Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019R0627

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/627 της Επιτροπής, της 15ης Μαρτίου 2019, περί καθορισμού ενιαίων πρακτικών ρυθμίσεων για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    C/2019/13

    ΕΕ L 131 της 17.5.2019, p. 51–100 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 09/01/2023

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2019/627/oj

    17.5.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 131/51


    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/627 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 15ης Μαρτίου 2019

    περί καθορισμού ενιαίων πρακτικών ρυθμίσεων για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 8,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 θεσπίζει κανόνες για τους επίσημους ελέγχους και άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών με σκοπό την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της Ένωσης όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τον τομέα της ασφάλειας των τροφίμων σε όλα τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής. Ειδικότερα, προβλέπει επίσημους ελέγχους στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Επιπλέον, καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 (2) με ισχύ από τις 14 Δεκεμβρίου 2019. Ο εν λόγω κανονισμός θεσπίζει επί του παρόντος ειδικούς κανόνες για τους επίσημους ελέγχους στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, μεταξύ αυτών και απαιτήσεις για ενιαίες πρακτικές ρυθμίσεις για τη διενέργεια των ελέγχων.

    (2)

    Οι κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό αναμένεται να εξασφαλίσουν τη συνέχεια των απαιτήσεων ώστε να διασφαλιστεί η επαλήθευση της συμμόρφωσης των υπεύθυνων επιχειρήσεων τροφίμων με τους κανόνες για τον ασφαλή χειρισμό των προϊόντων ζωικής προέλευσης, ιδίως όπως καθορίζεται στις εξής πράξεις:

    Οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου (3) όσον αφορά τα μέτρα ελέγχου για ορισμένες ουσίες και κατάλοιπα,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) όσον αφορά τα μέτρα ελέγχου για τις μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες,

    Οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου (5) όσον αφορά κανόνες υγείας των ζώων για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) όσον αφορά τις γενικές αρχές και απαιτήσεις της νομοθεσίας για τα τρόφιμα,

    Οδηγία 2003/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) όσον αφορά την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων,

    Απόφαση 2003/467/ΕΚ της Επιτροπής (8) όσον αφορά τον έλεγχο της φυματίωσης, της βρουκέλωσης και της ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) όσον αφορά τα μέτρα ελέγχου για τη Salmonella,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) όσον αφορά την υγιεινή των τροφίμων,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) όσον αφορά τους ειδικούς κανόνες υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου (12) όσον αφορά την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 της Επιτροπής (13) όσον αφορά τα μικροβιολογικά κριτήρια για τα τρόφιμα,

    Κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 (14) και (ΕΚ) αριθ. 124/2009 (15) της Επιτροπής όσον αφορά τα μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα,

    Οδηγία 2007/43/ΕΚ του Συμβουλίου (16) όσον αφορά την προστασία των κοτόπουλων,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) όσον αφορά τους υγειονομικούς κανόνες για τα ζωικά υποπροϊόντα,

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 του Συμβουλίου (18) όσον αφορά την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους,

    Οδηγία 2010/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) όσον αφορά την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς,

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 636/2014 της Επιτροπής (20) όσον αφορά το εμπόριο μεγάλων άγριων θηραμάτων που δεν έχουν υποστεί εκδορά,

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 της Επιτροπής (21) όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους για την Trichinella, και

    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22) όσον αφορά τους κανόνες για την υγεία των ζώων.

    (3)

    Οι πρακτικές ρυθμίσεις για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν απαιτείται ένα ελάχιστο επίπεδο επίσημων ελέγχων για την αντιμετώπιση αναγνωρισμένων κοινών κινδύνων και πηγών κινδύνου που ενδέχεται να προκύψουν από προϊόντα ζωικής προέλευσης, οι οποίοι έλεγχοι καλύπτουν όλες τις πλευρές που είναι σημαντικές για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και, ενδεχομένως, της υγείας και της καλής μεταχείρισης των ζώων. Αυτές οι πρακτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να βασίζονται στις πιο πρόσφατες διαθέσιμες πληροφορίες και επιστημονικά στοιχεία από τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA).

    (4)

    Στις 31 Αυγούστου 2011 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τις πηγές κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία που θα πρέπει να εξετάζονται κατά την επιθεώρηση κρεάτων (χοίρων) (23). Οι συστάσεις στην εν λόγω γνώμη ελήφθησαν υπόψη στις απαιτήσεις για την επιθεώρηση κρέατος χοίρων που θεσπίζονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και θα πρέπει να διατηρηθούν στις απαιτήσεις που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

    (5)

    Στις 23 Μαΐου 2012 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τις πηγές κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία που θα πρέπει να εξετάζονται κατά την επιθεώρηση κρεάτων (πουλερικών) (24). Στην εν λόγω γνώμη κατονομάζονται τα Campylobacter spp. και Salmonella spp. ως βασικές πηγές κινδύνου που θα πρέπει να εξετάζονται κατά τις επιθεωρήσεις κρέατος πουλερικών, μέσω ενός ολοκληρωμένου συστήματος εγγύησης της ασφάλειας το οποίο μπορεί να επιτευχθεί μέσω βελτίωσης των πληροφοριών για την αλυσίδα τροφίμων (FCI) και μέσω παρεμβάσεων με βάση τον κίνδυνο.

    (6)

    Στις 6 Ιουνίου 2013 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τις πηγές κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία που θα πρέπει να εξετάζονται κατά την επιθεώρηση κρεάτων (βοοειδών) (25). Στην εν λόγω γνώμη κατονομάζονται τα Salmonella spp. και η παθογόνος βεροτοξινογόνος Escherichia coli (E. coli) ως οι κυριότερες πηγές κινδύνου για τις επιθεωρήσεις κρέατος βοοειδών. Συνιστάται η αποφυγή της ψηλάφησης και της τομής κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των ζώων που έχουν σφαγεί κανονικά, καθώς έτσι μπορεί να μειωθεί η εξάπλωση και η μόλυνση από βιολογικές πηγές κινδύνου υψηλής προτεραιότητας. Αντιθέτως, θα πρέπει να διατηρηθεί η ψηλάφηση και οι τομές κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή με σκοπό την επιτήρηση της εμφάνισης φυματίωσης και κυστικέρωσης από Taenia saginata (ταινία).

    (7)

    Επίσης στις 6 Ιουνίου 2013 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τις πηγές κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία που θα πρέπει να εξετάζονται κατά την επιθεώρηση κρεάτων αιγοπροβάτων (26). Στην εν λόγω γνώμη κατονομάζεται η παθογόνος βεροτοξινογόνος E. coli ως η σημαντικότερη πηγή κινδύνου για τις επιθεωρήσεις κρέατος αιγοπροβάτων. Συνιστάται επίσης η αποφυγή της ψηλάφησης και των τομών, στο μέτρο του δυνατού, κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή αιγοπροβάτων που έχουν σφαγεί κανονικά. Αντιθέτως, η ψηλάφηση και οι τομές για την επιτήρηση της εμφάνισης φυματίωσης και διστομίασης θα πρέπει να διατηρηθούν στα γηραιότερα ζώα, για λόγους επιτήρησης της υγείας των ζώων και του ανθρώπου.

    (8)

    Επίσης στις 6 Ιουνίου 2013 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τις πηγές κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία που θα πρέπει να εξετάζονται κατά την επιθεώρηση κρεάτων (μονόπλων) (27). Στη γνώμη αυτή συνιστάται οπτική μόνο επιθεώρηση για τα μόνοπλα, πρακτική που μπορεί να έχει σημαντική ευνοϊκή επίδραση στη μικροβιολογική ποιότητα του κρέατος των σφαγίων μονόπλων. Η επιθεώρηση κατ' αυτόν τον τρόπο δεν αναμένεται να επηρεάσει τη συνολική επιτήρηση των ζωικών νόσων.

    (9)

    Επίσης στις 6 Ιουνίου 2013 η EFSA εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με την επιθεώρηση του κρέατος των εκτρεφόμενων θηραμάτων. Στη γνώμη αυτή συνιστάται η αποφυγή της ψηλάφησης και της τομής εφόσον δεν έχουν παρατηρηθεί ανωμαλίες, ενώ παράλληλα τονίζεται το γεγονός ότι η αποφυγή αυτή μπορεί να έχει επιπτώσεις στη συνολική επιτήρηση της φυματίωσης.

    (10)

    Οι συστάσεις που διατυπώνονται στις εν λόγω γνώμες της EFSA θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη διατύπωση ενιαίων πρακτικών ρυθμίσεων για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Ο δυνητικός αντίκτυπος στο εμπόριο με τις τρίτες χώρες θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη. Παράλληλα, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ομαλή μετάβαση από τις απαιτήσεις που ισχύουν σήμερα, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

    (11)

    Αυτές οι πρακτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να ισχύουν για τους επίσημους ελέγχους προϊόντων ζωικής προέλευσης που καθορίζονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (EE) 2019/624 (28). Αυτές οι πρακτικές ρυθμίσεις για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων θα πρέπει να είναι ενιαίες και να διευκολύνουν την εφαρμογή των απαιτήσεων για ελάχιστο επίπεδο επίσημων ελέγχων, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος των μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, με τη χρήση ενός κατώτατου ορίου κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις.

    (12)

    Καθώς η διάρθρωση των σφαγείων και των εγκαταστάσεων χειρισμού θηραμάτων διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών, το κατώτατο όριο θα πρέπει να βασίζεται στον αριθμό των ζώων που σφάζονται ή υφίστανται χειρισμό, ή σε ένα όριο που αντιστοιχεί αποδεδειγμένα σε ένα περιορισμένο και σταθερό ποσοστό του κρέατος που διατίθεται στην αγορά. Το άρθρο 17 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 περιλαμβάνει ορισμό των μονάδων ζωικού κεφαλαίου και ορίζει συντελεστές μετατροπής με τη βοήθεια των οποίων εκφράζεται σε μονάδες ζωικού κεφαλαίου ο αριθμός ζώων ενός ορισμένου ζωικού είδους. Οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό κατώτατων ορίων και την εναρμόνιση των παρεκκλίσεων από ορισμένες απαιτήσεις με βάση το μέγεθος του εκάστοτε σφαγείου, στο μέτρο του δυνατού.

    (13)

    Θα πρέπει επίσης να διατηρηθούν οι ειδικές απαιτήσεις για τις συστηματικές επιθεωρήσεις από τις αρμόδιες αρχές, ώστε να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη πρακτική επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις ενωσιακές απαιτήσεις για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Οι συστηματικές επιθεωρήσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία για την επαλήθευση των γενικών και των ειδικών απαιτήσεων υγιεινής και για την εφαρμογή διαδικασιών βασισμένων στην ανάλυση κινδύνων και κρίσιμων σημείων ελέγχου (HACCP).

    (14)

    Η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για τη σήμανση αναγνώρισης, που αναφέρονται στο τμήμα I του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, όπως καθορίζονται σήμερα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004, θα πρέπει να διατηρηθούν ώστε να εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα των ζώων.

    (15)

    Οι επιθεωρήσεις πριν και μετά τη σφαγή είναι απαραίτητες προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις σχετικά με την υγεία του ανθρώπου και των ζώων και σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων. Για να διασφαλιστεί επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων και της καλής μεταχείρισης των ζώων τουλάχιστον αντίστοιχο με εκείνο που παρέχεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004, καθώς και δίκαιο εμπόριο σε μια ανοικτή αγορά, χρειάζεται να θεσπιστούν ενιαίες πρακτικές απαιτήσεις για τις επιθεωρήσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων και περιπτώσεων όπου θα διεξάγονται επίσημοι έλεγχοι υπό την ευθύνη επίσημου κτηνιάτρου. Όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους για το νωπό κρέας, οι επιθεωρήσεις αυτές θα πρέπει να συμπληρώνονται με κατάλληλους ελέγχους εγγράφων, με ελέγχους σχετικά με την ασφαλή διάθεση ειδικών υλικών κινδύνου όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, και άλλων ζωικών υποπροϊόντων, και με εργαστηριακές δοκιμές, κατά περίπτωση.

    (16)

    Είναι σημαντικό να εντοπίζονται περιπτώσεις πιθανολογούμενης ή επιβεβαιωμένης μη συμμόρφωσης όπου οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λάβουν μέτρα σχετικά με κάποια προϊόντα ζωικής προέλευσης. Τυχόν μη συμμόρφωση με τις ορθές πρακτικές υγιεινής θα πρέπει να συνεπάγεται επίσης διορθωτικές ενέργειες από τις αρμόδιες αρχές.

    (17)

    Η σφραγίδα καταλληλότητας που ορίζεται στο σημείο 51 του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 καλύπτει το κρέας ορισμένων ζωικών ειδών και βεβαιώνει ότι το κρέας είναι κατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση. Οι τεχνικές απαιτήσεις για τη σφραγίδα καταλληλότητας και οι πρακτικές ρυθμίσεις για την τοποθέτησή της θα πρέπει να καθορίζονται με συγκεκριμένο και ενιαίο τρόπο προκειμένου να δηλώνεται η καταλληλότητα του κρέατος για κατανάλωση από τον άνθρωπο και να αποφεύγεται κάθε διατάραξη του εμπορίου.

    (18)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής (29) καθορίζει, μεταξύ άλλων, μέτρα εφαρμογής για την οργάνωση επίσημων ελέγχων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 όσον αφορά τις αναγνωρισμένες μεθόδους δοκιμής για τις θαλάσσιες βιοτοξίνες στα ζώντα δίθυρα μαλάκια, τις μεθόδους δοκιμής για το νωπό γάλα και το θερμικά επεξεργασμένο γάλα, τους επίσημους ελέγχους σε αλιευτικά προϊόντα και την επιθεώρηση του κρέατος. Είναι σκόπιμο να συγκεντρωθούν στον παρόντα κανονισμό όλα τα μέτρα εφαρμογής για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων και να συμπεριληφθούν και τα μέτρα από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2074/2005. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να διαγραφούν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2074/2005.

    (19)

    Έχει αποδειχθεί ότι οι ισχύοντες όροι για την κατηγοριοποίηση και την παρακολούθηση των κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης ζώντων δίθυρων μαλακίων είναι αποτελεσματικοί και εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διατηρηθούν.

    (20)

    Μια μέθοδος αναφοράς για την ανάλυση της E. coli σε ζώντα δίθυρα μαλάκια, όπως προβλέπεται επί του παρόντος στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004, θα πρέπει να διατηρηθεί.

    (21)

    Όρια για τις θαλάσσιες βιοτοξίνες καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Ειδικότερα, στο σημείο 2 του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του εν λόγω κανονισμού προβλέπεται ότι τα ζώντα δίθυρα μαλάκια δεν πρέπει να περιέχουν θαλάσσιες βιοτοξίνες σε συνολική ποσότητα (μετρούμενη είτε σε ολόκληρο το σώμα είτε σε οποιοδήποτε βρώσιμο τμήμα χωριστά) που υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στο εν λόγω κεφάλαιο.

    (22)

    Θα πρέπει να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και για την ενιαία ελάχιστη συχνότητα διενέργειας τέτοιων ελέγχων στο νωπό γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων τροφίμων.

    (23)

    Θα πρέπει να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και για την ενιαία ελάχιστη συχνότητα διενέργειας τέτοιων ελέγχων στα αλιευτικά προϊόντα προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων τροφίμων. Οι έλεγχοι αυτοί θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τουλάχιστον τακτικούς ελέγχους των συνθηκών υγιεινής κατά την εκφόρτωση και την πρώτη πώληση, τακτικές επιθεωρήσεις των σκαφών και των εγκαταστάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ιχθυόσκαλες και οι αγορές χονδρικής πώλησης, και ελέγχους στην αποθήκευση και τη μεταφορά. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν ειδικές απαιτήσεις για τους ελέγχους των σκαφών.

    (24)

    Στις ελέγχους αυτούς θα πρέπει να περιλαμβάνονται πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με τις εξετάσεις των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών, τους δείκτες φρεσκότητας, τους ελέγχους ισταμίνης, καταλοίπων και επιμολυντικών ουσιών, και τους μικροβιολογικούς ελέγχους. Θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους ελέγχους παρασίτων και στα δηλητηριώδη αλιευτικά προϊόντα. Τα αλιευτικά προϊόντα που δεν πληρούν αυτές τις απαιτήσεις υγιεινής θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    (25)

    Θα πρέπει να θεσπιστούν επίσης ειδικές απαιτήσεις σχετικά με τους επίσημους ελέγχους των αλιευτικών προϊόντων που αλιεύονται από σκάφη με σημαία κράτους μέλους, τα οποία εισέρχονται στην Ένωση μετά τη μεταφορά τους σε τρίτες χώρες, με ή χωρίς αποθήκευση.

    (26)

    Υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για την παραγωγή κρέατος ερπετών και τη διάθεσή του στην αγορά. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια του κρέατος ερπετών, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ειδικοί επίσημοι έλεγχοι κατά τη σφαγή, πέραν των υφιστάμενων γενικών κανόνων υγιεινής που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και των ελέγχων για την Trichinella που καθορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1375.

    (27)

    Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (28)

    Καθώς ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 με ισχύ από τις 14 Δεκεμβρίου 2019, ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται από την εν λόγω ημερομηνία.

    (29)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίες πρακτικές ρυθμίσεις για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και την εκτέλεση ενεργειών που αφορούν την παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Οι εν λόγω επίσημοι έλεγχοι και ενέργειες εκτελούνται από τις αρμόδιες αρχές, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων του άρθρου 18 παράγραφοι 2, 3 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624.

    Οι ειδικοί κανόνες καλύπτουν τα εξής:

    α)

    ειδικές απαιτήσεις και ενιαία ελάχιστη συχνότητα επίσημων ελέγχων για κάθε προϊόν ζωικής προέλευσης, όσον αφορά τις συστηματικές επιθεωρήσεις και τη σήμανση αναγνώρισης·

    β)

    ειδικές απαιτήσεις και ενιαία ελάχιστη συχνότητα επίσημων ελέγχων για το νωπό κρέας, συμπεριλαμβανομένων ειδικών απαιτήσεων για τις συστηματικές επιθεωρήσεις και ειδικά καθήκοντα όσον αφορά τους ελέγχους για το νωπό κρέας·

    γ)

    μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης του νωπού κρέατος με τις ενωσιακές απαιτήσεις για την προστασία της υγείας του ανθρώπου και της υγείας και καλής μεταχείρισης των ζώων·

    δ)

    τεχνικές απαιτήσεις και πρακτικές ρυθμίσεις όσον αφορά το σήμα (σφραγίδα) καταλληλότητας που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    ε)

    ειδικές απαιτήσεις και ενιαία ελάχιστη συχνότητα επίσημων ελέγχων για το γάλα, το πρωτόγαλα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα προϊόντα με βάση το πρωτόγαλα·

    στ)

    όρους για την κατηγοριοποίηση και την παρακολούθηση των κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης ζώντων δίθυρων μαλακίων, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που πρέπει να λαμβάνονται ύστερα από παρακολούθηση των κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης·

    ζ)

    ειδικές απαιτήσεις και ενιαία ελάχιστη συχνότητα επίσημων ελέγχων για τα αλιευτικά προϊόντα.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    1)   «νωπό κρέας»: νωπό κρέας, όπως ορίζεται στο σημείο 1.10 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    2)   «πρωτόγαλα»: το πρωτόγαλα, όπως ορίζεται στο σημείο 1 του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    3)   «γαλακτοκομικά προϊόντα»: τα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 7.2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    4)   «προϊόντα με βάση το πρωτόγαλα»: προϊόντα με βάση το πρωτόγαλα, όπως ορίζονται στο σημείο 2 του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    5)   «περιοχή παραγωγής»: περιοχή παραγωγής, όπως ορίζεται στο σημείο 2.5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    6)   «περιοχή μετεγκατάστασης»: περιοχή μετεγκατάστασης, όπως ορίζεται στο σημείο 2.6 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    7)   «δίθυρα μαλάκια»: τα δίθυρα μαλάκια, όπως ορίζονται στο σημείο 2.1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    8)   «αλιευτικά προϊόντα»: τα αλιευτικά προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 3.1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    9)   «εγκατάσταση»: η εγκατάσταση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004·

    10)   «υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων»: υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30)·

    11)   «μικροβιολογικό κριτήριο»: ένα μικροβιολογικό κριτήριο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005·

    12)   «σφαγείο»: το σφαγείο, όπως ορίζεται στο σημείο 1.16 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    13)   «ιχνηλασιμότητα»: η ιχνηλασιμότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

    14)   «ειδικό υλικό κινδύνου»: ειδικό υλικό κινδύνου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001·

    15)   «μόλυνση»: η μόλυνση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004·

    16)   «εκμετάλλευση προέλευσης»: εκμετάλλευση προέλευσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624·

    17)   «πρωτογενής παραγωγή»: η πρωτογενής παραγωγή, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

    18)   «κατοικίδια οπληφόρα»: τα κατοικίδια οπληφόρα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    19)   «εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων»: η εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων, όπως ορίζεται στο σημείο 1.18 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    20)   «μεγάλα άγρια θηράματα»: τα μεγάλα άγρια θηράματα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.8 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    21)   «σμήνος»: το σμήνος, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003·

    22)   «λαγόμορφα»: τα λαγόμορφα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.4 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    23)   «σφάγιο»: το σφάγιο, όπως ορίζεται στο σημείο 1.9 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    24)   «εντόσθια»: τα εντόσθια, όπως ορίζονται στο σημείο 1.11 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    25)   «σφαγείο χαμηλής δυναμικότητας»: σφαγείο χαμηλής δυναμικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 17 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624·

    26)   «εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων χαμηλής δυναμικότητας»: εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων χαμηλής δυναμικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624·

    27)   «μονάδα ζωικού κεφαλαίου»: η μονάδα, όπως ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2009·

    28)   «μικρά άγρια θηράματα»: τα μικρά άγρια θηράματα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.7 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    29)   «πουλερικά»: τα πουλερικά, όπως ορίζονται στο σημείο 1.3 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    30)   «εργαστήριο τεμαχισμού»: εργαστήριο τεμαχισμού, όπως ορίζεται στο σημείο 1.17 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    31)   «σπλάχνα»: τα σπλάχνα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.12 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    32)   «κρέας»: το κρέας, όπως ορίζεται στο σημείο 1.1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    33)   «εκτρεφόμενα θηράματα»: τα εκτρεφόμενα θηράματα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.6 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    34)   «άγρια θηράματα»: τα άγρια θηράματα, όπως ορίζονται στο σημείο 1.5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    35)   «εγκατάσταση γαλακτοπαραγωγής»: εγκατάσταση γαλακτοπαραγωγής, όπως ορίζεται στο σημείο 4.2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    36)   «νωπό γάλα»: το νωπό γάλα, όπως ορίζεται στο σημείο 4.1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    37)   «κέντρο καθαρισμού»: κέντρο καθαρισμού, όπως ορίζεται στο σημείο 2.8 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    38)   «θαλάσσιες βιοτοξίνες»: οι θαλάσσιες βιοτοξίνες, όπως ορίζονται στο σημείο 2.2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    39)   «στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής»: τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

    40)   «κέντρο αποστολής»: κέντρο αποστολής, όπως ορίζεται στο σημείο 2.7 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    41)   «διάθεση στην αγορά»: η διάθεση στην αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

    42)   «πλοίο-εργοστάσιο»: πλοίο-εργοστάσιο, όπως ορίζεται στο σημείο 3.2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    43)   «πλοίο-καταψύκτης»: πλοίο-καταψύκτης, όπως ορίζεται στο σημείο 3.3 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    44)   «ερπετά»: τα ερπετά, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής 2019/625 (31)·

    45)   «κρέας ερπετών»: το κρέας ερπετών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 16 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/625·

    46)   «νωπά αλιευτικά προϊόντα»: τα νωπά αλιευτικά προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 3.5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    47)   «παρασκευασμένα αλιευτικά προϊόντα»: τα παρασκευασμένα αλιευτικά προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 3.6 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    48)   «μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα»: τα μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 7.4 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    ΤΙΤΛΟΣ II

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΕ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Ειδικές απαιτήσεις για τις συστηματικές επιθεωρήσεις από τις αρμόδιες αρχές στις εγκαταστάσεις που χειρίζονται προϊόντα ζωικής προέλευσης

    Άρθρο 3

    Απαιτήσεις που υπόκεινται σε συστηματική επιθεώρηση

    1.   Κατά τις συστηματικές επιθεωρήσεις των ορθών πρακτικών υγιεινής στις εγκαταστάσεις, οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που χειρίζονται προϊόντα ζωικής προέλευσης εφαρμόζουν συνεχώς και καταλλήλως διαδικασίες που αφορούν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

    α)

    τον σχεδιασμό και τη συντήρηση των χώρων και του εξοπλισμού·

    β)

    την υγιεινή πριν, κατά και μετά τη λειτουργία·

    γ)

    την προσωπική υγιεινή·

    δ)

    την κατάρτιση στις διαδικασίες υγιεινής και εργασίας·

    ε)

    την καταπολέμηση των επιβλαβών οργανισμών·

    στ)

    την ποιότητα του νερού·

    ζ)

    τον έλεγχο της θερμοκρασίας·

    η)

    τους ελέγχους των ζώων ή των τροφίμων που εισέρχονται και εξέρχονται από την εγκατάσταση, καθώς και τυχόν τεκμηρίωσης που τα συνοδεύει.

    2.   Όταν επιθεωρούν διαδικασίες που βασίζονται στις αρχές HACCP (ανάλυση κινδύνου και κρίσιμα σημεία ελέγχου), όπως ορίζεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που χειρίζονται προϊόντα ζωικής προέλευσης εφαρμόζουν συνεχώς και καταλλήλως τέτοιες διαδικασίες.

    3.   Ειδικότερα, διαπιστώνουν κατά πόσον οι διαδικασίες εγγυώνται, στο μέτρο του δυνατού, ότι τα προϊόντα ζωικής προέλευσης:

    α)

    συμμορφώνονται με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 όσον αφορά τα μικροβιολογικά κριτήρια·

    β)

    συμμορφώνονται με τη νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με:

    την παρακολούθηση των χημικών καταλοίπων, σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου και την απόφαση 97/747/ΕΚ της Επιτροπής (32)·

    τα ανώτατα όρια καταλοίπων για τις φαρμακολογικώς δραστικές ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 37/2010 της Επιτροπής (33) και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/470 της Επιτροπής (34)·

    απαγορευμένες και μη εγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 37/2010 της Επιτροπής, την οδηγία 96/22/ΕΚ του Συμβουλίου (35), την απόφαση 2005/34/ΕΚ της Επιτροπής (36)·

    επιμολυντικές ουσίες σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 και (ΕΚ) αριθ. 124/2009 που καθορίζουν μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα·

    υπολείμματα φυτοφαρμάκων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (37)·

    γ)

    δεν περιέχουν φυσικές πηγές κινδύνου, όπως ξένα σώματα.

    4.   Όταν ένας υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων χρησιμοποιεί διαδικασίες που ορίζονται σε οδηγούς σχετικά με την εφαρμογή των αρχών HACCP, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, η συστηματική επιθεώρηση καλύπτει την ορθή εφαρμογή των οδηγών αυτών.

    5.   Κατά τη διενέργεια καθηκόντων συστηματικής επιθεώρησης, οι αρμόδιες υπηρεσίες φροντίζουν ιδιαίτερα:

    α)

    να διαπιστώνουν αν το προσωπικό και οι δραστηριότητες του προσωπικού της εγκατάστασης σε όλα τα στάδια της διαδικασίας παραγωγής ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις σχετικά με τις πρακτικές υγιεινής και τις αρχές HACCP που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005, στα άρθρα 4 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Συμπληρωματικά στη συστηματική επιθεώρηση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να διενεργούν ελέγχους επιδόσεων για να εξακριβώνουν ότι το προσωπικό διαθέτει επαρκείς δεξιότητες·

    β)

    να επαληθεύουν τα σχετικά αρχεία του υπεύθυνου επιχείρησης τροφίμων·

    γ)

    να λαμβάνουν δείγματα για εργαστηριακή ανάλυση όταν είναι αναγκαίο·

    δ)

    να τεκμηριώνουν τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη και τα πορίσματα της επιθεώρησης.

    Άρθρο 4

    Φύση και συχνότητα των συστηματικών επιθεωρήσεων

    1.   Η φύση και η συχνότητα των εργασιών συστηματικής επιθεώρησης όσον αφορά μεμονωμένες εγκαταστάσεις εξαρτώνται από τον αξιολογηθέντα κίνδυνο. Για τον σκοπό αυτόν, οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν τακτικά:

    α)

    τους κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και, κατά περίπτωση, για την υγεία των ζώων·

    β)

    στην περίπτωση των σφαγείων, τα ζητήματα καλής μεταχείρισης των ζώων·

    γ)

    το είδος και την ταχύτητα διεκπεραίωσης των διεξαγόμενων διαδικασιών·

    δ)

    το παρελθόν του υπεύθυνου επιχείρησης τροφίμων όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τη νομοθεσία περί τροφίμων.

    2.   Όταν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που συμμετέχουν στην αλυσίδα τροφίμων λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα με στόχο την εγγυημένη ασφάλεια των τροφίμων μέσω της εφαρμογής ολοκληρωμένων συστημάτων, ιδιωτικών συστημάτων ελέγχου ή πιστοποίησης από ανεξάρτητους τρίτους οργανισμούς, ή άλλων μέσων, και όταν τα μέτρα αυτά τεκμηριώνονται και τα ζώα που καλύπτονται από τα συστήματα αυτά ταυτοποιούνται σαφώς, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τα μέτρα αυτά κατά την εκτέλεση συστηματικών επιθεωρήσεων για την εξέταση των ορθών πρακτικών υγιεινής και των διαδικασιών HACCP.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Ειδικές απαιτήσεις για τη σήμανση αναγνώρισης

    Άρθρο 5

    Η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 σε σχέση με την τοποθέτηση σημάτων αναγνώρισης επαληθεύεται σε όλες τις εγκαταστάσεις που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, μαζί με την επαλήθευση της συμμόρφωσης προς άλλες απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις

    Άρθρο 6

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, για εξέταση και περαιτέρω δράση κατά περίπτωση.

    ΤΙΤΛΟΣ III

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΟ ΝΩΠΟ ΚΡΕΑΣ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Συστηματικές επιθεωρήσεις

    Άρθρο 7

    Πρόσθετες απαιτήσεις για τις συστηματικές επιθεωρήσεις εγκαταστάσεων που χειρίζονται νωπό κρέας

    1.   Πέραν των απαιτήσεων για τις συστηματικές επιθεωρήσεις στα άρθρα 3 και 4, κατά τη διενέργεια επιθεώρησης σε εγκαταστάσεις που χειρίζονται νωπό κρέας οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν τη διαρκή συμμόρφωση με τις διαδικασίες των υπεύθυνων επιχειρήσεων τροφίμων όσον αφορά τη συλλογή, τη μεταφορά, την αποθήκευση και τον χειρισμό του νωπού κρέατος, και τη χρήση ή τη διάθεση των ζωικών υποπροϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών υλικών κινδύνου, που βρίσκονται υπό την ευθύνη τους.

    2.   Κατά τη διάρκεια των συστηματικών επιθεωρήσεων, οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν την αξιολόγηση των πληροφοριών σχετικά με την αλυσίδα τροφίμων, όπως ορίζεται στο τμήμα III του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    3.   Κατά τη διενέργεια συστηματικών επιθεωρήσεων σε διαδικασίες βασισμένες σε αρχές HACCP, οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν κατά πόσον δίνεται η δέουσα σημασία στις διαδικασίες που καθορίζονται στο τμήμα II του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και ότι οι διαδικασίες των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων εγγυώνται, στο μέτρο του δυνατού, ότι το νωπό κρέας:

    α)

    δεν περιέχει παθολογικές ανωμαλίες ή αλλοιώσεις·

    β)

    δεν φέρει

    i)

    περιττωματική μόλυνση· ή

    ii)

    οποιαδήποτε άλλη μόλυνση που θεωρείται ότι συνιστά μη αποδεκτό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία·

    γ)

    συμμορφώνεται με τα μικροβιολογικά κριτήρια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005·

    δ)

    δεν περιέχει ειδικό υλικό κινδύνου, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Επίσημοι έλεγχοι για το νωπό κρέας

    Άρθρο 8

    Σημασία των αποτελεσμάτων των συστηματικών επιθεωρήσεων

    Όταν διενεργεί επίσημους ελέγχους σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, ο επίσημος κτηνίατρος λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των συστηματικών επιθεωρήσεων που διενεργήθηκαν σύμφωνα με το κεφάλαιο I. Όπου αρμόζει, ο επίσημος κτηνίατρος εστιάζει τους επίσημους ελέγχους στις ανεπάρκειες που εντοπίστηκαν κατά τις προηγούμενες συστηματικές επιθεωρήσεις.

    Τμήμα 1

    Έλεγχοι έγγραφων

    Άρθρο 9

    Υποχρεώσεις των αρμόδιων αρχών ως προς τους ελέγχους εγγράφων

    1.   Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων της εκμετάλλευσης προέλευσης σχετικά με τις πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων που πρέπει να παρέχονται κατ' ελάχιστον στον υπεύθυνο του σφαγείου, σύμφωνα με το τμήμα III του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές διενεργούν τους απαραίτητους ελέγχους εγγράφων για να επαληθεύσουν ότι:

    α)

    οι πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων ανταλλάσσονται με συνέπεια και αποτελεσματικότητα μεταξύ του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων που εξέθρεψε ή διατήρησε τα ζώα πριν από την αποστολή και του υπευθύνου του σφαγείου·

    β)

    οι πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων είναι έγκυρες και αξιόπιστες·

    γ)

    παρέχονται παρατηρήσεις με σχετικές πληροφορίες στην εκμετάλλευση προέλευσης, όπου χρειάζεται, σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 5.

    3.   Όταν αποστέλλονται ζώα προς σφαγή σε άλλο κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές της εκμετάλλευσης προέλευσης και του τόπου σφαγής συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες αλυσίδας τροφίμων που παρέχονται από τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων της εκμετάλλευσης προέλευσης είναι εύκολα προσβάσιμες στον υπεύθυνο σφαγείου που τις παραλαμβάνει.

    Άρθρο 10

    Υποχρεώσεις του επίσημου κτηνιάτρου ως προς τους ελέγχους εγγράφων

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει τα αποτελέσματα των ελέγχων και των αξιολογήσεων των πληροφοριών για την αλυσίδα τροφίμων που παρασχέθηκαν από τον υπεύθυνο του σφαγείου σύμφωνα με το τμήμα III του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Ο επίσημος κτηνίατρος λαμβάνει υπόψη τους εν λόγω ελέγχους και αξιολογήσεις όταν διενεργεί επιθεωρήσεις πριν και μετά τη σφαγή, μαζί με κάθε άλλη σχετική πληροφορία από τα αρχεία της εκμετάλλευσης προέλευσης των ζώων.

    2.   Κατά τη διενέργεια επιθεωρήσεων πριν και μετά τη σφαγή, ο επίσημος κτηνίατρος λαμβάνει υπόψη του τα επίσημα πιστοποιητικά που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 29 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/628 της Επιτροπής (38), καθώς και τυχόν δηλώσεις κτηνιάτρων που πραγματοποίησαν επίσημους ή άλλους ελέγχους σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής.

    3.   Σε περίπτωση επείγουσας σφαγής κατοικίδιων οπληφόρων εκτός του σφαγείου, ο επίσημος κτηνίατρος στο σφαγείο εξετάζει την πιστοποίηση που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο 29 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/628 και που εκδόθηκε από τον επίσημο κτηνίατρο που πραγματοποίησε την επιθεώρηση πριν τη σφαγή σύμφωνα με το σημείο 6 του κεφαλαίου VI του τμήματος I του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές πληροφορίες παρέχονται από τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων.

    4.   Στην περίπτωση των μεγάλων άγριων θηραμάτων, ο επίσημος κτηνίατρος της εγκατάστασης χειρισμού θηραμάτων εξετάζει και λαμβάνει υπόψη τη δήλωση που συνοδεύει το πτώμα του ζώου, όπως εκδόθηκε από εκπαιδευμένο άτομο σύμφωνα με το σημείο 4 στοιχείο α) του κεφαλαίου II του τμήματος IV του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    Τμήμα 2

    Επιθεώρηση πριν από τη σφαγή

    Άρθρο 11

    Απαιτήσεις για την επιθεώρηση πριν από τη σφαγή στο σφαγείο

    1.   Όλα τα ζώα υποβάλλονται σε επιθεώρηση πριν από τη σφαγή. Ωστόσο, η επιθεώρηση μπορεί να περιοριστεί σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα πτηνών από κάθε σμήνος και σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα λαγομόρφων από κάθε εκμετάλλευση προέλευσης λαγομόρφων.

    2.   Η επιθεώρηση πριν από τη σφαγή διενεργείται εντός 24 ωρών από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο και εντός 24 ωρών πριν τη σφαγή. Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να απαιτήσει πρόσθετη επιθεώρηση πριν από τη σφαγή σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή.

    3.   Κατά την επιθεώρηση πριν από τη σφαγή διαπιστώνεται, όσον αφορά το εκάστοτε επιθεωρούμενο ζώο, αν υπάρχουν ενδείξεις:

    α)

    ότι η υγεία και η καλή μεταχείριση του ζώου έχουν υπονομευτεί·

    β)

    οποιασδήποτε πάθησης, ανωμαλίας ή νόσου που θα μπορούσε να καταστήσει το νωπό κρέας ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την υγεία των ζώων, με ιδιαίτερη προσοχή στον εντοπισμό ζωοανθρωπονόσων και νόσων των ζώων για τις οποίες προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429·

    γ)

    χρήσης απαγορευμένων ή μη επιτρεπόμενων ουσιών, κατάχρησης κτηνιατρικών φαρμάκων ή παρουσίας χημικών καταλοίπων ή επιμολυντικών ουσιών.

    4.   Η επιθεώρηση πριν από τη σφαγή περιλαμβάνει επαλήθευση της συμμόρφωσης των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων με την υποχρέωση να εξασφαλίζουν ότι τα ζώα έχουν καθαρή δορά, δέρμα ή προβιά, ώστε να αποφεύγεται κάθε απαράδεκτος κίνδυνος μόλυνσης του νωπού κρέατος κατά τη σφαγή.

    5.   Ο επίσημος κτηνίατρος διενεργεί κλινική επιθεώρηση όλων των ζώων που ενδεχομένως φυλάχθηκαν από τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων ή από επίσημο βοηθό για πιο ενδελεχή επιθεώρηση πριν από τη σφαγή.

    6.   Όταν η επιθεώρηση πριν από τη σφαγή διενεργείται στην εκμετάλλευση προέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624, ο επίσημος κτηνίατρος στο σφαγείο διενεργεί επιθεώρηση πριν από τη σφαγή μόνον όταν καθορίζεται και στην έκταση που καθορίζεται.

    Τμήμα 3

    Επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    Άρθρο 12

    Απαιτήσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    1.   Με την επιφύλαξη της παρέκκλισης που προβλέπεται στο σημείο 4 του κεφαλαίου II του τμήματος IV του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, τα σφάγια και τα εντόσθια που τα συνοδεύουν υποβάλλονται σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή:

    α)

    χωρίς καθυστέρηση μετά τη σφαγή ή

    β)

    το συντομότερο δυνατόν μετά την άφιξη στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ζητήσουν από τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων να παράσχει ειδικές τεχνικές εγκαταστάσεις και επαρκή χώρο για τον έλεγχο των εντοσθίων.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές:

    α)

    ελέγχουν όλες τις εξωτερικές επιφάνειες, συμπεριλαμβανομένων των σωματικών κοιλοτήτων, των σφαγίων και όλα τα εντόσθια·

    β)

    δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στον εντοπισμό ζωοανθρωπονόσων και νόσων των ζώων για τις οποίες προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429.

    4.   Η ταχύτητα της γραμμής σφαγής και ο αριθμός του παριστάμενου προσωπικού επιθεώρησης επαρκούν για ικανοποιητική επιθεώρηση.

    Άρθρο 13

    Παρέκκλιση από τον χρόνο διενέργειας της επιθεώρησης μετά τη σφαγή

    1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 1, όταν δεν παρίσταται ούτε ο επίσημος κτηνίατρος ούτε ο επίσημος βοηθός στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων ή στο σφαγείο κατά τη σφαγή και τον καθαρισμό, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν να καθυστερήσει η επιθεώρηση μετά τη σφαγή για μέγιστο διάστημα 24 ωρών από τη σφαγή ή την άφιξη στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι:

    α)

    τα συγκεκριμένα ζώα σφάζονται σε σφαγείο χαμηλής δυναμικότητας ή υποβάλλονται σε χειρισμό σε εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων χαμηλής δυναμικότητας όπου γίνεται σφαγή ή χειρισμός:

    i)

    λιγότερων από 1 000 μονάδων ζωικού κεφαλαίου ανά έτος· ή

    ii)

    λιγότερων από 150 000 πουλερικών, λαγομόρφων και μικρών άγριων θηραμάτων ανά έτος·

    α)

    υπάρχουν επαρκείς εγκαταστάσεις σε μια εκμετάλλευση για την αποθήκευση του νωπού κρέατος και των εντοσθίων προς εξέταση·

    β)

    η επιθεώρηση μετά τη σφαγή εκτελείται από τον επίσημο κτηνίατρο.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αυξήσουν τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) σημεία i) και ii), φροντίζοντας πάντοτε ώστε η παρέκκλιση να εφαρμόζεται μόνο στα μικρότερα σφαγεία και εγκαταστάσεις χειρισμού θηραμάτων που ανταποκρίνονται στον ορισμό του σφαγείου χαμηλής δυναμικότητας ή της εγκατάστασης χειρισμού θηραμάτων χαμηλής δυναμικότητας και υπό τον όρο ότι η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή των εν λόγω εγκαταστάσεων δεν υπερβαίνει το 5 % της συνολικής ποσότητας νωπού κρέατος που παράγεται σε ένα κράτος μέλος:

    α)

    για το συγκεκριμένο ζωικό είδος·

    β)

    ή για το σύνολο όλων των οπληφόρων·

    γ)

    όλων των πουλερικών συνολικά· ή

    δ)

    όλων των πτηνών και των λαγομόρφων συνολικά.

    Σε τέτοια περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν την παρέκκλιση και τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (39)·

    3.   Για τον σκοπό της παραγράφου 1 στοιχείο α) σημείο i) χρησιμοποιούνται οι συντελεστές μετατροπής που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2009. Εντούτοις, στην περίπτωση αιγοπροβάτων και μικρών (< 100 kg ζώντος βάρους) ελαφιδών (Cervidae), χρησιμοποιείται συντελεστής μετατροπής 0,05 μονάδων ζωικού κεφαλαίου και στην περίπτωση άλλων μεγάλων θηραμάτων συντελεστής μετατροπής 0,2 μονάδων ζωικού κεφαλαίου.

    Άρθρο 14

    Πρόσθετες απαιτήσεις εξέτασης για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    1.   Πρόσθετες εξετάσεις, όπως η ψηλάφηση και η τομή τμημάτων του σφαγίου και των εντοσθίων, και εργαστηριακές δοκιμές διενεργούνται όταν είναι απαραίτητες:

    α)

    για να προκύψει οριστική διάγνωση σχετικά με πιθανολογούμενη πηγή κινδύνου· ή

    β)

    για να ανιχνευθούν:

    i)

    νόσοι των ζώων για τις οποίες προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429·

    ii)

    χημικά κατάλοιπα ή επιμολυντικές ουσίες όπως αναφέρεται στην οδηγία 96/23/ΕΚ και στην απόφαση 97/747/ΕΚ, ιδίως:

    χημικά κατάλοιπα που υπερβαίνουν τα επίπεδα που καθορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 37/2010 και (ΕΚ) αριθ. 396/2005,

    επιμολυντικές ουσίες που υπερβαίνουν τα ανώτατα επίπεδα που καθορίζονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 και (ΕΚ) αριθ. 124/2009, ή

    κατάλοιπα απαγορευμένων ή μη εγκεκριμένων ουσιών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 37/2010 ή την οδηγία 96/22/ΕΚ·

    iii)

    μη συμμόρφωση με τα μικροβιολογικά κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 ή τυχόν παρουσία άλλων μικροβιολογικών πηγών κινδύνου που θα καθιστούσαν το νωπό κρέας ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    iv)

    άλλοι παράγοντες που ενδέχεται να επιβάλλουν τον χαρακτηρισμό του κρέατος ως ακατάλληλου για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τον καθορισμό περιορισμών στη χρήση του.

    2.   Κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης ώστε να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα μόλυνσης του νωπού κρέατος από ενέργειες όπως η ψηλάφηση, ο τεμαχισμός ή η τομή.

    Άρθρο 15

    Απαιτήσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των κατοικίδιων μονόπλων, των βοοειδών ηλικίας άνω των οκτώ μηνών, των κατοικίδιων χοίρων ηλικίας άνω των πέντε εβδομάδων, και των μεγάλων άγριων θηραμάτων

    1.   Οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου ισχύουν επιπρόσθετα στις απαιτήσεις των άρθρων 12 και 14.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος απαιτεί τα σφάγια των κατοικίδιων μονόπλων, των βοοειδών ηλικίας άνω των οκτώ μηνών και των κατοικίδιων χοίρων ηλικίας άνω των πέντε εβδομάδων να παραδίδονται για επιθεώρηση μετά τη σφαγή τεμαχισμένα σε δύο ημιμόρια κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης.

    3.   Εάν απαιτείται για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να ζητήσει τον κατά μήκος τεμαχισμό κεφαλής ή σφαγίου. Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη τυχόν ιδιαίτερων συνηθειών διατροφής, τεχνολογικών εξελίξεων ή ειδικών υγειονομικών συνθηκών, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να επιτρέψει την παράδοση σφαγίων κατοικίδιων μονόπλων, βοοειδών ηλικίας άνω των οκτώ μηνών και κατοικίδιων χοίρων ηλικίας άνω των πέντε εβδομάδων για επιθεώρηση μετά τη σφαγή χωρίς τεμαχισμό σε δύο ημιμόρια.

    4.   Σε σφαγεία χαμηλής δυναμικότητας ή εγκαταστάσεις χειρισμού θηραμάτων χαμηλής δυναμικότητας, που χειρίζονται λιγότερες από 1 000 μονάδες ζωικού κεφαλαίου ετησίως, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί, για λόγους υγιεινής, να επιτρέψει τον τεμαχισμό των ενήλικων κατοικίδιων μονόπλων, των ενήλικων βοοειδών και των ενήλικων μεγάλων άγριων θηραμάτων σε τεταρτημόρια πριν από την επιθεώρηση μετά τη σφαγή.

    Άρθρο 16

    Πρόσθετες απαιτήσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή σε περιπτώσεις επείγουσας σφαγής

    Σε περίπτωση επείγουσας σφαγής, το σφάγιο υποβάλλεται το συντομότερο δυνατόν σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή σύμφωνα με τα άρθρα 12, 13, 14 και 15 προτού διατεθεί για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 17

    Πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των κατοικίδιων βοοειδών, των κατοικίδιων αιγοπροβάτων, των κατοικίδιων μονόπλων και των κατοικίδιων χοίρων

    Όταν η επιθεώρηση μετά τη σφαγή διενεργείται από επίσημο κτηνίατρο, υπό την εποπτεία του επίσημου κτηνιάτρου ή, όταν υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις, υπό την ευθύνη του επίσημου κτηνιάτρου σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και το άρθρο 7 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (EE) 2019/624, οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι τηρούνται οι πρακτικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 18 έως 24 παρακάτω στις περιπτώσεις των κατοικίδιων βοοειδών, των κατοικίδιων αιγοπροβάτων, των κατοικίδιων μονόπλων και των κατοικίδιων χοίρων, επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 12, 14 και 15.

    Άρθρο 18

    Νεαρά βοοειδή

    1.   Τα σφάγια και τα εντόσθια των ακόλουθων βοοειδών υποβάλλονται στις διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή που καθορίζονται στην παράγραφο 2:

    α)

    ζώα ηλικίας κάτω των οκτώ μηνών· και

    β)

    ζώα ηλικίας κάτω των 20 μηνών, εάν έχουν εκτραφεί καθ' όλη τη ζωή τους χωρίς πρόσβαση σε βοσκοτόπους, σε κράτος μέλος ή περιφέρεια κράτους μέλους που χαρακτηρίζεται επίσημα ελεύθερο/-η από τη φυματίωση σύμφωνα με το άρθρο 1 της απόφασης 2003/467/ΕΚ.

    2.   Οι διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή περιλαμβάνουν τουλάχιστον μια οπτική επιθεώρηση των εξής:

    α)

    της κεφαλής και του λαιμού, μαζί με ψηλάφηση και εξέταση των οπισθοφαρυγγικών λεμφογαγγλίων (Lnn. retropharyngiales)· ωστόσο, προκειμένου να εξασφαλιστεί επιτήρηση της επίσημης κατάστασης απαλλαγής από τη φυματίωση, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν τη διενέργεια περαιτέρω εξετάσεων· επιθεώρηση του στόματος και των παρισθμίων·

    β)

    των πνευμόνων, της τραχείας και του οισοφάγου· ψηλάφηση των πνευμόνων· ψηλάφηση και εξέταση των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)·

    γ)

    του περικαρδίου και της καρδιάς·

    δ)

    του διαφράγματος·

    ε)

    του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)·

    στ)

    του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου και των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)·

    ζ)

    του σπλήνα·

    η)

    των νεφρών·

    θ)

    του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    ι)

    της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων των νεαρών ζώων.

    3.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    τομή των οπισθοφαρυγγικών λεμφογαγγλίων (Lnn. retropharyngiales)· ψηλάφηση της γλώσσας·

    β)

    τομή των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)· διάνοιξη της τραχείας και των κύριων κλάδων των βρόγχων κατά μήκος· οι πνεύμονες τέμνονται στο οπίσθιο τριτημόριο, καθέτως προς τον μεγάλο άξονά τους· οι τομές αυτές δεν είναι απαραίτητες όταν οι πνεύμονες αποκλείονται από την κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    γ)

    τομή της καρδιάς κατά μήκος έτσι ώστε να διανοιχθούν οι κοιλίες και να διατμηθεί το μεσοκοιλιακό διάφραγμα·

    δ)

    τομή των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων·

    ε)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    στ)

    τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales)·

    ζ)

    ψηλάφηση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων. Η ομφαλική χώρα διατέμνεται και οι αρθρώσεις διανοίγονται· πρέπει να εξετάζεται το αρθρικό υγρό.

    Άρθρο 19

    Άλλα βοοειδή

    1.   Τα σφάγια και τα εντόσθια των βοοειδών, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1, υποβάλλονται στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    μακροσκοπική εξέταση της κεφαλής και του λαιμού· τομή και εξέταση των οπισθοφαρυγγικών λεμφογαγγλίων (Lnn. retropharyngiales)· εξέταση των έξω μασητήρων, στους οποίους γίνονται δύο τομές παράλληλες προς την κάτω γνάθο, και των έσω μασητήρων (έσω πτερυγοειδείς μύες), οι οποίοι τέμνονται στο ίδιο επίπεδο. Η γλώσσα απελευθερώνεται κατά τρόπο που να επιτρέπει τη λεπτομερή μακροσκοπική εξέταση του στόματος και των παρισθμίων·

    β)

    εξέταση της τραχείας και του οισοφάγου· μακροσκοπική εξέταση και ψηλάφηση των πνευμόνων· τομή και εξέταση των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)·

    γ)

    μακροσκοπική εξέταση του περικαρδίου και της καρδιάς, η οποία τέμνεται κατά μήκος ώστε να διανοιχθούν οι κοιλίες και να διατμηθεί το μεσοκοιλιακό διάφραγμα·

    δ)

    μακροσκοπική εξέταση του διαφράγματος·

    ε)

    μακροσκοπική εξέταση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)·

    στ)

    μακροσκοπική εξέταση του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου, των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)· ψηλάφηση των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων·

    ζ)

    μακροσκοπική εξέταση του σπλήνα·

    η)

    μακροσκοπική εξέταση των νεφρών·

    θ)

    μακροσκοπική εξέταση του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    ι)

    μακροσκοπική εξέταση των γεννητικών οργάνων (πλην του πέους, εάν έχει ήδη απορριφθεί)·

    ια)

    μακροσκοπική εξέταση του μαστού και των λεμφογαγγλίων του (Lnn. supramammarii).

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    τομή και εξέταση των υπογνάθιων και παρωτιδικών λεμφογαγγλίων (Lnn. mandibulares και parotidei)· ψηλάφηση της γλώσσας και των παρισθμίων·

    β)

    τομή των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)· διάνοιξη της τραχείας και των κύριων κλάδων των βρόγχων κατά μήκος· οι πνεύμονες τέμνονται στο οπίσθιο τριτημόριο, καθέτως προς τον μεγάλο άξονά τους· οι τομές αυτές δεν είναι απαραίτητες όταν οι πνεύμονες αποκλείονται από την κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    γ)

    ψηλάφηση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)· τομή της γαστρικής επιφάνειας του ήπατος και της βάσης του κερκοφόρου λοβού για την εξέταση των χοληφόρων πόρων·

    δ)

    τομή των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων·

    ε)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    στ)

    τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales)·

    ζ)

    ψηλάφηση και τομή του μαστού και των λεμφογαγγλίων του (Lnn. supramammarii) στις αγελάδες. Κάθε ημιμόριο του μαστού διανοίγεται με μακρά και βαθιά τομή μέχρι τους γαλακτοφόρους κόλπους (sinus lactiferes) και τα λεμφογάγγλια του μαστού διατέμνονται, εκτός εάν ο μαστός αποκλείεται από την κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 20

    Νεαρά κατοικίδια αιγοπρόβατα, και πρόβατα πριν την ανατολή των μόνιμων κοπτήρων

    1.   Σφάγια και εντόσθια προβάτων στα οποία δεν έχει ανατείλει κανένας μόνιμος κοπτήρας ή τα οποία έχουν ηλικία κάτω των 12 μηνών και αιγών ηλικίας κάτω των έξι μηνών υποβάλλονται στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    μακροσκοπική εξέταση της κεφαλής, συμπεριλαμβανομένου του λαιμού, του στόματος, της γλώσσας και των παρωτιδικών και οπισθοφαρυγγικών λεμφογαγγλίων. Οι εξετάσεις αυτές δεν είναι απαραίτητες εάν οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να εγγυηθούν ότι η κεφαλή, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας και του εγκεφάλου, δεν προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    β)

    μακροσκοπική εξέταση των πνευμόνων, της τραχείας, του οισοφάγου και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)·

    γ)

    μακροσκοπική εξέταση του περικαρδίου και της καρδιάς·

    δ)

    μακροσκοπική εξέταση του διαφράγματος·

    ε)

    μακροσκοπική εξέταση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)·

    στ)

    μακροσκοπική εξέταση του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου και των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)·

    ζ)

    μακροσκοπική εξέταση του σπλήνα·

    η)

    μακροσκοπική εξέταση των νεφρών·

    θ)

    μακροσκοπική εξέταση του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    ι)

    μακροσκοπική εξέταση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    ψηλάφηση του λαιμού, του στόματος, της γλώσσας και των παρωτιδικών λεμφογαγγλίων. Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από τους κανόνες για την υγεία των ζώων, οι εξετάσεις αυτές δεν είναι απαραίτητες εάν οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να εγγυηθούν ότι η κεφαλή, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας και του εγκεφάλου, δεν προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    β)

    ψηλάφηση των πνευμόνων· τομή των πνευμόνων, της τραχείας, του οισοφάγου και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων·

    γ)

    τομή της καρδιάς·

    δ)

    ψηλάφηση του ήπατος και των λεμφογαγγλίων του· τομή της γαστρικής επιφάνειας του ήπατος με σκοπό την εξέταση των χοληφόρων πόρων·

    ε)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    στ)

    τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales)·

    ζ)

    ψηλάφηση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων· η ομφαλική χώρα διατέμνεται και οι αρθρώσεις διανοίγονται· εξετάζεται το αρθρικό υγρό.

    Άρθρο 21

    Άλλα κατοικίδια αιγοπρόβατα

    1.   Σφάγια και εντόσθια προβάτων στα οποία έχει ανατείλει μόνιμος κοπτήρας ή τα οποία έχουν ηλικία 12 μηνών ή μεγαλύτερη και αιγών ηλικίας έξι μηνών ή μεγαλύτερης υποβάλλονται στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    μακροσκοπική εξέταση της κεφαλής, συμπεριλαμβανομένου του λαιμού, του στόματος, της γλώσσας και των παρωτιδικών λεμφογαγγλίων και ψηλάφηση των οπισθοφαρυγγικών λεμφογαγγλίων. Οι εξετάσεις αυτές δεν είναι απαραίτητες εάν οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να εγγυηθούν ότι η κεφαλή, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας και του εγκεφάλου, δεν προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    β)

    μακροσκοπική εξέταση των πνευμόνων, της τραχείας και του οισοφάγου· ψηλάφηση των πνευμόνων και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)·

    γ)

    μακροσκοπική εξέταση του περικαρδίου και της καρδιάς·

    δ)

    μακροσκοπική εξέταση του διαφράγματος·

    ε)

    μακροσκοπική εξέταση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)· ψηλάφηση του ήπατος και των λεμφογαγγλίων του· τομή της γαστρικής επιφάνειας του ήπατος με σκοπό την εξέταση των χοληφόρων πόρων·

    στ)

    μακροσκοπική εξέταση του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου και των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)·

    ζ)

    μακροσκοπική εξέταση του σπλήνα·

    η)

    μακροσκοπική εξέταση των νεφρών·

    θ)

    μακροσκοπική εξέταση του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    ι)

    μακροσκοπική εξέταση των γεννητικών οργάνων (πλην του πέους, εάν έχει ήδη απορριφθεί)·

    ια)

    μακροσκοπική εξέταση του μαστού και των λεμφογαγγλίων του.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    ψηλάφηση του λαιμού, του στόματος, της γλώσσας και των παρωτιδικών λεμφογαγγλίων. Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από τους κανόνες για την υγεία των ζώων, οι εξετάσεις αυτές δεν είναι απαραίτητες εάν οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να εγγυηθούν ότι η κεφαλή, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας και του εγκεφάλου, δεν προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    β)

    τομή των πνευμόνων, της τραχείας, του οισοφάγου και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων·

    γ)

    τομή της καρδιάς·

    δ)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    ε)

    τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales).

    Άρθρο 22

    Κατοικίδια μόνοπλα

    1.   Τα σφάγια και τα εντόσθια των κατοικίδιων μονόπλων υποβάλλονται στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    μακροσκοπική εξέταση της κεφαλής και, μετά την απελευθέρωση της γλώσσας, του λαιμού· η γλώσσα απελευθερώνεται κατά τρόπο που να επιτρέπει τη λεπτομερή μακροσκοπική εξέταση του στόματος και των παρισθμίων και πρέπει και η ίδια να εξετάζεται μακροσκοπικά·

    β)

    μακροσκοπική εξέταση των πνευμόνων, της τραχείας, του οισοφάγου και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales)·

    γ)

    μακροσκοπική εξέταση του περικαρδίου και της καρδιάς·

    δ)

    μακροσκοπική εξέταση του διαφράγματος·

    ε)

    μακροσκοπική εξέταση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)·

    στ)

    μακροσκοπική εξέταση του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου και των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)·

    ζ)

    μακροσκοπική εξέταση του σπλήνα·

    η)

    μακροσκοπική εξέταση των νεφρών·

    θ)

    μακροσκοπική εξέταση του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    ι)

    μακροσκοπική εξέταση των γεννητικών οργάνων των επιβητόρων ίππων (πλην του πέους, εάν έχει ήδη απορριφθεί) και των φοράδων·

    ια)

    μακροσκοπική εξέταση του μαστού και των λεμφογαγγλίων του (Lnn. supramammarii)·

    ιβ)

    μακροσκοπική εξέταση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων των νεαρών ζώων·

    ιγ)

    εξέταση των μυών και των λεμφογαγγλίων (Lnn. subrhomboidei) των ώμων κάτω από τον ωμοπλατιαίο χόνδρο, μετά τη χαλάρωση της πρόσφυσης του ενός ώμου, στην περίπτωση των ψαρών αλόγων, προκειμένου να εξεταστούν για μελάνωση και μελανώματα. Οι νεφροί αποκαλύπτονται.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    ψηλάφηση και τομή των υπογνάθιων, οπισθοφαρυγγικών και παρωτιδικών λεμφογαγγλίων (Lnn retropharyngiales, mandibulares και parotidei)· ψηλάφηση της γλώσσας·

    β)

    ψηλάφηση των πνευμόνων· ψηλάφηση και τομή των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων. Η τραχεία και οι κύριοι βρογχικοί κλάδοι διανοίγονται κατά μήκος και οι πνεύμονες διατέμνονται στο οπίσθιο τριτημόριο, καθέτως προς τον μεγάλο άξονά τους· εντούτοις, οι τομές αυτές δεν είναι απαραίτητες όταν οι πνεύμονες δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    γ)

    τομή της καρδιάς κατά μήκος έτσι ώστε να διανοιχθούν οι κοιλίες και να διατμηθεί το μεσοκοιλιακό διάφραγμα·

    δ)

    ψηλάφηση και τομή του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)·

    ε)

    τομή των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων·

    στ)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    ζ)

    ψηλάφηση των νεφρών και τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales)·

    η)

    τομή των ύπερθεν του μαστού λεμφογαγγλίων·

    θ)

    ψηλάφηση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων των νεαρών ζώων. Σε περίπτωση αμφιβολίας, η ομφαλική χώρα διατέμνεται και οι αρθρώσεις διανοίγονται· πρέπει να εξετάζεται το αρθρικό υγρό·

    ι)

    τομή διαμέσου ολόκληρου του νεφρού στα ψαρά άλογα.

    Άρθρο 23

    Κατοικίδιοι χοίροι

    1.   Τα σφάγια και τα εντόσθια των κατοικίδιων χοίρων υποβάλλονται στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    μακροσκοπική εξέταση της κεφαλής και του λαιμού·

    β)

    μακροσκοπική εξέταση του στόματος, των παρισθμίων και της γλώσσας·

    γ)

    μακροσκοπική εξέταση των πνευμόνων, της τραχείας και του οισοφάγου·

    δ)

    μακροσκοπική εξέταση του περικαρδίου και της καρδιάς·

    ε)

    μακροσκοπική εξέταση του διαφράγματος·

    στ)

    μακροσκοπική εξέταση του ήπατος και των ηπατικών και παγκρεατικών λεμφογαγγλίων (Lnn. portales)· μακροσκοπική εξέταση του γαστρεντερικού σωλήνα, του μεσεντερίου, των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων (Lnn. gastrici, mesenterici, craniales και caudales)·

    ζ)

    μακροσκοπική εξέταση του σπλήνα· μακροσκοπική εξέταση των νεφρών· μακροσκοπική εξέταση του υπεζωκότα και του περιτοναίου·

    η)

    μακροσκοπική εξέταση των γεννητικών οργάνων (πλην του πέους, εάν έχει ήδη απορριφθεί)·

    θ)

    μακροσκοπική εξέταση του μαστού και των λεμφογαγγλίων του (Lnn. supramammarii)·

    ι)

    μακροσκοπική εξέταση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων των νεαρών ζώων.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, όταν υπάρχουν ενδείξεις πιθανού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 24:

    α)

    τομή και εξέταση των υπογνάθιων λεμφογαγγλίων (Lnn. mandibulares)·

    β)

    ψηλάφηση των πνευμόνων και των βρογχικών και μεσοπνευμόνιων λεμφογαγγλίων (Lnn. bifurcationes, eparteriales και mediastinales). Η τραχεία και οι κύριοι βρογχικοί κλάδοι διανοίγονται κατά μήκος και οι πνεύμονες διατέμνονται στο οπίσθιο τριτημόριο, καθέτως προς τον μεγάλο άξονά τους· οι τομές αυτές δεν είναι απαραίτητες όταν οι πνεύμονες αποκλείονται από την κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    γ)

    τομή της καρδιάς κατά μήκος έτσι ώστε να διανοιχθούν οι κοιλίες και να διατμηθεί το μεσοκοιλιακό διάφραγμα·

    δ)

    ψηλάφηση του ήπατος και των λεμφογαγγλίων του·

    ε)

    ψηλάφηση και, εάν είναι αναγκαίο, τομή των στομαχικών και μεσεντέριων λεμφογαγγλίων·

    στ)

    ψηλάφηση του σπλήνα·

    ζ)

    τομή των νεφρών και των νεφρικών λεμφογαγγλίων (Lnn. renales)·

    η)

    τομή των ύπερθεν του μαστού λεμφογαγγλίων·

    θ)

    ψηλάφηση της ομφαλικής χώρας και των αρθρώσεων των νεαρών ζώων και, εάν είναι αναγκαίο, τομή της ομφαλικής χώρας και διάνοιξη των αρθρώσεων.

    Άρθρο 24

    Ενδείξεις πιθανών κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων σε κατοικίδια βοοειδή, κατοικίδια αιγοπρόβατα, κατοικίδια μόνοπλα και κατοικίδιους χοίρους

    Ο επίσημος κτηνίατρος προχωρά στις συμπληρωματικές διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3, στο άρθρο 19 παράγραφος 2, στο άρθρο 20 παράγραφος 2, στο άρθρο 21 παράγραφος 2, στο άρθρο 22 παράγραφος 2 και στο άρθρο 23 παράγραφος 2, εκτελώντας τομή και ψηλάφηση του σφαγίου και των εντοσθίων, εάν, κατά τη γνώμη του, ένα από τα ακόλουθα στοιχεία υποδηλώνει πιθανό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, την υγεία των ζώων ή την καλή μεταχείριση των ζώων:

    α)

    οι έλεγχοι και οι αναλύσεις των ελέγχων εγγράφων που διενεργήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10·

    β)

    τα πορίσματα της επιθεώρησης πριν από τη σφαγή που διενεργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 11·

    γ)

    τα αποτελέσματα των επαληθεύσεων της συμμόρφωσης με τους κανόνες για την καλή μεταχείριση των ζώων οι οποίες διενεργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 38·

    δ)

    τα πορίσματα της επιθεώρησης μετά τη σφαγή που διενεργήθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 24·

    ε)

    τα συμπληρωματικά επιδημιολογικά στοιχεία ή άλλα στοιχεία από την εκμετάλλευση προέλευσης των ζώων.

    Άρθρο 25

    Πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των πουλερικών

    1.   Όλα τα πουλερικά υποβάλλονται σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή, η οποία μπορεί να γίνει με τη βοήθεια του προσωπικού του σφαγείου σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Ο επίσημος κτηνίατρος ή ο επίσημος βοηθός, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, διενεργεί προσωπικά τους ακόλουθους ελέγχους:

    α)

    καθημερινή επιθεώρηση των σπλάχνων και των σωματικών κοιλοτήτων αντιπροσωπευτικού δείγματος κάθε σμήνους·

    β)

    λεπτομερή εξέταση τυχαίου δείγματος τμημάτων πτηνών ή ολόκληρων πτηνών που χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή, από κάθε σμήνος·

    γ)

    κάθε άλλη απαραίτητη εξέταση, όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι το κρέας των εν λόγω πτηνών θα μπορούσε να είναι ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίζουν ότι μόνο ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα από κάθε σμήνος υποβάλλεται σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή εάν:

    α)

    οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων εφαρμόζουν ένα σύστημα το οποίο επιτρέπει, σε βαθμό ικανοποιητικό κατά τη γνώμη του επίσημου κτηνιάτρου, την ανίχνευση και την απομάκρυνση των πτηνών με ανωμαλίες, μολύνσεις ή ελαττώματα·

    β)

    το σφαγείο έχει μακροχρόνιο ιστορικό συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις όσον αφορά:

    i)

    τις γενικές και ειδικές απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, συμπεριλαμβανομένων των ισχυόντων μικροβιολογικών κριτηρίων που αναφέρονται στα σημεία 1.28 και 2.1.5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005·

    ii)

    τις διαδικασίες βάσει των αρχών HACCP σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004· και

    iii)

    τους ειδικούς κανόνες υγιεινής σύμφωνα με το άρθρο 5 και το τμήμα II του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    γ)

    κατά την επιθεώρηση πριν από τη σφαγή και κατά την επαλήθευση των πληροφοριών για την αλυσίδα τροφίμων δεν παρατηρήθηκαν ανωμαλίες που ενδέχεται να υποδεικνύουν σοβαρό πρόβλημα για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων, το οποίο ενδέχεται να υπαγορεύει τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 40 έως 44.

    3.   Στην περίπτωση των πουλερικών που εκτρέφονται για την παραγωγή φουά γκρα και των πουλερικών που λαμβάνονται από την εκμετάλλευση προέλευσης και εκσπλαχνίζονται καθυστερημένα, σύμφωνα με τα σημεία 8 και 9 του κεφαλαίου VI του τμήματος II του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, διενεργείται επιθεώρηση μετά τη σφαγή στο εργαστήριο τεμαχισμού στο οποίο μεταφέρονται τα σφάγια αυτά απευθείας από την εκμετάλλευση προέλευσης.

    Άρθρο 26

    Πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των εκτρεφόμενων λαγομόρφων

    Οι πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των πουλερικών, σύμφωνα με το άρθρο 25, εφαρμόζονται στα εκτρεφόμενα λαγόμορφα. Οι διατάξεις που ισχύουν για ένα μοναδικό σμήνος πουλερικών στο άρθρο 25 εφαρμόζονται στα εκτρεφόμενα λαγόμορφα που προέρχονται από την ίδια εκμετάλλευση προέλευσης και σφάζονται την ίδια ημέρα.

    Άρθρο 27

    Πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των εκτρεφόμενων θηραμάτων

    1.   Για τα εκτρεφόμενα θηράματα ισχύουν οι ακόλουθες διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή:

    α)

    στην περίπτωση μικρών (< 100 kg) ελαφιδών (Cervidae), οι διαδικασίες μετά τη σφαγή των προβατοειδών που καθορίζονται στο άρθρο 21· στην περίπτωση των ταράνδων, ωστόσο, χρησιμοποιούνται οι διαδικασίες μετά τη σφαγή των προβατοειδών που καθορίζονται στο άρθρο 20 και η γλώσσα μπορεί να δοθεί για κατανάλωση από τον άνθρωπο χωρίς να επιθεωρηθεί η κεφαλή·

    β)

    στην περίπτωση θηραμάτων της οικογένειας των συειδών (Suidae), οι διαδικασίες μετά τη σφαγή των κατοικίδιων χοίρων που καθορίζονται στο άρθρο 23·

    γ)

    στην περίπτωση μεγάλων θηραμάτων της οικογένειας Cervidae και άλλων μεγάλων θηραμάτων, που δεν καλύπτονται από το στοιχείο α), και στην περίπτωση μεγάλων θηραμάτων της οικογένειας Suidae που δεν καλύπτονται από το στοιχείο β), οι διαδικασίες μετά τη σφαγή των βοοειδών που καθορίζονται στο άρθρο 19·

    δ)

    στην περίπτωση των στρουθιονιδών, οι διαδικασίες μετά τη σφαγή των πουλερικών που καθορίζονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1.

    2.   Εάν η σφαγή των ζώων έχει πραγματοποιηθεί εκτός του σφαγείου, ο επίσημος κτηνίατρος στο σφαγείο επαληθεύει το πιστοποιητικό.

    Άρθρο 28

    Πρακτικές ρυθμίσεις για την επιθεώρηση μετά τη σφαγή των άγριων θηραμάτων

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος επιβεβαιώνει ότι τα μεγάλα άγρια θηράματα που δεν έχουν εκδαρεί και τα οποία μεταφέρονται στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων από το έδαφος άλλου κράτους μέλους συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό το οποίο συμμορφώνεται με το υπόδειγμα που ορίζεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 636/2014 ή από δήλωση ή δηλώσεις σύμφωνα με το σημείο 8 στοιχείο β) του κεφαλαίου II του τμήματος IV του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Ο επίσημος κτηνίατρος λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο του εν λόγω πιστοποιητικού ή των εν λόγω δηλώσεων.

    2.   Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης μετά τη σφαγή, ο επίσημος κτηνίατρος διενεργεί:

    α)

    μακροσκοπική επιθεώρηση του σφαγίου, των κοιλοτήτων και, όπου είναι εφικτό, των οργάνων του με στόχο:

    i)

    την ανίχνευση τυχόν ανωμαλιών που δεν οφείλονται στη θήρα. Για τον σκοπό αυτόν, η διάγνωση μπορεί να βασίζεται σε κάθε πληροφορία που παρέχει το εκπαιδευμένο άτομο σχετικά με τη συμπεριφορά του ζώου πριν τη θανάτωσή του·

    ii)

    την επιβεβαίωση ότι ο θάνατος του ζώου δεν προκλήθηκε από άλλες αιτίες πλην της θήρας·

    β)

    εξέταση για τη διαπίστωση οργανοληπτικών ανωμαλιών·

    γ)

    ψηλάφηση και τομές των οργάνων, εάν χρειάζεται·

    δ)

    δειγματοληπτική ανάλυση καταλοίπων, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών ρύπων, όταν έχει σοβαρές υπόνοιες για την παρουσία καταλοίπων που δεν οφείλονται σε θήρα, καθώς και περιβαλλοντικών ρύπων. Όταν διενεργείται διεξοδικότερη επιθεώρηση βάσει των υπονοιών αυτών, ο κτηνίατρος περιμένει την ολοκλήρωση αυτής της επιθεώρησης πριν προχωρήσει στην αξιολόγηση όλων των άγριων θηραμάτων που θανατώθηκαν κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου κυνηγίου ή των μερών για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι παρουσιάζουν τις ίδιες ανωμαλίες·

    ε)

    εξέταση για την αναζήτηση χαρακτηριστικών που υποδηλώνουν ότι το κρέας παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία, στα οποία περιλαμβάνονται:

    i)

    μη φυσιολογική συμπεριφορά ή διαταραχή της γενικής κατάστασης του ζώντος θηράματος, όπως αναφέρει ο κυνηγός·

    ii)

    γενικευμένη παρουσία όγκων ή αποστημάτων που προσβάλλουν διάφορα εσωτερικά όργανα ή μύες·

    iii)

    αρθρίτιδα, ορχίτιδα, παθολογικές αλλοιώσεις του ήπατος ή του σπλήνα, φλεγμονή των εντέρων ή της ομφαλικής χώρας·

    iv)

    παρουσία ξένων σωμάτων που δεν οφείλονται στη θήρα στις κοιλότητες του σώματος, στον στόμαχο, στα έντερα ή στα ούρα, με αποχρωματισμό του υπεζωκότα ή του περιτοναίου (εάν υπάρχουν τα αντίστοιχα σπλάχνα)·

    v)

    παρουσία παρασίτων·

    vi)

    σχηματισμός σημαντικής ποσότητας αερίων στον γαστρεντερικό σωλήνα με ταυτόχρονο αποχρωματισμό των εσωτερικών οργάνων (εάν υπάρχουν τα αντίστοιχα σπλάχνα)·

    vii)

    σημαντικές ανωμαλίες ως προς το χρώμα, τη σύσταση ή την οσμή του μυϊκού ιστού ή των οργάνων·

    viii)

    παλαιά ανοικτά κατάγματα·

    ix)

    απίσχνανση και/ή γενικό ή εντοπισμένο οίδημα·

    x)

    πρόσφατες συμφύσεις στον υπεζωκότα ή το περιτόναιο·

    xi)

    άλλες εμφανείς εκτεταμένες αλλοιώσεις, όπως σήψη.

    3.   Εάν το απαιτήσει ο επίσημος κτηνίατρος, πραγματοποιείται κατά μήκος τομή της σπονδυλικής στήλης και της κεφαλής.

    4.   Στην περίπτωση μικρών άγριων θηραμάτων που δεν εκσπλαχνίστηκαν αμέσως μετά τη θανάτωσή τους, ο επίσημος κτηνίατρος διενεργεί επιθεώρηση μετά τη σφαγή σε αντιπροσωπευτικό δείγμα ζώων ίδιας προέλευσης. Εάν η επιθεώρηση αποκαλύψει νόσο μεταδοτική στον άνθρωπο ή οποιοδήποτε από τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε), ο επίσημος κτηνίατρος διενεργεί περαιτέρω ελέγχους σε ολόκληρη την παρτίδα για να κρίνει εάν αυτή θα χαρακτηριστεί ακατάλληλη για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή εάν κάθε σφάγιο θα επιθεωρηθεί χωριστά.

    5.   Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να πραγματοποιεί κάθε περαιτέρω τομή και επιθεώρηση των σχετικών μερών των ζώων, όπως απαιτείται για να ληφθεί τελική διάγνωση. Εάν δεν είναι δυνατή η εξαγωγή κρίσης με τις πρακτικές ρυθμίσεις της παραγράφου 2, διενεργείται διεξοδικότερη επιθεώρηση σε εργαστήριο.

    6.   Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 45, το κρέας το οποίο, κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης μετά τη σφαγή, παρουσιάζει οποιοδήποτε από τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε) χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Τμήμα 4

    Επίσημοι έλεγχοι για συγκεκριμένες πήγες κίνδυνου και εργαστηριακές δοκιμές

    Άρθρο 29

    Πρακτικές ρυθμίσεις για επίσημους ελέγχους για τις μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες (ΜΣΕ)

    1.   Επιπλέον των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 σχετικά με τους επίσημους ελέγχους που πρέπει να διενεργούνται για τις ΜΣΕ, ο επίσημος κτηνίατρος ελέγχει την αφαίρεση, τον διαχωρισμό και, όπου ενδείκνυται, τη σήμανση των ειδικών υλικών κινδύνου και σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να αποφευχθεί η μόλυνση του κρέατος από ειδικά υλικά κινδύνου κατά τη σφαγή, συμπεριλαμβανομένης της αναισθητοποίησης. Εδώ περιλαμβάνεται και η αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου.

    Άρθρο 30

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για την κυστικέρκωση κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή κατοικίδιων βοοειδών και χοιροειδών (Suidae)

    1.   Οι διαδικασίες επιθεώρησης μετά τη σφαγή που περιγράφονται στα άρθρα 18, 19 και 23 είναι οι ελάχιστες απαιτήσεις για την εξέταση βοοειδών και χοιροειδών (κατοικίδιων χοίρων, εκτρεφόμενων θηραμάτων και άγριων θηραμάτων) για κυστικέρκωση. Στην περίπτωση των βοοειδών που αναφέρονται στο άρθρο 19, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίσουν ότι δεν είναι υποχρεωτική η τομή των μασητήρων κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή εάν:

    α)

    χρησιμοποιείται ειδική ορολογική δοκιμή·

    β)

    τα ζώα έχουν εκτραφεί σε εκμετάλλευση προέλευσης η οποία είναι επίσημα πιστοποιημένη ως απαλλαγμένη από κυστικέρκωση· ή

    γ)

    ο επιπολασμός του πληθυσμού πηγής ή ενός σαφώς καθορισμένου υποσυνόλου του πληθυσμού είναι μικρότερος του ενός ανά εκατομμύριο όπως έχει αποδειχθεί με βεβαιότητα 95 % ή δεν έχουν εντοπιστεί κρούσματα σε κανένα από τα σφαγέντα ζώα κατά τα πέντε τελευταία έτη (ή δύο έτη όταν αυτό υποστηρίζεται και δικαιολογείται από την ανάλυση κινδύνου των αρμόδιων αρχών) βάσει δεδομένων από τις εκθέσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ.

    2.   Το κρέας που έχει μολυνθεί από κυστίκερκο χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Ωστόσο, εάν δεν υπάρχει γενική μόλυνση του ζώου από κυστίκερκο, τα μέρη που δεν έχουν μολυνθεί μπορούν να χαρακτηριστούν κατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο αφού υποβληθούν σε επεξεργασία με ψύξη.

    Άρθρο 31

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για την Trichinella κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    1.   Τα σφάγια χοιροειδών, μονόπλων και άλλων ειδών που προσβάλλονται από την Trichinella εξετάζονται για την Trichinella σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1375 εκτός εάν ισχύει κάποια από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού.

    2.   Το κρέας από ζώα που έχουν μολυνθεί από τριχίνες χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 32

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για τη μάλη κατά την επιθεώρηση των μονόπλων μετά τη σφαγή

    1.   Νωπό κρέας μονόπλων διατίθεται στην αγορά μόνο αν έχει παραχθεί από μόνοπλα τα οποία είχαν παραμείνει επί τουλάχιστον 90 ημέρες πριν από την ημερομηνία σφαγής σε κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα ή περιφέρεια τρίτης χώρας από την οποία επιτρέπεται η εισαγωγή μονόπλων στην Ένωση.

    2.   Στην περίπτωση των μονόπλων που προέρχονται από κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ή περιφέρεια τρίτης χώρας που δεν πληροί τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων ως προς την απαλλαγή από τη μάλη, τα μόνοπλα επιθεωρούνται για μάλη με προσεκτική εξέταση των βλεννογόνων υμένων της τραχείας, του λάρυγγα, των ρινικών κοιλοτήτων και των παραρρίνιων κόλπων και των διακλαδώσεών τους, μετά από διάνοιξη της κεφαλής με κάθετη τομή στο μέσο επίπεδο και εκτομή του ρινικού διαφράγματος.

    3.   Το κρέας μονόπλων στα οποία εντοπίζεται μάλη χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 33

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για τη φυματίωση κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    1.   Όταν ένα ζώο έχει παρουσιάσει θετική ή αμφίβολη αντίδραση στη φυματίνη, ή όταν υπάρχουν άλλες υπόνοιες μόλυνσης, σφάζεται χωριστά από τα άλλα ζώα, αφού ληφθούν προφυλάξεις ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος μόλυνσης των άλλων σφαγίων, της γραμμής σφαγής και του προσωπικού που παρευρίσκεται στο σφαγείο.

    2.   Όλο το κρέας των ζώων στα οποία η επιθεώρηση μετά τη σφαγή αποκαλύπτει εντοπισμένες αλλοιώσεις φυματιοειδούς τύπου σε πολλά όργανα ή πολλές περιοχές του σφαγίου χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Ωστόσο, όταν εντοπίζεται φυματιοειδής αλλοίωση στα λεμφογάγγλια ενός μόνο οργάνου ή μέρους του σφαγίου, τότε μόνο το προσβεβλημένο όργανο ή μέρος του σφαγίου και τα συνδεδεμένα λεμφογάγγλια χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 34

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για τη βρουκέλωση κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή

    1.   Όταν ένα ζώο έχει παρουσιάσει θετική ή αμφίβολη αντίδραση σε εξέταση βρουκέλωσης, ή όταν υπάρχουν άλλες υπόνοιες μόλυνσης, σφάζεται χωριστά από τα άλλα ζώα, αφού ληφθούν προφυλάξεις ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος μόλυνσης των άλλων σφαγίων, της γραμμής σφαγής και του προσωπικού που παρευρίσκεται στο σφαγείο.

    2.   Το κρέας ζώων στα οποία η επιθεώρηση μετά τη σφαγή αποκαλύπτει αλλοιώσεις που δηλώνουν οξεία βρουκέλωση χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Στην περίπτωση ζώων που παρουσίασαν θετική ή αμφίβολη αντίδραση σε εξέταση για βρουκέλωση, οι μαστοί, το γεννητικό σύστημα και το αίμα χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο, ακόμη κι αν δεν διαπιστώνεται καμία τέτοιου είδους αλλοίωση.

    Άρθρο 35

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για Salmonella

    1.   Οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν την ορθή εφαρμογή των σημείων 2.1.3, 2.1.4 και 2.1.5 του κεφαλαίου 2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων, μέσω ενός ή περισσότερων από τα ακόλουθα μέτρα:

    α)

    επίσημη δειγματοληψία με τη χρήση της ίδιας μεθόδου και έκτασης δειγματοληψίας όπως εκείνες που χρησιμοποίησαν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων. Λαμβάνονται τουλάχιστον 49 τυχαία δείγματα (40) από κάθε σφαγείο κάθε χρόνο. Αυτός ο αριθμός δειγμάτων μπορεί να μειωθεί για τα μικρά σφαγεία βάσει αξιολόγησης κινδύνου·

    β)

    συλλογή όλων των πληροφοριών για τον συνολικό αριθμό και τον αριθμό θετικών στη Salmonella δειγμάτων που έλαβαν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005, στο πλαίσιο των οριζόμενων στα σημεία 2.1.3, 2.1.4 και 2.1.5 του κεφαλαίου 2 του παραρτήματος I του εν λόγω κανονισμού·

    γ)

    συλλογή όλων των πληροφοριών για τον συνολικό αριθμό και τον αριθμό των θετικών στη Salmonella δειγμάτων που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων ελέγχου στα κράτη μέλη ή στις περιφέρειες των κρατών μελών για τις οποίες έχουν δοθεί ειδικές εγγυήσεις σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 όσον αφορά την παραγωγή μηρυκαστικών, ιπποειδών, χοίρων και πουλερικών.

    2.   Στην περίπτωση που ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων δεν συμμορφωθεί επανειλημμένα με το κριτήριο υγιεινής της παραγωγικής διαδικασίας, οι αρμόδιες αρχές απαιτούν την υποβολή σχεδίου δράσης και επιβλέπουν αυστηρά τα αποτελέσματά του.

    3.   Αναφέρεται ο συνολικός αριθμός και ο αριθμός θετικών στη Salmonella δειγμάτων, με διάκριση μεταξύ δειγμάτων που λαμβάνονται βάσει των στοιχείων α), β) και γ) της παραγράφου 1, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ.

    Άρθρο 36

    Πρακτικές ρυθμίσεις για τους επίσημους ελέγχους για Campylobacter

    1.   Οι αρμόδιες αρχές επαληθεύουν την ορθή εφαρμογή του σημείου 2.1.9 (κριτήριο υγιεινής διαδικασίας για το Campylobacter στα σφάγια κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής) του κεφαλαίου 2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων, μέσω ενός ή περισσότερων από τα ακόλουθα μέτρα:

    α)

    επίσημη δειγματοληψία με τη χρήση της ίδιας μεθόδου και έκτασης δειγματοληψίας όπως εκείνες που χρησιμοποίησαν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων. Λαμβάνονται τουλάχιστον 49 τυχαία δείγματα από κάθε σφαγείο κάθε χρόνο. Αυτός ο αριθμός δειγμάτων μπορεί να μειωθεί για τα μικρά σφαγεία βάσει αξιολόγησης κινδύνου· ή

    β)

    συλλογή όλων των πληροφοριών για τον συνολικό αριθμό και τον αριθμό δειγμάτων με περισσότερες από 1 000 CFU Campylobacter ανά g, που έλαβαν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005, στο πλαίσιο των οριζόμενων στο σημείο 2.1.9 του κεφαλαίου 2 του παραρτήματος I του εν λόγω κανονισμού.

    2.   Στην περίπτωση που ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων δεν συμμορφωθεί επανειλημμένα με το κριτήριο υγιεινής της παραγωγικής διαδικασίας, οι αρμόδιες αρχές απαιτούν την υποβολή σχεδίου δράσης και επιβλέπουν αυστηρά τα αποτελέσματά του.

    3.   Αναφέρεται ο συνολικός αριθμός και ο αριθμός δειγμάτων με περισσότερες από 1 000 CFU Campylobacter ανά g, με διάκριση μεταξύ δειγμάτων που λαμβάνονται βάσει των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ.

    Άρθρο 37

    Ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τις εργαστηριακές δοκιμές

    1.   Κατά την εκτέλεση των εργαστηριακών δοκιμών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο δ) σημεία ii) και iv) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, ο επίσημος κτηνίατρος εξασφαλίζει την κατάλληλη ταυτοποίηση και χειρισμό των δειγμάτων κατά τη δειγματοληψία και την αποστολή τους στο κατάλληλο εργαστήριο για:

    α)

    την παρακολούθηση και τον έλεγχο των ζωοανθρωπονόσων και των ζωοανθρωπονοσογόνων παραγόντων·

    β)

    το ετήσιο πρόγραμμα για την παρακολούθηση των ΜΣΕ σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001·

    γ)

    την ανίχνευση φαρμακολογικώς δραστικών ουσιών ή απαγορευμένων ή μη εγκεκριμένων προϊόντων, και τους ελέγχους για ρυθμιζόμενες φαρμακολογικώς δραστικές ουσίες, φυτοφάρμακα, πρόσθετες ύλες ζωοτροφών και επιμολυντικές ουσίες που υπερβαίνουν τα ισχύοντα ανώτατα όρια της Ένωσης, ιδίως στο πλαίσιο των εθνικών σχεδίων για την ανίχνευση καταλοίπων ή ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 110 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και στο άρθρο 5 της οδηγίας 96/23/ΕΚ·

    δ)

    την ανίχνευση νόσων των ζώων για τις οποίες προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος εξασφαλίζει ότι τυχόν πρόσθετες εργαστηριακές δοκιμές που κρίνονται απαραίτητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 πραγματοποιούνται όπως απαιτείται.

    Τμήμα 5

    Επίσημοι έλεγχοι για την καλή μεταχείριση των ζώων

    Άρθρο 38

    Επίσημοι έλεγχοι για την καλή μεταχείριση των ζώων κατά τη μεταφορά και τη σφαγή

    Ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει τη συμμόρφωση με τους κανόνες που αφορούν την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2005, και κατά τη σφαγή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και τους εθνικούς κανόνες για την καλή μεταχείριση των ζώων.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Κοινοποίηση αποτελεσμάτων επιθεωρήσεων και μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές σε περιπτώσεις συγκεκριμένης μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για το νωπό κρέας και για την καλή μεταχείριση των ζώων

    Άρθρο 39

    Μέτρα σχετικά με την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των επίσημων ελέγχων

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος καταγράφει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των επισήμων ελέγχων που διενεργήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 38.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος πραγματοποιεί τις παρακάτω ενέργειες εάν οι επιθεωρήσεις αποκαλύψουν παρουσία νόσου ή πάθησης που είναι δυνατόν να επηρεάσει την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων ή να υποβαθμίσει την καλή μεταχείριση των ζώων:

    α)

    ο επίσημος κτηνίατρος ενημερώνει τον υπεύθυνο επιχείρησης του σφαγείου·

    β)

    εάν το πρόβλημα που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο προέκυψε κατά τη διάρκεια της πρωτογενούς παραγωγής και αφορά την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων, την καλή μεταχείριση των ζώων ή κατάλοιπα κτηνιατρικών φαρμάκων, μη εγκεκριμένες ή απαγορευμένες ουσίες, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων, πρόσθετες ύλες ζωοτροφών ή επιμολυντικές ουσίες, ο επίσημος κτηνίατρος ενημερώνει:

    i)

    τον κτηνίατρο που επιβλέπει την εκμετάλλευση προέλευσης·

    ii)

    τον επίσημο κτηνίατρο που διενήργησε τυχόν επιθεώρηση πριν από τη σφαγή στην εκμετάλλευση προέλευσης, εάν διαφέρει από το πρόσωπο στο σημείο i)·

    iii)

    τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων που είναι αρμόδιος για την εκμετάλλευση προέλευσης (υπό τον όρο ότι οι πληροφορίες αυτές δεν προδικάζουν τυχόν επακόλουθη δικαστική διαδικασία)· και

    iv)

    τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία της εκμετάλλευσης προέλευσης ή της περιοχής θήρας·

    γ)

    εάν τα εν λόγω ζώα έχουν εκτραφεί σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, ο επίσημος κτηνίατρος φροντίζει για την ενημέρωση των αρμόδιων αρχών της εν λόγω χώρας.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές καταχωρίζουν τα αποτελέσματα των επίσημων ελέγχων σε σχετικές βάσεις δεδομένων, τουλάχιστον όταν η συλλογή τέτοιων πληροφοριών επιβάλλεται από το άρθρο 4 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ, το άρθρο 8 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου (41) και το παράρτημα III της οδηγίας 2007/43/ΕΚ.

    4.   Στην περίπτωση που ο επίσημος κτηνίατρος, κατά τη διενέργεια της επιθεώρησης πριν ή μετά τη σφαγή ή οποιουδήποτε άλλου επίσημου ελέγχου, υποπτευθεί την παρουσία ασθένειας των ζώων για την οποία προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429, ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές. Ο επίσημος κτηνίατρος και οι αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα και προφυλάξεις για να αποτρέψουν τυχόν εξάπλωση του νοσογόνου παράγοντα.

    5.   Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να χρησιμοποιεί το υπόδειγμα εγγράφου που παρατίθεται στο παράρτημα I για να κοινοποιήσει τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων πριν και μετά τη σφαγή στην εκμετάλλευση προέλευσης όπου παρέμεναν τα ζώα πριν από τη σφαγή.

    6.   Στην περίπτωση που τα ζώα έχουν παραμείνει σε εκμετάλλευση προέλευσης σε άλλο κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εσφάγησαν κοινοποιούν τα σχετικά αποτελέσματα των επιθεωρήσεων πριν και μετά τη σφαγή στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης. Χρησιμοποιούν το υπόδειγμα εγγράφου στο παράρτημα I στις επίσημες γλώσσες και των δύο εμπλεκομένων κρατών μελών ή σε γλώσσα που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δύο κρατών μελών.

    Άρθρο 40

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις πληροφοριών για την αλυσίδα τροφίμων

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι ζώα σφάζονται μόνον υπό την προϋπόθεση ότι ο υπεύθυνος του σφαγείου έχει λάβει, ελέγξει και αξιολογήσει σχετικές πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β).

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να επιτρέψει τη σφαγή ζώων εντός του σφαγείου όταν δεν είναι διαθέσιμες οι σχετικές πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων. Στην περίπτωση αυτή, οι πληροφορίες παρέχονται προτού το κρέας χαρακτηριστεί κατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο και τα σφάγια και τα αντίστοιχα εντόσθια φυλάσσονται χωριστά από κάθε άλλο κρέας μέχρι τον χαρακτηρισμό.

    3.   Εάν οι σχετικές πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων δεν καταστούν διαθέσιμες εντός 24 ωρών από την άφιξη ενός ζώου στο σφαγείο, ο επίσημος κτηνίατρος χαρακτηρίζει όλο το κρέας του ζώου ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Εάν το ζώο δεν έχει σφαγεί ακόμα, θανατώνεται χωριστά από άλλα ζώα αφού ληφθούν όλες οι αναγκαίες προφυλάξεις για την προστασία της υγείας των ζώων και του ανθρώπου.

    Άρθρο 41

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις καταγραφείσας μη συμμόρφωσης στις πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος του σφαγείου δεν δέχεται ζώα για σφαγή εάν οι πληροφορίες για την αλυσίδα τροφίμων ή οποιαδήποτε άλλα συνοδευτικά έγγραφα, υλικό τεκμηρίωσης ή πληροφορίες υποδεικνύουν ότι:

    α)

    τα ζώα προέρχονται από εκμετάλλευση προέλευσης ή από περιοχή στην οποία έχει επιβληθεί απαγόρευση της μετακίνησης ή άλλοι περιορισμοί για λόγους προστασίας της υγείας των ζώων ή του ανθρώπου·

    β)

    δεν έχουν τηρηθεί οι κανόνες σχετικά με τη χρήση κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων, τα ζώα έχουν υποβληθεί σε αγωγή με απαγορευμένες ή μη επιτρεπόμενες ουσίες, ή δεν έχουν τηρηθεί τα νόμιμα όρια για χημικά κατάλοιπα ή επιμολυντικές ουσίες· ή

    γ)

    υφίσταται οποιαδήποτε άλλη κατάσταση που θα μπορούσε να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή των ζώων.

    2.   Εάν τα ζώα βρίσκονται ήδη στο σφαγείο, θανατώνονται χωριστά και χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο, αφού ληφθούν οι αναγκαίες προφυλάξεις για την προστασία της υγείας των ζώων και του ανθρώπου. Όπου κρίνεται αναγκαίο από τον επίσημο κτηνίατρο, διεξάγονται επίσημοι έλεγχοι στην εκμετάλλευση προέλευσης.

    Άρθρο 42

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις παραπλανητικών πληροφοριών για την αλυσίδα τροφίμων

    1.   Οι αρμόδιες αρχές προχωρούν στις κατάλληλες ενέργειες εάν διαπιστώσουν ότι τα έγγραφα, το υλικό τεκμηρίωσης ή άλλες πληροφορίες που συνοδεύουν τα ζώα δεν αντιστοιχούν στην πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην εκμετάλλευση προέλευσης ή στην πραγματική κατάσταση των ζώων ή αποσκοπούν στην εσκεμμένη παραπλάνηση του επίσημου κτηνιάτρου.

    2.   Λαμβάνουν μέτρα κατά του υπεύθυνου επιχείρησης τροφίμων που έχει την ευθύνη της εκμετάλλευσης προέλευσης των ζώων ή καθ' οποιουδήποτε άλλου εμπλεκόμενου προσώπου, συμπεριλαμβανομένου του υπεύθυνου του σφαγείου. Τα μέτρα αυτά μπορούν ιδίως να συνίστανται σε πρόσθετους ελέγχους. Οι δαπάνες των πρόσθετων αυτών ελέγχων βαρύνουν τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων που έχει την ευθύνη της εκμετάλλευσης προέλευσης ή οποιοδήποτε άλλο εμπλεκόμενο πρόσωπο.

    Άρθρο 43

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για ζώντα ζώα

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει τη συμμόρφωση του υπεύθυνου επιχείρησης τροφίμων με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το σημείο 3 του κεφαλαίου IV του τμήματος I του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα ζώα που γίνονται δεκτά προς σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο ταυτοποιούνται ορθά. Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι τα ζώα των οποίων η ταυτότητα δεν εξακριβώνεται θανατώνονται χωριστά και χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Όπου κρίνεται αναγκαίο από τον επίσημο κτηνίατρο, διεξάγονται επίσημοι έλεγχοι στην εκμετάλλευση προέλευσης.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι τα ζώα που παρουσιάζουν απαράδεκτα υψηλό κίνδυνο μόλυνσης του κρέατος κατά τη σφαγή, όπως ορίζεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4, δεν σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο παρά μόνον εφόσον καθαριστούν προηγουμένως.

    3.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι τα ζώα που πάσχουν από νόσο ή πάθηση η οποία μπορεί να μεταδοθεί στα ζώα ή στους ανθρώπους που χειρίζονται ή καταναλώνουν το κρέας, και εν γένει τα ζώα που παρουσιάζουν κλινικά σημεία συστηματικής νόσου ή απίσχνασης, ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση που καθιστά το κρέας ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο, δεν σφάζονται προς κατανάλωση από τον άνθρωπο. Τα ζώα αυτά θανατώνονται ξεχωριστά, υπό συνθήκες που αποτρέπουν κάθε κίνδυνο μόλυνσης άλλων ζώων ή σφαγίων, και χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    4.   Ο επίσημος κτηνίατρος αναβάλλει τη σφαγή των ζώων εκείνων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι πάσχουν από νόσο ή πάθηση που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων. Τα ζώα αυτά υποβάλλονται σε λεπτομερή εξέταση από τον επίσημο κτηνίατρο πριν από τη σφαγή προκειμένου να τεθεί διάγνωση. Επιπλέον, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να αποφασίσει τη διενέργεια δειγματοληψίας και εργαστηριακών εξετάσεων προς συμπλήρωση της επιθεώρησης μετά τη σφαγή. Εάν χρειάζεται προκειμένου να αποφευχθεί η μόλυνση άλλου κρέατος, τα ζώα σφάζονται χωριστά ή στο τέλος της κανονικής διαδικασίας σφαγής, αφού ληφθούν όλες οι απαραίτητες προφυλάξεις.

    5.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ότι τα ζώα που μπορεί να περιέχουν κατάλοιπα απαγορευμένων ή μη εγκεκριμένων φαρμακολογικώς δραστικών ουσιών ή κατάλοιπα εγκεκριμένων φαρμακολογικώς δραστικών ουσιών, φυτοφαρμάκων ή επιμολυντικών ουσιών σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα που καθορίζονται σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 19 της οδηγίας 96/23/ΕΚ.

    6.   Ο επίσημος κτηνίατρος επιβάλλει τις συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται ο χειρισμός των ζώων στο πλαίσιο ειδικού προγράμματος για την εξάλειψη ή τον έλεγχο μιας συγκεκριμένης νόσου, όπως η βρουκέλωση ή η φυματίωση, ή ζωοανθρωπονοσογόνων παραγόντων όπως η σαλμονέλα, υπό την άμεση επίβλεψη του ιδίου. Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες επιτρέπεται η σφαγή τέτοιων ζώων. Οι εν λόγω συνθήκες επιλέγονται έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται η μόλυνση άλλων ζώων και του κρέατος άλλων ζώων.

    Τα ζώα τα οποία μεταφέρονται σε σφαγείο για σφαγή πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να σφάζονται εκεί. Εντούτοις, σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπως η σοβαρή μηχανική βλάβη στις εγκαταστάσεις του σφαγείου, ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να επιτρέψει την απευθείας μεταφορά των ζώων σε άλλο σφαγείο.

    Αν κατά την επιθεώρηση πριν από τη σφαγή στην εκμετάλλευση προέλευσης διαπιστωθεί μη συμμόρφωση που συνεπάγεται κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων ή για την καλή μεταχείριση των ζώων, ο επίσημος κτηνίατρος δεν επιτρέπει τη μεταφορά των ζώων στο σφαγείο και εφαρμόζονται τα σχετικά μέτρα όσον αφορά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της επιθεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημεία i) και iii).

    Άρθρο 44

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις καλής μεταχείρισης των ζώων

    1.   Σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τους κανόνες που αφορούν την προστασία των ζώων κατά τη σφαγή ή τη θανάτωσή τους, που προβλέπονται στα άρθρα 3 έως 9 και τα άρθρα 14 έως 17, 19 και 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 του Συμβουλίου, ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει ότι ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων λαμβάνει αμέσως τα απαιτούμενα διορθωτικά μέτρα ώστε να αποτραπεί τυχόν επανεμφάνιση.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος λαμβάνει με αναλογικό και βαθμιδωτό τρόπο μέτρα επιβολής, τα οποία ξεκινούν από την έκδοση οδηγιών και φθάνουν ως την επιβράδυνση ή τη διακοπή της παραγωγής, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα του προβλήματος.

    3.   Όταν ενδείκνυται, ο επίσημος κτηνίατρος ενημερώνει άλλες αρμόδιες αρχές για τυχόν προβλήματα ως προς την καλή μεταχείριση των ζώων.

    4.   Εάν ο επίσημος κτηνίατρος διαπιστώσει μη συμμόρφωση με τους κανόνες που αφορούν την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά, που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2005, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης.

    5.   Όταν ένας επίσημος βοηθός διενεργεί ελέγχους της καλής μεταχείρισης των ζώων και κατά τους ελέγχους αυτούς διαπιστώνεται ότι δεν τηρούνται οι κανόνες προστασίας των ζώων, ενημερώνει αμέσως τον επίσημο κτηνίατρο. Εάν χρειάζεται, σε επείγουσες περιπτώσεις, ο βοηθός λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 εν αναμονή της άφιξης του επίσημου κτηνιάτρου.

    Άρθρο 45

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για το νωπό κρέας

    Ο επίσημος κτηνίατρος χαρακτηρίζει το νωπό κρέας ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο εάν:

    α)

    προέρχεται από ζώα τα οποία δεν έχουν υποβληθεί σε επιθεώρηση πριν από τη σφαγή σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, εκτός από τα άγρια θηράματα και τους αδέσποτους ταράνδους που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/624·

    β)

    προέρχεται από ζώα των οποίων τα εντόσθια δεν υποβλήθηκαν σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, εκτός από την περίπτωση των σπλάχνων μεγάλων άγριων θηραμάτων που δεν χρειάζεται να συνοδεύουν το πτώμα στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων σύμφωνα με το σημείο 4 του κεφαλαίου II του τμήματος IV του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004·

    γ)

    προέρχεται από ζώα νεκρά πριν από τη σφαγή, θνησιγενή ή αγέννητα ή ζώα που εσφάγησαν σε ηλικία μικρότερη των επτά ημερών·

    δ)

    προκύπτει από τον καθαρισμό των σημείων σφαγής/αφαίμαξης·

    ε)

    προέρχεται από ζώα που πάσχουν από νόσους των ζώων για τις οποίες προβλέπονται υγειονομικοί κανόνες στην ενωσιακή νομοθεσία και οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα I της οδηγίας 2002/99/ΕΚ, εκτός αν λαμβάνεται σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία· η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει εάν προβλέπεται διαφορετικά στις απαιτήσεις για τους επίσημους ελέγχους για τη φυματίωση και τη βρουκέλωση που παρατίθενται στα άρθρα 33 και 34 του παρόντος κανονισμού·

    στ)

    προέρχεται από ζώα που πάσχουν από γενικευμένη νόσο, όπως γενικευμένη σηψαιμία, πυαιμία, τοξιναιμία ή ιαιμία·

    ζ)

    δεν συμμορφώνεται με τα κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα που παρατίθενται στο κεφάλαιο I του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 με τα οποία προσδιορίζεται κατά πόσον ένα τρόφιμο μπορεί να διατεθεί στην αγορά·

    η)

    παρουσιάζει παρασιτική μόλυνση, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στις απαιτήσεις σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για την κυστικέρκωση που προβλέπονται στο άρθρο 30·

    θ)

    περιέχει χημικά κατάλοιπα ή επιμολυντικές ουσίες σε ποσότητες που υπερβαίνουν τα επίπεδα που θεσπίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 37/2010, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 και (ΕΚ) αριθ. 124/2009 ή κατάλοιπα ουσιών που απαγορεύονται ή δεν έχουν εγκριθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2010 ή της οδηγίας 96/22/ΕΚ·

    ι)

    αποτελείται από το ήπαρ και τους νεφρούς ζώων ηλικίας άνω των δύο ετών που προέρχονται από περιοχές στις οποίες η εφαρμογή προγραμμάτων εγκεκριμένων σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 96/23/ΕΚ έχει αποκαλύψει τη γενικευμένη παρουσία βαρέων μετάλλων στο περιβάλλον·

    ια)

    έχει υποβληθεί παράνομα σε επεξεργασία με απολυμαντικές ουσίες·

    ιβ)

    έχει υποβληθεί παράνομα σε επεξεργασία με ιοντίζουσα ακτινοβολία, συμπεριλαμβανομένης της υπεριώδους ακτινοβολίας·

    ιγ)

    περιέχει ξένα σώματα, εκτός, στην περίπτωση των άγριων θηραμάτων, από υλικό που χρησιμοποιήθηκε στη θήρα·

    ιδ)

    υπερβαίνει τα ανώτατα επιτρεπτά επίπεδα ραδιενέργειας που ορίζονται στην ενωσιακή νομοθεσία ή, ελλείψει ενωσιακής νομοθεσίας, στους εθνικούς κανόνες·

    ιε)

    εμφανίζει παθολογικές ή οργανοληπτικές αλλοιώσεις, ιδίως έντονη γενετήσια οσμή ή ανεπαρκή αιμορραγία (με εξαίρεση τα άγρια θηράματα)·

    ιστ)

    προέρχεται από απισχνασμένα ζώα·

    ιζ)

    περιέχει ειδικά υλικά κινδύνου, εκτός εάν επιτρέπεται η αφαίρεσή τους σε άλλη εγκατάσταση σύμφωνα με το σημείο 4.3 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 και το νωπό κρέας παραμένει υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών·

    ιη)

    είναι ακάθαρτο ή μολυσμένο από περιττώματα ή άλλες ουσίες·

    ιθ)

    αποτελείται από αίμα που ενδέχεται να συνιστά κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων λόγω του υγειονομικού καθεστώτος οποιουδήποτε από τα ζώα από τα οποία προέρχεται ή λόγω μόλυνσης προερχόμενης από τη διαδικασία σφαγής·

    κ)

    κατά τη γνώμη του επίσημου κτηνιάτρου, ύστερα από την εξέταση όλων των σχετικών πληροφοριών, ενδέχεται να συνιστά κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων ή κρίνεται για άλλους λόγους ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    κα)

    ενέχει συγκεκριμένες πηγές κινδύνου σύμφωνα με τα άρθρα 29 έως 36.

    Άρθρο 46

    Μέτρα που λαμβάνονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για τις ορθές πρακτικές υγιεινής

    1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να δώσουν εντολή στον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων να λάβει άμεσα διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της ταχύτητας της σφαγής, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο από τον παριστάμενο επίσημο κτηνίατρο ή βοηθό στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α)

    όταν εντοπίζεται μόλυνση στις εξωτερικές επιφάνειες ή στις κοιλότητες σφαγίου και ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων δεν λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα αποκατάστασης· ή

    β)

    εάν οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι υπονομεύονται οι ορθές πρακτικές υγιεινής.

    2.   Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές αυξάνουν την ένταση των επιθεωρήσεων έως ότου βεβαιωθούν ότι ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων έχει ανακτήσει τον έλεγχο της διαδικασίας.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    Περιορισμοί

    Άρθρο 47

    Περιορισμοί για ορισμένα νωπά κρέατα

    Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να επιβάλλει απαιτήσεις όσον αφορά τη χρήση νωπού κρέατος που προέρχεται από ζώα:

    α)

    που θανατώθηκαν με επείγουσα σφαγή εκτός σφαγείου· ή

    β)

    από σμήνη στα οποία πραγματοποιείται επεξεργασία του κρέατος σύμφωνα με το μέρος Ε του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 πριν από τη διάθεση του κρέατος στην αγορά.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    Σήμανση καταλληλότητας κρέατος κατάλληλου για κατανάλωση από τον άνθρωπο μετά από επιθεώρηση πριν και μετά τη σφαγή

    Άρθρο 48

    Τεχνικές απαιτήσεις για τη σφραγίδα καταλληλότητας και πρακτικές ρυθμίσεις για την τοποθέτησή της

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος επιβλέπει τη σήμανση καταλληλότητας και τις χρησιμοποιούμενες σφραγίδες.

    2.   Ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει ιδιαίτερα ότι:

    α)

    η σφραγίδα καταλληλότητας τοποθετείται μόνο σε κατοικίδια οπληφόρα και σε θηλαστικά εκτρεφόμενα ως θηράματα, άλλα από τα λαγόμορφα, τα οποία έχουν υποβληθεί σε επιθεώρηση πριν και μετά τη σφαγή, και σε μεγάλα άγρια θηράματα που έχουν υποβληθεί σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, εφόσον δεν υπάρχουν λόγοι να χαρακτηριστεί το κρέας ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Ωστόσο, η σφραγίδα μπορεί να τοποθετείται προτού ανακοινωθούν τα αποτελέσματα τυχόν εξετάσεων για ανίχνευση Trichinella και/ή ΜΣΕ, με την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν εφαρμόσει στο σφαγείο ή στην εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων ένα σύστημα που εξασφαλίζει την ιχνηλασιμότητα όλων των μερών του ζώου και κανένα μέρος των εξεταζόμενων ζώων που φέρει σφραγίδα δεν εγκαταλείπει το σφαγείο ή την εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων προτού ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα, εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375·

    β)

    η σφραγίδα καταλληλότητας τοποθετείται στην εξωτερική επιφάνεια του σφαγίου, με σφραγίδα μελάνης ή με πυροσφραγίδα, κατά τρόπο ώστε, εάν τα σφάγια τεμαχιστούν στο σφαγείο σε ημιμόρια ή τεταρτημόρια ή εάν τα ημιμόρια τεμαχιστούν σε τρία τεμάχια, κάθε τεμάχιο να φέρει σφραγίδα καταλληλότητας.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι πρακτικές ρυθμίσεις για τη σφραγίδα καταλληλότητας εφαρμόζονται σύμφωνα με το παράρτημα II.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι το κρέας άγριων θηραμάτων που δεν έχουν εκδαρεί δεν φέρει σφραγίδα καταλληλότητας παρά μόνον αφού, μετά την εκδορά σε εγκατάσταση χειρισμού θηραμάτων, έχει υποβληθεί σε επιθεώρηση μετά τη σφαγή και έχει χαρακτηριστεί κατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    ΤΙΤΛΟΣ IV

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΙΑΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΝΩΠΟ ΓΑΛΑ, ΤΟ ΠΡΩΤΟΓΑΛΑ, ΤΑ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΠΡΩΤΟΓΑΛΑ, ΟΠΩΣ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΝΙΑΙΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΗΓΩΝ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

    Άρθρο 49

    Έλεγχοι εγκαταστάσεων παραγωγής γάλακτος και πρωτογάλακτος

    1.   Ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει τη συμμόρφωση με τις υγειονομικές απαιτήσεις για την παραγωγή νωπού γάλακτος και πρωτογάλακτος, όπως καθορίζονται στο μέρος I του κεφαλαίου Ι του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Ειδικότερα, ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει:

    α)

    το υγειονομικό καθεστώς των ζώων·

    β)

    την απουσία χρήσης απαγορευμένων ή μη εγκεκριμένων φαρμακολογικώς δραστικών ουσιών· και

    γ)

    ότι τυχόν παρόντα κατάλοιπα επιτρεπόμενων φαρμακολογικώς δραστικών ουσιών, φυτοφαρμάκων ή επιμολυντικών ουσιών δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 37/2010, (ΕΚ) αριθ. 396/2005 ή (ΕΚ) αριθ. 1881/2006.

    2.   Οι επίσημοι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να πραγματοποιούνται με την ευκαιρία κτηνιατρικών ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με τις ενωσιακές διατάξεις σχετικά με την υγεία των ζώων ή του ανθρώπου ή με την καλή μεταχείριση των ζώων.

    3.   Εάν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι υγειονομικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν τηρούνται, ο επίσημος κτηνίατρος ελέγχει το γενικό υγειονομικό καθεστώς των ζώων.

    4.   Οι εγκαταστάσεις παραγωγής γάλακτος και πρωτογάλακτος υποβάλλονται σε επίσημους ελέγχους από τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να επιβεβαιωθεί η τήρηση των απαιτήσεων υγιεινής που καθορίζονται στο μέρος II του κεφαλαίου Ι του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Οι έλεγχοι αυτοί μπορούν να αφορούν επιθεωρήσεις και παρακολούθηση των ελέγχων που διενεργούνται από επαγγελματικές οργανώσεις. Εάν αποδειχθεί ότι οι συνθήκες υγιεινής είναι ανεπαρκείς, οι αρμόδιες αρχές βεβαιώνονται ότι λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα αποκατάστασης.

    Άρθρο 50

    Έλεγχοι γάλακτος και πρωτογάλακτος

    1.   Στην περίπτωση του νωπού γάλακτος και πρωτογάλακτος, οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν τους ελέγχους που διεξάγονται σύμφωνα με το μέρος III του κεφαλαίου I του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Όταν πραγματοποιούνται δοκιμές, οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τις μεθόδους ανάλυσης που περιγράφονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τα όρια που ορίζονται για το νωπό γάλα και πρωτόγαλα στο μέρος III του κεφαλαίου I του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    2.   Εάν ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων της εγκατάστασης παραγωγής δεν έχει διορθώσει την κατάσταση εντός τριών μηνών από την πρώτη κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές περιστατικού μη συμμόρφωσης με τα κριτήρια για τον αριθμό καταμετρούμενων αποικιών και/ή τον αριθμό σωματικών κυττάρων στο νωπό γάλα και πρωτόγαλα, οι αρμόδιες αρχές βεβαιώνονται ότι:

    α)

    αναστέλλονται οι παραδόσεις νωπού γάλακτος και πρωτογάλακτος από την εγκατάσταση παραγωγής ή

    β)

    το νωπό γάλα και πρωτόγαλα υπόκειται σε απαιτήσεις, όσον αφορά την επεξεργασία και τη χρήση, αναγκαίες για την προστασία της ανθρώπινης υγείας σύμφωνα με ειδική άδεια ή γενικές οδηγίες από τις αρμόδιες αρχές.

    Η αναστολή ή οι απαιτήσεις αυτές παραμένουν σε ισχύ από τις αρμόδιες αρχές μέχρις ότου ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων αποδείξει ότι το νωπό γάλα και πρωτόγαλα πληρούν και πάλι τα κριτήρια.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τις μεθόδους ανάλυσης που περιγράφονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού για την επαλήθευση της δέουσας εφαρμογής μιας διαδικασίας παστερίωσης των γαλακτοκομικών προϊόντων όπως αναφέρεται στο μέρος II του κεφαλαίου II του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    ΤΊΤΛΟΣ V

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΣΤΑ ΖΩΝΤΑ ΔΙΘΥΡΑ ΜΑΛΑΚΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

    Άρθρο 51

    Αποκλεισμός

    Ο παρών τίτλος εφαρμόζεται στα ζώντα δίθυρα μαλάκια. Εφαρμόζεται επίσης στα ζώντα εχινόδερμα, τα ζώντα χιτωνοφόρα και τα ζώντα θαλάσσια γαστερόποδα. Ο παρών τίτλος δεν εφαρμόζεται στα ζώντα θαλάσσια γαστερόποδα και τα ζώντα ολοθουροειδή (Holothuroidea) που δεν είναι διηθηματοφάγα.

    Άρθρο 52

    Κατηγοριοποίηση των περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια

    1.   Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τη θέση και τα όρια των περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης που κατηγοριοποιούν σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Αυτό γίνεται σε συνεργασία με τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων, όπου χρειάζεται.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές κατατάσσουν τις περιοχές παραγωγής και μετεγκατάστασης από τις οποίες επιτρέπουν τη συγκομιδή ζώντων δίθυρων μαλακίων σε περιοχές κατηγορίας Α, κατηγορίας Β και κατηγορίας Γ ανάλογα με το επίπεδο περιττωματικής μόλυνσης. Αυτό γίνεται σε συνεργασία με τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων, όπου χρειάζεται.

    3.   Για την κατηγοριοποίηση των περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν μια περίοδο ανασκόπησης για τα δεδομένα δειγματοληψίας από κάθε περιοχή παραγωγής και μετεγκατάστασης προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με τα πρότυπα που αναφέρονται στα άρθρα 53, 54 και 55.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Ειδικές απαιτήσεις για την κατηγοριοποίηση των περιοχών παράγωγης και μετεγκατάστασης ζώντων δίθυρων μαλακίων

    Άρθρο 53

    Απαιτήσεις για τις περιοχές κατηγορίας Α

    1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να κατατάσσουν στην κατηγορία Α τις περιοχές από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων για άμεση κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    2.   Τα ζώντα δίθυρα μαλάκια ζώα που διατίθενται στην αγορά από τέτοιες περιοχές πληρούν τις υγειονομικές προδιαγραφές για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια που προβλέπονται στο κεφάλαιο V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    3.   Τα δείγματα ζώντων δίθυρων μαλακίων από περιοχές κατηγορίας Α δεν περιέχουν, στο 80 % των δειγμάτων που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της περιόδου ανασκόπησης, πάνω από 230 μονάδες E. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    4.   Το υπόλοιπο 20 % των δειγμάτων δεν περιέχει πάνω από 700 μονάδες E. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    5.   Κατά την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων για την περίοδο ανασκόπησης προκειμένου να παραμείνει μια περιοχή στην κατηγορία Α, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, κατόπιν αξιολόγησης κινδύνου βάσει ερευνών, να αποφασίσουν να παραβλέψουν ένα ανώμαλο αποτέλεσμα που υπερβαίνει το επίπεδο των 700 μονάδων E. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    Άρθρο 54

    Απαιτήσεις για τις περιοχές κατηγορίας Β

    1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να κατατάσσουν στην κατηγορία Β τις περιοχές από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων, τα οποία όμως μπορούν να διατίθενται στην αγορά για κατανάλωση από τον άνθρωπο μόνον έπειτα από επεξεργασία σε κέντρο καθαρισμού ή έπειτα από μετεγκατάσταση, ώστε να τηρούνται τα υγειονομικά πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 53.

    2.   Τα ζώντα δίθυρα μαλάκια από περιοχές κατηγορίας Β δεν περιέχουν, στο 90 % των δειγμάτων, πάνω από 4 600 μονάδες Ε. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    3.   Το υπόλοιπο 10 % των δειγμάτων δεν περιέχει πάνω από 46 000 μονάδες E. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    Άρθρο 55

    Απαιτήσεις για τις περιοχές κατηγορίας Γ

    1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να κατατάσσουν στην κατηγορία Γ τις περιοχές από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων, τα οποία όμως μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνον έπειτα από μετεγκατάσταση επί μεγάλο χρονικό διάστημα, προκειμένου να ικανοποιούνται οι υγειονομικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 53.

    2.   Τα ζώντα δίθυρα μαλάκια που προέρχονται από περιοχές κατηγορίας Γ δεν υπερβαίνουν τις 46 000 μονάδες Ε. coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού.

    Άρθρο 56

    Απαιτήσεις υγειονομικής μελέτης

    1.   Πριν από την κατηγοριοποίηση μιας περιοχής παραγωγής ή μετεγκατάστασης, οι αρμόδιες αρχές διενεργούν υγειονομική μελέτη που περιλαμβάνει:

    α)

    κατάλογο των πηγών ρύπανσης, ανθρώπινης ή ζωικής προέλευσης, οι οποίες ενδέχεται να συνιστούν πηγή μόλυνσης της περιοχής παραγωγής·

    β)

    εξέταση των ποσοτήτων οργανικών ρύπων που απελευθερώνονται κατά τις διάφορες περιόδους του έτους, ανάλογα με τις εποχικές διακυμάνσεις του ανθρώπινου και ζωικού πληθυσμού στη λεκάνη απορροής, τα στοιχεία για τις βροχοπτώσεις, την επεξεργασία των λυμάτων κ.λπ.·

    γ)

    προσδιορισμό των χαρακτηριστικών της κυκλοφορίας των ρύπων, με βάση τα ρεύματα, τη βαθυμετρία και τον παλιρροϊκό κύκλο στην περιοχή παραγωγής.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές διενεργούν υγειονομική μελέτη που πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 σε όλες τις κατηγοριοποιημένες περιοχές παραγωγής και μετεγκατάστασης, εκτός εάν τέτοια μελέτη έχει ήδη διενεργηθεί στο παρελθόν.

    3.   Κατά την εκτέλεση της εν λόγω μελέτης, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επικουρούνται από άλλους επίσημους οργανισμούς ή επιχειρήσεις τροφίμων υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν οι αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 57

    Πρόγραμμα παρακολούθησης

    Οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν πρόγραμμα παρακολούθησης για τις περιοχές παραγωγής ζώντων δίθυρων μαλακίων, βασισμένο στην εξέταση της υγειονομικής μελέτης που αναφέρεται στο άρθρο 56. Ο αριθμός των δειγμάτων, η γεωγραφική κατανομή των σημείων δειγματοληψίας και η συχνότητα δειγματοληψίας του προγράμματος διασφαλίζουν ότι τα αποτελέσματα των αναλύσεων είναι αντιπροσωπευτικά για τη συγκεκριμένη περιοχή.

    Άρθρο 58

    Οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν διαδικασία με την οποία διασφαλίζεται ότι η υγειονομική μελέτη που αναφέρεται στο άρθρο 56 και το πρόγραμμα παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 57 είναι αντιπροσωπευτικά για την εξεταζόμενη περιοχή.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Προϋποθέσεις για την παρακολούθηση κατηγοριοποιημένες περιοχών παράγωγης και μετεγκατάστασης ζώντων δίθυρων μαλακίων

    Άρθρο 59

    Παρακολούθηση κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης

    Οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν κατά διαστήματα τις περιοχές παραγωγής και μετεγκατάστασης που έχουν κατηγοριοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 προκειμένου να ελέγχουν:

    α)

    ότι δεν εφαρμόζονται κακές πρακτικές όσον αφορά την καταγωγή, την προέλευση και τον προορισμό των ζώντων δίθυρων μαλακίων·

    β)

    τη μικροβιολογική ποιότητα των ζώντων δίθυρων μαλακίων σε σχέση με τις κατηγοριοποιημένες περιοχές παραγωγής και μετεγκατάστασης·

    γ)

    τυχόν παρουσία τοξινοπαραγωγού πλαγκτού στα ύδατα παραγωγής και μετεγκατάστασης και θαλάσσιων βιοτοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια·

    δ)

    τυχόν παρουσία χημικών επιμολυντικών ουσιών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια.

    Άρθρο 60

    Αναγνωρισμένες μέθοδοι για την ανίχνευση θαλάσσιων βιοτοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια

    1.   Οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τις μεθόδους ανάλυσης που ορίζονται στο παράρτημα V για να ελέγξουν τη συμμόρφωση με τα όρια που καθορίζονται στο σημείο 2 του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και, όπου απαιτείται, για να επαληθεύσουν τη συμμόρφωση των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων χρησιμοποιούν τις μεθόδους αυτές όπου αρμόζει.

    2.   Σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, χρησιμοποιείται επιστημονικώς ικανοποιητική μέθοδος ή στρατηγική δοκιμών που δεν περιλαμβάνει τη χρήση ζώντων ζώων, όπου είναι δυνατόν, αντί της διαδικασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας.

    3.   Σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, τα στοιχεία της αντικατάστασης, της βελτίωσης και της μείωσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν χρησιμοποιούνται βιολογικές μέθοδοι.

    Άρθρο 61

    Σχέδια δειγματοληψίας

    1.   Για τους σκοπούς των ελέγχων που προβλέπονται στα στοιχεία β), γ) και δ) του άρθρου 59, οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν σχέδια δειγματοληψίας που να προβλέπουν τη διενέργεια τέτοιων ελέγχων σε τακτά χρονικά διαστήματα ή κατά περίπτωση εάν η συγκομιδή πραγματοποιείται σε ακανόνιστα διαστήματα. Η γεωγραφική κατανομή των σημείων δειγματοληψίας και η συχνότητα της δειγματοληψίας εξασφαλίζουν ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης είναι αντιπροσωπευτικά της κατηγοριοποιημένης περιοχής παραγωγής ή μετεγκατάστασης.

    2.   Στα σχέδια δειγματοληψίας για τον έλεγχο της μικροβιολογικής ποιότητας των ζώντων δίθυρων μαλακίων λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη:

    α)

    η πιθανή διακύμανση στην περιττωματική μόλυνση·

    β)

    οι παράμετροι που αναφέρονται στο άρθρο 56 παράγραφος 1.

    3.   Στα σχέδια δειγματοληψίας για τον έλεγχο της παρουσίας τοξινοπαραγωγού πλαγκτού στα ύδατα των κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης και για τον έλεγχο της παρουσίας θαλάσσιων βιοτοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη πιθανές διακυμάνσεις στην παρουσία πλαγκτού που περιέχει θαλάσσιες βιοτοξίνες. Η δειγματοληψία περιλαμβάνει:

    α)

    περιοδική δειγματοληψία για την ανίχνευση μεταβολών στη σύνθεση του πλαγκτού που περιέχει τοξίνες και της γεωγραφικής κατανομής των μεταβολών αυτών. Αποτελέσματα που υποδηλώνουν συσσώρευση τοξινών στη σάρκα των ζώντων δίθυρων μαλακίων ακολουθούνται από εντατική δειγματοληψία·

    β)

    περιοδικές δοκιμές τοξικότητας στα πλέον ευαίσθητα στη μόλυνση ζώντα δίθυρα μαλάκια από την προσβεβλημένη περιοχή.

    4.   Η συχνότητα δειγματοληψίας για την ανάλυση τοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια είναι εβδομαδιαία κατά τις περιόδους συγκομιδής, με τις παρακάτω εξαιρέσεις:

    α)

    η συχνότητα δειγματοληψίας μπορεί να μειώνεται σε συγκεκριμένες κατηγοριοποιημένες περιοχές παραγωγής ή μετεγκατάστασης ή για συγκεκριμένους τύπους ζώντων δίθυρων μαλακίων, εάν μια αξιολόγηση κινδύνου για την εμφάνιση τοξινών ή φυτοπλαγκτού υποδηλώνει πολύ χαμηλό κίνδυνο τοξικών επεισοδίων·

    β)

    η συχνότητα δειγματοληψίας αυξάνεται εάν η αξιολόγηση αυτή υποδηλώνει ότι η εβδομαδιαία δειγματοληψία δεν αρκεί.

    5.   Η αξιολόγηση κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 επανεξετάζεται περιοδικά για να αξιολογείται ο κίνδυνος εμφάνισης τοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια των περιοχών αυτών.

    6.   Όταν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τους ρυθμούς συσσώρευσης τοξινών για μια ομάδα ειδών που αναπτύσσονται στην ίδια κατηγοριοποιημένη περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης, το είδος με τον υψηλότερο ρυθμό μπορεί να χρησιμοποιείται ως είδος-δείκτης. Με τον τρόπο αυτόν επιτρέπεται η εκμετάλλευση όλων των ειδών της ομάδας εάν τα επίπεδα τοξινών στο είδος-δείκτη είναι κάτω από τα κανονιστικά όρια. Όταν τα επίπεδα τοξινών στο είδος-δείκτη υπερβαίνουν τα κανονιστικά όρια, η συγκομιδή των άλλων ειδών μπορεί να επιτραπεί μόνον εάν περαιτέρω αναλύσεις στα άλλα είδη αποδεικνύουν ότι τα επίπεδα τοξινών είναι κάτω από τα όρια.

    7.   Όσον αφορά την παρακολούθηση του πλαγκτού, τα δείγματα είναι αντιπροσωπευτικά της στήλης ύδατος στην κατηγοριοποιημένη περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης και παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την παρουσία τοξικών ειδών και με τις πληθυσμιακές τάσεις. Εάν διαπιστωθούν οποιεσδήποτε μεταβολές στους τοξικούς πληθυσμούς που είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε συσσώρευση τοξινών, η συχνότητα δειγματοληψίας ζώντων δίθυρων μαλακίων αυξάνεται ή οι περιοχές κλείνουν προληπτικά έως ότου ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των αναλύσεων τοξινών.

    8.   Τα σχέδια δειγματοληψίας για τον έλεγχο της παρουσίας χημικών επιμολυντικών ουσιών καθιστούν δυνατή την ανίχνευση τυχόν υπέρβασης των επιπέδων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Αντιμετώπιση κατηγοριοποιημένες περιοχών παράγωγης ή μετεγκατάστασης υστέρα από παρακολούθηση

    Άρθρο 62

    Αποφάσεις ύστερα από παρακολούθηση

    1.   Εάν τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 59 δείξουν ότι δεν τηρούνται οι υγειονομικές προδιαγραφές για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια, ή ότι για κάποιον άλλο λόγο υπάρχει κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, οι αρμόδιες αρχές κλείνουν την κατηγοριοποιημένη περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης, απαγορεύοντας τη συγκομιδή ζώντων δίθυρων μαλακίων. Μπορούν ωστόσο να μετατάξουν μια περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης στην κατηγορία Β ή Γ εάν πληροί τα σχετικά κριτήρια που ορίζονται στα άρθρα 54 και 55 και δεν παρουσιάζει άλλο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

    2.   Εάν τα αποτελέσματα της μικροβιολογικής παρακολούθησης δείξουν ότι δεν τηρούνται οι υγειονομικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 53 για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, βάσει αξιολόγησης κινδύνου και μόνο σε προσωρινή βάση χωρίς ανανέωση, να επιτρέψουν τη συνέχιση της συγκομιδής χωρίς κλείσιμο ή μετάταξη εφόσον ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    η κατηγοριοποιημένη περιοχή παραγωγής και όλες οι εγκεκριμένες εγκαταστάσεις που παραλαμβάνουν ζώντα δίθυρα μαλάκια από αυτή βρίσκονται υπό τον επίσημο έλεγχο των ίδιων αρμόδιων αρχών·

    β)

    τα εν λόγω ζώντα δίθυρα μαλάκια υπόκεινται σε κατάλληλα περιοριστικά μέτρα, όπως καθαρισμό, μετεγκατάσταση ή μεταποίηση.

    3.   Το συνοδευτικό έγγραφο καταγραφής, που αναφέρεται στο κεφάλαιο I του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, περιέχει όλες τις πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή της παραγράφου 2.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να γίνει χρήση της παραγράφου 2, προκειμένου να εξασφαλίζεται, για τη συγκεκριμένη περιοχή παραγωγής, η τήρηση της συμμόρφωσής της με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 53.

    Άρθρο 63

    Εκ νέου άνοιγμα περιοχών παραγωγής

    1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανοίξουν εκ νέου μια κλειστή περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης μόνον εφόσον οι υγειονομικές προδιαγραφές για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια συμμορφώνονται και πάλι με τις σχετικές απαιτήσεις του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και δεν παρουσιάζουν άλλο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

    2.   Όταν οι αρμόδιες αρχές έχουν κλείσει μια περιοχή παραγωγής ή μετεγκατάστασης λόγω παρουσίας πλαγκτού ή επειδή τα επίπεδα τοξινών στα ζώντα δίθυρα μαλάκια υπερβαίνουν το κανονιστικό όριο για τις θαλάσσιες βιοτοξίνες που καθορίζεται στο σημείο 2 του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, μπορούν να την ανοίξουν εκ νέου μόνον εάν τουλάχιστον δύο διαδοχικά αποτελέσματα ανάλυσης, που απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον 48 ώρες, είναι κάτω από το κανονιστικό όριο.

    3.   Όταν αποφασίζουν για το εκ νέου άνοιγμα μιας περιοχής παραγωγής ή μετεγκατάστασης, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη πληροφορίες σχετικά με τις τάσεις μεταβολής των επιπέδων του φυτοπλαγκτού.

    4.   Όταν υπάρχουν ισχυρά στοιχεία σχετικά με τη δυναμική της τοξικότητας μιας συγκεκριμένης περιοχής, και εάν υπάρχουν πρόσφατα στοιχεία σχετικά με τάσεις μείωσης της τοξικότητας, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίζουν το εκ νέου άνοιγμα μιας περιοχής για την οποία τα αποτελέσματα από μία και μόνο δειγματοληψία είναι κάτω από το κανονιστικό όριο που καθορίζεται στο σημείο 2 του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

    Άρθρο 64

    Σύστημα ελέγχου

    1.   Οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν σύστημα ελέγχου προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν διατίθενται στην αγορά προϊόντα ζωικής προέλευσης που είναι επιβλαβή για την ανθρώπινη υγεία. Το σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει εργαστηριακές δοκιμές, με τις οποίες επαληθεύεται ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων τηρούν τις απαιτήσεις για το τελικό προϊόν, συμπεριλαμβανομένων των ζώντων δίθυρων μαλακίων και των προϊόντων που παράγονται από αυτά, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής.

    2.   Με το εν λόγω σύστημα ελέγχου εξακριβώνεται, κατά περίπτωση, ότι το επίπεδο των θαλάσσιων βιοτοξινών και των επιμολυντικών ουσιών δεν υπερβαίνει τα όρια ασφάλειας και ότι η μικροβιολογική ποιότητα των μαλακίων δεν συνιστά πηγή κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία.

    Άρθρο 65

    Απόφαση των αρμόδιων αρχών

    1.   Οι αρμόδιες αρχές ενεργούν άμεσα όταν μια περιοχή παραγωγής πρέπει να κλείσει ή να μεταταχθεί σε άλλη κατηγορία, ή όταν μπορεί να ανοίξει εκ νέου, ή όταν τα ζώντα δίθυρα μαλάκια υπόκεινται στην εφαρμογή μέτρων όπως αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφος 2.

    2.   Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την κατηγοριοποίηση, τη μετάταξη, το άνοιγμα ή το κλείσιμο περιοχών παραγωγής σύμφωνα με τα άρθρα 52, 62 και 63, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων ή από οργανώσεις που εκπροσωπούν τους υπευθύνους των επιχειρήσεων τροφίμων, μόνο αν το εργαστήριο όπου διενεργήθηκε η ανάλυση έχει οριστεί από τις αρμόδιες αρχές και η δειγματοληψία και η ανάλυση διενεργούνται σύμφωνα με πρωτόκολλο που έχει συμφωνηθεί από κοινού από τις αρμόδιες αρχές και τους εν λόγω υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων ή οργανώσεις.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    Άλλες απαιτήσεις

    Άρθρο 66

    Καταγραφή και ανταλλαγή πληροφοριών

    Οι αρμόδιες αρχές:

    α)

    καταρτίζουν και διατηρούν ενημερωμένο κατάλογο κατηγοριοποιημένων περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης, με αναλυτικά στοιχεία για τη γεωγραφική θέση και τα όριά τους, καθώς και την κατηγορία στην οποία έχουν καταταγεί, από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 52. Ο κατάλογος αυτός κοινοποιείται στα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία αφορά ο παρών κανονισμός, όπως οι παραγωγοί, οι αλιείς και οι υπεύθυνοι των κέντρων καθαρισμού και αποστολής·

    β)

    ενημερώνουν αμέσως τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι παραγωγοί, οι αλιείς και οι υπεύθυνοι κέντρων καθαρισμού και αποστολής, σχετικά με οποιαδήποτε μεταβολή της γεωγραφικής θέσης, των ορίων ή της κατηγορίας μιας περιοχής παραγωγής, σχετικά με τυχόν προσωρινό ή οριστικό κλείσιμο ή σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 60 παράγραφος 2.

    ΤΙΤΛΟΣ VI

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΙΑΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

    Άρθρο 67

    Επίσημοι έλεγχοι για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά

    Οι επίσημοι έλεγχοι σχετικά με την παραγωγή αλιευτικών προϊόντων και τη διάθεσή τους στην αγορά περιλαμβάνουν την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο τμήμα VIII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και ιδίως:

    α)

    τακτικό έλεγχο στις συνθήκες υγιεινής της εκφόρτωσης και της πρώτης πώλησης·

    β)

    τακτικές επιθεωρήσεις των σκαφών και των εγκαταστάσεων επί της ξηράς, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ιχθυόσκαλες και οι αγορές χονδρικής πώλησης, προκειμένου να ελέγχεται ειδικότερα:

    i)

    αν εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι έγκρισης·

    ii)

    αν γίνεται σωστός χειρισμός των αλιευτικών προϊόντων·

    iii)

    η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις υγιεινής και θερμοκρασίας·

    iv)

    η καθαριότητα των εκμεταλλεύσεων, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών, των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού τους, καθώς και η υγιεινή του προσωπικού·

    γ)

    έλεγχο των συνθηκών αποθήκευσης και μεταφοράς.

    Άρθρο 68

    Θέσεις επίσημων ελέγχων

    1.   Οι αρμόδιες αρχές διενεργούν επίσημους ελέγχους στα σκάφη όταν αυτά καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους. Οι έλεγχοι αυτοί αφορούν όλα τα σκάφη που εκφορτώνουν αλιευτικά προϊόντα σε λιμένες της ΕΕ, ανεξαρτήτως σημαίας.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους της σημαίας επιτρέπεται να διενεργούν επίσημους ελέγχους σε σκάφη υπό τη σημαία τους όταν το σκάφος βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

    Άρθρο 69

    Έγκριση πλοίων-εργοστασίων, πλοίων-καταψυκτών ή πλοίων-ψυγείων

    1.   Όταν ένα πλοίο-εργοστάσιο, πλοίο-καταψύκτης ή πλοίο-ψυγείο με σημαία κράτους μέλους επιθεωρείται με σκοπό την έγκριση του σκάφους, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας διενεργούν τους επίσημους ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 148 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, ιδίως ως προς τις προθεσμίες που αναφέρονται στο άρθρο 148 παράγραφος 4. Εάν είναι απαραίτητο, μπορούν να επιθεωρούν το σκάφος όταν αυτό βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

    2.   Όταν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας έχουν εγκρίνει προσωρινά το σκάφος σύμφωνα με το άρθρο 148 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, μπορούν να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας να διεξαγάγουν επακόλουθους ελέγχους με σκοπό τη χορήγηση πλήρους έγκρισης, την παράταση της προσωρινής έγκρισης ή τη διατήρηση της έγκρισης υπό εξέταση, υπό τον όρο ότι, στην περίπτωση τρίτης χώρας, η εν λόγω χώρα περιλαμβάνεται σε κατάλογο τρίτων χωρών από τις οποίες επιτρέπονται οι εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 127 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Εάν είναι απαραίτητο, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές μπορούν να επιθεωρούν το σκάφος όταν αυτό βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

    3.   Όταν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας να διενεργούν ελέγχους εκ μέρους τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο, οι δύο αρμόδιες αρχές συμφωνούν τους όρους οι οποίοι διέπουν τέτοιους ελέγχους. Οι όροι αυτοί εξασφαλίζουν, ιδίως, ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους της σημαίας λαμβάνουν, χωρίς καθυστέρηση, εκθέσεις με τα αποτελέσματα των ελέγχων και με τυχόν υπόνοιες μη συμμόρφωσης, ώστε να μπορούν να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα.

    Άρθρο 70

    Επίσημοι έλεγχοι αλιευτικών προϊόντων

    Οι επίσημοι έλεγχοι των αλιευτικών προϊόντων περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πρακτικές ρυθμίσεις που καθορίζονται στο παράρτημα VI όσον αφορά:

    α)

    τις εξετάσεις οργανοληπτικών χαρακτηριστικών·

    β)

    τους δείκτες φρεσκότητας·

    γ)

    την ισταμίνη·

    δ)

    τα κατάλοιπα και τις επιμολυντικές ουσίες·

    ε)

    τους μικροβιολογικούς ελέγχους·

    στ)

    τα παράσιτα·

    ζ)

    τα δηλητηριώδη αλιευτικά προϊόντα.

    Άρθρο 71

    Αποφάσεις μετά τους ελέγχους

    Οι αρμόδιες αρχές χαρακτηρίζουν τα αλιευτικά προϊόντα ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο εάν:

    α)

    επίσημοι έλεγχοι που διενεργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 70 έδειξαν ότι αυτά δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα οργανοληπτικά, χημικά, φυσικά ή μικροβιολογικά χαρακτηριστικά ή τα παράσιτα, όπως καθορίζονται στο τμήμα VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και/ή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2005·

    β)

    τα βρώσιμα μέρη τους περιέχουν χημικά κατάλοιπα ή επιμολυντικές ουσίες σε ποσότητες που υπερβαίνουν τα επίπεδα που θεσπίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 37/2010, (ΕΚ) αριθ. 396/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 ή κατάλοιπα ουσιών που απαγορεύονται ή δεν έχουν εγκριθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2010 ή της οδηγίας 96/22/ΕΚ, ή δεν συμμορφώνονται με οποιαδήποτε άλλη σχετική νομοθετική πράξη της Ένωσης που αφορά φαρμακολογικώς δραστικές ουσίες·

    γ)

    προέρχονται από:

    i)

    δηλητηριώδη ψάρια·

    ii)

    αλιευτικά προϊόντα που δεν πληρούν τις απαιτήσεις σχετικά με τις θαλάσσιες βιοτοξίνες·

    iii)

    ζώντα δίθυρα μαλάκια, εχινόδερμα, χιτωνόζωα ή θαλάσσια γαστερόποδα που περιέχουν θαλάσσιες βιοτοξίνες σε συνολικές ποσότητες που υπερβαίνουν τα όρια που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004· ή

    δ)

    οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι αυτά ενδέχεται να συνιστούν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων ή κρίνονται για άλλους λόγους ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Άρθρο 72

    Απαιτήσεις σχετικά με τους επίσημους ελέγχους των αλιευτικών προϊόντων που αλιεύονται από σκάφη με σημαία κράτους μέλους, τα οποία εισέρχονται στην Ένωση μετά τη μεταφορά τους σε τρίτες χώρες με ή χωρίς αποθήκευση

    1.   Τα αλιευτικά προϊόντα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, τα οποία αλιεύονται από σκάφη με σημαία κράτους μέλους και εκφορτώνονται, με ή χωρίς αποθήκευση, σε τρίτες χώρες που περιλαμβάνονται σε κατάλογο όπως προβλέπεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 προτού εισέλθουν στην Ένωση με διαφορετικό μέσο μεταφοράς συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό που εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας και συμπληρώνεται σύμφωνα με το υπόδειγμα υγειονομικού πιστοποιητικού που παρατίθεται στο κεφάλαιο Β του μέρους II του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/628.

    2.   Αν τα αλιευτικά προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εκφορτώνονται και μεταφέρονται σε εγκατάσταση αποθήκευσης που βρίσκεται στην τρίτη χώρα που αναφέρεται στην ίδια παράγραφο, η εν λόγω εγκατάσταση αποθήκευσης περιλαμβάνεται σε κατάλογο όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/625.

    3.   Εάν τα αλιευτικά προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 φορτώνονται σε σκάφος με σημαία τρίτης χώρας, η εν λόγω τρίτη χώρα περιλαμβάνεται σε κατάλογο όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/625 και το σκάφος περιλαμβάνεται σε κατάλογο όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/625.

    4.   Τα σκάφη μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αλιευτικών προϊόντων σε εμπορευματοκιβώτια εξαιρούνται από την απαίτηση αυτή.

    ΤΙΤΛΟΣ VII

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΟ ΚΡΕΑΣ ΕΡΠΕΤΩΝ

    Άρθρο 73

    Επιθεώρηση ερπετών πριν και μετά τη σφαγή

    Για την επιθεώρηση των ερπετών πριν από τη σφαγή εφαρμόζεται το άρθρο 11.

    Για την επιθεώρηση των ερπετών μετά τη σφαγή εφαρμόζονται τα άρθρα 12, 13 και 14. Για τους σκοπούς του άρθρου 13 στοιχείο α) σημείο i), ένα ερπετό αντιστοιχεί σε 0,5 μονάδες ζωικού κεφαλαίου.

    ΤΙΤΛΟΣ VIII

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 74

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 τροποποιείται ως εξής:

    1.

    Τα άρθρα 5, 6β και 6γ απαλείφονται.

    2.

    Στο παράρτημα I, το τμήμα II και το προσάρτημα απαλείφονται.

    3.

    Στο παράρτημα II, το τμήμα II απαλείφεται.

    4.

    Τα παραρτήματα III και V απαλείφονται.

    5.

    Το παράρτημα VIα απαλείφεται.

    6.

    Το παράρτημα VIβ και το προσάρτημά του απαλείφονται.

    Άρθρο 75

    Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από τις 14 Δεκεμβρίου 2019.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 15 Μαρτίου 2019.

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    Jean-Claude JUNCKER


    (1)  ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1.

    (2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206).

    (3)  Οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους και κατάργησης των οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και των αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10).

    (4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1).

    (5)  Οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11).

    (6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

    (7)  Οδηγία 2003/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων, για την τροποποίηση της απόφασης 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31).

    (8)  Απόφαση 2003/467/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2003, για τη θέσπιση καθεστώτος επίσημης απαλλαγής από τη φυματίωση, τη βρουκέλωση και την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών σε ορισμένα κράτη μέλη και περιφέρειες κρατών μελών όσον αφορά τις αγέλες βοοειδών (ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 74).

    (9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων (ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 1).

    (10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1).

    (11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55).

    (12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες και για την τροποποίηση των οδηγιών 64/432/ΕΟΚ και 93/119/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/97 (ΕΕ L 3 της 5.1.2005, σ. 1).

    (13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 της Επιτροπής, της 15ης Νοεμβρίου 2005, περί μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα (ΕΕ L 338 της 22.12.2005, σ. 1).

    (14)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2006, για καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα (ΕΕ L 364 της 20.12.2006, σ. 5).

    (15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 124/2009 της Επιτροπής, της 10ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό ανώτατων ορίων για την παρουσία κοκκιδιοστατικών ή ιστομοναδοστατικών στα τρόφιμα ως αποτέλεσμα της αναπόφευκτης μεταφοράς των εν λόγω ουσιών σε μη στοχευόμενες ζωοτροφές (ΕΕ L 40 της 11.2.2009, σ. 7).

    (16)  Οδηγία 2007/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, σχετικά με τον καθορισμό ελάχιστων κανόνων για την προστασία των κοτόπουλων που εκτρέφονται για την παραγωγή κρέατος (ΕΕ L 182 της 12.7.2007, σ. 19).

    (17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 (κανονισμός για τα ζωικά υποπροϊόντα) (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 1).

    (18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, για την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους (ΕΕ L 303 της 18.11.2009, σ. 1).

    (19)  Οδηγία 2010/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2010, περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς (ΕΕ L 276 της 20.10.2010, σ. 33).

    (20)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 636/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, σχετικά με τη θέσπιση υποδείγματος πιστοποιητικού για το εμπόριο μεγάλων άγριων θηραμάτων που δεν έχουν υποστεί εκδορά (ΕΕ L 175 της 14.6.2014, σ. 16).

    (21)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2015, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella (τριχίνης) στο κρέας (ΕΕ L 212 της 11.8.2015, σ. 7).

    (22)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων («νόμος για την υγεία των ζώων») (ΕΕ L 84 της 31.3.2016, σ. 1).

    (23)  EFSA Journal 2011·9(10):2351

    (24)  EFSA Journal 2012·10(6):2741.

    (25)  EFSA Journal 2013·11(6):3266.

    (26)  EFSA Journal 2013·11(6):3265.

    (27)  EFSA Journal 2013·11(6):3263.

    (28)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/624 της Επιτροπής, της 8ης Φεβρουαρίου 2019, σχετικά με ειδικούς κανόνες για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων στην παραγωγή κρέατος και για τις περιοχές παραγωγής και μετεγκατάστασης ζώντων δίθυρων μαλακίων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλ. σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

    (29)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2005, για θέσπιση μέτρων εφαρμογής για ορισμένα προϊόντα βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και για την οργάνωση επίσημων ελέγχων βάσει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, για την παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004 (ΕΕ L 338 της 22.12.2005, σ. 27).

    (30)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

    (31)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/625 της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις για την είσοδο στην Ένωση φορτίων ορισμένων ζώων και αγαθών που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (βλ. σελίδα 18 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

    (32)  Απόφαση 97/747/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 1997, για τον καθορισμό των επιπέδων και συχνοτήτων δειγματοληψίας που προβλέπονται στην οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου με σκοπό την ανίχνευση ορισμένων ουσιών και καταλοίπων που απαντώνται σε ορισμένα ζωικά προϊόντα (ΕΕ L 303 της 6.11.1997, σ. 12).

    (33)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 37/2010 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2009, σχετικά με φαρμακολογικώς δραστικές ουσίες και την ταξινόμησή τους όσον αφορά τα ανώτατα όρια καταλοίπων στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (ΕΕ L 15 της 20.1.2010, σ. 1).

    (34)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/470 της Επιτροπής, της 21ης Μαρτίου 2018, για λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το ανώτατο όριο καταλοίπων που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον έλεγχο τροφίμων που παράγονται από ζώα τα οποία έχουν λάβει θεραπευτική αγωγή στην ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 2001/82/ΕΚ (ΕΕ L 79 της 22.3.2018, σ. 16).

    (35)  Οδηγία 96/22/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί απαγορεύσεως της χρησιμοποιήσεως ορισμένων ουσιών με ορμονική ή θυρεοστατική δράση και των β-ανταγωνιστικών ουσιών στη ζωική παραγωγή για κερδοσκοπικούς λόγους και καταργήσεως των οδηγιών 81/602/ΕΟΚ, 88/146/ΕΟΚ και 88/299/ΕΟΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 3).

    (36)  Απόφαση 2005/34/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τη θέσπιση εναρμονισμένων προτύπων για τον έλεγχο ορισμένων καταλοίπων σε προϊόντα ζωικής προέλευσης που εισάγονται από τρίτες χώρες (ΕΕ L 16 της 20.1.2005, σ. 61).

    (37)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα ή πάνω στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές φυτικής και ζωικής προέλευσης και για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 70 της 16.3.2005, σ. 1).

    (38)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/628 της Επιτροπής, της 8ης Απριλίου 2019, για τον καθορισμό υποδειγμάτων επίσημων πιστοποιητικών που αφορούν ορισμένα ζώα και αγαθά και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/759 όσον αφορά τα εν λόγω υποδείγματα πιστοποιητικών (βλ. σελίδα 101 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

    (39)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

    (40)  Εάν είναι όλα αρνητικά, εξασφαλίζεται στατιστική βεβαιότητα 95 % ότι ο επιπολασμός είναι μικρότερος του 6 %.

    (41)  Οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (ΕΕ L 121 της 29.7.1964, σ. 1977).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 39 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

    1.   Αναγνωριστικά στοιχεία

    1.1.   Εκμετάλλευση προέλευσης (ιδιοκτήτης ή διευθυντής)

    Επωνυμία/αριθμός

    Πλήρης διεύθυνση

    Αριθμός τηλεφώνου

    Ηλεκτρονική διεύθυνση, εάν υπάρχει

    1.2.   Αριθμοί αναγνώρισης των … [διευκρινίστε] ή επισυνάψτε κατάλογο

    Συνολικός αριθμός ζώων (κατά είδη)

    Προβλήματα αναγνώρισης (εάν υπάρχουν)

    1.3.   Αριθμός αναγνώρισης αγέλης/σμήνους/κλωβού (εάν υπάρχει)

    1.4.   Ζωικά είδη

    1.5.   Αριθμός αναφοράς υγειονομικού πιστοποιητικού (εάν υπάρχει)

    2.   Ευρήματα προ της σφαγής

    2.1.   Καλή μεταχείριση

    Αριθμός προσβληθέντων ζώων

    Τύπος/κλάση/ηλικία

    Παρατηρήσεις

    2.2.   Τα ζώα παραδόθηκαν ακάθαρτα

    2.3.   Κλινικά ευρήματα νόσου

    Αριθμός προσβληθέντων ζώων

    Τύπος/κλάση/ηλικία

    Παρατηρήσεις

    Ημερομηνία επιθεώρησης

    2.4.   Εργαστηριακά αποτελέσματα (1)

    3.   Ευρήματα μετά τη σφαγή

    3.1.   Μακροσκοπικά ευρήματα

    Αριθμός προσβληθέντων ζώων

    Τύπος/κλάση/ηλικία

    Προσβεβλημένο όργανο ή μέρος του ζώου (ή ζώων)

    Ημερομηνία σφαγής

    3.2.   Νόσος (μπορούν να χρησιμοποιηθούν κωδικοί (2))

    Αριθμός προσβληθέντων ζώων

    Τύπος/κλάση/ηλικία

    Προσβεβλημένο όργανο ή μέρος του ζώου (ή ζώων)

    Μερικώς ή ολικώς απορριφθέν σφάγιο (εξηγήστε)

    Ημερομηνία σφαγής

    3.3.   Εργαστηριακά αποτελέσματα (3)

    3.4.   Άλλα αποτελέσματα

    3.5.   Ευρήματα σχετικά με την καλή μεταχείριση

    4.   Συμπληρωματικές πληροφορίες

    5.   Στοιχεία επικοινωνίας του σφαγείου (αριθμός έγκρισης)

    Ονομασία

    Πλήρης διεύθυνση

    Αριθμός τηλεφώνου

    Ηλεκτρονική διεύθυνση, εάν υπάρχει

    6.   Επίσημος/-η κτηνίατρος (ονοματεπώνυμο με κεφαλαία)

    Υπογραφή και σφραγίδα

    7.   Ημερομηνία

    8.   Αριθμός σελίδων που επισυνάπτονται στο παρόν έντυπο:


    (1)  Μικροβιολογικά, χημικά, ορολογικά κ.λπ. (να επισυναφθούν τα αποτελέσματα).

    (2)  Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να θεσπίσουν τους παρακάτω κωδικούς: κωδικός Α για τις νόσους κατά OIE, κωδικοί B100 και B200 για θέματα καλής μεταχείρισης και C100 έως C290 για αποφάσεις σχετικά με το κρέας. Αυτό το σύστημα κωδικοποίησης μπορεί, εφόσον είναι απαραίτητο, να συμπεριλάβει περαιτέρω υποδιαιρέσεις (π.χ. C141 για μια ήπια γενικευμένη νόσο, C142 για σοβαρότερη νόσο κ.λπ.). Εάν χρησιμοποιηθούν κωδικοί, αυτοί πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμοι στον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων με κατάλληλη επεξήγηση της σημασίας τους.

    (3)  Μικροβιολογικά, χημικά, ορολογικά κ.λπ. (να επισυναφθούν τα αποτελέσματα).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 48

    1.

    Η σφραγίδα καταλληλότητας πρέπει να έχει σχήμα ωοειδές, πλάτους τουλάχιστον 6,5 cm και ύψους τουλάχιστον 4,5 cm, να περιέχει δε με πλήρως ευανάγνωστα στοιχεία τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    το όνομα της χώρας στην οποία βρίσκεται η εγκατάσταση, το οποίο μπορεί να αναγράφεται είτε ολογράφως με κεφαλαία είτε ως κωδικός με δύο γράμματα, σύμφωνα με το σχετικό πρότυπο ISO. Ωστόσο, στην περίπτωση των κρατών μελών, οι κωδικοί αυτοί είναι BE, BG, CZ, DK, DE, EE, IE, GR, ES, FR, HR, IT, CY, LV, LT, LU, HU, MT, NL, AT, PL, PT, RO, SI, SK, FI, SE και UΚ·

    β)

    τον αριθμό έγκρισης του σφαγείου· και

    γ)

    (όταν η σφραγίδα τοποθετείται σε εγκατάσταση που βρίσκεται στην Ένωση) τη συντομογραφία CE, EC, EF, EG, ΕΚ, EO, EY, ES, EÜ, EB, EZ, KE ή WE. Οι συντομογραφίες αυτές δεν πρέπει να αναγράφονται σε σφραγίδες επί κρεάτων που εισάγονται στην Ένωση από σφαγεία που βρίσκονται εκτός Ένωσης.

    2.

    Τα γράμματα πρέπει να έχουν ύψος τουλάχιστον 0,8 cm, τα δε ψηφία τουλάχιστον 1 cm. Επιτρέπεται να μειώνονται οι διαστάσεις των στοιχείων και της σφραγίδας για τη σήμανση καταλληλότητας των αμνών, των εριφίων και των χοιριδίων.

    3.

    Η μελάνη που χρησιμοποιείται για τη σφραγίδα καταλληλότητας πρέπει να έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις ενωσιακές διατάξεις σχετικά με τη χρησιμοποίηση χρωστικών ουσιών στα τρόφιμα.

    4.

    Η σφραγίδα καταλληλότητας μπορεί επίσης να περιλαμβάνει μνεία του επίσημου κτηνιάτρου που διενήργησε την υγειονομική επιθεώρηση του κρέατος.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΟΚΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΩΠΟ ΓΑΛΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΡΜΙΚΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟ ΓΑΛΑ ΑΓΕΛΑΔΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 50

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΚΑΤΑΜΕΤΡΟΥΜΕΝΩΝ ΑΠΟΙΚΙΩΝ (ΑΡΙΘΜΟΥ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΣΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ

    Α.

    Κατά την επιβεβαίωση της συμμόρφωσης προς τα κριτήρια που καθορίζονται στο μέρος III του κεφαλαίου I του τμήματος IX του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, ως μέθοδοι αναφοράς πρέπει να εφαρμόζονται τα ακόλουθα πρότυπα:

    1.

    EN ISO 4833-1 για τον αριθμό καταμετρούμενων αποικιών (αριθμό μικροβίων) στους 30 °C,

    2.

    EN ISO 13366-1 για τον αριθμό σωματικών κυττάρων.

    Β.

    Η χρήση εναλλακτικών αναλυτικών μεθόδων είναι αποδεκτή:

    1.

    για τον αριθμό καταμετρούμενων αποικιών στους 30 °C, όταν οι μέθοδοι έχουν επικυρωθεί με βάση τη μέθοδο αναφοράς που αναφέρεται στο σημείο 1 του μέρους Α σύμφωνα με το πρωτόκολλο που ορίζεται στο πρότυπο EN ISO 16140-2, σε συνδυασμό με το πρότυπο EN ISO 16297 για την ειδική περίπτωση της καταμέτρησης αποικιών στο νωπό γάλα.

    Ειδικότερα, η σχέση μετατροπής μεταξύ μιας εναλλακτικής μεθόδου και της μεθόδου αναφοράς που αναφέρεται στο σημείο 1 του μέρους Α ορίζεται σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO 21187.

    2.

    για τον αριθμό σωματικών κυττάρων, όταν οι μέθοδοι έχουν επικυρωθεί με βάση τη μέθοδο αναφοράς που αναφέρεται στο σημείο 2 του μέρους Α σύμφωνα με το πρωτόκολλο που ορίζεται στο πρότυπο ISO 8196-3 και όταν χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO 13366-2 ή με παρόμοια διεθνώς αποδεκτά πρότυπα.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΛΚΑΛΙΚΗΣ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗΣ ΣΕ ΑΓΕΛΑΔΙΝΟ ΓΑΛΑ

    Α.

    Για τον προσδιορισμό της δραστικότητας της αλκαλικής φωσφατάσης, ως μέθοδος αναφοράς πρέπει να χρησιμοποιείται το πρότυπο EN ISO 11816-1.

    Β.

    Η δραστικότητα της αλκαλικής φωσφατάσης στο παστεριωμένο αγελαδινό γάλα εκφράζεται σε χιλιοστομονάδες ενζυμικής δραστικότητας ανά λίτρο (mU/l). Μια μονάδα δραστικότητας αλκαλικής φωσφατάσης είναι η ποσότητα ενζύμου που καταλύει τη μετατροπή 1 μικρογραμμομορίου υποστρώματος ανά λεπτό.

    Γ.

    Μια δοκιμή αλκαλικής φωσφατάσης θεωρείται αρνητική όταν η μετρούμενη δραστικότητα στο αγελαδινό γάλα δεν υπερβαίνει τις 350 mU/l.

    Δ.

    Η χρήση εναλλακτικών αναλυτικών μεθόδων είναι αποδεκτή όταν οι μέθοδοι έχουν επικυρωθεί με βάση τις μεθόδους αναφοράς που αναφέρονται στο μέρος Α σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρωτόκολλα και κανόνες ορθής εργαστηριακής πρακτικής.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

    ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΟΚΙΜΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ E. COLI ΣΕ ΖΩΝΤΑ ΔΙΘΥΡΑ ΜΑΛΑΚΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 52 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

    Η μέθοδος αναφοράς για την ανάλυση της E. coli σε ζώντα δίθυρα μαλάκια είναι η τεχνική ανίχνευσης και «πλέον πιθανού αριθμού» (MPN) που καθορίζεται στο πρότυπο ISO 16649-3. Μπορούν να χρησιμοποιούνται εναλλακτικές μέθοδοι εάν έχουν επικυρωθεί με βάση αυτή τη μέθοδο αναφοράς σύμφωνα με τα κριτήρια του ISO 16140.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

    ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΤΟΞΙΝΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 60

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΩΝ ΤΟΞΙΝΩΝ ΤΩΝ ΟΣΤΡΑΚΟΕΙΔΩΝ

    Α.

    Η περιεκτικότητα ολόκληρου του σώματος των δίθυρων μαλακίων ή οποιουδήποτε βρώσιμου μέρους τους χωριστά σε τοξίνες παραλυτικής δηλητηρίασης από οστρακοειδή (PSP) προσδιορίζεται με την επίσημη μέθοδο AOAC OMA 2005.06, όπως δημοσιεύθηκε στο AOAC International Journal 88(6), 1714–1732 (μέθοδος Lawrence), με τη βιοδοκιμασία σε ποντικό ή με οποιαδήποτε άλλη διεθνώς αναγνωρισμένη επικυρωμένη μέθοδο.

    Β.

    Σε περίπτωση αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων, η μέθοδος αναφοράς είναι η επίσημη μέθοδος AOAC OMA 2005.06 όπως αναφέρεται στο μέρος Α.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΑΜΝΗΣΙΑΚΩΝ ΤΟΞΙΝΩΝ ΤΩΝ ΟΣΤΡΑΚΟΕΙΔΩΝ

    Α.

    H περιεκτικότητα ολόκληρου του σώματος των δίθυρων μαλακίων ή οποιουδήποτε βρώσιμου μέρους τους χωριστά σε τοξίνες αμνησιακής δηλητηρίασης από οστρακοειδή (ASP) προσδιορίζεται με τη μέθοδο της υγροχρωματογραφίας υψηλής απόδοσης με ανίχνευση με υπεριώδη ακτινοβολία (HPLC/UV) ή με οποιαδήποτε άλλη διεθνώς αναγνωρισμένη επικυρωμένη μέθοδο.

    Β.

    Για σκοπούς εξετάσεων διαλογής, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η επίσημη μέθοδος AOAC 2006.02, όπως δημοσιεύτηκε στο AOAC International Journal 90, 1011-1027 [ενζυμική μέθοδος ανοσοπροσρόφησης (ELISA) ASP], ή οποιαδήποτε άλλη διεθνώς αναγνωρισμένη επικυρωμένη μέθοδος.

    Γ.

    Σε περίπτωση αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων, η μέθοδος αναφοράς είναι η μέθοδος HPLC/UV.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΛΙΠΟΦΙΛΩΝ ΤΟΞΙΝΩΝ

    Α.

    Η μέθοδος αναφοράς για την ανίχνευση θαλάσσιων τοξινών, που αναφέρεται στα στοιχεία γ), δ) και ε) του σημείου 2 του κεφαλαίου V του τμήματος VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, είναι η μέθοδος υγροχρωματογραφίας-φασματομετρίας μάζας/φασματομετρίας μάζας του εργαστηρίου αναφοράς της ΕΕ (LC-MS/MS του EURL). Η μέθοδος αυτή προσδιορίζει τουλάχιστον τις ακόλουθες ενώσεις:

    α)

    τοξίνες της ομάδας του οκαδαϊκού οξέος: OA, DTX1 και DTX2, συμπεριλαμβανομένων των εστέρων τους (DTX3)·

    β)

    τοξίνες της ομάδας των πεκτενοτοξινών: PTX1 και PTX2·

    γ)

    τοξίνες της ομάδας των γεσοτοξινών: YTX, 45 OH YTX, homo YTX και 45 OH homo YTΧ·

    δ)

    τοξίνες της ομάδας των αζασπειροξέων: AZA 1, AZA 2 και AZA 3.

    Εάν προκύψουν νέα ανάλογα των παραπάνω τοξινών, για τα οποία έχει προσδιοριστεί συντελεστής τοξικής ισοδυναμίας (TEF), αυτά θα συμπεριληφθούν στην ανάλυση.

    Η ολική τοξική ισοδυναμία υπολογίζεται με χρήση συντελεστών TEF όπως συνιστάται από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) στο EFSA Journal (2008) 589, 1-62 ή τυχόν νεότερη γνώμη της EFSA.

    Β.

    Άλλες μέθοδοι εκτός εκείνων που αναφέρονται στο μέρος Α, όπως η μέθοδος LC-MS, η HPLC με κατάλληλη μέθοδο ανίχνευσης, μέθοδοι ανοσοπροσδιορισμού και λειτουργικές μέθοδοι προσδιορισμού όπως η μέθοδος αναστολής φωσφατάσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά ή συμπληρωματικά στη μέθοδο LC-MS/MS του EURL, με την προϋπόθεση ότι:

    α)

    είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό μπορούν να ανιχνεύσουν τουλάχιστον τα ανάλογα που αναφέρονται στο μέρος Α· καταλληλότερα κριτήρια καθορίζονται κατά περίπτωση·

    β)

    πληρούν τα κριτήρια επιδόσεων μεθόδου που καθορίζονται στη μέθοδο LC-MS/MS του EURL. Οι μέθοδοι αυτές πρέπει να είναι ενδοεργαστηριακά επικυρωμένες και δοκιμασμένες με επιτυχία στο πλαίσιο αναγνωρισμένου συστήματος δοκιμής ικανότητας. Το ευρωπαϊκό εργαστήριο αναφοράς για τις θαλάσσιες βιοτοξίνες υποστηρίζει δραστηριότητες που αποσκοπούν στη διεργαστηριακή επικύρωση της τεχνικής με στόχο την επίσημη τυποποίηση·

    γ)

    η εφαρμογή τους παρέχει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΝΕΩΝ Ή ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΤΟΞΙΝΩΝ

    Χημικές μέθοδοι, εναλλακτικές μέθοδοι με κατάλληλη ανίχνευση, ή η βιοδοκιμασία σε ποντικούς μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά την περιοδική παρακολούθηση των περιοχών παραγωγής και μετεγκατάστασης για την ανίχνευση νέων ή πρωτοεμφανιζόμενων θαλάσσιων τοξινών, με βάση τα εθνικά προγράμματα ελέγχου που καταρτίζονται από τα κράτη μέλη.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

    ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΕ ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 70

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Α.   Εξέταση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών

    Τυχαίοι οργανοληπτικοί έλεγχοι διενεργούνται σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. Ένας από τους στόχους των ελέγχων είναι η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια φρεσκότητας που καθορίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, αυτό περιλαμβάνει την επαλήθευση, σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής, της συμμόρφωσης των αλιευτικών προϊόντων τουλάχιστον με τα κατώτατα όρια των κριτηρίων φρεσκότητας που καθορίζονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2406/96 του Συμβουλίου (1).

    Β.   Δείκτες φρεσκότατες

    Όταν από την εξέταση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη φρεσκότητα των αλιευτικών προϊόντων, μπορούν να λαμβάνονται δείγματα και να υποβάλλονται σε εργαστηριακές εξετάσεις για να προσδιοριστούν τα επίπεδα ολικού πτητικού βασικού αζώτου (TVB-N) και αζώτου τριμεθυλαμίνης (TMA-N) σύμφωνα με τις τεχνικές ρυθμίσεις στο κεφάλαιο II.

    Οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τα κριτήρια που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    Εάν από την εξέταση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών προκύπτουν υπόνοιες για την παρουσία άλλων παραγόντων που ενδεχομένως απειλούν την ανθρώπινη υγεία, λαμβάνονται κατάλληλα δείγματα προς επαλήθευση.

    Γ.   Ιστάμενη

    Διενεργούνται τυχαίες δοκιμές για ισταμίνη προκειμένου να επαληθεύεται η συμμόρφωση με τα επιτρεπόμενα επίπεδα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2005.

    Δ.   Κατάλοιπα και επιμολυντικες ουσίες

    Καθορίζονται ρυθμίσεις παρακολούθησης σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ και την απόφαση 97/747/ΕΚ για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με την ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με:

    τα ανώτατα όρια καταλοίπων για τις φαρμακολογικώς δραστικές ουσίες, σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 37/2010 και (ΕΕ) 2018/470·

    απαγορευμένες και μη εγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 37/2010, την οδηγία 96/22/ΕΚ και την απόφαση 2005/34/ΕΚ·

    επιμολυντικές ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 που καθορίζει μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα για ορισμένες επιμολυντικές ουσίες στα τρόφιμα· και

    υπολείμματα φυτοφαρμάκων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005.

    Ε.   Μικροβιολογικοί έλεγχοι

    Όταν απαιτείται, διενεργούνται μικροβιολογικοί έλεγχοι σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες και τα κριτήρια που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2005.

    ΣΤ.   Παράσιτα

    Διενεργούνται δοκιμές βάσει κινδύνου για να επαληθεύεται η συμμόρφωση με το μέρος Δ του κεφαλαίου III του τμήματος VIII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και με το τμήμα I του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005.

    Ζ.   Δηλητηριώδη αλιευτικά προϊόντα

    Διεξάγονται έλεγχοι ώστε να διασφαλίζεται ότι:

    1.

    δεν διατίθενται στην αγορά αλιευτικά προϊόντα που παράγονται από δηλητηριώδη ψάρια των ακόλουθων οικογενειών: Tetraodontidae, Molidae, Diodontidae και Canthigasteridae·

    2.

    νωπά, παρασκευασμένα, κατεψυγμένα και μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα της οικογένειας Gempylidae, ιδίως τα Ruvettus pretiosus και Lepidocybium flavobrunneum, μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο τυλιγμένα/συσκευασμένα και επισημαίνονται κατάλληλα ούτως ώστε να παρέχονται στον καταναλωτή πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους παρασκευής/μαγειρέματός τους και τον κίνδυνο που σχετίζεται με την παρουσία ουσιών με δυσμενείς γαστρεντερικές επιπτώσεις. Η επιστημονική ονομασία και η κοινή ονομασία των αλιευτικών προϊόντων αναγράφονται στην επισήμανση·

    3.

    δεν διατίθενται στην αγορά αλιευτικά προϊόντα που περιέχουν βιοτοξίνες, όπως σιγκουατοξίνη ή άλλες τοξίνες που είναι επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία. Ωστόσο, επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά αλιευτικά προϊόντα προερχόμενα από ζώντα δίθυρα μαλάκια, εχινόδερμα, χιτωνόζωα και θαλάσσια γαστερόποδα, εάν έχουν παραχθεί σύμφωνα με το τμήμα VII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και τηρούν τις προδιαγραφές του κεφαλαίου V σημείο 2 του προαναφερόμενου τμήματος.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΕΛΕΓΧΟΙ ΟΛΙΚΟΥ ΠΤΗΤΙΚΟΥ ΒΑΣΙΚΟΥ ΑΖΩΤΟΥ (TVB-N)

    Α.   Οριακές τιμές TVB-N για ορισμένες κατηγορίες αλιευτικών προϊόντων και μέθοδοι ανάλυσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται

    1.

    Τα μη μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα θεωρούνται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο όταν η οργανοληπτική αξιολόγηση εγείρει αμφιβολίες όσον αφορά τη φρεσκότητα και οι έλεγχοι χημικών ουσιών καταδεικνύουν υπέρβαση των ακόλουθων ορίων TVB-N:

    α)

    25 mg αζώτου/100 g σάρκας για τα είδη που αναφέρονται στο σημείο 1 του μέρους Β του παρόντος κεφαλαίου·

    β)

    30 mg αζώτου/100 g σάρκας για τα είδη που αναφέρονται στο σημείο 2 του μέρους Β του παρόντος κεφαλαίου·

    γ)

    35 mg αζώτου/100 g σάρκας για τα είδη που αναφέρονται στο σημείο 3 του μέρους Β του παρόντος κεφαλαίου·

    δ)

    60 mg αζώτου/100 g ολόκληρων αλιευτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται απευθείας για την παρασκευή ιχθυελαίου για κατανάλωση από τον άνθρωπο, όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του σημείου 1 του κεφαλαίου IV μέρος Β του τμήματος VIII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004· ωστόσο, όταν οι πρώτες ύλες συμμορφώνονται με τα στοιχεία α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου του εν λόγω σημείου, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν υψηλότερα όρια για ορισμένα είδη εν αναμονή της θέσπισης ειδικής νομοθεσίας της Ένωσης.

    Η μέθοδος αναφοράς που πρέπει να χρησιμοποιείται για τον έλεγχο των ορίων TVB-N περιλαμβάνει την απόσταξη εκχυλίσματος αποπρωτεϊνωμένου με υπερχλωρικό οξύ όπως περιγράφεται στο μέρος Γ παρακάτω.

    2.

    Η απόσταξη που αναφέρεται στο σημείο 1 πραγματοποιείται με χρήση συσκευής αντίστοιχης με το διάγραμμα στο μέρος Δ παρακάτω.

    3.

    Οι συνήθεις μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο του ορίου TVB-N είναι οι ακόλουθες:

    α)

    μέθοδος μικροδιάχυσης που περιγράφεται από τους Conway και Byme (1933)·

    β)

    μέθοδος άμεσης απόσταξης που περιγράφεται από τον Αντωνακόπουλο (1968)·

    γ)

    μέθοδος απόσταξης εκχυλίσματος αποπρωτεϊνωμένου διά τριχλωροοξικού οξέος [Επιτροπή του κώδικα τροφίμων για τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα (1968)].

    4.

    Το δείγμα αποτελείται από περίπου 100 γραμμάρια σάρκας, τα οποία πρέπει να έχουν ληφθεί από τουλάχιστον τρία διαφορετικά σημεία και να έχουν αναμειχθεί με άλεση.

    Τα κράτη μέλη συνιστούν στα επίσημα εργαστήρια να χρησιμοποιούν κατά κανόνα τις μεθόδους που αναφέρονται παραπάνω. Σε περίπτωση αμφιλεγόμενων αποτελεσμάτων ή σε περίπτωση διαφωνιών όσον αφορά τα αποτελέσματα της ανάλυσης που πραγματοποιήθηκε με κάποια από τις συνήθεις μεθόδους, μόνο η μέθοδος αναφοράς επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για την επαλήθευση των αποτελεσμάτων.

    Β.   Κατηγορίες ειδών για τις οποίες καθορίζονται οριακές τιμές TVB-N

    Καθορίζονται οριακές τιμές TVB-N για τις ακόλουθες κατηγορίες ειδών:

    1.

    Sebastes spp., Helicolenus dactylopterus, Sebastichthys capensis·

    2.

    είδη που ανήκουν στην οικογένεια Pleuronectidae (εξαιρουμένου του ιππογλώσσου: Hippoglossus spp.)·

    3.

    Salmo salar, είδη που ανήκουν στην οικογένεια Merlucciidae, είδη που ανήκουν στην οικογένεια Gadidae.

    Γ.   Διαδικασία αναφοράς για τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης TVB-N σε ψάρια και αλιευτικά προϊόντα

    1.   Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

    Η μέθοδος αυτή περιγράφει μια διαδικασία αναφοράς για τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης του TVB-N στα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται για συγκεντρώσεις TVB-N από 5 mg/100 g έως τουλάχιστον 100 mg/100 g.

    2.   Ορισμοί

    «συγκέντρωση TVB-N»: η περιεκτικότητα των πτητικών αζωτούχων βάσεων σε άζωτο, όπως προσδιορίζεται με την περιγραφόμενη διαδικασία αναφοράς.

    «διάλυμα»: υδατικό διάλυμα ως εξής:

    α)

    διάλυμα υπερχλωρικού οξέος = 6 g/100 ml·

    β)

    διάλυμα υδροξειδίου του νατρίου = 20 g/100 ml·

    γ)

    πρότυπο διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 0,05 mol/l (0,05 Ν). Όταν χρησιμοποιείται αυτόματη συσκευή απόσταξης, η τιτλοδότηση πρέπει να γίνεται με πρότυπο διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 0,01 mol/l (0.01 N)·

    δ)

    διάλυμα βορικού οξέος = 3 g/100 ml·

    ε)

    αντιαφριστικός παράγοντας σιλικόνης·

    στ)

    διάλυμα φαινολοφθαλεΐνης = 1 g/100 ml αιθανόλης 95 %·

    ζ)

    διάλυμα δείκτη (μεικτός δείκτης Tashiro) = 2 g ερυθρό του μεθυλίου και 1 g κυανό του μεθυλενίου διαλυμένα σε 1 000 ml αιθανόλης 95 %.

    3.   Σύντομη περιγραφή

    Οι πτητικές αζωτούχες βάσεις εκχυλίζονται από το δείγμα με χρήση διαλύματος υπερχλωρικού οξέος 0,6 mol/l. Έπειτα από αλκαλοποίηση, το εκχύλισμα υποβάλλεται σε απόσταξη με υδρατμούς και τα πτητικά βασικά συστατικά απορροφώνται από όξινο δέκτη. Η συγκέντρωση TVB-N προσδιορίζεται με τιτλοδότηση των βάσεων που απορροφήθηκαν. Η συγκέντρωση εκφράζεται σε mg/100 g.

    4.   Χημικές ουσίες

    Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, χρησιμοποιούνται χημικές ουσίες αναλυτικής καθαρότητας. Το νερό που χρησιμοποιείται είναι είτε απεσταγμένο είτε απιονισμένο και τουλάχιστον της ίδιας καθαρότητας.

    5.   Χρησιμοποιούνται τα ακόλουθα όργανα και εξαρτήματα:

    α)

    μύλος άλεσης κρέατος που να παράγει αρκετά ομοιογενή κιμά ψαριού·

    β)

    αναμικτήρας υψηλής ταχύτητας, μεταξύ 8 000 και 45 000 στροφών ανά λεπτό·

    γ)

    αυλακωτό φίλτρο διαμέτρου 150 mm, ταχείας διήθησης·

    δ)

    προχοΐδα των 5 ml, με διαβαθμίσεις ανά 0,01 ml·

    ε)

    συσκευή απόσταξης με υδρατμούς. Η συσκευή πρέπει να έχει δυνατότητα ρύθμισης διάφορων ποσοτήτων υδρατμών και να παράγει σταθερή ποσότητα υδρατμών σε ορισμένη χρονική περίοδο. Πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι ελεύθερες βάσεις που παράγονται κατά την προσθήκη αλκαλοποιητών δεν είναι δυνατόν να διαφύγουν.

    6.   Εκτέλεση της διαδικασίας αναφοράς

    Κατά τις εργασίες με υπερχλωρικό οξύ, το οποίο είναι ισχυρά διαβρωτικό, λαμβάνονται οι αναγκαίες προφυλάξεις και δίνεται η απαραίτητη προσοχή. Τα δείγματα ετοιμάζονται το συντομότερο δυνατόν μετά την άφιξή τους, σύμφωνα με τις ακόλουθες οδηγίες:

    α)

    Προετοιμασία του δείγματος

    Το δείγμα προς ανάλυση αλέθεται προσεκτικά με τη βοήθεια του μύλου άλεσης κρέατος που περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο α). Ποσότητα αλεσμένου δείγματος ίση με 10 g ± 0,1 g ζυγίζεται σε κατάλληλο δοχείο. Η ποσότητα αυτή αναμειγνύεται με 90,0 ml διαλύματος υπερχλωρικού οξέος, ομογενοποιείται επί δύο λεπτά με χρήση αναμεικτήρα όπως περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο β), και κατόπιν διηθείται.

    Το εκχύλισμα που λαμβάνεται κατ' αυτόν τον τρόπο μπορεί να διατηρηθεί για τουλάχιστον επτά ημέρες σε θερμοκρασία μεταξύ 2 °C και 6 °C περίπου.

    β)

    Απόσταξη με υδρατμούς

    50,0 ml του εκχυλίσματος που προκύπτει σύμφωνα με το στοιχείο α) τοποθετούνται στη συσκευή απόσταξης με υδρατμούς που περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο ε). Για μεταγενέστερο έλεγχο της αλκαλοποίησης του εκχυλίσματος, προστίθενται μερικές σταγόνες διαλύματος φαινολοφθαλεΐνης. Μετά την προσθήκη λίγων σταγόνων αντιαφριστικού παράγοντα σιλικόνης, προστίθενται στο εκχύλισμα 6,5 ml διαλύματος υδροξειδίου του νατρίου και η απόσταξη με υδρατμούς ξεκινά αμέσως.

    Η απόσταξη με υδρατμούς ρυθμίζεται έτσι ώστε να παράγονται περίπου 100 ml αποστάγματος ανά 10 λεπτά. Ο σωλήνας απαγωγής του αποστάγματος καταδύεται σε δοχείο δέκτη που περιέχει 100 ml διαλύματος βορικού οξέος στο οποίο έχουν προστεθεί 3 έως 5 σταγόνες διαλύματος δείκτη. Έπειτα από ακριβώς 10 λεπτά η απόσταξη τερματίζεται. Ο σωλήνας απαγωγής του αποστάγματος απομακρύνεται από το δοχείο δέκτη και ξεπλένεται με νερό. Οι πτητικές βάσεις που περιέχονται στο διάλυμα δέκτη προσδιορίζονται με τιτλοδότηση με πρότυπο διάλυμα υδροχλωρικού οξέος.

    Το pH στο τελικό σημείο πρέπει να είναι 5,0 ± 0,1·

    γ)

    Τιτλοδότηση

    Απαιτούνται αναλύσεις εις διπλούν. Η μέθοδος που εφαρμόζεται είναι σωστή εάν η διαφορά μεταξύ των δύο αναλύσεων δεν υπερβαίνει τα 2 mg/100 g.

    δ)

    Τυφλό

    Διεξάγεται τυφλή δοκιμή όπως περιγράφεται στο στοιχείο β). Αντί εκχυλίσματος χρησιμοποιούνται 50,0 ml διαλύματος υπερχλωρικού οξέος.

    7.   Υπολογισμός συγκέντρωσης TVB-N

    Βάσει της τιτλοδότησης του διαλύματος δέκτη με πρότυπο διάλυμα υδροχλωρικού οξέος, υπολογίζεται η συγκέντρωση του TVB-N με την ακόλουθη εξίσωση:

    Formula

    όπου:

    V1

    =

    όγκος 0,01 mol πρότυπου διαλύματος υδροχλωρικού οξέος, σε ml, για το δείγμα·

    V0

    =

    όγκος 0,01 mol πρότυπου διαλύματος υδροχλωρικού οξέος, σε ml, για το τυφλό·

    M

    =

    μάζα του δείγματος, σε g.

    Επιπλέον απαιτούνται τα εξής:

    α)

    αναλύσεις εις διπλούν. Η μέθοδος που εφαρμόζεται είναι σωστή εάν η διαφορά μεταξύ των δύο αναλύσεων δεν υπερβαίνει τα 2 mg/100 g·

    β)

    έλεγχος εξοπλισμού. Ο εξοπλισμός ελέγχεται με απόσταξη διαλυμάτων NH4Cl που ισοδυναμούν με 50 mg TVB-N/100 g·

    γ)

    τιμές τυπικής απόκλισης. Υπολογίζεται η τυπική απόκλιση επαναληψιμότητας Sr = 1,20 mg/100 g και η τυπική απόκλιση αναπαραγωγιμότητας SR = 2,50 mg/100 g.

    Δ.   Συσκευή απόσταξης με υδρατμούς για τη μέτρηση του TVB-N

    Image 1

    Εκχύλισμα δείγματος

    Σωλήνας εισαγωγής ατμού

    Σωλήνας απόσταξης

    Συσκευή παραγωγής ατμού

    Φιάλη ή ποτήρι ζέσεως

    (Βορικό οξύ)

    Σωλήνας συμπύκνωσης

    Ψυχρό ύδωρ

    Ψύκτης


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2406/96 του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 1996, περί καθορισμού κοινών προδιαγραφών εμπορίας ορισμένων αλιευτικών προϊόντων. ΕΕ L 334 της 23.12.1996, σ. 1.


    Top