Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019R2155

    Κανονισμόσ (ΕΕ) 2019/2155Τησ Ευρωπαϊκήσ Κεντρικήσ Τράπεζασ της 5ης Δεκεμβρίου 2019 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 σχετικά με τα εποπτικά τέλη (EKT/2019/37)

    ΕΕ L 327 της 17.12.2019, p. 70–74 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 17/12/2019

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2019/2155/oj

    17.12.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 327/70


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2155ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

    της 5ης Δεκεμβρίου 2019

    που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 σχετικά με τα εποπτικά τέλη (EKT/2019/37)

    ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερη υποπαράγραφος, το άρθρο 30 και το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

    Έχοντας υπόψη τη δημόσια διαβούλευση και την ανάλυση που διενεργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/41) (2) καθορίζει τις ρυθμίσεις για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλονται σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους, τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβαρύνουν κάθε τέτοια οντότητα και όμιλο, καθώς και τη διαδικασία είσπραξής τους από την ΕΚΤ.

    (2)

    Το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41) απαιτεί την επανεξέταση των διατάξεων του κανονισμού από την ΕΚΤ έως το 2017, ιδίως όσον αφορά τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού των ετήσιων εποπτικών τελών κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου.

    (3)

    Στις 2 Ιουνίου 2017 η ΕΚΤ έθεσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41 σε ανοικτή δημόσια διαβούλευση με σκοπό τη συλλογή σχολίων από τα ενδιαφερόμενα μέρη και τη βάσει αυτών αξιολόγηση της δυνατότητας βελτιωτικών τροποποιήσεών του. Η δημόσια διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 20 Ιουλίου 2017.

    (4)

    Με βάση τις απαντήσεις που έλαβε η ΕΚΤ επανεξέτασε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41) και αποφάσισε ότι αυτός θα πρέπει να τροποποιηθεί.

    (5)

    Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ αποφάσισε να άρει την απαίτηση περί προκαταβολής των ετήσιων εποπτικών τελών. Αυτά θα πρέπει να καταβάλλονται μετά τη λήξη της οικείας περιόδου επιβολής τέλους, οπότε και θα έχει προσδιοριστεί το πραγματικό ετήσιο κόστος. Ημερομηνία αναφοράς για τους συντελεστές υπολογισμού τέλους θα πρέπει κατά κανόνα να εξακολουθήσει να είναι η 31η Δεκεμβρίου της αμέσως προηγούμενης περιόδου επιβολής τέλους, έτσι ώστε να υπάρχει επαρκής χρόνος για την επαλήθευση των συντελεστών.

    (6)

    Για τη μεγάλη πλειονότητα των οφειλετών εποπτικού τέλους η ΕΚΤ λαμβάνει ήδη τις πληροφορίες για το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού και τη συνολική έκθεση σε κίνδυνο βάσει του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής (3) και του κανονισμού (ΕΕ) 2015/534 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2015/13) (4). Οι πληροφορίες αυτές είναι άμεσα διαθέσιμες και μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους των οικείων οφειλετών. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να λήξει η ειδικά προβλεπόμενη συλλογή των συντελεστών υπολογισμού τέλους όσον αφορά τους συγκεκριμένους οφειλέτες.

    (7)

    Επιπλέον, η ΕΚΤ αποφάσισε να μειώσει τα εποπτικά τέλη που καλούνται να καταβάλλουν λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και λιγότερο σημαντικοί εποπτευόμενοι όμιλοι με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως 1 δισεκατ. ευρώ. Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους θα πρέπει προς τούτο να μειωθεί κατά το ήμισυ για αυτές τις εποπτευόμενες οντότητες και τους εποπτευόμενους ομίλους.

    (8)

    Εξάλλου, η εμπειρία από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41) από το 2014 και μετά έχει καταδείξει ότι ενδείκνυνται ορισμένες διασαφηνίσεις και τεχνικής φύσης προσαρμογές των διατάξεών του.

    (9)

    Είναι αναγκαίο να προβλεφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020, δεδομένου ότι το έτος αυτό θα είναι η πρώτη περίοδος επιβολής τέλους για την οποία η ΕΚΤ δεν θα απαιτεί πλέον προκαταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους. Για τον λόγο αυτό ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ στις αρχές του 2020.

    (10)

    Για τους λόγους αυτούς ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41) θα πρέπει να τροποποιηθεί,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τροποποιήσεις

    Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 (ΕΚΤ/2014/41) τροποποιείται ως εξής:

    1.

    το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το σημείο 9 διαγράφεται·

    β)

    τα σημεία 12 και 13 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «12.

    “σύνολο στοιχείων ενεργητικού”:

    α)

    προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο και με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασής του κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο γ), η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), πλην των στοιχείων ενεργητικού θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·

    β)

    προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα, η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή υποβάλλεται για σκοπούς προληπτικής εποπτείας. Εφόσον για σκοπούς προληπτικής εποπτείας δεν απαιτείται η υποβολή της συνολικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού, ως σύνολο στοιχείων ενεργητικού νοείται η συνολική αξία στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται με βάση τους πλέον πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ), όπως εκάστοτε ισχύουν στην Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) και, εφόσον οι ετήσιοι αυτοί λογαριασμοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική λογιστική νομοθεσία. Προκειμένου για υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που δεν καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς, ως σύνολο στοιχείων ενεργητικού νοείται η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

    γ)

    προκειμένου για δύο ή περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3, το άθροισμα της συνολικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται για κάθε επιμέρους υποκατάστημα·

    δ)

    σε κάθε άλλη περίπτωση, η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

    13.

    “συνολική έκθεση σε κίνδυνο”:

    α)

    προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο και με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασής του κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο γ), το ποσό που καθορίζεται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), πλην του ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·

    β)

    προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα και για δύο ή περισσότερα υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3, μηδενικό ποσό·

    γ)

    σε κάθε άλλη περίπτωση, το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

    (*1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1)."

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).»·"

    2.

    το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1 το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ)

    προκειμένου για όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ο οφειλέτης εποπτικού τέλους που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.»·

    β)

    η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.

    Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων περί επιμερισμού του κόστους εντός ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ένας όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων λογίζεται ως μία μονάδα. Κάθε τέτοιος όμιλος ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό ολόκληρου του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους πρέπει να είναι εγκατεστημένος σε συμμετέχον κράτος μέλος. Η ως άνω γνωστοποίηση θεωρείται έγκυρη μόνο εφόσον:

    α)

    αναφέρει την επωνυμία του ομίλου τον οποίο αφορά·

    β)

    υπογράφεται από τον οφειλέτη εποπτικού τέλους εκ μέρους όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου·

    γ)

    περιέρχεται στην ΕΚΤ έως την 30ή Σεπτεμβρίου κάθε έτους, προκειμένου να ληφθεί υπόψη για την έκδοση της ειδοποίησης καταβολής τέλους για τη συγκεκριμένη περίοδο επιβολής τέλους.

    Εάν έως την εκπνοή της προθεσμίας της 30ής Σεπτεμβρίου περιέλθουν στην ΕΚΤ περισσότερες γνωστοποιήσεις ανά όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, υπερισχύει εκείνη που περιήλθε τελευταία. Εάν εποπτευόμενη οντότητα καταστεί μέλος του εποπτευόμενου ομίλου αφότου περιέλθει στην ΕΚΤ έγκυρη γνωστοποίηση της ταυτότητας οφειλέτη εποπτικού τέλους, η γνωστοποίηση λογίζεται ως υπογραφείσα και εκ μέρους της εποπτευμένης οντότητας, με την επιφύλαξη διαφορετικής γραπτής ενημέρωσης προς την ΕΚΤ.»·

    3.

    το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 διαγράφεται·

    β)

    προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

    «4.

    Εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη κάθε περιόδου επιβολής τέλους δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών κάθε κατηγορίας εποπτευόμενων οντοτήτων και εποπτευόμενων ομίλων για τη συγκεκριμένη περίοδο.»·

    4.

    το άρθρο 6 διαγράφεται•

    5.

    το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Νέες εποπτευόμενες οντότητες, οντότητες που παύουν να είναι εποπτευόμενες ή μεταβολή ιδιότητας»·

    β)

    η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.

    Όταν η ΕΚΤ με σχετική απόφασή της αναλαμβάνει ή παύει να ασκεί την άμεση εποπτεία εποπτευόμενης οντότητας ή εποπτευόμενου ομίλου δυνάμει του άρθρου 45 ή του άρθρου 46, αντίστοιχα, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών κατά τους οποίους η εποπτευόμενη οντότητα ή ο εποπτευόμενος όμιλος τελούσε υπό την άμεση ή έμμεση εποπτεία της ΕΚΤ την τελευταία ημέρα του μήνα.»·

    6.

    το άρθρο 9 διαγράφεται•

    7.

    το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 3 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α)

    Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους βάσει των οποίων καθορίζεται το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο αντιστοιχούν στο ποσό των ακόλουθων στοιχείων κατά την ημερομηνία αναφοράς:

    i)

    σύνολο στοιχείων ενεργητικού· και

    ii)

    συνολική έκθεση σε κίνδυνο.»·

    β)

    στην παράγραφο 3 το στοιχείο β) διαγράφεται και παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία βα), ββ), βγ) και βδ):

    «βα)

    Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους για κάθε περίοδο επιβολής τέλους καθορίζονται με βάση τα στοιχεία που υποβάλλουν οι εποπτευόμενες οντότητες για σκοπούς προληπτικής εποπτείας με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου της αμέσως προηγούμενης περιόδου επιβολής τέλους.

    ββ)

    Εφόσον ορισμένη εποπτευόμενη οντότητα καταρτίζει ετήσιους λογαριασμούς, περιλαμβανομένων των ενοποιημένων ετήσιων λογαριασμών, βάσει λογιστικού έτους που αποκλίνει από το ημερολογιακό, ως ημερομηνία αναφοράς για το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού λογίζεται το τέλος του λογιστικού έτους που αντιστοιχεί στην αμέσως προηγούμενη περίοδο επιβολής τέλους.

    βγ)

    Εφόσον εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενος όμιλος ιδρύεται σε ημερομηνία μεταγενέστερη της οικείας ημερομηνίας αναφοράς υπό τα στοιχεία βα) ή ββ), αλλά πριν από την 1η Οκτωβρίου της περιόδου για την οποία καθορίζεται το τέλος, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν συντελεστές υπολογισμού τέλους με τη συγκεκριμένη ημερομηνία αναφοράς, ως ημερομηνία αναφοράς για τους συντελεστές λογίζεται το τέλος του τριμήνου που είναι χρονικά εγγύτερο στην οικεία ημερομηνία αναφοράς υπό τα στοιχεία βα) ή ββ).

    βδ)

    Προκειμένου για εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους που δεν υπόκεινται σε υποχρεωτική παροχή στοιχείων για σκοπούς προληπτικής εποπτείας ή για εποπτευόμενους ομίλους που εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού ή/και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών τους εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες σύμφωνα με το στοιχείο γ), οι συντελεστές υπολογισμού τέλους καθορίζονται με βάση πληροφορίες που οι εν λόγω οντότητες και όμιλοι παρέχουν χωριστά για σκοπούς υπολογισμού του εποπτικού τέλους. Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους υποβάλλονται στην ενδιαφερόμενη ΕΑΑ με την αντίστοιχη ημερομηνία αναφοράς που καθορίζεται υπό τα στοιχεία βα), ββ) ή βγ), σύμφωνα με απόφαση της ΕΚΤ.»·

    γ)

    στην παράγραφο 3 το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ)

    Για τους σκοπούς υπολογισμού των συντελεστών υπολογισμού τέλους οι εποπτευόμενοι όμιλοι θα πρέπει κατά κανόνα να εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών τους εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες. Εναπόκειται στους ίδιους αυτούς ομίλους να μην εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού ή/και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο για τον καθορισμό των ως άνω συντελεστών.»·

    δ)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4)

    Το άθροισμα του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους και το άθροισμα της συνολικής τους έκθεσης σε κίνδυνο δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.»·

    ε)

    η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.

    Σε περίπτωση που οφειλέτης εποπτικού τέλους παραλείπει να υποβάλει τους συντελεστές υπολογισμού τέλους, η ΕΚΤ προβαίνει στον καθορισμό τους σύμφωνα με απόφασή της.»·

    στ)

    στην παράγραφο 6 το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «β)

    Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους υπολογίζεται ως σταθερό ποσοστό επί του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και εποπτευόμενων ομίλων, όπως αυτά καθορίζονται κατά το άρθρο 8.

    i)

    Για την κατηγορία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και των σημαντικών εποπτευόμενων ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και σημαντικούς εποπτευόμενους ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως 10 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο.

    ii)

    Για την κατηγορία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και των λιγότερο σημαντικών ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και λιγότερο σημαντικούς εποπτευόμενους ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως 1 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο.»·

    ζ)

    στην παράγραφο 6 στοιχείο γ), η φράση «τα άρθρα 8 και 9» αντικαθίσταται από τη φράση «το άρθρο 8»·

    η)

    η τελευταία υποπαράγραφος της παραγράφου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Με βάση τον υπολογισμό που διενεργείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και τους συντελεστές υπολογισμού τέλους που καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η ΕΚΤ αποφασίζει για το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος θα γνωστοποιείται στον οφειλέτη με την ειδοποίηση καταβολής τέλους.»·

    8.

    το άρθρο 12 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.

    Η ΕΚΤ εκδίδει σε ετήσια βάση ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους εντός έξι μηνών από την έναρξη της νέας περιόδου επιβολής τέλους.»·

    9.

    στο άρθρο 13 η δεύτερη πρόταση της παραγράφου 1 διαγράφεται·

    10.

    το άρθρο 16 διαγράφεται•

    11.

    το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Υποβολή εκθέσεων και δημοσίευση στοιχείων»·

    β)

    η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.

    Εντός τεσσάρων μηνών από τη έναρξη κάθε περιόδου επιβολής τέλους δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ το ποσό του εκτιμώμενου ετήσιου κόστους για τη δεδομένη περίοδο.»·

    12.

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 17α:

    «Άρθρο 17α

    Μεταβατικές ρυθμίσεις για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020

    1.   Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020 καθορίζεται στη σχετική ειδοποίηση καταβολής τέλους που εκδίδεται για τον αντίστοιχο οφειλέτη το 2021.

    2.   Κατά τον καθορισμό του ετήσιου κόστους για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020 λαμβάνεται υπόψη τυχόν πλεόνασμα ή έλλειμμα που ανάγεται στην περίοδο επιβολής τέλους του 2019 και προκύπτει με αφαίρεση του πραγματικού ετήσιου κόστους από το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος της τελευταίας αυτής περιόδου.».

    Άρθρο 2

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

    Φρανκφούρτη, 5 Δεκεμβρίου 2019.

    Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

    Η πρόεδρος της ΕΚΤ

    Christine LAGARDE


    (1)  ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με τα εποπτικά τέλη (ΕΚΤ/2014/41) (ΕΕ L 311 της 31.10.2014, σ. 23).

    (3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2014, για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών από τα ιδρύματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 28.6.2014, σ. 1).

    (4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/534 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Μαρτίου 2015, για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2015/13) (ΕΕ L 86 της 31.3.2015, σ. 13).


    Top