This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32021R1134
Regulation (EU) 2021/1134 of the European Parliament and of the Council of 7 July 2021 amending Regulations (EC) No 767/2008, (EC) No 810/2009, (EU) 2016/399, (EU) 2017/2226, (EU) 2018/1240, (EU) 2018/1860, (EU) 2018/1861, (EU) 2019/817 and (EU) 2019/1896 of the European Parliament and of the Council and repealing Council Decisions 2004/512/EC and 2008/633/JHA, for the purpose of reforming the Visa Information System
Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 2021 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις
Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 2021 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις
ΕΕ L 248 της 13.7.2021, p. 11–87
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force: This act has been changed. Current consolidated version: 13/07/2021
13.7.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 248/11 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1134 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 7ης Ιουλίου 2021
για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), δ) και ε), και το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο α),
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) δημιουργήθηκε με την απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου (3) ως τεχνολογική λύση για την ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με θεωρήσεις μεταξύ των κρατών μελών. Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) καθορίστηκαν ο σκοπός, οι λειτουργίες και οι αρμοδιότητες του VIS, καθώς και οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες για την ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με θεωρήσεις μικρής διάρκειας μεταξύ των κρατών μελών με σκοπό τη διευκόλυνση της εξέτασης των αιτήσεων θεώρησης μικρής διάρκειας και των σχετικών αποφάσεων. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) καθόρισε τους κανόνες για την καταχώριση βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων στο VIS. Η απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου (6) καθόρισε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και o Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) έχουν τη δυνατότητα να αποκτούν πρόσβαση και να συμβουλεύονται το VIS για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Το VIS άρχισε να λειτουργεί στις 11 Οκτωβρίου 2011 και αναπτύχθηκε σταδιακά στα προξενεία όλων των κρατών μελών από τον Οκτώβριο του 2011 έως τον Φεβρουάριο του 2016. |
(2) |
Οι στόχοι του VIS είναι η βελτίωση της εφαρμογής της κοινής πολιτικής θεωρήσεων, της προξενικής συνεργασίας και της διαβούλευσης μεταξύ κεντρικών αρχών θεώρησης διευκολύνοντας την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για τις αιτήσεις θεώρησης και τις σχετικές αποφάσεις, με σκοπό: να διευκολύνει τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων θεώρησης· να αποφύγει την άγρα θεωρήσεων (visa shopping)· να διευκολύνει την καταπολέμηση της υποκλοπής ταυτότητας· να διευκολύνει τους ελέγχους στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών και στην επικράτεια των κρατών μελών· να βοηθά στον εντοπισμό των προσώπων που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τους όρους που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή τη διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών· να διευκολύνει τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας δυνάμει του κανονισμού (ΕE) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) και να συμβάλλει στην αποτροπή των απειλών κατά της εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών. |
(3) |
Στην ανακοίνωσή της τής 6ης Απριλίου 2016 με τίτλο «Πιο Ισχυρά και Έξυπνα Συστήματα Πληροφοριών για τα Σύνορα και την Ασφάλεια», η Επιτροπή τόνισε την ανάγκη η Ένωση να ενισχύσει και να βελτιώσει τα οικεία συστήματα πληροφοριών, την αρχιτεκτονική των δεδομένων και την ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της διαχείρισης των συνόρων, της επιβολής του νόμου και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, και δόθηκε έμφαση στην ανάγκη βελτίωσης της διαλειτουργικότητας των συστημάτων πληροφοριών. Στην ανακοίνωση προσδιορίστηκε επίσης η ανάγκη αντιμετώπισης των κενών πληροφόρησης, μεταξύ άλλων και σχετικά με υπηκόους τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι θεώρησης μακράς διάρκειας. |
(4) |
Στον οδικό του χάρτη του 2016 για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών και της διαχείρισης πληροφοριών, και στα συμπεράσματά του της 8ης Ιουνίου 2017, σχετικά με τα επόμενα βήματα για τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σκοπιμότητας για τη δημιουργία ενός κεντρικού αποθετηρίου της ΕΕ το οποίο θα περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής. Στην εν λόγω βάση, η Επιτροπή εκπόνησε δύο μελέτες οι οποίες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η δημιουργία αποθετηρίου θα ήταν τεχνικά εφικτή και ότι η καλύτερη τεχνική επιλογή θα ήταν η αξιοποίηση της δομής του VIS, καθώς και ότι θα ήταν αναγκαίο και αναλογικό να επεκταθεί το πεδίο του VIS ώστε να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής. |
(5) |
Στην ανακοίνωσή της τής 27ης Σεπτεμβρίου 2017 με τίτλο «Υλοποίηση του ευρωπαϊκού θεματολογίου για τη μετανάστευση», η Επιτροπή δήλωσε ότι η κοινή πολιτική θεωρήσεων της Ένωσης δεν αποτελεί μόνο ουσιαστικό εργαλείο για τη διευκόλυνση του τουρισμού και των επιχειρήσεων, αλλά και βασικό εργαλείο για την αποτροπή των κινδύνων για την ασφάλεια ή των κινδύνων παράτυπης μετανάστευσης προς την Ένωση. Στην εν λόγω ανακοίνωση, η Επιτροπή αναγνώρισε την ανάγκη περαιτέρω προσαρμογής της κοινής πολιτικής θεωρήσεων στις τρέχουσες προκλήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες λύσεις ΤΠ και την εξισορρόπηση των οφελών της διευκόλυνσης των θεωρήσεων για ταξίδια με βελτίωση της διαχείρισης της μετανάστευσης, της ασφάλειας και των συνόρων. Η Επιτροπή δήλωσε στην εν λόγω ανακοίνωση ότι το νομικό πλαίσιο του VIS θα αναθεωρηθεί με στόχο την περαιτέρω βελτίωση της διεκπεραίωσης των θεωρήσεων, μεταξύ άλλων και όσον αφορά πτυχές που συνδέονται με την προστασία των δεδομένων και την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου, την περαιτέρω επέκταση της χρήσης του VIS σε νέες κατηγορίες και χρήσεις των δεδομένων και την πλήρη αξιοποίηση των μέσων της διαλειτουργικότητας. |
(6) |
Στην ανακοίνωσή της τής 14ης Μαρτίου 2018 σχετικά με την προσαρμογή της κοινής πολιτικής θεωρήσεων στις νέες προκλήσεις, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι το νομικό πλαίσιο του VIS θα αναθεωρηθεί στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διαδικασίας προβληματισμού σχετικά με τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων πληροφοριών. |
(7) |
Το άρθρο 21 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (σύμβαση Σένγκεν) (8) προβλέπει για τους κατόχους έγκυρων αδειών διαμονής ή θεωρήσεων μακράς διάρκειας το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας στην επικράτεια των συμβαλλόμενων μερών στη συμφωνία για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, θεσπίζοντας την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών διαμονής και των θεωρήσεων μακράς διάρκειας που εκδίδονται από τα εν λόγω συμβαλλόμενα μέρη. Δεν υπάρχουν επί του παρόντος μέσα για να ελεγχθεί αν οι αιτούντες ή οι κάτοχοι των εν λόγω αδειών διαμονής ή θεωρήσεων μακράς διάρκειας θα μπορούσαν να συνιστούν απειλή για την ασφάλεια των κρατών μελών πέραν του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση για θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής. Για την αντιμετώπιση του υφιστάμενου κενού πληροφόρησης, οι πληροφορίες σχετικά με τους αιτούντες θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής και τους κατόχους θεωρήσεων μακράς διάρκειας και αδειών διαμονής θα πρέπει να αποθηκεύονται στο VIS. Όσον αφορά τα εν λόγω έγγραφα, σκοπός του VIS θα πρέπει να είναι να υποστηρίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας, το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον χώρο Σένγκεν που είναι ένας χώρος χωρίς ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα, συμβάλλοντας στην αξιολόγηση του κατά πόσον ένας αιτών θεωρείται ότι συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. Θα πρέπει επίσης να αποσκοπεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα και των ελέγχων στην επικράτεια των κρατών μελών, οι οποίοι διενεργούνται σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Το VIS θα πρέπει επίσης να βοηθά στον εντοπισμό, ιδίως με σκοπό τη διευκόλυνση της επιστροφής των προσώπων που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τους όρους που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή τη διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών. Θα πρέπει επίσης να συμβάλλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων· να εξασφαλίζει την ορθή ταυτοποίηση των προσώπων· να διευκολύνει την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και της οδηγίας 2013/32/ΕΕ και να υποστηρίζει τους στόχους του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS). |
(8) |
Οι αποφάσεις 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ θα πρέπει να ενσωματωθούν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 ώστε να ενοποιηθούν οι κανόνες σχετικά με τη δημιουργία και τη χρήση του VIS σε έναν ενιαίο κανονισμό. |
(9) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 θα πρέπει επίσης να καθορίζει την αρχιτεκτονική του VIS. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (eu-LISA) θα πρέπει να είναι αρμόδιος για την τεχνική ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση του VIS και των συνιστωσών του. Όταν ο eu-LISA συνεργάζεται με εξωτερικούς αναδόχους σε τυχόν καθήκοντα σχετιζόμενα με το VIS, θα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις δραστηριότητες του αναδόχου για να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008, ιδίως με τις διατάξεις που αφορούν την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων. Η λειτουργική διαχείριση του VIS δεν θα πρέπει να ανατίθεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιωτικούς οργανισμούς. |
(10) |
Κατά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 αναγνωρίστηκε ότι το ζήτημα της επαρκούς αξιοπιστίας των δακτυλικών αποτυπωμάτων παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών ως προς τους στόχους εξακρίβωσης και επαλήθευσης και, ειδικότερα, η εξέλιξη των δακτυλικών αποτυπωμάτων με την ηλικία, θα έπρεπε να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, βάσει των αποτελεσμάτων μελέτης που θα εκπονούνταν υπό την ευθύνη της Επιτροπής. Μελέτη με τίτλο «Fingerprint Recognition for Children» (Αναγνώριση δακτυλικών αποτυπωμάτων για τα παιδιά), που εκπονήθηκε το 2013 από το Κοινό Κέντρο Ερευνών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναγνώριση δακτυλικών αποτυπωμάτων για παιδιά ηλικίας μεταξύ 6 και 12 ετών είναι εφικτή με ικανοποιητικό επίπεδο ακρίβειας υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Μια δεύτερη μελέτη με τίτλο «Automatic fingerprint recognition: from children to elderly» (Αυτόματη αναγνώριση δακτυλικών αποτυπωμάτων: από τα παιδιά στους ηλικιωμένους) επιβεβαίωσε το εν λόγω πόρισμα τον Δεκέμβριο του 2017 και παρέσχε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την επίπτωση της ηλικίας στην ποιότητα των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Στην εν λόγω βάση, η Επιτροπή εκπόνησε το 2017 και άλλη μελέτη με τίτλο «Feasibility and implications of lowering the fingerprinting age for children and on storing a scanned copy of the visa applicants’ travel document in the Visa Information System (VIS)» (Σκοπιμότητα και επιπτώσεις της μείωσης της ηλικίας συλλογής δακτυλικών αποτυπωμάτων για τα παιδιά και της αποθήκευσης στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) σαρωμένου αντιγράφου του ταξιδιωτικού εγγράφου του αιτούντος θεώρηση), η οποία ολοκληρώθηκε το 2018 και στην οποία εξετάστηκε η αναγκαιότητα και αναλογικότητα της μείωσης της ηλικίας συλλογής δακτυλικών αποτυπωμάτων για τα παιδιά στα έξι έτη στο πλαίσιο της διαδικασίας θεωρήσεων. Στην εν λόγω μελέτη διαπιστώθηκε ότι η μείωση της ηλικίας συλλογής δακτυλικών αποτυπωμάτων θα συνέβαλε στην αποτελεσματικότερη επίτευξη των στόχων του VIS, ιδίως όσον αφορά τη διευκόλυνση της καταπολέμησης της υποκλοπής ταυτότητας και των ελέγχων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι η μείωση της ηλικίας συλλογής δακτυλικών αποτυπωμάτων θα μπορούσε να αποφέρει πρόσθετα οφέλη με την ενίσχυση της πρόληψης και καταπολέμησης των παραβιάσεων των δικαιωμάτων των παιδιών, ειδικότερα καθιστώντας δυνατή την ταυτοποίηση ή επαλήθευση της ταυτότητας παιδιών που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών στο έδαφος Σένγκεν και που βρίσκονται σε κατάσταση στην οποία τα δικαιώματά τους έχουν ή ενδέχεται να έχουν παραβιαστεί, για παράδειγμα επειδή είναι παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων, αγνοούμενα παιδιά ή ασυνόδευτοι ανήλικοι που υποβάλλουν αίτηση ασύλου. Ταυτόχρονα, τα παιδιά είναι μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα και η συλλογή των βιομετρικών τους δεδομένων θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρότερες διασφαλίσεις, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού της περιόδου διατήρησης για την αποθήκευση δεδομένων, ενώ οι σκοποί για τους οποίους τα εν λόγω δεδομένα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν θα πρέπει να περιορίζονται σε καταστάσεις στις οποίες αυτό είναι προς το συμφέρον του παιδιού. Η μελέτη που ολοκληρώθηκε το 2018 κατέδειξε επίσης ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα των ηλικιωμένων είναι χαμηλότερης ποιότητας και μεσαίας ακρίβειας και συνέστησε μέτρα για τον μετριασμό αυτών των αδυναμιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ακολουθούν τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στην εν λόγω μελέτη με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των δακτυλικών αποτυπωμάτων και της αντιστοίχισης των βιομετρικών δεδομένων. |
(11) |
Το συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών όσον αφορά όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Η ευημερία και η ασφάλεια του παιδιού, καθώς και οι απόψεις του, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και σταθμίζονται σε συνάρτηση με την ηλικία και τον βαθμό ωριμότητας του παιδιού. Το VIS είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν υπάρχει κίνδυνος ένα παιδί να είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων. |
(12) |
Η διαδικασία χορήγησης θεωρήσεων και το VIS θα πρέπει να επωφελούνται από τις τεχνολογικές εξελίξεις που αφορούν την αναγνώριση εικόνας προσώπου. Η λήψη εικόνων προσώπου δια ζώσης κατά την υποβολή αιτήσεων θα πρέπει να είναι ο κανόνας όταν καταχωρίζεται η εικόνα προσώπου των αιτούντων στο VIS, καθώς και όταν διεκπεραιώνονται αιτήσεις θεωρήσεων μακράς διάρκειας και αδειών διαμονής, εφόσον αυτό επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο. Η λήψη εικόνων προσώπου δια ζώσης κατά την υποβολή αιτήσεων θα συμβάλει επίσης στην αντιμετώπιση αδυναμιών βιομετρικού χαρακτήρα, όπως η «μορφοποίηση προσώπου» που χρησιμοποιείται για την υποκλοπή ταυτότητας. Μόνο οι εικόνες προσώπου που λαμβάνονται δια ζώσης θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για αντιστοίχιση βιομετρικών δεδομένων. |
(13) |
Τα βιομετρικά δεδομένα, τα οποία στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού περιλαμβάνουν δακτυλικά αποτυπώματα και εικόνες προσώπου, είναι μοναδικά και ως εκ τούτου πολύ πιο αξιόπιστα από τα αλφαριθμητικά δεδομένα για τον σκοπό της ταυτοποίησης ενός προσώπου. Ωστόσο, τα βιομετρικά δεδομένα αποτελούν ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Ο παρών κανονισμός θέτει τη βάση και διασφαλίσεις για την επεξεργασία τέτοιων δεδομένων για τον σκοπό της ταυτοποίησης των εκάστοτε προσώπων. |
(14) |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέχονται από τον αιτούντα θεώρηση μικρής διάρκειας θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία από το VIS ώστε να αξιολογείται αν η είσοδος του αιτούντος στην επικράτεια των κρατών μελών θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία, καθώς και να αξιολογείται ο κίνδυνος παράτυπης μετανάστευσης ως προς τον αιτούντα. Όσον αφορά τους αιτούντες θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, οι εν λόγω αξιολογήσεις θα πρέπει να περιορίζονται στην αξιολόγηση του κατά πόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. |
(15) |
Η αξιολόγηση των κινδύνων αυτών δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνδέονται με την ταυτότητα, το ταξιδιωτικό έγγραφο και άλλα συναφή δεδομένα του αιτούντος. Κάθε στοιχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχεται σε μια αίτηση θα πρέπει να αντιπαραβάλλεται με τα δεδομένα που περιλαμβάνονται σε αρχείο, φάκελο ή καταχώριση στα ακόλουθα συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων: το VIS, το SIS, το σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ), το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών και Αδειοδότησης Ταξιδιού (ETIAS), το Eurodac, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου για υπηκόους τρίτων χωρών (ECRIS-TCN) όσον αφορά τις καταδικαστικές αποφάσεις σχετικά με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, τα δεδομένα της Ευρωπόλ, τη βάση δεδομένων της Ιντερπόλ για κλαπέντα και απολεσθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα (Ιντερπόλ SLTD), τη βάση δεδομένων της Ιντερπόλ για ταξιδιωτικά έγγραφα που συνδέονται με καταχωρίσεις (Ιντερπόλ TDAWN), τον κατάλογο επιτήρησης ETIAS που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1240 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), καθώς και με συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου. Οι κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αντιπαραβολή θα πρέπει να περιορίζονται στις κατηγορίες δεδομένων που υπάρχουν στα συστήματα πληροφοριών και τις βάσεις δεδομένων όπου πραγματοποιήθηκε αναζήτηση, στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS ή στους συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου. |
(16) |
Η διαλειτουργικότητα μεταξύ ορισμένων συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ θεσπίστηκε με τους κανονισμούς (ΕΕ) 2019/817 (11) και (ΕΕ) 2019/818 (12) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου προκειμένου τα εν λόγω συστήματα και τα δεδομένα τους να αλληλοσυμπληρώνονται με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συνοριακών ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, τη συμβολή στην πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και τη συμβολή σε ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης της δημόσιας ασφάλειας και της δημόσιας τάξης, και της διαφύλαξης της ασφάλειας στο έδαφος των κρατών μελών. |
(17) |
Η διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ δίνει στα εν λόγω συστήματα τη δυνατότητα να συμπληρώνουν το ένα το άλλο με σκοπό τη διευκόλυνση της ορθής ταυτοποίησης προσώπων, τη συμβολή στην καταπολέμηση της υποκλοπής ταυτότητας, τη βελτίωση και την εναρμόνιση των απαιτήσεων για την ποιότητα των δεδομένων των συναφών συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ, τη διευκόλυνση της τεχνικής και επιχειρησιακής εφαρμογής από τα κράτη μέλη των υφιστάμενων και των μελλοντικών συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ, την ενίσχυση και την απλούστευση των εγγυήσεων ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων που διέπουν τα συναφή συστήματα πληροφοριών της ΕΕ, τον εξορθολογισμό της πρόσβασης των αρχών επιβολής του νόμου στο VIS, το ΣΕΕ, το ETIAS και το Eurodac, και τη στήριξη των σκοπών του VIS, του SIS, του ΣΕΕ, του ETIAS, του Eurodac και του ECRI-TCN. |
(18) |
Οι συνιστώσες διαλειτουργικότητας καλύπτουν το VIS, το SIS, το ΣΕΕ, το ETIAS, το Eurodac και το ECRIS-TCN, καθώς και τα δεδομένα της Ευρωπόλ, ώστε να είναι δυνατή η πραγματοποίηση αναζητήσεων στα δεδομένα της Ευρωπόλ ταυτόχρονα με τα εν λόγω συστήματα πληροφοριών της ΕΕ. Συνεπώς, ενδείκνυται να χρησιμοποιούνται οι εν λόγω συνιστώσες διαλειτουργικότητας για τον σκοπό της διενέργειας αυτοματοποιημένων αναζητήσεων και κατά την πρόσβαση στο VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου. Η ευρωπαϊκή πύλη αναζήτησης (ESP) που δημιουργείται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/817 θα πρέπει να χρησιμοποιείται ώστε να καθίσταται δυνατή η γρήγορη, απρόσκοπτη, αποτελεσματική, συστηματική και ελεγχόμενη πρόσβαση των αρχών των κρατών μελών στα συστήματα πληροφοριών της ΕΕ, στα δεδομένα της Ευρωπόλ και στις βάσεις δεδομένων της Ιντερπόλ που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων των αρμόδιων υπαλλήλων, σύμφωνα με τα δικαιώματα πρόσβασής τους, και για τη στήριξη των στόχων του VIS. |
(19) |
Η ESP θα καταστήσει δυνατή την παράλληλη αναζήτηση στα δεδομένα που αποθηκεύονται στο VIS και στα δεδομένα που αποθηκεύονται στα άλλα σχετικά συστήματα πληροφοριών της ΕΕ. |
(20) |
Η αντιπαραβολή των δεδομένων που αποθηκεύονται στο VIS με δεδομένα που αποθηκεύονται σε άλλα συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων θα πρέπει να είναι αυτοματοποιημένη. Εάν από την εν λόγω αντιπαραβολή προκύπτει η ύπαρξη αντιστοιχίας, το λεγόμενο «θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης», μεταξύ οποιουδήποτε από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή συνδυασμού αυτών που περιλαμβάνονται σε αίτηση και ενός αρχείου, φακέλου ή καταχώρισης στα εν λόγω άλλα συστήματα πληροφοριών ή βάσεις δεδομένων, ή με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS, η αίτηση θα πρέπει να επαληθεύεται με μη αυτοματοποιημένη διαδικασία από χειριστή της αρμόδιας αρχής. Ανάλογα με το είδος των δεδομένων που ενεργοποιούν το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης θα πρέπει να επαληθεύεται και να αξιολογείται με μη αυτοματοποιημένη διαδικασία από την αρμόδια αρχή θεώρησης ή μετανάστευσης, από την εθνική μονάδα ETIAS που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1240 ή από κεντρική αρχή που ορίζει το κράτος μέλος (εντεταλμένη αρχή VIS). Δεδομένου ότι τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης που προκύπτουν από συστήματα ή βάσεις δεδομένων επιβολής του νόμου ή δικαστικής αρχής είναι γενικά πιο ευαίσθητα, δεν θα πρέπει να επαληθεύονται και να αξιολογούνται από τα προξενεία, αλλά από τις εντεταλμένες αρχές VIS ή τις εθνικές μονάδες ETIAS. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ορίζουν περισσότερες από μία αρχές ως εντεταλμένες αρχές VIS. Το Τμήμα SIRENE θα πρέπει να ορίζεται ως η εντεταλμένη αρχή VIS μόνον εάν του διατίθενται επαρκείς πρόσθετοι πόροι με τους οποίους μπορεί να εκπληρώσει το εν λόγω καθήκον. Η αξιολόγηση των θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης που διενεργεί η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την απόφαση έκδοσης θεώρησης μικρής διάρκειας ή κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον ο αιτών θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία των κρατών μελών. |
(21) |
Δεδομένου ότι το VIS θα αποτελέσει μέρος του κοινού πλαισίου διαλειτουργικότητας, απαιτείται τα νέα χαρακτηριστικά και οι διαδικασίες που θα αναπτυχθούν να είναι πλήρως συνεπή με τα χαρακτηριστικά και τις διαδικασίες που υπάρχουν στα άλλα συστήματα πληροφοριών της ΕΕ που αποτελούν μέρος του εν λόγω πλαισίου. Από τις αυτόματες αναζητήσεις που θα πραγματοποιηθούν από το VIS, με σκοπό να διαπιστωθεί αν οι πληροφορίες για τους αιτούντες θεώρηση ή άδεια διαμονής είναι γνωστές σε άλλα συστήματα πληροφοριών της ΕΕ, θα προκύψουν θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σε σχέση με τα εν λόγω άλλα συστήματα πληροφοριών της ΕΕ. Παρόμοιο σύστημα αναζητήσεων υπάρχει επί του παρόντος μόνο σε ένα άλλο σύστημα, ήτοι το ETIAS, ενώ η έννοια των θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης ανευρίσκεται επίσης στο ΣΕΕ, μεταξύ άλλων σε σχέση με τη διαλειτουργικότητα ΣΕΕ-VIS και στο SIS. |
(22) |
Η απόρριψη αίτησης θεώρησης μικρής διάρκειας δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά στην αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις θεώρησης. |
(23) |
Αιτούντες των οποίων η αίτηση θεώρησης μικρής διάρκειας απορρίφθηκε με βάση πληροφορίες που προέκυψαν από την επεξεργασία στο πλαίσιο του VIS θα πρέπει να έχουν δικαίωμα προσφυγής. Η προσφυγή θα πρέπει να ασκείται στο κράτος μέλος που έλαβε την απόφαση για την αίτηση και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους Εφαρμόζονται οι διασφαλίσεις και κανόνες σχετικά με την προσφυγή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. |
(24) |
Για την ανάλυση της αίτησης θεώρησης μικρής διάρκειας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου που αντιστοιχούν σε κίνδυνο για την ασφάλεια, κίνδυνο παράτυπης μετανάστευσης ή υψηλό επιδημικό κίνδυνο που έχει εντοπιστεί κατά το παρελθόν. Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των συγκεκριμένων δεικτών κινδύνου δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να βασίζονται αποκλειστικά στο φύλο ή στην ηλικία του αιτούντος. Σε καμία περίπτωση δεν βασίζονται σε πληροφορίες που αποκαλύπτουν τη φυλή, το χρώμα, την εθνοτική καταγωγή ή την κοινωνική προέλευση, τα γενετικά χαρακτηριστικά, τη γλώσσα, τα πολιτικά φρονήματα ή κάθε άλλη γνώμη, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, την ιδιότητα μέλους εθνικής μειονότητας, την περιουσία, τη γέννηση, την αναπηρία ή τον γενετήσιο προσανατολισμό του αιτούντος. Στο μέτρο του δυνατού και κατά περίπτωση, οι κανόνες, οι διαδικασίες και η δομή διακυβέρνησης για τους συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με εκείνους που ισχύουν για τους κανόνες διαλογής ETIAS όπως ορίζονται στα άρθρα 9, 10 και 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240. Οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου θα πρέπει να ορίζονται, να καταρτίζονται, να εκτιμώνται εκ των προτέρων, να εφαρμόζονται, να αξιολογούνται εκ των υστέρων, να αναθεωρούνται και να διαγράφονται από την κεντρική μονάδα ETIAS που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1240 κατόπιν της διαβούλευσης με συμβούλιο διαλογής VIS αποτελούμενο από εκπροσώπους των κεντρικών αρχών θεώρησης και των εμπλεκόμενων οργανισμών. Για να μπορεί να διασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά την εφαρμογή των συγκεκριμένων δεικτών κινδύνου, θα πρέπει να συσταθεί συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Τη γραμματειακή υποστήριξη των συνεδριάσεών του θα πρέπει να παρέχει ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. |
(25) |
Η διαρκής ανάδυση νέων μορφών κινδύνων για την ασφάλεια, νέων ειδών παράτυπης μετανάστευσης και υψηλών επιδημικών κινδύνων απαιτεί αποτελεσματικούς τρόπους αντίδρασης και χρήζει αντιμετώπισης με σύγχρονα μέσα. Καθώς τα σύγχρονα μέσα συνεπάγονται την επεξεργασία μεγάλων όγκων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να θεσπιστούν προσήκουσες διασφαλίσεις ώστε η παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και στο δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να περιορίζεται στον βαθμό που είναι αναγκαίος και αναλογικός σε μια δημοκρατική κοινωνία. |
(26) |
Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι στους αιτούντες θεώρηση μικρής διάρκειας, ή στους υπηκόους τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, εφαρμόζεται επίπεδο ελέγχων τουλάχιστον παρόμοιο με αυτό που εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση άδειας ταξιδιού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1240. Για τον εν λόγω σκοπό, ο κατάλογος επιτήρησης ETIAS ο οποίος περιλαμβάνει δεδομένα σχετικά με πρόσωπα ύποπτα για διάπραξη ή συμμετοχή σε τρομοκρατικό έγκλημα ή άλλη σοβαρή αξιόποινη πράξη ή με πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις ή βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι πρόκειται να διαπράξουν τρομοκρατικό έγκλημα ή άλλη σοβαρή αξιόποινη πράξη, θα πρέπει να χρησιμοποιείται και για τη διενέργεια επαληθεύσεων σχετικά με τις εν λόγω κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών. |
(27) |
Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης που υπέχουν βάσει της σύμβασης Σένγκεν, οι διεθνείς μεταφορείς θα πρέπει να επαληθεύουν αν υπήκοοι τρίτων χωρών που υποχρεούνται να είναι κάτοχοι θεώρησης μικρής διάρκειας, θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής έχουν στην κατοχή τους έγκυρη θεώρηση μικρής διάρκειας, θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, πραγματοποιώντας αναζήτηση στο VIS. Η εν λόγω επαλήθευση θα πρέπει να καθίσταται δυνατή μέσω της καθημερινής εξαγωγής δεδομένων του VIS σε χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση, η οποία επιτρέπει την εξαγωγή του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων ώστε να καθίσταται δυνατή η πραγματοποίηση αναζήτησης που οδηγεί σε απάντηση «OK/NOT OK». Δεν θα πρέπει να είναι δυνατή η πρόσβαση των διεθνών μεταφορέων σε αυτόν καθ’ αυτόν τον φάκελο της αίτησης. Οι τεχνικές προδιαγραφές για την πρόσβαση στο VIS μέσω της πύλης μεταφορέων θα πρέπει να περιορίζουν, στο μέτρο του δυνατού, τον αντίκτυπο στη μεταφορά επιβατών και στους διεθνείς μεταφορείς. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο ενοποίησης με τις πύλες μεταφορέων του ΣΕΕ και του ETIAS. |
(28) |
Για να είναι περιορισμένος ο αντίκτυπος των υποχρεώσεων που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για τους διεθνείς μεταφορείς που μεταφέρουν ομάδες ανθρώπων οδικώς με τουριστικά λεωφορεία, θα πρέπει να διατίθενται εύχρηστες λύσεις κινητής επικοινωνίας. |
(29) |
Η αξιολόγηση της καταλληλότητας, της συμβατότητας και της συνοχής των διατάξεων του άρθρου 26 της σύμβασης Σένγκεν όπως αναφέρεται στο προοίμιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 για τους σκοπούς του ETIAS όσον αφορά τις διατάξεις σχετικά με τις οδικές μεταφορές με τουριστικά λεωφορεία θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύπτει επίσης τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού. |
(30) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 θα πρέπει να προσδιορίζει τις αρχές των κρατών μελών που έχουν εξουσιοδότηση πρόσβασης στο VIS για να εισάγουν, να τροποποιούν, να διαγράφουν ή να συμβουλεύονται δεδομένα σχετικά με αιτήσεις και αποφάσεις για θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής για τους ειδικούς σκοπούς που ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, και στον βαθμό που χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων τους. |
(31) |
Κάθε επεξεργασία δεδομένων του VIS σχετικά με θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής θα πρέπει να είναι ανάλογη με τους επιδιωκόμενους στόχους και αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών. Ως εκ τούτου, η πρόσβαση ορισμένων αρχών σε δεδομένα σχετικά με πρόσωπα που ήταν κάτοχοι αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS για διάστημα 10 ετών ή περισσότερο χωρίς διακοπή θα πρέπει να περιορίζεται. |
(32) |
Κατά τη χρήση του VIS, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα των προσώπων για τα οποία ζητούνται δεδομένα, χωρίς διακρίσεις σε βάρος των εν λόγω προσώπων για λόγους φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποίθησης, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. |
(33) |
Είναι επιτακτική ανάγκη οι αρχές επιβολής του νόμου να διαθέτουν όσο το δυνατόν πιο ενημερωμένες πληροφορίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και άλλων μορφών σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Η πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και της Ευρωπόλ στο VIS θεσπίστηκε με την απόφαση 2008/633/ΔΕΥ. Η εν λόγω απόφασης θα πρέπει να ενσωματωθεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 ώστε να εναρμονιστεί με το πλαίσιο των ισχυουσών Συνθηκών. |
(34) |
Η πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου έχει ήδη αποδείξει τη χρησιμότητά της για την ταυτοποίηση ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους υπό συνθήκες βίας ή για την παροχή συνδρομής σε ερευνητές ώστε να σημειώσουν ουσιαστική πρόοδο σε υποθέσεις που σχετίζονται με εμπορία ανθρώπων, τρομοκρατία ή λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Ως εκ τούτου, τα δεδομένα του VIS σχετικά με μακρές περιόδους παραμονής θα πρέπει να είναι επίσης διαθέσιμα στις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και στην Ευρωπόλ, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. |
(35) |
Δεδομένου ότι η Ευρωπόλ διαδραματίζει βασικό ρόλο όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών στον τομέα της διασυνοριακής διερεύνησης εγκλημάτων, συμβάλλοντας στην πρόληψη, την ανάλυση και τη διερεύνηση της εγκληματικότητας σε επίπεδο Ένωσης, η τρέχουσα πρόσβαση της Ευρωπόλ στο VIS στο πλαίσιο των καθηκόντων της θα πρέπει να κωδικοποιηθεί και να εξορθολογιστεί, λαμβανομένων επίσης υπόψη των πρόσφατων εξελίξεων στο νομικό πλαίσιο, όπως ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). |
(36) |
Η πρόσβαση στο VIS για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων συνιστά παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των προσώπων των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο VIS. Κάθε τέτοια παρέμβαση πρέπει να είναι σύννομη, πρέπει να διατυπώνεται με επαρκή σαφήνεια ώστε να επιτρέπει στα άτομα να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους, να προστατεύει τους πολίτες από αυθαιρεσίες και να προσδιορίζει με επαρκή σαφήνεια το πεδίο της διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται στις αρμόδιες αρχές και τον τρόπο άσκησης της ευχέρειας αυτής. Σε μια δημοκρατική κοινωνία, κάθε τέτοια παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα πρέπει να είναι δυνατή μόνον όταν είναι απαραίτητη για την προστασία έννομου και ανάλογου συμφέροντος και εφόσον είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο. |
(37) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/817 παρέχει στην αστυνομική αρχή κράτους μέλους, που έχει εξουσιοδοτηθεί σχετικά από την εθνική νομοθεσία, τη δυνατότητα να ταυτοποιεί ένα πρόσωπο με χρήση των βιομετρικών δεδομένων του εν λόγω προσώπου τα οποία ελήφθησαν στο πλαίσιο εξακρίβωσης στοιχείων ταυτότητας. Ωστόσο, ενδέχεται να συντρέχουν ειδικές περιστάσεις όπου η ταυτοποίηση ενός προσώπου είναι αναγκαία προς το συμφέρον του ίδιου του προσώπου. Στις περιστάσεις αυτές περιλαμβάνονται περιπτώσεις όπου εντοπίζεται πρόσωπο που είχε εξαφανιστεί ή απαχθεί ή εντοπίζεται θύμα εμπορίας ανθρώπων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να παρέχεται στις αρχές επιβολής του νόμου ταχεία πρόσβαση στα δεδομένα του VIS, ώστε να καθίσταται δυνατή η ταχεία και αξιόπιστη ταυτοποίηση του προσώπου, χωρίς να απαιτείται εκπλήρωση όλων των προϋποθέσεων και πρόσθετων διασφαλίσεων που προβλέπονται για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου. |
(38) |
Η αντιπαραβολή δεδομένων βάσει λανθάνοντος δακτυλικού αποτυπώματος, το οποίο αποτελεί ίχνος δακτυλικού αποτυπώματος που ενδεχομένως βρέθηκε στον τόπο εγκλήματος, είναι θεμελιώδους σημασίας για την αστυνομική συνεργασία. Η δυνατότητα αντιπαραβολής ενός λανθάνοντος δακτυλικού αποτυπώματος με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που αποθηκεύονται στο VIS όταν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να θεωρηθεί ότι ο δράστης ή το θύμα έχει καταχωριστεί στο VIS, θα πρέπει να αποτελέσει για τις αρχές επιβολής του νόμου πολύτιμο εργαλείο για την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων όταν, για παράδειγμα, τα μόνα αποδεικτικά στοιχεία στον τόπο του εγκλήματος είναι λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα. |
(39) |
Είναι απαραίτητο να ορισθούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καθώς και το κεντρικό σημείο πρόσβασης μέσω των οποίων θα υποβάλλονται οι αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα του VIS και να τηρείται κατάλογος των επιχειρησιακών μονάδων στο εσωτερικό των εντεταλμένων αρχών που θα είναι εξουσιοδοτημένες να ζητούν τέτοια πρόσβαση για τον ειδικό σκοπό της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. |
(40) |
Οι αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα που αποθηκεύονται στο κεντρικό σύστημα του VIS θα πρέπει να υποβάλλονται από τις επιχειρησιακές μονάδες που έχουν ορισθεί στο εσωτερικό των εντεταλμένων αρχών στο κεντρικό σημείο πρόσβασης και θα πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Οι επιχειρησιακές μονάδες στο εσωτερικό των εντεταλμένων αρχών που είναι εξουσιοδοτημένες να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS δεν θα πρέπει να λειτουργούν ως αρχές ελέγχου. Τα κεντρικά σημεία πρόσβασης θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα από τις εντεταλμένες αρχές και θα πρέπει να είναι υπεύθυνα για την εξασφάλιση, με ανεξάρτητο τρόπο, αυστηρής συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις πρόσβασης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, εφόσον είναι αναγκαία η ταχεία πρόσβαση στα δεδομένα προκειμένου να αντιμετωπιστεί συγκεκριμένη και πραγματική απειλή που έχει σχέση με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, το κεντρικό σημείο πρόσβασης θα πρέπει να διεκπεραιώνει αμέσως την αίτηση πρόσβασης και μόνο στη συνέχεια να προβαίνει σε επαλήθευση. |
(41) |
Για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο συστηματικών ερευνών από τις αρχές επιβολής του νόμου, η επεξεργασία των δεδομένων του VIS θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά σε ειδικές περιπτώσεις και μόνον όταν είναι απαραίτητη για τον σκοπό της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Οι εντεταλμένες αρχές και η Ευρωπόλ θα πρέπει να ζητούν πρόσβαση στο VIS μόνον όταν έχουν εύλογους λόγους να πιστεύουν ότι αυτή η πρόσβαση θα εξασφαλίσει πληροφορίες που θα βοηθήσουν ουσιαστικά στην πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. |
(42) |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται στο VIS θα πρέπει να τηρούνται μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο για τους σκοπούς του VIS. Είναι σκόπιμο να διατηρούνται τα δεδομένα που αφορούν υπηκόους τρίτων χωρών για περίοδο πέντε ετών ώστε να καθίσταται δυνατή η συνεκτίμηση των δεδομένων κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων θεωρήσεων μικρής διάρκειας, να καθίσταται δυνατός ο εντοπισμός περιπτώσεων παραμονής μετά τη λήξη της περιόδου ισχύος και προκειμένου να διενεργούνται αξιολογήσεις ασφάλειας όσον αφορά υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχουν χορηγηθεί οι σχετικές θεωρήσεις. Τα δεδομένα σχετικά με προηγούμενες χρήσεις ενός εγγράφου θα μπορούσαν να διευκολύνουν την έκδοση μελλοντικών θεωρήσεων μικρής διάρκειας. Μια συντομότερη περίοδος αποθήκευσης δεν θα ήταν επαρκής για την επίτευξη των αναφερόμενων σκοπών. Τα δεδομένα θα πρέπει να διαγράφονται μετά από περίοδο πέντε ετών, εκτός εάν υπάρχουν λόγοι να διαγραφούν νωρίτερα. |
(43) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές επιβολής του νόμου για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων διέπεται από την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15). |
(44) |
Τα μέλη των ομάδων Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, καθώς και ομάδες του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή, δύνανται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) να συμβουλεύονται συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων της ΕΕ, όταν αυτό είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των επιχειρησιακών καθηκόντων τους που ορίζονται στο επιχειρησιακό σχέδιο σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους, την επιτήρηση των συνόρων και την επιστροφή, υπό την εποπτεία του κράτους μέλους υποδοχής. Για τη διευκόλυνση της εν λόγω αναζήτησης σε βάσεις δεδομένων και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής πρόσβασης των ομάδων στα δεδομένα του VIS, θα πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση στο VIS. Η πρόσβαση αυτή θα πρέπει να υπόκειται στους όρους και τους περιορισμούς πρόσβασης που ισχύουν για τις αρχές των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για κάθε ειδικό σκοπό για τον οποίο μπορεί να πραγματοποιείται αναζήτηση στα δεδομένα του VIS. |
(45) |
Η επιστροφή υπηκόων τρίτων χωρών που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής ή διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17), αποτελεί βασικό σκέλος των συνολικών προσπαθειών που καταβάλλονται για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης και συνιστά σημαντικό λόγο ουσιώδους δημόσιου συμφέροντος. |
(46) |
Για να ενισχυθεί η συνεργασία με τρίτες χώρες όσον αφορά την επανεισδοχή παράτυπων μεταναστών και να διευκολυνθεί η επιστροφή παράνομα διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών των οποίων τα δεδομένα ενδέχεται να έχουν αποθηκευτεί στο VIS, αντίγραφα του ταξιδιωτικού εγγράφου αιτούντων θα πρέπει να αποθηκεύονται στο VIS. Αντίθετα με τις πληροφορίες που εξάγονται από το VIS, τα αντίγραφα ταξιδιωτικών εγγράφων αποτελούν απόδειξη ιθαγένειας η οποία αναγνωρίζεται ευρύτερα από τις τρίτες χώρες. |
(47) |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται στο VIS δεν θα πρέπει να διαβιβάζονται ούτε να διατίθενται σε καμία τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό. Ως εξαίρεση από τον κανόνα αυτό, ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατόν να διαβιβάζονται τέτοια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό όταν η διαβίβαση αυτή υπόκειται σε αυστηρές προϋποθέσεις και είναι αναγκαία σε μεμονωμένες περιπτώσεις προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταυτοποίηση υπηκόου τρίτης χώρας σε σχέση με την επιστροφή ή την επανεγκατάστασή του. Ελλείψει απόφασης επάρκειας μέσω εκτελεστικής πράξης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή κατάλληλων διασφαλίσεων στις οποίες υπόκεινται οι διαβιβάσεις δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, θα πρέπει κατ’ εξαίρεση να είναι δυνατόν να διαβιβάζονται τα δεδομένα του VIS σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό για τους σκοπούς της επιστροφής ή της επανεγκατάστασης, μόνο εφόσον η διαβίβαση είναι αναγκαία για σημαντικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος όπως αναφέρονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(48) |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 θα πρέπει επίσης να μπορούν να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, στις οποίες υπάρχει επικείμενος κίνδυνος που συνδέεται με τρομοκρατικό έγκλημα ή επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου, ο οποίος συνδέεται με σοβαρή αξιόποινη πράξη. Ως επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου θα πρέπει να νοείται ο κίνδυνος σοβαρής αξιόποινης πράξης σε βάρος αυτού του προσώπου, όπως η βαριά σωματική βλάβη, το παράνομο εμπόριο ανθρώπινων οργάνων ή ιστών, η απαγωγή, η παράνομη κατακράτηση και ομηρία, η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και η παιδική πορνογραφία, και ο βιασμός. Αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα μόνο αν εξασφαλίζεται η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το VIS κάθε πληροφορίας σχετικής με αρχεία θεώρησης που έχει στην κατοχή της η αιτούσα τρίτη χώρα. |
(49) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) εφαρμόζεται στις δραστηριότητες των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης όταν εκτελούν τα καθήκοντα για τα οποία έχουν αρμοδιότητα όσον αφορά τη λειτουργική διαχείριση του VIS. |
(50) |
Η πραγματοποίηση αναζήτησης στον κατάλογο ταξιδιωτικών εγγράφων τα οποία επιτρέπουν στον κάτοχό τους να διέρχεται τα εξωτερικά σύνορα και τα οποία δύνανται να διαθέτουν θεώρηση, όπως θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1105/2011/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), αποτελεί υποχρεωτικό στοιχείο της διαδικασίας εξέτασης θεωρήσεων μικρής διάρκειας. Οι αρχές θεώρησης θα πρέπει να εκπληρώνουν συστηματικά την εν λόγω υποχρέωση και, ως εκ τούτου, ο εν λόγω κατάλογος θα πρέπει να ενσωματωθεί στο VIS ώστε να καταστεί δυνατή η αυτόματη επαλήθευση της αναγνώρισης του ταξιδιωτικού εγγράφου του αιτούντος. |
(51) |
Με την επιφύλαξη της ευθύνης των κρατών μελών για την ακρίβεια των δεδομένων που εισάγονται στο VIS, θα πρέπει να προβλεφθεί η ευθύνη του eu-LISA για την ενίσχυση της ποιότητας των δεδομένων μέσω της ανάπτυξης και της συντήρησης ενός κεντρικού εργαλείου παρακολούθησης της ποιότητας των δεδομένων, και για την υποβολή εκθέσεων στα κράτη μέλη ανά τακτά χρονικά διαστήματα. |
(52) |
Προκειμένου να υπάρξει η δυνατότητα καλύτερης παρακολούθησης της χρήσης του VIS για την ανάλυση των τάσεων που αφορούν τις μεταναστευτικές πιέσεις και τη διαχείριση των συνόρων, ο eu-LISA θα πρέπει να είναι σε θέση να αναπτύξει ικανότητες για την υποβολή στατιστικών εκθέσεων στα κράτη μέλη, στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ακεραιότητα των δεδομένων. Ως εκ τούτου, ο eu-LISA θα πρέπει να αποθηκεύει ορισμένα στατιστικά δεδομένα στο κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/817. Κανένα από τα παραγόμενα στατιστικά στοιχεία δεν θα πρέπει να περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. |
(53) |
Ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη της εφαρμογής της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20). |
(54) |
Ειδικές διατάξεις θα πρέπει να ισχύουν για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, και οι οποίοι δεν είναι κάτοχοι δελτίου διαμονής όπως αναφέρεται στην οδηγία 2004/38/ΕΚ. Το άρθρο 21 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ορίζει ότι κάθε πολίτης της Ένωσης έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί και να διαμένει ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών, υπό την επιφύλαξη των περιορισμών και με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις Συνθήκες και που προβλέπονται στις διατάξεις που θεσπίζονται για την εφαρμογή των εν λόγω περιορισμών και προϋποθέσεων. Οι εν λόγω περιορισμοί και προϋποθέσεις καθορίζονται στην οδηγία 2004/38/EK. |
(55) |
Όπως έχει επιβεβαιωθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εν λόγω μέλη της οικογένειας έχουν όχι μόνο δικαίωμα εισόδου στην επικράτεια του κράτους μέλους αλλά και λήψης θεώρησης εισόδου για τον σκοπό αυτό. Τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν στα εν λόγω πρόσωπα πάσα διευκόλυνση για να λαμβάνουν τις απαραίτητες θεωρήσεις, οι οποίες πρέπει να εκδίδονται ατελώς, το συντομότερο δυνατόν και βάσει ταχείας διαδικασίας. |
(56) |
Το δικαίωμα απόκτησης θεώρησης δεν είναι άνευ όρων, καθώς η οδηγία 2004/38/EΚ παρέχει τη δυνατότητα μη αναγνώρισης του δικαιώματος αυτού σε μέλη της οικογένειας με βάση τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. Βάσει των ανωτέρω, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των μελών της οικογένειας μπορούν να επαληθεύονται μόνο όταν τα δεδομένα σχετίζονται με την ταυτότητα και το καθεστώς τους και μόνο στον βαθμό που τα εν λόγω δεδομένα είναι συναφή για την αξιολόγηση της απειλής που ενδεχομένως συνιστούν τα εν λόγω πρόσωπα για την ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. Κατά την εξέταση των αιτήσεων θεώρησης τις οποίες υποβάλλουν τα εν λόγω μέλη οικογένειας θα πρέπει να συνεκτιμώνται αποκλειστικά και μόνο οι ανησυχίες για την ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία και όχι οι ανησυχίες που συνδέονται με τους κινδύνους μετανάστευσης. |
(57) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της ανάγκης να διασφαλιστούν η εφαρμογή κοινής πολιτικής θεωρήσεων, ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας εντός του χώρου χωρίς ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα και η σταδιακή διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων αυτών. |
(58) |
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει αυστηρούς κανόνες για την πρόσβαση στο VIS και τις απαραίτητες διασφαλίσεις. Προβλέπει επίσης για τους ενδιαφερομένους δικαιώματα πρόσβασης, διόρθωσης, διαγραφής και προσφυγής, ιδίως το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, καθώς και την επίβλεψη των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων από ανεξάρτητες δημόσιες αρχές. Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται πρόσθετες διασφαλίσεις για την κάλυψη των συγκεκριμένων αναγκών των νέων κατηγοριών δεδομένων που θα υποβάλλονται σε επεξεργασία από το VIS. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικότερα το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα στο άσυλο και στην προστασία της αρχής της μη επαναπροώθησης και την προστασία σε περίπτωση απομάκρυνσης, απέλασης και έκδοσης, το δικαίωμα στη μη διακριτική μεταχείριση, τα δικαιώματα του παιδιού και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής. |
(59) |
Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στη εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν, η Δανία πρέπει να αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, εντός έξι μηνών αφότου το Συμβούλιο αποφασίσει σχετικά με τον παρόντα κανονισμό, αν θα τον εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο. |
(60) |
Ο παρών κανονισμός συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου (21) ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. |
(61) |
Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας η οποία συνήφθη από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (22), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημεία Α, Β, Γ και ΣΤ, της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (23). |
(62) |
Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (24), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημεία Α, Β, Γ και ΣΤ, της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου (25) και με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου (26). |
(63) |
Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (27), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημεία Α, Β, Γ και ΣΤ, της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου (28) και με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/349/ΕΕ του Συμβουλίου (29). |
(64) |
Όσον αφορά την Κύπρο, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Κροατία, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνιστούν διατάξεις που βασίζονται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή συνδέονται άλλως με αυτό, κατά την έννοια, αντιστοίχως, του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003, του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005 σε συνδυασμό με την απόφαση (ΕΕ) 2017/1908 του Συμβουλίου (30) και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2011. |
(65) |
Οι αποφάσεις 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ θα πρέπει να καταργηθούν. Οι αναφορές στις καταργούμενες αποφάσεις θα πρέπει να θεωρούνται αναφορές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και θα πρέπει να νοούνται σύμφωνα με τους πίνακες αντιστοιχίας των παραρτημάτων I και II, αντίστοιχα. |
(66) |
Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 θα πρέπει να καταργηθούν. |
(67) |
Ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31) η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος και γνωμοδότησε στις 12 Δεκεμβρίου 2018 (32), |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008
O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας, τις θεωρήσεις μακράς διάρκειας και τις άδειες διαμονής (κανονισμός VIS)». |
2) |
Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 2 Σκοπός του VIS 1. Το VIS αποσκοπεί στην καλύτερη εφαρμογή της κοινής πολιτικής θεωρήσεων για τη διαμονή μικρής διάρκειας, την προξενική συνεργασία και τη διαβούλευση μεταξύ αρχών θεώρησης, διευκολύνοντας την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για τις αιτήσεις θεωρήσεων και τις σχετικές αποφάσεις, με σκοπό:
2. Όσον αφορά τις θεωρήσεις μακράς διάρκειας και τις άδειες διαμονής, το VIS αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις αιτήσεις και τις συναφείς αποφάσεις, με σκοπό:
Άρθρο 2α Αρχιτεκτονική 1. Το VIS βασίζεται σε κεντρική αρχιτεκτονική και απαρτίζεται από τα εξής:
Το κεντρικό σύστημα του VIS, οι NUI, η διαδικτυακή υπηρεσία, η πύλη μεταφορέων και η υποδομή επικοινωνίας του VIS μοιράζονται και χρησιμοποιούν εκ νέου, στο μέτρο που είναι εφικτό από τεχνικής σκοπιάς, τα συστατικά στοιχεία υλισμικού και λογισμικού του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των εθνικών ενιαίων διεπαφών του ΣΕΕ, της πύλης μεταφορέων του ETIAS, της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ και της υποδομής επικοινωνίας του ΣΕΕ, αντιστοίχως. 2. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο NUI που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) για κάθε κράτος μέλος, οι οποίες παρέχουν τη φυσική σύνδεση μεταξύ των κρατών μελών και του φυσικού δικτύου του VIS. Η σύνδεση μέσω της υποδομής επικοινωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) είναι κρυπτογραφημένη. Οι NUI βρίσκονται σε εγκαταστάσεις του κράτους μέλους. Οι NUI χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τους σκοπούς που καθιερώνονται με ενωσιακές νομοθετικές πράξεις. 3. Το κεντρικό σύστημα του VIS ασκεί λειτουργίες τεχνικής εποπτείας και διοίκησης και διαθέτει εφεδρικό κεντρικό σύστημα του VIS ικανό να εξασφαλίζει όλες τις λειτουργίες του κεντρικού συστήματος του VIS σε περίπτωση βλάβης του εν λόγω συστήματος. Το κεντρικό σύστημα του VIS βρίσκεται στο Στρασβούργο (Γαλλία) και το εφεδρικό κεντρικό σύστημα του VIS βρίσκεται στο Sankt Johann im Pongau (Αυστρία). 4. Η υποδομή επικοινωνίας υποστηρίζει την αδιάλειπτη διαθεσιμότητα του VIS και συμβάλλει στη διασφάλισή της. Περιλαμβάνει εφεδρείες μέσων για τις συνδέσεις μεταξύ του κεντρικού συστήματος του VIS και του εφεδρικού κεντρικού συστήματος του VIS και εφεδρείες μέσων για τις συνδέσεις μεταξύ κάθε NUI, αφενός, και του κεντρικού συστήματος του VIS και του εφεδρικού κεντρικού συστήματος του VIS, αφετέρου. Η υποδομή επικοινωνίας παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό ιδιωτικό δίκτυο αποκλειστικά για τα δεδομένα του VIS και την επικοινωνία μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και του eu-LISA. 5. Ο eu-LISA εφαρμόζει τεχνικές λύσεις για την εξασφάλιση της αδιάλειπτης διαθεσιμότητας του VIS είτε μέσω της ταυτόχρονης λειτουργίας του κεντρικού συστήματος του VIS και του εφεδρικού κεντρικού συστήματος του VIS, υπό την προϋπόθεση ότι το εφεδρικό κεντρικό σύστημα του VIS παραμένει ικανό να εξασφαλίζει τη λειτουργία του VIS σε περίπτωση βλάβης του κεντρικού συστήματος του VIS, είτε μέσω της δημιουργίας αντίγραφου του συστήματος ή των συνιστωσών του. (*) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 31)." (**) Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).»." |
4) |
Το άρθρο 3 διαγράφεται. |
5) |
Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:
|
6) |
Τα άρθρα 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 5 Κατηγορίες δεδομένων 1. Μόνον οι ακόλουθες κατηγορίες δεδομένων καταχωρίζονται στο VIS:
1α. Το CIR περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4) στοιχεία α) έως γα) και σημεία 5) και 6), καθώς και στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ), ι) και ια). Τα υπόλοιπα δεδομένα του VIS αποθηκεύονται στο κεντρικό σύστημα του VIS. 1β. Η επαλήθευση και η εξακρίβωση ταυτότητας στο VIS με χρήση εικόνας προσώπου είναι δυνατή μόνο με αντιπαραβολή με εικόνες προσώπου που είναι καταχωρισμένες στο VIS με ένδειξη ότι η εικόνα προσώπου ελήφθη δια ζώσης κατά την υποβολή της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 9 σημείο 5) και το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχείο ι). 2. Με την επιφύλαξη της καταχώρισης πράξεων επεξεργασίας δεδομένων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 34, τα μηνύματα που διαβιβάζονται μέσω του VISMail, σύμφωνα με το άρθρο 16, το άρθρο 24 παράγραφος 2 και το άρθρο 25 παράγραφος 2, δεν καταχωρίζονται στο VIS. Άρθρο 5α Κατάλογος αναγνωρισμένων ταξιδιωτικών εγγράφων 1. Ο κατάλογος ταξιδιωτικών εγγράφων τα οποία επιτρέπουν στον κάτοχό τους να διέρχεται τα εξωτερικά σύνορα και τα οποία δύνανται να διαθέτουν θεώρηση, όπως ορίζεται στην απόφαση αριθ. 1105/2011/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*), ενσωματώνεται στο VIS. 2. Το VIS παρέχει τη λειτουργική δυνατότητα για την κεντρική διαχείριση του καταλόγου των αναγνωρισμένων ταξιδιωτικών εγγράφων και την κοινοποίηση της αναγνώρισης ή της μη αναγνώρισης των ταξιδιωτικών εγγράφων του καταλόγου σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. 1105/2011/ΕΕ. 3. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη διαχείριση της λειτουργικής δυνατότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. Άρθρο 6 Πρόσβαση για την εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση δεδομένων 1. Πρόσβαση στο VIS για την εισαγωγή, τροποποίηση ή διαγραφή των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 έχουν αποκλειστικά το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρχών θεώρησης και οι αρχές που είναι αρμόδιες να συλλέγουν ή να αποφασίζουν σχετικά με αιτήσεις θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής σύμφωνα με το άρθρο 22α έως 22στ. Ο αριθμός των δεόντως εξουσιοδοτημένων μελών του προσωπικού καθορίζεται με βάση τις πραγματικές ανάγκες της παρεχόμενης υπηρεσίας τους. 2. Πρόσβαση στο VIS για την αναζήτηση δεδομένων έχει μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των εθνικών αρχών κάθε κράτους μέλους και των ενωσιακών οργάνων που είναι αρμόδια για τους σκοπούς των άρθρων 15 έως 22, των άρθρων 22ζ έως 22ιγ και του άρθρου 45ε του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τους σκοπούς που ορίζονται στα άρθρα 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817. Η εν λόγω πρόσβαση περιορίζεται στον βαθμό που τα δεδομένα είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των καθηκόντων των εν λόγω αρχών και ενωσιακών οργάνων σύμφωνα με τους σκοπούς αυτούς, και είναι ανάλογη προς τους επιδιωκόμενους στόχους. 2α. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στα κεφάλαια II, III και IIIα, τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και οι εικόνες προσώπου παιδιών χρησιμοποιούνται μόνο για αναζήτηση στο VIS και, στην περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, είναι προσβάσιμα μόνο για την επαλήθευση της ταυτότητας του παιδιού:
Όταν η αναζήτηση με αλφαριθμητικά δεδομένα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ελλείψει ταξιδιωτικού εγγράφου, τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων παιδιών μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για αναζήτηση στο VIS στο πλαίσιο της διαδικασίας ασύλου σύμφωνα με το άρθρο 21, 22, 22ι ή 22ια. 2β. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 22η, στην περίπτωση προσώπων που ήταν κάτοχοι έγκυρων αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών χωρίς διακοπή, οι αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια ελέγχων στην επικράτεια των κρατών μελών έχουν πρόσβαση στο VIS μόνο για να πραγματοποιούν αναζήτηση στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22γ στοιχεία δ), ε) και στ) και στις πληροφορίες για το καθεστώς της άδειας διαμονής. 2γ. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 22θ, στην περίπτωση προσώπων που ήταν κάτοχοι έγκυρων αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών χωρίς διακοπή, οι αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια ελέγχων στην επικράτεια των κρατών μελών έχουν πρόσβαση στο VIS μόνο για να πραγματοποιούν αναζήτηση μόνο στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22γ στοιχεία δ), ε) και στ) και στις πληροφορίες για το καθεστώς της άδειας διαμονής. Όταν το πρόσωπο δεν προσκομίζει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο ή υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα του προσκομισθέντος ταξιδιωτικού εγγράφου ή όταν η επαλήθευση δυνάμει του άρθρου 22η έχει αποτύχει, οι αρμόδιες αρχές έχουν επίσης πρόσβαση στο VIS για να πραγματοποιούν αναζήτηση στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ), έως ζ) και θ). 2δ. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στα άρθρα 22ι και 22ια, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS σχετικά με πρόσωπα που ήταν κάτοχοι έγκυρων αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙα, για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών χωρίς διακοπή. 2ε. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙβ, οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS σχετικά με πρόσωπα που ήταν κάτοχοι έγκυρων αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙα, για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών χωρίς διακοπή. 2στ. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που προβλέπονται στα άρθρα 45ε και 45στ, τα μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, εξαιρουμένων των ομάδων διαχείρισης συνόρων, δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS σχετικά με πρόσωπα που ήταν κάτοχοι έγκυρων αδειών διαμονής καταχωρισμένων στο VIS σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙα, για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών χωρίς διακοπή. 3. Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες αρχές των οποίων το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στο VIS για να εισάγει, να τροποποιεί, να διαγράφει ή να αναζητεί δεδομένα του VIS. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και τον eu-LISA, χωρίς καθυστέρηση, κατάλογο των εν λόγω αρχών, σύμφωνα με το άρθρο 45β. Στον κατάλογο προσδιορίζεται ο σκοπός για τον οποίο κάθε αρχή δύναται να επεξεργάζεται δεδομένα του VIS. Κάθε κράτος μέλος δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει τον κατάλογο που κοινοποίησε και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τον eu-LISA. Οι αρχές που έχουν δικαίωμα να πραγματοποιούν αναζήτηση ή να έχουν πρόσβαση στο VIS με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων ορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο IIIβ. 4. Εκτός από τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στον eu-LISA, χωρίς καθυστέρηση, κατάλογο των επιχειρησιακών μονάδων των εθνικών αρμόδιων αρχών που έχουν πρόσβαση στο VIS για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Στον κατάλογο προσδιορίζεται ο σκοπός για τον οποίο κάθε επιχειρησιακή μονάδα θα έχει πρόσβαση στα δεδομένα του VIS. Το VIS παρέχει τη λειτουργική δυνατότητα για την κεντρική διαχείριση των εν λόγω καταλόγων. 5. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη διαχείριση της λειτουργικής δυνατότητας για την κεντρική διαχείριση του καταλόγου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. (*) Απόφαση αριθ. 1105/2011/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, περί του καταλόγου ταξιδιωτικών εγγράφων τα οποία επιτρέπουν στον κάτοχό τους να διέρχεται τα εξωτερικά σύνορα και τα οποία δύνανται να διαθέτουν θεώρηση και περί της δημιουργίας μηχανισμού για την κατάρτιση αυτού του καταλόγου (ΕΕ L 287 της 4.11.2011, σ. 9).»." |
7) |
Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Κάθε αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του VIS δεν συνεπάγεται διάκριση σε βάρος αιτούντων ή κατόχων θεωρήσεων, θεωρήσεων μακράς διάρκειας και αδειών διαμονής για λόγους φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποίθησης, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του VIS, κάθε αρμόδια αρχή σέβεται πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, καθώς και τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία. 3. Το συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών όσον αφορά όλες τις διαδικασίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις διασφαλίσεις που ορίζονται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Η ευημερία, η ασφάλεια και η προστασία του παιδιού λαμβάνονται υπόψη, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος το παιδί να είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων. Οι απόψεις του παιδιού λαμβάνονται επίσης υπόψη, ενώ σταθμίζονται καταλλήλως η ηλικία και η ωριμότητα του παιδιού.». |
8) |
Ο τίτλος του Κεφαλαίου II αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ». |
9) |
Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:
|
10) |
Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:
|
11) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 9α Αναζητήσεις σε άλλα συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων 1. Οι φάκελοι αίτησης υποβάλλονται σε αυτόματη επεξεργασία από το VIS για τον εντοπισμό θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Το VIS εξετάζει κάθε φάκελο αίτησης μεμονωμένα. 2. Όταν δημιουργείται φάκελος αίτησης, το VIS ελέγχει αν το ταξιδιωτικό έγγραφο που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη αίτηση αναγνωρίζεται σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1105/2011/ΕΕ, εκτελώντας αυτόματη αναζήτηση στον κατάλογο αναγνωρισμένων ταξιδιωτικών εγγράφων που αναφέρεται στο άρθρο 5α του παρόντος κανονισμού, και εμφανίζει το αποτέλεσμα. Εάν από την αναζήτηση προκύψει ότι το ταξιδιωτικό έγγραφο δεν αναγνωρίζεται από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, εφαρμόζεται το άρθρο 25 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 όταν εκδίδεται θεώρηση. 3. Για τους σκοπούς των επαληθεύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφος 1, στο άρθρο 21 παράγραφος 3 στοιχεία α), γ), δ) και στο άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 και για τους σκοπούς του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ια) του παρόντος κανονισμού, το VIS πραγματοποιεί αναζήτηση χρησιμοποιώντας την ESP για την αντιπαραβολή των σχετικών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 4), 5) και 6) του παρόντος κανονισμού με τα δεδομένα που υπάρχουν σε αρχείο, φάκελο ή καταχώριση που έχει καταχωριστεί:
Η αντιπαραβολή πραγματοποιείται τόσο με αλφαριθμητικά όσο και με βιομετρικά δεδομένα, εκτός εάν το σύστημα πληροφοριών ή η βάση δεδομένων όπου έγινε η αναζήτηση περιέχει μόνο μία από τις εν λόγω κατηγορίες δεδομένων. 4. Ειδικότερα, το VIS επαληθεύει:
5. Στις καταχωρίσεις SIS για εξαφανισθέντα ή ευάλωτα πρόσωπα, πρόσωπα που αναζητούνται για να συμμετάσχουν σε δικαστική διαδικασία και πρόσωπα ή αντικείμενα για διακριτική παρακολούθηση, ελέγχους έρευνας ή ειδικούς ελέγχους πραγματοποιείται αναζήτηση μόνο για τους σκοπούς του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ια). 6. Όσον αφορά τις Ιντερπόλ SLTD και Ιντερπόλ TDAWN, οποιαδήποτε αναζήτηση και επαλήθευση εκτελείται κατά τρόπον ώστε να μην αποκαλύπτεται καμία πληροφορία στον κάτοχο του σήματος της Ιντερπόλ. Εάν δεν πληρείται η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, το VIS δεν πραγματοποιεί αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων της Ιντερπόλ. 7. Όσον αφορά τα δεδομένα της Ευρωπόλ, η αυτοματοποιημένη επεξεργασία λαμβάνει την κατάλληλη κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794. 8. Θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης προκύπτει όταν όλα ή μερικά από τα δεδομένα του φακέλου αίτησης που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση αντιστοιχούν πλήρως ή εν μέρει στα δεδομένα που υπάρχουν σε αρχείο, καταχώριση ή φάκελο των συστημάτων πληροφοριών ή βάσεων δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Το εγχειρίδιο που αναφέρεται στο άρθρο 9η παράγραφος 2 καθορίζει τη μερική αντιστοιχία, συμπεριλαμβανομένου ενός βαθμού πιθανότητας για τον περιορισμό του αριθμού των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης. 9. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 4 στοιχείο α) σημεία i), ii) και iii), στοιχείο β), στοιχείο γ) σημείο i), στοιχείο δ) και στοιχείο ζ) σημείο i), το VIS προσθέτει στον φάκελο αίτησης αναφορά σε τυχόν θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και, κατά περίπτωση, το ή τα κράτη μέλη που καταχώρισαν ή παρείχαν τα δεδομένα από τα οποία προέκυψε το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης. 10. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 4 στοιχείο α) σημείο iv), στοιχείο γ) σημείο ii), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii), το VIS επισημαίνει στον φάκελο αίτησης μόνο ότι απαιτείται περαιτέρω επαλήθευση. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης με βάση την παράγραφο 4 στοιχείο α) σημείο iv), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii), το VIS αποστέλλει αυτοματοποιημένη κοινοποίηση σχετικά με τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στην εντεταλμένη αρχή VIS του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση. Αυτή η αυτόματη κοινοποίηση περιέχει τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 9 σημεία 4), 5) και 6). Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο γ) σημείο ii), το VIS αποστέλλει αυτοματοποιημένη κοινοποίηση σχετικά με τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στην εθνική μονάδα ETIAS του κράτους μέλους που εισήγαγε τα δεδομένα ή, εφόσον τα δεδομένα εισήχθησαν από την Ευρωπόλ, στην εθνική μονάδα ETIAS των κρατών μελών που διεκπεραιώνουν την αίτηση. Η εν λόγω αυτόματη κοινοποίηση περιέχει τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 9 σημείο 4). 11. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 4 στοιχείο α) σημεία v), vi) και vii), το VIS ούτε καταγράφει το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης στον φάκελο αίτησης ούτε υποδεικνύει στον φάκελο αίτησης ότι απαιτείται περαιτέρω επαλήθευση. 12. Ο μοναδικός αριθμός αναφοράς του αρχείου δεδομένων που προκάλεσε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης τηρείται στον φάκελο αίτησης για τους σκοπούς της τήρησης αρχείων καταγραφής, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 45α. 13. Το VIS συγκρίνει τα σχετικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α), αα), ζ), η), ι), ια) και ιβ) με τους συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 9ι. Άρθρο 9β Ειδικές διατάξεις για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης ή άλλων υπηκόων τρίτων χωρών που απολαύουν του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας βάσει του ενωσιακού δικαίου 1. Όσον αφορά υπήκοο τρίτης χώρας που είναι μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με αυτό των πολιτών της Ένωσης βάσει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου, οι αυτοματοποιημένες αναζητήσεις δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 3 διεξάγονται με αποκλειστικό σκοπό να ελεγχθεί ότι δεν υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις ή εύλογοι λόγοι που βασίζονται σε πραγματικές ενδείξεις για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η παρουσία του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας στην επικράτεια του κράτους μέλους συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια ή παρουσιάζει υψηλό επιδημικό κίνδυνο σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ. 2. Το VIS δεν ελέγχει κατά πόσον:
3. Όταν από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού προκύπτει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που αντιστοιχεί σε καταχώριση για άρνηση εισόδου και διαμονής κατά το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861, η αρχή θεώρησης επαληθεύει τον λόγο στον οποίο βασίζεται η απόφαση σε συνέχεια της οποίας εισήχθη η συγκεκριμένη καταχώριση στο SIS. Εάν ο λόγος αυτός σχετίζεται με κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης, η καταχώριση δεν λαμβάνεται υπόψη για την αξιολόγηση της αίτησης. Η αρχή θεώρησης ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861. 4. Δεν εφαρμόζονται οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου που βασίζονται σε κινδύνους παράνομης μετανάστευσης και οι οποίοι καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9ι. Άρθρο 9γ Μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση και δράση παρακολούθησης από τις αρμόδιες αρχές θεώρησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης 1. Κάθε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 9 επαληθεύεται με μη αυτοματοποιημένη διαδικασία από την αρμόδια αρχή θεώρησης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης. 2. Για τον σκοπό της μη αυτοματοποιημένης επαλήθευσης βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει πρόσβαση στον φάκελο αίτησης και σε τυχόν συνδεδεμένους φακέλους αίτησης, καθώς και στα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 9. Η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει επίσης προσωρινή πρόσβαση στα δεδομένα του SIS, του ΣΕΕ, του ETIAS, του Eurodac ή της Ιντερπόλ SLTD που απέφεραν το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης καθ’ όλη τη διάρκεια των επαληθεύσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και της εξέτασης της αίτησης θεώρησης και σε περίπτωση διαδικασίας προσφυγής. Η εν λόγω προσωρινή πρόσβαση είναι σύμφωνη με τις νομικές πράξεις που διέπουν το SIS, το ΣΕΕ, το ETIAS, το Eurodac και την Ιντερπόλ SLTD. 3. Η αρμόδια αρχή θεώρησης επαληθεύει αν η ταυτότητα του αιτούντος που καταχωρίστηκε στον φάκελο αίτησης αντιστοιχεί στα δεδομένα οποιουδήποτε από τα συστήματα πληροφοριών ή τις βάσεις δεδομένων όπου πραγματοποιήθηκε αναζήτηση. 4. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον φάκελο αίτησης αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σχετικό σύστημα πληροφοριών ή βάση δεδομένων, το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. 5. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον φάκελο αίτησης δεν αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σχετικό σύστημα πληροφοριών ή βάση δεδομένων, η αρμόδια αρχή θεώρησης διαγράφει το εσφαλμένο θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης από τον φάκελο αίτησης. 6. Όταν από την αυτόματη αντιπαραβολή δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 13 του παρόντος κανονισμού προκύπτει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, η αρμόδια αρχή θεώρησης αξιολογεί τον κίνδυνο για την ασφάλεια, τον κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης ή τον υψηλό επιδημικό κίνδυνο και τον λαμβάνει υπόψη κατά την εξέταση αίτησης θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. Η αρμόδια αρχή θεώρησης σε καμία περίπτωση δεν λαμβάνει απόφαση αυτομάτως βάσει ενός θετικού αποτελέσματος αναζήτησης που βασίζεται σε συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου. Η αρμόδια αρχή θεώρησης αξιολογεί ατομικά τον κίνδυνο για την ασφάλεια, τον κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης και τον υψηλό επιδημικό κίνδυνο σε όλες τις περιπτώσεις. Άρθρο 9δ Μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση των θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης από τις εντεταλμένες αρχές VIS 1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει αρχή («εντεταλμένη αρχή VIS») για τους σκοπούς της μη αυτοματοποιημένης επαλήθευσης και της δράσης παρακολούθησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο α) σημεία iv) έως vii), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii). Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν περισσότερες από μία αρχές ως εντεταλμένες αρχές VIS. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν την εντεταλμένη αρχή VIS στην Επιτροπή και στον eu-LISA. Όταν τα κράτη μέλη επιλέγουν να ορίσουν το τμήμα SIRENE ως την εντεταλμένη αρχή VIS, διαθέτουν επαρκείς πρόσθετους πόρους ώστε το τμήμα SIRENE να είναι σε θέση να εκπληρώσει τα καθήκοντα που ανατίθενται στην εντεταλμένη αρχή VIS δυνάμει του παρόντος κανονισμού. 2. Η εντεταλμένη αρχή VIS λειτουργεί τουλάχιστον κατά τη διάρκεια του κανονικού ωραρίου εργασίας. Έχει προσωρινή πρόσβαση στα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης και στα δεδομένα των SIS, ECRIS-TCN, στα δεδομένα της Ευρωπόλ ή της Ιντερπόλ TDAWN από τα οποία προέκυψε το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, για όλη τη διάρκεια των επαληθεύσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 9ζ. 3. Η εντεταλμένη αρχή VIS επαληθεύει, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση που απέστειλε το VIS, αν η ταυτότητα του αιτούντος που καταχωρίστηκε στον φάκελο αίτησης αντιστοιχεί στα δεδομένα που υπάρχουν σε κάποιο από τα συστήματα πληροφοριών ή τις βάσεις δεδομένων όπου πραγματοποιήθηκε αναζήτηση. 4. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον φάκελο αίτησης δεν αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σχετικό σύστημα πληροφοριών ή βάση δεδομένων, η εντεταλμένη αρχή VIS διαγράφει την ένδειξη στον φάκελο αίτησης περί απαίτησης περαιτέρω επαλήθευσης. Άρθρο 9ε Μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση και δράση παρακολούθησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS 1. Η εθνική μονάδα ETIAS του κράτους μέλους που εισήγαγε τα δεδομένα στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS ή, εάν τα δεδομένα εισήχθησαν από την Ευρωπόλ, η εθνική μονάδα ETIAS του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση επαληθεύει κατά μη αυτοματοποιημένο τρόπο και αναλαμβάνει δράση παρακολούθησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο γ) σημείο ii). 2. Η σχετική εθνική μονάδα ETIAS επαληθεύει, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση που απέστειλε το VIS, αν τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης αντιστοιχούν στα δεδομένα του καταλόγου επιτήρησης ETIAS. 3. Όταν τα δεδομένα του φακέλου αίτησης αντιστοιχούν στα δεδομένα του καταλόγου επιτήρησης ETIAS, η εθνική μονάδα ETIAS παρέχει αιτιολογημένη γνώμη στην κεντρική αρχή θεώρησης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης σχετικά με το εάν ο αιτών συνιστά κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. 4. Όταν τα δεδομένα έχουν εισαχθεί στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS από την Ευρωπόλ, η εθνική μονάδα ETIAS του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση ζητεί χωρίς καθυστέρηση τη γνώμη της Ευρωπόλ για τον σκοπό της σύνταξης της αιτιολογημένης γνώμης της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική μονάδα ETIAS αποστέλλει στην Ευρωπόλ τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 9 σημείο 4). Η Ευρωπόλ απαντά εντός 60 ωρών από την ημερομηνία του αιτήματος. Όταν η Ευρωπόλ δεν απαντά εντός της εν λόγω προθεσμίας, θεωρείται ότι δεν συντρέχουν λόγοι εναντίωσης στην έκδοση της θεώρησης. 5. Η εθνική μονάδα ETIAS αποστέλλει την αιτιολογημένη γνώμη στην κεντρική αρχή θεώρησης εντός επτά ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση που απέστειλε το VIS. Όταν η εθνική μονάδα ETIAS δεν αποστέλλει αιτιολογημένη γνώμη εντός της εν λόγω προθεσμίας, θεωρείται ότι δεν συντρέχουν λόγοι εναντίωσης στην έκδοση της θεώρησης. 6. Η αιτιολογημένη γνώμη καταχωρίζεται στον φάκελο αίτησης κατά τρόπο ώστε να καθίσταται προσβάσιμη μόνο στην κεντρική αρχή θεώρησης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης. 7. Όταν τα δεδομένα του φακέλου αίτησης δεν αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS, η εθνική μονάδα ETIAS ενημερώνει την κεντρική αρχή θεώρησης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης, η οποία διαγράφει από τον φάκελο αίτησης την καταχώριση περί απαίτησης περαιτέρω επαλήθευσης. Άρθρο 9στ Δράση παρακολούθησης όσον αφορά ορισμένα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης από το τμήμα SIRENE 1. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο α) σημεία iii) έως vii) και μετά από μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση, η αρμόδια αρχή θεώρησης ή η εντεταλμένη αρχή VIS κοινοποιεί τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στο τμήμα SIRENE του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση. 2. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο α) σημείο iii), το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση:
3. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο α) σημεία iv) έως vii) του παρόντος κανονισμού, το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση προβαίνει σε κάθε κατάλληλη περαιτέρω ενέργεια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1862. Άρθρο 9ζ Δράση παρακολούθησης όσον αφορά ορισμένα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης από τις εντεταλμένες αρχές VIS 1. Σε περίπτωση επαληθευμένων θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο ε) ή στ) ή στοιχείο ζ) σημείο ii), η εντεταλμένη αρχή VIS προβαίνει, εφόσον απαιτείται, σε κάθε κατάλληλη περαιτέρω ενέργεια. Για τον σκοπό αυτό, συμβουλεύεται, κατά περίπτωση, το εθνικό κεντρικό γραφείο της Ιντερπόλ του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση, την Ευρωπόλ ή την κεντρική αρχή του κράτους μέλους καταδίκης που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαισίου 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου (*). 2. Η εντεταλμένη αρχή VIS παρέχει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με το κατά πόσον ο αιτών συνιστά απειλή για τη δημόσια ασφάλεια προς την κεντρική αρχή θεώρησης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. 3. Σε περίπτωση επαληθευμένων θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, εάν η καταδικαστική απόφαση εκδόθηκε πριν από την έναρξη λειτουργίας του ECRIS-TCN σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816, η εντεταλμένη αρχή VIS, στην αιτιολογημένη γνώμη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, δεν λαμβάνει υπόψη τις καταδικαστικές αποφάσεις για τρομοκρατικά εγκλήματα που έχουν εκδοθεί περισσότερο από 25 έτη πριν από την ημερομηνία της αίτησης θεώρησης ή τις καταδικαστικές αποφάσεις για άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις που έχουν εκδοθεί περισσότερο από 15 έτη πριν από την ημερομηνία της αίτησης θεώρησης. 4. Όταν ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που επαληθεύεται κατά μη αυτοματοποιημένο τρόπο από την εντεταλμένη αρχή VIS αφορά τα δεδομένα της Ευρωπόλ που αναφέρονται στο άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο στ), η εντεταλμένη αρχή VIS ζητεί χωρίς καθυστέρηση τη γνώμη της Ευρωπόλ για την εκτέλεση των καθηκόντων της που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Για τον σκοπό αυτό, η εντεταλμένη αρχή VIS αποστέλλει στην Ευρωπόλ τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 9 σημεία 4, 5 και 6. Η Ευρωπόλ απαντά εντός 60 ωρών από την ημερομηνία του αιτήματος. Όταν η Ευρωπόλ δεν απαντά εντός της εν λόγω προθεσμίας, θεωρείται ότι δεν συντρέχουν λόγοι εναντίωσης στην έκδοση της θεώρησης. 5. Σε περίπτωση επαληθευμένων θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 4 στοιχείο α) σημείο iv) του παρόντος κανονισμού και, κατόπιν διαβούλευσης με το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους καταχώρισης, η εντεταλμένη αρχή VIS του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση παρέχει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με το κατά πόσον ο αιτών συνιστά απειλή για τη δημόσια ασφάλεια προς την κεντρική αρχή θεώρησης η οποία διεκπεραιώνει την αίτηση θεώρησης, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. 6. Η αιτιολογημένη γνώμη καταχωρίζεται στον φάκελο αίτησης κατά τρόπο που την καθιστά προσβάσιμη μόνο στην εντεταλμένη αρχή VIS, που αναφέρεται στο άρθρο 9δ, του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση και η κεντρική αρχή θεώρησης του ίδιου κράτους μέλους. 7. Η εντεταλμένη αρχή VIS αποστέλλει την αιτιολογημένη γνώμη στην κεντρική αρχή θεώρησης εντός επτά ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση που απέστειλε το VIS. Σε περίπτωση επαληθευμένων θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο ε), η προθεσμία για την αποστολή της αιτιολογημένης γνώμης είναι 10 ημερολογιακές ημέρες. Όταν η εντεταλμένη αρχή VIS δεν αποστέλλει αιτιολογημένη γνώμη εντός της εν λόγω προθεσμίας θεωρείται ότι δεν συντρέχουν λόγοι εναντίωσης στην έκδοση της θεώρησης. Άρθρο 9η Εφαρμογή και εγχειρίδιο 1. Για τον σκοπό της εφαρμογής των άρθρων 9α έως 9ζ, ο eu-LISA, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ, θεσπίζει κατάλληλους διαύλους για τις κοινοποιήσεις και την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρονται στα εν λόγω άρθρα. 2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για να καθορίσει σε εγχειρίδιο τις διαδικασίες και τους κανόνες που απαιτούνται για τις αναζητήσεις, επαληθεύσεις και αξιολογήσεις. Άρθρο 9θ Αρμοδιότητες της Ευρωπόλ Η Ευρωπόλ προσαρμόζει το σύστημα πληροφοριών της ώστε να διασφαλίζει ότι είναι εφικτή η αυτοματοποιημένη επεξεργασία των αναζητήσεων δυνάμει του άρθρου 9α παράγραφος 3 και του άρθρου 22β παράγραφος 2. Άρθρο 9ι Συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου 1. Οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου εφαρμόζονται ως ένας αλγόριθμος που καθιστά δυνατή την κατάρτιση προφίλ όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 4) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μέσω της αντιπαραβολής σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 13 του παρόντος κανονισμού των δεδομένων που έχουν καταχωριστεί στον φάκελο αίτησης του VIS με τους συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου που προσδιορίζονται από την κεντρική μονάδα ETIAS σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου που αφορούν κίνδυνο για την ασφάλεια, κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης ή υψηλό επιδημικό κίνδυνο. Η κεντρική μονάδα ETIAS εισάγει τους συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου στο VIS. 2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για τον περαιτέρω καθορισμό των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια ή την παράνομη μετανάστευση ή υψηλό επιδημικό κίνδυνο βάσει:
3. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον προσδιορισμό των κινδύνων, όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό και στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, στους οποίους πρέπει να βασίζονται οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. Οι συγκεκριμένοι κίνδυνοι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου επανεξετάζονται τουλάχιστον κάθε έξι μήνες και, εφόσον είναι αναγκαίο, εκδίδεται νέα εκτελεστική πράξη από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. 4. Με βάση τους συγκεκριμένους κινδύνους που προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η κεντρική μονάδα ETIAS προσδιορίζει ομάδα συγκεκριμένων δεικτών κινδύνου οι οποίοι αποτελούνται από συνδυασμό δεδομένων που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:
5. Οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου είναι στοχευμένοι και αναλογικοί. Σε καμία περίπτωση δεν βασίζονται αποκλειστικά στο φύλο ή την ηλικία ενός ατόμου ή σε πληροφορίες που αποκαλύπτουν το χρώμα, τη φυλή, την εθνοτική καταγωγή ή κοινωνική προέλευση, τα γενετικά χαρακτηριστικά, τη γλώσσα, τα πολιτικά ή άλλα φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, την ιδιότητα μέλους εθνικής μειονότητας, την περιουσία, τη γέννηση, την αναπηρία ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό. 6. Οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου ορίζονται, καταρτίζονται, εκτιμώνται εκ των προτέρων, εφαρμόζονται, αξιολογούνται εκ των υστέρων, αναθεωρούνται και διαγράφονται από την κεντρική μονάδα ETIAS αφού ζητηθεί η γνώμη του συμβουλίου διαλογής VIS. Άρθρο 9ια Συμβούλιο διαλογής VIS 1. Συστήνεται συμβούλιο διαλογής VIS με συμβουλευτικό ρόλο στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Στο συμβούλιο αυτό συμμετέχει ένας εκπρόσωπος από την κεντρική αρχή θεωρήσεων κάθε κράτους μέλους, από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και από την Ευρωπόλ. 2. H κεντρική μονάδα ETIAS συμβουλεύεται το συμβούλιο διαλογής VIS για τον ορισμό, την κατάρτιση, την εκτίμηση εκ των προτέρων, την εφαρμογή, την αξιολόγηση εκ των υστέρων, την αναθεώρηση και τη διαγραφή των συγκεκριμένων δεικτών κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 9ι. 3. Το συμβούλιο διαλογής VIS εκδίδει γνωμοδοτήσεις, κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές για τους σκοπούς της παραγράφου 2. Για την έκδοση συστάσεων, το συμβούλιο διαλογής VIS λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις που εκδίδονται από το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα. 4. Το συμβούλιο διαλογής VIS συνέρχεται όταν αυτό είναι αναγκαίο και τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής αναλαμβάνει τη διοργάνωση και φέρει τα έξοδα των συνεδριάσεων του συμβουλίου διαλογής VIS. 5. Το συμβούλιο διαλογής VIS μπορεί να συμβουλεύεται το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα όσον αφορά συγκεκριμένα ζητήματα που συνδέονται με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την απαγόρευση των διακρίσεων. 6. Το συμβούλιο διαλογής VIS εγκρίνει εσωτερικό κανονισμό κατά την πρώτη του συνεδρίαση με απλή πλειοψηφία των μελών του. Άρθρο 9ιβ Συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα 1. Ιδρύεται ανεξάρτητο συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα το οποίο έχει συμβουλευτικό και αξιολογητικό ρόλο. Με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων και της ανεξαρτησίας τους, απαρτίζεται από τον υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, εκπρόσωπο του συμβουλευτικού φόρουμ για τα θεμελιώδη δικαιώματα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, εκπρόσωπο του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, εκπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και εκπρόσωπο του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα διενεργεί τακτικές αξιολογήσεις και εκδίδει συστάσεις προς το συμβούλιο διαλογής VIS σχετικά με τις επιπτώσεις της επεξεργασίας των αιτήσεων και της εφαρμογής του άρθρου 9ι από την άποψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την απαγόρευση των διακρίσεων. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα υποστηρίζει επίσης το συμβούλιο διαλογής VIS κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του όταν ζητείται η γνώμη τού μεν από το δε σχετικά με συγκεκριμένα ζητήματα που συνδέονται με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την απαγόρευση των διακρίσεων. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα έχει πρόσβαση στους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240. 3. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα συνέρχεται όταν αυτό είναι αναγκαίο και τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής αναλαμβάνει τη διοργάνωση και φέρει τα έξοδα των συνεδριάσεων του συμβουλίου καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι συνεδριάσεις του πραγματοποιούνται στα γραφεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Τη γραμματειακή υποστήριξη των συνεδριάσεών του αναλαμβάνει o Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα εγκρίνει εσωτερικό κανονισμό κατά την πρώτη του συνεδρίαση με απλή πλειοψηφία των μελών του. 4. Ένας εκπρόσωπος του συμβουλίου καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα καλείται να παρίσταται στις συνεδριάσεις του συμβουλίου διαλογής VIS με συμβουλευτικό ρόλο. Τα μέλη του συμβουλίου καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν πρόσβαση στα στοιχεία και τα αρχεία του συμβουλίου διαλογής VIS. 5. Το συμβούλιο καθοδήγησης του VIS για τα θεμελιώδη δικαιώματα συντάσσει ετήσια έκθεση. Η έκθεση καθίσταται διαθέσιμη στο κοινό. (*) Απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με τη διοργάνωση και το περιεχόμενο της ανταλλαγής πληροφοριών που προέρχονται από το ποινικό μητρώο μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 93 της 7.4.2009, σ. 23).»." |
12) |
Στο άρθρο 10 παράγραφος 1, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
13) |
Το άρθρο 11 διαγράφεται. |
14) |
Το άρθρο 12 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:
|
15) |
Στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «4. Όταν ο φάκελος της αίτησης επικαιροποιείται δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, το VIS αποστέλλει κοινοποίηση στο κράτος μέλος που εξέδωσε τη θεώρηση, ενημερώνοντάς το σχετικά με την απόφαση ακύρωσης ή ανάκλησης της εν λόγω θεώρησης και σχετικά με τους λόγους της απόφασης αυτής. Η εν λόγω κοινοποίηση παράγεται αυτόματα από το κεντρικό σύστημα του VIS και διαβιβάζεται μέσω του VISMail σύμφωνα με το άρθρο 16.». |
16) |
Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:
|
17) |
Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 16 Χρήση του VIS για διαβούλευση και αιτήματα για έγγραφα 1. Για τους σκοπούς της διαβούλευσης μεταξύ κεντρικών αρχών θεώρησης για τις αιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009, το αίτημα διαβούλευσης και οι σχετικές απαντήσεις διαβιβάζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. 2. Όταν δημιουργείται φάκελος αίτησης στο VIS σχετικά με υπήκοο συγκεκριμένης τρίτης χώρας ή πρόσωπο που εμπίπτει σε συγκεκριμένη κατηγορία των εν λόγω υπηκόων για τους οποίους ζητείται προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009, το VIS διαβιβάζει αυτόματα μέσω του VISMail το αίτημα διαβούλευσης στο σχετικό κράτος μέλος ή κράτη μέλη. Το κράτος μέλος ή κράτη μέλη από τα οποία ζητείται η διαβούλευση διαβιβάζουν την απάντησή τους στο VIS, το οποίο την προωθεί μέσω του VISMail στο κράτος μέλος που δημιούργησε την αίτηση. Στην περίπτωση αρνητικής απάντησης, η απάντηση προσδιορίζει κατά πόσον ο αιτών συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις. Με αποκλειστικό σκοπό τη διεξαγωγή της διαδικασίας διαβούλευσης, ο κατάλογος των κρατών μελών τα οποία απαιτούν να ζητείται διαβούλευση με τις κεντρικές τους αρχές από τις κεντρικές αρχές των άλλων κρατών μελών κατά τη διάρκεια της εξέτασης των αιτήσεων θεώρησης για ομοιόμορφες θεωρήσεις που υποβάλλονται από υπηκόους συγκεκριμένων τρίτων χωρών ή συγκεκριμένες κατηγορίες των εν λόγω υπηκόων, σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009, ενσωματώνεται στο VIS. Το VIS παρέχει τη λειτουργική δυνατότητα για την κεντρική διαχείριση του εν λόγω καταλόγου. 3. Η διαβίβαση πληροφοριών μέσω VISMail ισχύει επίσης για:
3α. Ο κατάλογος των κρατών μελών που ζητούν οι κεντρικές τους αρχές να ενημερώνονται σχετικά με τις θεωρήσεις που χορηγούν άλλα κράτη μέλη σε υπηκόους συγκεκριμένων τρίτων χωρών ή σε συγκεκριμένες κατηγορίες των εν λόγω υπηκόων, σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009, ενσωματώνεται στο VIS. Το VIS παρέχει τη δυνατότητα κεντρικής διαχείρισης του εν λόγω καταλόγου. 3β. Η διαβίβαση πληροφοριών δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχεία α), β) και γ) παράγεται αυτόματα από το VIS. 3γ. Οι αρμόδιες αρχές θεώρησης απαντούν σε αιτήματα δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχείο ε) εντός τριών εργάσιμων ημερών. 4. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την ενημέρωση και την πληροφόρηση των κεντρικών αρχών θεώρησης και για την προξενική συνεργασία.». |
18) |
Το άρθρο 17 απαλείφεται. |
19) |
Ο τίτλος του κεφαλαίου ΙΙΙ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΑΛΛΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΘΕΩΡΗΣΗΣ». |
20) |
Το άρθρο 17α τροποποιείται ως εξής:
|
21) |
Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:
|
22) |
Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:
|
23) |
Στο άρθρο 19α, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Επιπλέον, αν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δείξει ότι έχουν καταχωριστεί στο VIS δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει τα δακτυλικά αποτυπώματα ή την εικόνα προσώπου του υπηκόου τρίτης χώρας σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα ή την εικόνα προσώπου που ελήφθη δια ζώσης και που έχουν καταχωριστεί στο VIS. Η αρχή αυτή μπορεί να ξεκινήσει την επαλήθευση από το ΣΕΕ. Για τους υπηκόους τρίτης χώρας των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα ή η εικόνα προσώπου δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.». |
24) |
Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:
|
25) |
Τα άρθρα 21 και 22 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 21 Πρόσβαση σε δεδομένα για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας 1. Με αποκλειστικό σκοπό τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο να εξετάσει αίτηση διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία. Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4) στοιχείο α), αα), β), γ) ή γα) ή σημείο 5). Ωστόσο, η εικόνα προσώπου δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αναζήτησης. 2. Εάν η έρευνα με τα απαριθμούμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεδομένα δείξει ότι έχει καταχωριστεί στο VIS θεώρηση η οποία έχει εκδοθεί με ημερομηνία λήξεως που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες πριν από την ημερομηνία της αίτησης διεθνούς προστασίας ή θεώρηση η οποία έχει παραταθεί έως ημερομηνία λήξεως που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες πριν από την ημερομηνία της αίτησης διεθνούς προστασίας, η αρμόδια για το άσυλο αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης, και όσον αφορά τα απαριθμούμενα στο στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου στοιχεία συζύγου και τέκνων, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
3. Η αναζήτηση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις διορισμένες εθνικές αρχές του άρθρου 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013. Άρθρο 22 Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας 1. Με αποκλειστικό σκοπό να εξετάσουν αίτηση διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές έχουν πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη διενέργεια ερευνών με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία. Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4) στοιχείο α), αα), β), γ) ή γα) ή σημείο 5. Ωστόσο, η εικόνα προσώπου δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αναζήτησης. 2. Αν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι έχουν καταχωριστεί στο VIS δεδομένα του αιτούντος διεθνή προστασία, η αρμόδια για το άσυλο αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του αιτούντος και κάθε συνδεδεμένου φακέλου αίτησης του αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3, και, όσον αφορά τα απαριθμούμενα στο στοιχείο στ) της παρούσας παραγράφου στοιχεία συζύγου και τέκνων, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
3. Η αναζήτηση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις διορισμένες εθνικές αρχές του άρθρου 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.». |
26) |
Μετά το άρθρο 22, παρεμβάλλονται τα ακόλουθα κεφάλαια: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΜΑΚΡΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΕΙΕΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ Άρθρο 22α Διαδικασίες για την εισαγωγή δεδομένων κατά την αίτηση για θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής 1. Μόλις υποβληθεί αίτηση για θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, η αρμόδια για την παραλαβή ή την εξέταση της αίτησης αρχή δημιουργεί αμελλητί φάκελο αίτησης, εισάγοντας τα ακόλουθα δεδομένα στο VIS, στον βαθμό που αυτά τα δεδομένα είναι απαραίτητο να παρασχεθούν από τον αιτούντα σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο:
2. Όσον αφορά τα δακτυλικά αποτυπώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ια), τα δακτυλικά αποτυπώματα παιδιών ηλικίας κάτω των έξι ετών δεν εισάγονται στο VIS. Όσον αφορά τις εικόνες προσώπου και τα δακτυλικά αποτυπώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία ι) και ια), τα δεδομένα ανηλίκων μπορούν να εισάγονται στο VIS μόνον όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
3. Μόλις δημιουργηθεί ο φάκελος αίτησης, το VIS πραγματοποιεί αυτόματα τις αναζητήσεις σύμφωνα με το άρθρο 22β. 4. Εάν ο αιτών έχει υποβάλει αίτηση ως μέλος ομάδας ή με μέλος της οικογένειας, η αρχή δημιουργεί φάκελο αίτησης για κάθε πρόσωπο της ομάδας και συνδέει τους φακέλους των προσώπων που έχουν υποβάλει αίτηση από κοινού για θεωρήσεις μακράς διάρκειας ή άδειες διαμονής. 5. Όταν δεν απαιτείται η παροχή συγκεκριμένων δεδομένων σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο ή είναι αδύνατο να παρασχεθούν τα δεδομένα αυτά, στα σχετικά πεδία δεδομένων αναγράφεται «άνευ αντικειμένου». Στην περίπτωση των δακτυλικών αποτυπωμάτων, το σύστημα επιτρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο και των περιπτώσεων στις οποίες αυτά δεν μπορούν να ληφθούν. Άρθρο 22β Αναζητήσεις σε συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων 1. Οι φάκελοι αίτησης υποβάλλονται σε αυτόματη επεξεργασία από το VIS για τον εντοπισμό θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Το VIS εξετάζει κάθε φάκελο αίτησης μεμονωμένα. 2. Με σκοπό να αξιολογηθεί κατά πόσον το πρόσωπο θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία των κρατών μελών δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και για τους σκοπούς του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του παρόντος κανονισμού, το VIS πραγματοποιεί αναζήτηση χρησιμοποιώντας την ESP για την αντιπαραβολή των σχετικών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ), θ), ι) και ια) του παρόντος κανονισμού με τα δεδομένα που υπάρχουν σε αρχείο, φάκελο ή καταχώριση που έχει καταχωριστεί:
Η αντιπαραβολή πραγματοποιείται τόσο με αλφαριθμητικά όσο και με βιομετρικά δεδομένα, εκτός εάν το σύστημα πληροφοριών ή η βάση δεδομένων όπου έγινε η αναζήτηση περιέχει μόνο μία από τις εν λόγω κατηγορίες δεδομένων. 3. Ειδικότερα, το VIS επαληθεύει:
4. Στις καταχωρίσεις SIS για εξαφανισθέντα ή ευάλωτα πρόσωπα, πρόσωπα που αναζητούνται για να συμμετάσχουν σε δικαστική διαδικασία και πρόσωπα ή αντικείμενα για διακριτική παρακολούθηση, ελέγχους έρευνας ή ειδικούς ελέγχους πραγματοποιείται αναζήτηση μόνο για τους σκοπούς του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο στ). 5. Όσον αφορά τις Ιντερπόλ SLTD και Ιντερπόλ TDAWN, οποιαδήποτε αναζήτηση ή επαλήθευση εκτελείται κατά τρόπον ώστε να μην αποκαλύπτεται καμία πληροφορία στον κάτοχο του σήματος της Ιντερπόλ. Εάν δεν πληρείται η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, το VIS δεν πραγματοποιεί αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων της Ιντερπόλ. 6. Όσον αφορά τα δεδομένα της Ευρωπόλ, η αυτοματοποιημένη επεξεργασία λαμβάνει την κατάλληλη κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794. 7. Θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης προκύπτει όταν όλα ή μερικά από τα δεδομένα του φακέλου αίτησης που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση αντιστοιχούν πλήρως ή εν μέρει στα δεδομένα που υπάρχουν σε αρχείο, καταχώριση ή φάκελο των συστημάτων πληροφοριών ή βάσεων δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Το εγχειρίδιο που αναφέρεται στην παράγραφο 18 καθορίζει τη μερική αντιστοιχία, συμπεριλαμβανομένου ενός βαθμού πιθανότητας για τον περιορισμό του αριθμού των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης. 8. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημεία i), ii) και iii), στοιχείο β), στοιχείο γ) σημείο i), στοιχείο δ), στοιχείο ζ) σημείο i), το VIS προσθέτει στον φάκελο της αίτησης αναφορά σε τυχόν θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και, κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη που καταχώρισαν ή παρείχαν τα δεδομένα από τα οποία προέκυψε το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης. 9. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημείο iv), στοιχείο γ) σημείο ii), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii), το VIS υποδεικνύει στον φάκελο αίτησης μόνο ότι απαιτείται περαιτέρω επαλήθευση. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης με βάση την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημείο iv), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii), το VIS αποστέλλει αυτοματοποιημένη κοινοποίηση σχετικά με τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στην εντεταλμένη αρχή VIS του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση. Η εν λόγω αυτόματη κοινοποίηση περιέχει τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) και θ), ι) και ια). Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ) σημείο ii), το VIS αποστέλλει αυτοματοποιημένη κοινοποίηση σχετικά με τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στην εθνική μονάδα ETIAS του κράτους μέλους που εισήγαγε τα δεδομένα ή, εφόσον τα δεδομένα εισήχθησαν από την Ευρωπόλ, στην εθνική μονάδα ETIAS των κρατών μελών που διεκπεραιώνουν την αίτηση. Η εν λόγω αυτόματη κοινοποίηση περιέχει τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στον φάκελο αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) και θ). 10. Όταν η αυτόματη αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αποφέρει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης που σχετίζεται με την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημεία v), vi) και vii), το VIS ούτε καταγράφει το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης στον φάκελο αίτησης, ούτε υποδεικνύει στον φάκελο αίτησης ότι απαιτείται περαιτέρω επαλήθευση. 11. Ο μοναδικός αριθμός αναφοράς του αρχείου δεδομένων που προκάλεσε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης τηρείται στον φάκελο αίτησης για τους σκοπούς της τήρησης αρχείων καταγραφής, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 45α. 12. Κάθε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης δυνάμει της παραγράφου 6 επαληθεύεται με μη αυτοματοποιημένη διαδικασία από την αρμόδια αρχή θεώρησης ή μετανάστευσης του κράτους μέλους που διεκπεραιώνει την αίτηση για θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής. Για τους σκοπούς της μη αυτοματοποιημένης επαλήθευσης βάσει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, η αρμόδια αρχή έχει πρόσβαση στον φάκελο αίτησης και σε τυχόν συνδεδεμένους φακέλους αίτησης, καθώς και στα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δυνάμει της παραγράφου 6. Η αρμόδια αρχή έχει επίσης προσωρινή πρόσβαση στα δεδομένα του VIS, του SIS, του ΣΕΕ, του ETIAS ή της Ιντερπόλ SLTD που απέφεραν το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης καθ’ όλη τη διάρκεια των επαληθεύσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και της εξέτασης της αίτησης για θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής και σε περίπτωση διαδικασίας προσφυγής. Η αρμόδια αρχή επαληθεύει αν η ταυτότητα του αιτούντος που καταχωρίστηκε στον φάκελο αίτησης αντιστοιχεί στα δεδομένα οποιουδήποτε από τα συστήματα πληροφοριών ή τις βάσεις δεδομένων όπου πραγματοποιήθηκε αναζήτηση. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον φάκελο αίτησης αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σχετικό σύστημα πληροφοριών ή βάση δεδομένων, το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον ο αιτών θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία των κρατών μελών που διεκπεραιώνουν την αίτηση. Όταν το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης αφορά πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί στο SIS καταχώριση από άλλο κράτος μέλος για την άρνηση εισόδου και διαμονής ή καταχώριση με σκοπό την επιστροφή, εφαρμόζεται η εκ των προτέρων διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861 ή το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1860. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον φάκελο αίτησης δεν αντιστοιχούν στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σχετικό σύστημα πληροφοριών ή βάση δεδομένων, η αρμόδια αρχή διαγράφει το εσφαλμένο θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης από τον φάκελο αίτησης. 13. Για τη μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση από τις εντεταλμένες αρχές VIS των θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημεία iv) έως vii), στοιχεία ε) και στ) και στοιχείο ζ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 9δ. 14. Για τη μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση και τη δράση παρακολούθησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στον κατάλογο επιτήρησης ETIAS σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου από τις εθνικές μονάδες ETIAS, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 9ε. Η αναφορά στην κεντρική αρχή θεώρησης νοείται ως αναφορά στην αρχή θεώρησης ή μετανάστευσης που είναι αρμόδια για θεωρήσεις μακράς διάρκειας ή άδειες διαμονής. 15. Για τη δράση παρακολούθησης όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης στο SIS σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α) σημεία iv) έως vii) του παρόντος άρθρου από τα τμήματα SIRENE, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 9στ. 16. Για τη δράση παρακολούθησης από τις εντεταλμένες αρχές VIS όσον αφορά τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο ε) ή στ) ή στοιχείο ζ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 9ζ. Η αναφορά στην κεντρική αρχή θεώρησης νοείται ως αναφορά στην αρχή θεώρησης ή μετανάστευσης που είναι αρμόδια για θεωρήσεις μακράς διάρκειας ή άδειες διαμονής. 17. Για τον σκοπό της εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ο eu-LISA, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ, θεσπίζει κατάλληλους διαύλους για τις κοινοποιήσεις και την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. 18. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για να καθορίσει σε εγχειρίδιο τις διαδικασίες και τους κανόνες που απαιτούνται για τις αναζητήσεις, επαληθεύσεις και αξιολογήσεις. Άρθρο 22γ Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση έκδοσης θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής Όταν αρμόδια αρχή αποφασίζει την έκδοση θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης, εφόσον τα δεδομένα συνελέγησαν σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο:
Άρθρο 22δ Δεδομένα που προστίθενται σε ορισμένες περιπτώσεις άρνησης έκδοσης θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής 1. Εάν αρμόδια αρχή αποφασίζει την απόρριψη θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, διότι ο αιτών θεωρείται ότι συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία, ή ο διότι ο αιτών προσκόμισε έγγραφα τα οποία αποκτήθηκαν δολίως ή πλαστογραφήθηκαν ή άλλως νοθεύτηκαν, προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης, εφόσον τα δεδομένα συνελέγησαν σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο:
2. Όταν έχει ληφθεί τελική απόφαση για την άρνηση έκδοσης θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής βάσει λόγων διαφορετικών από εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο φάκελος αίτησης διαγράφεται αμελλητί από το VIS. Άρθρο 22ε Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση απόσυρσης, ανάκλησης ή ακύρωσης θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής Εάν αρμόδια αρχή αποφασίζει την απόσυρση, ανάκληση ή ακύρωση θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης, εφόσον τα δεδομένα συνελέγησαν σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο:
Άρθρο 22στ Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση παράτασης θεώρησης μακράς διάρκειας ή ανανέωσης άδειας διαμονής 1. Εάν αρμόδια αρχή αποφασίζει την παράταση μιας θεώρησης μακράς διάρκειας, προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης, εφόσον τα δεδομένα συνελέγησαν σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο:
2. Εάν αρμόδια αρχή αποφασίζει την ανανέωση άδειας διαμονής, εφαρμόζεται το άρθρο 22γ. Άρθρο 22ζ Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για τον σκοπό της επαλήθευσης θεωρήσεων μακράς διάρκειας και αδειών διαμονής στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων 1. Με αποκλειστικό σκοπό να επαληθεύσουν την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής ή το γνήσιο και την ισχύ της θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής ή το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια των ελέγχων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο VIS χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα:
2. Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωριστεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο της θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, η αρμόδια για τους συνοριακούς ελέγχους αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:
3. Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές για τη διενέργεια ελέγχων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων έχουν επίσης πρόσβαση στο VIS για την επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων ή της εικόνας προσώπου του κατόχου της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής με αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα ή την εικόνα προσώπου που ελήφθη δια ζώσης και είναι καταχωρισμένα στο VIS. 4. Όταν η επαλήθευση του κατόχου θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου ή το γνήσιο της θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής ή του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων, έχει πρόσβαση στα δεδομένα του VIS σύμφωνα με το άρθρο 22θ παράγραφοι 1 και 2. Άρθρο 22η Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για επαλήθευση στην επικράτεια των κρατών μελών 1. Με αποκλειστικό σκοπό την επαλήθευση της ταυτότητας του κατόχου θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής ή της γνησιότητας και ισχύος της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής, ή του κατά πόσον πληρούνται οι όροι που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή τη διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, οι αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια ελέγχων στην επικράτεια των κρατών μελών ως προς το αν πληρούνται οι όροι που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή τη διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών με χρήση του αριθμού της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής σε συνδυασμό με την επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων του κατόχου της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής, ή με τη χρήση του αριθμού της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής. Όταν η ταυτότητα του κατόχου της θεώρησης μακράς διάρκειας ή της άδειας διαμονής δεν μπορεί να επαληθευτεί με δακτυλικά αποτυπώματα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να διενεργούν την επαλήθευση με την εικόνα προσώπου. 2. Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωριστεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο της θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, η αρμόδια αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:
3. Όταν η επαλήθευση του κατόχου θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου ή το γνήσιο της θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής ή του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών έχει πρόσβαση στα δεδομένα του VIS σύμφωνα με το άρθρο 22θ παράγραφοι 1 και 2. Άρθρο 22θ Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για ταυτοποίηση 1. Αποκλειστικά προς τον σκοπό εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπου που ενδεχομένως έχει προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS ή ενδεχομένως δεν πληροί, ή δεν πληροί πλέον, τις προϋποθέσεις που διέπουν την είσοδο, παραμονή ή διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 ή στην επικράτεια των κρατών μελών σχετικά με το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής και διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου. Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) ή στοιχείο ι). Ωστόσο, η εικόνα προσώπου δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αναζήτησης. 2. Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωριστεί δεδομένα για τον αιτούντα, η αρμόδια αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
3. Όταν ο ενδιαφερόμενος διαθέτει θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, οι αρμόδιες αρχές έχουν πρώτα πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 22ζ ή 22η. Άρθρο 22ι Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας 1. Με αποκλειστικό σκοπό τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο να εξετάσει αίτηση διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία. Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) ή στοιχείο ι). Ωστόσο, η εικόνα προσώπου δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αναζήτησης. 2. Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι έχει καταχωριστεί στο VIS θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, παρέχεται πρόσβαση στο VIS στην αρμόδια για το άσυλο αρχή ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης, και όσον αφορά τα δεδομένα που απαριθμούνται στο στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου τους συνδεδεμένους φακέλους αίτησης σχετικά με τον σύζυγο και τα τέκνα δυνάμει του άρθρου 22α παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
3. Η αναζήτηση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις διορισμένες εθνικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013. Άρθρο 22ια Πρόσβαση σε δεδομένα του VIS για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας 1. Με αποκλειστικό σκοπό να εξετάσουν αίτηση διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές έχουν πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη διενέργεια ερευνών με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία. Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος διεθνή προστασία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) ή στοιχείο ι). Ωστόσο, η εικόνα προσώπου δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αναζήτησης. 2. Αν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι έχουν καταχωριστεί στο VIS δεδομένα του αιτούντος διεθνή προστασία, η αρμόδια για το άσυλο αρχή έχει πρόσβαση στο VIS ώστε να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και, όσον αφορά τα δεδομένα που απαριθμούνται στο στοιχείο στ) της παρούσας παραγράφου, των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης σχετικά με τον σύζυγο και τα τέκνα δυνάμει του άρθρου 22α παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
3. Η αναζήτηση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις διορισμένες εθνικές αρχές του άρθρου 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙβ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ VIS ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ Άρθρο 22ιβ Εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών1 1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρχές που έχουν το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Τα δεδομένα στα οποία έχουν πρόσβαση οι εν λόγω αρχές υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τους σκοπούς της συγκεκριμένης περίπτωσης για την οποία έγινε η αναζήτηση των δεδομένων. 2. Κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των εντεταλμένων αρχών του και κοινοποιεί τον εν λόγω κατάλογο στην Επιτροπή και στον eu-LISA. Κάθε κράτος μέλος δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει τον κατάλογο που κοινοποίησε και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τον eu-LISA. 3. Κάθε κράτος μέλος ορίζει κεντρικό σημείο πρόσβασης το οποίο έχει πρόσβαση στο VIS. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 22ιε προϋποθέσεις για πρόσβαση στα δεδομένα του VIS. Οι εντεταλμένες αρχές και το κεντρικό σημείο πρόσβασης μπορούν να είναι μέλη του ίδιου οργανισμού, εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο, αλλά το κεντρικό σημείο πρόσβασης ενεργεί απολύτως ανεξάρτητα από τις εντεταλμένες αρχές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του βάσει του παρόντος κανονισμού. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης λειτουργεί χωριστά από τις εντεταλμένες αρχές και δεν λαμβάνει οδηγίες από αυτές όσον αφορά το αποτέλεσμα της επαλήθευσης την οποία πραγματοποιεί ανεξάρτητα. Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν πλείονα κεντρικά σημεία πρόσβασης ώστε να αντιστοιχούν προς την οργανωτική και διοικητική δομή τους κατ’ εκπλήρωση των συνταγματικών ή νομικών υποχρεώσεών τους. 4. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και στον eu-LISA το κεντρικό σημείο πρόσβασής του και δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει την κοινοποίησή του. 5. Σε εθνικό επίπεδο, κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των επιχειρησιακών μονάδων εντός των εντεταλμένων αρχών που έχουν εξουσιοδοτηθεί να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS μέσω του κεντρικού σημείου πρόσβασης. 6. Μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης επιτρέπεται να έχει πρόσβαση στα δεδομένα του VIS, σύμφωνα με τα άρθρα 22ιδ και 22ιε. Άρθρο 22ιγ Ευρωπόλ 1. Η Ευρωπόλ ορίζει μία από τις επιχειρησιακές μονάδες της ως “εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ” και την εξουσιοδοτεί να ζητά πρόσβαση στα δεδομένα του VIS μέσω του ορισθέντος κεντρικού σημείου πρόσβασης του VIS που αναφέρεται στην παράγραφο 2 με σκοπό τη στήριξη και ενίσχυση της δράσης των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Τα δεδομένα στα οποία έχει πρόσβαση η Ευρωπόλ υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τους σκοπούς της συγκεκριμένης περίπτωσης για την οποία έγινε η αναζήτηση των δεδομένων. 2. Η Ευρωπόλ ορίζει ειδικευμένη μονάδα με δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ευρωπόλ για να ενεργεί ως κεντρικό σημείο πρόσβασης. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 22ιη προϋποθέσεις για πρόσβαση στα δεδομένα του VIS. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού και δεν λαμβάνει οδηγίες από την εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ όσον αφορά το αποτέλεσμα του ελέγχου. Άρθρο 22ιδ Διαδικασία πρόσβασης στα δεδομένα του VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου 1. Οι επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 22ιβ παράγραφος 5 υποβάλλουν στα κεντρικά σημεία πρόσβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου αιτιολογημένο ηλεκτρονικό ή γραπτό αίτημα πρόσβασης στα δεδομένα του VIS. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης επαληθεύει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22ιε. Εάν οι προϋποθέσεις πληρούνται, το κεντρικό σημείο πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα του VIS στα οποία υπήρξε πρόσβαση διαβιβάζονται στις επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 22ιβ παράγραφος 5 κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων. 2. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει ανάγκη να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου που συνδέεται με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, το κεντρικό σημείο πρόσβασης διεκπεραιώνουν αμέσως το αίτημα και απλώς επαληθεύουν εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 22ιε, καθώς και το κατά πόσον υπήρχε πράγματι επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων επαλήθευση διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο επτά εργάσιμες ημέρες μετά τη διεκπεραίωση του αιτήματος. 3. Όταν η εκ των υστέρων επαλήθευση αποκαλύπτει ότι η πρόσβαση στα δεδομένα του VIS δεν ήταν δικαιολογημένη, όλες οι αρχές που είχαν πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα διαγράφουν χωρίς καθυστέρηση τα δεδομένα στα οποία υπήρξε πρόσβαση από το VIS και ενημερώνουν τα κεντρικά σημεία πρόσβασης για τη διαγραφή των εν λόγω πληροφοριών. Άρθρο 22ιε Προϋποθέσεις πρόσβασης στα δεδομένα του VIS εκ μέρους των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817, οι εντεταλμένες αρχές έχουν πρόσβαση στο VIS για τους σκοπούς της αναζήτησης δεδομένων εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
2. Η τήρηση της προϋπόθεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) δεν απαιτείται όταν η πρόσβαση στο VIS είναι απαραίτητη ως εργαλείο για την αναζήτηση του ιστορικού θεωρήσεων ή των περιόδων επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών ενός γνωστού υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης, ή όταν η κατηγορία δεδομένων με την οποία διεξάγεται η έρευνα δεν είναι αποθηκευμένη στο CIR. 3. Η αναζήτηση δεδομένων στο VIS περιορίζεται μόνο στα ακόλουθα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον φάκελο αίτησης:
4. Η εικόνα προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο έρευνας. 5. Η αναζήτηση δεδομένων στο VIS, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου καθώς και σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον φάκελο αίτησης, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που έχουν εισαχθεί σε σχέση με κάθε έγγραφο που έχει εκδοθεί, απορριφθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί, αποσυρθεί, ανανεωθεί ή παραταθεί. Πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ) και έχουν καταχωριστεί στον φάκελο της αίτησης παρέχεται μόνον εάν η αναζήτηση των συγκεκριμένων δεδομένων ζητήθηκε ρητά στο πλαίσιο αιτιολογημένου αιτήματος και εγκρίθηκε στο πλαίσιο ανεξάρτητης επαλήθευσης. 6. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 3 και 5, τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία δ) και ε) τα οποία αφορούν παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών χρησιμοποιούνται μόνο για έρευνα στο VIS και, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, είναι δυνατή η πρόσβαση σε αυτά μόνο όταν:
Άρθρο 22ιστ Πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για την ταυτοποίηση προσώπων σε ειδικές περιστάσεις 1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 22ιε παράγραφος 1, οι εντεταλμένες αρχές δεν απαιτείται να πληρούν τις προϋποθέσεις πρόσβασης στο VIS που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο για τους σκοπούς της ταυτοποίησης προσώπων που έχουν εξαφανιστεί, απαχθεί ή προσδιοριστεί ως θύματα εμπορίας ανθρώπων και σε σχέση με τα οποία υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η αναζήτηση στα δεδομένα του VIS θα συμβάλει στον εντοπισμό τους ή στη διερεύνηση ειδικών υποθέσεων εμπορίας ανθρώπων. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εντεταλμένες αρχές μπορούν να πραγματοποιήσουν έρευνα στο VIS με τα δακτυλικά αποτυπώματα των εν λόγω προσώπων. 2. Εάν τα δακτυλικά αποτυπώματα των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή εάν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως γα) ή στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ). 3. Η αναζήτηση δεδομένων στο VIS, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε από τα δεδομένα του άρθρου 9 και του άρθρου 22α, καθώς και στα δεδομένα που περιέχονται σε συνδεδεμένους φακέλους αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4 ή το άρθρο 22α παράγραφος 4. Άρθρο 22ιζ Χρήση των δεδομένων του VIS για τον σκοπό της εισαγωγής καταχωρίσεων στο SIS σχετικά με αγνοούμενα ή ευάλωτα πρόσωπα, στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια, και πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα 1. Τα δεδομένα του VIS μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εισαγωγή καταχώρισης στο SIS για εξαφανισθέντα πρόσωπα ή ευάλωτα πρόσωπα στα οποία πρέπει να απαγορευθούν τα ταξίδια σύμφωνα με το άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862. Στις περιπτώσεις αυτές, το κεντρικό σημείο πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 22ιβ παράγραφος 3 εξασφαλίζει τη διαβίβαση δεδομένων με ασφαλή μέσα. 2. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης για καταχώριση στο SIS μέσω της χρήσης δεδομένων του VIS, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι αρχές προστασίας των παιδιών και οι εθνικές δικαστικές αρχές μπορούν να ζητήσουν από αρχή που έχει πρόσβαση στο VIS να τους χορηγήσει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα για τους σκοπούς εκτέλεσης των καθηκόντων τους. Οι εν λόγω εθνικές δικαστικές αρχές περιλαμβάνουν τις αρχές που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης και τη διενέργεια δικαστικής έρευνας πριν από την απαγγελία κατηγορίας σε κάποιο πρόσωπο, καθώς και τις συντονιστικές αρχές τους, όπως αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862. Ισχύουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα διαβιβάζονται με ασφαλή τρόπο. Άρθρο 22ιη Διαδικασία και προϋποθέσεις πρόσβασης της Ευρωπόλ στα δεδομένα του VIS 1. Η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στο VIS για τους σκοπούς της αναζήτησης δεδομένων, εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
2. Η τήρηση της προϋπόθεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) δεν απαιτείται όταν η πρόσβαση στο VIS είναι απαραίτητη ως εργαλείο για την αναζήτηση του ιστορικού θεωρήσεων ή των περιόδων επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών ενός γνωστού υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης ή όταν η κατηγορία δεδομένων με την οποία διεξάγεται η έρευνα δεν είναι αποθηκευμένη στο CIR. 3. Η αναζήτηση δεδομένων στο VIS περιορίζεται μόνο στα ακόλουθα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον φάκελο αίτησης:
4. Η εικόνα προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο έρευνας. 5. Η αναζήτηση δεδομένων στο VIS, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου καθώς και σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον φάκελο αίτησης, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που έχουν εισαχθεί σε σχέση με κάθε έγγραφο που έχει εκδοθεί, απορριφθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί, αποσυρθεί, ανανεωθεί ή παραταθεί. Πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ) και έχουν καταχωριστεί στον φάκελο της αίτησης παρέχεται μόνον εάν η αναζήτηση των συγκεκριμένων δεδομένων ζητήθηκε ρητά στο πλαίσιο αιτιολογημένου αιτήματος και εγκρίθηκε στο πλαίσιο ανεξάρτητης επαλήθευσης. 6. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 3 και 5, τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία δ) και ε) τα οποία αφορούν παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών χρησιμοποιούνται μόνο για έρευνα στο VIS και, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, είναι δυνατή η πρόσβαση σε αυτά μόνο όταν:
7. Η εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένο ηλεκτρονικό αίτημα για την αναζήτηση όλων των δεδομένων του VIS ή συγκεκριμένου συνόλου δεδομένων του VIS στο κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ επαληθεύει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα του VIS στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στην εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων. 8. Η επεξεργασία των δεδομένων που λαμβάνει η Ευρωπόλ μέσω της αναζήτησης των δεδομένων του VIS υπόκειται στην έγκριση του κράτους μέλους που καταχώρισε τα δεδομένα στο σύστημα. Αυτή η έγκριση επιτυγχάνεται μέσω της εθνικής μονάδας Ευρωπόλ του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Άρθρο 22ιθ Τήρηση αρχείων καταγραφής αιτημάτων αναζήτησης δεδομένων του VIS για τους σκοπούς της πρόληψης, της εξακρίβωσης και της διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων 1. Ο eu-LISA τηρεί αρχεία καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που εκτελούνται στο VIS οι οποίες περιλαμβάνουν πρόσβαση από τα κεντρικά σημεία πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 22ιβ παράγραφος 3 για τους σκοπούς του κεφαλαίου IIIβ. Στα εν λόγω αρχεία καταγραφής εμφαίνονται η ημερομηνία και η ώρα κάθε πράξης, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, τα δεδομένα που διαβιβάστηκαν από το VIS και το ονοματεπώνυμο των εξουσιοδοτημένων μελών του προσωπικού των κεντρικών σημείων πρόσβασης που εισήγαγαν ή ανέκτησαν τα δεδομένα. 2. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ τηρούν αρχεία καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που εκτελούνται στο VIS και οι οποίες προκύπτουν από αιτήματα αναζήτησης δεδομένων του VIS ή από πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για τους σκοπούς του κεφαλαίου IIIβ. 3. Στα αρχεία καταγραφής της παραγράφου 2 εμφαίνονται:
4. Τα αρχεία καταγραφής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο του παραδεκτού του αιτήματος, την παρακολούθηση της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων και τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων. Τα αρχεία καταγραφής προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης. Διαγράφονται ένα έτος μετά τη λήξη της προθεσμίας διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 23, εφόσον δεν είναι αναγκαία για διαδικασία ελέγχου που έχει ήδη κινηθεί. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι αρμόδιες εποπτικές αρχές έχουν, εφόσον το ζητήσουν, πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων τους. Η αρχή που είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο του παραδεκτού του αιτήματος έχει επίσης πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για αυτόν τον σκοπό. Πέρα από τους ανωτέρω λόγους, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται τόσο από όλα τα εθνικά όσο και από τα αρχεία της Ευρωπόλ μετά την παρέλευση ενός μήνα, εκτός εάν τα δεδομένα αυτά είναι απαραίτητα για τους σκοπούς συγκεκριμένης εν εξελίξει ποινικής έρευνας για την οποία ζητήθηκαν τα δεδομένα από κράτος μέλος ή την Ευρωπόλ. Μόνο τα αρχεία καταγραφής που περιλαμβάνουν δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 50. Άρθρο 22κ Προϋποθέσεις πρόσβασης των εντεταλμένων αρχών κράτους μέλους στο οποίο δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ ο παρών κανονισμός στα δεδομένα του VIS 1. Η πρόσβαση στο VIS προς αναζήτηση δεδομένων από τις εντεταλμένες αρχές κράτους μέλους στο οποίο δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ ο παρών κανονισμός πραγματοποιείται εφόσον η εν λόγω πρόσβαση:
2. Κράτος μέλος στο οποίο δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ ο παρών κανονισμός θέτει στη διάθεση των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός τα δεδομένα που διαθέτει σχετικά με θεωρήσεις, μετά από δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα και υπό τους όρους του άρθρου 22ιε παράγραφος 1.». |
27) |
Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 23 Περίοδος διατήρησης για την αποθήκευση δεδομένων 1. Κάθε φάκελος αίτησης διατηρείται στο VIS έως πέντε έτη το πολύ, με την επιφύλαξη της διαγραφής δεδομένων που αναφέρεται στα άρθρα 24 και 25 και της τήρησης αρχείων καταγραφής που αναφέρεται στο άρθρο 34. Αυτή η περίοδος αρχίζει:
2. Κατά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το VIS διαγράφει αυτόματα τον φάκελο αίτησης και τους συνδέσμους στον εν λόγω φάκελο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4 και στο άρθρο 22α παράγραφος 4. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα δακτυλικά αποτυπώματα και οι εικόνες προσώπου παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών διαγράφονται μόλις λήξει η θεώρηση, η θεώρηση μακράς διάρκειας ή η άδεια διαμονής και, σε περίπτωση θεώρησης, μόλις το παιδί εξέλθει από τα εξωτερικά σύνορα. Για τους σκοπούς της διαγραφής αυτής, το ΣΕΕ ειδοποιεί αυτομάτως το VIS όταν η έξοδος του παιδιού εισάγεται στο αρχείο εισόδου/εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.». |
28) |
Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 24 Τροποποίηση των δεδομένων 1. Μόνο το αρμόδιο κράτος μέλος δικαιούται να τροποποιήσει δεδομένα που έχει διαβιβάσει στο VIS διορθώνοντας ή διαγράφοντάς τα 2. Εάν ένα κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS είναι ανακριβή ή ότι η επεξεργασία τους στο VIS είναι αντίθετη προς τον παρόντα κανονισμό, ενημερώνει αμέσως το υπεύθυνο κράτος μέλος. Το εν λόγω μήνυμα διαβιβάζεται μέσω του VISMail σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3. Όταν τα ανακριβή δεδομένα αναφέρονται σε συνδέσμους που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 3 ή 4 και το άρθρο 22α παράγραφος 4, ή όταν λείπει σύνδεσμος, το υπεύθυνο κράτος μέλος ελέγχει τα σχετικά δεδομένα και παρέχει απάντηση εντός τριών εργάσιμων ημερών και, εάν απαιτείται, διορθώνει τον σύνδεσμο. Εάν δεν παρασχεθεί απάντηση εντός της εν λόγω προθεσμίας, το αιτούν κράτος μέλος διορθώνει τον σύνδεσμο και ενημερώνει, μέσω του VISMail, το υπεύθυνο κράτος μέλος σχετικά με τη διόρθωση. 3. Το υπεύθυνο κράτος μέλος επαληθεύει, το συντομότερο δυνατόν, τα εν λόγω δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα διαγράφει αμέσως.». |
29) |
Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:
|
30) |
Το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 26 Επιχειρησιακή διαχείριση 1. Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την τεχνική και επιχειρησιακή διαχείριση του VIS και των συνιστωσών του όπως ορίζεται στο άρθρο 2α. Σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, μεριμνά ώστε να χρησιμοποιούνται ανά πάσα στιγμή οι καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες για τις εν λόγω συνιστώσες βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους. 2. Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για τα ακόλουθα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του VIS και των NUI:
3. Η επιχειρησιακή διαχείριση του VIS περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του VIS επί 24ώρου βάσεως, επτά ημέρες την εβδομάδα, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό. Περιλαμβάνει, ειδικότερα, τη συντήρηση και τις τεχνικές εξελίξεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε το VIS να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό επιχειρησιακής αρτιότητας, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο απόκρισης όταν πραγματοποιείται αναζήτηση στο VIS από τις αρχές θεώρησης, τις αρχές που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με αιτήσεις θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής και τις συνοριακές αρχές. Ο χρόνος απόκρισης είναι όσο το δυνατόν συντομότερος. 8α. Ο eu-LISA δύναται να χρησιμοποιεί στο VIS ανωνυμοποιημένα πραγματικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς δοκιμών στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), τα μέτρα ασφαλείας, ο έλεγχος πρόσβασης και οι δραστηριότητες καταγραφής κινήσεων στο περιβάλλον δοκιμών είναι ταυτόσημα με τα αντίστοιχα του VIS. Τα πραγματικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επιλέγονται για τις δοκιμές καθίστανται ανώνυμα κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί πλέον να εξακριβωθεί η ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων. 9. Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (*), ο eu-LISA εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας σε όλα τα μέλη του προσωπικού του που απαιτείται να εργαστούν με δεδομένα του VIS. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του. 10. Όταν ο eu-LISA συνεργάζεται με εξωτερικούς αναδόχους σε καθήκοντα σχετιζόμενα με το VIS, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες του αναδόχου για να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων. |
31) |
Το άρθρο 27 διαγράφεται. |
32) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 27α Διαλειτουργικότητα με άλλα συστήματα πληροφοριών της ΕΕ και με δεδομένα της Ευρωπόλ Καθιερώνεται η διαλειτουργικότητα μεταξύ των δεδομένων του VIS και του SIS, του ΣΕΕ, του ETIAS, του Eurodac, του ECRIS-TCN και της Ευρωπόλ, ώστε να καθίσταται δυνατή η αυτοματοποιημένη επεξεργασία των αναζητήσεων σε άλλα συστήματα δυνάμει των άρθρων 9α έως 9ζ και του άρθρου 22β. Η διαλειτουργικότητα βασίζεται στην ESP.». |
33) |
Το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:
|
34) |
Το άρθρο 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 29 Υποχρεώσεις για τη χρήση και την ποιότητα των δεδομένων 1. Κάθε κράτος μέλος φροντίζει για τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων και συγκεκριμένα εξασφαλίζει ότι μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Το υπεύθυνο κράτος μέλος φροντίζει ιδίως:
2. Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι το VIS λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τους εκτελεστικούς του κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 45. Ειδικότερα, ο eu-LISA:
2α. Ο eu-LISA αναπτύσσει και διατηρεί μηχανισμό και διαδικασίες για τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων των δεδομένων στο VIS και υποβάλλει τακτικές εκθέσεις στα κράτη μέλη. Ο eu-LISA υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή σχετικά με τα ζητήματα που ανακύπτουν. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη συγκρότηση και την ανάπτυξη του μηχανισμού και των διαδικασιών τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων και κατάλληλων απαιτήσεων συμμόρφωσης των δεδομένων ως προς την ποιότητα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. 3. Ο eu-LISA ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνει κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2. 4. Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο VIS, κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρχή που θεωρείται υπεύθυνη επεξεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, και η οποία έχει την κεντρική ευθύνη για την επεξεργασία των δεδομένων από το εν λόγω κράτος μέλος. Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για τον εν λόγω διορισμό. Άρθρο 29α Ειδικοί κανόνες για την εισαγωγή δεδομένων 1. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4, στα άρθρα 9 έως 14, στο άρθρο 22α και στα άρθρα 22γ έως 22στ εισάγονται στο VIS μόνο κατόπιν διενέργειας ελέγχου ποιότητας από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και υποβάλλονται σε επεξεργασία από το VIS κατόπιν διενέργειας ελέγχου ποιότητας από το VIS σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. 2. Οι έλεγχοι ποιότητας των δεδομένων που αναφέρονται στα άρθρα 9 έως 14, στο άρθρο 22α και στα άρθρα 22γ έως 22στ διενεργούνται από το VIS σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο: Οι έλεγχοι ποιότητας αναλαμβάνονται κατά τη δημιουργία ή την επικαιροποίηση φακέλων αίτησης στο VIS. Όταν οι έλεγχοι αυτοί δεν πληρούν τα καθορισμένα πρότυπα ποιότητας, η αρμόδια αρχή ή αρχές ενημερώνονται αυτόματα από το VIS. Οι αυτοματοποιημένες αναζητήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9α παράγραφος 3 και στο άρθρο 22β παράγραφος 2 τίθενται σε εφαρμογή από το VIS μόνον κατόπιν θετικού αποτελέσματος του ελέγχου ποιότητας. Οι έλεγχοι ποιότητας σε εικόνες προσώπου και δακτυλικά αποτυπώματα διενεργούνται κατά τη δημιουργία ή την επικαιροποίηση φακέλων αίτησης στο VIS, προκειμένου να εξακριβωθεί η εκπλήρωση των ελάχιστων προτύπων ποιότητας δεδομένων που καθιστά δυνατή την αντιστοίχιση βιομετρικών δεδομένων. Οι έλεγχοι ποιότητας των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 διενεργούνται κατά την αποθήκευση πληροφοριών σχετικά με τις εθνικές αρμόδιες αρχές στο VIS. 3. Καθορίζονται πρότυπα ποιότητας για την αποθήκευση των δεδομένων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των προδιαγραφών των εν λόγω προτύπων ποιότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.». |
35) |
Το άρθρο 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 31 Γνωστοποίηση δεδομένων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς 1. Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο VIS κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό, εξαιρουμένων των διαβιβάσεων προς την Ιντερπόλ με σκοπό την εκτέλεση των αναζητήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 9α παράγραφος 4 στοιχείο ζ) και στο άρθρο 22β παράγραφος 3 στοιχείο ζ) του παρόντος κανονισμού. Οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς την Ιντερπόλ υπόκεινται στις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. 2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχεία α), β), γα), ια) και ιγ), στο άρθρο 9 σημεία 6 και 7 ή στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως θ) και ια) του παρόντος κανονισμού είναι προσβάσιμα στις αρμόδιες αρχές, μπορούν δε να διαβιβάζονται ή να διατίθενται σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που περιλαμβάνεται στο παράρτημα, εφόσον απαιτείται σε μεμονωμένες περιπτώσεις, προκειμένου να αποδειχθεί η ταυτότητα υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την επιστροφή σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ ή, όσον αφορά τις διαβιβάσεις σε διεθνή οργανισμό του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, με σκοπό την επανεγκατάσταση σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά ή εθνικά συστήματα επανεγκατάστασης, και εφόσον πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Επιπλέον, τα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο διαβιβάζονται μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Με τη επιφύλαξη του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, εάν έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής, ληφθείσα σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ, σε σχέση με υπήκοο τρίτης χώρας, τα δεδομένα του πρώτου εδαφίου διαβιβάζονται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ανασταλεί η εφαρμογή της εν λόγω απόφασης επιστροφής και ότι δεν έχει ασκηθεί προσφυγή που να μπορεί να οδηγήσει στην αναστολή της εφαρμογής της. 3. Οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν θίγουν τα δικαιώματα των αιτούντων και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μη επαναπροώθηση. 4. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνει ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ από το VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα, διεθνή οργανισμό ή ιδιωτική οντότητα εγκατεστημένη εντός ή εκτός της Ένωσης. Η απαγόρευση εφαρμόζεται επίσης εάν τα εν λόγω δεδομένα υπόκεινται σε περαιτέρω επεξεργασία σε εθνικό επίπεδο, ή μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680. 5. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως γα) και στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ) μπορούν να διαβιβάζονται από την εντεταλμένη αρχή προς τρίτη χώρα σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Κάθε διαβίβαση που πραγματοποιείται βάσει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται, κατόπιν αιτήματος, στη διάθεση της εποπτικής αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, συμπεριλαμβανομένων της ημερομηνίας και της ώρας της διαβίβασης, πληροφοριών σχετικών με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, της αιτιολόγησης της διαβίβασης και των διαβιβαζόμενων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.». |
36) |
Το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:
|
37) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 32α Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια 1. Κάθε γεγονός που έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στην ασφάλεια του VIS και μπορεί να προκαλέσει ζημία ή απώλεια των δεδομένων του VIS θεωρείται συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, ειδικά σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να έχει αποκτηθεί μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα ή σε περιπτώσεις όπου έχουν θιγεί ή ενδέχεται να έχουν θιγεί η διαθεσιμότητα, η ακεραιότητα και ο εμπιστευτικός χαρακτήρας δεδομένων. 2. Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια αντιμετωπίζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση. 3. Με την επιφύλαξη της γνωστοποίησης και κοινοποίησης μιας παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, ή και τα δύο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, τον eu-LISA και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Σε περίπτωση συμβάντος που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος του VIS, ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Σε περίπτωση συμβάντος ασφαλείας που σχετίζεται με το VIS, η Ευρωπόλ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ενημερώνουν την Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. 4. Οι πληροφορίες σχετικά με συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στη λειτουργία του VIS ή στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των δεδομένων του VIS, παρέχονται στην Επιτροπή, και, εφόσον επηρεάζονται, στα κράτη μέλη, την Ευρωπόλ και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Τα εν λόγω συμβάντα αναφέρονται επίσης σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που θα παράσχει ο eu-LISA. 5. Τα κράτη μέλη, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, ο eu-LISA και η Ευρωπόλ συνεργάζονται σε περίπτωση συμβάντος που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια. 6. Η Επιτροπή ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για σοβαρά συμβάντα και για τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπισή τους. Οι πληροφορίες αυτές διαβαθμίζονται, κατά περίπτωση, ως EU RESTRICTED/RESTREINT UE σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες ασφαλείας.». |
38) |
Τα άρθρα 33 και 34 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 33 Ευθύνη 1. Με την επιφύλαξη της ευθύνης και του δικαιώματος αποζημιώσεως από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία τους βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725:
Το κράτος μέλος ή το θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμός της Ένωσης απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει από την κατά το πρώτο εδάφιο ευθύνη του, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο περιστατικό. 2. Αν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημία στο VIS, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υπέχει ευθύνη για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν και εφόσον ο eu-LISA ή ένα άλλο κράτος μέλος που συμμετέχει στο VIS δεν έλαβε εύλογα μέτρα για να αποτρέψει την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της. 3. Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 υπόκεινται στις διατάξεις που προβλέπονται στις Συνθήκες. Άρθρο 34 Τήρηση αρχείων καταγραφής 1. Κάθε κράτος μέλος, ο Οργανισμός Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και ο eu-LISA τηρούν αρχεία καταγραφής για όλες τις οικείες πράξεις επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS. Στα εν λόγω αρχεία καταγραφής εμφαίνονται:
Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταγραφής για το προσωπικό που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να εισάγει δεδομένα ή να ανακτά δεδομένα από το VIS. 2. Για τις αναζητήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 9α έως 9ζ και 22β, τηρείται αρχείο καταγραφής για κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και, αντίστοιχα, του ΣΕΕ, του ETIAS, του SIS, του ECRIS-TCN και του Eurodac, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και, αντίστοιχα, το άρθρο 28α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013, το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861, το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862 και το άρθρο 31α του κανονισμού (ΕΕ) 2019/816. 3. Για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 45γ του παρόντος κανονισμού, τηρείται αρχείο καταγραφής κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και του ΣΕΕ, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο και το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226. Για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 17α του παρόντος κανονισμού, τηρείται αρχείο κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο VIS και το ΣΕΕ, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226. 4. Τα αρχεία καταγραφής που τηρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο του παραδεκτού της επεξεργασίας δεδομένων σε σχέση με την προστασία δεδομένων καθώς και για την κατοχύρωση της ασφάλειας δεδομένων. Τα αρχεία καταγραφής προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και τροποποίησης και διαγράφονται μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της περιόδου διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 23, εφόσον δεν είναι αναγκαία για διαδικασία ελέγχου που έχει ήδη κινηθεί.». |
39) |
Το άρθρο 36 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 36 Κυρώσεις Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβιάσεων των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται κατά παραβίαση του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.». |
40) |
Στο κεφάλαιο VI, παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 36α Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα 1. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και τον eu-LISA βάσει του παρόντος κανονισμού. 2. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές θεώρησης, τις συνοριακές αρχές, τις αρχές ασύλου και μετανάστευσης κατά την εκτέλεση καθηκόντων δυνάμει του παρόντος κανονισμού. 3. Η οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα στο VIS, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα για τους σκοπούς που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙβ του παρόντος κανονισμού, από τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών δυνάμει του εν λόγω κεφαλαίου. 4. Για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 δυνάμει του παρόντος κανονισμού.». |
41) |
Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:
|
42) |
Τα άρθρα 38 έως 43 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 38 Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης, διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμού της επεξεργασίας τους 1. Προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του δυνάμει των άρθρων 15 έως 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να του κοινοποιούνται δεδομένα που το αφορούν και έχουν καταγραφεί στο VIS και του κράτους μέλους που τα εισήγαγε στο VIS. Το κράτος μέλος που λαμβάνει το αίτημα, το εξετάζει και απαντάει επ’ αυτού το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός ενός μήνα από την παραλαβή του αιτήματος. 2. Κάθε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων που το αφορούν και τη διαγραφή δεδομένων που δεν έχουν καταχωρισθεί νομοτύπως. Όταν το αίτημα απευθύνεται στο υπεύθυνο κράτος μέλος και διαπιστώνεται ότι τα δεδομένα του VIS είναι προδήλως ανακριβή ή έχουν καταχωριστεί παράνομα, το υπεύθυνο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3, διορθώνει ή διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα στο VIS χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Το υπεύθυνο κράτος μέλος επιβεβαιώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι προέβη στη διόρθωση ή τη διαγραφή των δεδομένων που το αφορούν. Εάν το αίτημα απευθύνεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το υπεύθυνο κράτος μέλος, οι αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνθηκε το αίτημα έρχονται σε επαφή με τις αρχές του υπεύθυνου κράτους μέλους εντός επτά ημερών. Το υπεύθυνο κράτος μέλος ενεργεί σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Το κράτος μέλος που επικοινώνησε με την αρχή του υπεύθυνου κράτους μέλους ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τη διαβίβαση του αιτήματός του, για το κράτος μέλος στο οποίο διαβιβάστηκε και για την περαιτέρω διαδικασία. 3. Όταν το υπεύθυνο κράτος μέλος δεν συμφωνεί με τον ισχυρισμό ότι τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στο VIS είναι προδήλως ανακριβή ή έχουν καταχωριστεί παράνομα, το κράτος μέλος αυτό εκδίδει χωρίς καθυστέρηση διοικητική απόφαση στην οποία επεξηγείται γραπτώς στον ενδιαφερόμενο ο λόγος για τον οποίο δεν προτίθεται να διορθώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα που τον αφορούν. 4. Η διοικητική απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 παρέχει επίσης στον ενδιαφερόμενο πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα προσβολής της εν λόγω απόφασης και, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο άσκησης προσφυγής ή υποβολής καταγγελίας ενώπιον των αρμόδιων αρχών ή δικαστηρίων, καθώς και πληροφορίες για κάθε διαθέσιμη στον ενδιαφερόμενο συνδρομή, συμπεριλαμβανομένης της συνδρομής από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές. 5. Οποιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2 περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του ενδιαφερομένου. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή 2. 6. Το υπεύθυνο κράτος μέλος τηρεί αρχείο στο οποίο καταγράφονται με μορφή εγγράφου η υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή 2 και η συνέχεια που δόθηκε. Θέτει το σχετικό έγγραφο στη διάθεση των αρμόδιων εποπτικών αρχών χωρίς καθυστέρηση, το αργότερο δε εντός επτά ημερών από τη λήψη της απόφασης διόρθωσης ή διαγραφής των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο ή από τη λήψη της διοικητικής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 3. 7. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 6 του παρόντος άρθρου, και μόνο όσον αφορά τα δεδομένα που περιέχονται στις αιτιολογημένες γνώμες και τα οποία έχουν καταχωριστεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 9ε παράγραφος 6, το άρθρο 9ζ παράγραφος 6 και το άρθρο 22β παράγραφοι 14 και 16 ως αποτέλεσμα των αναζητήσεων δυνάμει των άρθρων 9α και 22β, ένα κράτος μέλος λαμβάνει απόφαση να μην παράσχει πληροφορίες στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, πλήρως ή εν μέρει, σύμφωνα με το εθνικό ή το ενωσιακό δίκαιο, στον βαθμό και για το χρονικό διάστημα που ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, με σκοπό:
Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος ενημερώνει εγγράφως και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για κάθε άρνηση ή περιορισμό της πρόσβασης και για τους λόγους της άρνησης ή του περιορισμού. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να παραλείπεται, εάν η παροχή της υπονομεύει έναν από τους λόγους που ορίζονται στα στοιχεία α) έως ε) του πρώτου εδαφίου. Το κράτος μέλος ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τη δυνατότητα να προβεί σε καταγγελία προς εποπτική αρχή ή να ασκήσει δικαστική προσφυγή. Το κράτος μέλος τεκμηριώνει τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση να μην παρασχεθούν πληροφορίες στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση των εποπτικών αρχών. Για τέτοιες περιπτώσεις, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει επίσης τη δυνατότητα να ασκεί τα δικαιώματά του μέσω των αρμόδιων εποπτικών αρχών. Άρθρο 39 Συνεργασία για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων σχετικά με την προστασία δεδομένων 1. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 38. 2. Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, επικουρεί και συμβουλεύει, εφόσον της ζητηθεί, το υποκείμενο των δεδομένων κατά την άσκηση του δικαιώματός του σε διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή σε περιορισμό της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. Για να επιτευχθούν οι σκοποί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η εποπτική αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους συνεργάζεται με την εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα. Άρθρο 40 Προσφυγές 1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 77 και 79 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ασκεί προσφυγή ή να υποβάλλει καταγγελία στις αρμόδιες αρχές ή τα δικαστήρια του κράτους μέλους που του αρνήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων που το αφορούν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 38 και στο άρθρο 39 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Το δικαίωμα της άσκησης προσφυγής ή της υποβολής καταγγελίας ισχύει και όταν αιτήματα για πρόσβαση, διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεν έλαβαν απάντηση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 38 ή δεν διεκπεραιώθηκαν ποτέ από τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων. 2. Η συνδρομή της εποπτικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 είναι διαθέσιμη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Άρθρο 41 Εποπτεία από τις εποπτικές αρχές 1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εποπτική αρχή στην οποία αναφέρεται το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 να ελέγχει με ανεξαρτησία τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό από το εν λόγω κράτος μέλος. 2. Η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κεφάλαιο IIIβ, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη και τη διαβίβασή τους προς και από το VIS. 3. Η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μεριμνά ώστε να διενεργείται, τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, έλεγχος των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου. Τα αποτελέσματα του ελέγχου μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στις αξιολογήσεις που διενεργούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου (*). Η εποπτική αρχή του άρθρου 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 δημοσιεύει ετησίως τον αριθμό των αιτημάτων για διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων, ή περιορισμό της επεξεργασίας τους, τη δράση που ανελήφθη ακολούθως και τον αριθμό των διορθώσεων, συμπληρώσεων, διαγραφών και περιορισμών επεξεργασίας που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων. 4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικές αρχές τους να διαθέτουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχει ανατεθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και να έχουν πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων. 5. Τα κράτη μέλη παρέχουν όλες τις πληροφορίες που ζητούν οι εποπτικές αρχές και, συγκεκριμένα, τους παρέχουν πληροφορίες για τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές τους κατά τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη παρέχουν στις εποπτικές αρχές πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής τους και τους επιτρέπουν την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, σε όλες τις σχετικές με το VIS εγκαταστάσεις τους. Άρθρο 42 Εποπτεία από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων 1. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του eu-LISA, της Ευρωπόλ και του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 ή, όσον αφορά την Ευρωπόλ, τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794. 2. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου και τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, έλεγχος των δραστηριοτήτων του eu-LISA σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τον eu-LISA, την Επιτροπή, και τις εποπτικές αρχές. Πριν από την έγκριση των εκθέσεων δίδεται στον eu-LISA η δυνατότητα να διατυπώσει παρατηρήσεις. 3. Ο eu-LISA παρέχει τις πληροφορίες που ζητεί ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, παρέχει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και στα αρχεία καταγραφής του που αναφέρονται στα άρθρα 22ιθ, 34 και 45γ και επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, στο σύνολο των εγκαταστάσεών του. Άρθρο 43 Συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων 1. Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, καθένας εκ των οποίων ενεργεί εντός του πεδίου των οικείων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των οικείων καθηκόντων τους για να εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του VIS και των εθνικών συστημάτων. 2. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εποπτικές αρχές ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, αξιολογούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση της ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα, και προάγουν την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων, όταν κριθεί απαραίτητο. 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο φορές ετησίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διοργανώνει και καλύπτει το κόστος των εν λόγω συνεδριάσεων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας. 4. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων υποβάλλει ανά διετία κοινή έκθεση δραστηριοτήτων που αναλαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπόλ, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και τον eu-LISA. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για κάθε κράτος μέλος, το οποίο συντάσσει η εποπτική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους. (*) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).»." |
43) |
Το άρθρο 44 διαγράφεται. |
44) |
Το άρθρο 45 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 45 Εφαρμογή από την Επιτροπή 1. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των αναγκαίων μέτρων για την ανάπτυξη του κεντρικού συστήματος του VIS, των NUI σε κάθε κράτος μέλος και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του VIS και των NUI όσον αφορά τα ακόλουθα:
2. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για την τεχνική εφαρμογή των λειτουργικών δυνατοτήτων του κεντρικού συστήματος του VIS, ιδίως:
3. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να ορίσει τις τεχνικές προδιαγραφές όσον αφορά την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση των δακτυλικών αποτυπωμάτων και της εικόνας προσώπου για τη βιομετρική εξακρίβωση και ταυτοποίηση στο VIS. 4. Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 2. Άρθρο 45α Χρήση δεδομένων του VIS για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών στοιχείων 1. Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής, του eu-LISA, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, συμπεριλαμβανομένης της κεντρικής μονάδας ETIAS σύμφωνα με το άρθρο 9ι, έχει πρόσβαση στο VIS για να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών στοιχείων, χωρίς να επιτρέπεται η ατομική ταυτοποίηση και σύμφωνα με τις διασφαλίσεις περί αποφυγής διακρίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2:
Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής έχει δικαίωμα πρόσβασης στο VIS για αναζήτηση στα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου για τον σκοπό της διεξαγωγής αναλύσεων κινδύνου και αξιολογήσεων τρωτότητας που αναφέρονται στα άρθρα 29 και 32 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896. 2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο eu-LISA αποθηκεύει τα δεδομένα της εν λόγω παραγράφου στο κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817. Σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, τα διασυστημικά στατιστικά δεδομένα και οι αναλυτικές εκθέσεις επιτρέπουν στις αρχές που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να αποκτούν εξατομικευμένες εκθέσεις και στατιστικές, να υποστηρίζουν την εφαρμογή των συγκεκριμένων δεικτών κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 9ι του παρόντος κανονισμού, να βελτιώνουν την αξιολόγηση των κινδύνων κατά της ασφάλειας, των κινδύνων παράνομης μετανάστευσης και των υψηλών κινδύνων από επιδημίες, να ενισχύουν την αποτελεσματικότητα των συνοριακών ελέγχων και να βοηθούν τις αρχές θεώρησης να διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις θεωρήσεων. 3. Οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον eu-LISA για να παρακολουθείται η λειτουργία του VIS, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα παραγωγής τακτικών στατιστικών για τη διασφάλιση της εν λόγω παρακολούθησης. 4. Κάθε τρίμηνο, ο eu-LISA καταρτίζει στατιστικές με βάση τα δεδομένα του VIS σχετικά με θεωρήσεις, οι οποίες δείχνουν, για κάθε τοποθεσία όπου κατατέθηκε αίτηση θεώρησης και για κάθε κράτος μέλος, ιδίως:
Τα καθημερινά στατιστικά στοιχεία αποθηκεύονται στο κεντρικό αποθετήριο για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817. 5. Κάθε τρίμηνο, ο eu-LISA καταρτίζει στατιστικές με βάση τα δεδομένα του VIS σχετικά με θεωρήσεις μακράς διάρκειας και άδειες διαμονής, οι οποίες δείχνουν, για κάθε τοποθεσία, ιδίως:
6. Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές σε ετήσια έκθεση για το συγκεκριμένο έτος. Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για κάθε τοποθεσία και για έκαστο των κρατών μελών. Η έκθεση δημοσιεύεται και διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και τις εποπτικές αρχές. 7. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο eu-LISA παρέχει στατιστικές για συγκεκριμένες πτυχές που σχετίζονται με την εφαρμογή της κοινής πολιτικής θεωρήσεων ή της μεταναστευτικής πολιτικής και πολιτικής ασύλου, μεταξύ άλλων και για πτυχές σχετικές με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1053/2013. Άρθρο 45β Κοινοποιήσεις 1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την αρχή η οποία θεωρείται υπεύθυνη επεξεργασίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4. 2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 οι οποίες έχουν πρόσβαση στο VIS για να εισάγουν, να τροποποιούν, να διαγράφουν ή να αναζητούν δεδομένα στο VIS και την εντεταλμένη αρχή του VIS, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9δ παράγραφος 1 και στο άρθρο 22β παράγραφος 14. Τρεις μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*), ο eu-LISA δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενοποιημένο κατάλογο των αρχών που λαμβάνουν την κοινοποίηση δυνάμει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA οποιαδήποτε αλλαγή των κοινοποιούμενων αρχών χωρίς καθυστέρηση. Σε περίπτωση που υπάρχουν σχετικές αλλαγές, ο eu-LISA δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επικαιροποιημένο και ενοποιημένο κατάλογο. Ο eu-LISA διατηρεί δημόσιο διαδικτυακό χώρο ο οποίος επικαιροποιείται συνεχώς και περιλαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες. 3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις εντεταλμένες αρχές τους και τα κεντρικά τους σημεία πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 22ιβ και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική αλλαγή. 4. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές αλλάξουν, η Επιτροπή δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο επικαιροποιημένη και ενοποιημένη έκδοση των εν λόγω πληροφοριών. Η Επιτροπή διατηρεί δημόσιο διαδικτυακό χώρο οποίος επικαιροποιείται συνεχώς και περιλαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες. Άρθρο 45γ Πρόσβαση σε δεδομένα για επαλήθευση από μεταφορείς 1. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης που υπέχουν βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης Σένγκεν, οι αερομεταφορείς, οι θαλάσσιοι μεταφορείς και οι διεθνείς μεταφορείς που μεταφέρουν ομάδες ατόμων οδικώς με πούλμαν πραγματοποιούν αναζήτηση στο VIS προκειμένου να επαληθεύσουν αν υπήκοοι τρίτων χωρών, υποκείμενοι σε καθεστώς υποχρεωτικής θεώρησης, θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής, έχουν στην κατοχή τους έγκυρη θεώρηση, θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, κατά περίπτωση. 2. Η ασφαλής πρόσβαση στην πύλη των μεταφορέων που αναφέρεται στο άρθρο 2α στοιχείο η), συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας χρήσης τεχνικών λύσεων για φορητές συσκευές, επιτρέπει στους μεταφορείς να πραγματοποιούν την αναζήτηση που μνημονεύεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πριν από την επιβίβαση ενός επιβάτη. Για τον σκοπό αυτό, όσον αφορά τις θεωρήσεις, ο μεταφορέας παρέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχείο α), β) και γ) και, όσον αφορά τις θεωρήσεις μακράς διάρκειας ή τις άδειες διαμονής, ο μεταφορέας παρέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε) και στ), όπως περιέχονται στο ταξιδιωτικό έγγραφο. Ο μεταφορέας αναφέρει επίσης το κράτος μέλος εισόδου ή, σε περίπτωση διέλευσης από αερολιμένα, το κράτος μέλος διέλευσης. Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σε περίπτωση διέλευσης από αερολιμένα, ο μεταφορέας δεν υποχρεούται να αποστείλει αναζήτηση στο VIS εκτός εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας υποχρεούται να διαθέτει θεώρηση διέλευσης από αερολιμένα σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. 3. Το VIS δίνει στους μεταφορείς απάντηση «OK/NOT OK», αναφέροντας κατά πόσον το πρόσωπο διαθέτει έγκυρη θεώρηση, θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής, κατά περίπτωση. Εάν έχει εκδοθεί θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009, η απάντηση που παρέχεται από το VIS λαμβάνει υπόψη τα κράτη μέλη για τα οποία ισχύει η θεώρηση καθώς και το κράτος μέλος εισόδου που δηλώνεται από τον μεταφορέα. Οι μεταφορείς μπορούν να αποθηκεύουν τις πληροφορίες που αποστέλλονται και την απάντηση που λαμβάνεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. Η απάντηση “ΟΚ/ΝΟΤ ΟΚ” δεν εκλαμβάνεται ως απόφαση για την έγκριση ή την άρνηση εισόδου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις προϋποθέσεις λειτουργίας της πύλης των μεταφορέων και τους εφαρμοστέους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφάλειας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. 4. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης υπηκόων τρίτων χωρών ως αποτέλεσμα αναζήτησης στο VIS, οι μεταφορείς τούς ενημερώνουν ότι η άρνηση αυτή οφείλεται σε πληροφορίες αποθηκευμένες στο VIS και τους παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους όσον αφορά την πρόσβαση και τη διόρθωση ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχουν καταχωρισθεί στο VIS. 5. Θεσπίζεται σύστημα επαλήθευσης ταυτότητας, το οποίο προορίζεται αποκλειστικά για μεταφορείς, ώστε να καθίσταται δυνατή η πρόσβαση στην πύλη μεταφορέων για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου σε δεόντως εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού των μεταφορέων. Κατά τη δημιουργία του συστήματος επαλήθευσης, λαμβάνονται υπόψη η διαχείριση κινδύνου για την ασφάλεια των πληροφοριών και οι αρχές περί προστασίας των δεδομένων εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του συστήματος επαλήθευσης ταυτότητας για τους μεταφορείς. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. 6. Η πύλη μεταφορέων χρησιμοποιεί χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση η οποία επικαιροποιείται σε καθημερινή βάση μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων του VIS. Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια της πύλης μεταφορέων, για την ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχει και για τη διαδικασία εξαγωγής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση. 7. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, για μεταφορείς που μεταφέρουν ομάδες οδικώς με πούλμαν, η επαλήθευση δυνάμει την εν λόγω παραγράφου είναι προαιρετική για τους πρώτους 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11, του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134. 8. Για τον σκοπό της εφαρμογής της παραγράφου 1 ή για τον σκοπό της επίλυσης κάθε ενδεχόμενης διαφοράς που προκύπτει από την εφαρμογή της, ο eu-LISA διατηρεί αρχείο καταγραφής όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που πραγματοποιούνται από τους μεταφορείς εντός της πύλης των μεταφορέων. Στα εν λόγω αρχεία εμφανίζονται η ημερομηνία και η ώρα κάθε πράξης επεξεργασίας, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση, τα δεδομένα που διαβίβασε η πύλη μεταφορέων και το όνομα του εν λόγω μεταφορέα. Ο eu-LISA αποθηκεύει τα αρχεία καταγραφής για περίοδο δύο ετών. Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι τα αρχεία καταγραφής προστατεύονται καταλλήλως έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης. Άρθρο 45δ Εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα από μεταφορείς 1. Όταν είναι τεχνικώς αδύνατο να πραγματοποιηθεί η αναζήτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 1, λόγω προβλήματος οποιουδήποτε τμήματος του VIS, οι μεταφορείς απαλλάσσονται από την υποχρέωση να επαληθεύσουν την κατοχή έγκυρης θεώρησης, θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής μέσω της πύλης μεταφορέων. Όταν η αστοχία αυτή εντοπίζεται από τον eu-LISA, η κεντρική μονάδα ETIAS ειδοποιεί τους μεταφορείς και το κράτος μέλος. Ειδοποιεί επίσης τους μεταφορείς και τα κράτη μέλη σχετικά με την αποκατάσταση της αστοχίας. Όταν αυτή η αστοχία εντοπίζεται από τους μεταφορείς, αυτοί μπορούν να ενημερώσουν την κεντρική μονάδα ETIAS. Η κεντρική μονάδα ETIAS ενημερώνει τα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση σχετικά με την ειδοποίηση των μεταφορέων. 2. Όταν για άλλους λόγους πλην της αστοχίας οποιουδήποτε μέρους του VIS είναι τεχνικά αδύνατο για έναν μεταφορέα να προχωρήσει για παρατεταμένο χρονικό διάστημα στην αναζήτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 1, ο μεταφορέας ενημερώνει την κεντρική μονάδα ETIAS. Η κεντρική μονάδα ETIAS ενημερώνει τα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση σχετικά με την ειδοποίηση του εν λόγω μεταφορέα. 3. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό των λεπτομερειών σχετικά με τις εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα από μεταφορείς. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 49 παράγραφος 2. Άρθρο 45ε Πρόσβαση στα δεδομένα του VIS από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής 1. Για την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών δυνάμει του άρθρου 82 παράγραφοι 1 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (**), τα μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, καθώς και οι ομάδες του προσωπικού που συμμετέχει σε επιχειρήσεις επιστροφής, έχουν, στο πλαίσιο των αντίστοιχων εντολών τους, δικαίωμα πρόσβασης και έρευνας στα δεδομένα του VIS. 2. Για τη διασφάλιση της πρόσβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής διορίζει ειδική μονάδα με δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ως το κεντρικό σημείο πρόσβασης. Το κεντρικό αυτό σημείο επαληθεύει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 45στ προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο VIS. Άρθρο 45στ Προϋποθέσεις και διαδικασία πρόσβασης στα δεδομένα του VIS από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής 1. Λαμβανομένης υπόψη της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 45ε παράγραφος 1, μια ομάδα Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μπορεί να υποβάλει στο κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής που αναφέρεται στο άρθρο 45ε παράγραφος 2 αίτημα για την αναζήτηση σε όλα τα δεδομένα του VIS ή σε συγκεκριμένο σύνολο δεδομένων του VIS. Το αίτημα αναφέρεται στο επιχειρησιακό σχέδιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους, την επιτήρηση των συνόρων ή την επιστροφή, στο οποίο βασίζεται το αίτημα. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής επαληθεύει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα του VIS στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στην ομάδα κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων. 2. Για τη χορήγηση πρόσβασης ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
3. Σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896, μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, καθώς και ομάδες προσωπικού που συμμετέχουν σε καθήκοντα σχετικά με τις επιστροφές, ενεργούν κατόπιν πληροφόρησης που λαμβάνουν από το VIS μόνο υπό τις εντολές και, κατά γενικό κανόνα, με την παρουσία συνοριοφυλάκων ή προσωπικού που συμμετέχει σε καθήκοντα σχετικά με τις επιστροφές του κράτους μέλους υποδοχής εντός του οποίου επιχειρούν. Το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να εξουσιοδοτεί μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής να ενεργούν εξ ονόματός του. 4. Σε περίπτωση αμφιβολίας ή εάν η εξακρίβωση της ταυτότητας του κατόχου της θεώρησης, του κατόχου της θεώρησης μακράς διάρκειας ή του κατόχου της άδειας διαμονής αποτύχει, το μέλος της ομάδας Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής παραπέμπει το εν λόγω πρόσωπο σε συνοριοφύλακα του κράτους μέλους υποδοχής. 5. Η αναζήτηση στα δεδομένα του VIS από μέλη των ομάδων λαμβάνει χώρα ως εξής:
6. Όταν η πρόσβαση και έρευνα δυνάμει της παραγράφου 5 αποκαλύπτουν την ύπαρξη δεδομένων καταχωρισμένων στο VIS, το κράτος μέλος υποδοχής ενημερώνεται σχετικώς. 7. Κάθε αρχείο καταγραφής πράξεων επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS από μέλος των ομάδων Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ή ομάδες του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή τηρείται από τον eu-LISA σύμφωνα με το άρθρο 34. 8. Κάθε περίπτωση πρόσβασης και κάθε έρευνα που διενεργείται από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής καταγράφεται σε αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 34 και κάθε χρήση των δεδομένων στα οποία είχαν πρόσβαση οι ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής καταχωρίζεται. 9. Για τους σκοπούς του άρθρου 45ε και του παρόντος άρθρου, κανένα τμήμα του VIS δεν συνδέεται με οποιοδήποτε υπολογιστικό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ή το οποίο λειτουργεί σε αυτόν, ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα δεδομένα του VIS στα οποία έχει πρόσβαση ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Κανένα τμήμα του VIS δεν μεταφορτώνεται. Η καταγραφή των περιπτώσεων πρόσβασης και των αναζητήσεων δεν θεωρείται ότι αποτελεί μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του VIS. 10. Μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δεδομένων, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32, λαμβάνονται και εφαρμόζονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. (*) Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2021, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (ΕΕ L 248 της 13.7.2021, σ. 11)." (**) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1052/2013 και (ΕΕ) 2016/1624 (ΕΕ L 295 της 14.11.2019, σ. 1).»." |
45) |
Τα άρθρα 46, 47 και 48 διαγράφονται. |
46) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 48α Άσκηση της εξουσιοδότησης 1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου. 2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 9, στο άρθρο 9η παράγραφος 2, στο άρθρο 9ι παράγραφος 2 και στο άρθρο 22β παράγραφος 18 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 2 Αυγούστου 2021. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. 3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9, στο άρθρο 9η παράγραφος 2, στο άρθρο 9ι παράγραφος 2 και στο άρθρο 22β παράγραφος 18 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. 4. Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. 5. Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9, του άρθρου 9η παράγραφος 2, του άρθρου 9ι παράγραφος 2 ή του άρθρου 22β παράγραφος 18 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, προτού λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.». |
47) |
Τα άρθρα 49 και 50 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 49 Διαδικασία επιτροπής 1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 68 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*). 2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Άρθρο 49α Συμβουλευτική ομάδα Ο eu-LISA συγκροτεί συμβουλευτική ομάδα και της παρέχει εμπειρογνωμοσύνη σε σχέση με το VIS, ιδίως στο πλαίσιο της προετοιμασίας του ετήσιου προγράμματος εργασίας του και της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του. Άρθρο 50 Παρακολούθηση και αξιολόγηση 1. Ο eu-LISA εξασφαλίζει την ύπαρξη διαδικασιών για την παρακολούθηση της λειτουργίας του VIS σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά την απόδοση, τη σχέση κόστους-απόδοσης, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών. 2. Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες σε σχέση με τις εκτελούμενες στο VIS πράξεις επεξεργασίας δεδομένων. 3. Ο eu-LISA υποβάλλει ανά διετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του VIS, καθώς και τη σχετική ασφάλεια και κόστος. Η έκθεση θα περιέχει επίσης, μόλις τεθεί σε εφαρμογή η τεχνολογία, αξιολόγηση της χρήσης εικόνων προσώπου για την ταυτοποίηση προσώπων, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης τυχόν δυσκολιών που θα έχουν ανακύψει. 4. Με σεβασμό στις διατάξεις του εθνικού δικαίου σχετικά με τη δημοσίευση ευαίσθητων πληροφοριών, κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ καταρτίζουν ετήσιες εκθέσεις για την αποτελεσματικότητα της πρόσβασης στα δεδομένα του VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου, οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία για:
Οι ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών και της Ευρωπόλ διαβιβάζονται στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους. Διατίθεται στα κράτη μέλη τεχνική λύση ώστε να διευκολυνθεί η συλλογή των εν λόγω δεδομένων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙβ για τον σκοπό της παραγωγής των στατιστικών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο. Η Επιτροπή θεσπίζει μέσω εκτελεστικών πράξεων τις προδιαγραφές της τεχνικής λύσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2. 5. Τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134, και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή καταρτίζει συνολική αξιολόγηση του VIS. Η συνολική αξιολόγηση εξετάζει τα επιτευχθέντα αποτελέσματα σε σχέση με τους στόχους και τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν, εκτιμά κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διέπει το σύστημα και τον αντίκτυπό της στα θεμελιώδη δικαιώματα, αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το VIS, την ασφάλεια του VIS, τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 31 και τυχόν επιπτώσεις μελλοντικών ενεργειών. Περιλαμβάνει επίσης λεπτομερή ανάλυση των δεδομένων που παρέχονται στις προβλεπόμενες στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου ετήσιες εκθέσεις, με σκοπό την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της πρόσβασης στα δεδομένα του VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου, καθώς και αξιολόγηση του κατά πόσον η αναζήτηση στο ECRIS-TCN από το VIS συνέβαλε στην υποστήριξη του στόχου της αξιολόγησης του κατά πόσον ο αιτών θα μπορούσε να συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 6. Τα κράτη μέλη παρέχουν στον eu-LISA και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5. 7. Ο eu-LISA παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την κατάρτιση των συνολικών αξιολογήσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 5. (*) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»." |
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:
|
4) |
Στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
|
5) |
Στο άρθρο 35, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «5α. Σε υπήκοο τρίτης χώρας για τον οποίο δεν έχουν ολοκληρωθεί οι επαληθεύσεις των θετικών απαντήσεων αναζήτησης σύμφωνα με τα άρθρα 9α έως 9ζ του κανονισμού VIS, δεν χορηγείται, καταρχήν, θεώρηση στα εξωτερικά σύνορα. Ωστόσο, μια θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος για την επικράτεια του κράτους μέλους που χορηγεί τη θεώρηση μπορεί να χορηγηθεί στα εξωτερικά σύνορα για τα πρόσωπα αυτά σε έκτακτες περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α).». |
6) |
Στο άρθρο 36, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 35 παράγραφοι 3 έως 5α.». |
7) |
Στο άρθρο 39, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Το προσωπικό των προξενικών και κεντρικών αρχών, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, σέβεται πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μέτρα που λαμβάνονται είναι ανάλογα με τους επιδιωκόμενους στόχους. 3. Το προσωπικό των προξενείων και των κεντρικών αρχών ασκεί τα καθήκοντά του χωρίς διακρίσεις κατά των προσώπων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία. Το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα.». |
8) |
Το άρθρο 46 διαγράφεται. |
9) |
Το άρθρο 57 τροποποιείται ως εξής:
|
10) |
Στο παράρτημα X μέρος Γ στοιχείο β), η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
11) |
Το παράρτημα ΧII διαγράφεται. |
Άρθρο 3
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 8 παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
Στο παράρτημα VΙI, το σημείο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
Άρθρο 4
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
Στο άρθρο 9 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Το ΣΕΕ παρέχει τη λειτουργική δυνατότητα για την κεντρική διαχείριση αυτού του καταλόγου. Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαχείριση της εν λόγω λειτουργικής δυνατότητας καθορίζονται σε εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.». |
3) |
Στο άρθρο 13, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Για να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, οι μεταφορείς χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή υπηρεσία με σκοπό να επαληθεύσουν αν ο υπήκοος τρίτης χώρας που κατέχει θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχει ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό των επιτρεπόμενων εισόδων ή αν ο κάτοχος θεώρησης βραχείας διαμονής έχει συμπληρώσει τη μέγιστη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής. Οι μεταφορείς παρέχουν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού. Σε αυτή τη βάση, η διαδικτυακή υπηρεσία δίνει στους μεταφορείς απάντηση “OK/NOT OK”. Οι μεταφορείς μπορούν να αποθηκεύουν τις πληροφορίες που αποστέλλονται και την απάντηση που λαμβάνεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. Οι μεταφορείς θεσπίζουν σύστημα επαλήθευσης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μόνο εξουσιοδοτημένο προσωπικό μπορεί να έχει πρόσβαση στη διαδικτυακή υπηρεσία. Η απάντηση “OK/NOT OK” δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως απόφαση για την έγκριση ή την άρνηση εισόδου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης υπηκόων τρίτων χωρών λόγω της απάντησης της διαδικτυακής υπηρεσίας, οι μεταφορείς τους ενημερώνουν ότι η άρνηση αυτή οφείλεται σε πληροφορίες αποθηκευμένες στο ΣΕΕ και τους παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους όσον αφορά την πρόσβαση και τη διόρθωση ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ.». |
4) |
Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:
|
5) |
Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:
|
6) |
Στο άρθρο 18 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και το άρθρο 16 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, όταν στον υπήκοο τρίτης χώρας δεν επιτρέπεται η είσοδος για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V μέρος Β σημείο Β ή Δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με τη γνησιότητα της εικόνας προσώπου που έχει καταγραφεί στο VIS, η εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου λαμβάνεται ζωντανά και εισάγεται στον ατομικό φάκελο ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εικόνα προσώπου καταγεγραμμένη στο VIS.». |
7) |
Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:
|
8) |
Στο άρθρο 24, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «5. Οι αρμόδιες αρχές θεώρησης και οι αρχές που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με αίτηση θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής έχουν πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα του ΣΕΕ με σκοπό τη μη αυτοματοποιημένη επαλήθευση των θετικών αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις αναζητήσεις στο ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 9γ και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, καθώς και για τον σκοπό της εξέτασης των εν λόγω αιτήσεων και της λήψης σχετικής απόφασης.». |
9) |
Στο άρθρο 35, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Όταν ένα κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα σχετικά με θεωρήσεις που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή ή ελλιπή, ή ότι τα εν λόγω δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, επαληθεύει πρώτα την ακρίβεια των εν λόγω δεδομένων με αντιπαραβολή στο VIS και, κατά περίπτωση, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει στο ΣΕΕ. Όπου τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο VIS είναι τα ίδια όπως και στο ΣΕΕ, ενημερώνουν το αρμόδιο κράτος μέλος για την εισαγωγή αυτών των δεδομένων στο VIS αμέσως σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Το αρμόδιο για την εισαγωγή των δεδομένων στο VIS κράτος μέλος επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει αμέσως από το VIS και ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος το οποίο, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.». |
Άρθρο 5
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1240 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Στο άρθρο 4, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
2) |
Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
Στο άρθρο 8 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
4) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 11α Διαλειτουργικότητα με το VIS Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*), το κεντρικό σύστημα ETIAS και το CIR συνδέονται με την ESP, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δυνάμει των άρθρων 9α και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/202008. (*) Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2021, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (ΕΕ L 248 της 13.7.2021, σ. 11).»." |
5) |
Στο άρθρο 13, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «4β. Η πρόσβαση των αρχών θεώρησης και των αρχών που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με αίτηση θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής στο κεντρικό σύστημα ETIAS σύμφωνα με τα άρθρα 9α και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 περιορίζεται στην επαλήθευση του κατά πόσον ο αιτών θεώρηση, θεώρηση μακράς διάρκειας ή άδεια διαμονής ή το ταξιδιωτικό του έγγραφο αντιστοιχεί σε εκδοθείσα, απορριφθείσα, ανακληθείσα ή ακυρωθείσα άδεια ταξιδίου στο κεντρικό σύστημα ETIAS και των λόγων της έκδοσης, απόρριψης, ανάκλησης ή ακύρωσης.». |
6) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο: «ΚΕΦΆΛΑΙΟ IXα ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ETIAS ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΜΑΚΡΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ Ή ΑΔΕΙΑΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ Άρθρο 49α Πρόσβαση των αρχών θεώρησης και των αρχών που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με αιτήσεις θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής στα δεδομένα Για τους σκοπούς της διενέργειας των επαληθεύσεων που προβλέπονται στα άρθρα 9γ και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, οι αρμόδιες αρχές θεώρησης και οι αρχές που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με αιτήσεις θεώρησης μακράς διάρκειας ή άδειας διαμονής έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα σχετικά δεδομένα στο κεντρικό σύστημα ETIAS και στο CIR.». |
7) |
Στο άρθρο 69 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
8) |
Στο άρθρο 75 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
Άρθρο 6
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1860
Στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1860, το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 19
Εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861
Στον βαθμό που δεν θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζονται στα δεδομένα που εισάγονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό οι διατάξεις που αφορούν την εισαγωγή, την επεξεργασία και την επικαιροποίηση των καταχωρίσεων, τις αρμοδιότητες των κρατών μελών και του eu-LISA, τις προϋποθέσεις πρόσβασης και την περίοδο επανεξέτασης των καταχωρίσεων, την επεξεργασία των δεδομένων, την προστασία των δεδομένων, την ευθύνη και την παρακολούθηση καθώς και τα στατιστικά στοιχεία, όπως προβλέπονται στα άρθρα 6 έως 19, στο άρθρο 20 παράγραφοι 3 και 4, στα άρθρα 21, 23, 32, και 33, στο άρθρο 34 παράγραφος 5, στο άρθρο 36α και στα άρθρα 38 έως 60 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861.».
Άρθρο 7
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1861 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 18α Τήρηση αρχείων καταγραφής για τους σκοπούς της διαλειτουργικότητας με το VIS Τα αρχεία καταγραφής κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του SIS και του VIS δυνάμει του άρθρου 36γ του παρόντος κανονισμού τηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.». |
2) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 36α Διαλειτουργικότητα με το VIS Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*), το κεντρικό σύστημα του SIS συνδέεται με την ESP, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δυνάμει των άρθρων 9α και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/202008. (*) Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2021, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (ΕΕ L 248 της 13.7.2021, σ. 11).»." |
Άρθρο 8
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/817 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Στο άρθρο 4, το σημείο 20) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
2) |
Στο άρθρο 13 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
3) |
Στο άρθρο 18 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
4) |
Στο άρθρο 26 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
5) |
Στο άρθρο 27 παράγραφος 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
6) |
Στο άρθρο 29 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
7) |
Στο άρθρο 39, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Ο eu-LISA καταρτίζει, εφαρμόζει και φιλοξενεί στις τεχνικές εγκαταστάσεις του το CRRS, το οποίο περιέχει τα δεδομένα και τις στατιστικές που αναφέρονται στο άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, στο άρθρο 45α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, στο άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, στο άρθρο 60 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861 και στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1860, λογικά διαχωρισμένα από το σύστημα πληροφοριών της ΕΕ. Πρόσβαση στο CRRS παρέχεται μέσω ελεγχόμενης, ασφαλούς πρόσβασης και προφίλ ειδικών χρηστών, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, στις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, στο άρθρο 45α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, στο άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 και στο άρθρο 60 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861.». |
8) |
Στο άρθρο 72 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «1α. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για τους σκοπούς της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δυνάμει των άρθρων 9α και 22β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, η ESP αρχίζει να λειτουργεί, μόνο για τους σκοπούς αυτούς, από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS δυνάμει του άρθρου 11του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*). (*) Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1134 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2021, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) αριθ. 810/2009, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1860, (ΕΕ) 2018/1861, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, για τον σκοπό της μεταρρύθμισης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (ΕΕ L 248 της 13.7.2021, σ. 11).»." |
Άρθρο 9
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896
Στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:
«λβα) |
εκπλήρωση των καθηκόντων και υποχρεώσεων που έχουν ανατεθεί στον Οργανισμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008·». |
Άρθρο 10
Κατάργηση
Οι αποφάσεις 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ καταργούνται. Οι παραπομπές στις εν λόγω αποφάσεις νοούνται ως παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και ερμηνεύονται σύμφωνα με τους πίνακες αντιστοιχίας των παραρτημάτων I και II του παρόντος κανονισμού, αντίστοιχα.
Άρθρο 11
Έναρξη της λειτουργίας
1. Το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με εκτελεστική πράξη που ορίζει την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή εκδίδει την εν λόγω απόφαση εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
έχουν εγκριθεί τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 3, στο άρθρο 6 παράγραφος 5, στο άρθρο 9 τρίτο εδάφιο, στο άρθρο 9η παράγραφος 2, στο άρθρο 9ι παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 22β παράγραφος 18, στο άρθρο 29 παράγραφος 2α δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 29α παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 45, στο άρθρο 45γ παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 45δ παράγραφος 3 και στο άρθρο 50 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· |
β) |
ο eu-LISA έχει γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την επιτυχή ολοκλήρωση όλων των δραστηριοτήτων δοκιμών· |
γ) |
τα κράτη μέλη έχουν γνωστοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχουν προβεί στις αναγκαίες τεχνικές και νομικές ρυθμίσεις για την επεξεργασία δεδομένων δυνάμει του παρόντος κανονισμού και έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 45β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· |
2. Η Επιτροπή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία σταδιακής εκπλήρωσης των προϋποθέσεων που ορίζονται στην παράγραφο 1 και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων δοκιμών που αναφέρονται στο στοιχείο β) της εν λόγω παραγράφου.
3. Έως τις 3 Αυγούστου 2022 και, στη συνέχεια, κάθε χρόνο μέχρι τη λήψη της απόφασης της Επιτροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο της προετοιμασίας της πλήρους εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προκύπτουν και πληροφορίες σχετικά με τυχόν κινδύνους που ενδέχεται να επηρεάσουν το συνολικό κόστος του VIS που βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.
Σε περίπτωση καθυστερήσεων στην πλήρη θέση σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το συντομότερο δυνατό σχετικά με τους λόγους των καθυστερήσεων και τον αντίκτυπό τους όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και το κόστος.
4. Η απόφαση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 11, με εξαίρεση:
α) |
τις ακόλουθες διατάξεις, οι οποίες εφαρμόζονται από τις 2 Αυγούστου 2021:
|
β) |
το άρθρο 1 σημεία 40) έως 43), τα οποία εφαρμόζονται από τις 3 Αυγούστου 2022· |
γ) |
το άρθρο 1 σημείο 44) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τα άρθρα 45ε και 45στ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, το οποίο εφαρμόζεται από τις 3 Αυγούστου 2023. |
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.
Στρασβούργο, 7 Ιουλίου 2021.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. LOGAR
(1) ΕΕ C 440 της 6.12.2018, σ. 154.
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2019 (ΕΕ C 23 της 21.1.2021, σ. 286) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 27ης Μαΐου 2021 (ΕΕ C 235 της 17.6.2021, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Ιουλίου 2021 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(3) Απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS) (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).
(6) Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 129).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 31).
(8) Σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19).
(9) Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).
(10) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1240 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Σεπτεμβρίου 2018, για τη θέσπιση Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών και Αδειοδότησης Ταξιδιού (ETIAS), καθώς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1077/2011, (ΕΕ) αριθ. 515/2014, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2016/1624 και (ΕΕ) 2017/2226 (ΕΕ L 236 της 19.9.2018, σ. 1).
(11) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/817 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου διαλειτουργικότητας μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ στον τομέα των συνόρων και θεωρήσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1726 και (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 135 της 22.5.2019, σ. 27).
(12) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου διαλειτουργικότητας μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, του ασύλου και της μετανάστευσης και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2018/1862 και (ΕΕ) 2019/816 (ΕΕ L 135 της 22.5.2019, σ. 85).
(13) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).
(14) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(15) Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).
(16) Κανονισμός (EE) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1052/2013 και (ΕΕ) 2016/1624 (ΕΕ L 295 της 14.11.2019, σ. 1).
(17) Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).
(18) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(19) Απόφαση αριθ. 1105/2011/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, περί του καταλόγου ταξιδιωτικών εγγράφων τα οποία επιτρέπουν στον κάτοχό τους να διέρχεται τα εξωτερικά σύνορα και τα οποία δύνανται να διαθέτουν θεώρηση και περί της δημιουργίας μηχανισμού για την κατάρτιση αυτού του καταλόγου (ΕΕ L 287 της 4.11.2011, σ. 9).
(20) Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).
(21) Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20).
(22) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.
(23) Απόφαση 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31).
(24) ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.
(25) Απόφαση 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για τη σύναψη εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 1).
(26) Απόφαση 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 50).
(27) ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.
(28) Απόφαση 2011/350/ΕE του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, όσον αφορά την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα και την κυκλοφορία των προσώπων (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 19).
(29) Απόφαση 2011/349/ΕΕ του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά ιδίως τη δικαστική συνεργασία σε ποινικά θέματα και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 1).
(30) Απόφαση (ΕΕ) 2017/1908 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και στη Ρουμανία (ΕΕ L 269 της 19.10.2017, σ. 39).
(31) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΠΊΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΊΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 2004/512/ΕΚ
Απόφαση 2004/512/ΕΚ |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 |
Άρθρο 2α |
Άρθρο 2 |
- |
Άρθρα 3 και 4 |
Άρθρο 45 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 49 |
Άρθρο 6 |
- |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΠΊΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΊΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 2008/633/ΔΕΥ
Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 3 |
Άρθρα 22ιβ και 22ιγ, άρθρο 45β |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 22ιδ |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 22ιε |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 22κ |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 22ιγ Άρθρο 22ιη |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 28 παράγραφος 5, άρθρο 31 παράγραφοι 4 και 5 και κεφάλαιο VI |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 36 |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 30 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 38 |
Άρθρο 15 |
- |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 22ιθ |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 50 |