Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000PC0382

    Πρόταση Οδηγιασ του Συμβουλιου Σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    /* COM/2000/0382 τελικό - CNS 2000/0164 */

    ΕΕ C 337E της 28.11.2000, p. 149–152 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52000PC0382

    Πρόταση Οδηγιασ του Συμβουλιου Σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA) /* COM/2000/0382 τελικό - CNS 2000/0164 */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 337 E της 28/11/2000 σ. 0149 - 0152


    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    I. Στοχος της προτασης

    1. Σκοπός αυτής της πρότασης οδηγίας είναι η υλοποίηση της συνημμένης Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνήφθη στις 22 Μαρτίου 2000 από τις οργανώσεις που εκπροσωπούν τη διοίκηση και τους εργαζομένους στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας.

    2. Όταν το "Λευκό Βιβλίο για τους κλάδους και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από την οδηγία για το χρόνο εργασίας" [1] εστάλη στους κοινωνικούς εταίρους, ζητήθηκε από αυτούς να εκλάβουν το Λευκό Βιβλίο ως ένα πρώτο γύρο επίσημων διαβουλεύσεων σχετικά με το χρόνο εργασίας στους εν λόγω κλάδους και δραστηριότητες. Στις 31 Μαρτίου 1998, η Επιτροπή δρομολόγησε τη δεύτερη φάση των διαβουλεύσεων για το περιεχόμενο της μελετώμενης πρότασης, σύμφωνα με τις αντιδράσεις για το Λευκό Βιβλίο.

    [1] COM(97) 334 τελικό, 15.07.1997.

    3. Μετά τη δεύτερη φάση των διαβουλεύσεων οι οργανώσεις που εκπροσωπούν εργοδότες και εργαζομένους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και Διεθνής Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA) συνήψαν την Ευρωπαϊκή Συμφωνία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας στις 22 Μαρτίου 2000. Η συμφωνία διαβιβάστηκε στην Επιτροπή και ζητήθηκε από αυτήν να τη θέσει σε εφαρμογή με απόφαση του Συμβουλίου κατόπιν πρότασης της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 139(2) της συνθήκης.

    II. Εξεταση της συμφωνιας

    4. Στην ανακοίνωσή της "προσαρμογή και ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο" [2], η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόνισε ότι "πριν υποβληθεί η νομοθετική πρόταση για την εφαρμογή μιας συμφωνίας στο Συμβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διεξάγει εκτίμηση που προϋποθέτει να λαμβάνεται υπόψη η αντιπροσωπευτική κατάσταση των συμβαλλομένων μερών, η εντολή τους και η νομιμότητα κάθε ρήτρας της συμφωνίας σε σχέση με το κοινοτικό δίκαιο, καθώς και των διατάξεων που αφορούν τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις".

    [2] COM(98) 322 τελικό, 20.05.1998. βλ. επίσης COM(93) 600 τελικό, 14.12.1993.

    Αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλομένων μερών και των αντίστοιχων εντολών τους

    5. Οι οργανώσεις που υπογράφουν τη συμφωνία είναι η Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), η Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), η Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και η Διεθνής Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA). Οι πέντε οργανώσεις συμμετείχαν στη μεικτή επιτροπή για την πολιτική αεροπορία από το 1987 όταν αυτή δημιουργήθηκε. Οι δραστηριότητες της μεικτής επιτροπής είχαν ως αποτέλεσμα να εγκριθούν πολυάριθμες κοινές γνώμες σχετικά με ζητήματα μεταφορών και κοινωνικής πολιτικής.

    6. Σύμφωνα με το υλικό που παρουσίασαν τα συμβαλλόμενα μέρη, αυτά δραστηριοποιούνται σε έναν ειδικό κλάδο και είναι οργανωμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Επιπλέον, αποτελούνται από οργανώσεις οι οποίες είναι αναπόσπαστο και αναγνωρισμένο μέρος των δομών των κοινωνικών εταίρων στα κράτη μέλη, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να διαπραγματεύονται συμφωνίες και έχουν εκπροσώπηση σε όλα τα κράτη μέλη. Τέλος, διαθέτουν τις κατάλληλες δομές για να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική συμμετοχή τους στην εφαρμογή των κοινωνικών διατάξεων της συνθήκης.

    7. Όλες οι υπογράφουσες οργανώσεις διαβίβασαν πληροφορίες σχετικά με το καθεστώς τους εκπροσώπησης. Τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτές διαθέτουν επαρκή εκπροσώπηση του ιπτάμενου προσωπικού στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας. Η ΑΕΑ αντιπροσωπεύει κυρίως το προσωπικό των εθνικών αεροπορικών εταιρειών. Συνολικά τα μέλη αυτής ης ένωσης απασχολούν 75% του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων στην πολιτική αεροπορία. Οι υπόλοιποι εργαζόμενοι απασχολούνται από τις εταιρείες ναυλωμένων πτήσεων, που οργανώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA), και από την Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA). Η ERA αντιπροσωπεύει ευρωπαϊκές εταιρείες αερογραμμών, κατασκευαστές και αεροδρόμια, όμως έχει παράσχει μεγέθη απασχόλησης μόνο για τις δραστηριότητες της αερογραμμών. Από συνδικαλιστική άποψη η συμφωνία υπεγράφη από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) η οποία αντιπροσωπεύει το πλήρωμα θαλάμου (περίπου τα 2/3 του συνολικού ιπτάμενου προσωπικού) και από την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA) που αντιπροσωπεύει πιλότους και μηχανικούς πτήσης.

    8. Ο παρακάτω πίνακας παρέχει μια γενική άποψη της απασχόλησης στην πολιτική αεροπορία, με εκτιμήσεις δεδομένων σχετικά με το ιπτάμενο προσωπικό. Μπορεί να εκτιμηθεί ότι βάσει των υφισταμένων μεγεθών, το συνολικό ιπτάμενο προσωπικό στην πολιτική αεροπορία ανέρχεται σε 95.000 περίπου. Από πλευράς εργοδοτών, τα μέλη των τριών υπογραφόντων μερών απασχολούν σχεδόν 95% του όλου ιπτάμενου προσωπικού από το οποίο τα μέλη της ΑΕΑ μόνον απασχολούν τα 3/4. Η ECA αντιπροσωπεύει περισσότερο από 80% των ευρωπαίων πιλότων και μηχανικών πτήσης, ενώ η ETF αντιπροσωπεύει περίπου 70% του προσωπικού θαλάμου. [3]

    [3] Πηγές:

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    9. Οι οργανώσεις συνεπώς πληρούν τα κριτήρια του κοινωνικού εταίρου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αυτά καθορίστηκαν στην ανακοίνωση της Επιτροπής του 1993 [4] που αναφέρεται παραπάνω και έχουν συνεπώς συμπεριληφθεί στον κατάλογο με τις αναγνωρισμένες οργανώσεις κοινωνικών εταίρων του παραρτήματος Ι που επισυνάπτεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής "προσαρμογή και ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο [5]: η AEA, η IACΑ και η ERA ως κλαδικές οργανώσεις εργοδοτών. η ETF ως Ευρωπαϊκή Κλαδική Επιτροπή μέλος της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (ETUC).

    [4] COM(93) 600 τελικό, 14.12.1993.

    [5] COM(98) 322 τελικό.

    Διατάξεις σχετικά με τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις

    10. Το άρθρο 137(2) της συνθήκης προβλέπει ότι η νομοθεσία περί κοινωνικής πολιτικής πρέπει να αποφεύγει την επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών οι οποίοι θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

    11. Η συμφωνία δεν κάνει διάκριση μεταξύ εργαζομένων στις μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις και των υπολοίπων. Εντούτοις, τα ελάχιστα πρότυπα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων δεν πρέπει να εξαρτώνται από το μέγεθος της επιχείρησης. Παρ' όλα αυτά, στην Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) αντιπροσωπεύονται 59 κυρίως μικρές και μεσαίες αεροπορικές επιχειρήσεις των οποίων το μέγεθος ποικίλλει, βάσει του αριθμού των απασχολουμένων και σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές (Ιανουάριος 2000) μεταξύ 28 και 2.200 εργαζομένων.

    12. Το γεγονός ότι η ERA έχει υπογράψει τη συμφωνία δείχνει ότι ελήφθησαν υπόψη τα συμφέροντα των μικρών και μεσαίων αεροπορικών επιχειρήσεων. Επιπλέον, καμία από τις διατάξεις της συμφωνίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την ενδεχόμενη είσοδο στην αγορά νέων μικρών και μεσαίων αεροπορικών επιχειρήσεων.

    13. Η Επιτροπή συνεπώς συμπεραίνει ότι η συμφωνία τηρεί τις διατάξεις που αφορούν τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις.

    "Νομιμότητα" των ρητρών της συμφωνίας

    14. Η Επιτροπή εξέτασε προσεκτικά κάθε μια από τις ρήτρες της συμφωνίας και θεωρεί ότι δεν υπάρχουν διατάξεις αντίθετες με το κοινοτικό δίκαιο. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη δεν απορρέουν άμεσα από τη συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων αλλά από τον τρόπο εφαρμογής της συμφωνίας σύμφωνα με την οδηγία. Τα μέρη νοούν ότι όσον αφορά το προσωπικό πτήσης στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας, οι διατάξεις αυτής της οδηγίας και η συνημμένη συμφωνία υποκαθιστώνται στις γενικότερες διατάξεις που περιέχονται στην οδηγία του Συμβουλίου 93/104/EΚ όπως τροποποιείται από την οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/xxx/EC. [6] Η ακόλουθη ενότητα περιέχει την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το περιεχόμενο της συμφωνίας.

    [6] Στις 3 Απριλίου 2000, η επιτροπή συμβιβασμού συμφώνησε σχετικά με ένα κείμενο συμβιβασμού για την κάλυψη των τομέων και των δραστηριοτήτων που δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας του Σμβουλίου 93/104/EΟΚ.

    Αξιολόγηση της συμφωνίας

    15. Καθορίζοντας τις ελάχιστες απαιτήσεις για το χρόνο εργασίας, η ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας υλοποιεί τα σημεία 7, 8 και 19 του Κοινοτικού Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων που αναφέρονται στο άρθρο 136 της συνθήκης.

    16. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η προσαρμογή, ευελιξία και οργάνωση του χρόνου εργασίας αποτελούν πτυχές κρίσιμης σημασίας σε ό,τι αφορά τόσο τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων όσο και το δυναμισμό των εταιρειών και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της κατάστασης της αγοράς εργασίας και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.

    17. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ανεπιφύλακτα υιοθετεί το στόχο της συμφωνίας για την οργάνωση του χρόνου εργασίας που σύναψαν η AEA, η ETF, η ECA, η ERA και η IACA και τη θεωρεί ως ένα σημαντικό βήμα από τρεις απόψεις.

    18. Πρώτον, η καθιέρωση κοινοτικών ελάχιστων προδιαγραφών για το χρόνο εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας αποτελεί ένα μεγάλο βήμα προς τη δημιουργία ενός ελάχιστου συνόλου θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

    19. Δεύτερον, η συμφωνία αποκαθιστά μια ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να διασφαλιστεί επαρκής προστασία της υγείας και της ασφάλειας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας σε ό,τι αφορά το χρόνο εργασίας και τις απαιτήσεις για επαρκή λειτουργική ευελιξία των αερογραμμών που εκτελούνται κατά τις δραστηριότητες της εμπορικής αεροπορίας αφενός και, αφετέρου, της ανάγκης να διατηρηθούν τα κατάλληλα πρότυπα για τη δημόσια ασφάλεια. Από την άποψη αυτή η συμφωνία ευθυγραμμίζεται με το πρόγραμμα κοινωνικής δράσης της Επιτροπής 1998 - 2000, το Λευκό Βιβλίο για τους κλάδους και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από την οδηγία για το χρόνο εργασίας [7] το πρόγραμμα δράσης για την κοινή πολιτική μεταφορών της Επιτροπής [8] και την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον "Εκσυγχρονισμό της οργάνωσης της εργασίας" [9].

    [7] COM(97) 334 τελικό.

    [8] COM(95) 302 τελικό.

    [9] COM(98) 592 τελικό.

    20. Τρίτον, η συμφωνία αποτελεί σημαντικό επίτευγμα για τον τομεακό κοινωνικό διάλογο σε κοινοτικό επίπεδο, επιβεβαιώνει την κρίσιμη σημασία του ρόλου των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων συμπληρώνοντας, ολοκληρώνοντας και προσαρμόζοντας τα εθνικά πρότυπα συνθηκών εργασίας σε κοινοτικό επίπεδο και περιγράφει το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι κοινωνικοί εταίροιστην ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση που συμφωνήθηκε με την έκτακτη διάσκεψη κορυφής του Λουξεμβούργου το 1997 και τα μεταγενέστερα ψηφίσματα του Συμβουλίου, ιδιαίτερα με το ψήφισμα του Συμβουλίου για τις κατευθυντήριες γραμμές απασχόλησης του 2000. [10]

    [10] Ψήφισμα του Συμβουλίου της 13ης Μαρτίου 2000 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών του 2000.

    21. Η Επιτροπή πιστεύει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την υποβολή της πρότασης που θα υλοποιεί τη συμφωνία μέσω απόφασης του Συμβουλίου.

    ΙΙΙ. Η προταση της επιτροπης

    22. Στην ανακοίνωσή της τής 14ης Δεκεμβρίου 1993, η Επιτροπή δήλωσε ότι "η εφαρμογή των συμφωνιών που συνάπτονται σε κοινοτικό επίπεδο κατόπιν κοινής αιτήσεως των κοινωνικών εταίρων με απόφαση του Συμβουλίου, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, συνεπάγεται ότι το Συμβούλιο δεν έχει τη δυνατότητα να τροποποιήσει τη συμφωνία. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή θα περιοριστεί να προτείνει οπωσδήποτε, μετά την εξέταση της συναφθείσας συμφωνίας μεταξύ κοινωνικών εταίρων, την έκδοση απόφασης σχετικά με τη συμφωνία όπως έχει υπογραφεί μεταξύ των μερών". Στην παρούσα περίπτωση, η προτεινόμενη νομική πράξη είναι η οδηγία. Περιέχει συνεπώς τις τυποποιημένες ρήτρες που αφορούν την υλοποίηση των οδηγιών σε εθνικό επίπεδο.

    23. Η Επιτροπή θεώρησε επίσης ότι "η απόφαση του Συμβουλίου πρέπει να περιορίζεται στο να καθιστά δεσμευτικές τις διατάξεις της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, έτσι ώστε το κείμενο της συμφωνίας να μην αποτελεί μέρος της απόφασης αλλά να επισυνάπτεται σ' αυτή".

    24. Τέλος, η Επιτροπή αναγγέλλει ότι "εάν το Συμβούλιο αποφασίσει, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 139, να μη θέσει σε εφαρμογή τη συμφωνία όπως αυτή συνάφθηκε από τους κοινωνικούς εταίρους, η Επιτροπή θα αποσύρει την πρότασή της για απόφαση και θα εξετάσει τη σκοπιμότητα να προτείνει, υπό το φως των πραγματοποιηθεισών εργασιών, νομοθετική πράξη στον εν λόγω τομέα".

    25. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν συμπεριέλαβε το κείμενο της συμφωνίας στην πρότασή της αλλά απλώς το επισύναψε σ' αυτήν. Επιπλέον, επαναλαμβάνει ότι, αν το Συμβούλιο καταλήξει σε τροποποίηση της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, θα αποσύρει την πρότασή της.

    Νομική βάση

    26. Το άρθρο 139(2) της συνθήκης προβλέπει ότι "οι συμφωνίες που συνάπτονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο υλοποιούνται, σε τομείς που εμπίπτουν στο άρθρο 137, όταν το ζητούν από κοινού τα υπογράφοντα μέρη, με απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται μετά από πρόταση της Επιτροπής". Η συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας αφορά θέματα υγείας και ασφάλειας, που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 του άρθρου 137 της συνθήκης. Πρόκειται για έναν από τους τομείς όπου το Συμβούλιο μπορεί να αποφανθεί με ειδική πλειοψηφία. Συνεπώς, το άρθρο 139, παράγραφος 2 αποτελεί την ενδεδειγμένη νομική βάση για την πρόταση της Επιτροπής.

    27. Το άρθρο αυτό δεν προβλέπει τη λήψη γνώμης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για αιτήματα που απευθύνονται στην Επιτροπή από τους κοινωνικούς εταίρους. Ωστόσο, σύμφωνα με τη δέσμευση που ανέλαβε στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή ενημέρωσε το Κοινοβούλιο ως προς τα διάφορα στάδια της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους. Του διαβιβάζει επίσης την παρούσα πρόταση, ώστε να μπορέσει, εφόσον το επιθυμεί, να διαβιβάσει τη γνώμη του στην Επιτροπή και το Συμβούλιο. Το ίδιο ισχύει για την ΟΚΕ και την ΕΠ.

    Μορφή της νομοθετικής πράξης

    28. Ο όρος "απόφαση" κατά την έννοια του άρθρου 139, παράγραφος 2 της συνθήκης αναφέρεται σε μία από τις δεσμευτικές νομοθετικές πράξεις του άρθρου 249 της συνθήκης. Ανήκει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής να προτείνει στο Συμβούλιο μια από τις τρεις αυτές δεσμευτικές νομικές πράξεις του προαναφερθέντος άρθρου (κανονισμός, οδηγία ή απόφαση) η οποία θα ήταν η πλέον ενδεδειγμένη. Στην παρούσα περίπτωση, δεδομένης της φύσης και του περιεχομένου του κειμένου των κοινωνικών εταίρων, είναι σαφές ότι ο προορισμός αυτής της συμφωνίας είναι να εφαρμοστεί έμμεσα μέσω διατάξεων που θα ενσωματωθούν, από τα κράτη μέλη ή τους κοινωνικούς εταίρους, στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση αυτή, το πλέον ενδεδειγμένο νομικό μέσο για την εφαρμογή της συμφωνίας είναι μια οδηγία του Συμβουλίου. Εξάλλου, σύμφωνα με τις αναληφθείσες δεσμεύσεις, η Επιτροπή πιστεύει ότι το κείμενο της συμφωνίας δεν πρέπει να αποτελεί μέρος της οδηγίας αλλά να επισυνάπτεται σ' αυτήν.

    29. Σε ό,τι αφορά τα άρθρα της πρότασής της, η Επιτροπή προβαίνει στις ακόλουθες παρατηρήσεις:

    Άρθρο 1

    30. Το άρθρο αυτό περιορίζεται στο να καθιστά υποχρεωτική τη συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων κατά τρόπο ώστε να μπορεί να εφαρμοσθεί με απόφαση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 139, παράγραφος 2 της συνθήκης.

    Άρθρα 2 έως 6

    31. Το άρθρο 2 παράγραφος 1 αναφέρει ότι οι διατάξεις της οδηγίας δεν προβλέπουν παρά τις ελάχιστες απαιτήσεις αφήνοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα λήψης αυστηρότερων μέτρων στο σχετικό τομέα.

    32. Το άρθρο 2 παράγραφος 2 συνίσταται σε μια βασική ρήτρα "μη υποβάθμισης" η οποία αφορά τα κράτη μέλη τα οποία, τη στιγμή της έγκρισης της οδηγίας, διαθέτουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας από εκείνο που εγγυάται η συμφωνία. Αυτή η ρήτρα σημαίνει ότι δεν πρέπει να μειώνεται το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων με την έγκριση της κοινοτικής οδηγίας. Εντούτοις, προσφέρει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εγκρίνουν διαφορετικά μέτρα όπως απαιτείται από τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές τους με την επιφύλαξη της τήρησης των ελάχιστων απαιτήσεων που περιγράφονται στη συμφωνία. Οπωσδήποτε, είναι σαφές ότι το περιθώριο ελιγμών των κρατών μελών δεν αφορά παρά το επίπεδο προστασίας υπεράνω του επιπέδου που εγγυάται η οδηγία.

    33. Το άρθρο 3 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να προβλέπουν κυρώσεις με χαρακτήρα αποτελεσματικό, σύμμετρο και αποτρεπτικό. Όντως στο πλαίσιο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, έχει σημασία, όπως σε κάθε νομικό σύστημα, αφενός, να αποτρέπεται η παράβαση του κοινοτικού δικαίου από όλους εκείνους τους οποίους βαρύνουν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το προαναφερθέν δίκαιο, και, αφετέρου, να επιβάλλονται οι ενδεδειγμένες ποινές σε εκείνους που δεν σέβονται τούτο.

    34. Τα άρθρα 4 και 6 περιέχουν τις συνήθεις διατάξεις για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών.

    IV. Αιτιολογηση της οδηγιας απο πλευρας επικουρικοτητας

    35. Η πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που έχουν συνάψει η Ένωση Ευρωπαϊκών Αερογραμμών (AEA), η Ομοσπονδία των Ενώσεων Εργαζομένων στις Μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ETF). Αυτή η ρήτρα σημαίνει ότι δεν πρέπει να μειώνεται το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων με την έγκριση της κοινοτικής οδηγίας. Εντούτοις, προσφέρει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εγκρίνουν διαφορετικά μέτρα όπως απαιτείται από τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές τους με την επιφύλαξη της τήρησης των ελάχιστων απαιτήσεων που περιγράφονται στη συμφωνία είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας σε ό,τι αφορά τα δυο της κριτήρια, δηλαδή την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα, όπως αυτές αναγράφονται στο άρθρο 5 της Συνθήκης.

    36. Για το πρώτο κριτήριο, δηλαδή την αναγκαιότητα της κοινοτικής δράσης, αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 138 της συνθήκης, συμφώνησαν επί της αναγκαιότητας ανάληψης κοινοτικής δράσης στον εν λόγω τομέα και ζήτησαν να εφαρμοστεί η συμφωνία που σύναψαν σε κοινοτικό επίπεδο, με απόφαση του Συμβουλίου κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 139 παράγραφος 2 της συνθήκης και από το ότι οι αεροπορικές μεταφορές είναι υψηλά ενταγμένος και ανταγωνιστικός τομέας.

    37. Η οδηγία του Συμβουλίου ανταποκρίνεται στο κριτήριο της αναλογικότητας καθόσον απλώς καθορίζει τους μεγάλους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν από τα κράτη μέλη και επιτρέπει ταυτόχρονα στους κοινωνικούς εταίρους και όχι στην Κοινότητα να αποφασίσουν επί του περιεχομένου.

    V. Συμπερασμα

    38. Ζητείται από το Συμβούλιο να εγκρίνει την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA).

    2000/0164 (CNS)

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 139(2),

    την πρόταση της Επιτροπής [11]:

    [11] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [12],

    [12] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [13],

    [13] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [14],

    [14] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1) Η διοίκηση και οι εργαζόμενοι (οι κοινωνικοί εταίροι) μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 2 της συνθήκης, να ζητούν από κοινού να υλοποιούνται συμφωνίες σε κοινοτικό επίπεδο με απόφαση του Συμβουλίου μετά από πρόταση της Επιτροπής.

    (2) Το Συμβούλιο ενέκρινε την οδηγία 93/104/ΕΚ σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας.

    (3) Η πολιτική αεροπορία ήταν ένας από τους κλάδους και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.

    (4) Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 2 της συνθήκης, διαβουλεύθηκε με τους κοινωνικούς εταίρους για τον ενδεχόμενο προσανατολισμό μιας κοινοτικής ενέργειας στους κλάδους και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από την οδηγία 93/104/ΕΟΚ.

    (5) Η Επιτροπή, κρίνοντας, μετά τη διαβούλευση αυτή, ότι ήταν σκόπιμη η ανάληψη κοινοτικής δράσης, διαβουλεύθηκε εκ νέου με τους κοινωνικούς εταίρους σε κοινοτικό επίπεδο επί του περιεχομένου της μελετώμενης πρότασης, σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 3 της εν λόγω συνθήκης.

    (6) Η Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), η Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), η Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και η Διεθνής Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA) πληροφόρησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επιθυμία τους να αρχίσουν διαπραγματεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 138(4) της συνθήκης.

    (7) Οι εν λόγω οργανώσεις συνήψαν, στις 22 Μαρτίου 2000, ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του προσωπικού πτήσης της πολιτικής αεροπορίας.

    (8) Η συμφωνία αυτή περιέχει κοινό αίτημα προς την Επιτροπή να υλοποιήσει τη συμφωνία με απόφαση του Συμβουλίου, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 139, παράγραφος 2 της συνθήκης.

    (9) Το Συμβούλιο στην απόφασή του της 13ης Μαρτίου 2000 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών του 2000 κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους σε όλα τα κατάλληλα επίπεδα να διαπραγματευθούν συμφωνίες για τον εκσυγχρονισμό της οργάνωσης της εργασίας, συμπεριλαμβανομένων εύκαμπτων σχημάτων εργασίας, με σκοπό να καταστούν οι επιχειρήσεις παραγωγικές και ανταγωνιστικές και να επιτευχθεί η απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ ευκαμψίας και ασφάλειας.

    (10) Η παρούσα οδηγία και η συνημμένη συμφωνία θεσπίζουν ειδικότερες απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 14 της οδηγίας του Συμβουλίου 93/104/EΚ όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας.

    (11) Η προσήκουσα πράξη για την υλοποίηση της συμφωνίας είναι μια οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 249 της Συνθήκης η οποία δεσμεύει τα κράτη μέλη ως προς το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί, αφήνοντάς τους την επιλογή του τύπου και των μεθόδων.

    (12) Λόγω της υψηλά ενταγμένης φύσης του τομέα της αεροπορίας και των συνθηκών ανταγωνισμού που επικρατούν σ' αυτόν, οι στόχοι της παρούσας οδηγίας για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων δεν μπορούν να υλοποιηθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και απαιτείται συνεπώς κοινοτική δράση,.για την επίτευξη αυτών των στόχων η οδηγία δεν υπερβαίνει το προς τούτο απαραίτητο.

    (13) Σε ό, τι αφορά τους όρους που χρησιμοποιούνται στη συνθήκη και οι οποίοι δεν ορίζονται ειδικά μέσα σε αυτή, η οδηγία αφήνει στα κράτη μέλη την ελευθερία να καθορίσουν τους όρους αυτούς σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και την πρακτική, όπως συμβαίνει και με άλλες οδηγίες για την κοινωνική πολιτική που χρησιμοποιούν παρόμοιους όρους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω ορισμοί σέβονται το περιεχόμενο της συμφωνίας.

    (14) Η Επιτροπή συνέταξε πρόταση οδηγίας, σύμφωνα με την ανακοίνωσή της τής 20ής Μαΐου 1998 για την προσαρμογή και την προώθηση του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη την αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλόμενων μερών και τη νομιμότητα κάθε ρήτρας της συμφωνίας.

    (15) Η Επιτροπή συνέταξε την πρόταση οδηγίας σύμφωνα με το άρθρο 137 (2) της συνθήκης που προβλέπει ότι στις οδηγίες στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής "αποφεύγεται η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και οικονομικών εξαναγκασμών οι οποίοι θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων".

    (16) Η οδηγία και η συνημμένη συμφωνία καθιερώνουν ελάχιστα πρότυπα. ότι τα κράτη μέλη και/ή οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διατηρήσουν ή να καθιερώσουν ευνοϊκότερες διατάξεις.

    (17) Η εφαρμογή της οδηγίας αυτής δεν μπορεί να αιτιολογήσει οπισθοδρόμηση σε σχέση με την παρούσα κατάσταση σε κάθε κράτος μέλος.

    (18) Η εφαρμογή της οδηγίας συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 136 της Συνθήκης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Σκοπός αυτής της οδηγίας είναι να θέσει σε εφαρμογή τη συνημμένη ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του προσωπικού πτήσης της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε στις 22 Μαρτίου 2000 μεταξύ των οργανώσεων που εκπροσωπούν τους εργοδότες και τους εργαζομένους στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας, της Ένωσης Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), της Ευρωπαϊκής Ένωσης Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και της Διεθνούς ΕΝΩΣΗ για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA).

    Άρθρο 2

    1. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν ή να θεσπίσουν ευνοϊκότερες διατάξεις από εκείνες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

    2. Η εφαρμογή αυτής της οδηγίας δεν είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση να αποτελέσει επαρκή λόγο για τη μείωση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στους τομείς που καλύπτονται από αυτή την οδηγία. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών και/ή των εργοδοτών και των εργαζομένων να θεσπίζουν, κάτω από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες, διαφορετικές νομοθετικές, κανονιστικές ή συμβατικές ρυθμίσεις από εκείνες που ισχύουν με το χρόνο της έκδοσης αυτής της οδηγίας, με την προϋπόθεση πάντοτε ότι τηρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις που θεσπίζονται με αυτή την οδηγία.

    Άρθρο 3

    Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς των κυρώσεων που εφαρμόζονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή το αργότερο έως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 4, και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις αφορά, το συντομότερο δυνατό.

    Άρθρο 4

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2001, ή διασφαλίζουν ότι οι κοινωνικοί εταίροι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα μέσω συμφωνίας, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, τα δε κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο που να τους επιτρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι σε θέση να διασφαλίζουν τα αποτελέσματα που επιβάλλει η παρούσα οδηγία. Πληροφορούν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

    Όταν τα κράτη μέλη εκδώσουν αυτές τις διατάξεις, αυτές θα περιέχουν αναφορά σ' αυτή την οδηγία ή θα συνοδεύονται από μια τέτοια αναφορά με την ευκαιρία της επίσημης δημοσίευσής τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτή η αναφορά.

    Άρθρο 5

    Η οδηγία αυτή θα τεθεί σε ισχύ την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 6

    Τα κράτη μέλη είναι αποδέκτες της παρούσας οδηγίας.

    Έγινε στις Βρυξέλλες

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως τα άρθρα 138 και 139(2).

    Εκτιμώντας:

    ότι το άρθρο 139(2) της συνθήκης προβλέπει ότι οι συμφωνίες που συνάφθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορούν να εφαρμόζονται κατόπιν κοινού αιτήματος των υπογραφόντων μερών με απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατόπιν πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    ότι τα υπογράφοντα μέρη προβαίνουν με την παρούσα πράξη σε ένα τέτοιο αίτημα.

    ότι τα υπογράφοντα μέρη κρίνουν ότι οι διατάξεις αυτής της συμφωνίας είναι "ειδικότερες απαιτήσεις" κατά την έννοια του άρθρου 14 της οδηγίας του Συμβουλίου 93/104/EC, και ότι οι διατάξεις αυτής της οδηγίας δεν πρέπει να εφαρμοσθούν.

    Τα υπογράφοντα μέρη συμφωνούν τα εξής:

    Ρήτρα 1

    1. Η συμφωνία ισχύει για το χρόνο εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας.

    2. Θεσπίζει ειδικότερες απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 14 της οδηγίας του Συμβουλίου 93/104/EC σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας του προσωπικού πτήσης της πολιτικής αεροπορίας.

    Ρήτρα 2

    1. "Χρόνος εργασίας" νοείται κάθε περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος ευρίσκεται στην εργασία στη διάθεση του εργοδότη και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτική.

    2. "Ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας" νοούνται τα μέλη του πληρώματος που είναι παρόντα στο κατάστρωμα επιβατικού αεροσκάφους και έχουν προσληφθεί από επιχείρηση εγκατεστημένη σε κράτος μέλος.

    3. "Συνολικός χρόνος πτήσης" νοείται ο χρόνος μεταξύ της πρώτης κίνησης ενός αεροσκάφους από τη θέση στάθμευσής του με σκοπό την απογείωση έως τη στιγμή που αυτό επιστρέφει για να σταθμεύσει στην καθορισμένη θέση στάθμευσης και μέχρις ότου όλες οι μηχανές σταματήσουν.

    Ρήτρα 3

    1. Το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας δικαιούται ετήσια άδεια μετ' αποδοχών τουλάχιστον 4 εβδομάδων σύμφωνα με τους όρους γένεσης δικαιώματος και χορήγησης μιας τέτοιας άδειας που καθορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες και/ή πρακτική.

    2. Η ελάχιστη περίοδος ετήσιας άδειας μετ' αποδοχών δεν είναι δυνατό να αντικατασταθεί με τη χορήγηση αντισταθμιστικής παροχής, εκτός από τις περιπτώσεις λήξης της σχέσης εργασίας.

    Ρήτρα 4

    1. (α) Το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας δικαιούται δωρεάν υγειονομική εξέταση πριν από το διορισμό του και κατόπιν κατά τακτικά διαστήματα.

    (β) Το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας που υποφέρει από προβλήματα υγείας αναγνωρισμένα ως έχοντα σχέση με το γεγονός ότι το προσωπικό αυτό εργάζεται επίσης κατά τη νύκτα μεταφέρεται εφόσον αυτό είναι δυνατό σε θέση με εργασία κατά την ημέρα επί του αεροσκάφους ή στο έδαφος για την οποία είναι κατάλληλο.

    2. Η δωρεάν υγειονομική εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 (α) διεξάγεται με τήρηση του ιατρικού απόρρητου.

    3. Η δωρεάν υγειονομική εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 (α) μπορεί να διεξάγεται στα πλαίσια του εθνικού συστήματος ασφάλισης υγείας.

    Ρήτρα 5

    1. Για το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας προβλέπεται ασφάλεια και προστασία της υγείας ανάλογη με τη φύση της εργασίας του.

    2. Υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις κατάλληλης προστασίας και πρόληψης σχετικά με την ασφάλεια και την υγεία του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας διατίθενται πάντοτε.

    Ρήτρα 6

    Λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα έτσι ώστε ο εργοδότης, ο οποίος προτίθεται να οργανώσει εργασία σύμφωνα με ένα ορισμένο σχήμα, να λαμβάνει υπόψη τη γενική αρχή της προσαρμογής της εργασίας στον εργαζόμενο.

    Ρήτρα 7

    Πληροφορίες σχετικά με ειδικά σχήματα εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές εφόσον αυτές το ζητήσουν.

    Ρήτρα 8

    1. Ο χρόνος εργασίας πρέπει να τηρείται με την επιφύλαξη κάθε μεταγενέστερης κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τους περιορισμούς του χρόνου πτήσης και υπηρεσίας και τις απαιτήσεις ανάπαυσης και σε συνδυασμό με την εθνική νομοθεσία σχετικά με το θέμα αυτό η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε κάθε σχετικό θέμα.

    2. Ο μέγιστος ετήσιος χρόνος εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων εφεδρείας για την ανάληψη καθήκοντος όπως καθορίζονται από την εφαρμοστέα νομοθεσία, ανέρχεται σε 2000 ώρες από τις οποίες ο συνολικός χρόνος πτήσεων περιορίζεται σε 900 ώρες.

    3. Ο μέγιστος ετήσιος χρόνος εργασίας πρέπει να κατανέμεται όσο το δυνατόν πιο συμμετρικά καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.

    Ρήτρα 9

    Με την επιφύλαξη της ρήτρας 3, στο ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας παρέχονται ημέρες ελεύθερες από οιοδήποτε καθήκον και εφεδρεία, οι οποίες γνωστοποιούνται εκ των προτέρων ως εξής:

    (α) 7 τουλάχιστον εργάσιμες κατά την τοπική ρύθμιση ημέρες σε κάθε ημερολογιακό μήνα, οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν κάθε περίοδο ανάπαυσης που απαιτείται από το νόμο. και

    (β) 96 τουλάχιστον εργάσιμες κατά την τοπική ρύθμιση ημέρες σε κάθε ημερολογιακό έτος οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν κάθε περίοδο ανάπαυσης που απαιτείται από το νόμο.

    Ρήτρα 10

    Τα μέρη θα επανεξετάσουν τις παραπάνω διατάξεις 2 έτη μετά τη λήξη της περιόδου εφαρμογής που καθορίζεται στην απόφαση του Συμβουλίου η οποία θέτει σε εφαρμογή αυτή τη συμφωνία.

    Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2000

    Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA)

    Karl-Heinz Neumeister, Γενικός γραμματέας

    Manfred Merz, αντιπρόεδρος της επιτροπής κοινωνικών υποθέσεων της AEA, πρόεδρος της ομάδας διαπραγμάτευσης

    Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF)

    Brenda O'Brien, βοηθός Γενικός γραμματέας

    Betty Lecouturier, πρόεδρος, επιτροπή προσωπικού θαλάμων διακυβέρνησης

    Bent Gehlsen, μέλος της ομάδας διαπραγματεύσεων, επιτροπή προσωπικού θαλάμων διακυβέρνησης

    Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA)

    Captain Francesco Gentile, πρόεδρος

    Captain Bill Archer, αντιπρόεδρος

    Giancarlo Crivellaro, Γενικός γραμματέας

    Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης

    Mike Ambrose, γενικός διευθυντής

    Διεθνής Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    Marc Frisque, γενικός διευθυντής

    Allan Brown, διευθυντής, αεροπολιτικές και εργασιακές υποθέσεις

    ΕΝΤΥΠΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΜΜΕ)

    Τιτλος της προτασης

    Οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας που συνάφθηκε από την Ένωση Ευρωπαϊκών Αεροπορικών Εταιρειών (AEA), την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF), την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσωπικού Θαλάμων Διακυβέρνησης Αεροσκαφών (ECA), την Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) και τη Διεθνή Ένωση για τις Ναυλωμένες Πτήσεις (IACA)

    Αριθμος εγγραφου αναφορας

    xxxx

    Η προταση

    1. Λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της επικουρικότητας, γιατί απαιτείται κοινοτική νομοθεσία σε αυτό τον τομέα και ποιοι είναι οι κύριοι στόχοι της;

    Για το πρώτο κριτήριο, δηλαδή την αναγκαιότητα της κοινοτικής δράσης, αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 138 της συνθήκης, συμφώνησαν επί της αναγκαιότητας ανάληψης κοινοτικής δράσης στον εν λόγω τομέα και ζήτησαν να εφαρμοστεί η συμφωνία που σύναψαν σε κοινοτικό επίπεδο, με απόφαση του Συμβουλίου κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 139 (2) της συνθήκης. Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στο προοίμιο της συμφωνίας του Συμβουλίου 93/104/EEC, "λόγω της ιδιομορφίας της εργασίας, ίσως χρειαστεί να ληφθούν χωριστά μέτρα οργάνωσης του χρόνου εργασίας σε ορισμένους τομείς ή δραστηριότητες εκτός του τομέα εφαρμογής της παρούσας οδηγίας". Τέλος, σε μια περίπτωση που εμπίπτει στην οδηγία 93/104/EEC, το Δικαστήριο θέσπισε ότι "εφόσον το Συμβούλιο έκρινε ότι είναι αναγκαίο να βελτιωθεί το υφιστάμενο επίπεδο εργασίας όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και να εναρμονισθούν οι συνθήκες σε αυτό τον τομέα διατηρώντας παράλληλα τις βελτιώσεις που πραγματοποιήθηκαν, η επίτευξη αυτού του στόχου με την επιβολή ελάχιστων απαιτήσεων προϋποθέτει απαραίτητα δράση κοινοτικού εύρους, η οποία όμως επαφίει τη θέση σε ισχύ των λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής στα κράτη μέλη" [15].

    [15] Υπόθεση C-84/94 Ηνωμένο Βασίλειο της Μ. Βρετανίας και της Β. Ιρλανδίας κατά Συμβουλίου της ΕΕ, Συλλογή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου 1996 σελ. I-5755.

    Ο αντικτυπος στις επιχειρησεις

    2. Ποιος θα είναι ο αντίκτυπος της πρότασης;

    Θα επηρεαστεί ο τομέας της πολιτικής αεροπορίας όσον αφορά το ιπτάμενο προσωπικό του.

    Το μέγεθος των αεροπορικών επιχειρήσεων που υπολογίζεται σύμφωνα με τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούν κυμαίνεται μεταξύ 28 και μερικών χιλιάδων. Λόγω της φύσης του τομέα, οι πολύ μεγάλες εταιρείες κυριαρχούν στην αγορά με μερίδιο που ανέρχεται σε 80 έως 90% περίπου. Όμως, υπάρχουν 30 περίπου αεροπορικές εταιρείες που απασχολούν κάτω των 500 εργαζομένων και ένας μεγαλύτερος αριθμός εταιρειών που απασχολεί μεταξύ 500 και 1.000 εργαζομένων. Σε όλα τα κράτη μέλη υπάρχει τουλάχιστον μία αεροπορική εταιρεία μικρού ή μεσαίου μεγέθους.

    3. Τι πρέπει να πράξουν οι επιχειρήσεις για να συμμορφωθούν με την πρόταση;

    Οι επιχειρήσεις πρέπει να οργανώσουν την εργασία κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των διατάξεων της οδηγίας και της εθνικής νομοθεσίας περί εφαρμογής της.

    4. Τι οικονομικά αποτελέσματα μπορεί να έχει η πρόταση;

    Η πρόταση θεσπίζει ελάχιστα πρότυπα οργάνωσης του χρόνου εργασίας για το ιπτάμενο προσωπικό του τομέα της πολιτικής αεροπορίας. Εντούτοις, η νομοθεσία των κρατών μελών και/ή οι συλλογικές συμβάσεις σε εθνικό επίπεδο προβλέπουν συχνά τουλάχιστον το ίδιο γενικό επίπεδο προστασίας του ιπτάμενου προσωπικού. Από άποψη επιχειρήσεων, η πρόταση θεσπίζει δίκαιες συνθήκες για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες χωρίς να περιέχει διατάξεις οι οποίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως περιοριστικές της εισόδου στην αγορά νέων αεροπορικών επιχειρήσεων. Περαιτέρω, το γεγονός ότι οι υλικές διατάξεις της οδηγίας περιέχονται στη συνημμένη συμφωνία που συνάφθηκε μεταξύ των κοινωνικών εταίρων του τομέα, σημαίνει ότι έχουν ληφθεί προσεκτικά υπόψη οι ιδιαιτερότητες του τομέα. Καθώς η οδηγία και η συνημμένη συμφωνία πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο και καθώς και η πρόταση επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέπουν καλύτερη προστασία, τα ακριβή αποτελέσματα εξαρτώνται από τη μορφή και το περιεχόμενο των εθνικών μέτρων εφαρμογής.

    5. Περιέχει η πρόταση μέτρα έτσι ώστε να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (λιγότερο αυστηρές οι λιγότερο διαφορετικές απαιτήσεις κλπ.);

    Η συμφωνία και η πρόταση οδηγίας δεν προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ εργαζομένων στις μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις και άλλων εργαζομένων. Άλλωστε, τα ελάχιστα επίπεδα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων δεν πρέπει να εξαρτώνται από το μέγεθος της επιχείρησης. Παρόλα αυτά η Ευρωπαϊκή Ένωση Αερομεταφορέων των Περιφερειών της Ευρώπης (ERA) αντιπροσωπεύει 59 κατά κανόνα μικρές και μεσαίες αεροπορικές επιχειρήσεις το μέγεθος των οποίων ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των απασχολουμένων και, σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές (Ιανουάριος 2000), μεταξύ 28 και 2.200 εργαζομένων. Το γεγονός ότι η ERA έχει υπογράψει τη συμφωνία δείχνει ότι τα συμφέροντα των μικρών και μεσαίων αεροπορικών επιχειρήσεων έχουν ληφθεί υπόψη. Επιπλέον, καμία από τις διατάξεις της συμφωνίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την πρόσβαση των νέων μικρών και μεσαίων αεροπορικών εταιρειών στην αγορά.

    Διαβουλευση

    6. Κατάλογος των οργανώσεων οι οποίες ερωτήθηκαν σχετικά με την πρόταση και περιγραφή των κύριων απόψεών τους.

    Ερωτήθηκε ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων. Η συμφωνία που επισυνάπτεται στην πρόταση οδηγίας αποτελεί προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ των οργανώσεων που εκπροσωπούν τόσο του εργοδότες όσο και τους εργαζομένους στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας.

    Top