EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000PC0461

Πρόταση κανονισμού (ΕΚ/ΕΚΑΧ/Ευρατόμ) του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

/* COM/2000/0461 τελικό - CNS 2000/0203 */

ΕΕ C 96E της 27.3.2001, p. 1–39 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52000PC0461

Πρόταση κανονισμού (ΕΚ/ΕΚΑΧ/Ευρατόμ) του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων /* COM/2000/0461 τελικό - CNS 2000/0203 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 096 E της 27/03/2001 σ. 0001 - 0039


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ/ΕΚΑΧ/Ευρατόμ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

2. ΟΙ ΤΥΠΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

3. ΟΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ/ΕΚΑΧ/Ευρατόμ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση

του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΜΕΡΟΣ Ι - ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Κεφάλαιο 1 - Η αρχή της ενότητας

Κεφάλαιο 2 - Η αρχή της ετήσιας διάρκειας

Κεφάλαιο 3 - Η αρχή της ισοσκέλισης

Κεφάλαιο 4 - Η αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας

Κεφάλαιο 5 - Η αρχή της καθολικότητας

Κεφάλαιο 6 - Η αρχή της ειδικότητας

Κεφάλαιο 7 - Η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Κεφάλαιο 8 - Η αρχή της διαφάνειας

TIΤΛΟΣ II - ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Κεφάλαιο 1 - Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 2 - Διάρθρωση και παρουσιάση του προϋπολογισμού

ΤΙΤΛΟΣ III - ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Κεφάλαιο 1 - Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 2 - Τρόποι εκτέλεσης

Κεφάλαιο 3 - Δημοσιονομικοί παράγοντες

Τμήμα 1 - Η αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων

Τμήμα 2 - Ο διατάκτης

Τμήμα 3 - Ο υπόλογος

Τμήμα 4 - Ο υπόλογος παγίων προκαταβολών

Κεφάλαιο 4 - Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων

Τμήμα 1 - Γενικοί κανόνες

Τμήμα 2 - Κανόνες που εφαρμόζονται για τους υπολόγους και τους υπολόγους παγίων

προκαταβολών

Κεφάλαιο 5 - Πράξεις εσόδων

Τμήμα 1 - Απόδοση των ιδίων πόρων

Τμήμα 2 - Πρόβλεψη απαίτησης

Τμήμα 3 - Ένταλμα είσπραξης

Τμήμα 4 - Είσπραξη

Κεφάλαιο 6 - Πράξεις δαπανών

Τμήμα 1 - Ανάληψη των δαπανών

Τμήμα 2 - Εκκαθάριση των δαπανών

Τμήμα 3 - Εντολή πληρωμής των δαπανών

Τμήμα 4 - Πληρωμή των δαπανών

Τμήμα 5 - Προθεσμίες των πράξεων δαπανών

Κεφάλαιο 7 - Πληροφόρηση σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 8 - Συστήματα πληροφορικής

Κεφάλαιο 9 - Ο εσωτερικός ελεγκτής

ΤΙΤΛΟΣ IV - ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Κεφάλαιο 1 - Γενικές διατάξεις

Τμήμα 1 - Πεδίο εφαρμογής

Τμήμα 2 - Δημοσιότητα

Τμήμα 3 - Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

Τμήμα 4 - Αποκλεισμός από τις συμβάσεις

Τμήμα 5 - Ανάθεση των συμβάσεων

Τμήμα 6 - Κατάθεση, αποσφράγιση και αξιολόγηση των προσφορών

Τμήμα 7 - Εγγύηση

Κεφάλαιο 2 - Διατάξεις εφαρμοζόμενες στις συμβάσεις που συνάπτονται από τα κοινοτικά

όργανα για ίδιο λογαριασμό

ΤΙΤΛΟΣ V - EΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

Κεφάλαιο 1 - Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 2 - Αρχές χορήγησης

Κεφάλαιο 3 - Διαδικασία χορήγησης

Κεφάλαιο 4 - Πληρωμή

Κεφάλαιο 5 - Υλοποίηση

ΤΙΤΛΟΣ VI - ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

Κεφάλαιο 1 - Απόδοση των λογαριασμών

Κεφάλαιο 2 - Λογιστική

Κεφάλαιο 3 - Απογραφή των ακινητοποιήσεων

ΤΙΤΛΟΣ VII - ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗ

Κεφάλαιο 1 - Εξωτερικός έλεγχος

Κεφάλαιο 2 - Απαλλαγή

ΜΕΡΟΣ ΙΙ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I - ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ

ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ, ΤΜΗΜΑ "ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ"

ΤΙΤΛΟΣ II - ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ

ΤΙΤΛΟΣ III - ΕΡΕΥΝΑ

ΤΙΤΛΟΣ IV - ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Κεφάλαιο 1 - Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 2 - Υλοποίηση των ενεργειών

Κεφάλαιο 3 - Σύναψη των συμβάσεων

Κεφάλαιο 4 - Χορήγηση των επιδοτήσεων

Κεφάλαιο 5 - Επαλήθευση των λογαριασμών

ΤΙΤΛΟΣ V - ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ

ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

ΤΙΤΛΟΣ VI - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ

ΤΙΤΛΟΣ VII - ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ -ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ II - ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Πίνακας αντιστοιχίας που αναφέρεται στο άρθρο

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ - Παραπομπή στα άρθρα

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή έδωσε στη διοικητική μεταρρύθμιση εξέχουσα προτεραιότητα. Δεδομένου ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός περιλαμβάνει τους κανόνες που διέπουν τη δημοσιονομική διαχείριση και τον έλεγχο, η ανασύνταξη του δημοσιονομικού κανονισμού συνδέεται άρρηκτα με αυτή τη διαδικασία διοικητικής μεταρρύθμισης. Τα κύρια στοιχεία αυτής της μεταρρύθμισης, όπως η επιβεβαίωση της ευθύνης των διατακτών, υπό την εποπτεία της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου και, σε αντιστάθμισμα, η εγκατάλειψη των κεντρικών εκ των προτέρων ελέγχων (ιδίως των θεωρήσεων του δημοσιονομικού ελεγκτή επί των εσόδων και των δαπανών) δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς την ουσιαστική τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού.

Ωστόσο η ανασύνταξη υπερβαίνει τους στόχους που εντοπίστηκαν από την εσωτερική μεταρρύθμιση της Επιτροπής. Η έκτασή της καλύπτει όλα τα θέματα τα οποία αναφέρει σήμερα ο δημοσιονομικός κανονισμός, ο οποίος είναι το εργαλείο που πλαισιώνει την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σε όλες τις πτυχές της, από την κατάρτισή του μέχρι την απαλλαγή.

Το ισχύον κείμενο του δημοσιονομικού κανονισμού εκδόθηκε πριν από 20 και πλέον έτη σε ένα πλαίσιο το οποίο εξελίχθηκε σημαντικά υπό την επήρεια των διαδοχικών διευρύνσεων, της πλαισίωσης του προϋπολογισμού από τις δημοσιονομικές προοπτικές και των θεσμικών μεταβολών που οδήγησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κείμενο του 1977 υπέστη συνεπώς δεκατέσσερις επιμέρους τροποποιήσεις με σκοπό να ληφθούν υπόψη, αφενός, οι θεσμικές μεταβολές (συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ, συγχρηματοδότηση των χωρών της ΕΖΕΣ για τον ΕΟΧ) και, αφετέρου, το μέλημα της μεγαλύτερης αυστηρότητας κατά τη διαχείριση των οικονομικών της Κοινότητας.

Εξάλλου πρέπει να τονισθεί ότι το ισχύον άρθρο 140 του δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπει, σε κάθε περίπτωση, την τριετή επανεξέταση του δημοσιονομικού κανονισμού κατά τρόπο ώστε αυτός να προσαρμόζεται συνεχώς στο θεσμικό πλαίσιο και στις απαιτήσεις της διαχείρισης.

Η Επιτροπή επέδειξε επίσης ευαισθησία στο μέλημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου το οποίο εκφράστηκε στη γνωμοδότησή του 4/97 σύμφωνα με την οποία θα άρμοζε να ξεπεραστεί το στάδιο των επιμέρους τροποποιήσεων του δημοσιονομικού κανονισμού για να υποβληθεί πρόταση συνολικής αναθεώρησης του κειμένου αυτού.

Λαμβανομένου υπόψη του τεχνικού χαρακτήρα και της έκτασης του έργου, το οποίο αφορά όλους τους τομείς κοινοτικών δραστηριοτήτων και όλα τα όργανα, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο να υποβάλει, πριν από την παρούσα πρόταση, ένα έγγραφο εργασίας προοριζόμενο να τροφοδοτήσει την διοργανική συζήτηση σχετικά με τις λύσεις που σχεδιάζει η Επιτροπή (SEC(1998) 1228 τελικό της 22ας Ιουλίου 1998), το οποίο καλείται στο εξής το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής.

Αυτή η διαδικασία επιδοκιμάστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τα δύο πρώτα όργανα τροφοδότησαν τη συζήτηση με σημαντικές συνεισφορές [1], οι οποίες προστέθηκαν στη γνωμοδότηση 4/97 του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

[1] Συμπεράσματα του Συμβουλίου της 25ης Ιανουαρίου 1999, έγγραφο 13807/98 και έκθεση Dell' Alba (ΡΕ 229.419 της 17ης Μαρτίου 1999).

2. ΟΙ ΤΥΠΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

A. Απλούστευση του δημοσιονομικού κανονισμού

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο περιορισμός του δημοσιονομικού κανονισμού στις ουσιώδεις αρχές καθώς και η παραπομπή σε κανονισμούς κατώτερου επιπέδου για τον ορισμό των λεπτομερών κανόνων είναι απαραίτητοι.

Εξάλλου, η πρόταση αυτή έγινε ευνοϊκά δεκτή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του που αφορά τη δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων. Πράγματι, η εν λόγω πρόταση φαίνεται ότι μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της διοργανικής λειτουργίας, επιτρέποντας στο νομοθέτη να επικεντρωθεί στο ουσιώδες κανονιστικό πλαίσιο και αφήνοντας στην Επιτροπή τη φροντίδα να καθορίζει τις τεχνικές λεπτομέρειες σε στενή διαβούλευση με τα άλλα όργανα. Βελτιώνει επιπλέον το ευανάγνωστο των κειμένων και μειώνει τους κινδύνους επικαλύψεων ή αντιφάσεων μεταξύ κανόνων.

Η Επιτροπή προτείνει συνεπώς να αναδιοργανωθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός και να αλληλοσυνδεθεί καλύτερα με τον κανονισμό περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού (καλούμενο στο εξής "Κανόνες Εφαρμογής") με σκοπό την αυστηρότερη και λογικότερη κατανομή μεταξύ των δύο αυτών κειμένων. Ο πρώτος κανονισμός θεσπίζει τους θεμελιώδεις κανόνες και ο δεύτερος διευκρινίζει τους συγκεκριμένους κανόνες εφαρμογής.

Το κύριο κριτήριο κατανομής μεταξύ του βασικού κανονισμού που είναι ο δημοσιονομικός κανονισμός και του εκτελεστικού κανονισμού που είναι οι Κανόνες Εφαρμογής είναι το εξής: ο κανονισμός του Συμβουλίου πρέπει να περιορίζεται στον καθορισμό των γενικών αρχών και των ουσιωδών στοιχείων του προς ρύθμιση θέματος. Αντίθετα, οι λεπτομέρειες, που είναι κανόνες τεχνικού χαρακτήρα ή εκτελεστικά ή επιχειρησιακά συμπληρώματα της πράξης του Συμβουλίου, πρέπει να καθορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής, που εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων εκ μέρους του Συμβουλίου.

Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι δύσκολο να χαραχθεί η ακριβής διαχωριστική γραμμή μεταξύ των θεμάτων που ανήκουν στο βασικό κανονισμό και αυτών που ανήκουν στον εκτελεστικό κανονισμό. Για το λόγο αυτό, στις αμφίβολες περιπτώσεις, η Επιτροπή επέλεξε να διατηρήσει ορισμένες διατάξεις στο κυρίως κείμενο του δημοσιονομικού κανονισμού.

Εφαρμόζοντας τα κριτήρια αυτά, η Επιτροπή :

α) τήρησε τη συνθήκη, στο μέτρο που αυτή απαιτεί να ρυθμίζονται ορισμένα θέματα από τον ίδιο το δημοσιονομικό κανονισμό (π.χ. τα άρθρα 271 εδάφια 2 και 3, και 277 ή 271 εδάφιο 1) .

β) θεώρησε τις εξαιρέσεις από τις θεμελιώδεις αρχές του προϋπολογισμού (ενότητα, ετήσια διάρκεια) ως «ουσιώδη στοιχεία».

γ) έλαβε υπόψη, στο επίπεδο του δημοσιονομικού κανονισμού, τους κανόνες που αφορούν τα όργανα ως έχουν, και ιδίως τις σχέσεις μεταξύ οργάνων, προκειμένου να διαφυλάξει την αρχή της διοργανικής θεσμικής ισορροπίας της συνθήκης.

Η τήρηση αυτών των κριτηρίων και των ορίων οδήγησε την Επιτροπή να προτείνει τη σημαντική ελάφρυνση του δημοσιονομικού κανονισμού στον τίτλο που αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού (κατανομή και τρόπος άσκησης των καθηκόντων των διαφόρων δημοσιονομικών παραγόντων). Αντίθετα, η παραπομπή - σε σχέση με τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό - στους Κανόνες Εφαρμογής είναι πολύ περιορισμένη, αν όχι ελάχιστη, στους τομείς που διέπουν τις αρχές του προϋπολογισμού, τις διαδικασίες κατάρτισης του προϋπολογισμού, απόδοσης και επαλήθευσης των λογαριασμών.

B. Βελτίωση της παρουσίασης και της σαφήνειας του κειμένου

Όσον αφορά τη διάρθρωση του κειμένου: η πρόταση διαιρεί τον κανονισμό σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τις διατάξεις που αποτελούν το «κοινό δίκαιο» (αρχές του προϋπολογισμού, κατάρτιση, εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού, συμβάσεις, επιδοτήσεις, λογιστική και απόδοση των λογαριασμών), ενώ οι ειδικότερες διατάξεις (έρευνα, εξωτερικές ενισχύσεις, ΕΓΤΠΕ, διαρθρωτικά ταμεία, OLAF, διοικητικές πιστώσεις, ΥΕΕΕΚ) περιλαμβάνονται στο δεύτερο μέρος. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στις μεταβατικές και τελικές διατάξεις.

Στο πρώτο μέρος ο τίτλος Ι, που αφορά τις γενικές αρχές, παρουσιάζεται κατά πιο διδακτικό τρόπο εκθέτοντας τις αρχές και, στη συνέχεια, τις εξαιρέσεις τους. Η σύνταξη του κειμένου επανεξετάστηκε με βάση το ψήφισμα του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 1993 που αφορά την ποιότητα της διατύπωσης της κοινοτικής νομοθεσίας, καθώς και τη δήλωση αριθ. 39 της συνθήκης του Άμστερνταμ για το ίδιο θέμα (κατάργηση των επαναλήψεων, διαίρεση σε τίτλους, κεφάλαια, τμήματα, άρθρα και παραγράφους). Πριν από το κείμενο υπάρχει σύνοψη και ευρετήριο για να διευκολυνθεί η αναζήτησή του.

Όσον αφορά τις ασαφείς διατυπώσεις: η Επιτροπή κατάργησε τις αμφιλεγόμενες εκφράσεις («κατ' αρχήν», «ιδίως», «κατά γενικό κανόνα») όταν οι εκφράσεις αυτές δεν εκφράζουν παρέκκλιση από μία αρχή, ένα παράδειγμα που δικαιολογείται για διδακτικούς λόγους ή από τη δυσχέρεια να προσδιορισθεί νομικά μία πραγματική κατάσταση.

Γ. Καλύτερη αλληλοσύνδεση μεταξύ του δημοσιονομικού κανονισμού και των υπόλοιπων κειμένων του δημοσιονομικού δικαίου

Η Επιτροπή προτείνει να διατηρηθεί η σημερινή μορφή του κειμένου η οποία συνεπώς δεν περιλαμβάνει :

-ούτε τον κανονισμό «ίδιοι πόροι» [2] (που αναφέρεται σε ειδικό θέμα),

[2] Κανονισμός αριθ. 1552/2000 του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2000 για την εφαρμογή της απόφασης για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

-ούτε τις διοργανικές συμφωνίες, με εξαίρεση της συμφωνίας για τις νομικές βάσεις (συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 για τη δημοσιονομική πειθαρχία) και της δήλωσης του 1975 σχετικά με τη διαδικασία διαβουλεύσεων, τα στοιχεία της οποίας περιλαμβάνονται στην πρόταση,

-ούτε τις τομεακές ρυθμίσεις. Ωστόσο αυτές έχουν στο εξής μία σαφή θεμελίωση ως προς τις ιδιαιτερότητές τους στο δεύτερο μέρος της πρότασης.

3. ΟΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Όσον αφορά τις ουσιαστικές πτυχές, η πρόταση τροποποιεί τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό σε έξι τομείς που αντιστοιχούν στα θέματα τα οποία αναπτύσσονται στο έγγραφο εργασίας της Επιτροπής και στα νέα σημεία που εξετάστηκαν κατά τη διοργανική διαβούλευση και, στη συνέχεια, στο πλαίσιο των προβληματισμών για τη διοικητική μεταρρύθμιση.

-Επαναβεβαίωση των αρχών του δημοσιονομικού δικαίου

-Εκτέλεση του προϋπολογισμού, που καλύπτει το ρόλο των παραγόντων, την εξωτερική ανάθεση εργασιών και την επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση, τις δεσμεύσεις πιστώσεων, τις προθεσμίες πληρωμής και τις εντολές είσπραξης

-Συμβάσεις, επιδοτήσεις

-Λογιστική και απόδοση λογαριασμών

-Εξωτερικές ενέργειες

-Άλλα θέματα: ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων, Διαρθρωτικά ταμεία, Έρευνα, δημιουργία της Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης, Διοικητικές πιστώσεις και Μεταβατικές διατάξεις.

A. Επαναβεβαίωση των αρχών του δημοσιονομικού δικαίου (πρώτο μέρος - τίτλοι I και II της πρότασης)

A.1. Οι προκλήσεις

Η συνθήκη διακρίνει επτά αρχές δημοσιονομικού δικαίου [3] που πλαισιώνουν την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Οι αρχές αυτές είναι οι ακόλουθες:

[3] Το Ελεγκτικό Συνέδριο, στη γνωμοδότηση 4/97 για το δημοσιονομικό κανονισμό αναφέρει τις αρχές της ενότητας, της καθολικότητας, του ενιαυσίου και της ειδικότητας, που συμπληρώνονται από τις αρχές της ισοσκέλισης και της διαφάνειας.

-ενότητα του προϋπολογισμού (άρθρο 268 «όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Κοινότητας (...) πρέπει να εγγράφονται στον προϋπολογισμό»).

-ετήσια διάρκεια (άρθρο 271: «Τα εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό έξοδα εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους»).

-ισοσκέλιση (άρθρο 268 : « Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τα έξοδα »).

-ενιαία νομισματική μονάδα (άρθρο 277: «Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σε λογιστικές μονάδες (..) »).

-καθολικότητα του προϋπολογισμού (άρθρο 268 «όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Κοινότητας (..) πρέπει να εγγράφονται στον προϋπολογισμό»).

-ειδικότητα (άρθρο 271 εδάφιο 3: «Οι πιστώσεις εξειδικεύονται κατά κεφάλαια (..) και υποδιαιρούνται εφόσον είναι αναγκαίο»).

-χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (άρθρο 274: «Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό (..) σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης»).

Ωστόσο συχνά η συνθήκη συνοδεύει αυτές τις αρχές με εξαιρέσεις, εκτός σε ό,τι αφορά την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης η οποία δεν επιδέχεται παρεκκλίσεις. Η συνθήκη μπορεί είτε να ορίζει ρητά τις εξαιρέσεις είτε να παραπέμπει όσον αφορά τον ορισμό τους στον «κανονισμό ο οποίος εκδίδεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 279», δηλ. στο δημοσιονομικό κανονισμό.

Έτσι ο δημοσιονομικός κανονισμός οργανώνει, στον πρώτο τίτλο, ένα σύστημα αναγγελίας των αρχών και των εξαιρέσεων τους.

Οι διάφορες εξαιρέσεις που προβλέφθηκαν, με τις διαδοχικές τροποποιήσεις του δημοσιονομικού κανονισμού, όσον αφορά τις αρχές οδήγησαν, όπως τόνισε το Ελεγκτικό Συνέδριο στο να «ρυθμιστούν ή να επιτραπεί να αναπτυχθούν πολυάριθμες διευκολύνσεις θεωρούμενες ως χρήσιμες για το διαχειριστή- άποψη που θα πρέπει να αποδεικνύεται κατά περίπτωση - οι οποίες όμως μάλλον αντιβαίνουν στην πειθαρχία και καθιστούν ιδιαίτερα περίπλοκη τη λογιστική και δημοσιονομική διαχείριση, ιδίως δε τις πλευρές της που αφορούν την πληροφορική» (γνωμοδότηση 4/97, σημείο 14). Ο ισχύων δημοσιονομικός κανονισμός δεν ορίζει τις αρχές και δεν διευκρινίζει σαφώς ότι ορισμένες από τις τεχνικές εκτέλεσης τις οποίες επιτρέπει (επαναχρησιμοποίηση, επιστροφή προκαταβολών) αποτελούν εξαιρέσεις και επομένως πρέπει να ερμηνεύονται περιοριστικά.

Μεταξύ των εξαιρέσεων αυτών, πρέπει να αναφερθούν ιδιαίτερα :

-τα αρνητικά ποσά: τα αρνητικά έσοδα και δαπάνες, όπως και τα αρνητικά αποθεματικά, καθιστούν δυνατή τη διατήρηση του συνολικού ποσού του προϋπολογισμού σε επίπεδο χαμηλότερο από το άθροισμα των χορηγήσεων θεωρούμενων κατά κονδύλιο.

-το πλήθος και η περιπλοκότητα των μεταφορών μεταξύ ετών που αντιφάσκουν προς την αρχή της ετήσιας διάρκειας.

Συνεπώς, η Επιτροπή επανεξέτασε κάθε εξαίρεση, προκειμένου να αναλύσει το βάσιμο κάθε μίας από αυτές και να τη θέσει υπό αμφισβήτηση όταν είναι αναγκαίο.

A.2. Η πρόταση

α) Εξαιρέσεις από την αρχή της ενότητας

Η Επιτροπή υπενθυμίζει την προσκόλλησή της στην εγγραφή στον προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν την προτείνει στο δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό εφόσον ο κανονισμός αυτός δεν αποτελεί το κατάλληλο νομικό μέσο για την εγγραφή του στον προϋπολογισμό. Το ίδιο συμβαίνει για τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό της ΕΚΑΧ.

Οι δανειοληπτικές/δανειοδοτικές πράξεις αναφέρονται ήδη στον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό με την προοπτική της διαφάνειας (κατάρτιση του προϋπολογισμού : άρθρο 20. λογαριασμός διαχείρισης: άρθρο 135). Η Επιτροπή δεν κρίνει κατάλληλη την εγγραφή στον προϋπολογισμό αυτής της δραστηριότητας: μόνο η εγγύηση των χορηγούμενων δανείων εγγράφεται στον προϋπολογισμό.

Προτείνεται να διευκρινισθεί ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός εφαρμόζεται στις δαπάνες της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και του πυλώνα Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (ΔΕΥ) όταν επιβαρύνουν τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Πρόκειται για τη ρητή αντιστοίχιση του δημοσιονομικού κανονισμού με τη συνθήκη του Άμστερνταμ (άρθρο 268 εδάφιο 2 της συνθήκης).

Τέλος, υπάρχουν εύλογοι λόγοι για να υποβάλλονται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή οι πίνακες προσωπικού των οργανισμών. Οι οργανισμοί είναι ασφαλώς αποκεντρωμένοι φορείς με νομική προσωπικότητα οι οποίοι έχουν δημοσιονομική αυτονομία. Η Επιτροπή κρίνει συνεπώς ότι δεν υπάρχει λόγος να ενταχθούν οι πράξεις των οργανισμών στο πλαίσιο του γενικού προϋπολογισμού των Κοινοτήτων, προκειμένου να μην θιγεί η δημοσιονομική αυτονομία τους. Ωστόσο οι οργανισμοί αντιπροσωπεύουν ένα επαναλαμβανόμενο κόστος για τον προϋπολογισμό μέσω των επιδοτήσεων ισορροπίας τις οποίες λαμβάνουν οι περισσότεροι από αυτούς. Επιπλέον, η νομοθετική αρχή αποφασίζει τους φόρους και τις εισφορές, που αποτελούν τους ίδιους πόρους ορισμένων οργανισμών, και εκδίδει επίσης τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού τους. Επομένως αποδεικνύεται σκόπιμο, ακόμη και αν οι συντάξεις των υπαλλήλων ορισμένων αυτοχρηματοδοτούμενων οργανισμών επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό των οργανισμών ως προς τις εργοδοτικές εισφορές, να υποβάλλονται οι πίνακες προσωπικού τους στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, προκειμένου να παρακολουθείται από κοντά η εξέλιξή τους που οδηγεί σε μεγάλη αύξηση του αριθμού των κοινοτικών υπαλλήλων καθώς και οι συνέπειές τους για τον προϋπολογισμό.

Η εισαγωγή του πίνακα προσωπικού των οργανισμών στο γενικό προϋπολογισμό, συνεπάγεται παράλληλα την τροποποίηση των κανονισμών που εφαρμόζονται αντίστοιχα σε καθένα από τους οργανισμούς αυτούς.

β) Εξαιρέσεις από την αρχή της καθολικότητας

Προτείνεται ο εξορθολογισμός και η απλούστευση των διαφόρων εξαιρέσεων των αρχών αυτών. Έτσι, προτείνεται να διατηρηθούν τα έσοδα για ειδικό προορισμό, αλλά να καταργηθούν οι επιστροφές των προκαταβολών, που αποτελούν τεχνική με ασαφές πλαίσιο [4] η οποία επιτρέπει, με απόφαση της Επιτροπής, να διατίθενται εκ νέου σημαντικά ποσά στη γραμμή που επιβαρύνθηκε με την αρχική πληρωμή. Ωστόσο οι εν λόγω επιστροφές παραμένουν δυνατές, κατ' εξαίρεση, στον τομέα των διαρθρωτικών πολιτικών. Πράγματι, στον τομέα αυτό οι πιστώσεις αποτελούν στόχο δαπανών και συνεπώς η τομεακή ρύθμιση προβλέπει τη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης των προκαταβολών που επιστρέφονται στον προϋπολογισμό. Στους άλλους τομείς, τα σχετικά ποσά που προκύπτουν από τις επιστροφές προκαταβολών θα θεωρούνται ως διάφορα έσοδα.

[4] Αυτή είναι περίπτωση ειδικότερα της έννοιας "δικαιούχοι των κοινοτικών ενισχύσεων" που αναφέρεται στο σημερινό άρθρο 7 παράγραφος 7.

Όσον αφορά την επαναχρησιμοποίηση, η τεχνική αυτή μπορεί να παρακινεί το διατάκτη να προβαίνει στην έκδοση εντολής είσπραξης όταν γνωρίζει ότι το ανακτώμενο ποσό μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί. Αυτή η εξαίρεση περιορίζεται αυστηρά και πρέπει γενικά να εφαρμόζεται με πνεύμα διαφάνειας. Οι παρατηρήσεις του προϋπολογισμού πρέπει να την προβλέπουν στις περισσότερες από τις περιπτώσεις (σημερινό άρθρο 27 παράγραφος 5 ΔΚ).

Ωστόσο η Επιτροπή θεωρεί ότι το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιτευχθεί, με περισσότερη διαφάνεια, μέσω του μηχανισμού των εσόδων για ειδικό προορισμό, εφόσον στην περίπτωση αυτή η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πρέπει να προβλέπει, στην κατάσταση εσόδων, γραμμή που επιτρέπει την υποδοχή των εσόδων τα οποία ενδέχεται να διατεθούν. Επομένως προτείνεται να καταργηθεί η επαναχρησιμοποίηση και να αντικατασταθεί από τα έσοδα για ειδικό προορισμό, με την επιφύλαξη των κανόνων που εφαρμόζονται στα διαρθρωτικά ταμεία [5]. Με την ευκαιρία αυτή επισημαίνεται ότι οι σημερινές περιπτώσεις επαναχρησιμοποίησης είναι περιορισμένες [6].

[5] Στον τομέα αυτό οι πιστώσεις αποτελούν στόχους δαπανών και η ρύθμιση που εφαρμόζεται προβλέπει την επαναχρησιμοποίηση των επιστραφέντων ποσών.

[6] Στις περιπτώσεις κατά λάθος πληρωμής (σημερινό άρθρο 27 παράγραφος 2α), της αμοιβής των παροχών για λογαριασμό τρίτων (σημερινό άρθρο 27 παράγραφος 2β) , στις αποζημιώσεις ασφάλισης και μίσθωσης (σημερινό άρθρο 27 παράγραφος 2γ και δ) και στα έσοδα που προέρχονται από την πώληση δημοσιευμάτων και ταινιών (σημερινό άρθρο 27 παράγραφος 2ε).

γ) Εξαιρέσεις από την αρχή της ειδικότητας

Η Επιτροπή θεωρεί ευκταία την αναγκαία ευελιξία για τη διαχείριση των επιχειρησιακών πιστώσεων, ιδίως στο πλαίσιο της νέας ολοκληρωμένης παρουσίασης της διάθεσης των δημοσιονομικών και διοικητικών πόρων ανά προορισμό («κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων» ΠΒΔ ή ΑΒΒ στα αγγλικά (Activity Based Budgeting)). Αυτή η παρουσίαση του προϋπολογισμού ανά τομείς πολιτικής και δραστηριότητες συνεπάγεται την κατάργηση της αναφοράς στη διάκριση μεταξύ μέρους Α και Β του προϋπολογισμού που περιλαμβάνεται στον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό.

Η διάρθρωση αυτή θα επέτρεπε να παρουσιάζεται το πραγματικό κόστος κάθε πολιτικής και να εξασφαλίζεται η καλύτερη πληροφόρηση για τους πόρους που διατίθενται σε κάθε τομέα πολιτικής.

Η νέα διάρθρωση θα περιλαμβάνει τίτλους που αντιστοιχούν σε τομείς πολιτικής οι οποίοι αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό την οργανωτική δομή ανά Γενικές Διευθύνσεις. Κάθε τίτλος θα υποδιαιρείται σε κεφάλαια (συνολικά περίπου 200) που αντιστοιχούν κατά γενικό κανόνα στις δραστηριότητες των Γενικών Διευθύνσεων και Υπηρεσιών. Ένα από τα κεφάλαια αυτά θα περιέχει, για κάθε τίτλο, τους διοικητικούς πόρους που διατίθενται στο σχετικό τομέα πολιτικής.

Τα κεφάλαια θα υποδιαιρούνται σε άρθρα. Στην περίπτωση των κεφαλαίων που αφιερώνονται στους διοικητικούς πόρους, η διάρθρωση θα είναι η ίδια για όλους τους τίτλους και θα περιλαμβάνει τέσσερα άρθρα : τις πιστώσεις για το προσωπικό που διέπεται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, τις πιστώσεις για το εξωτερικό προσωπικό και τις λοιπές αποκεντρωμένες δαπάνες, τις πιστώσεις για τα ακίνητα και τις δαπάνες υποδομής και τις πιστώσεις διοικητικής φύσης που εμφανίζονται σήμερα στο μέρος Β, όπως οι πιστώσεις για δαπάνες τεχνικής πραγματογνωμοσύνης. Τα υπόλοιπα κεφάλαια θα αφιερώνονται αποκλειστικά στις επιχειρησιακές πιστώσεις και θα διαιρούνται σε άρθρα που αντιστοιχούν στα προγράμματα και τις λοιπές χρηματοδοτικές παρεμβάσεις.

Το απαραίτητο αντιστάθμισμα της παρουσίασης του προϋπολογισμού ανά κοινοτικές πολιτικές θα πρέπει να είναι να επιτραπεί στην Επιτροπή να προβαίνει σε μεταφορές διοικητικών πιστώσεων της ίδιας ονομασίας μεταξύ τίτλων. Επίσης, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων στο εσωτερικό του ίδιου τίτλου εντός του ορίου του 10% των πιστώσεων που είναι εγγεγραμμένες στις επιχειρησιακές γραμμές. Οι μεταφορές διοικητικών πιστώσεων διαφορετικής ονομασίας (π.χ. μισθώματα αντί εξοπλισμού πληροφορικής), ή που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 10% μιας επιχειρησιακής γραμμής, θα εξακολουθήσουν να υποβάλλονται για απόφαση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

Το σύστημα αυτό επιτρέπει την κατάλληλη διαχείριση των διοικητικών πόρων και ταυτόχρονα την παρουσίασή τους ανά τομέα πολιτικής.

Όσον αφορά τα τμήματα του προϋπολογισμού των άλλων οργάνων, προτείνεται να εναρμονισθούν οι διαδικασίες των μεταφορών διοικητικών πιστώσεων μεταξύ όλων των οργάνων : οι μεταφορές μεταξύ τίτλων θα εναπόκεινται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, ενώ στο εσωτερικό των τίτλων θα εναπόκεινται σε κάθε όργανο.

Η σύσταση αποθεματικών από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα περιορίζεται σε δύο περιπτώσεις: στην απουσία νομικής βάση και στην αβεβαιότητα όσον αφορά την επάρκεια ή την αναγκαιότητα των πιστώσεων. Πρέπει επίσης να αναφερθεί η δυνατότητα της Επιτροπής να παγώνει, ως ασφαλιστικό μέτρο, πιστώσεις ή μέρος πιστώσεων των οποίων η εκτέλεση δεν φαίνεται ικανοποιητική.

Το αρνητικό αποθεματικό που προβλέπεται από το άρθρο 19 παράγραφος 5 του σημερινού δημοσιονομικού κανονισμού θα διατηρηθεί. Αυτό αποτελεί μέρος του τμήματος "Επιτροπή" του προϋπολογισμού, το ποσό του περιορίζεται σε 200 εκατ. ευρώ. Το αποθεματικό αυτό θα πρέπει να χρησιμοποιείται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφορών πιστώσεων. Το αρνητικό αποθεματικό καθιερώθηκε από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή ως μέσο διαπραγμάτευσης που διευκολύνει τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ των συμμετεχόντων στη διαδικασία του προϋπολογισμού οργάνων, και η εμπειρία απέδειξε τη χρησιμότητά του.

Τέλος, τα όργανα θα έπρεπε να διαθέτουν ορισμένη ευελιξία στη διαχείριση του πίνακα προσωπικού τους ο οποίος εξακολουθεί να αποτελεί όριο, όσον αφορά τόσο το ποσό των πιστώσεων όσο και το συνολικό αριθμό των διατιθέμενων θέσεων, αλλά στο εσωτερικό του οποίου κάθε όργανο θα μπορεί να επιφέρει τροποποιήσεις μέχρι ποσοστού 10%, εκτός σε ό,τι αφορά τους βαθμούς Α1 και Α2.

δ) Εξαιρέσεις από την αρχή της ετήσιας διάρκειας

Η πρόταση γενικεύει τις διαχωριζόμενες πιστώσεις. Οι διαχωριζόμενες πιστώσεις θα εφαρμόζονται συνεπώς και στο ΕΓΤΠΕ, το οποίο θα διατηρήσει εξάλλου τις τεχνικές ιδιαιτερότητές του ως προς τη διαχείριση (βλ. κατωτέρω το σημείο ΣΤ2).

Το καθεστώς των μεταφορών πιστώσεων μεταξύ ετών, απαραίτητο μέσο διαχείρισης αναγνωριζόμενο από τις συνθήκες, θα απλοποιηθεί με την ευκαιρία της κατάργησης των μη διαχωριζόμενων πιστώσεων στον προϋπολογισμό. Οι μεταφορές πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων θα εξακολουθήσουν να αποφασίζονται από την Επιτροπή. οι πιστώσεις αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται πριν από τις 31 Μαρτίου του τρέχοντος οικονομικού έτους.

Οι μεταφορές, μεταξύ ετών, των πιστώσεων πληρωμών επίσης θα αποφασίζονται από την Επιτροπή. Επιτρέπονται μόνο για την κάλυψη των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων και όταν οι προβλεπόμενες πιστώσεις για τις σχετικές γραμμές στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους δεν καλύπτουν τις ανάγκες. Η Επιτροπή θα χρησιμοποιεί πρώτα τις νέες πιστώσεις, προκειμένου να αποφεύγει το αποτέλεσμα της χιονοστιβάδας που θα προέκυπτε από την διαδοχή των μεταφορών.

Οι συμπληρωματικές περίοδοι θα καταργηθούν για να επιταχυνθεί η απόδοση των λογαριασμών, εκτός σε ό,τι αφορά το ΕΓΤΠΕ, όπου η συμπληρωματική περίοδος ορίζεται μέχρι τις 31 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους. Η διατήρηση αυτής της συμπληρωματικής περιόδου για το ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων δικαιολογείται από τις ιδιαιτερότητες του συστήματος πληρωμής (προχρηματοδότηση των δαπανών από τα κράτη μέλη) που ισχύει στον τομέα αυτό. Είναι αναγκαίος ένα επιπλέον μήνας για την εγγραφή των δαπανών του ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων στη λογιστική, λόγω του χρόνου που απαιτείται για να μεταφερθούν στο κοινοτικό επίπεδο τα αριθμητικά στοιχεία που παρέχουν τα κράτη μέλη και για να γίνουν οι αναγκαίες μεταφορές πιστώσεων στο τέλος του οικονομικού έτους.

Ο μηχανισμός της ανασύστασης των πιστώσεων στη συνέχεια αποδέσμευσης καταργείται ως γενική εξαίρεση, με σκοπό την απλούστευση των διαδικασιών, την αυξημένη διαφάνεια στις δημοσιονομικές καταστάσεις και τη μεγαλύτερη πειθαρχία κατά τον προγραμματισμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων. Ωστόσο διατηρείται, στον τίτλο που αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τη δήλωση της Επιτροπής τη συνημμένη στον κανονισμό για τα διαρθρωτικά ταμεία, δηλαδή στην περίπτωση σφάλματος της Επιτροπής και στην περίπτωση ανωτέρας βίας.

ε) Αρχή της διαφάνειας

Προτείνεται να προστεθεί αυτή η αρχή στις προαναφερόμενες επτά αρχές και να χρησιμοποιείται σε όλα τα στάδια, από την ταχεία δημοσίευση του εγκριθέντος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προϋπολογισμού, ορίζοντας επιτακτική προθεσμία δύο μηνών, μέχρι την τήρηση της λογιστικής και τις διαδικασίες απόδοσης των λογαριασμών (βλ. κατωτέρω, σημείο Ε). Η αρχή αυτή εκφράζεται επίσης στις διατάξεις για τις συμβάσεις και τις επιδοτήσεις, οι οποίες υποβάλλονται ειδικότερα σε διαδικασίες συλλογικής επιλογής και σε δημοσιότητα εκ των προτέρων και εκ των υστέρων.

Η δημοσίευση των πληροφοριών που αφορούν τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις και τις πράξεις του Ταμείου Εγγυήσεων σχετικά με τις εξωτερικές δράσεις σε παράρτημα του προϋπολογισμού υπόκειται επίσης σε αυτή την αρχή της διαφάνειας.

Επιπλέον, προτείνεται να μετατραπούν σε έσοδα για ειδικό προορισμό "οι αρνητικές δαπάνες" που υπάρχουν σήμερα στο γεωργικό τομέα, κατά τρόπο ώστε να εισαχθεί μεγαλύτερη διαφάνεια στην παρουσίαση του προϋπολογισμού και στην λογιστική καταχώρηση, χωρίς να παραβλάπτεται η ικανότητα γεωργικών δαπανών. Αυτές οι αρνητικές δαπάνες προβλέπονται στη γεωργική τομεακή ρύθμιση και διαιρούνται σε πέντε κατηγορίες:

-τα ποσά που ανακτώνται στη συνέχεια περιπτώσεων απάτης ή παρατυπίας (60 εκατ. ευρώ το 1999).

-οι διορθώσεις επί προκαταβολών που πραγματοποιούνται βάσει του άρθρου 15 της διοργανικής συμφωνίας για τη δημοσιονομική πειθαρχία (126 εκατ. ευρώ το 1999).

-τα "κέρδη" που μπορούν να προέλθουν από τις πωλήσεις στο πλαίσιο της δημόσιας αποθεματοποίησης (286 εκατ. ευρώ το 1999).

-η συμπληρωματική εισφορά για το γάλα (498 εκατ. ευρώ το 1999).

-οι δημοσιονομικές επιπτώσεις των αποφάσεων για την εκκαθάριση των λογαριασμών (606 εκατ. ευρώ το 1999).

Επομένως, ο δημοσιονομικός κανονισμός θα προβλέπει στο εξής δύο κατηγορίες εσόδων για ειδικό προορισμό: αυτά που ορίζονται στον ίδιο το δημοσιονομικό κανονισμό και αυτά που προβλέπονται στους ειδικούς κανονισμούς, όπως είναι οι σημερινές αρνητικές δαπάνες. Μία τροποποίηση του κανονισμού του Συμβουλίου 1258/1999 (ΕΓΤΠΕ) θα έπρεπε να προταθεί για το σκοπό αυτό, παράλληλα με την πρόταση ανασύνταξης του δημοσιονομικού κανονισμού.

Το σημείο 10 της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999 για τη δημοσιονομική πειθαρχία ορίζει ότι οι δημοσιονομικές προοπτικές δεν λαμβάνουν υπόψη τα κονδύλια του προϋπολογισμού τα οποία χρηματοδοτούνται με έσοδα που καταλογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 του δημοσιονομικού κανονισμού. Η προτεινόμενη κατάργηση των αρνητικών δαπανών δεν θα δημιουργήσει επομένως προβλήματα για τη χρηματοδότηση της γεωργίας. Για λόγους ευκρίνειας η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν ερμηνευτική δήλωση η οποία θα επιβεβαιώνει τη δυνατότητα εφαρμογής του σημείου 10.2 της συμφωνίας στα έσοδα για ειδικό προορισμό που δημιουργήθηκαν πρόσφατα.

Τέλος, τα αρνητικά έσοδα, ποσά που αντιπροσωπεύουν τα έξοδα είσπραξης τα οποία τα κράτη μέλη παρακρατούν από τους παραδοσιακούς ίδιους πόρους (σήμερα 10%, 25% στο σχέδιο νέας απόφασης για τους ίδιους πόρους), θα καταργηθούν.

Η τεχνική αυτή χρησιμεύει για να επισημανθεί ότι αυτά τα ποσά δεν μπορούν να θεωρούνται ως δαπάνες, εφόσον μειώνουν τα έσοδα, δεδομένου ότι η μείωση γίνεται στην πηγή από τα κράτη μέλη και αναφέρεται στον προϋπολογισμό ενημερωτικά. Το να θεωρούνται αυτά τα ποσά ως δαπάνες θα αύξανε τεχνητά το ποσό του προϋπολογισμού.

Συνεπώς, προτείνεται να παρουσιάζονται στον προϋπολογισμό μόνο τα καθαρά έσοδα. Προκειμένου να δοθεί νομική βάση σε αυτή την παρουσίαση, θα έπρεπε να προβλεφθεί αντίστοιχη διάταξη στο δημοσιονομικό κανονισμό εξασφαλίζοντας παράλληλα τη διαφάνεια όσον αφορά τα αφαιρούμενα έσοδα στο πλαίσιο των εξόδων είσπραξης.

στ) Αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Η πρόταση ορίζει την αρχή αυτή με αναφορά στις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας.

Η επιχειρησιακή της έκφραση θα στηριχθεί στον ορισμό εξακριβώσιμων στόχων που θα παρακολουθούνται μέσω αριθμοδεικτών, με σκοπό τη μετάβαση, από μία διαχείριση βασιζόμενη στα μέσα, σε μία διαχείριση προσανατολιζόμενη περισσότερο προς τα αποτελέσματα.

Σε γενικές γραμμές, ο ρόλος της αξιολόγησης καθόλη τη διάρκεια του κύκλου ενός προγράμματος θα ενισχυθεί. Σκοπός είναι να τονιστεί ότι η αξιολόγηση δεν πρέπει να γίνεται μόνο εκ των προτέρων, αλλά και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης, και εκ των υστέρων. Αυτό προϋποθέτει ότι, με τη βοήθεια του ΑΒΒ (προϋπολογισμού βασιζόμενου στις δραστηριότητες), η διάθεση των πόρων στις δραστηριότητες θα επιτρέψει να καθορίζεται το κόστος αυτών των δραστηριοτήτων καθώς και οι στόχοι τους.

ζ) Αρχή της ισοσκέλισης

Η πρόταση διευκρινίζει τη συγκεκριμένη σημασία αυτής της αρχής, δηλαδή ότι οι Κοινότητες δεν μπορούν να συνάπτουν δάνεια για να χρηματοδοτούν έλλειμμα του προϋπολογισμού. Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι οι Κοινότητες θα μπορούσαν να λαμβάνουν δάνεια προκειμένου να χρηματοδοτούν επενδύσεις σε ακίνητα τα οποία θα χρησιμοποιούνται από τα όργανα. Οι τόκοι και η αποπληρωμή του κεφαλαίου των δανείων αυτών θα καταλογίζονται ετησίως εις βάρος του προϋπολογισμού.

B. Εκτέλεση του προϋπολογισμού (πρώτο μέρος, τίτλος III της πρότασης )

B.1. Ρόλος των παραγόντων

Η Επιτροπή κατέστησε πρωταρχικό στοιχείο της εσωτερικής της μεταρρύθμισης τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό της δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς και την ανάπτυξη ενός νέου κλίματος επικεντρωμένου στα αποτελέσματα που θα επιτυγχάνονται με τη χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων.

Πράγματι, τα συστήματα διαχείρισης και εκ των προτέρων ελέγχου της Επιτροπής δεν είναι πλέον προσαρμοσμένα στη φύση και στον αριθμό των πράξεων τις οποίες χειρίζεται. Το σύστημα διαχείρισης, ελέγχου και δημοσιονομικού ελέγχου θα αναμορφωθεί πλήρως, θα προσαρμοσθεί και θα ακολουθεί τα πρότυπα της βέλτιστης πρακτικής. Οι διατάκτες θα πρέπει να αναλαμβάνουν την πλήρη ευθύνη της ποιότητας, της ακρίβειας και της αποτελεσματικότητας της διαχείρισής τους. Δημιουργία ενός πραγματικού αισθήματος ευθύνης όσον αφορά τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση σημαίνει καθορισμό των καθηκόντων προς εκπλήρωση και ενσωμάτωση των ποιοτικών ελέγχων στη διαδικασία διαχείρισης. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της διαχείρισης θα πρέπει να εκτιμώνται σε συνάρτηση με τους κινδύνους που παρουσιάζουν οι σχετικές πράξεις, και, κατά τρόπο ολοκληρωμένο, σε σχέση με τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τους καθορισθέντες στόχους.

Το σημερινό σύστημα εκ των προτέρων δημοσιονομικού ελέγχου συνίσταται στην κεντρική επαλήθευση και έγκριση των δημοσιονομικών πράξεων σε συνάρτηση με κατ' ουσίαν διαδικαστικούς κανόνες. Κατά συνέπεια, παρέχει στους διατάκτες ένα αίσθημα ψευδούς ασφάλειας, δημιουργώντας ένα κλίμα που "απαλλάσσει από την ευθύνη" τους διαχειριστές. Το ίδιο συμβαίνει με τον έλεγχο της εξοφλητικής ισχύος των πληρωμών από τον υπόλογο που συνίσταται στην επαλήθευση του ότι πληρώνονται τα ορθά ποσά στον κατάλληλο δικαιούχο και ότι συνεπώς το όργανο απαλλάσσεται από την οφειλή του.

Παρόμοιες θεωρήσεις ως προς την αύξηση της ευθύνης των διατακτών δικαιολογούν την κατάργηση της κεντρικής εξέτασης που πραγματοποιεί η Συμβουλευτική Επιτροπή Αγορών και Συμβάσεων (ΣΕΑΣ) (βλ. κατωτέρω σημείο Γ 1).

Επιπλέον, ο ισχύων δημοσιονομικός κανονισμός απονέμει στο δημοσιονομικό ελεγκτή την ευθύνη τόσο της εκ των προτέρων εξέτασης των μεμονωμένων πράξεων (η εκ των προτέρων "θεώρηση") όσο και της αξιολόγησης των συστημάτων εκ των υστέρων ("έλεγχος"). Αυτό το διπλό καθήκον θα μπορούσε να εμπεριέχει ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων και δεν επιτρέπει να εξασφαλισθεί ούτε η βέλτιστη ισορροπία μεταξύ των δύο, ούτε η υψηλή ειδίκευση στα δύο καθήκοντα. Για το λόγο αυτό η Επιτροπή πρότεινε ήδη, με χωριστή διαδικασία ("fast track"), το διαχωρισμό τους και τη δημιουργία ανεξάρτητου ελεγκτή στον οποίο θα ανατεθεί το έργο του ελέγχου των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις έχουν ως στόχο να αναθέσουν μόνο στους διατάκτες την πλήρη ευθύνη των εσωτερικών ελέγχων στις υπηρεσίες τους και των δημοσιονομικών αποφάσεων τις οποίες λαμβάνουν στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους.

Επιπλέον, προτείνεται να διορισθεί εσωτερικός ελεγκτής σε κάθε όργανο ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου (audit) και θα είναι επιφορτισμένος με τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.

Ο εσωτερικός ελεγκτής θα διατυπώνει ανεξάρτητη γνώμη όσον αφορά τόσο την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που δημιουργούνται από τους διατάκτες όσο και τα αποτελέσματα της διαχείρισης σε συνάρτηση με το επίπεδο κινδύνου που συνεπάγονται οι πράξεις, καθώς και συστάσεις προκειμένου να βελτιωθεί η αποδοτικότητα των πράξεων και να προωθηθεί η κατάλληλη χρησιμοποίηση των πόρων σε σχέση με τους στόχους. Ο εσωτερικός ελεγκτής θα ασκεί τα καθήκοντα του Δημοσιονομικού Ελεγκτή κατά την έννοια των συνθηκών, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού.

Τέλος, το απαραίτητο συνεπακόλουθο της ενισχυμένης ευθύνης των δημοσιονομικών παραγόντων είναι το να υπάρχουν εύλογα και ασφαλή μέσα και διαδικασίες για την αντιμετώπιση των παραβάσεων των ισχυόντων κανόνων.

Όσον αφορά την οικονομική ευθύνη, ο σημερινός δημοσιονομικός κανονισμός περιλαμβάνει κανόνες (άρθρα 73 έως 76) που καθορίζουν τις περιπτώσεις παραπτώματος στις οποίες οι διατάκτες και οι υπόλογοι υπέχουν πειθαρχική και χρηματική ευθύνη. Αντίθετα, ο δημοσιονομικός κανονισμός παραπέμπει στον "Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης" για τις διαδικασίες και τις κυρώσεις. Δεδομένου ότι η μεταρρύθμιση έχει ως κύριο άξονα να διευρύνει το πεδίο αρμοδιότητας των διατακτών, θα ήταν απρόσφορο να προταθεί ευθύνη ιδιαίτερης φύσης στο δημοσιονομικό τομέα, ακόμη δε περισσότερο διότι η εφαρμογή των διαδικασιών επίκλησης της ευθύνης βάσει του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης θα ενημερώνεται δεόντως και μπορεί να οδηγήσει σε κυρώσεις με σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις για τους σχετικούς υπαλλήλους. Επομένως, ο γενικός κανόνας παραμένει ότι η οι υπάλληλοι μπορεί να υπέχουν πειθαρχική ευθύνη λόγω αμέλειας και χρηματική ευθύνη λόγω σοβαρού προσωπικού παραπτώματος.

Επιπλέον, ο δημοσιονομικός κανονισμός προβλέπει στο εξής τη δυνατότητα ανάκλησης των καθηκόντων κάθε διατάκτη, υπόλογου ή υπόλογου πάγιων προκαταβολών.

Ωστόσο, δικαιολογείται να διατηρηθούν χάριν παραδείγματος οι περιπτώσεις παραπτώματος των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών, λόγω της φύσης των αποστολών τους (π.χ., εκτέλεση των πληρωμών και διαχείριση των τραπεζικών λογαριασμών). πάντως, οι όροι και οι διαδικασίες επίκλησης της ευθύνης ορίζονται, και για τους υπαλλήλους αυτούς, από τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.

B.2. Δέσμευση

Ο σημερινός ορισμός της έννοιας "ανάληψη υποχρέωσης" αποτελεί πάγια πηγή δυσχερειών για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και τη λογιστική. Η πρόταση παρουσιάζει σαφέστερο ορισμό της έννοιας της δημοσιονομικής δέσμευσης (κράτηση πιστώσεων) και της νομικής δέσμευσης (υποχρεώσεις αναλαμβανόμενες έναντι τρίτων). Η δημοσιονομική δέσμευση είναι η πρώτη φάση μιας πράξης δαπανών. Η έννοια της δέσμευσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε δύο διαφορετικά στάδια αυτής της πράξης. Το πρώτο στάδιο (συνολική δέσμευση) δηλώνει την πρόθεση πραγματοποίησης μιας πράξης, για την οποία δεν έχει προσδιοριστεί ο δικαιούχος, ή η οποία αφορά μια σειρά ατομικών δεσμεύσεων, ακόμη και αν οι δικαιούχοι έχουν προσδιοριστεί. Στο δεύτερο στάδιο (ατομική δέσμευση) ο δικαιούχος είναι γνωστός. Η συνολική δέσμευση επιτρέπει τη διάθεση ενός μέσου δημοσιονομικού προγραμματισμού. Επομένως η Επιτροπή προτείνει να διατηρηθεί αυτό το μέσο, αλλά να καθορισθεί, αυστηρότερα απ' ότι στο ισχύον άρθρο 36 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού, η προθεσμία σύναψης των ατομικών νομικών δεσμεύσεων, οι οποίες πρέπει να συνάπτονται το αργότερο στο τέλος του επόμενου οικονομικού έτους (Ν+1).

Μόνο για τον τομέα των εξωτερικών ενεργειών η περίοδος σύναψης των ατομικών νομικών δεσμεύσεων (εκτός από τις συμβάσεις που αφορούν τον έλεγχο και την αξιολόγηση) που υλοποιούν τις χρηματοδοτικές συμβάσεις θα μπορούσε να επεκταθεί μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους Ν + 3. Οι χρηματοδοτικές συμβάσεις εξομοιώνονται με τις ατομικές νομικές δεσμεύσεις και θα πρέπει να συνάπτονται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους που ακολουθεί τη δημοσιονομική δέσμευση σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 2.

Η πρόταση διατηρεί επίσης τη δυνατότητα υποδιαίρεσης των δημοσιονομικών δεσμεύσεων σε δόσεις, στο μέτρο που η τεχνική αυτή προβλέπεται από την οικεία νομική βάση, δηλαδή την τομεακή ρύθμιση που αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία και τις αλιευτικές συμφωνίες.

B.3. Εξωτερική ανάθεση καθηκόντων

Με στόχο τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και προκειμένου να επιλυθούν οι δυσχέρειες που συνδέονται με τα γραφεία τεχνικής και διοικητικής βοήθειας, η πρόταση κανονισμού ορίζει τους διάφορους πιθανούς τρόπους εκτέλεσης των κοινοτικών πιστώσεων, τόσο στον τομέα των εσωτερικών πολιτικών όσο και στον τομέα των εξωτερικών ενεργειών:

-είτε κεντρική διαχείριση από την Επιτροπή, κατά τρόπο άμεσο στις υπηρεσίες της ή έμμεσο με την εξωτερική ανάθεση εργασιών, της οποίας τα όρια διευκρινίζονται,

-είτε επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη, ειδικότερα στο γεωργικό τομέα και για τα διαρθρωτικά ταμεία, ή αποκεντρωμένη διαχείριση στα κράτη που δικαιούνται εξωτερικών ενισχύσεων.

Στο κοινοτικό σύστημα, η εξωτερική ανάθεση καθηκόντων προσκρούει στα ακόλουθα όρια:

-Τα "προνόμια" των οργάνων, δηλαδή τα καθήκοντα δημόσιας εξουσίας που τους απονέμονται από τις συνθήκες, στο μέτρο που συνεπάγονται ευρύ περιθώριο εκτίμησης κατά τις πολιτικές επιλογές τους, πρέπει να αναλαμβάνονται άμεσα από αυτά. Κάθε μεταβίβαση των καθηκόντων αυτών σε εξωτερικούς φορείς θα έθιγε την ισορροπία των αρμοδιοτήτων μεταξύ οργάνων και τις συνδεδεμένες εγγυήσεις.

-Ορισμένα καθήκοντα δημόσιας εξουσίας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού, μπορούν να μεταβιβάζονται σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή επιφορτισμένους με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας υπό την εγγύηση των κρατών μελών, με τήρηση των θεμελιωδών αρχών της νομιμότητας, της διαφάνειας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Υπάγονται σ' αυτή την κατηγορία οι εκτελεστικοί οργανισμοί, οι οποίοι είναι κοινοτικού δικαίου και το καθεστώς των οποίων θα διευκρινιστεί και θα ορισθεί επακριβώς σε χωριστό κανονισμό στο πλαίσιο της τρέχουσας διοικητικής μεταρρύθμισης. Σε αυτές τις νέες δομές ενδέχεται να ανατεθεί εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση του κύκλου ενός προγράμματος, χωρίς η Επιτροπή να χάσει τον έλεγχο της λειτουργίας τους. Έτσι η Επιτροπή θα μπορούσε να συνεχίσει να αναλαμβάνει τις ευθύνες της, έναντι των αρχών ελέγχου του προϋπολογισμού, όσον αφορά την ορθή χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων.

Στο πλαίσιο αυτό, οι εξωτερικοί οργανισμοί ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση των επιφορτισμένων με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας υπό την εγγύηση των κρατών μελών, δεν θα πρέπει να παρεμβαίνουν στις πράξεις εκτέλεσης του κοινοτικού προϋπολογισμού. Επομένως μπορούν να τους μεταβιβασθούν καθήκοντα τεχνικής βοήθειας και διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα (τεχνική πραγματογνωμοσύνη ή εργασίες επαναλαμβανόμενης φύσης) με αποκλεισμό κάθε καθήκοντος δημόσιας εξουσίας ή το οποίο συνεπάγεται διακριτική εξουσία εκτίμησης.

Τέλος, κάθε εξωτερικός οργανισμός ο οποίος εκτελεί αποστολές για την Επιτροπή θα πρέπει να εργάζεται με διαφάνεια, γεγονός που προϋποθέτει ιδίως διαφανή συστήματα σύναψης συμβάσεων, αποτελεσματικά συστήματα εσωτερικού ελέγχου καθώς και χωριστά από τις υπόλοιπες δραστηριότητές του συστήματα απόδοσης των λογαριασμών. Οι οργανισμοί αυτοί θα υπόκεινται στον έλεγχο της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Επιτροπή μπορεί να αναγνωρίσει την ισοτιμία μεταξύ των διαδικασιών ελέγχου, λογιστικής και σύναψης συμβάσεων των εξουσιοδοτουμένων και των αντίστοιχων δικών της διαδικασιών. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να λάβει υπόψη της την εν λόγω ισοτιμία όταν διενεργεί τους ελέγχους της.

B.4. Επιμερισμένη διαχείριση

Η προοδευτική επέκταση των καθηκόντων της Επιτροπής, η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ολοένα και μεγαλύτερη σημασία των προς διαχείριση προϋπολογισμών ανάγκασαν την Επιτροπή να αναπτύξει διαφοροποιημένους τρόπους διαχείρισης, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατέχει η επιμερισμένη διαχείριση [7].

[7] Η επιμερισμένη διαχείριση μπορεί να ορισθεί, σύμφωνα με τη διατύπωση της επιτροπής ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων στη δεύτερη έκθεσή της "ως η διαχείριση των κοινοτικών προγραμμάτων με την οποία η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν χωριστά αλλά αλληλένδετα διοικητικά καθήκοντα καθοριζόμενα νομοθετικά, καθήκοντα τα οποία πρέπει να εκπληρώνουν για να εξασφαλίζουν την αίσια υλοποίηση των πολιτικών της Κοινότητας".

Η επιμερισμένη διαχείριση αναγνωρίζεται ελλιπώς από τη συνθήκη η οποία προβλέπει ότι "η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με δική της ευθύνη", ακόμα και αν προσθέτει ότι "τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης" (άρθρο 274, πρώην άρθρο 205). Πράγματι η απαλλαγή χορηγείται μόνο στην Επιτροπή (άρθρο 276, πρώην άρθρο 206).

Αυτή η διατύπωση της αρχής της συνεργασίας των κρατών μελών καλύπτει την άσκηση της επιμερισμένης διαχείρισης, που αποτελεί τον τρόπο διαχείρισης με τον οποίο εκτελείται το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού, στο πλαίσιο του ΕΓΤΠΕ - τμήμα εγγυήσεων (48% του προϋπολογισμού) και των διαρθρωτικών ταμείων (36% του προϋπολογισμού). Ωστόσο, η επιμερισμένη διαχείριση, μολονότι έχει καθιερωθεί από πολλά χρόνια, πλαισιώνεται μόνο από τις διατάξεις του άφθονου παραγώγου δικαίου, των κανονισμών που ορίζουν, για κάθε τομέα, τους αντίστοιχους ρόλους της Επιτροπής και των εθνικών αρχών.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο επέμεινε για τη μεγαλύτερη συμμετοχή των κρατών μελών στη βελτίωση της επιμερισμένης διαχείρισης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε να λάβει συγκεκριμένη μορφή η υποχρέωση συνεργασίας των κρατών μελών με την Επιτροπή καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας απαλλαγής. Η Επιτροπή Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων έθεσε, στην δεύτερη έκθεσή της, το θέμα της αρχής της ισορροπίας μεταξύ των ευθυνών της Επιτροπής και των νομικών και υλικών μέσων που τίθενται στη διάθεσή της για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

Η επιμερισμένη διαχείριση φαίνεται στον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό στον τίτλο που αφορά το ΕΓΤΠΕ - τμήμα εγγυήσεων. Επιπλέον θα φαίνεται στην πρόταση χάρη στο νέο τίτλο που αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία και στον τροποποιημένο τίτλο που αφορά τον εξωτερικό έλεγχο και την απαλλαγή. Επίσης στον τίτλο ΙΙΙ του πρώτου μέρους σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η πρόταση καθιερώνει τις αρχές της εκκαθάρισης των λογαριασμών ή των δημοσιονομικών διορθώσεων σε περίπτωση επιμερισμένης διαχείρισης.

Η Επιτροπή έχει πλήρη επίγνωση των προκλήσεων. Δεδομένου ότι η συνθήκη της αναθέτει την ευθύνη εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ανεξάρτητα από τους τρόπους διαχείρισης, η Επιτροπή προτείνει να συμμετέχουν περισσότερο τα κράτη μέλη στο επίπεδο των διατάξεων περί απαλλαγής που περιέχονται στο δημοσιονομικό κανονισμό. Οι προτάσεις της ακολουθούν τη γραμμή των διατάξεων της συνθήκης, που ενισχύθηκαν με τη συνθήκη του Άμστερνταμ και που επιβάλλουν ήδη υποχρεώσεις στα κράτη μέλη κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού: καταπολέμηση της απάτης (άρθρο 280) και συνεργασία με την Επιτροπή με σκοπό τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (άρθρο 274).

Το πρώτο μέτρο συνίσταται στην επανάληψη, στο άρθρο 48 της πρότασης, των διατάξεων του άρθρου 274 της συνθήκης.

Επιπλέον, στο πλαίσιο του τίτλου που αφορά την απαλλαγή, προτείνονται τα εξής:

-τα κράτη μέλη θα πρέπει στο εξής να απαντούν στις παρατηρήσεις της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αφορά την επιμερισμένη διαχείριση. η απάντηση αυτή θα απευθύνεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέσω της Επιτροπής, η οποία παραμένει ο μοναδικός συνομιλητής του Συνεδρίου λόγω της ευθύνης της για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

-τα κράτη μέλη θα συνεργάζονται με την Επιτροπή καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας απαλλαγής.

-τέλος, τα κράτη μέλη θα ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνουν στη συνέχεια των παρατηρήσεων που συνοδεύουν την απόφαση απαλλαγής, κατά τρόπο που να της επιτρέπουν να τα λαμβάνει υπόψη στις εκθέσεις παρακολούθησης.

B.5. Μορφές πληρωμής

Πολλές πράξεις του δημοσιονομικού δικαίου χρησιμοποιούν αδιακρίτως τις έννοιες της προκαταβολής και της προπληρωμής. Είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν αυτές οι έννοιες, διότι η διάκριση είναι ουσιώδης όσον αφορά τη λογιστική (το καταβληθέν ποσό παραμένει στην κυριότητα των Κοινοτήτων;) και τους παραγόμενους τόκους (οι τόκοι επί των ποσών που είναι πάντα στην κυριότητα των Κοινοτήτων εγγράφονται στον προϋπολογισμό).

Για το σκοπό αυτό, προτείνεται να εγκαταλειφθεί η ασαφής ορολογία των προκαταβολών και των προπληρωμών και να γίνει διάκριση μεταξύ τεσσάρων τύπων πληρωμής:

-πληρωμή του συνόλου του οφειλόμενου ποσού,

-προχρηματοδότηση,

-ενδιάμεση πληρωμή για την επιστροφή των επιλέξιμων δαπανών,

-πληρωμή του υπολοίπου, βάσει δικαιολογητικών εγγράφων, που κλείνει τη δημοσιονομική δέσμευση.

Η λογιστική θα πρέπει να διακρίνει αυτούς τους διάφορους τύπους πληρωμής και η πληρωμή των προχρηματοδοτήσεων, με την οποία δεν γίνεται μεταβίβαση κυριότητας των πόρων στο δικαιούχο, θα εγγράφεται στο ενεργητικό του ισολογισμού.

Τα αχρησιμοποίητα ποσά παράγουν τόκους για τον προϋπολογισμό ενόσω δεν έχουν καταβληθεί στους τελικούς δικαιούχους, εκτός όταν η διαχείριση των πληρωμών γίνεται από τις αρχές των κρατών μελών.

Κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, η Επιτροπή θα φροντίσει ιδιαίτερα ώστε το Ελεγκτικό Συνέδριο να συμφωνήσει για αυτή την τυπολογία πληρωμών καθώς και για την έννοια των δικαιολογητικών εγγράφων, που αποτελούν αντικείμενο συμφωνίας εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

B.6. Προθεσμίες πληρωμής

Η πρόταση προσθέτει μία διάταξη, η οποία αναγγέλθηκε στην ανακοίνωση για τις προθεσμίες πληρωμής, και η οποία προβλέπει ότι οι πράξεις πληρωμής πρέπει να πραγματοποιούνται εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, που θα καθορισθεί στους κανόνες εφαρμογής. Κατά την εκπνοή της προθεσμίας αυτής, θα οφείλονται από το όργανο τόκοι υπερημερίας.

B.7. Εντολές είσπραξης και παραιτήσεις από τις απαιτήσεις

Η πρόταση διατηρεί τη δυνατότητα του διατάκτη να παραιτείται από βεβαιωμένη απαίτηση, εφόσον έχουν τηρηθεί τα κριτήρια της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Οι κανόνες εφαρμογής θα διευκρινίζουν τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να γίνει η παραίτηση (ανακάλυψη νέων στοιχείων, κόστος της ανάκτησης που υπερβαίνει το ποσό της απαίτησης, αφερεγγυότητα του οφειλέτη) και θα τονίζουν ότι η παραίτηση μπορεί να προέρχεται μόνο από τον κύριο διατάκτη (ο οποίος στην Επιτροπή είναι κατά γενικό κανόνα ένας γενικός διευθυντής), ο οποίος σε περίπτωση αμφιβολίας μπορεί να φέρει το θέμα στην προϊσταμένη αρχή του.

Γ. Συμβάσεις και επιδοτήσεις (πρώτο μέρος, τίτλοι IV και V της πρότασης)

Γ.1. Δημόσιες συμβάσεις

α) Προκλήσεις

Η πρόταση περιορίζεται ηθελημένα στις ουσιώδεις αρχές που διέπουν αυτές τις συμβάσεις, οι οποίες αποτελούν προς το παρόν αντικείμενο διασκορπισμένων, και ορισμένες φορές ελλιπών, διατάξεων σε πολλούς τίτλους του δημοσιονομικού κανονισμού.

β) Διάρθρωση του τίτλου "Συμβάσεις"

Ο τίτλος που αφορά τις συμβάσεις ορίζει το πεδίο εφαρμογής του, στη δε συνέχεια, τις γενικές αρχές και διαδικασίες που ισχύουν για όλες τις δημόσιες συμβάσεις (κεφάλαιο Ι).

Το κεφάλαιο II αναγγέλλει στη συνέχεια τις ιδιαίτερες διατάξεις που εφαρμόζονται στα όργανα τα οποία ενεργούν για ίδιο λογαριασμό.

Η ιδιαίτερη περίπτωση των συμβάσεων εξωτερικής βοήθειας παραμένει, όσον αφορά τις διατάξεις παρέκκλισης, στον τίτλο που ασχολείται με τις εξωτερικές ενέργειες.

γ) Περιεχόμενο του τίτλου "Συμβάσεις"

Η Επιτροπή επέλεξε, και σε αυτόν τον τομέα, να περιοριστεί στις ουσιώδεις αρχές τις οποίες πρέπει να τηρούν όλα τα όργανα, παραπέμποντας για τις λεπτομέρειες στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού.

Εξάλλου, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι κοινοτικές οδηγίες πρέπει να εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν τα ίδια τα όργανα και ότι οι αρχές που απορρέουν από τις οδηγίες αυτές πρέπει επίσης να εφαρμόζονται και στις συμβάσεις που η Επιτροπή συνάπτει ως εντολοδόχος εξωτερικών δικαιούχων των κοινοτικών πόρων.

Οι κοινοτικές οδηγίες που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις δεν μπορούν, λόγω της νομικής τους φύσης, να ισχύουν άμεσα, αλλά πρέπει να μεταφέρονται στο εσωτερικό δίκαιο. Αυτή η μεταφορά, η οποία επιτρέπει εξάλλου να απλουστεύονται και να συγκεντρώνονται οι αρχές που περιέχονται σε πολλά κείμενα, θα πραγματοποιηθεί μέσω των δύο νομικών πράξεων, δηλ. του ίδιου του δημοσιονομικού κανονισμού και των Κανόνων Εφαρμογής του που θα θεσπισθούν μεταγενέστερα, το συντομότερο δυνατό. Το σύνολο που απαρτίζεται από το δημοσιονομικό κανονισμό και τους κανόνες εφαρμογής θα αποτελέσει επομένως την εκτεταμένη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των οδηγιών, που θα εφαρμόζονται κατά αυτόν τον τρόπο σαφώς στα κοινοτικά όργανα όπως εφαρμόζονται στα κράτη μέλη.

Για το λόγο αυτό, το παρόν έγγραφο προσπαθεί να επαναλάβει τις αρχές των κοινοτικών οδηγιών που αφορούν τα έργα [8] [9], τις προμήθειες [10] και τις υπηρεσίες [11] τις οποίες πρέπει να ακολουθούν τα όργανα. Το κεφάλαιο Ι εκθέτει τους κανόνες που απορρέουν από τις ίδιες οδηγίες και που εφαρμόζονται σε όλες τις συμβάσεις τις χρηματοδοτούμενες εν όλω ή εν μέρει από τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες που προσιδιάζουν στα κοινοτικά όργανα, οι κανόνες αυτοί μπορούν να προχωρούν πέρα από όσα προβλέπουν οι οδηγίες.

[8] Οδηγία αριθ. 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων.

[9] Αυτές οι τρεις οδηγίες τροποποιήθηκαν από την οδηγία αριθ. 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1997, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και συμβάσεων δημοσίων έργων, αντιστοίχως.

[10] Οδηγία του Συμβουλίου αριθ. 93/36/ΕΟΚ, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών.

[11] Οδηγία του Συμβουλίου αριθ. 92/50/ΕΟΚ της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών.

Εξάλλου, σε απάντηση των επικρίσεων που αφορούν την απουσία ορισμών και την αβεβαιότητα ως προς την έννοια ορισμένων όρων, δόθηκαν ορισμοί, ιδίως για την έννοια "σύμβαση" (πρώτο άρθρο του νέου τίτλου) και για τις διάφορες διαδικασίες σύναψης. Άλλοι συμπληρωματικοί ορισμοί θα περιληφθούν στους Κανόνες Εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού.

Στο γενικό πλαίσιο της ενισχυμένης ευθύνης των διατακτών και της κατάργησης των μηχανισμών εκ των προτέρων επικύρωσης των πράξεών τους ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η Επιτροπή προτείνει επίσης να καταργηθεί η Συμβουλευτική Επιτροπή Αγορών και Συμβάσεων (ΣΕΑΣ). Θα ήταν χρήσιμο να δημιουργούσαν τα όργανα μέσα στις υπηρεσίες τους μια θυρίδα πληροφοριών η οποία θα παρείχε στους διατάκτες την τεχνική υποστήριξη για τη σύναψη των συμβάσεων.

Τέλος μία αυστηρή και υγιής δημοσιονομική διαχείριση απαιτεί την αυστηρότερη καταπολέμηση των πρακτικών που έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την εκτροπή των κοινοτικών πόρων. Μία από τις πτυχές της πρόληψης των παρατυπιών και της καταπολέμησης της απάτης και της δωροδοκίας συνίσταται στο να προβλεφθεί, στο δημοσιονομικό κανονισμό, μέτρο αποκλεισμού της ανάθεσης μιας σύμβασης σε υποψηφίους ή προσφέροντες που κατέστησαν υπαίτιοι απάτης ή δωροδοκίας. Αυτός ο τύπος διάταξης εμφαίνεται ήδη στο εγχειρίδιο διαδικασιών που αφορά την "απλούστευση των συστημάτων διαχείρισης των συμβάσεων που συνάπτονται στο πλαίσιο των προγραμμάτων εξωτερικής συνεργασίας", στον τίτλο "ρήτρες δεοντολογίας".

Το ίδιο μέτρο επιλέγεται και για τις περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων, σύμφωνα με την ίδια γραμμή συμπεριφοράς.

Γ.2. Επιδοτήσεις

α) Προκλήσεις

Οι επιδοτήσεις έχουν καταστεί προοδευτικά σημαντικό μέσο παρέμβασης των Κοινοτήτων, τόσο στο εσωτερικό της επικράτειας της Ένωσης, όσο και στο εξωτερικό. Ο σημερινός δημοσιονομικός κανονισμός δεν περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις για τη χορήγηση των επιδοτήσεων. Αυτές έχουν αναπτυχθεί συνεπώς χωρίς ακριβές κανονιστικό πλαίσιο.

Ήδη από το 1998 η Επιτροπή, έχοντας επίγνωση αυτού του κενού, είχε συντάξει ένα οδηγό [12] προς χρήση των υπηρεσιών. Ήταν απαραίτητο να θεσπιστεί, στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού, ένα γενικό πλαίσιο που να διέπει τη χορήγηση και τον έλεγχο των επιδοτήσεων. Η ανασύνταξη παρέχει την ευκαιρία να επανορθωθούν αυτές οι αδυναμίες, με τη δημιουργία ειδικού τίτλου για τις επιδοτήσεις.

[12] Οδηγός για τη διαχείριση των επιδοτήσεων της 14ης Ιουλίου 1998.

β) Περιεχόμενο του τίτλου "επιδοτήσεις"

Καταρχήν ο τίτλος αυτός αποβλέπει στη σαφή διάκριση μεταξύ συμβάσεων και επιδοτήσεων και στη συνέχεια στη δημιουργία πλαισίου χορήγησης, πληρωμής και υλοποίησης της χρησιμοποίησης των επιδοτήσεων υπό συνθήκες διαφάνειας.

Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες αυτές, ο εν λόγω τίτλος διαρθρώνεται γύρω από τα ακόλουθα θέματα:

-ορισμός της έννοιας "επιδότηση" ως άμεσης συνεισφοράς των Κοινοτήτων σε ενέργεια ή σε οργανισμό ικανό να προωθήσει μία πολιτική της Ένωσης ή ένα στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών οργανισμών. Αυτός ο ορισμός καλύπτει τις χρηματοοικονομικές συνεισφορές, αλλά αποκλείει τις δαπάνες με τη μορφή προσωπικού των κοινοτικών οργάνων, τα χορηγούμενα δάνεια και τις συμμετοχές καθώς και τις συμβάσεις.

-επιβεβαίωση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, μέσω του προγραμματισμού και της δημοσιότητας των καταβαλλόμενων επιδοτήσεων καθώς και του συλλογικού χαρακτήρα και της αιτιολόγησης των αποφάσεων χορήγησης.

-επιβεβαίωση των αρχών της μη σώρευσης, της μη αναδρομικότητας και της συγχρηματοδότησης.

-επιβολή των ίδιων κριτηρίων αποκλεισμού όπως και στις συμβάσεις, δηλαδή, ειδικότερα, σε περίπτωση απάτης ή σύγκρουσης συμφερόντων.

-τέλος, επιπλέον του ελέγχου που ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο έναντι των δικαιούχων επιδότησης, καθιέρωση αξιολόγησης των προγραμμάτων από κάθε όργανο.

Οι όροι λεπτομερούς εφαρμογής αυτών των αρχών και κανόνων θα εμφαίνονται στους Κανόνες Εφαρμογής.

Επίσης, προβλέπονται παρεκκλίσεις από τις διαδικασίες ως προς την αρχή του ετήσιου προγραμματισμού και των προσκλήσεων προς υποβολή προσφορών όταν ο επείγων χαρακτήρας, το είδος της ενέργειας ή τα χαρακτηριστικά του δικαιούχου θα εμπόδιζαν την τήρησή τους. Αυτό ισχύει ιδίως για τον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας.

Δ. Λογιστική και απόδοση των λογαριασμών (πρώτο μέρος, τίτλος VI της πρότασης)

Η Επιτροπή επιθυμεί, με την ευκαιρία της ανασύνταξης του δημοσιονομικού κανονισμού, να βελτιώσει τους λογιστικούς κανόνες που εφαρμόζονται στο γενικό προϋπολογισμό των Κοινοτήτων.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επιθυμεί να ενισχύσει τη διαφάνεια των οικονομικών και δημοσιονομικών πληροφοριών τις οποίες παρουσιάζουν οι Κοινότητες, τόσο στις ελεγκτικές αρχές όσο και στο ευρύ κοινό, κατά τρόπο ώστε όλες οι πληροφορίες που αφορούν τη χρησιμοποίηση των δημόσιων πόρων και την περιουσιακή κατάσταση των οργάνων να είναι διαθέσιμες με τρόπο σαφή και κατανοητό.

Για την εκπλήρωση αυτού του στόχου, πρέπει οι λογιστικές πληροφορίες που αποτελούν τη βάση των δημοσιονομικών καταστάσεων να καταρτίζονται με εφαρμογή διεθνώς αναγνωρισμένων λογιστικών μεθόδων, όλες οι επιφορτισμένες με τη διαχείριση της λογιστικής αρχές να χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους, και τέλος, η σύνθεση και η διάρθρωση των δημοσιονομικών καταστάσεων πρέπει να είναι η κατάλληλη σε συνάρτηση με τους αποδέκτες.

Το μέλημα εναρμόνισης εξασφαλίζεται από το ρόλο που ανατίθεται στον υπόλογο της Επιτροπής, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με τον καθορισμό των λογιστικών προτύπων (λογιστικών μεθόδων και μεθόδων ενοποίησης) που εφαρμόζονται στη λογιστική όλων των οργάνων.

Επιπλέον, όλα τα λογιστικά πρότυπα που εφαρμόζονται από τις Κοινότητες πρέπει να βασίζονται στις διεθνώς παραδεκτές λογιστικές αρχές για το δημόσιο τομέα, οι οποίες περιλαμβάνονται πλέον επίσημα στην πρόταση, δηλαδή :

-η συνέχεια των δραστηριοτήτων που απαιτεί να παρουσιάζονται οι λογαριασμοί με προοπτική μονιμότητας, με πληροφορίες για τις δραστηριότητες των προηγούμενων οικονομικών ετών και συγκριτικά στοιχεία με το προηγούμενο οικονομικό έτος στον ισολογισμό.

-η αρχή της σύνεσης, που επιβάλλει να μην υπερεκτιμάται το ενεργητικό και να μην υπεκτιμάται το παθητικό.

-η αρχή της σταθερότητας των λογιστικών μεθόδων, που οδηγεί στην εφαρμογή των ίδιων κανόνων ανεξάρτητα από τον τομέα, και στη μη τροποποίησή τους από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο, ενώ κάθε μεταβολή κανόνων θα πρέπει να γνωστοποιείται στον αναγνώστη των δημοσιονομικών καταστάσεων για να μπορεί να εντοπίζει και να κατανοεί τις τροποποιήσεις.

-τέλος, η αρχή σύμφωνα με την οποία οι παρουσιαζόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι αληθείς, πλήρεις, κατάλληλες και κατανοητές ώστε να παρέχεται στον αναγνώστη πιστή εικόνα της περιουσιακής κατάστασης, της δημοσιονομικής κατάστασης και του αποτελέσματος του οικονομικού έτους.

Λαμβάνονται επίσης υπόψη οι αρχές του μη συμψηφισμού, της αυτοτέλειας των οικονομικών ετών και της υπεροχής της πραγματικότητας σε σχέση με τη φαινομενική κατάσταση.

Όσον αφορά τις λογιστικές μεθόδους, η πρόταση ορίζει σαφώς ότι οι τεχνικές θα είναι διαφορετικές ανάλογα με τις πληροφορίες που επιδιώκουν να παράσχουν.

Αντίθετα, η γενική λογιστική που καταγράφει τις πράξεις με σκοπό την κατάρτιση του ισολογισμού των Κοινοτήτων είναι λογιστική σε περιουσιακή βάση («accrual accounting»).

Τέλος, όσον αφορά τις παρεχόμενες πληροφορίες και τους αποδέκτες τους, η πρόταση περιέχει σαφείς ενδείξεις προκειμένου να προσδιοριστεί τόσο η σύνθεση όσο και η διαδικασία απόδοσης των δημοσιονομικών καταστάσεων.

Έτσι, οι δημοσιονομικές καταστάσεις αποτελούνται από το λογαριασμό διαχείρισης, το δημοσιονομικό ισολογισμό και τα προσαρτήματα, καθένα δε από τα έγγραφα αυτά έχει σαφώς καθορισμένους στόχους: ο λογαριασμός διαχείρισης καταγράφει την εκτέλεση του προϋπολογισμού, ο δημοσιονομικός ισολογισμός παρουσιάζει την περιουσιακή κατάσταση των Κοινοτήτων (ακολουθώντας στο μέτρο του δυνατού τη μορφή που θεσπίστηκε με την τέταρτη οδηγία του Συμβουλίου) και τα προσαρτήματα εκθέτουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την καλύτερη κατανόηση των στοιχείων που παρουσιάζονται στον ισολογισμό.

Όσον αφορά τη διαδικασία απόδοσης των δημοσιονομικών καταστάσεων, η πρόταση επαναβεβαιώνει ότι ο υπόλογος κάθε οργάνου καταρτίζει τις δικές του δημοσιονομικές καταστάσεις και ότι τις ανακοινώνει στον υπόλογο της Επιτροπής ώστε αυτός να μπορέσει να τις ενοποιήσει. Οι ενοποιημένες καταστάσεις είναι αυτές που θα εξετάζονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο και από την αρμόδια για την απαλλαγή αρχή και οι οποίες, αφού διορθωθούν ενδεχομένως με γνώμονα τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θα δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα μετά τις 30 Νοεμβρίου, ταυτόχρονα με τη δήλωση αξιοπιστίας και την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

E. Εξωτερικές ενέργειες (δεύτερο μέρος, τίτλος IV της πρότασης )

Η πρόταση απλοποιεί τον τίτλο που αφιερώνεται στις εξωτερικές ενέργειες, αναφέροντας μόνο τις παρεκκλίσεις της κοινοτικής διαχείρισης από το κοινό δίκαιο. Η πρόταση αναπροσαρμόζει τον τίτλο αυτό σε συνάρτηση με τους πρόσφατους κανονισμούς του Συμβουλίου που αποβλέπουν στην αποκέντρωση της διαχείρισης των ενισχύσεων, προκειμένου ιδίως να προετοιμάσει καλύτερα και να καταστήσει περισσότερο υπεύθυνες τις υποψήφιες για προσχώρηση χώρες.

Η διατύπωση διευκρινίζει επομένως τους διάφορους τρόπους διαχείρισης των εξωτερικών ενεργειών, ενώ ο ισχύων δημοσιονομικός κανονισμός ασχολείται μόνο με την κεντρική διαχείριση από την Επιτροπή, και συμπληρώνεται ενδεχομένως από μηχανισμό μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στις δικαιούχους χώρες μετά από προηγούμενη έγκριση των ενεργειών. Εξειδικεύει τους διάφορους τύπους ελέγχου που εφαρμόζονται, εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων, στη διαχείριση των ενεργειών για τις οποίες έχει μεταβιβασθεί η αρμοδιότητα αυτή στα τρίτα κράτη - δικαιούχους των ενισχύσεων ή σε διεθνείς οργανισμούς.

Σε όλες τις περιπτώσεις μεταβίβασης αρμοδιοτήτων (βλ. άρθρο 53 της πρότασης), οι υπογραφείσες με την Επιτροπή συμφωνίες μπορούν να αναγνωρίζουν τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, τις λεπτομέρειες εσωτερικού ελέγχου και ελέγχου των συνυπογραψάντων οργανισμών ως εφαρμοζόμενες στη χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων, υπό τον όρο ότι οι οργανισμοί αυτοί τηρούν τα συμφωνηθέντα με την Επιτροπή ελάχιστα πρότυπα.

Η πρόταση επιτρέπει την πλήρη ή μερική αποκέντρωση της διαχείρισης των εξωτερικών ενισχύσεων στα δικαιούχα κράτη υπό τον όρο ότι αυτά προσκομίζουν στην Επιτροπή την απόδειξη της τήρησης ενός ελαχίστου ορίου προτύπων χρηστής διαχείρισης (ύπαρξη διαφανών διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, αποτελεσματικού συστήματος εσωτερικού ελέγχου και χωριστού από άλλες δραστηριότητες συστήματος απόδοσης λογαριασμών, εξωτερικών ελέγχων και όλα τα προαναφερόμενα υπό την ευθύνη του δικαιούχου κράτους).

Όσον αφορά τις συμβάσεις που συνάπτονται είτε απευθείας από τα δικαιούχα κράτη είτε από κάθε εξουσιοδοτημένο από αυτά οργανισμό, ή από την Επιτροπή εξ ονόματός τους και για λογαριασμό τους, αυτές πρέπει να συμμορφώνονται με τις γενικές αρχές και τις διαδικασίες που προβλέπονται για τις κοινοτικές συμβάσεις, με την επιφύλαξη ιδιαίτερων κανόνων, ιδίως ως προς την επιλεξιμότητα των προσφερόντων και τα κατώτατα όρια, που θα περιληφθούν στους Κανόνες Εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού. Δεδομένου ότι πριν από τη σύναψη των χρηματοδοτικών συμβάσεων πρέπει να γίνεται συνολική δημοσιονομική δέσμευση, που ισοδυναμεί με κράτηση πιστώσεων, δεν υπάρχει αντίρρηση να περιλαμβάνουν οι προσκλήσεις υποβολής προσφορών ρήτρα αναστολής σχετικά με τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων.

ΣΤ. Άλλα θέματα

ΣΤ.1. Απαλλαγή (πρώτο μέρος, τίτλος VII κεφάλαιο 2)

Η πρόταση λαμβάνει υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επιτροπής.

ΣΤ.2. ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων (δεύτερο μέρος, τίτλος I )

Ο τίτλος Ι του δεύτερου μέρους συγκεντρώνει τις ιδιαίτερες διατάξεις που εφαρμόζονται στις διαχωριζόμενες πιστώσεις του "Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα εγγυήσεων" (τίτλος VIII του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού). Αυτό το ιδιαίτερο καθεστώς συνίσταται στα εξής:

-οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων ισούνται με τις πιστώσεις πληρωμών, με αυτόματη μεταφορά στο επόμενο οικονομικό έτος των πιστώσεων πληρωμών που δεν χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναλήψεων υποχρεώσεων προηγούμενων ετών.

-οι δαπάνες προχρηματοδοτούνται από τα κράτη μέλη και επιστρέφονται από την Επιτροπή.

-το χρονοδιάγραμμα διαχείρισης διατηρεί συμπληρωματική περίοδο και δυνατότητα μεταφορών πιστώσεων μέχρι τις 31 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.

Ωστόσο, η διαχείριση των πιστώσεων που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου θα υπάγεται στο κοινό διαχειριστικό δίκαιο μετά τη λήξη των ισχυουσών δημοσιονομικών προοπτικών, δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Επιπλέον, οι παραπομπές στην κατάλληλη τομεακή ρύθμιση προσαρμόζονται.

ΣΤ.3. Διαρθρωτικά ταμεία (δεύτερο μέρος, τίτλος IΙ )

Οι τομεακές ρυθμίσεις που αφορούν τις διαρθρωτικές ενέργειες και τις ενέργειες συνοχής περιλαμβάνουν δημοσιονομικές διατάξεις, οι οποίες εισάγουν ειδικούς κανόνες σε σχέση με το γενικό καθεστώς που δημιούργησε ο δημοσιονομικός κανονισμός. Αυτό συμβαίνει όσον αφορά τη δέσμευση (ανά ετήσιες δόσεις), το καθεστώς πληρωμών, τις επιστροφές προκαταβολών, τις αποδεσμεύσεις και ανασυστάσεις πιστώσεων, καθώς και τα συστήματα μεταφορών πιστώσεων.

Ο δημοσιονομικός κανονισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη αυτές τις ιδιαιτερότητες. Επομένως η πρόταση, προκειμένου να βελτιώσει την αλληλοσύνδεση μεταξύ της τομεακής ρύθμισης και του δημοσιονομικού κανονισμού, εισάγει στο δεύτερο μέρος ένα νέο τίτλο "διαρθρωτικά ταμεία".

Οι τομεακές ρυθμίσεις πρέπει να έχουν συνοχή με το δημοσιονομικό κανονισμό. Η Επιτροπή θα φροντίσει να εξασφαλίσει αυτή τη συνοχή, στο στάδιο της πρότασης των τομεακών διατάξεων.

ΣΤ.4. Έρευνα (δεύτερο μέρος, τίτλος IΙΙ )

Ο τίτλος III του δεύτερου μέρους που αφιερώνεται στις ιδιαίτερες διατάξεις που εφαρμόζονται στις πιστώσεις "έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης" (τίτλος VII του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού) έχει απλουστευθεί σε μεγάλο βαθμό λόγω της γενικευμένης παρουσίασης του προϋπολογισμού ανά δραστηριότητες. Η ευελιξία του 15%, που αναγνωρίζεται από τον ισχύοντα δημοσιονομικό κανονισμό για τις μεταφορές επιχειρησιακών πιστώσεων του ΚΚΕρ (άρθρο 95 ΔΚ), διατηρείται.

Οι κανόνες σύναψης των συμβάσεων που προβλέπονται στον τίτλο ΙV του πρώτου μέρους δεν εφαρμόζονται στο ΚΚΕρ ως προς τις δραστηριότητές του για λογαριασμό τρίτων. Η απόφαση του Συμβουλίου με την οποία θεσπίζεται το ερευνητικό πρόγραμμα-πλαίσιο διέπει εξάλλου τους εφαρμοζόμενους κανόνες στις διαδικασίες πρόσληψης εμπειρογνωμόνων αμειβόμενων από ερευνητικές πιστώσεις.

Οι διατάξεις του σημερινού άρθρου 92 παράγραφος 4 που εξομοιώνουν ορισμένες πιστώσεις του ΚΚΕρ προς τα έσοδα που προέρχονται από παροχή υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτων - και επομένως σε έσοδα για ειδικό προορισμό - δεν διατηρούνται στην πρόταση. Αυτή όμως δεν θα αρχίσει να ισχύει πριν την εκπνοή του πέμπτου προγράμματος-πλαισίου που θα μπορέσει επομένως να εκτελεστεί βάσει του σημερινού δημοσιονομικού κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του προαναφερόμενου άρθρου 92.

ΣΤ.5. OLAF (δεύτερο μέρος, τίτλος VΙ )

Η δημιουργία της Υπηρεσίας για την Καταπολέμηση της Απάτης (OLAF), με την απόφαση της Επιτροπής [13] της 28ης Απριλίου 1999 και τον κανονισμό του Συμβουλίου [14] της 25ης Μαΐου 1999, και τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1073/99 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [15] και Ευρατόμ αριθ. 1074/99 του Συμβουλίου [16], εισάγει ιδιαιτερότητες στην κατάρτιση του προϋπολογισμού: οι πιστώσεις της OLAF εντοπίζονται σε παράρτημα στο τμήμα του προϋπολογισμού της Επιτροπής - καθώς και στην εκτέλεση των πιστώσεων που τίθενται στη διάθεση της Υπηρεσίας για την εξασφάλιση της αυτονομίας της. Οι ιδιαιτερότητες αυτές πρέπει να αντικατοπτρίζονται και στο δημοσιονομικό κανονισμό.

[13] Απόφαση της Επιτροπής 352/1999 της 28ης Απριλίου 1999 (ΕΕ L136, 31.5.1999, σ. 20).

[14] Κανονισμός του Συμβουλίου 1074/1999 της 25ης Μαΐου 1999 (ΕΕ L136, 31.5.1999, σ. 8).

[15] ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 1.

[16] ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 8.

Για το σκοπό αυτό προτείνεται να εισαχθεί νέος τίτλος που προβλέπει τη δομή υποδοχής στον προϋπολογισμό των πιστώσεων της OLAF (λεπτομερής γραμμή του προϋπολογισμού σε παράρτημα, πίνακας προσωπικού), τις ιδιαιτερότητες που αφορούν την εκτέλεση του προϋπολογισμού (μεταβίβαση αρμοδιοτήτων εκτέλεσης στο διευθυντή της Υπηρεσίας, καθεστώς μεταφοράς πιστώσεων) και την απόδοση των λογαριασμών της OLAF.

ΣΤ.6. Διοικητικές πιστώσεις (δεύτερο μέρος, τίτλος VΙΙ )

Η πρόταση περιλαμβάνει ένα νέο τίτλο που επαναλαμβάνει τις ειδικές διατάξεις τις εφαρμοζόμενες στις διοικητικές πιστώσεις : τις αναλήψεις υποχρεώσεων που πραγματοποιούνται για τις δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης (σημερινό άρθρο 8 παράγραφος 2) και τις εκ των προτέρων πληρωμές για τις δαπάνες οι οποίες, όπως τα μισθώματα, θα πρέπει να προκαταβάλλονται (σημερινό άρθρο 8 παράγραφος 3), την ισότητα μεταξύ πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων και πιστώσεων πληρωμών, καθώς και τον καταλογισμό, στον προϋπολογισμό του τρέχοντος οικονομικού έτους, των δαπανών λειτουργίας που αναλαμβάνονται για περίοδο υπερβαίνουσα τη διάρκεια του οικονομικού έτους (σημερινό άρθρο 1 παράγραφος 3).

ΣΤ.7. Καταργούμενοι τίτλοι

Ο τίτλος IXα του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού, σχετικά με τις εφαρμοζόμενες διατάξεις στις κυρώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη με υπερβολικό έλλειμμα, καταργείται, διότι οι κυρώσεις αυτές αναφέρονται ήδη στο άρθρο 17 του δημοσιονομικού κανονισμού μεταξύ των εσόδων για ειδικό προορισμό.

Ο τίτλος X του ισχύοντος δημοσιονομικού κανονισμού που αφορά τις "ειδικές διατάξεις για τη διαχείριση των πιστώσεων που αφορούν το προσωπικό των γραφείων και παραρτημάτων εντός της Κοινότητας και των αντιπροσωπειών εκτός Κοινότητας" περιλαμβάνει μόνο μία απλή παραπομπή στους κανόνες εφαρμογής για τη σύναψη των συμβάσεων, την τήρηση βιβλίων απογραφών, τη λογιστική και τις πάγιες προκαταβολές. Η παραπομπή αυτή είναι περιττή εφόσον οι διατάξεις που χειρίζονται τα διάφορα αυτά θέματα στο δημοσιονομικό κανονισμό χρειάζονται ήδη κανόνες εφαρμογής. Κατά συνέπεια ο τίτλος αυτός καταργείται.

Το σημερινό μέρος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού "Διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των δανειοληπτικών και δανειοδοτικών πράξεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων" καταργείται επίσης. Τα άρθρα 134 και 135 εντάσσονται στον τίτλο V " Λογιστική" του πρώτου μέρους, το δε άρθρο 137 προστίθεται στον τίτλο VIII "Εξωτερικός έλεγχος και απαλλαγή" του ίδιου μέρους, στις διατάξεις που αφορούν τις αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το άρθρο 136, σχετικά με τον εσωτερικό έλεγχο που ασκεί ο δημοσιονομικός ελεγκτής στις πράξεις αυτές, καταργείται στο πλαίσιο των νέων διατάξεων περί εσωτερικού ελέγχου.

ΣΤ.8. Τρίτο Μέρος

Το τρίτο μέρος ("Μεταβατικές και τελικές διατάξεις") αποτελείται πρώτα από δύο μεταβατικές διατάξεις. Η πρώτη μεταβατική διάταξη αφορά το νομισματικό αποθεματικό, η κατάργηση του οποίου αναγγέλλεται στην πρόταση κανονισμού για τη δημοσιονομική πειθαρχία που βρίσκεται στο στάδιο της θέσπισης. Η δεύτερη μεταβατική διάταξη εντάσσει τις πιστώσεις για την ανάπτυξη της υπαίθρου στον ειδικό τίτλο του ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων, όπως πράττουν και οι ισχύουσες δημοσιονομικές προοπτικές (2000-2006) χωρίς όμως να προδικάζουν το καθεστώς που θα εφαρμόζεται στις πιστώσεις αυτές μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

Οι τελικές διατάξεις επαναλαμβάνουν τα σημερινά άρθρα 138 έως 143 με δύο προσαρμογές. Η πρώτη προσαρμογή αιτιολογείται από την πρόταση ανασύνταξης που συνεπάγεται την κατάργηση του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977. Η δεύτερη προσαρμογή αναπτύσσει την αναφορά στη διαδικασία συνεννοήσεων στην οποία προβαίνει το σημερινό άρθρο 140. Οι διατάξεις της κοινής δήλωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την καθιέρωση διαδικασίας διαβουλεύσεων, της 4ης Μαρτίου 1975, επαναλαμβάνονται στο άρθρο 174. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ως προς το θέμα αυτό ότι στη γνωμοδότησή της προς τη Διακυβερνητική Διάσκεψη, πρότεινε από εδώ και στο εξής ο δημοσιονομικός κανονισμός να εγκρίνεται με τη διαδικασία συναπόφασης.

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ/ΕΚΑΧ/Ευρατόμ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 279,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και ιδίως το άρθρο 78η,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και ιδίως το άρθρο 183,

την πρόταση της Επιτροπής [17],

[17] ΕΕ C

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [18],

[18] ΕΕ C

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου [19],

[19] ΕΕ C

Εκτιμώντας τα εξής :

(1) Οι συνθήκες υπό τις οποίες είχε εκδοθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 εφαρμοζόμενος επί του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [20] μετεβλήθησαν σημαντικά ιδίως με τις διαδοχικές διευρύνσεις, τις δημοσιονομικές προοπτικές και τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις και κατά συνέπεια ο εν λόγω δημοσιονομικός κανονισμός υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις. Επ´ευκαιρία νέων τροποποιήσεων που υπαγορεύονται από τις ανάγκες νομοθετικής και διοικητικής απλούστευσης, καθώς και μεγαλύτερης πειθαρχίας στη κοινοτική δημοσιονομική διαχείριση, είναι σκόπιμο, για λόγους σαφήνειας, να αναδιατυπωθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977.

[20] ΕΕ L 356, 31.12.1977, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ,ΕΚΑΧ,Ευρατόμ) αριθ. 2673/1999 (ΕΕ L 326, 18.12.1999, σ. 1).

(2) Ο παρών κανονισμός πρέπει να περιορίζεται στην εξαγγελία των κύριων αρχών και των βασικών κανόνων που διέπουν το σύνολο των θεμάτων του προϋπολογισμού, τα οποία αναφέρονται στη συνθήκη, ενώ οι λεπτομερείς διατάξεις πρέπει να περιλαμβάνονται στον κανονισμό για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του παρόντος κανονισμού (εφεξής: "κανόνες εφαρμογής"), κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η καλύτερη ιεράρχηση των κανόνων και να βελτιώνεται το ευανάγνωστο του δημοσιονομικού κανονισμού.

(3) Όσον αφορά τις αρχές του προϋπολογισμού η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού πρέπει να τηρούν τις τέσσερις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του προϋπολογισμού (ενότητα, καθολικότητα, ειδικότητα, ετήσια διάρκεια), καθώς και τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, της ισοσκέλισης της λογιστικής μονάδας και της διαφάνειας.

(4) Ο παρών κανονισμός πρέπει να επαναβεβαιώνει τις αρχές αυτές και να περιορίζει τις εξαιρέσεις σε αυτές που είναι απολύτως αναγκαίες, καθώς και να προβλέπει αυστηρή πλαισίωση των εξαιρέσεων.

(5) Όσον αφορά την αρχή της ενότητας, ο παρών κανονισμός πρέπει να αναφέρει ότι η αρχή αυτή εφαρμόζεται και στις δαπάνες που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και τη συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, όταν οι δαπάνες αυτές επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό. Ο πίνακας προσωπικού των κοινοτικών οργανισμών πρέπει να αποφασίζεται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού, ενόψει του αντίκτυπού του, πραγματικού ή υποθετικού, στο συνολικό προσωπικό της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης και στο γενικό προϋπολογισμό μέσω της επιδότησης, που καταβάλλεται ή προβλέπεται για τους οργανισμούς αυτούς, ή ακόμη των συντάξεων που θα καταβληθούν στο προσωπικό τους.

(6) Όσον αφορά την αρχή της καθολικότητας, θα πρέπει να καταργηθούν οι δυνατότητες της επιστροφής των προκαταβολών και της επαναχρησιμοποίησης, που θα αντικατασταθούν εν μέρει από τα έσοδα για ειδικό προορισμό. οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στα διαρθρωτικά ταμεία δεν πρέπει να επηρεάζονται από τις τροποποιήσεις αυτές.

(7) Όσον αφορά την αρχή της ειδικότητας, για την Επιτροπή είναι απαραίτητη ορισμένη ευελιξία διαχείρισης για τις μεταφορές πιστώσεων προσωπικού και λειτουργίας μεταξύ τίτλων αφιερωμένων σε διαφορετικούς πολιτικούς τομείς, καθώς και μεταξύ κεφαλαίων επιχειρησιακών δαπανών. Πράγματι ο παρών κανονισμός πρέπει να επιτρέπει την ολοκληρωμένη παρουσίαση της διάθεσης των δημοσιονομικών και διοικητικών πόρων ανά προορισμό. Επιπλέον, πρέπει να εναρμονισθούν οι διαδικασίες μεταφορών διοικητικών πιστώσεων μεταξύ όλων των λοιπών οργάνων κατά τρόπο ώστε να προβλέπεται ότι οι μεταφορές μεταξύ τίτλων υπάγονται στην αρμοδιότητα της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής και, εντός του τίτλου, στην αρμοδιότητα κάθε οργάνου. Η σύσταση των αποθεματικών από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πρέπει να περιορίζεται εξάλλου σε δύο περιπτώσεις: την απουσία νομικής βάσης και την αβεβαιότητα ως προς την επάρκεια και την αναγκαιότητα των πιστώσεων.

(8) Όσον αφορά την αρχή της ετήσιας διάρκειας, πρέπει να γενικευθούν οι διαχωριζόμενες πιστώσεις, διατηρώντας παράλληλα το τεχνικό καθεστώς που ισχύει σήμερα για τις πιστώσεις του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ). Οι μεταφορές, μεταξύ ετών, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών θα αποφασίζονται από το όργανο, λόγω της απλούστευσης που επέρχεται με την κατάργηση των μη διαχωριζόμενων πιστώσεων. Οι συμπληρωματικές περίοδοι πρέπει να περιορίζονται μόνο στις απόλυτα αναγκαίες περιπτώσεις, δηλαδή στις πληρωμές του ΕΓΤΠΕ.

(9) Όσον αφορά τη διαφάνεια, σκοπός είναι να εξασφαλιστεί καλύτερη πληροφόρηση σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού και τη λογιστική. Επίσης πρέπει να καθοριστεί επιτακτική προθεσμία για τη δημοσίευση του προϋπολογισμού. Επιπλέον, οι αρνητικές δαπάνες και τα αρνητικά έσοδα θα πρέπει να καταργηθούν, οι δε πρώτες θεωρούνται στο εξής ως έσοδα για ειδικό προορισμό.

(10) Τέλος, όσον αφορά την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, πρέπει να ορισθεί η αρχή αυτή με αναφορά στις αρχές της οικονομίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας και να εξασφαλισθεί η τήρησή της μέσω της παρακολούθησης αριθμοδεικτών ώστε να εκτιμώνται τα επιτευχθέντα αποτελέσματα. Η αξιολόγηση πρέπει να προβλέπεται καθόλη τη διάρκεια του κύκλου ενός προγράμματος.

(11) Όσον αφορά την κατάρτιση και την παρουσίαση του προϋπολογισμού θα πρέπει να εναρμονισθούν και να απλουστευθούν οι διαδικασίες του προϋπολογισμού καταργώντας τη διάκριση, χωρίς πρακτικές συνέπειες, μεταξύ συμπληρωματικών και διορθωτικών προϋπολογισμών.

(12) Το τμήμα του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή πρέπει να επιτρέπει την ανά προορισμό παρουσίαση ("activity-based budgeting") των πιστώσεων και πόρων, προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια της διαχείρισης του προϋπολογισμού σε συνάρτηση με τους στόχους της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ιδίως της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας.

(13) Η Επιτροπή πρέπει να διαθέτει ορισμένη ευελιξία στη διαχείριση του προσωπικού σε σχέση με τις εγκρίσεις στον προϋπολογισμό, ιδίως στο πλαίσιο του νέου προσανατολισμού για μία διαχείριση με βάση τα αποτελέσματα και όχι τα μέσα. Ωστόσο η ελευθερία αυτή θα παραμείνει περιορισμένη από το διπλό όριο το οποίο αποτελούν οι πιστώσεις του προϋπολογισμού και ο συνολικός αριθμός των διατιθέμενων θέσεων. οι βαθμοί Α1 και Α2 θα αποκλείονται από το όριο αυτό.

(14) Όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού θα πρέπει να διευκρινιστούν οι διάφοροι δυνατοί τρόποι εκτέλεσης του προϋπολογισμού, είτε κεντρικά από την Επιτροπή, είτε σε επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη βάση με τα κράτη μέλη ή τις τρίτες χώρες δικαιούχους εξωτερικών ενισχύσεων. Η κεντρική διαχείριση θα πρέπει να μπορεί να ασκείται είτε απευθείας από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, είτε να ανατίθεται σε εθνικούς, διεθνείς ή κοινοτικούς οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ειδικότερα στους εκτελεστικούς οργανισμούς που ιδρύθηκαν από τις Κοινότητες. Στους τελευταίους θα πρέπει να μπορούν να εκτελούν ολόκληρο ή μέρος ενός προγράμματος υπό την ευθύνη και τον έλεγχο της Επιτροπής.

(15) Η ευθύνη της Επιτροπής όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της απαγορεύει την περαιτέρω ανάθεση δημόσιας εξουσίας που συνεπάγονται διακριτική εξουσία εκτίμησης. Ο παρών κανονισμός πρέπει να υπενθυμίζει την αρχή αυτή και να διευκρινίζει το πεδίο των μεταβιβάσιμων καθηκόντων. Επιπλέον πρέπει να διευκρινίζεται ότι οι οργανισμοί ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση αυτούς στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση των κρατών μελών, δεν μπορούν να διενεργούν καμία πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού. μπορούν να παρέχουν μόνο υπηρεσίες τεχνικής ή διοικητικής πραγματογνωμοσύνης ή να ασκούν προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα.

(16) Η τήρηση των αρχών της διαφάνειας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης συνεπάγεται ότι οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι επιφορτισμένοι με δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση του κράτους στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα εκτέλεσης για λογαριασμό της Επιτροπής πρέπει να διαθέτουν διαφανείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, αποτελεσματικούς εσωτερικούς ελέγχους, σύστημα απόδοσης των λογαριασμών χωριστό από τις υπόλοιπες δραστηριότητές τους και σύστημα εξωτερικού ελέγχου.

(17) Όσον αφορά το ρόλο των διαφόρων παραγόντων, η ανάθεση ευθύνης στους διατάκτες πρέπει να ενισχυθεί με την κατάργηση των κεντρικών εκ των προτέρων ελέγχων και, ειδικότερα, της προηγούμενης θεώρησης του δημοσιονομικού ελεγκτή για τις πράξεις εσόδων και δαπανών και της επαλήθευσης της εξοφλητικής ισχύος των πληρωμών από τον υπόλογο. Σε αντιστάθμισμα, θα αναπτυχθεί το έργο του εσωτερικού ελέγχου (audit) των συστημάτων διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου, τα οποία δημιουργούνται από τους διατάκτες. Ο εσωτερικός ελεγκτής θα πρέπει να είναι ο δημοσιονομικός ελεγκτής κατά την έννοια των συνθηκών.

(18) Η ευθύνη των διατακτών, των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών δεν είναι διαφορετικής φύσης από εκείνη των άλλων υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού και θα πρέπει να ρυθμίζεται στο πλαίσιο του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εφεξής: "κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης") με τα ήδη ισχύοντα πειθαρχικά και χρηματικά μέτρα. Αντίθετα, ορισμένες ειδικές διατάξεις που ορίζουν τις ιδιαίτερες περιπτώσεις παραπτώματος των υπολόγων και υπολόγων παγίων προκαταβολών, λόγω της φύσης των αποστολών τους, διατηρούνται. αυτοί οι υπάλληλοι δεν θα διαθέτουν πλέον ούτε αποζημίωση ούτε ιδιαίτερη ασφάλιση. Επιπλέον, θα πρέπει στον παρόντα κανονισμό να γίνει παραπομπή στις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της καταπολέμησης της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.

(19) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ορίζει τις έννοιες της δημοσιονομικής δέσμευσης και της νομικής δέσμευσης της δαπάνης και τους όρους εφαρμογής τους. Προκειμένου να περιορίζεται χρονικά ο πιθανός δημοσιονομικός αντίκτυπος των αποφάσεων της Επιτροπής και να μειώνεται ο όγκος των αδρανών αναλήψεων υποχρεώσεων, πρέπει να περιοριστεί η διάρκεια κατά την οποία μπορούν να αναλαμβάνονται ατομικές νομικές δεσμεύσεις βάσει των συνολικών δημοσιονομικών δεσμεύσεων.

(20) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει την τυπολογία των πληρωμών που επιχειρούνται από τους διατάκτες.

(21) Ο παρών κανονισμός πρέπει να διευκρινίζει ότι οι πράξεις εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής πρέπει να εκτελούνται εντός προθεσμίας, η οποία θα καθοριστεί στους κανόνες εφαρμογής και η υπέρβαση της οποίας παρέχει στους πιστωτές το δικαίωμα τόκων υπερημερίας εις βάρος του προϋπολογισμού.

(22) Όσον αφορά τις συμβάσεις οι οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτονται από τα όργανα για ίδιο λογαριασμό. επιπλέον, οι αρχές τους θα πρέπει να διέπουν τους κανόνες που εφαρμόζονται σε όλες τις συμβάσεις που συνάπτονται για λογαριασμό τρίτου.

(23) Για την πρόληψη των παρατυπιών και την καταπολέμηση της απάτης και της δωροδοκίας και για την προώθηση της υγιούς και αποτελεσματικής διαχείρισης, θα πρέπει να θεσπισθούν ειδικοί κανόνες προκειμένου να αποκλείεται η ανάθεση των συμβάσεων σε υποψηφίους ή προσφέροντες, οι οποίοι είναι υπαίτιοι τέτοιων πράξεων ή βρίσκονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων.

(24) Εξάλλου θα πρέπει να προβλεφθεί, με στόχο τη διαφάνεια, η κατάλληλη ενημέρωση των υποψηφίων και προσφερόντων όσον αφορά την ανάθεση των συμβάσεων.

(25) Τέλος, στο πλαίσιο της ανάθεσης αυξημένων ευθυνών στους διατάκτες, προβλέπεται να καταργηθεί η Συμβουλευτική Επιτροπή Αγορών και Συμβάσεων.

(26) Όσον αφορά τις επιδοτήσεις θα πρέπει να πλαισιωθεί η χορήγηση και η παρακολούθηση των κοινοτικών επιδοτήσεων από ειδικές διατάξεις που υλοποιούν τις αρχές της νομικής βάσης, της διαφάνειας, του προγραμματισμού, της συγχρηματοδότησης, της συλλογικής εκτίμησης και του ελέγχου.

(27) Για να αποφευχθεί σώρευση επιδοτήσεων, αυτές δεν μπορούν να χορηγούνται για τη διπλή χρηματοδότηση της ίδιας ενέργειας ούτε για τη χρηματοδότηση ενεργειών που έχουν ήδη υλοποιηθεί πριν από την υποβολή της αίτησης επιδότησης.

(28) Θα πρέπει να διατυπωθούν κανόνες αποκλεισμού από τη χορήγηση των επιδοτήσεων, κατά τρόπο παρόμοιο με τους επιλεγέντες κανόνες για τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων, ώστε να δοθούν τα μέσα καταπολέμησης της απάτης και της δωροδοκίας.

(29) Προκειμένου να διευκρινίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του οργάνου και του δικαιούχου επιδότησης, η χορήγησή της πρέπει να αποτελεί αντικείμενο έγγραφης σύμβασης.

(30) Όταν χορηγείται επιδότηση, ο διατάκτης υποχρεούται να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της χρήσης της και να προβαίνει, ανά πρόγραμμα, σε συνολική αξιολόγηση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων.

(31) Όσον αφορά τη λογιστική και την απόδοση των λογαριασμών θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η λογιστική αποτελείται από τη γενική λογιστική και τη λογιστική του προϋπολογισμού και να υπογραμμισθεί ότι η γενική λογιστική είναι λογιστική σε περιουσιακή βάση, ενώ η λογιστική του προϋπολογισμού προορίζεται για την κατάρτιση του λογαριασμού διαχείρισης και των εκθέσεων για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

(32) Θα πρέπει να ορισθούν, με αναφορά στις διεθνώς παραδεκτές λογιστικές αρχές και στις οδηγίες του Συμβουλίου που αφορούν τους ετήσιους λογαριασμούς ορισμένων μορφών εταιρειών, στο μέτρο που αυτές είναι πρόσφορες στο πλαίσιο της δημόσιας υπηρεσίας, οι αρχές βάσει των οποίων θεμελιώνεται η γενική λογιστική και παρουσιάζονται οι δημοσιονομικές καταστάσεις.

(33) Είναι αναγκαίο να προσαρμοστούν οι διατάξεις για την παροχή πληροφοριών σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, κατά τρόπο ώστε να συμπεριλαμβάνουν οι πληροφορίες αυτές τη χρησιμοποίηση των πιστώσεων που αποτελούν αντικείμενο μεταφοράς μεταξύ ετών, ανασύστασης και επαναχρησιμοποίησης και να διοργανώνεται καλύτερα η παροχή των μηνιαίων στοιχείων και της έκθεσης για την εκτέλεση η οποία θα συντάσσεται τρεις φορές ετησίως προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(34) Θα πρέπει να εναρμονισθούν οι λογιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούν τα όργανα και να αναγνωρισθεί, στον τομέα αυτό, δικαίωμα πρωτοβουλίας στον υπόλογο της Επιτροπής.

(35) Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η χρησιμοποίηση των συστημάτων πληροφορικής για τη δημοσιονομική διαχείριση δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να θίγονται τα δικαιώματα πρόσβασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα δικαιολογητικά έγγραφα.

(36) Οι έννοιες της προπληρωμής και της προκαταβολής, οι οποίες δεν είναι αρκετά σαφείς, καταργούνται. οι πληρωμές πραγματοποιούνται με τη μορφή προχρηματοδοτήσεων, ενδιάμεσων πληρωμών και πληρωμών του τελικού υπολοίπου, οσάκις το σύνολο του οφειλόμενου ποσού δεν καταβάλλεται εφάπαξ, και πρέπει να προβλεφθεί ότι οι παραγόμενοι από τις προχρηματοδοτήσεις τόκοι αποτελούν έσοδα του προϋπολογισμού.

(37) Όσον αφορά τον εξωτερικό έλεγχο και την απαλλαγή, μολονότι η Επιτροπή έχει την πλήρη ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η σπουδαιότητα της επιμερισμένης διαχείρισης με τα κράτη μέλη ή της αποκεντρωμένης διαχείρισης με τις τρίτες χώρες επιβάλλει να προβλεφθεί η πλήρης συνεργασία τους καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και, στη συνέχεια, κατά τη διαδικασία απαλλαγής από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(38) Προκειμένου να βελτιωθεί η διοργανική λειτουργία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από αίτημά του, κάθε αναγκαία πληροφορία - που αφορά το εν λόγω οικονομικό έτος - για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής, με παράλληλη τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου, της προστασίας του απόρρητου των υποθέσεων, των διατάξεων που διέπουν τις δικαστικές και πειθαρχικές διαδικασίες και των συμφερόντων της Ένωσης.

(39) Ορισμένες κοινοτικές πολιτικές πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικών διατάξεων ώστε να εξασφαλίζεται η συνοχή του δημοσιονομικού κανονισμού με τις τομεακές κανονιστικές ρυθμίσεις.

(40) Όσον αφορά το ΕΓΤΠΕ οι ιδιαιτερότητες διαχείρισης, που αφορούν ειδικότερα την ισότητα μεταξύ πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων και πιστώσεων πληρωμών και το καθεστώς των μεταφορών πιστώσεων μεταξύ ετών, διατηρούνται, με εξαίρεση των πιστώσεων που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου από την 1η Ιανουαρίου 2007.

(41) Προκειμένου να εξασφαλισθεί η συνολική διατήρηση των διαθέσιμων πιστώσεων, τα έσοδα για ειδικό προορισμό, τα προερχόμενα από το τμήμα "Εγγυήσεων" του ΕΓΤΠΕ θα καταλογίζονται σε αυτό συνολικά.

(42) Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα προκαταβολικών αναλήψεων υποχρεώσεων από τις 15 Νοεμβρίου που προηγείται του σχετικού οικονομικού έτους.

(43) Όσον αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία, πρέπει να διατηρηθεί η επιστροφή των προκαταβολών και η ανασύσταση των πιστώσεων, υπό τους όρους που προβλέπονται στη δήλωση της Επιτροπής που επισυνάπτεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία.

(44) Όσον αφορά την έρευνα, πρέπει να εναρμονισθεί η παρουσίαση του προϋπολογισμού με τις διατάξεις που αφορούν τον προϋπολογισμό βάσει δραστηριοτήτων.

(45) Όσον αφορά τις εξωτερικές ενέργειες θα πρέπει να επιτρέπεται η αποκέντρωση της διαχείρισης των εξωτερικών ενισχύσεων, υπό τον όρο ότι η Επιτροπή διαθέτει εγγυήσεις χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ότι το δικαιούχο κράτος αναλαμβάνει έναντι της Επιτροπής την ευθύνη των καταβαλλόμενων ποσών.

(46) Οι συμφωνίες χρηματοδότησης ή οι συμβάσεις που υπογράφονται με το κράτος δικαιούχο, ή με εθνικό, κοινοτικό ή διεθνή οργανισμό δημοσίου δικαίου, ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, θα πρέπει να τηρούν τις γενικές αρχές σύναψης συμβάσεων που περιλαμβάνονται στον τίτλο IV του μέρους Ι και στον τίτλο IV του μέρους ΙΙ του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις εξωτερικές ενέργειες.

(47) Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Δίωξης της Απάτης (OLAF), θα πρέπει να συγκεντρωθούν σε ένα ιδιαίτερο τίτλο οι ειδικές διατάξεις διαχείρισης που την αφορούν, ειδικότερα όσον αφορά τις πληροφορίες που εμφαίνονται σε παράρτημα του προϋπολογισμού και τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων που μεταβιβάζονται στον διευθυντή της Υπηρεσίας.

(48) Όσον αφορά τις διοικητικές πιστώσεις, πρέπει επίσης να συγκεντρωθούν σε ένα ιδιαίτερο τίτλο οι ειδικές διατάξεις που τις αφορούν.

(49) Θα πρέπει τέλος να προβλεφθεί μεταβατικά η διατήρηση του ειδικού νομισματικού αποθεματικού του ΕΓΤΠΕ μέχρι την έναρξη ισχύος του κανονισμού για τη δημοσιονομική πειθαρχία και θα πρέπει να προβλεφθεί, όσον αφορά την εξέλιξη των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου και των συνοδευτικών μέτρων, ότι οι ιδιαίτερες διατάξεις του ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων που αφορούν το καθεστώς των πιστώσεων θα εφαρμόζονται μόνο μέχρι το τέλος του τρέχοντος προγραμματισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΜΕΡΟΣ Ι - ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1.

Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο εξής «ο προϋπολογισμός», και την εκτέλεσή του ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες. Ακόμη, περιλαμβάνει και τους κανόνες που διέπουν την τήρηση της λογιστικής, τη σύναψη των συμβάσεων και τη χορήγηση των επιδοτήσεων από τις Κοινότητες. Προσδιορίζει τους κανόνες και οργανώνει τον έλεγχο της ευθύνης των διατακτών, των υπολόγων και των εσωτερικών ελεγκτών. Καθορίζει τις λεπτομέρειες της διεξαγωγής του εξωτερικού ελέγχου και της διαδικασίας απαλλαγής.

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή των Περιφερειών και ο Διαμεσολαβητής εξομοιώνονται.

Άρθρο 2.

Υπό τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού τηρούν τις αρχές της ενότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας νομισματικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της διαφάνειας.

Κεφάλαιο 1 Η αρχή της ενότητας

Άρθρο 3.

1. Ο προϋπολογισμός είναι η πράξη που προβλέπει και εγκρίνει, σε ετήσια βάση, τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων :

2. Οι δαπάνες και τα έσοδα των Κοινοτήτων περιλαμβάνουν:

α) τα έσοδα και τις δαπάνες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, συμπεριλαμβανόμενων των διοικητικών δαπανών της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, καθώς και της συνεργασίας στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων. ακόμη, τις αντίστοιχες επιχειρησιακές δαπάνες, εφόσον αυτές επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό.

β) τις διοικητικές δαπάνες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και τα αντίστοιχα έσοδα.

γ) τις δαπάνες και τα έσοδα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

3. Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει και την εγγραφή των εγγυήσεων των δανειοδοτικών και των δανειοληπτικών πράξεων των Κοινοτήτων, καθώς και την εγγραφή των ποσών που καταβάλλονται στο Ταμείο Εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις, του οποίου οι πράξεις αποτελούν το αντικείμενο πληροφόρησης στον λογαριασμό διαχείρισης και στον ισολογισμό της Επιτροπής.

Άρθρο 4.

1. Κανένα έσοδο και καμία δαπάνη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μέσω καταλογισμού σε γραμμή του προϋπολογισμού, και με τη επιφύλαξη του άρθρου 69.

2. Καμία δαπάνη δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο ούτε ανάληψης ούτε εντολής πέραν των εγκεκριμένων πιστώσεων.

Κεφάλαιο 2 Η αρχή της ετήσιας διάρκειας

Άρθρο 5.

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους.

Άρθρο 6.

1. Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει διαχωριζόμενες πιστώσεις, οι οποίες οδηγούν σε πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και σε πιστώσεις πληρωμών.

Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων καλύπτουν το συνολικό κόστος των νομικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους.

Οι πιστώσεις πληρωμών καλύπτουν τις πληρωμές που απορρέουν από την εκπλήρωση των νομικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους και /ή των προγενέστερων οικονομικών ετών.

2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει τις ιδιαίτερες διατάξεις των τίτλων I και VII του μέρους ΙΙ. Δεν εμποδίζει τη δυνατότητα συνολικής δέσμευσης των πιστώσεων ή τη δυνατότητα δημοσιονομικής δέσμευσης ανά ετήσιες δόσεις.

3. Οι πιστώσεις εμφαίνονται στον προϋπολογισμό κατά τους ακόλουθους τρόπους:

α) οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που εγκρίνονται για ένα οικονομικό έτος και οι πιστώσεις πληρωμών για το ίδιο οικονομικό έτος εγγράφονται στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού.

β) τα ετήσια ποσά που προβλέπονται για τις πιστώσεις πληρωμών που είναι αναγκαίες για τα μεταγενέστερα οικονομικά έτη σε συσχετισμό με τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων εμφαίνονται ενδεικτικά σε χρονοδιάγραμμα εντασσόμενο στις παρατηρήσεις του προϋπολογισμού.

Άρθρο 7.

1. Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου.

2. Τα έσοδα καταλογίζονται σε ένα οικονομικό έτος βάσει των ποσών που εισπράττονται κατά τη διάρκειά του. Ωστόσο, οι ίδιοι πόροι του Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους μπορούν να καταβάλλονται εκ των προτέρων, δυνάμει του κανονισμού του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

3. Οι εγγραφές ιδίων πόρων που προέρχονται από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), από τον συμπληρωματικό πόρο που βασίζεται στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από τις χρηματοδοτικές συνεισφορές μπορούν να αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τον κανονισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4. Οι πιστώσεις που κατανέμονται σε ένα οικονομικό έτος δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται παρά για την κάλυψη των δαπανών που αναλαμβάνονται και πληρώνονται κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον τίτλο Ι του μέρους ΙΙ, καθώς και για την κάλυψη των ποσών που οφείλονται από αναλήψεις υποχρεώσεων προγενέστερων οικονομικών ετών.

5. Οι δεσμεύσεις πιστώσεων καταλογίζονται βάσει των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου.

6. Οι πληρωμές καταλογίζονται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους βάσει των πληρωμών που πραγματοποιούνται από τον υπόλογο το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου αυτού του οικονομικού έτους.

7. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 5 και 6, οι δαπάνες του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), Τμήμα Εγγυήσεων, καταλογίζονται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον τίτλο Ι του μέρους ΙΙ.

Άρθρο 8.

1. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και οι πιστώσεις πληρωμών που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν εγγραφεί ακυρώνονται.

Ωστόσο, μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο απόφασης μεταφοράς, και τούτο μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος, την οποία εκδίδει το οικείο όργανο το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου και σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

2. Για τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, η μεταφορά μπορεί να αφορά :

α) είτε τα ποσά που αντιστοιχούν στις υποχρεώσεις των οποίων η ανάληψη έχει στην ουσία ολοκληρωθεί στις 31 Δεκεμβρίου.

β) είτε τα ποσά που αποδεικνύονται αναγκαία αφότου η νομοθετική αρχή εξέδωσε τη βασική πράξη κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου του οικονομικού έτους, χωρίς ωστόσο η Επιτροπή να μπορέσει να δεσμεύσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου τις πιστώσεις που προβλέπονται προς τούτο στον προϋπολογισμό.

Τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πρέπει να δεσμευθούν πριν από την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους.

3. Για τις πιστώσεις πληρωμών, η μεταφορά μπορεί να αφορά τα ποσά που είναι αναγκαία για την κάλυψη προγενεστέρων υποχρεώσεων ή που συνδέονται με μεταφερθείσες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, εφόσον οι πιστώσεις που προβλέπονται στις αντίστοιχες γραμμές του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους δεν επιτρέπουν την κάλυψη των αναγκών. Το οικείο όργανο χρησιμοποιεί κατά προτεραιότητα τις πιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το τρέχον οικονομικό έτος, στις δε μεταφερθείσες πιστώσεις καταφεύγει μόνο εφόσον εξαντληθούν οι πρώτες.

4. Το αργότερο την 15η Μαρτίου, το όργανο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (στο εξής: «Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή») για την εκδοθείσα απόφαση μεταφοράς, διευκρινίζοντας, κατά θέση του προϋπολογισμού, τον τρόπο εφαρμογής, σε κάθε μεταφορά, των κριτηρίων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3.

5. Οι πιστώσεις που εγγράφονται σε αποθεματικό και οι πιστώσεις που αφορούν δαπάνες προσωπικού δεν μπορούν να μεταφερθούν.

Άρθρο 9.

Τα μη χρησιμοποιηθέντα έσοδα και οι πιστώσεις που είναι διαθέσιμες την 31η Δεκεμβρίου στο πλαίσιο των εσόδων για ειδικό προορισμό τα οποία αναφέρει το άρθρο 17 αποτελούν το αντικείμενο αυτόματης μεταφοράς. Τα έσοδα για ειδικό προορισμό πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά προτεραιότητα.

Άρθρο 10.

Οι αποδεσμεύσεις πιστώσεων, μετά την ολική ή μερική μη εκτέλεση των ενεργειών για τις οποίες είχαν διατεθεί οι πιστώσεις, οι οποίες πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων οικονομικών ετών σε σχέση με το οικονομικό έτος για το οποίο οι πιστώσεις αυτές είχαν εγγραφεί στον προϋπολογισμό, οδηγούν σε ακύρωση των αντίστοιχων πιστώσεων.

Τα ποσά που κρίνεται ότι έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως ανακτώνται, με την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου ΙΙ του μέρους ΙΙ.

Άρθρο 11.

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό μπορούν να δεσμευθούν, με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου, αμέσως μετά την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού και με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον τίτλο Ι και στον τίτλο VII του μέρους ΙΙ.

Άρθρο 12.

1. Εάν ο προϋπολογισμός δεν έχει εγκριθεί οριστικά κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης και πληρωμής που αφορούν δαπάνες οι οποίες είχαν γίνει κατ' αρχήν αποδεκτές στον τελευταίο κανονικά εγκριθέντα προϋπολογισμό εφαρμόζεται το άρθρο 273 της Συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 78β της Συνθήκης ΕΚΑΧ και το άρθρο 178 της Συνθήκης Ευρατόμ.

Μια δαπάνη πρέπει να θεωρείται ότι έγινε κατ' αρχήν αποδεκτή στον τελευταίο κανονικά εγκριθέντα προϋπολογισμό όταν ο καταλογισμός της σε μια συγκεκριμένη γραμμή του προϋπολογισμού θα ήταν δυνατός στο πλαίσιο του οικονομικού έτους αναφοράς.

2. Οι πράξεις ανάληψης υποχρέωσης μπορούν να γίνονται κατά κεφάλαιο και εντός του ορίου του ενός τετάρτου του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για το εκάστοτε κεφάλαιο στο πλαίσιο του προηγούμενου οικονομικού έτους, με προσαύξηση κατά το ένα δωδέκατο για κάθε διαρρεύσαντα μήνα, λαμβανομένων υπόψη και των μεταφορών πιστώσεων που πραγματοποιήθηκαν.

Δεν είναι δυνατή η υπέρβαση του ορίου των πιστώσεων που προβλέπονται στο σχέδιο προϋπολογισμού ή, ελλείψει σχεδίου, στο προσχέδιο προϋπολογισμού.

Για τις ανάγκες της εφαρμογής του πρώτου εδαφίου, οι συνολικές προσωρινές αναλήψεις υποχρεώσεων του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, στις οποίες αναφέρεται ο τίτλος Ι του μέρους ΙΙ, εξομοιώνονται με τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης.

3. Οι πράξεις πληρωμής μπορούν να πραγματοποιούνται μηνιαία κατά κεφάλαιο, εντός του ορίου του ενός δωδεκάτου του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για το εκάστοτε κεφάλαιο στο πλαίσιο του προηγούμενου οικονομικού έτους, λαμβανομένων υπόψη και των μεταφορών πιστώσεων που πραγματοποιήθηκαν.

Το μέτρο που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διάθεση στην Επιτροπή, σε μηνιαία βάση, πιστώσεων ανωτέρων του ενός δωδεκάτου εκείνων που προβλέπονται στο σχέδιο προϋπολογισμού ή, ελλείψει σχεδίου, στο προσχέδιο προϋπολογισμού.

4. Εάν το απαιτεί η συνέχεια της δράσης των Κοινοτήτων και οι διαχειριστικές ανάγκες:

α) για τις δαπάνες που απορρέουν υποχρεωτικά από τις Συνθήκες ή από τις πράξεις που εκδίδονται δυνάμει των Συνθηκών, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, μετά από σχετικό αίτημα της Επιτροπής και αφού λάβει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορεί να εγκρίνει ταυτόχρονα δύο ή και περισσότερα προσωρινά δωδεκατημόρια, τόσο για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης όσο και για τις πράξεις πληρωμής, πέραν των δωδεκατημορίων που διατίθενται αυτομάτως βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2.

β) για τις δαπάνες πέραν εκείνων που απορρέουν υποχρεωτικά από τις Συνθήκες ή από τις πράξεις που εκδίδονται δυνάμει των Συνθηκών, εφαρμόζεται το άρθρο 273, τρίτο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 78β, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚΑΧ και το άρθρο 178, τρίτο εδάφιο της Συνθήκης Ευρατόμ.

Τα πρόσθετα δωδεκατημόρια εγκρίνονται στο ακέραιο.

Το ετήσιο ποσό που εγκρίνεται για κάθε κεφάλαιο βάσει των δωδεκατημορίων δεν μπορεί να υπερβαίνει ούτε το ποσό που είχε εγγραφεί για το κεφάλαιο αυτό στον προϋπολογισμό του προηγούμενου οικονομικού έτους, λαμβανομένων υπόψη των μεταφορών πιστώσεων, ούτε το ποσό που προβλέπεται για το κεφάλαιο αυτό στο σχέδιο προϋπολογισμού ή, ελλείψει σχεδίου, στο προσχέδιο προϋπολογισμού.

5. Εάν, για ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο, η έγκριση δύο ή περισσοτέρων προσωρινών δωδεκατημορίων υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 3 δεν επιτρέπει την αντιμετώπιση των δαπανών που είναι αναγκαίες για την αποφυγή διακοπής της συνέχειας της δράσης των Κοινοτήτων στον εκάστοτε τομέα, μπορεί να εγκριθεί υπέρβαση του ποσού που προβλέπεται στην παράγραφο 4 τρίτο εδάφιο, κατ'εξαίρεση και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ίδια παράγραφο, πρώτο εδάφιο. Στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να σημειωθεί υπέρβαση του συνολικού ύψους των πιστώσεων που είχαν διατεθεί στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους.

Κεφάλαιο 3 Η αρχή της ισοσκέλισης

Άρθρο 13.

1. Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις πιστώσεις πληρωμών.

2. Οι Κοινότητες δεν μπορούν να συνάπτουν δάνεια με σκοπό την κάλυψη ελλείμματος του προϋπολογισμού. Ωστόσο, είναι εξουσιοδοτημένες να συνάπτουν δάνεια με μόνο σκοπό τη χρηματοδότηση των ενσώματων ακινητοποιήσεων.

Άρθρο 14.

Το υπόλοιπο κάθε οικονομικού έτους εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου είτε στα έσοδα είτε στις πιστώσεις πληρωμών, ανάλογα με το αν πρόκειται για πλεόνασμα ή για έλλειμμα.

Οι ενδεδειγμένες εκτιμήσεις των ως άνω εσόδων και των πιστώσεων πληρωμών εγγράφονται στον προϋπολογισμό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με προσφυγή στη διαδικασία της διορθωτικής επιστολής, η οποία παρουσιάζεται σύμφωνα με το άρθρο 31. Οι εν λόγω εκτιμήσεις καταρτίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με τους ίδιους πόρους των Κοινοτήτων.

Μετά την υποβολή των λογαριασμών κάθε οικονομικού έτους, τυχόν διαφορά ως προς τις εκτιμήσεις εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους μέσω διορθωτικού προϋπολογισμού.

Κεφάλαιο 4 Η αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας

Άρθρο 15.

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σε ευρώ.

Κεφάλαιο 5 Η αρχή της καθολικότητας

Άρθρο 16.

1. Το σύνολο των εσόδων καλύπτει το σύνολο των πιστώσεων πληρωμών, με την επιφύλαξη του άρθρου 17.

2. Τα έσοδα και οι δαπάνες εγγράφονται χωρίς συμψηφισμό μεταξύ τους με την επιφύλαξη του άρθρου 18.

Άρθρο 17.

1. Διατηρούν τον ειδικό προορισμό τους τα έσοδα που υπάγονται στις ακόλουθες κατηγορίες προβλεπόμενες από τον παρόντα κανονισμό:

α) χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών για ορισμένα ερευνητικά προγράμματα, δυνάμει της απόφασης του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

β) τόκοι από καταθέσεις και πρόστιμα που προβλέπονται στον κανονισμό για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

γ) έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό, όπως τα έσοδα ιδρυμάτων, οι επιχορηγήσεις, οι δωρεές και τα κληροδοτήματα.

δ) συμμετοχές τρίτων χωρών ή διαφόρων οργανισμών σε δραστηριότητες των Κοινοτήτων.

ε) έσοδα που προέρχονται από τρίτους για προμήθειες, παροχή υπηρεσιών ή εργασίες που εκτελούνται για λογαριασμό τους.

στ) έσοδα που προέρχονται από επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

ζ) εισπράξεις από την παροχή αγαθών και υπηρεσιών και από την εκτέλεση εργασιών υπέρ των λοιπών οργάνων και οργανισμών, συμπεριλαμβανόμενων των αποζημιώσεων αποστολής που καταβάλλονται για λογαριασμό των λοιπών οργάνων και οργανισμών και επιστρέφονται στη συνέχεια από αυτά.

η) εισπράξεις αποζημιώσεων από ασφαλίσεις.

θ) έσοδα που προέρχονται από αποζημιώσεις μισθωτηρίων συμβάσεων.

ι) έσοδα που προέρχονται από την πώληση δημοσιεύσεων και ταινιών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν ηλεκτρονική μορφή.

Διατηρούν επίσης τον ειδικό προορισμό τους τα έσοδα που πρέπει να διατεθούν σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομική βάση.

Ο προϋπολογισμός διαθέτει τη δομή που απαιτείται για την εγγραφή των κατηγοριών των εσόδων που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο καθώς και, ενόσω τούτο είναι δυνατόν, πρόβλεψη του ποσού τους.

2. Η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί κάθε ελευθεριότητα υπέρ των Κοινοτήτων, όπως έσοδα ιδρυμάτων, επιχορηγήσεις, δωρεές και κληροδοτήματα.

Η αποδοχή ελευθεριοτήτων που είναι δυνατόν να συνεπιφέρουν επιβαρύνσεις οποιασδήποτε μορφής υπόκειται στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τα οποία αποφαίνονται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του σχετικού αιτήματος της Επιτροπής. Εάν εντός της προθεσμίας αυτής δεν προβληθεί καμία αντίρρηση, η Επιτροπή αποφασίζει οριστικά επί της αποδοχής.

Άρθρο 18.

1. Οι Κανόνες Εφαρμογής του παρόντος κανονισμού (εφεξής: "κανόνες εφαρμογής") μπορούν να προβλέπουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ορισμένα έσοδα μπορούν να εκπέσουν από το ποσό των τιμολογίων ή των αιτήσεων πληρωμής, οπότε και εκδίδονται εντάλματα πληρωμής για το καθαρό ποσό.

2. Οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών που παρέχονται προς τις Κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών επιβαρύνσεων που αποτελούν το αντικείμενο επιστροφής από τα κράτη μέλη δυνάμει του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό κατά το καθαρό ποσό.

3. Οι συναλλαγματικές διαφορές που καταγράφονται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού μπορούν να συμψηφίζονται. Το τελικό αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, εντάσσεται στο υπόλοιπο του οικονομικού έτους.

Κεφάλαιο 6 Η αρχή της ειδικότητας

Άρθρο 19.

Οι πιστώσεις εξειδικεύονται κατά τίτλο και κεφάλαιο. τα κεφάλαια υποδιαιρούνται σε άρθρα και θέσεις.

Άρθρο 20.

1. Κάθε όργανο, με την επιφύλαξη του καθεστώτος που προβλέπεται για την Επιτροπή, μπορεί, στο πλαίσιο του τμήματός του στον προϋπολογισμό, να προτείνει στην Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο.

Η Επιτροπή διαβιβάζει στην Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή, προς λήψη απόφασης, τις προτάσεις μεταφοράς από τίτλο σε τίτλο τις οποίες υποβάλλουν τα λοιπά όργανα. Η Επιτροπή μπορεί να επισυνάπτει στις προτάσεις αυτές τη γνώμη της.

2. Κάθε όργανο, με την επιφύλαξη του καθεστώτος που προβλέπεται για την Επιτροπή, μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του τμήματός του στον προϋπολογισμό, σε μεταφορές πιστώσεων από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από άρθρο σε άρθρο. Αυτά τα όργανα ενημερώνουν την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή και την Επιτροπή για τις μεταφορές πιστώσεων που έχουν πραγματοποιήσει.

Άρθρο 21.

1. Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του τμήματός της στον προϋπολογισμό :

α) σε μεταφορές πιστώσεων από άρθρο σε άρθρο στο εσωτερικό κάθε κεφαλαίου.

β) όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας, σε μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο, αρκεί να αφορούν πιστώσεις εγγεγραμμένες με την ίδια ονομασία.

γ) όσον αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες, σε μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων του ίδιου τίτλου, εντός ορίου 10% επί των αρχικών πιστώσεων που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά.

Η Επιτροπή ενημερώνει την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή για τις πιστώσεις που έχει μεταφέρει κατ' εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, στοιχεία β) και γ).

2. Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει στην Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή, στο πλαίσιο του τμήματός της στον προϋπολογισμό, μεταφορές πιστώσεων άλλες από αυτές που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 22.

1. Η Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή αποφασίζει μεταφορές πιστώσεων υπό τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον τίτλο Ι του μέρους ΙΙ.

2. Εφόσον πρόκειται για προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων για την κάλυψη δαπανών που απορρέουν υποχρεωτικά από τις Συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των Συνθηκών, το Συμβούλιο, αφού λάβει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία και εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων, εκτός των επειγουσών περιπτώσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του έγκαιρα, ώστε να επιτρέπει στο Συμβούλιο να λαμβάνει γνώση και να αποφασίζει εντός της καθοριζόμενης προθεσμίας. Ελλείψει απόφασης του Συμβουλίου εντός της προθεσμίας αυτής, οι προτάσεις μεταφοράς θεωρούνται εγκριθείσες.

3. Εφόσον πρόκειται για προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων για την κάλυψη δαπανών άλλων από εκείνες που απορρέουν υποχρεωτικά από τις Συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των Συνθηκών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού λάβει τη γνώμη του Συμβουλίου, αποφασίζει εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων, εκτός των επειγουσών περιπτώσεων. Το Συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του με ειδική πλειοψηφία και έγκαιρα, ώστε να επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να λαμβάνει γνώση και να αποφασίζει εντός της καθοριζόμενης προθεσμίας. Ελλείψει απόφασης εντός της προθεσμίας αυτής, οι προτάσεις μεταφοράς θεωρούνται εγκριθείσες.

4. Οι προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων που αφορούν τόσο τις δαπάνες που απορρέουν υποχρεωτικά από τις Συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των Συνθηκών όσο και τις λοιπές δαπάνες θεωρούνται εγκριθείσες εφόσον ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο έχουν εκδώσει αντίθετη απόφαση εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την παραλαβή των προτάσεων από τα δύο εν λόγω όργανα. Εάν, σε περίπτωση τέτοιων προτάσεων μεταφοράς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο περικόπτουν το ποσό μιας πρότασης μεταφοράς κατά διαφορετικό ποσοστό, θεωρείται εγκριθέν το χαμηλότερο ποσό που έγινε αποδεκτό από το ένα εκ των δύο οργάνων. Εάν ένα από τα δύο ως άνω όργανα απορρίψει την αρχή της προτεινόμενης μεταφοράς, η μεταφορά δεν πραγματοποιείται.

Άρθρο 23.

1. Πιστώσεις μέσω μεταφοράς πιστώσεων μπορούν να αποκτήσουν μόνο οι γραμμές του προϋπολογισμού για τις οποίες ο προϋπολογισμός επιτρέπει τη διάθεση πιστώσεων ή οι οποίες φέρουν τη μνεία «προς υπόμνηση» (p.m.).

2. Τα έσοδα για ειδικό προορισμό μπορούν να αποτελούν αντικείμενο μεταφοράς πιστώσεων μόνο εφόσον διατηρούν τον προορισμό τους.

Άρθρο 24.

1. Οι μεταφορές πιστώσεων στο πλαίσιο των τίτλων του προϋπολογισμού που περιλαμβάνουν τις πιστώσεις του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, των διαρθρωτικών ταμείων και της έρευνας αποτελούν το αντικείμενο ειδικών διατάξεων των τίτλων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του μέρους ΙΙ.

2. Οι μεταφορές πιστώσεων που προορίζονται για τη χρησιμοποίηση του αποθεματικού που αφορά τις πράξεις δανειοδότησης και εγγύησης των δανείων που χορηγούνται από τις Κοινότητες υπέρ των τρίτων χωρών, καθώς και του αποθεματικού για τη χορήγηση επείγουσας βοήθειας, αποφασίζονται από την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή μετά από πρόταση της Επιτροπής.

Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 22. Ωστόσο, εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν μπορούν να συμφωνήσουν για ποσό διαφορετικό από το ποσό της πρότασης της Επιτροπής, ή εάν απέχουν από τη λήψη απόφασης, η προτεινόμενη από την Επιτροπή μεταφορά θεωρείται εγκριθείσα.

Κεφάλαιο 7 Η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Άρθρο 25.

1. Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δηλαδή σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας.

2. Προσδιορίζονται στόχοι επαληθεύσιμοι μέσω αριθμοδεικτών και εξασφαλίζεται η παρακολούθηση της επίτευξής τους.

3. Για την εφαρμογή της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, τα όργανα προβαίνουν σε τακτικές αξιολογήσεις των ενεργειών.

Άρθρο 26.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού, η Επιτροπή παρέχει τις ενδεικνυόμενες πληροφορίες που επιτρέπουν τη σύγκριση μεταξύ της εξέλιξης των αναγκών σε πιστώσεις και των αρχικών προβλέψεων που εμφαίνονται στα δημοσιονομικά δελτία τα οποία συνοδεύουν κάθε πρόταση υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή και δυνάμενη να έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις.

Κεφάλαιο 8 Η αρχή της διαφάνειας

Άρθρο 27.

1. Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται, εκτελείται και αποτελεί το αντικείμενο απόδοσης λογαριασμών με τήρηση της αρχής της διαφάνειας.

2. Ο προϋπολογισμός και οι διορθωτικοί προϋπολογισμοί, όπως έχουν οριστικά εγκριθεί, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με μέριμνα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η δημοσίευση αυτή πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία της διαπίστωσης της οριστικής έγκρισης του προϋπολογισμού.

3. Ο ενοποιημένος λογαριασμός διαχείρισης και ο ενοποιημένος ισολογισμός δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 28.

1. Οι δανειοληπτικές και οι δανειοδοτικές πράξεις που συνάπτονται από τις Κοινότητες αποτελούν το αντικείμενο πληροφόρησης σε παράρτημα του προϋπολογισμού.

2. Οι πράξεις του Ταμείου Εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις αποτελούν το αντικείμενο πληροφόρησης στο πλαίσιο του λογαριασμού διαχείρισης και του ισολογισμού.

TIΤΛΟΣ II ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Κεφάλαιο 1 Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Άρθρο 29.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή των Περιφερειών και ο Διαμεσολαβητής συντάσσουν κατάσταση προβλέψεων των δαπανών και των εσόδων τους την οποία διαβιβάζουν στην Επιτροπή πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους.

Οι καταστάσεις προβλέψεων διαβιβάζονται προς ενημέρωση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους.

Άρθρο 30.

1. Η Επιτροπή καταθέτει στο Συμβούλιο προσχέδιο προϋπολογισμού το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Το προσχέδιο προϋπολογισμού διαβιβάζεται ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το προσχέδιο προϋπολογισμού περιλαμβάνει γενική κατάσταση των εσόδων των Κοινοτήτων και συγκεντρώνει τις καταστάσεις προβλέψεων που αναφέρονται στο άρθρο 29.

2. Η Επιτροπή επισυνάπτει στο προσχέδιο προϋπολογισμού:

α) την ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης του παρελθόντος έτους και τον προσωρινό ενοποιημένο δημοσιονομικό ισολογισμό για το ίδιο οικονομικό έτος, που αναφέρονται στο άρθρο 115,

β) γνώμη για τις καταστάσεις προβλέψεων των άλλων οργάνων. Αυτή η γνώμη μπορεί να περιλαμβάνει αποκλίνουσες προβλέψεις, δεόντως αιτιολογημένες,

γ) κάθε έγγραφο εργασίας που κρίνεται χρήσιμο σχετικά με το προσωπικό των οργάνων και τις επιδοτήσεις που αυτά χορηγούν.

3. Η Επιτροπή συντάσσει την εισηγητική έκθεση του προσχεδίου προϋπολογισμού.

4. Πριν από κάθε τμήμα του προσχεδίου προϋπολογισμού παρατίθεται εισήγηση συντασσόμενη από το ενδιαφερόμενο όργανο.

Άρθρο 31.

1. H Επιτροπή, βασιζόμενη σε νέα στοιχεία τα οποία δεν ήταν γνωστά κατά την κατάρτιση του προσχεδίου προϋπολογισμού, μπορεί να καταθέτει στο Συμβούλιο, με πρωτοβουλία της ή μετά από αίτημα των άλλων οργάνων όσον αφορά το αντίστοιχο τμήμα τους, διορθωτική επιστολή με την οποία τροποποιείται το προσχέδιο προϋπολογισμού.

2. Εκτός εάν συμφωνήσουν διαφορετικά τα όργανα, ή σε έκτακτες περιστάσεις, η κατάθεση της διορθωτικής επιστολής στο Συμβούλιο από την Επιτροπή γίνεται τριάντα ημέρες τουλάχιστον πριν από την πρώτη ανάγνωση του σχεδίου προϋπολογισμού από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Συμβούλιο καταθέτει τη διορθωτική επιστολή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από την εν λόγω πρώτη ανάγνωση.

Άρθρο 32.

1. Το Συμβούλιο καταρτίζει το σχέδιο προϋπολογισμού σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 272 της συνθήκης ΕΚ, στο άρθρο 78 της συνθήκης ΕΚΑΧ και στο άρθρο 177 της συνθήκης Ευρατόμ.

2. Το Συμβούλιο καταθέτει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το σχέδιο προϋπολογισμού το αργότερο στις 5 Οκτωβρίου κάθε έτους. Το Συμβούλιο επισυνάπτει αιτιολογική έκθεση προσδιορίζοντας, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τους λόγους για τους οποίους παρέκκλινε από το προσχέδιο προϋπολογισμού.

Άρθρο 33.

1. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαπιστώνει ότι ο προϋπολογισμός εγκρίθηκε οριστικά σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 272 της συνθήκης ΕΚ, στο άρθρο 78 της συνθήκης ΕΚΑΧ και στο άρθρο 177 της συνθήκης Ευρατόμ.

2. Η οριστική έγκριση του προϋπολογισμού συνεπάγεται, από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους, ή από την ημερομηνία διαπίστωσης της έγκρισης, εάν αυτή είναι μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου, την υποχρέωση κάθε κράτους μέλους να θέτει στη διάθεση των Κοινοτήτων τις οφειλόμενες πληρωμές υπό τους όρους που καθορίζονται από τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

Άρθρο 34.

1. Σε περίπτωση ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλλει προσχέδια διορθωτικού προϋπολογισμού.

Τα προσχέδια διορθωτικού προϋπολογισμού που προέρχονται από τα άλλα όργανα πλην της Επιτροπής διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

2 Η Επιτροπή καταθέτει στο Συμβούλιο κάθε προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, εκτός έκτακτων περιστάσεων. Μπορεί να επισυνάπτει αποκλίνουσα γνώμη σε σχέση με τις αιτήσεις προσχεδίων διορθωτικού προϋπολογισμού που προέρχονται από τα άλλα όργανα.

3. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει σχετικά λαμβάνοντας υπόψη το επείγον του θέματος.

4. Όταν το Συμβούλιο, στο οποίο έχει κατατεθεί προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού, εκτιμά ότι δεν υπάρχει λόγος να καταρτισθεί σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού, καθορίζει τη θέση του μετά από ανταλλαγή απόψεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 35.

Τα άρθρα 32 και 33 εφαρμόζονται, εκτός από το χρονοδιάγραμμα, στους διορθωτικούς προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί αυτοί πρέπει να είναι αιτιολογημένοι με αναφορά στον προϋπολογισμό του οποίου τροποποιούν τις προβλέψεις.

Άρθρο 36.

Η Επιτροπή και η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μπορούν να συμφωνήσουν να επισπεύσουν ορισμένες ημερομηνίες σχετικά με τη διαβίβαση των καταστάσεων προβλέψεων καθώς και με την έγκριση και τη διαβίβαση του προσχεδίου και του σχεδίου προϋπολογισμού, χωρίς αυτή η συμφωνία να έχει ως αποτέλεσμα τη συντόμευση ή την καθυστέρηση των περιόδων εξέτασης αυτών των κειμένων, οι οποίες προβλέπονται από τα άρθρα 272 της συνθήκης ΕΚ, 78 της συνθήκης ΕΚΑΧ και 177 της συνθήκης Ευρατόμ.

Κεφάλαιο 2 Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

Άρθρο 37.

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

α) γενική κατάσταση των εσόδων,

β) τμήματα υποδιαιρούμενα σε καταστάσεις εσόδων και δαπανών κάθε οργάνου.

Άρθρο 38.

1. Τα έσοδα της Επιτροπής καθώς και τα έσοδα και οι δαπάνες των άλλων οργάνων ταξινομούνται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σε τίτλους, κεφάλαια, άρθρα και θέσεις ανάλογα με τη φύση τους ή τον προορισμό τους.

2. Η κατάσταση δαπανών του τμήματος της Επιτροπής παρουσιάζεται σύμφωνα με ονοματολογία που εγκρίνει η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και που περιλαμβάνει ταξινόμηση ανά προορισμό.

Ένας τίτλος αντιστοιχεί σε έναν τομέα πολιτικής και ένα κεφάλαιο αντιστοιχεί, κατά γενικό κανόνα, σε μία δραστηριότητα. Στο πλαίσιο του ίδιου τίτλου, οι διοικητικές πιστώσεις συγκεντρώνονται στο πλαίσιο ενός και μόνο κεφαλαίου.

Άρθρο 39.

Ο προϋπολογισμός δεν μπορεί να περιλαμβάνει αρνητικά έσοδα ή δαπάνες. Οι ίδιοι πόροι που εισπράττονται κατ' εφαρμογήν της απόφασης του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων παρουσιάζονται στην κατάσταση εσόδων του προϋπολογισμού με το καθαρό ποσό τους.

Άρθρο 40.

1. Κάθε τμήμα του προϋπολογισμού μπορεί να περιλαμβάνει έναν τίτλο "προσωρινές πιστώσεις". Οι πιστώσεις εγγράφονται σε αυτόν τον τίτλο στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) απουσία νομικής βάσης για τη σχετική ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού,

β) αβεβαιότητα σχετικά με την επάρκεια ή την αναγκαιότητα των πιστώσεων που είναι εγγεγραμμένες στις επιχειρησιακές γραμμές.

Οι πιστώσεις αυτού του τίτλου μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο μέσω μεταφοράς σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 20, 21 και 22.

2. Σε περίπτωση σοβαρών δυσχερειών εκτέλεσης, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει, κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, σε μεταφορά πιστώσεων προς τον τίτλο "προσωρινές πιστώσεις".

Άρθρο 41.

Το τμήμα της Επιτροπής μπορεί να περιλαμβάνει "αρνητικό αποθεματικό", του οποίου το μέγιστο ποσό περιορίζεται σε 200 εκατ. Ευρώ. Αυτό το αποθεματικό, το οποίο εγγράφεται σε ιδιαίτερο τίτλο, μπορεί να αφορά τόσο τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων όσο και τις πιστώσεις πληρωμών.

Η χρησιμοποίηση αυτού του αποθεματικού πρέπει να πραγματοποιείται πριν από τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφοράς πιστώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 20, 21 και 22.

Άρθρο 42.

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει, στο τμήμα της Επιτροπής, τα ακόλουθα δύο αποθεματικά:

α) αποθεματικό επείγουσας βοήθειας υπέρ τρίτων χωρών.

β) αποθεματικό για τις πράξεις χορήγησης δανείων και εγγύησης δανείων που χορηγούνται από τις Κοινότητες για πράξεις υπέρ τρίτων χωρών.

Οι όροι εγγραφής, χρησιμοποίησης και χρηματοδότησης καθορίζονται αντίστοιχα στην απόφαση του Συμβουλίου για τη δημοσιονομική πειθαρχία και στον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

Άρθρο 43.

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

1) στη γενική κατάσταση εσόδων:

α) τις προβλέψεις εσόδων των Κοινοτήτων για το σχετικό οικονομικό έτος,

β) τα έσοδα του προηγούμενου οικονομικού έτους,

γ) τις κατάλληλες παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση.

2) στο τμήμα που αντιστοιχεί σε κάθε όργανο:

α) όσον αφορά την κατάσταση εσόδων:

i) τα προβλεπόμενα έσοδα κάθε οργάνου για το σχετικό οικονομικό έτος,

ii) τα έσοδα που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό για το προηγούμενο οικονομικό έτος και τα βεβαιωμένα έσοδα του τελευταίου οικονομικού έτους που έκλεισε,

iii) τις κατάλληλες παρατηρήσεις για κάθε γραμμή εσόδων.

β) όσον αφορά την κατάσταση δαπανών:

i) τις ανοιχθείσες πιστώσεις για το σχετικό οικονομικό έτος και το προηγούμενο οικονομικό έτος καθώς και τις πραγματικές δαπάνες που τελευταίου οικονομικού έτους που έκλεισε, κατανεμημένες σε αναλήψεις υποχρεώσεων και σε πληρωμές,

ii) τις κατάλληλες παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση.

3) Όσον αφορά το προσωπικό:

α) πίνακα προσωπικού που ορίζει, για κάθε τμήμα του προϋπολογισμού, τον αριθμό των θέσεων, ανά βαθμό, σε κάθε κατηγορία και κάθε κλάδο, και τον αριθμό των μόνιμων και έκτακτων θέσεων, για τις οποίες η επιβάρυνση του προϋπολογισμού έχει εγκριθεί μέσα στα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού.

β) πίνακα του προσωπικού που αμείβεται από τις πιστώσεις έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, κατανεμημένου ανά κατηγορίες και βαθμούς, με διάκριση των μόνιμων και μη μόνιμων θέσεων, για τις οποίες η επιβάρυνση του προϋπολογισμού έχει εγκριθεί μέσα στα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού.

γ) όσον αφορά το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, η κατανομή μπορεί να αναφέρεται ανά ομάδες βαθμών, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε κάθε προϋπολογισμό. Ο πίνακας προσωπικού πρέπει να εμφανίζει αναλυτικά το προσωπικό με υψηλή επιστημονική ή τεχνική ειδίκευση στο οποίο παρέχονται ειδικά πλεονεκτήματα που προβλέπονται από τις ειδικές διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εφεξής: "κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης").

δ) πίνακα προσωπικού που καθορίζει, για κάθε οργανισμό δημιουργούμενο από τις Κοινότητες, τον αριθμό των θέσεων ανά βαθμό και ανά κατηγορία.

Στους πίνακες προσωπικού αναγράφεται, δίπλα στον αριθμό των εγκεκριμένων θέσεων για το σχετικό οικονομικό έτος, ο αριθμός των εγκεκριμένων θέσεων για το προηγούμενο οικονομικό έτος.

4) Όσον αφορά τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις:

α) Στην γενική κατάσταση εσόδων, τις αντίστοιχες με τις εν λόγω πράξεις γραμμές του προϋπολογισμού, που προορίζονται να δεχθούν τις ενδεχόμενες επιστροφές των κατ' αρχάς αθετούντων δικαιούχων, για τις οποίες απαιτήθηκε η εφαρμογή της «εγγύησης καλής εκτέλεσης». Στις γραμμές αυτές αναγράφεται η ένδειξη «προς υπόμνηση» (p.m.) και αναφέρονται οι κατάλληλες παρατηρήσεις.

β) Στο τμήμα της Επιτροπής:

i) τις γραμμές του προϋπολογισμού που αντιστοιχούν στην "εγγύηση καλής εκτέλεσης" των Κοινοτήτων, σε σχέση με τις εν λόγω πράξεις. Στις γραμμές αυτές αναγράφεται η ένδειξη "προς υπόμνηση" (p.m.) εφόσον δεν έχει προκύψει καμία πραγματική επιβάρυνση η οποία πρέπει να καλυφθεί από οριστικούς πόρους.

ii) τις παρατηρήσεις που αναφέρουν τη νομική βάση και τον όγκο των προβλεπόμενων πράξεων, τη διάρκεια, καθώς και την οικονομική εγγύηση την οποία εξασφαλίζουν οι Κοινότητες για την εκτέλεση των πράξεων αυτών.

γ) Σε έγγραφο συνημμένο στο τμήμα της Επιτροπής, ενδεικτικά:

i) τις πράξεις σε κεφάλαιο και τη διαχείριση του τρέχοντος χρέους,

ii) τις πράξεις σε κεφάλαιο και τη διαχείριση του χρέους για το σχετικό οικονομικό έτος.

5) Τις γραμμές του προϋπολογισμού σε έσοδα και δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη χρησιμοποίηση του αποθεματικού σχετικά με τις πράξεις χορήγησης δανείων και εγγύησης δανείων χορηγούμενων από τις Κοινότητες υπέρ τρίτων χωρών, καθώς και για τη χρησιμοποίηση του Ταμείου Εγγυήσεων, στις εξωτερικές δράσεις.

Άρθρο 44.

1. Ο πίνακας προσωπικού συνιστά επιτακτικό όριο για κάθε όργανο. κανένας διορισμός δεν μπορεί να γίνει πέρα από το όριο αυτό.

Ωστόσο, κάθε όργανο μπορεί να τροποποιεί, μέχρι ποσοστού 10% και μέσα στα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού και του συνολικού αριθμού των διατιθέμενων θέσεων, κάθε πίνακα προσωπικού εκτός σε ό,τι αφορά τους βαθμούς A1 και A2.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, οι περιπτώσεις άσκησης δραστηριότητας κατά μερική απασχόληση που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, μπορούν να αντισταθμίζονται.

ΤΙΤΛΟΣ III ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Κεφάλαιο 1 Γενικές διατάξεις

Άρθρο 45.

1. Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό κατά τα έσοδα και τις δαπάνες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, με δική της ευθύνη και εντός του ορίου των πιστώσεων που έχουν διατεθεί.

2. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής. δημοσιονομικής διαχείρισης.

Άρθρο 46.

1. Η εκτέλεση των πιστώσεων που εγγράφονται στον προϋπολογισμό για κάθε κοινοτική ενέργεια απαιτεί την εκ των προτέρων έκδοση βασικής πράξης.

2. Οι ακόλουθες πιστώσεις είναι δυνατόν να εκτελούνται χωρίς βασική πράξη, υπό τον όρο ότι οι χρηματοδοτούμενες ενέργειες εμπίπτουν στην κοινοτική αρμοδιότητα :

α) πιστώσεις που αφορούν δοκιμαστικά σχέδια πειραματικού χαρακτήρα με σκοπό τη διερεύνηση της σκοπιμότητας και της χρησιμότητας μιας ενέργειας.

β) πιστώσεις που αφορούν προπαρασκευαστικές ενέργειες με σκοπό την προετοιμασία των προτάσεων για την έγκριση των μελλοντικών κοινοτικών ενεργειών.

γ) πιστώσεις που αφορούν ενέργειες με συγκεκριμένα, ακόμη και διαρκή, χαρακτηριστικά τις οποίες αναλαμβάνει η Επιτροπή στο πλαίσιο καθηκόντων που απορρέουν από τα προνόμιά της σε θεσμικό επίπεδο, πέραν του δικαιώματος νομοθετικής πρωτοβουλίας, καθώς και στο πλαίσιο συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων που της παρέχονται απευθείας από τις Συνθήκες.

δ) Πιστώσεις προοριζόμενες για τη λειτουργία καθενός από τα όργανα, στο πλαίσιο της διοικητικής του αυτοτέλειας.

Άρθρο 47.

Η Επιτροπή αναγνωρίζει στα λοιπά θεσμικά όργανα τις αρμοδιότητες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των τμημάτων του προϋπολογισμού που τους αντιστοιχούν .

Άρθρο 48.

Η Επιτροπή και καθένα από τα λοιπά θεσμικά όργανα μπορούν, στους κόλπους των υπηρεσιών τους, να μεταβιβάζουν τις αρμοδιότητές τους ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού, και τούτο υπό τους όρους που καθορίζονται από τους εσωτερικούς κανονισμούς τους και εντός των ορίων που καθορίζουν στην εκάστοτε πράξη μεταβίβασης αρμοδιοτήτων. Οι αποδέκτες μεταβίβασης αρμοδιοτήτων μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που τους μεταβιβάζονται ρητά.

Άρθρο 49.

Απαγορεύεται κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού που είναι δυνατόν να οδηγήσει σε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του εξουσιοδοτούντος, του εξουσιοδοτουμένου και του τρίτου που δημιουργεί ένα έσοδο ή του τρίτου που αποτελεί τον αποδέκτη μιας δαπάνης.

Κεφάλαιο 2 Τρόποι εκτέλεσης

Άρθρο 50.

1. Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με κεντρική διαχείριση ή με επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση.

2. Όταν η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με κεντρική διαχείριση, οι πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού πραγματοποιούνται είτε απευθείας από την Επιτροπή μέσω των υπηρεσιών της είτε από εκτελεστικούς φορείς ή από οργανισμούς δημοσίου δικαίου σε εθνικό, κοινοτικό ή διεθνές επίπεδο.

3. Όταν η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με επιμερισμένη ή με αποκεντρωμένη διαχείριση, οι πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού ανατίθενται σε κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις των τίτλων Ι και ΙΙ του μέρους ΙΙ, ή σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου ΙV του μέρους ΙΙ. Στην περίπτωση αυτή, προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρήση των πόρων σύμφωνα με τις εφαρμοστέες ρυθμίσεις, η Επιτροπή δημιουργεί, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις, διαδικασίες εκκαθάρισης των λογαριασμών και κατάλληλους μηχανισμούς δημοσιονομικής διόρθωσης.

Άρθρο 51.

1. Η Επιτροπή δεν μπορεί να μεταβιβάζει τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που διαθέτει δυνάμει των Συνθηκών, ενόσω οι αρμοδιότητες αυτές συνεπάγονται ευρύ περιθώριο εκτίμησης κατά την ερμηνεία των πολιτικών επιλογών.

2. Εντός των ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να μεταβιβάζει καθήκοντα δημόσιας εξουσίας, και ιδίως τις πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού, σε εκτελεστικούς φορείς κοινοτικού ή διεθνούς δικαίου (εφεξής: "εκτελεστικοί φορείς"), ή σε άλλους εξωτερικούς οργανισμούς εθνικού δικαίου, δημόσιους ή επιφορτισμένους με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας υπό την εγγύηση του κράτους.

Άρθρο 52.

Οι εκτελεστικοί φορείς είναι οντότητες στις οποίες μπορεί να ανατεθεί η εφαρμογή εν όλω ή εν μέρει, για λογαριασμό και υπό την ευθύνη της Επιτροπής, ενός κοινοτικού προγράμματος ή σχεδίου.

Οι όροι και οι κανόνες που διέπουν τη σύσταση και τη λειτουργία αυτών των φορέων καθορίζονται κατά τρόπο που να επιτρέπει στην Επιτροπή να διατηρεί την εποπτεία της εκτέλεσης και τον έλεγχο της λειτουργίας τους.

Άρθρο 53.

1. Οι αποφάσεις μεταβίβασης εκτελεστικών αρμοδιοτήτων σε οργανισμούς ή εκτελεστικούς φορείς ή σε άλλους εξωτερικούς οργανισμούς εθνικού δικαίου, δημόσιους ή στους οποίους ανατεθεί δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση του κράτους, πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις διατάξεις που ενδείκνυνται για την εξασφάλιση της διαφάνειας των πραγματοποιούμενων πράξεων, να προβλέπουν δε τουλάχιστον τα εξής:

α) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που να είναι διαφανείς, να μην εισάγουν διακρίσεις και να εμποδίζουν κάθε σύγκρουση συμφερόντων.

β) αποτελεσματικό σύστημα εσωτερικού ελέγχου των διαχειριστικών πράξεων.

γ) λογιστικό διαχωρισμό των ως άνω πράξεων και των διαδικασιών απόδοσης λογαριασμών από τις υπόλοιπες δραστηριότητες που να επιτρέπει να δικαιολογηθεί η χρήση των κοινοτικών κονδυλίων.

δ) ανεξάρτητο εξωτερικό έλεγχο.

Η Επιτροπή μπορεί να αναγνωρίσει την ισοτιμία των συστημάτων ελέγχου, λογιστικής και των διαδικασιών συμβάσεων των εξουσιοδοτουμένων με τους κανόνες τους, λαμβανομένων υπόψη των διεθνώς αναγνωρισμένων κανόνων.

Η Επιτροπή οφείλει, εξάλλου, να αναλαμβάνει περιοδικά την εποπτεία, την αξιολόγηση και τον έλεγχο της εκτέλεσης των μεταβιβαζόμενων καθηκόντων. Λαμβάνει υπόψη της την ισοτιμία των συστημάτων ελέγχου όταν διενεργεί τους ελέγχους της.

2. Στην περίπτωση όπου η Επιτροπή έχει καταβάλει χρηματικά ποσά στους οργανισμούς δημοσίου δικαίου και όπου τα ποσά αυτά παράγουν τόκους, οι τόκοι αυτοί περιοδικά, και τουλάχιστον ανά εξάμηνο, αποτελούν το αντικείμενο ενταλμάτων είσπραξης προς καταλογισμό στην κατάσταση εσόδων.

Άρθρο 54.

Η Επιτροπή δεν μπορεί να αναθέτει τις πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού, δηλαδή τη δέσμευση πιστώσεων, την εκκαθάριση, την εντολή πληρωμής και την είσπραξη σε εξωτερικούς φορείς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση αυτούς στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση του κράτους.

Τα καθήκοντα που είναι δυνατόν να ανατίθενται μέσω συμβάσεων σε εξωτερικούς φορείς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, εκτός αυτών στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση του κράτους, είναι τα καθήκοντα τεχνικής πραγματογνωμοσύνης και τα διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα που δεν εμπεριέχουν ούτε άσκηση δημόσιας εξουσίας ούτε άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκτίμησης.

Κεφάλαιο 3 Δημοσιονομικοί παράγοντες

Τμήμα 1 Η αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων

Άρθρο 55.

Τα καθήκοντα του διατάκτη και του υπολόγου είναι διαχωρισμένα.

Τμήμα 2 Ο διατάκτης

Άρθρο 56.

1. Κάθε όργανο καθορίζει στον εσωτερικό κανονισμό του τους υπαλλήλους του ενδεδειγμένου επιπέδου στους οποίους μεταβιβάζει αρμοδιότητες διατάκτη, την έκταση των μεταβιβαζόμενων αρμοδιοτήτων και τη δυνατότητα των αποδεκτών της μεταβίβασης να μεταβιβάζουν περαιτέρω τις αρμοδιότητές τους.

2. Οι κύριες και οι δευτερεύουσες μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων διατάκτη πραγματοποιούνται μόνο σε υπαλλήλους που υπάγονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

3. Οι κύριοι ή δευτερεύοντες διατάκτες μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων που καθορίζονται από την πράξη μεταβίβασης αρμοδιοτήτων.

Άρθρο 57.

1. Ο κύριος και ο δευτερεύων διατάκτης αναλαμβάνουν σε καθένα από τα όργανα την εκτέλεση των εσόδων και των πιστώσεων σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

2. Για την εκτέλεση των πιστώσεων, ο κύριος και ο δευτερεύων διατάκτης προβαίνουν σε δεσμεύσεις πιστώσεων καθώς και στην εκκαθάριση των δαπανών και στην έκδοση των ενταλμάτων πληρωμής. Η εκτέλεση των πιστώσεων συμπεριλαμβάνει και τον προγραμματισμό της εκτέλεσής τους καθώς και την εφαρμογή των πράξεων που είναι αναγκαίες για τη διάθεση των πιστώσεων στους τρίτους αποδέκτες της εκάστοτε δαπάνης.

3. Η εκτέλεση των εσόδων συμπεριλαμβάνει την κατάρτιση των προβλέψεων απαιτήσεων, τη βεβαίωση των δικαιωμάτων είσπραξης και την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, περιλαμβάνει και την παραίτηση από απαιτήσεις ήδη βεβαιωθείσες.

4. Ο κύριος διατάκτης, ακολουθώντας τους κατ' ελάχιστον κανόνες που θεσπίζει καθένα από τα όργανα, και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον και με τη φύση των χρηματοδοτούμενων ενεργειών, δημιουργεί την οργανωτική δομή καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες παρακολούθησης και εσωτερικού ελέγχου που ενδείκνυνται για την άσκηση των καθηκόντων του.

5. Ο κύριος διατάκτης προβαίνει, προς το οικείο όργανο, σε απολογισμό της άσκησης των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανόμενων των αποτελεσμάτων των πράξεων του σε συσχετισμό με τους στόχους που του είχαν τεθεί, των κινδύνων που συνδέονται με τις πράξεις αυτές, καθώς και σε απολογισμό της χρησιμοποίησης των πόρων που είχαν τεθεί στη διάθεσή του. Ο κύριος διατάκτης υποβάλλει στο οικείο όργανο, στον εσωτερικό ελεγκτή και στον υπόλογο ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων μαζί με τους αντίστοιχους λογαριασμούς.

Τμήμα 3 Ο υπόλογος

Άρθρο 58.

1. Κάθε όργανο διορίζει έναν υπόλογο, ο οποίος αναλαμβάνει, στους κόλπους του οικείου οργάνου :

α) την προετοιμασία και την παρουσίαση των δημοσιονομικών καταστάσεων που προβλέπονται στον τίτλο VΙ.

β) τον καθορισμό των κατ' ελάχιστον λογιστικών κανόνων και των λογιστικών συστημάτων που χρησιμοποιούνται από τους διατάκτες, καθώς και την επικύρωση των συστημάτων αυτών.

γ) την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, τη διαχείριση του ταμείου, την είσπραξη των εσόδων και των βεβαιωμένων δικαιωμάτων είσπραξης.

Ο υπόλογος λαμβάνει δε από τους διατάκτες όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου.

2. Πλην παρεκκλίσεων προβλεπόμενων στον παρόντα κανονισμό ή σε κάθε άλλον τομεακό κανονισμό, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος για τη διαχείριση των χρηματικών ποσών και των αξιών. Είναι δε υπεύθυνος για τη διαφύλαξή τους.

Τμήμα 4 Ο υπόλογος παγίων προκαταβολών

Άρθρο 59.

Για την πραγματοποίηση δαπανών χαμηλού ποσού, είναι δυνατόν να συσταθούν πάγιες προκαταβολές, οι οποίες τροφοδοτούνται από τον υπόλογο του οικείου οργάνου και οι οποίες τελούν υπό την ευθύνη των υπολόγων παγίων προκαταβολών που ορίζονται από τον υπόλογο του οικείου οργάνου.

Κεφάλαιο 4 Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων

Τμήμα 1 Γενικοί κανόνες

Άρθρο 60.

Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, οι κύριοι και οι δευτερεύοντες διατάκτες, οι υπόλογοι και οι υπόλογοι παγίων προκαταβολών μπορούν να ανακληθούν από τα καθήκοντά τους από την αρχή που τους διόρισε.

Άρθρο 61.

Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν προδικάζουν την ποινική ευθύνη που είναι δυνατόν να υπέχουν οι δημοσιονομικοί παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 60 υπό τους όρους που προβλέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο καθώς και από τις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και σχετικά με την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.

Άρθρο 62.

1. Κάθε διατάκτης, υπόλογος ή υπόλογος παγίων προκαταβολών υπέχει πειθαρχική και χρηματική ευθύνη, υπό τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 63 και 64.

2. Όταν ο κύριος ή ο δευτερεύων διατάκτης θεωρεί ότι μια απόφαση που του επιβάλλεται είναι παράτυπη ή αντιβαίνει προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οφείλει να το επισημάνει εγγράφως στην προϊσταμένη αρχή του. Αν η εντολή επιβεβαιωθεί εγγράφως, ο κύριος ή ο δευτερεύων διατάκτης απαλλάσσεται από την ευθύνη του.

3. Σε περίπτωση δευτερεύουσας μεταβίβασης, ο κύριος διατάκτης παραμένει υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ελέγχου που δημιουργήθηκαν και για την επιλογή του δευτερεύοντος διατάκτη.

Τμήμα 2 Κανόνες που εφαρμόζονται για τους υπολόγους και τους υπολόγους παγίων προκαταβολών

Άρθρο 63.

Τα παρακάτω γεγονότα συνιστούν, ιδίως, παράπτωμα που μπορεί να συνεπάγεται την πειθαρχική και χρηματική ευθύνη υπολόγου :

α) η απώλεια ή η φθορά χρημάτων, αξιών και εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη.

β) η μεταβολή τραπεζικών λογαριασμών ή τρεχούμενων ταχυδρομικών λογαριασμών.

γ) η διενέργεια εισπράξεων ή πληρωμών που δεν είναι σύμφωνες με τα αντίστοιχα εντάλματα είσπραξης ή πληρωμής.

Άρθρο 64.

Τα παρακάτω γεγονότα συνιστούν, ιδίως, παράπτωμα που μπορεί να συνεπάγεται την πειθαρχική και χρηματική ευθύνη υπολόγου παγίων προκαταβολών:

α) η απώλεια ή η φθορά χρημάτων, αξιών και εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη.

β) η αδυναμία αιτιολόγησης με κανονικά παραστατικά των πληρωμών που πραγματοποιεί.

γ) η διενέργεια πληρωμών σε άλλους πέραν των δικαιούχων.

Κεφάλαιο 5 Πράξεις εσόδων

Τμήμα 1 Απόδοση των ιδίων πόρων

Άρθρο 65.

Τα έσοδα που δημιουργούνται από τους ιδίους πόρους, που αναφέρονται στην απόφαση του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, αποτελούν το αντικείμενο πρόβλεψης, η οποία εγγράφεται στον προϋπολογισμό και εκφράζεται σε ευρώ. Η απόδοσή τους πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της προαναφερόμενης απόφασης.

Τμήμα 2 Πρόβλεψη απαίτησης

Άρθρο 66.

1. Κάθε μέτρο ή κατάσταση που είναι σε θέση να δημιουργήσει ή να μεταβάλει μιαν απαίτηση των Κοινοτήτων αποτελεί εκ των προτέρων το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης εκ μέρους του διατάκτη.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι ίδιοι πόροι που προσδιορίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, και οι οποίοι καταβάλλονται κατά τακτά διαστήματα από τα κράτη μέλη, δεν αποτελούν το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης πριν από την άμεση απόδοση στην Επιτροπή των αντίστοιχων ποσών από τα κράτη μέλη. Αποτελούν δε το αντικείμενο εντάλματος είσπραξης εκδιδόμενου από τον διατάκτη.

Τμήμα 3 Ένταλμα είσπραξης

Άρθρο 67.

Κάθε απαίτηση που προσδιορίζεται ως βεβαία, εκκαθαρισμένη και απαιτητή πρέπει να βεβαιώνεται μέσω εντάλματος είσπραξης, το οποίο εκδίδεται από τον διατάκτη. Οι όροι υπό τους οποίους οφείλονται τόκοι υπερημερίας στον προϋπολογισμό προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

Τμήμα 4 Είσπραξη

Άρθρο 68.

1. Ο υπόλογος αναλαμβάνει την εκτέλεση των ενταλμάτων είσπραξης των απαιτήσεων που έχουν εκδοθεί κατά τα δέοντα από το διατάκτη. Οφείλει δε να επιδεικνύει επιμέλεια με σκοπό την εξασφάλιση της είσπραξης των εσόδων των Κοινοτήτων και να φροντίζει για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των Κοινοτήτων.

Ο υπόλογος ενημερώνει τον διατάκτη για τυχόν μη είσπραξη των εσόδων εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Εφόσον δε συντρέχει περίπτωση, κινεί τη διαδικασία ανάκτησης.

Ο υπόλογος μπορεί να προβεί σε είσπραξη κατά συμψηφισμό και κατά το οφειλόμενο ποσό των απαιτήσεων των Κοινοτήτων έναντι οφειλέτη ο οποίος είναι ο ίδιος κάτοχος απαίτησης βεβαίας, εκκαθαρισμένης και απαιτητής έναντι των Κοινοτήτων.

2. Όταν ο διατάκτης παραιτείται από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνεται ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Ενημερώνει τον υπόλογο για την παραίτηση αυτή με σκοπό την καταγραφή της. Η απόφαση παραίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να λαμβάνεται από τον κύριο διατάκτη. Αυτός υποβάλλει, προς λήψη απόφασης, στην προϊσταμένη αρχή του τις περιπτώσεις που του φαίνονται αμφίβολες.

Άρθρο 69.

Τα έσοδα που εισπράττονται ως πρόστιμα, χρηματικές και λοιπές ποινές, καθώς και οι παραγόμενοι τόκοι, δεν εγγράφονται οριστικά ως έσοδα του προϋπολογισμού ενόσω οι αντίστοιχες αποφάσεις είναι δυνατόν να ακυρωθούν από το Δικαστήριο.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις αποφάσεις εκκαθάρισης λογαριασμών ή δημοσιονομικών διορθώσεων.

Κεφάλαιο 6 Πράξεις δαπανών

Τμήμα 1 Ανάληψη των δαπανών

Άρθρο 70.

1. Η ανάληψη μιας δαπάνης απαρτίζεται από τη δημοσιονομική δέσμευση και από τη νομική δέσμευση.

Η δημοσιονομική δέσμευση έγκειται στην πράξη κράτησης των πιστώσεων που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση της υποχρέωσης η οποία βαρύνει τον προϋπολογισμό.

Νομική δέσμευση είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης δημιουργεί υποχρέωση έναντι τρίτων από την οποία απορρέει δαπάνη βαρύνουσα τον προϋπολογισμό.

Η νομική και η δημοσιονομική δέσμευση εγκρίνονται, κατά γενικό κανόνα, από το ίδιο πρόσωπο.

2. Η δημοσιονομική δέσμευση είναι συνολική εφόσον, είτε ο τελικός δικαιούχος δεν έχει προσδιορισθεί ατομικά, είτε η δέσμευση αφορά περισσότερες της μίας ατομικές δεσμεύσεις. Η δέσμευση είναι προσωρινή όταν προορίζεται να καλύψει τρέχουσες δαπάνες διοικητικής φύσης και το ύψος της δεν έχει προσδιορισθεί οριστικά. Η δημοσιονομική δέσμευση είναι ατομική εφόσον ο τελικός δικαιούχος έχει προσδιορισθεί ατομικά.

3. Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις για την ανάληψη ενεργειών των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη μπορούν να υποδιαιρούνται σε δόσεις, εφόσον τούτο προβλέπεται από τη βασική πράξη. Εφόσον η δημοσιονομική δέσμευση υποδιαιρείται σε δόσεις επί περισσοτέρων οικονομικών ετών, η αντίστοιχη νομική δέσμευση αναφέρει την υποδιαίρεση αυτή.

Άρθρο 71.

1. Για κάθε μέτρο που είναι δυνατόν να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο διατάκτης οφείλει να προβαίνει εκ των προτέρων σε δημοσιονομική δέσμευση, πριν αναλάβει ατομική νομική δέσμευση έναντι τρίτων.

2. Με την επιφύλαξη των ιδιαίτερων διατάξεων του τίτλου ΙV του μέρους ΙΙ, οι συνολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις καλύπτουν έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν + 1 το συνολικό κόστος των αντίστοιχων ατομικών νομικών δεσμεύσεων.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου στην οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, η σύναψη καθεμιάς από τις ατομικές νομικές δεσμεύσεις αποτελεί το αντικείμενο εγγραφής, εκ μέρους του διατάκτη, στη λογιστική του προϋπολογισμού, με καταλογισμό στη συνολική δημοσιονομική δέσμευση.

Κατά την εκπνοή της ως άνω περιόδου, το αδιάθετο υπόλοιπο αυτής της συνολικής δημοσιονομικής δέσμευσης αποδεσμεύεται από τον διατάκτη.

3. Οι νομικές δεσμεύσεις για ενέργειες των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη, καθώς και οι αντίστοιχες δημοσιονομικές δεσμεύσεις, περιλαμβάνουν καταληκτική ημερομηνία εκπλήρωσης.

Άρθρο 72.

Κατά την κατάρτιση των πράξεων δημοσιονομικής δέσμευσης, ο διατάκτης βεβαιώνεται :

α) για την ακρίβεια του καταλογισμού στον προϋπολογισμό.

β) για τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων.

γ) για την κανονικότητα και το συμβιβάσιμο της δαπάνης προς τις εφαρμοστέες διατάξεις, ιδίως του προϋπολογισμού και των οικείων κανονισμών, καθώς και προς κάθε πράξη που έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή των Συνθηκών και των κανονισμών.

δ) για την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τμήμα 2 Εκκαθάριση των δαπανών

Άρθρο 73.

Εκκαθάριση μιας δαπάνης είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης:

α) επαληθεύει την ύπαρξη των δικαιωμάτων είσπραξης του πιστωτή.

β) προσδιορίζει ή επαληθεύει την ύπαρξη και το ποσό της απαίτησης.

γ) επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η απαίτηση καθίσταται απαιτητή.

Τμήμα 3 Εντολή πληρωμής των δαπανών

Άρθρο 74.

Εντολή πληρωμής είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης δίδει στον υπόλογο, μέσω της έκδοσης εντάλματος πληρωμής, την εντολή να πληρώσει το ποσό μιας δαπάνης την οποία έχει εκκαθαρίσει.

Άρθρο 75.

1. Το ένταλμα πληρωμής μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της βασικής πράξης ή της σύμβασης, να καλύψει μία από τις ακόλουθες πράξεις:

α) πληρωμή όλων των οφειλόμενων ποσών με την οποία κλείνει η δημοσιονομική δέσμευση.

β) προχρηματοδότηση.

γ) ενδιάμεση πληρωμή για την επιστροφή των επιλέξιμων δαπανών.

δ) πληρωμή υπολοίπου, βάσει δικαιολογητικών στοιχείων, με την οποία κλείνει η δημοσιονομική δέσμευση, και τούτο εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 71 παράγραφος 3.

Η λογιστική διαχωρίζει τα ως άνω είδη πληρωμών.

2. Μόνο η προχρηματοδότηση παράγει τόκους ενόσω τα αντίστοιχα ποσά δεν έχουν εμβασθεί οριστικά στους τελικούς δικαιούχους, εκτός εάν αυτά έχουν τεθεί στη διάθεση των διοικήσεων των οικείων κρατών μελών.

Τμήμα 4 Πληρωμή των δαπανών

Άρθρο 76.

Πληρωμή των δαπανών είναι η τελική πράξη με την οποία το οικείο όργανο ολοκληρώνει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του έναντι των πιστωτών του.

Η πληρωμή των δαπανών πραγματοποιείται από τον υπόλογο, εντός του ορίου των διαθέσιμων χρηματικών ποσών.

Τμήμα 5 Προθεσμίες των πράξεων δαπανών

Άρθρο 77.

Οι πράξεις εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής των δαπανών πρέπει να ολοκληρώνονται εντός των προθεσμιών που καθορίζονται βάσει των Κανόνων Εφαρμογής, οι οποίοι διευκρινίζουν επίσης τους όρους υπό τους οποίους οι πιστωτές που πληρώθηκαν με καθυστέρηση δικαιούνται τόκους υπερημερίας εις βάρος της γραμμής στην οποία είχε εγγραφεί η δαπάνη ως προς το κεφάλαιο.

Κεφάλαιο 7 Πληροφόρηση σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού

Άρθρο 78.

1. Μία φορά μηνιαίως, η Επιτροπή διαβιβάζει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συγκεντρωτικά κατά κεφάλαιο αριθμητικά δεδομένα, σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού τόσο ως προς τα έσοδα όσο και ως προς τις δαπάνες, και τούτο για το σύνολο των πιστώσεων. Τα δεδομένα αυτά περιλαμβάνουν και πληροφοριακά στοιχεία για τη χρήση των μεταφερθεισών μεταξύ ετών πιστώσεων.

Τα αριθμητικά δεδομένα διαβιβάζονται εντός δέκα εργάσιμων ημερών μετά τη λήξη κάθε μήνα.

2. Τρεις φορές ετησίως, και εντός τριάντα εργάσιμων ημερών μετά την 31η Μαΐου, την 31η Αυγούστου και την 31η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή διαβιβάζει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση επί της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, τόσο ως προς τα έσοδα όσο και ως προς τις δαπάνες, με λεπτομερειακά στοιχεία κατά κεφάλαιο, άρθρο και θέση. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει και πληροφορίες για την εκτέλεση των πιστώσεων που έχουν μεταφερθεί από τα προηγηθέντα οικονομικά έτη.

3. Τα αριθμητικά δεδομένα και η έκθεση διαβιβάζονται ταυτόχρονα προς το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Κεφάλαιο 8 Συστήματα πληροφορικής

Άρθρο 79.

Σε περίπτωση διαχείρισης των εσόδων και δαπανών με συστήματα πληροφορικής, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος τίτλου και των κεφαλαίων 2 και 3 του τίτλου VI του μέρους Ι, αφού ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες και οι ανάγκες της διαχείρισης με συστήματα πληροφορικής. Για το σκοπό αυτό, ιδίως :

α) τα συστήματα πληροφορικής παραπέμπουν στα δικαιολογητικά που αφορούν τα καταγραφόμενα στα εν λόγω συστήματα δεδομένα.

β) οι υπογραφές μπορούν να τεθούν με μηχανοργανωμένη ή ηλεκτρονική διαδικασία.

Κεφάλαιο 9 Ο εσωτερικός ελεγκτής

Άρθρο 80.

Κάθε όργανο διορίζει έναν εσωτερικό ελεγκτή, επιφορτισμένο με την παροχή, σύμφωνα με τους σχετικούς διεθνείς κανόνες, διαβεβαίωσης στο όργανο όσον αφορά την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων και των διαδικασιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Ο εσωτερικός ελεγκτής δεν μπορεί να είναι ούτε διατάκτης ούτε υπόλογος.

Άρθρο 81.

1. Ο εσωτερικός ελεγκτής επικουρεί το οικείο όργανο ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της συνετής χρήσης των πόρων του οργάνου.

Είναι επιφορτισμένος :

α) με την εκτίμηση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης, καθώς και της απόδοσης των υπηρεσιών κατά την υλοποίηση της εκάστοτε πολιτικής, των προγραμμάτων και των ενεργειών σε σχέση με τους αντίστοιχους κινδύνους τους, και

β) με την εκτίμηση της καταλληλότητας και της ποιοτικής απόδοσης των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται για κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

2. Ο εσωτερικός ελεγκτής ασκεί τα καθήκοντά του ως προς όλες τις δραστηριότητες και τις υπηρεσίες του οικείου οργάνου. Διαθέτει πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση στους φακέλους που αφορούν τα έσοδα και τις δαπάνες, εφόσον δε απαιτείται και επιτόπου, ακόμη και στα κράτη μέλη και στις τρίτες χώρες.

3. Ο εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει στο οικείο όργανο έκθεση σχετικά με τις διαπιστώσεις και τις συστάσεις του. Το όργανο εξασφαλίζει την εφαρμογή των συστάσεων που προκύπτουν από τους ελέγχους.

Άρθρο 82.

Ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται για τον εσωτερικό ελεγκτή θεσπίζονται από το οικείο όργανο κατά τρόπο που εγγυάται την ανεξαρτησία του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Ο εσωτερικός ελεγκτής υπέχει, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, πειθαρχική και χρηματική ευθύνη, υπό τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

ΤΙΤΛΟΣ IV ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Κεφάλαιο 1 Γενικές διατάξεις

Τμήμα 1 Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 83.

1. Οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτονται εγγράφως από μια αναθέτουσα αρχή, κατά την έννοια των άρθρων 97 και 153, με σκοπό την προμήθεια κινητών ή ακινήτων αγαθών, την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών, έναντι της πληρωμής τιμήματος το οποίο καταβάλλεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό.

Οι συμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

α) τις συμβάσεις επί ακινήτων,

β) τις συμβάσεις προμηθειών,

γ) τις συμβάσεις έργων,

δ) τις συμβάσεις υπηρεσιών.

2. Ο παρών τίτλος δεν αφορά τις επιδοτήσεις.

Άρθρο 84.

1. Όλες οι δημόσιες συμβάσεις που χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης, και της μη διάκρισης.

2. Κάθε διαδικασία σύναψης συμβάσεων πραγματοποιείται με την ευρύτερη δυνατή διαδικασία ανταγωνισμού εκτός από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται εξαντλητικά στους Κανόνες Εφαρμογής.

3. Τα θεσμικά όργανα διατηρούν το δικαίωμα να αναστέλλουν, απορρίπτουν ή ανακτούν ανά πάσα στιγμή τα καταβληθέντα ποσά για τις συμβάσεις για τις οποίες κρίνουν ότι η διαδικασία σύναψης εμφανίζει σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη.

Τμήμα 2 Δημοσιότητα

Άρθρο 85.

1. Όλες οι συμβάσεις, των οποίων η αξία είναι ανώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 98 ή στο άρθρο 153, αποτελούν αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Η δημοσίευση περιλαμβάνει αναγγελία προκαταρκτικής ενημέρωσης, προκήρυξη διαγωνισμού και ανακοίνωση ανάθεσης.

Η δημοσίευση της προκήρυξης διαγωνισμού παραλείπεται μόνο στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 87.

Η δημοσίευση της ανακοίνωσης ανάθεσης δύναται να παραλειφθεί μόνο στις περιπτώσεις όπου θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα παρέβλαπτε το θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ παρόχων υπηρεσιών.

3. Οι συμβάσεις, των οποίων η αξία είναι κατώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 98 ή στο άρθρο 153, αποτελούν αντικείμενο κατάλληλης δημοσιότητας.

4. Το αντικείμενο της σύμβασης πρέπει να προσδιορίζεται σαφώς στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, περιλαμβανομένης και της συγγραφής υποχρεώσεων.

Τμήμα 3 Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

Άρθρο 86.

1. Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων με τη μορφή υποβολής προσφορών λαμβάνουν μια από τις ακόλουθες μορφές :

α) την ανοικτή διαδικασία

β) την κλειστή διαδικασία

γ) το διαγωνισμό

δ) τη διαδικασία με διαπραγμάτευση.

2. Οι συμβάσεις των οποίων η αξία είναι ανώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 98 ή στο άρθρο 153, αποτελούν αντικείμενο μιας εκ των τριών πρώτων διαδικασιών, με την επιφύλαξη του άρθρου 87.

3. Για τις συμβάσεις των οποίων η αξία είναι κατώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 98 ή στο άρθρο 153, η αναθέτουσα αρχή μπορεί, εκτός από τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, να προσφύγει σε απλοποιημένες διαδικασίες ανταγωνισμού, στις οποίες οι υποψήφιοι που καλούνται να υποβάλουν προσφορά επιλέγονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που επιτρέπουν τον πραγματικό ανταγωνισμό.

Άρθρο 87.

1. Χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, η προσφυγή στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων με διαπραγμάτευση είναι δυνατή μόνο στις περιπτώσεις που καθορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής.

2. Μετά τη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού και την επιλογή των υποψηφίων με βάση τα εξαγγελθέντα κριτήρια, η προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση είναι δυνατή μόνο στις περιπτώσεις που καθορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής.

Τμήμα 4 Αποκλεισμός από τις συμβάσεις

Άρθρο 88.

1. Από την ανάθεση μιας σύμβασης αποκλείονται οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες :

α) οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς, ή αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας, πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού, παύσης της δραστηριότητας, ή κάθε άλλη ανάλογη περίπτωση που απορρέει από διαδικασία ίδιας φύσεως η οποία υφίσταται στις εθνικές νομοθεσίες και κανονισμούς.

β) οι οποίοι έχουν καταδικασθεί με απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου για κάθε αδίκημα που θίγει την επαγγελματική του διαγωγή.

γ) οι οποίοι έχουν υποπέσει σε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα το οποίο έχει διαπιστωθεί με οποιοδήποτε μέσο μπορούν να δικαιολογήσουν οι αναθέτουσες αρχές.

δ) οι οποίοι δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή των φόρων σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένοι ή εκείνες της χώρας της αναθέτουσας αρχής ή ακόμη τις διατάξεις της χώρας στην οποία πρέπει να εκτελεσθεί η σύμβαση.

2. Οι υποψήφιοι ή προσφέροντες πρέπει να βεβαιώσουν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 89.

1. Αποκλείεται η ανάθεση σύμβασης σε υποψηφίους ή προσφέροντες οι οποίοι, κατά τη διαδικασία σύναψης της εν λόγω σύμβασης :

α) βρίσκονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων.

β) έχουν κηρυχθεί ένοχοι ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που ζητήθηκαν από την αναθέτουσα αρχή για την συμμετοχή τους στη σύμβαση.

γ) επιχείρησαν να αποσπάσουν εμπιστευτικές πληροφορίες, να προβούν σε αθέμιτες συμπράξεις με τους ανταγωνιστές τους, να επηρεάσουν ή να διαφθείρουν με οποιοδήποτε μέσο την αναθέτουσα αρχή.

2. Εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 αποκλείεται η ανάθεση σύμβασης σε υποψηφίους ή προσφέροντες οι οποίοι, στη συνέχεια της διαδικασίας σύναψης άλλης σύμβασης ή της διαδικασίας χορήγησης επιδότησης που έχουν χρηματοδοτηθεί από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, θεωρήθηκαν ότι έχουν διαπράξει σοβαρό παράπτωμα εκτέλεσης εξαιτίας της μη τήρησης των συμβατικών τους υποχρεώσεων.

Άρθρο 90.

Οι υποψήφιοι ή προσφέροντες που αποκλείονται κατ´εφαρμογή των άρθρων 88 και 89 μπορούν, αφού τους παρασχεθεί η δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, να αποτελέσουν επιπλέον αντικείμενο διοικητικών ή οικονομικών κυρώσεων. Οι κυρώσεις αυτές μπορούν να συνίστανται είτε στην αναστολή ή την ακύρωση της πληρωμής των τρεχουσών συμβάσεων είτε στον αποκλεισμό του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντος, για περίοδο μέχρι πέντε ετών, από τις συμβάσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό

Τμήμα 5 Ανάθεση των συμβάσεων

Άρθρο 91.

1. Τα κριτήρια επιλογής που επιτρέπουν να αξιολογηθούν οι ικανότητες των υποψηφίων ή των προσφερόντων και τα κριτήρια ανάθεσης που επιτρέπουν να αξιολογηθεί το περιεχόμενο των προσφορών καθορίζονται και διευκρινίζονται εκ των προτέρων στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

2. Η ανάθεση μιας σύμβασης είναι δυνατή με δύο τρόπους :

α) με μειοδοτικό διαγωνισμό, οπότε η σύμβαση ανατίθεται στην προσφορά που περιλαμβάνει την χαμηλότερη τιμή μεταξύ των κανονικών και σύμφωνων προσφορών που έχουν κατατεθεί.

β) με ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, οπότε η σύμβαση ανατίθεται στην προσφορά εκείνη η οποία περιλαμβάνει τον καλύτερο συνδυασμό μεταξύ ποιότητας και τιμής.

Τμήμα 6 Κατάθεση, αποσφράγιση και αξιολόγηση των προσφορών

Άρθρο 92.

1. Οι κανόνες κατάθεσης των προσφορών εγγυώνται το απόρρητο του περιεχομένου τους μέχρι την ταυτόχρονη αποσφράγισή τους.

2. Ανεξάρτητα από την διαδικασία σύναψης της σύμβασης, η αποσφράγιση των υποψηφιοτήτων ή των προσφορών πραγματοποιείται από οριζόμενη προς το σκοπό αυτό επιτροπή αποσφράγισης. Κάθε υποψηφιότητα ή προσφορά, την οποία η εν λόγω επιτροπή κρίνει μη σύμφωνη, απορρίπτεται.

3. Όλες οι υποψηφιότητες ή προσφορές που κρίνονται σύμφωνες από την επιτροπή αποσφράγισης αξιολογούνται, βάσει κριτηρίων επιλογής και ανάθεσης, από άλλη επιτροπή οριζόμενη προς το σκοπό αυτό.

Άρθρο 93.

Κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων, οι επαφές μεταξύ αναθέτουσας αρχής και υποψηφίων ή προσφερόντων γίνονται μόνον εγγράφως και υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση. Οι επαφές αυτές δεν μπορούν να οδηγούν στη μεταβολή ούτε των όρων της σύμβασης ούτε των όρων της αρχικής προσφοράς.

Άρθρο 94.

Η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί σε κάθε απορριφθέντα υποψήφιο ή προσφέροντα τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητας ή της προσφοράς του και σε κάθε προσφέροντα, του οποίου η προσφορά κρίθηκε παραδεκτή, τα σχετικά χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του αναδόχου.

Άρθρο 95.

Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, μέχρι την υπογραφή της σύμβασης, είτε να ακυρώσει τη διαδικασία σύναψης αυτής της σύμβασης, είτε να παραιτηθεί από τη σύμβαση, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να μπορούν να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση.

Αυτή η απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να γνωστοποιηθεί στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες.

Τμήμα 7 Εγγύηση

Άρθρο 96.

Σε εγγύηση της εκτέλεσης των συμβάσεων, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτήσει από τους αντισυμβαλλόμενους την προηγούμενη σύσταση εγγύησης.

Κεφάλαιο 2 Διατάξεις εφαρμοζόμενες στις συμβάσεις που συνάπτονται από τα κοινοτικά όργανα για ίδιο λογαριασμό

Άρθρο 97.

Ως αναθέτουσες αρχές θεωρούνται τα κοινοτικά όργανα για τις συμβάσεις που συνάπτουν για ίδιο λογαριασμό.

Άρθρο 98.

Τα εφαρμοζόμενα κατώτατα όρια και οι προθεσμίες είναι αυτά που καθορίζονται στις κοινοτικές οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το συντονισμό των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, προμηθειών και έργων, με την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου ΙΙΙ του μέρους ΙΙ.

Άρθρο 99.

Η συμμετοχή στο διαγωνισμό είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στον τομέα εφαρμογής των συνθηκών και σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τρίτης χώρας που έχει επικυρώσει ιδιαίτερη συμφωνία, υπό τους όρους που προβλέπονται από τη συμφωνία αυτή, η οποία συνδέει την τρίτη αυτή χώρα με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων.

Άρθρο 100.

Στην περίπτωση που εφαρμόζεται η πολυμερής συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις, η οποία συνάφθηκε στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι συμβάσεις είναι επίσης ανοικτές στους υπηκόους των κρατών που επικύρωσαν την εν λόγω συμφωνία, υπό τους όρους που προβλέπονται από τη συμφωνία αυτή.

ΤΙΤΛΟΣ V EΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

Κεφάλαιο 1 Γενικές διατάξεις

Άρθρο 101.

1. Οι επιδοτήσεις είναι άμεσες χρηματοδοτικές συνεισφορές εις βάρος του προϋπολογισμού, οι οποίες χορηγούνται, ως ελευθεριότητα, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί

α) είτε η λειτουργία οργανισμού ο οποίος επιδιώκει στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή στόχο εντασσόμενο στο πλαίσιο πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β) είτε ενέργεια προοριζόμενη να προωθήσει την υλοποίηση ενός στόχου εντασσόμενου στο πλαίσιο πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι επιδοτήσεις αποτελούν αντικείμενο έγγραφης σύμβασης.

2. Δεν αποτελούν επιδοτήσεις οι δαπάνες με τη μορφή προσωπικού των οργάνων, τα χορηγούμενα δάνεια και οι συμμετοχές, οι καταβολές που πραγματοποιούνται ως αποζημιώσεις, καθώς και οι δημόσιες συμβάσεις.

Κεφάλαιο 2 Αρχές χορήγησης

Άρθρο 102.

1. Η χορήγηση επιδοτήσεων υπόκειται στις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, της μη σώρευσης, της μη αναδρομικότητας και της συγχρηματοδότησης.

2. Η επιδότηση δεν μπορεί να έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παροχή κέρδους στον δικαιούχο.

Άρθρο 103.

1. Οι επιδοτήσεις αποτελούν αντικείμενο ετήσιου προγραμματισμού που αναφέρει τη νομική τους βάση, τους στόχους τους και τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Τα προγράμματα αυτά δημοσιεύονται ετησίως και υλοποιούνται με τη δημοσίευση προσκλήσεων υποβολής προτάσεων, εκτός εάν αυτό δεν ενδείκνυται λόγω του επείγοντος χαρακτήρα, της φύσης της ενέργειας ή των χαρακτηριστικών του δικαιούχου.

2. Όλες οι επιδοτήσεις που χορηγούνται κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους αποτελούν αντικείμενο ετήσιας δημοσίευσης.

Άρθρο 104.

1. Για την ίδια ενέργεια μπορεί να χορηγηθεί μόνο μία επιδότηση υπέρ του ίδιου δικαιούχου.

2. Σε ένα δικαιούχο μπορεί να χορηγηθεί μόνο μία επιδότηση λειτουργίας ανά οικονομικό έτος.

Άρθρο 105.

1. Η επιδότηση ενεργειών που έχουν ήδη αρχίσει δεν γίνεται αποδεκτή παρά μόνον στις περιπτώσεις όπου ο δικαιούχος μπορεί να αποδείξει την ανάγκη έναρξης της ενέργειας πριν από τη λήψη της απόφασης χορήγησης.

Στις περιπτώσεις αυτές πάντως, οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν μπορούν να είναι προγενέστερες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης επιδότησης.

2. Η αναδρομική επιδότηση ενεργειών που έχουν ήδη ολοκληρωθεί αποκλείεται.

Άρθρο 106.

1. Η επιδότηση δεν μπορεί να χρηματοδοτεί το σύνολο των δαπανών λειτουργίας του δικαιούχου οργανισμού ή της ενέργειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου ΙV του μέρους ΙΙ.

Επιπλέον, οι επιδοτήσεις λειτουργίας έχουν, σε περίπτωση ανανέωσης, φθίνοντα χαρακτήρα.

2. Είναι δυνατή η παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου 1 είτε στη νομική βάση, είτε στις παρατηρήσεις του προϋπολογισμού, υπέρ οργανισμών οι οποίοι επιδιώκουν στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Υπό τους ίδιους όρους, είναι δυνατή η παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου 2 υπέρ διεθνών οργανισμών.

Κεφάλαιο 3 Διαδικασία χορήγησης

Άρθρο 107.

Η πρόσκληση υποβολής προτάσεων περιλαμβάνει τα κριτήρια επιλογής που επιτρέπουν να αξιολογηθεί η οικονομική και επιχειρησιακή ικανότητα του αιτούντος προς ολοκλήρωση της προτεινόμενης ενέργειας, καθώς και τα κριτήρια ανάθεσης σύμφωνα με τα οποία θα επιλεγούν οι δικαιούχοι των επιδοτήσεων.

Άρθρο 108.

1. Είναι επιλέξιμες οι αιτήσεις επιδότησης που διατυπώνονται εγγράφως και υποβάλλονται από νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Κατ´εξαίρεση, ανάλογα με τη φύση της ενέργειας ή του επιδιωκόμενου από τον αιτούντα στόχου, μπορούν να τύχουν επιδοτήσεων φυσικά πρόσωπα και εμπορικές εταιρείες.

2. Αποκλείονται από τη χορήγηση επιδοτήσεων οι αιτούντες οι οποίοι βρίσκονται, ή βρέθηκαν με την ευκαιρία της διαδικασίας χορήγησης επιδότησης ή σύναψης σύμβασης χρηματοδοτούμενης από τον προϋπολογισμό, σε μία από τις αναφερόμενες στα άρθρα 88 και 89 καταστάσεις.

Οι αιτoύντες οφείλουν να πιστοποιούν ότι δεν βρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88.

Στους αιτούντες που αποκλείονται δυνάμει των άρθρων 88 και 89 μπορούν να επιβληθούν διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 90.

Άρθρο 109.

1. Οι αιτήσεις αξιολογούνται, βάσει προαναγγελθέντων κριτηρίων επιλογής και απονομής, από επιτροπή που συνιστάται για το σκοπό αυτό.

2. Το όργανο ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα για τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτησή του. Σε περίπτωση άρνησης χορήγησης ολόκληρης ή μέρους της αιτούμενης επιδότησης, το όργανο αιτιολογεί την άρνησή του.

Κεφάλαιο 4 Πληρωμή

Άρθρο 110.

1. Η πληρωμή της επιδότησης πραγματοποιείται σε ευρώ.

2. Ο ρυθμός των πληρωμών εξαρτάται από τους ενεχόμενους οικονομικούς κινδύνους, τη διάρκεια και την κατάσταση προόδου της ενέργειας, ή τα πραγματικά έξοδα στα οποία υποβάλλεται ο δικαιούχος.

Άρθρο 111.

Οι όροι που συνοδεύουν τις επιδοτήσεις μπορούν να απαιτούν από το δικαιούχο, ως εγγύηση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του, τη σύσταση προηγούμενης εγγύησης.

Άρθρο 112.

1. Το ποσό της επιδότησης καθίσταται οριστικό μόνο μετά την ολοκλήρωση της ενέργειας ή την παρουσίαση των εξόδων λειτουργίας και την αποδοχή των τελικών λογαριασμών από το όργανο, με την επιφύλαξη μεταγενέστερων ελέγχων πραγματοποιούμενων από το όργανο.

2. Η επιδότηση πρέπει να επιστραφεί από το δικαιούχο κατά το δέον ποσό σε περίπτωση μη εκτέλεσης, μερικής εκτέλεσης ή καθυστερημένης εκτέλεσης της ενέργειας, όταν καταβλήθηκαν ποσά υψηλότερα από τα ανώτατα όρια που προβλέπονται στη σύμβαση ή όταν η ενέργεια εκτελέστηκε με χαμηλότερο κόστος.

3. Σε περίπτωση παραβίασης από το δικαιούχο των κανόνων και αρχών που καθορίζονται στον παρόντα τίτλο, η χορηγηθείσα εγγύηση ανακτάται.

Κεφάλαιο 5 Υλοποίηση

Άρθρο 113.

Όταν η υλοποίηση της ενέργειας απαιτεί τη σύναψη συμβάσεων, οι συμβάσεις αυτές διέπονται από τις διατάξεις του τίτλου IV του παρόντος μέρους ή του κεφαλαίου 3 του τίτλου IV του μέρους ΙΙ.

Άρθρο 114.

Κάθε πρόγραμμα επιδοτήσεων αποτελεί αντικείμενο αξιολόγησης ως προς τη συμμόρφωση των αποτελεσμάτων του με τους ορισθέντες στόχους.

ΤΙΤΛΟΣ VI ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

Κεφάλαιο 1 Απόδοση των λογαριασμών

Άρθρο 115.

1. Οι δημοσιονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν τον ισολογισμό, το λογαριασμό διαχείρισης και ένα προσάρτημα που αποτελούν ένα αδιαχώριστο σύνολο. Οι καταστάσεις αυτές παρουσιάζονται σε ευρώ.

2. Ο ισολογισμός παρουσιάζει την περιουσιακή κατάσταση στις 31 Δεκεμβρίου του διαρρεύσαντος οικονομικού έτους.

Ο ισολογισμός παρουσιάζεται σύμφωνα με τη διάρθρωση που ορίσθηκε στην οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς ορισμένων μορφών εταιρειών, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη την ιδιαίτερη φύση των Κοινοτήτων.

3. Ο λογαριασμός διαχείρισης ανακεφαλαιώνει το σύνολο των πράξεων του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

4. Το προσάρτημα συμπληρώνει και σχολιάζει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον ισολογισμό και στο λογαριασμό διαχείρισης, διευκρινίζοντας ιδίως τις μεθόδους που χρησίμευσαν για την κατάρτισή τους και σχολιάζοντας τα στοιχεία τους.

5. Οι ενοποιημένες δημοσιονομικές καταστάσεις των Κοινοτήτων παρουσιάζουν συγκεντρωτικά τις δημοσιονομικές πληροφορίες που είναι εγγεγραμμένες στις δημοσιονομικές καταστάσεις κάθε οργάνου.

6. Επιπλέον των δημοσιονομικών καταστάσεων, κάθε όργανο καταρτίζει έκθεση για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης.

Άρθρο 116.

1. Οι δημοσιονομικές καταστάσεις πρέπει να είναι τακτικές, ειλικρινείς και πλήρεις και να παρουσιάζουν πιστή εικόνα της περιουσιακής κατάστασης, της δημοσιονομικής κατάστασης και του αποτελέσματος του οικονομικού έτους.

2. Οι δημοσιονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των γενικώς παραδεκτών λογιστικών αρχών που απαριθμούνται κατωτέρω:

α) συνέχεια των δραστηριοτήτων

β) σύνεση

γ) σταθερότητα των λογιστικών μεθόδων

δ) ουσιαστική σημασία

ε) μη συμψηφισμός

στ) υπεροχή της πραγματικότητας σε σχέση με τη φαινομενική κατάσταση

ζ) αυτοτέλεια των οικονομικών ετών.

Άρθρο 117.

1. Οι υπόλογοι των άλλων οργάνων ανακοινώνουν, το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, τις προσωρινές δημοσιονομικές καταστάσεις τους στον υπόλογο της Επιτροπής.

Διαβιβάζουν επίσης στον υπόλογο έκθεση για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης.

2. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τις προσωρινές δημοσιονομικές καταστάσεις και διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο την 1η Μαΐου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, τις προσωρινές καταστάσεις κάθε οργάνου καθώς και τις προσωρινές ενοποιημένες δημοσιονομικές καταστάσεις των Κοινοτήτων. Διαβιβάζει την ίδια ημερομηνία την ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης κάθε οργάνου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 118.

1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο διατυπώνει, το αργότερο στις 15 Ιουλίου, τις παρατηρήσεις του σε σχέση με τις προσωρινές δημοσιονομικές καταστάσεις κάθε οργάνου προκειμένου να επιτρέψει σε κάθε όργανο να επιφέρει στις οριστικές δημοσιονομικές καταστάσεις του τις διορθώσεις τις οποίες το Συνέδριο κρίνει αναγκαίες.

2. Κάθε όργανο καταρτίζει τις οριστικές δημοσιονομικές καταστάσεις του και τις διαβιβάζει στον υπόλογο της Επιτροπής, το αργότερο στις 5 Σεπτεμβρίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, με σκοπό την κατάρτιση των οριστικών ενοποιημένων δημοσιονομικών καταστάσεων.

3. Η Επιτροπή εγκρίνει τις οριστικές ενοποιημένες δημοσιονομικές καταστάσεις και τις διαβιβάζει το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.

4. Οι οριστικές ενοποιημένες δημοσιονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται, μέχρι τις 30 Νοεμβρίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ταυτόχρονα με τη δήλωση αξιοπιστίας την οποία παρέχει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατ´εφαρμογή του άρθρου 248 της συνθήκης ΕΚ, του άρθρου 45Γ της συνθήκης ΕΚΑΧ και του άρθρου 160 Γ της συνθήκης Ευρατόμ.

Άρθρο 119.

Η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση δύο φορές ετησίως προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την κατάσταση των εγγυήσεων του προϋπολογισμού και των αντίστοιχων κινδύνων.

Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται ταυτόχρονα στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Κεφάλαιο 2 Λογιστική

Άρθρο 120.

1. Η λογιστική αποτελείται από τη γενική λογιστική και την λογιστική του προϋπολογισμού. Αυτές οι δύο μορφές λογιστικής τηρούνται ανά ημερολογιακό έτος σε ευρώ.

2. Οι λογιστικές μέθοδοι καθώς και το λογιστικό σχέδιο που ακολουθούν τα όργανα είναι εναρμονισμένα και εγκρίνονται από τον υπόλογο της Επιτροπής.

3. Η γενική λογιστική αναγράφει, σύμφωνα με τη διπλογραφική μέθοδο, το σύνολο των εσόδων και των δαπανών του οικονομικού έτους και προορίζεται για την παρουσίαση της περιουσιακής κατάστασης του οργάνου.

4. Η λογιστική του προϋπολογισμού επιτρέπει να παρακολουθείται λεπτομερώς η εκτέλεση του προϋπολογισμού.

5. Κάθε λογιστική εγγραφή στηρίζεται σε δικαιολογητικά στα οποία αναφέρεται.

Άρθρο 121.

1. Τα δεδομένα της γενικής λογιστικής και της λογιστικής του προϋπολογισμού εγκρίνονται κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους με σκοπό την κατάρτιση των δημοσιονομικών καταστάσεων των Κοινοτήτων που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1.

2. Ο υπόλογος μπορεί, μετά το κλείσιμο του οικονομικού έτους και μέχρι την ημερομηνία κλεισίματος των λογαριασμών, να προβαίνει στις διορθώσεις οι οποίες, χωρίς να συνεπάγονται εκταμίευση εις βάρος αυτού του οικονομικού έτους, είναι αναγκαίες για την πλήρη, πιστή και ειλικρινή παρουσίαση των δημοσιονομικών καταστάσεων.

Κεφάλαιο 3 Απογραφή των ακινητοποιήσεων

Άρθρο 122.

Κάθε όργανο τηρεί κατά ποσότητα και κατ´αξία, σύμφωνα με το υπόδειγμα που εγκρίνεται από τον υπόλογο της Επιτροπής, βιβλία απογραφής όλων των ενσώματων, ασώματων και χρηματοοικονομικών ακινητοποιήσεων που αποτελούν την περιουσία των Κοινοτήτων.

Κάθε όργανο αναθέτει στις υπηρεσίες του να επαληθεύουν ότι οι εγγραφές στα βιβλία απογραφών ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Οι πωλήσεις κινητών αποτελούν αντικείμενο της κατάλληλης δημοσιότητας.

Η εκχώρηση επί πληρωμή ή δωρεάν, η θέση σε αχρηστία, η μίσθωση και η εξαφάνιση λόγω απώλειας, κλοπής ή οποιασδήποτε αιτίας, των απογραφέντων αγαθών συνεπάγεται τη σύνταξη δήλωσης ή πρακτικού του διατάκτη.

ΤΙΤΛΟΣ VII ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗ

Κεφάλαιο 1 Εξωτερικός έλεγχος

Άρθρο 123.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξασφαλίζει τον έλεγχο των λογαριασμών που προβλέπεται από το άρθρο 248 της συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 45 της συνθήκης ΕΚΑΧ και το άρθρο 180 της συνθήκης Ευρατόμ.

Άρθρο 124.

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενημερώνουν το Ελεγκτικό Συνέδριο, το ταχύτερο δυνατό, σχετικά με όλες τις αποφάσεις που λαμβάνουν και όλες τις πράξεις που εκδίδουν κατ´εφαρμογή του άρθρου 8, του άρθρου 12, του άρθρου 17 παράγραφος 2, καθώς και των άρθρων 20, 21, 24 και 33.

2. Τα όργανα διαβιβάζουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο τις εσωτερικές κανονιστικές διατάξεις που θεσπίζουν σε δημοσιονομικά θέματα.

3. Ο διορισμός των διατακτών, των εσωτερικών ελεγκτών, των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών, καθώς και οι μεταβιβάσεις δημοσιονομικών αρμοδιοτήτων που γίνονται δυνάμει των άρθρων 48, 56, 58, 59 και 80, κοινοποιούνται στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 125.

1. Ο έλεγχος που διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο γίνεται βάσει δικαιολογητικών και εν ανάγκη επιτόπου. Έχει ως σκοπό να διαπιστώσει τη νομιμότητα και την κανονικότητα των εσόδων και των δαπανών σε σχέση με τις διατάξεις των συνθηκών, του προϋπολογισμού, του δημοσιονομικού κανονισμού και όλων των πράξεων που εκδίδονται κατ' εφαρμογή των συνθηκών. Έχει επίσης ως σκοπό να διαπιστώσει τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.

2. Κατά την εκπλήρωση της αποστολής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να λαμβάνει γνώση, υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 127, όλων των εγγράφων και πληροφοριών που αφορούν τη δημοσιονομική διαχείριση των υπηρεσιών ή οργανισμών που υπόκεινται στον έλεγχό του. Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία να εξετάζει κάθε υπάλληλο ο οποίος υπέχει ευθύνη σε πράξη δαπανών ή εσόδων και να χρησιμοποιεί όλες τις δυνατότητες ελέγχου που αναγνωρίζονται στις εν λόγω υπηρεσίες ή οργανισμούς.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο, για να συλλέξει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπλήρωση της αποστολής που του ανατίθεται από τις συνθήκες ή τις πράξεις που εκδίδονται κατ' εφαρμογή τους, μπορεί να παρίσταται, μετά από αίτημά του, στις πράξεις που διενεργεί η Επιτροπή κατ' εφαρμογή της ρύθμισης που εφαρμόζεται στο ΕΓΤΠΕ - τμήμα Εγγυήσεων και στους ίδιους πόρους. Η διάταξη αυτή ισχύει επίσης και για τον έλεγχο κάθε ταμείου που δημιουργείται από τις Κοινότητες.

Μετά από αίτημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κάθε όργανο εξουσιοδοτεί τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που κατέχουν περιουσιακά στοιχεία των Κοινοτήτων να του επιτρέπουν να διαπιστώνει την αντιστοιχία των εξωτερικών δεδομένων με τη λογιστική κατάσταση.

3. Στο πλαίσιο της αποστολής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα μέλη του μπορούν να επικουρούνται από τους υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τα καθήκοντα που ανατίθενται σε αυτούς τους υπαλλήλους πρέπει να κοινοποιούνται, από το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο ή από ένα εκ των μελών του, στις αρχές στις οποίες ο εξουσιοδοτημένος υπάλληλος καλείται να επιτελέσει το έργο του.

Άρθρο 126.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο μεριμνά ώστε όλες οι αξίες και τα μετρητά σε κατάθεση ή στο ταμείο να επαληθεύονται βάσει πιστοποιητικών υπογραφόμενων από τους θεματοφύλακες ή βάσει πρακτικών των καταστάσεων ταμείου ή χαρτοφυλακίου. Το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να προβαίνει σε τέτοιες επαληθεύσεις.

Άρθρο 127.

1. Η Επιτροπή, τα άλλα όργανα, οι οργανισμοί που διαχειρίζονται έσοδα ή δαπάνες εξ ονόματος των Κοινοτήτων και τα εθνικά όργανα ελέγχου ή, αν αυτά δεν διαθέτουν τις αναγκαίες αρμοδιότητες, οι αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες, καθώς και οι τελικοί δικαιούχοι πληρωμών εις βάρος του προϋπολογισμού, παρέχουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο κάθε διευκόλυνση και κάθε πληροφορία την οποία αυτό θεωρεί αναγκαία για την εκτέλεση της αποστολής του. Θέτουν στη διάθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου όλα τα δικαιολογητικά που αφορούν τη σύναψη και την εκτέλεση συμβάσεων χρηματοδοτούμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και όλους τους λογαριασμούς μετρητών και υλικών, όλα τα λογιστικά ή δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και τα συσχετιζόμενα διοικητικά έγγραφα, όλα τα έγγραφα σχετικά με τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων, όλα τα βιβλία απογραφών, όλα τα οργανογράμματα των υπηρεσιών τα οποία το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί αναγκαία για την επαλήθευση του λογαριασμού διαχείρισης βάσει εγγράφων ή επιτόπου και, για τους ίδιους σκοπούς, όλα τα έγγραφα και δεδομένα τα οποία καταρτίζονται ή φυλάσσονται σε μαγνητικό μέσο.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται επίσης στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δικαιούνται πληρωμές προερχόμενες από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

2. Οι υπάλληλοι οι υποκείμενοι στις επαληθεύσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου υποχρεούνται:

α) να ανοίγουν το ταμείο τους, να επιδεικνύουν τα μετρητά, τις αξίες και τα υλικά πάσης φύσεως και τα δικαιολογητικά της διαχείρισής τους των οποίων είναι θεματοφύλακες, καθώς και κάθε βιβλίο ή μητρώο και όλα τα συσχετιζόμενα έγγραφα.

β) να επιδεικνύουν την αλληλογραφία ή κάθε άλλο έγγραφο που απαιτείται για την πλήρη εκτέλεση του ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 125, παράγραφος 1.

Η ανακοίνωση των πληροφοριών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σημείο β) μπορεί να ζητηθεί μόνο από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

3. Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία να επαληθεύει τα έγγραφα τα σχετικά με τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων τα οποία φυλάσσονται στις υπηρεσίες των οργάνων, και ιδίως στις υπηρεσίες τις υπεύθυνες για τις αποφάσεις που αφορούν αυτά τα έσοδα και τις δαπάνες, στους οργανισμούς που διαχειρίζονται έσοδα ή δαπάνες εξ ονόματος των Κοινοτήτων και στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που λαμβάνουν πληρωμές προερχόμενες από τον προϋπολογισμό.

Τα εθνικά όργανα ελέγχου ή, αν αυτά δεν διαθέτουν τις αναγκαίες αρμοδιότητες, οι αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες θέτουν στη διάθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου όλες τις πληροφορίες που διαθέτουν σχετικά με τις πράξεις που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από τις Κοινότητες, καθώς και με τη διαχείριση και τον έλεγχο των πράξεων αυτών.

4. Η επαλήθευση της νομιμότητας και της κανονικότητας των εσόδων και των δαπανών και ο έλεγχος της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης εκτείνονται και επί της χρησιμοποίησης, από οργανισμούς ξένους προς τα όργανα, κοινοτικών πόρων εισπραχθέντων υπό μορφή επιδοτήσεων.

5. Κάθε χορήγηση κοινοτικών επιδοτήσεων σε δικαιούχους που είναι ξένοι προς τα όργανα τελεί υπό τον όρο της έγγραφης αποδοχής, από τους δικαιούχους, της επαλήθευσης που διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με τη χρησιμοποίηση του ποσού των χορηγούμενων επιδοτήσεων.

6. Η Επιτροπή παρέχει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, μετά από αίτημά του, όλες τις πληροφορίες για τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις.

7. Η χρησιμοποίηση ολοκληρωμένων συστημάτων πληροφορικής δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της πρόσβασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα δικαιολογητικά έγγραφα.

Άρθρο 128.

1. Η ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται στο άρθρο 248, παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, στο άρθρο 45Γ, παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚΑΧ και στο άρθρο 160 Γ, παράγραφος 4 της συνθήκης Ευρατόμ, διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 7 του παρόντος άρθρου.

2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο γνωστοποιεί στην Επιτροπή και στα ενδιαφερόμενα όργανα, το αργότερο στις 15 Ιουλίου, τις παρατηρήσεις που θεωρεί σκόπιμο ότι πρέπει να αναφέρονται στην ετήσια έκθεση. Οι παρατηρήσεις αυτές πρέπει να παραμένουν εμπιστευτικές.

Όλα τα όργανα απευθύνουν τις απαντήσεις τους στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου. Τα όργανα πλην της Επιτροπής απευθύνουν ταυτόχρονα τις απαντήσεις τους σε αυτή.

3. Η Επιτροπή ανακοινώνει στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τη διαχείριση των κοινοτικών πόρων για τους οποίους ασκούν αρμοδιότητα δυνάμει της εφαρμοστέας ρύθμισης, στο μέτρο που τα σχετικά κράτη μέλη εντοπίζονται στις παρατηρήσεις του Συνεδρίου.

4. Τα κράτη μέλη απευθύνουν την απάντησή τους στην Επιτροπή το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου. Η Επιτροπή ανακοινώνει την απάντηση αυτή στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέχρι τις 31 Οκτωβρίου, μαζί με τα σχόλιά της.

5. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει εκτίμηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

6. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει τόσες υποδιαιρέσεις όσες και όργανα. Το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να προσθέσει κάθε συνοπτική παρουσίαση ή παρατήρηση γενικού χαρακτήρα που κρίνει αναγκαία.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε οι απαντήσεις των οργάνων στις παρατηρήσεις του να δημοσιεύονται αμέσως μετά τις παρατηρήσεις στις οποίες αναφέρονται.

7. Το Ελεγκτικό Συνέδριο διαβιβάζει στις αρμόδιες για την απαλλαγή αρχές και στα άλλα όργανα, το αργότερο στις 30 Νοεμβρίου, την ετήσια έκθεσή του συνοδευόμενη από τις απαντήσεις και εξασφαλίζει τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 129.

Ταυτόχρονα με την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 128, το Ελεγκτικό Συνέδριο παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο δήλωση που βεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών καθώς και τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών πράξεων.

Άρθρο 130.

1. Εκτός από την ετήσια έκθεση, το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί οποτεδήποτε να υποβάλλει τις παρατηρήσεις του, με μορφή ειδικών εκθέσεων, σχετικά με ειδικά ζητήματα και να γνωμοδοτεί μετά από αίτημα ενός από τα όργανα των Κοινοτήτων.

2. Οι ειδικές εκθέσεις γνωστοποιούνται στο οικείο όργανο.

Το οικείο όργανο διαθέτει προθεσμία δυόμισι μηνών για να ανακοινώσει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τις ενδεχόμενες παρατηρήσεις του σχετικά με τις εν λόγω ειδικές εκθέσεις.

Εάν το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφασίσει να δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ορισμένες από τις εκθέσεις του, οι εκθέσεις αυτές συνοδεύονται από τις απαντήσεις των οικείων οργάνων. Όταν η ειδική έκθεση αφορά τη διαχείριση κοινοτικών πόρων για τους οποίους τα κράτη μέλη ασκούν αρμοδιότητα δυνάμει της εφαρμοστέας ρύθμισης, η Επιτροπή ανακοινώνει την ειδική έκθεση στα κράτη μέλη που εντοπίζονται στις παρατηρήσεις του Συνεδρίου.

Τα κράτη μέλη απευθύνουν την απάντησή τους στην Επιτροπή εντός προθεσμίας ενάμισυ μηνός από την έγκριση της ειδικής έκθεσης. Η Επιτροπή ανακοινώνει την απάντηση αυτή στο Ελεγκτικό Συνέδριο μαζί με τις παρατηρήσεις της.

Οι ειδικές εκθέσεις ανακοινώνονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, καθένα από τα οποία αποφασίζει, ενδεχομένως σε συνεργασία με την Επιτροπή, σχετικά με τη συνέχεια που θα τους δοθεί.

3. Οι γνωμοδοτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες δεν αφορούν προτάσεις ή σχέδια στο πλαίσιο της νομοθετικής διαβούλευσης, μπορούν να δημοσιεύονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφασίζει τη δημοσίευση αυτή μετά από διαβούλευση με το όργανο το οποίο ζήτησε τη γνωμοδότηση ή το οποίο αυτή αφορά. Οι γνωμοδοτήσεις που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα συνοδεύονται από τις απαντήσεις των οικείων οργάνων.

Κεφάλαιο 2 Απαλλαγή

Άρθρο 131.

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, χορηγεί πριν από τις 30 Απριλίου του έτους Ν + 2 απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν.

2. Αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή για τους λόγους καθυστέρησης της απόφασης.

3. Στην περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναβάλλει την απόφαση για τη χορήγηση της απαλλαγής, η Επιτροπή προσπαθεί να λάβει, το συντομότερο δυνατό, τα μέτρα που είναι δυνατό να επιτρέψουν και να διευκολύνουν την άρση των εμποδίων για την έκδοση της απόφασης αυτής.

Άρθρο 132.

1. Η απόφαση απαλλαγής αφορά τους λογαριασμούς του συνόλου των εσόδων και δαπανών των Κοινοτήτων, καθώς και το υπόλοιπο που απορρέει, και το ενεργητικό και το παθητικό των Κοινοτήτων που περιγράφονται στο δημοσιονομικό ισολογισμό. Η απόφαση αυτή περιλαμβάνει εκτίμηση της ευθύνης της Επιτροπής κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικείου οικονομικού έτους.

2. Προκειμένου να χορηγήσει την απαλλαγή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξετάζει, στη συνέχεια του Συμβουλίου, τους λογαριασμούς, τις δημοσιονομικές καταστάσεις και το δημοσιονομικό ισολογισμό που αναφέρονται στα άρθρα 275 της συνθήκης ΕΚ, 78δ της συνθήκης ΕΚΑΧ και 179α της συνθήκης Ευρατόμ. Εξετάζει επίσης την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των ελεγχόμενων οργάνων καθώς και τις κατάλληλες ειδικές εκθέσεις του, σε σχέση με το οικείο οικονομικό έτος, και τη δήλωσή του που βεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών πράξεων.

3. Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από αίτημά του, κάθε αναγκαία πληροφορία για τον έλεγχο της εκτέλεσης του προϋπολογισμού του οικείου οικονομικού έτους. Οι κανόνες πρόσβασης στις εμπιστευτικές πληροφορίες και μεταχείρισης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται με την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου, της προστασίας του απορρήτου των υποθέσεων, των διατάξεων που διέπουν τις δικαστικές και πειθαρχικές διαδικασίες και των συμφερόντων της Ένωσης.

Άρθρο 133.

1. Σύμφωνα με το άρθρο 276 της συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 78ζ της συνθήκης ΕΚΑΧ και το άρθρο 180β της συνθήκης Ευρατόμ, η Επιτροπή καθώς και τα λοιπά όργανα καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε να δώσουν συνέχεια στις παρατηρήσεις που συνοδεύουν την απόφαση περί απαλλαγής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και στα σχόλια που συνοδεύουν τη σύσταση περί απαλλαγής που εγκρίνεται από το Συμβούλιο.

2. Μετά από αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, τα όργανα συντάσσουν έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν στη συνέχεια αυτών των παρατηρήσεων και σχολίων, και ιδίως σχετικά με τις οδηγίες που έδωσαν στις υπηρεσίες τους οι οποίες συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή αναφέροντας τα μέτρα που έλαβαν για να δώσουν συνέχεια σε αυτές τις παρατηρήσεις προκειμένου η Επιτροπή να τα λάβει υπόψη της στη δική της έκθεση. Οι εκθέσεις των οργάνων διαβιβάζονται επίσης στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ, ΤΜΗΜΑ "ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ"

Άρθρο 134.

1. Οι διατάξεις του μέρους Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις υπηρεσίες και οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στο Τμήμα Εγγυήσεων του ΕΓΤΠΕ, καθώς και στα αντίστοιχα έσοδα, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

2. Οι πράξεις τις οποίες διαχειρίζεται απευθείας η Επιτροπή εκτελούνται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα μέρη Ι και ΙΙΙ.

Άρθρο 135.

1. Για κάθε οικονομικό έτος, ο προϋπολογισμός του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων περιλαμβάνει πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων των οποίων το ύψος ισούται με εκείνο των πιστώσεων πληρωμών.

2. Οι πιστώσεις πληρωμών που δεν χρησιμοποιούνται μεταφέρονται αυτομάτως μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος για την κάλυψη των προγενέστερων υποχρεώσεων.

3. Οι πιστώσεις πληρωμών που έχουν αποτελέσει το αντικείμενο μεταφοράς και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί και πάλι μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους ακυρώνονται.

Άρθρο 136.

1. Η Επιτροπή επιστρέφει στα κράτη μέλη τις δαπάνες στις οποίες αυτά υποβάλλονται.

2. Οι αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες καθορίζεται το ύψος των καταβαλλόμενων για τις επιστροφές ποσών αποτελούν συνολικές προσωρινές αναλήψεις υποχρεώσεων, εντός του ορίου των συνολικών πιστώσεων που εγγράφονται στο ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, μετά από αφαίρεση των εσόδων για ειδικό προορισμό.

3. Οι τρέχουσες διαχειριστικές δαπάνες του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων μπορούν, από την 15η Νοεμβρίου και εξής, να αποτελούν το αντικείμενο προκαταβολικών αναλήψεων υποχρεώσεων οι οποίες επιβαρύνουν τις πιστώσεις που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Ωστόσο, αυτές οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ήμισυ των συνολικών αντίστοιχων πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους. Μπορούν μόνο να αναφέρονται σε δαπάνες των οποίων η αρχή θεμελιώνεται σε υπάρχουσα νομική βάση.

Άρθρο 137.

1. Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις υπηρεσίες και οργανισμούς που αναφέρονται στις ρυθμίσεις σχετικά με το ΕΓΤΠΕ-τμήμα Εγγυήσεων αποτελούν, εντός δύο μηνών από την παραλαβή των σχετικών καταστάσεων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, το αντικείμενο δεσμεύσεων πιστώσεων κατά κεφάλαιο, άρθρο και θέση. Εκτός από την περίπτωση που δεν έχει γίνει ακόμη η πληρωμή από τα κράτη μέλη ή που η επιλεξιμότητα είναι αβέβαιη, ο καταλογισμός στις πληρωμές γίνεται εντός της ίδιας προθεσμίας.

Οι ως άνω δημοσιονομικές δεσμεύσεις πιστώσεων αφαιρούνται από τις συνολικές προσωρινές αναλήψεις υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 136.

2. Οι συνολικές προσωρινές αναλήψεις υποχρεώσεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους και δεν καταλήγουν, πριν από την 1η Φεβρουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους, σε δεσμεύσεις πιστώσεων, με λεπτομερή εγγραφή βάσει της ονοματολογίας του προϋπολογισμού, αποδεσμεύονται στο πλαίσιο του αρχικού οικονομικού έτους.

3. Οι παράγραφοι 1 και 3 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της εκκαθάρισης των λογαριασμών.

Άρθρο 138.

Οι δαπάνες καταλογίζονται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους βάσει των επιστροφών που πραγματοποιεί η Επιτροπή προς τα κράτη μέλη το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου αυτού του οικονομικού έτους, υπό τον όρο ότι το εκάστοτε ένταλμα πληρωμής περιέρχεται στον υπόλογο το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.

Άρθρο 139.

1. Εφόσον η Επιτροπή μπορεί να προβεί, κατ' εφαρμογή του άρθρου 21, σε μεταφορές πιστώσεων, λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους και ενημερώνει σχετικά την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή.

2. Στις περιπτώσεις εκτός αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή προτείνει στην Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή μεταφορές πιστώσεων το αργότερο στις 10 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.

Η Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή αποφασίζει για τις μεταφορές πιστώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22, αλλά εντός προθεσμίας τριών εβδομάδων.

Άρθρο 140.

Τα έσοδα για ειδικό προορισμό του παρόντος Τίτλου διατίθενται συνολικά είτε για τις πιστώσεις του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των δαπανών της κοινής γεωργικής πολιτικής, είτε για τις πιστώσεις του ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων, που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των μέτρων ανάπτυξης της υπαίθρου και των συνοδευτικών μέτρων.

ΤΙΤΛΟΣ II ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ

Άρθρο 141.

1. Οι διατάξεις του μέρους Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις υπηρεσίες και τους οργανισμούς οι οποίοι αναφέρονται στις ρυθμίσεις που διέπουν τα διαρθρωτικά ταμεία, το Ταμείο Συνοχής, και τα προενταξιακά μέτρα που αφορούν τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη, καθώς και στα αντίστοιχα έσοδα, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

2. Οι πράξεις τις οποίες διαχειρίζεται απευθείας η Επιτροπή εκτελούνται επίσης σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

3. Η διαχείριση των προενταξιακών μέσων που αφορούν την γεωργία και την ανάπτυξη μπορεί να γίνεται αποκεντρωμένα υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 150.

Άρθρο 142.

1. Η καταβολή από την Επιτροπή των ποσών της συμμετοχής των ως άνω ταμείων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141.

Η καταβολή αυτή μπορεί να έχει τη μορφή προχρηματοδότησης, ενδιάμεσης πληρωμής ή πληρωμής υπολοίπου.

2. Η προθεσμία εντός της οποίας η Επιτροπή οφείλει να πραγματοποιεί τις ενδιάμεσες πληρωμές καθορίζεται στις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141.

3. Η διεκπεραίωση των εκ μέρους των κρατών μελών επιστροφών των ποσών της προχρηματοδότησης καθώς και η επίδρασή της στο ύψος της συμμετοχής των προαναφερόμενων ταμείων διέπονται από τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141.

4. Οι πληρωμές πραγματοποιούνται με την επιφύλαξη των δημοσιονομικών διορθώσεων τις οποίες η Επιτροπή ή τα κράτη μέλη κρίνουν αναγκαίες σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141.

Άρθρο 143.

Υπό τους όρους που προβλέπονται στις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141, η Επιτροπή αποδεσμεύει αυτοδικαίως τις δεσμευθείσες πιστώσεις.

Οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις μπορούν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή, καθώς και σε περίπτωση σημαντικής φυσικής καταστροφής με σοβαρές επιπτώσεις στην υλοποίηση των παρεμβάσεων που υποστηρίζονται από τα διαρθρωτικά ταμεία.

Προς τούτο, η Επιτροπή εξετάζει τις αποδεσμεύσεις που σημειώθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και, πριν από την 15η Φεβρουαρίου του τρέχοντος οικονομικού έτους, αποφαίνεται, με γνώμονα τις ανάγκες, ως προς την αναγκαιότητα της ανασύστασης των αντίστοιχων πιστώσεων.

Άρθρο 144.

Όσον αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο, αρκεί να αφορούν πιστώσεις προοριζόμενες για τον ίδιο στόχο, κατά την έννοια των ρυθμίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 141.

Άρθρο 145.

Οι πτυχές που αφορούν τη διαχείριση και την επιλογή των σχεδίων, καθώς και τον έλεγχο διέπονται από τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 141.

ΤΙΤΛΟΣ III ΕΡΕΥΝΑ

Άρθρο 146.

1. Οι διατάξεις των μερών Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στις πιστώσεις έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Οι πιστώσεις αυτές εγγράφονται είτε σε τίτλο του προϋπολογισμού αναφερόμενο στον εκάστοτε τομέα ερευνητικής πολιτικής είτε σε κεφάλαιο αναφερόμενο στις ερευνητικές δραστηριότητες που εντάσσεται σε άλλον τίτλο. Χρησιμοποιούνται δε μέσω των ενεργειών που εκτίθενται λεπτομερώς στους Κανόνες Εφαρμογής.

2. Στο εσωτερικό του τίτλου του προϋπολογισμού του αναφερόμενο στον εκάστοτε τομέα ερευνητικής πολιτικής, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 21, σε μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων εντός ορίου 15% των πιστώσεων που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία γίνεται η μεταφορά.

3. Οι εμπειρογνώμονες που αμείβονται βάσει των πιστώσεων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει το Συμβούλιο κατά τη θέσπιση κάθε ερευνητικού προγράμματος-πλαισίου.

Άρθρο 147.

1. Το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ) μπορεί να δέχεται χρηματοδοτήσεις καταλογιζόμενες σε πιστώσεις εγγεγραμμένες εκτός του τίτλου και των κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 146, παράγραφος 1, και τούτο στο πλαίσιο της συμμετοχής του, σε ανταγωνιστική βάση ή με διαπραγμάτευση, σε κοινοτικές ενέργειες χρηματοδοτούμενες, εν όλω ή εν μέρει, από τον γενικό προϋπολογισμό.

2. Οι πιστώσεις που αφορούν τις ενέργειες στις οποίες συμμετέχει το ΚΚΕρ σε ανταγωνιστική βάση εξομοιώνονται με έσοδα για ειδικό προορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 17. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που προκύπτουν από τα έσοδα αυτά καθίστανται διαθέσιμες ήδη από την πρόβλεψη της δημιουργούμενης απαίτησης.

Η εκτέλεση των πιστώσεων αυτών εμφαίνεται σε αναλυτική λογιστική του λογαριασμού διαχείρισης για καθεμιά από τις κατηγορίες ενεργειών στις οποίες αναφέρεται. Διαχωρίζεται δε από τα έσοδα που προέρχονται από χρηματοδοτήσεις εκ μέρους τρίτων (του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα), καθώς και από τα έσοδα που προέρχονται από άλλες υπηρεσίες που παρέχονται σε τρίτους από την Επιτροπή.

3. Οι κανόνες σύναψης των συμβάσεων του τίτλου IV του μέρους Ι δεν εφαρμόζονται στις δραστηριότητες για λογαριασμό τρίτων του ΚΚΕρ.

ΤΙΤΛΟΣ IV ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Κεφάλαιο 1 Γενικές διατάξεις

Άρθρο 148.

1. Οι διατάξεις των μερών Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στις εξωτερικές ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

2. Οι πιστώσεις που προορίζονται για τις ενέργειες στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή:

α) είτε με αυτοτελή απόφαση.

β) είτε στο πλαίσιο συμφωνιών που συνάπτονται με μία ή περισσότερες δικαιούχους τρίτες χώρες.

γ) είτε στο πλαίσιο συμφωνιών με διεθνείς οργανισμούς.

Κεφάλαιο 2 Υλοποίηση των ενεργειών

Άρθρο 149.

Οι ενέργειες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος μπορούν να υλοποιούνται είτε κεντρικά από την Επιτροπή, είτε κατά τρόπο εν όλω ή εν μέρει αποκεντρωμένο από την ή τις δικαιούχους τρίτες χώρες, είτε από κοινού με διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 150.

1. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αναθέσει στις αρχές των δικαιούχων τρίτων χωρών τη διαχείριση ορισμένων ενεργειών, αφού διαπιστώσει ότι η ή οι δικαιούχοι τρίτες χώρες είναι σε θέση να εφαρμόσουν τουλάχιστον τα ακόλουθα κατ' ελάχιστον κριτήρια για τη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων:

α) αποτελεσματικό χωρισμό των καθηκόντων του διατάκτη και του υπολόγου.

β) ύπαρξη αποτελεσματικού συστήματος εσωτερικού ελέγχου των διαχειριστικών πράξεων.

γ) χωριστές από τις υπόλοιπες δραστηριότητες διαδικασίες απόδοσης λογαριασμών που επιτρέπουν την αιτιολόγηση της χρήσης των κοινοτικών κονδυλίων.

δ) ύπαρξη ανεξάρτητου συστήματος εξωτερικού ελέγχου.

ε) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που είναι διαφανείς, δεν εισάγουν διακρίσεις και εμποδίζουν κάθε σύγκρουση συμφερόντων.

2. η δικαιούχος χώρα οφείλει να δέχεται να φέρει την πλήρη ευθύνη για τα κοινοτικά κονδύλια που της καταβλήθηκαν. Εξάλλου, αναλαμβάνει τη δέσμευση να επαληθεύει τακτικά ότι οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχουν υλοποιηθεί ορθώς, να προλαμβάνει και να διώκει τις παρατυπίες και την απάτη και να ανακτά τα κονδύλια που έχουν απολεσθεί, καταβληθεί αχρεωστήτως, ή αποτελέσει αντικείμενο κακής εκτέλεσης.

Άρθρο 151.

Η υλοποίηση των ενεργειών από τις δικαιούχους τρίτες χώρες ή από τους διεθνείς οργανισμούς υπόκειται στον έλεγχο της Επιτροπής. Η ελεγκτική διαδικασία έχει τη μορφή είτε εκ των προτέρων έγκρισης είτε εκ των υστέρων ελέγχου, είτε και μεικτή μορφή.

Άρθρο 152.

1. Οι ενέργειες που αναλαμβάνονται είτε αυτοτελώς, είτε στο πλαίσιο συμφωνιών με δικαιούχους τρίτες χώρες ή με διεθνείς οργανισμούς, οδηγούν στη σύναψη:

α) χρηματοδοτικής σύμβασης μεταξύ της Επιτροπής, ενεργούσας εξ ονόματος των Κοινοτήτων, και της ή των δικαιούχων τρίτων χωρών ή των οργανισμών που αυτές υποδεικνύουν, στο εξής «οι δικαιούχοι».

β) ή σύμβασης ή συμφωνίας επιδότησης με οργανισμούς δημοσίου, εθνικού ή διεθνούς, δικαίου ή με φυσικά ή νομικά πρόσωπα που επιφορτίζονται με την υλοποίηση των ενεργειών.

Αυτές οι συμβάσεις και συμφωνίες καθορίζουν τους όρους διαχείρισης της εξωτερικής βοήθειας από τον αντισυμβαλλόμενο.

2. Οι χρηματοδοτικές συμβάσεις με δικαιούχους τρίτες χώρες εξομοιώνονται με ατομικές νομικές δεσμεύσεις συναπτόμενες εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 71 παράγραφος 2. Οι ατομικές συμβάσεις και συμφωνίες που υλοποιούν αυτές τις χρηματοδοτικές συμβάσεις πρέπει να συνάπτονται το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν+3, όπου το έτος Ν είναι αυτό στη διάρκεια του οποίου εγκρίθηκε η δημοσιονομική δέσμευση. Οι ατομικές συμβάσεις και συμφωνίες που αφορούν τον εσωτερικό έλεγχο και την αξιολόγηση μπορούν να συναφθούν μεταγενέστερα.

Κεφάλαιο 3 Σύναψη των συμβάσεων

Άρθρο 153.

1. Οι διατάξεις του άρθρου 53 και του κεφαλαίου 1 του τίτλου IV του μέρους Ι οι οποίες αναφέρονται στις γενικές διατάξεις σύναψης των συμβάσεων εφαρμόζονται και στις συμβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων σχετικά με τα κατώτατα όρια και τις λεπτομέρειες σύναψης των εξωτερικών συμβάσεων που προβλέπονται στους Κανόνες Εφαρμογής. Οι εν λόγω συμβάσεις συνάπτονται :

α) από την Επιτροπή, εξ ονόματος και για λογαριασμό ενός ή περισσοτέρων δικαιούχων.

β) από τον ή τους δικαιούχους. ή

γ) από οργανισμό εθνικού ή διεθνούς δικαίου ή από νομικά ή φυσικά πρόσωπα που έχουν υπογράψει σύμβαση ή συμφωνία χρηματοδότησης ή επιδότησης με την Επιτροπή με σκοπό την υλοποίηση εξωτερικής ενέργειας.

2. Οι διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων πρέπει να προβλέπονται στις χρηματοδοτικές συμβάσεις ή στις συμβάσεις ή συμφωνίες επιδοτήσεων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 152.

Άρθρο 154.

1. Η συμμετοχή σε διαγωνισμό είναι επί ίσοις όροις ελεύθερη για όλα τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των Συνθηκών, καθώς και, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες διατάξεις που προβλέπονται στις βασικές πράξεις που διέπουν τον τομέα της συνεργασίας, σε όλους τους υπηκόους, είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα, των δικαιούχων τρίτων χωρών ή και κάθε άλλης τρίτης χώρας που αναφέρεται ρητά στις εν λόγω πράξεις.

2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες, και σύμφωνα με τις συγκεκριμένες διατάξεις των βασικών πράξεων που διέπουν τον τομέα της συνεργασίας, είναι δυνατόν να επιτραπεί η συμμετοχή σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών και υπηκόων τρίτων χωρών πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1.

Κεφάλαιο 4 Χορήγηση των επιδοτήσεων

Άρθρο 155.

Μια ενέργεια μπορεί να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό εάν αυτό είναι απαραίτητο για την υλοποίησή της.

Κεφάλαιο 5 Επαλήθευση των λογαριασμών

Άρθρο 156.

Κάθε χρηματοδοτική σύμβαση, ή σύμβαση ή συμφωνία επιδότησης πρέπει να προβλέπει ρητά την ελεγκτική αρμοδιότητα της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, η οποία ασκείται έως και στον τελικό αποδέκτη της εκάστοτε ενέργειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 53.

ΤΙΤΛΟΣ V ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Άρθρο 157.

Οι διατάξεις των μερών Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στη λειτουργία της Υπηρεσίας Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 158.

1. Οι πιστώσεις της Υπηρεσίας, των οποίων το συνολικό ποσό είναι εγγεγραμμένο σε ειδική γραμμή του προϋπολογισμού εντός του τμήματος του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή, εμφανίζονται λεπτομερώς σε παράρτημα του τμήματος αυτού.

Το παράρτημα αυτό παρουσιάζεται με τη μορφή κατάστασης εσόδων και δαπανών, υποδιαιρουμένης κατά τον ίδιο τρόπο όπως και τα τμήματα του προϋπολογισμού.

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στο παράρτημα αυτό καλύπτουν το σύνολο των οικονομικών αναγκών της Υπηρεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων της προς εξυπηρέτηση των οργάνων των Κοινοτήτων.

2. Η Επιτροπή Διευθύνσεως της Υπηρεσίας αποφασίζει τις μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό του παραρτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή ενημερώνει την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή για τις μεταφορές αυτές.

Άρθρο 159.

Η Επιτροπή μεταβιβάζει, για τις πιστώσεις τις εγγεγραμμένες στο παράρτημα της Υπηρεσίας, τις αρμοδιότητες του διατάκτη στο διευθυντή της Υπηρεσίας και ορίζει τα όρια και τις προϋποθέσεις της μεταβίβασης αυτής.

Άρθρο 160.

1. Η Υπηρεσία καταρτίζει αναλυτική λογιστική των δαπανών της που επιτρέπει τον καθορισμό της αναλογίας των υπηρεσιών που παρέχονται σε κάθε όργανο. Η Επιτροπή Διευθύνσεως καθορίζει τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία τηρείται η λογιστική αυτή.

2. Η παρατήρηση η αναφερομένη στην ειδική γραμμή του προϋπολογισμού στην οποία εγγράφεται το σύνολο των πιστώσεων της Υπηρεσίας εμφανίζει, υπό μορφή πρόβλεψης, την εκτίμηση του κόστους των υπηρεσιών που η Υπηρεσία παρέχει για κάθε ένα από τα όργανα, βάσει των προβλέψεων της αναλυτικής λογιστικής που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

3. Η Υπηρεσία γνωστοποιεί τα αποτελέσματα της αναλυτικής αυτής λογιστικής στα οικεία όργανα.

4. Ο λογαριασμός διαχείρισης και ο ισολογισμός της Υπηρεσίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του λογαριασμού διαχείρισης και του ισολογισμού των Κοινοτήτων, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 115.

Άρθρο 161.

Η Επιτροπή Διευθύνσεως της Υπηρεσίας προσδιορίζει τους κανόνες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος τίτλου, καθώς και τις ειδικές διατάξεις που αφορούν τους όρους πώλησης των εκδόσεων και την τήρηση της αντίστοιχης λογιστικής.

Κάθε όργανο παραμένει διατάκτης των δαπανών που καταλογίζονται στις πιστώσεις έκδοσης όλων των εργασιών οι οποίες, μέσω της Υπηρεσίας, ανατίθενται σε τρίτους. Σύμφωνα με το άρθρο 17, το καθαρό προϊόν των πωλήσεων των εκδόσεων χρησιμοποιείται ως έσοδα για ειδικό προορισμό από το όργανο το οποίο συνέταξε τις εκδόσεις αυτές.

ΤΙΤΛΟΣ VI ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ

Άρθρο 162.

Οι διατάξεις των μερών Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 163.

1. Οι πιστώσεις που προορίζονται να καλύψουν το σύνολο των οικονομικών αναγκών λειτουργίας της OLAF, οι οποίες απορρέουν από την άσκηση των αποστολών και εντολών της, εγγράφονται σε ειδική γραμμή του προϋπολογισμού εντός του τμήματος του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή. Αυτές οι πιστώσεις εμφανίζονται λεπτομερώς σε παράρτημα το οποίο παρουσιάζεται με τη μορφή κατάστασης εσόδων και δαπανών, υποδιαιρουμένης κατά τον ίδιο τρόπο όπως και τα τμήματα του προϋπολογισμού.

2. Η Επιτροπή, μετά από αίτημα του Διευθυντή της OLAF, προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό του παραρτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή ενημερώνει την Αρμόδια για τον Προϋπολογισμό Αρχή για τις μεταφορές αυτές.

Άρθρο 164.

Η Επιτροπή μεταβιβάζει στο διευθυντή της OLAF τις αρμοδιότητες του διατάκτη, για τις πιστώσεις τις εγγεγραμμένες στο σχετικό με την OLAF παράρτημα του τμήματος της Επιτροπής, και ορίζει τα όρια και τις προϋποθέσεις της μεταβίβασης αυτής. Ο διευθυντής της OLAF εξουσιοδοτείται να μεταβιβάζει περαιτέρω τις αρμοδιότητές του στους υπαλλήλους που υπόκεινται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 165.

Ο λογαριασμός διαχείρισης και ο ισολογισμός της OLAF αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του λογαριασμού διαχείρισης και του ισολογισμού των Κοινοτήτων, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 115.

ΤΙΤΛΟΣ VII ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Άρθρο 166.

Οι διατάξεις των μερών Ι και ΙΙΙ εφαρμόζονται στις διοικητικές πιστώσεις με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 167.

1. Οι δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης μπορούν, από την 15η Νοεμβρίου κάθε έτους, να αναλαμβάνονται προκαταβολικά εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Πάντως, αυτές οι αναλήψεις δαπανών δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο του συνόλου των αντίστοιχων πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους. Δεν μπορούν να αφορούν νέες δαπάνες οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη αποδεκτές κατ'αρχήν στον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό.

2. Οι δαπάνες, όπως τα μισθώματα, οι οποίες πρέπει να πραγματοποιούνται εκ των προτέρων, μπορούν να πληρώνονται από την 1η Δεκεμβρίου εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος.

Άρθρο 168.

1. Για κάθε οικονομικό έτος, ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων το ποσό των οποίων ισούται με τις πιστώσεις πληρωμών.

2. Οι δαπάνες διοικητικής λειτουργίας που προκύπτουν από συμβάσεις οι οποίες καλύπτουν περιόδους υπερβαίνουσες το οικονομικό έτος, είτε σύμφωνα με τα τοπικά ήθη, είτε για την προμήθεια υλικών εξοπλισμού, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιούνται.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ -ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 169.

Το τμήμα του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή περιλαμβάνει μεταβατικά, στο πλαίσιο των πιστώσεων του ΕΓΤΠΕ- τμήμα Εγγυήσεων, ένα νομισματικό αποθεματικό του οποίου οι όροι εγγραφής, χρησιμοποίησης και χρηματοδότησης καθορίζονται, αντίστοιχα, από την απόφαση του Συμβουλίου για τη δημοσιονομική πειθαρχία και από την απόφαση του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, καθώς και από τις διατάξεις που θεσπίζονται για την εφαρμογή της.

Άρθρο 170.

Οι πιστώσεις του ΕΓΤΠΕ- τμήμα Εγγυήσεων που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα συνοδευτικά μέτρα εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 135 μέχρι το τέλος της περιόδου την οποία καλύπτουν οι δημοσιονομικές προοπτικές, δηλαδή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2006. Μετά την ημερομηνία αυτή, θα θεσπιστούν οι κατάλληλες διατάξεις.

ΤΙΤΛΟΣ II ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 171.

Για τα θέματα του προϋπολογισμού που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν την εξουσία να ζητούν να τους γνωστοποιούνται όλες οι κατάλληλες πληροφορίες και αιτιολογήσεις.

Άρθρο 172.

Η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και μετά από γνωμοδότηση των άλλων οργάνων, θεσπίζει τους Κανόνες Εφαρμογής του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 173.

Κάθε τρία έτη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξετάζουν τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό βάσει πρότασης της Επιτροπής.

Κάθε δημοσιονομικός κανονισμός που τον τροποποιεί εκδίδεται από το Συμβούλιο, με την εφαρμογή της διαδικασίας συνεννοήσεων, εφόσον το ζητήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Οι συνεννοήσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο "επιτροπής συνεννοήσεων" η οποία περιλαμβάνει το Συμβούλιο και αντιπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Επιτροπή συμμετέχει στις εργασίες της επιτροπής συνεννοήσεων.

Σκοπός της διαδικασίας συνεννοήσεων είναι η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου. Η διαδικασία πρέπει να διεξάγεται κανονικά κατά τη διάρκεια χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, εκτός της περιπτώσεως κατά την οποία η εν λόγω πράξη πρέπει να εκδοθεί πριν από καθορισμένη ημερομηνία ή εάν υπάρχουν επείγοντες λόγοι, οπότε το Συμβούλιο μπορεί να καθορίσει κατάλληλη προθεσμία.

Όταν οι θέσεις των δύο οργάνων είναι επαρκώς παραπλήσιες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να εκφέρει νέα γνώμη. Στη συνέχεια το Συμβούλιο αποφαίνεται οριστικά.

Άρθρο 174.

Οι δημοσιονομικές ρυθμίσεις των κοινοτικών οργανισμών που διαθέτουν νομική προσωπικότητα και επιχορηγούνται από τον προϋπολογισμό πρέπει να καταρτίζονται με βάση το πρότυπο του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού. Μπορούν να αποκλίνουν από αυτό όταν το επιβάλλουν οι ειδικές απαιτήσεις της λειτουργίας τους.

Άρθρο 175.

Ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 176.

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας αντιστοιχίας που αναφέρεται στο άρθρο

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Καταργείται*: άρθρα που καταργούνται στην πρόταση, αλλά θα ενσωματωθούν στους κανόνες εφαρμογής του ΔΚ.

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

Παραπομπή στα άρθρα

Activity Based Budgeting (ABB), βλέπε κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων (ΠΒΔ)

ακινητοποιήσεις

ακύρωση πιστώσεων

αναθέτουσες αρχές

ανάκληση καθηκόντων

ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης

ανάπτυξη της υπαίθρου

ανασύσταση πιστώσεων

ανταγωνισμός, διαδικασία

αξιολόγηση

απαιτήσεις που βεβαιώνονται

απαιτήσεις που δεν έχουν ακόμα βεβαιωθεί

απαλλαγή

απάτη

απόδοση των λογαριασμών

αποθεματικό αρνητικό

αποθεματικό νομισματικό

αποθεματικό

αποτελέσματα

αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή

αρχές του προϋπολογισμού

αρχές, δημόσιες συμβάσεις

αρχές, επιδοτήσεις

αρχές, λογιστική

αυτοδίκαιη αποδέσμευση

βασική πράξη

γενική κατάσταση εσόδων

δάνεια

δανειοδοτικές και δανειοληπτικές πράξεις

δαπάνες

δαπάνες αρνητικές

δαπάνες υποχρεωτικές/μη υποχρεωτικές

δέσμευση νομική

δέσμευση συνολική

δήλωση αξιοπιστίας

δημόσιες συμβάσεις

δημοσιονομικές διορθώσεις

δημοσιονομικές καταστάσεις

δημοσιονομική δέσμευση

δημοσιονομικό δελτίο

δημοσιονομικός κανονισμός , ορισμός

δημοσιονομικός κανονισμός του 1977, κατάργηση

δημοσιονομικός κανονισμός, έναρξη ισχύος

δημοσιονομικός κανονισμός, τροποποίηση

δημοσιότητα

διαγωνισμός, δημόσιες συμβάσεις

διαδικασία ανοικτή

διαδικασία κλειστή

διαδικασία με διαπραγμάτευση

διαρθρωτικά ταμεία

διατάκτης

διαφάνεια

διαχείριση από κοινού

διαχείριση αποκεντρωμένη

διαχείριση επιμερισμένη

διαχείριση κεντρική

διαχωρισμός καθηκόντων

διεθνείς οργανισμοί

δικαιολογητικά

διοικητικές κυρώσεις (συμβάσεις και επιδοτήσεις)

διορθωτική επιστολή

διορθωτικός προϋπολογισμός

δυσχέρειες εκτέλεσης

δωροδοκία

εγγυήσεις του προϋπολογισμού

εγγύηση

ΕΓΤΠΕ,τμήμα Εγγυήσεων

εθνικά όργανα ελέγχου

ειδικότητα

είσπραξη

έκθεση, διατάκτης

έκθεση, εγγυήσεις του προϋπολογισμού

έκθεση, εκτέλεση του προϋπολογισμού

έκθεση, Ελεγκτικό Συνέδριο

έκθεση, εσωτερικός ελεγκτής

έκθεση, παρακολούθηση της απαλλαγής

εκκαθάριση των δαπανών

εκκαθάριση των λογαριασμών

εκτέλεση του προϋπολογισμού

εκτελεστικές αρμοδιότητες

Ελεγκτικό Συνέδριο

έλεγχοι

ελευθεριότητα

ενέργειες εξωτερικές

ενέργειες σε ανταγωνιστική βάση, έρευνα

ενιαία νομισματική μονάδα

ενοποίηση

ενότητα του προϋπολογισμού

ένταλμα είσπραξης

εντολή πληρωμής των δαπανών

εντολή πληρωμής

επιδοτήσεις λειτουργίας

επιδοτήσεις

έρευνα

έσοδα αρνητικά

έσοδα με ειδικό προορισμό

έσοδα

εσωτερικοί κανονισμοί

εσωτερικός ελεγκτής

ετήσια διάρκεια

ετήσιες δόσεις

ευθύνη πειθαρχική και χρηματική

ευθύνη ποινική

ευθύνη, Επιτροπή

ευρώ

ημερομηνία εγγραφής

ίδιοι πόροι

ισολογισμός

ισοσκέλιση

καθολικότητα

κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού

καταληκτική ημερομηνία εκπλήρωσης

καταληκτική ημερομηνία σύναψης συμβάσεων

καταλογισμός στον προϋπολογισμό

κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων (ΠΒΔ), βλέπε ABB

καταστάσεις προβλέψεων

κίνδυνοι

Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ)

κοινοτικοί οργανισμοί που διαθέτουν νομική προσωπικότητα, βλέπε επίσης φορείς

κράτη μέλη

λογαριασμός διαχείρισης

λογιστική αναλυτική

λογιστική γενική

λογιστική του προϋπολογισμού

λογιστικό σχέδιο

μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, εσωτερική

μεταβίβαση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων

μεταβίβαση καθηκόντων δημόσιας εξουσίας

μεταφορά πιστώσεων μεταξύ ετών

μεταφορές πιστώσεων

μεταφορές πιστώσεων, ευελιξία

μη οριστικά εγκριθείς προϋπολογισμός

νομικές υποχρεώσεις

νομική βάση, βλέπε βασική πράξη

οικονομικό έτος

ονοματολογία του προϋπολογισμού

Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου

παραίτηση, είσπραξη

παραρτήματα προϋπολογισμού

πίνακας προσωπικού

πίνακας προσωπικού, ευελιξία

πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων

πιστώσεις διαχωριζόμενες

πιστώσεις διοικητικές

πιστώσεις πληρωμών

πιστώσεις, οικονομικό έτος

πιστώσεις προσωρινές

πληρωμές, είδη

πληρωμή

πρόβλεψη απαίτησης

πρόβλεψη εσόδων

προθεσμία πληρωμής

προκαταβολικές αναλήψεις υποχρεώσεων

προκαταβολικές πληρωμές

προσαρτήμα δημοσιονομικών καταστάσεων

πρόστιμα

προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού

προσχέδιο προϋπολογισμού

προσωρινά δωδεκατημόρια

προϋπολογισμός, ορισμός

προϋπολογισμός, οριστική έγκριση

σύγκρουση συμφερόντων

συμψηφισμός, είσπραξη

συνεννόηση

συστήματα πληροφορικής

σχέδιο προϋπολογισμού

Ταμείο Εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις

τελικές διατάξεις

τεχνική και διοικητική πραγματογνωμοσύνη

τόκοι προς είσπραξη

τόκοι προς καταβολή

Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης

υπόλογος παγίων προκαταβολών

υπόλογος

υπόλοιπο

φορείς

χρηματικές ποινές

χρηματοδοτική σύμβαση

χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

χρονοδιάγραμμα του προϋπολογισμού

Top