίπεδο ασφάλειας των τροφίμων και των ζωοτροφών βελτιώθηκε σημαντικά στο μεσοδιάστημα, λόγω των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και αριθ. 183/2005 και των εκτελεστικών μέτρων τους, ιδίως λόγω της έμφασης που δόθηκε στην ευθύνη των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών, του βελτιωμένου συστήματος ανιχνευσιμότητας, της εισαγωγής της αρχής HACCP στις επιχειρήσεις ζωοτροφών και των οδηγών ορθής πρακτικής σχετικά με την υγιεινή στις επιχειρήσεις ζωοτροφών. Αυτές οι θετικές εξελίξεις, οι οποίες ανατανακλώνται στις κοινοποιήσεις προς το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, δικαιολογούν τη θέση ότι η υποχρεωτική αναγραφή του ποσοστού κατά βάρος όλων των πρώτων υλών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές πρέπει να καταργηθεί. Τα ακριβή ποσοστά θα μπορούσαν να παρέχονται προαιρετικά. (18) Για να εξασφαλιστεί η ορθή ενημέρωση του πελάτη και η μη παραπλάνησή του, πρέπει να απαιτείται η αναγραφή του ακριβούς ποσοστού κατά βάρος εάν η αντίστοιχη πρώτη ύλη ζωοτροφών τονίζεται στην επισήμανση μια σύνθετης ζωοτροφής. (19) Σε ορισμένους τομείς, όπου ο παραγωγός δεν είναι υποχρεωμένος να αναγράφει ενδείξεις, ο πελάτης πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητεί πρόσθετες πληροφορίες. Ωστόσο, η αναγραφή των πρώτων υλών ζωοτροφών που είναι ενσωματωμένες στις σύνθετες ζωοτροφές κατά φθίνουσα σειρά βάρους παρέχει ήδη σημαντικές πληροφορίες για τα στοιχεία σχετικά με τη σύνθεση. Σύμφωνα με τις πρόσφατες εξελίξεις στην κοινοτική νομοθεσία, που παρέχουν αυξημένες εγγυήσεις όσον αφορά ιδίως τη HACCP, την ιχνηλασιμότητα, τους αυστηρούς κανόνες υγιεινής και την εκπόνηση κοινοτικών οδηγών ορθής πρακτικής σχετικά με την υγιεινή, ο κατασκευαστής πρέπει να έχει το δικαίωμα να απορρίπτει το αίτημα, εάν θεωρεί ότι η προτεινόμενη δημοσιοποίηση παραβιάζει τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που έχει. Αυτό δεν θα επηρεάσει την ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών, αφού οι αρμόδιες αρχές έχουν πάντα το δικαίωμα να λαμβάνουν τα ακριβή ποσοστά για όλες τις πρώτες ύλες. (20) Η οδηγία 2002/32/ΕΚ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2002, σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές[18] δεν ρυθμίζει την επισήμανση ζωοτροφών με υπερβολικά επίπεδα ανεπιθύμητων ουσιών. Ως εκ τούτου, πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλες διατάξεις. (21) Παρεκκλίσεις από τις γενικές απαιτήσεις επισήμανσης πρέπει να παρέχονται στο βαθμό που η εφαρμογή αυτών των απαιτήσεων δεν είναι αναγκαία για την προστασία της ανθρώπινης υγείας ή της υγείας των ζώων ή των συμφερόντων των καταναλωτών και θα επιβάρυνε αδικαιολόγητα τον κατασκευαστή ή τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών που είναι αρμόδιοι για τις ενδείξεις της επισήμανσης. Βάσει εμπειρίας, αυτές οι παρεκκλίσεις πρέπει να παρέχονται για ζωοτροφές που χορηγούνται από έναν κτηνοτρόφο σε έναν άλλο με σκοπό να τις χρησιμοποιήσει στο αγρόκτημά του, για μικρές ποσότητες, για σύνθετες ζωοτροφές που δεν αποτελούνται από περισσότερες από τρεις πρώτες ύλες ζωοτροφών και για μείγματα ολόκληρων σπόρων φυτών και δημητριακών. (22) Κατά κανόνα, οι σύνθετες ζωοτροφές πρέπει να διατίθενται στην αγορά σε σφραγισμένους περιέκτες, αλλά πρέπει να προβλέπονται κατάλληλες παρεκκλίσεις. (23) Στο μέρος Β του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ και στο παράρτημα της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ περιλαμβάνονται κατάλογοι ορισμών, περιγραφών και διατάξεων σχετικά με την επισήμανση για ορισμένες πρώτες ύλες ζωοτροφών. Οι κατάλογοι αυτοί διευκολύνουν την ανταλλαγή πληροφοριών για τις ιδιότητες του προϊόντος μεταξύ του κατασκευαστή και του αγοραστή. Ωστόσο, οι εν λόγω κατάλογοι δεν είναι εξαντλητικοί. Αυτό συνεπάγεται ότι οι πρώτες ύλες ζωοτροφών που δεν περιλαμβάνονται στους καταλόγους μπορούν επίσης να διατίθενται στην αγορά. Επιπλέον, οι πρωτοεμφανιζόμενες πρώτες ύλες ζωοτροφών δεν έχουν συμπεριληφθεί σε καταλόγους επί σειρά ετών, με αποτέλεσμα να μειωθεί στην αγορά ο αριθμός πρώτων υλών ζωοτροφών στην αγορά που καλύπτονται από τους καταλόγους. Ειδικότερα, όσον αφορά τις πρωτοεμφανιζόμενες πρώτες ύλες ζωοτροφών, οι εν λόγω κατάλογοι πρέπει να επεκταθούν προς το συμφέρον των ενδιαφερομένων που είναι εκείνοι που επωφελούνται από τις κατάλληλες περιγραφές των προϊόντων. (24) Η συμμετοχή των ενδιαφερομένων στην κατάρτιση προτύπων μέσω κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών στον τομέα της υγιεινής των ζωοτροφών υπήρξε συνολικά θετική εμπειρία. Η κατάρτιση ενός πιο εκτεταμμένου καταλόγου από τους ενδιαφερόμενους θα μπορούσε να είναι πιο ευέλικτη και να ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες ενημέρωσης του χρήστη απ’ ό,τι αν είχε αναληφθεί από το νομοθέτη. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποφασίσουν ποιες προσπάθειες θα καταβάλουν, ανάλογα με την αξία του καταλόγου πρώτων υλών ζωοτροφών. Οι ισχύοντες κατάλογοι πρώτων υλών ζωοτροφών που περιλαμβάνονται στις οδηγίες 96/25/ΕΚ και 82/471/ΕΟΚ πρέπει να αποτελέσουν την αρχική μορφή του κοινοτικού καταλόγου πρώτων υλών ζωοτροφών, ο οποίος θα ολοκληρωθεί από τους ενδιαφερομένους σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Η χρήση του καταλόγου πρέπει να είναι προαιρετική, αλλά, για να αποφευχθεί η παραπλάνηση του αγοραστή ως προς την πραγματική ταυτότητα του προϊόντος, ο παρασκευαστής πρέπει να αναφέρει εάν χρησιμοποιεί ορισμούς που εμφανίζονται στον κατάλογο παρά το γεγονός ότι δεν τον εφαρμόζει. (25) Η σύγχρονη επισήμανση διευκολύνει τη διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού περιβάλλοντος αγοράς, στο οποίο οι δυναμικοί, αποτελεσματικοί και καινοτόμοι οικονομικοί παράγοντες μπορούν να χρησιμοποιούν πλήρως την επισήμανση για να πωλούν τα προϊόντα τους. Όσον αφορά τη διεπιχειρησιακή σχέση για τη διάθεση ζωοτροφών στην αγορά και τη σχέση μεταξύ του παρασκευαστή και του αγοραστή ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, οι κώδικες ορθής επισήμανσης για τους εν λόγω δύο τομείς μπορούν να αποβούν χρήσιμα μέσα για την επίτευξη των στόχων της σύγχρονης επισήμανσης. Οι εν λόγω κώδικες μπορούν να ερμηνεύουν το πλαίσιο που διέπει την προαιρετική επισήμανση. (26) Η συμμετοχή όλων των οικείων μερών είναι σημαντική παράμετρος για την ποιότητα και την καταλληλότητα του καταλόγου και των κωδίκων ορθής επισήμανσης. Για να βελτιωθεί το δικαίωμα των χρηστών να ενημερώνονται επαρκώς, το συμφέρον τους πρέπει να εξετάζεται με ιδιαίτερη προσοχή. Αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί από την Επιτροπή με την έγκριση του καταλόγου και των κωδίκων. (27) Αφού οι στόχοι της ασφάλειας των ζωοτροφών και των τροφίμων καθώς και η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ζωοτροφών δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να εγκρίνει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει ό,τι είναι απαραίτητο για την επίτευξη αυτών των στόχων. (28) Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[19]. (29) Πρέπει να ανατίθενται αρμοδιότητες στην Επιτροπή, ιδίως για να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τα προϊόντα που απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές, να χορηγεί άδεια σε ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς, να καταρτίζει κατάλογο κατηγοριών επισήμανσης πρώτων υλών ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων, να τροποποιεί τον κατάλογο με τις προαιρετικές ενδείξεις επισήμανσης και να προσαρμόζει τα παραρτήματα με βάση τις επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποβλέπουν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, συμπληρώνοντάς τον, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/EΚ. (30) Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ορίζει τις διατάξεις για την επισήμανση και τη συσκευασία πρόσθετων υλών ζωοτροφών και προμειγμάτων. Ιδίως οι κανόνες σχετικά με τα προμείγματα προκαλούν, αποδεδειγμένα, πρακτικά προβλήματα εφαρμογής για τη βιομηχανία και τις αρμόδιες αρχές. Για να καταστεί εφικτή μια πιο συνεκτική επισήμανση των προμειγμάτων, το εν λόγω άρθρο πρέπει να τροποποιηθεί. (31) Ως εκ τούτου, οι οδηγίες 79/373/ΕΟΚ, 80/511/ΕΟΚ, 82/471/ΕΟΚ, 93/74/ΕΟΚ, 93/113/ΕΚ και 96/25/ΕΚ πρέπει να καταργηθούν. (32) Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες προς τον επιδιωκόμενο στόχο και αποτρεπτικές, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Κεφάλαιο 1 Εισαγωγικές διατάξεις Άρθρο 1 Αντικείμενο Ο στόχος του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002, είναι να εναρμονιστούν οι όροι για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται η επαρκής ενημέρωση των χρηστών και των καταναλωτών και η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής 1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών εντός της Κοινότητας, καθώς και απαιτήσεις για την επισήμανση, τη συσκευασία και την παρουσίαση. 2. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο πεδίο της διατροφής των ζώων, δηλαδή: α) της οδηγίας 90/167/ΕΟΚ· β) της οδηγίας 2002/32/ΕΚ· γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών[20]· δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο[21]· ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές[22]· και στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και την ιχνηλασιμότητα τροφίμων και ζωοτροφών που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/18/ΕΚ[23]. 3. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στο νερό, είτε αυτό προσλαμβάνεται απευθείας από τα ζώα είτε ενσωματώνεται σκόπιμα στις ζωοτροφές. Άρθρο 3 Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι ορισμοί των όρων «ζωοτροφές», «επιχείρηση ζωοτροφών», «υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών», «διάθεση στην αγορά» και «ανιχνευσιμότητα», όπως παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και οι ορισμοί των όρων «πρόσθετες ύλες ζωοτροφών», «προμείγματα», «βοηθητικά μέσα επεξεργασίας» και «ημερήσιο σιτηρέσιο», όπως παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. 2. Εφαρμόζονται επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «ζώο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων»: οποιοδήποτε ζώο διατηρείται στην εκμετάλλευση με σκοπό την παραγωγή τροφίμων για ανθρώπινη κατανάλωση, συμπεριλαμβανομένων των ζώων που δεν καταναλώνονται, αλλά ανήκουν στα είδη που μπορούν κανονικά να καταναλωθούν στην Κοινότητα· β) «ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων»: ζώα που διατηρούνται στην εκμετάλλευση ή εκτρέφονται αλλά δεν χρησιμοποιούνται για ανθρώπινη κατανάλωση, όπως τα γουνοφόρα ζώα, τα ζώα συντροφιάς και τα ζώα που διατηρούνται σε εργαστήρια, σε ζωολογικούς κήπους ή σε τσίρκο· γ) «γουνοφόρα ζώα»: ζώα που διατηρούνται ή εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας και δεν χρησιμοποιούνται για ανθρώπινη κατανάλωση· δ) «ζώο συντροφιάς»: ζώο που ανήκει σε είδος που εκτρέφεται ή διατηρείται, αλλά κανονικά δεν καταναλώνεται από ανθρώπους στην Κοινότητα· ε) «πρώτες ύλες ζωοτροφών»: προϊόντα φυτικής ή ζωικής προέλευσης, πρωταρχικός σκοπός των οποίων είναι να ικανοποιούν τις διατροφικές ανάγκες των ζώων, στη φυσική του κατάσταση, νωπά ή διατηρημένα, καθώς και προϊόντα που προέρχονται από τη βιομηχανική επεξεργασία αυτών, και οργανικές ή ανόργανες ουσίες, που περιέχουν ή όχι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την από του στόματος διατροφή των ζώων, είτε ως έχουν είτε, ύστερα από μεταποίηση, για την παρασκευή σύνθετων ζωοτροφών ή ως έκδοχα προμειγμάτων· στ) «σύνθετες ζωοτροφές»: μείγμα πρώτων υλών ζωοτροφών, που περιέχουν ή όχι πρόσθετες ύλες και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την από του στόματος διατροφή των ζώων με τη μορφή πλήρων ή συμπληρωματικών ζωοτροφών· ζ) «πλήρεις ζωοτροφές»: σύνθετες ζωοτροφές που, λόγω της σύνθεσής τους, επαρκούν για το ημερήσιο σιτηρέσιο· η) «συμπληρωματικές ζωοτροφές»: σύνθετες ζωοτροφές με τουλάχιστον μία πρώτη ύλη ζωοτροφών που περιέχουν υψηλά ποσοστά ορισμένων ουσιών και που, λόγω της σύνθεσής τους, επαρκούν για το ημερήσιο σιτηρέσιο μόνο εάν συνδυάζονται με άλλες ζωοτροφές· θ) «ανόργανες ζωοτροφές»: συμπληρωματικές ζωοτροφές που περιέχουν τουλάχιστον 40% ολική τέφρα· ι) «ζωοτροφές για θηλασμό»: σύνθετες ζωοτροφές που χορηγούνται σε ξηρή μορφή ή ύστερα από διάλυση σε συγκεκριμένη ποσότητα υγρού για τη διατροφή νεαρών ζώων ως συμπλήρωμα ή υποκατάστατο του μεταπυαρικού μητρικού γάλακτος ή για τη διατροφή μόσχων, αμνών ή εριφίων που προορίζονται για σφαγή· ια) «έκδοχο»: ουσία που χρησιμοποιείται για τη διάλυση, την αραίωση, τη διασπορά ή άλλη φυσική τροποποίηση μιας πρόσθετης ύλης ζωοτροφών έτσι ώστε να διευκολυνθεί ο χειρισμός της, η εφαρμογή της ή η χρήση της χωρίς να μεταβάλλει τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά της και χωρίς να ασκεί η ίδια τεχνολογικές επιδράσεις· ιβ) «ιδιαίτερος διατροφικός σκοπός»: ο σκοπός να ικανοποιηθούν οι ειδικές διατροφικές ανάγκες των ζώων των οποίων η διαδικασία αφομοίωσης, απορρόφησης ή μεταβολισμού υφίσταται ή ενδέχεται να υποστεί προσωρινή ή μόνιμη βλάβη και, ως εκ τούτου, μπορεί να επωφεληθεί από την πρόσληψη ζωοτροφών κατάλληλων για την κατάστασή τους· ιγ) «ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς»: ζωοτροφές οι οποίες μπορούν να ικανοποιούν ειδικούς διατροφικούς σκοπούς λόγω της ιδιαίτερης σύνθεσης ή μεθόδου παρασκευής τους, που τις διακρίνουν σαφώς από τις συνήθεις ζωοτροφές. Οι ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς δεν περιλαμβάνουν τις φαρμακούχες ζωοτροφές κατά την έννοια της οδηγίας 90/167/ΕΟΚ· ιδ) «ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης»: ημερομηνία μέχρι την οποία, υπό κανονικές συνθήκηκες αποθήκευσης, ο παραγωγός εγγυάται ότι οι ζωοτροφές διατηρούν τουλάχιστον τις ιδιαίτερες ιδιότητές τους· ιε) «παρτίδα» ή «φορτίο»: μονάδα παραγωγής από μία μονάδα που χρησιμοποιεί ενιαίες παραμέτρους παραγωγής ή μια σειρά τέτοιων μονάδων, όταν παράγονται σε συνεχή σειρά και αποθηκεύονται μαζί. Αποτελείται από προσδιορίσιμη ποσότητα ζωοτροφών και διαθέτει, αποδεδειγμένα, κοινά χαρακτηριστικά όπως προέλευση, ποικιλία, είδος συσκευασίας, συσκευαστή, αποστολέα, ή επισήμανση· ιστ) «επισήμανση»: κάθε ένδειξη, διακριτικό στοιχείο, εμπορικό σήμα, εμπορική επωνυμία, εικόνα ή σύμβολο που αναφέρεται στις ζωοτροφές ή τις συνοδεύει και που αποδίδεται σε ζωοτροφές, με την αναγραφή του εν λόγω στοιχείου σε οποιοδήποτε μέσο όπως συσκευασία, περιέκτη, φύλλο οδηγιών, ετικέτα, έγγραφο, δακτύλιο, περιλαίμιο ή το Διαδίκτυο· ιζ) «ετικέτα»: κάθε μάρκα, σήμα, εικόνα ή άλλη περιγραφή, εγγεγραμμένη, τυπωμένη, διάτρητη, σφραγισμένη, ανάγλυφη, εντυπωμένη ή προσαρτημένη σε περιέκτη ζωοτροφών· ιη) «παρουσίαση»: το σχήμα, η όψη ή η συσκευασία και το υλικό που χρησιμοποιείται για τη συσκευασία των ζωοτροφών, πέραν του τρόπου με τον οποίο είναι διευθετημένες καθώς και ο χώρος στον οποίο εκτίθενται. Κεφάλαιο 2 Γενικές απαιτήσεις Άρθρο 4 Απαιτήσεις ασφάλειας και εμπορίας 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005 εφαρμόζονται, mutatis mutandis, στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. 2. Οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά και χρησιμοποιούνται μόνο εάν: α) είναι υγιείς, ανόθευτες, κατάλληλες για τη σκοπούμενη χρήση και εμπορεύσιμης ποιότητας· β) δεν έχουν άμεσες δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή στην ευεξία των ζώων· γ) έχουν επισημανθεί, συσκευαστεί και παρουσιαστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, της οδηγίας 90/167/ΕΟΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, κατά περίπτωση. 3. Οι ζωοτροφές συμμορφώνονται με τις τεχνικές διατάξεις σχετικά με τις προσμείξεις και άλλους χημικούς καθοριστικούς παράγοντες που παρατίθενται στο παράρτημα I. Άρθρο 5 Αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των επιχειρήσεων ζωοτροφών 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 17, 18 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 εφαρμόζονται, mutatis mutandis, στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. 2. Οι παρασκευαστές ζωοτροφών παρέχουν στις αρμόδιες για τη διεξαγωγή επίσημων ελέγχων αρχές κάθε πληροφορία σχετικά με τη σύνθεση ή τις ισχυριζόμενες ιδιότητες των ζωοτροφών που διαθέτουν στην αγορά, η οποία καθιστά εφικτή την επαλήθευση της ακρίβειας των στοιχείων που αναγράφονται στην επισήμανση. Άρθρο 6 Απαγόρευση 1. Οι ζωοτροφές δεν περιλαμβάνουν ούτε αποτελούνται από πρώτες ύλες των οποίων η διάθεση στην αγορά ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων απαγορεύονται. 2. Με βάση ιδίως την επιστημονική τεκμηρίωση, την τεχνολογική πρόοδο, τις κοινοποιήσεις στο πλαίσιο του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές ή τα αποτελέσματα των επίσημων ελέγχων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004, η Επιτροπή εγκρίνει κατάλογο πρώτων υλών των οποίων η διάθεση στην αγορά ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων απαγορεύονται. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. Κεφάλαιο 3 Διάθεση ειδικών τύπων ζωοτροφών στην αγορά Άρθρο 7 Χαρακτηριστικά τύπων ζωοτροφών Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 2, η Επιτροπή δύναται να εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές που αποσαφηνίζουν τη διάκριση μεταξύ πρώτων υλών ζωοτροφών, πρόσθετων υλών ζωοτροφών και κτηνιατρικών φαρμάκων. Άρθρο 8 Περιεκτικότητα των συμπληρωματικών ζωοτροφών σε πρόσθετες ύλες ζωοτροφών Με την επιφύλαξη των όρων χρήσης που προβλέπονται στον κανονισμό δυνάμει του οποίου χορηγείται άδεια στην οικεία πρόσθετη ύλη ζωοτροφών, οι συμπληρωματικές ζωοτροφές δεν περιλαμβάνουν πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που ενσωματώνονται σε επίπεδα υπερεκατονταπλάσια της σχετικής ορισμένης μέγιστης περιεκτικότητας σε πλήρεις ζωοτροφές ή πενταπλάσια σε περίπτωση κοκκιδιοστατικών και ιστομονοστατικών. Άρθρο 9 Διάθεση ζωοτροφών που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς στην αγορά Οι ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς μπορούν να διατίθενται ως τέτοιες στην αγορά μόνο εάν πληρούν τα ουσιώδη διατροφικά χαρακτηριστικά για τον αντίστοιχο ειδικό διατροφικό σκοπό, που αντιπροσωπεύει τη σκοπούμενη χρήση, όπως εγκρίνεται και περιλαμβάνεται στον κατάλογο που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10. Άρθρο 10 Έγκριση σκοπούμενης χρήσης 1. Η έγκριση σκοπούμενης χρήσης χορηγείται κατόπιν υποβολής αίτησης από πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα ή ύστερα από αίτημα κράτους μέλους. Η εν λόγω αίτηση ή το εν λόγω αίτημα υποβάλλονται στην Επιτροπή. 2. Ο αιτών συμπληρώνει φάκελο που αποδεικνύει ότι οι συγκεκριμένες ζωοτροφές ικανοποιούν τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό και ότι δεν υπάρχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία των ζώων, την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την ευεξία των ζώων. 3. Η Επιτροπή διαβιβάζει το φάκελο της αίτησης στα κράτη μέλη. 4. Εάν, με βάση τα διαθέσιμα επιστημονικά και τεχνικά στοιχεία, η Επιτροπή έχει λόγους να πιστεύει ότι η χρήση των συγκεκριμένων ζωοτροφών ενδέχεται να μην ικανοποιεί τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό ή μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία των ζώων, την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την ευεξία των ζώων, η Επιτροπή διαβιβάζει αίτημα αξιολόγησης, παράλληλα με το φάκελο, προς την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (στο εξής «η Αρχή») εντός τριών μηνών. Η Αρχή γνωμοδοτεί εντός έξι μηνών από την παραλαβή του αιτήματος. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται εάν η Αρχή ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από τον αιτούντα. 5. Εντός έξι μηνών από τη διαβίβαση του φακέλου στα κράτη μέλη ή, κατά περίπτωση, την παραλαβή της γνώμης της Αρχής, η Επιτροπή εκδίδει κανονισμό για τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησης της σχετικής άδειας και καταρτίζει κατάλογο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9, αντίστοιχα. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. 6. Η διαγραφή μιας σκοπούμενης χρήσης που περιλαμβάνεται στον κατάλογο δύναται να ζητηθεί από τον αρχικό αιτούντα ή από ένα κράτος μέλος. Το αίτημα συνοδεύεται από φάκελο που δικαιολογεί τη διαγραφή. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να κινήσει τη διαδικασία διαγραφής σε περίπτωση που διαθέτει ουσιαστικές πληροφορίες για να καταρτίσει σχετικό φάκελο. 7. Η Επιτροπή διαβιβάζει το φάκελο στα κράτη μέλη και στον αρχικό αιτούντα για παρατηρήσεις. Η διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5 εφαρμόζεται mutatis mutandis. Κεφάλαιο 4 Επισήμανση, παρουσίαση και συσκευασία Άρθρο 11 Γενικές αρχές 1. Η επισήμανση και η παρουσίαση των ζωοτροφών δεν πρέπει να παραπλανά το χρήστη α) ως προς τη σκοπούμενη χρήση ή τα χαρακτηριστικά των ζωοτροφών, ιδίως τη φύση, τη μέθοδο παρασκευής ή παραγωγής, την ταυτότητα, τις ιδιότητες, τη σύνθεση, την ποσότητα, τη διάρκεια, τα είδη ή τις κατηγορίες ζώων για τις οποίες προορίζονται· β) με την απόδοση στις ζωοτροφές αποτελεσμάτων ή χαρακτηριστικών που δεν έχουν ή με τον υπαινιγμό ότι οι ζωοτροφές έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενώ στην πραγματικότητα όλες οι παρόμοιες ζωοτροφές έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά· γ) ως προς τη συμμόρφωση της επισήμανσης με τον κοινοτικό κατάλογο και τους κοινοτικούς κώδικες που αναφέρονται στα άρθρα 25 και 26. 2. Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών ή οι σύνθετες ζωοτροφές που διατίθενται στην αγορά χύμα ή σε μη σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 συνοδεύονται από έγγραφο που περιέχει όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. 3. Όταν οι ζωοτροφές παρέχονται προς πώληση με εξ αποστάσεως πώληση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[24], οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό εμφανίζονται στα συνοδευτικά στοιχεία της εξ αποστάσεως πώλησης. 4. Πρόσθετες γενικές διατάξεις επισήμανσης καθορίζονται στο παράρτημα II. 5. Τα περιθώρια ανοχής για τις αποκλίσεις μεταξύ των στοιχείων που αφορούν τη σύνθεση πρώτων υλών ζωοτροφών ή σύνθετων ζωοτροφών και εμφανίζονται στην επισήμανση και των τιμών που αναλύονται κατά τους επίσημους ελέγχους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 παρατίθενται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 12 Ευθύνη 1. Ο παρασκευαστής των ζωοτροφών είναι υπεύθυνος για τις ενδείξεις της επισήμανσης και εξασφαλίζει την παρουσία και την ουσιαστική ακρίβειά τους. 2. Εάν οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά με την ονομασία ή την εταιρική επωνυμία ενός υπευθύνου επιχείρησης ζωοτροφών άλλου από τον παρασκευαστή, αυτός ο υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών είναι υπεύθυνος για τις ενδείξεις της επισήμανσης. 3. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων, στο βαθμό που οι δραστηριότητές τους επηρεάζουν την επισήμανση στο πλαίσιο της επιχείρησης που βρίσκεται υπό τον έλεγχό τους, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται με οποιοδήποτε μέσο ικανοποιούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. 4. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που είναι αρμόδιοι για τις λιανικές ή διανεμητικές δραστηριότητες που δεν επηρεάζουν την επισήμανση ενεργούν με τη δέουσα φροντίδα ώστε να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις επισήμανσης, ιδίως με το να μην παρέχουν ζωοτροφές οι οποίες, όπως γνωρίζουν ή έπρεπε να είχαν συναγάγει με βάση τα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους και ως επαγγελματίες, δεν πληρούν τις εν λόγω απαιτήσεις. 5. Στο πλαίσιο της επιχείρησης που βρίσκεται υπό τον έλεγχό τους, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών εξασφαλίζουν ότι οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης μπορούν να διαβιβάζονται σε όλη την τροφική αλυσίδα, έτσι ώστε να παρέχονται οι πληροφορίες στον τελικό χρήστη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Άρθρο 13 Ισχυρισμοί 1. Η επισήμανση και η παρουσίαση των ζωοτροφών ενδέχεται να επιστήσει ιδιαίτερη προσοχή στην παρουσία ή την απουσία μιας ουσίας στις ζωοτροφές, σε ένα ιδιαίτερο διατροφικό χαρακτηριστικό ή διεργασία ή σε μια ιδιαίτερη λειτουργία που σχετίζεται με οποιοδήποτε από αυτά τα στοιχεία, με τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) ο ισχυρισμός είναι αντικειμενικός, επαληθεύσιμος από τις αρμόδιες αρχές και κατανοητός από το χρήστη των ζωοτροφών· και β) το πρόσωπο που είναι αρμόδιο για την επισήμανση τεκμηριώνει επιστημονικά, κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής, το αληθές του ισχυρισμού, είτε μέσω επιστημονικών στοιχείων που διατίθενται στο κοινό είτε μέσω εμπεριστατωμένης εταιρικής έρευνας. Η επιστημονική τεκμηρίωση διατίθεται τη στιγμή κατά την οποία οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά. 2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι ισχυρισμοί σχετικά με τη βελτιστοποίηση της διατροφής και τη στήριξη ή την προστασία των συνθηκών φυσιολογίας επιτρέπονται εάν δεν βασίζονται σε φαρμακολογική ή ανοσολογική δράση. 3. Η επισήμανση ή η παρουσίαση των ζωοτροφών δεν πρέπει να ισχυρίζεται ότι: α) προλαμβάνει, αντιμετωπίζει ή θεραπεύει μια ασθένεια, ή β) έχει ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς και χαρακτηριστικά άλλα από τα προβλεπόμενα στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 9. Άρθρο 14 Παρουσίαση των υποχρεωτικών ενδείξεων επισήμανσης 1. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης παρέχονται στο σύνολό τους σε εμφανές σημείο της συσκευασίας, του περιέκτη ή σε ετικέτα προσαρτημένη σε αυτόν, σε εμφανή θέση, με τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, τουλάχιστον στη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στην αγορά του οποίου διατίθεται το προϊόν. 2. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης πρέπει να αναγνωρίζονται εύκολα και να μην καλύπτονται από οποιαδήποτε άλλη πληροφορία. Αναγράφονται με χρώμα, γραμματοσειρά και μέγεθος που δεν καλύπτει ούτε τονίζει κανένα μέρος των πληροφοριών, εκτός εάν αυτή η διαφοροποίηση γίνεται για να δοθεί έμφαση στις δηλώσεις προφυλάξεων. 3. Διευκρινίσεις σχετικά με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 μπορεί να περιλαμβάνονται στους κοινοτικούς κώδικες που αναφέρονται στο άρθρο 26. Άρθρο 15 Γενικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης Πρώτες ύλες ζωοτροφών ή σύνθετες ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά μόνο εάν αναγράφονται στην επισήμανση οι ακόλουθες ενδείξεις: α) ο τύπος ζωοτροφών: «πρώτη ύλη ζωοτροφών», «σύνθετες ζωοτροφές» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές», κατά περίπτωση· για τις «συμπληρωματικές ζωοτροφές» μπορούν να χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες ονομασίες κατά περίπτωση: «ανόργανες ζωοτροφές», «πλήρεις ζωοτροφές για θηλασμό» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές για θηλασμό»· για ζώα συντροφιάς άλλα από σκύλους και γάτες, οι όροι «πλήρεις ζωοτροφές» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές» μπορούν να αντικατασταθούν από τον όρο «σύνθετες ζωοτροφές»· β) η ονομασία ή η εταιρική επωνυμία και η διεύθυνση του υπευθύνου επιχείρησης ζωοτροφών που είναι αρμόδιος για τις ενδείξεις της επισήμανσης· γ) κατά περίπτωση, ο αριθμός έγκρισης μονάδας που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 ή το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005. Εάν ένας παρασκευαστής έχει αρκετούς αριθμούς, χρησιμοποιεί εκείνον που απέκτησε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005· δ) ο αριθμός αναφοράς παρτίδας ή φορτίου· ε) η καθαρή ποσότητα, εκφρασμένη σε μονάδες μάζας στην περίπτωση στερεών προϊόντων και σε μονάδες μάζας ή όγκου σε περίπτωση υγρών προϊόντων· στ) ο κατάλογος πρόσθετων υλών ζωοτροφών, με μνεία της ονομασίας και της περιεκτικότητας, σύμφωνα με το κεφάλαιο I του παραρτήματος V ή VI, κατά περίπτωση, και με την επιφύλαξη των διατάξεων επισήμανσης που προβλέπονται στον κανονισμό δυνάμει του οποίου χορηγείται άδεια στην οικεία πρόσθετη ύλη ζωοτροφών· ζ) η περιεκτικότητα σε υγρασία σύμφωνα με το σημείο 6 του παραρτήματος I. Άρθρο 16 Ειδικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών 1. Πέραν των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 15, η επισήμανση πρώτων υλών ζωοτροφών περιλαμβάνει επίσης την ονομασία της πρώτης ύλης ζωοτροφών, συνοδευόμενη από την υποχρεωτική δήλωση που αντιστοιχεί στην οικεία κατηγορία, όπως ορίζεται στον κατάλογο του παραρτήματος IV. 2. Οι ενδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αντικατασταθούν από τις ενδείξεις που προβλέπονται στον κοινοτικό κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 25. 3. Εάν η χρησιμοποιούμενη ονομασία της πρώτης ύλης ζωοτροφών αντιστοιχεί σε μία από τις ονομασίες που περιλαμβάνονται στον κοινοτικό κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 25, αλλά το πρόσωπο που είναι αρμόδιο για την επισήμανση δεν εφαρμόζει τις διατάξεις του εν λόγω καταλόγου, τούτο επισημαίνεται σαφώς στην ετικέτα. Άρθρο 17 Ειδικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για σύνθετες ζωοτροφές 1. Πέρα από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 15, η επισήμανση σύνθετων ζωοτροφών περιλαμβάνει επίσης τα εξής: α) το είδος ή την κατηγορία του ζώου για το οποίο προορίζεται η σύνθετη ζωοτροφή· β) τις οδηγίες ορθής χρήσης, που αναφέρουν το σκοπό για τον οποίο προορίζονται οι ζωοτροφές· γ) σε περίπτωση που ο παρασκευαστής δεν είναι το πρόσωπο που είναι αρμόδιο για τις ενδείξεις της επισήμανσης, παρέχονται τα ακόλουθα στοιχεία: - η ονομασία ή η εταιρική επωνυμία και η διεύθυνση του παρασκευαστή· ή - ο αριθμός αναγνώρισης, όπως χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005· εάν δεν υπάρχει αριθμός αναγνώρισης, ο αριθμός καταχώρισης που χορηγείται κατόπιν αιτήματος των παρασκευαστών, σύμφωνα με τη μορφή που προβλέπεται στο κεφάλαιο II του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005· δ) την ένδειξη της ελάχιστης διάρκειας αποθήκευσης σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις: - η ένδειξη «να χρησιμοποιείται πριν από …», ακολουθούμενη από την ημερομηνία (ημέρα) σε περίπτωση ιδιαίτερα ευπαθών ζωοτροφών λόγω των διεργασιών υποβάθμισης· - η ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από…», ακολουθούμενη από την ημερομηνία (μήνα) σε περίπτωση άλλων ζωοτροφών. Εάν η ημερομηνία παρασκευής αναγράφεται στην επισήμανση, η ημερομηνία ελάχιστης διάρκειας αποθήκευσης μπορεί να αναγράφεται και με την εξής μορφή: «… (χρονική περίοδος σε ημέρες ή μήνες) μετά την ημερομηνία παρασκευής»· ε) τον κατάλογο των πρώτων υλών από τις οποίες αποτελούνται οι ζωοτροφές, ο οποίος φέρει τον τίτλο «σύνθεση» και αναφέρει την ονομασία κάθε πρώτης ύλης ζωοτροφών και παραθέτει αυτές τις πρώτες ύλες ζωοτροφών κατά φθίνουσα σειρά βάρους. Ο εν λόγω κατάλογος μπορεί να περιλαμβάνει το ποσοστό κατά βάρος· στ) τις υποχρεωτικές δηλώσεις που παρέχονται στο κεφάλαιο II του παραρτήματος V ή του παραρτήματος VI, κατά περίπτωση. 2. Όσον αφορά τον κατάλογο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε), εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις: α) η ονομασία και το ποσοστό βάρους μιας πρώτης ύλης ζωοτροφών αναγράφονται εάν η παρουσία της αναφέρεται ονομαστικά ή τονίζεται στην επισήμανση με λέξεις, εικόνες ή γραφικά· β) εάν τα ποσοστά κατά βάρος των πρώτων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται σε σύνθετες ζωοτροφές για ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων δεν αναγράφονται στην ετικέτα, ο παρασκευαστής παρέχει, κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες σχετικά με την ποσοτική σύνθεση εντός κλίμακας +/- 15% της τιμής σύμφωνα με τη σύνθεση των ζωοτροφών, εκτός εάν θεωρεί ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι εμπορικά ευαίσθητες και ότι η δημοσιοποίησή τους θα μπορούσε να παραβιάσει τα δικαιώματά του διανοητικής ιδιοκτησίας· γ) στην περίπτωση σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων, η αναγραφή της ειδικής ονομασίας της πρώτης ύλης ζωοτροφών μπορεί να αντικατασταθεί από την ονομασία της κατηγορίας στην οποία ανήκει η πρώτη ύλη ζωοτροφών. 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο γ), η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο κατηγοριών πρώτων υλών ζωοτροφών οι οποίες μπορεί να αναγράφονται αντί των μεμονωμένων πρώτων υλών ζωοτροφών στην επισήμανση ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. Άρθρο 18 Πρόσθετες απαιτήσεις επισήμανσης για ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς Πέρα από τις γενικές υποχρεωτικές απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 15 και 16 ή στο άρθρο 17, κατά περίπτωση, η επισήμανση ζωοτροφών που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς περιλαμβάνει επίσης τα εξής στοιχεία: α) την έκφραση «διαιτητικές», που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς, δίπλα στον προσδιορισμό των ζωοτροφών όπως ορίζεται στο άρθρο 15 στοιχείο α)· β) τις ενδείξεις που απαιτούνται για την αντίστοιχη σκοπούμενη χρήση στις στήλες 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του καταλόγου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9· γ) τη μνεία ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη διατροφολόγου πριν από τη χρήση των ζωοτροφών ή πριν από την παράταση της περιόδου χρήσης. Άρθρο 19 Πρόσθετες απαιτήσεις επισήμανσης ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς Στην ετικέτα ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς αναγράφεται δωρεάν αριθμός τηλεφώνου, ώστε να δίνεται στον πελάτη η δυνατότητα να λάβει πληροφορίες πέραν των υποχρεωτικών ενδείξεων σχετικά με τα εξής στοιχεία: α) τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που ενσωματώνονται στις ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς· και β) τις πρώτες ύλες ζωοτροφών που ενσωματώνονται, οι οποίες προσδιορίζονται ανά κατηγορία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο γ). Άρθρο 20 Πρόσθετες απαιτήσεις επισήμανσης για μολυσμένες ζωοτροφές 1. Πέραν των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 15, 16, 17 και 18, οι ζωοτροφές που περιέχουν ένα επίπεδο ανεπιθύμητων ουσιών το οποίο υπερβαίνει το επίπεδο των επιτρεπόμενων ουσιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/32/ΕΚ επισημαίνονται ως «ζωοτροφές με υπερβολικό(-ά) επίπεδο(-α) … [μνεία της(των) ανεπιθύμητης(-ων) ουσίας(-ιών) σύμφωνα με το παράρτημα I της οδηγίας 2002/32/ΕΚ], που προορίζονται μόνο για εγκεκριμένες εγκαταστάσεις αποτοξικοποίησης». Η έγκριση αυτών των εγκαταστάσεων βασίζεται στο άρθρο 10 παράγραφοι 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005. 2. Εάν η μόλυνση πρόκειται να περιοριστεί ή να εξαλειφθεί με καθαρισμό, η πρόσθετη επισήμανση μολυσμένων ζωοτροφών πρέπει να έχει την εξής μορφή: «ζωοτροφές με υπερβολικό(-ά) επίπεδο(-α) … [μνεία της(των) ανεπιθύμητης(-ων) ουσίας(-ιών) σύμφωνα με το παράρτημα I της οδηγίας 2002/32/ΕΚ], οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές μόνο ύστερα από κατάλληλο καθαρισμό». Άρθρο 21 Παρεκκλίσεις 1. Οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) και ε) και στο άρθρο 16 παράγραφος 2 δεν απαιτούνται εάν, πριν από κάθε συναλλαγή, ο αγοραστής έχει δηλώσει εγγράφως ότι δεν απαιτεί αυτές τις πληροφορίες. Η συναλλαγή μπορεί να αποτελείται από αρκετές αποστολές. 2. Στις συσκευασμένες ζωοτροφές, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) και ε) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) μπορούν να αναγράφονται στη συσκευασία εκτός από από τη θέση της ετικέτας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1. Σε αυτές τις περιπτώσεις, επισημαίνεται η θέση στην οποία αναγράφονται οι εν λόγω ενδείξεις. 3. Με την επιφύλαξη του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) και ε) και στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού δεν είναι υποχρεωτικές για τις πρώτες ύλες ζωοτροφών που δεν περιέχουν πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, με εξαίρεση τα συντηρητικά ή τις πρόσθετες ύλες ενσίρωσης, και οι οποίες παράγονται και διοχετεύονται από έναν υπεύθυνο επιχειρήσεων ζωοτροφών, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, σε χρήστη ζωοτροφών στην πρωτογενή παραγωγή για χρήση στη δική του εκμετάλλευση. 4. Οι υποχρεωτικές δηλώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) δεν απαιτούνται για μείγματα ολόκληρων σπόρων φυτών και δημητριακών. 5. Σε περίπτωση σύνθετων ζωοτροφών που αποτελούνται από τρεις κατ’ ανώτατο όριο πρώτες ύλες ζωοτροφών, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) δεν απαιτούνται εάν οι πρώτες ύλες ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται εμφανίζονται σαφώς στην περιγραφή. 6. Για ποσότητες οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα 20 κιλά πρώτων υλών ζωοτροφών ή σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για τον τελικό χρήστη και πωλούνται χύμα, οι ενδείξεις που αναφέρονται στα άρθρα 15, 16 και 17 μπορούν να επισημαίνονται στον αγοραστή με κατάλληλη αναφορά στο σημείο πώλησης. Σε αυτή την περίπτωση, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχείο α) και στο άρθρο 16 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), κατά περίπτωση, εκτυπώνονται για τον πελάτη το αργότερο κατά την έκδοση του τιμολογίου. 7. Για ποσότητες ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς οι οποίες δεν υπερβαίνουν το ημερήσιο σιτηρέσιο του αντίστοιχου είδους ζώου και οι οποίες πωλούνται σε συσκευασίες με αρκετούς περιέκτες, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία β), γ) και στ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία γ), ε) και στ) μπορούν να αναγράφονται μόνο στη συσκευασία αντί σε κάθε περιέκτη. 8. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν εθνικές διατάξεις για ζωοτροφές που προορίζονται για ζώα που διατηρούνται για επιστημονικούς ή πειραματικούς σκοπούς, με την προϋπόθεση ότι η ετικέτα τους αναφέρει σαφώς αυτό το σκοπό. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή. Άρθρο 22 Προαιρετική επισήμανση 1. Πέραν των υποχρεωτικών απαιτήσεων επισήμανσης, η επισήμανση σύνθετων ζωοτροφών μπορεί επίσης να περιλαμβάνει προαιρετικές ενδείξεις επισήμανσης, με τον όρο ότι τηρούνται οι γενικές αρχές που ορίζονται στο άρθρο 11. 2. Η πρόσθετη προαιρετική επισήμανση μπορεί να περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες ενδείξεις: α) προαιρετικές δηλώσεις, όπως προβλέπονται στα παραρτήματα V και VI· β) τη χώρα παραγωγής ή παρασκευής· γ) την περιγραφή ή την εμπορική επωνυμία του προϊόντος· δ) μνεία της φυσικής κατάστασης της ζωοτροφής ή της ειδικής επεξεργασίας που έχει υποστεί· ε) την περιεκτικότητα σε υγρασία· στ) την ημερομηνία παρασκευής· ζ) τις ειδικές συνθήκες αποθήκευσης· η) την τιμή του προϊόντος. 3. Η Επιτροπή δύναται να τροποποιεί τον κατάλογο των ενδείξεων που ορίζονται στην παράγραφο 2. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. Άρθρο 23 Συσκευασία 1. Οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά μόνο σε σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες. Οι συσκευασίες ή οι περιέκτες σφραγίζονται κατά τρόπο ώστε, όταν ανοιχθούν, η σφραγίδα να καταστρέφεται και να μην μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί. 2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, μπορούν να διατίθενται στην αγορά χύμα ή σε μη σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες οι ακόλουθες ζωοτροφές: α) πρώτες ύλες ζωοτροφών· β) σύνθετες ζωοτροφές που λαμβάνονται αποκλειστικά με την ανάμειξη σπόρων ή ολόκληρων καρπών· γ) παραδόσεις μεταξύ παραγωγών σύνθετων ζωοτροφών· δ) παραδόσεις σύνθετων ζωοτροφών απευθείας στο χρήστη ζωοτροφών· ε) παραδόσεις από παραγωγούς σύνθετων ζωοτροφών σε εταιρείες συσκευασίας· στ) ποσότητες σύνθετων ζωοτροφών που δεν υπερβαίνουν τα 50 κιλά κατά βάρος, οι οποίες προορίζονται για τον τελικό χρήστη και λαμβάνονται απευθείας από μια σφραγισμένη συσκευασία ή περιέκτη· ζ) τεμάχια ή λειχόμενοι λίθοι. Άρθρο 24 Αλλαγή συσκευασίας 1. Σε περίπτωση που μια παρτίδα ζωοτροφών χωριστεί σε τμήματα, οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να εμφανίζονται και πάλι, μαζί με μνεία της αρχικής παρτίδας, στη συσκευασία, το δοχείο ή το συνοδευτικό έγγραφο κάθε τμήματος της παρτίδας. 2. Όταν η σύνθεση των ζωοτροφών τροποποιείται μετά τη διάθεσή τους στην αγορά, οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης προσαρμόζονται αναλόγως υπό την ευθύντη του υπευθύνου της επιχείρησης ζωοτροφών που είναι αρμόδιος για την τροποποίηση των ζωοτροφών. Κεφάλαιο 5 Κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών και κοινοτικοί κώδικες ορθών πρακτικών επισήμανσης Άρθρο 25 Κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών 1. Καταρτίζεται κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών (στο εξής «ο κατάλογος») ως μέσο για τη βελτίωση της επισήμανσης των εν λόγω πρώτων υλών. Για κάθε πρώτη ύλη ζωοτροφών που περιλαμβάνεται στον κατάλογο περιλαμβάνει τα εξής: α) την ονομασία· β) τον αριθμό αναγνώρισης· γ) περιγραφή της πρώτης ύλης ζωοτροφών, στην οποία περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία παρασκευής, κατά περίπτωση· δ) ειδικές ενδείξεις για τη διατροφική σύνθεση οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται στην επισήμανση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2· ε) γλωσσάριο με τον ορισμό των διαφόρων διεργασιών και τεχνικών εκφράσεων που αναφέρονται. 2. Οι πρώτες καταχωρίσεις στον κατάλογο είναι εκείνες που παρατίθενται στο μέρος B του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ και στο παράρτημα της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29 παράγραφος 2. 3. Η διαδικασία του άρθρου 27 εφαρμόζεται στις τροποποιήσεις του καταλόγου. 4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων ασφάλειας που προβλέπονται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 26 Κοινοτικοί κώδικες ορθών πρακτικών επισήμανσης 1. Η Επιτροπή ενθαρρύνει την εκπόνηση δύο κοινοτικών κωδίκων ορθών πρακτικών επισήμανσης (στο εξής «οι κωδικοί»): ο ένας θα αφορά τις ζωοτροφές για τα ζώα συντροφιάς και ο άλλος τις ζωοτροφές για τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων. Οι κώδικες αυτοί αναφέρονται στο πεδίο εφαρμογής της προαιρετικής επισήμανσης που προβλέπεται στο άρθρο 22 και βελτιώνουν την καταλληλότητα της επισήμανσης. 2. Η διαδικασία του άρθρου 27 εφαρμόζεται για την κατάρτιση και την τυχόν τροποποίηση των κωδίκων. Άρθρο 27 Κατάρτιση του καταλόγου και των κωδίκων 1. Ο κατάλογος και οι κώδικες, όταν δημιουργούνται, καταρτίζονται και τροποποιούνται, κατά περίπτωση, από όλους τους κατάλληλους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού τομέα επιχειρήσεων ζωοτροφών: α) σε διαβούλευση με άλλους ενδιαφερομένους, όπως οι χρήστες ζωοτροφών· β) σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, με την Αρχή· γ) με βάση τη σχετική εμπειρία από τις γνώμες που εκδίδει η Αρχή και τις εξελίξεις των επιστημονικών ή των τεχνικών γνώσεων. 2. Η Επιτροπή εγκρίνει τον κατάλογο, τα σχέδια κωδίκων και τα σχέδια τροποποιήσεών τους, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29 παράγραφος 2, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) έχουν καταρτιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1· β) το περιεχόμενό τους είναι δυνατόν να εφαρμοστεί σε όλη την Κοινότητα για τους τομείς τους οποίους αφορούν· και γ) ενδείκνυνται για την επίτευξη των αντίστοιχων στόχων. 3. Η Επιτροπή δημοσιεύει τους τίτλους και τα στοιχεία αναφοράς του καταλόγου και των κωδίκων στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κεφάλαιο 6 Γενικές και τελικές διατάξεις Άρθρο 28 Τροποποιήσεις των παραρτημάτων και εκτελεστικά μέτρα 1. Η Επιτροπή δύναται να τροποποιήσει τα παραρτήματα I έως VI για να τα προσαρμόσει με βάση τις επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. 2. Τα εκτελεστικά μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορούν να εγκριθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29 παράγραφος 3. Άρθρο 29 Διαδικασία επιτροπής 1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, που ιδρύθηκε με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002, στο εξής καλούμενη «η επιτροπή». 2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης. 3. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρεις μήνες. 4. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, ισχύουν το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης. Άρθρο 30 Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 τροποποιείται ως εξής: (1) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής: α) Το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «δ) κατά περίπτωση, τον αριθμό έγκρισης της εγκατάστασης παρασκευής ή διάθεσης στην αγορά της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών ή του προμείγματος σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*· * ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 1.»· β) Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Σε περίπτωση προμειγμάτων, τα στοιχεία β), δ), ε) και ζ) δεν εφαρμόζονται στις ενσωματωμένες πρόσθετες ύλες ζωοτροφών.» (2) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η συσκευασία ή ο περιέκτης μιας πρόσθετης ύλης ζωοτροφών που ανήκει σε μια λειτουργική ομάδα που προσδιορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ ή ενός προμείγματος το οποίο περιέχει μια πρόσθετη ύλη που ανήκει σε μια λειτουργική ομάδα που προσδιορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ πρέπει να αναγράφει τις πληροφορίες σε εμφανή θέση, με τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, όπως υποδεικνύεται στο προαναφερθέν παράρτημα.» (3) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στην περίπτωση προμειγμάτων, η λέξη «προμείγμα» πρέπει να αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα στην ετικέτα και πρέπει να δηλώνονται οι ουσίες που χρησιμοποιούνται ως έκδοχα, στην περίπτωση πρώτων υλών ζωοτροφών, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [σχετικά με τη διάθεση ζωοτροφών στην αγορά και τη χρήση τους]*. * ΕΕ L … .». Άρθρο 31 Κατάργηση Οι οδηγίες 79/373/ΕΟΚ, 80/511/ΕΟΚ, 82/471/ΕΟΚ, 93/74/ΕΟΚ, 93/113/ΕΚ και 96/25/ΕΚ καταργούνται. Οι αναφορές στις καταργηθείσες οδηγίες θεωρείται ότι αποτελούν αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα VII. Άρθρο 32 Κυρώσεις Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις χρηματοοικονομικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ημερομηνία εφαρμογής] και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Άρθρο 33 Μεταβατικά μέτρα Μεταβατικά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29 παράγραφος 3. Άρθρο 34 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει [την εικοστή ημέρα] από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Εφαρμόζεται δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία της δημοσίευσής του. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ τις ΠΡΟΣΜΕΙΞΕΙΣ, τισ ζωοτροφες για θηλασμό, τις ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ζωοτροφων για συνδεση Ή μετουσιωση, το επιπεδο τεφρασ και την περιεκτικοτητα σε υγρασια που αναφερονται στα αρθρα 4 1. Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών πρέπει, σύμφωνα με τις ορθές πρακτικές παρασκευής που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005, να είναι απαλλαγμένες από χημικές προσμείξεις που απορρέουν από τη διεργασία παρασκευής τους και από τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, εκτός εάν ορίζεται συγκεκριμένη μέγιστη περιεκτικότητα στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 25. 2. Η βοτανική καθαρότητα των πρώτων υλών ζωοτροφών δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 95%, εκτός εάν ορίζεται χαμηλότερο ποσοστό στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 25. Οι βοτανικές προσμείξεις περιλαμβάνουν τις προσμείξεις φυτικών υλών χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις για τα ζώα, όπως άχυρο και σπόροι άλλων καλλιεργούμενων ειδών ή ζιζανίων. Οι βοτανικές προσμείξεις όπως υπολείμματα άλλων ελαιούχων σπόρων ή καρπών, που προέρχονται από προηγούμενη επεξεργασία, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 0,5% για κάθε τύπο ελαιούχων σπόρων ή καρπών. 3. Το επίπεδο σιδήρου στις ζωοτροφές για θηλασμό όσον αφορά μόσχους ζωντανού βάρους έως 70 κιλά πρέπει να είναι τουλάχιστον 30 χιλιοστόγραμμα ανά κιλό των πλήρων ζωοτροφών, με περιεκτικότητα σε υγρασία 12%. 4. Όταν πρώτες ύλες ζωοτροφών χρησιμοποιούνται για τη μετουσίωση ή τη σύνδεση άλλων πρώτων υλών ζωοτροφών, το προϊόν μπορεί να εξακολουθεί να θεωρείται πρώτη ύλη ζωοτροφών. Πρέπει να αναφέρονται στην επισήμανση η ονομασία, η φύση και η ποσότητα της πρώτης ύλης ζωοτροφών που χρησιμοποιείται για μετουσίωση ή σύνδεση. Εάν μια πρώτη ύλη ζωοτροφών συνδέεται με άλλη πρώτη ύλη ζωοτροφών, το ποσοστό της δεύτερης πρώτης ύλης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του συνολικού βάρους. 5. Το επίπεδο τέφρας αδιάλυτης στο υδροχλωρικό οξύ δεν πρέπει να υπερβαίνει το 2,2% της ξηρής ύλης. Ωστόσο, επιτρέπεται η υπέρβαση του ποσοστού του 2,2% σε περίπτωση: - πρώτων υλών ζωοτροφών· - σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν εγκεκριμένους ανόργανους παράγοντες σύνδεσης· - ανόργανων σύνθετων ζωοτροφών· - σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν, κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, ρύζι ή υποπροϊόντα σακχαρότευτλων· - σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για ψάρια ιχθυοτροφείου με περιεκτικότητα ιχθυαλεύρου άνω του 15%, με τον όρο ότι το επίπεδο αναγράφεται στην ετικέτα. 6. Εάν δεν ορίζεται άλλο επίπεδο στο παράρτημα III η στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 25, η περιεκτικότητα σε υγρασία των ζωοτροφών πρέπει να δηλώνεται εάν υπερβαίνει: - το 5%, σε περίπτωση ανόργανων ζωοτροφών που δεν περιέχουν καμία οργανική ουσία· - το 7%, σε περίπτωση ζωοτροφών για θηλασμό και άλλων σύνθετων ζωοτροφών με περιεκτικότητα σε προϊόντα γάλακτος που υπερβαίνει το 40%· - το 10%, σε περίπτωση ανόργανων ζωοτροφών που περιέχουν οργανικές ουσίες· - το 14%, σε περίπτωση άλλων ζωοτροφών. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II γενικεσ διαταξεισ επισημανσησ που αναφερονται στο αρθρο 11 παραγραφοσ 4 1. Οι περιεκτικότητες ή τα επίπεδα που αναγράφονται ή που πρέπει να δηλώνονται αναφέρονται στο βάρος των ζωοτροφών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά. 2. Πριν από τον κατάλογο των πρόσθετων υλών πρέπει να αναγράφεται η ένδειξη «πρόσθετες ύλες ανά κιλό». 3. Η αριθμητική αναφορά των ημερομηνιών ακολουθεί τη σειρά «ημέρα, μήνας, έτος», εκτός εάν δηλώνεται διαφορετικά στην επισήμανση. 4. Συνώνυμες εκφράσεις σε διάφορες γλώσσες: α) Στα γερμανικά, η έκφραση «Futtermittel-Ausgangserzeugnis» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «Einzelfuttermittel», στα ελληνικά η έκφραση «πρώτη ύλη ζωοτροφών» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «απλή ζωοτροφή», και στα ιταλικά η έκφραση «materie prime per alimenti degli animali» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «mangime semplice»· β) Στον προσδιορισμό των ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, επιτρέπονται οι εξής εκφράσεις: στα ολλανδικά «samengesteld voeder»· στα αγγλικά «pet food»· στα ουγγρικά «állateledel»· στα ιταλικά «alimento»· στα πολωνικά «karma» στα σλοβενικά «hrane za hišne živali»· και στα ισπανικά «alimento». 5. Οι οδηγίες για την ορθή χρήση των συμπληρωματικών ζωοτροφών των οποίων η περιεκτικότητα σε πρόσθετες ύλες υπερβαίνει τα μέγιστα επίπεδα που ορίζονται για τις σύνθετες ζωοτροφές πρέπει να αναφέρουν τη μέγιστη ποσότητα σε γραμμάρια ή κιλά των συμπληρωματικών ζωοτροφών ανά ζώο και ανά ημέρα. 6. Χωρίς να θίγονται οι μέθοδοι ανάλυσης, η έκφραση «ακατέργαστη πρωτεΐνη» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «πρωτεΐνη», η έκφραση «ακατέργαστα έλαια και λίπη» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες» και η έκφραση «ακατέργαστη τέφρα» μπορεί να αντικατασταθεί από τις εκφράσεις «αποτεφρωμένο υπόλειμμα» ή «ανόργανη ύλη». ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III ανοχεσ για την επισημανση σχετικα με τη συνθεση των πρωτων υλων ζωοτροφων και των συνθετων ζωοτροφων, όπως οριζεται στο αρθρο 11 παραγραφοσ 5 1. Οι ανοχές που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα περιλαμβάνουν τεχνικές και αναλυτικές παρεκκλίσεις. Όταν καθοριστούν σε επίπεδο Κοινότητας οι αναλυτικές ανοχές που καλύπτουν τις αβεβαιότητες μέτρησης και τις αποκλίσεις ως προς τη διαδικασία, οι τιμές που ορίζονται στην παράγραφο 2 πρέπει να προσαρμοστούν αντίστοιχα, ώστε να καλύπτονται μόνο οι τεχνικές ανοχές. 2. Όταν διαπιστώνεται ότι η σύνθεση μιας πρώτης ύλης ζωοτροφών ή των σύνθετων ζωοτροφών αποκλίνει από τη σύνθεση που αναγράφεται στην επισήμανση κατά τρόπο ώστε να μειώνεται η τιμή της, επιτρέπονται οι ακόλουθες ανοχές: α) για ακατέργαστη πρωτεΐνη, ζάχαρα, άμυλο και ινουλίνη: - 3 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες τουλάχιστον 30%, - 10% της δηλούμενης περιεκτικότητας για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 30% αλλά όχι μικρότερη του 10%, - 1 μονάδα για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 10%· β) για ακατέργαστες ίνες και ακατέργαστα έλαια και λίπη: - 2,2 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες τουλάχιστον 15%, - 15% της δηλούμενης περιεκτικότητας για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 15% αλλά όχι μικρότερη του 5%, - 0,8 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες μικρότερες του 5%· γ) για υγρασία, ακατέργαστη τέφρα, τέφρα αδιάλυτη στο υδροχλωρικό οξύ και χλωριούχα άλατα εκφραζόμενα ως NaCl, ολικό φώσφορο, νάτριο, ανθρακικό ασβέστιο, ασβέστιο, μαγνήσιο, δείκτης οξύτητας και ύλη αδιάλυτη σε πετρελαϊκό αιθέρα: - 1,5 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες (τιμές) τουλάχιστον 15% (15), κατά περίπτωση, - 10% της δηλούμενης περιεκτικότητας (τιμής) για δηλούμενη περιεκτικότητα (τιμή) μικρότερη του 15% (15) και όχι μικρότερη του 2% (2), κατά περίπτωση, - 0,2 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες (τιμές) μικρότερες του 2% (2), κατά περίπτωση· δ) για ενεργειακή τιμή 5% και για πρωτεϊνική τιμή 10%· ε) για πρόσθετες ύλες ζωοτροφών[25]· - 10%, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι τουλάχιστον 1.000 μονάδες, - 100 μονάδες για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη από 1.000 μονάδες αλλά όχι μικρότερη από 500 μονάδες, - 20% της δηλούμενης περιεκτικότητας, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι μικρότερη από 500 μονάδες αλλά όχι μικρότερη από 1 μονάδα, - 0,2 μονάδες για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη από 1 μονάδα αλλά όχι μικρότερη από 0,5 μονάδες· - 40% της δηλούμενης περιεκτικότητας, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι μικρότερη από 0,5 μονάδες. Αυτές οι ανοχές πρέπει να εφαρμόζονται και για τα μέγιστα επίπεδα πρόσθετων υλών ζωοτροφών στις σύνθετες ζωοτροφές. 3. Στο βαθμό που δεν υπάρχει υπέρβαση των μέγιστων επιπέδων για τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, η απόκλιση από τη δηλούμενη περιεκτικότητα μπορεί να υπερβαίνει έως και τρεις φορές την ανοχή που ορίζεται στην παράγραφο 2. 4. Για τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που ανήκουν στην ομάδα των μικροοργανισμών, το αποδεκτό ανώτατο όριο πρέπει να αντιστοιχεί στο οριζόμενο μέγιστο επίπεδο. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV υποχρεωτικεσ ενδειξεισ της επισημανσησ πρωτων υλων ζωοτροφων συμφωνα με το αρθρο 16 παραγραφοσ 1 Πρώτη ύλη ζωοτροφών που αποτελείται από | Υποχρεωτική δήλωση | 1. | Συγκομιζόμενες χορτονομές, συμπεριλαμβανομένων των χονδροειδών | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες | 2. | Σπόροι σιτηρών | 3. | Προϊόντα και υποπροϊόντα σπόρων σιτηρών | Άμυλο, εάν > 20% Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες | 4. | Ελαιούχοι σπόροι, ελαιούχοι καρποί | 5. | Προϊόντα και υποπροϊόντα ελαιούχων σπόρων ή καρπών | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες | 6. | Σπέρματα ψυχανθών | 7. | Προϊόντα και υποπροϊόντα σπερμάτων ψυχανθών | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες | 8. | Κόνδυλοι, ρίζες | 9. | Προϊόντα και υποπροϊόντα κονδύλων και ριζών | Άμυλο Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5% | 10. | Προϊόντα και υποπροϊόντα της βιομηχανικής σακχαροκάλαμου σακχαρότευτλων | Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες, εάν > 15% Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5% | 11. | Προϊόντα και υποπροϊόντα της βιομηχανικής μεταποίησης του σακχαροκάλαμου | Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες, εάν > 15% Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη | 12. | Άλλοι σπόροι και καρποί, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους | Ακατέργαστη πρωτεΐνη Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 10% | 13. | Άλλα φυτά, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες | 14. | Προϊόντα και υποπροϊόντα γάλακτος | Ακατέργαστη πρωτεΐνη Υγρασία, εάν > 5% Λακτόζη, εάν > 10% | 15. | Προϊόντα και υποπροϊόντα χερσαίων ζώων | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5% Υγρασία, εάν > 8% | 16. | Ψάρια, άλλα θαλάσσια ζώα, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Crude fat, εάν > 5% Υγρασία, εάν > 8% | 17. | Ανόργανες ουσίες | Ασβέστιο Νάτριο Φώσφορος Άλλες σχετικές ανόγρανες ουσίες | 18. | Διάφορα | Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10% Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 10% Άμυλο, εάν > 30% Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη, εάν > 10% Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5% | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ενδειξεισ επισημανσησ για ζωα που χρησιμοποιουνται για την παραγωγη τροφιμων Κεφάλαιο I: Πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 2 1. Οι ακόλουθες πρόσθετες ύλες παρατίθενται στον κατάλογο με την ονομασία τους, την προστιθέμενη ποσότητα, τον αριθμό αναγνώρισης και την αντίστοιχη ονομασία της λειτουργικής ομάδας όπως προβλέπεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ή την κατηγορία σε περίπτωση «κοκκιδιοστατικών και ιστομονοστατικών»: α) πρόσθετες ύλες, εάν ορίζεται μέγιστη περιεκτικότητα, β) πρόσθετες ύλες που ανήκουν στις κατηγορίες «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες» και «κοκκιδιοστατικά και ιστομονοστατικά», γ) πρόσθετες ύλες που ανήκουν στη λειτουργική ομάδα «ουρία και τα παράγωγά της» της κατηγορίας «θρεπτικές πρόσθετες ύλες», όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. 2. Οι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αναφέρονται προαιρετικά με την ίδια πλήρη μορφή ή μερικώς. 3. Ο υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών που διαθέτει τις ζωοτροφές στην αγορά πρέπει να αποκαλύπτει στον πελάτη, εάν το ζητήσει, τις ονομασίες των πρόσθετων υλών ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1. 4. Εάν μια θρεπτική πρώτη ύλη ζωοτροφών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, αναγράφεται προαιρετικά στην επισήμανση, πρέπει να αναγράφεται το επίπεδο ενσωμάτωσής της. 5. Εάν μια πρόσθετη ύλη ανήκει σε περισσότερες από μία λειτουργικές ομάδες, αναγράφεται εκείνη η ομάδα που αντιστοιχεί στην κύρια λειτουργία της στην περίπτωση των υπό εξέταση ζωοτροφών. Κεφαλαιο II: Αναλυτικά συστατικά, όπως αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 2 Ζωοτροφές | Αναλυτικά συστατικά και επίπεδα | Είδος ή κατηγορία ζώων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων | Υποχρεωτικές δηλώσεις | Προαιρετικές δηλώσεις | Πλήρεις ζωοτροφές | - Ακατέργαστη πρωτεΐνη - Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή * - Πρωτεϊνική τιμή * - Κλάσματα ινών - Λυσίνη - Μεθειονίνη - Άλλα αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο - Νάτριο - Φώσφορος - Κάλιο - Μαγνήσιο | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Χοίροι και πουλερικά Χοίροι και πουλερικά | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Μηρυκαστικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη | Συμπληρωματικές ζωοτροφές – Ανόργανες | - Ακατέργαστη πρωτεΐνη - Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή * - Πρωτεϊνική τιμή * - Κλάσματα ινών - Λυσίνη - Μεθειονίνη - Άλλα αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο - Νάτριο - Φώσφορος - Κάλιο - Μαγνήσιο | Χοίροι και πουλερικά Χοίροι και πουλερικά Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Μηρυκαστικά | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Μηρυκαστικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Είδη άλλα από μηρυκαστικά | Συμπληρωματικές ζωοτροφές – Άλλες | - Ακατέργαστη πρωτεΐνη - Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή * - Πρωτεϊνική τιμή * - Κλάσματα ινών - Λυσίνη - Μεθειονίνη - Άλλα αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο ≥ 5% < 5% - Νάτριο - Φώσφορος ≥ 2% < 2% - Κάλιο - Μαγνήσιο | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Χοίροι και πουλερικά Χοίροι και πουλερικά Όλα τα είδη Όλα τα είδη Μηρυκαστικά | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Μηρυκαστικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Είδη άλλα από χοίρους και πουλερικά Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη εκτός από τα μηρυκαστικά | * Η τιμή πρέπει να δηλώνεται σύμφωνα με τη μέθοδο ΕΚ, εάν υπάρχει, ή με την αντίστοιχη επίσημη εθνική μέθοδο στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθενται οι ζωοτροφές, εάν υπάρχει. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI ενδειξεισ επισημανσησ για ζωα που δεν χρησιμοποιουνται για την παραγωγη τροφιμων Κεφάλαιο I: Πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 2 1. Οι ακόλουθες πρόσθετες ύλες παρατίθενται στον κατάλογο με την ονομασία τους και/ή τον αριθμό αναγνώρισης, την προστιθέμενη ποσότητα και την αντίστοιχη ονομασία της λειτουργικής ομάδας όπως προβλέπεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ή την κατηγορία σε περίπτωση «κοκκιδιοστατικών και ιστομονοστατικών»: α) πρόσθετες ύλες, εάν ορίζεται μέγιστη περιεκτικότητα, β) πρόσθετες ύλες που ανήκουν στις κατηγορίες «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες» και «κοκκιδιοστατικά και ιστομονοστατικά», γ) πρόσθετες ύλες που ανήκουν στη λειτουργική ομάδα «ουρία και τα παράγωγά της» της κατηγορίας «θρεπτικές πρόσθετες ύλες», όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. 2. Οι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αναφέρονται προαιρετικά με την ίδια πλήρη μορφή ή μερικώς. 3. Εάν μια θρεπτική πρώτη ύλη ζωοτροφών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, αναγράφεται προαιρετικά στην επισήμανση, πρέπει να αναγράφεται το επίπεδο ενσωμάτωσής της. 4. Εάν μια πρόσθετη ύλη ανήκει σε περισσότερες από μία λειτουργικές ομάδες, αναγράφεται εκείνη η ομάδα που αντιστοιχεί στην κύρια λειτουργία της στην περίπτωση των υπό εξέταση ζωοτροφών. Κεφαλαιο II: Αναλυτικά συστατικά, όπως αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 2 Ζωοτροφές | Αναλυτικά συστατικά και επίπεδα | Είδος ή κατηγορία ζώων που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων | Υποχρεωτικές δηλώσεις | Προαιρετικές δηλώσεις | Πλήρεις ζωοτροφές | - Πρωτεΐνη - Διατροφικές ίνες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή* - Αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο - Νάτριο - Φώσφωρος - Κάλιο - Μαγνήσιο | Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι | Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη | Συμπληρωματικές ζωοτροφές – Ανόργανες | - Πρωτεΐνη - Διατροφικές ίνες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή* - Αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο - Νάτριο - Φώσφωρος - Κάλιο - Μαγνήσιο | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη | Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη | Συμπληρωματικές ζωοτροφές – Άλλες | - Πρωτεΐνη - Διατροφικές ίνες - Ακατέργαστα έλαια και λίπη - Ακατέργαστη τέφρα - Άμυλο - Ολικό σάκχαρο (ως σακχαρόζη) - Ολικό σάκχαρο με άμυλο - Ενεργειακή τιμή* - Αμινοξέα - Βιταμίνες - Ιχνοστοιχεία - Ασβέστιο - Νάτριο - Φώσφωρος - Κάλιο - Μαγνήσιο | Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι Γάτες και σκύλοι | Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Είδη άλλα από γάτες και σκύλους Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη Όλα τα είδη | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ Οδηγία 79/373/ΕΟΚ | Οδηγία 96/25/ΕΚ | Άλλες πράξεις: Οδηγίες 80/511/ΕΟΚ (1), 82/471/ΕΟΚ (2), 93/74/ΕΟΚ (3) ή 93/113 ΕΚ (4) | Παρών κανονισμός | - | - | - | Άρθρο 1 | Άρθρο 1 | Άρθρο 1 | (2), (4): Άρθρο 1 (3): Άρθρο 4 | Άρθρο 2 | Άρθρο 2 | Άρθρο 2 | (2), (3): Άρθρο 2 | Άρθρο 3 | - | - | - | Άρθρο 4 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 | Άρθρο 3 | (3): Άρθρο 1(2) | Άρθρο 4 παράγραφος 2 | Άρθρο 4 | Άρθρο 4 παράγραφος 3 | - | - | - | Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 12 | (3): Άρθρο 10(2) | Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 10α παράγραφος 3 | Άρθρο 11 στοιχείο β) | (2): Άρθρο 8 | Άρθρο 6 | - | - | - | Άρθρο 7 | - | - | - | Άρθρο 8 | (3): Άρθρο 3 | Άρθρο 9 | (3): Άρθρο 6 | Άρθρο 10 | Άρθρο 5ε | Άρθρο 11 παράγραφος 1 | Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 | (2): Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 11 παράγραφος 2 | - | - | - | Άρθρο 11 παράγραφος 3 | Άρθρο 5 παράγραφος 6 | Άρθρο 4 και άρθρο 6 παράγραφος 4 | Άρθρο 11 παράγραφος 4 | Άρθρο 6 | Άρθρο 4 | Άρθρο 11 παράγραφος 5 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 12 | Άρθρο 5ε | Άρθρο 5 παράγραφος 2 | (3): Άρθρο 5 παράγραφος 6 | Άρθρο 13 | Άρθρο 5 παράγραφος 1, Άρθρο 11 | Άρθρο 5 παράγραφος 1, Άρθρο 9 | Άρθρο 14 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 και άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο γ) | Άρθρο 5 παράγραφος 1 | (4): Άρθρο 7 παράγραφος 1σημείοE και οδηγία 70/524/ΕΟΚ: Άρθρο 16 | Άρθρο 15 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) και άρθρο 7 | Άρθρο 16 | Άρθρο 5 παράγραφος 1 και άρθρα 5γ και 5δ | Άρθρο 17 παράγραφος 1 | - | - | - | Άρθρο 17 παράγραφος 2 | Άρθρο 5γ παράγραφος 3 | Άρθρο 17 παράγραφος 3 | (3): Άρθρο 5 παράγραφοι 1, 4 και 7 και άρθρο 6 στοιχείο α) | Άρθρο 18 | - | - | - | Άρθρο 19 | Άρθρο 8 | Άρθρο 20 | Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) | Άρθρο 21 παράγραφος 1 | Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο δ) | Άρθρο 21 παράγραφος 2 | Άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο α) | Άρθρο 21 παράγραφος 3 | Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο β) | Άρθρο 21 παράγραφος 4 | Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο α) | Άρθρο 21 παράγραφος 5 | Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 5 παράγραφος 3 και άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) | Άρθρο 21 παράγραφος 6 | - | - | - | Άρθρο 21 παράγραφος 7 | Άρθρο 14 στοιχείο γ) | Άρθρο 21 παράγραφος 8 | Άρθρο 5 παράγραφος 3, άρθρο 5γ παράγραφος 4 και άρθρο 5ε | Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 22 | Άρθρο 4 παράγραφος 1 | (1): Άρθρο 1 | Άρθρο 23 | Άρθρο 5 παράγραφος 4 | Άρθρο 24 | - | - | - | Άρθρο 25 | - | - | - | Άρθρο 26 | - | - | - | Άρθρο 27 | Άρθρο 10 | Άρθρο 11 | Άρθρο 28 | Άρθρο 13 | Άρθρο 13 | (2): Άρθρα 13 και 14 (3): Άρθρο 9 | Άρθρο 29 | - | - | - | Άρθρο 30 | - | - | - | Άρθρο 31 | - | - | - | Άρθρο 32 | - | - | - | Άρθρο 33 | - | - | - | Άρθρο 34 | Παράρτημα, μέρος A σημεία 2, 3 και 4 | Παράρτημα, μέρος A, σημεία II και VI | Παράρτημα I | Παράρτημα, μέρος A, σημείο 1 και άρθρο 5 παράγραφος 6, | Άρθρο 6 παράγραφος 4 | Παράρτημα II | Παράρτημα, μέρος A, σημεία 5 και 6 | Παράρτημα, μέρος A, σημείο VII | Παράρτημα III | Παράρτημα, μέρος Γ | Παράρτημα IV | Παράρτημα, μέρος B | Παράρτημα V | Παράρτημα, μέρος B | Παράρτημα VI | [1] ΕΕ C […] της […], σ. […]. [2] ΕΕ C […] της […], σ. […]. [3] ΕΕ C […] της […], σ. […]. [4] ΕΕ C […] της […], σ. […]. [5] ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 575/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 100 της 8.4.2006, σ. 3). [6] ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 378/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 59 της 5.3.2005, σ. 8). [7] ΕΕ L 92 της 7.4.1990, σ. 42. [8] ΕΕ L 86 της 6.4.1979, σ. 30. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36). [9] ΕΕ L 237 της 22.9.1993, σ. 23. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1). [10] ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 35. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003. [11] ΕΕ L 213 της 21.7.1982, σ. 8. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/116/EK της Επιτροπής (ΕΕ L 379 της 24.12.2004, σ. 81). [12] ΕΕ L 126 της 21.5.1980, σ. 14. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/67/ΕΚ (ΕΕ L 261 της 24.9.1998, σ. 10). [13] ΕΕ L 334 της 31.12.1993, σ. 17. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/40/ΕΚ (EE L 180 της 9.7.1997, σ. 21). [14] ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 1. [15] ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1). [16] ΕΕ L 67 της 5.3.2004, σ. 31. [17] ΕΕ L 207 της 10.8.1994, σ. 20. [18] ΕΕ L 140 της 30.5.2002, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/77/EK της Επιτροπής (ΕΕ L 271 της 30.9.2006, σ. 53). [19] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11). [20] ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1 [21] ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1. [22] ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1. [23] ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 24. [24] ΕΕ L 144 της 4.6.1997, σ. 19. [25] Στην παρούσα παράγραφο, ως 1 μονάδα νοείται 1 mg, 1.000 IU, 1x109 CFU ή 100 μονάδες ενζυμικής δράσης της αντίστοιχης πρόσθετης ύλης ζωοτροφών.