EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002DC0141

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τον Ευρωπαίο μεσολαβητή όσον αφορά τις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στον τομέα των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου

/* COM/2002/0141 τελικό */

ΕΕ C 244 της 10.10.2002, p. 5–8 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52002DC0141

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τον Ευρωπαίο μεσολαβητή όσον αφορά τις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στον τομέα των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου /* COM/2002/0141 τελικό */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 244 της 10/10/2002 σ. 0005 - 0008


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΟ ΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ όσον αφορά ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Η Επιτροπή, στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεών της για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, επανειλημμένα αναγνώρισε τον ουσιαστικό ρόλο του καταγγέλλοντος στην ανίχνευση των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου. η τήρηση του δικαίου αυτού εξασφαλίζεται κυρίως μέσω της διαδικασίας λόγω παράβασης υποχρέωσης, που προβλέπεται στο άρθρο 226 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και στο άρθρο 141 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

Το 1999, η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση [1] που περιελάμβανε έντυπο υπόδειγμα για τις καταγγελίες που της υποβάλλονται αναφορικά με τη μη τήρηση του κοινοτικού δικαίου από κράτος μέλος στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παράβασης υποχρέωσης, που προβλέπεται στα άρθρα 226 της συνθήκης ΕΚ και 141 της συνθήκης ΕΚΑΕ.

[1] ΕΕ C 119, 30.4.1999, σ. 5.

Επιπλέον, σε αυτή την ανακοίνωση διατυπώνονταν τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται υπέρ του καταγγέλλοντος από την Επιτροπή και τα οποία εμφαίνονται στην οπίσθια όψη του εντύπου καταγγελίας.

Η ανακοίνωση αυτή αποτελούσε κυρίως συνέχεια στην εξέταση με πρωτοβουλία του ευρωπαίου διαμεσολαβητή και την συνακόλουθη δέσμευση της Επιτροπής ως προς την τήρηση ορισμένων διοικητικών διατυπώσεων, ειδικότερα σχετικά με την ενημέρωση του καταγγέλλοντος πριν τη λήψη κάθε απόφασης για τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο.

Τέλος, το 2001, η Επιτροπή στην απάντησή της στην κριτική που άσκησε ο ευρωπαίος διαμεσολαβητής κατά τη θέση στο αρχείο της καταγγελίας Π.Σ. Εμφιετζόγλου - Κοινοπραξία Μακεδονικό Μετρό (αναφ. 995/98/OV), δεσμεύθηκε να δημοσιεύσει σε ενοποιημένο κείμενο όλους τους εσωτερικούς διαδικαστικούς της κανόνες που εφαρμόζονται στις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παράβασης υποχρέωσης.

Η Επιτροπή παραθέτει στο παράρτημα της παρούσας ανακοίνωσης, τα διοικητικά μέτρα υπέρ του καταγγέλλοντος που δεσμεύεται να τηρεί κατά την διερεύνηση της καταγγελίας του και την εξέταση του αντίστοιχου φακέλου παράβασης.

Ωστόσο τα διοικητικά αυτά μέτρα δεν μεταβάλλουν το διμερή χαρακτήρα της διαδικασίας λόγω παράβασης υποχρέωσης, που προβλέπεται στα άρθρα 226 της συνθήκης ΕΚ και 141 της συνθήκης ΕΚΑΕ. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [2], η Επιτροπή υπενθυμίζει σχετικά ότι διαθέτει διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την κίνηση της διαδικασίας παράβασης και την άσκηση της προσφυγής στο Δικαστήριο. Επίσης, το Δικαστήριο αναγνώρισε επίσημα στην Επιτροπή την διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει για τον χρόνο άσκησης της προσφυγής [3].

[2] Βλέπε ιδίως,. Απόφαση της 6ης Δεκεμβρίου 1989, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C-329/88, Συλλογή 1989, σ. 4159. απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 1990, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C-200/88, Συλλογή 1990, σ. I-4299 . απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1999, Επιτροπή κατά Βελγίου, C-207/97, Συλλογή 1999, I-275. απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 1999, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C-212/98, Συλλογή 1999, σ. I-8571.

[3] Απόφαση της 1ης Ιουνίου 1994, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-317/92, Συλλογή 1994, σ. I-2039. απόφαση της 10ης Μαΐου 1995, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-422/92, Συλλογή 1995, σ. I-1097.

Τέλος, η Επιτροπή εφαρμόζει στον τομέα των διαδικασιών παράβασης, τους κανόνες πρόσβασης στα έγγραφα που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής [4], όπως εφαρμόστηκε από τις διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα της απόφασης 2001/937/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού της κανονισμού [5].

[4] ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

[5] ΕΕ L 345, 29.12.2001, σ. 94.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

1. Ορισμοί και αντικείμενο

Ως «καταγγελία» νοείται κάθε γραπτό διάβημα στην Επιτροπή που καταγγέλλει μέτρα ή πρακτικές που αντίκεινται στο κοινοτικό δίκαιο. Η διερεύνηση μιας καταγγελίας μπορεί να οδηγήσει την Επιτροπή στην κίνηση διαδικασίας παράβασης.

Ως «διαδικασία παράβασης» νοείται το προδικαστικό στάδιο της διαδικασίας λόγω παράβασης υποχρέωσης που κινεί η Επιτροπή βάσει του άρθρου 226 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (συνθήκη "ΕΚ") ή του άρθρου 141 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (συνθήκη "Ευρατόμ").

Τα παρόντα μέτρα εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ των καταγγελλόντων και των υπηρεσιών της Επιτροπής στο πλαίσιο της διαδικασίας παράβασης. Τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται στις καταγγελίες που εμπίπτουν σε άλλες διατάξεις των συνθηκών και ιδίως στις καταγγελίες που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες εμπίπτουν στα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ καθώς και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου [6].

[6] ΕΕ L 83, 27.3.1999, σ. 1.

2. Γενικές αρχές

Κάθε πρόσωπο μπορεί να εγκαλεί κράτος μέλος υποβάλλοντας καταγγελία στην Επιτροπή, χωρίς έξοδα, για να γνωστοποιήσει μέτρο (νομοθετικό, κανονιστικό ή διοικητικό) ή πρακτική που καταλογίζονται σε κράτος μέλος και που θεωρεί αντίθετα προς διάταξη ή αρχή του κοινοτικού δικαίου.

Ο καταγγέλλων δεν πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος ούτε πρέπει να αποδείξει ότι θίγεται κατά κύριο λόγο ή άμεσα από την παράβαση που καταγγέλλει.

Η Επιτροπή διαθέτει διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει εάν πρέπει να δοθεί ή όχι συνέχεια στην καταγγελία.

3. Η καταχώριση των καταγγελιών

Όλη η αλληλογραφία που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας ως καταγγελία καταχωρίζεται στο κεντρικό μητρώο καταγγελιών που τηρείται στη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής.

Δεν θεωρείται ότι μπορεί να αποτελέσει καταγγελία και να διερευνηθεί από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και επομένως δεν καταχωρίζεται στο κεντρικό μητρώο καταγγελιών, η αλληλογραφία:

- που είναι ανώνυμη ή δεν περιλαμβάνει τη διεύθυνση του αποστολέα ή περιλαμβάνει ελλιπή διεύθυνση.

- που δεν αναφέρεται, ρητά ή έμμεσα, σε κράτος μέλος της Κοινότητας σε βάρος του οποίου μπορεί να καταλογισθούν τα μέτρα ή η πρακτική που αντίκεινται στο κοινοτικό δίκαιο.

- που καταγγέλλει τις πρακτικές προσώπου ή ιδιωτικής επιχείρησης, εκτός από την περίπτωση που η καταγγελία αποκαλύπτει συμμετοχή των δημοσίων αρχών ή στιγματίζει την παθητική στάση των αρχών έναντι των εν λόγω πρακτικών. Σε κάθε περίπτωση, οι υπηρεσίες της Επιτροπής επαληθεύουν εάν η αλληλογραφία αυτή αποκαλύπτει συμπεριφορά που αντίκειται στους κανόνες του ανταγωνισμού (άρθρα 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ).

- δεν διατυπώνει καμμία αιτίαση.

- διατυπώνει αιτιάσεις αναφορικά με τις οποίες, υπάρχει εκ μέρους της Επιτροπής σαφής, δημόσια και συνεπής θέση. η θέση αυτή ανακοινώνεται στον καταγγέλλοντα.

- διατυπώνει αιτιάσεις που δεν υπάγονται προδήλως στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.

Σε περίπτωση αμφιβολιών για το χαρακτήρα αλληλογραφίας, η Γενική Γραμματεία της Επιτροπής διαβουλεύεται με τη σχετική ή τις σχετικές υπηρεσίες εντός δεκαπέντε ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της. Ελλείψει απάντησης εκ μέρους αυτής της υπηρεσίας ή αυτών των υπηρεσιών εντός των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών, η αλληλογραφία καταχωρίζεται αυτόματα στο κεντρικό μητρώο καταγγελιών.

4. Αποδεικτικό παραλαβής

Για κάθε αλληλογραφία εκδίδεται πρώτο αποδεικτικό παραλαβής από τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της.

Για την αλληλογραφία που καταχωρίζεται ως καταγγελία εκδίδεται συμπληρωματικό αποδεικτικό παραλαβής από τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής εντός προθεσμίας ενός μηνός από την αποστολή του πρώτου αποδεικτικού παραλαβής. Αυτό το αποδεικτικό παραλαβής περιλαμβάνει τον αριθμό του φακέλου της καταγγελίας που πρέπει να αναφέρεται σε κάθε περαιτέρω αλληλογραφία.

Σε περίπτωση πολλών καταγγελιών για την ίδια αιτίαση, αυτά τα αποδεικτικά ατομικής παραλαβής μπορούν να αντικατασταθούν με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στον εξυπηρετητή «Europa» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εάν οι υπηρεσίες της Επιτροπής αποφασίσουν να μην καταχωρίσουν την αλληλογραφία ως καταγγελία, προειδοποιούν σχετικά τον συντάκτη με απλή επιστολή που κάνει μνεία του ή των λόγων που αναφέρονται στη δεύτερη παράγραφο του σημείου 3.

Ενδεχομένως, η Επιτροπή θα πληροφορήσει τον καταγγέλλοντα για τις πιθανές εναλλακτικές δυνατότητες προσφυγής, όπως το δικαίωμα προσφυγής στα εθνικά δικαστήρια, στον ευρωπαίο διαμεσολαβητή, στους εθνικούς διαμεσολαβητές ή την προσφυγή σε κάθε άλλη διαδικασία καταγγελίας που υφίσταται σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο.

5. Λεπτομέρειες της κατάθεσης των καταγγελιών

Οι καταγγελίες πρέπει να υποβάλλονται γραπτώς με μορφή επιστολής, τηλεομοιοτυπίας ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

Οι καταγγελίες συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

Η Επιτροπή για τη διευκόλυνση και την επιτάχυνση της επεξεργασίας των καταγγελιών θέτει στη διάθεση των καταγγελλόντων ένα έντυπο υπόδειγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [7] και διατίθεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής εάν ζητηθεί ή στον εξυπηρετητή του Διαδικτύου «Europa» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην ακόλουθη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/sgb/lexcomm/index_el.htm.

[7] ΕΕ C 119, 30. 04.1999, σ. 5.

Το έντυπο αυτό περιλαμβάνει παράρτημα όπου εκτίθενται οι γενικές αρχές της διαδικασίας παράβασης και υπενθυμίζεται ότι η απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που διαπιστώνει την παράβαση δεν έχει συνέπειες για τα δικαιώμάτα του καταγγέλλοντος. Επίσης, ο καταγγέλλων καλείται να χρησιμοποιήσει τα εθνικά μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του.

Η χρήση του εντύπου αυτού δεν είναι υποχρεωτική.

Οι καταγγελίες πρέπει είτε να αποστέλλεται στη Γενική Γραμματεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (B-1049 Bruxelles, τηλεομοιοτυπία: +32.2.295.39.13, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: (SG-PLAINTES@cec.eu.int), είτε να κατατίθενται σε μία από τις αντιπροσωπείες της Επιτροπής στα κράτη μέλη.

6. Προστασία του καταγγέλλοντος και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Η ανακοίνωση στο κράτος μέλος της ταυτότητας του καταγγέλλοντος καθώς και των δεδομένων που διαβιβάσθηκαν από αυτόν υπόκειται στην συναίνεση του, σύμφωνα, ιδίως, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών [8], και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής [9].

[8] ΕΕ L 8, 12.1.2001, σ. 1.

[9] ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

7. Επικοινωνία με τον καταγγέλλοντα

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής έρχονται σε επαφή με τον καταγγέλλοντα και τον ενημερώνουν γραπτώς μετά από κάθε απόφαση της Επιτροπής (προειδοποιητική επιστολή, αιτιολογημένη γνώμη, προσφυγή ή θέση στο αρχείο) για την εξέλιξη του φακέλου που έχει ανοίξει μετά την καταγγελία του.

Σε περίπτωση πολλών καταγγελιών για την ίδια αιτίαση, οι ατομικές αυτές ανακοινώσεις μπορούν να αντικατασταθούν από δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στον εξυπηρετητή «Europa» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο καταγγέλλων μπορεί, ανά πάσα στιγμή της διαδικασίας να ζητήσει να εκθέσει ή να διευκρινίσει, επιτόπου και με δικά του έξοδα, τα στοιχεία της καταγγελίας του στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

8. Προθεσμία διερεύνησης των καταγγελιών

Κατά κανόνα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής διερευνούν τις καταγγελίες που καταχωρίζονται προκειμένου να ληφθεί απόφαση είτε για αποστολή προειδοποιητικής επιστολής ή για θέση στο αρχείο εντός ανώτατης προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία καταχώρισης της καταγγελίας από τη Γενική Γραμματεία.

Σε περίπτωση υπέρβασης αυτής της προθεσμίας, η υπηρεσία της Επιτροπής που είναι υπεύθυνη για το φάκελο παράβασης, ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα γραπτώς, μετά από αίτησή του.

9. Έκβαση της διερεύνησης των καταγγελιών

Στο τέλος της έρευνας της καταγγελίας, οι υπηρεσίες της Επιτροπής μπορούν να υποβάλουν στην κρίση του Σώματος των Επιτρόπων είτε πρόταση προειδοποιητικής επιστολής που κινεί τη διαδικασία παράβασης κατά του ενεχόμενου κράτους μέλους, είτε πρόταση θέσης στο αρχείο χωρίς να δοθεί συνέχεια.

Η Επιτροπή αποφαίνεται σχετικά με αυτή την πρόταση δυνάμει της διακριτικής της ευχέρειας. Η ευχέρεια αυτή ασκείται όχι μόνον όσον αφορά τη δυνατότητα κίνησης ή παύσης της διαδικασίας παράβασης αλλά επίσης όσον αφορά την επιλογή των αιτιάσεων.

Ο καταγγέλλων ενημερώνεται γραπτώς για την απόφαση που ελήφθη από την Επιτροπή σχετικά με το φάκελο παράβασης που συνδέεται με την καταγγελία του. Το ίδιο ισχύει και για τις μεταγενέστερες αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με αυτό το φάκελο.

Σε περίπτωση πολλών καταγγελιών για την ίδια αιτίαση, οι ατομικές αυτές ανακοινώσεις μπορούν να αντικατασταθούν από δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στον εξυπηρετητή «Europa» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

10. Θέση στο αρχείο χωρίς να δοθεί συνέχεια

Εκτός από τις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου απαιτείται η διαδικασία του επείγοντος, όταν μια υπηρεσία της Επιτροπής προβλέπει ότι θα προτείνει τη θέση του φακέλου καταγγελίας στο αρχείο χωρίς να δώσει συνέχεια στην εν λόγω καταγγελία, προειδοποιεί τον καταγγέλλοντα με επιστολή στην οποία διατυπώνονται οι λόγοι που την οδήγησαν να προτείνει τη θέση στο αρχείο, και καλεί τον καταγγέλλοντα να διατυπώσει τις ενδεχόμενες παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας τεσσάρων εβδομάδων.

Σε περίπτωση πολλών καταγγελιών για την ίδια αιτίαση, αυτές οι ατομικές επιστολές μπορούν να αντικατασταθούν από δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στον εξυπηρετητή «Europa» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εάν δεν υπάρξει απάντηση από τον καταγγέλλοντα, ή εάν δεν μπορεί να υπάρξει επικοινωνία με αυτόν για λόγο που του καταλογίζεται ή εάν οι παρατηρήσεις που διατυπώνονται από τον καταγγέλλοντα δεν οδηγούν την υπηρεσία στην επανεξέταση της θέσης της, προτείνεται η θέση του φακέλου παράβασης στο αρχείο. Στην περίπτωση αυτή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται για την απόφαση της Επιτροπής.

Εάν οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από τον καταγγέλλοντα λόγω του χαρακτήρα τους μπορούν να οδηγήσουν την υπηρεσία στην επανεξέταση της θέσης της, συνεχίζεται η διερεύνηση της καταγγελίας.

11. Απλουστευμένη διαδικασία θέσης στο αρχείο

Οι φάκελοι παράβασης, που δεν έχουν αποτελέσει ακόμα αντικείμενο προειδοποιητικής επιστολής, μπορούν να τεθούν στο αρχείο χωρίς να δοθεί συνέχεια, σύμφωνα με μια απλουστευμένη διοικητική διαδικασία που δεν περιλαμβάνει εξέταση από το Σώμα των Επιτρόπων.

Η διαδικασία αυτή μπορεί να εφαρμόζεται στους φακέλους, από τους οποίους κατά το τέλος της πρώτης εξέτασης από τις υπηρεσίες της Επιτροπής συνάγεται κατά τρόπο έκδηλο ή προφανή ότι είτε η καταγγελία είναι αβάσιμη ή αλυσιτελής, είτε ελλείπουν ή είναι ανεπαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία που τεκμηριώνουν το καταγγελθέν γεγονός, Μπορεί επίσης να εφαρμόζεται εάν ο καταγγέλλων δεν εκδηλώνει πλέον ενδιαφέρον για την συνέχεια της καταγγελίας.

Όταν μια υπηρεσία της Επιτροπής προτίθεται να προσφύγει σε αυτή τη διαδικασία, ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα σύμφωνα με τη διαδικασία του σημείου 10.

12. Η δημοσιότητα των αποφάσεων στον τομέα των παραβάσεων

Οι αποφάσεις της Επιτροπής στον τομέα των παραβάσεων δημοσιεύονται εντός οκτώ ημερών από την λήψη τους στον δικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας της Επιτροπής στην ακόλουθη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/sgb/droit_com/index_fr.htm

infractions.

Για τις αποφάσεις περί αποστολής στο κράτος μέλος αιτιολογημένης γνώμης ή περί άσκησης προσφυγής στο Δικαστήριο, εκδίδεται, επιπλέον, δελτίο τύπου, εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά.

13. Πρόσβαση στα έγγραφα στον τομέα των παραβάσεων

Η πρόσβαση στα έγγραφα στον τομέα των παραβάσεων διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, όπως τέθηκε σε εφαρμογή από τις διατάξεις που παρατίθενται στο παράρτημα της απόφασης 2001/937/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής [10].

[10] ΕΕ L 345, 29.12.2001, σ. 94.

14. Προσφυγή στον ευρωπαίο διαμεσολαβητή

Εάν ο καταγγέλλων θεωρεί ότι υπήρξε κακή διοίκηση εκ μέρους της Επιτροπής κατά τη διερεύνηση της καταγγελίας του εξαιτίας του γεγονότος ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ένα από τα παρόντα μέτρα, μπορεί να προσφύγει στον ευρωπαίο διαμεσολαβητή, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 21 και 195 της συνθήκης ΕΚ.

Top