Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51994AR0048

    Γνωμοδότηση Της Επιτροπής Περιφερειών για την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα ευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημοσίων διοικήσεων, την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά το σύνολο των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημόσιων διοικήσεων, και την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση κοινοτικής πολυετούς δράσης σχετικά με τη λειτουργία διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (IDA)

    CdR 48/94

    ΕΕ C 217 της 6.8.1994, p. 32–35 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

    51994AR0048

    Γνωμοδότηση Της Επιτροπής Περιφερειών για την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα ευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημοσίων διοικήσεων, την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά το σύνολο των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημόσιων διοικήσεων, και την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση κοινοτικής πολυετούς δράσης σχετικά με τη λειτουργία διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (IDA) CdR 48/94

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 217 της 06/08/1994 σ. 0032


    Γνωμοδότηση για την

    - ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα ευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημοσίων διοικήσεων,

    - την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά το σύνολο των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημόσιων διοικήσεων, και

    - την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση κοινοτικής πολυετούς δράσης σχετικά με τη λειτουργία διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (IDA)

    (94/C 217/11)

    Στις 14 Απριλίου 1994, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 198 Γ της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για τις ανωτέρω προτάσεις.

    Η Επιτροπή των Περιφερειών, κατά την 3η σύνοδο ολομέλειας της 17ης και 18ης Μαΐου 1994 (συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 1994), υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση που κατήρτισε ο γενικός εισηγητής ο κ. Leon Bollendorf.

    1. Γενικές παρατηρήσεις

    1.1. Η ανακοίνωση, όπως και οι 2 προτάσεις απόφασης έχουν ως στόχο να προτείνουν ένα σύνολο μέτρων που αποσκοπούν στο να επιτρέψουν στις εθνικές διοικήσεις, και στα κοινοτικά όργανα και ιδρύματα να εξετάσουν και να ανταλλάξουν με την εφαρμογή και τη χρησιμοποίηση κατάλληλων διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και για την εφαρμογή των κοινών πολιτικών.

    1.2. Η ανακοίνωση, καθώς και οι 2 προτάσεις απόφασης συμπληρώνουν με τον τρόπο αυτό τις υφιστάμενες δράσεις που εντάσσονται συγκεκριμένα στο πλαίσιο της ανακοίνωσης προς το Συμβούλιο της 10ης Δεκεμβρίου 1990 σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα [έγγρ. COM(90) 585 τελικό - 10 Δεκεμβρίου 1990], που συμπληρώθηκε από την ανακοίνωση της 2ας Οκτωβρίου 1991 σχετικά με τις ανάγκες ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ διοικήσεων για τη διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς [έγγρ. SEC(91) 1752 τελικό - 2 Οκτωβρίου 1991].

    Το σχέδιο πρέπει επίσης να θεωρηθεί στο πλαίσιο του Λευκού Βιβλίου για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα, και την απασχόληση 1, όσον αφορά τα μεγάλα δίκτυα στον τομέα της πληροφόρησης (ομάδα Bangemann).

    Η νέα σφαιρική προσέγγιση πρέπει να περιλαμβάνει, παρέχοντάς τους την εμβέλεια που απαιτείται από τις περιστάσεις, τις δράσεις που έχουν ήδη αναπτυχθεί από την Κοινότητα στον τομέα της επεξεργασίας και της διαβίβασης των δεδομένων μεταξύ δημόσιων, εθνικών και/ή κοινοτικών διοικήσεων. Πρόκειται για τα προγράμματα Caddia και Insis, καθώς και για τα προγράμματα ENS της E& TA και Tedis.

    Πρέπει επίσης να υπενθυμισθεί ότι υπάρχουν και άλλα δίκτυα μεταξύ διοικήσεων (π.χ. SIS-Schengen, Intrastat, VIES-TVA, Comedi) που λειτουργούν στο πλαίσιο της Ένωσης και εκτός αυτού. Η ΕΤΠ θα ήθελε να πληροφορηθεί το συντομότερο δυνατό το αποτέλεσμα και τη σχέση κόστους-απόδοσης των υφιστάμενων προγραμμάτων. Κρίνει ότι μόνο μια αντικειμενική ανάλυση των τρεχόντων πρότυπων προγραμμάτων θα επιτρέψει την καθοδήγηση των φορέων λήψης αποφάσεων στις μελλοντικές τους επιλογές, και στο σωστότερο προσανατολισμό των μελλοντικών δράσεων.

    1.3. Η ΕΤΠ τονίζει ότι η κοινή διεκπεραίωση των υποθέσεων της Κοινότητας απαιτεί ειδικότερα μια αμοιβαία πρόσβαση των ενδιαφερόμενων παραγόντων στις πληροφορίες που απαιτούνται για την τρέχουσα διαχείριση και την λήψη αποφάσεων. Προκαλεί αναπόφευκτα σημαντική αύξηση του όγκου των πληροφοριών που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας και ανταλλαγής. Συνεπώς, η ΕΤΠ συμφωνεί κατ'αρχήν ως προς το στόχο που αποτελεί τη βάση της ανακοίνωσης.

    1.4. Ο στόχος της νέας προσέγγισης δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός αλλά πρέπει να συνοψίζεται στην εφαρμογή των μέσων που επιτρέπουν να υπάρξει συμβολή τόσο στην πλήρη άσκηση των 4 ελευθεριών, όσο και στην εφαρμογή των κοινών πολιτικών.

    Ενώ η νέα προσέγγιση δεν είναι παρά ένα επιτελείο μέσων για την υλοποίηση των θεμελιωδών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι προφανές ότι η εφαρμογή των μέσων αυτών πρέπει να ανταποκρίνεται ουσιαστικά στην αρχή της επικουρικότητας. Η συμβολή της Κοινότητας στην υλοποίηση των τηλεματικών δικτύων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων δεν θα πρέπει να γίνει παρά μόνο σε περίπτωση που οι στόχοι οι οποίοι θα έχουν ορισθεί δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μόνο.

    1.5. Αν και η ΕΤΠ συμφωνεί κατ'αρχήν με το βασικό στόχο που επιδιώκεται από τη νέα προσέγγιση που ορίζεται στην ανακοίνωση, καθώς και στις 2 προτάσεις απόφασης, τονίζει ότι η κατ'αρχήν αυτή συμφωνία δεν θα είναι από μόνη της σε θέση να εγγυηθεί εξ'αρχής και με αυτόματο τρόπο κάθε μελλοντική εφαρμογή ενός δικτύου, και αντίστοιχα ενός διευρωπαϊκού τηλεματικού σχεδίου μεταξύ διοικήσεων. Αντίθετα, κάθε δίκτυο, και αντίστοιχα κάθε πρόγραμμα, πρέπει να αναληθεί μεμονωμένα όσον αφορά την αναγκαιότητα και τη σκοπιμότητά του. Η δημιουργία και η εφαρμογή δικτύων και σχεδίων, θα πρέπει να γίνει με μια προσέγγιση «εκ των κάτω προς τα άνω» παρά με μια προσέγγιση «εκ των άνω προς τα κάτω», δηλαδή πρέπει να εξετασθούν και να αξιολογηθούν πρώτα απ'όλα οι υφιστάμενες ή προβλεπόμενες εφαρμογές στις διοικήσεις των κρατών μελών και να σχεδιασθούν στη συνέχεια μόνο οι τεχνικές διασύνδεσης και ανταλλαγής σε κοινοτικό επίπεδο. Κάθε δίκτυο και αντίστοιχα κάθε διευρωπαϊκό τηλεματικό σχέδιο, θα πρέπει επίσης να αναλυθεί όσον αφορά τη συμβατότητά του σε σχέση με την αρχή της επικουρικότητας. Η ΕΤΠ είναι επίσης της γνώμης ότι πρέπει πάνω από όλα να ευνοηθεί η διασύνδεση και η διαλειτουργικότητα μεταξύ δικτύων.

    1.6. Η ΕΤΠ είναι της γνώμης ότι οι προς ανταλλαγή πληροφορίες πρέπει να καθορίζονται βάσει συγκεκριμένων αναγκών αντίστοιχα στα κράτη μέλη και στις διάφορες περιοχές, στο βαθμό που αυτές έχουν την αρμοδιότητα, και ότι τα δίκτυα υλοποιούνται κατ'εφαρμογήν των υφιστάμενων ρυθμιστικών κειμένων ή των κειμένων που καταρτίζονται τη στιγμή αυτή. Κάθε δίκτυο, και αντίστοιχα κάθε μελλοντικό σχέδιο, θα πρέπει, συνεπώς, να αναλυθεί υπό το πρίσμα της χρησιμότητας που παρέχει στους πιθανούς χρήστες. Επίσης, θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η Κοινότητα δεν συμμετέχει αυτόματα στο σύνολο των μελλοντικών δικτύων, και αντίστοιχα των διευρωπαϊκών τηλεματικών σχεδίων, που θέτουν σε εφαρμογή οι ενδιαφερόμενες διοικήσεις, αλλά μόνο στα δίκτυα και αντίστοιχα στα σχέδια των οποίων το εύρος υπερβαίνει αυτό που τα κράτη μέλη μπορούν να δημιουργήσουν τα ίδια, και τα οποία ανταποκρίνονται εξάλλου στους θεμελιώδεις στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    1.7. Η ΕΤΠ επιμένει επίσης ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιφερειακοί και τοπικοί οργανισμοί στην εφαρμογή των διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων και σχεδίων. Οι οργανισμοί αυτοί θα μπορέσουν να αναπτύξουν τις δικές τους πολιτικές με ποιό αποτελεσματικό τρόπο, αν έχουν πρόσβαση σε τηλεματικές πληροφορίες που αυξάνονται σε όγκο και ποιότητα. Οι περιφερειακοί και τοπικοί οργανισμοί δεν θα πρέπει μόνο να λαμβάνονται υπόψη ως φορείς παροχής πληροφοριών, αλλά και ως χρήστες των δυνητικών δικτύων που έχουν δρομολογηθεί.

    Η ΕΤΠ εγκρίνει σχετικά ότι οι περιφερειακοί και τοπικοί οργανισμοί θα μπορούσαν να έχουν συμφέρον να δημιουργήσουν ειδικά δίκτυα ή σχέδια για τη διαχείριση των κοινών υποθέσεών τους. Κρίνει ότι η Κοινότητα θα πρέπει, αν χρειαστεί, να συμβάλει στην υλοποίηση παρόμοιων δικτύων και σχεδίων στο βαθμό που αυτά ανταποκρίνονται στα επιλεγέντα κριτήρια.

    1.8. Η ΕΤΠ συνιστά επίσης να συνοδεύεται το πρόγραμμα IDA με μια πολιτική ανοίγματος της πρόσβασης των πληροφοριών στον ιδιωτικό τομέα και στον πολίτη, στον βαθμό που η προστασία των δημόσιων συμφερόντων εξακολουθεί να είναι εγγυημένη. Η πτυχή αυτή θα πρέπει να ενταχθεί στα πλαίσια του προγράμματος λόγω της ανάγκης σύγκλισης προς τις κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίζει η Επιτροπή για τη βελτίωση της συνέργιας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην αγορά της πληροφορίας, όπως αυτές εγκρίθηκαν από τους εκπροσώπους των κρατών μελών κατά τη συνεδρίαση της συμβουλευτικής επιτροπής των ανωτέρων υπαλλήλων (SOAC). Μια τέτοια πολιτική ανοίγματος θα συμβάλει ειδικότερα στην ανάπτυξη των λιγότερο ευνοημένων περιοχών με τη διάθεση πληροφοριακών στοιχείων που έχουν συλλεγεί σε άλλα επίπεδα.

    2. Ειδικές παρατηρήσεις

    2.1. Η ΕΤΠ διαπιστώνει ότι η νομική βάση που προβάλλουν οι συντάκτες της ανακοίνωσης και οι 2 προτάσεις απόφασης είναι το άρθρο 235 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η ΕΤΠ αντιλαμβάνεται ότι με τον παρόντα φάκελλο δίδεται συνέχεια στις προηγούμενες αποφάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ελήφθησαν όταν η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε ακόμη επικυρωθεί, ούτε καν υπογραφεί. Την εποχή εκείνη, οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες δεν είχαν, κατά συνέπεια, άλλη δυνατότητα επιλογής από το να βασισθούν στο άρθρο 235. Όμως, η Συνθήκη του Μάαστριχτ έδωσε νέες αρμοδιότητες στην σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ΕΤΠ είναι συνεπώς της γνώμης ότι η νομική βάση των προαναφερόμενων προτάσεων είναι μάλλον το άρθρα 129 Β, εδάφιο 1.

    2.2. Εξάλλου, το άρθρο 129 Δ προβλέπει σαφώς τη διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με το θέμα αυτό. Συνεπώς, ζητώντας τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, οι δημιουργοί της νέας προσέγγισης ανεγνώρισαν έμμεσα το άρθρο 129 Β ως κατάλληλη νομική βάση.

    Η επιλογή της νομικής βάσης συνεπάγεται επίσης σημαντικές διαδικαστικές συνέπειες. Ενώ το άρθρο 235 απαιτεί την ομοφωνία των κρατών μελών και αρκείται μόνο στη διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το άρθρο 129 Δ, σε συνδυασμό με την πρώτη περίπτωση της πρώτης παραγράφου του άρθου 129 Γ («προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που αναφέρονται στο άρθρο 129 Β, η Κοινότητα: - καθορίζει ένα σύνολο προσανατολισμών που καλύπτουν τους στόχους, τις προτεραιότητες και τις γενικές γραμμές των μελετώμενων δράσεων στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων 7 στους εν λόγω προσανατολισμούς προσδιορίζονται σχέδια κοινού ενδιαφέροντος»), αναφέρεται ρητώς στην αποκαλούμενη «διαδικασία συναπόφασης» η οποία ορίζεται στο άρθρο 189 Β. Σύμφωνα με τη διαδικασία της συναπόφασης, το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοφηφία, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαθέτει αρκετά μεγάλο δικαίωμα συμμετοχής, ώστε να επιφέρει, εάν συντρέχει περίπτωση, οριστική απόρριψη της πρότασης. Ως εκ τούτου, στην πρώτη πρόταση απόφασης όσον αφορά το σύνολο των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημοσίων διοικήσεων, θα έπρεπε να εφαρμοσθεί η διαδικασία της συναπόφασης.

    2.3. Όσον αφορά την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση πολυετούς κοινοτικής δράσης σχετικά με τη λειτουργία διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημοσίων διοικήσεων (IDA), η ΕΤΠ εκτιμά ότι εμπίπτει στην τελευταία παράγραφο του άρθρου 129 Δ, η οποία ορίζει ότι τα άλλα μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ, τη λεγόμενη διαδικασία της «συνεργασίας». Πρόκειται πάλι για μια διαδικασία, σύμφωνα με την οποία το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία και ζητούνται οι γνωμοδοτήσεις της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Περιφερειών, αλλά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει πιο περιορισμένο δικαίωμα συμμετοχής από ό,τι στη λεγόμενη διαδικασία της «συναπόφασης».

    2.4. Η Επιτροπή των Περιφερειών επιμένει ιδιαίτερα στη νομική βάση των άρθρων 129 Β κ.ε., διότι τα άρθρα αυτά έχουν γραφεί από την οπτική της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας και η παράγραφος 2 του άρθρου 129 Β ορίζει ρητώς ότι η Κοινότητα «λαμβάνει, ειδικότερα, υπόψη την ανάγκη να συνδεθούν οι νησιωτικές, οι μεσόγειες και οι περιφερειακές περιοχές με τις κεντρικές περιοχές της Κοινότητας».

    2.5. Η ΕΤΠ επιμένει ιδιαιτέρως στη συμμετοχή των περιφερειακών και των τοπικών φορέων σε ορισμένα έργα κοινού ενδιαφέροντος. Με την υποχρεωτική συμμετοχή των φορέων περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης μπορεί κανείς να ελπίζει σε μεγαλύτερη προσέγγιση των φορέων αυτών στην κεντρική εξουσία, τόσο την εθνική όσο και την κοινοτική. Η συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών φορέων δεν πρέπει να περιορισθεί στη συλλογή δεδομένων, αλλά προπάντων πρέπει να επεκταθεί στην πρόσβαση στα διευρωπαϊκά δίκτυα που θα δημιουργηθούν.

    Η ΕΤΠ φρονεί ότι πρέπει να έχει, επίσης, πρόσβαση σε ορισμένα μέσα όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή οι τράπεζες δεδομένων, στους τομείς των αρμοδιοτήτων της.

    2.6. Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή των Περιφερειών, όπως και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, επιμένει ιδιαιτέρως στη σημασία του άξονα δράσης που αφορά την ευαισθητοποίηση και την επιμόρφωση των χρηστών. Η Επιτροπή των Περιφερειών φρονεί, επίσης, ότι η Επιτροπή πρέπει να δημιουργήσει αμέσως τις απαραίτητες συνθήκες και να παράσχει την απαιτούμενη βοήθεια, που θα επιτρέψουν την αυξημένη συμμετοχή των περιφερειακών και των τοπικών φορέων των διάφορων κρατών μελών.

    2.7. Η συνεργασία με τις τρίτες χώρες έχει, επίσης, μεγάλη σημασία. Η ταχεία έναρξη συζητήσεων με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, η πλειοψηφία των οποίων ανήκει πλέον στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και η βούληση να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις, εάν συντρέχει περίπτωση, με άλλες συνδεδεμένες χώρες, θα συμβάλει, εν καιρώ, στην ανάπτυξη του οικονομικού δυναμισμού μιας διευρυμένης Ευρώπης.

    2.8. Όπως και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η ΕΤΠ τονίζει ότι το τηλεματικό σύστημα πρέπει να στηρίζεται στα διεθνή πρότυπα του τομέα. Ο στόχος της Κοινότητας δεν πρέπει, συνεπώς, να είναι η επίτευξη μιας νέας εναρμόνισης των προτύπων, που θα ήταν ασύμβατη με τα πρότυπα που έχουν αποφασισθεί σε ευρύτερα διεθνή επίπεδα.

    Επίσης, η δράση IDA δεν πρέπει να εκληφθεί τόσο ως πρόγραμμα τεχνολογικών επενδύσεων για τις τηλεπικοινωνικές υποδομές, όσο ως δράση για το συντονισμό, την τυποποίηση και την εναρμόνιση των υποδομών που υπάρχουν ήδη στις εθνικές δημόσιες διοικήσεις και στα κοινοτικά όργανα.

    3. Ειδικές παρατηρήσεις για την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά το σύνολο των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά τηλεματικά δίκτυα των δημοσίων διοικήσεων

    3.1. Το άρθρο 1 δεν διευκρινίζει περισσότερο του δέοντος ποιες είναι οι «δημόσιες διοικήσεις» που αφορά. Είναι αλήθεια ότι, σύμφωνα με το σημείο 57 της ανακοίνωσης, τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τη συλλογή και την επεξεργασία των δεδομένων, τα οποία, μετά τη μορφοποίησή τους, διαβιβάζονται, ορισμένα στις διάφορες εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές δημόσιες διοικήσεις, και άλλα στα κοινοτικά όργανα. Η ΕΤΠ είναι, συνεπώς, της γνώμης ότι πρέπει να διευκρινισθεί στο κείμενο της μελλοντικής απόφασης ότι στις «δημόσιες διοικήσεις» πρέπει να περιλαμβάνεται κάθε εθνική, περιφερειακή ή τοπική αρχή, η φύση των δραστηριοτήτων της οποίας σχετίζεται με ένα σχέδιο κοινού ενδιαφέροντος, που προβλέπεται από την ανωτέρω πρόταση απόφασης.

    3.2. Το άρθρο 3 προβλέπει τις προτεραιότητες, σύμφωνα με μία κάθετη προσέγγιση, συγκεκριμένα αυτήν της υποστήριξης και της βελτίωσης της λειτουργίας της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων της Κοινότητας. Η ΕΤΠ διαπιστώνει ότι αυτή η επιδιωκόμενη διαδικασία λήψεως αποφάσεων δεν καθορίζεται συγκεκριμένα. Επιμένει, επ'αυτού, στην ανάγκη επανατοποθέτησης της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας και στη διατήρηση, εάν συντρέχει περίπτωση, των προνομίων που αναγνωρίζονται σε εθνικό επίπεδο στις ενδιαφερόμενες περιφερειακές ή τοπικές αρχές.

    3.3. Το άρθρο 5 παραπέμπει στα έργα κοινού ενδιαφέροντος, που παρατίθενται στο παράρτημα Ι. Η ΕΤΠ είναι της γνώμης ότι αυτός ο κατάλογος δεν πρέπει να σημαίνει ότι όλα τα έργα κοινού ενδιαφέροντος που περιλαμβάνει είναι εγκεκριμένα εκ των προτέρων. Κάθε έργο πρέπει να αναλύεται μεμονωμένα και κατά περίπτωση, τόσο ως προς τη σκοπιμότητά του όσο και ως προς την αιτιολόγησή του από άποψη σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας. Γι' αυτό, η ΕΤΠ δεν θα ήθελε να προτείνει σήμερα την κατάργηση συγκεκριμένης προτεινόμενης κατηγορίας έργων κοινού ενδιαφέροντος. Είναι, εντούτοις, της γνώμης ότι, μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών που πρόκειται να στηριχθούν, πρέπει να αναφερθεί ρητώς η διαχείριση της κοινωνικής πολιτικής και της απασχόλησης.

    Στο πλαίσιο αυτό, είναι σκόπιμο να δοθεί έμφαση σε ένα μικρό αριθμό έργων ευρείας κλίμακας, και ιδιαίτερα σε εκείνα που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, για τη βελτίωση της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο και για τη διαχείριση των κοινών πολιτικών.

    3.4. Όσο για το σημείο 4 του παραρτήματος Ι, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 5, η ΕΤΠ επαναλαμβάνει τα όσα είπε ανωτέρω στο σημείο 3.2, ότι πρέπει να διευκρινισθεί περαιτέρω η λειτουργία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων της Κοινότητας.

    4. Ειδικές παρατηρήσεις για την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση κοινοτικής πολυετούς δράσης σχετικά με τη λειτουργία διευρωπαϊκών τηλεματικών δικτύων ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (IDA)

    4.1. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου προβλέπει ότι η δράση είναι πενταετούς διάρκειας. Η διάταξη αυτή δεν διευκρινίζει αν αυτή η περίοδος είναι ανανεώσιμη. Η δράση IDA εκπνέει, προφανώς, σε πέντε χρόνια. Η ΕΤΠ λυπάται που ούτε η πρόταση απόφασης ούτε η ανακοίνωση διευκρινίζει ούτε την ενδεχόμενη εξέλιξη της εν λόγω δράσης ούτε το ρόλο που θα διαδραματίσει η Κοινότητα στα δίκτυα που θα έχουν δημιουργηθεί μετά το πέρας αυτής της περιόδου.

    4.2. Το κείμενο προβλέπει ότι η Επιτροπή επικουρείται στην εκτέλεση της δράσης από επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής. Η ΕΤΠ διαπιστώνει ότι η παρούσα πρόταση απόφασης προσθέτει έτσι άλλη μία επιτροπή στην κοινοτική πληθώρα, με κίνδυνο την υπερβολική περιπλοκή των διαδικασιών, τη στιγμή που η «επιτροπολογία» υφίσταται διαρκώς κριτική από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Η ΕΤΠ επαναλαμβάνει, επίσης, ότι, σύμφωνα με την εφραμογή της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη πρέπει να μείνουν στη βάση της εφαρμογής των τηλεματικών δικτύων και να μην υπάρχει κοινοτική παρέμβαση παρά μόνο καθαρά επικουρικού χαρακτήρα.

    4.3. Σύμφωνα με το άρθρο 8, η Επιτροπή συντάσσει ετησίως έκθεση δραστηριοτήτων, την οποία υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η ΕΤΠ, υπενθυμίζοντας ότι, κατά τη γνώμη της, ο φάκελλος πρέπει να έχει ως νομική βάση τα άρθρα 129 Β κ.ε. της Συνθήκης, τα οποία προβλέπουν γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, εκτιμά ότι η έκθεση δραστηριοτήτων πρέπει να υποβάλλεται και στην Επιτροπή των Περιφερειών, όπως εξάλλου και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

    Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 1994.

    Η Πρόεδρος της

    Επιτροπή των Πεσιφεσειών

    Jacques ΒLΑΝC

    Top