This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32019R2099
Regulation (EU) 2019/2099 of the European Parliament and of the Council of 23 October 2019 amending Regulation (EU) No 648/2012 as regards the procedures and authorities involved for the authorisation of CCPs and requirements for the recognition of third-country CCPs
Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις συμμετέχουσες αρχές καθώς και τις απαιτήσεις αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών
Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις συμμετέχουσες αρχές καθώς και τις απαιτήσεις αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών
PE/88/2019/REV/1
ΕΕ L 322 της 12.12.2019, p. 1–44
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force: This act has been changed. Current consolidated version: 12/12/2019
12.12.2019 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 322/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2099 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 23ης Οκτωβρίου 2019
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες αδειοδότησης κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις συμμετέχουσες αρχές καθώς και τις απαιτήσεις αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) απαιτεί να εκκαθαρίζονται οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όπως απαιτείται και σε άλλες χώρες της G20. Ο εν λόγω κανονισμός θέσπισε, επίσης, αυστηρές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, οργάνωσης και επιχειρηματικής συμπεριφοράς για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και ρυθμίσεις για την προληπτική τους εποπτεία, για να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους για τους χρήστες κεντρικών αντισυμβαλλομένων και να στηρίξει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. |
(2) |
Από τότε που εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ο όγκος της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και στην Ένωση και παγκοσμίως έχει αυξηθεί ραγδαίως, τόσο σε κλίμακα όσο και σε εμβέλεια. Αυτό αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια με την καθιέρωση πρόσθετων υποχρεώσεων εκκαθάρισης και την αύξηση της εθελοντικής εκκαθάρισης από αντισυμβαλλομένους μη υποκειμένους σε υποχρέωση εκκαθάρισης. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/34 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, με στοχευμένο τρόπο, βελτιώνει την αποτελεσματικότητα και την αναλογικότητά του, δίνει περαιτέρω κίνητρα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ώστε να προσφέρουν κεντρική εκκαθάριση παραγώγων στους αντισυμβαλλομένους και διευκολύνει την πρόσβαση στην εκκαθάριση για τους μικρούς χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Τέλος, οι βαθύτερες και περισσότερο ενοποιημένες κεφαλαιαγορές, ως αποτέλεσμα της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, θα ενισχύσουν περαιτέρω την ανάγκη για διασυνοριακή εκκαθάριση στην Ένωση και, συνεπώς, θα αυξήσουν περαιτέρω τη σημασία και τη διασυνδεσιμότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος. |
(3) |
Ο αριθμός κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν εγκατασταθεί στην Ένωση και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 παραμένει σχετικά περιορισμένος, ως έχει η κατάσταση στις 16 Αυγούστου 2019. Τριάντα τρείς κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών έχουν αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) δυνάμει του εν λόγω κανονισμού και τους επιτρέπεται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εκκαθαριστικά μέλη και τόπους διαπραγμάτευσης που έχουν εγκατασταθεί στην Ένωση. Οι αγορές εκκαθάρισης βρίσκονται σε καλό επίπεδο ολοκλήρωσης εντός της Ένωσης, παρουσιάζοντας ωστόσο υψηλή συγκέντρωση σε ορισμένες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού, και μεγάλη διασύνδεση. Η συγκέντρωση κινδύνου καθιστά την πτώχευση ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου σχετικά απίθανη αλλά μπορεί να έχει πολύ έντονο αντίκτυπο. Όπως συμφωνήθηκε στην ομάδα G20, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τον Νοέμβριο του 2016, για να διασφαλίσει ότι οι αρχές είναι δεόντως προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να διαφυλάξουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να περιορίσουν το κόστος για τους φορολογουμένους. |
(4) |
Με την επιφύλαξη της εν λόγω νομοθετικής πρότασης και υπό το πρίσμα του αυξανόμενου μεγέθους, της πολυπλοκότητας και της διασυνοριακής διάστασης της εκκαθάρισης στην Ένωση και παγκοσμίως, θα πρέπει να αναθεωρηθούν οι εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης και τρίτων χωρών. Με την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων και την καθιέρωση σαφών και συνεκτικών εποπτικών ρυθμίσεων, τόσο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης όσο και σε τρίτες χώρες, θα ενισχυθεί η συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης και θα μειωθεί ακόμη περισσότερο ο κίνδυνος πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου. |
(5) |
Υπό το πρίσμα των εν λόγω παρατηρήσεων, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση, στις 4 Μαΐου 2017, με τίτλο «Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών», δηλώνοντας ότι είναι αναγκαίες περαιτέρω τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, για τη βελτίωση του ισχύοντος πλαισίου που εξασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. |
(6) |
Οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στηρίζονται κυρίως στην αρχή της χώρας καταγωγής. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι στην Ένωση επί του παρόντος αδειοδοτούνται και εποπτεύονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σε συνεργασία με σώματα αποτελούμενα από εθνικούς επόπτες, την ΕΑΚΑΑ, τα σχετικά μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), καθώς και από άλλες σχετικές αρχές. Τα σώματα στηρίζονται στον συντονισμό και την ενημέρωση από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, η οποία φέρει την ευθύνη εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Οι αποκλίνουσες πρακτικές εποπτείας κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε ολόκληρη την Ένωση μπορούν να δημιουργήσουν κινδύνους ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ, να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή τόνισε τους εν λόγω αναδυόμενους κινδύνους και την ανάγκη για μεγαλύτερη εποπτική σύγκλιση, στην ανακοίνωσή της για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, και στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ). Συνεπώς, στο πλαίσιο της γενικής δικαιοδοσίας που ήδη έχει η ΕΑΚΑΑ για τον συντονισμό μεταξύ αρμόδιων αρχών και μεταξύ των σωμάτων, με στόχο τη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας και συνεπών εποπτικών πρακτικών που εξασφαλίζουν ομοιόμορφες διαδικασίες και συνεπείς προσεγγίσεις και ενισχύουν τη συνέπεια των αποτελεσμάτων της εποπτείας, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επικεντρωθεί ιδιαίτερα στους τομείς της εποπτείας με διασυνοριακή διάσταση ή πιθανό διασυνοριακό αντίκτυπο. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να προσδιορίσει τους τομείς αυτούς με βάση την εμπειρογνωμοσύνη και την πείρα της στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(7) |
Υπό το πρίσμα του παγκόσμιου χαρακτήρα των χρηματοοικονομικών αγορών και της ανάγκης να αντιμετωπιστούν οι διαφορές στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης και των τρίτων χωρών, θα πρέπει να ενισχυθεί η ικανότητα της ΕΑΚΑΑ να προωθεί τη σύγκλιση της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Πρέπει συνεπώς να δημιουργηθεί μόνιμη εσωτερική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους («εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους»), που θα ασχολείται με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εντός της Ένωσης και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Η συγκρότηση, τα καθήκοντα και η σύσταση της εποπτικής επιτροπής θα πρέπει να αποτελέσει μια έκτακτη λύση για τη συγκέντρωση εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα της εποπτείας κεντρικών αντισυμβαλλομένων και δεν θα πρέπει να αποτελέσει προηγούμενο για τις ΕΕΑ. |
(8) |
Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να αναλάβει τα ειδικά της καθήκοντα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της. |
(9) |
Για να περιλαμβάνει πλήρη πρακτική εμπειρία και επιχειρησιακή εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να απαρτίζεται από πρόεδρο, ανεξάρτητα μέλη και τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών με αδειοδοτημένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Όταν η συνεδρίασή της εποπτικής επιτροπής αφορά αδειοδοτημένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται από τους εν λόγω κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θα πρέπει αν θέλουν να μπορούν να συμμετέχουν στην εποπτική επιτροπή σε σχέση με τομείς εκτιμήσεων, σε επίπεδο Ένωσης, της αντοχής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς και σε σχέση με τις σχετικές εξελίξεις στην αγορά, για να έχουν καλύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες χρήσιμες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Όταν η συνεδρίαση της εποπτικής επιτροπής αφορά κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από τον αντίστοιχο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας θα πρέπει να δύνανται, σε εθελοντική βάση, να συμμετέχουν στην εποπτική επιτροπή για την προετοιμασία αποφάσεων σε σχέση με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, που έχουν ή αναμένεται να αποκτήσουν συστημική σημασία για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή κράτους μέλους της (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2). Οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης θα πρέπει να συμμετέχουν στην εποπτική επιτροπή χωρίς δικαίωμα ψήφου. Ο πρόεδρος της εποπτικής επιτροπής θα πρέπει να δύναται να προσκαλεί μέλη των σωμάτων ως παρατηρητές, ώστε οι γνώμες άλλων σχετικών αρχών να λαμβάνονται υπόψη από την εποπτική επιτροπή. |
(10) |
Για την εξασφάλιση κατάλληλης εμπειρογνωμοσύνης και λογοδοσίας, ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να διορίζονται από το συμβούλιο εποπτών της ΕΑΚΑΑ («συμβούλιο εποπτών») με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τη γνώση των ζητημάτων εκκαθάρισης, των μετασυναλλακτικών ζητημάτων, ζητημάτων προληπτικής εποπτείας και χρηματοοικονομικών ζητημάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και τη ρύθμιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής την οποία οργανώνει και διαχειρίζεται το συμβούλιο εποπτών με την επικουρία της Επιτροπής, τηρουμένης της αρχής της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων. Πριν από το διορισμό του προέδρου και των ανεξάρτητων μελών της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και μέχρι ένα μήνα από την επιλογή τους από το συμβούλιο εποπτών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να μπορεί, μετά από ακρόαση των υποψηφίων, να εγκρίνει ή να αντιταχθεί στον διορισμό τους. Το συμβούλιο εποπτών μπορεί να διορίζει μόνο υποψηφίους που έχουν εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
(11) |
Για την εξασφάλιση της διαφάνειας και του δημοκρατικού ελέγχου καθώς και για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να λογοδοτούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για κάθε απόφαση που λαμβάνουν βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(12) |
Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης. Θα πρέπει να διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς καθώς και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε κάθε κράτος μέλος, με ή χωρίς αδειοδοτημένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και στην Ένωση. |
(13) |
Για μια καλύτερη, αποτελεσματική και ταχεία διαδικασία λήψης αποφάσεων στην εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θα πρέπει να έχουν δικαιώματα ψήφου ο πρόεδρος, τα ανεξάρτητα μέλη και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους με αδειοδοτημένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Οι εκπρόσωποι της/των κεντρικής/-ών τράπεζας/-ών καθώς και οι παρατηρητές δεν θα πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου. Η εποπτική επιτροπή αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών της, κάθε μέλος με δικαίωμα ψήφου έχει μία ψήφο, και η ψήφος του προέδρου υπερισχύει, σε περίπτωση ισοψηφίας. Την τελική εξουσία λήψης αποφάσεων θα πρέπει να κρατήσει το συμβούλιο εποπτών. |
(14) |
Για μια συνεκτική και συνεπή εποπτική προσέγγιση εντός της Ένωσης, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να είναι αρμόδια για την κατάρτιση ορισμένων ειδικών αποφάσεων και την εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ. Οι αρμοδιότητες αυτές ενισχύουν τον συντονιστικό ρόλο που επιτελεί η ΕΑΚΑΑ μεταξύ των αρμόδιων αρχών και μεταξύ των σωμάτων, με στόχο τη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας και συνεπών εποπτικών πρακτικών, ιδίως σε τομείς εποπτείας με διασυνοριακή διάσταση ή πιθανό διασυνοριακό αντίκτυπο. Στο πλαίσιο αυτό, οι εποπτικές δραστηριότητες και αποφάσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τους τομείς της εποπτείας στους οποίους οι αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές μπορούν να δημιουργήσουν κινδύνους ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ ή να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης να ενημερώνεται για όλες τις γνώμες που εγκρίνουν τα σώματα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μεταξύ άλλων για τη βάση της λήψης αποφάσεων με την οποία σχετίζεται η γνώμη του σώματος, και για τυχόν συστάσεις που συμπεριλαμβάνουν τα σώματα στις εν λόγω γνώμες. |
(15) |
Επιπλέον, στο πλαίσιο της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να πραγματοποιείται υποχρεωτική εκ των προτέρων ανταλλαγή πληροφοριών και συζήτηση σχετικά με τα σχέδια αποφάσεων των αρμόδιων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αρχών για ορισμένους ιδιαίτερα σημαντικούς τομείς της εποπτείας. Επιπροσθέτως, σε εθελοντική βάση και με πρωτοβουλία των αρμόδιων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αρχών, όλα τα σχέδια αποφάσεων θα πρέπει να μπορούν να συζητηθούν εκ των προτέρων. Η ΕΑΚΑΑ δεν θα πρέπει να γνωμοδοτεί όταν, μετά τη συζήτηση στο πλαίσιο της εποπτικής επιτροπής, δεν διαπιστώνονται αποκλίσεις. Με την εξουσία της ΕΑΚΑΑ να γνωμοδοτεί θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι παρέχονται επιπλέον σχόλια σε σχέση με τα σχέδια αποφάσεων στην αρμόδια για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχή από μια ομάδα εποπτικών αρχών με εξειδίκευση και πείρα στην εποπτεία κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Οι γνώμες της ΕΑΚΑΑ δεν επηρεάζουν την ευθύνη της αρμόδιας για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχής να λάβει την τελική απόφαση, γεγονός που σημαίνει ότι το τελικό περιεχόμενο της απόφασης θα παραμένει στη διακριτική της ευχέρεια. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμφωνεί με γνώμη της ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να υποβάλει σχόλια στην ΕΑΚΑΑ σχετικά με κάθε σημαντική απόκλιση από την εν λόγω γνώμη. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις πριν, ταυτόχρονα ή μετά την έκδοση απόφασης. Ωστόσο, εάν η αρμόδια αρχή υποβάλει παρατηρήσεις μετά την έκδοση απόφασης, θα πρέπει να το πράξει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η γνώμη που παρέχει η ΕΑΚΑΑ δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει τη διακριτική ευχέρεια των σωμάτων να διαμορφώνουν τη γνώμη τους, όπου αρμόζει. |
(16) |
Αν από την εποπτεία των αδειοδοτημένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων προκύψει έλλειψη σύγκλισης και συνοχής ως προς την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μεταξύ άλλων με βάση την υποχρεωτική και προαιρετική διαβούλευση των αρμόδιων αρχών με την ΕΑΚΑΑ και τις συζητήσεις στην εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επιδιώκει κατάλληλη σύγκλιση και συνέπεια, μεταξύ άλλων με την έκδοση κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων ή γνωμών. Για να διευκολυνθεί η διαδικασία, η εποπτική επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να ζητήσει από το συμβούλιο εποπτών να εξετάσει το ενδεχόμενο έκδοσης κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων και γνωμών από την ΕΑΚΑΑ. Η εποπτική επιτροπή θα πρέπει επίσης να δύναται να υποβάλει στο συμβούλιο εποπτών τη γνώμη της για τις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν από την ΕΑΚΑΑ οι οποίες αφορούν τα καθήκοντα και τις δραστηριότητες των αρμόδιων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αρχών. Η εποπτική επιτροπή θα πρέπει, για παράδειγμα, να γνωμοδοτεί για σχέδια τεχνικών προτύπων ή κατευθυντήριων γραμμών που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ στον τομέα της αδειοδότησης και της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. |
(17) |
Για να εποπτεύει αποτελεσματικά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να καταρτίζει ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων προς έγκριση από το συμβούλιο εποπτών της ΕΑΚΑΑ και να εκτελεί τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ σε σχέση με τις διατάξεις που αφορούν την αναγνώριση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών οι οποίες προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Καθώς η συνεργασία και η πληροφόρηση είναι ουσιαστικής σημασίας, η εποπτική επιτροπή, όταν συνεδριάσει με θέμα κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, θα πρέπει να ανταλλάσσει με το σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών σχετικές πληροφορίες, όπως τα ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων που υποβάλλει στο συμβούλιο εποπτών, τις τελικές αποφάσεις που εκδίδει το συμβούλιο εποπτών, τις ημερήσιες διατάξεις και τα πρακτικά των συνεδριάσεων της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τις αιτήσεις για αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα. |
(18) |
Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να υποστηρίζεται από αποκλειστικό προσωπικό της ΕΑΚΑΑ για την προετοιμασία των συνεδριάσεών της, την προετοιμασία των αναλύσεων που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων της και την υποστήριξή της στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας της. |
(19) |
Οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης θα πρέπει να συμμετέχουν στην κατάρτιση αποφάσεων από την εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε σχέση με την κατάταξη κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών με βάση με τη συστημική σημασία τους και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2, προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθή άσκηση των καθηκόντων τους που αφορούν τη νομισματική πολιτική και την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών. Καθώς οι αποφάσεις της ΕΑΚΑΑ σχετικά με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 για τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας, τον έλεγχο κινδύνου ρευστότητας, την παροχή ασφαλείας, τον διακανονισμό και την έγκριση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τα καθήκοντα των κεντρικών τραπεζών, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να διαβουλεύεται με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας με βάση μηχανισμό «συμμόρφωσης ή αιτιολόγησης». |
(20) |
Το συμβούλιο εποπτών θα πρέπει να εκδίδει τα σχέδια αποφάσεων που υποβάλλει η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Για μια αποτελεσματική και ταχεία διαδικασία λήψης αποφάσεων, ορισμένες αποφάσεις που δεν αφορούν την αναγνώριση, την κατάταξη κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, ειδικές απαιτήσεις που επιβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, την επανεξέταση ή την ανάκληση της αναγνώρισης, ή τα ουσιώδη στοιχεία της συνεχούς εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, όταν απαιτείται διαβούλευση με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης, θα πρέπει να εκδίδονται από το συμβούλιο εποπτών εντός τριών εργάσιμων ημερών. |
(21) |
Για να προωθηθεί περαιτέρω η σύγκλιση των εποπτικών αποφάσεων, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να λάβει νέες εντολές για την κατάρτιση σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με την επέκταση των δραστηριοτήτων και υπηρεσιών και για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες τυχόν αλλαγές στα μοντέλα και στις παραμέτρους θεωρούνται σημαντικές. Επιπλέον, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εκδίδει τις απαραίτητες κατευθυντήριες γραμμές για να διευκρινίζει περαιτέρω τις κοινές διαδικασίες εποπτικής επανεξέτασης και αξιολόγησης σε σχέση με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. |
(22) |
Η λειτουργία των σωμάτων που έχουν συσταθεί στο πλαίσιο της ένωσης κεντρικών αντισυμβαλλομένων συμβάλλουν αποφασιστικά στην αποτελεσματική εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Για να διασφαλιστεί η συνοχή των διαδικασιών στο πλαίσιο των σωμάτων σε ολόκληρη την Ένωση, οι γραπτές συμφωνίες στις οποίες καθορίζονται οι πρακτικές ρυθμίσεις λειτουργίας των εν λόγω σωμάτων θα πρέπει να βελτιωθούν και τυποποιηθούν περισσότερο. Τα μέλη των σωμάτων θα πρέπει να δικαιούνται να συμβάλουν στον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων του σώματος, με στόχο την περαιτέρω προώθηση του ρόλου τους. Για να ενισχυθεί η διαφάνεια των σωμάτων, η σύνθεσή τους θα πρέπει να δημοσιοποιείται. Για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (7) ορίζει ότι τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ, τα καθήκοντα που αφορούν τη νομισματική πολιτική και οποιαδήποτε άλλα καθήκοντά της θα πρέπει να ασκούνται εντελώς χωριστά. Θα πρέπει να αναγνωριστεί ο εν λόγω συγκεκριμένος διαχωρισμός αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ. Ως εκ τούτου, όταν η ΕΚΤ είναι μέλος σώματος που έχει συσταθεί για κεντρικό αντισυμβαλλόμενο της Ένωσης, λόγω των καθηκόντων της ως αρμόδιας αρχής εκκαθαριστικού μέλους εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, καθώς και λόγω της ιδιότητάς της ως κεντρικής τράπεζας έκδοσης που αντιπροσωπεύει το Ευρωσύστημα, η ΕΚΤ θα πρέπει να διαθέτει δύο ψήφους στο σώμα. |
(23) |
Ο αριθμός των κεντρικών τραπεζών έκδοσης και των αρμόδιων αρχών που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των εκκαθαριστικών μελών των κρατών μελών οι οποίες εκπροσωπούνται στα σώματα που συγκροτούνται για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης είναι επί του παρόντος περιορισμένος. Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση στις πληροφορίες για ευρύτερο φάσμα κεντρικών τραπεζών έκδοσης και αρμόδιων αρχών άλλων κρατών μελών, των οποίων η χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα μπορούσε να επηρεαστεί από τη χρηματοοικονομική δυσχέρεια ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, θα πρέπει να μπορούν να συμμετέχουν στα σώματα επιπλέον κεντρικές τράπεζες έκδοσης και αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος. Για να προωθηθεί η συνέπεια στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε ολόκληρη την Ένωση, θα πρέπει επίσης να συμμετέχει στα σώματα ο πρόεδρος ή ένα ανεξάρτητο μέλος της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Για την εξασφάλιση της προσήκουσας, αποτελεσματικής και ταχείας διαδικασίας λήψης αποφάσεων, οι εν λόγω κεντρικές αρχές έκδοσης και αρμόδιες αρχές που συμμετέχουν κατόπιν αιτήματος καθώς και ο πρόεδρος ή το ανεξάρτητο μέλος της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν θα πρέπει να διαθέτουν δικαίωμα ψήφου. |
(24) |
Για να ενισχυθεί ο ρόλος τους, τα σώματα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να γνωμοδοτούν για πρόσθετους τομείς εποπτείας με θεμελιώδη αντίκτυπο στις επιχειρηματικές δραστηριότητες ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, μεταξύ άλλων για την αξιολόγηση των μετόχων και των μελών με ειδικές συμμετοχές σε κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους, και την εξωτερική ανάθεση επιχειρησιακών λειτουργιών, υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων. Επιπλέον, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε μέλους του σώματος, το σώμα θα πρέπει να μπορεί να περιλαμβάνει στις γνώμες του συστάσεις που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση αδυναμιών στη διαχείριση κινδύνων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου και τη βελτίωση της αντοχής του, εφόσον αποφασιστεί κατά πλειοψηφία από το σώμα. Η ψηφοφορία του σώματος για τη συμπερίληψη των εν λόγω συστάσεων θα πρέπει να διενεργείται ξεχωριστά από την ψηφοφορία του σώματος για τη γνώμη. Προκειμένου να ενισχυθεί ο αντίκτυπος των γνωμών και των συστάσεων των σωμάτων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να τις λαμβάνουν δεόντως υπόψη και να παρέχουν αιτιολόγηση όταν αποκλίνουν σημαντικά από αυτές. |
(25) |
Οι εποπτικές ρυθμίσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που προσφέρουν υπηρεσίες εκκαθάρισης εντός της Ένωσης χρειάζονται, επίσης, αναθεώρηση. Η πρόσβαση στις πληροφορίες, η ικανότητα επιτόπιων επιθεωρήσεων και ερευνών, η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών ανάμεσα στις αντίστοιχες ενωσιακές αρχές και τις αρχές των κρατών μελών καθώς και η δυνατότητα εκτέλεσης των αποφάσεων της ΕΑΚΑΑ για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών χρειάζεται να βελτιωθούν για να αποφευχθούν σοβαρές επιπλοκές στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα για τις οντότητες της Ένωσης. Υπάρχει, επίσης, κίνδυνος οι τροποποιήσεις στους κανόνες κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο τρίτων χωρών να μην μπορούν να ληφθούν υπόψη και, ενδεχομένως, να επηρεάσουν αρνητικά τα ρυθμιστικά ή εποπτικά αποτελέσματα και να οδηγήσουν σε ανισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης και τρίτων χωρών. |
(26) |
Ένα σημαντικό ποσοστό χρηματοπιστωτικών μέσων εκφρασμένων σε νομίσματα της Ένωσης εκκαθαρίζονται από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται σημαντικές προκλήσεις για τις αρχές της Ένωσης και των κρατών μελών ως προς τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. |
(27) |
Στο πλαίσιο της δέσμευσής της για ολοκληρωμένες χρηματοπιστωτικές αγορές, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να προσδιορίζει, μέσω αποφάσεων ισοδυναμίας, ότι τα νομικά και εποπτικά πλαίσια των τρίτων χωρών πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Για την ενίσχυση της εφαρμογής του υφιστάμενου καθεστώτος ισοδυναμίας σε σχέση με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί, αν είναι αναγκαίο, να προσδιορίζει περαιτέρω τα κριτήρια για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των καθεστώτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Είναι, επίσης, αναγκαίο να έχει η ΕΑΚΑΑ την εξουσία παρακολούθησης των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων στα εν λόγω καθεστώτα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν κριθεί ως ισοδύναμα από την Επιτροπή. Αυτό γίνεται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κριτήρια ισοδυναμίας, και όποιοι ειδικοί όροι έχουν οριστεί για τη χρήση τους, εξακολουθούν να πληρούνται από τις τρίτες χώρες. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υποβάλει τα πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών σε εμπιστευτική βάση. |
(28) |
Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει, να αναστείλει, να αναθεωρήσει ή να ανακαλέσει μια απόφαση ισοδυναμίας, ειδικά όταν οι εξελίξεις λαμβάνουν χώρα σε μια τρίτη χώρα, γεγονός το οποίο μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τα στοιχεία που αξιολογήθηκαν σύμφωνα με τις απαιτήσεις ισοδυναμίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Όταν οι αρχές μιας τρίτης χώρας δεν συνεργάζονται πλέον με την ΕΑΚΑΑ ή άλλες εποπτικές αρχές της Ένωσης με καλή πίστη ή δεν πληρούν συνεχώς τις ισχύουσες απαιτήσεις ισοδυναμίας, η Επιτροπή μπορεί, επίσης, να προειδοποιήσει την αρχή της τρίτης χώρας ή να εκδώσει ειδική σύσταση. Όταν η Επιτροπή αποφασίζει, οποτεδήποτε, να ανακαλέσει απόφαση περί ισοδυναμίας, δύναται να αναβάλει την εφαρμογή της απόφασης αν υπάρχει κίνδυνος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή διατάραξη της αγοράς. Επιπλέον των σημερινών εξουσιών της, η Επιτροπή θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να ορίσει ειδικούς όρους, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κριτήρια ισοδυναμίας εξακολουθούν να πληρούνται σε συνεχή βάση από την τρίτη χώρα την οποία αφορά η απόφαση ισοδυναμίας. Η Επιτροπή θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να ορίζει όρους, προκειμένου να διασφαλίζει ότι η ΕΑΚΑΑ δύναται να ασκεί αποτελεσματικά τις αρμοδιότητές της σχετικά με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή σχετικά με την παρακολούθηση των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων σε τρίτες χώρες που σχετίζονται με τις εκδοθείσες αποφάσεις ισοδυναμίας. |
(29) |
Υπό το πρίσμα της αυξανόμενης διασυνοριακής διάστασης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των διασυνδέσεων στο ενωσιακό χρηματοπιστωτικό σύστημα, είναι αναγκαίο να βελτιωθεί η ικανότητα της Ένωσης να εντοπίζει, να παρακολουθεί και να μετριάζει τους δυνητικούς κινδύνους που αφορούν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Ο ρόλος της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επομένως, να ενισχυθεί, προκειμένου να εποπτεύει αποτελεσματικά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αιτούνται αναγνώριση για να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση. Θα πρέπει, επίσης, να βελτιωθεί η συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών έκδοσης της Ένωσης στην αναγνώριση, την εποπτεία, την επανεξέταση και την ανάκληση της αναγνώρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που δραστηριοποιούνται στο νόμισμα το οποίο εκδίδουν. Συνεπώς, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη των κεντρικών τραπεζών έκδοσης της Ένωσης επί θεμάτων που επηρεάζουν τις αρμοδιότητές τους για τη νομισματική πολιτική όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκφράζονται σε ενωσιακά νομίσματα, τα οποία εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εκτός της Ένωσης. |
(30) |
Μόλις η Επιτροπή προσδιορίσει ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο μιας τρίτης χώρας είναι ισοδύναμο με το ενωσιακό πλαίσιο, η διαδικασία αναγνώρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου από την εν λόγω τρίτη χώρα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους κινδύνους που ενέχουν οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή των μελών της. |
(31) |
Όταν εξετάζει την αίτηση αναγνώρισης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αξιολογεί τον βαθμό συστημικού κινδύνου που ενέχει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της, βάσει των αντικειμενικών και διαφανών κριτηρίων του παρόντος κανονισμού που θα πρέπει να συμβάλλουν στη συνολική αξιολόγηση. Κανένα από τα εν λόγω κριτήρια δεν θα πρέπει να θεωρείται καθοριστικό από μόνο του. Όταν αξιολογεί το προφίλ κινδύνου ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών, όπως η απάτη, η εγκληματική δραστηριότητα, ο κίνδυνος ασφάλειας ΤΠ και ο κίνδυνος στον κυβερνοχώρο. Τα εν λόγω κριτήρια θα διευκρινιστούν περαιτέρω με κατ' εξουσιοδότηση πράξη της Επιτροπής. Κατά τον προσδιορισμό των κριτηρίων αυτών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η φύση των συναλλαγών που εκκαθαρίζονται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, η πολυπλοκότητά τους, η αστάθεια των τιμών και η μέση διάρκεια, καθώς και η διαφάνεια και η ρευστότητα των οικείων αγορών και ο βαθμός στον οποίο οι δραστηριότητες εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου είναι εκπεφρασμένες σε ευρώ ή σε άλλα ενωσιακά νομίσματα. Εν προκειμένω, συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σχετικά με ορισμένες συμβάσεις παραγώγων που αφορούν γεωργικά προϊόντα που είναι εισηγμένες για διαπραγμάτευση και εκτελούνται σε ρυθμιζόμενες αγορές σε τρίτες χώρες, οι οποίες αφορούν αγορές που εξυπηρετούν σε μεγάλο βαθμό εγχώριους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους στην εν λόγω τρίτη χώρα οι οποίοι διαχειρίζονται τους εμπορικούς κινδύνους τους μέσω των εν λόγω συμβάσεων, δύνανται να αποτελούν αμελητέο κίνδυνο για τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης στην Ένωση, καθώς διαθέτουν περιορισμένη συστημική διασυνδεσιμότητα με το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όταν σε τρίτη χώρα εφαρμόζεται πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, το πλαίσιο αυτό θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη από την ΕΑΚΑΑ στην ανάλυσή της για τον βαθμό συστημικού κινδύνου που ενέχει ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που είναι εγκατεστημένος στην εν λόγω τρίτη χώρα για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη της. |
(32) |
Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που δεν είναι συστημικά σημαντικοί για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της θα πρέπει να θεωρούνται ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι «κατηγορίας 1». Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι ή είναι πιθανόν να καταστούν συστημικά σημαντικοί για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της θα πρέπει να θεωρούνται ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι «κατηγορίας 2». Όταν η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δεν είναι συστημικά σημαντικός για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της, θα πρέπει να εφαρμόζονται έναντι αυτού οι όροι αναγνώρισης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Όταν η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι συστημικά σημαντικός, θα πρέπει να του επιβάλλονται ειδικές απαιτήσεις. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναγνωρίζει έναν τέτοιον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνον αν αυτός πληροί τις εν λόγω απαιτήσεις. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν ορισμένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι άμεσα υπεύθυνη, προκειμένου να διασφαλίζει ότι ένας συστημικά σημαντικός κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας συμμορφώνεται με τις εν λόγω απαιτήσεις. Οι σχετικές απαιτήσεις θα πρέπει, επίσης, να επιτρέπουν στην ΕΑΚΑΑ να διενεργεί πλήρη και αποτελεσματική εποπτεία του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(33) |
Για την εξασφάλιση της δέουσας συμμετοχής της/των κεντρικής/-ών τράπεζας/-ών έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών στην αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2, όταν αναγνωρίζει τέτοιους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάζει αν τηρούν ειδικές απαιτήσεις νομισματικής πολιτικής που ενδεχομένως έχουν επιβάλει οι εν λόγω κεντρικές τράπεζες έκδοσης. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να αφορούν την υποβολή πληροφοριών σε κεντρική τράπεζα έκδοσης κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, τη συνεργασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων με τράπεζες έκδοσης στο πλαίσιο αξιολόγησης της αντοχής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων υπό ακραίες συνθήκες αγοράς, που πραγματοποιεί η ΕΑΚΑΑ, το άνοιγμα λογαριασμού καταθέσεων μίας ημέρας σε κεντρική τράπεζα έκδοσης και απαιτήσεις που επιβάλλονται σε έκτακτες περιστάσεις, τις οποίες μια κεντρική τράπεζα έκδοσης θεωρεί αναγκαίες. Τα κριτήρια πρόσβασης και οι σχετικές απαιτήσεις κεντρικής τράπεζας έκδοσης για το άνοιγμα λογαριασμού καταθέσεων μίας ημέρας δεν θα πρέπει να συνεπάγονται υποχρέωση μετεγκατάστασης του συνόλου ή μέρους των υπηρεσιών εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. |
(34) |
Σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις που μπορεί εκτάκτως να επιβάλουν οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης, η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής ή η ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών ενδέχεται να επηρεαστεί από εξελίξεις στις κεντρικά εκκαθαριζόμενες αγορές σε περιστάσεις όπως οι πιέσεις στις αγορές (ιδίως τις χρηματαγορές και τις αγορές συμφωνιών επαναγοράς) στις οποίες βασίζεται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος για να αποκτήσει ρευστότητα, οι καταστάσεις στις οποίες οι εργασίες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων συμβάλλουν στην εξάντληση της ρευστότητας στην αγορά, ή σε σοβαρές δυσλειτουργίες των ρυθμίσεων πληρωμών και διακανονισμού που εμποδίζουν την ικανότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμών του ή αυξάνουν τις ανάγκες του για ρευστότητα. Ο προσδιορισμός της ύπαρξης τέτοιων έκτακτων περιστάσεων εξαρτάται αποκλειστικά από ζητήματα νομισματικής πολιτικής και δεν χρειάζεται να συμπίπτει με οποιαδήποτε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αφορά τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Σε τέτοιες περιστάσεις, το πλαίσιο προληπτικής εποπτείας δεν θα μπορεί, συνεπώς, να μετριάσει πλήρως τους κινδύνους που προκύπτουν, οπότε ενδέχεται να χρειαστεί η ανάληψη άμεσων ενεργειών από τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής ή η ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών. |
(35) |
Σε τέτοιες έκτακτες περιστάσεις, ενδέχεται να χρειαστεί οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης να επιβάλουν, στον βαθμό που επιτρέπεται εντός του αντίστοιχου θεσμικού πλαισίου τους, προσωρινές απαιτήσεις σε σχέση με τους κινδύνους ρευστότητας, τις ρυθμίσεις διακανονισμού, τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας, την παροχή ασφαλείας ή τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας. Η μη συμμόρφωση με τις εν λόγω προσωρινές απαιτήσεις ενδέχεται να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2 από την ΕΑΚΑΑ. Οι απαιτήσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν προσωρινές βελτιώσεις της διαχείρισης κινδύνου ρευστότητας ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2, όπως η αύξηση του αποθεματικού ασφαλείας ρευστότητας, η αύξηση της συχνότητας συλλογής των ενδοημερήσιων περιθωρίων ασφαλείας και οι περιορισμοί στα διασυναλλαγματικά ανοίγματα, ή ειδικές ρυθμίσεις για την κατάθεση μετρητών και τον διακανονισμό πληρωμών στο νόμισμα της κεντρικής τράπεζας. Οι απαιτήσεις δεν θα πρέπει να επεκτείνονται σε άλλους τομείς προληπτικής εποπτείας ή να συνεπάγονται αυτόματα ανάκληση της αναγνώρισης. Επιπλέον, η εφαρμογή των απαιτήσεων θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την αναγνώριση μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα έως και έξι μηνών, με δυνατότητα άπαξ παράτασης έως έξι μήνες. Μετά τη λήξη της παράτασης, η εφαρμογή των εν λόγω απαιτήσεων θα πρέπει να μην αποτελεί πλέον προϋπόθεση για την αναγνώριση κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2. Ωστόσο, στο πλαίσιο νέας ή διαφορετικής εξαιρετικής κατάστασης, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να επιβάλουν προσωρινές απαιτήσεις, η εφαρμογή των οποίων θα αποτελούσε προϋπόθεση για την αναγνώριση κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2 δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(36) |
Πριν από την επιβολή των απαιτήσεων ή την ενδεχόμενη παράτασή τους, η κεντρική τράπεζα έκδοσης θα πρέπει να ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ, τις άλλες κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν και τα μέλη του σώματος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών με επεξήγηση των επιπτώσεων των απαιτήσεων που σκοπεύει να επιβάλει στην αποδοτικότητα, την ευρωστία και την αντοχή των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και να αιτιολογεί την αναγκαιότητα και τον αναλογικό χαρακτήρα των απαιτήσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής ή η ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, σεβόμενη παράλληλα σε ικανοποιητικό βαθμό την ανάγκη προστασίας των εμπιστευτικών ή ευαίσθητων πληροφοριών. Για να αποφευχθούν οι επικαλύψεις, η κεντρική τράπεζα έκδοσης θα πρέπει να συνεργάζεται σε συνεχή βάση και να ανταλλάσσει πληροφορίες με την ΕΑΚΑΑ και με τις άλλες κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν, σε ό,τι αφορά τις προσωρινές απαιτήσεις που εφαρμόζονται σε έκτακτες περιστάσεις. |
(37) |
H/οι κεντρική/-ές τράπεζα/-ες έκδοσης θα πρέπει να επιβεβαιώνουν στην ΕΑΚΑΑ αν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 συμμορφώνεται ή όχι με τις πρόσθετες απαιτήσεις, όσο το δυνατόν συντομότερα, και σε κάθε περίπτωση εντός 30 εργάσιμων ημερών αφού προσδιοριστεί ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δεν είναι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 1 ή, αν έχουν επιβληθεί πρόσθετες απαιτήσεις μετά την αναγνώριση ως κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2, εντός 90 εργάσιμων ημερών από την επιβολή τους. |
(38) |
Ο βαθμός κινδύνου που ενέχει ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συστημικής σημασίας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ποικίλλει. Οι απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συστημικής σημασίας θα πρέπει, συνεπώς, να είναι ανάλογες προς τους κινδύνους που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενδέχεται να θέσει στην Ένωση. Όταν η ΕΑΚΑΑ, κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων (ΕΣΣΚ), σε συμφωνία με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας, καταλήγει, με βάση πλήρως αιτιολογημένη αξιολόγηση που περιλαμβάνει ποσοτική τεχνική αξιολόγηση του κόστους και του οφέλους, στο συμπέρασμα ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, ή ορισμένες από τις υπηρεσίες εκκαθάρισής του, είναι τέτοιας συστημικής σημασίας που η συμμόρφωση με τις ειδικές απαιτήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επαρκώς τον κίνδυνο για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη της και εφόσον άλλα μέτρα αποδειχθούν ανεπαρκή για την αντιμετώπιση κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να συστήσει στην Επιτροπή να μην αναγνωριστεί ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή ορισμένες από τις υπηρεσίες εκκαθάρισής του. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί, σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία, να συστήσει στην Επιτροπή να μην αναγνωριστεί κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, με ή χωρίς προηγούμενη κατάταξη αυτού ή ορισμένων υπηρεσιών του ως κατηγορίας 2. |
(39) |
Με βάση αυτή τη σύσταση, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει, ως μέτρο ύστατης λύσης, εκτελεστική πράξη στην οποία θα προσδιορίζεται ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δεν θα πρέπει να μπορεί να παρέχει μέρος ή το σύνολο των υπηρεσιών εκκαθάρισής του στα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που έχουν εγκατασταθεί στην Ένωση, εκτός εάν ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει λάβει άδεια λειτουργίας για την παροχή αυτών των υπηρεσιών σε οποιοδήποτε κράτος μέλος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη θα πρέπει επίσης να καθορίζει κατάλληλη περίοδο προσαρμογής που δεν θα υπερβαίνει τα δύο έτη, η οποία θα μπορεί να παραταθεί άπαξ για έξι επιπλέον μήνες και θα πρέπει να αναφέρει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να εξακολουθήσει να παρέχει ορισμένες εκκαθαριστικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της περιόδου προσαρμογής και τυχόν μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου προκειμένου να περιοριστεί το δυνητικό κόστος για τα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες τους, ιδίως εκείνους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. |
(40) |
Είναι σημαντικό για τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης να διαβουλεύονται μεμονωμένα με την ΕΑΚΑΑ και να εκφράζουν τη συμφωνία τους για κάθε πιθανή σύσταση άρνησης της αναγνώρισης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, δεδομένου του αντικτύπου που μπορεί να έχει μια τέτοια απόφαση για το νόμισμα που εκδίδουν καθώς και για την έκθεση της ΕΑΚΑΑ σχετικά με την εφαρμογή εκτελεστικής πράξης της Επιτροπής, η οποία εκδίδεται κατόπιν μιας τέτοιας σύστασης. Ωστόσο, στην περίπτωση μιας τέτοιας σύστασης ή έκθεσης, η συμφωνία μιας κεντρικής τράπεζας έκδοσης ή τα θέματα που αυτή ίσως θέσει θα πρέπει να αφορά μόνο το νόμισμα που εκδίδει και όχι τη σύσταση στο σύνολό της ή την έκθεση στο σύνολό της. |
(41) |
Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επανεξετάζει τακτικά την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, καθώς και την κατάταξή τους σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1 ή κατηγορίας 2. Εν προκειμένω, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάζει, μεταξύ άλλων, τις αλλαγές στη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας. Τέτοιες επανεξετάσεις θα πρέπει να λαμβάνουν μέρος τουλάχιστον κάθε πέντε έτη και όποτε αναγνωρισμένος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας επεκτείνει ή περιορίζει το φάσμα των δραστηριοτήτων και των υπηρεσιών που παρέχει εντός της Ένωσης. Όταν, μετά από μια τέτοια επανεξέταση, η ΕΑΚΑΑ κρίνει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 1 θα πρέπει να χαρακτηριστεί κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2, θα πρέπει να καθορίσει κατάλληλη περίοδο προσαρμογής που δεν υπερβαίνει τους δεκαοκτώ μήνες, εντός της οποίας ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2. |
(42) |
Κατόπιν αιτήματος κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατηγορίας 2, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να λαμβάνει υπόψη τον βαθμό στον οποίο η συμμόρφωση ενός τέτοιου κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις ισχύουσες απαιτήσεις στην εν λόγω τρίτη χώρα μπορεί να συγκριθεί με τη συμμόρφωση του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Κατά τη διενέργεια αυτής της αξιολόγησης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την εκτελεστική πράξη που έχει εκδώσει η Επιτροπή, η οποία προσδιορίζει ότι οι νομικές και εποπτικές ρυθμίσεις της τρίτης χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι ισοδύναμες με αυτές του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και οποιεσδήποτε προϋποθέσεις στις οποίες δύναται να υπόκειται η εφαρμογή της εν λόγω εκτελεστικής πράξης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης, κατά τη διενέργεια της αξιολόγησης, να λαμβάνει υπόψη τον βαθμό στον οποίο τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκκαθαρίζονται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο είναι εκπεφρασμένα σε νομίσματα της Ένωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη που θα διευκρινίζει τους τρόπους και τους όρους για την αξιολόγηση μιας τέτοιας συγκρίσιμης συμμόρφωσης. |
(43) |
Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει όλες τις αναγκαίες εξουσίες προκειμένου να εποπτεύει τους αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, για την εξασφάλιση της συνεχούς συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(44) |
Για να διευκολυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ της ΕΑΚΑΑ, των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των αρμόδιων αρχών που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των οντοτήτων στις οποίες θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο οι εργασίες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να συγκροτήσει σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Τα μέλη του σώματος θα πρέπει να μπορούν να ζητήσουν να συζητηθεί από την εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οποιοδήποτε συγκεκριμένο ζήτημα σχετικά με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. |
(45) |
Για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής άσκησης των καθηκόντων της ΕΑΚΑΑ ως προς τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών θα πρέπει να πληρώνουν τέλη εποπτείας για τα εποπτικά και διοικητικά καθήκοντα της ΕΑΚΑΑ. Τα τέλη θα πρέπει να καλύπτουν το κόστος που αφορά τις αιτήσεις αναγνώρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και την εποπτεία τους. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, προσδιορίζοντας περαιτέρω τα είδη των τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και τον τρόπο καταβολής τους. |
(46) |
Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 και σχετιζόμενων με αυτούς τρίτων, στους οποίους οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν αναθέσει επιχειρησιακές λειτουργίες, υπηρεσίες ή δραστηριότητες. Όπου αρμόζει, οι αρμόδιες αρχές εποπτείας των εκκαθαριστικών μελών που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση θα πρέπει να ενημερώνονται για τα πορίσματα ερευνών και επιθεωρήσεων. Όταν κρίνεται σκόπιμο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους που αφορούν τη νομισματική πολιτική, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης όλων των νομισμάτων της Ένωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται ή πρόκειται να εκκαθαριστούν από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να μπορούν να ζητήσουν συμμετοχή στις επιθεωρήσεις. |
(47) |
Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να επιβάλλει περιοδικές χρηματικές ποινές για να υποχρεώνει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών να θέτουν τέλος σε παράβαση, να παρέχουν πλήρεις και ορθές πληροφορίες τις οποίες απαιτεί η ΕΑΚΑΑ, ή να υποβάλλονται σε έρευνα ή επιτόπια επιθεώρηση. |
(48) |
Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τόσο της κατηγορίας 1 όσο και της κατηγορίας 2, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 με την παροχή ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επίσης, να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συστημικής σημασίας, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των πρόσθετων απαιτήσεων που εφαρμόζονται σε αυτούς με τον εν λόγω κανονισμό. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ κρίνει ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 στο πλαίσιο της συμμόρφωσής του με το ισχύον νομικό πλαίσιο της τρίτης χώρας θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 16 και των τίτλων IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η συμπεριφορά του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου δεν θα πρέπει να θεωρείται παράβαση του εν λόγω κανονισμού εφόσον τηρεί τις εν λόγω συγκρίσιμες απαιτήσεις. |
(49) |
Τα πρόστιμα θα πρέπει να επιβάλλονται ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης. Οι παραβάσεις θα πρέπει να διαιρούνται σε κατηγορίες επισύρουσες διαφορετικά πρόστιμα. Για να ορίζει το πρόστιμο συγκεκριμένης παράβασης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να χρησιμοποιεί μεθοδολογία δύο σταδίων, η οποία συνίσταται στον καθορισμό ενός βασικού ποσού και στην προσαρμογή του, εάν κρίνεται απαραίτητη, βάσει ορισμένων συντελεστών. Το βασικό ποσό θα πρέπει να καθορίζεται σε συνάρτηση με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του εκάστοτε κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, οι δε προσαρμογές θα πρέπει να πραγματοποιούνται με αύξηση ή μείωση του βασικού ποσού μέσω της εφαρμογής των σχετικών συντελεστών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. |
(50) |
Ο παρών κανονισμός καθορίζει συντελεστές προσαρμογής που συνδέονται με επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις, για να διαθέτει η ΕΑΚΑΑ τα απαραίτητα εργαλεία για την επιβολή προστίμων ανάλογων προς τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκε η παράβαση αυτή. |
(51) |
Η απόφαση επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών θα πρέπει να βασίζεται σε ανεξάρτητη έρευνα. |
(52) |
Πριν λάβει απόφαση περί επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους. |
(53) |
H ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αποφεύγει να επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, εάν μια προγενέστερη αθώωση ή καταδίκη βάσει πανομοιότυπων γεγονότων ή γεγονότων κατ' ουσίαν ομοίων έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου κατόπιν ποινικής διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου. |
(54) |
Οι αποφάσεις της ΕΑΚΑΑ που επιβάλλουν πρόστιμα και περιοδικές χρηματικές ποινές θα πρέπει να είναι εκτελεστές και η εκτέλεσή τους θα πρέπει να υπόκειται στους κανόνες της πολιτικής δικονομίας του κράτους εκτέλεσης. Οι κανόνες πολιτικής δικονομίας δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν κανόνες ποινικής δικονομίας, θα πρέπει όμως να μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες διοικητικής δικονομίας. |
(55) |
Σε περίπτωση παράβασης που διαπράττεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει την εξουσία να λάβει ένα φάσμα εποπτικών μέτρων, όπως μεταξύ άλλων την απαίτηση από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2 να θέσει τέλος στην παράβαση και, ως ύστατη λύση, την ανάκληση της αναγνώρισης, εάν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2, έχει παραβιάσει σοβαρά και κατ' επανάληψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εφαρμόζει τα εποπτικά μέτρα λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης, και να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Προτού αποφασίσει εποπτικά μέτρα, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης στα πρόσωπα κατά των οποίων εκινήθησαν οι διαδικασίες, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους. Αν η ΕΑΚΑΑ ανακαλέσει την αναγνώριση, θα πρέπει να περιορίζει την πιθανότητα διατάραξης της αγοράς καθορίζοντας μεταβατική περίοδο έως δύο ετών. |
(56) |
Σε σχέση με την επικύρωση από τις αρμόδιες αρχές και την ΕΑΚΑΑ των σημαντικών αλλαγών στα μοντέλα και τις παραμέτρους που εγκρίνονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεων περιθωρίου ασφάλειας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφαλείας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, θα πρέπει να διευκρινιστούν οι διαδικαστικές πτυχές και η αλληλεπίδραση της εν λόγω επικύρωσης με την απόφαση του σώματος. Θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα προκαταρκτικής έγκρισης μιας σημαντικής αλλαγής στα μοντέλα ή τις παραμέτρους, όταν είναι αναγκαία, ιδίως όταν η ταχεία αλλαγή τους είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί η αρτιότητα της διαχείρισης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. |
(57) |
Η αποτελεσματική εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων βασίζεται στην ανάπτυξη ικανοτήτων, εμπειρογνωμοσύνης και δυνατοτήτων, καθώς και στη δημιουργία σχέσεων συνεργασίας και στις ανταλλαγές μεταξύ θεσμικών οργάνων. Δεδομένου ότι όλα αυτά είναι διαδικασίες που αναπτύσσονται με την πάροδο του χρόνου και ακολουθούν τη δική τους δυναμική, ο σχεδιασμός ενός λειτουργικού, αποτελεσματικού και αποδοτικού εποπτικού συστήματος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη δυνητική εξέλιξή του μακροπρόθεσμα. Ως εκ τούτου, η κατανομή αρμοδιοτήτων που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό είναι δυνατόν να εξελιχθεί καθώς ο ρόλος και οι ικανότητες της ΕΑΚΑΑ, με την υποστήριξη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, αναπτύσσονται. Με σκοπό την ανάπτυξη αποτελεσματικής και ανθεκτικής εποπτικής προσέγγισης όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την αποτελεσματικότητα των καθηκόντων της ΕΑΚΑΑ, ιδίως της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, για την προώθηση μιας συγκλίνουσας και συνεκτικής εφαρμογής στην Ένωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των θεσμικών οργάνων και των οργανισμών της Ένωσης και των κρατών μελών. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να υποβάλει έκθεση σχετικά με τον αντίκτυπο του παρόντος κανονισμού επί των ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και να αξιολογήσει το πλαίσιο για την αναγνώριση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει την έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, καθώς και κατάλληλες προτάσεις. |
(58) |
Για μια αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων του παρόντος κανονισμού έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), όσον αφορά την περαιτέρω διευκρίνιση του είδους των τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η καταβολή τους· τον περαιτέρω καθορισμό των κριτηρίων με τα οποία προσδιορίζεται εάν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι, ή είναι πιθανόν να καταστεί, συστημικά σημαντικός για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή για ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της· τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στις αξιολογήσεις της περί ισοδυναμίας τρίτων χωρών· τη διευκρίνιση του τρόπου και των όρων υπό τους οποίους υπάρχει συμμόρφωση προς ορισμένες απαιτήσεις από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών· την περαιτέρω διευκρίνιση διαδικαστικών κανόνων ως προς την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων για τα δικαιώματα υπεράσπισης, τα χρονικά περιθώρια, τη συλλογή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, καθώς και των προθεσμιών για την επιβολή και την εκτέλεση των ποινών· μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος IV, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (8). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων. |
(59) |
Για την εξασφάλιση ομοιόμορφων όρων για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως σχετικά με την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και την ισοδυναμία των νομικών πλαισίων τρίτων χωρών, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες. Οι εν λόγω εξουσίες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). |
(60) |
Για μια συστηματική εναρμόνιση των κανόνων και εποπτικών πρακτικών για την επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, σωμάτων, μοντέλων επανεξέτασης, δοκιμών αντοχής και απολογιστικών ελέγχων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα, που αναπτύσσει η ΕΑΚΑΑ, όσον αφορά τα ακόλουθα: τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι πρόσθετες υπηρεσίες ή δραστηριότητες, στις οποίες ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επιθυμεί να επεκτείνει τις εργασίες του, δεν καλύπτονται από την αρχική άδεια λειτουργίας, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα ενωσιακά νομίσματα θα θεωρούνται ως τα πλέον σχετικά για τον σκοπό της συμμετοχής των κεντρικών τραπεζών έκδοσης ως μελών στα σώματα και των πρακτικών ρυθμίσεων λειτουργίας των εν λόγω σωμάτων· και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι σημαντικές οι αλλαγές στα μοντέλα και τις παραμέτρους των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ και τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. |
(61) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η αύξηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, με τη θέσπιση ομοιόμορφων απαιτήσεων για τις δραστηριότητές τους, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, εξαιτίας της κλίμακας και των επιπτώσεών τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών. |
(62) |
Η χρήση από την ΕΑΚΑΑ της εξουσίας της να αναγνωρίζει κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας ως κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 1 ή κατηγορίας 2 θα πρέπει να μετατεθεί χρονικά, μέχρι να διευκρινιστούν περαιτέρω τα κριτήρια που επιτρέπουν να αξιολογηθεί: α) αν είναι ή δεν είναι ή αν είναι πιθανόν να γίνει συστημικά σημαντικός ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης ή ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη της, και β) η συγκρίσιμη συμμόρφωση προσδιορίζεται περαιτέρω. |
(63) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
2) |
Στο άρθρο 15, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
|
3) |
Στο άρθρο 17, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
4) |
Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:
|
5) |
Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:
|
6) |
Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:
|
7) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 23α Εποπτική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών και της ΕΑΚΑΑ σε σχέση με τους αδειοδοτημένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους 1. Η ΕΑΚΑΑ επιτελεί συντονιστικό ρόλο μεταξύ των αρμόδιων αρχών και μεταξύ των σωμάτων, με στόχο τη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας και συνεπών εποπτικών πρακτικών που εξασφαλίζουν ομοιόμορφες διαδικασίες και συνεπείς προσεγγίσεις και ενισχύουν τη συνέπεια των αποτελεσμάτων της εποπτείας, ιδίως σε ό,τι αφορά τους τομείς της εποπτείας που έχουν διασυνοριακή διάσταση ή πιθανό διασυνοριακό αντίκτυπο. 2. Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν τα σχέδια αποφάσεών τους στην ΕΑΚΑΑ προτού εγκρίνουν οποιαδήποτε πράξη ή οποιοδήποτε μέτρο δυνάμει των άρθρων 7, 8, 14, 15, 29 έως 33, 35, 36 και 54. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να υποβάλουν σχέδια αποφάσεων στην ΕΑΚΑΑ προτού εγκρίνουν οποιαδήποτε άλλη πράξη ή μέτρο σύμφωνα με τα καθήκοντά τους βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1. 3. Εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή σχεδίου απόφασης που έχει υποβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 όσον αφορά ένα συγκεκριμένο άρθρο, η ΕΑΚΑΑ γνωμοδοτεί σχετικά με το εν λόγω σχέδιο απόφασης προς την αρμόδια αρχή, όταν είναι αναγκαίο για την προώθηση της συνεπούς και συνεκτικής εφαρμογής του εν λόγω άρθρου. Όταν το σχέδιο απόφασης που υποβάλλεται στην ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 2 παρουσιάζει έλλειψη σύγκλισης ή συνοχής ως προς την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις για να προωθήσει την απαραίτητη συνέπεια ή συνοχή στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. 4. Όταν η ΕΑΚΑΑ εκδίδει γνώμη σύμφωνα με την παράγραφο 3, η αρμόδια αρχή τη λαμβάνει δεόντως υπόψη και ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για κάθε επακόλουθη ενέργεια ή παράλειψη ενέργειας εν προκειμένω. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμφωνεί με γνώμη της ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει σχόλια στην ΕΑΚΑΑ σχετικά με κάθε σημαντική απόκλιση από την εν λόγω γνώμη.». |
8) |
Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 24 Καταστάσεις έκτακτης ανάγκης Η αρμόδια για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχή ή οποιαδήποτε άλλη σχετική αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ, το σώμα, τα οικεία μέλη του ΕΣΚΤ και τις λοιπές οικείες αρχές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σχετικά με οποιαδήποτε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αφορά κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, μεταξύ άλλων για τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η οποία ενδέχεται να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα της αγοράς, στη διαβίβαση της νομισματικής πολιτικής, στην ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών ή στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε κάποιο από τα κράτη μέλη όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή κάποιο από τα εκκαθαριστικά του μέλη.». |
9) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Α Εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους Άρθρο 24α Εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους 1. Η ΕΑΚΑΑ συγκροτεί μόνιμη εσωτερική επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 για τους σκοπούς της κατάρτισης σχεδίων αποφάσεων προς έγκριση από το συμβούλιο εποπτών και της εκτέλεσης των καθηκόντων που καθορίζονται στις παραγράφους 7, 9 και 10 του παρόντος άρθρου (“εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους”). 2. H εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αποτελείται από:
Η ιδιότητα του μέλους για τους σκοπούς των σημείων i) και ii) παραχωρείται αυτόματα κατόπιν έγγραφου αιτήματος που απευθύνεται άπαξ στον πρόεδρο. 3. Ο πρόεδρος μπορεί να προσκαλεί ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, όπου κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, μέλη των σωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 18. 4. Οι συνεδριάσεις της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συγκαλούνται από τον πρόεδρό της, με ίδια πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μελών της που διαθέτουν δικαίωμα ψήφου. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συνέρχεται τουλάχιστον πέντε φορές τον χρόνο. 5. Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι ανεξάρτητοι επαγγελματίες πλήρους απασχόλησης. Διορίζονται από το συμβούλιο εποπτών με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τη γνώση των ζητημάτων εκκαθάρισης, των μετασυναλλακτικών ζητημάτων, ζητημάτων προληπτικής εποπτείας και χρηματοοικονομικών ζητημάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και τη ρύθμιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής. Πριν από τον διορισμό του προέδρου και των ανεξαρτήτων μελών της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και έως έναν μήνα μετά την επιλογή από το συμβούλιο εποπτών το οποίο υποβάλει τον κατάλογο των προκριθέντων υποψηφίων τηρώντας την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από ακρόαση των επιλεγμένων υποψηφίων, τους εγκρίνει ή τους απορρίπτει. Σε περίπτωση που ο πρόεδρος ή οποιοδήποτε από τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις άσκησης των καθηκόντων του ή εάν έχει κριθεί ένοχος σοβαρού παραπτώματος, το Συμβούλιο μπορεί, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής που έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την παύση του από τα καθήκοντά του. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να ενημερώνει την Επιτροπή ότι θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παύση του προέδρου ή ενός από τα ανεξάρτητα μέλη εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους από τα καθήκοντά του και η Επιτροπή ανταποκρίνεται στην ενημέρωση αυτή. Η θητεία του προέδρου και των ανεξάρτητων μελών της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι πενταετής και άπαξ ανανεώσιμη. 6. Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν κατέχουν άλλη θέση σε εθνικό, ενωσιακό ή διεθνές επίπεδο. Ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά και ούτε ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από θεσμικά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, από οποιαδήποτε κυβέρνηση κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. Ούτε τα κράτη μέλη, ούτε τα θεσμικά όργανα ή οι οργανισμοί της Ένωσης, ούτε κανένας άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας επιτρέπεται να επιδιώκουν να επηρεάσουν τον πρόεδρο ή τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, εξακολουθούν να δεσμεύονται από την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με ακεραιότητα και διακριτικότητα σε σχέση με την αποδοχή ορισμένων θέσεων ή ευεργετημάτων. 7. Σε ό,τι αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους οι οποίοι είναι αδειοδοτημένοι ή αιτούνται χορήγηση άδειας λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος κανονισμού, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους καταρτίζει, για τον σκοπό του άρθρου 23α παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, αποφάσεις και εκτελεί τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ στο άρθρο 23α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και όσα παρατίθενται στα εξής στοιχεία:
Για τους σκοπούς των στοιχείων α) έως δ) του πρώτου εδαφίου, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην ΕΑΚΑΑ κάθε σχετική πληροφορία και τεκμηρίωση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. 8. Σε περίπτωση που από τις δραστηριότητες ή την ανταλλαγή που αναφέρονται στην παράγραφο 7 στοιχεία α) έως δ) προκύψει έλλειψη σύγκλισης και συνοχής ως προς την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ εκδίδει τις απαραίτητες κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις δυνάμει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 ή γνωμοδοτεί δυνάμει του άρθρου 29 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Σε περίπτωση που, με την αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 7 στοιχείο β), διαπιστωθούν αδυναμίες στην αντοχή ενός ή περισσότερων κεντρικών αντισυμβαλλομένων, η ΕΑΚΑΑ εκδίδει τις αναγκαίες συστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. 9. Επιπλέον, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δύναται:
10. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, σε ό,τι αφορά κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, καταρτίζει σχέδια αποφάσεων που πρόκειται να υποβληθούν από το συμβούλιο εποπτών και εκτελεί τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ στα άρθρα 25, 25α, 25β, 25στ έως 25ιζ και στο άρθρο 85 παράγραφος 6. 11. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, σε ό,τι αφορά κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, κοινοποιεί στο σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών του άρθρου 5γ τις ημερήσιες διατάξεις των συνεδριάσεών της πριν πραγματοποιηθούν, τα πρακτικά των συνεδριάσεών της, τα ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων που υποβάλλει στο συμβούλιο εποπτών και τις τελικές αποφάσεις που εγκρίνει το συμβούλιο εποπτών. 12. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποστηρίζεται από αποκλειστικό προσωπικό της ΕΑΚΑΑ που διαθέτει επαρκείς γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρία προκειμένου να:
13. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ εξασφαλίζει τον διαρθρωτικό διαχωρισμό μεταξύ της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και άλλων καθηκόντων που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Άρθρο 24β Διαβούλευση με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης 1. Σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν δυνάμει των άρθρων 41, 44, 46, 50 και 54 σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους διαβουλεύεται με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ). Κάθε κεντρική τράπεζα έκδοσης μπορεί να ανταποκριθεί. Οι απαντήσεις λαμβάνονται εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη διαβίβαση του σχεδίου απόφασης. Σε επείγουσες καταστάσεις, το διάστημα που αναφέρεται ανωτέρω δεν υπερβαίνει τις 24 ώρες. Σε περίπτωση που μια κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις ή διατυπώσει αντιρρήσεις για τα σχέδια αποφάσεων δυνάμει των άρθρων 41, 44, 46, 50 και 54, παρέχει γραπτώς πλήρη και λεπτομερή αιτιολόγηση. Μόλις ολοκληρωθεί η περίοδος διαβούλευσης, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εξετάζει δεόντως τις τροποποιήσεις που έχουν προτείνει οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης. 2. Σε περίπτωση που η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν αποτυπώνει στο σχέδιο απόφασής της τις τροποποιήσεις που έχουν προταθεί από κεντρική τράπεζα έκδοσης, ενημερώνει γραπτώς την εν λόγω κεντρική τράπεζα έκδοσης αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους δεν τις έλαβε υπόψη και παρέχοντας εξηγήσεις για τις τυχόν αποκλίσεις από τις εν λόγω τροποποιήσεις. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποβάλλει στο συμβούλιο εποπτών τις τροποποιήσεις που προτείνουν οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης, εξηγώντας για τους λόγους για τους οποίους δεν τις έλαβε υπόψη, μαζί με το σχέδιο απόφασής της. 3. Σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν δυνάμει των άρθρων 25 παράγραφος 2γ και 85 παράγραφος 6, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους επιζητεί τη συμφωνία των κεντρικών τραπεζών έκδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ) για ζητήματα που αφορούν τα νομίσματα που εκδίδουν. Θεωρείται ότι κάθε κεντρική τράπεζα έκδοσης συμφωνεί, εκτός εάν προτείνει τροποποιήσεις ή εκφράσει αντιρρήσεις εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη διαβίβαση του σχεδίου απόφασης. Σε περίπτωση που μια κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις ή προβάλει αντιρρήσεις για σχέδιο απόφασης, παρέχει γραπτώς πλήρη και λεπτομερή αιτιολόγηση. Σε περίπτωση που κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις σχετικά με ζητήματα που αφορούν το νόμισμα που εκδίδει, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους μπορεί να υποβάλει στο συμβούλιο εποπτών μόνο το σχέδιο απόφασης όπως έχει τροποποιηθεί ως προς τα συγκεκριμένα ζητήματα. Σε περίπτωση που κεντρική τράπεζα έκδοσης προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με ζητήματα που αφορούν το νόμισμα που εκδίδει, η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν συμπεριλαμβάνει τα ζητήματα αυτά στο σχέδιο απόφασης που υποβάλλει προς έγκριση στο συμβούλιο εποπτών. Άρθρο 24γ Λήψη αποφάσεων στην εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους λαμβάνει τις αποφάσεις της με απλή πλειοψηφία των μελών της που διαθέτουν δικαίωμα ψήφου. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου. Άρθρο 24δ Λήψη αποφάσεων στο συμβούλιο εποπτών Όταν η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποβάλλει σχέδια αποφάσεων στο συμβούλιο εποπτών δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφοι 2, 2α, 2β, 2γ και 5, του άρθρου 25ιστ, του άρθρου 85 παράγραφος 6 και του άρθρου 89 παράγραφος 3β του παρόντος κανονισμού, και επιπλέον μόνο για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 σύμφωνα με τα άρθρα 41, 44, 46, 50 και 54 του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο εποπτών αποφασίζει επί των σχεδίων αυτών σύμφωνα με το άρθρο 44 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 εντός 10 εργάσιμων ημερών. Όταν η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποβάλλει σχέδια αποφάσεων στο συμβούλιο εποπτών δυνάμει άρθρων εκτός αυτών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το συμβούλιο εποπτών αποφασίζει για τα εν λόγω σχέδια αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 44 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 εντός τριών εργάσιμων ημερών. Άρθρο 24ε Λογοδοσία 1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να καλέσει τον πρόεδρο και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους να προβούν σε δήλωση, σεβόμενο πλήρως την ανεξαρτησία τους. Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη προβαίνουν στη δήλωση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντούν σε οποιεσδήποτε ερωτήσεις των βουλευτών του, όποτε ζητηθεί. 2. Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποβάλλουν γραπτή έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητες της εποπτικής επιτροπής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όποτε ζητηθεί, και τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες προτού προβούν στη δήλωση κατά την παράγραφο 1. 3. Ο πρόεδρος και τα ανεξάρτητα μέλη αναφέρουν κάθε σχετική πληροφορία που ζητεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ad hoc και εμπιστευτική βάση. Η εν λόγω έκθεση δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με επιμέρους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους.». |
10) |
Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:
|
11) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 25α Συγκρίσιμη συμμόρφωση 1. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο α) μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένο αίτημα να αξιολογήσει η ΕΑΚΑΑ κατά πόσον κατά τη συμμόρφωσή του με το εφαρμοστέο πλαίσιο τρίτης χώρας, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της εκτελεστικής πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6, ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να θεωρηθεί ότι πληροί τις απαιτήσεις συμμόρφωσης που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V. Η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει αμέσως το αίτημα στο σώμα της ΕΑΚΑΑ για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. 2. Το αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχει την πραγματική βάση για τη διαπίστωση της συγκρισιμότητας, και τους λόγους για τους οποίους η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V. 3. Προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει πραγματικά υπόψη τους κανονιστικούς στόχους των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V και τα συμφέροντα της Ένωσης, συνολικά, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη για να προσδιορίσει τα ακόλουθα:
Η Επιτροπή εκδίδει την κατ' εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 82 έως τις 2 Ιανουαρίου 2021. Άρθρο 25β Συνεχής συμμόρφωση με τους όρους για αναγνώριση 1. Η ΕΑΚΑΑ είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό για την εποπτεία, σε συνεχή βάση, της συμμόρφωσης των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο α). Σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις κατά τα άρθρα 41, 44, 46, 50 και 54, η ΕΑΚΑΑ διαβουλεύεται με τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ) σύμφωνα με το άρθρο 24β παράγραφος 1. Η ΕΑΚΑΑ απαιτεί επιβεβαίωση από κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2, τουλάχιστον επί ετήσιας βάσης, ότι οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχεία α), γ) και δ) εξακολουθούν να πληρούνται. Όταν μια κεντρική τράπεζα έκδοσης που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ) θεωρεί ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 δεν πληροί πλέον τον όρο που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο β), ειδοποιεί αμέσως την ΕΑΚΑΑ. 2. Αν κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 δεν παρέχει στην ΕΑΚΑΑ την επιβεβαίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, ή αν η ΕΑΚΑΑ λάβει ειδοποίηση κατά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θεωρείται ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις αναγνώρισης σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2β και εφαρμόζεται η διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 25ιστ παράγραφοι 2, 3 και 4. 3. Η ΕΑΚΑΑ, σε συνεργασία με το ΕΣΣΚ, διενεργεί εκτιμήσεις της αντοχής των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σε συντονισμό με τις εκτιμήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) του άρθρου 24α παράγραφος 7. Οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο στοιχείο στ) του άρθρου 25 παράγραφος 3 μπορούν να συμβάλουν στις εν λόγω εκτιμήσεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους που αφορούν τη νομισματική πολιτική. Κατά τη διενέργεια αυτών των εκτιμήσεων, η ΕΑΚΑΑ συνυπολογίζει τουλάχιστον τους οικονομικούς και τους επιχειρησιακούς κινδύνους, και διασφαλίζει τη συνοχή με τις εκτιμήσεις της αντοχής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 24α παράγραφος 7 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 25γ Σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών 1. Η ΕΑΚΑΑ συγκροτεί σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών. 2. Το σώμα απαρτίζεται από:
3. Τα μέλη του σώματος δύνανται να ζητούν να συζητήσει η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συγκεκριμένα θέματα σε σχέση με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα. Το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται γραπτώς και περιλαμβάνει λεπτομερή αιτιολόγησή του. Η εποπτική επιτροπή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εξετάζει δεόντως αυτά τα αιτήματα και παρέχει κατάλληλη απάντηση. 4. Η συγκρότηση και η λειτουργία του σώματος βασίζεται σε γραπτή συμφωνία μεταξύ όλων των μελών του. Η υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σύμφωνα με το άρθρο 83 εφαρμόζεται σε όλα τα μέλη του σώματος. Άρθρο 25δ Τέλη 1. Η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει τα ακόλουθα τέλη στους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 3:
2. Τα τέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αναλογικά προς τον κύκλο εργασιών του οικείου κεντρικού αντισυμβαλλομένου και καλύπτουν όλες τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται η ΕΑΚΑΑ για την αναγνώριση και την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. 3. Η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 82, προκειμένου να προσδιορίσει περαιτέρω τα ακόλουθα:
Άρθρο 25ε Άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στα άρθρα 25στ έως 25η Οι εξουσίες που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ ή σε οποιονδήποτε υπάλληλο της ΕΑΚΑΑ ή άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτή πρόσωπο δυνάμει των άρθρων 25στ έως 25η δεν ασκούνται για να απαιτηθεί η γνωστοποίηση πληροφοριών ή εγγράφων που υπόκεινται σε νομικό επαγγελματικό προνόμιο. Άρθρο 25στ Αίτηση παροχής πληροφοριών 1. Η ΕΑΚΑΑ δύναται με απλή αίτηση ή με απόφαση να ζητήσει από αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και σχετιζόμενους με αυτούς τρίτους, στους οποίους οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν αναθέσει επιχειρησιακές λειτουργίες ή δραστηριότητες, να παράσχουν κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία ώστε η ΕΑΚΑΑ να μπορέσει να εκτελέσει τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. 2. Κατά τη διαβίβαση απλής αίτησης για παροχή πληροφοριών δυνάμει της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ αναφέρει όλα τα ακόλουθα:
3. Όταν απαιτεί την παροχή των πληροφοριών αυτών σύμφωνα με την παράγραφο 1 με απόφαση, η ΕΑΚΑΑ αναφέρει όλα τα ακόλουθα:
4. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή οι εκπρόσωποί τους και, στην περίπτωση νομικών προσώπων ή ενώσεων χωρίς νομική προσωπικότητα, τα εξουσιοδοτημένα από τον νόμο ή από το καταστατικό τους πρόσωπα που τους εκπροσωπούν παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες. Τις πληροφορίες είναι δυνατόν να παρέχουν δεόντως εξουσιοδοτημένοι δικηγόροι εξ ονόματος των πελατών τους. Οι τελευταίοι εξακολουθούν να ευθύνονται πλήρως για την παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών. 5. Η ΕΑΚΑΑ αποστέλλει αμελλητί αντίγραφο της απλής αίτησης ή της απόφασής της στην αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας όπου κατοικούν ή είναι εγκατεστημένα τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα οποία σχετίζονται με την αίτηση πληροφοριών. Άρθρο 25ζ Γενικές έρευνες 1. Για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει τις αναγκαίες έρευνες επί κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 και σχετιζόμενων με αυτούς τρίτων, στους οποίους οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν αναθέσει επιχειρησιακές λειτουργίες, υπηρεσίες ή δραστηριότητες. Για αυτόν τον σκοπό, οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ έχουν την εξουσία:
Οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ) δύνανται, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος προς την ΕΑΚΑΑ, να συμμετέχουν στις εν λόγω έρευνες, σε περίπτωση που οι έρευνες αυτές κρίνονται σημαντικές για την άσκηση των καθηκόντων τους που αφορούν τη νομισματική πολιτική. Το σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναφέρεται στο άρθρο 25γ ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για κάθε εύρημα που μπορεί να είναι χρήσιμο για την εκτέλεση των καθηκόντων του. 2. Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΑΚΑΑ για τους σκοπούς των ερευνών κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας. Στην εν λόγω εξουσιοδότηση επισημαίνονται, επίσης, οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25ια, σε περίπτωση που τα απαιτούμενα αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή άλλο υλικό, ή οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που υποβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 δεν παρέχονται ή είναι ελλιπείς, καθώς και τα πρόστιμα που προβλέπονται στο άρθρο 25ι σε συνδυασμό με το παράρτημα III τμήμα V στοιχείο β), σε περίπτωση που οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές. 3. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2 υποβάλλονται σε έρευνες που κινούνται βάσει απόφασης της ΕΑΚΑΑ. Η απόφαση προσδιορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας, τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25ια του παρόντος κανονισμού, τα ένδικα μέσα που διατίθενται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο. 4. Προτού ενημερώσει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει την αρμόδια αρχή τρίτης χώρας, στην οποία πρόκειται να διεξαχθεί η έρευνα, σχετικά με την έρευνα και την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων προσώπων. Οι υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, να επικουρούν τα εν λόγω εξουσιοδοτημένα πρόσωπα στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται επίσης να παρίστανται στις έρευνες. Οι έρευνες σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το παρόν άρθρο διεξάγονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις συνεργασίας που έχουν θεσπιστεί με την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας. Άρθρο 25η Επιτόπιες επιθεωρήσεις 1. Για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξαγάγει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, έκταση ή ιδιοκτησία κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 και σχετιζόμενων με αυτούς τρίτων, στους οποίους οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν αναθέσει επιχειρησιακές λειτουργίες, υπηρεσίες ή δραστηριότητες. Οι αναφερόμενες στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο στ) κεντρικές τράπεζες έκδοσης μπορούν να υποβάλουν αιτιολογημένο αίτημα στην ΕΑΚΑΑ να συμμετάσχουν στις εν λόγω επιτόπιες επιθεωρήσεις, όταν αυτές είναι συναφείς προς την εκτέλεση των οικείων καθηκόντων νομισματικής πολιτικής. Το σώμα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναφέρεται στο άρθρο 25γ ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για κάθε εύρημα που μπορεί να είναι χρήσιμο για την εκτέλεση των καθηκόντων του. 2. Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οιονδήποτε επαγγελματικό ή άλλο χώρο των νομικών προσώπων για τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση επιθεώρησης από την ΕΑΚΑΑ, διαθέτουν δε όλες τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 25ζ παράγραφος 1. Διαθέτουν επίσης την εξουσία να σφραγίζουν οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και βιβλία ή αρχεία κατά την περίοδο της επιθεώρησης και στην έκταση που είναι αναγκαίο για αυτή. 3. Σε εύθετο χρόνο πριν από την επιθεώρηση, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει για την επιθεώρηση τη σχετική αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξαγάγει την επιτόπια επιθεώρηση, αφού ενημερώσει τη σχετική αρμόδια αρχή τρίτης χώρας, χωρίς να ειδοποιείται προηγουμένως ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα της επιθεώρησης. Οι έρευνες σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το παρόν άρθρο διεξάγονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις συνεργασίας που έχουν θεσπιστεί με την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας. Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25ια, εφόσον τα οικεία πρόσωπα δεν δέχονται την επιθεώρηση. 4. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2 υποβάλλονται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις που διατάσσονται με απόφαση της ΕΑΚΑΑ. Η απόφαση προσδιορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθορίζει την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξής της και αναφέρει τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25ια, τα ένδικα μέσα που προσφέρονται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο. 5. Υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας όπου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση, καθώς και εκείνοι που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από αυτή, δύνανται να επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, τους υπαλλήλους και άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΑΚΑΑ. Υπάλληλοι της σχετικής αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται, επίσης, να παρίστανται στις επιτόπιες επιθεωρήσεις. 6. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί, επίσης, να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών να εκτελέσουν εκ μέρους της ειδικά ερευνητικά καθήκοντα και να πραγματοποιήσουν επιτόπιες επιθεωρήσεις, όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 25ζ παράγραφος 1. 7. Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι και άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα, εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ, διαπιστώσουν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η οικεία αρμόδια αρχή τρίτης χώρας δύναται, μετά από αίτημα της ΕΑΚΑΑ, να τους παράσχει την αναγκαία συνδρομή, αιτούμενη, αν χρειαστεί, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, ώστε να τους επιτρέψει να πραγματοποιήσουν την επιτόπια επιθεώρησή τους. Άρθρο 25ι Κανόνες σχετικά με τη διαδικασία λήψης εποπτικών μέτρων και επιβολής προστίμων 1. Εάν, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει σοβαρές ενδείξεις πιθανής ύπαρξης περιστατικών δυνάμενων να συνιστούν διάπραξη μίας ή περισσότερων από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα III, διορίζει ανεξάρτητο πραγματογνώμονα εντός της ΕΑΚΑΑ προκειμένου να ερευνήσει το θέμα. Ο διορισμένος πραγματογνώμονας δεν πρέπει να συμμετέχει ούτε να έχει συμμετάσχει άμεσα ή έμμεσα στην αναγνώριση ή στη διαδικασία εποπτείας του σχετικού κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ασκεί δε τα καθήκοντά του ανεξάρτητα από την ΕΑΚΑΑ. 2. Ο πραγματογνώμονας ερευνά τις εικαζόμενες παραβάσεις, λαμβάνοντας υπ' όψιν οιεσδήποτε παρατηρήσεις διατυπώσουν τα υπό έρευνα πρόσωπα, και υποβάλλει πλήρη φάκελο με τα πορίσματά του στην ΕΑΚΑΑ. Για την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο πραγματογνώμονας δύναται να ασκεί το δικαίωμα υποβολής αιτήματος για παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 25στ και να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις σύμφωνα με τα άρθρα 25ζ και 25η. Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, ο πραγματογνώμονας τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 25ε. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ο πραγματογνώμονας έχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και τις πληροφορίες που συλλέγει η ΕΑΚΑΑ κατά τις δραστηριότητές της. 3. Κατά την ολοκλήρωση της έρευνας και πριν από την υποβολή του φακέλου των πορισμάτων του στην ΕΑΚΑΑ, ο πραγματογνώμονας δίνει στα υπό έρευνα πρόσωπα τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα ζητήματα που ερευνώνται. Ο πραγματογνώμονας βασίζει τα πορίσματά του μόνο σε γεγονότα για τα οποία οι ενδιαφερόμενοι είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις. Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα της υπεράσπισης των προσώπων που αφορά η έρευνα. 4. Όταν υποβάλλει τον φάκελο των πορισμάτων του στην ΕΑΚΑΑ, ο πραγματογνώμονας ενημερώνει σχετικώς τα υπό έρευνα πρόσωπα. Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα να αποκτούν γνώση του φακέλου, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν επεκτείνεται στις εμπιστευτικές πληροφορίες ή στα προπαρασκευαστικά έγγραφα εσωτερικής χρήσης της ΕΑΚΑΑ. 5. Βάσει του φακέλου που περιέχει τα πορίσματα του πραγματογνώμονα και, εφόσον ζητηθεί από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, κατόπιν ακρόασης των υπό έρευνα προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 25ιβ, η ΕΑΚΑΑ αποφαίνεται αν τα υπό έρευνα πρόσωπα έχουν διαπράξει μία ή περισσότερες από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα III και, σε περίπτωση που αποφανθεί ότι έχει διαπραχθεί παράβαση, λαμβάνει εποπτικό μέτρο σύμφωνα με το άρθρο 25ιζ και επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 25ι. 6. Ο πραγματογνώμονας δεν συμμετέχει στις συσκέψεις της ΕΑΚΑΑ ούτε παρεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΑΚΑΑ. 7. Η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 82, για να διευκρινίσει περαιτέρω τους κανόνες για τη διαδικασία άσκησης του δικαιώματος επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με το δικαίωμα της υπεράσπισης, προσωρινών διατάξεων και διατάξεων για την είσπραξη προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, καθώς και των προθεσμιών για την επιβολή και την εκτέλεση των ποινών. 8. Εάν η ΕΑΚΑΑ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, διαπιστώσει σοβαρές ενδείξεις πιθανής ύπαρξης περιστατικών, για τα οποία γνωρίζει ότι μπορεί να συνιστούν έγκλημα υπό το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο τρίτης χώρας, παραπέμπει την υπόθεση στις ενδεδειγμένες αρχές για έρευνα και πιθανή ποινική δίωξη. Επιπροσθέτως, η ΕΑΚΑΑ δεν επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, εάν γνωρίζει ότι προγενέστερη αθώωση ή καταδίκη βάσει πανομοιότυπων περιστατικών ή βάσει περιστατικών που είναι κατ' ουσία τα ίδια έχει ήδη αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου κατόπιν ποινικής διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου. Άρθρο 25ιβ) Πρόστιμα 1. Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 25θ παράγραφο 5, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, μία από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα III, εκδίδει απόφαση για την επιβολή προστίμου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Θεωρείται ότι έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως παράβαση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εάν η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει αντικειμενικούς παράγοντες που αποδεικνύουν ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή η ανώτερη διοίκησή του ενήργησαν εσκεμμένως προς διάπραξη της παράβασης. 2. Τα βασικά ποσά των προστίμων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι μέχρι το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκομίστηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν εξαιτίας της παραβίασης, εφόσον μπορούν να καθοριστούν, ή έως το 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών, όπως ορίζεται στο σχετικό δίκαιο της Ένωσης, ενός νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση. 3. Τα βασικά ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 προσαρμόζονται, εφόσον απαιτείται, λαμβανομένων υπόψη των επιβαρυντικών ή ελαφρυντικών παραγόντων σύμφωνα με τους σχετικούς συντελεστές του παραρτήματος IV. Οι σχετικοί επιβαρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός επιβαρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους επιβαρυντικού συντελεστή προστίθεται στο βασικό ποσό. Οι σχετικοί ελαφρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός ελαφρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που απορρέει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους ελαφρυντικού συντελεστή αφαιρείται από το βασικό ποσό. 4. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 2 και 3, το ύψος του προστίμου δεν υπερβαίνει το 20 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση, όταν όμως ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει επωφεληθεί οικονομικά άμεσα ή έμμεσα από την παράβαση, το ύψος του προστίμου πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό το όφελος. Εφόσον η πράξη ή παράλειψη ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου συνιστά περισσότερες από μία εκ των παραβάσεων που αναφέρονται στο παράρτημα III, επιβάλλεται μόνο το ανώτερο πρόστιμο, το οποίο υπολογίζεται βάσει των παραγράφων 2 και 3 και αφορά μία εκ των εν λόγω παραβάσεων. Άρθρο 25ια Περιοδικές χρηματικές ποινές 1. Η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει, με απόφαση, περιοδικές χρηματικές ποινές, προκειμένου να υποχρεώσει:
2. Η περιοδική χρηματική ποινή είναι αποτελεσματική και αναλογική. Το ποσό της περιοδικής χρηματικής ποινής επιβάλλεται για κάθε μέρα καθυστέρησης. 3. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2, το ποσό των περιοδικών χρηματικών ποινών ανέρχεται στο 3 % του μέσου όρου του ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση ή, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, στο 2 % του μέσου όρου του ημερήσιου εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Υπολογίζεται από την ημέρα που ορίζεται στην απόφαση επιβολής της περιοδικής χρηματικής ποινής. 4. Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται για μέγιστη περίοδο έξι μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της ΕΑΚΑΑ. Μετά το πέρας της περιόδου αυτής, η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει το μέτρο. Άρθρο 25ιβ Ακρόαση ενδιαφερομένων 1. Πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης επιβολής προστίμου ή περιοδικής χρηματικής ποινής δυνάμει των άρθρων 25ι και 25ια, η ΕΑΚΑΑ παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα πορίσματά της στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες. Η ΕΑΚΑΑ θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνο στα πορίσματα επί των οποίων δόθηκε η δυνατότητα στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν ισχύει όταν απαιτούνται επείγουσες ενέργειες προκειμένου να προληφθεί σημαντική και επικείμενη ζημία στο χρηματοοικονομικό σύστημα. Σε αυτή την περίπτωση, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδίδει προσωρινή απόφαση και να παρέχει στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα τη δυνατότητα ακρόασης το συντομότερο δυνατό μετά τη λήψη της απόφασής της. 2. Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα της υπεράσπισης των προσώπων που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες. Αυτά έχουν το δικαίωμα να αποκτούν πρόσβαση στον φάκελο της ΕΑΚΑΑ, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν επεκτείνεται στις εμπιστευτικές πληροφορίες ή στα προπαρασκευαστικά έγγραφα εσωτερικής χρήσης της ΕΑΚΑΑ. Άρθρο 25ιγ Κοινοποίηση, φύση, επιβολή και κατανομή των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών 1. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί κάθε πρόστιμο και περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τα άρθρα 25ι και 25ια του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν η δημοσιοποίηση αυτή θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή θα προκαλούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη. Η κοινοποίηση αυτή δεν περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. 2. Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 25ι και 25ια είναι διοικητικής φύσης. 3. Στις περιπτώσεις που η ΕΑΚΑΑ αποφασίζει να μην επιβάλει πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών και εκθέτει τους λόγους για την απόφασή της. 4. Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 25ι και 25ια είναι εκτελεστά. Την αναγκαστική εκτέλεση διέπουν οι κανόνες της πολιτικής δικονομίας που ισχύουν στο κράτος μέλος ή στην τρίτη χώρα όπου λαμβάνει χώρα η εκτέλεση. 5. Τα ποσά των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών διοχετεύονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 25ιδ Επανεξέταση από το Δικαστήριο Το Δικαστήριο διαθέτει απεριόριστη δικαιοδοσία για την επανεξέταση των αποφάσεων με τις οποίες η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να επαυξήσει το πρόστιμο ή την περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί. Άρθρο 25ιε Τροποποιήσεις του παραρτήματος IV Προκειμένου να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει πράξεις κατ' εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 82, όσον αφορά μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος IV. Άρθρο 25ιστ Ανάκληση αναγνώρισης 1. Χωρίς να θίγεται το άρθρο 25ιζ και με την επιφύλαξη των ακόλουθων παραγράφων, η ΕΑΚΑΑ, μετά από διαβούλευση με τις αρχές και τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3, ανακαλεί απόφαση αναγνώρισης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 25, όταν:
Η ΕΑΚΑΑ δύναται να περιορίσει την ανάκληση της αναγνώρισης σε συγκεκριμένη υπηρεσία, δραστηριότητα ή κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων. Κατά τον καθορισμό της ημερομηνίας έναρξης των αποτελεσμάτων της απόφασης ανάκλησης της αναγνώρισης, η ΕΑΚΑΑ επιδιώκει να ελαχιστοποιήσει τη δυνητική διατάραξη της αγοράς και προβλέπει κατάλληλη περίοδο προσαρμογής, η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο έτη. 2. Πριν από την ανάκληση της αναγνώρισης σύμφωνα με το στοιχείο γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα εφαρμογής μέτρων βάσει του άρθρου 25ιζ παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ). Εάν η ΕΑΚΑΑ κρίνει ότι δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα εντός του καθορισμένου χρονικού πλαισίου διάρκειας έως και έξι μηνών σύμφωνα με το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή εάν τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν είναι κατάλληλα και μετά από διαβούλευση με τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3, η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί την απόφαση αναγνώρισης. 3. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τη σχετική αρμόδια αρχή της οικείας τρίτης χώρας για την απόφαση ανάκλησης της αναγνώρισης αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου. 4. Οποιαδήποτε από τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3, οι οποίες θεωρούν ότι πληρούται μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να εξετάσει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ανάκληση της αναγνώρισης ενός αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή της αναγνώρισης συγκεκριμένης υπηρεσίας, δραστηριότητας ή κατηγορίας χρηματοπιστωτικού μέσου. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ αποφασίσει να μην ανακαλέσει την αναγνώριση του σχετικού κεντρικού αντισυμβαλλομένου, οφείλει να παράσχει πλήρη αιτιολόγηση στην αιτούσα αρχή. Άρθρο 25ιδ Εποπτικά Μέτρα από την ΕΑΚΑΑ 1. Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 25θ παράγραφος 5, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει διαπράξει μία από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα III, λαμβάνει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες αποφάσεις:
2. Όταν λαμβάνει τις κατά την παράγραφο 1 αποφάσεις, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης, συνεκτιμώντας:
3. Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κάθε απόφαση που ελήφθη βάσει της παραγράφου 1 στον ενδιαφερόμενο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και την ανακοινώνει στις σχετικές αρμόδιες αρχές των οικείων τρίτων χωρών και στην Επιτροπή. Δημοσιοποιεί κάθε τέτοια απόφαση στον ιστότοπό της, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης. Κατά τη δημοσιοποίηση της απόφασής της, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί επίσης δημοσίως το δικαίωμα του σχετικού αρχείου καταγραφής συναλλαγών να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης αυτής, το γεγονός, κατά περίπτωση, ότι η προσφυγή αυτή έχει ασκηθεί, προσδιορίζοντας ότι η εν λόγω προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, καθώς και ότι το όργανο εξέτασης προσφυγών της ΕΑΚΑΑ είναι δυνατόν να αναστείλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.». |
12) |
Στο άρθρο 32 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Για την αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής όσον αφορά την κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 3, εκδίδεται γνώμη από το σώμα σύμφωνα με το άρθρο 19.». |
13) |
Στο άρθρο 35 παράγραφος 1, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι δεν αναθέτουν εξωτερικά μείζονες δραστηριότητες που συνδέονται με τη διαχείριση κινδύνων εκτός εάν η αρμόδια αρχή εγκρίνει παρόμοια εξωτερική ανάθεση. Για την απόφαση της αρμόδιας αρχής εκδίδεται γνώμη του σώματος σύμφωνα με το άρθρο 19.». |
14) |
Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:
|
15) |
Το άρθρο 82 τροποποιείται ως εξής:
|
16) |
Στο άρθρο 85, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:
|
17) |
Στο άρθρο 89, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:
|
18) |
Το άρθρο 90 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 90 Προσωπικό και πόροι της ΕΑΚΑΑ Έως τις 2 Ιανουαρίου 2022, η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε αποτίμηση των αναγκών σε προσωπικό και πόρους τις οποίες συνεπάγεται η ανάληψη των εξουσιών και καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.». |
19) |
Τα κείμενα του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού προστίθενται ως παραρτήματα III και IV. |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Στρασβούργο, 23 Οκτωβρίου 2019.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
T. TUPPURAINEN
(1) ΕΕ C 385 της 15.11.2017, σ. 3.
(2) ΕΕ C 434 της 15.12.2017, σ. 63.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 2019.
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 141 της 28.5.2019, σ. 42).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).
(8) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
(9) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τα ακόλουθα κείμενα προστίθενται ως παραρτήματα III και IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Κατάλογος των παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 25ι παράγραφος 1
I. |
Παραβάσεις που αφορούν κεφαλαιακές απαιτήσεις:
|
II. |
Παραβάσεις που αφορούν οργανωτικές απαιτήσεις ή συγκρούσεις συμφερόντων:
|
III. |
Παραβάσεις που αφορούν λειτουργικές απαιτήσεις:
|
IV. |
Παραβάσεις που αφορούν τη διαφάνεια και τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών:
|
V. |
Παραβάσεις που αφορούν εμπόδια στις εποπτικές δραστηριότητες:
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
Κατάλογος των συντελεστών που συνδέονται με επιβαρυντικούς ή ελαφρυντικούς παράγοντες για την εφαρμογή του άρθρου 25ι παράγραφος 3
Οι ακόλουθοι συντελεστές εφαρμόζονται, σωρευτικά, στα βασικά ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 25ι παράγραφος 2:
I. |
Συντελεστές προσαρμογής που συνδέονται με επιβαρυντικούς παράγοντες:
|
II. |
Συντελεστές προσαρμογής που συνδέονται με ελαφρυντικούς παράγοντες:
|