EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32021L0514
Council Directive (EU) 2021/514 of 22 March 2021 amending Directive 2011/16/EU on administrative cooperation in the field of taxation
Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2021 για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας
Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2021 για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας
ST/12908/2020/INIT
OJ L 104, 25.3.2021, p. 1–26
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force
25.3.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 104/1 |
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2021/514 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 22ας Μαρτίου 2021
για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 113 και 115,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (3) τροποποιήθηκε επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια προκειμένου να συμπεριλάβει νέες πρωτοβουλίες της Ένωσης στον τομέα της φορολογικής διαφάνειας. Οι αλλαγές αυτές εισήγαγαν κυρίως την υποχρέωση υποβολής στοιχείων, ακολουθούμενη από κοινοποίηση σε άλλα κράτη μέλη, σχετικών με χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης, εκθέσεις ανά χώρα και δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις. Οι εν λόγω τροποποιήσεις επέκτειναν έτσι το πεδίο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών έχουν τώρα στη διάθεσή τους ευρύτερο σύνολο εργαλείων συνεργασίας, για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση μορφών φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. |
(2) |
Τα τελευταία χρόνια, η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/EE και το 2019 ολοκλήρωσε την αξιολόγησή της. Αν και έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις στον τομέα της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, υπάρχει ακόμη ανάγκη να βελτιωθούν οι διατάξεις που σχετίζονται με όλες τις μορφές ανταλλαγής πληροφοριών και διοικητικής συνεργασίας. |
(3) |
Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή οιανδήποτε πληροφορία διαθέτει ή η οποία περιέρχεται σε αυτήν ως αποτέλεσμα διοικητικών ερευνών και έχει εύλογη συνάφεια με την εφαρμογή και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά τους φόρους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των ανταλλαγών πληροφοριών και να αποφευχθεί η αδικαιολόγητη απόρριψη αιτημάτων, αλλά και για να παρασχεθεί ασφάλεια δικαίου τόσο για τις φορολογικές διοικήσεις όσο και για τους φορολογουμένους, θα πρέπει να καθοριστεί σαφώς και να κωδικοποιηθεί το διεθνώς συμπεφωνημένο πρότυπο της προβλέψιμης συνάφειας. |
(4) |
Ορισμένες φορές είναι αναγκαίο να εξετάζονται αιτήματα παροχής πληροφοριών οι οποίες αφορούν ομάδες φορολογουμένων που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν ατομικά και η εύλογη συνάφεια των ζητούμενων πληροφοριών μπορεί να περιγραφεί μόνον βάσει κοινού συνόλου χαρακτηριστικών. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός αυτό, οι φορολογικές διοικήσεις θα πρέπει να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν ομαδοποιημένα αιτήματα παροχής πληροφοριών βάσει σαφούς νομικού πλαισίου. |
(5) |
Είναι σημαντικό να ανταλλάσσουν τα κράτη μέλη μεταξύ τους πληροφορίες που σχετίζονται με εισόδημα προερχόμενο από διανοητική ιδιοκτησία, καθώς αυτός ο τομέας της οικονομίας είναι επιρρεπής σε συμφωνίες μετατόπισης κερδών λόγω της μεγάλης κινητικότητας των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων. Ως εκ τούτου, τα δικαιώματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου (4) θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις κατηγορίες εισοδήματος που υπόκεινται σε υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με σκοπό να ενισχυθεί η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλουν πάσα δυνατή και εύλογη προσπάθεια για να συμπεριλάβουν τον αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) των κατοίκων που έχει εκδοθεί από το κράτος μέλος κατοικίας στην κοινοποίηση των κατηγοριών εισοδήματος και κεφαλαίου που υπόκεινται σε υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών. |
(6) |
Η ψηφιοποίηση της οικονομίας αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Αυτό οδήγησε σε αυξανόμενο αριθμό σύνθετων καταστάσεων που συνδέονται με τη φορολογική απάτη, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή. Η διασυνοριακή διάσταση των υπηρεσιών που προσφέρονται μέσω της χρήσης φορέων εκμετάλλευσης πλατφορμών έχει δημιουργήσει ένα σύνθετο περιβάλλον όπου μπορεί να είναι δύσκολο να επιβληθούν φορολογικοί κανόνες και να διασφαλιστεί η φορολογική συμμόρφωση. Υφίσταται έλλειψη φορολογικής συμμόρφωσης και η αξία του αδήλωτου εισοδήματος είναι σημαντική. Οι φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών δεν διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες για την ορθή εκτίμηση και τον έλεγχο του ακαθάριστου εισοδήματος που αποκτάται στη χώρα τους από εμπορικές δραστηριότητες πραγματοποιούμενες με τη διαμεσολάβηση ψηφιακών πλατφορμών. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό όταν το εισόδημα ή το φορολογητέο ποσό διακινείται μέσω ψηφιακών πλατφορμών εγκατεστημένων σε άλλη δικαιοδοσία. |
(7) |
Οι φορολογικές διοικήσεις συχνά ζητούν πληροφορίες από φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές δαπάνες διαχείρισης και συμμόρφωσης για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Παράλληλα, ορισμένα κράτη μέλη έχουν επιβάλει μονομερή υποχρέωση υποβολής στοιχείων, η οποία δημιουργεί πρόσθετο διοικητικό κόστος για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας, καθώς οφείλουν να συμμορφώνονται με πολλά εθνικά πρότυπα υποβολής στοιχείων. Είναι επομένως απαραίτητο να εισαχθεί τυποποιημένη απαίτηση υποβολής στοιχείων η οποία θα εφαρμόζεται σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά. |
(8) |
Λαμβανομένου υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος ή των φορολογητέων ποσών των πωλητών σε ψηφιακές πλατφόρμες διακινείται διασυνοριακά, η υποβολή πληροφοριών που σχετίζονται με τη σχετική δραστηριότητα θα είχε επιπρόσθετα θετικά αποτελέσματα, εάν οι εν λόγω πληροφορίες κοινοποιούνταν και στα κράτη μέλη που είναι επιλέξιμα για τη φορολόγηση του αποκτηθέντος εισοδήματος. Συγκεκριμένα, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών έχει ζωτική σημασία προκειμένου οι εν λόγω φορολογικές αρχές να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που τους χρειάζονται για την ορθή εκτίμηση του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). |
(9) |
Για να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει οι κανόνες υποβολής στοιχείων να είναι αποτελεσματικοί και απλοί. Αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες στην ανίχνευση φορολογητέων πράξεων κατά τη διενέργεια εμπορικής δραστηριότητας που διευκολύνεται μέσω ψηφιακών πλατφορμών και λαμβανομένου επίσης υπόψη του πρόσθετου διοικητικού κόστους που θα αντιμετώπιζαν οι φορολογικές διοικήσεις σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι απαραίτητο να επιβληθεί υποχρέωση υποβολής στοιχείων στους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Οι φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας έχουν περισσότερες δυνατότητες να συλλέγουν και να επαληθεύουν τις απαραίτητες πληροφορίες για όλους τους πωλητές που δραστηριοποιούνται χρησιμοποιώντας συγκεκριμένη ψηφιακή πλατφόρμα. |
(10) |
Η υποχρέωση υποβολής στοιχείων θα πρέπει να καλύπτει τόσο τις διασυνοριακές όσο και τις μη διασυνοριακές δραστηριότητες, προκειμένου να διασφαλίζονται η αποτελεσματικότητα των κανόνων υποβολής στοιχείων, η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και η αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης. Επιπλέον, η κατ’ αυτόν τον τρόπο εφαρμογή των κανόνων υποβολής στοιχείων αναμένεται να μειώσει το διοικητικό κόστος της εκάστοτε ψηφιακής πλατφόρμας. |
(11) |
Λόγω της ευρείας χρήσης ψηφιακών πλατφορμών στη διενέργεια εμπορικών δραστηριοτήτων, τόσο από φυσικά πρόσωπα όσο και από οντότητες, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση υποβολής στοιχείων εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη νομική φύση του πωλητή. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί εξαίρεση για τις κρατικές οντότητες που δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση υποβολής στοιχείων. |
(12) |
Η δήλωση του εισοδήματος που αποκτάται μέσω τέτοιων δραστηριοτήτων θα πρέπει να παρέχει στις φορολογικές διοικήσεις πλήρεις πληροφορίες απαραίτητες για την ορθή εκτίμηση του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος. |
(13) |
Για λόγους απλούστευσης και περιορισμού των δαπανών συμμόρφωσης, θα ήταν εύλογο να απαιτείται από τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας να δηλώνουν το εισόδημα που έχουν αποκτήσει οι πωλητές μέσω της χρήσης της ψηφιακής πλατφόρμας σε ένα μόνο κράτος μέλος. |
(14) |
Δεδομένου του χαρακτήρα και της ευελιξίας των ψηφιακών πλατφορμών, η υποχρέωση υποβολής στοιχείων θα πρέπει να επεκτείνεται και στους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας που ασκούν εμπορική δραστηριότητα στην Ένωση, αλλά δεν έχουν τη φορολογική κατοικία, δεν έχουν συσταθεί ούτε έχουν διοικητική έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος μέλος («αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας»). Αυτό θα εξασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ όλων των ψηφιακών πλατφορμών και θα αποτρέψει τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Για να διευκολυνθεί η επίτευξη του στόχου αυτού, θα πρέπει να απαιτείται από τους αλλοδαπούς φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας να καταχωρίζονται και να υποβάλλουν στοιχεία σε ένα μόνο κράτος μέλος για την άσκηση δραστηριότητας στην εσωτερική αγορά. Μετά την ανάκληση καταχώρισης αλλοδαπού φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός φορέας εκμετάλλευσης πλατφόρμας υποχρεούται να παρέχει στο οικείο κράτος μέλος κατάλληλες εγγυήσεις, όπως ένορκες βεβαιώσεις ή καταθέσεις εγγύησης, κατά την επανακαταχώρισή τους στην Ένωση. |
(15) |
Ωστόσο, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μέτρα που θα μειώσουν το διοικητικό κόστος για τους αλλοδαπούς φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας και τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις, οι οποίες διασφαλίζουν την ανταλλαγή ισοδύναμων πληροφοριών μεταξύ μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης και ενός κράτους μέλους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα ήταν σκόπιμο να απαλλάσσονται οι φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας που υπέβαλλαν στοιχεία σε δικαιοδοσία εκτός Ένωσης από την υποχρέωση υποβολής στοιχείων σε κράτος μέλος, εφόσον οι πληροφορίες που λαμβάνει το κράτος μέλος σχετίζονται με τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και οι πληροφορίες είναι ισοδύναμες με τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με τους κανόνες υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Προκειμένου να προωθηθεί η διοικητική συνεργασία σε αυτόν τον τομέα με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης και αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ευελιξία στις διαπραγματεύσεις συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και δικαιοδοσιών εκτός Ένωσης, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιτρέπει σε εγκεκριμένο φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης να υποβάλλει μόνον ισοδύναμες πληροφορίες σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές στις φορολογικές αρχές δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα αποστέλλουν τις εν λόγω πληροφορίες στις φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών. Εάν κρίνεται σκόπιμο, ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει να ενεργοποιείται ώστε να αποτρέπεται η υποβολή και διαβίβαση ισοδύναμων πληροφοριών περισσότερες από μία φορές. |
(16) |
Δεδομένου ότι οι φορολογικές αρχές παγκοσμίως βρίσκονται αντιμέτωπες με τις προκλήσεις που συνδέονται με τη διαρκώς αναπτυσσόμενη οικονομία ψηφιακών πλατφορμών, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) ανέπτυξε Πρότυπους Κανόνες για την Υποβολή Στοιχείων από τους Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας όσον αφορά τους Πωλητές στην Οικονομία Διαμοιρασμού και στην Οικονομία Περιστασιακής Απασχόλησης («Πρότυποι Κανόνες»). Λόγω της συχνότητας των διασυνοριακών δραστηριοτήτων που ασκούνται από ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και από τους πωλητές που δραστηριοποιούνται σε αυτές, μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι οι δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης θα έχουν επαρκή κίνητρα για να ακολουθήσουν το εξέχον παράδειγμα της Ένωσης και να εφαρμόσουν τη συλλογή και την αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές σύμφωνα με τους Πρότυπους Κανόνες. Παρότι δεν ταυτίζονται με το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τους πωλητές σχετικά με τους οποίους πρέπει να υποβάλλονται πληροφορίες και τις ψηφιακές πλατφόρμες διά των οποίων πρέπει να υποβάλλονται οι πληροφορίες, οι Πρότυποι Κανόνες αναμένεται να προβλέπουν την υποβολή ισοδύναμων πληροφοριών αναφορικά με τις σχετικές δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τόσο της παρούσας οδηγίας όσο και των Πρότυπων Κανόνων, οι οποίοι μπορούν να επεκταθούν περαιτέρω ώστε να καλύψουν επιπλέον σχετικές δραστηριότητες. |
(17) |
Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Ειδικότερα, η Επιτροπή θα πρέπει να καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αν οι πληροφορίες που απαιτείται να ανταλλάσσονται βάσει συμφωνίας των αρμόδιων αρχών κράτους μέλους με δικαιοδοσία εκτός Ένωσης είναι ισοδύναμες με τις οριζόμενες στην παρούσα οδηγία. Επειδή η σύναψη συμφωνιών με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας εξακολουθεί να εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η δράση της Επιτροπής θα μπορούσε επίσης να ενεργοποιηθεί κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους. Η εν λόγω διοικητική διαδικασία θα πρέπει, χωρίς να μεταβάλλει το πεδίο εφαρμογής και τους όρους της παρούσας οδηγίας, να παρέχει ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τη συσχέτιση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία και από τυχόν συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών που ενδέχεται να έχουν τα κράτη μέλη με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο, κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να μπορεί επίσης να προσδιορίζεται η ισοδυναμία πριν από την προβλεπόμενη σύναψη τέτοιας συμφωνίας. Όταν η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών βασίζεται σε πολυμερή πράξη, η απόφαση σχετικά με την ισοδυναμία θα πρέπει να λαμβάνεται σε σχέση με το σύνολο του συναφούς πλαισίου που καλύπτει η εν λόγω πράξη. Ωστόσο, θα πρέπει να εξακολουθήσει να είναι δυνατή η λήψη της απόφασης σχετικά με την ισοδυναμία, κατά περίπτωση, σε σχέση με διμερή πράξη ή τη σχέση ανταλλαγής με μεμονωμένη δικαιοδοσία εκτός Ένωσης. |
(18) |
Για λόγους πρόληψης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, είναι σκόπιμο η υποβολή στοιχείων σχετικά με εμπορική δραστηριότητα να περιλαμβάνει τη μίσθωση ακίνητης περιουσίας, τις προσωπικές υπηρεσίες, την πώληση αγαθών και τη μίσθωση οποιουδήποτε μέσου μεταφοράς. Οι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από πωλητή που ενεργεί ως υπάλληλος του φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο της εν λόγω υποβολής στοιχείων. |
(19) |
Με στόχο τη μείωση των περιττών δαπανών συμμόρφωσης των πωλητών που ασχολούνται με την ενοικίαση ακινήτων, όπως οι αλυσίδες ξενοδοχείων ή οι ταξιδιωτικοί πράκτορες, θα πρέπει να υπάρχει κατώτατος αριθμός μισθωμάτων ανά καταχωρισμένο ακίνητο, υπεράνω του οποίου δεν θα ισχύει η υποχρέωση υποβολής στοιχείων. Εντούτοις, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος καταστρατήγησης των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων από διαμεσολαβητές που εμφανίζονται στις ψηφιακές πλατφόρμες ως μεμονωμένος πωλητής ενώ διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό μονάδων ακινήτων, θα πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλες διασφαλίσεις. |
(20) |
Ο στόχος της πρόληψης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής θα μπορούσε να διασφαλιστεί με τη θέσπιση απαίτησης για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφορμών να δηλώνουν το εισόδημα που έχει αποκτηθεί μέσω ψηφιακών πλατφορμών σε πρώιμο στάδιο, πριν οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών πραγματοποιήσουν τις ετήσιες φορολογικές εκτιμήσεις τους. Για να διευκολυνθεί το έργο των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, οι υποβληθείσες πληροφορίες θα πρέπει να ανταλλάσσονται εντός ενός μηνός από την υποβολή των στοιχείων. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και να ενισχυθεί η αποδοτική χρήση των πόρων, οι ανταλλαγές πληροφοριών θα πρέπει να γίνονται ηλεκτρονικά μέσω του υφιστάμενου κοινού δικτύου επικοινωνιών (CCN) που έχει αναπτύξει η Ένωση. |
(21) |
Όταν αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας υποβάλλουν ισοδύναμες πληροφορίες σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές στις αντίστοιχες φορολογικές αρχές δικαιοδοσιών εκτός Ένωσης, αναμένεται από τις φορολογικές αρχές των εν λόγω δικαιοδοσιών να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που δεν συμβαίνει αυτό, οι αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας θα πρέπει να υποχρεούνται σε καταχώριση και υποβολή στοιχείων στην Ένωση, τα δε κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν την τήρηση των υποχρεώσεων καταχώρισης και υποβολής στοιχείων των εν λόγω φορέων εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και θα πρέπει να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν την επιβολή τους. Ενώ η επιλογή των κυρώσεων εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Καθώς οι ψηφιακές πλατφόρμες έχουν συχνά ευρεία γεωγραφική εμβέλεια, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να επιδιώκουν να ενεργούν συντονισμένα για να επιβάλλουν την τήρηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις καταχώρισης και υποβολής στοιχείων που ισχύουν για τις ψηφιακές πλατφόρμες οι οποίες λειτουργούν από δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης, καθώς επίσης για να εμποδίζουν τη λειτουργία των ψηφιακών πλατφορμών εντός της Ένωσης ως έσχατη λύση. Εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει τον συντονισμό των συγκεκριμένων δράσεων των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενα μελλοντικά κοινά μέτρα για τις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και τις διαφορές στα πιθανά μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη. |
(22) |
Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι διατάξεις της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με την παρουσία υπαλλήλων ενός κράτους μέλους στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους και τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Συνεπώς, οι απαντήσεις σε αιτήματα για την παρουσία υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους θα πρέπει να παρέχονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που λαμβάνει την αίτηση εντός καθορισμένης προθεσμίας. Όταν υπάλληλοι ενός κράτους μέλους είναι παρόντες στο έδαφος άλλου κράτους μέλους κατά τη διάρκεια διοικητικής έρευνας ή συμμετέχουν σε διοικητική έρευνα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, θα πρέπει να υπόκεινται στις διαδικαστικές ρυθμίσεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα για να διενεργούν συνέντευξη με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους. |
(23) |
Κράτος μέλος που προτίθεται να διενεργήσει ταυτόχρονο έλεγχο θα πρέπει να υπόκειται στην απαίτηση κοινοποίησης της πρόθεσής του στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Για λόγους αποτελεσματικότητας και ασφάλειας δικαίου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους υποχρεούται να απαντήσει εντός καθορισμένης προθεσμίας. |
(24) |
Οι πολυμερείς έλεγχοι που διενεργήθηκαν με την υποστήριξη του προγράμματος Fiscalis 2020 που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) κατέδειξαν το όφελος των συντονισμένων ελέγχων ενός ή περισσοτέρων φορολογουμένων που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον για τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών. Οι εν λόγω κοινές δράσεις πραγματοποιούνται επί του παρόντος μόνο με βάση τη συνδυασμένη εφαρμογή των υφιστάμενων διατάξεων σχετικά με την παρουσία υπαλλήλων ενός κράτους μέλους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, η εν λόγω πρακτική κατέδειξε ότι απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις για τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου. |
(25) |
Είναι επομένως σκόπιμο να συμπληρωθεί η οδηγία 2011/16/ΕΕ με διατάξεις που διευκρινίζουν περαιτέρω το πλαίσιο και τις βασικές αρχές που θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών επιλέγουν να προσφύγουν στο μέσο του κοινού ελέγχου. Οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να αποτελούν επιπρόσθετο εργαλείο διαθέσιμο για τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της φορολογίας, το οποίο θα συμπληρώνει το υπάρχον πλαίσιο που προβλέπει τις δυνατότητες παρουσίας υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους σε διοικητικές υπηρεσίες, τη συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες καθώς και ταυτόχρονους ελέγχους. Οι κοινοί έλεγχοι θα έχουν τη μορφή διοικητικών ερευνών που διενεργούνται από κοινού από τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών και θα συνδέονται με ένα ή περισσότερα πρόσωπα που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον για τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών. Οι κοινοί έλεγχοι μπορούν να έχουν σημαντικό ρόλο συνεισφέροντας στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να είναι δομημένοι έτσι ώστε να παρέχουν ασφάλεια δικαίου στους φορολογούμενους μέσω σαφών διαδικαστικών κανόνων, μεταξύ άλλων μέτρων για τον μετριασμό του κινδύνου διπλής φορολογίας. |
(26) |
Με σκοπό τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου, οι διατάξεις της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά τους κοινούς ελέγχους θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν τις κύριες πτυχές περαιτέρω λεπτομερειών του εν λόγω εργαλείου, όπως τα καθορισμένα χρονικά περιθώρια απάντησης σε αίτημα κοινού ελέγχου, την έκταση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των υπαλλήλων που συμμετέχουν σε κοινό έλεγχο και τη διαδικασία που οδηγεί στην κατάρτιση τελικής έκθεσης κοινού ελέγχου. Οι εν λόγω διατάξεις σχετικά με τους κοινούς ελέγχους δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται σαν να προδικάζουν τυχόν διαδικασίες που θα διενεργούνταν σε κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο ως συνέπεια ή ως επακολούθηση του κοινού ελέγχου, όπως η επιβολή ή ο καθορισμός του φόρου με απόφαση των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, σχετική διαδικασία προσφυγής ή διακανονισμού ή τα ένδικα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι φορολογούμενοι στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η τελική έκθεση κοινού ελέγχου θα πρέπει να αποτυπώνει τις διαπιστώσεις επί των οποίων συμφώνησαν οι οικείες αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, οι οικείες αρμόδιες αρχές θα μπορούν επίσης να συμφωνήσουν ώστε η τελική έκθεση ενός κοινού ελέγχου να περιλαμβάνει τυχόν θέματα για τα οποία δεν κατέστη δυνατή η επίτευξη συμφωνίας. Οι αμοιβαίως συμφωνημένες διαπιστώσεις της τελικής έκθεσης ενός κοινού ελέγχου θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά τον κοινό έλεγχο. |
(27) |
Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και με συντονισμό και σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου. Στις απαιτήσεις αυτές μπορεί επίσης να περιλαμβάνεται η υποχρέωση να εξασφαλίζεται ότι οι υπάλληλοι ενός κράτους μέλους που συμμετείχαν στον κοινό έλεγχο σε άλλο κράτος μέλος συμμετέχουν επίσης, εφόσον απαιτείται, σε οποιαδήποτε διαδικασία καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής στο εν λόγω κράτος μέλος. |
(28) |
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, όταν είναι παρόντες σε δραστηριότητες που εκτελούνται σε διαφορετικό κράτος μέλος, θα πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τους νόμους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Ταυτόχρονα, οι υπάλληλοι άλλου κράτους μέλους, ενώ τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου, δεν θα πρέπει να ασκούν εξουσίες που θα υπερέβαιναν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους. |
(29) |
Ενώ στόχος των διατάξεων για τους κοινούς ελέγχους είναι να παράσχουν ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αντίθετη προς τους καθιερωμένους κανόνες συνεργασίας των κρατών μελών σε δικαστικά θέματα. |
(30) |
Είναι καταρχήν σημαντικό, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται βάσει της οδηγίας 2011/16/ΕΕ να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό, την εφαρμογή και την επιβολή φόρων που καλύπτονται από το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Παρότι δεν είχαν μέχρι στιγμής αποκλειστεί, έχουν προκύψει αβεβαιότητες ως προς τη χρήση των πληροφοριών λόγω ασάφειας του πλαισίου. Επομένως, και λαμβανομένης υπόψη της σημασίας που έχει ο ΦΠΑ για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ των κρατών μελών μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό, την εφαρμογή και την επιβολή του ΦΠΑ και άλλων έμμεσων φόρων. |
(31) |
Κράτος μέλος που διαβιβάζει πληροφορίες σε άλλο κράτος μέλος για φορολογικούς σκοπούς θα πρέπει να επιτρέπει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών για άλλους σκοπούς, εφόσον αυτό επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο και των δύο κρατών μελών. Ένα κράτος μέλος μπορεί να το πράξει είτε επιτρέποντας τη διαφορετική χρήση κατόπιν υποχρεωτικού αιτήματος του άλλου κράτους μέλους είτε κοινοποιώντας σε όλα τα κράτη μέλη κατάλογο επιτρεπόμενων άλλων σκοπών. |
(32) |
Για λόγους συνδρομής προς τις φορολογικές διοικήσεις που συμμετέχουν στην ανταλλαγή πληροφοριών βάσει της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, θα πρέπει να εκπονήσουν πρακτικές ρυθμίσεις, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, συμφωνία κοινού υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων, συμφωνία εκτελούντος την επεξεργασία δεδομένων–υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων ή συναφή υποδείγματα. Μόνο πρόσωπα δεόντως διαπιστευμένα από την Αρχή Διαπίστευσης Ασφαλείας της Επιτροπής μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ και παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα χρησιμοποιώντας το CCN και μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την επιμέλεια, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του κεντρικού ευρετηρίου διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας και του CCN. Η Επιτροπή είναι επίσης υπεύθυνη για την ασφάλεια του κεντρικού ευρετηρίου διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας και του CCN. |
(33) |
Για την πρόληψη των παραβιάσεων δεδομένων και τον περιορισμό των δυνητικών ζημιών, είναι εξαιρετικά σημαντικό να βελτιωθεί η ασφάλεια όλων των δεδομένων που ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να συμπληρωθεί η εν λόγω οδηγία με κανόνες σχετικά με τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων σε κράτος μέλος, καθώς και στις περιπτώσεις όπου η παραβίαση συμβαίνει στο CCN. Λόγω της ευαίσθητης φύσεως των δεδομένων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο παραβίασης δεδομένων, θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθούν μέτρα όπως το αίτημα αναστολής της ανταλλαγής πληροφοριών με το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου συνέβη η παραβίαση των δεδομένων ή η αναστολή της πρόσβασης στο CCN σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη έως ότου διορθωθεί η παραβίαση των δεδομένων. Λόγω της τεχνικής φύσεως των διαδικασιών που σχετίζονται με την ανταλλαγή δεδομένων, τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, θα πρέπει να συμφωνήσουν τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη μελλοντικών παραβιάσεων δεδομένων. |
(34) |
Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/ΕΕ και, ιδίως, για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή να εγκρίνει τυποποιημένο έντυπο με περιορισμένο αριθμό στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011. |
(35) |
Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). |
(36) |
Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ θα πρέπει να εξακολουθήσει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725. Η επεξεργασία δεδομένων καθορίζεται στην οδηγία 2011/16/ΕΕ με αποκλειστική επιδίωξη την εξυπηρέτηση του γενικού δημόσιου συμφέροντος και, συγκεκριμένα, των φορολογικών θεμάτων και των σκοπών της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, της διασφάλισης των φορολογικών εσόδων και της προώθησης της δίκαιης φορολόγησης, οι οποίες ενισχύουν τις ευκαιρίες κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ένταξης στα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου οι παραπομπές της οδηγίας 2011/16/ΕΕ στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να επικαιροποιηθούν και να επεκταθούν στους κανόνες που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία. Αυτό είναι ιδίως σημαντικό για την κατοχύρωση ασφάλειας δικαίου για τους υπευθύνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία δεδομένων κατά την έννοια των κανονισμών (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. |
(37) |
Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία επιδιώκει να εξασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της επιχειρηματικής ελευθερίας. |
(38) |
Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η αποτελεσματική διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών κατά τρόπο συμβατό με την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη διότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων απαιτεί ενιαίους κανόνες που μπορούν να είναι αποτελεσματικοί σε διασυνοριακές καταστάσεις αλλά μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. |
(39) |
Η οδηγία 2011/16/ΕΕ θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η οδηγία 2011/16/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:
1) |
το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 5a Εύλογη συνάφεια 1. Για τους σκοπούς αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι ζητούμενες πληροφορίες είναι εύλογα συναφείς όταν κατά τον χρόνο υποβολής του αιτήματος, η αιτούσα αρχή θεωρεί ότι, σύμφωνα με την εθνική της νομοθεσία, υπάρχει εύλογη πιθανότητα οι ζητούμενες πληροφορίες να είναι συναφείς με τις φορολογικές υποθέσεις ενός ή περισσοτέρων φορολογουμένων, είτε προσδιορίζονται ονομαστικά είτε όχι, και να δικαιολογούνται για τους σκοπούς της έρευνας. 2. Προκειμένου να αποδειχθεί η εύλογη συνάφεια των ζητούμενων πληροφοριών, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα αρχή:
3. Όταν ένα αίτημα που αναφέρεται στο άρθρο 5, αφορά ομάδα φορολογουμένων που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν ατομικά, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα αρχή:
|
3) |
το άρθρο 6 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Το αίτημα το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 5 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα για τη διενέργεια διοικητικής έρευνας. Εάν η λαμβάνουσα αρχή θεωρεί ότι δεν είναι αναγκαία η διενέργεια διοικητικής έρευνας, αιτιολογεί αμέσως την άποψη αυτή στην αιτούσα αρχή.»· |
4) |
το άρθρο 7 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Η λαμβάνουσα αρχή παρέχει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5 το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή δεν είναι σε θέση να απαντήσει στο αίτημα εμπροθέσμως, ενημερώνει την αιτούσα αρχή αμέσως και εν πάση περιπτώσει εντός τριών μηνών από την παραλαβή του αιτήματος για τους λόγους της καθυστερημένης απάντησης και για την ημερομηνία έως την οποία θεωρεί ότι ενδεχομένως θα είναι σε θέση να απαντήσει. Η προθεσμία δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή διαθέτει ήδη τις πληροφορίες αυτές, οι πληροφορίες διαβιβάζονται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία αυτήν.»· |
5) |
στο άρθρο 7 διαγράφεται η παράγραφος 5· |
6) |
το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:
|
7) |
το άρθρο 8α τροποποιείται ως εξής:
|
8) |
παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 8αγ Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις της υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που υποβάλλονται από Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας 1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να υποχρεούνται οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και να πληρούν τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στα τμήματα II και III του παραρτήματος V. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει επίσης την αποτελεσματική εφαρμογή αυτών των μέτρων και τη συμμόρφωση με αυτούς βάσει του τμήματος IV του παραρτήματος V. 2. Σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που περιλαμβάνονται στα τμήματα II και ΙΙΙ του παραρτήματος V, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους όπου έλαβε χώρα η υποβολή στοιχείων σύμφωνα με την παράγραφο 1, κοινοποιεί, μέσω αυτόματης ανταλλαγής και εντός της προθεσμίας της παραγράφου 3, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου ο Δηλωτέος Πωλητής είναι κάτοικος, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα II ενότητα Δ και, όταν ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, σε κάθε περίπτωση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η ακίνητη περιουσία, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε Δηλωτέο Πωλητή:
Όταν ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακινήτων, κοινοποιούνται οι ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:
3. Η κοινοποίηση βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με χρήση του τυποποιημένου ηλεκτρονικού μορφότυπου που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 4 εντός δύο μηνών από τη λήξη της Περιόδου Αναφοράς που αφορούν οι εφαρμοστέες απαιτήσεις υποβολής στοιχείων του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας. Οι πρώτες πληροφορίες κοινοποιούνται για τις Περιόδους Αναφοράς από την 1η Ιανουαρίου 2023. 4. Προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τους αναγκαίους κανόνες που θα υποχρεώνουν τους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) να καταχωρίζονται στην Ένωση. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης χορηγεί ατομικό αριθμό ταυτοποίησης στους εν λόγω Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σύμφωνα με τους οποίους οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορούν να επιλέξουν να καταχωριστούν από την αρμόδια αρχή ενός μόνο κράτους μέλους σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να υποχρεούται ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β), του οποίου η καταχώριση έχει ανακληθεί σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 7, να έχει μόνη δυνατότητα να επανακαταχωρίζεται, εφόσον παρέχει στις αρχές του οικείου κράτους μέλους τις δέουσες εγγυήσεις όσον αφορά τις δεσμεύσεις του να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων εντός της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων εκκρεμών ανεκπλήρωτων απαιτήσεων υποβολής στοιχείων. Η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την καταχώριση και την ταυτοποίηση των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2. 5. Όταν Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρείται Εξαιρούμενος Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο παρασχέθηκε η απόδειξη σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα I ενότητα A παράγραφος 3 πληροφορεί σχετικά τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, καθώς και σχετικά με τυχόν επακόλουθες αλλαγές. 6. Η Επιτροπή καταρτίζει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, κεντρικό μητρώο στο οποίο καταχωρίζονται οι πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και να κοινοποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 2. Το εν λόγω κεντρικό μητρώο είναι διαθέσιμο στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών. 7. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, αν οι πληροφορίες που απαιτείται να ανταλλάσσονται αυτόματα βάσει συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών του οικείου κράτους μέλους και μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης είναι, κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 7, ισοδύναμες με τις καθοριζόμενες στο παράρτημα V τμήμα III ενότητα Β. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2. Το κράτος μέλος που ζητεί το μέτρο του πρώτου εδαφίου αποστέλλει αιτιολογημένο αίτημα στην Επιτροπή. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν έχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκτίμηση του αιτήματος, έρχεται σε επαφή με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εντός δύο μηνών από την παραλαβή του αιτήματος και προσδιορίζει ποιες πρόσθετες πληροφορίες απαιτούνται. Αφού η Επιτροπή συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες που κρίνει απαραίτητες, ενημερώνει εντός ενός μηνός το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα και υποβάλλει τις σχετικές πληροφορίες στην επιτροπή του άρθρου 26 παράγραφος 2. Όταν ενεργεί με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, μόνον αφού κράτος μέλος έχει συνάψει συμφωνία αρμόδιων αρχών με δικαιοδοσία εκτός Ένωσης, η οποία απαιτεί την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με πωλητές που αποκτούν εισόδημα από δραστηριότητες διευκολυνόμενες από Πλατφόρμες. Κατά τον καθορισμό τού αν οι πληροφορίες είναι ισοδύναμες, κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, έναντι Σχετικής Δραστηριότητας, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τον βαθμό στον οποίο το καθεστώς, επί του οποίου βασίζονται οι πληροφορίες αυτές, αντιστοιχεί στο καθεστώς που καθορίζεται στο παράρτημα V, ιδίως όσον αφορά:
Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται για να διαπιστωθεί αν οι πληροφορίες δεν είναι πλέον ισοδύναμες.»· |
9) |
το άρθρο 8β τροποποιείται ως εξής:
|
10) |
το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:
|
11) |
το άρθρο 12 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αποφασίζει αν επιθυμεί να λάβει μέρος σε ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους επιβεβαιώνει στην αρχή η οποία πρότεινε τη διεξαγωγή ταυτόχρονου ελέγχου τη συμφωνία της ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη άρνησή της εντός 60 ημερών από τη λήψη της πρότασης.»· |
12) |
παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα: «ΤΜΗΜΑ Iια Κοινοί έλεγχοι Άρθρο 12a Κοινοί έλεγχοι 1. Η αρμόδια αρχή ενός ή περισσότερων κρατών μελών μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους (ή άλλων κρατών μελών) τη διενέργεια κοινού ελέγχου. Οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές απαντούν στο αίτημα για κοινό έλεγχο εντός 60 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές μπορούν να απορρίψουν αίτημα για τη διενέργεια κοινού ελέγχου από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους εφόσον δικαιολογηθεί. 2. Οι κοινοί έλεγχοι διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και με συντονισμό, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος κράτους μέλους και σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου, η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους διορίζει εκπρόσωπο ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εποπτεία και τον συντονισμό του κοινού ελέγχου στο εν λόγω κράτος μέλος. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων των κρατών μελών που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, όταν είναι παρόντες σε δραστηριότητες που εκτελούνται σε διαφορετικό κράτος μέλος, καθορίζονται σύμφωνα με τους νόμους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι εν λόγω δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Οι υπάλληλοι άλλου κράτους μέλους, ενώ τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου, δεν ασκούν εξουσίες που θα υπερέβαιναν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους. 3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου:
4. Όταν οι αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών διενεργούν κοινό έλεγχο, επιδιώκουν να συμφωνήσουν για τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αφορούν τον κοινό έλεγχο και επιδιώκουν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη φορολογική κατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου ή των ελεγχόμενων προσώπων βάσει των αποτελεσμάτων του κοινού ελέγχου. Οι διαπιστώσεις του κοινού ελέγχου ενσωματώνονται σε τελική έκθεση. Τα θέματα επί των οποίων συμφωνούν οι αρμόδιες αρχές αποτυπώνονται στην τελική έκθεση και λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά τον κοινό έλεγχο. Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, οι πράξεις των αρμόδιων αρχών κράτους μέλους ή των υπαλλήλων του μετά από κοινό έλεγχο και ενδεχόμενες περαιτέρω διαδικασίες που διεξάγονται στο εν λόγω κράτος μέλος, όπως απόφαση φορολογικών αρχών, σχετική διαδικασία προσφυγής ή διακανονισμού, πραγματοποιούνται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. 5. Το ελεγχόμενο πρόσωπο ή τα ελεγχόμενα πρόσωπα ενημερώνονται για το αποτέλεσμα του κοινού ελέγχου, συνοδευόμενο από αντίγραφο της τελικής έκθεσης, εντός 60 ημερών από την εκπόνηση της τελικής έκθεσης.»· |
13) |
το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:
|
14) |
Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:
|
15) |
στο άρθρο 21, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «7. Η Επιτροπή αναπτύσσει και παρέχει υλικοτεχνική υποστήριξη για να υπάρχει ασφαλής κεντρική διεπαφή για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη επικοινωνούν με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 3. Οι αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών έχουν πρόσβαση στην εν λόγω διεπαφή. Για τους σκοπούς της συλλογής στατιστικών στοιχείων, η Επιτροπή έχει πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις ανταλλαγές που καταχωρίζονται στη διεπαφή και οι οποίες μπορούν να εξαχθούν αυτόματα. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση μόνο σε ανώνυμα και συγκεντρωτικά δεδομένα. Η πρόσβαση από την Επιτροπή δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να παρέχουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4. Η Επιτροπή καθορίζει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.»· |
16) |
το άρθρο 22 παράγραφος 1α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1α. Για τους σκοπούς της εφαρμογής και επιβολής των νομοθεσιών των κρατών μελών που θέτουν σε ισχύ την παρούσα οδηγία και για να διασφαλιστεί η λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας που θεσπίζει, τα κράτη μέλη προβλέπουν στη νομοθεσία τους την πρόσβαση των φορολογικών αρχών στους μηχανισμούς, τις διαδικασίες, τα έγγραφα και τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 13, 30, 31, 32α και 40 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1). (*1) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).»" |
17) |
το άρθρο 23α παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στην Επιτροπή από κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 23, καθώς και οιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο συντάσσεται από την Επιτροπή με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να διαβιβάζονται σε άλλα κράτη μέλη. Οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες καλύπτονται από την υποχρέωση υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε. Οι εκθέσεις και τα έγγραφα που συντάσσονται από την Επιτροπή και αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη μόνον για λόγους ανάλυσης και δεν δημοσιοποιούνται ούτε καθίστανται διαθέσιμα σε οιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα χωρίς τη ρητή συμφωνία της Επιτροπής. Παρά τα οριζόμενα στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύει ετησίως ανωνυμοποιημένες περιλήψεις των στατιστικών στοιχείων που της κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4.»· |
18) |
το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 25 Προστασία Δεδομένων 1. Όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας υπόκεινται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2). Ωστόσο, τα κράτη μέλη, για τον σκοπό της ορθής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 13, του άρθρου 14 παράγραφος 1 και του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 κατά τον απαιτούμενο βαθμό προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού. 2. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) ισχύει για κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. Ωστόσο, για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η έκταση των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15, του άρθρου 16 παράγραφος 1 και των άρθρων 17 έως 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 περιορίζεται κατά τον απαιτούμενο βαθμό προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού. 3. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, οι ενδιάμεσοι, οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων όταν, ενεργώντας μεμονωμένα ή από κοινού, καθορίζουν τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. 4. Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι κάθε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή ο ενδιάμεσος ή ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, ανάλογα με την περίπτωση, που υπάγεται στη δικαιοδοσία του:
Παρά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), κάθε κράτος μέλος θεσπίζει κανόνες που υποχρεώνουν τους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να ενημερώνουν τους Δηλωτέους Πωλητές για το δηλωθέν Αντίτιμο. 5. Οι πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών της παρούσας οδηγίας και, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους εγχώριους κανόνες περί παραγραφής κάθε υπευθύνου επεξεργασίας. 6. Το κράτος μέλος, στο οποίο σημειώθηκε παραβίαση δεδομένων, αναφέρει την παραβίαση δεδομένων και κάθε επακόλουθη διορθωτική ενέργεια στην Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση. Η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί όλα τα κράτη μέλη σχετικά με την παραβίαση δεδομένων που της έχει αναφερθεί ή την οποία γνωρίζει και σχετικά με ενδεχόμενα διορθωτικά μέτρα. Κάθε κράτος μέλος δύναται να αναστείλει την ανταλλαγή πληροφοριών με το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου σημειώθηκε η παραβίαση δεδομένων, ειδοποιώντας γραπτώς την Επιτροπή και το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Η αναστολή έχει άμεση ισχύ. Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου σημειώθηκε η παραβίαση δεδομένων ερευνούν, περιορίζουν και διορθώνουν την παραβίαση δεδομένων και, ενημερώνοντας εγγράφως την Επιτροπή, ζητούν την αναστολή της πρόσβασης στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας„ εάν η παραβίαση των δεδομένων δεν μπορεί να περιοριστεί αμέσως και καταλλήλως. Κατόπιν τέτοιου αιτήματος, η Επιτροπή αναστέλλει την πρόσβαση του εν λόγω κράτους μέλους ή των εν λόγω κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Μετά την αναφορά από το κράτος μέλος στο οποίο έλαβε χώρα η παραβίαση δεδομένων σχετικά με τη διόρθωση της παραβίασης δεδομένων, η Επιτροπή επαναφέρει την πρόσβαση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή των ενδιαφερόμενων κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ζητήσουν από την Επιτροπή από κοινού επαλήθευση του αν ήταν επιτυχής η αποκατάσταση της παραβίασης δεδομένων, η Επιτροπή επαναφέρει την πρόσβαση του εν λόγω κράτους μέλους ή των εν λόγω κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας μετά την επαλήθευση. Σε περίπτωση που σημειωθεί παραβίαση δεδομένων στο κεντρικό ευρετήριο ή στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και εάν ενδέχεται να θιγούν οι ανταλλαγές των κρατών μελών μέσω του CCN, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την παραβίαση των δεδομένων και τυχόν διορθωτικά μέτρα που ελήφθησαν χωρίς άσκοπη καθυστέρηση. Στα διορθωτικά μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνεται η αναστολή της πρόσβασης στο κεντρικό ευρετήριο ή στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας έως ότου διορθωθεί η παραβίαση των δεδομένων. 7. Τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, συμφωνούν επί των πρακτικών ρυθμίσεων που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών διαχείρισης παραβιάσεων δεδομένων που ευθυγραμμίζονται με διεθνώς αναγνωρισμένες ορθές πρακτικές και, κατά περίπτωση, με συμφωνία κοινού υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων, συμφωνία εκτελούντος την επεξεργασία δεδομένων – υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων ή συναφή υποδείγματα. (*2) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1)." (*3) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»·" |
19) |
το άρθρο 25α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 25α Κυρώσεις Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και όσον αφορά το άρθρο 8αα, το άρθρο 8αβ και το άρθρο 8αγ, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.»· |
20) |
προστίθεται το παράρτημα V, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας. |
Άρθρο 2
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.
Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2023.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 1 σημείο 1 στοιχείο δ) της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το άρθρο 3 σημείο 26 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ) και με το άρθρο 1 σημείο 12) της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το τμήμα IΙα της οδηγίας 2011/16/ΕΕ. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.
Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2024, το αργότερο.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
3. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2021.
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
M. do C. ANTUNES
(1) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(2) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(3) Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(4) Οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 49).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος δράσης για τη βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την περίοδο 2014-2020 (Fiscalis 2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1482/2007/ΕΚ (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 25).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(8) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ, ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ, ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΦΟΡΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ
Στο παρόν παράρτημα ορίζονται οι διαδικασίες δέουσας επιμέλειας, οι απαιτήσεις υποβολής στοιχείων και άλλοι κανόνες που πρέπει να εφαρμόζουν οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας προκειμένου τα κράτη μέλη να μπορούν να κοινοποιούν, μέσω αυτόματης ανταλλαγής, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8αγ της παρούσας οδηγίας.
Επίσης, στο παρόν παράρτημα ορίζονται οι κανόνες και οι διοικητικές διαδικασίες που πρέπει να διαθέτουν τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που ορίζονται σε αυτό, καθώς και η συμμόρφωση προς αυτές.
ΤΜΗΜΑ I
ΟΡΙΣΜΟΙ
Οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την έννοια που ορίζεται κάτωθι:
Α. |
Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας
|
Β. |
Δηλωτέοι Πωλητές
|
Γ. |
Λοιποί ορισμοί
|
ΤΜΗΜΑ II
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ
Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Πωλητών.
Α. |
Πωλητές που δεν υπόκεινται σε έλεγχο Προκειμένου να διαπιστώσει εάν ένας Πωλητής που είναι Οντότητα μπορεί να θεωρηθεί Εξαιρούμενος Πωλητής όπως περιγράφεται στο τμήμα I ενότητα Β παράγραφος 4 στοιχεία α) και β), ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασιστεί σε δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες ή σε επιβεβαίωση από τον Πωλητή που είναι Οντότητα. Προκειμένου να διαπιστώσει εάν ένας Πωλητής μπορεί να θεωρηθεί Εξαιρούμενος Πωλητής όπως περιγράφεται στο τμήμα I ενότητα Β παράγραφος 4 στοιχεία γ) και δ), ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασιστεί στα διαθέσιμα αρχεία του. |
Β. |
Συλλογή των στοιχείων του Πωλητή
|
Γ. |
Επαλήθευση των στοιχείων του Πωλητή
|
Δ. |
Προσδιορισμός του κράτους μέλους ή των κρατών μελών κατοικίας του Πωλητή για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας
|
Ε. |
Συλλογή στοιχείων για μισθωμένη ακίνητη περιουσία Στην περίπτωση που Πωλητής διεξάγει Σχετική Δραστηριότητα η οποία περιλαμβάνει τη μίσθωση ακινήτων, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει τη διεύθυνση κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου και, εάν έχει χορηγηθεί, τον αντίστοιχο αριθμό κτηματολογίου ή τον ισοδύναμό του βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου βρίσκεται. Στην περίπτωση που Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας διευκόλυνε περισσότερες από 2 000 Σχετικές Δραστηριότητες μέσω της μίσθωσης Καταχωρισμένου Ακινήτου για τον ίδιο Πωλητή ο οποίος είναι Οντότητα, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει δικαιολογητικά έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες ότι το Καταχωρισμένο Ακίνητο ανήκει στον ίδιο ιδιοκτήτη. |
ΣΤ. |
Χρονοδιάγραμμα και εγκυρότητα των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας
|
Ζ. |
Εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας μόνο σε Ενεργούς Πωλητές Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να επιλέξει να ολοκληρώσει τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τις ενότητες Α έως ΣΤ μόνο για τους Ενεργούς Πωλητές. |
Η. |
Ολοκλήρωση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας από τρίτους
|
ΤΜΗΜΑ III
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
Α. |
Χρονοδιάγραμμα και τρόπος υποβολής στοιχείων
|
Β. |
Στοιχεία προς υποβολή Κάθε Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες:
|
ΤΜΗΜΑ IV
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Σύμφωνα με το άρθρο 8αγ, τα κράτη μέλη διαθέτουν κανόνες και διοικητικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στα τμήματα II και ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος και η συμμόρφωση προς αυτές.
Α. |
Κανόνες για την επιβολή των απαιτήσεων συλλογής και επαλήθευσης που ορίζονται στο τμήμα II
|
Β. |
Κανόνες που επιβάλλουν στους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας την υποχρέωση να τηρούν αρχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν και τυχόν πληροφορίες στις οποίες βασίζονται για την τήρηση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων, καθώς και κατάλληλα μέτρα για την πρόσβαση στα αρχεία αυτά
|
Γ. |
Διοικητικές διαδικασίες για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διοικητικές διαδικασίες για να εξακριβώνουν αν οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συμμορφώνονται με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στα τμήματα II και ΙΙΙ. |
Δ. |
Διοικητικές διαδικασίες για επακόλουθες ενέργειες έναντι Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, όταν υποβάλλονται ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία Τα κράτη μέλη καθορίζουν διαδικασίες για επακόλουθες ενέργειες έναντι των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, σε περίπτωση που τα υποβληθέντα στοιχεία είναι ελλιπή ή ανακριβή. |
Ε. |
Διοικητική διαδικασία για την επιλογή ενός μόνου κράτους μέλους για την υποβολή στοιχείων Εάν ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο α) πληροί οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες προϋποθέσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, επιλέγει ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του για υποβολή στοιχείων σύμφωνα με το τμήμα III. Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας γνωστοποιεί την επιλογή του σε όλες τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών. |
ΣΤ. |
Διοικητική διαδικασία για μία μόνο καταχώριση ενός Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας
|
(*1) Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).”