Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32020R1304

    Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/1304 της Επιτροπής της 14ης Ιουλίου 2020 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ελάχιστα προς αξιολόγηση από την ΕΑΚΑΑ στοιχεία κατά την αξιολόγηση αιτημάτων κεντρικών αντισυμβαλλόμενων τρίτων χωρών για συγκρίσιμη συμμόρφωση, καθώς και τους τρόπους και τους όρους διενέργειας της εν λόγω αξιολόγησης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    C/2020/4895

    ΕΕ L 305 της 21.9.2020, p. 13–26 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2020/1304/oj

    21.9.2020   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 305/13


    ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1304 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 14ης Ιουλίου 2020

    για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ελάχιστα προς αξιολόγηση από την ΕΑΚΑΑ στοιχεία κατά την αξιολόγηση αιτημάτων κεντρικών αντισυμβαλλόμενων τρίτων χωρών για συγκρίσιμη συμμόρφωση, καθώς και τους τρόπους και τους όρους διενέργειας της εν λόγω αξιολόγησης

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25α παράγραφος 3,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Σύμφωνα με το άρθρο 25α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας που είναι ή είναι πιθανόν να καταστεί συστημικά σημαντικός για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων κρατών μελών της (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2) μπορεί να υποβάλει αίτημα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) ώστε η τελευταία να αξιολογήσει κατά πόσον κατά τη συμμόρφωσή του με το εφαρμοστέο πλαίσιο τρίτης χώρας, ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να θεωρηθεί ότι πληροί τις απαιτήσεις συμμόρφωσης που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (συγκρίσιμη συμμόρφωση), και να εκδώσει ανάλογη απόφαση.

    (2)

    Η συγκρίσιμη συμμόρφωση διαφυλάσσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και διασφαλίζει ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 και των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση, ενώ παράλληλα μειώνει τη διοικητική και ρυθμιστική επιβάρυνση για τους εν λόγω κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2. Ως εκ τούτου, κατά την αξιολόγηση της συγκρίσιμης συμμόρφωσης θα πρέπει να επαληθεύεται κατά πόσον η συμμόρφωση του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου κατηγορίας 2 με το πλαίσιο της τρίτης χώρας καλύπτει αποτελεσματικά τη συμμόρφωση με οποιαδήποτε ή όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία που πρέπει να αξιολογούνται από την ΕΑΚΑΑ κατά την αξιολόγηση του αιτήματος κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2 για συγκρίσιμη συμμόρφωση. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω αξιολόγησης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τη συμμόρφωση του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου με απαιτήσεις προβλεπόμενες σε κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις που εξειδικεύουν περαιτέρω τα εν λόγω στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που σχετίζονται με τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας, τους ελέγχους κινδύνου ρευστότητας και τις απαιτήσεις παροχής ασφάλειας.

    (3)

    Η ΕΑΚΑΑ, κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον η συμμόρφωση με το εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας καλύπτει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μπορεί επίσης να συνεκτιμά τις συστάσεις της Επιτροπής Πληρωμών και Υποδομών της Αγοράς (CPMI) και του Διεθνούς Οργανισμού Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO).

    (4)

    Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διενεργεί αναλυτική αξιολόγηση για να καθορίζει αν θα χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση με τον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2. Η πιθανή άρνηση της συγκρίσιμης συμμόρφωσης όσον αφορά τον εν λόγω τίτλο IV ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην αξιολόγηση ισοδυναμίας που διενεργείται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού. Συνεπώς, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να ενημερώνει την Επιτροπή στις περιπτώσεις που σκοπεύει να μην χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τον εν λόγω τίτλο.

    (5)

    Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας δυνάμει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι εν λόγω ρυθμίσεις συνιστούν άμεση σύνδεση, και ως εκ τούτου άμεσο δίαυλο μετάδοσης, με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο στην Ένωση. Για ρυθμίσεις αυτού του είδους, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διενεργεί αναλυτική αξιολόγηση ώστε να προσδιορίζει αν θα χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση με τον τίτλο V του εν λόγω κανονισμού. Ρύθμιση διαλειτουργικότητας μεταξύ κεντρικού αντισυμβαλλόμενου κατηγορίας 2 και άλλου κεντρικού αντισυμβαλλόμενου τρίτης χώρας δεν συνιστά άμεση σύνδεση με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο στην Ένωση, αλλά ενδέχεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να λειτουργεί ως έμμεσος δίαυλος μετάδοσης. Για ρυθμίσεις αυτού του είδους, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διενεργεί αναλυτική αξιολόγηση μόνο στις περιπτώσεις που αυτό δικαιολογείται από τον αντίκτυπο της εν λόγω ρύθμισης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων κρατών μελών της.

    (6)

    Εφόσον ένας από τους στόχους της συγκρίσιμης συμμόρφωσης είναι η μείωση της διοικητικής και ρυθμιστικής επιβάρυνσης για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, δεν θα πρέπει να υπάρχει άρνηση της συγκρίσιμης συμμόρφωσης μόνον επειδή ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 εφαρμόζει, δυνάμει του εφαρμοστέου πλαισίου της τρίτης χώρας, εξαιρέσεις που είναι συγκρίσιμες με τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Κατά την αξιολόγηση της συγκρίσιμης συμμόρφωσης θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός στον οποίο η μη χορήγησή της ενδέχεται να οδηγήσει σε αδυναμία του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου κατηγορίας 2 να συμμορφώνεται ταυτόχρονα τόσο με τις ενωσιακές απαιτήσεις όσο και με τις απαιτήσεις της τρίτης χώρας.

    (7)

    Η απόφαση της ΕΑΚΑΑ για το αν θα χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση θα πρέπει να βασίζεται στην αξιολόγηση που διενεργείται κατά τον χρόνο έκδοσης της εν λόγω απόφασης. Για να προβεί η ΕΑΚΑΑ σε εκ νέου αξιολόγηση της απόφασής της όποτε προκύπτουν συναφείς εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στους οικείους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 θα πρέπει να γνωστοποιεί στην ΕΑΚΑΑ τις εν λόγω εξελίξεις.

    (8)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/2099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), βάσει του οποίου παρεμβλήθηκε το άρθρο 25α στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, άρχισε να εφαρμόζεται την 1η Ιανουαρίου 2020. Για να διασφαλιστεί ότι το εν λόγω άρθρο εφαρμόζεται πλήρως, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Διαδικασία υποβολής αιτήματος για συγκρίσιμη συμμόρφωση

    1.   Το αιτιολογημένο αίτημα που αναφέρεται στο άρθρο 25α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 υποβάλλεται είτε εντός της προθεσμίας που ορίζει η ΕΑΚΑΑ στην κοινοποίηση με την οποία ενημερώνει τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας ότι δεν θεωρείται κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 1 είτε οποιαδήποτε στιγμή αφού ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ ως κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2β.

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 ενημερώνει την οικεία αρμόδια αρχή για την υποβολή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

    2.   Στο αιτιολογημένο αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται:

    α)

    οι απαιτήσεις για τις οποίες ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 υποβάλλει αίτημα συγκρίσιμης συμμόρφωσης·

    β)

    οι λόγοι για τους οποίους η συμμόρφωση του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου κατηγορίας 2 με το εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας καλύπτει τη συμμόρφωση με τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

    γ)

    ο τρόπος με τον οποίο ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται με οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την εφαρμογή της εκτελεστικής πράξης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

    Για τους σκοπούς του στοιχείου β), ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 παρέχει, κατά περίπτωση, τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 5.

    3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2, κατόπιν αιτήσεως της ΕΑΚΑΑ, περιλαμβάνει στο αιτιολογημένο αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

    α)

    δήλωση της οικείας αρμόδιας αρχής στην οποία επιβεβαιώνεται ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει καλή φήμη και οικονομική επιφάνεια·

    β)

    εάν χρειάζεται, όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μετάφραση του εφαρμοστέου πλαισίου της τρίτης χώρας σε γλώσσα που χρησιμοποιείται ευρέως στον χρηματοοικονομικό κλάδο.

    4.   Η ΕΑΚΑΑ αξιολογεί, εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, αν το εν λόγω αιτιολογημένο αίτημα είναι πλήρες. Σε περίπτωση που το αίτημα δεν είναι πλήρες, η ΕΑΚΑΑ καθορίζει προθεσμία εντός της οποίας ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 οφείλει να παράσχει πρόσθετα στοιχεία.

    5.   Η ΕΑΚΑΑ αποφασίζει αν θα χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση για τις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο αιτιολογημένο αίτημα εντός 90 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

    Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να αναβάλει την εν λόγω απόφαση σε περίπτωση που το αιτιολογημένο αίτημα ή τα πρόσθετα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεν υποβληθούν εγκαίρως και η αξιολόγηση του εν λόγω αιτήματος θα μπορούσε, κατά συνέπεια, να καθυστερήσει την απόφαση της ΕΑΚΑΑ σχετικά με την αναγνώριση του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου τρίτης χώρας ή την επανεξέταση της αναγνώρισής του.

    6.   Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 για τον οποίο η ΕΑΚΑΑ δεν έχει χορηγήσει συγκρίσιμη συμμόρφωση για μία ή περισσότερες απαιτήσεις δεν μπορεί να υποβάλει νέο αιτιολογημένο αίτημα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, σχετικά με τις εν λόγω απαιτήσεις, εκτός εάν έχει επέλθει σχετική αλλαγή στο εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας ή στον τρόπο με τον οποίο ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται με αυτό το πλαίσιο.

    Άρθρο 2

    Συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    1.   Η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά το άρθρο 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στις περιπτώσεις που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 κατέχει πάγιο και διαθέσιμο αρχικό κεφάλαιο, περιλαμβανομένων των αδιανέμητων κερδών και των αποθεματικών, που αντιστοιχεί τουλάχιστον σε 7,5 εκατ. EUR.

    2.   Η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στις περιπτώσεις που το κεφάλαιο του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου κατηγορίας 2, περιλαμβανομένων των αδιανέμητων κερδών και των αποθεματικών, είναι ανά πάσα στιγμή υψηλότερο ή ίσο με το άθροισμα:

    α)

    των κεφαλαιακών απαιτήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου για τον τερματισμό της λειτουργίας ή την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του·

    β)

    των κεφαλαιακών απαιτήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους·

    γ)

    των κεφαλαιακών απαιτήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου για πιστωτικούς κινδύνους, κινδύνους αντισυμβαλλομένου, κινδύνους αγοράς που δεν καλύπτονται ήδη από συγκεκριμένους χρηματοοικονομικούς πόρους, όπως αναφέρεται στα άρθρα 41 έως 44 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή συγκρίσιμους συγκεκριμένους χρηματοοικονομικούς πόρους που απαιτούνται βάσει της έννομης τάξης της εγχώριας δικαιοδοσίας του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου·

    δ)

    των κεφαλαιακών απαιτήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου για επιχειρηματικούς κινδύνους.

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η ΕΑΚΑΑ υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις σύμφωνα με τις συγκεκριμένες κεφαλαιακές απαιτήσεις που καθορίζονται στο εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας ή, εάν στο εν λόγω πλαίσιο δεν προβλέπονται τέτοιες κεφαλαιακές απαιτήσεις, σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 5 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 152/2013 της Επιτροπής (3).

    Άρθρο 3

    Συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    1.   Η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στις περιπτώσεις που:

    α)

    ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού, εφόσον συντρέχει περίπτωση·

    β)

    ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται με όλα τα σχετικά στοιχεία που προβλέπονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

    2.   Προτού η ΕΑΚΑΑ εκδώσει απόφαση για μη χορήγηση συγκρίσιμης συμμόρφωσης:

    α)

    επαληθεύει την αντίληψή της για το εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας και τον τρόπο με τον οποίο ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται με αυτό, σε συνεργασία με την αρμόδια αρχή του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλόμενου·

    β)

    ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

    Άρθρο 4

    Συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    1.   Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας δυνάμει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στον τίτλο V του εν λόγω κανονισμού, εφόσον ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται με όλα τα σχετικά στοιχεία που προβλέπονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

    2.   Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, εκτός εάν ο αντίκτυπος της εν λόγω ρύθμισης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων κρατών μελών της δικαιολογεί τη διενέργεια αξιολόγησης για το αν θα χορηγηθεί συγκρίσιμη συμμόρφωση σύμφωνα με την παράγραφο 1.

    Άρθρο 5

    Εξαιρέσεις και ασύμβατες απαιτήσεις

    1.   Η ΕΑΚΑΑ δεν αρνείται τη συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 απλώς και μόνο λόγω του ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 εφαρμόζει εξαίρεση δυνάμει του εφαρμοστέου πλαισίου της τρίτης χώρας που είναι συγκρίσιμη με οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 του εν λόγω κανονισμού. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για το ότι η εξαίρεση βάσει του ενωσιακού δικαίου και η εξαίρεση βάσει του δικαίου της τρίτης χώρας είναι συγκρίσιμες.

    2.   Εάν η συμμόρφωση με συγκεκριμένη απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 16, στον τίτλο IV ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 συνεπάγεται παραβίαση του εφαρμοστέου πλαισίου της τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ χορηγεί συγκρίσιμη συμμόρφωση όσον αφορά την εν λόγω απαίτηση μόνον εφόσον ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για το ότι:

    α)

    είναι αδύνατο να συμμορφωθεί με την εν λόγω απαίτηση χωρίς να παραβιάσει διάταξη αναγκαστικού δικαίου του εφαρμοστέου πλαισίου της τρίτης χώρας·

    β)

    το εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας επιτυγχάνει αποτελεσματικά τους ίδιους στόχους με το άρθρο 16 και τους τίτλους IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

    γ)

    συμμορφώνεται με το εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας.

    Άρθρο 6

    Αλλαγές στο εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας

    Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2 που έχουν λάβει συγκρίσιμη συμμόρφωση γνωστοποιούν στην ΕΑΚΑΑ οποιαδήποτε αλλαγή στο οικείο εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας και στους οικείους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει την Επιτροπή για τις εν λόγω γνωστοποιήσεις.

    Άρθρο 7

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 14 Ιουλίου 2020.

    Για την Επιτροπή

    Η Πρόεδρος

    Ursula VON DER LEYEN


    (1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις συμμετέχουσες αρχές καθώς και τις απαιτήσεις αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών (ΕΕ L 322 της 12.12.2019, σ. 1).

    (3)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 152/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις κεντρικού αντισυμβαλλομένου (ΕΕ L 52 της 23.2.2013, σ. 37).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    ΣΤΟΙΧΕΊΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 3 ΠΑΡΆΓΡΑΦΟΣ 1

    Διάταξη του δικαίου της Ένωσης

    Στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1

    Κεφάλαιο 1: Οργανωτικές απαιτήσεις

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διαθέτει:

    α)

    άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή με ευκρινείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης·

    β)

    αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί·

    γ)

    επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων ορθών διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών.

    Άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες είναι επαρκώς αποτελεσματικές ώστε να εξασφαλίζεται συμμόρφωση με το σχετικό πλαίσιο της τρίτης χώρας, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης των διοικητικών στελεχών και των υπαλλήλων του με το εν λόγω πλαίσιο.

    Άρθρο 26 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    διατηρεί και εφαρμόζει οργανωτική δομή η οποία διασφαλίζει τη συνέχεια και την εύρυθμη λειτουργία κατά την παροχή των υπηρεσιών και την άσκηση των δραστηριοτήτων του·

    β)

    χρησιμοποιεί κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, πόρους και διαδικασίες·

    γ)

    διατηρεί σαφή διαχωρισμό μεταξύ των γραμμών αναφοράς σε σχέση με τη διαχείριση κινδύνου, αφενός, και όσον αφορά τις άλλες εργασίες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, αφετέρου.

    Άρθρο 26 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει και διατηρεί πολιτική αποδοχών η οποία προωθεί την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και η οποία δεν δημιουργεί κίνητρα χαλάρωσης των προτύπων κινδύνου.

    Άρθρο 26 παράγραφοι 6, 7 και 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    διατηρεί συστήματα τεχνολογίας των πληροφοριών κατάλληλα για τη διαχείριση της πολυπλοκότητας, της ποικιλίας και των ειδών των παρεχόμενων υπηρεσιών και των ασκούμενων δραστηριοτήτων, ούτως ώστε να κατοχυρώνονται υψηλά επίπεδα ασφαλείας, καθώς και η ακεραιότητα και η εμπιστευτικότητα των διατηρούμενων πληροφοριών·

    β)

    θέτει στη διάθεση του κοινού τις ρυθμίσεις διακυβέρνησής του, τους κανόνες που διέπουν τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και τα κριτήρια αποδοχής εκκαθαριστικών μελών·

    γ)

    υπόκειται σε συχνούς και ανεξάρτητους ελέγχους, τα αποτελέσματα των οποίων γνωστοποιούνται στο συμβούλιό του και τίθενται στη διάθεση της οικείας αρμόδιας αρχής.

    Ανώτατα διοικητικά στελέχη και το συμβούλιο

    Άρθρο 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Τα ανώτατα διοικητικά στελέχη κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας διαθέτουν επαρκή καλή φήμη και επαρκή πείρα ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή και συνετή διαχείριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

    Άρθρο 27 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διαθέτει συμβούλιο με επαρκή αριθμό ανεξάρτητων μελών, τα οποία έχουν σαφείς ρόλους και αρμοδιότητες, επαρκή εκπροσώπηση των εκκαθαριστικών μελών και των πελατών, καθώς και μηχανισμούς για την αντιμετώπιση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων εντός του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή και συνετή διαχείριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

    Επιτροπή κινδύνου

    Άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    διατηρεί όργανο που παρέχει συμβουλές στο συμβούλιο, ανεξάρτητα από οιαδήποτε άμεση επιρροή από τη διοίκηση του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όσον αφορά εξελίξεις που επιδρούν στη διαχείριση κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εξασφαλίζοντας την εκπροσώπηση των εκκαθαριστικών μελών του, των ανεξάρτητων μελών του συμβουλίου και των εκπροσώπων των πελατών του·

    β)

    διαθέτει μηχανισμούς για να ενημερώνει πάραυτα τη σχετική αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας σχετικά με κάθε απόφαση όπου το συμβούλιο αποφασίζει να μην ακολουθήσει τις συμβουλές του εν λόγω οργάνου.

    Τήρηση αρχείων

    Άρθρο 29 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διατηρεί, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών, όλα τα αρχεία που αφορούν τις παρασχεθείσες υπηρεσίες και τις ασκηθείσες δραστηριότητες, ούτως ώστε η αρμόδια αρχή του να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη συμμόρφωσή του προς το σχετικό πλαίσιο της τρίτης χώρας.

    Άρθρο 29 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διατηρεί, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών από τη λήξη μιας σύμβασης, όλες τις πληροφορίες για όλες τις συμβάσεις που έχει διεκπεραιώσει, κατά τρόπο που να καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό των αρχικών όρων μιας συναλλαγής, πριν αυτή εκκαθαρισθεί από τον σχετικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

    Άρθρο 29 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας θέτει στη διάθεση κάθε σχετικής αρχής της τρίτης χώρας, κατόπιν αιτήσεως, τα αρχεία που αφορούν τις παρασχεθείσες υπηρεσίες και τις ασκηθείσες δραστηριότητες, τις πληροφορίες για όλες τις συμβάσεις που έχει διεκπεραιώσει, καθώς και όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις θέσεις των συμβάσεων που εκκαθαρίστηκαν, ανεξαρτήτως του τόπου όπου εκτελέστηκαν οι συναλλαγές.

    Μέτοχοι και μέλη με ειδικές συμμετοχές

    Άρθρο 30 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας γνωστοποιεί στην αρμόδια για αυτόν αρχή την ταυτότητα των μετόχων ή των μελών που κατέχουν ειδικές συμμετοχές, καθώς και το ύψος των εν λόγω ειδικών συμμετοχών.

    Άρθρο 30 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι μέτοχοι ή τα μέλη που κατέχουν ειδικές συμμετοχές σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας:

    α)

    είναι κατάλληλοι, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η χρηστή και συνετή διαχείριση του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

    β)

    δεν ασκούν επιρροή η οποία είναι πιθανόν να αποβεί εις βάρος της χρηστής και συνετής διαχείρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

    Άρθρο 30 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι στενοί δεσμοί μεταξύ του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων δεν παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας.

    Άρθρο 30 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας που διέπουν ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί στενούς δεσμούς, ή οι δυσχέρειες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή τους, δεν παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.

    Άρθρο 31 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας κοινοποιεί στην αρμόδια για αυτόν αρχή κάθε μεταβολή στη διοίκησή του, και το πλαίσιο της τρίτης χώρας διασφαλίζει ότι λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που η συμπεριφορά μέλους του συμβουλίου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας είναι πιθανόν να αποβεί εις βάρος της χρηστής και συνετής διαχείρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

    Σύγκρουση συμφερόντων

    Άρθρο 33 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διατηρεί και εφαρμόζει αποτελεσματικές ρυθμίσεις, προκειμένου να εντοπίζει, να διαχειρίζεται και να επιλύει πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ του ιδίου, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών στελεχών και των υπαλλήλων του ή κάθε προσώπου που συνδέεται μαζί τους με σχέση άμεσου ή έμμεσου ελέγχου ή με άμεσους ή έμμεσους στενούς δεσμούς, και των εκκαθαριστικών μελών του ή των πελατών τους που είναι γνωστοί στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

    Άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Εάν οι ρυθμίσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας για τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί, με εύλογη βεβαιότητα, η πρόληψη των κίνδυνων να επηρεαστούν αρνητικά τα συμφέροντα εκκαθαριστικού μέλους ή πελάτη, ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος γνωστοποιεί στα εκκαθαριστικά μέλη και, εάν οι πελάτες είναι γνωστοί στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, στους εν λόγω πελάτες τη γενική φύση ή τις πηγές συγκρούσεων συμφερόντων, προτού δεχτεί νέες συναλλαγές από τα εν λόγω εκκαθαριστικά μέλη.

    Άρθρο 33 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι μητρική ή θυγατρική επιχείρηση, οι ρυθμίσεις του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων λαμβάνουν υπόψη οιεσδήποτε περιστάσεις, τις οποίες γνωρίζει ή θα έπρεπε να γνωρίζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, και οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων λόγω της δομής και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων άλλων επιχειρήσεων των οποίων είναι μητρική ή θυγατρική επιχείρηση.

    Άρθρο 33 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση των πληροφοριών που διατηρούνται στα συστήματά του, και αποφεύγει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών για άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες.

    Αδιάλειπτη λειτουργία

    Άρθρο 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει και διατηρεί κατάλληλη πολιτική αδιάλειπτης λειτουργίας και σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας μετά από καταστροφή, με σκοπό να διασφαλίσει τη διατήρηση των λειτουργιών του, την έγκαιρη αποκατάσταση των εργασιών και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης όλων των συναλλαγών κατά τη στιγμή της διακοπής, ώστε να είναι σε θέση ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να εξακολουθήσει να λειτουργεί με ασφάλεια και να ολοκληρώσει τον διακανονισμό στην καθορισμένη ημερομηνία.

    Άρθρο 34 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει και διατηρεί κατάλληλη διαδικασία που εξασφαλίζει τον έγκαιρο και εύρυθμο διακανονισμό ή τη μεταφορά των περιουσιακών στοιχείων και των θέσεων των πελατών και των εκκαθαριστικών μελών σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας.

    Εξωτερική ανάθεση

    Άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Κατά την εξωτερική ανάθεση επιχειρησιακών λειτουργιών, υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διασφαλίζει ανά πάσα στιγμή ότι:

    α)

    η εξωτερική ανάθεση δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση της ευθύνης του·

    β)

    δεν αλλοιώνονται η σχέση και οι υποχρεώσεις του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου έναντι των εκκαθαριστικών μελών του ή, ενδεχομένως, έναντι των πελατών τους·

    γ)

    η εξωτερική ανάθεση δεν εμποδίζει την άσκηση των καθηκόντων εποπτείας και επίβλεψης·

    δ)

    η εξωτερική ανάθεση δεν έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τα αναγκαία συστήματα και μέσα ελέγχου προκειμένου να διαχειρίζεται τους κινδύνους που αντιμετωπίζει·

    ε)

    ο πάροχος υπηρεσιών εφαρμόζει ισοδύναμες απαιτήσεις αδιάλειπτης λειτουργίας με εκείνες που υποχρεούται να πληροί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος·

    στ)

    ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη και τους αναγκαίους πόρους προκειμένου να αξιολογεί την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και την οργανωτική και κεφαλαιακή επάρκεια του παρόχου υπηρεσιών, καθώς και την ικανότητα να εποπτεύει αποτελεσματικά τα ανατεθέντα καθήκοντα και να διαχειρίζεται τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση, και εποπτεύει τα εν λόγω καθήκοντα και διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους σε διαρκή βάση·

    ζ)

    ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει άμεση πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα ανατεθέντα καθήκοντα·

    η)

    ο πάροχος υπηρεσιών προστατεύει τις εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή τα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες του.

    Κεφάλαιο 2: Κανόνες άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 36 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Όταν παρέχει υπηρεσίες στα εκκαθαριστικά μέλη του και, ενδεχομένως, στους πελάτες τους, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας ενεργεί με εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των συγκεκριμένων εκκαθαριστικών μελών και πελατών, και να ασκεί υγιή διαχείριση των κινδύνων.

    Άρθρο 36 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διαθέτει προσιτούς, διαφανείς και δίκαιους κανόνες για τον γρήγορο χειρισμό των παραπόνων.

    Απαιτήσεις συμμετοχής

    Άρθρο 37 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας καθορίζει τις κατηγορίες επιλέξιμων εκκαθαριστικών μελών, καθώς και διαφανή, αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια αποδοχής, ώστε να διασφαλίζεται ισότιμη και ανοικτή πρόσβαση στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και επαρκείς χρηματοοικονομικοί πόροι και επιχειρησιακή ικανότητα για τα εκκαθαριστικά μέλη, προκειμένου ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να μπορεί να ελέγχει τον κίνδυνο στον οποίο εκτίθεται, και παρακολουθεί την εκπλήρωση των εν λόγω κριτηρίων επί συνεχούς βάσεως.

    Άρθρο 37 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι κανόνες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας για τα εκκαθαριστικά μέλη τού επιτρέπουν να συγκεντρώνει τις σχετικές βασικές πληροφορίες για τη διαπίστωση, τον έλεγχο και τη διαχείριση συναφών συγκεντρώσεων κινδύνου που σχετίζονται με την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες.

    Άρθρο 37 παράγραφοι 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διαθέτει αντικειμενικές και διαφανείς διαδικασίες για την αναστολή και την ομαλή αποχώρηση των εκκαθαριστικών μελών τα οποία δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια αποδοχής και δύναται να αρνηθεί την πρόσβαση εκκαθαριστικών μελών, τα οποία πληρούν τα κριτήρια αποδοχής, μόνον κατόπιν δέουσας γραπτής αιτιολόγησης και βάσει συνολικής ανάλυσης κινδύνου.

    Άρθρο 37 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι ειδικές επιπρόσθετες υποχρεώσεις στα εκκαθαριστικά του μέλη, όπως η συμμετοχή σε δημοπρασίες θέσεων υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους, είναι ανάλογες με τον κίνδυνο που αναλαμβάνει το εκκαθαριστικό μέλος και δεν περιορίζουν τη συμμετοχή σε ορισμένες κατηγορίες εκκαθαριστικών μελών.

    Διαφάνεια

    Άρθρο 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δημοσιοποιεί τις τιμές και τα τέλη που σχετίζονται με κάθε παρεχόμενη υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων των εκπτώσεων και των επιστροφών, καθώς και τους όρους παροχής του οφέλους των εν λόγω μειώσεων και επιτρέπει στα εκκαθαριστικά μέλη του και, αναλόγως με την περίπτωση, στους πελάτες τους, χωριστή πρόσβαση στις διάφορες παρεχόμενες υπηρεσίες.

    Άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας κοινοποιεί στα εκκαθαριστικά μέλη και στους πελάτες τους συναφείς κινδύνους των παρεχόμενων υπηρεσιών.

    Άρθρο 38 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας κοινοποιεί στα εκκαθαριστικά μέλη του τις πληροφορίες για τις τιμές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της έκθεσής του προς τα εκκαθαριστικά μέλη στο τέλος της ημέρας και δημοσιοποιεί τον όγκο των συναλλαγών που εκκαθαρίστηκαν για κάθε κατηγορία μέσων από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε συγκεντρωτική βάση.

    Άρθρο 38 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δημοσιοποιεί τις λειτουργικές και τεχνικές απαιτήσεις που αφορούν τα πρωτόκολλα επικοινωνίας, τα οποία καλύπτουν τους μορφότυπους περιεχομένου και μηνύματος που χρησιμοποιεί στην επικοινωνία του με τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών και τεχνικών προδιαγραφών που σχετίζονται με την πρόσβαση των τόπων διαπραγμάτευσης στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

    Άρθρο 38 παράγραφοι 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας παρέχει στα εκκαθαριστικά μέλη του πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα αρχικού περιθωρίου που χρησιμοποιεί, οι οποίες εξηγούν τον τρόπο λειτουργίας των μοντέλων και περιγράφουν τις βασικές παραδοχές και τους περιορισμούς των εν λόγω μοντέλων.

    Διαχωρισμός και δυνατότητα μεταφοράς

    Άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας τηρεί χωριστά αρχεία και λογαριασμούς για κάθε εκκαθαριστικό μέλος, διαχωρίζει τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις του εκκαθαριστικού μέλους από τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις των πελατών του εκκαθαριστικού μέλους και παρέχει επαρκή προστασία για τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις κάθε εκκαθαριστικού μέλους και κάθε πελάτη, καθώς και διάφορες επιλογές διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων και θέσεων και δυνατότητες μεταφοράς σε κάθε πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του διαχωρισμού ανά πελάτη.

    Κεφάλαιο 3: Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας

    Διαχείριση έκθεσης

    Άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διατηρεί κατάλληλες πολιτικές και μηχανισμούς για τη διαχείριση, σε σχεδόν πραγματικό χρόνο, της ενδοημερήσιας έκθεσης σε αιφνίδιες μεταβολές των συνθηκών αγοράς και των θέσεων.

    Απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας

    Άρθρο 41 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, προκειμένου να περιορίσει την πιστωτική του έκθεση, επιβάλλει, ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας από τα εκκαθαριστικά μέλη του, και, ενδεχομένως, από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας και ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παρακολουθεί τακτικά και, εφόσον απαιτείται, αναθεωρεί το επίπεδο των περιθωρίων ασφαλείας έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενες επιπτώσεις αυτής της αναθεώρησης στην ενίσχυση του οικονομικού κύκλου. Τα εν λόγω περιθώρια ασφαλείας επαρκούν:

    α)

    για την κάλυψη της δυνητικής έκθεσης μέχρι τη ρευστοποίηση των σχετικών θέσεων·

    β)

    για την κάλυψη των ζημιών που προκύπτουν από τουλάχιστον 99 % των μεταβολών της έκθεσης, σε κατάλληλο χρονικό ορίζοντα.

    Τα εν λόγω περιθώρια ασφαλείας διασφαλίζουν ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καλύπτει πλήρως την έκθεσή του σε όλα τα εκκαθαριστικά μέλη του και, ενδεχομένως, στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, τουλάχιστον επί καθημερινής βάσεως.

    Άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Κατά τον καθορισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει μοντέλα και παραμέτρους που συλλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά κινδύνου των προϊόντων που εκκαθαρίζονται και λαμβάνουν υπόψη το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της συλλογής των περιθωρίων ασφαλείας, τη ρευστότητα της αγοράς και την πιθανότητα αλλαγών καθ’ όλη τη διάρκεια της συναλλαγής.

    Άρθρο 41 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας, σε ενδοημερήσια βάση, τουλάχιστον όταν σημειώνεται υπέρβαση προκαθορισμένων κατωφλίων.

    Άρθρο 41 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας υπολογίζει, ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας που είναι κατάλληλα για την κάλυψη του κινδύνου που απορρέει από τις θέσεις που έχουν καταγραφεί σε κάθε λογαριασμό σχετικά με συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα ή όσον αφορά ένα χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων, υπό την προϋπόθεση ότι η μέθοδος που χρησιμοποιεί είναι συνετή και βάσιμη.

    Κεφάλαιο εκκαθάρισης και λοιποί χρηματοοικονομικοί πόροι

    Άρθρο 42 παράγραφοι 1 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    διατηρεί ένα ή περισσότερα προχρηματοδοτημένα κεφάλαια εκκαθάρισης για την κάλυψη των ζημιών που υπερβαίνουν τις απώλειες οι οποίες πρέπει να καλυφθούν από περιθώρια ασφαλείας και οι οποίες προκύπτουν από την αθέτηση υποχρέωσης, συμπεριλαμβανομένης της κίνησης διαδικασίας αφερεγγυότητας, ενός ή περισσοτέρων εκκαθαριστικών μελών·

    β)

    καθορίζει ένα ελάχιστο ποσό κάτω από το οποίο δεν είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση να μειωθεί το κεφάλαιο εκκαθάρισης.

    Άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας καθορίζει το ελάχιστο ύψος των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης και τα κριτήρια για τον υπολογισμό των εισφορών των επιμέρους εκκαθαριστικών μελών. Οι εισφορές είναι ανάλογες με την έκθεση εκάστου εκκαθαριστικού μέλους.

    Άρθρο 42 παράγραφος 3 και άρθρο 43 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας καταρτίζει σενάρια ακραίων αλλά εύλογων συνθηκών αγοράς, που περιλαμβάνουν τις περιόδους με τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις που έχουν σημειωθεί στις αγορές στις οποίες παρέχει τις υπηρεσίες του ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος και μια σειρά πιθανών μελλοντικών σεναρίων, τα οποία λαμβάνουν υπόψη αιφνίδιες πωλήσεις χρηματοοικονομικών πόρων και ταχεία πτώση της ρευστότητας της αγοράς, το δε κεφάλαιο εκκαθάρισης του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου τού δίνει ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει την αθέτηση υποχρέωσης από τα δύο τουλάχιστον εκκαθαριστικά μέλη έναντι των οποίων έχει τη μεγαλύτερη έκθεση υπό ακραίες αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς.

    Άρθρο 43 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Το κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας διατηρεί επαρκείς διαθέσιμους προχρηματοδοτημένους χρηματοοικονομικούς πόρους για την κάλυψη δυνητικών ζημιών οι οποίες υπερβαίνουν τις ζημίες που καλύπτονται από τα περιθώρια ασφαλείας. Αυτοί οι διαθέσιμοι προχρηματοδοτημένοι χρηματοοικονομικοί πόροι περιλαμβάνουν ειδικούς πόρους του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, είναι ελεύθερα διαθέσιμοι στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και δεν χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων κεφαλαίου.

    Άρθρο 43 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διασφαλίζει ότι η έκθεση των εκκαθαριστικών μελών έναντι του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου είναι περιορισμένη.

    Έλεγχοι κινδύνου ρευστότητας

    Άρθρο 44 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    διαθέτει ανά πάσα στιγμή πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα για την κάλυψη των αναγκών του σε ρευστότητα, που υπολογίζεται σε καθημερινή βάση και λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο ρευστότητας που προκύπτει από την αθέτηση υποχρέωσης των δύο τουλάχιστον εκκαθαριστικών μελών έναντι των οποίων έχει τη μεγαλύτερη έκθεση·

    β)

    εξασφαλίζει τις αναγκαίες πιστώσεις ή παρεμφερείς ρυθμίσεις για την κάλυψη των αναγκών του σε ρευστότητα, σε περίπτωση που οι χρηματοοικονομικοί πόροι που βρίσκονται στη διάθεσή του δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι·

    γ)

    διασφαλίζει ότι ένα εκκαθαριστικό μέλος και η μητρική ή θυγατρική επιχείρηση του εν λόγω εκκαθαριστικού μέλους δεν παρέχουν συνολικά περισσότερο από το 25 % των πιστώσεων τις οποίες χρειάζεται ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.

    Γραμμές άμυνας σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης

    Άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί για την κάλυψη των ζημιών τα περιθώρια ασφαλείας που έχουν παρασχεθεί από το υπερήμερο εκκαθαριστικό μέλος, πριν από άλλους χρηματοοικονομικούς πόρους και, στη συνέχεια, σε περίπτωση που τα περιθώρια ασφαλείας τα οποία έχουν παρασχεθεί από το εν λόγω εκκαθαριστικό μέλος δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών που υφίσταται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, την εισφορά του εν λόγω εκκαθαριστικού μέλους στο κεφάλαιο εκκαθάρισης για να καλύψει τις εν λόγω ζημίες.

    Άρθρο 45 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    χρησιμοποιεί τις εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης των μη υπερήμερων εκκαθαριστικών μελών και οποιουσδήποτε άλλους χρηματοοικονομικούς πόρους που αποτελούν μέρος των γραμμών άμυνας σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης μόνον αφού έχει εξαντλήσει τις εισφορές του υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους και τους ειδικούς ίδιους πόρους·

    β)

    δεν χρησιμοποιεί τα περιθώρια ασφαλείας που έχουν παρασχεθεί από μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη για την κάλυψη των ζημιών που προκύπτουν από την αθέτηση υποχρέωσης άλλου εκκαθαριστικού μέλους.

    Απαιτήσεις παροχής ασφαλείας

    Άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δέχεται μόνον άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες, με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς, για την κάλυψη της αρχικής και συνεχιζόμενης έκθεσής του έναντι των εκκαθαριστικών μελών του και εφαρμόζει κατάλληλους συντελεστές αποκοπής για την αποτίμηση της αξίας, που αντικατοπτρίζουν το ενδεχόμενο να υποχωρήσει η αξία τους κατά το διάστημα μεταξύ της τελευταίας αναπροσαρμογής τους και της στιγμής κατά την οποία μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι έχουν ρευστοποιηθεί, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο ρευστότητας που προκύπτει από την αθέτηση υποχρέωσης ενός συμμετέχοντος στην αγορά και τον κίνδυνο συγκέντρωσης σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία που μπορεί να προκύψει κατά τον καθορισμό των αποδεκτών ασφαλειών και των σχετικών συντελεστών αποκοπής.

    Επενδυτική πολιτική

    Άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας επενδύει τους χρηματοοικονομικούς πόρους του μόνον σε μετρητά ή σε άκρως ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα με ελάχιστο κίνδυνο αγοράς και πιστωτικό κίνδυνο και οι επενδύσεις του είναι ταχέως ρευστοποιήσιμες, με ελάχιστες δυσμενείς επιπτώσεις στις τιμές.

    Άρθρο 47 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας καταθέτει τα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρέχονται ως περιθώρια ασφαλείας ή ως εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, εφόσον είναι διαθέσιμα, σε διαχειριστές συστημάτων διακανονισμού αξιόγραφων που διασφαλίζουν την πλήρη προστασία των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων ή σε άλλα εγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που χρησιμοποιούν εναλλακτικές ρυθμίσεις υψηλής ασφάλειας.

    Άρθρο 47 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Τα ταμειακά διαθέσιμα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας τηρούνται μέσω άκρως ασφαλών διευθετήσεων με εγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή, εναλλακτικά, μέσω της χρησιμοποίησης των πάγιων καταθετικών διευκολύνσεων των κεντρικών τραπεζών ή μέσω άλλων συγκρίσιμων τρόπων που παρέχονται από τις κεντρικές τράπεζες.

    Άρθρο 47 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Όταν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας καταθέτει περιουσιακά στοιχεία σε τρίτο πρόσωπο:

    α)

    εξασφαλίζει ότι τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε εκκαθαριστικά μέλη ταυτοποιούνται χωριστά από τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και από τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στο εν λόγω τρίτο πρόσωπο, μέσω λογαριασμών με διακριτές ονομασίες στα βιβλία του τρίτου προσώπου ή μέσω άλλων ισοδύναμων μέτρων που επιτυγχάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας·

    β)

    διαθέτει άμεση πρόσβαση στα χρηματοπιστωτικά μέσα, όταν απαιτείται.

    Άρθρο 47 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δεν επενδύει το κεφάλαιό του ή τα ποσά που προκύπτουν από τα περιθώρια ασφαλείας, τις εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, τη ρευστότητα ή λοιπούς χρηματοοικονομικούς πόρους σε δικές του κινητές αξίες ούτε σε κινητές αξίες της μητρικής επιχείρησης ή της θυγατρικής του.

    Άρθρο 47 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας λαμβάνει υπόψη τη συνολική του έκθεση πιστωτικού κινδύνου σε μεμονωμένους οφειλέτες, όταν λαμβάνει τις επενδυτικές αποφάσεις του, και μεριμνά ώστε η συνολική του έκθεση σε κίνδυνο έναντι οιουδήποτε μεμονωμένου οφειλέτη να παραμένει εντός αποδεκτών ορίων συγκέντρωσης.

    Διαδικασίες που προβλέπονται σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης

    Άρθρο 48 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας προβλέπει διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση που ένα εκκαθαριστικό μέλος δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις συμμετοχής του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή σε περίπτωση που η αθέτηση υποχρέωσης του εν λόγω εκκαθαριστικού μέλους κηρύσσεται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή τρίτο.

    Άρθρο 48 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας προβαίνει σε άμεσες ενέργειες για τον περιορισμό των ζημιών και των πιέσεων στη ρευστότητα που προκύπτουν από αθετήσεις υποχρεώσεων και διασφαλίζει ότι το κλείσιμο των θέσεων οιουδήποτε εκκαθαριστικού μέλους δεν προκαλεί αναστάτωση στις εργασίες του, ούτε εκθέτει τα μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη σε ζημίες τις οποίες δεν μπορούν να προβλέψουν ή να ελέγξουν.

    Άρθρο 48 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Το πλαίσιο της τρίτης χώρας διασφαλίζει ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια για αυτόν αρχή πριν κηρυχθούν ή εκκινήσουν οι διαδικασίες που προβλέπονται σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης.

    Άρθρο 48 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εξασφαλίζει ότι οι διαδικασίες που προβλέπονται σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης είναι εκτελεστές.

    Άρθρο 48 παράγραφοι 5, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    ενεργεί σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας των ασφαλειών και των θέσεων των λογαριασμών των πελατών που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα·

    β)

    εφαρμόζει διαδικασίες που διευκολύνουν τη μεταφορά των θέσεων και των ασφαλειών των πελατών σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα.

    Επανεξέταση μοντέλων, έλεγχοι αντοχής σε ακραίες συνθήκες και απολογιστικοί έλεγχοι

    Άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας:

    α)

    επανεξετάζει τακτικά τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων·

    β)

    υποβάλλει τα εν λόγω μοντέλα σε αυστηρούς και συχνούς ελέγχους αντοχής σε ακραίες συνθήκες, προκειμένου να αξιολογήσει την ανθεκτικότητά τους σε ακραίες, αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς·

    γ)

    εκτελεί απολογιστικούς ελέγχους, προκειμένου να αξιολογήσει την αξιοπιστία της μεθοδολογίας που εφαρμόστηκε·

    δ)

    λαμβάνει ανεξάρτητη επικύρωση ή επικύρωση από την αρμόδια αρχή του για τα εν λόγω μοντέλα και για οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή τους.

    Άρθρο 49 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας ελέγχει τακτικά τις βασικές πτυχές των διαδικασιών του σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων και λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να διασφαλίσει ότι όλα τα εκκαθαριστικά μέλη τις κατανοούν και έχουν προβλέψει κατάλληλες ρυθμίσεις για να αντιμετωπίσουν γεγονότα αθέτησης υποχρεώσεων.

    Άρθρο 49 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δημοσιοποιεί βασικές πληροφορίες σχετικά με το μοντέλο διαχείρισης κινδύνου που εφαρμόζει και τις υποθέσεις που δέχεται κατά την εκτέλεση των ελέγχων αντοχής σε ακραίες συνθήκες όσον αφορά τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων.

    Διακανονισμός

    Άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί, εφόσον είναι πραγματοποιήσιμο και διαθέσιμο, χρήμα κεντρικής τράπεζας για τον διακανονισμό των συναλλαγών του ή, αν δεν χρησιμοποιηθεί χρήμα κεντρικής τράπεζας, λαμβάνει μέτρα για τον αυστηρό περιορισμό των κινδύνων ταμειακού διακανονισμού.

    Άρθρο 50 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δηλώνει σαφώς τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τις παραδόσεις χρηματοπιστωτικών μέσων, αναφέροντας συγκεκριμένα αν έχει υποχρέωση να προβεί σε παράδοση ή παραλαβή χρηματοπιστωτικού μέσου ή αν αποζημιώνει συμμετέχοντες για ζημίες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διαδικασία παράδοσης.

    Άρθρο 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας έχει υποχρέωση να προβεί σε παραδόσεις ή παραλαβές χρηματοπιστωτικών μέσων, ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εξαλείφει τον κίνδυνο κεφαλαίου, με την προσφυγή, όσο το δυνατόν, σε μηχανισμούς «παράδοσης με την πληρωμή» (delivery versus payment).

    Κεφάλαιο 4: Υπολογισμοί και υποβολή εκθέσεων για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (1)

    Υπολογισμοί και υποβολή εκθέσεων

    Άρθρα 50α έως 50δ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας εφαρμόζει απαιτήσεις αναφοράς σχετικά με τους υπολογισμούς των απαιτήσεων κεφαλαίου σύμφωνα με το αντίστοιχο εφαρμοστέο πλαίσιο της τρίτης χώρας για τους κανόνες λογιστικής και απαιτήσεων κεφαλαίου.


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1)


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    ΣΤΟΙΧΕΊΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 4 ΠΑΡΆΓΡΑΦΟΣ 1

    Διάταξη του δικαίου της Ένωσης

    Στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1

    Ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας

    Άρθρο 51 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Όταν καθορίζονται ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας για την παροχή υπηρεσιών σε συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διαθέτει πρόσβαση χωρίς διακρίσεις τόσο στα δεδομένα που χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων του από αυτόν τον συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης όσο και στο αντίστοιχο σύστημα διακανονισμού.

    Άρθρο 51 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας απορρίπτει ή περιορίζει την καθιέρωση ρύθμισης διαλειτουργικότητας ή την πρόσβαση σε ροή δεδομένων ή σε σύστημα διακανονισμού, άμεσα ή έμμεσα, μόνον για να ελέγχονται τυχόν κίνδυνοι που απορρέουν από την εν λόγω ρύθμιση ή πρόσβαση.

    Διαχείριση κινδύνου

    Άρθρο 52 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας:

    α)

    εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές, διαδικασίες και συστήματα, προκειμένου να εντοπίζουν, να παρακολουθούν και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους κινδύνους που απορρέουν από τις εν λόγω ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, ούτως ώστε να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους εγκαίρως·

    β)

    συμφωνούν για τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους, συμπεριλαμβανομένου του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει τις σχέσεις τους·

    γ)

    εντοπίζουν, παρακολουθούν και διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας, ούτως ώστε η αθέτηση υποχρέωσης από εκκαθαριστικό μέλος ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου να μην έχει επίδραση σε άλλον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο με τον οποίο συνδέεται διαλειτουργικά·

    δ)

    εντοπίζουν, παρακολουθούν και αντιμετωπίζουν ενδεχόμενες αλληλεξαρτήσεις και συσχετίσεις που απορρέουν από τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας που συνδέονται με τον βαθμό συγκέντρωσης των εκκαθαριστικών μελών και τους ενοποιημένους χρηματοοικονομικούς πόρους·

    ε)

    σε περίπτωση που τα μοντέλα διαχείρισης κινδύνου τα οποία χρησιμοποιούν οι διαλειτουργικά συνδεδεμένοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι για την κάλυψη της έκθεσής τους έναντι των εκκαθαριστικών μελών τους ή της αμοιβαίας έκθεσής τους διαφέρουν, οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εντοπίζουν τις διαφορές αυτές, αξιολογούν τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν από αυτές και λαμβάνουν μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της εξασφάλισης επιπρόσθετων χρηματοοικονομικών πόρων, τα οποία περιορίζουν τις επιπτώσεις τους στις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, καθώς και τις δυνητικές συνέπειές τους ως προς τους κινδύνους μετάδοσης, και διασφαλίζουν ότι οι διαφορές αυτές δεν έχουν επίδραση στην ικανότητα εκάστου κεντρικού αντισυμβαλλομένου να διαχειρίζεται τις συνέπειες από την αθέτηση υποχρέωσης εκκαθαριστικού μέλους.

    Παροχή περιθωρίων ασφαλείας μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων

    Άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας διακρίνει στους λογαριασμούς τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις που τηρούνται για λογαριασμό των κεντρικών αντισυμβαλλομένων με τους οποίους έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας.

    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας παρέχει αρχικά περιθώρια ασφαλείας στον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνο δυνάμει ρυθμίσεων παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, βάσει των οποίων ο αποδέκτης κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν έχει δικαίωμα χρήσης επί των περιθωρίων ασφαλείας που παρέχει ο άλλος κεντρικός συμβαλλόμενος.

    Οι ασφάλειες που λαμβάνονται με τη μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων προστατεύονται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

    i)

    κατατίθενται σε διαχειριστές συστημάτων διακανονισμού αξιόγραφων που εξασφαλίζουν την πλήρη προστασία των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων·

    ii)

    χρησιμοποιούνται άλλες ρυθμίσεις υψηλής ασφάλειας σε εγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

    Τα περιουσιακά στοιχεία είναι διαθέσιμα στον αποδέκτη κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνο στην περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που έχει παράσχει την ασφάλεια στο πλαίσιο ρύθμισης διαλειτουργικότητας.

    Σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που έχει λάβει την ασφάλεια στο πλαίσιο ρύθμισης διαλειτουργικότητας, η ασφάλεια που παρασχέθηκε επιστρέφεται αμέσως στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που την έχει παραχωρήσει.


    Top