Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002PC0512

    Πρόταση απόφαση του Συμβουλίου για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

    /* COM/2002/0512 τελικό */

    ΕΕ C 20E της 28.1.2003, p. 171–192 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52002PC0512

    Πρόταση απόφαση του Συμβουλίου για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων /* COM/2002/0512 τελικό */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 020 E της 28/01/2003 σ. 0171 - 0192


    Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1. Στην οδηγία 99/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων γίνεται διάκριση μεταξύ τριών κατηγοριών χώρων υγειονομικής ταφής:

    - χώροι ταφής επικίνδυνων αποβλήτων

    - χώροι ταφής μη επικίνδυνων αποβλήτων

    - χώροι ταφής αδρανών αποβλήτων

    2. 2.Σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας:

    Σε χώρους ταφής επικινδύνων αποβλήτων μπορούν να γίνουν δεκτά μόνον επικίνδυνα απόβλητα τα οποία πληρούν τα σχετικά κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα II.

    Οι χώροι υγειονομικής ταφής μη επικίνδυνων αποβλήτων μπορούν να χρησιμοποιούνται για αστικά απόβλητα, για άλλα μη επικίνδυνα απόβλητα, τα οποία πληρούν τα σχετικά κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα II, και για σταθερά μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα, τα οποία πληρούν τα σχετικά κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα II.

    Οι χώροι ταφής αδρανών αποβλήτων χρησιμοποιούνται μόνον για αδρανή απόβλητα.

    3. Στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας ορίζονται οι αρχές για τα κριτήρια και τις διαδικασίες αποδοχής αποβλήτων, καθώς και τα προκαταρκτικά κριτήρια και διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται πριν θεσπισθούν κοινοτικά κριτήρια και διαδικασίες.

    4. Σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας, η Επιτροπή ορίζει συγκεκριμένα κριτήρια ή/και μεθόδους δοκιμών και συναφείς οριακές τιμές για κάθε κατηγορία χώρων υγειονομικής ταφής, συμπεριλαμβανομένων, εάν απαιτείται, συγκεκριμένων τύπων χώρων υγειονομικής ταφής στα πλαίσια κάθε μιας κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένης και της υπόγειας εναποθήκευσης. Η Επιτροπή θα επικουρείται από την επιτροπή του άρθρου 18 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων. Κατά τις εργασίες αυτές, συνυπολογίζονται οι γενικές αρχές και γενικές διαδικασίες για τα κριτήρια δοκιμών και αποδοχής, που καθορίζονται στο παράρτημα II. Οι εργασίες θα ολοκληρωθούν το αργότερο έως τις 16 Ιουλίου 2002.

    5. Η Επιτροπή συνέταξε σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν.

    Στο εν λόγω σχέδιο απόφασης ορίζονται:

    - οι διαδικασίες για τον χαρακτηρισμό των αποβλήτων, τον έλεγχο συμμόρφωσης των αποβλήτων προς τα κριτήρια αποδοχής και την επιτόπια επαλήθευση ότι τα απόβλητα που φθάνουν στον χώρο υγειονομικής ταφής είναι τα ίδια με τα απόβλητα που περιγράφονται στα έγγραφα.

    - κριτήρια αποδοχής για αδρανή απόβλητα, για ορισμένα μη επικίνδυνα απόβλητα (μόνον εκείνα που τοποθετούνται σε χώρους υγειονομικής ταφής μαζί με σταθερά μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα), για σταθερά μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, για επικίνδυνα απόβλητα και για υπόγεια εναποθήκευση.

    - οι μέθοδοι δοκιμών που πρέπει να χρησιμοποιούνται.

    6. Το σχέδιο απόφασης υπεβλήθη σε ψηφοφορία στην επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 18 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων, στις 23 Ιουλίου 2002. Το σχέδιο απόφασης δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη ειδική πλειοψηφία.

    Επομένως, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, υποβάλλεται στο Συμβούλιο πρόταση απόφασης του Συμβουλίου. Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

    Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    την οδηγία 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων [1], και ιδίως το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ,

    [1] ΕΕ L 182, 16.7.1999, σ. 1.

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1) Σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 1999/31/ΕΚ η Επιτροπή εγκρίνει ειδικά κριτήρια και/ή μεθόδους δοκιμής, καθώς και τις αντίστοιχες οριακές τιμές, για έκαστη κατηγορία χώρων υγειονομικής ταφής.

    (2) Πρέπει να οριστεί διαδικασία για να προσδιορίζεται κατά πόσο είναι αποδεκτά τα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής.

    (3) Πρέπει να καθοριστούν οριακές τιμές και άλλα κριτήρια για τα απόβλητα που γίνονται αποδεκτά στις διάφορες κατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής.

    (4) Πρέπει να καθοριστούν οι μέθοδοι δοκιμής που θα χρησιμοποιηθούν για να προσδιορίζεται κατά πόσο είναι αποδεκτά τα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής.

    (5) Από τεχνικής απόψεως είναι σκόπιμο να εξαιρεθούν από την εφαρμογή των κριτηρίων και διαδικασιών που καθορίζονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης τα απόβλητα του εξορυκτικού κλάδου που εναποτίθενται εντός της περιοχής ανάπτυξης των αντιστοίχων δραστηριοτήτων.

    (6) Πρέπει να προβλεφθεί αρκούντως σύντομη μεταβατική περίοδος ώστε να μπορέσουν τα κράτη μέλη να διαμορφώσουν το απαιτούμενο σύστημα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και είναι δυνατόν να απαιτηθεί περαιτέρω σύντομη μεταβατική περίοδος για να εξασφαλίσουν τα κράτη μέλη την εφαρμογή των οριακών τιμών.

    (7) Τα μέτρα που προβλέπει η παρούσα απόφαση δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 18 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων [2]. Πρέπει, επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 18 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, να θεσπισθούν από το Συμβούλιο,

    [2] ΕΕ L 78, 26.3.1991, σ. 32.

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Η παρούσα απόφαση καθορίζει τα κριτήρια και τις διαδικασίες αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στην οδηγία 1999/31/ΕΚ, και ιδίως στο παράρτημα ΙΙ.

    Άρθρο 2

    Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τη διαδικασία που καθορίζεται στο τμήμα 1 του παραρτήματος της παρούσας απόφασης για να προσδιορίσουν κατά πόσο είναι αποδεκτά τα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής.

    Άρθρο 3

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα απόβλητα γίνονται αποδεκτά σε χώρο υγειονομικής ταφής μόνον εφόσον πληρούν τα κριτήρια αποδοχής της αντίστοιχης κατηγορίας χώρων υγειονομικής ταφής, όπως καθορίζονται στο τμήμα 2 του παραρτήματος της παρούσας απόφασης.

    Άρθρο 4

    Οι μέθοδοι δειγματοληψίας και δοκιμής που παρατίθενται στο τμήμα 3 του παραρτήματος της παρούσας απόφασης χρησιμοποιούνται για να προσδιοριστεί κατά πόσο είναι αποδεκτά τα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής.

    Άρθρο 5

    Με την επιφύλαξη της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας, τα κριτήρια και οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης δεν εφαρμόζονται στα απόβλητα που προκύπτουν από την αναζήτηση, εξόρυξη, επεξεργασία και αποθήκευση ορυκτών πόρων και στα απόβλητα λατομείων όταν εναποτίθενται εντός της περιοχής ανάπτυξης των αντιστοίχων δραστηριοτήτων. Ελλείψει ειδικής κοινοτικής νομοθεσίας τα κράτη μέλη εφαρμόζουν εθνικά κριτήρια και διαδικασίες.

    Άρθρο 6

    (1) Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ στις 16 Ιουλίου 2004.

    (2) Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα κριτήρια που καθορίζονται στο τμήμα 2 του παραρτήματος της παρούσας απόφασης το αργότερο από 16ης Ιουλίου 2005.

    Άρθρο 7

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Κριτήρια και διαδικασίες αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής

    Εισαγωγή

    Στο παρόν παράρτημα καθορίζεται ενιαία διαδικασία ταξινόμησης και αποδοχής των αποβλήτων σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 99/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων.

    Σύμφωνα με το άρθρο 176 της συνθήκης, τα μέτρα προστασίας δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να διατηρούν και να θεσπίζουν μέτρα περισσότερο ενισχυμένης προστασίας σε σχέση με εκείνα που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω μέτρα συμβιβάζονται με τη συνθήκη. Τα μέτρα αυτά κοινοποιούνται στην Επιτροπή. Αυτό ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα σημαντικό όσον αφορά τις οριακές τιμές για το κάδμιο και τον υδράργυρο στο τμήμα 2.

    Στο τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος ορίζεται η διαδικασία αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει τον βασικό χαρακτηρισμό, τον έλεγχο συμμόρφωσης και την επιτόπια επαλήθευση.

    Το τμήμα 2 του παρόντος παραρτήματος ορίζει τα κριτήρια αποδοχής για έκαστη κατηγορία χώρων ταφής. Τα απόβλητα γίνονται δεκτά στους χώρους υγειονομικής ταφής μόνον εφόσον ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής της αντίστοιχης κατηγορίας χώρου υγειονομικής ταφής, ως αυτά ορίζονται στο τμήμα 2 του παρόντος παραρτήματος.

    Στο τμήμα 3 του παραρτήματος απαριθμούνται οι μέθοδοι δειγματοληψίας και δοκιμών των αποβλήτων.

    Στο παράρτημα Α ορίζεται η αξιολόγηση ασφαλείας που πρέπει να εκτελείται για τις υπόγειες εναποθηκεύσεις.

    Το παράρτημα Β αποτελεί πληροφοριακό παράρτημα το οποίο παρέχει συνολική επισκόπηση των διαθέσιμων εναλλακτικών δυνατοτήτων σε ό,τι αφορά τους χώρους υγειονομικής ταφής στο πλαίσιο της οδηγίας και περιλαμβάνει παραδείγματα πιθανών υποκατηγοριοποιήσεων των χώρων υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα.

    1. Η διαδικασία αποδοχήσ των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής

    1.1. Βασικός χαρακτηρισμός

    Ο βασικός χαρακτηρισμός είναι το πρώτο βήμα της διαδικασίας αποδοχής και αποτελεί πλήρη χαρακτηρισμό των αποβλήτων, συγκεντρώνοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την ασφαλή εναπόθεσή τους μακροπρόθεσμα. Ο βασικός χαρακτηρισμός είναι υποχρεωτικός για κάθε είδους απόβλητα.

    1.1.1. Οι λειτουργίες του βασικού χαρακτηρισμού έχουν ως εξής

    α) Βασικές πληροφορίες για τα απόβλητα (είδος και προέλευση, σύνθεση, συνοχή, εκπλυσιμότητα και άλλες χαρακτηριστικές ιδιότητες).

    β) Βασικές πληροφορίες για την κατανόηση της συμπεριφοράς των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής και εναλλακτικές δυνατότητες επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο α).

    γ) Αξιολόγηση των αποβλήτων βάσει οριακών τιμών.

    δ) Προσδιορισμός των μεταβλητών καθοριστικής σημασίας (κρίσιμες παράμετροι) για τον έλεγχο συμμόρφωσης και εναλλακτικές δυνατότητες για την απλοποίηση του ελέγχου συμμόρφωσης (ώστε να μειωθεί ουσιαστικά ο αριθμός των συστατικών προς μέτρηση, μόνον όμως εφόσον αποδειχθεί η εγκυρότητα των σχετικών πληροφοριών). Ο χαρακτηρισμός μπορεί να αποδώσει αναλογίες μεταξύ βασικού χαρακτηρισμού, αποτελεσμάτων των απλοποιημένων διαδικασιών δοκιμής και συχνότητας των δοκιμασιών για τον έλεγχο συμμόρφωσης.

    Εφόσον από τον βασικό χαρακτηρισμό των αποβλήτων προκύπτει ότι τα απόβλητα ανταποκρίνονται στα κριτήρια που ορίζει το τμήμα 2 του παρόντος παραρτήματος για τις κατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής, τα απόβλητα γίνονται αποδεκτά για τη συγκεκριμένη κατηγορία χώρων ταφής. Εάν αυτό δεν συμβαίνει, τα απόβλητα δεν γίνονται δεκτά στην εν λόγω κατηγορία.

    Ο παραγωγός των αποβλήτων, ή ο αρμόδιος για τη διαχείρισή τους, είναι υπεύθυνοι για την ορθότητα των πληροφοριών του χαρακτηρισμού.

    Ο φορέας εκμετάλλευσης διατηρεί αρχεία στα οποία καταχωρούνται οι απαιτούμενες πληροφορίες για περίοδο η οποία καθορίζεται από το εκάστοτε κράτος μέλος.

    1.1.2. Οι βασικές απαιτήσεις για τον βασικό χαρακτηρισμό των αποβλήτων έχουν ως εξής

    α) Πηγή και προέλευση των αποβλήτων.

    β) Πληροφορίες σχετικά με τη διεργασία που παράγει τα απόβλητα (περιγραφή και χαρακτηριστικά των πρώτων υλών και των προϊόντων).

    γ) Περιγραφή της μεθόδου επεξεργασίας των αποβλήτων που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο α) ή δήλωση στην οποία αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους δεν θεωρείται αναγκαία οιαδήποτε ανάλογη επεξεργασία.

    δ) Δεδομένα σχετικά με τη σύσταση των αποβλήτων και την εκπλυσιμότητά τους, εφόσον κρίνεται αναγκαίο (κατά γενικό κανόνα, πρέπει να εκτελούνται οι δοκιμές για τις υποχρεωτικές παραμέτρους του τμήματος 2), ενώ οι δοκιμές για τις υπόλοιπες παραμέτρους αποφασίζονται κατά περίπτωση.

    ε) Εμφάνιση των αποβλήτων (οσμή, χρώμα, μορφή).

    στ) Κωδικός σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Αποβλήτων (Απόφαση 2001/118).

    ζ) Για τα επικίνδυνα απόβλητα σε περίπτωση κατοπτρικών καταχωρήσεων: οι αντίστοιχες επικίνδυνες ιδιότητες σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 91/689.

    η) Πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι τα απόβλητα δεν συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των εξαιρέσεων του άρθρου 5 παράγραφος 3 της οδηγίας 99/31.

    θ) Κατηγορία χώρων ταφής στην οποία ενδέχεται να γίνουν δεκτά τα απόβλητα.

    ι) Συμπληρωματικά προληπτικά μέτρα που πιθανώς θα πρέπει να ληφθούν στον χώρο υγειονομικής ταφής.

    ια) Έλεγχος του κατά πόσον τα απόβλητα είναι δυνατόν να ανακυκλωθούν ή να ανακτηθούν.

    1.1.3. Δοκιμές

    Κατά γενικό κανόνα, για τη συλλογή των ως άνω πληροφοριών επιβάλλεται τα απόβλητα να υποβληθούν σε δοκιμές. Επιπλέον προς την εκπλυσιμότητα, θα πρέπει η σύσταση των αποβλήτων να είναι γνωστή ή να καθορίζεται με δοκιμές. Οι δοκιμές για τον βασικό χαρακτηρισμό επιβάλλεται να περιλαμβάνουν πάντοτε και τις χρησιμοποιούμενες για τον έλεγχο συμμόρφωσης.

    Το περιεχόμενο του χαρακτηρισμού, η έκταση των απαιτούμενων εργαστηριακών δοκιμών και η σχέση μεταξύ βασικού χαρακτηρισμού και ελέγχου συμμόρφωσης εξαρτάται από τον τύπο των αποβλήτων. Εν προκειμένω μπορούν να γίνουν οι εξής διακρίσεις:

    α) απόβλητα που παράγονται τακτικά από τις ίδιες διαδικασίες,

    β) απόβλητα που δεν παράγονται τακτικά.

    Οι χαρακτηρισμοί που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) παρέχουν πληροφορίες που είναι δυνατόν να συγκριθούν άμεσα με τα κριτήρια αποδοχής για τις αντίστοιχες κατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής, ενώ παράλληλα μπορούν να παρασχεθούν και περιγραφικές πληροφορίες (π.χ. οι συνέπειες της από κοινού εναπόθεσης με αστικά απόβλητα).

    α) Απόβλητα που παράγονται τακτικά από τις ίδιες διαδικασίες

    Πρόκειται για αμετάβλητα και συγκεκριμένα απόβλητα που παράγονται συνήθως από τις ίδιες διαδικασίες εφόσον:

    * η εγκατάσταση και η διεργασία που οδηγεί στην παραγωγή τους είναι καλώς γνωστές και τα υλικά εισροής στη διαδικασία και η ίδια η διαδικασία έχουν ορισθεί σαφώς.

    * ο φορέας διαχείρισης της εγκατάστασης παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και ενημερώνει τον φορέα εκμετάλλευσης του χώρου υγειονομικής ταφής σχετικά με τυχόν αλλαγές της εκμετάλλευσης (ιδίως μάλιστα τις αλλαγές που αφορούν τα υλικά εισροής).

    Συχνά οι διαδικασίες λαμβάνουν χώρα σε μία μόνο εγκατάσταση. Τα απόβλητα είναι δυνατόν να προέρχονται επίσης από διαφορετικές εγκαταστάσεις, εφόσον διαπιστώνεται ότι ανήκουν σε μία μόνο κατηγορία με κοινά χαρακτηριστικά εντός γνωστών ορίων (π.χ. τέφρα από την καύση αστικών αποβλήτων).

    Για απόβλητα αυτού του είδους, ο βασικός χαρακτηρισμός περιλαμβάνει τις βασικές απαιτήσεις του βασικού χαρακτηρισμού, και ιδίως τα εξής:

    * το φάσμα των συστατικών των επιμέρους αποβλήτων.

    * το φάσμα και τη διακύμανση των χαρακτηριστικών ιδιοτήτων.

    * εφόσον είναι απαραίτητο, την εκπλυσιμότητα των αποβλήτων, η οποία καθορίζεται με δοκιμή έκπλυσης κατά παρτίδες και/ή δοκιμή διήθησης και/ή δοκιμή εξάρτησης από το pΗ.

    * καθοριστικής σημασίας μεταβλητές που θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο τακτικών δοκιμών.

    Εάν τα απόβλητα παράγονται κατά την εφαρμογή της αυτής διαδικασίας σε διαφορετικές εγκαταστάσεις, επιβάλλεται να διαβιβάζονται πληροφορίες σχετικά με το εύρος της αξιολόγησης, ήτοι να διευκρινίζεται κατά πόσον πρόκειται για ολόκληρη την κατηγορία των αποβλήτων ή για μέρος αυτών, αναφέροντας (στη δεύτερη περίπτωση) πώς χαρακτηρίζεται/ταυτοποιείται το αντίστοιχο μέρος.

    Για αυτού του είδους τα απόβλητα, επιβάλλεται να εκτελούνται επαρκείς μετρήσεις που να αποδεικνύουν την καταλληλότητά τους.

    Για τα απόβλητα που προέρχονται από τις ίδιες διαδικασίες στην ίδια εγκατάσταση, τα αποτελέσματα των μετρήσεων πρέπει να αποκαλύπτουν αποκλειστικά και μόνο ελαφρές διακυμάνσεις των ιδιοτήτων των αποβλήτων συγκριτικά προς τις αντίστοιχες οριακές τιμές. Κατόπιν τούτου, τα απόβλητα μπορεί να θεωρηθούν ως χαρακτηρισμένα και οι εν συνεχεία παραδόσεις τους πραγματοποιούνται αποκλειστικά και μόνο υπό την προϋπόθεση της διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων συμμόρφωσης, εκτός και αν παρατηρηθούν ουσιαστικές μεταβολές στην όλη διαδικασία παραγωγής τους.

    Για απόβλητα προερχόμενα από την ίδια διαδικασία σε διαφορετικές εγκαταστάσεις, απαιτείται λεπτομερέστερη αξιολόγηση. Αυτό σημαίνει ότι είναι αναγκαίες περισσότερες μετρήσεις. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων πρέπει να αποκαλύπτουν το φάσμα και τη διακύμανση των χαρακτηριστικών ιδιοτήτων. Τα απόβλητα εν συνεχεία μπορεί να θεωρηθούν ως χαρακτηρισμένα και οι περαιτέρω παραδόσεις εκτελούνται αποκλειστικά και μόνο υπό την προϋπόθεση της διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων συμμόρφωσης, εκτός και αν παρατηρηθούν σοβαρές μεταβολές στην όλη διαδικασία παραγωγής τους.

    Είναι δυνατόν να ποικίλλουν ιδιαίτερα οι ιδιότητες των αποβλήτων από εγκαταστάσεις χύδην ομαδοποίησης ή ανάμειξης των αποβλήτων, από σταθμούς μεταφόρτωσης αποβλήτων ή από ανάμειξη επιμέρους κατηγοριών αποβλήτων από τους φορείς συλλογής αποβλήτων. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον βασικό χαρακτηρισμό. Απόβλητα αυτού του είδους ενδεχομένως εμπίπτουν στην κατηγορία β).

    β) Απόβλητα που δεν παράγονται τακτικά

    Τα απόβλητα αυτά δεν παράγονται τακτικά από τις ίδιες διαδικασίες στις ίδιες εγκαταστάσεις και δεν αποτελούν τμήμα καλώς χαρακτηρισμένης κατηγορίας αποβλήτων. Εκάστη των παραγομένων παρτίδων των αποβλήτων αυτού του είδους θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο χαρακτηρισμού. Ο βασικός χαρακτηρισμός περιλαμβάνει τις βασικές απαιτήσεις για τον βασικό χαρακτηρισμό. Δεδομένου ότι πρέπει να χαρακτηρίζεται χωριστά εκάστη παρτίδα, δεν είναι απαραίτητη η διενέργεια ελέγχου συμμόρφωσης.

    1.1.4. Περιπτώσεις για τις οποίες δεν απαιτούνται δοκιμές

    Στις κάτωθι περιπτώσεις είναι δυνατόν να υπάρξει απαλλαγή από τις υποχρεωτικές δοκιμές βασικού χαρακτηρισμού.

    (α) Τα απόβλητα περιλαμβάνονται σε έναν κατάλογο αποβλήτων για τα οποία δεν απαιτείται η διενέργεια δοκιμών όπως ορίζεται στο σημείο 2 του παρόντος παραρτήματος.

    (β) Όλες οι απαραίτητες πληροφορίες, για τον βασικό χαρακτηρισμό, είναι γνωστές και δεόντως τεκμηριωμένες, με αποτέλεσμα η αντίστοιχη αρμόδια αρχή να είναι πλήρως ικανοποιημένη.

    (γ) Τα απόβλητα ανήκουν σε ορισμένους τύπους αποβλήτων για τους οποίους είναι δύσκολο από πρακτική σκοπιά να πραγματοποιηθούν δοκιμές ή για τους οποίους δεν είναι διαθέσιμες κατάλληλες διαδικασίες δοκιμής και κριτήρια αποδοχής. Αυτό πρέπει να αιτιολογείται και να τεκμηριώνεται, αναφέροντας μεταξύ άλλων και τους λόγους για τους οποίους τα συγκεκριμένα απόβλητα θεωρούνται αποδεκτά για την αντίστοιχη κατηγορία χώρων ταφής.

    1.2. Έλεγχος συμμόρφωσης

    Εφόσον τα απόβλητα έχουν θεωρηθεί αποδεκτά για συγκεκριμένη κατηγορία χώρων υγειονομικής ταφής, με γνώμονα τον βασικό τους χαρακτηρισμό σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος εγγράφου, επιτρέπονται οι περαιτέρω παραδόσεις αναλόγων αποβλήτων, υπό την προϋπόθεση ότι διενεργούνται οι προσήκοντες έλεγχοι συμμόρφωσης ώστε να εξακριβώνεται κατά πόσον τα απόβλητα ανταποκρίνονται στα αποτελέσματα του βασικού χαρακτηρισμού και τα αντίστοιχα κριτήρια αποδοχής που αναφέρονται στο τμήμα 2.

    Στόχος του ελέγχου συμμόρφωσης είναι να ελέγχονται περιοδικά οι τακτικά προκύπτουσες κατηγορίες αποβλήτων.

    Οι παράμετροι που ελέγχονται εν προκειμένω καθορίζονται στον βασικό χαρακτηρισμό. Οι παράμετροι θα πρέπει να σχετίζονται με τις πληροφορίες του βασικού χαρακτηρισμού. Θεωρείται απαραίτητος αποκλειστικά και μόνο ο έλεγχος των κρίσιμων παραμέτρων (καθοριστικής σημασίας μεταβλητές) ως αυτές καθορίζονται στον βασικό χαρακτηρισμό. Ο έλεγχος θα πρέπει να αποδεικνύει ότι τα απόβλητα ανταποκρίνονται στις οριακές τιμές για τις κρίσιμες παραμέτρους.

    Οι δοκιμές που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του ελέγχου συμμόρφωσης είναι μία ή περισσότερες από εκείνες που χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο του βασικού χαρακτηρισμού. Οι δοκιμές αποτελούνται τουλάχιστον από μία δοκιμή έκπλυσης κατά παρτίδες. Προς τούτο χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι που αναφέρονται στο τμήμα 3.

    Τα απόβλητα που εξαιρούνται από τις απαιτήσεις δοκιμών για τον βασικό χαρακτηρισμό εξαιρούνται επίσης και από τους ελέγχους συμμόρφωσης. Εντούτοις, αποτελούν αντικείμενο ελέγχων προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον ανταποκρίνονται στις πληροφορίες του επιπέδου 1.

    Ο έλεγχος συμμόρφωσης εκτελείται τουλάχιστον άπαξ ετησίως και ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει, εν πάση περιπτώσει, να εξασφαλίσει ότι ο έλεγχος συμμόρφωσης εκτελείται στην κλίμακα και υπό τη συχνότητα που καθορίστηκε στον βασικό χαρακτηρισμό.

    Διατηρείται αρχείο με τα αποτελέσματα των δοκιμών για περίοδο που καθορίζει το εκάστοτε κράτος μέλος.

    1.3. Επιτόπια επαλήθευση

    Έκαστο φορτίο αποβλήτων που παραδίδεται σε χώρο υγειονομικής ταφής ελέγχεται οπτικά πριν και μετά την εκφόρτωση. Παράλληλα ελέγχονται τα προβλεπόμενα συνοδευτικά έγγραφα.

    Για τα απόβλητα που εναποτίθενται από τον παραγωγό τους σε χώρο υγειονομικής ταφής υπό τον έλεγχό του, οι σχετικοί έλεγχοι επιτρέπεται να πραγματοποιηθούν στην αφετηρία του φορτίου.

    Τα απόβλητα γίνονται δεκτά στον χώρο υγειονομικής ταφής εφόσον είναι πανομοιότυπα προς τα απόβλητα που έχουν αποτελέσει το αντικείμενο του βασικού χαρακτηρισμού και του ελέγχου συμμόρφωσης, ως αυτά περιγράφονται στα συνοδευτικά έγγραφα. Εάν αυτό δεν συμβαίνει, τα απόβλητα δεν γίνονται δεκτά.

    Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις υποχρεώσεις σε ό,τι αφορά τις δοκιμασίες επιτόπιας επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων και των ταχέων μεθόδων ελέγχου για τις περιπτώσεις που αυτό είναι απαραίτητο.

    Τα λαμβανόμενα δείγματα διατηρούνται μετά την αποδοχή των αποβλήτων για χρονική περίοδο που καθορίζει το κράτος μέλος.

    2. Κριτήρια αποδοχήσ των αποβλήτων

    Στο παρόν τμήμα καθορίζονται τα κριτήρια αποδοχής των αποβλήτων για εκάστη κατηγορία χώρων υγειονομικής ταφής, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων για την υπόγεια εναποθήκευση.

    Επιτρέπονται υψηλότερες οριακές τιμές για τις ειδικές παραμέτρους που αναφέρονται στο παρόν τμήμα εφόσον

    - προκύπτει από την αξιολόγηση κινδύνου ότι δεν απειλείται το περιβάλλον,

    - η αρμόδια αρχή αποφασίζει κατά περίπτωση την έκδοση άδειας για υγειονομική ταφή των αποβλήτων,

    - οι επιτρεπόμενες οριακές τιμές δεν υπερβαίνουν το τριπλάσιο των οριακών τιμών που καθορίζονται στο παρόν τμήμα.

    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κριτήρια συμμόρφωσης ως προς τις οριακές τιμές που καθορίζονται στο παρόν τμήμα.

    2.1. Κριτήρια για τους χώρους υγειονομικής ταφής αδρανών αποβλήτων

    2.1.1. Κατάλογος των αποβλήτων που γίνονται δεκτά δίχως δοκιμές σε χώρους υγειονομικής ταφής αδρανών αποβλήτων

    Τα απόβλητα που αναφέρονται στον κάτωθι πίνακα θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στα κριτήρια που θεσπίζει ο ορισμός για τα αδρανή απόβλητα στο άρθρο 2 στοιχείο ε) και τα κριτήρια που αναφέρονται στο σημείο 2.1.2. Τα απόβλητα αυτά γίνονται δεκτά δίχως δοκιμές σε χώρους υγειονομικής ταφής αδρανών αποβλήτων.

    Τα απόβλητα πρέπει να είναι υλικά μίας κατηγορίας αποβλήτων και μίας πηγής. Διαφορετικά απόβλητα που αναφέρονται στον κατάλογο μπορεί να γίνουν δεκτά από κοινού, εφόσον προέρχονται από την ίδια πηγή.

    Σε περίπτωση που υπάρχουν υποψίες ότι τα απόβλητα έχουν υποστεί ρύπανση (είτε μετά από οπτική επιθεώρηση, είτε βάσει των όσων είναι γνωστά για την προέλευσή τους), επιβάλλεται να πραγματοποιηθούν δοκιμές ή να απαγορευθεί η παράδοση του συγκεκριμένου φορτίου αποβλήτων. Εάν τα αναφερόμενα στον πίνακα απόβλητα έχουν μολυνθεί ή περιέχουν άλλα υλικά ή ουσίες, όπως μέταλλα, αμίαντο, πλαστικά, χημικές ουσίες, κ.λπ., σε βαθμό που ο κίνδυνος από τα απόβλητα αυτά να αυξάνεται τόσο που να δικαιολογείται πλέον η εναπόθεσή τους σε άλλες κατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής, τα απόβλητα μπορεί να μη γίνουν δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής για αδρανή απόβλητα.

    Όταν υφίστανται αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσον τα απόβλητα ανταποκρίνονται στον ορισμό των αδρανών αποβλήτων, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο ε) και τα κριτήρια που αναφέρονται στο σημείο 2.1.2, ή σχετικά με το κατά πόσον τα απόβλητα έχουν υποστεί ρύπανση, εκτελούνται υποχρεωτικά δοκιμές. Προς τούτο χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι που αναφέρονται στο τμήμα 3.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Επιλεγμένα απόβλητα από κατασκευαστικά έργα και κατεδαφίσεις: με χαμηλό περιεχόμενο άλλου είδους υλικών (όπως τα μέταλλα, το πλαστικό, το έδαφος, οι οργανικές ουσίες, το ξύλο, το κόμμι, κ.λπ.). Πρέπει να είναι γνωστή η προέλευση των αποβλήτων.

    - Ουδέν απόβλητο από κατασκευές και κατεδαφίσεις, που έχει ρυπανθεί από ανόργανες ή οργανικές επικίνδυνες ουσίες, παραδείγματος χάρη εξαιτίας παραγωγικών διαδικασιών στις κατασκευές, ρύπανσης του εδάφους, αποθήκευσης και χρήσης παρασιτοκτόνων ή άλλων επικίνδυνων ουσιών, κ.λπ., εκτός και αν καθίσταται σαφές ότι τα κατεδαφισθέντα κτίσματα δεν είχαν υποστεί ουσιαστική ρύπανση.

    - Ουδέν απόβλητο από κατασκευές ή κατεδαφίσεις, που έχει υποστεί επεξεργασία ή έχει καλυφθεί ή χρωματισθεί με υλικά που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες σε σημαντικές ποσότητες.

    Τα απόβλητα που δεν αναφέρονται στον κατάλογο αυτόν πρέπει να αποτελούν αντικείμενο δοκιμών σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος εγγράφου προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής αποβλήτων σε χώρους υγειονομικής ταφής για αδρανή απόβλητα σύμφωνα με το τμήμα 2.1.2.

    2.1.2 Οριακές τιμές για απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής για αδρανή απόβλητα

    2.1.2.1. Οριακές τιμές έκπλυσης

    Οι κάτωθι οριακές τιμές έκπλυσης ισχύουν για τα απόβλητα που γίνονται δεκτά στους χώρους υγειονομικής ταφής για τα αδρανή απόβλητα, υπολογιζόμενες ως λόγος υγρής προς στερεά φάση (L/S) 2 l/kg και 10 l/kg για τη συνολική διαρροή, και εκφραζόμενες άμεσα σε mg/l για τη δοκιμή C0 (πρώτο έκπλυμα της δοκιμής διήθησης σε L/S =0,1 l/kg). Τα κράτη μέλη ορίζουν τις μεθόδους δοκιμής και τις αντίστοιχες οριακές τιμές, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, από τον κάτωθι πίνακα.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Εάν τα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στις τιμές για τις θειικές ενώσεις, θεωρείται ότι εξακολουθούν να συμμορφώνονται προς τα κριτήρια αποδοχής εφόσον η έκπλυση δεν υπερβαίνει τις κάτωθι τιμές: 1500 mg/l για τη δοκιμή C0 σε L/S = 0.1 l/kg και 6000 mg/kg σε L/S = 10 l/kg. Είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί δοκιμή διήθησης για να καθοριστεί η οριακή τιμή L/S = 0,1 l/kg υπό συνθήκες αρχικής ισορροπίας, ενώ η τιμή L/S = 10 l/kg μπορεί να καθοριστεί είτε με δοκιμή έκπλυσης κατά παρτίδες, είτε με δοκιμή διήθησης υπό συνθήκες που να προσεγγίζουν την τοπική ισορροπία.

    ** Εφόσον τα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στις τιμές για τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα (DOC) στην δική του τιμή pH, ως εναλλακτική λύση προτείνονται οι δοκιμές σε L/S = 10 l/kg για pH μεταξύ 7,5 και 8,0. Τα απόβλητα θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής για το DOC, εφόσον το αποτέλεσμα της ανάλυσης δεν υπερβαίνει τα 500 mg/kg. (Εν προκειμένω υπάρχει σχέδιο ανάλογης μεθόδου βάσει του σχεδίου ευρωπαϊκού προτύπου 14429 (prEN 14429)).

    *** Οι τιμές για το σύνολο των στερεών εν διαλύσει (TDS) μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά προς τις τιμές για τα θειικά ανιόντα και τα ιόντα χλωρίου.

    2.1.2.2 Οριακές τιμές έκπλυσης για τις παραμέτρους συνολικής περιεκτικότητας σε οργανικές ύλες

    Επιπλέον των οριακών τιμών έκπλυσης που αναφέρονται στο τμήμα 2.1.2.1, τα αδρανή απόβλητα επιβάλλεται να ανταποκρίνονται και στις κάτωθι οριακές τιμές.

    Παράμετρος // Τιμή

    // mg/kg

    TOC // 30000*

    BTEX // 6

    PCBs (7 συγγενείς ουσίες) // 1

    Ορυκτέλαια (C10 to C40) // 500

    PAHs // Τα κράτη μέλη καθορίζουν οριακή τιμή

    * Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποδεχθεί υψηλότερη οριακή τιμή για τα εδάφη, υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνεται τιμή 500 mg/kg για τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα σε pH 7 (DOC7).

    2.2. Κριτήρια για τους χώρους υγειονομικής ταφής μη επικινδύνων αποβλήτων

    Τα κράτη μέλη δύνανται να δημιουργήσουν υποκατηγορίες χώρων ταφής για τα μη επικίνδυνα απόβλητα.

    Στο παρόν παράρτημα καθορίζονται αποκλειστικά και μόνο οριακές τιμές για τα μη επικίνδυνα απόβλητα τα οποία εναποτίθενται σε χώρους υγειονομικής ταφής στις ίδιες κυψέλες με σταθερά, μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα.

    2.2.1. Απόβλητα που γίνονται δεκτά δίχως δοκιμές σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα

    Τα αστικά απόβλητα ως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 99/31, και εφόσον έχουν ταξινομηθεί ως μη επικίνδυνα στο κεφάλαιο 20 του Ευρωπαϊκού Καταλόγου Αποβλήτων (ΕΚΑ), τα χωριστά συλλεγόμενα μη επικίνδυνα κλάσματα των οικιακών αποβλήτων και τα αυτά μη επικίνδυνα υλικά ποικίλης προέλευσης μπορεί να γίνουν δεκτά δίχως δοκιμές στους χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα.

    Τα απόβλητα δεν γίνονται δεκτά εάν δεν έχουν προηγουμένως υποβληθεί σε επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο α) της οδηγίας 99/31, ή εάν έχουν υποστεί ρύπανση σε βαθμό που να αυξάνεται ο κίνδυνος που σχετίζεται με τα απόβλητα αυτά τόσο ώστε να δικαιολογείται η διάθεσή τους σε άλλες εγκαταστάσεις.

    Τα εν λόγω απόβλητα μπορεί να μην γίνουν δεκτά σε κυψέλες όπου καταλήγουν σταθερά, μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο γ) iii) της οδηγίας 99/31.

    2.2.2. Οριακές τιμές για μη επικίνδυνα απόβλητα

    Οι κάτωθι οριακές τιμές ισχύουν για τα κοκκώδη μη επικίνδυνα απόβλητα που γίνονται δεκτά στις ίδιες κυψέλες με τα σταθερά, μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα, υπολογιζόμενες σε L/S = 2 και 10 l/kg για τη συνολική διαρροή και εκφραζόμενες άμεσα σε mg/l για τη δοκιμή C0 (πρώτο έκπλυμα της δοκιμής διήθησης σε L/S = 0,1 l/kg). Τα κοκκώδη απόβλητα περιλαμβάνουν όλα τα μη συμπαγή απόβλητα. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις μεθόδους δοκιμής και τις αντίστοιχες οριακές τιμές, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, από τον κάτωθι πίνακα.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Εάν τα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στις τιμές για τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα (DOC) στη δική τους τιμή pH, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο δοκιμών σε L/S = 10 l/kg για pH 7,5 - 8,0. Τα απόβλητα θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής για το DOC, εάν τα αποτελέσματα του ως άνω ποσοτικού προσδιορισμού δεν υπερβαίνουν τα 800 mg/kg. (Εν προκειμένω υπάρχει σχέδιο ανάλογης μεθόδου βάσει του σχεδίου ευρωπαϊκού προτύπου 14429 (prEN 14429)).

    ** Οι τιμές για το σύνολο στερεών εν διαλύσει (TDS) μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά προς τις τιμές για τα θειικά ανιόντα και τα ιόντα χλωρίου.

    2.2.3 Απόβλητα γύψου (ένυδρο θειικό ασβέστιο)

    Μη επικίνδυνα υλικά με βάση τον γύψο εναποτίθενται σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα αποκλειστικά και μόνο σε κυψέλες στις οποίες δεν γίνονται δεκτά βιοαποδομήσιμα απόβλητα. Οι οριακές τιμές για τον ολικό οργανικό άνθρακα (TOC) και τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα σε pH 7 (DOC7) που αναφέρονται στο τμήμα 2.3.2 ισχύουν για τα απόβλητα που εναποτίθενται στους χώρους υγειονομικής ταφής μαζί με υλικά με βάση τον γύψο.

    2.3. Κριτήρια για τα επικίνδυνα απόβλητα που γίνονται δεκτά στους χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο γ) iii).

    Εάν τα απόβλητα είναι σταθερά και μη ενεργά, η εκπλυσιμότητά τους δεν μεταβάλλεται αρνητικά μακροπρόθεσμα, υπό τις συνθήκες που προβλέπει ο σχεδιασμός του χώρου υγειονομικής ταφής ή εφόσον συμβούν αναμενόμενα ατυχήματα:

    - στα ίδια τα απόβλητα (παραδείγματος χάρη λόγω βιοαποδόμησης)

    - υπό την επίδραση μακροπρόθεσμων περιβαλλοντικών συνθηκών (παραδείγματος χάρη λόγω περιορισμών που σχετίζονται με το νερό, τον αέρα, τη θερμοκρασία και τις ασκούμενες μηχανικές πιέσεις)

    - εξαιτίας της επίδρασης άλλων αποβλήτων (συμπεριλαμβανομένων και των παραγώγων των αποβλήτων όπως τα στραγγίσματα και τα αέρια).

    2.3.1. Οριακές τιμές έκπλυσης

    Οι κάτωθι οριακές τιμές έκπλυσης ισχύουν για τα κοκκώδη επικίνδυνα απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, υπολογιζόμενες σε L/S = 2 και 10 l/kg για τη συνολική διαρροή και εκφραζόμενες άμεσα σε mg/l για τη δοκιμή C0 (πρώτο έκπλυμα της δοκιμής διήθησης σε L/S = 0,1 l/kg). Τα κοκκώδη απόβλητα περιλαμβάνουν όλα τα μη συμπαγή απόβλητα. Τα κράτη μέλη ορίζουν τις μεθόδους δοκιμής και τις αντίστοιχες οριακές τιμές, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, από τον κάτωθι πίνακα.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Εάν τα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στις τιμές αυτές για τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα (DOC) στη δική τους τιμή pH, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο δοκιμών σε L/S = 10 l/kg και σε pH of 7,5 - 8,0. Τα απόβλητα θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής για το DOC, εάν τα αποτελέσματα του ως άνω ποσοτικού προσδιορισμού δεν υπερβαίνουν τα 800 mg/kg. (Διατίθεται σχέδιο ανάλογης μεθόδου βάσει του σχεδίου ευρωπαϊκού προτύπου 14429 (prEN 14429)).

    ** Οι τιμές για το σύνολο στερεών εν διαλύσει (TDS) μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά προς τις τιμές για τα θειικά ανιόντα και τα ιόντα χλωρίου.

    Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να καθορίσουν κριτήρια για τα συμπαγή απόβλητα ώστε να εξασφαλίζεται το επίπεδο της προστασίας του περιβάλλοντος που καθορίζουν οι ως άνω οριακές τιμές.

    2.3.2. Άλλα κριτήρια

    Επιπλέον των οριακών τιμών έκπλυσης που αναφέρονται στο τμήμα 2.3.1, τα κοκκώδη απόβλητα επιβάλλεται να ανταποκρίνονται και στα εξής κριτήρια:

    Παράμετρος // Τιμές

    TOC (ολικός οργανικός άνθρακας) // 5 %*

    PH // Κατ' ελάχιστον 6

    ANC (ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων) // Αξιολογείται υποχρεωτικά

    * Εάν δεν επιτευχθεί η τιμή αυτή, η αρμόδια αρχή μπορεί να δεχθεί υψηλότερη οριακή τιμή, εφόσον η τιμή του διαλυμένου οργανικού άνθρακα (DOC) σε pH7 ανέρχεται σε 800 mg/kg.

    Τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν κριτήρια που να εξασφαλίζουν ότι τα απόβλητα διαθέτουν επαρκή φυσική σταθερότητα και φέρουσα ικανότητα.

    Τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν κριτήρια που να εξασφαλίζουν ότι τα επικίνδυνα συμπαγή απόβλητα είναι σταθερά και μη ενεργά πριν από την αποδοχή τους σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα.

    2.3.3. Απόβλητα αμιάντου

    Τα υλικά κατασκευών που περιέχουν αμίαντο και άλλα κατάλληλα απόβλητα που περιέχουν αμίαντο μπορούν να εναποτεθούν δίχως δοκιμές σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο γ) iii) της οδηγίας 99/31.

    Οι χώροι υγειονομικής ταφής στους οποίους καταλήγουν τα υλικά κατασκευών που περιέχουν αμίαντο καθώς και άλλα κατάλληλα απόβλητα που περιέχουν αμίαντο επιβάλλεται να ανταποκρίνονται στις εξής απαιτήσεις:

    * Τα απόβλητα δεν πρέπει να περιλαμβάνουν άλλες επικίνδυνες ουσίες πλην του δεσμευμένου αμιάντου, συμπεριλαμβανομένων των ινών που δεσμεύονται από δεσμευτικό παράγοντα ή έχουν συσκευασθεί σε πλαστικό.

    * Οι χώροι υγειονομικής ταφής δέχονται αποκλειστικά και μόνο υλικά κατασκευών που περιέχουν αμίαντο καθώς και άλλα κατάλληλα απόβλητα αμιάντου. Τα απόβλητα αυτά μπορεί επίσης να εναποτεθούν σε χωριστή κυψέλη του χώρου υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, εφόσον θεωρηθεί ότι ο χώρος αυτός είναι επαρκώς αυτόνομος.

    * Προκειμένου να αποφευχθεί η διάχυση των ινών, η ζώνη εναπόθεσης καλύπτεται με κατάλληλο υλικό καθημερινά και πριν από εκάστη διαδικασία συμπίεσης, ενώ επιπλέον εάν τα απόβλητα δεν είναι συσκευασμένα, καταβρέχεται δια ψεκασμού σε τακτά χρονικά διαστήματα.

    * Στον χώρο υγειονομικής ταφής ή στην αντίστοιχη κυψέλη τοποθετείται τελικό κάλυμμα ώστε να αποφευχθεί η διάχυση των ινών.

    * Απαγορεύεται η εκτέλεση εργασιών στον χώρο υγειονομικής ταφής ή την αντίστοιχη κυψέλη οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απελευθέρωση ινών (π.χ. διάτρηση οπών).

    * Μετά τον παροπλισμό της εγκατάστασης διατηρείται σχέδιο της τοποθεσίας του χώρου υγειονομικής ταφής ή της κυψέλης, στο οποίο αναφέρεται ότι έχουν εναποτεθεί απόβλητα αμιάντου.

    * Λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ώστε να περιοριστούν οι πιθανές χρήσεις γης μετά τον παροπλισμό του χώρου υγειονομικής ταφής ώστε να αποφευχθεί οιαδήποτε επαφή του ανθρώπου με τα απόβλητα.

    Για τους χώρους υγειονομικής ταφής στους οποίους εναποτίθενται αποκλειστικά και μόνο κατασκευαστικά υλικά που περιέχουν αμίαντο, οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα Ι, σημεία 3.2 και 3.3 της οδηγίας 99/31 μπορεί να περιοριστούν, εφόσον εξασφαλίζεται η τήρηση των ως άνω απαιτήσεων.

    2.4. Κριτήρια για απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής επικινδύνων αποβλήτων

    2.4.1. Οριακές τιμές έκπλυσης

    Οι κάτωθι οριακές τιμές έκπλυσης ισχύουν για κοκκώδη απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής επικινδύνων αποβλήτων, υπολογιζόμενες σε L/S = 2 και 10 l/kg για τη συνολική διαρροή και εκφραζόμενες άμεσα σε mg/l για τη δοκιμή C0 (πρώτο έκπλυμα της δοκιμής διήθησης σε L/S =0,1 l/kg). Τα κοκκώδη απόβλητα περιλαμβάνουν όλα τα απόβλητα που δεν θεωρούνται συμπαγή. Τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν τις μεθόδους και τις αντίστοιχες οριακές τιμές, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, από τον κάτωθι πίνακα.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Εάν τα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στις τιμές αυτές για τον διαλυμένο οργανικό άνθρακα (DOC) στη δική τους τιμή pH, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο δοκιμών σε L/S = 10 l/kg και σε pH of 7,5 - 8,0. Τα απόβλητα θεωρείται ότι ανταποκρίνονται προς τα κριτήρια αποδοχής για το DOC, εάν τα αποτελέσματα του ως άνω ποσοτικού προσδιορισμού δεν υπερβαίνουν τα 800 mg/kg. (Διατίθεται σχέδιο ανάλογης μεθόδου βάσει του prEN 14429 (σχέδιο ευρωπαϊκού προτύπου 14429)).

    ** Οι τιμές για το σύνολο στερεών εν διαλύσει (TDS) μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά προς τις τιμές για τα θειικά ανιόντα και τα ιόντα χλωρίου.

    Τα κράτη μέλη καθορίζουν κριτήρια ώστε τα συμπαγή απόβλητα να εξασφαλίζουν επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος που να ανταποκρίνεται στις ως άνω οριακές τιμές.

    2.4.2. Άλλα κριτήρια

    Επιπλέον των οριακών τιμών που αναφέρονται στο τμήμα 2.4.1, τα επικίνδυνα απόβλητα πρέπει να ανταποκρίνονται και στα εξής κριτήρια:

    Παράμετρος // Τιμές

    LOI (απώλεια κατά την ανάφλεξη)* // 10 %

    TOC (ολικός οργανικός άνθρακας)* // 6 %**

    ANC (ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων) // Αξιολογείται υποχρεωτικά

    * Χρησιμοποιείται είτε η παράμετρος LOI είτε η παράμετρος TOC.

    ** Εάν δεν επιτυγχάνεται η τιμή αυτή, οι αρμόδιες αρχές μπορεί να εγκρίνουν υψηλότερη οριακή τιμή, εφόσον επιτυγχάνεται η τιμή των 1000 mg/kg για την παράμετρο DOC σε pH7.

    2.5. Κριτήρια υπόγειας εναπόθεσης

    Για την αποδοχή αποβλήτων σε χώρους υπόγειας εναπόθεσης εκτελείται υποχρεωτικά αξιολόγηση της ασφάλειας για τον εκάστοτε χώρο σύμφωνα με το παράρτημα Α του παρόντος εγγράφου. Τα απόβλητα γίνονται δεκτά μόνον εφόσον είναι συμβατά με την αξιολόγηση ασφάλειας για τον συγκεκριμένο χώρο.

    Στους χώρους υπόγειας εναπόθεσης για τα αδρανή απόβλητα γίνονται δεκτά αποκλειστικά και μόνο απόβλητα που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που καθορίζονται στο τμήμα 2.1.

    Στους χώρους υπόγειας εναπόθεσης για μη επικίνδυνα απόβλητα γίνονται δεκτά αποκλειστικά και μόνο απόβλητα που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που ορίζονται στο τμήμα 2.2 ή στο τμήμα 2.3.

    Στους χώρους υπόγειας εναπόθεσης επικινδύνων αποβλήτων, γίνονται δεκτά απόβλητα μόνον εφόσον δεν αντιφάσκουν προς την αξιολόγηση της ασφάλειας για τον συγκεκριμένο χώρο. Στην περίπτωση αυτή, δεν ισχύουν τα κριτήρια που ορίζονται στο τμήμα 2.4. Ωστόσο, τα απόβλητα αποτελούν υποχρεωτικά αντικείμενο της διαδικασίας αποδοχής που ορίζεται στο τμήμα 1.

    3. Μέθοδοι δειγματοληψίας και δοκιμής

    Οι δειγματοληψίες και οι δοκιμές εκτελούνται από ανεξάρτητους και έχοντες τα απαιτούμενα προσόντα φορείς και πρόσωπα. Τα αντίστοιχα εργαστήρια επιβάλλεται να διαθέτουν αποδεδειγμένη πείρα σχετικά με τις δοκιμές αποβλήτων και τις αναλύσεις, καθώς και αποτελεσματικό σύστημα διασφάλισης ποιότητας.

    Εν προκειμένω χρησιμοποιούνται οι κάτωθι μέθοδοι:

    Δειγματοληψία

    Για τις δειγματοληψίες των αποβλήτων, για βασικό χαρακτηρισμό, έλεγχο συμμόρφωσης και επιτόπιες δοκιμές επαλήθευσης, καταρτίζεται πρόγραμμα δειγματοληψιών σύμφωνα με το μέρος 1 του αντιστοίχου προτύπου για τις δειγματοληψίες που τελεί υπό εκπόνηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN). Για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ως άνω πρότυπο της CEN δεν διατίθεται ως επίσημο ευρωπαϊκό πρότυπο, τα κράτη μέλη καλούνται να χρησιμοποιήσουν είτε εθνικά πρότυπα, είτε το σχέδιο του προτύπου της CEN όταν καταλήξει σε πρόταση ευρωπαϊκού προτύπου.

    Γενικές ιδιότητες των αποβλήτων

    EN 13137 Προσδιορισμός του ολικού οργανικού άνθρακα (TOC) στο νερό, την ιλύ και τα ιζήματα.

    PrEN 14346 (Πρόταση ευρωπαϊκού προτύπου) Υπολογισμός ξηράς ουσίας με προσδιορισμό των ξηρών καταλοίπων και της περιεκτικότητας σε νερό.

    Δοκιμές έκπλυσης:

    prEN 14405 Δοκιμή εκπλυσιμότητας - Δοκιμή ανοδικής διήθησης (Δοκιμή ανοδικής διήθησης για ανόργανα συστατικά)

    EN 12457/1-4 Έκπλυση - Δοκιμή συμμόρφωσης για την έκπλυση κοκκωδών αποβλήτων υλικών και ιλύων (δοκιμή συμμόρφωσης για την έκπλυση κοκκωδών αποβλήτων L/S 2, 4 mm. L/S 10, 4 mm. L/S 2 και 8, 4 mm. L/S 10, 10 mm)

    Χώνευση ακατέργαστων αποβλήτων:

    EN 13657 Χώνευση και εν συνεχεία προσδιορισμός του τμήματος των διαλυτών στοιχείων σε βασιλικό ύδωρ (μερική χώνευση των στερεών αποβλήτων πριν από τη στοιχειακή ανάλυση, αφήνοντας άθικτη τη μήτρα πυριτίου).

    EN 13656 Χώνευση που υποβοηθείται από μικροκύματα με μείγμα υδροφθορικού (HF), νιτρικού (HNO3) και υδροχλωρικού (HCl) οξέος για εν συνεχεία προσδιορισμό των στοιχείων (συνολική χώνευση των στερεών αποβλήτων πριν από τη στοιχειακή ανάλυση).

    Ανάλυση

    ENV 12506 Ανάλυση εκπλυμάτων - καθορισμός pH, As, Ba, Cd, Cl, Co, Cr, CrVI, Cu, Mo, Ni, No2, Pb, σύνολο S, SO4, V και Zn (Ανάλυση ανόργανων συστατικών των στερεών αποβλήτων και/ή του εκπλύματός τους. μείζονα, ελάσσονα και ιχνοστοιχεία).

    ENV 13370 Ανάλυση εκπλυμάτων - Προσδιορισμός αμμωνίου, AOX, αγωγιμότητας, Hg, δείκτη φαινόλης, TOC, ευχερώς αποδεσμευόμενου CN, F (Ανάλυση ανόργανων συστατικών στερεών αποβλήτων και/ή των εκπλυμάτων τους (ανιόντα)).

    prEN 14039 Προσδιορισμός περιεκτικότητας σε υδρογονάνθρακες C10-C40 με αέριο χρωματογραφία.

    Ο κατάλογος αυτός θα τροποποιηθεί μόλις είναι διαθέσιμα περισσότερα πρότυπα της CEN.

    Για δοκιμές και αναλύσεις, για τις οποίες δεν υφίστανται, ακόμα, πρότυπα της CEN, οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι θα πρέπει να εγκρίνονται από τις αρμόδιες αρχές.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΕ ΧΩΡΟΥΣ ΥΠΟΓΕΙΑΣ ΕΝΑΠΟΘΕΣΗΣ

    1. η φιλοσοφία της ασφάλειας σε ό,τι αφορα την υπόγεια εναπόθεση: όλοι οι τύποι

    1.1. Η σημασία των γεωλογικών φραγμών

    Η απομόνωση των αποβλήτων από τη βιόσφαιρα αποτελεί τον τελικό στόχο της οριστικής εναπόθεσης αποβλήτων σε υπόγειους χώρους. Τα απόβλητα, οι αντίστοιχοι γεωλογικοί φραγμοί και κοιλότητες, συμπεριλαμβανομένων οιωνδήποτε τεχνητών κατασκευών, αποτελούν σύστημα το οποίο από κοινού με όλες τις άλλες τεχνικές πτυχές επιβάλλεται να ανταποκρίνεται στις αντίστοιχες απαιτήσεις.

    Οι απαιτήσεις της οδηγίας πλαισίου για το νερό (2000/60/ΕΚ) ικανοποιούνται μόνο εφόσον αποδειχθεί η μακροπρόθεσμη ασφάλεια των εγκαταστάσεων (βλ. τμήμα 2.2.5 κατωτέρω). Το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο ι) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ εν γένει απαγορεύει την άμεση αποβολή ρύπων στα υπόγεια ύδατα. Το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) i) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η πρόληψη της υποβάθμισης των υπογείων υδάτων.

    1.2. Η αξιολόγηση των κινδύνων για τον εκάστοτε χώρο

    Η αξιολόγηση των κινδύνων καθιστά υποχρεωτικό τον χαρακτηρισμό:

    - των κινδύνων (εν προκειμένω τα εναποτιθέμενα απόβλήτα),

    - των υποδοχέων (εν προκειμένω η βιόσφαιρα και κατά πάσα πιθανότητα τα υπόγεια ύδατα),

    - των διόδων μέσω των οποίων οι ουσίες από τα απόβλητα ενδέχεται να καταλήξουν στη βιόσφαιρα και

    - των επιπτώσεων από τις ουσίες που ενδέχεται να καταλήξουν στη βιόσφαιρα.

    Τα κριτήρια αποδοχής για την υπόγεια εναποθήκευση προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από την ανάλυση της βραχώδους μάζας υποδοχής, κατά τρόπο που να επιβεβαιώνεται ότι δεν παρατηρούνται στη συγκεκριμένη τοποθεσία οι συνθήκες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας για την υγειονομική ταφή των αποβλήτων (εξαιρουμένων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 του παραρτήματος Ι).

    Τα κριτήρια αποδοχής για την υπόγεια εναποθήκευση εφαρμόζονται ως προς τις τοπικές συνθήκες. Προς τούτο, απαιτείται να αποδειχθεί η καταλληλότητα των γεωλογικών στρωμάτων για την υπόγεια εναποθήκευση, πράγμα το οποίο συνεπάγεται αξιολόγηση των κινδύνων σχετικά με τη συγκράτηση των αποβλήτων, λαμβάνοντας υπόψη συνολικά το σύστημα των αποβλήτων, τις κατασκευαστικές δομές και κοιλότητες, καθώς και το κυρίως σώμα της βραχώδους μάζας υποδοχής.

    Η αξιολόγηση των κινδύνων για τον εκάστοτε χώρο οιασδήποτε εγκατάστασης πρέπει να πραγματοποιείται τόσο για το στάδιο λειτουργίας, όσο και για το μετά τη λειτουργία στάδιο. Από τις αξιολογήσεις αυτές θα προκύψουν ενδεχομένως τα αναγκαία μέτρα ελέγχου και ασφάλειας, ενώ παράλληλα θα διαμορφωθούν τα αντίστοιχα κριτήρια αποδοχής.

    Εκπονείται ολοκληρωμένη ανάλυση για την αξιολόγηση των επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένων των εξής στοιχείων:

    1. γεωλογική αξιολόγηση

    2. γεωμηχανική αξιολόγηση

    3. υδρογεωλογική αξιολόγηση

    4. γεωχημική αξιολόγηση

    5. αξιολόγηση των επιπτώσεων στη βιόσφαιρα

    6. αξιολόγηση του σταδίου λειτουργίας

    7. μακροπρόθεσμη αξιολόγηση

    8. αξιολόγηση των επιπτώσεων όλων των επιφανειακών εγκαταστάσεων του συγκεκριμένου χώρου.

    1.2.1. Γεωλογική αξιολόγηση

    Απαιτείται ενδελεχής έρευνα ή γνώση των γεωλογικών δεδομένων της τοποθεσίας. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται έρευνες και αναλύσεις σχετικά με το είδος των πετρωμάτων, το έδαφος και την τοπογραφία της περιοχής. Η γεωλογική αξιολόγηση θα πρέπει να αποδεικνύει την καταλληλότητα του χώρου για υπόγεια εναποθήκευση. Θα πρέπει να περιλαμβάνεται η θέση, η συχνότητα και η δομή κάθε είδους ρωγμών ή ρηγμάτων στα περιβάλλοντα γεωλογικά στρώματα και οι πιθανές επιπτώσεις των σεισμικών δραστηριοτήτων στις δομές αυτές. Παράλληλα επιβάλλεται να εξετασθούν εναλλακτικές θέσεις για τον χώρο υγειονομικής ταφής.

    1.2.2. Γεωμηχανική αξιολόγηση

    Η σταθερότητα των κοιλοτήτων επιβάλλεται να αποδειχθεί με τη διενέργεια των ενδεδειγμένων ερευνών και προβλέψεων. Τα εναποτιθέμενα απόβλητα αποτελούν μέρος της ως άνω αξιολόγησης. Οι διαδικασίες αναλύονται και τεκμηριώνονται συστηματικά.

    Πρέπει να αποδειχθεί ότι:

    1) κατά τη διάρκεια και μετά τη δημιουργία των κοιλοτήτων, δεν αναμένεται να παρατηρηθεί μείζονος σημασίας παραμόρφωση είτε στην κοιλότητα αυτή καθεαυτή, είτε στην επιφάνεια του εδάφους, που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να παρεμποδιστεί η δυνατότητα λειτουργίας της υπόγειας εναποθήκευσης ή να προκύψουν δίοδοι προς τη βιόσφαιρα.

    2) η φέρουσα ικανότητα φορτίου της κοιλότητας επαρκεί για να αποφευχθεί η κατάρρευση κατά τη λειτουργία.

    3) τα εναποτιθέμενα υλικά είναι αρκούντως σταθερά ώστε να εξασφαλίζεται η συμβατότητά τους προς τις γεωμηχανικές ιδιότητες της βραχώδους μάζας υποδοχής.

    1.2.3. Υδρογεωλογική αξιολόγηση

    Απαιτείται διεξοδική έρευνα των υδραυλικών ιδιοτήτων για να αξιολογηθεί το διάγραμμα ροής των υπογείων υδάτων στα περιβάλλοντα γεωλογικά στρώματα βάσει των πληροφοριών για την υδραυλική αγωγιμότητα της βραχώδους μάζας, τις ρωγμές και τις υδραυλικές βαθμίδες.

    1.2.4. Γεωχημική αξιολόγηση

    Απαιτείται αναλυτική διερεύνηση της σύνθεσης των πετρωμάτων και των υπογείων υδάτων ώστε να αξιολογηθεί η σημερινή σύσταση των υπογείων υδάτων και η πιθανή εξέλιξή της στο μέλλον, η φύση και η αφθονία ορυκτών υλικών που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην έμφραξη των ρωγμών, καθώς και ποσοτική μεταλλειολογική περιγραφή της βραχώδους μάζας υποδοχής. Παράλληλα επιβάλλεται να αξιολογηθεί η επίπτωση των πιθανών αλλαγών των αποβλήτων στο γεωχημικό σύστημα.

    1.2.5. Αξιολόγηση των επιπτώσεων στη βιόσφαιρα

    Απαιτείται να διερευνηθούν οι επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει η υπόγεια εναποθήκευση αποβλήτων στη βιόσφαιρα. Επιβάλλεται να πραγματοποιηθούν μελέτες της αρχικής κατάστασης ώστε να προσδιοριστούν τα αρχικά επίπεδα των αντίστοιχων ουσιών που παρατηρούνται υπό φυσιολογικές συνθήκες στη συγκεκριμένη τοποθεσία.

    1.2.6. Αξιολόγηση του σταδίου λειτουργίας

    Για το στάδιο λειτουργίας, η ανάλυση θα πρέπει να αποδεικνύει:

    1) τη σταθερότητα των κοιλοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 1.2.2.

    2) ότι δεν υφίστανται απαράδεκτοι κίνδυνοι δημιουργίας διόδου μεταξύ των αποβλήτων και της βιόσφαιρας.

    3) ότι δεν υφίστανται απαράδεκτοι κίνδυνοι για τη λειτουργία της εκάστοτε εγκατάστασης.

    Κατά την εξέταση της ασφάλειας λειτουργίας, θα πραγματοποιείται συστηματική ανάλυση της λειτουργίας της εκάστοτε εγκατάστασης βάσει των ειδικών δεδομένων που καταχωρούνται για την απογραφή των αποβλήτων, τη διαχείριση της εγκατάστασης και το σύστημα λειτουργίας. Πρέπει να αποδεικνύεται ότι τα απόβλητα δεν αντιδρούν με τη βραχώδη μάζα με οποιονδήποτε χημικό ή φυσικό τρόπο που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την αντοχή και τη στεγανότητα των πετρωμάτων και να θέσει σε κίνδυνο την ίδια την αποθήκευση. Για τους λόγους αυτούς, επιπλέον των αποβλήτων που απαγορεύονται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 3 της οδηγίας, δεν θα γίνονται δεκτά τα απόβλητα για τα οποία υπάρχει κίνδυνος αυθόρμητης ανάφλεξης υπό τις συνθήκες αποθήκευσης (θερμοκρασία, υγρασία), τα αεριούχα προϊόντα, τα πτητικά απόβλητα, τα απόβλητα που προέρχονται από τη συλλογή με τη μορφή μη ταυτοποιημένων μειγμάτων.

    Θα πρέπει να προσδιοριστούν τα ιδιαίτερα συμβάντα τα οποία ενδέχεται να οδηγήσουν σε δημιουργία διόδου μεταξύ των αποβλήτων και της βιόσφαιρας κατά το στάδιο λειτουργίας. Οι επιμέρους τύποι κινδύνων κατά τη λειτουργία θα πρέπει να συνοψιστούν σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Παράλληλα επιβάλλεται να αξιολογηθούν οι πιθανές τους επιπτώσεις. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι δεν υφίσταται απαράδεκτος κίνδυνος διαρροής κατά τη λειτουργία. Επιβάλλεται να προβλεφθούν μέτρα αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων.

    1.2.7. Μακροπρόθεσμη αξιολόγηση

    Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τους στόχους της αειφόρου υγειονομικής ταφής αποβλήτων, η αξιολόγηση των κινδύνων θα πρέπει να καλύπτει το θέμα αυτό και μακροπρόθεσμα. Πρέπει να εξασφαλίζεται ότι δεν θα δημιουργηθούν δίοδοι προς τη βιόσφαιρα μακροπρόθεσμα και μετά από την περάτωση της λειτουργίας των εγκαταστάσεων υπόγειας εναποθήκευσης.

    Οι φραγμοί στους χώρους υπόγειας εναποθήκευσης (π.χ. η ποιότητα των αποβλήτων, οι κατασκευαστικές δομές, η επαναπλήρωση και η σφράγιση των φρεάτων και των διατρημάτων), η ποιότητα της βραχώδους μάζας υποδοχής, τα περιβάλλοντα γεωλογικά στρώματα και η υπερφόρτωση θα πρέπει να αξιολογηθούν ποσοτικά μακροπρόθεσμα και να εκτιμηθούν βάσει των δεδομένων για τη συγκεκριμένη τοποθεσία ή λαμβάνοντας υπόψη επαρκώς συντηρητικές υποθέσεις. Οι γεωχημικές και γεωυδρολογικές συνθήκες, όπως η ροή των υπογείων υδάτων (βλέπε τμήμα 1.2.3 και 1.2.4 ανωτέρω), η αποτελεσματικότητα των φραγμών, η φυσική εξασθένηση, καθώς και η έκπλυση των εναποτιθεμένων αποβλήτων, θα λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

    Η μακροπρόθεσμη ασφάλεια των εγκαταστάσεων υπόγειας εναποθήκευσης αποδεικνύεται από αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει περιγραφή της αρχικής κατάστασης σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή (παραδείγματος χάρη κατά τον παροπλισμό), ακολουθούμενη από σενάριο το οποίο σκιαγραφεί τις σημαντικές αλλαγές που θεωρούνται αναμενόμενες με την πάροδο του γεωλογικού χρόνου. Τέλος, οι επιπτώσεις της διαρροής των αντιστοίχων ουσιών από τις εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης θα πρέπει να αξιολογηθούν ως προς διαφορετικά σενάρια τα οποία να αντανακλούν τις πιθανές μακροπρόθεσμες εξελίξεις της βιόσφαιρας, της γεώσφαιρας και των εγκαταστάσεων υπόγειας εναποθήκευσης.

    Λόγω του περιορισμένου χρόνου ζωής τους, τα δοχεία και η εσωτερική επένδυση του τοιχώματος των κοιλοτήτων δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων κινδύνων λόγω της εναπόθεσης αποβλήτων.

    1.2.8. Αξιολόγηση των επιπτώσεων στις επιφανειακές εγκαταστάσεις υποδοχής

    Μολονότι τα απόβλητα που καταλήγουν σε κάποιο χώρο υγειονομικής ταφής ενδέχεται να προορίζονται για υπόγεια διάθεση, θα πρέπει καταρχήν να εκφορτώνονται, να υφίστανται δοκιμές και ενδεχομένως να αποθηκεύονται επιφανειακά, πριν καταλήξουν στον τελικό προορισμό τους. Οι εγκαταστάσεις υποδοχής θα πρέπει να σχεδιαστούν και να τεθούν σε λειτουργία κατά τρόπο που να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος για την υγεία του ανθρώπου και το τοπικό περιβάλλον. Κατά τα άλλα, θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που ισχύουν για οιαδήποτε άλλη εγκατάσταση υποδοχής αποβλήτων.

    1.2.9. Αξιολόγηση άλλων κινδύνων

    Για να εξασφαλιστεί η προστασία των εργατών, τα απόβλητα θα πρέπει να εναποτίθενται σε εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης μόνον εφόσον διαχωρίζονται ασφαλώς από εξορυκτικές δραστηριότητες. Τα απόβλητα δεν θα πρέπει να γίνονται δεκτά εφόσον περιέχουν ή θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη δημιουργία επικινδύνων στοιχείων που ενδεχομένως θα ήταν δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του ανθρώπου (π.χ. σπόροι παθογόνων μολυσματικών οργανισμών).

    2. Κριτήρια αποδοχής για την υπόγεια εναποθήκευση: όλοι οι τύποι

    2.1. Εξαιρούμενα απόβλητα

    Βάσει των τμημάτων 1.2.1 - 1.2.8, απόβλητα τα οποία ενδεχομένως θα υποστούν ανεπιθύμητες φυσικές, χημικές ή βιολογικές μετατροπές μετά την εναπόθεσή τους δεν θα πρέπει να καταλήγουν σε εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται:

    α) Τα απόβλητα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας.

    β) Τα απόβλητα και τα δοχεία τους που ενδεχομένως μπορεί να αντιδράσουν με το νερό ή τη βραχώδη μάζα υποδοχής υπό τις συνθήκες αποθήκευσης με αποτέλεσμα:

    - να μεταβληθεί ο όγκος τους.

    - να δημιουργηθούν αυτοαναφλέξιμες, τοξικές ή εκρηκτικές ουσίες ή αέρια ή

    - οιεσδήποτε άλλες αντιδράσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια λειτουργίας και/ή την ακεραιότητα των αντιστοίχων φραγμών.

    Τα απόβλητα που είναι δυνατόν να αντιδράσουν μεταξύ τους επιβάλλεται να οριστούν και να ταξινομηθούν σε ομάδες συμβατότητας. οι επιμέρους ομάδες συμβατότητας θα πρέπει να διαχωρίζονται στις εγκαταστάσεις εναποθήκευσης.

    γ) Τα απόβλητα που δεν είναι βιοαποδομήσιμα.

    δ) Τα λίαν οσμηρά απόβλητα.

    ε) Τα απόβλητα που είναι δυνατόν να δημιουργήσουν μείγμα αερίων-αέρα που να είναι τοξικό ή εκρηκτικό. Εν προκειμένω αναφέρονται τα απόβλητα τα οποία:

    - προκαλούν συγκεντρώσεις τοξικών αερίων λόγω της μερικής πίεσης των συστατικών τους.

    - οδηγούν σε συγκεντρώσεις, που μετά από την πλήρωση των δοχείων, υπερβαίνουν τουλάχιστον κατά 10% τη συγκέντρωση που αντιστοιχεί στο χαμηλότερο όριο έκρηξης.

    στ) Τα απόβλητα που δεν είναι επαρκώς σταθερά ως προς τις γεωμηχανικές συνθήκες.

    ζ) Τα απόβλητα που είναι αυτο- ή ακαριαίας ανάφλεξης υπό τις συνθήκες αποθήκευσης, τα αεριούχα προϊόντα, τα πτητικά απόβλητα, τα απόβλητα που προέρχονται από συλλογή με τη μορφή μη ταυτοποιημένων μειγμάτων.

    η) Τα απόβλητα που περιέχουν ή θα μπορούσαν να ευνοήσουν την εμφάνιση παθογόνων σπόρων μολυσματικών οργανισμών (όπως ήδη προβλέπει το άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της οδηγίας).

    2.2. Κατάλογοι αποβλήτων που είναι κατάλληλα για υπόγεια εναποθήκευση

    Αδρανή απόβλητα, επικίνδυνα και μη επικίνδυνα απόβλητα, που δεν εξαιρούνται βάσει των σημείων 2.1 και 2.2 ανωτέρω μπορεί να θεωρηθούν κατάλληλα για υπόγεια εναποθήκευση.

    Τα κράτη μέλη καλούνται να εκπονήσουν καταλόγους αποβλήτων που γίνονται δεκτά στις εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης, σύμφωνα με τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 της οδηγίας.

    2.3. Αξιολόγηση κινδύνων για τον εκάστοτε χώρο

    Η αποδοχή των αποβλήτων σε συγκεκριμένο χώρο επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι εκτελείται αξιολόγηση κινδύνων για αυτόν.

    Οι αξιολογήσεις για τον εκάστοτε χώρο περιγράφονται στο τμήμα 1.2 ανωτέρω για τα απόβλητα που γίνονται δεκτά σε εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται επαρκής απομόνωση από τη βιόσφαιρα. Θα πρέπει να τηρούνται τα αντίστοιχα κριτήρια υπό τις συνθήκες αποθήκευσης.

    2.4. Όροι αποδοχής

    Τα απόβλητα μπορούν να εναποτεθούν σε εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης μόνον εφόσον διαχωρίζονται ασφαλώς από εξορυκτικές δραστηριότητες.

    Τα απόβλητα που ενδέχεται να αντιδράσουν μεταξύ τους επιβάλλεται να προσδιοριστούν και να ταξινομηθούν σε κατηγορίες συμβατότητας. οι επιμέρους κατηγορίες συμβατότητας θα πρέπει να διαχωρίζονται στις εγκαταστάσεις εναποθήκευσης.

    3. Επιπλέον στοιχεία: αλατωρυχεία

    3.1. Η σημασία των γεωλογικών φραγμών

    Όσον αφορά τη φιλοσοφία περί ασφάλειας για τα αλατωρυχεία, τα πετρώματα που περιβάλλουν τα απόβλητα καλούνται να διαδραματίσουν διττό ρόλο:

    - Αφενός λειτουργούν ως βραχώδης μάζα υποδοχής στην οποία ενθυλακώνονται τα απόβλητα.

    - Από κοινού με τα υπέρ και υποκείμενα στρώματα στεγανών πετρωμάτων (π.χ. ανυδρίτες), λειτουργούν ως γεωλογικός φραγμός που παρεμποδίζει την είσοδο υπογείων υδάτων στον χώρο υγειονομικής ταφής και, όπου αυτό είναι απαραίτητο, παρεμποδίζει τη διαρροή υγρών ή την έκλυση αερίων από την περιοχή εναπόθεσης των αποβλήτων. Τα φρέατα και τα γεωτρήματα, που ενδεχομένως διαπερνούν το γεωλογικό αυτό φράγμα, θα πρέπει να σφραγίζονται κατά τη λειτουργία, ώστε να αποφεύγεται οιαδήποτε είσοδος υδάτων, και θα πρέπει να παραμένουν ερμητικά κλειστά μετά την περάτωση της λειτουργίας των υπόγειων χώρων υγειονομικής ταφής. Εάν είναι ενδεχόμενο οι εξορυκτικές δραστηριότητες να συνεχιστούν και μετά την περάτωση της λειτουργίας του χώρου υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, η περιοχή εναπόθεσης θα πρέπει, αφ' ης στιγμής παύσει η λειτουργία του χώρου υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, να σφραγιστεί με υδατοστεγές φράγμα, το οποίο να κατασκευαστεί υπολογίζοντας την υδραυλική πίεση λειτουργίας συναρτήσει του βάθους, ώστε ύδατα, που τυχόν θα παρεισφρήσουν στα ορυχεία που εξακολουθούν να λειτουργούν, να μην διεισδύουν στην περιοχή εναπόθεσης των αποβλήτων.

    - Στα αλατωρυχεία, το άλας θεωρείται ότι εξασφαλίζει πλήρη απομόνωση. Τα απόβλητα θα έλθουν σε επαφή με τη βιόσφαιρα μόνο σε περίπτωση ατυχήματος ή γεωλογικού συμβάντος με την πάροδο του χρόνου, όπως η μετακίνηση του εδάφους ή η διάβρωση (για παράδειγμα, λόγω της ανύψωσης της στάθμης των θαλασσίων υδάτων). Τα απόβλητα εν προκειμένω πρέπει να θεωρείται πιθανόν ότι θα μεταβληθούν κατά την εναποθήκευσή τους, ενώ παράλληλα θα πρέπει να εξετάζονται οι συνέπειες αναλόγων σεναρίων για αποτυχίες του συστήματος.

    3.2. Μακροπρόθεσμη αξιολόγηση

    Για να αποδειχθεί ότι οι εγκαταστάσεις υπόγειας εναπόθεσης σε περιοχή με ορυκτά άλατα είναι μακροπρόθεσμα ασφαλείς, θα πρέπει καταρχήν να οριστεί το αλατώδες πέτρωμα ως φράγμα. Το ορυκτό άλας εν γένει ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις περί στεγανότητας ως προς τα αέρια και τα υγρά, ενώ παράλληλα είναι, λόγω της συγκλίνουσας συμπεριφοράς του, σε θέση να ενθυλακώσει και να απομονώσει πλήρως τα απόβλητα στο τέλος της όλης διαδικασίας μετατροπής. Η συγκλίνουσα συμπεριφορά του ορυκτού άλατος ως εκ τούτου δεν έρχεται σε αντίθεση με την απαίτηση για σταθερές κοιλότητες κατά το στάδιο της λειτουργίας. Η σταθερότητα είναι σημαντική ώστε να εξασφαλιστεί η ασφάλεια λειτουργίας και να διατηρηθεί η ακεραιότητα του γεωλογικού φράγματος εις το διηνεκές, με σκοπό να επιτευχθεί η συνεχής προστασία της βιόσφαιρας. Τα απόβλητα θα πρέπει να απομονώνονται πλήρως από τη βιόσφαιρα. Η ελεγχόμενη καθίζηση λόγω υπερφόρτωσης ή άλλων ελαττωμάτων θεωρείται μακροπρόθεσμα αποδεκτή μόνον εφόσον είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι οι μετατροπές δεν θα συνεπάγονται ρήγματα, θα διατηρηθεί η ακεραιότητα των γεωλογικών φραγμών και δεν θα δημιουργηθούν δίοδοι που να επιτρέπουν την επαφή του νερού με τα απόβλητα ή τη διείσδυση αποβλήτων ή στοιχείων τους στη βιόσφαιρα.

    4. Επιπλέον στοιχεία: σκληρα πετρωματα

    Η βαθιά ταφή σε σκληρό βράχο ορίζεται εν προκειμένω ως υπόγεια εναποθήκευση σε βάθος πολλών εκατοντάδων μέτρων, όπου ως ανθεκτικά πετρώματα εννοούνται οι πυριγενείς βράχοι, όπως ο γρανίτης και ο γνεύσιος, καθώς και ιζηματογενή πετρώματα, όπως οι ασβεστόλιθοι και οι ψαμμίτες.

    4.1. Η φιλοσοφία της ασφάλειας

    Η βαθιά ταφή σε σκληρό βράχο αποτελεί εφικτό τρόπο για να αποφευχθεί η επιβάρυνση των μελλοντικών γενεών με ευθύνες για τα απόβλητα, δεδομένου ότι ανάλογες εγκαταστάσεις πρέπει να κατασκευάζονται κατά τρόπο ώστε να είναι παθητικές και να μην χρειάζονται συντήρηση. Επιπλέον, οι κατασκευές δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν την ανάκτηση των αποβλήτων ή τη δυνατότητα ανάληψης μελλοντικών διορθωτικών μέτρων. Παράλληλα, οι εγκαταστάσεις αυτές θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι τυχόν αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή ευθύνες λόγω των δραστηριοτήτων των σημερινών γενεών δεν θα επιβαρύνουν τις μελλοντικές γενεές.

    Το κύριο στοιχείο της φιλοσοφίας της ασφάλειας της υπόγειας εναποθήκευσης των αποβλήτων είναι η απομόνωσή τους από τη βιόσφαιρα, καθώς και η φυσική εξασθένηση οιωνδήποτε ρύπων που είναι δυνατόν να διαρρεύσουν από τα απόβλητα. Έχουν ήδη προσδιοριστεί ορισμένοι τύποι επικινδύνων ουσιών και αποβλήτων στους οποίους δεν θα πρέπει να εκτεθούν η κοινωνία και το περιβάλλον συνεχώς και για μεγάλες χρονικές περιόδους. Μεγάλη χρονική περίοδος εν προκειμένω σημαίνει πολλές χιλιάδες χρόνια. Ανάλογα επίπεδα προστασίας μπορούν να επιτευχθούν με την εναποθήκευση αποβλήτων σε μεγάλο βάθος σε σκληρά πετρώματα. Η βαθιά ταφή αποβλήτων σε ανθεκτικά πετρώματα μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε σε παροπλισμένα ορυχεία, όπου έχουν παύσει οι εξορυκτικές δραστηριότητες, ή σε νέες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.

    Στην περίπτωση της αποθήκευσης σε σκληρό βράχο, δεν είναι δυνατή η πλήρης απομόνωση. Στην περίπτωση αυτή, είναι απαραίτητο να κατασκευαστεί υπόγειος αποθηκευτικός χώρος, ώστε η φυσική εξασθένηση μέσω των παρακείμενων γεωλογικών στρωμάτων να περιορίσει τις επιπτώσεις των ρύπων σε βαθμό που να μην έχουν οριστικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Αυτό σημαίνει ότι η δυνατότητα του περιβάλλοντος να εξασθενεί και να υποβαθμίζει τους ρύπους καθορίζει κατά πόσον γίνεται αποδεκτή κάποια διαρροή από τέτοιου είδους εγκατάσταση.

    Οι απαιτήσεις της οδηγίας πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το νερό (2000/60/ΕΚ) ικανοποιούνται μόνο εφόσον αποδειχθεί ότι μακροπρόθεσμα η εγκατάσταση είναι ασφαλής (βλέπε σημείο 1.2.7 ανωτέρω). Οι επιδόσεις του συστήματος βαθείας ταφής πρέπει να αξιολογούνται συνολικά, λαμβάνοντας υπόψη την εύρυθμη λειτουργία των επιμέρους στοιχείων του. Στις περιπτώσεις βαθείας ταφής σε σκληρό βράχο, οι αποθηκευτικοί χώροι πρέπει να βρίσκονται σε επίπεδο χαμηλότερο του υδροφόρου ορίζοντα. Το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο ι) της οδηγίας απαγορεύει εν γένει την άμεση διοχέτευση ρύπων στα υπόγεια ύδατα. Το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και θ) της οδηγίας απαιτεί τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα ώστε να προλαμβάνεται η υποβάθμιση της κατάστασης των υπογείων υδάτων. Σε περίπτωση βαθείας ταφής αποβλήτων σε ανθεκτικά πετρώματα, η απαίτηση αυτή τηρείται εφόσον οι αποβολές επικινδύνων ουσιών από τον αποθηκευτικό χώρο δεν φθάνουν στη βιόσφαιρα, συμπεριλαμβανομένων των ανωτέρων τμημάτων του συστήματος των υπογείων υδάτων που είναι προσπελάσιμα από τη βιόσφαιρα, σε ποσότητες ή συγκεντρώσεις που θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις. Ως εκ τούτου, πρέπει να αξιολογούνται τα κυκλώματα ροής των υδάτων προς και εντός της βιόσφαιρας. Παράλληλα, επιβάλλεται να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις της ποικιλότητας στο γεωυδραυλικό σύστημα.

    Λόγω της μακροχρόνιας αποσύνθεσης των αποβλήτων, είναι δυνατόν να δημιουργηθούν αέρια στους αποθηκευτικούς χώρους βαθείας ταφής αποβλήτων σε σκληρά πετρώματα και στις αντίστοιχες κατασκευαστικές δομές. Κατά συνέπεια, αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον σχεδιασμό των χώρων που θα εξυπηρετούν τις εγκαταστάσεις βαθείας ταφής σε σκληρά πετρώματα.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B Επισκόπηση των προβλεπομένων εναλλακτικών δυνατοτήτων υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

    Εισαγωγή

    Το σχήμα 1 συνοψίζει τις δυνατότητες υγειονομικής ταφής που προβλέπει η οδηγία υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (LFD), καθώς και ορισμένα παραδείγματα υποκατηγοριών των κυρίων κατηγοριών χώρων ταφής. Ως αφετηρία (στην άνω αριστερή γωνία), αναφέρονται απόβλητα που θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο υγειονομικής ταφής. Σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο α), για τα περισσότερα από τα απόβλητα απαιτείται κάποια επεξεργασία πριν από την υγειονομική τους ταφή. Εν γένει ο ορισμός της «επεξεργασίας» είναι σχετικά ευρύς και ως επί το πλείστον αποτελεί θέμα των αρμοδίων αρχών στα κράτη μέλη. Θεωρείται ότι τα απόβλητα του παραδείγματος δεν ανήκουν σε οιαδήποτε των κατηγοριών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας.

    Υγειονομική ταφή αδρανών αποβλήτων

    Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον τα συγκεκριμένα απόβλητα ταξινομούνται ως επικίνδυνα απόβλητα. Εάν τα απόβλητα δεν είναι επικίνδυνα (κατά την έννοια της οδηγίας περί επικινδύνων αποβλήτων και του ισχύοντος καταλόγου αποβλήτων), το επόμενο ερώτημα μπορεί να είναι κατά πόσον τα απόβλητα είναι αδρανή. Εάν ανταποκρίνονται στα κριτήρια περί αποβλήτων για χώρους υγειονομικής ταφής αδρανών αποβλήτων (κατηγορία Α, βλέπε σχήμα 1 και πίνακα 1), τα συγκεκριμένα απόβλητα μπορούν να καταλήξουν σε χώρο υγειονομικής ταφής αδρανών αποβλήτων.

    Άλλη εναλλακτική λύση για τα αδρανή απόβλητα είναι να τοποθετηθούν σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στα αντίστοίχα κριτήρια (πράγμα που θα πρέπει να συμβαίνει).

    Υγειονομικοί χώροι ταφής μη επικινδύνων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των αντιστοίχων υποκατηγοριών

    Εάν τα απόβλητα δεν είναι ούτε επικίνδυνα ούτε αδρανή, λογικά θα πρέπει να είναι μη επικίνδυνα και θα πρέπει να καταλήξουν σε χώρο υγειονομικής ταφής μη επικινδύνων αποβλήτων. Τα κράτη μέλη δύνανται να καθορίζουν υποκατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, σύμφωνα με τις εθνικές στρατηγικές τους για τη διαχείριση των αποβλήτων, υπό την προϋπόθεση ότι ικανοποιούνται και οι απαιτήσεις της LFD. Στο σχήμα 1 αναφέρονται τρεις μείζονες υποκατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής μη επικινδύνων αποβλήτων: χώροι υγειονομικής ταφής για ανόργανα απόβλητα με περιορισμένο οργανικό/βιοαποδομήσιμο περιεχόμενο (Β1), χώροι υγειονομικής ταφής για οργανικά απόβλητα (Β2) και χώροι υγειονομικής ταφής για ανάμικτα μη επικίνδυνα απόβλητα με υψηλή περιεκτικότητα τόσο οργανικών και βιοαποδομήσιμων, όσο και ανόργανων υλικών. Οι χώροι της κατηγορίας Β1 μπορούν να υποδιαιρεθούν περαιτέρω σε χώρους υγειονομικής ταφής για απόβλητα που δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια που αναφέρονται στο τμήμα 2.2 της παρούσας απόφασης για τα ανόργανα μη επικίνδυνα απόβλητα που μπορεί να διατεθούν από κοινού με σταθερά, μη ενεργά επικίνδυνα απόβλητα (Β1a) και σε χώρους για απόβλητα που ανταποκρίνονται στα κριτήρια αυτά (Β1b). Οι χώροι της κατηγορίας Β2 μπορεί π.χ. να υποδιαιρεθούν περαιτέρω σε χώρους υγειονομικής ταφής βιοδραστικών αποβλήτων και σε χώρους υγειονομικής ταφής για αδρανέστερα και βιολογικώς επεξεργασμένα απόβλητα. Ορισμένα των κρατών μελών ενδέχεται να επιθυμούν περαιτέρω υποδιαίρεση των χώρων υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, και είναι ενδεχόμενο εντός εκάστης υποκατηγορίας να οριστούν χώροι υγειονομικής μονοταφής, καθώς και χώροι υγειονομικής ταφής για στερεοποιημένα/συμπαγή απόβλητα (βλ. υποσημείωση του πίνακα 1). Τα κράτη μέλη δύνανται να εκπονούν κριτήρια αποδοχής ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή κατανομή των μη επικινδύνων αποβλήτων στις επιμέρους υποκατηγορίες χώρων υγειονομικής ταφής μη επικινδύνων αποβλήτων. Εάν κρίνεται ανεπιθύμητη η περαιτέρω ταξινομική υποδιαίρεση των χώρων υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα, όλα τα μη επικίνδυνα απόβλήτα (εφόσον φυσικά τηρούνται οι διατάξεις των άρθρων 3 και 5 της οδηγίας για την υγειονομική ταφή των αποβλήτων) μπορεί να καταλήγουν σε χώρους υγειονομικής ταφής για ανάμικτα μη επικίνδυνα απόβλητα (κατηγορία Β3).

    Τοποθέτηση σταθερών, μη ενεργών επικινδύνων αποβλήτων σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα

    Εάν τα απόβλητα είναι επικίνδυνα (κατά την έννοια της οδηγίας για τα επικίνδυνα απόβλητα και του ισχύοντος καταλόγου αποβλήτων), είναι πιθανόν λόγω της επεξεργασίας να ανταποκρίνονται στα κριτήρια για την τοποθέτηση σταθερών, μη ενεργών επικινδύνων αποβλήτων σε χώρους υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα εντός κυψελών για ανόργανα απόβλητα με χαμηλό οργανικό/βιοαποδομήσιμο περιεχόμενο που ανταποκρίνονται στα κριτήρια του τμήματος 2.2.2 της παρούσας απόφασης (κατηγορία Β1b). Τα απόβλητα ενδέχεται να είναι κοκκώδη (και να έχουν καταστεί χημικώς σταθερά) ή στερεοποιημένα/συμπαγή.

    Χώροι υγειονομικής ταφής για επικίνδυνα απόβλητα

    Εάν τα επικίνδυνα απόβλητα δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια για τοποθέτηση σε χώρο υγειονομικής ταφής της κατηγορίας Β1b ή σε κυψέλη για μη επικίνδυνα απόβλητα, το επόμενο ερώτημα μπορεί να είναι κατά πόσον ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής για χώρους υγειονομικής ταφής επικινδύνων αποβλήτων (κατηγορία C, βλέπε κατωτέρω). Εάν ανταποκρίνονται στα ως άνω κριτήρια, τα απόβλητα μπορεί να τοποθετηθούν σε χώρο υγειονομικής ταφής για επικίνδυνα απόβλητα.

    Εάν δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια αποδοχής για χώρους υγειονομικής ταφής επικίνδυνων αποβλήτων, τα απόβλητα θα πρέπει να υποστούν περαιτέρω επεξεργασία και να αποτελέσουν εκ νέου αντικείμενο δοκιμών με βάση τα εν λόγω κριτήρια έως ότου εξασφαλιστεί ή ικανοποίηση των καθιερωθέντων κριτηρίων.

    Υπόγεια εναποθήκευση

    Άλλη εναλλακτική λύση είναι τα απόβλητα να αποτελέσουν αντικείμενο δοκιμών με βάση τα κριτήρια για την υπόγεια εναποθήκευση. Εάν ανταποκρίνονται στα εν λόγω κριτήρια, τα απόβλητα μπορούν να καταλήξουν σε εγκαταστάσεις υπόγειας εναποθήκευσης για επικίνδυνα απόβλητα (κατηγορία χώρων υγειονομικής ταφής (DHAZ). Εάν δεν πληρούνται τα κριτήρια υπόγειας εναποθήκευσης, τα απόβλητα θα πρέπει να υποστούν περαιτέρω επεξεργασία και να αποτελέσουν εκ νέου αντικείμενο δοκιμών.

    Μολονότι η υπόγεια εναποθήκευση ενδέχεται να προορίζεται αποκλειστικά και μόνο για ειδικά επικίνδυνα απόβλητα, η εν λόγω υποκατηγορία μπορεί επίσης καταρχήν να χρησιμοποιηθεί για τα αδρανή απόβλητα (κατηγορία DINERT) και τα μη επικίνδυνα απόβλητα (κατηγορία DNON-HAZ).

    Σχήμα 1: Διαγραμματική απεικόνιση των εναλλακτικών λύσεων υγειονομικής ταφής που προβλέπει η οδηγία για την υγειονομική ταφή των αποβλήτων.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Πίνακας 1

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Οι υποκατηγορίες για τα συμπαγή απόβλητα αφορούν αποκλειστικά και μόνον τις κατηγορίες B1, C και DHAZ και ενδεχομένως την κατηγορία A.

    Top