Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32024R0982

    Κανονισμός (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία, και για την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός Prüm II)

    PE/75/2023/REV/1

    ΕΕ L, 2024/982, 5.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/982/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/982/oj

    European flag

    Επίσημη Εφημερίδα
    της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    EL

    Σειρά L


    2024/982

    5.4.2024

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/982 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 13ης Μαρτίου 2024

    σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία, και για την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός Prüm II)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 2, το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο α) και το άρθρο 88 παράγραφος 2,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η Ένωση έχει θέσει ως στόχο να παρέχει στους πολίτες της χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα, εντός του οποίου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Ο εν λόγω στόχος πρέπει να επιτευχθεί μέσω, μεταξύ άλλων, κατάλληλων μέτρων για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και άλλων απειλών κατά της δημόσιας ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2020, με τίτλο «Η στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας». Ο εν λόγω στόχος απαιτεί από τις αρχές επιβολής του νόμου να ανταλλάσσουν δεδομένα, με αποτελεσματικό και έγκαιρο τρόπο, με σκοπό την αποτελεσματική πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    (2)

    Ο στόχος του παρόντος κανονισμού είναι η βελτίωση, ο εξορθολογισμός και η διευκόλυνση της ανταλλαγής ποινικών πληροφοριών και δεδομένων σχετικών με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών για τον σκοπό της πρόληψης, της εξακρίβωσης και της διερεύνησης αξιόποινων πράξεων και μεταξύ των κρατών μελών και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), σε πλήρη συμμόρφωση με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων.

    (3)

    Οι αποφάσεις 2008/615/ΔΕΥ (4) και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου (5), οι οποίες θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρχών υπεύθυνων για την πρόληψη και τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων με την πρόβλεψη της αυτοματοποιημένης διαβίβασης προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων και ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, έχουν αποδειχθεί σημαντικές για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος, προστατεύοντας την εσωτερική ασφάλεια της Ένωσης και τους πολίτες της.

    (4)

    Με βάση υφιστάμενες διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση δεδομένων, ο παρών κανονισμός καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων. Αυτό θα πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS), της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών που σχετίζονται με τα εν λόγω δεδομένα μέσω των τμημάτων SIRENE σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) ή με τα δικαιώματα των προσώπων των οποίων τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία.

    (5)

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών που είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων (πλαίσιο Prüm II). Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), καλύπτει όλες τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των αστυνομικών και τελωνειακών αρχών και άλλων αρχών επιβολής του νόμου ειδικευμένων στον τομέα της πρόληψης, της εξακρίβωσης και της διερεύνησής αξιόποινων πράξεων. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, κάθε αρχή που είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση εθνικής βάσης δεδομένων που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό ή που χορηγεί δικαστική άδεια για τη δημοσιοποίηση δεδομένων θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, εφόσον οι πληροφορίες ανταλλάσσονται για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    (6)

    Οιαδήποτε επεξεργασία ή ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να οδηγεί σε διακρίσεις εις βάρος προσώπων για οποιονδήποτε λόγο. Θα πρέπει να σέβεται πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ακεραιότητα, καθώς και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    (7)

    Οιαδήποτε επεξεργασία ή ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις περί προστασίας δεδομένων του κεφαλαίου 6 του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, στις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) ή των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1725 (8), (ΕΕ) 2016/794 ή (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Η οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζεται στη χρήση του πλαισίου Prüm II για την αναζήτηση αγνοουμένων και την ταυτοποίηση αταυτοποίητων ανθρώπινων λειψάνων, με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 εφαρμόζεται στη χρήση του πλαισίου Prüm II για την αναζήτηση αγνοουμένων και την ταυτοποίηση αταυτοποίητων ανθρώπινων λειψάνων για άλλους σκοπούς.

    (8)

    Με την πρόβλεψη της αυτοματοποιημένης αναζήτησης προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων, σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι επίσης να καταστήσει δυνατή την αναζήτηση αγνοουμένων και την ταυτοποίηση αταυτοποίητων ανθρώπινων λειψάνων. Οι εν λόγω αυτοματοποιημένες αναζητήσεις θα πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι εν λόγω αυτοματοποιημένες αναζητήσεις δεν θα πρέπει να θίγουν την εισαγωγή καταχωρίσεων για αγνοουμένους στο SIS και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τις εν λόγω καταχωρίσεις δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862.

    (9)

    Εάν τα κράτη μέλη επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν το πλαίσιο Prüm II για την αναζήτηση αγνοουμένων και την ταυτοποίηση ανθρώπινων λειψάνων, θα πρέπει να θεσπίσουν εθνικά νομοθετικά μέτρα για τον ορισμό των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για τον σκοπό αυτόν και για τον καθορισμό των ειδικών διαδικασιών, προϋποθέσεων και κριτηρίων για τον εν λόγω σκοπό. Για την αναζήτηση αγνοουμένων εκτός του τομέα των ποινικών ερευνών, τα εθνικά νομοθετικά μέτρα θα πρέπει να καθορίζουν σαφώς τους ανθρωπιστικούς λόγους για τους οποίους μπορεί να διεξαχθεί αναζήτηση αγνοουμένων. Οι εν λόγω αναζητήσεις θα πρέπει να τηρούν την αρχή της αναλογικότητας. Οι ανθρωπιστικοί λόγοι θα πρέπει να περιλαμβάνουν φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές και άλλους εξίσου αιτιολογημένους λόγους, όπως υποψίες αυτοκτονίας.

    (10)

    Ο παρών κανονισμός ορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων, καθώς και τους κανόνες για την ανταλλαγή βασικών δεδομένων κατόπιν επιβεβαιωμένης αντιστοιχίας βιομετρικών στοιχείων. Δεν έχει εφαρμογή στην ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών πέραν των όσων προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, η οποία ρυθμίζεται από την οδηγία (ΕΕ) 2023/977 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

    (11)

    Η οδηγία (ΕΕ) 2023/977 παρέχει ένα συνεκτικό ενωσιακό νομικό πλαίσιο, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους έχουν ισοδύναμη πρόσβαση στις πληροφορίες που κατέχουν άλλα κράτη μέλη όταν χρειάζονται τέτοιες πληροφορίες για την καταπολέμηση του εγκλήματος και της τρομοκρατίας Για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών, η εν λόγω οδηγία επισημοποιεί και αποσαφηνίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, ιδίως για σκοπούς έρευνας, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου του «ενιαίου σημείου επαφής» κάθε κράτους μέλους σε τέτοιες ανταλλαγές.

    (12)

    Οι σκοποί των ανταλλαγών προφίλ DNA δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν την αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών να αποφασίζουν τον σκοπό των εθνικών τους βάσεων δεδομένων DNA, συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης ή της εξακρίβωσης αξιόποινων πράξεων.

    (13)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει, κατά την αρχική σύνδεση με τον δρομολογητή που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό, να διενεργούν αυτοματοποιημένες αναζητήσεις προφίλ DNA συγκρίνοντας όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων τους με όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα σε όλες τις βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών και τα δεδομένα της Ευρωπόλ. Ο σκοπός της εν λόγω αρχικής αυτοματοποιημένης αναζήτησης είναι να επιδιώκει να μην υπάρχουν κενά στις αντιστοιχίες μεταξύ των προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στη βάση δεδομένων ενός κράτους μέλους και των προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων όλων των άλλων κρατών μελών και της Ευρωπόλ. Η αρχική αυτοματοποιημένη αναζήτηση θα πρέπει να γίνεται διμερώς και δεν θα πρέπει κατ’ ανάγκη να εκτελείται ταυτόχρονα με τις βάσεις δεδομένων όλων των άλλων κρατών μελών και των δεδομένων της Ευρωπόλ. Οι ρυθμίσεις για τη διενέργεια των αναζητήσεων αυτών, συμπεριλαμβανομένου του χρονοδιαγράμματος και της ποσότητας ανά παρτίδα, θα πρέπει να συμφωνούνται διμερώς σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    (14)

    Μετά την αρχική αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διενεργούν αυτοματοποιημένες αναζητήσεις συγκρίνοντας όλα τα νέα προφίλ DNA που προσθέτουν στις βάσεις δεδομένων τους με όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών και στα δεδομένα της Ευρωπόλ. Αυτή η αυτοματοποιημένη αναζήτηση νέων προφίλ DNA θα πρέπει να πραγματοποιείται τακτικά. Όταν δεν καθίσταται δυνατή η διενέργεια της εν λόγω αναζήτησης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να τη διενεργήσει σε μεταγενέστερο στάδιο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν έχουν χαθεί οι αντιστοιχίες. Οι ρυθμίσεις για τη διενέργεια των εν λόγω μεταγενέστερων αναζητήσεων, συμπεριλαμβανομένου του χρονοδιαγράμματος και της ποσότητας ανά παρτίδα, θα πρέπει να συμφωνούνται διμερώς σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    (15)

    Για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση δεδομένων σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα πρέπει να χρησιμοποιούν το Ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών για οχήματα και άδειες οδήγησης (Eucaris) που δημιουργήθηκε με τη συνθήκη σχετικά με το Ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών για οχήματα και άδειες οδήγησης (EUCARIS) και που έχει σχεδιαστεί για τον εν λόγω σκοπό, το οποίο συνδέει όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη σε ένα δίκτυο. Δεν απαιτείται κεντρική συνιστώσα για την καθιέρωση της επικοινωνίας, καθώς κάθε κράτος μέλος επικοινωνεί απευθείας με τα άλλα συνδεδεμένα κράτη μέλη, και η Ευρωπόλ επικοινωνεί απευθείας με τις συνδεδεμένες βάσεις δεδομένων.

    (16)

    Η ταυτοποίηση ενός εγκληματία είναι απαραίτητη για την επιτυχή ποινική έρευνα και δίωξη. Η αυτοματοποιημένη αναζήτηση εικόνων προσώπου καταδικασθέντων ή υπόπτων για τέλεση ποινικού αδικήματος, ή, εφόσον επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, θυμάτων, οι οποίες συλλέγονται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, θα μπορούσε να παρέχει πρόσθετες πληροφορίες για την επιτυχή ταυτοποίηση των εγκληματιών και την καταπολέμηση του εγκλήματος. Δεδομένου του ευαίσθητου χαρακτήρα των σχετικών δεδομένων, θα πρέπει να είναι δυνατή η διενέργεια αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μόνο για τον σκοπό της πρόληψης, της εξακρίβωσης ή της διερεύνησης ποινικού αδικήματος που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον ένα έτος σύμφωνα με το δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    (17)

    Η αυτοματοποιημένη αναζήτηση βιομετρικών δεδομένων από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αφορά μόνο τα δεδομένα που περιέχονται σε βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    (18)

    Η συμμετοχή στην αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή αστυνομικών αρχείων θα πρέπει να παραμένει εθελοντική. Όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να συμμετάσχουν, θα πρέπει να τους παρέχεται η δυνατότητα, στο πνεύμα αμοιβαιότητας, να πραγματοποιούν αναζητήσεις σε βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών, μόνο εάν καθιστούν τις δικές τους βάσεις δεδομένων διαθέσιμες για αναζητήσεις από άλλα κράτη μέλη. Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη θα πρέπει να συντάξουν εθνικά ευρετήρια των αστυνομικών αρχείων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφασίζουν ποιες από τις εθνικές βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων θα χρησιμοποιούν για τη σύνταξη των εθνικών τους ευρετηρίων αστυνομικών αρχείων. Τα εν λόγω ευρετήρια περιλαμβάνουν δεδομένα από εθνικές βάσεις δεδομένων που ελέγχει συνήθως η αστυνομία όταν λαμβάνει αιτήματα για πληροφορίες από άλλες αρχές επιβολής του νόμου. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει το ευρωπαϊκό ευρετηριακό σύστημα αστυνομικών μητρώων (EPRIS) σύμφωνα με την αρχή της εκ σχεδιασμού προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Στις διασφαλίσεις προστασίας των δεδομένων περιλαμβάνεται η ψευδωνυμοποίηση, καθώς τα ευρετήρια και οι αναζητήσεις δεν περιέχουν σαφή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, αλλά αλφαριθμητικές συμβολοσειρές. Είναι σημαντικό το EPRIS να εμποδίζει τα κράτη μέλη ή την Ευρωπόλ να αντιστρέφουν την ψευδωνυμοποίηση και να αποκαλύπτουν την εξακρίβωση ταυτότητας που οδήγησε στην αντιστοιχία. Δεδομένου του ευαίσθητου χαρακτήρα των σχετικών δεδομένων, οι ανταλλαγές εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αφορούν μόνο δεδομένα καταδικασθέντων ή υπόπτων για τέλεση ποινικού αδικήματος. Επιπλέον, θα πρέπει να είναι δυνατή η διενέργεια αυτοματοποιημένων αναζητήσεων σε εθνικά ευρετήρια των αστυνομικών αρχείων μόνο για τον σκοπό της πρόληψης, της εξακρίβωσης και της διερεύνησης ποινικού αδικήματος που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον ένα έτος σύμφωνα με το δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    (19)

    Η ανταλλαγή αστυνομικών αρχείων δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θίγει την ανταλλαγή ποινικών μητρώων μέσω του ισχύοντος Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS) που θεσπίστηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου (11).

    (20)

    Τα τελευταία χρόνια, η Ευρωπόλ έχει λάβει μεγάλο αριθμό βιομετρικών δεδομένων υπόπτων και καταδικασθέντων για τρομοκρατία και ποινικά αδικήματα από αρχές τρίτων χωρών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών από πεδία μαχών σε εμπόλεμες ζώνες. Σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν πλήρως τέτοιου είδους δεδομένα διότι δεν είναι πάντοτε διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Η συμπερίληψη δεδομένων που παρέχονται από τρίτες χώρες και αποθηκεύονται από την Ευρωπόλ στο πλαίσιο Prüm II και, ως εκ τούτου, η διάθεση των εν λόγω δεδομένων στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνάδει με τον ρόλο που διαδραματίζει η Ευρωπόλ ως κεντρικός κόμβος πληροφοριών της Ένωσης για την εγκληματικότητα και είναι απαραίτητη για την καλύτερη πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Συμβάλλει επίσης στη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των διαφόρων εργαλείων επιβολής του νόμου και διασφαλίζει ότι τα δεδομένα χρησιμοποιούνται με τον πλέον αποδοτικό τρόπο.

    (21)

    Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιεί αναζητήσεις στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών βάσει του πλαισίου Prüm II με δεδομένα που λαμβάνονται από αρχές τρίτων χωρών, με πλήρη σεβασμό των κανόνων και των όρων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, προκειμένου να δημιουργήσει διασυνοριακές συνδέσεις μεταξύ ποινικών υποθέσεων, οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπόλ. Η δυνατότητα χρήσης των δεδομένων Prüm, παράλληλα με άλλες βάσεις δεδομένων που έχει στη διάθεσή της η Ευρωπόλ, θα πρέπει να καταστήσει δυνατή τη διενέργεια μιας πιο ολοκληρωμένης και τεκμηριωμένης ανάλυσης, δίνοντας με τον τρόπο αυτόν τη δυνατότητα στην Ευρωπόλ να παρέχει καλύτερη στήριξη στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    (22)

    Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι τα αιτήματα αναζήτησης που υποβάλλει δεν υπερβαίνουν τις ικανότητες αναζήτησης δακτυλοσκοπικών δεδομένων και εικόνων προσώπου που έχουν καθορισθεί από τα κράτη μέλη. Σε περίπτωση αντιστοιχίας μεταξύ των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και των δεδομένων που αποθηκεύονται στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αποφασίζουν εάν θα παρέχουν στην Ευρωπόλ τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων της.

    (23)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 εφαρμόζεται στο σύνολό του στη συμμετοχή της Ευρωπόλ στο πλαίσιο Prüm II. Κάθε χρήση, από την Ευρωπόλ, δεδομένων που λαμβάνει από τρίτες χώρες διέπεται από το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794. Κάθε χρήση, από την Ευρωπόλ, δεδομένων που λαμβάνει από αυτοματοποιημένες αναζητήσεις βάσει του πλαισίου Prüm II θα πρέπει να υπόκειται στη συγκατάθεση του κράτους μέλους που παρέσχε τα δεδομένα και να διέπεται από το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, εάν τα δεδομένα διαβιβάζονται σε τρίτες χώρες.

    (24)

    Οι αποφάσεις 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ προβλέπουν δίκτυο διμερών συνδέσεων μεταξύ των εθνικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών. Ως συνέπεια της εν λόγω τεχνικής αρχιτεκτονικής, κάθε κράτος μέλος όφειλε να δημιουργήσει μία σύνδεση με κάθε κράτος μέλος που συμμετέχει στις ανταλλαγές, δηλαδή τουλάχιστον 26 συνδέσεις ανά κράτος μέλος, ανά κατηγορία δεδομένων. Ο δρομολογητής και το EPRIS θα απλουστεύσουν την τεχνική αρχιτεκτονική του πλαισίου Prüm και θα λειτουργήσουν ως σημεία σύνδεσης μεταξύ όλων των κρατών μελών. Ο δρομολογητής θα πρέπει να απαιτεί μία ενιαία σύνδεση ανά κράτος μέλος όσον αφορά τα βιομετρικά δεδομένα. Το EPRIS θα πρέπει να απαιτεί μία ενιαία σύνδεση ανά συμμετέχον κράτος μέλος σε σχέση με τα αστυνομικά αρχεία.

    (25)

    Ο δρομολογητής θα πρέπει να συνδέεται με την ευρωπαϊκή πύλη αναζήτησης που θεσπίστηκε με τους κανονισμούς (ΕΕ) 2019/817 (12) και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), ώστε οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ να μπορούν να πραγματοποιούν αναζητήσεις σε εθνικές βάσεις δεδομένων δυνάμει του παρόντος κανονισμού ταυτόχρονα με τις αναζητήσεις στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας, που θεσπίζεται με τους εν λόγω κανονισμούς, για σκοπούς επιβολής του νόμου σύμφωνα με τους εν λόγω κανονισμούς. Επομένως, οι εν λόγω κανονισμοί θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως. Επιπλέον, ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/818 θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποθήκευση των εκθέσεων και των στατιστικών στοιχείων του δρομολογητή στο κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών.

    (26)

    Οι αριθμοί αναφοράς των βιομετρικών δεδομένων μπορούν να είναι είτε προσωρινός αριθμός αναφοράς είτε αριθμός ελέγχου πράξης.

    (27)

    Τα συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων και τα συστήματα αναγνώρισης εικόνας προσώπου χρησιμοποιούν βιομετρικά υποδείγματα συγκροτούμενα από δεδομένα που προέρχονται από την εξαγωγή χαρακτηριστικών από πραγματικά βιομετρικά δείγματα. Τα βιομετρικά υποδείγματα θα πρέπει να λαμβάνονται από βιομετρικά δεδομένα, αλλά δεν θα πρέπει να είναι δυνατό τα ίδια αυτά βιομετρικά δεδομένα να λαμβάνονται από τα βιομετρικά υποδείγματα.

    (28)

    Ο δρομολογητής θα πρέπει να κατατάσσει, εφόσον το αποφασίσει το αιτούν κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, ανάλογα με το είδος των βιομετρικών δεδομένων, τις απαντήσεις του κράτους μέλους ή των κρατών μελών ή της Ευρωπόλ που απευθύνεται το αίτημα, συγκρίνοντας τα βιομετρικά δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και τα βιομετρικά δεδομένα που παρέχονται στις απαντήσεις του κράτους μέλους ή των κρατών μελών ή της Ευρωπόλ που απευθύνεται το αίτημα.

    (29)

    Σε περίπτωση αντιστοιχίας μεταξύ των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και των δεδομένων που τηρούνται στην εθνική βάση δεδομένων του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία απευθύνεται το αίτημα, κατόπιν μη αυτοματοποιημένης επιβεβαίωσης της αντιστοιχίας από ειδικευμένο μέλος του προσωπικού του αιτούντος κράτους μέλους και μετά τη διαβίβαση της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών και αναφοράς της υποκείμενης αξιόποινης πράξης με τη χρήση του κοινού πίνακα με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων που καθορίζονται σε εκτελεστική πράξη που πρόκειται να εκδοθεί σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα θα πρέπει να επιστρέψει περιορισμένο σύνολο βασικών δεδομένων, εφόσον τέτοια βασικά δεδομένα είναι διαθέσιμα. Το περιορισμένο σύνολο βασικών δεδομένων θα πρέπει να επιστραφεί μέσω του δρομολογητή, και εκτός εάν απαιτείται δικαστική άδεια βάσει του εθνικού δικαίου, εντός 48 ωρών από την εκπλήρωση των σχετικών προϋποθέσεων. Η εν λόγω προθεσμία θα εξασφαλίσει την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν τον έλεγχο της δημοσιοποίησης του περιορισμένου συνόλου βασικών δεδομένων. Θα πρέπει να διατηρηθεί ανθρώπινη παρέμβαση σε βασικά σημεία της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων της απόφασης έναρξης της αναζήτησης, της απόφασης επιβεβαίωσης της αντιστοιχίας, της απόφασης υποβολής αιτήματος αποστολής συνόλου βασικών δεδομένων μετά την επιβεβαίωση της αντιστοιχίας και της απόφασης γνωστοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο αιτούν κράτος μέλος, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει αυτοματοποιημένη ανταλλαγή βασικών δεδομένων.

    (30)

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση του DNA, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα θα πρέπει να μπορεί επίσης να επιβεβαιώνει αντιστοιχία μεταξύ δύο προφίλ DNA εφόσον αυτό σχετίζεται με τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Μετά την επιβεβαίωση της εν λόγω αντιστοιχίας από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και μετά τη διαβίβαση της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών και αναφοράς της υποκείμενης αξιόποινης πράξης με τη χρήση του κοινού πίνακα με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων που καθορίζονται σε εκτελεστική πράξη που πρόκειται να εκδοθεί σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ, το αιτούν κράτος μέλος θα πρέπει να επιστρέψει περιορισμένο σύνολο βασικών δεδομένων μέσω του δρομολογητή εντός 48 ωρών από την εκπλήρωση των σχετικών προϋποθέσεων, εκτός εάν απαιτείται δικαστική άδεια βάσει του εθνικού δικαίου.

    (31)

    Τα δεδομένα που παρέχονται και λαμβάνονται νόμιμα δυνάμει του παρόντος κανονισμού υπόκεινται σε προθεσμίες αποθήκευσης και επανεξέτασης που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

    (32)

    Για την ανάπτυξη του δρομολογητή και του EPRIS θα πρέπει, στο μέτρο του εφικτού, να χρησιμοποιείται το πρότυπο ενιαίου μορφότυπου μηνυμάτων (UMF). Κάθε αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει, στο μέτρο του εφικτού, να χρησιμοποιεί το πρότυπο UMF. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ επίσης ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν το πρότυπο UMF και σε σχέση με οποιαδήποτε περαιτέρω ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ τους εντός του πλαισίου Prüm II. Το πρότυπο UMF θα πρέπει να λειτουργεί ως το πρότυπο διαρθρωμένης, διασυνοριακής ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ συστημάτων πληροφοριών, αρχών ή οργανισμών στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

    (33)

    Μόνον οι μη διαβαθμισμένες πληροφορίες θα πρέπει να ανταλλάσσονται μέσω του πλαισίου Prüm II.

    (34)

    Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων Πληροφοριών Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (eu-LISA), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1726 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), και την Ευρωπόλ σχετικά με το περιεχόμενο των εθνικών του βάσεων δεδομένων που διατίθενται μέσω του πλαισίου Prüm II και τους όρους για αυτοματοποιημένες αναζητήσεις.

    (35)

    Ορισμένες παράμετροι του πλαισίου Prüm II δεν είναι δυνατόν να ρυθμίζονται εξαντλητικά από τον παρόντα κανονισμό, δεδομένου του τεχνικού και εξαιρετικά λεπτομερούς χαρακτήρα τους και της ανάγκης τακτικής επικαιροποίησής τους. Οι πτυχές αυτές περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές για τις αυτοματοποιημένες διαδικασίες αναζήτησης, τα πρότυπα για την ανταλλαγή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων ελάχιστων προδιαγραφών ποιότητας, και τα στοιχεία δεδομένων που πρέπει να ανταλλάσσονται. Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για τις πτυχές αυτές, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15).

    (36)

    Η ποιότητα των δεδομένων είναι υψίστης σημασίας ως εγγύηση και απαραίτητη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του παρόντος κανονισμού. Στο πλαίσιο των αυτοματοποιημένων αναζητήσεων βιομετρικών δεδομένων και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα διαβιβαζόμενα δεδομένα είναι επαρκώς ποιοτικά και να μειωθεί ο κίνδυνος ψευδών αντιστοιχιών, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα ελάχιστο πρότυπο ποιότητας το οποίο θα πρέπει να επανεξετάζεται τακτικά.

    (37)

    Λαμβανομένων υπόψη της κλίμακας και του ευαίσθητου χαρακτήρα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ανταλλάσσονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, καθώς και της ύπαρξης διαφορετικών εθνικών κανόνων που διέπουν την αποθήκευση πληροφοριών σχετικά με άτομα σε εθνικές βάσεις δεδομένων, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιούνται για αυτοματοποιημένη αναζήτηση βάσει του παρόντος κανονισμού καθορίζονται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680. Κατά συνέπεια, πριν από τη σύνδεση των εθνικών τους βάσεων δεδομένων με τον δρομολογητή ή το EPRIS, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διενεργούν εκτίμηση επιπτώσεων στην προστασία των δεδομένων, όπως αναφέρεται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/680, και, κατά περίπτωση, διαβουλεύονται με την εποπτική αρχή, όπως προβλέπεται στην εν λόγω οδηγία.

    (38)

    Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα πρέπει να διασφαλίζουν την ακρίβεια και τον χαρακτήρα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία βάσει του παρόντος κανονισμού. Εάν ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ αντιληφθεί ότι έχουν παρασχεθεί δεδομένα τα οποία είναι εσφαλμένα ή μη επικαιροποιημένα ή δεν θα έπρεπε να έχουν παρασχεθεί, αυτό θα πρέπει να κοινοποιείται στο κράτος μέλος το οποίο έλαβε τα δεδομένα ή στην Ευρωπόλ, κατά περίπτωση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ, ανάλογα την περίπτωση, θα πρέπει να διορθώνουν ή να διαγράφουν τα δεδομένα αναλόγως χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Εάν το κράτος μέλος που έλαβε τα δεδομένα ή η Ευρωπόλ θεωρεί εύλογα ότι τα παρασχεθέντα δεδομένα είναι εσφαλμένα ή ότι θα πρέπει να διαγραφούν, αυτό θα πρέπει να κοινοποιείται στο κράτος μέλος που παρέσχε τα δεδομένα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

    (39)

    Η στενή παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού είναι υψίστης σημασίας. Ειδικότερα, η συμμόρφωση με τους κανόνες για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υπόκειται σε αποτελεσματικές διασφαλίσεις, και θα πρέπει να διασφαλίζονται η τακτική παρακολούθηση και τακτικοί έλεγχοι από τους υπευθύνους επεξεργασίας δεδομένων, τις εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση. Θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται διατάξεις που καθιστούν δυνατό τον τακτικό έλεγχο του παραδεκτού των αναζητήσεων και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων.

    (40)

    Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, ιδίως όταν διαπιστώνουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των πρακτικών των κρατών μελών ή δυνητικά παράνομες διαβιβάσεις.

    (41)

    Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, είναι ζωτικής σημασίας τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ να λαμβάνουν υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την ανταλλαγή βιομετρικών δεδομένων.

    (42)

    Τρία έτη από την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή και του EPRIS, και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονεί έκθεση αξιολόγησης που θα περιλαμβάνει αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού από τα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ, ιδίως της συμμόρφωσής τους με τις σχετικές διασφαλίσεις προστασίας δεδομένων. Οι εκθέσεις αξιολόγησης θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους του παρόντος κανονισμού και τον αντίκτυπό του στα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι εκθέσεις αξιολόγησης θα πρέπει επίσης να αξιολογούν τον αντίκτυπο, τις επιδόσεις, την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα, την ασφάλεια και τις πρακτικές εργασίας του πλαισίου Prüm II.

    (43)

    Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός προβλέπει τη θέσπιση ενός νέου πλαισίου Prüm, οι διατάξεις των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ που δεν είναι πλέον συναφείς θα πρέπει να απαλειφθούν. Οι εν λόγω αποφάσεις θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

    (44)

    Δεδομένου ότι ο δρομολογητής πρέπει να αναπτυχθεί και να τελεί υπό τη διαχείριση του eu-LISA, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1726, με την προσθήκη των παραπάνω στα καθήκοντα του eu-LISA.

    (45)

    Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η αναβάθμιση της διασυνοριακής αστυνομικής συνεργασίας και η παροχή της δυνατότητας στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να αναζητούν αγνοούμενους και να ταυτοποιούν αταυτοποίητα ανθρώπινα λείψανα, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    (46)

    Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

    (47)

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Ιρλανδία γνωστοποίησε την επιθυμία της να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    (48)

    Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, που γνωμοδότησε στις 2 Μαρτίου 2022 (16),

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο για την αναζήτηση και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών (πλαίσιο Prüm II) καθορίζοντας:

    α)

    τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων· και

    β)

    τους κανόνες σχετικά με την ανταλλαγή βασικών δεδομένων κατόπιν επιβεβαιωμένης αντιστοιχίας των βιομετρικών δεδομένων.

    Άρθρο 2

    Σκοπός

    Σκοπός του πλαισίου Prüm II είναι η ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας σε θέματα που καλύπτονται από το τρίτο μέρος τίτλος V κεφάλαια 4 και 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως διευκολύνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, και του δικαιώματος της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Σκοπός του πλαισίου Prüm II είναι επίσης να επιτρέψει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να αναζητούν αγνοούμενους στο πλαίσιο ποινικών ερευνών ή για ανθρωπιστικούς λόγους και να ταυτοποιούν ανθρώπινα λείψανα, σύμφωνα με το άρθρο 29, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω αρχές είναι αρμόδιες να διεξάγουν τέτοιες έρευνες και να διενεργούν τέτοιες ταυτοποιήσεις δυνάμει του εθνικού δικαίου.

    Άρθρο 3

    Πεδίο εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και χρησιμοποιούνται για την αυτοματοποιημένη διαβίβαση προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων, σύμφωνα, κατά περίπτωση, με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 ή τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, (ΕΕ) 2016/794 ή (ΕΕ) 2016/679.

    Άρθρο 4

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    1)

    «loci» (ενικός: «locus»): τόποι DNA που περιέχουν χαρακτηριστικά ταυτοποίησης αναλυθέντος δείγματος ανθρώπινου DNA·

    2)

    «προφίλ DNA»: κωδικός αποτελούμενος από γράμματα ή αριθμούς, ο οποίος αντιστοιχεί σε σειρά loci ή στην ιδιαίτερη μοριακή δομή στους διαφόρους loci·

    3)

    «δεδομένα αναφοράς DNA»: το προφίλ DNA και ο αριθμός αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 7·

    4)

    «ταυτοποιημένο προφίλ DNA»: το προφίλ DNA ταυτοποιημένου προσώπου·

    5)

    «αταυτοποίητο προφίλ DNA»: το προφίλ DNA που έχει συλλεγεί στο πλαίσιο έρευνας για αξιόποινες πράξεις και ανήκει σε μη ταυτοποιημένο προς το παρόν πρόσωπο, περιλαμβανομένου προφίλ DNA που έχει ληφθεί από ίχνη·

    6)

    «δακτυλοσκοπικά δεδομένα»: εικόνες δακτυλικών αποτυπωμάτων, εικόνες λανθανόντων δακτυλικών αποτυπωμάτων, εικόνες αποτυπωμάτων παλάμης, εικόνες λανθανόντων αποτυπωμάτων παλάμης και πίνακες των εν λόγω εικόνων (κωδικοποιημένες λεπτομέρειες), που αποθηκεύονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο αυτοματοποιημένης βάσης δεδομένων·

    7)

    «δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς»: τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα και ο αριθμός αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 12·

    8)

    «αταυτοποίητα δακτυλοσκοπικά δεδομένα»: τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που έχουν συλλεγεί στο πλαίσιο έρευνας για αξιόποινη πράξη και ανήκουν σε μη ταυτοποιημένο προς το παρόν πρόσωπο, περιλαμβανομένων δακτυλοσκοπικών δεδομένων που έχουν ληφθεί από ίχνη·

    9)

    «ταυτοποιημένα δακτυλοσκοπικά δεδομένα»: τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα ταυτοποιημένου προσώπου·

    10)

    «ατομική περίπτωση»: ενιαίος φάκελος που αφορά την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση ποινικού αδικήματος, την αναζήτηση αγνοούμενου προσώπου ή την ταυτοποίηση αταυτοποίητων ανθρώπινων λειψάνων·

    11)

    «εικόνα προσώπου»: η ψηφιακή εικόνα του προσώπου·

    12)

    «δεδομένα αναφοράς εικόνας προσώπου»: εικόνα προσώπου και ο αριθμός αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 21·

    13)

    «αταυτοποίητη εικόνα προσώπου»: εικόνα προσώπου που έχει συλλεγεί στο πλαίσιο έρευνας για αξιόποινη πράξη και ανήκει σε μη ταυτοποιημένο προς το παρόν πρόσωπο, περιλαμβανομένης εικόνας προσώπου που έχει ληφθεί από ίχνη·

    14)

    «ταυτοποιημένη εικόνα προσώπου»: η εικόνα προσώπου ενός ταυτοποιημένου προσώπου·

    15)

    «βιομετρικά δεδομένα»: προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικά δεδομένα ή εικόνες προσώπου·

    16)

    «αλφαριθμητικά δεδομένα»: δεδομένα που αποτελούνται από γράμματα, ψηφία, ειδικούς χαρακτήρες, διαστήματα και σημεία στίξης·

    17)

    «αντιστοιχία»: η ύπαρξη αντιστοιχίας που προκύπτει από την αυτοματοποιημένη σύγκριση μεταξύ δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται σε βάση δεδομένων·

    18)

    «υποψήφια»: τα δεδομένα με τα οποία προέκυψε αντιστοιχία·

    19)

    «αιτούν κράτος μέλος»: το κράτος μέλος που πραγματοποιεί αναζήτηση μέσω του πλαισίου Prüm II·

    20)

    «κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα»: το κράτος μέλος στου οποίου τις βάσεις δεδομένων πραγματοποιείται η αναζήτηση μέσω του πλαισίου Prüm II από το αιτούν κράτος μέλος·

    21)

    «αστυνομικά αρχεία»: βιογραφικά δεδομένα υπόπτων και καταδικασθέντων προσώπων, διαθέσιμα σε εθνικές βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων·

    22)

    «ψευδωνυμοποίηση»: η ψευδωνυμοποίηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 5) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

    23)

    «ύποπτος»: το πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

    24)

    «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

    25)

    «δεδομένα Ευρωπόλ»: επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία από την Ευρωπόλ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794·

    26)

    «αρμόδια αρχή»: κάθε δημόσια αρχή αρμόδια για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων, ή κάθε άλλος φορέας ή οντότητα στην οποία ανατίθενται από το δίκαιο κράτους μέλους η άσκηση δημόσιας αρχής και η άσκηση δημόσιων εξουσιών για τους σκοπούς της πρόληψης, της εξακρίβωσης ή της διερεύνησης ποινικών αδικημάτων·

    27)

    «εποπτική αρχή»: η ανεξάρτητη δημόσια αρχή που συγκροτείται από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 41 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

    28)

    «SIENA»: η εφαρμογή δικτύου ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριών, την οποία διαχειρίζεται και έχει αναπτύξει η Ευρωπόλ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794·

    29)

    «συμβάν»: συμβάν κατά την έννοια του άρθρου 6 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17)·

    30)

    «σημαντικό συμβάν»: οποιοδήποτε συμβάν, εκτός εάν το εν λόγω συμβάν έχει περιορισμένο αντίκτυπο και είναι πιθανόν να είναι ήδη πλήρως κατανοητό όσον αφορά τη μέθοδο ή την τεχνολογία·

    31)

    «σημαντική κυβερνοαπειλή»: κυβερνοαπειλή με την ευκαιρία, την ικανότητα και με τον σκοπό πρόκλησης σημαντικού συμβάντος·

    32)

    «σημαντική ευπάθεια»: ευπάθεια που είναι πιθανό να οδηγήσει σε σημαντικό συμβάν σε περίπτωση εκμετάλλευσής της.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

    Ανταλλαγή δεδομένων

    Τμήμα 1

    Προφίλ DNA

    Άρθρο 5

    Δεδομένα αναφοράς DNA

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα δεδομένων αναφοράς DNA από τις εθνικές τους βάσεις δεδομένων DNA για τους σκοπούς αυτοματοποιημένων αναζητήσεων από άλλα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    Τα δεδομένα αναφοράς DNA δεν περιέχουν πρόσθετα δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση ενός προσώπου.

    Τα αταυτοποίητα προφίλ DNA επισημαίνονται αναλόγως.

    2.   Τα δεδομένα αναφοράς DNA επεξεργάζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τηρουμένου του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου περί επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων.

    3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό των χαρακτηριστικών ταυτοποίησης ενός προφίλ DNA που θα ανταλλάσσονται. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 6

    Αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA

    1.   Για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη, κατά την αρχική σύνδεση με τον δρομολογητή μέσω των εθνικών τους σημείων επαφής, διενεργούν αυτοματοποιημένη αναζήτηση συγκρίνοντας όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις δικές τους βάσεις δεδομένων DNA με όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων DNA όλων των άλλων κρατών μελών και της Ευρωπόλ. Κάθε κράτος μέλος συμφωνεί διμερώς με κάθε άλλο κράτος μέλος και με την Ευρωπόλ σχετικά με τις ρυθμίσεις που αφορούν τις εν λόγω αυτοματοποιημένες αναζητήσεις σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    2.   Για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους σημείων επαφής, διενεργούν αυτοματοποιημένες αναζητήσεις συγκρίνοντας όλα τα νέα προφίλ DNA που έχουν προστεθεί στις δικές τους βάσεις δεδομένων DNA με όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων DNA όλων των άλλων κρατών μελών και της Ευρωπόλ.

    3.   Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν οι αναζητήσεις όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να συμφωνεί διμερώς με κάθε άλλο κράτος μέλος και με την Ευρωπόλ να τις διεξάγει σε μεταγενέστερο στάδιο, συγκρίνοντας τα προφίλ DNA με όλα τα προφίλ DNA που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων DNA όλων των άλλων κρατών μελών και της Ευρωπόλ. Το οικείο κράτος μέλος συμφωνεί διμερώς με κάθε άλλο κράτος μέλος και με την Ευρωπόλ σχετικά με τις ρυθμίσεις που αφορούν τις εν λόγω αυτοματοποιημένες αναζητήσεις σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    4.   Αναζητήσεις όπως αναφέρονται στις παραγράφου 1, 2 και 3 πραγματοποιούνται μόνο στο πλαίσιο ατομικών περιπτώσεων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    5.   Εάν από την αυτοματοποιημένη αναζήτηση προκύψει ότι προφίλ DNA που έχει παρασχεθεί αντιστοιχεί σε προφίλ DNA που έχει αποθηκευτεί στη βάση ή στις βάσεις δεδομένων του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα στην οποία ή στις οποίες διεξάγεται η αναζήτηση, το εθνικό σημείο επαφής του αιτούντος κράτους μέλους λαμβάνει με αυτοματοποιημένη διαδικασία κοινοποίηση των δεδομένων αναφοράς DNA με τα οποία έχει διαπιστωθεί αντιστοιχία.

    6.   Το εθνικό σημείο επαφής του αιτούντος κράτους μέλους μπορεί να αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο προφίλ DNA. Εφόσον αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο προφίλ DNA, ενημερώνει το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και διασφαλίζει τη διενέργεια μη αυτοματοποιημένης επανεξέτασης από τουλάχιστον ένα εξειδικευμένο μέλος του προσωπικού για την επιβεβαίωση της εν λόγω αντιστοιχίας με τα δεδομένα αναφοράς DNA που έλαβε από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

    7.   Εάν κρίνεται σκόπιμο για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, το εθνικό σημείο επαφής του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα μπορεί να αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο προφίλ DNA. Εφόσον αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο προφίλ DNA, ενημερώνει το αιτούν κράτος μέλος και διασφαλίζει τη διενέργεια μη αυτοματοποιημένης επανεξέτασης από τουλάχιστον ένα εξειδικευμένο μέλος του προσωπικού για την επιβεβαίωση της εν λόγω αντιστοιχίας με τα δεδομένα αναφοράς DNA που έλαβε από το αιτούν κράτος μέλος.

    Άρθρο 7

    Αριθμοί αναφοράς για προφίλ DNA

    Οι αριθμοί αναφοράς για τα προφίλ DNA είναι ο συνδυασμός των ακόλουθων:

    α)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στα κράτη μέλη, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτούν περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες από τις εθνικές τους βάσεις δεδομένων DNA, προκειμένου να τα παράσχουν σε ένα, περισσότερα ή όλα τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 47 ή στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 6·

    β)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στην Ευρωπόλ, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτά περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες για τους σκοπούς του άρθρου 48 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού προκειμένου να τα παράσχει σε ένα, περισσότερα ή όλα τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794·

    γ)

    κωδικός που υποδεικνύει το κράτος μέλος που κατέχει το προφίλ DNA·

    δ)

    κωδικός που υποδεικνύει εάν το προφίλ DNA είναι ένα ταυτοποιημένο προφίλ DNA ή ένα αταυτοποίητο προφίλ DNA.

    Άρθρο 8

    Αρχές για την ανταλλαγή προφίλ DNA

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των δεδομένων αναφοράς DNA που διαβιβάζονται στα λοιπά κράτη μέλη ή στην Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους. Η Ευρωπόλ λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των δεδομένων αναφοράς DNA που διαβιβάζονται στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους.

    2.   Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ διασφαλίζουν ότι η ποιότητα των προφίλ DNA που διαβιβάζουν είναι επαρκής για αυτοματοποιημένη σύγκριση. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, το ελάχιστο πρότυπο ποιότητας που θα καθιστά δυνατή τη σύγκριση προφίλ DNA.

    3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των σχετικών ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων που χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη και από την Ευρωπόλ για την ανταλλαγή δεδομένων αναφοράς DNA.

    4.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 9

    Κανόνες για αιτήματα και απαντήσεις που αφορούν τα προφίλ DNA

    1.   Το αίτημα αυτοματοποιημένης αναζήτησης προφίλ DNA περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    τον κωδικό του αιτούντος κράτους μέλους·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    τα δεδομένα αναφοράς DNA·

    δ)

    εάν τα διαβιβαζόμενα προφίλ DNA είναι αταυτοποίητα προφίλ DNA ή ταυτοποιημένα προφίλ DNA.

    2.   Η απάντηση σε αίτημα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    μνεία του αν διαπιστώθηκαν μία ή περισσότερες αντιστοιχίες ή καμία αντιστοιχία·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και την ώρα της απάντησης και τον αριθμό της απάντησης·

    δ)

    τους κωδικούς του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    ε)

    τους αριθμούς αναφοράς των προφίλ DNA του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    στ)

    εάν τα διαβιβαζόμενα προφίλ DNA είναι αταυτοποίητα προφίλ DNA ή ταυτοποιημένα προφίλ DNA·

    ζ)

    τα προφίλ DNA για τα οποία διαπιστώνεται αντιστοιχία.

    3.   Μια αντιστοιχία κοινοποιείται αυτόματα μόνον εάν η αυτοματοποιημένη αναζήτηση είχε ως αποτέλεσμα αντιστοιχία ως προς ελάχιστο αριθμό loci. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του ελάχιστου αριθμού loci για τον εν λόγω σκοπό, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    4.   Όταν από την αναζήτηση με αταυτοποίητα προφίλ DNA προκύπτει αντιστοιχία, κάθε κράτος μέλος με αντιστοιχία δεδομένων προς το οποίο απευθύνεται αίτημα μπορεί να εισαγάγει σήμανση στην εθνική του βάση δεδομένων, η οποία δείχνει ότι έχει υπάρξει αντιστοιχία για το εν λόγω προφίλ DNA, έπειτα από αναζήτηση άλλου κράτους μέλους. Η σήμανση περιλαμβάνει τον αριθμό αναφοράς του προφίλ DNA που χρησιμοποιήθηκε από το αιτούν κράτος μέλος.

    5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αιτήματα όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνάδουν με τις κοινοποιήσεις που αποστέλλονται σύμφωνα με το άρθρο 74. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις περιλαμβάνονται ως έχουν στο πρακτικό εγχειρίδιο που αναφέρεται στο άρθρο 79.

    Τμήμα 2

    Δακτυλοσκοπικά δεδομένα

    Άρθρο 10

    Δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα δακτυλοσκοπικών δεδομένων αναφοράς από τις εθνικές τους βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    2.   Τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς δεν περιέχουν πρόσθετα δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση ενός προσώπου.

    3.   Αταυτοποίητα δακτυλοσκοπικά δεδομένα επισημαίνονται αναλόγως.

    Άρθρο 11

    Αυτοματοποιημένη αναζήτηση δακτυλοσκοπικών δεδομένων

    1.   Για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών και στην Ευρωπόλ πρόσβαση στα δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς των εθνικών τους βάσεων δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτόν, για τη διεξαγωγή αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μέσω σύγκρισης δακτυλοσκοπικών δεδομένων αναφοράς.

    Αναζητήσεις όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιούνται μόνο στο πλαίσιο ατομικών περιπτώσεων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    2.   Το εθνικό σημείο επαφής του αιτούντος κράτους μέλους μπορεί να αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο συνόλων δακτυλοσκοπικών δεδομένων. Εφόσον αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία μεταξύ δύο συνόλων δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ενημερώνει το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και διασφαλίζει τη διενέργεια μη αυτοματοποιημένης επανεξέτασης από τουλάχιστον ένα εξειδικευμένο μέλος του προσωπικού για την επιβεβαίωση της εν λόγω αντιστοιχίας με τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς που έλαβε από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

    Άρθρο 12

    Αριθμοί αναφοράς για δακτυλοσκοπικά δεδομένα

    Οι αριθμοί αναφοράς για δακτυλοσκοπικά δεδομένα είναι ο συνδυασμός των ακόλουθων:

    α)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στα κράτη μέλη, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτούν περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες από τις βάσεις δεδομένων τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10, προκειμένου να τα παράσχουν σε ένα, περισσότερα ή όλα τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 47 ή στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 6·

    β)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στην Ευρωπόλ, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτά περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες για τους σκοπούς του άρθρου 48 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού προκειμένου να τα παράσχει σε ένα, περισσότερα ή όλα τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794·

    γ)

    κωδικός που υποδεικνύει το κράτος μέλος που κατέχει τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα.

    Άρθρο 13

    Αρχές για την ανταλλαγή δακτυλοσκοπικών δεδομένων

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των δακτυλοσκοπικών δεδομένων τα οποία διαβιβάζονται στα λοιπά κράτη μέλη ή στην Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους. Η Ευρωπόλ λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των δακτυλοσκοπικών δεδομένων τα οποία διαβιβάζονται στα λοιπά κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους.

    2.   Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ μεριμνούν ώστε τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που διαβιβάζουν να διαθέτουν ικανοποιητική ποιότητα που να καθιστά δυνατή την αυτοματοποιημένη σύγκριση. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, το ελάχιστο πρότυπο ποιότητας που καθιστά δυνατή τη σύγκριση δακτυλοσκοπικών δεδομένων.

    3.   Τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα ψηφιοποιούνται και διαβιβάζονται στα λοιπά κράτη μέλη ή στην Ευρωπόλ σύμφωνα με ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των σχετικών ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων που χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη και από την Ευρωπόλ για την ανταλλαγή δακτυλοσκοπικών δεδομένων.

    4.   Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 14

    Ικανότητες αναζήτησης δακτυλοσκοπικών δεδομένων

    1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε τα αιτήματα αναζήτησης που υποβάλλει να μην υπερβαίνουν τις ικανότητες αναζήτησης που έχουν καθορισθεί από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ή από την Ευρωπόλ, ώστε να διασφαλίζεται η ετοιμότητα του συστήματος και να αποφεύγεται η υπερφόρτωση του συστήματος. Για τον ίδιο σκοπό, η Ευρωπόλ μεριμνά ώστε τα αιτήματα αναζήτησης που υποβάλλει να μην υπερβαίνουν τις ικανότητες αναζήτησης που έχουν καθορισθεί από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ σχετικά με τη μέγιστη ημερήσια ικανότητα αναζήτησης ταυτοποιημένων και αταυτοποίητων δακτυλοσκοπικών δεδομένων. Η Ευρωπόλ ενημερώνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον eu-LISA σχετικά με τη μέγιστη ημερήσια ικανότητα αναζήτησης ταυτοποιημένων και αταυτοποίητων δακτυλοσκοπικών δεδομένων. Τα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ μπορούν ανά πάσα στιγμή να αυξήσουν προσωρινά ή μόνιμα τις εν λόγω ικανότητες αναζήτησης, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Όταν ένα κράτος μέλος αυξάνει τις εν λόγω μέγιστες ικανότητες αναζήτησης, ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ σχετικά με τις νέες μέγιστες ικανότητες αναζήτησης. Όταν η Ευρωπόλ αυξάνει τις εν λόγω μέγιστες ικανότητες αναζήτησης, ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον eu-LISA σχετικά με τις νέες μέγιστες ικανότητες αναζήτησης.

    2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του μέγιστου αριθμού υποψήφιων (δεδομένων) που γίνονται αποδεκτά για σύγκριση ανά διαβίβαση και για την κατανομή των αχρησιμοποίητων ικανοτήτων αναζήτησης μεταξύ των κρατών μελών, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 15

    Κανόνες για αιτήματα και απαντήσεις που αφορούν δακτυλοσκοπικά δεδομένα

    1.   Το αίτημα αυτοματοποιημένης αναζήτησης δακτυλοσκοπικών δεδομένων περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    τον κωδικό του αιτούντος κράτους μέλους·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    δακτυλοσκοπικά δεδομένα αναφοράς.

    2.   Η απάντηση στο αίτημα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    μνεία του αν διαπιστώθηκαν μία ή περισσότερες αντιστοιχίες ή καμία αντιστοιχία·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και την ώρα της απάντησης και τον αριθμό της απάντησης·

    δ)

    τους κωδικούς του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    ε)

    τους αριθμούς αναφοράς των δακτυλοσκοπικών δεδομένων από το αιτούν κράτος μέλος και από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    στ)

    τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα για τα οποία διαπιστώνεται αντιστοιχία.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αιτήματα όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνάδουν με τις κοινοποιήσεις που αποστέλλονται σύμφωνα με το άρθρο 74. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις περιλαμβάνονται ως έχουν στο πρακτικό εγχειρίδιο που αναφέρεται στο άρθρο 79.

    Τμήμα 3

    Δεδομένα σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων

    Άρθρο 16

    Αυτοματοποιημένη αναζήτηση δεδομένων σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων

    1.   Για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών και στην Ευρωπόλ πρόσβαση στα ακόλουθα εθνικά δεδομένα σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, για τη διενέργεια αυτοματοποιημένων αναζητήσεων σε μεμονωμένες περιπτώσεις:

    α)

    δεδομένα σχετικά με τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο του οχήματος·

    β)

    δεδομένα σχετικά με το όχημα.

    2.   Οι αναζητήσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 διεξάγονται μόνο με τα ακόλουθα δεδομένα:

    α)

    με πλήρη αριθμό αμαξώματος·

    β)

    με πλήρη αριθμό άδειας κυκλοφορίας· ή

    γ)

    εάν επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, με δεδομένα σχετικά με τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο του οχήματος.

    3.   Αναζητήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βάσει δεδομένων σχετικών με τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο του οχήματος διενεργούνται μόνο σε περιπτώσεις υπόπτων ή καταδικασθέντων. Για τους σκοπούς των εν λόγω αναζητήσεων χρησιμοποιούνται όλα τα ακόλουθα στοιχεία ταυτοποίησης:

    α)

    όταν ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος του οχήματος είναι φυσικό πρόσωπο:

    i)

    το όνομα ή τα ονόματα του φυσικού προσώπου·

    ii)

    το επώνυμο ή τα επώνυμα του φυσικού προσώπου· και

    iii)

    την ημερομηνία γέννησης του φυσικού προσώπου·

    β)

    όταν ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος του οχήματος είναι νομικό πρόσωπο, την επωνυμία του εν λόγω νομικού προσώπου.

    4.   Αναζητήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πραγματοποιούνται μόνο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    Άρθρο 17

    Αρχές της αυτοματοποιημένης αναζήτησης δεδομένων σχετικών με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων

    1.   Για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση δεδομένων σχετικών με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το Ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών για οχήματα και άδειες οδήγησης (Eucaris).

    2.   Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μέσω του Eucaris διαβιβάζονται με κρυπτογραφημένη μορφή.

    3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των στοιχείων δεδομένων σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων που είναι δυνατόν να ανταλλάσσονται και της τεχνικής διαδικασίας του Eucaris για την πραγματοποίηση αναζητήσεων στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 18

    Τήρηση αρχείων καταγραφής

    1.   Κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων που πραγματοποιεί το προσωπικό των αρμοδίων αρχών του που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένες να ανταλλάσσουν δεδομένα σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων τις οποίες αιτούνται άλλα κράτη μέλη. Η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων που πραγματοποιεί το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό της.

    Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ τηρούν αρχεία καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που αφορούν άδειες κυκλοφορίας οχημάτων. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

    α)

    εάν ήταν το κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ που υπέβαλλε το αίτημα αναζήτησης· εάν ήταν το κράτος μέλος που υπέβαλλε αίτημα αναζήτησης, το εν λόγω κράτος μέλος·

    β)

    την ημερομηνία και ώρα του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και ώρα της απάντησης·

    δ)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων στις οποίες υποβλήθηκε αίτημα αναζήτησης·

    ε)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων που έδωσαν θετική απάντηση.

    2.   Τα αρχεία καταγραφής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χρησιμοποιούνται μόνο για τη συλλογή στατιστικών στοιχείων και τον έλεγχο της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δεδομένων. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα κατά της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται τρία έτη μετά τη δημιουργία τους. Εάν, ωστόσο, είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη ξεκινήσει, διαγράφονται όταν για τις διαδικασίες ελέγχου δεν απαιτούνται πλέον τα αρχεία αυτά.

    3.   Για τους σκοπούς της παρακολούθησης της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για σκοπούς αυτοελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 55.

    Τμήμα 4

    Εικόνες προσώπου

    Άρθρο 19

    Δεδομένα αναφοράς για εικόνες προσώπου

    1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα δεδομένων αναφοράς για εικόνες προσώπου υπόπτων, καταδικασθέντων προσώπων και, εφόσον επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο, θυμάτων, από τις εθνικές τους βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

    2.   Τα δεδομένα αναφοράς για εικόνες προσώπου δεν περιέχουν πρόσθετα δεδομένα από τα οποία μπορεί να εξακριβωθεί άμεσα η ταυτότητα ενός προσώπου.

    3.   Αταυτοποίητες εικόνες προσώπου επισημαίνονται αναλόγως.

    Άρθρο 20

    Αυτοματοποιημένη αναζήτηση εικόνων προσώπου

    1.   Για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον ένα έτος σύμφωνα με το δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών και στην Ευρωπόλ πρόσβαση στα δεδομένα αναφοράς για εικόνες προσώπου που είναι αποθηκευμένα στις εθνικές τους βάσεις δεδομένων, για τη διενέργεια αυτοματοποιημένων αναζητήσεων.

    Αναζητήσεις όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιούνται μόνο στο πλαίσιο ατομικών περιπτώσεων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    Η κατάρτιση προφίλ όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 απαγορεύεται.

    2.   Το εθνικό σημείο επαφής του αιτούντος κράτους μέλους μπορεί να αποφασίσει να επιβεβαιώσει αντιστοιχία μεταξύ δύο εικόνων προσώπου. Εφόσον αποφασίσει να επιβεβαιώσει αντιστοιχία μεταξύ δύο εικόνων προσώπου, ενημερώνει το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και διασφαλίζει τη διενέργεια μη αυτοματοποιημένης επανεξέτασης από τουλάχιστον ένα εξειδικευμένο μέλος του προσωπικού για την επιβεβαίωση της εν λόγω αντιστοιχίας με τα δεδομένα αναφοράς για εικόνες προσώπου που έλαβε από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

    Άρθρο 21

    Αριθμοί αναφοράς για εικόνες προσώπου

    Οι αριθμοί αναφοράς για εικόνες προσώπου είναι ο συνδυασμός των ακόλουθων:

    α)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στα κράτη μέλη, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτούν περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες από τις βάσεις δεδομένων τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19, προκειμένου να τα παράσχουν σε ένα, περισσότερα ή όλα τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 47 ή στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 6·

    β)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στην Ευρωπόλ, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτά περαιτέρω δεδομένα και άλλες πληροφορίες για τους σκοπούς του άρθρου 48 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού προκειμένου να τα παράσχει σε ένα, περισσότερα ή όλα τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794·

    γ)

    κωδικός που υποδεικνύει το κράτος μέλος που κατέχει τις εικόνες προσώπου.

    Άρθρο 22

    Αρχές για την ανταλλαγή εικόνων προσώπου

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εικόνων προσώπου οι οποίες διαβιβάζονται στα λοιπά κράτη μέλη ή στην Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους. Η Ευρωπόλ λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εικόνων προσώπου οι οποίες διαβιβάζονται στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους.

    2.   Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ διασφαλίζουν ότι η ποιότητα των εικόνων προσώπου που διαβιβάζουν είναι επαρκής για αυτοματοποιημένη σύγκριση. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, ένα ελάχιστο πρότυπο ποιότητας που θα καθιστά δυνατή τη σύγκριση εικόνων προσώπου. Όταν η έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 80 παράγραφος 7 καταδεικνύει υψηλό κίνδυνο ψευδών αντιστοιχιών, η Επιτροπή επανεξετάζει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις.

    3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των σχετικών ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων για εικόνες προσώπου που θα χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ για την ανταλλαγή εικόνων προσώπου.

    4.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 23

    Ικανότητες αναζήτησης εικόνων προσώπου

    1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε τα αιτήματα αναζήτησης που υποβάλλει να μην υπερβαίνουν τις ικανότητες αναζήτησης που έχουν καθορισθεί από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ή από την Ευρωπόλ, ώστε να διασφαλίζεται η ετοιμότητα του συστήματος και να αποφεύγεται η υπερφόρτωση του συστήματος. Η Ευρωπόλ μεριμνά ώστε τα αιτήματα αναζήτησης που υποβάλλει να μην υπερβαίνουν τις ικανότητες αναζήτησης που έχουν καθορισθεί από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ σχετικά με τη μέγιστη ημερήσια ικανότητα αναζήτησης ταυτοποιημένων και αταυτοποίητων εικόνων προσώπου. Η Ευρωπόλ ενημερώνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον eu-LISA σχετικά με τη μέγιστη ημερήσια ικανότητα αναζήτησης ταυτοποιημένων και αταυτοποίητων εικόνων προσώπου. Τα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ μπορούν ανά πάσα στιγμή να αυξήσουν προσωρινά ή μόνιμα τις ικανότητες αναζήτησης, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Όταν ένα κράτος μέλος αυξάνει τις εν λόγω μέγιστες ικανότητες αναζήτησης, ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ σχετικά με τις νέες μέγιστες ικανότητες αναζήτησης. Όταν η Ευρωπόλ αυξάνει τις εν λόγω μέγιστες ικανότητες αναζήτησης, ενημερώνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον eu-LISA σχετικά με τις νέες μέγιστες ικανότητες αναζήτησης.

    2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του μέγιστου αριθμού υποψήφιων (δεδομένων) που γίνονται αποδεκτά για σύγκριση ανά διαβίβαση, και για την κατανομή των αχρησιμοποίητων ικανοτήτων αναζήτησης μεταξύ των κρατών μελών, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 24

    Κανόνες για αιτήματα και απαντήσεις που αφορούν τις εικόνες προσώπου

    1.   Το αίτημα αυτοματοποιημένης αναζήτησης εικόνων προσώπου περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    τον κωδικό του αιτούντος κράτους μέλους·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    δεδομένα αναφοράς εικόνας προσώπου.

    2.   Η απάντηση σε αίτημα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    μνεία του αν διαπιστώθηκαν μία ή περισσότερες αντιστοιχίες ή καμία αντιστοιχία·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και την ώρα της απάντησης και τον αριθμό της απάντησης·

    δ)

    τους κωδικούς του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    ε)

    τους αριθμούς αναφοράς των εικόνων προσώπου από το αιτούν κράτος μέλος και από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    στ)

    τις εικόνες προσώπου για τις οποίες διαπιστώνεται αντιστοιχία.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αιτήματα όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνάδουν με τις κοινοποιήσεις που αποστέλλονται σύμφωνα με το άρθρο 74. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις περιλαμβάνονται ως έχουν στο πρακτικό εγχειρίδιο που αναφέρεται στο άρθρο 79.

    Τμήμα 5

    Αστυνομικά αρχεία

    Άρθρο 25

    Αστυνομικά αρχεία

    1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συμμετάσχουν στην αυτοματοποιημένη ανταλλαγή αστυνομικών αρχείων. Για τους σκοπούς των εν λόγω ανταλλαγών, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων που περιέχουν ομαδοποιημένα βιογραφικά στοιχεία υπόπτων και καταδικασθέντων προσώπων από τις εθνικές τους βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Τα εν λόγω σύνολα δεδομένων περιλαμβάνουν μόνο τα ακόλουθα δεδομένα, στον βαθμό που είναι διαθέσιμα:

    α)

    το όνομα ή τα ονόματα·

    β)

    το επώνυμο ή τα επώνυμα·

    γ)

    το ψευδώνυμο ή τα ψευδώνυμα και όνομα ή ονόματα που έχουν χρησιμοποιηθεί παλαιότερα·

    δ)

    ημερομηνία γέννησης·

    ε)

    ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

    στ)

    χώρα γέννησης·

    ζ)

    φύλο.

    2.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ) ψευδωνυμοποιούνται.

    Άρθρο 26

    Αυτοματοποιημένη αναζήτηση εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων

    Για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον ένα έτος σύμφωνα με το δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους, τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην αυτοματοποιημένη ανταλλαγή αστυνομικών αρχείων παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών συμμετεχόντων κρατών μελών και στην Ευρωπόλ πρόσβαση σε δεδομένα από τα εθνικά ευρετήρια των αστυνομικών τους αρχείων, για τη διενέργεια αυτοματοποιημένων αναζητήσεων.

    Αναζητήσεις όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιούνται μόνο στο πλαίσιο ατομικών περιπτώσεων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους.

    Άρθρο 27

    Αριθμοί αναφοράς για τα αστυνομικά αρχεία

    Οι αριθμοί αναφοράς για τα αστυνομικά αρχεία είναι ο συνδυασμός των ακόλουθων:

    α)

    αριθμός αναφοράς που επιτρέπει στα κράτη μέλη, σε περίπτωση αντιστοιχίας, να ανακτούν βιογραφικά δεδομένα και άλλες πληροφορίες από τα ευρετήρια των αστυνομικών τους αρχείων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 25, προκειμένου να τα παράσχουν σε ένα, περισσότερα ή όλα τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 44·

    β)

    κωδικός που υποδεικνύει το κράτος μέλος που κατέχει τα αστυνομικά αρχεία.

    Άρθρο 28

    Κανόνες για αιτήματα και απαντήσεις που αφορούν τα αστυνομικά αρχεία

    1.   Το αίτημα αυτοματοποιημένης αναζήτησης εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    τον κωδικό του αιτούντος κράτους μέλους·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 25, εφόσον είναι διαθέσιμα.

    2.   Η απάντηση σε αίτημα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει μόνο τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    μνεία του αριθμού των αντιστοιχιών·

    β)

    την ημερομηνία και την ώρα του αιτήματος και τον αριθμό του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και την ώρα της απάντησης και τον αριθμό της απάντησης·

    δ)

    τους κωδικούς του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    ε)

    τους αριθμούς αναφοράς των αστυνομικών αρχείων από τα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται το αίτημα.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αιτήματα όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνάδουν με τις κοινοποιήσεις που αποστέλλονται σύμφωνα με το άρθρο 74. Οι κοινοποιήσεις αυτές περιλαμβάνονται ως έχουν στο πρακτικό εγχειρίδιο που αναφέρεται στο άρθρο 79.

    Τμήμα 6

    Κοινές διατάξεις

    Άρθρο 29

    Αγνοούμενοι και αταυτοποίητα ανθρώπινα λείψανα

    1.   Όταν μια εθνική αρχή έχει εξουσιοδοτηθεί με εθνικά νομοθετικά μέτρα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, μπορεί να διενεργεί αυτοματοποιημένες αναζητήσεις μέσω του πλαισίου Prüm II αποκλειστικά για τους ακόλουθους σκοπούς:

    α)

    αναζήτησης αγνοουμένων στο πλαίσιο ποινικών ερευνών ή για ανθρωπιστικούς λόγους·

    β)

    ταυτοποίησης ανθρώπινων λειψάνων.

    2.   Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ορίζουν, μέσω εθνικών νομοθετικών μέτρων, τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τους σκοπούς που θεσπίζονται σε αυτή και καθορίζουν τις διαδικασίες, τους όρους και τα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων των ανθρωπιστικών λόγων για τους οποίους είναι δυνατόν να πραγματοποιείται αυτοματοποιημένη αναζήτηση αγνοουμένων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α).

    Άρθρο 30

    Εθνικά σημεία επαφής

    Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα ή περισσότερα εθνικά σημεία επαφής για τους σκοπούς των άρθρων 6, 11, 16, 20 και 26.

    Άρθρο 31

    Εκτελεστικές πράξεις

    Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των τεχνικών ρυθμίσεων για τα κράτη μέλη όσον αφορά τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 6, 11, 16, 20 και 26. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 32

    Διαθεσιμότητα αυτοματοποιημένης ανταλλαγής δεδομένων σε εθνικό επίπεδο

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα, ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα αυτοματοποιημένης αναζήτησης δεδομένων προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικών δεδομένων, ορισμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνων προσώπου και αστυνομικών αρχείων 24 ώρες το εικοσιτετράωρο και 7 ημέρες την εβδομάδα.

    2.   Τα εθνικά σημεία επαφής ενημερώνονται αμέσως μεταξύ τους, ενώ παράλληλα ενημερώνουν και την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ σχετικά με οποιαδήποτε μη διαθεσιμότητα της αυτοματοποιημένης ανταλλαγής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, οποιουδήποτε τεχνικού ελαττώματος που προκαλεί την εν λόγω μη διαθεσιμότητα.

    Τα εθνικά σημεία επαφής συμφωνούν, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης και το εθνικό δίκαιο, σχετικά με προσωρινές εναλλακτικές ρυθμίσεις ανταλλαγής πληροφοριών που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις που δεν είναι διαθέσιμη η αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων.

    3.   Σε περίπτωση που η αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων δεν είναι διαθέσιμη, τα εθνικά σημεία επαφής διασφαλίζουν την αποκατάστασή της με κάθε αναγκαίο μέσο και χωρίς καθυστέρηση.

    Άρθρο 33

    Αιτιολόγηση της επεξεργασίας δεδομένων

    1.   Κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχείο αιτιολογήσεων των αναζητήσεων που πραγματοποιούν οι αρμόδιες αρχές του.

    Η Ευρωπόλ τηρεί αρχείο αιτιολογήσεων των αναζητήσεων που πραγματοποιεί.

    2.   Οι αιτιολογήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν:

    α)

    τον σκοπό της αναζήτησης, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στη συγκεκριμένη υπόθεση ή έρευνα και, κατά περίπτωση, στην αξιόποινη πράξη·

    β)

    ένδειξη σχετικά με το αν η αναζήτηση αφορά ύποπτο ή καταδικασθέντα για την τέλεση ποινικού αδικήματος, θύμα ποινικού αδικήματος, αγνοούμενο πρόσωπο ή αταυτοποίητα ανθρώπινα λείψανα·

    γ)

    ένδειξη σχετικά με το αν η αναζήτηση αποσκοπεί στην ταυτοποίηση ενός προσώπου ή στην απόκτηση περισσότερων δεδομένων σχετικά με γνωστό πρόσωπο.

    3.   Οι αιτιολογήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εμφαίνονται στα αρχεία καταγραφής που αναφέρονται στα άρθρα 18, 40 και 45. Οι εν λόγω αιτιολογήσεις χρησιμοποιούνται μόνο για την αξιολόγηση της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας των αναζητήσεων για τους σκοπούς της πρόληψης, της εξακρίβωσης ή της διερεύνησης αξιόποινης πράξης, για την παρακολούθηση της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού της αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και για την κατοχύρωση της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δεδομένων. Οι εν λόγω αιτιολογήσεις προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα κατά της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται τρία έτη μετά τη δημιουργία τους. Εάν, ωστόσο, είναι απαραίτητες για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη ξεκινήσει, διαγράφονται μόλις οι διαδικασίες ελέγχου δεν απαιτούν πλέον την αιτιολόγηση.

    4.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας των αναζητήσεων για τους σκοπούς της πρόληψης, της εξακρίβωσης ή της διερεύνησης αξιόποινης πράξης ή για τους σκοπούς της παρακολούθησης της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση στις εν λόγω αιτιολογήσεις για σκοπούς αυτοελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 55.

    Άρθρο 34

    Χρήση του ενιαίου μορφότυπου μηνυμάτων

    1.   Το πρότυπο ενιαίου μορφότυπου μηνυμάτων (UMF) που θεσπίζεται με το άρθρο 38 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818 χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη του δρομολογητή που αναφέρεται στο άρθρο 35 του παρόντος κανονισμού και του ευρωπαϊκού ευρετηριακού συστήματος αστυνομικών μητρώων (EPRIS) στον βαθμό που είναι εφικτό.

    2.   Κάθε αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό χρησιμοποιεί το πρότυπο UMF στο μέτρο του εφικτού.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

    Αρχιτεκτονική

    Τμήμα 1

    Δρομολογητής

    Άρθρο 35

    Δρομολογητής

    1.   Θεσπίζεται δρομολογητής με σκοπό τη διευκόλυνση της δημιουργίας συνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών, και μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπόλ για την αναζήτηση, την ανάκτηση και τη βαθμολόγηση βιομετρικών δεδομένων και για την ανάκτηση αλφαριθμητικών δεδομένων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    2.   Ο δρομολογητής αποτελείται από:

    α)

    κεντρική υποδομή, συμπεριλαμβανομένου εργαλείου αναζήτησης που επιτρέπει την ταυτόχρονη αναζήτηση στις εθνικές βάσεις δεδομένων που αναφέρονται στα άρθρα 5, 10 και 19 και στα δεδομένα της Ευρωπόλ·

    β)

    ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ της κεντρικής υποδομής, των αρμόδιων αρχών που είναι εξουσιοδοτημένες να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή δυνάμει του άρθρου 36, και της Ευρωπόλ·

    γ)

    ασφαλή υποδομή επικοινωνίας μεταξύ της κεντρικής υποδομής και της ευρωπαϊκής πύλης αναζήτησης, που θεσπίστηκε με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818, για τους σκοπούς του άρθρου 39.

    Άρθρο 36

    Χρήση του δρομολογητή

    Η χρήση του δρομολογητή επιτρέπεται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που είναι εξουσιοδοτημένες να έχουν πρόσβαση και να ανταλλάσσουν προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικά δεδομένα και εικόνες προσώπου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και στην Ευρωπόλ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

    Άρθρο 37

    Διαδικασίες

    1.   Οι αρμόδιες αρχές που είναι εξουσιοδοτημένες να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή δυνάμει του του άρθρου 36 ή η Ευρωπόλ αποστέλλουν αίτημα αναζήτησης υποβάλλοντας βιομετρικά δεδομένα στον δρομολογητή. Ο δρομολογητής αποστέλλει το αίτημα αναζήτησης στις βάσεις δεδομένων όλων των κρατών μελών ή συγκεκριμένων κρατών μελών και στα δεδομένα της Ευρωπόλ ταυτόχρονα με τα δεδομένα που υποβάλλει ο χρήστης σύμφωνα με τα οικεία δικαιώματα πρόσβασης.

    2.   Με την παραλαβή του αιτήματος αναζήτησης από τον δρομολογητή, κάθε κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα πραγματοποιεί αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων του με αυτοματοποιημένο τρόπο και χωρίς καθυστέρηση. Με την παραλαβή του αιτήματος αναζήτησης από τον δρομολογητή, η Ευρωπόλ πραγματοποιεί αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων της Ευρωπόλ με αυτοματοποιημένο τρόπο και χωρίς καθυστέρηση.

    3.   Τυχόν αντιστοιχίες που προκύπτουν από τις αναζητήσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 2 επιστρέφονται με αυτοματοποιημένο τρόπο στον δρομολογητή. Το αιτούν κράτος μέλος ενημερώνεται με αυτοματοποιημένο τρόπο όταν δεν υπάρχει αντιστοιχία.

    4.   Ο δρομολογητής κατατάσσει, εάν το αιτούν κράτος μέλος το αποφασίσει και κατά περίπτωση, τις απαντήσεις συγκρίνοντας τα βιομετρικά δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και τα βιομετρικά δεδομένα που παρέχονται στις απαντήσεις από το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία απευθύνεται το αίτημα ή την Ευρωπόλ.

    5.   Ο δρομολογητής επιστρέφει τον κατάλογο των βιομετρικών δεδομένων για τα οποία διαπιστώνεται αντιστοιχία και την κατάταξή τους στον χρήστη του δρομολογητή.

    6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό της τεχνικής διαδικασίας βάσει της οποίας ο δρομολογητής πραγματοποιεί αναζητήσεις στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών και στα δεδομένα της Ευρωπόλ, του μορφότυπου με τον οποίο ο δρομολογητής απαντά τις εν λόγω αναζητήσεις και των τεχνικών κανόνων για τη σύγκριση και κατάταξη της αντιστοιχίας μεταξύ βιομετρικών δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 38

    Έλεγχος ποιότητας

    Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ελέγχει με αυτοματοποιημένη διαδικασία την ποιότητα των διαβιβαζόμενων δεδομένων.

    Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το αιτούν κράτος μέλος μέσω του δρομολογητή σε περίπτωση που τα δεδομένα δεν προσφέρονται για αυτοματοποιημένη σύγκριση.

    Άρθρο 39

    Διαλειτουργικότητα μεταξύ του δρομολογητή και του κοινού αποθετηρίου δεδομένων ταυτότητας για τους σκοπούς της πρόσβασης των αρχών επιβολής του νόμου

    1.   Όταν οι εντεταλμένες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 20) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και το άρθρο 4 σημείο 20) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818 εξουσιοδοτούνται να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή δυνάμει του άρθρου 36 του παρόντος κανονισμού, μπορούν να πραγματοποιούν αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών και στα δεδομένα της Ευρωπόλ ταυτόχρονα με αναζήτηση στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας, που θεσπίστηκε με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν εκπληρωθεί οι σχετικές προϋποθέσεις του ενωσιακού δικαίου και η αναζήτηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τα δικαιώματα πρόσβασής τους. Για τον εν λόγω σκοπό, ο δρομολογητής πραγματοποιεί αναζητήσεις στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας μέσω της ευρωπαϊκής πύλης αναζήτησης.

    2.   Οι αναζητήσεις στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας για σκοπούς επιβολής του νόμου πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818. Κάθε αποτέλεσμα των εν λόγω αναζητήσεων διαβιβάζεται μέσω της ευρωπαϊκής πύλης αναζήτησης.

    Ταυτόχρονες αναζητήσεις στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών και στα δεδομένα της Ευρωπόλ, καθώς και στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας πραγματοποιούνται μόνον εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι δεδομένα σχετικά με ύποπτο, δράστη ή θύμα τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημεία 21) και 22), αντίστοιχα, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και στο άρθρο 4 σημεία 21) και 22), αντίστοιχα, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818, είναι αποθηκευμένα στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας.

    Άρθρο 40

    Τήρηση αρχείων καταγραφής

    1.   Ο eu-LISA τηρεί αρχεία καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων στον δρομολογητή. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

    α)

    εάν ήταν το κράτος μέλος που υπέβαλλε το αίτημα αναζήτησης ή η Ευρωπόλ· εάν ήταν το κράτος μέλος που υπέβαλλε αίτημα αναζήτησης, το εν λόγω κράτος μέλος·

    β)

    την ημερομηνία και ώρα του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και ώρα της απάντησης·

    δ)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων ή τα δεδομένα της Ευρωπόλ όπου υποβλήθηκε αίτημα αναζήτησης·

    ε)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων ή τα δεδομένα της Ευρωπόλ που έδωσαν απάντηση·

    στ)

    κατά περίπτωση, το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονη αναζήτηση στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας.

    2.   Κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων που πραγματοποιεί το προσωπικό των αρμόδιων αρχών του που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να χρησιμοποιεί τον δρομολογητή και αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων τις οποίες αιτούνται άλλα κράτη μέλη.

    Η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταγραφής των αναζητήσεων που πραγματοποιεί το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό της.

    3.   Τα αρχεία καταγραφής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 χρησιμοποιούνται μόνο για τη συλλογή στατιστικών στοιχείων και τον έλεγχο της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δεδομένων. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα κατά της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται τρία έτη μετά τη δημιουργία τους. Εάν, ωστόσο, είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη ξεκινήσει, διαγράφονται όταν για τις διαδικασίες ελέγχου δεν απαιτούνται πλέον τα αρχεία αυτά.

    4.   Για τους σκοπούς της παρακολούθησης της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για σκοπούς αυτοελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 55.

    Άρθρο 41

    Διαδικασίες ειδοποίησης σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας χρήσης του δρομολογητή

    1.   Όταν είναι τεχνικά αδύνατη η χρήση του δρομολογητή για την αναζήτηση σε μία ή περισσότερες εθνικές βάσεις δεδομένων ή σε δεδομένα της Ευρωπόλ λόγω βλάβης του δρομολογητή, ο eu-LISA ειδοποιεί τους χρήστες του δρομολογητή που αναφέρονται στο άρθρο 36 με αυτοματοποιημένο τρόπο. Ο eu-LISA λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της τεχνικής αδυναμίας χρήσης του δρομολογητή χωρίς καθυστέρηση.

    2.   Στις περιπτώσεις που είναι τεχνικά αδύνατον να χρησιμοποιηθεί ο δρομολογητής για την πραγματοποίηση αναζήτησης σε μία ή περισσότερες εθνικές βάσεις δεδομένων λόγω βλάβης της εθνικής υποδομής κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος ειδοποιεί με αυτοματοποιημένο τρόπο τα λοιπά κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της τεχνικής αδυναμίας χρήσης του δρομολογητή χωρίς καθυστέρηση.

    3.   Στις περιπτώσεις που είναι τεχνικά αδύνατον να χρησιμοποιηθεί ο δρομολογητής για την πραγματοποίηση αναζήτησης στα δεδομένα της Ευρωπόλ λόγω βλάβης της υποδομής της Ευρωπόλ, αυτή ειδοποιεί με αυτοματοποιημένο τρόπο τα κράτη μέλη, την Επιτροπή, και τον eu-LISA. Η Ευρωπόλ λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της τεχνικής αδυναμίας χρήσης του δρομολογητή χωρίς καθυστέρηση.

    Τμήμα 2

    EPRIS

    Άρθρο 42

    EPRIS

    1.   Θεσπίζεται το ευρωπαϊκό ευρετηριακό σύστημα αστυνομικών μητρώων (EPRIS). Για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων που αναφέρεται στο άρθρο 26, τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ χρησιμοποιούν το EPRIS.

    2.   Το EPRIS αποτελείται από:

    α)

    αποκεντρωμένη υποδομή στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου εργαλείου αναζήτησης που επιτρέπει την ταυτόχρονη αναζήτηση στα εθνικά ευρετήρια αστυνομικών αρχείων, με βάση εθνικές βάσεις δεδομένων·

    β)

    κεντρική υποδομή για την υποστήριξη του εργαλείου αναζήτησης που επιτρέπει την ταυτόχρονη αναζήτηση στα εθνικά ευρετήρια αστυνομικών αρχείων·

    γ)

    έναν ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ της κεντρικής υποδομής του EPRIS, των κρατών μελών και της Ευρωπόλ.

    Άρθρο 43

    Χρήση του EPRIS

    1.   Για τους σκοπούς της αναζήτησης εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων μέσω του EPRIS, χρησιμοποιούνται τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα σύνολα δεδομένων:

    α)

    το όνομα ή τα ονόματα·

    β)

    το επώνυμο ή τα επώνυμα·

    γ)

    ημερομηνία γέννησης.

    2.   Εάν είναι διαθέσιμα, μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται τα ακόλουθα σύνολα δεδομένων:

    α)

    ψευδώνυμο ή ψευδώνυμα και όνομα ή ονόματα που έχουν χρησιμοποιηθεί παλαιότερα·

    β)

    ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

    γ)

    χώρα γέννησης·

    δ)

    φύλο.

    3.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) και στην παράγραφο 2 στοιχείο α), ψευδωνυμοποιούνται.

    Άρθρο 44

    Διαδικασίες

    1.   Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ αιτούνται αναζήτηση, υποβάλλουν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 43.

    Το EPRIS αποστέλλει το αίτημα αναζήτησης στα εθνικά ευρετήρια των αστυνομικών αρχείων των κρατών μελών με τα δεδομένα που υποβάλλει το αιτούν κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ και σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    2.   Με την παραλαβή του αιτήματος αναζήτησης από το EPRIS, κάθε κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα πραγματοποιεί αναζήτηση στα εθνικά ευρετήρια των αστυνομικών αρχείων τους με αυτοματοποιημένο τρόπο και χωρίς καθυστέρηση.

    3.   Τυχόν αντιστοιχίες που προκύπτουν από τις αναζητήσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 στα ευρετήρια των αστυνομικών αρχείων κάθε κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα επιστρέφονται με αυτοματοποιημένο τρόπο στο EPRIS.

    4.   Ο κατάλογος των αντιστοιχιών επιστρέφεται από το EPRIS στο αιτούν κράτος μέλος ή στην Ευρωπόλ με αυτοματοποιημένο τρόπο. Ο κατάλογος των αντιστοιχιών αναφέρει την ποιότητα της αντιστοιχίας και το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη τα ευρετήρια αστυνομικών αρχείων του οποίου ή των οποίων περιέχουν δεδομένα που οδήγησαν στην αντιστοιχία ή στις αντιστοιχίες.

    5.   Με την παραλαβή του καταλόγου των αντιστοιχιών, το αιτούν κράτος μέλος αποφασίζει για ποιες αντιστοιχίες απαιτούνται επακόλουθες ενέργειες και υποβάλλει σχετικό αιτιολογημένο αίτημα, το οποίο περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 25 και 27 και κάθε πρόσθετη σχετική πληροφορία στο κράτος μέλος ή στα κράτη μέλη στα οποία απευθύνεται το αίτημα μέσω του SIENA. Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται το αίτημα επεξεργάζονται τα εν λόγω αιτήματα χωρίς καθυστέρηση προκειμένου να αποφασίσουν αν θα κοινοποιήσουν τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στη βάση δεδομένων τους.

    6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να καθορίσει την τεχνική διαδικασία για τις αναζητήσεις του EPRIS στα ευρετήρια αστυνομικών αρχείων των κρατών μελών, καθώς και τη μορφή και τον μέγιστο αριθμό των απαντήσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 45

    Τήρηση αρχείων καταγραφής

    1.   Κάθε συμμετέχον κράτος μέλος και η Ευρωπόλ τηρούν αρχεία καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του EPRIS. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

    α)

    εάν ήταν το κράτος μέλος που υπέβαλλε το αίτημα αναζήτησης ή η Ευρωπόλ· εάν ήταν το κράτος μέλος που υπέβαλλε αίτημα αναζήτησης, το εν λόγω κράτος μέλος·

    β)

    την ημερομηνία και ώρα του αιτήματος·

    γ)

    την ημερομηνία και ώρα της απάντησης·

    δ)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων στις οποίες υποβλήθηκε αίτημα αναζήτησης·

    ε)

    τις εθνικές βάσεις δεδομένων που έδωσαν απάντηση.

    2.   Κάθε συμμετέχον κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταγραφής των αιτημάτων αναζητήσεων που υποβάλλει το προσωπικό των αρμόδιων αρχών του που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να χρησιμοποιεί το EPRIS. Η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταγραφής των αιτημάτων αναζήτησης που υποβάλλει το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό της.

    3.   Τα αρχεία καταγραφής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 χρησιμοποιούνται μόνο για τη συλλογή στατιστικών στοιχείων, για τον έλεγχο της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δεδομένων. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα κατά της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται τρία έτη μετά τη δημιουργία τους. Εάν, ωστόσο, είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη ξεκινήσει, διαγράφονται όταν για τις διαδικασίες ελέγχου δεν απαιτούνται πλέον τα αρχεία αυτά.

    4.   Για τους σκοπούς της παρακολούθησης της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού μιας αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για σκοπούς αυτοελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 55.

    Άρθρο 46

    Διαδικασίες ειδοποίησης σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας χρήσης του EPRIS

    1.   Όταν είναι τεχνικά αδύνατη η χρήση του EPRIS για την πραγματοποίηση αναζήτησης σε ένα ή περισσότερα εθνικά ευρετήρια αστυνομικών αρχείων λόγω βλάβης της υποδομής της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ ειδοποιεί τα κράτη μέλη με αυτοματοποιημένο τρόπο. Η Ευρωπόλ λαμβάνει μέτρα για την αντιμετώπιση της τεχνικής αδυναμίας χρήσης του EPRIS χωρίς καθυστέρηση.

    2.   Στις περιπτώσεις που είναι τεχνικά αδύνατον να χρησιμοποιηθεί το EPRIS για την πραγματοποίηση αναζήτησης σε ένα ή περισσότερα εθνικά ευρετήρια αστυνομικών αρχείων λόγω βλάβης της εθνικής υποδομής κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος ειδοποιεί με αυτοματοποιημένο τρόπο τα λοιπά κράτη μέλη, την Επιτροπή και την Ευρωπόλ. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της τεχνικής αδυναμίας χρήσης του EPRIS χωρίς καθυστέρηση.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

    Ανταλλαγή δεδομένων κατόπιν διαπίστωσης αντιστοιχίας

    Άρθρο 47

    Ανταλλαγή βασικών δεδομένων

    1.   Ένα σύνολο βασικών δεδομένων επιστρέφεται μέσω του δρομολογητή εντός 48 ωρών εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    διαπιστώνεται με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 6, 11 ή 20 αντιστοιχία μεταξύ των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση και των δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στη βάση δεδομένων του ή των κρατών μελών προς τα οποία απευθύνεται το αίτημα·

    β)

    η αντιστοιχία που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου έχει επιβεβαιωθεί με μη αυτοματοποιημένο τρόπο από εξειδικευμένο μέλος του προσωπικού του αιτούντος κράτους μέλους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 6, στο άρθρο 11 παράγραφος 2 και στο άρθρο 20 παράγραφος 2, ή, στην περίπτωση των προφίλ DNA που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 7, του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

    γ)

    η περιγραφή των πραγματικών περιστατικών και η αναφορά της υποκείμενης αξιόποινης πράξης έχουν διαβιβαστεί, με τη χρήση του κοινού πίνακα με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων που ορίζεται σε εκτελεστική πράξη που πρόκειται να εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 11β παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ, από το αιτούν κράτος μέλος ή, στην περίπτωση των προφίλ DNA που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 7, από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προκειμένου να αξιολογηθεί η αναλογικότητα του αιτήματος, συμπεριλαμβανομένης της σοβαρότητας της αξιόποινης πράξης για την οποία διενεργήθηκε έρευνα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που παρέχει το σύνολο βασικών δεδομένων.

    2.   Όταν κατά το εθνικό του δίκαιο, ένα κράτος μέλος μπορεί να παρέχει συγκεκριμένο σύνολο βασικών δεδομένων μόνο μετά τη λήψη δικαστικής άδειας, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από την προθεσμία που καθορίζεται στην παράγραφο 1, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να λάβει την εν λόγω άδεια.

    3.   Το σύνολο των βασικών δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επιστρέφεται από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ή, στην περίπτωση των προφίλ DNA που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 7, από το αιτούν κράτος μέλος.

    4.   Όταν η επιβεβαιωμένη αντιστοιχία αφορά ταυτοποιημένα δεδομένα προσώπου, το σύνολο βασικών δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα, στον βαθμό που είναι διαθέσιμα:

    α)

    όνομα ή ονόματα·

    β)

    επώνυμο ή επώνυμα·

    γ)

    ψευδώνυμο ή ψευδώνυμα και όνομα ή ονόματα που έχουν χρησιμοποιηθεί παλαιότερα·

    δ)

    ημερομηνία γέννησης·

    ε)

    ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

    στ)

    τόπο και χώρα γέννησης·

    ζ)

    φύλο·

    η)

    ημερομηνία και τόπο απόκτησης των βιομετρικών δεδομένων·

    θ)

    το ποινικό αδίκημα για το οποίο αποκτήθηκαν τα βιομετρικά δεδομένα·

    ι)

    τον αριθμό ποινικής υπόθεσης·

    ια)

    την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την ποινική υπόθεση.

    5.   Όταν η επιβεβαιωμένη αντιστοιχία αφορά αταυτοποίητα δεδομένα ή ίχνη, το σύνολο βασικών δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα στον βαθμό που είναι διαθέσιμα:

    α)

    ημερομηνία και τόπο απόκτησης των βιομετρικών δεδομένων·

    β)

    το ποινικό αδίκημα για το οποίο αποκτήθηκαν τα βιομετρικά δεδομένα·

    γ)

    τον αριθμό ποινικής υπόθεσης·

    δ)

    την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την ποινική υπόθεση.

    6.   Η επιστροφή βασικών δεδομένων από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ή, στην περίπτωση των προφίλ DNA που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 7, από το αιτούν κράτος μέλος υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται από άνθρωπο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

    Ευρωπόλ

    Άρθρο 48

    Πρόσβαση των κρατών μελών σε βιομετρικά δεδομένα που παρέχονται από τρίτες χώρες και αποθηκεύονται από την Ευρωπόλ

    1.   Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, έχουν πρόσβαση και μπορούν να πραγματοποιούν αναζητήσεις μέσω του δρομολογητή σε βιομετρικά δεδομένα που έχουν παρασχεθεί στην Ευρωπόλ από τρίτες χώρες για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.

    2.   Όταν μία αναζήτηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταλήγει σε αντιστοιχία μεταξύ των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και δεδομένων που παρέχονται από τρίτες χώρες και αποθηκεύονται από την Ευρωπόλ, οι επακόλουθες ενέργειες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

    Άρθρο 49

    Πρόσβαση της Ευρωπόλ σε δεδομένα αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών, με τη χρήση δεδομένων που παρέχονται από τρίτες χώρες

    1.   Εάν είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, η Ευρωπόλ, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό και τον παρόντα κανονισμό, έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποθηκεύονται από τα κράτη μέλη στις εθνικές βάσεις δεδομένων και στα ευρετήρια αστυνομικών αρχείων τους.

    2.   Οι αναζητήσεις της Ευρωπόλ που εκτελούνται με βιομετρικά δεδομένα ως κριτήριο αναζήτησης πραγματοποιούνται με τη χρήση του δρομολογητή.

    3.   Οι αναζητήσεις της Ευρωπόλ που εκτελούνται με δεδομένα αδειών κυκλοφορίας οχημάτων ως κριτήριο αναζήτησης πραγματοποιούνται με τη χρήση του Eucaris.

    4.   Οι αναζητήσεις της Ευρωπόλ που εκτελούνται με βάση τα βιογραφικά δεδομένα υπόπτων και καταδικασθέντων που αναφέρονται στο άρθρο 25 ως κριτήριο αναζήτησης πραγματοποιούνται με τη χρήση του EPRIS.

    5.   Η Ευρωπόλ πραγματοποιεί αναζητήσεις με δεδομένα που παρέχονται από τρίτες χώρες σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου μόνο όταν είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων της για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχεία α) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.

    6.   Όταν οι διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 6, 11 ή 20 δείχνουν ότι υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και των δεδομένων που τηρούνται στην εθνική βάση δεδομένων του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία απευθύνεται το αίτημα, η Ευρωπόλ ενημερώνει μόνο το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

    Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα αποφασίζει αν θα επιστρέψει σύνολο βασικών δεδομένων μέσω του δρομολογητή εντός 48 ωρών εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    η αντιστοιχία όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο έχει επιβεβαιωθεί με μη αυτοματοποιημένο τρόπο από ειδικευμένο μέλος του προσωπικού της Ευρωπόλ·

    β)

    η περιγραφή των πραγματικών περιστατικών και η αναφορά της υποκείμενης αξιόποινης πράξης έχουν διαβιβαστεί, με τη χρήση του κοινού πίνακα με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων που καθορίζεται σε εκτελεστική πράξη που πρόκειται να εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 11β παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ, από την Ευρωπόλ προκειμένου να αξιολογηθεί η αναλογικότητα του αιτήματος, συμπεριλαμβανομένης της σοβαρότητας της αξιόποινης πράξης για την οποία διενεργήθηκε έρευνα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που παρέχει το σύνολο βασικών δεδομένων·

    γ)

    το όνομα της τρίτης χώρας που παρέσχε τα δεδομένα έχει διαβιβαστεί.

    Όταν κατά το εθνικό του δίκαιο, ένα κράτος μέλος μπορεί να παρέχει συγκεκριμένο σύνολο βασικών δεδομένων μόνο μετά τη λήψη δικαστικής άδειας, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από την προθεσμία που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να λάβει την εν λόγω άδεια.

    Όταν η επιβεβαιωμένη αντιστοιχία αφορά ταυτοποιημένα δεδομένα προσώπου, το σύνολο βασικών δεδομένων που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα, στον βαθμό που είναι διαθέσιμα:

    α)

    όνομα ή ονόματα·

    β)

    επώνυμο ή επώνυμα·

    γ)

    ψευδώνυμο ή ψευδώνυμα και όνομα ή ονόματα που έχουν χρησιμοποιηθεί παλαιότερα·

    δ)

    ημερομηνία γέννησης·

    ε)

    ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

    στ)

    τόπο και χώρα γέννησης·

    ζ)

    φύλο·

    η)

    ημερομηνία και τόπο απόκτησης των βιομετρικών δεδομένων·

    θ)

    το ποινικό αδίκημα για το οποίο αποκτήθηκαν τα βιομετρικά δεδομένα·

    ι)

    τον αριθμό ποινικής υπόθεσης·

    ια)

    την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την ποινική υπόθεση.

    Όταν η επιβεβαιωμένη αντιστοιχία αφορά αταυτοποίητα δεδομένα ή ίχνη, το σύνολο βασικών δεδομένων που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα, στον βαθμό που είναι διαθέσιμα:

    α)

    ημερομηνία και τόπο απόκτησης των βιομετρικών δεδομένων·

    β)

    το ποινικό αδίκημα για το οποίο αποκτήθηκαν τα βιομετρικά δεδομένα·

    γ)

    τον αριθμό ποινικής υπόθεσης·

    δ)

    την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την ποινική υπόθεση.

    Η επιστροφή βασικών δεδομένων από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται από άνθρωπο.

    7.   Η χρήση από την Ευρωπόλ πληροφοριών που λαμβάνονται από αναζήτηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, και από την ανταλλαγή συνόλου βασικών δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 6, υπόκειται στη συγκατάθεση του κράτους μέλους στη βάση δεδομένων του οποίου πραγματοποιήθηκε η αντιστοιχία. Εάν το κράτος μέλος επιτρέπει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών, ο χειρισμός τους από την Ευρωπόλ ρυθμίζεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

    Προστασία δεδομένων

    Άρθρο 50

    Σκοπός της επεξεργασίας δεδομένων

    1.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται από κράτος μέλος ή την Ευρωπόλ επιτρέπεται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους παρασχέθηκαν τα δεδομένα από το κράτος μέλος που παρέσχε τα δεδομένα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η επεξεργασία για άλλους σκοπούς επιτρέπεται μόνο με προηγούμενη άδεια του κράτους μέλους που παρέσχε τα δεδομένα.

    2.   Η επεξεργασία των δεδομένων που παρέχονται από κράτος μέλος ή την Ευρωπόλ σύμφωνα με τα άρθρα 6, 11, 16, 20 ή 26 επιτρέπεται μόνο εάν είναι αναγκαία για τους ακόλουθους σκοπούς:

    α)

    να διαπιστωθεί αν υπάρχει αντιστοιχία για τα συγκρινόμενα προφίλ DNA, δακτυλοσκοπικά δεδομένα, άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, εικόνες προσώπου ή αστυνομικά αρχεία·

    β)

    ανταλλαγή ενός συνόλου βασικών δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 47·

    γ)

    σύνταξη και υποβολή αστυνομικού ή δικαστικού αιτήματος για νομική συνδρομή σε περίπτωση αντιστοιχίας των εν λόγω δεδομένων·

    δ)

    να πραγματοποιηθεί καταγραφή αρχείων όπως προβλέπεται στα άρθρα 18, 40 και 45.

    3.   Τα δεδομένα που λαμβάνει κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ διαγράφονται αμέσως μετά τις αυτόματες απαντήσεις σε αναζητήσεις, εκτός εάν απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή επιτρέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

    4.   Πριν από τη σύνδεση των εθνικών τους βάσεων δεδομένων με τον δρομολογητή ή το EPRIS, τα κράτη μέλη διενεργούν εκτίμηση επιπτώσεων στην προστασία των δεδομένων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και, κατά περίπτωση, διαβουλεύονται με την εποπτική αρχή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 της εν λόγω οδηγίας. Η εποπτική αρχή μπορεί να κάνει χρήση οποιασδήποτε από τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 47 της εν λόγω οδηγίας, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 5 της εν λόγω οδηγίας.

    Άρθρο 51

    Ακρίβεια, συνάφεια και διατήρηση δεδομένων

    1.   Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ διασφαλίζουν την ακρίβεια και τη συνάφεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τον παρόντα κανονισμό. Εάν ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ αντιληφθεί ότι έχουν παρασχεθεί δεδομένα τα οποία είναι εσφαλμένα ή μη επικαιροποιημένα ή δεδομένα που δεν θα έπρεπε να έχουν παρασχεθεί, αυτό κοινοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο κράτος μέλος το οποίο έλαβε τα δεδομένα ή στην Ευρωπόλ. Όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ διορθώνουν ή διαγράφουν τα δεδομένα αναλόγως χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Εάν το κράτος μέλος που έλαβε τα δεδομένα ή η Ευρωπόλ θεωρεί εύλογα ότι τα παρασχεθέντα δεδομένα είναι εσφαλμένα ή ότι θα πρέπει να διαγραφούν, το κράτος μέλος που παρέσχε τα δεδομένα ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

    2.   Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα για την επικαιροποίηση των δεδομένων που σχετίζονται με τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

    3.   Σε περίπτωση που το υποκείμενο των δεδομένων αμφισβητεί την ακρίβεια των δεδομένων που έχει στην κατοχή του ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ, σε περίπτωση που η ακρίβεια δεν μπορεί να διαπιστωθεί αξιόπιστα από το οικείο κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ και σε περίπτωση που ζητηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων, τα εν λόγω δεδομένα επισημαίνονται. Όταν υπάρχει σχετική επισήμανση, τα κράτη μέλη ή η Ευρωπόλ μπορούν να την αφαιρέσουν μόνο με την άδεια του υποκειμένου των δεδομένων ή βάσει απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου, της εποπτικής αρχής ή του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση.

    4.   Τα δεδομένα τα οποία δεν θα έπρεπε να έχουν παρασχεθεί ή ληφθεί, διαγράφονται. Τα δεδομένα τα οποία έχουν παρασχεθεί και ληφθεί νομίμως διαγράφονται:

    α)

    όταν δεν είναι αναγκαία ή δεν απαιτούνται πλέον για τον σκοπό για τον οποίο παρασχέθηκαν·

    β)

    μετά την παρέλευση της μέγιστης περιόδου διατήρησης των δεδομένων που ορίζει το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που παρέσχε τα δεδομένα εφόσον το εν λόγω κράτος μέλος ενημέρωσε το κράτος μέλος που έλαβε τα δεδομένα ή την Ευρωπόλ σχετικά με τη μέγιστη αυτήν περίοδο κατά την παροχή των δεδομένων· ή

    γ)

    μετά τη λήξη της μέγιστης περιόδου διατήρησης των δεδομένων που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

    Σε περίπτωση που μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι η διαγραφή των δεδομένων θα έθιγε τα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, αντί της διαγραφής, περιορίζεται η επεξεργασία των δεδομένων. Όταν περιορίζεται η επεξεργασία των δεδομένων, αυτά υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τον σκοπό ο οποίος εμπόδισε τη διαγραφή τους.

    Άρθρο 52

    Εκτελών την επεξεργασία

    1.   Ο eu-LISA είναι ο εκτελών κατά την έννοια του άρθρου 3 σημείο 12) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω του δρομολογητή.

    2.   Η Ευρωπόλ είναι ο εκτελών κατά την έννοια του άρθρου 3 σημείο 12) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω του EPRIS.

    Άρθρο 53

    Ασφάλεια επεξεργασίας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ο eu-LISA και η Ευρωπόλ διασφαλίζουν την ασφάλεια της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ο eu-LISA και η Ευρωπόλ συνεργάζονται για την εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την ασφάλεια.

    2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και του άρθρου 32 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, ο eu-LISA και η Ευρωπόλ λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της ασφάλειας του δρομολογητή και του EPRIS αντίστοιχα, και της σχετικής υποδομής επικοινωνίας τους.

    3.   Ο eu-LISA λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα όσον αφορά τον δρομολογητή και η Ευρωπόλ λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα όσον αφορά το EPRIS, προκειμένου:

    α)

    να προστατεύεται η φυσική υπόσταση των δεδομένων, μεταξύ άλλων, μέσω της κατάρτισης εναλλακτικών σχεδίων για την προστασία υποδομής ζωτικής σημασίας·

    β)

    να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό και εγκαταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων·

    γ)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων·

    δ)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων, καθώς και ο μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, η τροποποίηση ή η διαγραφή καταγεγραμμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

    ε)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων, καθώς και κάθε μη εξουσιοδοτημένη αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων·

    στ)

    να εμποδίζεται η χρησιμοποίηση συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων·

    ζ)

    να εξασφαλίζεται, με ατομικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικά μέσα πρόσβασης, ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στον δρομολογητή ή στο EPRIS, κατά περίπτωση, έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από την άδεια πρόσβασής τους·

    η)

    να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να παρέχονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων·

    θ)

    να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στον δρομολογητή ή στο EPRIS, κατά περίπτωση, καθώς και το πότε, από ποια πρόσωπα και για ποιον σκοπό έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία·

    ι)

    να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ή από τον δρομολογητή ή το EPRIS, κατά περίπτωση, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης·

    ια)

    να διασφαλίζεται ότι, σε περίπτωση διακοπής, θα είναι δυνατή η αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας των εγκατεστημένων συστημάτων·

    ιβ)

    να εξασφαλίζεται η αξιοπιστία μέσω της εξασφάλισης ότι οποιεσδήποτε αστοχίες στη λειτουργία του δρομολογητή ή του EPRIS, κατά περίπτωση, κοινοποιούνται αρμοδίως·

    ιγ)

    να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό και να αξιολογούνται τα εν λόγω μέτρα ασφαλείας υπό το πρίσμα των νέων τεχνολογικών εξελίξεων.

    Τα αναγκαία μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνουν σχέδιο ασφαλείας, σχέδιο συνέχισης των δραστηριοτήτων και σχέδιο αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή.

    Άρθρο 54

    Συμβάντα ασφάλειας

    1.   Κάθε γεγονός που έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στην ασφάλεια του δρομολογητή ή του EPRIS και μπορεί να προκαλέσει ζημία ή απώλεια των αποθηκευμένων στον δρομολογητή ή στο EPRIS δεδομένων θεωρείται συμβάν ασφάλειας, ιδίως σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να έχει σημειωθεί μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα ή σε περιπτώσεις όπου έχουν θιγεί ή ενδέχεται να έχουν θιγεί η διαθεσιμότητα, η ακεραιότητα και ο εμπιστευτικός χαρακτήρας δεδομένων.

    2.   Σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας που αφορά τον δρομολογητή, ο eu-LISA και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή, κατά περίπτωση, η Ευρωπόλ συνεργάζονται για να εξασφαλίσουν ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση.

    3.   Σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας που αφορά το EPRIS, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίσουν ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση.

    4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές τους κάθε συμβάν ασφάλειας.

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 92 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας σχετιζόμενου με την κεντρική υποδομή του δρομολογητή, ο eu-LISA ενημερώνει την Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας για τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης (CERT-ΕΕ) σχετικά με σημαντικές κυβερνοαπειλές, σημαντικές ευπάθειες και σημαντικά συμβάντα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός 24 ωρών από τη στιγμή που λαμβάνει γνώση αυτών. Οι αντιμετωπίσιμες και κατάλληλες τεχνικές λεπτομέρειες των κυβερνοαπειλών, των ευπαθειών και των συμβάντων που επιτρέπουν τον προληπτικό εντοπισμό, την αντιμετώπιση συμβάντων ή τα μέτρα μετριασμού κοινοποιούνται στη CERT-ΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 και του άρθρου 92 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας σχετιζόμενου με την κεντρική υποδομή του EPRIS, η Ευρωπόλ ενημερώνει τη CERT-ΕΕ σχετικά με σημαντικές κυβερνοαπειλές, σημαντικές ευπάθειες και σημαντικά συμβάντα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός 24 ωρών από τη στιγμή που λαμβάνει γνώση αυτών. Οι αντιμετωπίσιμες και κατάλληλες τεχνικές λεπτομέρειες των κυβερνοαπειλών, των ευπαθειών και των συμβάντων που επιτρέπουν τον προληπτικό εντοπισμό, την αντιμετώπιση συμβάντων ή τα μέτρα μετριασμού κοινοποιούνται στη CERT-ΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

    5.   Οι πληροφορίες σχετικά με συμβάν ασφάλειας το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στη λειτουργία του δρομολογητή ή στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων, παρέχονται από τα κράτη μέλη και τους οικείους οργανισμούς της Ένωσης στα κράτη μέλη και στην Ευρωπόλ χωρίς καθυστέρηση και κοινοποιούνται σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που παρέχει ο eu-LISA.

    6.   Οι πληροφορίες που αφορούν συμβάν ασφάλειας το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στη λειτουργία του EPRIS ή στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων, παρέχονται από τα κράτη μέλη και τους οικείους οργανισμούς της Ένωσης στα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση και κοινοποιούνται σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που παρέχει η Ευρωπόλ.

    Άρθρο 55

    Αυτοέλεγχος

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε αρχή που διαθέτει δικαίωμα χρήσης του πλαισίου Prüm II λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα για τον έλεγχο της συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και συνεργάζεται, εάν απαιτείται, με την εποπτική αρχή. Η Ευρωπόλ λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα για τον έλεγχο της συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και συνεργάζεται, εάν απαιτείται, με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

    2.   Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων εφαρμόζουν τα απαιτούμενα μέτρα για τον αποτελεσματικό έλεγχο της συμμόρφωσης της επεξεργασίας δεδομένων με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής επαλήθευσης των αρχείων καταγραφής που αναφέρονται στα άρθρα 18, 40 και 45. Συνεργάζονται, εάν απαιτείται και κατά περίπτωση, με τις εποπτικές αρχές ή με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

    Άρθρο 56

    Κυρώσεις

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε κατάχρηση δεδομένων, επεξεργασία δεδομένων ή ανταλλαγή δεδομένων που αντιβαίνει στον παρόντα κανονισμό τιμωρείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Οι κυρώσεις που προβλέπονται είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    Άρθρο 57

    Ευθύνη

    Εάν η μη συμμόρφωση κράτους μέλους ή, κατά τη διενέργεια αναζητήσεων σύμφωνα με το άρθρο 49, της Ευρωπόλ με τις οικείες υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημία στον δρομολογητή ή στο EPRIS, το εν λόγω κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ υπέχει ευθύνη για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν και υπό την προϋπόθεση ότι ο eu-LISA, η Ευρωπόλ ή άλλο κράτος μέλος που δεσμεύεται από τον παρόντα κανονισμό δεν έλαβε εύλογα μέτρα για να αποτρέψει την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

    Άρθρο 58

    Έλεγχοι από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

    1.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων διασφαλίζει ότι διενεργείται, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου και τουλάχιστον ανά τετραετία, έλεγχος των λειτουργιών του eu-LISA και της Ευρωπόλ για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη και στον οικείο οργανισμό της Ένωσης. Πριν από την έγκριση των εκθέσεων δίνεται στον eu-LISA και στην Ευρωπόλ η δυνατότητα να διατυπώσουν παρατηρήσεις.

    2.   Ο eu-LISA και η Ευρωπόλ παρέχουν στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων τις πληροφορίες που τους ζητά, παρέχουν στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που ζητά και στα αρχεία καταγραφής τους που αναφέρονται στα άρθρα 40 και 45 και επιτρέπουν στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, στο σύνολο των εγκαταστάσεών τους. Η παρούσα παράγραφος ισχύει με την επιφύλαξη των εξουσιών του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων βάσει του άρθρου 58 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, και όσον αφορά την Ευρωπόλ, βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.

    Άρθρο 59

    Συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

    1.   Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, καθένας εκ των οποίων ενεργεί εντός του πεδίου των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των αντίστοιχων καθηκόντων τους για να εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως σε περίπτωση που ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ή μια εποπτική αρχή διαπιστώσει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των πρακτικών των κρατών μελών ή δυνητικά παράνομες διαβιβάσεις με τη χρήση των διαύλων επικοινωνίας του πλαισίου Prüm II.

    2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εξασφαλίζεται συντονισμένη εποπτεία, σύμφωνα με το άρθρο 62 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

    3.   Δύο έτη από την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή και του EPRIS και, εν συνεχεία, ανά διετία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει έκθεση των δραστηριοτήτων του βάσει του παρόντος άρθρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον eu-LISA και στην Ευρωπόλ. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για κάθε κράτος μέλος, το οποίο συντάσσει η εποπτική αρχή του οικείου κράτους μέλους.

    Άρθρο 60

    Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς

    Ένα κράτος μέλος διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει αποκτήσει βάσει του παρόντος κανονισμού προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό σύμφωνα με το κεφάλαιο V της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και εφόσον το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα έχει δώσει την έγκρισή του πριν από τη διαβίβαση.

    Η Ευρωπόλ διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει αποκτήσει βάσει του παρόντος κανονισμού προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 και εφόσον το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα έχει δώσει την έγκρισή του πριν από τη διαβίβαση.

    Άρθρο 61

    Σχέση με άλλες νομικές πράξεις για την προστασία των δεδομένων

    Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο και με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 ή τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, (ΕΕ) 2016/794 ή (ΕΕ) 2016/679, κατά περίπτωση.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

    Αρμοδιότητες

    Άρθρο 62

    Ευθύνη δέουσας επιμέλειας

    Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον η αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων εμπίπτει στον σκοπό του πλαισίου Prüm II, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, και κατά πόσον συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτό, ιδίως όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα.

    Άρθρο 63

    Κατάρτιση

    Το εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, των εποπτικών αρχών και της Ευρωπόλ, κατά περίπτωση, διαθέτει επαρκείς πόρους και κατάρτιση, μεταξύ άλλων όσον αφορά την προστασία των δεδομένων και την ακριβή επανεξέταση των αντιστοιχιών, για την εκτέλεση των καθηκόντων βάσει του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 64

    Αρμοδιότητες των κρατών μελών

    1.   Κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για:

    α)

    τη σύνδεση με την υποδομή του δρομολογητή·

    β)

    την ενσωμάτωση των υφιστάμενων εθνικών συστημάτων και υποδομών του στον δρομολογητή·

    γ)

    την οργάνωση, τη διαχείριση, τη λειτουργία και τη συντήρηση των υφιστάμενων εθνικών υποδομών του και τη σύνδεσή του με τον δρομολογητή·

    δ)

    τη σύνδεση με την υποδομή του EPRIS·

    ε)

    την ενσωμάτωση των υφιστάμενων εθνικών συστημάτων και υποδομών του στο EPRIS·

    στ)

    την οργάνωση, τη διαχείριση, τη λειτουργία και τη συντήρηση των υφιστάμενων εθνικών υποδομών του και τη σύνδεσή τους με το EPRIS·

    ζ)

    τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στον δρομολογητή του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμόδιων αρχών του, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, και τη δημιουργία και τακτική ενημέρωση καταλόγου του εν λόγω προσωπικού και των προσόντων του·

    η)

    τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στο EPRIS του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμόδιων αρχών του, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, και τη δημιουργία και τακτική ενημέρωση καταλόγου του εν λόγω προσωπικού και των προσόντων του·

    θ)

    τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στο Eucaris του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμόδιων αρχών του, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, και τη δημιουργία και τακτική ενημέρωση καταλόγου του εν λόγω προσωπικού και των προσόντων του·

    ι)

    τη μη αυτοματοποιημένη επιβεβαίωση αντιστοιχίας από ειδικευμένο προσωπικό, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 6, στο άρθρο 6 παράγραφος 7, στο άρθρο 11 παράγραφος 2 και στο άρθρο 20 παράγραφος 2·

    ια)

    τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας των δεδομένων που είναι αναγκαία για την ανταλλαγή δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 5, 10, 16, 19 και 25·

    ιβ)

    την ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 6, 11, 16, 20 και 26·

    ιγ)

    τη διόρθωση, την επικαιροποίηση ή τη διαγραφή δεδομένων που ελήφθησαν από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα εντός 48 ωρών από την κοινοποίηση από το εν λόγω κράτος μέλος ότι τα δεδομένα που υποβλήθηκαν ήταν εσφαλμένα, δεν είναι πλέον επικαιροποιημένα ή διαβιβάστηκαν παράνομα·

    ιδ)

    τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ως προς την ποιότητα των δεδομένων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    2.   Κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για τη σύνδεση των αρμόδιων αρχών του με τον δρομολογητή, το EPRIS και το Eucaris.

    Άρθρο 65

    Αρμοδιότητες της Ευρωπόλ

    1.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού της στον δρομολογητή, το EPRIS και το Eucaris σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    2.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία των αναζητήσεων στα δεδομένα της Ευρωπόλ από τον δρομολογητή. Η Ευρωπόλ προσαρμόζει αναλόγως τα συστήματα πληροφοριών της.

    3.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για τυχόν τεχνικές προσαρμογές της υποδομής της που απαιτούνται για τη σύνδεση με τον δρομολογητή και το Eucaris.

    4.   Με την επιφύλαξη των αναζητήσεων από την Ευρωπόλ δυνάμει του άρθρου 49, η Ευρωπόλ δεν έχει πρόσβαση σε κανένα από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία μέσω του EPRIS.

    5.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη του EPRIS σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Το EPRIS παρέχει τις λειτουργίες που ορίζονται στα άρθρα 42 έως 46.

    Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για την τεχνική διαχείριση του EPRIS. Η τεχνική διαχείριση του EPRIS περιλαμβάνει όλες τις εργασίες και τις τεχνικές λύσεις που απαιτούνται για τη λειτουργία της κεντρικής υποδομής του και που παρέχουν αδιάλειπτες υπηρεσίες στα κράτη μέλη σε 24ωρη βάση, 7 ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Περιλαμβάνει τη συντήρηση και τις τεχνικές εξελίξεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε το EPRIS να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό τεχνικής αρτιότητας, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο απόκρισης που απαιτείται για την υποβολή αιτημάτων στις εθνικές βάσεις δεδομένων, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές.

    6.   Η Ευρωπόλ παρέχει κατάρτιση σχετικά με την τεχνική χρήση του EPRIS.

    7.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 48 και 49.

    Άρθρο 66

    Αρμοδιότητες του eu-LISA κατά τη φάση σχεδιασμού και ανάπτυξης του δρομολογητή

    1.   Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι η κεντρική υποδομή του δρομολογητή λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    2.   Ο δρομολογητής φιλοξενείται από τον eu-LISA στις τεχνικές εγκαταστάσεις του και παρέχει τις λειτουργίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τους όρους ασφάλειας, διαθεσιμότητας, ποιότητας και επιδόσεων που αναφέρονται στο άρθρο 67 παράγραφος 1.

    3.   Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του δρομολογητή και για τυχόν τεχνικές προσαρμογές που απαιτούνται για τις λειτουργίες του δρομολογητή.

    4.   Ο eu-LISA δεν έχει πρόσβαση σε κανένα από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία μέσω του δρομολογητή.

    5.   Ο eu-LISA καθορίζει τον σχεδιασμό της φυσικής αρχιτεκτονικής του δρομολογητή, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλών υποδομών επικοινωνίας του και των τεχνικών προδιαγραφών και της εξέλιξής του όσον αφορά την κεντρική υποδομή και την ασφαλή υποδομή επικοινωνίας. Το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA εγκρίνει τον εν λόγω σχεδιασμό, με την επιφύλαξη της θετικής γνώμης της Επιτροπής. Ο eu-LISA εφαρμόζει επίσης κάθε αναγκαία προσαρμογή στις συνιστώσες διαλειτουργικότητας που προκύπτουν από τη δημιουργία του δρομολογητή, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

    6.   Ο eu-LISA αναπτύσσει και υλοποιεί τον δρομολογητή το συντομότερο δυνατόν μετά την έγκριση από την Επιτροπή των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 37 παράγραφος 6. Η εν λόγω ανάπτυξη συνίσταται στην εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών προδιαγραφών, τη διεξαγωγή δοκιμών και τη συνολική διαχείριση και τον συνολικό συντονισμό του έργου.

    7.   Κατά τη διάρκεια της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης, πραγματοποιούνται τακτικές συνεδριάσεις του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και στο άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818. Διασφαλίζει την κατάλληλη διαχείριση της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης του δρομολογητή.

    Κάθε μήνα το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος υποβάλλει γραπτές εκθέσεις στο διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA σχετικά με την πρόοδο του έργου. Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος δεν έχει εξουσία λήψης αποφάσεων ούτε εντολή να εκπροσωπεί τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του eu-LISA.

    Η συμβουλευτική ομάδα για τη διαλειτουργικότητα που αναφέρεται στο άρθρο 78 συνεδριάζει τακτικά μέχρι την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή. Υποβάλλει έκθεση έπειτα από κάθε συνεδρίαση στο συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος. Παρέχει τεχνική εμπειρογνωμοσύνη για την υποστήριξη των καθηκόντων του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος και παρακολουθεί το επίπεδο της προετοιμασίας των κρατών μελών.

    Άρθρο 67

    Αρμοδιότητες του eu-LISA μετά την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή

    1.   Μετά την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή, ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την τεχνική διαχείριση της κεντρικής υποδομής του δρομολογητή, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησής του και των τεχνολογικών εξελίξεων. Εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιείται η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία, βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους. Ο eu-LISA είναι επίσης υπεύθυνος για την τεχνική διαχείριση της απαραίτητης υποδομής επικοινωνίας.

    Η τεχνική διαχείριση του δρομολογητή περιλαμβάνει όλες τις εργασίες και τις τεχνικές λύσεις που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του δρομολογητή και που παρέχουν αδιάλειπτες υπηρεσίες στα κράτη μέλη και στην Ευρωπόλ σε 24ωρη βάση, 7 ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Περιλαμβάνει τη συντήρηση και τις τεχνικές εξελίξεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε ο δρομολογητής να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό τεχνικής αρτιότητας, ιδίως όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και τον χρόνο απόκρισης που απαιτείται όταν υποβάλλονται αιτήματα στις εθνικές βάσεις δεδομένων και στα δεδομένα της Ευρωπόλ, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές.

    Η ανάπτυξη και η διαχείριση του δρομολογητή πραγματοποιούνται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και ελεγχόμενη πρόσβαση, πλήρης και αδιάλειπτη διαθεσιμότητα και χρόνος απόκρισης σύμφωνα με τις επιχειρησιακές ανάγκες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και της Ευρωπόλ.

    2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ορίζεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (18), ο eu-LISA εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας στο προσωπικό του που οφείλει να χειρίζεται δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στον δρομολογητή. Η εν λόγω υποχρέωση εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το εν λόγω προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

    Ο eu-LISA δεν έχει πρόσβαση σε κανένα από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία μέσω του δρομολογητή.

    3.   Ο eu-LISA εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την παροχή κατάρτισης για την τεχνική χρήση του δρομολογητή.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

    Τροποποιήσεις άλλων υφιστάμενων πράξεων

    Άρθρο 68

    Τροποποιήσεις των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ

    1.   Στην απόφαση 2008/615/ΔΕΥ, το άρθρο 1 στοιχείο α), τα άρθρα 2 έως 6 και τα τμήματα 2 και 3 του κεφαλαίου 2 αντικαθίστανται όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό από την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον δρομολογητή, όπως ορίζεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1. Ως εκ τούτου, το άρθρο 1 στοιχείο α), τα άρθρα 2 έως 6 και τα τμήματα 2 και 3 του κεφαλαίου 2 της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ απαλείφονται από την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον δρομολογητή που ορίζεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1.

    2.   Στην απόφαση 2008/616/ΔΕΥ, τα κεφάλαια 2 έως 5 και τα άρθρα 18, 20 και 21 αντικαθίστανται όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό από την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον δρομολογητή που ορίζεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1. Ως εκ τούτου, τα κεφάλαια 2 έως 5 και τα άρθρα 18, 20 και 21 της απόφασης 2008/616/ΔΕΥ απαλείφονται από την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον δρομολογητή που ορίζεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1.

    Άρθρο 69

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1726

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1726 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 8δ

    Καθήκοντα σχετικά με τον δρομολογητή Prüm II

    Σε σχέση με τον δρομολογητή Prüm II, ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

    (*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία, και για την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («κανονισμός Prüm II») (ΕΕ L, 2024/982, 5.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/982/oj).»."

    2)

    Στο άρθρο 17 παράγραφος 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τα καθήκοντα που συνδέονται με την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5, τα άρθρα 3 έως 8 και στα άρθρα 8δ, 9 και 11 εκτελούνται στην τεχνική εγκατάσταση στο Στρασβούργο της Γαλλίας.».

    3)

    Το άρθρο 19 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

    «λαα)

    εγκρίνει εκθέσεις για την κατάσταση ανάπτυξης του δρομολογητή Prüm II δυνάμει του άρθρου 80 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982,»·

    β)

    το στοιχείο λβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «λβ)

    εγκρίνει εκθέσεις σχετικά με την τεχνική λειτουργία των ακολούθων:

    i)

    του SIS δυνάμει του άρθρου 60 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) και του άρθρου 74 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3)·

    ii)

    του VIS δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και του άρθρου 17 παράγραφος 3 της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ·

    iii)

    του ΣΕΕ δυνάμει του άρθρου 72 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·

    iv)

    του ETIAS δυνάμει του άρθρου 92 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240·

    v)

    για το ECRIS-TCN και την εφαρμογή αναφοράς ECRIS δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816·

    vi)

    των συνιστωσών διαλειτουργικότητας δυνάμει του άρθρου 78 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και του άρθρου 74 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818·

    vii)

    του συστήματος e-CODEX δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/850·

    viii)

    της πλατφόρμας συνεργασίας των ΚΟΕ δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2023/969·

    ix)

    του δρομολογητή Prüm II δυνάμει του άρθρου 80 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982·

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα των συνοριακών ελέγχων, την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν και την τροποποίηση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 (ΕΕ L 312 της 7.12.2018, σ. 14)."

    (*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 312 της 7.12.2018, σ. 56).»."

    γ)

    το στοιχείο λδ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «λδ)

    εκδίδει επίσημες παρατηρήσεις σχετικά με τις εκθέσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τους λογιστικούς ελέγχους δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861, του άρθρου 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, του άρθρου 31 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013, του άρθρου 56 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, του άρθρου 67 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, του άρθρου 29 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816, του άρθρου 52 των κανονισμών (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818, και του άρθρου 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982 και εξασφαλίζει κατάλληλη συνέχεια των εν λόγω ελέγχων.».

    Άρθρο 70

    Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817

    Στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

    «δ)

    ασφαλή υποδομή επικοινωνίας μεταξύ της ESP και του δρομολογητή που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4) .

    Άρθρο 71

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/818 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

    «δ)

    ασφαλή υποδομή επικοινωνίας μεταξύ της ESP και του δρομολογητή που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

    (*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία και για την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («κανονισμός Prüm II») (ΕΕ L, 2024/982, 5.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/982/oj).»."

    2)

    Στο άρθρο 39, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Δημιουργείται κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών (CRRS) με σκοπό την υποστήριξη των στόχων του SIS, του Eurodac και του ECRIS-TCN, σύμφωνα με τις αντίστοιχες νομικές πράξεις που διέπουν τα εν λόγω συστήματα, καθώς και την παροχή διασυστημικών στατιστικών δεδομένων και αναλυτικών εκθέσεων για σκοπούς πολιτικής, επιχειρησιακούς σκοπούς και σκοπούς ποιότητας των δεδομένων. Το CRRS υποστηρίζει επίσης τους στόχους του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982.

    2.   Ο eu-LISA καταρτίζει, εφαρμόζει και φιλοξενεί στις τεχνικές εγκαταστάσεις του το CRRS, το οποίο περιέχει τα δεδομένα και τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 74 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862 και στο άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816 λογικά διαχωρισμένα από το σύστημα πληροφοριών της ΕΕ. Ο eu-LISA συλλέγει επίσης τα δεδομένα και τα στατιστικά στοιχεία από τον δρομολογητή που αναφέρεται στο άρθρο 72 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982. Πρόσβαση στο CRRS παρέχεται μέσω ελεγχόμενης, ασφαλούς πρόσβασης και με ειδικά προφίλ χρήστη, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, στις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 74 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862, στο άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816 και στο άρθρο 72 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2024/982.».

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

    Τελικές διατάξεις

    Άρθρο 72

    Υποβολή εκθέσεων και κατάρτιση στατιστικών

    1.   Κατά περίπτωση, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής, του eu-LISA και της Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στα ακόλουθα δεδομένα που συνδέονται με τον δρομολογητή, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών:

    α)

    τον αριθμό αναζητήσεων ανά κράτος μέλος και τον αριθμό αναζητήσεων από την Ευρωπόλ ανά κατηγορία δεδομένων·

    β)

    τον αριθμό αναζητήσεων σε καθεμία από τις συνδεδεμένες βάσεις δεδομένων·

    γ)

    τον αριθμό αντιστοιχιών στη βάση δεδομένων κάθε κράτους μέλους ανά κατηγορία δεδομένων·

    δ)

    τον αριθμό αντιστοιχιών με δεδομένα της Ευρωπόλ ανά κατηγορία δεδομένων·

    ε)

    τον αριθμό επιβεβαιωμένων αντιστοιχιών στις οποίες πραγματοποιήθηκαν ανταλλαγές βασικών δεδομένων·

    στ)

    τον αριθμό επιβεβαιωμένων αντιστοιχιών στις οποίες δεν πραγματοποιήθηκαν ανταλλαγές βασικών δεδομένων·

    ζ)

    τον αριθμό αναζητήσεων στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας μέσω του δρομολογητή· και

    η)

    τον αριθμό αντιστοιχιών ανά τύπο ως εξής:

    i)

    ταυτοποιημένα δεδομένα (πρόσωπο) – αταυτοποίητα δεδομένα (ίχνη)·

    ii)

    αταυτοποίητα δεδομένα (ίχνη) – ταυτοποιημένα δεδομένα (πρόσωπο)·

    iii)

    αταυτοποίητα δεδομένα (ίχνη) – αταυτοποίητα δεδομένα (ίχνη)·

    iv)

    ταυτοποιημένα δεδομένα (πρόσωπο) – ταυτοποιημένα δεδομένα (πρόσωπο).

    Δεν είναι δυνατή η ατομική ταυτοποίηση από τα δεδομένα που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

    2.   Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής και της Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στα ακόλουθα δεδομένα που συνδέονται με το Eucaris, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών:

    α)

    τον αριθμό αναζητήσεων ανά κράτος μέλος και τον αριθμό αναζητήσεων από την Ευρωπόλ·

    β)

    τον αριθμό αναζητήσεων σε καθεμία από τις συνδεδεμένες βάσεις δεδομένων· και

    γ)

    τον αριθμό αντιστοιχιών στη βάση δεδομένων κάθε κράτους μέλους.

    Δεν είναι δυνατή η ατομική ταυτοποίηση από τα δεδομένα που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

    3.   Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής και της Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στα ακόλουθα δεδομένα που συνδέονται με το EPRIS, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών:

    α)

    τον αριθμό αναζητήσεων ανά κράτος μέλος και τον αριθμό αναζητήσεων από την Ευρωπόλ·

    β)

    τον αριθμό αναζητήσεων σε καθένα από τα συνδεδεμένα ευρετήρια· και

    γ)

    τον αριθμό αντιστοιχιών στη βάση δεδομένων κάθε κράτους μέλους·

    Δεν είναι δυνατή η ατομική ταυτοποίηση από τα δεδομένα που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

    4.   Ο eu-LISA αποθηκεύει τα δεδομένα που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στο κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818. H Ευρωπόλ αποθηκεύει τα δεδομένα που καθορίζονται στην παράγραφο 3. Τα εν λόγω δεδομένα επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, στην Επιτροπή, στον eu-LISA και στην Ευρωπόλ να λαμβάνουν εξατομικευμένες εκθέσεις και στατιστικά στοιχεία για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας στον τομέα της επιβολής του νόμου.

    Άρθρο 73

    Δαπάνες

    1.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία του δρομολογητή και του EPRIS βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

    2.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από την ενσωμάτωση υφιστάμενων εθνικών υποδομών και των συνδέσεών τους με τον δρομολογητή και το EPRIS και οι δαπάνες που προκύπτουν από τη δημιουργία εθνικών βάσεων δεδομένων εικόνων προσώπου και εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

    Εξαιρούνται οι ακόλουθες δαπάνες:

    α)

    γραφείο διαχείρισης έργου των κρατών μελών (συνεδριάσεις, αποστολές, γραφεία)·

    β)

    φιλοξενία εθνικών συστημάτων ΤΠ (χώρος, εφαρμογή, ηλεκτρική ενέργεια, ψύξη)·

    γ)

    λειτουργία εθνικών συστημάτων ΤΠ (φορείς εκμετάλλευσης και συμβάσεις υποστήριξης)·

    δ)

    σχεδιασμός, ανάπτυξη, εφαρμογή, λειτουργία και συντήρηση εθνικών δικτύων επικοινωνίας.

    3.   Κάθε κράτος μέλος φέρει τα έξοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση, τη χρήση και τη συντήρηση της Eucaris.

    4.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση, τη χρήση και τη συντήρηση των συνδέσεών του με τον δρομολογητή και το EPRIS.

    Άρθρο 74

    Κοινοποιήσεις

    1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στον eu-LISA τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 36. Οι εν λόγω αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ή να έχουν πρόσβαση στον δρομολογητή.

    2.   Ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή για την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 1 στοιχείο β).

    3.   Η Ευρωπόλ ενημερώνει την Επιτροπή για την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 3 στοιχείο β).

    4.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη, στην Επιτροπή, στον eu-LISA και στην Ευρωπόλ το περιεχόμενο των εθνικών του βάσεων δεδομένων DNA και τους όρους για αυτοματοποιημένες αναζητήσεις για τις οποίες ισχύουν τα άρθρα 5 και 6.

    5.   Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ για το περιεχόμενο των εθνικών του βάσεων δακτυλοσκοπικών δεδομένων και τους όρους για αυτοματοποιημένες αναζητήσεις για τις οποίες ισχύουν τα άρθρα 10 και 11.

    6.   Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ για το περιεχόμενο των εθνικών του βάσεων δεδομένων εικόνων προσώπου και τους όρους για αυτοματοποιημένες αναζητήσεις για τις οποίες ισχύουν τα άρθρα 19 και 20.

    7.   Τα κράτη μέλη που συμμετέχουν σε αυτοματοποιημένες ανταλλαγές αστυνομικών αρχείων σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26 κοινοποιούν στα άλλα κράτη μέλη, στην Επιτροπή και στην Ευρωπόλ το περιεχόμενο των εθνικών ευρετηρίων των αστυνομικών αρχείων τους και τις εθνικές βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία των εν λόγω ευρετηρίων και τους όρους για τις αυτοματοποιημένες αναζητήσεις.

    8.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, τον eu-LISA και την Ευρωπόλ το εθνικό σημείο επαφής τους που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 30. Η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των εθνικών σημείων επαφής τα οποία της έχουν κοινοποιηθεί και τον θέτει στη διάθεση όλων των κρατών μελών.

    Άρθρο 75

    Έναρξη λειτουργίας

    1.   Η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ μπορούν να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή με εκτελεστική πράξη, μόλις εκπληρωθούν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    έχουν θεσπισθεί τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, στο άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 13 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 17 παράγραφος 3, στο άρθρο 22 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 31 και στο άρθρο 37 παράγραφος 6·

    β)

    ο eu-LISA έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής του δρομολογητή, την οποία έχει διεξαγάγει σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και την Ευρωπόλ.

    Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα αρχίζουν να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή. Η εν λόγω ημερομηνία είναι ένα έτος μετά την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

    Η Επιτροπή μπορεί να αναβάλει την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα αρχίζουν να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή κατά ένα έτος το πολύ, όταν η αξιολόγηση της εφαρμογής του δρομολογητή έχει δείξει ότι η αναβολή αυτή είναι αναγκαία.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, δύο έτη από την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή, τη διαθεσιμότητα των εικόνων προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 για τους σκοπούς της αυτοματοποιημένης αναζήτησης εικόνων προσώπου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 20.

    3.   Η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα πρέπει να χρησιμοποιούν το EPRIS με εκτελεστική πράξη, όταν έχουν εκπληρωθεί οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    έχουν θεσπισθεί τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 6·

    β)

    η Ευρωπόλ έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής του EPRIS, την οποία έχει διεξαγάγει σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

    4.   Η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία από την οποία η Ευρωπόλ θέτει στη διάθεση των κρατών μελών βιομετρικά δεδομένα που προέρχονται από τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 48, με εκτελεστική πράξη, όταν έχουν εκπληρωθεί οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    ο δρομολογητής βρίσκεται σε λειτουργία·

    β)

    η Ευρωπόλ έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής της σύνδεσης της με τον δρομολογητή, την οποία έχει διεξαγάγει σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και τον eu-LISA.

    5.   Η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία από την οποία η Ευρωπόλ μπορεί να έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποθηκεύονται στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 49, με εκτελεστική πράξη, όταν έχουν εκπληρωθεί οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    ο δρομολογητής βρίσκεται σε λειτουργία·

    β)

    η Ευρωπόλ έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής της σύνδεσης της με τον δρομολογητή, την οποία έχει διεξαγάγει σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και τον eu-LISA.

    6.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

    Άρθρο 76

    Μεταβατικές διατάξεις και παρεκκλίσεις

    1.   Τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί της Ένωσης αρχίζουν να εφαρμόζουν τα άρθρα 19 έως 22, το άρθρο 47 και το άρθρο 49 παράγραφος 6 από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, με εξαίρεση τα κράτη μέλη που δεν έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν τον δρομολογητή.

    2.   Τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί της Ένωσης αρχίζουν να εφαρμόζουν τα άρθρα 25 έως 28 και το άρθρο 49 παράγραφος 4 από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 3.

    3.   Τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί της Ένωσης αρχίζουν να εφαρμόζουν το άρθρο 48 από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 4.

    4.   Τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί της Ένωσης αρχίζουν να εφαρμόζουν το άρθρο 49 παράγραφοι 1, 2, 3, 5 και 7 από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 5.

    Άρθρο 77

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Στις περιπτώσεις που η επιτροπή δεν εκφέρει γνώμη, η Επιτροπή δεν εγκρίνει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Άρθρο 78

    Συμβουλευτική ομάδα για τη διαλειτουργικότητα

    Οι αρμοδιότητες της συμβουλευτικής ομάδας για τη διαλειτουργικότητα που θεσπίστηκε με το άρθρο 75 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817 και το άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/818, επεκτείνονται ώστε να καλύπτουν τον δρομολογητή. Η εν λόγω συμβουλευτική ομάδα για τη διαλειτουργικότητα παρέχει στον eu-LISA εμπειρογνωμοσύνη σε σχέση με τον δρομολογητή, ιδίως στο πλαίσιο της προετοιμασίας του ετήσιου προγράμματος εργασίας του και της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του.

    Άρθρο 79

    Πρακτικό εγχειρίδιο

    Η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, τον eu-LISA, την Ευρωπόλ και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθιστά διαθέσιμο πρακτικό εγχειρίδιο για την εφαρμογή και τη διαχείριση του παρόντος κανονισμού. Το πρακτικό εγχειρίδιο παρέχει τεχνικές και επιχειρησιακές κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές. Η Επιτροπή εγκρίνει το πρακτικό εγχειρίδιο υπό μορφή σύστασης πριν την έναρξη λειτουργίας αμφότερων του δρομολογητή και του EPRIS. Η Επιτροπή επικαιροποιεί το πρακτικό εγχειρίδιο τακτικά και όταν είναι απαραίτητο.

    Άρθρο 80

    Παρακολούθηση και αξιολόγηση

    1.   Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται διαδικασίες για την παρακολούθηση της ανάπτυξης του δρομολογητή σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, καθώς και για την παρακολούθηση της λειτουργίας του σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τα τεχνικά αποτελέσματα, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

    Η Ευρωπόλ διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται διαδικασίες για την παρακολούθηση της ανάπτυξης του EPRIS σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, καθώς και για την παρακολούθηση της λειτουργίας του σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τα τεχνικά αποτελέσματα, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

    2.   Έως τις 26 Απριλίου 2025 και, στη συνέχεια, ανά έτος κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης του δρομολογητή, ο eu-LISA υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την τρέχουσα κατάσταση της ανάπτυξης του δρομολογητή. Οι εν λόγω εκθέσεις περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προκύπτουν και πληροφορίες σχετικά με τυχόν κινδύνους που ενδέχεται να επηρεάσουν το συνολικό κόστος που βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 73.

    Μόλις ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του δρομολογητή, ο eu-LISA υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία επεξηγείται λεπτομερώς πώς επιτεύχθηκαν οι στόχοι, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, και αιτιολογούνται τυχόν αποκλίσεις.

    3.   Έως τις 26 Απριλίου 2025 και στη συνέχεια ανά έτος κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης του EPRIS, η Ευρωπόλ υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την πορεία της ανάπτυξης του EPRIS. Οι εν λόγω εκθέσεις περιέχουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προέκυψαν και πληροφορίες σχετικά με κάθε κίνδυνο που ενδέχεται να επηρεάσει τις συνολικές δαπάνες που βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 73.

    Μόλις ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του EPRIS, η Ευρωπόλ υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία επεξηγείται λεπτομερώς πώς επιτεύχθηκαν οι στόχοι, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, και αιτιολογούνται τυχόν αποκλίσεις.

    4.   Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες σε σχέση με τις εργασίες επεξεργασίας δεδομένων οι οποίες εκτελούνται στον δρομολογητή. Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες σε σχέση με τις εργασίες επεξεργασίας δεδομένων οι οποίες εκτελούνται στο EPRIS.

    5.   Δύο έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του δρομολογητή και κατόπιν ανά διετία, ο eu-LISA υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία, καθώς και την ασφάλεια, του δρομολογητή.

    6.   Δύο έτη από την έναρξη της λειτουργίας του EPRIS και κατόπιν ανά διετία, η Ευρωπόλ υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία, καθώς και την ασφάλεια, του EPRIS.

    7.   Τρία έτη από την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή και του EPRIS όπως αναφέρεται στο άρθρο 75 και ανά τετραετία στη συνέχεια, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση συνολικής αξιολόγησης του πλαισίου Prüm II.

    Ένα έτος από την έναρξη λειτουργίας του δρομολογητή και ανά διετία στη συνέχεια, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση αξιολόγησης της χρήσης εικόνων προσώπου βάσει του παρόντος κανονισμού.

    Οι εκθέσεις που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

    α)

    αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του από κάθε κράτος μέλος και από την Ευρωπόλ·

    β)

    εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους του παρόντος κανονισμού και τις επιπτώσεις του στα θεμελιώδη δικαιώματα·

    γ)

    τον αντίκτυπο, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των επιδόσεων του πλαισίου Prüm II και των πρακτικών εργασίας του σε σχέση με τους στόχους, την εντολή και τα καθήκοντά του·

    δ)

    αξιολόγηση της ασφάλειας του πλαισίου Prüm II.

    Η Επιτροπή διαβιβάζει τις εν λόγω εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και στον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    8.   Στις εκθέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7, η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις ακόλουθες νέες κατηγορίες δεδομένων: εικόνες προσώπου και αστυνομικά αρχεία. Η Επιτροπή περιλαμβάνει στις εν λόγω εκθέσεις τη χρήση από κάθε κράτος μέλος και την Ευρωπόλ των εν λόγω νέων κατηγοριών δεδομένων και τον αντίκτυπο, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητά τους. Στις εκθέσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 7, η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο ψευδών αντιστοιχιών και στην ποιότητα των δεδομένων.

    9.   Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ παρέχουν στον eu-LISA και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 5. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν θέτουν σε κίνδυνο τις μεθόδους εργασίας ούτε αποκαλύπτουν τις πηγές, τα μέλη του προσωπικού ή τις έρευνες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    10.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή και στην Ευρωπόλ τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 6. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν θέτουν σε κίνδυνο τις μεθόδους εργασίας ούτε αποκαλύπτουν τις πηγές, τα μέλη του προσωπικού ή τις έρευνες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    11.   Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας, τα κράτη μέλη, ο eu-LISA και η Ευρωπόλ παρέχουν στην Επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες για την κατάρτιση των εκθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7. Τα κράτη μέλη παρέχουν επίσης στην Επιτροπή τον αριθμό των επιβεβαιωμένων αντιστοιχιών σε σύγκριση με τη βάση δεδομένων κάθε κράτους μέλους ανά κατηγορία και ανά τύπο δεδομένων. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν θέτουν σε κίνδυνο τις μεθόδους εργασίας ούτε αποκαλύπτουν τις πηγές, τα μέλη του προσωπικού ή τις έρευνες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    Άρθρο 81

    Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες

    Στρασβούργο, 13 Μαρτίου 2024.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    H Πρόεδρος

    R. METSOLA

    Για το Συμβούλιο

    Η Πρόεδρος

    H. LAHBIB


    (1)   ΕΕ C 323 της 26.8.2022, σ. 69.

    (2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Φεβρουαρίου 2024(δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2024.

    (3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

    (4)  Απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1).

    (5)  Απόφαση 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 12).

    (6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 312 της 7.12.2018, σ. 56).

    (7)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

    (8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

    (9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

    (10)  Οδηγία (ΕΕ) 2023/977 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 134 της 22.5.2023, σ. 1).

    (11)  Απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με τη διοργάνωση και το περιεχόμενο της ανταλλαγής πληροφοριών που προέρχονται από το ποινικό μητρώο μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 93 της 7.4.2009, σ. 23).

    (12)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/817 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου διαλειτουργικότητας μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ στον τομέα των συνόρων και θεωρήσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1726 και (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 135 της 22.5.2019, σ. 27).

    (13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου διαλειτουργικότητας μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, του ασύλου και της μετανάστευσης και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2018/1862 και (ΕΕ) 2019/816 (ΕΕ L 135 της 22.5.2019, σ. 85).

    (14)  Κανονισμός (EE) 2018/1726 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (eu-LISA), και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 99).

    (15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

    (16)   ΕΕ C 225 της 9.6.2022, σ. 6.

    (17)  Οδηγία (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο κυβερνοασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 (οδηγία NIS 2) (ΕΕ L 333 της 27.12.2022, σ. 80).

    (18)   ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.


    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/982/oj

    ISSN 1977-0669 (electronic edition)


    Top