Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007AE1238

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος του τομέα των μηχανημάτων

    ΕΕ C 10 της 15.1.2008, p. 8–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    15.1.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 10/8


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος του τομέα των μηχανημάτων

    (2008/C 10/03)

    Στις 8 Ιανουαρίου 2007, η κ. Margot WALLSTRÖM και ο κ. Günter VERHEUGEN, Αντιπρόεδροι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ζήτησαν από την ΕΟΚΕ να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση σχετικά με την: «Απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος του τομέα των μηχανημάτων».

    Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 18 Ιουλίου 2007 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. IOZIA.

    Κατά την 438η σύνοδο ολομέλειας, της 26ης και 27ης Σεπτεμβρίου 2007 (συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2007), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 138 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού είναι ένας κλάδος αιχμής που έχει κεφαλαιώδη σημασία για την οικονομία της Ε.Ε. Το 2006, ο κύκλος εργασιών 130 000 και πλέον επιχειρήσεων, οι οποίες εξάγουν το ένα τρίτο της παραγωγής τους, ανερχόταν σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων και ηλεκτρικών μηχανημάτων απασχολεί στην Ένωση πάνω από 4 εκατ. εργαζόμενους με υψηλή εξειδίκευση και παράγει σημαντική προστιθέμενη αξία.

    1.2

    Περισσότερο από κάθε άλλο τομέα, ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων και ηλεκτρικών μηχανημάτων μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας χάρη στη συνεχή κατάρτιση, την ανταλλαγή εμπειριών και ορθών πρακτικών, την διατήρηση της ανταγωνιστικής ικανότητας στο υψηλότερο επίπεδο καθώς και της ικανότητάς του να διεισδύει στην παγκόσμια αγορά.

    1.3

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής που αποβλέπει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τομέα, στη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου αναφοράς, μέσω καλύτερης και πιο αποτελεσματικής νομοθετικής ρύθμισης η οποία λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ο τομέας αποτελείται από δεκάδες χιλιάδων μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η βελτίωση της νομοθεσίας δεν σημαίνει, τουλάχιστον για τον τομέα αυτό, τη μη θέσπιση νομοθετικών πράξεων αλλά τη δημιουργία ενός σταθερού πλαισίου, την επεξεργασία σαφών και ευεφάρμοστων κανόνων και την συγκράτηση του διοικητικού κόστους στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο.

    1.4

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που η Επιτροπή της εμπιστεύτηκε αυτή τη λεπτή αποστολή, να επισημάνει δηλαδή με τη μεγαλύτερη δυνατή ομοφωνία, τους τομείς στους οποίους η υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία πρέπει να απλουστευθεί, στα πλαίσια των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν τα νομοθετικά όργανα για να βελτιώσουν και να απλοποιήσουν τη νομοθεσία.

    1.5

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι στον υπό εξέταση τομέα βρίσκονται εν εξελίξει διάφορες νομοθετικές πρωτοβουλίες και ότι πρέπει να συμβιβαστούν διάφορα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά συμφέροντα που διακυβεύονται. Η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς δεν μπορεί να γίνει σε βάρος άλλων πτυχών που αξίζουν τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή στα πλαίσια της ατζέντας της Λισσαβώνας, όπως η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων, η προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι απαιτείται μια στρατηγική που να ενσωματώνει και να συντονίζει τις διάφορες πρωτοβουλίες.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις προτάσεις που διατύπωσε η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της της 17ης Φεβρουαρίου 2007, για την τροποποίηση της νέας προσέγγισης και την ενίσχυση του ρόλου και των δραστηριοτήτων των κρατών μελών όσον αφορά την εποπτεία της αγοράς, στο μέτρο που τα τελευταία δεν αφιερώνουν πάντοτε επαρκείς πόρους για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η ΕΟΚΕ εύχεται να ενισχυθούν οι υπηρεσίες της Επιτροπής που είναι αρμόδιες για τον συντονισμό, την παρακολούθηση και σε ορισμένες περιπτώσεις τον έλεγχο της διαχείρισης των όρων διαπίστευσης, των δραστηριοτήτων των οργάνων κοινοποίησης και της ποιότητας των πιστοποιήσεών τους. Πρέπει να υποστηριχθεί η δημιουργία μιας πλατφόρμας επικοινωνίας μεταξύ των φορέων και των κρατών μελών, που πρέπει να αναπτύσσουν δραστηριότητα κατά τρόπο ανάλογο και συνεπή με τους στόχους των κοινοτικών οδηγιών και πολιτικών, επιφέροντας προοδευτική σύγκλιση των συστημάτων και των μοντέλων εποπτείας των αγορών.

    1.7

    Η ΕΟΚΕ ζητά να μπορούν να συμμετέχουν εκ των προτέρων όλοι οι ενδιαφερόμενοι για την τυποποίηση φορείς στον ορισμό των κανόνων, ενισχύοντας τόσο την συμμετοχή στις τεχνικές επιτροπές, ιδίως σε τοπικό επίπεδο, όσο και την αξιολόγηση του αντικτύπου, χωρίς να γίνεται κατάχρηση της τηλεματικής διαβούλευσης, που είναι μεν χρήσιμο μέσο αλλά το οποίο δεν μπορεί να είναι, ειδικά στον τομέα αυτόν, το μοναδικό μέσο διαβούλευσης των ενδιαφερομένων μερών.

    1.8

    Όσον αφορά την εναρμονισμένη τυποποίηση, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι πρέπει να είναι διαθέσιμη με μηδενικό κόστος ή το πολύ με συμβολικό κόστος, ιδιαίτερα στη μικρή και μεσαία επιχείρηση και επισημαίνει τη διακριτική μεταχείριση που υφίσταται μεταξύ των επιχειρήσεων που δεν ανήκουν στις χώρες στις γλώσσες των οποίων συντάσσονται οι κανόνες (αγγλικά, γαλλικά και ορισμένες φορές γερμανικά) και των άλλων οι οποίες πρέπει να επιβαρυνθούν με τεράστιο ορισμένες φορές κόστος μετάφρασης.

    1.9

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι πρέπει να καταργηθεί κάθε διοικητικό κόστος που δεν είναι αιτιολογημένο, ώστε να μειωθούν αισθητά οι επιβαρύνσεις του παραγωγικού συστήματος.

    1.10

    Η ΕΟΚΕ εύχεται να λάβει η Επιτροπή σοβαρά υπόψη της την ανάγκη να προωθηθεί η σταθερότητα της τυποποίησης, δεχόμενη τις προτάσεις που προέρχονται από τους φορείς και τα κύρια ενδιαφερόμενα μέρη. Όσον αφορά το νομικό πλαίσιο και την νομική βάση αναφοράς, η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να εξετάζει πριν καταρτίσει έναν κανονισμό εάν οι ίδιοι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν με διαφορετικούς τρόπους, όπως είναι η αυτορύθμιση ή η συνρύθμιση, εφόσον εξασφαλίζεται το μέγιστο επίπεδο διαφάνειας και συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων και να εξετάζει πάντοτε το κύριο θέμα της ρύθμισης και το περιεχόμενό της, ως την απαραίτητη αναφορά προκειμένου να χρησιμοποιηθούν τα διάφορα άρθρα της συνθήκης ως νομική βάση.

    1.11

    Η ΕΟΚΕ ζητά να καταργηθούν τα τεχνικά εμπόδια για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Οι μη αιτιολογημένοι εθνικοί και τοπικοί κανονισμοί δημιουργούν ένα πραγματικό και ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

    1.12

    Η ΕΟΚΕ συνιστά στο μέλλον να προηγείται πάντοτε η δέουσα και προσεκτική εξέταση του εκ των προτέρων αντίκτυπου πριν την εκπόνηση της νομοθεσίας, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό αναλογικότητας, αλλά και την εκ των υστέρων αυστηρή παρακολούθηση, προκειμένου να προληφθούν ζημιές που διαφορετικά θα ήταν ανεπανόρθωτες για το μέλλον των επιχειρήσεων του τομέα.

    1.13

    Ο ευρωπαϊκός τομεακός κοινωνικός διάλογος θα διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο για τον εντοπισμό όλων των κοινών πρωτοβουλιών που σκοπό έχουν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη της απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας του τομέα, ενώ ταυτόχρονα σέβονται την επιτακτική αρχή της προστασίας των εργαζομένων, των πολιτών και του περιβάλλοντος. Η τακτική της κοινωνικής εταιρικής ευθύνης μπορεί να διευκολύνει τον συνεχή αυτό διάλογο μεταξύ επιχειρήσεων και ενδιαφερομένων φορέων με σκοπό να προληφθεί η ακατάλληλη χρήση, να βελτιωθεί η συνειδητοποίηση και η δια βίου κατάρτιση και η ανάπτυξη θετική σχέσης με τις ενδιαφερόμενες περιφέρειες και τους τελικούς καταναλωτές.

    2.   Περιεχόμενο της αίτησης γνωμοδότησης της Επιτροπής

    2.1

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν πρωτοβουλίας των Αντιπροέδρων Wallström και Verheugen, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με στόχο την ανάλυση της γενικής συνοχής του ρυθμιστικού πλαισίου που ισχύει για τον βιομηχανικό τομέα, και κυρίως για τον τομέα των μηχανημάτων, προκειμένου να καθοριστούν τα περιθώρια δυνητικής απλούστευσης. Πέραν της σχετικής τομεακής νομοθεσίας, η ανάλυση θα πρέπει να αφορά το σύνολο του κανονιστικού πλαισίου που εφαρμόζεται στον τομέα των μηχανημάτων.

    2.2

    Υπό το πρίσμα της συμμετοχής των ενδιαφερομένων πλευρών στη διαδικασία απλούστευσης, ειδικότερα ενόψει του προσδιορισμού των κανόνων που θέτουν ιδιαίτερα προβλήματα ως προς την αντιμετώπισή τους, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η ΕΟΚΕ διαθέτει αξιόλογη και μακρά εμπειρία, καθώς και πραγματικά πλουραλιστική σύνθεση, που την καθιστούν το ιδανικό όργανο για την απεικόνιση και τη σύνθεση των απόψεων των οικονομικών φορέων, των εργαζομένων και της κοινωνίας των πολιτών της Ευρώπης.

    2.3

    Η Επιτροπή ανέθεσε αυτό το σημαντικό εγχείρημα στην ΕΟΚΕ λαμβάνοντας υπόψη τόσο την εμπειρία που έχει αποκτήσει η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μέσω των πολυάριθμων γνωμοδοτήσεών της σχετικά με τη βελτίωση και την απλούστευση (1) της νομοθεσίας όσο και το άρθρο 8 του πρωτοκόλλου συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΟΚΕ. Εάν αποδειχθεί παραγωγικό και εποικοδομητικό το έργο της ΕΟΚΕ επί του θέματος, η Επιτροπή δηλώνει πρόθυμη να επαναλάβει την υποβολή σχετικού αιτήματος σε πολλούς άλλους τομείς που είναι σημαντικοί στο πλαίσιο του προγράμματος των εργασιών της — και των εργασιών της ΕΟΚΕ — για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

    2.4

    Η Επιτροπή επεξήγησε εν συνεχεία περαιτέρω την άποψή της, διευκρινίζοντας ότι η βελτίωση της νομοθεσίας δεν συνεπάγεται τη μείωσή της και ότι απαιτείται, αντιθέτως, να διατηρηθεί τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας για τους εργαζομένους, τους καταναλωτές και το περιβάλλον, με στόχο να διασφαλιστεί ρυθμιστικό πλαίσιο που να επιτρέπει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1

    Κατ'αρχήν, η ΕΟΚΕ ενδιαφέρεται άκρως να αναλάβει το εγχείρημα που συνίσταται στη στάθμιση των διαφόρων διακυβευομένων συμφερόντων με στόχο την υποβολή μιας πρότασης για τη βελτίωση και την απλούστευση του υφισταμένου ρυθμιστικού και νομοθετικού πλαισίου. Το βασικότερο πλεονέκτημα της ΕΟΚΕ είναι η δυνατότητά της να επηρεάζει τις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων επιδιώκοντας την επίτευξη της ευρύτερης δυνατής συναίνεσης μεταξύ των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών που προασπίζουν διαφορετικά συμφέροντα. Η σαφής προσήλωση στις αρχές και στις αξίες της ΕΕ, καθώς και οι ισορροπημένες, ποιοτικές και καινοτόμες γνωμοδοτήσεις της, καθιστούν την ΕΟΚΕ σημαντικό και ισχυρό συνομιλητή των κοινοτικών θεσμικών οργάνων. Η παρακίνηση, και κατ'ουσία η πρόκληση, που συνεπάγεται το εν λόγω αίτημα της Επιτροπής για όλες τις συνιστώσες της ΕΟΚΕ προκειμένου να κατορθώσουν να αξιοποιήσουν αυτήν την ευκαιρία, μπορεί να συντελέσει στην ενίσχυση του ρόλου της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών ως φόρουμ συνάντησης, συζήτησης και διαλόγου, ρόλου ο οποίος έχει αναγνωρισθεί από τις Συνθήκες.

    3.2

    Η ευκαιρία που παρέχεται στην ΕΟΚΕ για την εκ των προτέρων υπόδειξη των τομέων στους οποίους το ρυθμιστικό πλαίσιο αναφοράς επιδέχεται βελτίωση διανοίγει νέες προοπτικές όσον αφορά τη μέθοδο συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Εξυπακούεται, φυσικά, ότι όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές έχουν ήδη, καθεμία ξεχωριστά, κοινοποιήσει στην Επιτροπή τα αιτήματα και τις επιθυμίες τους. Οι εταιρείες παραγωγής, οι χρήστες, οι εργαζόμενοι, οι καταναλωτές, οι οργανισμοί τυποποίησης και οι δημόσιες αρχές έχουν ήδη επισημάνει τα σημεία ως προς τα οποία θα επιθυμούσαν να «βελτιωθεί» η ισχύουσα νομοθεσία. Οι μέθοδοι διαβούλευσης που έχουν μέχρι στιγμής υιοθετηθεί δεν κατέστησαν ωστόσο δυνατή την επακριβή απεικόνιση των διαφόρων αιτημάτων, με αποτέλεσμα να έχουν όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές κάποια στιγμή την εντύπωση ότι δεν εισακούονται επαρκώς.

    3.3

    Η ΕΟΚΕ μπορεί όμως να προβεί σε αυτήν την απεικόνιση βασιζόμενη, αφενός, στις ποικιλόμορφες και αξιόλογες δικές της εμπειρίες και, αφετέρου, στις πολυσχιδείς και σημαντικές επαφές που μπορούν να επιδιώξουν τα μέλη της για την εξασφάλιση αξιοσημείωτων συνεισφορών. Επ' αυτού του θέματος, η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφραστεί εν μέρει, στην γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της «Οι βιομηχανικές μεταλλαγές στον τομέα της μηχανολογίας» (2).

    3.4

    Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι έχουν ήδη αναληφθεί ή εξαγγελθεί διάφορες πρωτοβουλίες όσον αφορά την κοινοτική νομοθεσία που διέπει τη βιομηχανική παραγωγή και, ειδικότερα, τον τομέα των μηχανημάτων. Οι πρωτοβουλίες αυτές εγείρουν σύνθετα και ποικίλα προβλήματα, τα οποία θα ήταν χρήσιμο να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης κατά τρόπο ώστε να συνεκτιμηθούν τα διάφορα συμφέροντα που προασπίζει η κοινοτική νομοθεσία, όπως: η ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων, η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων, η προστασία των καταναλωτών, η διαφύλαξη του περιβάλλοντος, οι οικονομικοί και κοινωνικοί στόχοι της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Η εν λόγω νομοθεσία απορρέει από διάφορα νομοθετικά μέσα και δεν έχει ποτέ πραγματοποιηθεί κάποια μελέτη αυτού του είδους. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι έφθασε η ώρα να αντιμετωπιστεί κατά τρόπο οργανικό και δομημένο ολόκληρο το θέμα.

    3.5

    Στον τομέα της παραγωγής και της εμπορίας βιομηχανικών υλικών η κοινοτική νομοθεσία διαμορφώθηκε σταδιακά. Το γεγονός αυτό συνέβαλε γενικώς σε μια νομοθετική εναρμόνιση η οποία έχει απλοποιήσει σε μεγάλο βαθμό το ρυθμιστικό περιβάλλον εντός του οποίου λειτουργούν οι επιχειρήσεις, παρότι απαιτείται να επισημανθεί ότι η εν λόγω διαδικασία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

    3.6

    Η κοινοτική νομοθεσία που άρχισε να υιοθετείται από το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '80 βασίζεται σε δύο σημαντικά σύνολα κανόνων, το ένα εκ των οποίων αφορά την αγορά και το άλλο τον εργασιακό χώρο. Η αποτελεσματική εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας προϋποθέτει τη συμμετοχή πολλών και διαφόρων ενδιαφερομένων φορέων, όπως οι εξής: οργανισμοί τυποποίησης και κοινοποίησης, σχεδιαστές και κατασκευαστές, εισαγωγείς και διανομείς, συναρμολογητές και εφαρμοστές, δημόσιοι οργανισμοί ελέγχου και επιβολής κυρώσεων (συμπεριλαμβανομένων των τελωνείων και των δικαστικών αρχών), επιχειρηματίες, εργαζόμενοι και εκπρόσωποι των εργαζομένων, κλπ. Οι οργανώσεις των καταναλωτών εξέφρασαν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον τους να συμμετάσχουν κατά τρόπο συγκεκριμένο και αποτελεσματικό δεδομένου ότι η συμμετοχή τους δεν θεωρείται επαρκής μέχρι σήμερα. Η συνεργασία μεταξύ όλων αυτών των ενδιαφερομένων φορέων είναι ζωτικής σημασίας, ακριβώς όπως και η συνεργασία μεταξύ των δημόσιων αρχών σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

    3.7

    Η εφαρμογή των προαναφερθέντων κανόνων δεν φαίνεται να θέτει μείζονες δυσκολίες, παρότι αυτή η κατά κανόνα ευνοϊκή αξιολόγηση δεν πρέπει να αποκρύπτει την ύπαρξη ορισμένων πρακτικών προβλημάτων.

    4.   Βελτιωμένη, αλλά ακόμη ανεπαρκής, ασφάλεια

    4.1

    Τα ατυχήματα που συμβαίνουν ετησίως στο χώρο της εργασίας προκαλούν το θάνατο 6 000 έως 8 000 ατόμων (εκ των οποίων το 40 % είναι ηλικίας κάτω των 35 ετών) και εκατοντάδες χιλιάδες αναπήρων στην ΕΕ. Ένα μέρος των ατυχημάτων αυτών προκαλούνται από τα εργαλεία εργασίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, για τα ατυχήματα ευθύνεται επίσης η αναποτελεσματικότητα του προσωπικού εξοπλισμού ασφαλείας ή η ακαταλληλότητα της παρεχόμενης κατάρτισης. Περίπου το ένα τέταρτο των εργαζομένων της ΕΕ δηλώνει ότι οφείλει να χρησιμοποιεί προσωπικό εξοπλισμό ασφαλείας για την προστασία της υγείας και της ασφάλειάς του. Τα κυριότερα φυσικά αίτια που αποτελούν παράγοντες κινδύνου στον εργασιακό χώρο σχετίζονται γενικώς με τα εργαλεία εργασίας: θόρυβος, δονήσεις, ιονικές και μη ιονικές ακτίνες. Οι εργονομικοί παράγοντες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα εργαλεία εργασίας μπορούν να προκαλέσουν έκθεση σε χημικές ουσίες και η αποτελεσματικότητα του προσωπικού εξοπλισμού ασφαλείας μπορεί μερικές φορές να αποδειχθεί ζωτικής σημασίας.

    4.2

    Πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη σημασία στα προϊόντα που προορίζονται για ευρεία κατανάλωση εκ μέρους ενός αδιαφοροποίητου κοινού το οποίο οπωσδήποτε δεν γνωρίζει τους ενδεχόμενους κινδύνους που ενέχουν τα μηχανήματα που αγοράζει ή ενοικιάζει. Δυστυχώς συμβαίνουν πάρα πολλά ατυχήματα στους καταναλωτές λόγω ακατάλληλης χρήσεως τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη στα στατιστικά στοιχεία.

    5.   Ενίοτε δυσχερής συνεργασία μεταξύ των διάφορων φορέων

    5.1

    Διαπιστώνεται ότι η συνεργασία μεταξύ των φορέων που δραστηριοποιούνται στην ενιαία αγορά προσκρούει τόσο σε αντικειμενικές δυσκολίες όσο και σε σημαντική απροθυμία για την ανάληψη δράσης υπό συνθήκες πλήρους διαφάνειας. Η απροθυμία αυτή, στην περίπτωση των φορέων του ιδιωτικού τομέα, εκπορεύεται από την επιθυμία τους να προστατευθούν από τον ανταγωνισμό ή από δυνητικές κυρώσεις, ενώ στην περίπτωση των φορέων του δημοσίου τομέα οφείλεται στη γραφειοκρατική αδράνεια, η οποία είναι ενίοτε βαθιά ριζωμένη! Παραδείγματος χάρη, υφίσταται σαφής ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των εταιρειών κατασκευής και χρήσης και μεγιστοποίησης της διαφάνειας ως προς τον τρόπο κατά τον οποίο ερμηνεύονται οι βασικές απαιτήσεις των οδηγιών της «Νέας Προσέγγισης» εκ μέρους των εποπτικών αρχών και των οργανισμών τυποποίησης, καθώς και εκ μέρους των συμβούλων που παρέχουν τεχνική υποστήριξη στους επιχειρηματίες.

    5.2

    Το εν λόγω πρόβλημα πρέπει να βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Επιτροπής κατά την ανάληψη της πρόσφατης πρωτοβουλίας της για την αναθεώρηση της «Νέας Προσέγγισης», η οποία εξαγγέλθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2007 και τιτλοφορείται «Νέα δέσμη μέτρων για την κυκλοφορία των προϊόντων στην εσωτερική αγορά». Αυτή η δέσμη μέτρων αποτελείται από μία πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων» (COM(2007) 37 τελικό (3)) και από μια πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για ένα κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων» (COM(2007) 53 τελικό (4)). Μια από τις προτάσεις που διατυπώνονται στην εν λόγω δέσμη μέτρων αφορά την ενίσχυση των δομών επιτήρησης της αγοράς με στόχο να αποκλεισθούν τα επισφαλή προϊόντα αποσυρόμενα από ολόκληρη την κοινοτική αγορά, και να ληφθούν μέτρα κατά των επιχειρήσεων που παρανομούν. Οι οργανισμοί δοκιμής, πιστοποίησης και εποπτείας που εμπλέκονται στον έλεγχο προϊόντων θα υπόκεινται σε αυστηρότερους ελέγχους υπό μορφή επαλήθευσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα κοινό κανονιστικό επίπεδο δραστηριότητας τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους οργανισμούς ελέγχου. (Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην ΕΕ περίπου 1 800 οργανισμοί κοινοποίησης, δηλαδή εργαστήρια και οργανισμοί εποπτείας και πιστοποίησης, οι οποίοι είναι ιδιωτικοί φορείς που λαμβάνουν έγκριση από τις δημόσιες αρχές για να ασκήσουν τις δραστηριότητές τους). Παρατηρείται με έκπληξη ότι μεταξύ των «ανεξάρτητων» οργανισμών λειτουργούν φορείς που αποτελούν άμεσες ενώσεις των κατασκευαστριών εταιριών, όπου η σύγκρουση συμφερόντων θα μπορούσε να αποβεί όντως προβληματική! Σε ένα κράτος μέλος, λ.χ., μόνο για τον τομέα των ελκυστήρων έχουν εγκριθεί περισσότεροι από 80 οργανισμοί πιστοποίησης.

    5.2.1

    Έχουν παρέλθει είκοσι δύο χρόνια από τότε που το Συμβούλιο υιοθέτησε το ψήφισμα της 7ης Μαΐου 1985 που εισάγει τις αρχές της νέας προσέγγισης και η Επιτροπή προτείνει τον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της εποπτείας των αγορών προκειμένου να αυξηθεί η εμπιστοσύνη στο σήμα ΕΚ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η μέθοδος της νέας προσέγγισης που αφορά 25 οδηγίες, εκ των οποίων 21 προβλέπουν προδιαγραφές για τη χορήγηση του σήματος και 4 δεν προβλέπουν, οδήγησε σε καλά αποτελέσματα ευνοώντας την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Ωστόσο, ταυτόχρονα κρίνει ότι η προτεινόμενη αναθεώρηση είναι χρήσιμη, διότι θα αυξήσει την εξουσία και τις ευθύνες των κρατών μελών, αλλά και της Επιτροπής, η οποία θα πρέπει να ενισχύσει τις υπηρεσίες της προκειμένου να προβαίνει σε συνεχή παρακολούθηση της εποπτείας των αγορών, των μεθόδων διαπίστευσης των οργανισμών πιστοποίησης και σε ορισμένες περιπτώσεις των δραστηριοτήτων αυτών των οργανισμών. Οι τομεακές οργανώσεις, στα πλαίσια της έρευνας της Επιτροπής, εκφράστηκαν με μεγάλη πλειοψηφία υπέρ αυτής της ενισχύσεως των εθνικών αρχών και συνεπώς των ευρωπαϊκών.

    5.3

    Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει αυτήν την πρωτοβουλία η οποία περιορίζει τις ανομοιογενείς και κατά βούληση αξιολογήσεις που παρακωλύουν την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και προκαλούν, επιπλέον, ανταγωνιστικά μειονεκτήματα στους φορείς που τηρούν τις κανονιστικές διατάξεις. Η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από μια «αφηρημένη» εποπτεία αποτελεί πρόβλημα πρώτης τάξεως, που υπογραμμίζει ένα από τα όρια εφαρμογής της νέας προσέγγισης. Είναι εξάλλου ουσιώδες να εξασφαλισθεί η απλότητα και η σαφήνεια του ρυθμιστικού πλαισίου, ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών των αγορών τόσο εντός της επικράτειας ΕΕ/ΕΟΧ όσο και σε διεθνές επίπεδο. Πρέπει να υποστηριχθεί η δημιουργία μιας «πλατφόρμας επικοινωνίας» μεταξύ των φορέων και των κρατών μελών, που πρέπει να αναπτύσσουν δραστηριότητα κατ' αναλογία και σε συνοχή με τους στόχους των οδηγιών και των κοινοτικών πολιτικών, ενόψει μιας προοδευτικής σύγκλισης των συστημάτων και των υποδειγμάτων εποπτείας της αγοράς. Η συμμετοχή των τελωνείων στις δραστηριότητες αυτές αποκτά ουσιαστική σημασία.

    5.4

    Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα ήταν χρήσιμο να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων γενικών διευθύνσεων (π.χ. Επιχειρήσεις, Περιβάλλον, Απασχόληση, Υγεία και Προστασία των Καταναλωτών), οι οποίες θα μπορούσαν να συνεργαστούν για την κατάρτιση «οδηγών χρήσεως» των υφιστάμενων οδηγιών, οι οποίες βέβαια δεν αντικαθιστούν τους κανόνες, αλλά μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο εργαλείο και να περιορίσουν σημαντικά τα έξοδα και τις άχρηστες υπηρεσίες παροχής συμβουλών.

    5.5

    Όσον αφορά τα εποχικά προϊόντα, όπως τα μηχανήματα για τον κήπο, πρέπει να προβλεφθούν απλοποιημένες και ταχείες διαδικασίες ώστε να μην απολεσθούν ενδεχόμενες αγορές. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ προτείνει να δημιουργηθεί ένα «ινστιτούτο διαμεσολάβησης» στο οποίο θα μπορεί κανείς να απευθύνεται σε περίπτωση συγκεκριμένων και αιτιολογημένων αιτημάτων, εξασφαλίζοντας σε οποιαδήποτε περίπτωση την αυστηρή εφαρμογή όλων των ρυθμίσεων και ιδιαίτερα όσων αφορούν την ασφάλεια.

    6.   Διοικητικές υποχρεώσεις, όχι απαραιτήτως αιτιολογημένες

    6.1

    Μια άλλη προτεραιότητα που ανακοινώθηκε από την Επιτροπή αφορά τη μείωση των περιττών διοικητικών υποχρεώσεων, που επηρεάζουν αισθητά την ανταγωνιστικότητα. Η ΕΟΚΕ παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις προσπάθειες της Επιτροπής στον εν λόγω τομέα, οι οποίες υλοποιήθηκαν έμπρακτα με το πρόγραμμα δράσης που υποβλήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2007 με στόχο τον περιορισμό των διοικητικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων κατά το ένα τέταρτο έως το 2012.

    6.2

    Η Επιτροπή θα μπορούσε να συνεισφέρει στην απτή επίλυση ορισμένων προβλημάτων σχετικά με την εφαρμογή των οδηγιών συγκεντρώνοντας στις υπηρεσίες της, παραδείγματος χάρη, όλες τις ανακοινώσεις που προβλέπεται επί του παρόντος να αποστέλλονται στα μεμονωμένα κράτη μέλη, γεγονός το οποίο θέτει τεράστιες δυσκολίες ακόμη και για την εύρεση της σωστής διεύθυνσης του παραλήπτη. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της οδηγίας 2000/14/EK σχετικά με τις εκπομπές θορύβου, για την οποία πρέπει να σταλεί μια δήλωση συμμόρφωσης σε ένα κράτος μέλος και στην Επιτροπή, ή της οδηγίας 97/68/EK για τις εκπομπές ρύπων προερχόμενων από κινητήρες που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα, σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις, αν έχουν επιλέξει το ευέλικτο σχήμα, πρέπει να κοινοποιούν τη ληφθείσα έγκριση στις αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους και να τους υποβάλλουν σχετική έκθεση κάθε έξι μήνες.

    6.3

    Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες κατά την πρακτική εφαρμογή των οδηγιών για την προστασία των εργαζομένων από φυσικούς παράγοντες. Ιδιαίτερα η οδηγία 2002/44/EK για τους κραδασμούς και η οδηγία 2006/25/EK σχετικά με τους κινδύνους της έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία (μη ιονικές ακτίνες) θέτουν τέτοιου είδους προβλήματα κυρίως στις ΜΜΕ. Τα ίδια προβλήματα θα μπορούσαν να προκύψουν και κατά την εφαρμογή της προσεχούς οδηγίας για την τεχνητή οπτική ακτινοβολία. Εάν δεν παρασχεθούν οι απαιτούμενες κατευθυντήριες γραμμές για την πρακτική εφαρμογή τους, οι οδηγίες αυτές αποκλείεται να επιτύχουν τους στόχους τους. Εννοείται ότι στην περίπτωση που η ορθή εφαρμογή τους αποδειχθεί αδύνατη, θα πρέπει να εξεταστούν οι απαραίτητες τροποποιήσεις και η ταχεία προετοιμασία τους για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να συμμορφωθούν προς τις νομικές υποχρεώσεις τους.

    6.4

    Στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής, και ειδικότερα στον τομέα των μηχανημάτων, κρίνεται σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές απαιτήσεις που τίθενται από πλευράς διοικητικών υποχρεώσεων. Η ανιχνευσιμότητα των παρεμβάσεων των διαφόρων φορέων είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τη σωματική ασφάλεια των χρηστών όσο και για τη νομική ασφάλεια των συμβατικών σχέσεων που συνάπτονται στην αγορά. Είναι επομένως αναγκαίο να διαμορφωθούν ισορροπημένες λύσεις οι οποίες να πληρούν τις προϋποθέσεις της διαφάνειας και της ανιχνευσιμότητας, χωρίς να πολλαπλασιάζουν άνευ λόγου τα διοικητικά έξοδα.

    7.   Ο ρόλος της τυποποίησης

    7.1

    Η τεχνική τυποποίηση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για την τήρηση των κοινοτικών κανόνων και προσδίδει απτό περιεχόμενο στις βασικές απαιτήσεις ασφαλείας που καθορίζονται από τη νομοθεσία. Η συμμόρφωση προς αυτά τα τεχνικά πρότυπα παρέχει ένα τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις διατάξεις των οδηγιών. Η πιστοποίηση, όταν κρίνεται αναγκαία εκ μέρους των εγκεκριμένων οργανισμών κοινοποίησης, είναι στενά συνυφασμένη με την ύπαρξη ρυθμιστικού πλαισίου απαρτιζόμενου από κανόνες.

    7.2

    Εν γένει, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης επιτέλεσαν, κατ'εντολή της Επιτροπής, ένα εξαιρετικά χρήσιμο έργο. Η κατάρτιση των προτύπων θα έπρεπε να πραγματοποιείται μαζί με τους ενδιαφερομένους φορείς στο πλαίσιο μιας περισσότερο συμμετοχικής διαδικασίας, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα διευκόλυνε τις μεταγενέστερες συγκρίσεις· εντούτοις, επί του παρόντος γεγονός παραμένει ότι η εν λόγω διαδικασία αναλαμβάνεται από έναν εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό φορέων. Η πλειονότητα των βιομηχανιών τις οποίες αφορούν τα πρότυπα δεν διαθέτει ούτε τα μέσα ούτε τους πόρους που χρειάζονται για την τακτική ανάληψη της εν λόγω δραστηριότητας, ενώ η συμμετοχή των εργαζομένων και των καταναλωτών είναι ακόμη πιο περιθωριακή. Η κατάσταση αυτή καθιστά δυσχερή τη συνεκτίμηση της πείρας που αποκτήθηκε. Ορισμένα πρότυπα δεν κατορθώνουν να ανταποκριθούν στο σύνολο των προβληματισμών που εκφράζονται επί του θέματος. Η ΕΟΚΕ εύχεται να ενισχυθεί η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων στις τεχνικές επιτροπές, κυρίως σε τοπική κλίμακα, στον τομέα αυτό όπου η εξουσία για τη λήψη αποφάσεων βρίσκεται στα χέρια μικρού αριθμού ατόμων. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με ανησυχία ότι το αυξανόμενο κόστος της τυποποίησης μπορεί να κάμψει την ανταγωνιστικότητα αλλά και την ασφάλεια, στην περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση θα επέλεγε λ.χ. να χρησιμοποιήσει ένα μηχάνημα κατά τρόπο ακατάλληλο, αντίθετα προς τους κανόνες. Ορισμένες ΜΜΕ της Ανατολικής Ευρώπης έχουν για παράδειγμα την τάση να δρουν στα τυφλά ή να καταφεύγουν σε τεχνάσματα.

    7.3

    Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες που εξαγγέλθηκαν στις 15 Μαρτίου 2007 στο πλαίσιο του προγράμματος δράσης για την ευρωπαϊκή τυποποίηση, σύμφωνα με το οποίο καλούνται όλα τα κράτη μέλη να υποβάλλουν έκθεση σχετικά με την πορεία της κατάστασης και με τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να ενισχυθεί η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων πλευρών στην ευρωπαϊκή και διεθνή τυποποίηση. Η Επιτροπή πρέπει, από την πλευρά της, να συγκεντρώσει τις προτεινόμενες παρατηρήσεις και να τις ενσωματώσει στην ευρωπαϊκή τυποποίηση. Η συμμετοχή των ΜΜΕ στις διαδικασίες τυποποίησης είναι ζωτική τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ενώ η συμβολή τους στις μελλοντικές διαδικασίες τυποποίησης θα πρέπει να καταστεί έμπρακτη και αποτελεσματική.

    7.4

    Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι δύσκολο να τηρήσουν οι επιχειρηματίες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη νομοθεσία για την υγεία και την ασφάλεια. Πράγματι, από τη στιγμή που χρησιμοποιείται ένα μηχάνημα, η αξιολόγηση του κινδύνου απαιτεί συμπληρωματικότητα μεταξύ του κατασκευαστή και της επιχείρησης που την χρησιμοποιεί. Προβλήματα ενδέχεται να ανακύψουν σε περίπτωση που τα πρότυπα δεν προβλέπουν την παροχή κατάλληλης ενημέρωσης σχετικά με τους εναπομένοντες κινδύνους που οφείλει να έχει υπόψη της η επιχείρηση. Εάν οι επιχειρηματίες δεν είναι δεόντως ενημερωμένοι για τους εναπομένοντες κινδύνους που σχετίζονται με το μηχάνημα που αγοράζουν, τότε θα είναι δύσκολο να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις αξιολόγησης του κινδύνου που απορρέουν από την οδηγία-πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ και από τις 19 ειδικές συμπληρωματικές οδηγίες για την ενεργητική και την παθητική προστασία των εργαζομένων.

    7.5

    Η διάδοση των προτύπων αυτών μπορεί να αποδειχθεί προβληματική για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις λόγου του υψηλού κόστους που συνεπάγεται η απόκτησή τους· εάν η τυποποίηση απαιτεί διαδικασίες πιστοποίησης, τότε τα διοικητικά έξοδα που πρέπει να αναληφθούν είναι κατά κανόνα πολύ υψηλότερα από εκείνα που προκύπτουν άμεσα από τη νομοθεσία.

    7.6

    Η ανάλυση κινδύνων που αναπτύσσουν οι ειδικοί της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης (CEN) είναι εξαιρετικά σημαντική για τους επιχειρηματίες, οι οποίοι πρέπει να την συνδυάσουν με μια συγκεκριμένη ανάλυση του πραγματικού εργασιακού περιβάλλοντος στο οποίο χρησιμοποιείται το εκάστοτε μηχάνημα. Το κόστος αυτών των εναρμονισμένων προτύπων είναι υψηλό, ιδίως για τις ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ συνιστά να εξετασθεί η πρόταση σύμφωνα με την οποία τα «εναρμονισμένα» πρότυπα, που προκύπτουν από την εντολή της Επιτροπής προς την CEN, πρέπει να διατίθενται δωρεάν στους χρήστες ή έναντι συμβολικού ποσού, προκειμένου να τους παρασχεθεί η δυνατότητα να εκπληρώνουν τις νομικές υποχρεώσεις τους. Άλλωστε, οι πληροφορίες αυτές διατίθενται ήδη δωρεάν στο διαδίκτυο στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, εφόσον ορισμένα πρότυπα του ETSI (Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τηλεπικοινωνιακών Προτύπων) δημοσιεύονται απευθείας στον παγκόσμιο ιστό.

    8.   Προαγωγή της σταθερότητας της νομοθεσίας

    8.1

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι δεν είναι πάντοτε απαραίτητη η τροποποίηση οδηγιών οι οποίες έχουν αποδειχθεί και συνεχίζουν να αποδεικνύονται επιτυχείς. Αναμφισβήτητα, παρότι οι εργασίες και τα πορίσματα που κατέληξαν στη συνολική βελτίωση της βασικής οδηγίας 98/37/ΕΚ — της γνωστής οδηγίας «Μηχανές» — υπήρξαν εξαιρετικά πολυσύνθετα, τελικώς επετεύχθη απόλυτη ισορροπία μεταξύ των διάφορων συμφερόντων. Σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όμως, θα ήταν ίσως προτιμότερο να μην επιδιωχθούν υπερβολικές «βελτιώσεις», π.χ. με την τροποποίηση της οδηγίας 73/23/EK για την χαμηλή τάση ή, όπως υπογραμμίζει η ένωση κατασκευαστών μηχανημάτων σε σημείωμα της 5ης Νοεμβρίου 2004, με την πρόταση της Επιτροπής που απέβλεπε στην ακατάλληλη συγχώνευση της οδηγίας 87/4040/EK και της οδηγίας 97/23/EK για τους εξοπλισμούς υπό πίεση.

    8.2

    Η αγορά χρειάζεται να διαθέτει σταθερό και σαφές νομικό πλαίσιο που δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να σχεδιάζουν με ηρεμία τις επενδύσεις και να συμμορφώνονται σε σαφείς κανόνες που δεν αποτελούν ιδιαίτερα συχνά αντικείμενο αλλαγών. Εξάλλου, είναι όντως αληθινός ο κίνδυνος να αυξήσει η απλοποίηση το διοικητικό κόστος και το κόστος των όλο και πιο περίπλοκων διαδικασιών για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης.

    8.3

    Όσον αφορά τη δυνατότητα προσφυγής στο άρθρο 95 της συνθήκης, η ΕΟΚΕ αντιλαμβάνεται τις ανάγκες των κατασκευαστριών επιχειρήσεων αλλά υπογραμμίζει ότι το νομικό πλαίσιο αναφοράς που πρέπει να αποτελεί τη βάση για την υιοθέτηση των οδηγιών πρέπει να συμμορφώνεται στις βασικές αρχές των συνθηκών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη νομική βάση των νομοθετικών πράξεων. Είναι φανερό ότι προέχει ο στόχος και το περιεχόμενο της πράξεως που αποτελούν και τις αντικειμενικές αναφορές για την εφαρμογή των διαφόρων κανόνων. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το έχει επίσης αναγνωρίσει σε πολυάριθμες αποφάσεις, ακόμη και προσφάτως, αποκλείοντας την πιθανότητα μιας μεικτής νομικής βάσεως όταν οι νομικές βάσεις βρίσκονται σε αντίθεση ή όταν η συσσώρευσή τους περιορίζει τα δικαιώματα του Κοινοβουλίου. Στην περίπτωση του σχεδιασμού ενός προϊόντος, όταν προέχει ένας άλλος στόχος, η επιθυμία των επιχειρήσεων να βασίζονται στο άρθρο 95, εδάφιο 3 της συνθήκης που ενισχύει τις αρμοδιότητες της Κοινότητας και περιορίζει τις εξουσίες των κρατών μελών (όπως προβλέπεται π.χ. από το άρθρο 137 ή το άρθρο 175 (5)) δεν μπορεί πάντοτε να πραγματοποιηθεί. Πράγματι, οι επιχειρήσεις υπογραμμίζουν το επιπρόσθετο κόστος (το οποίο μετακυλούν στον τελικό χρήστη) που πρέπει να αντιμετωπίσουν προκειμένου να επιφέρουν τις απαραίτητες μεταβολές στο σχεδιασμό και στην παραγωγή των μηχανημάτων, σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις κάθε κράτους μέλους. Πρέπει να προβλεφθούν συμπληρωματικά νομοθετικά υποδείγματα που δεν επικαλύπτονται αλλά περιορίζουν στο ελάχιστο τις δυνατότητες των κρατών μελών να υιοθετήσουν ξεχωριστά και διαφορετικά μέτρα τα οποία θα πρέπει να ακολουθούν τις αρχές της κοινής λογικής και της αναλογικότητας.

    8.4

    Η πρόσφατη οδηγία REACH σηματοδοτεί μια σημαντική καμπή στην προστασία των καταναλωτών και των εργαζομένων. Η ΕΟΚΕ προσυπογράφει τις τεχνικές λύσεις που υιοθετήθηκαν και την προοπτική της ευελιξίας που συνδέεται με την απλούστευση· ωστόσο, διαπιστώνει με ανησυχία ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να βρεθούν σε δύσκολη θέση, ιδιαίτερα εάν ο έλεγχος των εισαγωγών γινόταν με λιγότερη αυστηρότητα από ότι απαιτεί η εφαρμογή αυτής της βασικής οδηγίας. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να ελέγχει προσεκτικά τον τρόπο εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών, οι οποίες έδειξαν κατά το παρελθόν ότι αντιμετώπιζαν ορισμένες δυσκολίες να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στην αποστολή τους στο συγκεκριμένο αυτό τομέα, ιδίως λόγω της σημαντικής έλλειψης μέσων που τίθεται στη διάθεση των οργάνων εποπτείας. Στο σημείο αυτό, θα μπορούσε να προβλεφθεί η κατανομή των καθηκόντων μεταξύ των αρχών εποπτείας βάσει της αρχής της προτεραιότητας στην παραγωγή εντός των κρατών μελών, π.χ. ανά τομέα προϊόντος (βαλβίδες και εξαρτήματα, συσκευές για την ανύψωση και τη μετακίνηση των εμπορευμάτων, αντλίες και συμπιεστές, μηχανήματα για την μεταποιητική βιομηχανία, κ.λπ.).

    8.5

    Παρά την ουσιαστική συμβολή που ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού προσφέρει στο σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας, έχει κανείς την εντύπωση ότι τα κράτη μέλη επενδύουν ελάχιστα στις θεσμικές δραστηριότητες που τους έχουν εκχωρηθεί. Η Επιτροπή θα μπορούσε να ζητήσει τα σχετικά στοιχεία για να τα συγκρίνει με τα πρακτικά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί. Συχνά η ποιότητα και ποσότητα των ελέγχων επαφίεται στις ατομικές ικανότητες και βούληση, ενώ πολλά εξαρτώνται από τους διαθέσιμους πόρους.

    9.   Άρση των τεχνικών εμποδίων που παρακωλύουν την πλήρη ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς

    9.1

    Στο πλαίσιο των εθνικών νομοθεσιών εξακολουθεί να υφίσταται μια σειρά τεχνικών εμποδίων που δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στις επιχειρήσεις. Ένας τομέας που επηρεάζεται από αυτήν την κατάσταση είναι, παραδείγματος χάρη, τα μη οδικά κινητά μηχανήματα όταν πρέπει να μεταφερθούν στις δημόσιες οδούς. Δεδομένου ότι ισχύουν διαφορετικοί κανόνες στα κράτη μέλη και ότι το επίπεδο αυστηρότητας ποικίλλει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, απαιτείται εξοπλισμός με διαφορετικά μηχανήματα. Και όσον αφορά την ορολογία παρατηρείται σύγχυση π.χ. μεταξύ του όρου «εταιρεία» και «επιχείρηση». Οι υποχρεώσεις επανεξέτασης που προβλέπονται σε ορισμένα κράτη μέλη επιφέρουν πρόσθετο κόστος το οποίο επαναλαμβάνεται σε κάθε χώρα που προβλέπει τη διενέργεια ελέγχου ως προς την εξέλιξη, τις δοκιμές ή τη μεταφορά εκ μέρους συγκεκριμένου οργανισμού. Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι οι νομοθεσίες θα εναρμονιστούν ταχέως, ιδίως σε ό,τι αφορά τα μέτρα ασφαλείας. Αναφορικά με τους ελκυστήρες λ.χ., εκτός από τις ισχύουσες διατάξεις για τα κάτοπτρα και τα όρια ταχύτητας, πρέπει να προβλεφθούν τεχνικές προδιαγραφές για τους εμπρόσθιους και τους οπίσθιους φανούς, αλλά κυρίως για την απόσταση τροχοπέδησης. Προς το παρόν κυκλοφορούν στους ευρωπαϊκούς δρόμους ελκυστήρες 40 χρόνων. Η προοδευτική ανανέωση του συνόλου των οχημάτων που κυκλοφορούν θα βελτίωνε την ενεργό και παθητική ασφάλεια.

    9.2

    Για την κανονιστική ρύθμιση της χρήσης των μηχανημάτων στις δημόσιες οδούς, η ΕΟΚΕ συνιστά ειδικότερα τα εξής:

    την υιοθέτηση μιας πρότασης για την εναρμόνιση των υφισταμένων εθνικών νομοθεσιών για τη χρήση των μη οδικών κινητών μηχανημάτων στις δημόσιες οδούς

    τη χρησιμοποίηση της μεθοδολογίας της Νέας Προσέγγισης

    την πρόβλεψη προτύπων αναφοράς τα οποία να προϋποθέτουν ένα τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις

    τη συμπερίληψη ενδεδειγμένων διατάξεων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, εισάγοντας μια αυστηρότερη αξιολόγηση της συμμόρφωσης για ορισμένα συστήματα (τιμόνι, φρένα, κλπ.).

    10.   Μελλοντική νομοθεσία: συμμετοχή και αξιολόγηση του αντίκτυπου

    10.1

    Η ΕΟΚΕ ζητά να καθιερωθεί στο μέλλον μια πιο στενή συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών φορέων και των ενδιαφερομένων πλευρών σχετικά με τις μελλοντικές κανονιστικές πολιτικές, χάρη στη διενέργεια πραγματικού διαλόγου και χωρίς επικέντρωση στις διαβουλεύσεις δια της ηλεκτρονικής οδού, λαμβανομένης υπόψη της αναγκαίας αλληλεπίδρασης μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ η οργάνωση συνεχών και συχνών διαβουλεύσεων πάνω σε ορισμένα συγκεκριμένα θέματα θα οδηγούσε στην πρόληψη των προβλημάτων και στη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας.

    10.2

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας τη διαμόρφωση μιας μεθοδολογίας αξιολόγησης του αντίκτυπου για τις διάφορες εναλλακτικές περιπτώσεις, η οποία να είναι κοινή για όλα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, Κοινοβούλιο, Συμβούλιο και Επιτροπή, καθώς και την ανάπτυξη ενός κατάλληλου συστήματος ποιοτικού ελέγχου.

    10.3

    Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει πάντοτε εάν οι επιδιωκόμενοι στόχοι της απαιτούν πραγματικά ένα ρυθμιστικό πλαίσιο ή εάν θα επαρκούσε μια αυτορύθμιση ή μια συνρύθμιση. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι μεταξύ των διαφόρων επιλογών πρέπει να επιλέγεται εκείνη που μπορεί να εγγυηθεί την επίτευξη των ίδιων στόχων με χαμηλότερο κόστος και λιγότερες διοικητικές επιβαρύνσεις και η οποία εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη διαφάνεια και την μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών.

    10.4

    Ο κοινωνικός τομεακός διάλογος διαδραματίζει βασικό ρόλο. Το κοινό συμφέρον μπορεί να εξυπηρετηθεί στην πράξη με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της κατάρτισης, ιδιαίτερα στον τομέα της ασφάλειας στην εργασία, περιλαμβανομένης της δια βίου κατάρτισης, η οποία δεν αναπτύσσει μόνο δεξιότητες αλλά και την συνειδητοποίηση διαφόρων διοικητικών και οργανωτικών θεμάτων που συνδέονται με την καλύτερη και ασφαλέστερη χρήση των μηχανημάτων. Η κοινωνική ευθύνη των εταιρειών, που εφαρμόζεται μέσω εκτεταμένου διαλόγου που περιλαμβάνει την κοινωνία των πολιτών και τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών, θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη ασφαλούς, και παραγωγικού επιχειρηματικού πνεύματος, ιδιαίτερα στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις όπου η διαχείριση του κινδύνου είναι σαφώς πιο δύσκολη.

    10.5

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν χρήσιμο να κινηθεί μια διαδικασία εξέτασης του θέματος, στο πλαίσιο της οποίας να δοθεί η δυνατότητα σε όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές να αξιολογήσουν τα αποτελέσματα και τους περιορισμούς της κοινοτικής νομοθεσίας. Μια τέτοια αξιολόγηση θα μας επέτρεπε να ακολουθήσουμε μια ενιαία πορεία και να εξασφαλίσουμε ότι οι διάφορες πρωτοβουλίες που βρίσκονται εν εξελίξει δεν θα οδηγήσουν σε μεροληπτικές ή αντιφατικές λύσεις. Η απόφαση που έλαβε η Επιτροπή να εξετάσει με τα ενδιαφερόμενα μέρη τη νέα οδηγία για τα μηχανήματα είναι ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση. Χρειάζονται περισσότερες τέτοιες πρωτοβουλίες. Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει πως συνδέονται μεταξύ τους οι διάφορες πρωτοβουλίες, όπως εκείνες που περιλαμβάνονται στα προγράμματα δράσης για τον περιορισμό των περιττών διοικητικών υποχρεώσεων και τη Νέα Προσέγγιση (στις 14 Φεβρουαρίου 2007, η Επιτροπή υιοθέτησε μια πρόταση κανονισμού της και μια απόφαση του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με ένα πλαίσιο αναθεώρησης για τη Νέα Προσέγγιση, βάσει δημόσιας διαβούλευσης για το μέλλον της εσωτερικής αγοράς). Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι μια σωστή διάρθρωση και ένας καλός συντονισμός μεταξύ των εν λόγω πρωτοβουλιών δύναται να επιφέρει απτή βελτίωση της ισχύουσας της νομοθεσίας και της ομοιόμορφης εφαρμογής της στα 27 κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 26 Σεπτεμβρίου 2007

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


    (1)  ΕΕ C 24 της 31.1.2006, εισηγητής: RETUREAU και ΕΕ C 309 της 16.12.2006, εισηγητής: CASSIDY.

    (2)  ΕΕ C 267 της 27.10.2005. (Εισηγητής: VAN IERSEL).

    (3)  Γνωμοδότηση ΙNT/352, υπό κατάρτιση (Εισηγητής: PEZZINI).

    (4)  Γνωμοδότηση INT/353, ομοίως 3.

    (5)  Απόφαση του δικαστηρίου C-94/03: Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιλογή της νομικής βάσεως.


    Top