Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005L0032

    Οδηγια 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Ιουλίου 2005, για θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια και για τροποποίηση της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 96/57/ΕΚ και 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    ΕΕ L 191 της 22.7.2005, p. 29–58 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 19/11/2009; καταργήθηκε από 32009L0125

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2005/32/oj

    22.7.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 191/29


    ΟΔΗΓΙΑ 2005/32/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 6 Ιουλίου 2005

    για θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια και για τροποποίηση της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 96/57/ΕΚ και 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

    Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (1),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2)

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Οι διαφορές μεταξύ των νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων που θεσπίζουν τα κράτη μέλη για τον οικολογικό σχεδιασμό των προϊόντων που καταναλώνουν ενέργεια είναι δυνατόν να δημιουργήσουν εμπόδια στο εμπόριο και να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στην Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθιέρωση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών είναι το μόνο μέσο για την πρόληψη των εμποδίων αυτών στο εμπόριο και για την αποτροπή του αθέμιτου ανταγωνισμού.

    (2)

    Τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (στο εξής «ΠΚΕ») αντιπροσωπεύουν μεγάλο ποσοστό της κατανάλωσης φυσικών πόρων και ενέργειας στην Κοινότητα. Έχουν επίσης και ορισμένες άλλες σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Για τη μεγάλη πλειονότητα των κατηγοριών προϊόντων που διατίθενται στην κοινοτική αγορά, είναι δυνατόν να σημειωθούν πολύ διαφορετικοί βαθμοί περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αν και αυτά παρουσιάζουν παρόμοιες λειτουργικές επιδόσεις. Προς το συμφέρον της αειφόρου ανάπτυξης, θα πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεχής βελτίωση του συνολικού περιβαλλοντικού αντίκτυπου αυτών των προϊόντων, κυρίως μέσω της αναγνώρισης των κύριων πηγών αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της αποφυγής μεταφοράς της ρύπανσης, όταν η βελτίωση αυτή δεν συνεπάγεται υπερβολικό κόστος.

    (3)

    Ο οικολογικός σχεδιασμός των προϊόντων αποτελεί ζωτικό παράγοντα της κοινοτικής στρατηγικής για την ολοκληρωμένη πολιτική προϊόντων. Ως προληπτική προσέγγιση, που αποσκοπεί στη βελτιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των προϊόντων, διατηρώντας ταυτόχρονα τις λειτουργικές τους ιδιότητες, προσφέρει νέες και πραγματικές ευκαιρίες για τους κατασκευαστές, τους καταναλωτές και την κοινωνία στο σύνολό της.

    (4)

    Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, για την επίτευξη της οποίας μια από τις διαθέσιμες εναλλακτικές επιλογές είναι η αποδοτικότερη τελική χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας, θεωρείται ως ουσιαστική συμβολή στην επίτευξη των στόχων για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Κοινότητα. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί την ταχύτερα αναπτυσσόμενη κατηγορία τελικής χρήσης ενέργειας που υπολογίζεται να αυξηθεί εντός των προσεχών 20 έως 30 ετών, εάν δεν ληφθούν μέτρα πολιτικής για να αντιστραφεί η τάση αυτή. Σύμφωνα με το υποβληθέν, από την Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για τις Κλιματικές Αλλαγές (ΕΠΚΑ), είναι εφικτή η σημαντική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν μια από τις προτεραιότητες του Έκτου Κοινοτικού προγράμματος δράσης για το Περιβάλλον, όπως καθορίσθηκε με την απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3). Η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί τον αποτελεσματικότερο από πλευράς κόστους τρόπο ενίσχυσης της ασφάλειας του εφοδιασμού και μείωσης της εξάρτησης από τις εισαγωγές. Συνεπώς, θα πρέπει να θεσπισθούν ουσιαστικά συνοδευτικά μέτρα και στόχοι που αφορούν τη ζήτηση.

    (5)

    Θα πρέπει να αναληφθεί δράση κατά τη φάση σχεδιασμού του ΠΚΕ, δεδομένου ότι, σε αυτό το στάδιο, καθορίζεται η ρύπανση που θα προκαλέσει το προϊόν σε ολόκληρο τον κύκλο της ζωής του και αυτό το στάδιο αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο μέρος του κόστους.

    (6)

    Θα πρέπει να καταρτισθεί συνεκτικό πλαίσιο για την εφαρμογή των κοινοτικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ, με στόχο να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές και να βελτιωθεί ο συνολικός περιβαλλοντικός αντίκτυπός τους. Οι κοινοτικές αυτές απαιτήσεις θα πρέπει να σέβονται τις αρχές του θεμιτού ανταγωνισμού και του διεθνούς εμπορίου.

    (7)

    Οι απαιτήσεις του οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να ορισθούν λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και τις προτεραιότητες του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το Περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, των εφαρμόσιμων στόχων που τίθενται στις αντίστοιχες θεματικές στρατηγικές του προγράμματος αυτού.

    (8)

    Η παρούσα οδηγία επιδιώκει να επιτύχει υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος μέσω της μείωσης του δυνητικού περιβαλλοντικού αντίκτυπου των ΠΚΕ, γεγονός που τελικά θα ωφελήσει τους καταναλωτές και τους λοιπούς τελικούς χρήστες. Η αειφόρος ανάπτυξη επιβάλλει επίσης τη δέουσα συνεκτίμηση του αντίκτυπου που θα έχουν τα υπό μελέτη μέτρα στον τομέα της υγείας, καθώς και στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των προϊόντων συμβάλλει στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, γεγονός που αποτελεί προϋπόθεση για την υγιή οικονομική δραστηριότητα και, συνεπώς, για την αειφόρο ανάπτυξη.

    (9)

    Αν κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να διατηρεί εθνικές διατάξεις λόγω μειζόνων αναγκών που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος ή να εισαγάγει νέες, με βάση νέα επιστημονικά στοιχεία που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, ενόψει προβλήματος το οποίο συντρέχει μόνο στην περίπτωση αυτού του κράτους μέλους και το οποίο έχει ανακύψει μετά τη λήψη των μέτρων εφαρμογής, μπορεί να το πράξει τηρώντας τους όρους του άρθρου 95 παράγραφοι 4, 5 και 6 της συνθήκης, το οποίο προβλέπει ότι προηγείται κοινοποίηση στην Επιτροπή και έγκριση εκ μέρους της.

    (10)

    Προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα περιβαλλοντικά οφέλη από τον βελτιωμένο σχεδιασμό, μπορεί να είναι χρήσιμο να ενημερώνονται οι καταναλωτές για τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των ΠΚΕ και να τους παρέχονται συμβουλές για τη χρήση του προϊόντος κατά τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον.

    (11)

    Η προσέγγιση που καθορίζεται στην Πράσινη Βίβλο για την Ολοκληρωμένη Πολιτική Προϊόντων, η οποία αποτελεί ένα σημαντικό καινοτόμο στοιχείο του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον, αποσκοπεί στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Αν ληφθεί υπόψη, στο στάδιο του σχεδιασμού, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος ενός προϊόντος καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες να διευκολυνθεί η βελτίωση του περιβάλλοντος με αποτελεσματικό, σε σχέση προς το κόστος, τρόπο. Θα πρέπει να προβλεφθεί επαρκής ευελιξία ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ενσωμάτωσης του παράγοντος αυτού στον σχεδιασμό του προϊόντος, λαμβανομένων συγχρόνως υπόψη των τεχνικών, λειτουργικών και οικονομικών παραμέτρων.

    (12)

    Μολονότι είναι επιθυμητή μια σφαιρική προσέγγιση όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδόσεις, η μείωση των αερίων θερμοκηπίου μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας θα πρέπει να θεωρείται ως πρώτιστος περιβαλλοντικός στόχος μέχρις ότου καταρτισθεί πρόγραμμα εργασίας.

    (13)

    Μπορεί να είναι αναγκαία και δικαιολογημένη η θέσπιση ειδικών, ποσοτικά προσδιορισμένων απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για ορισμένα προϊόντα ή περιβαλλοντικές πτυχές τους, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού τους αντίκτυπου. Λαμβάνοντας υπόψη την επείγουσα ανάγκη συμβολής στην εκπλήρωση των δεσμεύσεων που ανελήφθησαν στα πλαίσια του πρωτοκόλλου του Κιότο της σύμβασης- πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (UNFCCC), και με την επιφύλαξη της ολοκληρωμένης προσέγγισης που προωθεί η παρούσα οδηγία, θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στα μέτρα με υψηλή δυνατότητα μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με χαμηλό κόστος. Τα μέτρα αυτά μπορούν επίσης να συμβάλλουν στην αειφόρο χρήση των πόρων και να συνεισφέρουν σημαντικά στο δεκαετές πλαίσιο προγραμμάτων για τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση που συμφωνήθηκε στην παγκόσμια σύνοδο κορυφής για την αειφόρο ανάπτυξη, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ, τον Σεπτέμβριο του 2002.

    (14)

    Ως γενική αρχή, η κατανάλωση ενέργειας των ΠΚΕ σε λειτουργία αναμονής ή εκτός λειτουργίας πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο αναγκαίο για την κανονική λειτουργία τους.

    (15)

    Ενώ τα διαθέσιμα στην αγορά προϊόντα ή τεχνολογίες με τις καλύτερες επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων διατίθενται στις διεθνείς αγορές, πρέπει να λαμβάνονται ως σημεία αναφοράς, το επίπεδο των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να καθορίζεται βάσει τεχνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών αναλύσεων. Η ευελιξία στη μέθοδο καθορισμού του επιπέδου των απαιτήσεων μπορεί να διευκολύνει την ταχεία βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Κατά τις αναλύσεις αυτές, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη και η ενεργός συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών. Η θέσπιση υποχρεωτικών μέτρων απαιτεί την πραγματοποίηση κατάλληλων διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερομένους. Οι διαβουλεύσεις αυτές μπορούν να αναδείξουν την ανάγκη για σταδιακή θέσπιση απαιτήσεων ή για λήψη μεταβατικών μέτρων. Ο καθορισμός ενδιάμεσων στόχων αυξάνει την προβλεψιμότητα της πολιτικής, επιτρέπει την προσαρμογή του κύκλου ανάπτυξης του προϊόντος και διευκολύνει τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό των ενδιαφερομένων.

    (16)

    Θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα σε εναλλακτικούς τρόπους δράσης, όπως η αυτορρύθμιση από τη βιομηχανία, όταν η δράση αυτή είναι πιθανόν να εξασφαλίζει την επίτευξη των στόχων πολιτικής ταχύτερα ή με χαμηλότερο κόστος απ' ό, τι οι υποχρεωτικές απαιτήσεις. Εάν οι δυνάμεις της αγοράς δεν κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση ή με αποδεκτή ταχύτητα, μπορεί να χρειασθεί η λήψη νομοθετικών μέτρων.

    (17)

    Η αυτορρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων των εθελοντικών συμφωνιών ως μονομερών δεσμεύσεων της βιομηχανίας, μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη ταχείας προόδου λόγω ταχείας και οικονομικής εφαρμογής, και επιτρέπει την προσαρμογή σε τεχνολογικές επιλογές και ευαισθησίες της αγοράς με ευέλικτο και κατάλληλο τρόπο.

    (18)

    Για την αξιολόγηση των εθελοντικών συμφωνιών ή άλλων μέτρων αυτορρύθμισης που προτείνονται ως εναλλακτικές δυνατότητες αντί των μέτρων εφαρμογής πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για τα εξής τουλάχιστον ζητήματα: ανοικτός χαρακτήρας της συμμετοχής, προστιθέμενη αξία, αντιπροσωπευτικότητα, ποσοτικά εκπεφρασμένοι και σταδιακώς εφαρμοζόμενοι στόχοι, συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, επίβλεψη και σύνταξη αναφορών, σχέση κόστους-ωφέλειας στη διαχείριση αυτορρυθμιζόμενης πρωτοβουλίας και βιωσιμότητα.

    (19)

    Το κεφάλαιο 6 της ανακοίνωσης περιβαλλοντικών συμφωνιών σε κοινοτικό επίπεδο στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την απλούστευση και βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος της Επιτροπής μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο οδηγό κατά την αξιολόγηση της αυτορρύθμισης από τη βιομηχανία στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

    (20)

    Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την ένταξη της αρχής του οικολογικού σχεδιασμού στο πλαίσιο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η ένταξη αυτή μπορεί να διευκολυνθεί από την ευρεία διαθεσιμότητα και την εύκολη πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν τον αειφόρο χαρακτήρα των προϊόντων τους.

    (21)

    Τα ΠΚΕ που συνάδουν με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού οι οποίες καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να φέρουν τη σήμανση «CE» και συναφή πληροφοριακά στοιχεία, προκειμένου να μπορούν να διατίθενται στην εσωτερική αγορά και να κυκλοφορούν ελεύθερα. Η αυστηρή επιβολή των μέτρων εφαρμογής είναι απαραίτητη ώστε να διασφαλίζεται η μείωση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των ΠΚΕ που υπόκεινται στη ρύθμιση και να εξασφαλίζεται ο θεμιτός ανταγωνισμός.

    (22)

    Κατά την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής και του προγράμματος εργασίας της, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβουλεύεται με τους αντιπροσώπους των κρατών μελών καθώς και με τα ενδιαφερόμενα μέρη από την ομάδα του προϊόντος, όπως η βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ και των βιοτεχνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, των εμπόρων, των εισαγωγέων, των ομάδων προστασίας του περιβάλλοντος και των ενώσεων καταναλωτών.

    (23)

    Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την υφιστάμενη εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία, ιδίως όσον αφορά τις τοξικές ουσίες, που κατά τη δεδηλωμένη εκτίμηση των κρατών μελών θα πρέπει να διατηρείται, χωρίς να μειώνονται τα υφιστάμενα και δικαιολογημένα επίπεδα προστασίας στα κράτη μέλη.

    (24)

    Θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις ενότητες και τους κανόνες που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης και που καθορίζονται από την απόφαση 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22 Ιουλίου 1993, για τις ενότητες που αφορούν τις διάφορες φάσεις των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας και τους κανόνες επίθεσης και χρήσης της σήμανσης πιστότητας «CE» που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης (4).

    (25)

    Οι αρχές επιτήρησης θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που σχεδιάζονται εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να βελτιωθεί η επιτήρηση της αγοράς. Η συνεργασία αυτή θα πρέπει να αξιοποιεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών και τα σχετικά κοινοτικά προγράμματα. Η ανταλλαγή πληροφοριών για περιβαλλοντικές επιδόσεις και επιτεύξεις κύκλου ζωής των διαφόρων σχεδιαστικών λύσεων θα πρέπει να διευκολύνεται. Η σώρευση και η διάδοση των γνώσεων που παράγονται από τις προσπάθειες οικολογικού σχεδιασμού των κατασκευαστών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οφέλη της παρούσας οδηγίας.

    (26)

    Αρμόδιος φορέας είναι συνήθως ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας τον οποίο έχουν ορίσει οι δημόσιες αρχές και διαθέτει τα αναγκαία εχέγγυα αμεροληψίας και τεχνικής εμπειρίας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης ενός προϊόντος με τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής.

    (27)

    Δεδομένης της σημασίας της αποφυγής παραβιάσεων, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν τα αναγκαία μέσα για την αποτελεσματική επίβλεψη της αγοράς.

    (28)

    Όσον αφορά την κατάρτιση και την ενημέρωση των ΜΜΕ στον οικολογικό σχεδιασμό, μπορεί να είναι σκόπιμη η εξέταση συνοδευτικών δραστηριοτήτων.

    (29)

    Είναι προς το συμφέρον της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς να υπάρχουν πρότυπα που να έχουν εναρμονισθεί σε κοινοτικό επίπεδο. Όταν έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα στοιχεία ενός τέτοιου προτύπου, η συμμόρφωση με το εν λόγω πρότυπο θα πρέπει να συνιστά τεκμήριο συμμόρφωσης με τις αντίστοιχες απαιτήσεις που καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής τα οποία θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας, αν και θα πρέπει να επιτρέπονται και άλλα μέτρα απόδειξης της εν λόγω συμμόρφωσης.

    (30)

    Ένας από τους κύριους ρόλους των εναρμονισμένων προτύπων θα πρέπει να είναι η βοήθεια των κατασκευαστών κατά την εφαρμογή των μέτρων εφαρμογής που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Τα πρότυπα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστικό ρόλο στην καθιέρωση μεθόδων μέτρησης και δοκιμών. Στην περίπτωση γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, τα εναρμονισμένα πρότυπα θα μπορούσαν να συμβάλλουν σημαντικά στην καθοδήγηση των κατασκευαστών όσον αφορά την καθιέρωση του οικολογικού προφίλ των προϊόντων τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Τα πρότυπα αυτά θα πρέπει να αναφέρουν σαφώς τη σχέση των ρητρών τους με τις αντίστοιχες απαιτήσεις. Τα εναρμονισμένα πρότυπα δεν θα πρέπει να έχουν ως σκοπό τον καθορισμό ορίων για περιβαλλοντικές πτυχές.

    (31)

    Όσον αφορά τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται στην παρούσα οδηγία, η παραπομπή σε σχετικά διεθνή πρότυπα, όπως το ISO 14040, είναι χρήσιμη.

    (32)

    Η παρούσα οδηγία συνάδει με ορισμένες αρχές για την εφαρμογή της νέας προσέγγισης, κατά τα οριζόμενα στο ψήφισμα του Συμβουλίου, της 7 Μαΐου 1985, για νέα προσέγγιση στο θέμα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης (5), και της παραπομπής σε εναρμονισμένα ευρωπαϊκά πρότυπα. Το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 28 Οκτωβρίου 1999, για τον ρόλο της τυποποίησης στην Ευρώπη (6) συνέστησε στην Επιτροπή να εξετάσει εάν η αρχή της νέας προσέγγισης θα μπορούσε να επεκταθεί, ως μέσο βελτίωσης και απλούστευσης της νομοθεσίας, και σε τομείς που δεν καλύπτονται ακόμη, όπου αυτό είναι δυνατόν.

    (33)

    Η παρούσα οδηγία συμπληρώνει ισχύουσες κοινοτικές πράξεις, όπως η οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1992, για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων των οικιακών συσκευών με την επισήμανση και την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (7), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1980/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17 Ιουλίου 2000, περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος (8), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2422/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Νοεμβρίου 2001, σχετικά με κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης ενεργειακής απόδοσης για γραφειακό εξοπλισμό (9), η οδηγία 2002/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27 Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (10), η οδηγία 2002/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27 Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (11) και η οδηγία 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27 Ιουλίου 1976, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως μερικών επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων (12). Οι συνέργειες μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των ισχυουσών κοινοτικών πράξεων θα πρέπει να συμβάλλουν στην αύξηση του αντίστοιχου αντίκτυπου τους και στη θέσπιση συνεκτικών απαιτήσεων τις οποίες πρέπει να εφαρμόζουν οι κατασκευαστές.

    (34)

    Δεδομένου ότι η οδηγία 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21 Μαΐου 1992, σχετικά με τις απαιτήσεις απόδοσης για τους νέους λέβητες ζεστού νερού που τροφοδοτούνται με υγρά ή αέρια καύσιμα (13), η οδηγία 96/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3 Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με τις απαιτήσεις για την ενεργειακή απόδοση των οικιακών ηλεκτρικών ψυγείων, καταψυκτών και συνδυασμών τους (14) και η οδηγία 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18 Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού (15), περιέχουν ήδη διατάξεις για την αναθεώρηση των απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης, αυτές θα πρέπει να ενσωματωθούν στο παρόν πλαίσιο.

    (35)

    Η οδηγία 92/42/ΕΟΚ προβλέπει ένα σύστημα επισήμανσης βάσει αστέρων προκειμένου να προσδιορίζονται με σαφήνεια τα ενεργειακά χαρακτηριστικά των λεβήτων. Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη και η βιομηχανία συμφωνούν ότι το σύστημα επισήμανσης βάσει αστέρων αποδείχθηκε ότι δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, η οδηγία 92/42/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ανοίξει ο δρόμος για πιο αποτελεσματικά συστήματα.

    (36)

    Οι απαιτήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 78/170/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13 Φεβρουαρίου 1978, περί λειτουργίας των μονάδων παραγωγής θερμότητας για τη θέρμανση χώρων και την παραγωγή ζεστού νερού σε υπάρχοντα και σε νέα μη βιομηχανικά κτίρια καθώς και περί της μονώσεως του δικτύου διανομής ζεστού νερού οικιακής χρήσεως στα νέα μη βιομηχανικά κτίρια (16) έχουν αντικατασταθεί από τις διατάξεις της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ, της οδηγίας 90/396/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29 Ιουνίου 1990, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές αερίου (17) και της οδηγίας 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16 Δεκεμβρίου 2002, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (18). Κατά συνέπεια, η οδηγία 78/170/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

    (37)

    Η οδηγία 86/594/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 1η Δεκεμβρίου 1986, που αφορά τον από αέρος μεταφερόμενο θόρυβο που εκπέμπουν οι οικιακές συσκευές (19) καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν τη δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τον θόρυβο που εκπέμπουν αυτές οι συσκευές και προβλέπει διαδικασία για τον προσδιορισμό του επιπέδου του θορύβου. Για σκοπούς εναρμόνισης, οι εκπομπές θορύβου θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Εφόσον η παρούσα οδηγία προβλέπει μια τέτοια ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οδηγία 86/594/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

    (38)

    Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28 Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (20).

    (39)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    (40)

    Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην παράγραφο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (21), ορίζεται ότι το Συμβούλιο παροτρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι θα αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία των οδηγιών με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

    (41)

    Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με τη θέσπιση της απαίτησης για επίτευξη κατάλληλου επιπέδου περιβαλλοντικών επιδόσεων από τα προϊόντα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου,

    (42)

    Η Επιτροπή των Περιφερειών δεν έδωσε τη γνώμη της, αν και της ζητήθηκε,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    1.   Η παρούσα οδηγία καθορίζει ένα πλαίσιο για τη θέσπιση κοινοτικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια, προκειμένου να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων αυτών στην εσωτερική αγορά.

    2.   Η παρούσα οδηγία προβλέπει τη θέσπιση απαιτήσεων τις οποίες πρέπει να πληρούν τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια τα οποία καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής, προκειμένου τα εν λόγω προϊόντα να διατίθενται στην αγορά ή/και να τίθενται σε λειτουργία. Συμβάλλει στην αειφόρο ανάπτυξη αυξάνοντας την ενεργειακή απόδοση και το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

    3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα μέσα μεταφοράς προσώπων ή εμπορευμάτων.

    4.   Η παρούσα οδηγία και τα μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται δυνάμει αυτής ισχύουν υπό την επιφύλαξη της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση αποβλήτων, και της κοινοτικής νομοθεσίας περί χημικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της κοινοτικής νομοθεσίας περί φθοριωμένων αερίων θερμοκηπίων.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    1.

    «προϊόν που καταναλώνει ενέργεια (ΠΚΕ)»: το προϊόν το οποίο, αφού διατεθεί στην αγορά ή/και τεθεί σε λειτουργία, εξαρτάται από την κατανάλωση ενέργειας (ηλεκτρική ενέργεια, ορυκτά καύσιμα και ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές) για να λειτουργήσει σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται, καθώς και το προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη μέτρηση της ενέργειας αυτής, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων που εξαρτώνται από την κατανάλωση ενέργειας και προορίζονται να ενσωματωθούν σε ΠΚΕ που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, και τα οποία διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες, και των οποίων οι περιβαλλοντικές επιδόσεις μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο·

    2.

    «κατασκευαστικά στοιχεία και υπομονάδες συναρμολόγησης»: εξαρτήματα που προορίζονται να ενσωματωθούν σε ΠΚΕ και τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες ή οι περιβαλλοντικές επιδόσεις των οποίων δεν μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο,

    3.

    «μέτρα εφαρμογής»: μέτρα που εκδίδονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τα οποία θεσπίζουν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για συγκεκριμένα ΠΚΕ ή για ορισμένες περιβαλλοντικές πτυχές τους·

    4.

    «διάθεση στην αγορά»: κυκλοφορία, για πρώτη φορά, ΠΚΕ στην κοινοτική αγορά, με στόχο τη διανομή ή τη χρήση του στην Κοινότητα, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν, και ανεξάρτητα από την τεχνική πώλησης·

    5.

    «θέση σε λειτουργία»: η πρώτη χρήση ΠΚΕ από τον εντός της Κοινότητας τελικό χρήστη προς τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται·

    6.

    «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ΠΚΕ τα οποία εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία και είναι υπεύθυνο για τη συμμόρφωσή τους με αυτή, ενόψει της διάθεσής τους στην αγορά ή/και της θέσης τους σε λειτουργία με τη δική του επωνυμία ή το δικό του σήμα ή για δική του χρήση. Εάν δεν υπάρχει κατασκευαστής κατά τα οριζόμενα στην πρώτη πρόταση, ή εισαγωγέας κατά την έννοια του σημείου 8, οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαθέτει στην αγορά ή/και θέτει σε λειτουργία ΠΚΕ τα οποία εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία θεωρείται κατασκευαστής·

    7.

    «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα, το οποίο έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να διεκπεραιώνει, εξ ονόματός του, όλες ή ορισμένες από τις υποχρεώσεις και διατυπώσεις που συνδέονται με την παρούσα οδηγία·

    8.

    «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην κοινοτική αγορά στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων·

    9.

    «υλικά»: όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής των ΠΚΕ·

    10.

    «σχεδιασμός προϊόντος»: το σύνολο των διαδικασιών που μετατρέπουν τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληροί το προϊόν από απόψεως νομικής, τεχνικής, ασφαλείας, λειτουργίας, αγοράς ή άλλης σε τεχνικές προδιαγραφές ενός ΠΚΕ·

    11.

    «περιβαλλοντική πτυχή»: στοιχείο ή λειτουργία ενός ΠΚΕ που μπορεί να αλληλεπιδράσει με το περιβάλλον κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·

    12.

    «περιβαλλοντικός αντίκτυπος»: κάθε μεταβολή στο περιβάλλον η οποία προκύπτει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από ΠΚΕ κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·

    13.

    «κύκλος ζωής»: τα διαδοχικά και αλληλοσυνδεόμενα στάδια ενός ΠΚΕ, από τη χρήση της πρώτης ύλης έως την τελική διάθεσή του·

    14.

    «επαναχρησιμοποίηση»: κάθε ενέργεια με την οποία ένα ΠΚΕ ή εξαρτήματά του, που έχουν φτάσει στο τέλος της πρώτης χρήσης τους, χρησιμοποιούνται για τον ίδιο σκοπό για τον οποίο σχεδιάσθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς χρήσης ενός ΠΚΕ το οποίο επιστρέφεται σε σημεία συλλογής, διανομείς, φορείς ανακύκλωσης ή κατασκευαστές, καθώς και της επαναχρησιμοποίησης ενός ΠΚΕ μετά από ανακαίνιση·

    15.

    «ανακύκλωση»: η επανεπεξεργασία αποβλήτων στα πλαίσια μιας διαδικασίας παραγωγής για τον αρχικό σκοπό ή για άλλους σκοπούς, όχι όμως για την ανάκτηση ενέργειας·

    16.

    «ανάκτηση ενέργειας»: κάθε χρήση καυσίμων αποβλήτων ως μέσων παραγωγής ενέργειας μέσω της άμεσης καύσης με ή χωρίς άλλα απόβλητα αλλά με ανάκτηση της θερμότητας·

    17.

    «ανάκτηση»: κάθε εφαρμοστέα ενέργεια που προβλέπεται στο παράρτημα II B της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15 Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (22)·

    18.

    «απόβλητο»: κάθε ουσία ή αντικείμενο των κατηγοριών που ορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ την οποία ο κάτοχος απορρίπτει ή προτίθεται ή υποχρεούται να απορρίψει·

    19.

    «επικίνδυνο απόβλητο»: κάθε απόβλητο που εμπίπτει στο άρθρο 1, παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12 Δεκεμβρίου 1991, για τα επικίνδυνα απόβλητα (23)·

    20.

    «οικολογικό προφίλ»: περιγραφή, σύμφωνα με το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής για το συγκεκριμένο ΠΚΕ, των εισροών και εκροών (όπως πρώτες ύλες, εκπομπές και απόβλητα) που συνδέονται με ένα ΠΚΕ καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του και που είναι σημαντικές από την άποψη του περιβαλλοντικού αντίκτυπου του και εκφράζονται σε φυσικά μεγέθη τα οποία μπορούν να μετρηθούν·

    21.

    «περιβαλλοντικές επιδόσεις» ενός ΠΚΕ: τα αποτελέσματα της εκ μέρους του κατασκευαστή διαχείρισης των περιβαλλοντικών πτυχών του ΠΚΕ, όπως αντικατοπτρίζονται στον φάκελο τεχνικών προδιαγραφών·

    22.

    «βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων»: η διαδικασία βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός ΠΚΕ, κατά τη διάρκεια διαδοχικών γενεών του, αν και όχι κατ' ανάγκην για όλες τις περιβαλλοντικές πτυχές του προϊόντος ταυτοχρόνως·

    23.

    «οικολογικός σχεδιασμός»: η ένταξη των περιβαλλοντικών πτυχών στο σχεδιασμό του προϊόντος με στόχο τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του ΠΚΕ καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·

    24.

    «απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού»: κάθε απαίτηση που αφορά ένα ΠΚΕ ή τον σχεδιασμό ενός ΠΚΕ, σκοπός της οποίας είναι η βελτίωση των περιβαλλοντικών του επιδόσεων, ή κάθε απαίτηση παροχής πληροφοριών για τις περιβαλλοντικές πτυχές ενός ΠΚΕ·

    25.

    «γενική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού»: κάθε απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που βασίζεται στο οικολογικό προφίλ συνολικά και που δεν θέτει συγκεκριμένες οριακές τιμές για συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πτυχές·

    26.

    «ειδική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού»: μια ποσοτικοποιημένη και μετρήσιμη απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που αφορά μια συγκεκριμένη περιβαλλοντική πτυχή ενός ΠΚΕ, όπως η κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση, υπολογιζόμενη για δεδομένη μονάδα επίδοσης·

    27.

    «εναρμονισμένο πρότυπο»: τεχνική προδιαγραφή που εκδίδεται από αναγνωρισμένο φορέα τυποποίησης βάσει εντολής της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (24), με σκοπό τη θέσπιση ευρωπαϊκής απαίτησης, η συμμόρφωση με την οποία δεν είναι υποχρεωτική.

    Άρθρο 3

    Διάθεση στην αγορά ή/και θέση σε λειτουργία

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζουν ότι τα ΠΚΕ που καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής μπορούν να διατίθενται στην αγορά ή/και να τίθενται σε λειτουργία μόνο εάν έχουν συμμορφωθεί με τα εν λόγω μέτρα και φέρουν τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5.

    2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την επιτήρηση της αγοράς. Φροντίζουν ώστε οι εν λόγω αρχές να διαθέτουν και να χρησιμοποιούν τις απαραίτητες εξουσίες, προκειμένου να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τα οποία είναι αρμόδιες δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τα καθήκοντα, τις εξουσίες και τις οργανωτικής φύσεως ρυθμίσεις των αρμόδιων αρχών. Οι αρχές αυτές δύνανται:

    i)

    να οργανώνουν κατάλληλους ελέγχους συμμόρφωσης των ΠΚΕ, σε κατάλληλη κλίμακα, και να υποχρεώνουν τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του να αποσύρει από την αγορά μη συμμορφούμενα προϊόντα ΠΚΕ, σύμφωνα με το άρθρο 7,

    ii)

    να απαιτούν την παροχή όλων των αναγκαίων πληροφοριών εκ μέρους των ενδιαφερομένων, όπως ορίζεται στα μέτρα εφαρμογής,

    iii)

    να λαμβάνουν δείγματα των προϊόντων και να τα υποβάλλουν σε ελέγχους συμμόρφωσης.

    3.   Τα κράτη μέλη τηρούν ενήμερη την Επιτροπή ως προς τα αποτελέσματα της επιτήρησης της αγοράς, και, οσάκις ενδείκνυται, η Επιτροπή διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

    4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται η δυνατότητα στους καταναλωτές και τους λοιπούς ενδιαφερομένους να υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με τη συμμόρφωση των προϊόντων στις αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 4

    Ευθύνες του εισαγωγέα

    Όταν ο παραγωγός δεν είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας και δεν υπάρχει εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, η υποχρέωση:

    να διασφαλίζει ότι το ΠΚΕ το οποίο διαθέτει στην αγορά ή θέτει σε λειτουργία συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία και τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής,

    να έχει διαθέσιμη τη δήλωση συμμόρφωσης και την τεχνική τεκμηρίωση,

    βαρύνει τον εισαγωγέα.

    Άρθρο 5

    Σήμανση και δήλωση συμμόρφωσης

    1.   Πριν από τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, τοποθετείται στο προϊόν η σήμανση συμμόρφωσης CE και εκδίδεται δήλωση συμμόρφωσης, με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

    2.   Η σήμανση συμμόρφωσης CE αποτελείται από τα αρχικά «CE», όπως ορίζεται στο παράρτημα III.

    3.   Η δήλωση συμμόρφωσης περιλαμβάνει τα στοιχεία που ορίζονται στο παράρτημα VI και παραπέμπει στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής.

    4.   Η τοποθέτηση στο ΠΚΕ σημάτων που ενδέχεται να παραπλανήσουν τους χρήστες ως προς την έννοια ή τη μορφή της σήμανσης CE απαγορεύεται.

    5.   Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με το μέρος 2 του παραρτήματος Ι να είναι διατυπωμένες στην ή τις επίσημες γλώσσες τους, όταν το ΠΚΕ φθάνει στον τελικό χρήστη.

    Τα κράτη μέλη επιτρέπουν επίσης την παροχή των εν λόγω πληροφοριών σε μία ή περισσότερες άλλες επίσημες κοινοτικές γλώσσες.

    Κατά την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδίως υπόψη:

    α)

    τη δυνατότητα παροχής των πληροφοριών με εναρμονισμένα σύμβολα ή αναγνωρισμένους κωδικούς ή άλλα μέτρα·

    β)

    το είδος των χρηστών που προβλέπεται να χρησιμοποιήσουν το ΠΚΕ και τη φύση των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται.

    Άρθρο 6

    Ελεύθερη κυκλοφορία

    1.   Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν, για λόγους απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που αφορούν τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρος 1, οι οποίες καλύπτονται από το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής, τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους ενός ΠΚΕ, που έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής και φέρει τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5.

    2.   Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν, για λόγους απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού που αφορούν τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρος 1, ενός ΠΚΕ που φέρει τη σήμανση CE σύμφωνα με το άρθρο 5, για το οποίο το εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής δεν προβλέπει απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού.

    3.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν την παρουσίαση, π.χ. σε εμπορικές εκθέσεις και επιδείξεις, ΠΚΕ τα οποία δεν συμφωνούν με τις διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει ορατή ένδειξη σύμφωνα με την οποία δεν διατίθενται στην αγορά/τίθενται σε λειτουργία έως ότου συμμορφωθούν με τις διατάξεις αυτές.

    Άρθρο 7

    Ρήτρα διασφάλισης

    1.   Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι ένα ΠΚΕ που φέρει την αναφερόμενη στο άρθρο 5 σήμανση CE και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται δεν έχει συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του υποχρεούται να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση του ΠΚΕ με τις διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής ή/και με τη σήμανση CE και να θέτει τέρμα στην παράβαση σύμφωνα με τους όρους που θέτει το κράτος μέλος.

    Όταν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι ΠΚΕ ενδέχεται να μη συμμορφώνεται, το κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, τα οποία, αναλόγως της βαρύτητας της μη συμμόρφωσης, μπορεί να φθάνουν και στην απαγόρευση της διάθεσης του ΠΚΕ στην αγορά, μέχρι να αποδειχθεί η συμμόρφωση.

    Αν η μη συμμόρφωση συνεχίζεται, το κράτος μέλος αποφασίζει να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διάθεση του εν λόγω ΠΚΕ στην αγορά ή/και τη θέση του σε λειτουργία ή διασφαλίζει την απόσυρσή του από την αγορά.

    Σε περιπτώσεις απαγόρευσης ή απόσυρσης από την αγορά, ενημερώνονται αμέσως η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

    2.   Κάθε απόφαση η οποία λαμβάνεται από κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και η οποία περιορίζει ή απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ, αναφέρει με ακρίβεια τους λόγους στους οποίους βασίζεται.

    Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται αμέσως στον ενδιαφερόμενο, ο οποίος συγχρόνως ενημερώνεται για τα ένδικα μέσα που διαθέτει δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στο οικείο κράτος μέλος και για τις προθεσμίες άσκησης των μέσων αυτών.

    3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει της παραγράφου 1, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους και, ιδίως, διευκρινίζοντας αν η μη συμμόρφωση οφείλεται:

    α)

    στη μη πλήρωση των απαιτήσεων του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής·

    β)

    στην εσφαλμένη εφαρμογή των εναρμονισμένων προτύπων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 παράγραφος 2·

    γ)

    σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 παράγραφος 2.

    4.   Η Επιτροπή αρχίζει αμελλητί διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους, και μπορεί να ζητά τεχνικές συμβουλές από ανεξάρτητους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες.

    Μετά τις διαβουλεύσεις αυτές, η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος το οποίο έλαβε την απόφαση και τα άλλα κράτη μέλη για τις απόψεις της.

    Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η απόφαση δεν είναι δικαιολογημένη, ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη.

    5.   Όταν η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου βασίζεται σε έλλειψη του εναρμονισμένου προτύπου, η Επιτροπή κινεί αμέσως τη διαδικασία του άρθρου 10 παράγραφοι 2, 3 και 4. Η Επιτροπή ενημερώνει συγχρόνως την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1.

    6.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εγγυηθούν, όταν αυτό δικαιολογείται, την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που παρέχονται κατά τη διαδικασία αυτήν.

    7.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παρόν άρθρο δημοσιοποιούνται με διαφανή τρόπο.

    8.   Η γνώμη της Επιτροπής για τις αποφάσεις αυτές δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 8

    Αξιολόγηση συμμόρφωσης

    1.   Πριν από τη διάθεση στην αγορά ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, ή/και τη θέση ενός ΠΚΕ σε λειτουργία, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του μεριμνά για τη διενέργεια αξιολόγησης σχετικά με τη συμμόρφωση του ΠΚΕ με όλες τις οικείες απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

    2.   Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης διευκρινίζονται από τα μέτρα εφαρμογής και αφήνουν στους κατασκευαστές τη δυνατότητα να επιλέγουν μεταξύ του εσωτερικού ελέγχου σχεδιασμού, που αναφέρεται στο παράρτημα ΙV, και του συστήματος διαχείρισης, που αναφέρεται στο παράρτημα V. Όταν είναι δεόντως δικαιολογημένη και ανάλογη προς τον κίνδυνο, η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης επιλέγεται μεταξύ των σχετικών ενοτήτων που περιγράφονται στην απόφαση 93/465/ΕΟΚ.

    Όταν ένα κράτος μέλος έχει ισχυρές ενδείξεις ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης ΠΚΕ, το εν λόγω κράτος μέλος δημοσιεύει το ταχύτερο δυνατόν τεκμηριωμένη αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ, την οποία μπορεί να διεξαγάγει αρμόδιος φορέας, ώστε να είναι δυνατή η έγκαιρη διορθωτική επέμβαση, εφόσον απαιτείται.

    Αν ένα ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής έχει σχεδιασθεί από οργανισμό καταχωρημένο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19 Μαρτίου 2001, για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) (25) και η σχεδιαστική λειτουργία περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής αυτής της καταχώρισης, το σύστημα διαχείρισης αυτού του οργανισμού τεκμαίρεται ότι έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του παραρτήματος V της παρούσας οδηγίας.

    Αν ένα ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής έχει σχεδιασθεί από οργανισμό ο οποίος διαθέτει σύστημα διαχείρισης που περιλαμβάνει τη λειτουργία του σχεδιασμού του προϊόντος και το οποίο εφαρμόζεται σύμφωνα με εναρμονισμένα πρότυπα, οι αριθμοί αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό το σύστημα διαχείρισης τεκμαίρεται ότι έχει συμμορφωθεί με τις αντίστοιχες απαιτήσεις του παραρτήματος V.

    3.   Μετά τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής, ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του διατηρεί, για διενέργεια επιθεώρησης, επί χρονικό διάστημα 10 ετών μετά την κατασκευή του τελευταίου ΠΚΕ, τα σχετικά έγγραφα που αφορούν τη διενεργηθείσα αξιολόγηση συμμόρφωσης, καθώς και τις δηλώσεις συμμόρφωσης που εκδόθηκαν.

    Τα σχετικά έγγραφα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους εντός 10 ημερών μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος.

    4.   Τα έγγραφα που αφορούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και τη δήλωση συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

    Άρθρο 9

    Τεκμήριο συμμόρφωσης

    1.   Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα ΠΚΕ που φέρουν την αναφερόμενη στο άρθρο 5 σήμανση CE έχουν συμμορφωθεί με τις σχετικές διατάξεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

    2.   Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα ΠΚΕ για τα οποία έχουν εφαρμοσθεί εναρμονισμένα πρότυπα, οι αριθμοί αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν συμμορφωθεί με όλες τις σχετικές απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής στο οποίο αναφέρονται τα εν λόγω πρότυπα.

    3.   Τα ΠΚΕ στα οποία έχει απονεμηθεί το κοινοτικό οικολογικό σήμα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1980/2000 τεκμαίρεται ότι έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το οικολογικό σήμα.

    4.   Για τους σκοπούς της τεκμαιρόμενης συμμόρφωσης στα πλαίσια της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 2, μπορεί να αποφασίζει ότι και άλλα οικολογικά σήματα πληρούν ισοδύναμους όρους με το κοινοτικό οικολογικό σήμα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1980/2000. Τα ΠΚΕ στα οποία έχουν απονεμηθεί τέτοια οικολογικά σήματα, τεκμαίρεται ότι έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το οικολογικό σήμα.

    Άρθρο 10

    Εναρμονισμένα πρότυπα

    1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν, κατά το δυνατόν, για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων ώστε να καθίσταται δυνατή η διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη σε εθνικό επίπεδο σχετικά με τη διαδικασία κατάρτισης και παρακολούθησης των εναρμονισμένων προτύπων.

    2.   Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή θεωρεί ότι τα εναρμονισμένα πρότυπα, η εφαρμογή των οποίων τεκμαίρεται ότι πληροί τις ειδικές διατάξεις ενός εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις εν λόγω διατάξεις, το οικείο κράτος μέλος ή η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τη μόνιμη επιτροπή που συστάθηκε με το άρθρο 5 της οδηγίας 98/34/ΕΚ, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της κατεπειγόντως.

    3.   Υπό το πρίσμα της γνώμης της εν λόγω επιτροπής, η Επιτροπή αποφασίζει να δημοσιεύσει, να μη δημοσιεύσει, να δημοσιεύσει με περιορισμό, να διατηρήσει ή να αποσύρει τις αναφορές των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    4.   Η Επιτροπή ενημερώνει τον οικείο ευρωπαϊκό φορέα τυποποίησης και, αν χρειάζεται, εκδίδει νέα εντολή με σκοπό την αναθεώρηση των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων.

    Άρθρο 11

    Απαιτήσεις για τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις υπομονάδες συναρμολόγησης

    Τα μέτρα εφαρμογής δύνανται να απαιτούν από τους κατασκευαστές ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους οι οποίοι διαθέτουν στην αγορά ή/και θέτουν σε λειτουργία κατασκευαστικά στοιχεία και υπομονάδες αξιολόγησης να παρέχουν στον κατασκευαστή ενός ΠΚΕ που καλύπτεται από μέτρα εφαρμογής τις σχετικές πληροφορίες για την υλική σύνθεση και για την κατανάλωση ενέργειας, υλικών ή/και πόρων των κατασκευαστικών στοιχείων ή υπομονάδων συναρμολόγησης.

    Άρθρο 12

    Διοικητική συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών

    1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη λήψη των δεόντων μέτρων ώστε να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας αρχές να συνεργάζονται μεταξύ τους, να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να παρέχουν προς την Επιτροπή πληροφορίες, ούτως ώστε να υποβοηθείται η λειτουργία της παρούσας οδηγίας, και ιδίως η εφαρμογή του άρθρου 7.

    Η διοικητική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να αξιοποιούν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας και μπορούν να υποστηρίζονται από σχετικά κοινοτικά προγράμματα.

    Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    2.   Η ακριβής φύση και η δομή της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών αποφασίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 2.

    3.   Η Επιτροπή λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και να συμβάλει σε αυτήν κατά τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο.

    Άρθρο 13

    Επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους

    1.   Στο πλαίσιο προγραμμάτων από τα οποία οι ΜΜΕ και πολύ μικρές επιχειρήσεις μπορούν να αντλήσουν οφέλη, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της πρωτοβουλίες που βοηθούν τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις να ενσωματώσουν περιβαλλοντικές παραμέτρους, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής αποδοτικότητας, κατά το σχεδιασμό των προϊόντων τους.

    2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν, ιδίως με την ενίσχυση των δικτύων και δομών παροχής βοήθειας, για την ενθάρρυνση των ΜΜΕ και των πολύ μικρών επιχειρήσεων να υιοθετήσουν, ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού του προϊόντος, περιβαλλοντικώς υγιή προσέγγιση και να προσαρμοσθούν προς τη μελλοντική ευρωπαϊκή νομοθεσία.

    Άρθρο 14

    Πληροφορίες για τον καταναλωτή

    Σύμφωνα με τα ισχύοντα μέτρα εφαρμογής, οι κατασκευαστές διασφαλίζουν, υπό τη μορφή που κρίνουν κατάλληλη, ότι στους καταναλωτές των ΠΚΕ παρέχονται:

    η αναγκαία πληροφόρηση σχετικά με το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν στην αειφόρο χρήση του προϊόντος,

    τα οικολογικά χαρακτηριστικά του προϊόντος και τα οφέλη του οικολογικού σχεδιασμού, όταν τα μέτρα εφαρμογής το απαιτούν.

    Άρθρο 15

    Μέτρα εφαρμογής

    1.   Όταν ένα ΠΚΕ πληροί τα κριτήρια που παρατίθενται στην παράγραφο 2, εμπίπτει σε μέτρο εφαρμογής ή μέτρο αυτορρύθμισης κατά την παράγραφο 3 στοιχείο β). Όταν η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα εφαρμογής, ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 2.

    2.   Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τα ακόλουθα:

    α)

    το ΠΚΕ πρέπει να αντιπροσωπεύει σημαντικό όγκο πωλήσεων και εμπορικών συναλλαγών εντός της Κοινότητας, ενδεικτικά άνω των 200 000 τεμαχίων εντός ενός έτους, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία·

    β)

    δεδομένων των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία, το ΠΚΕ πρέπει να έχει σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο εντός της Κοινότητας, όπως προσδιορίζεται στις κοινοτικές στρατηγικές προτεραιότητες κατά τα οριζόμενα στην απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ·

    γ)

    το ΠΚΕ πρέπει να παρουσιάζει σημαντικές δυνατότητες βελτίωσης όσον αφορά τον περιβαλλοντικό του αντίκτυπο χωρίς υπερβολικό κόστος, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα:

    έλλειψη άλλης σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας ή ακατάλληλη αντιμετώπιση του ζητήματος από τις δυνάμεις της αγοράς,

    μεγάλη ανισότητα περιβαλλοντικών επιδόσεων μεταξύ των διαθέσιμων στην αγορά ΠΚΕ με ισοδύναμες λειτουργίες.

    3.   Όταν καταρτίζει σχέδιο μέτρου εφαρμογής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τυχόν απόψεις τις οποίες έχει εκφράσει η επιτροπή του άρθρου 19 παράγραφος 1 και επιπλέον λαμβάνει υπόψη:

    α)

    τις κοινοτικές περιβαλλοντικές προτεραιότητες, όπως αυτές που καθορίζονται στην απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ, ή στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ) της Επιτροπής·

    β)

    συναφείς κοινοτικές διατάξεις και μέτρα αυτορρύθμισης, όπως οι εθελοντικές συμφωνίες, τα οποία, κατόπιν αξιολογήσεως σύμφωνα με το άρθρο 17, αναμένεται να επιτύχουν τους στόχους της σχετικής πολιτικής ταχύτερα ή με μικρότερο κόστος απ' ό, τι οι υποχρεωτικές απαιτήσεις.

    4.   Κατά την κατάρτιση σχεδίου μέτρου εφαρμογής, η Επιτροπή:

    α)

    μελετά τον κύκλο ζωής του ΠΚΕ και όλες τις σημαντικές περιβαλλοντικές παραμέτρους, μεταξύ άλλων την ενεργειακή αποδοτικότητα. Το βάθος ανάλυσης των περιβαλλοντικών πτυχών και της δυνατότητας βελτίωσής τους είναι ανάλογο της σημασίας τους. Η υιοθέτηση των απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού στις σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές ενός ΠΚΕ δεν επιβραδύνεται αδικαιολόγητα από αβεβαιότητες που αφορούν τις άλλες πτυχές·

    β)

    πραγματοποιεί αξιολόγηση των συνεπειών για το περιβάλλον, τους καταναλωτές και τους κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, από άποψη ανταγωνιστικότητας και για τις αγορές εκτός Κοινότητας, καινοτομίας, πρόσβασης στην αγορά και κόστους και οφέλους·

    γ)

    λαμβάνει υπόψη την υφισταμένη εθνική νομοθεσία για το περιβάλλον την οποία τα κράτη μέλη θεωρούν σχετική·

    δ)

    προβαίνει στις δέουσες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους·

    ε)

    καταρτίζει επεξηγηματικό υπόμνημα του σχεδίου μέτρου εφαρμογής, βασιζόμενη στην αξιολόγηση που προβλέπεται στο στοιχείο β)·

    στ)

    ορίζει ημερομηνία(-ες) εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ.

    5.   Τα μέτρα εφαρμογής πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

    α)

    δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στη λειτουργικότητα του προϊόντος σε ό, τι αφορά τον χρήστη·

    β)

    δεν πρέπει να επηρεάζονται αρνητικά η υγεία, η ασφάλεια και το περιβάλλον·

    γ)

    δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στους καταναλωτές, ιδίως όσον αφορά την προσιτή τιμή και το κόστος του κύκλου ζωής του προϊόντος·

    δ)

    δεν πρέπει να υπάρχει σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στην ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας·

    ε)

    καταρχήν, ο καθορισμός μιας απαίτησης οικολογικού σχεδιασμού δεν πρέπει να έχει ως συνέπεια να επιβάλλει στους κατασκευαστές τη χρήση μιας αποκλειστικής τεχνολογίας·

    στ)

    δεν πρέπει να βαρύνει με υπερβάλλοντα διοικητικό φόρτο τους κατασκευαστές.

    6.   Τα μέτρα εφαρμογής θεσπίζουν απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το παράρτημα I ή/και το παράρτημα II.

    Θεσπίζονται ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για επιλεγμένες περιβαλλοντικές πτυχές που έχουν σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο.

    Τα μέτρα εφαρμογής μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι δεν είναι απαραίτητη η απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού σχετικά με τις ορισμένες ειδικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρος 1.

    7.   Οι απαιτήσεις διατυπώνονται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές επιτήρησης της αγοράς μπορούν να επαληθεύουν τη συμμόρφωση του ΠΚΕ προς τις απαιτήσεις του μέτρου εφαρμογής. Στο μέτρο εφαρμογής προσδιορίζεται κατά πόσον η διαδικασία επαλήθευσης μπορεί να επιτευχθεί άμεσα στο ΠΚΕ ή βάσει τεχνικής τεκμηρίωσης.

    8.   Τα μέτρα εφαρμογής περιλαμβάνουν τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα VII.

    9.   Οι σχετικές μελέτες και αναλύσεις που χρησιμοποιεί η Επιτροπή κατά την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής θα πρέπει να δημοσιοποιούνται, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της εύκολης προσβάσεως και χρήσεως από ενδιαφερόμενες ΜΜΕ.

    10.   Εφόσον απαιτείται, μέτρο εφαρμογής που καθορίζει απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού συνοδεύεται από κατευθυντήριες γραμμές, τις οποίες θεσπίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2, για τον υπολογισμό των διαφόρων περιβαλλοντικών πτυχών· οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές καλύπτουν ιδιαιτερότητες των ΜΜΕ που χρησιμοποιούνται στον παραγωγικό τομέα και επηρεάζονται από τα μέτρα εφαρμογής. Εφόσον απαιτείται, σύμφωνα προς το άρθρο 13 παράγραφος 1, η Επιτροπή μπορεί να παρέχει επιπλέον ειδικευμένο υλικό για να διευκολύνει τις ΜΜΕ στην εφαρμογή.

    Άρθρο 16

    Πρόγραμμα εργασίας

    1.   Σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 15 και μετά από συνεργασία με το φόρουμ διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 18, η Επιτροπή καταρτίζει πρόγραμμα εργασίας το οποίο δημοσιοποιείται, το αργότερο στις 6 Ιουλίου 2007.

    Το πρόγραμμα εργασίας καταρτίζει, για τα τρία επόμενα χρόνια, ενδεικτικό κατάλογο ομάδων προϊόντων που θεωρούνται ότι έχουν προτεραιότητα για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής.

    Το πρόγραμμα εργασίας τροποποιείται περιοδικά από την Επιτροπή μετά από διαβούλευση με το φόρουμ διαβούλευσης.

    2.   Ωστόσο, κατά τη μεταβατική περίοδο εντός της οποίας καταρτίζεται το πρώτο πρόγραμμα εργασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, και σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 παράγραφος 2 και τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 15, και μετά από διαβούλευση με το φόρουμ διαβούλευσης, η Επιτροπή θεσπίζει, κατά τα προσήκοντα, εκ των προτέρων:

    μέτρα εφαρμογής αρχίζοντας από τα προϊόντα που έχουν χαρακτηρισθεί από το ΕΠΑΚ ως παρέχοντα μεγάλες δυνατότητες οικονομικώς αποδοτικής μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, όπως ο εξοπλισμός θέρμανσης και παραγωγής ζεστού νερού, τα συστήματα ηλεκτρικών κινητήρων, τα συστήματα φωτισμού τόσο του οικιακού όσο και του τριτογενούς τομέα, οι οικιακές συσκευές, ο γραφειακός εξοπλισμός τόσο του οικιακού όσο και του τριτογενούς τομέα, οι καταναλωτικές ηλεκτρονικές συσκευές και τα συστήματα θέρμανσης, αερισμού, και κλιματισμού,

    χωριστό μέτρο εφαρμογής που αφορά τη μείωση της ενεργειακής απώλειας όλων των προϊόντων σε λειτουργία αναμονής.

    Άρθρο 17

    Αυτορρύθμιση

    Οι εθελοντικές συμφωνίες ή άλλα μέτρα αυτορρύθμισης που προτάθηκαν ως εναλλακτικές λύσεις αντί των μέτρων εφαρμογής στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας αξιολογούνται τουλάχιστον βάσει του παραρτήματος VΙΙI.

    Άρθρο 18

    Φόρουμ διαβούλευσης

    Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι, κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της, ως προς κάθε μέτρο εφαρμογής, εφαρμόζει ισόρροπη συμμετοχή των εκπροσώπων των κρατών μελών και όλων των ενδιαφερομένων για το εν λόγω προϊόν ή ομάδα προϊόντων, όπως η βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, των βιοτεχνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, των εμπόρων, των εμπόρων λιανικής πώλησης, των εισαγωγέων, των ενώσεων προστασίας του περιβάλλοντος και των οργανώσεων καταναλωτών. Τα εν λόγω μέρη συμβάλλουν ειδικότερα στον ορισμό και στην αναθεώρηση των μέτρων εφαρμογής, στην εξέταση της αποτελεσματικότητας των καθιερωμένων μηχανισμών εποπτείας της αγοράς και στην αξιολόγηση των εθελοντικών μηχανισμών και άλλων μέτρων αυτορρύθμισης. Τα εν λόγω μέρη συναντώνται σε ένα φόρουμ διαβούλευσης, Η Επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του φόρουμ.

    Άρθρο 19

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

    2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

    Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

    3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

    Άρθρο 20

    Κυρώσεις

    Τα κράτη μέλη ορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού μη συμμόρφωσης και του αριθμού τεμαχίων των μη συμμορφούμενων προϊόντων που διατίθενται στην κοινοτική αγορά.

    Άρθρο 21

    Τροποποίηση

    1.   Η οδηγία 92/42/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

    1.

    Το άρθρο 6 διαγράφεται.

    2.

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 10α

    Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Ιουλίου 2005, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (26), όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ.

    3.

    Στο παράρτημα I, το τμήμα 2 διαγράφεται.

    4.

    Το παράρτημα ΙΙ διαγράφεται.

    2.   Η οδηγία 96/57/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 9α

    Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Ιουλίου 2005, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (27), όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ.

    3.   Η οδηγία 2000/55/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 9α

    Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέτρο εφαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Ιουλίου 2005, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (28), όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κατά τη χρήση, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, και είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να καταργείται σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ.

    Άρθρο 22

    Κατάργηση

    Οι οδηγίες 78/170/ΕΟΚ και 86/594/ΕΟΚ καταργούνται. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξακολουθούν να εφαρμόζουν τα υφιστάμενα εθνικά μέτρα που υιοθετήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 86/594/ΕΟΚ έως ότου θεσπισθούν μέτρα εφαρμογής για τα σχετικά προϊόντα δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 23

    Επανεξέταση

    Το αργότερο στις 6 Ιουλίου 2010, η Επιτροπή επανεξετάζει την αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων εφαρμογής της, του ορίου για τη λήψη μέτρων εφαρμογής, των μηχανισμών επιτήρησης της αγοράς και οποιασδήποτε σχετικής αυτορρύθμισης που προκύπτει, μετά από διαβούλευση με το φόρουμ διαβούλευσης που αναφέρει το άρθρο 18 και, ανάλογα με την περίπτωση, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο προτάσεις για την τροποποίησή της.

    Άρθρο 24

    Απόρρητο

    Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών από τον κατασκευαστή ή/και τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 11 και το παράρτημα Ι μέρος 2, είναι αναλογικές και λαμβάνουν υπόψη το εύλογο του εμπιστευτικού χαρακτήρα των εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών.

    Άρθρο 25

    Εφαρμογή

    1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις 11 Αυγούστου 2007.

    Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κυρίων διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 26

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 27

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Στρασβούργο, 6 Ιουλίου 2005.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. BORRELL FONTELLES

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. STRAW


    (1)  ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 25.

    (2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20 Απριλίου 2004 (ΕΕ C 104 E της 30.4.2004, σ. 319), κοινή θέση του Συμβουλίου της 29 Νοεμβρίου 2004 (ΕΕ C 38 E της 15.2.2005, σ. 45), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13 Απριλίου 2005 και απόφαση του Συμβουλίου της 23 Μαΐου 2005.

    (3)  ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.

    (4)  ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 23.

    (5)  ΕΕ C 136 της 4.6.1985, σ. 1.

    (6)  ΕΕ C 141 της 19.5.2000, σ. 1.

    (7)  ΕΕ L 297 της 13.10.1992, σ. 16· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

    (8)  ΕΕ L 237 της 21.9.2000, σ. 1.

    (9)  ΕΕ L 332 της 15.12.2001, σ. 1.

    (10)  ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 24· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/108/ΕΚ (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 106).

    (11)  ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 19.

    (12)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 201· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/98/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 305 της 1.10.2004, σ. 63).

    (13)  ΕΕ L 167 της 22.6.1992, σ. 17· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 52 της 21.2.2004, σ. 50).

    (14)  ΕΕ L 236 της 18.9.1996, σ. 36.

    (15)  ΕΕ L 279 της 1.11.2000, σ. 33.

    (16)  ΕΕ L 52 της 23.2.1978, σ. 32· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 82/885/ΕΟΚ (ΕΕ L 378 της 31.12.1982, σ. 19).

    (17)  ΕΕ L 196 της 26.7.1990, σ. 15· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).

    (18)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 65.

    (19)  ΕΕ L 344 της 6.12.1986, σ. 24· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

    (20)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    (21)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

    (22)  ΕΕ L 194 της 25.7.1975, σ. 39· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

    (23)  ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 20· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/31/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 2.7.1994, σ. 28).

    (24)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

    (25)  ΕΕ L 114 της 24.4.2001, σ. 1.

    (26)  ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 29

    (27)  ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 29

    (28)  ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 29


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Μέθοδος καθορισμού των γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15)

    Οι γενικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού αποσκοπούν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ΠΚΕ, με γνώμονα τις σημαντικές περιβαλλοντικές του πτυχές και χωρίς καθορισμό οριακών τιμών. Η μέθοδος σύμφωνα με το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται όταν δεν ενδείκνυται να οριστούν οριακές τιμές για την υπό εξέταση ομάδα προϊόντων. Κατά την κατάρτιση και την εφαρμογή σχεδίου μέτρου εφαρμογής το οποίο θα υποβληθεί στην επιτροπή του άρθρου 19, η Επιτροπή προσδιορίζει σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές οι οποίες διευκρινίζονται στο μέτρο εφαρμογής.

    Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής που θεσπίζουν γενικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με το άρθρο 15, η Επιτροπή προσδιορίζει, όπως ενδείκνυται ανάλογα με το ΠΚΕ που καλύπτεται από το μέτρο εφαρμογής, τις σχετικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού εκ των απαριθμούμενων στο μέρος 1, τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών εκ των απαριθμούμενων στο μέρος 2 και τις απαιτήσεις για τον κατασκευαστή εκ των απαριθμούμενων στο μέρος 3.

    Μέρος 1. Παράμετροι οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ

    1.1.

    Οι σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές προσδιορίζονται με συνεκτίμηση των ακόλουθων φάσεων του κύκλου ζωής του προϊόντος και στο βαθμό που αυτές συνδέονται με τον σχεδιασμό του προϊόντος:

    α)

    επιλογή και χρησιμοποίηση πρώτων υλών·

    β)

    κατασκευή·

    γ)

    συσκευασία, μεταφορά και διανομή·

    δ)

    εγκατάσταση και συντήρηση·

    ε)

    χρήση·

    στ)

    τέλος ζωής, ήτοι κατάσταση ενός ΠΚΕ που έχει φθάσει στο τέλος της πρώτης του χρήσης έως την τελική διάθεσή του.

    1.2.

    Για κάθε φάση, πρέπει να εκτιμώνται οι ακόλουθες περιβαλλοντικές πτυχές, ανάλογα με την περίπτωση:

    α)

    προβλεπόμενη κατανάλωση υλικών, ενέργειας και άλλων πόρων, όπως γλυκού νερού·

    β)

    προβλεπόμενες εκπομπές στον αέρα, το νερό ή το έδαφος·

    γ)

    προβλεπόμενη ρύπανση μέσω φυσικών φαινομένων, όπως ο θόρυβος, οι δονήσεις, οι ακτινοβολίες, τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία·

    δ)

    προβλεπόμενη παραγωγή αποβλήτων·

    ε)

    δυνατότητες επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης και ανάκτησης υλικών ή/και ενέργειας, λαμβανομένης υπόψη της οδηγίας 2002/96/ΕΚ.

    1.3.

    Ιδιαίτερα, πρέπει να χρησιμοποιούνται και να συμπληρώνονται από άλλες, οσάκις απαιτείται, οι ακόλουθες παράμετροι για την αξιολόγηση των δυνατοτήτων βελτίωσης των περιβαλλοντικών πτυχών που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο:

    α)

    βάρος και όγκος του προϊόντος·

    β)

    χρήση υλικών που προέρχονται από δραστηριότητες ανακύκλωσης·

    γ)

    κατανάλωση ενέργειας, νερού και άλλων πόρων καθ«όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής·

    δ)

    χρήση ουσιών που ταξινομούνται ως επικίνδυνες για την υγεία ή/και το περιβάλλον σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27 Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών (1) και λαμβανομένης υπόψη της νομοθεσίας σχετικά με την εμπορία και τη χρήση συγκεκριμένων ουσιών, όπως οι οδηγίες 76/769/ΕΟΚ ή 2002/95/ΕΚ·

    ε)

    ποσότητα και φύση των αναλωσίμων που χρειάζονται για τη σωστή χρήση και συντήρηση·

    στ)

    ευχέρεια επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης, όπως εκφράζεται μέσω των εξής στοιχείων: αριθμός χρησιμοποιουμένων υλικών και εξαρτημάτων, χρήση τυποποιημένων εξαρτημάτων, χρόνος που απαιτείται για την αποσυναρμολόγηση, πολυπλοκότητα των εργαλείων που απαιτούνται για την αποσυναρμολόγηση, χρήση προτύπων κωδικοποίησης για τον προσδιορισμό των εξαρτημάτων και των υλικών που είναι κατάλληλα για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση (συμπεριλαμβανομένης της σήμανσης των πλαστικών εξαρτημάτων σύμφωνα με τα πρότυπα ISO), χρήση εύκολα ανακυκλώσιμων υλικών, ευχερής πρόσβαση σε πολύτιμα και άλλα ανακυκλώσιμα εξαρτήματα και υλικά, ευχερής πρόσβαση σε εξαρτήματα και υλικά που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες·

    ζ)

    ενσωμάτωση μεταχειρισμένων εξαρτημάτων·

    η)

    αποφυγή τεχνικών λύσεων που βλάπτουν την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση εξαρτημάτων και ολόκληρων συσκευών·

    θ)

    παράταση του χρόνου ζωής, όπως εκφράζεται μέσω των εξής στοιχείων: ελάχιστη εγγυημένη διάρκεια ζωής, ελάχιστο διάστημα διαθεσιμότητας ανταλλακτικών, δομοστοιχειωτός σχεδιασμός, δυνατότητα αναβάθμισης, δυνατότητα επιδιόρθωσης·

    ι)

    ποσότητες παραγομένων αποβλήτων και ποσότητες παραγομένων επικίνδυνων αποβλήτων·

    ια)

    εκπομπές στον αέρα (αέρια θερμοκηπίου, παράγοντες οξίνισης, πτητικές οργανικές ενώσεις, ουσίες που εξασθενούν τη στιβάδα του όζοντος, ανθεκτικοί οργανικοί ρύποι, βαρέα μέταλλα, λεπτά σωματίδια και αιωρούμενα σωματίδια), με την επιφύλαξη της οδηγίας 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16 Δεκεμβρίου 1997, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα (2)·

    ιβ)

    εκπομπές στο νερό (βαρέα μέταλλα, ουσίες που έχουν αρνητική επίδραση στο ισοζύγιο οξυγόνου, ανθεκτικοί οργανικοί ρύποι)·

    ιγ)

    εκπομπές στο έδαφος (ιδίως διαρροή και διάχυση επικίνδυνων ουσιών κατά τη φάση της χρήσης των προϊόντων, και κίνδυνος απόπλυσης κατά τη διάθεση των προϊόντων ως αποβλήτων).

    Μέρος 2. Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών

    Τα μέτρα εφαρμογής μπορεί να απαιτούν από τον κατασκευαστή την παροχή πληροφοριών, οι οποίες είναι δυνατόν να επηρεάζουν τον τρόπο χειρισμού, χρήσης ή ανακύκλωσης του προϊόντος από μέρη άλλα πλην του κατασκευαστή. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση:

    πληροφορίες από τον σχεδιαστή σχετικά με τη διαδικασία κατασκευής,

    πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με τα σημαντικά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και επιδόσεις του προϊόντος· οι πληροφορίες αυτές πρέπει να συνοδεύουν το προϊόν, όταν αυτό διατίθεται στην αγορά, ούτως ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να συγκρίνει αυτές τις πτυχές των προϊόντων,

    πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με τον τρόπο εγκατάστασης, χρήσης και συντήρησης του προϊόντος, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο αντίκτυπός του στο περιβάλλον και να διασφαλίζεται η βέλτιστη προσδοκώμενη διάρκεια ζωής του, καθώς και σχετικά με τον τρόπο επιστροφής του προϊόντος μετά το τέλος της ζωής του, και, ανάλογα με την περίπτωση, παροχή πληροφοριών για την περίοδο διαθεσιμότητας ανταλλακτικών και για τις δυνατότητες για βελτίωση του προϊόντος,

    παροχή πληροφοριών για τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας σχετικά με την αποσυναρμολόγηση, την ανακύκλωση ή τη διάθεση του προϊόντος μετά το τέλος της ζωής του.

    Οι πληροφορίες πρέπει να βρίσκονται επάνω στο ίδιο το προϊόν, όταν αυτό είναι δυνατόν.

    Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από άλλη κοινοτική νομοθεσία, όπως η οδηγία 2002/96/ΕΚ.

    Μέρος 3. Απαιτήσεις για τον κατασκευαστή

    1.

    Λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές πτυχές οι οποίες, σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής, είναι δυνατόν να επηρεάζονται ουσιαστικά από τον σχεδιασμό του προϊόντος, οι κατασκευαστές ΠΚΕ υποχρεούνται να διενεργούν αξιολόγηση του μοντέλου ΠΚΕ καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, με βάση ρεαλιστικές παραδοχές σχετικά με τις κανονικές συνθήκες και για τους σκοπούς της χρησιμοποίησής του. Άλλες περιβαλλοντικές πτυχές μπορεί να εξετάζονται σε εθελοντική βάση.

    Με βάση αυτή την αξιολόγηση, οι κατασκευαστές καταρτίζουν το οικολογικό προφίλ του ΠΚΕ. Το οικολογικό προφίλ βασίζεται σε χαρακτηριστικά του προϊόντος που έχουν σχέση με το περιβάλλον και σε εισροές/εκροές που προκύπτουν καθ» όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του προϊόντος και εκφράζονται σε φυσικά μεγέθη τα οποία είναι δυνατόν να μετρηθούν.

    2.

    Οι κατασκευαστές χρησιμοποιούν την αξιολόγηση αυτή για να αξιολογούν τις εναλλακτικές σχεδιαστικές λύσεις και την επιτευχθείσα περιβαλλοντική επίδοση του προϊόντος βάσει κριτηρίων αξιολόγησης.

    Τα κριτήρια αξιολόγησης προσδιορίζονται από την Επιτροπή στο μέτρο εφαρμογής βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώνονται κατά την κατάρτιση του μέτρου.

    Η επιλογή συγκεκριμένης σχεδιαστικής λύσης εξασφαλίζει εύλογη ισορροπία μεταξύ των διαφόρων περιβαλλοντικών πτυχών και μεταξύ, αφενός, των περιβαλλοντικών πτυχών και άλλων σχετικών θεμάτων, όπως η ασφάλεια και η υγεία, οι τεχνικές απαιτήσεις λειτουργικότητας, ποιότητας και επιδόσεων, και, αφετέρου, των οικονομικών πτυχών, συμπεριλαμβανομένου του κόστους κατασκευής και της δυνατότητας εμπορίας, τηρουμένου, συγχρόνως, του συνόλου της σχετικής νομοθεσίας.


    (1)  ΕΕ  196 της 16.8.1967, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/73/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 152 της 30.4.2004, σ. 1).

    (2)  ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/26/ΕΚ (ΕΕ L 146 της 30.4.2004, σ. 1).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Μέθοδος καθορισμού των ειδικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15)

    Οι ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού αποσκοπούν στη βελτίωση μιας επιλεγμένης περιβαλλοντικής πτυχής του προϊόντος. Μπορούν να λαμβάνουν τη μορφή απαιτήσεων για μειωμένη κατανάλωση ενός συγκεκριμένου πόρου, όπως όρια για τη χρήση αυτού του πόρου κατά τα διάφορα στάδια του κύκλου ζωής του ΠΚΕ, όπως ενδείκνυται (π.χ. όρια για την κατανάλωση νερού στη φάση της χρήσης ή για τις ποσότητες ενός συγκεκριμένου υλικού που ενσωματώνεται στο προϊόν ή απαίτηση για τις ελάχιστες ποσότητες ανακυκλωμένου υλικού).

    Κατά την κατάρτιση μέτρων εφαρμογής που καθορίζουν ειδικές απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού δυνάμει του άρθρου 15, η Επιτροπή προσδιορίζει, όπως ενδείκνυται ανάλογα με το ΠΚΕ που καλύπτεται από το μέτρο εφαρμογής, τις σχετικές παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού εκ των απαριθμούμενων στο παράρτημα Ι, μέρος 1 και ορίζει το επίπεδο των απαιτήσεων αυτών σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 2, ως ακολούθως:

    1.

    Στην τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση επιλέγεται ένας αριθμός αντιπροσωπευτικών μοντέλων του εν λόγω ΠΚΕ στην αγορά και προσδιορίζονται οι τεχνικές εναλλακτικές δυνατότητες βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής βιωσιμότητας των εν λόγω εναλλακτικών επιλογών και αποφεύγοντας κάθε σημαντική απώλεια επιδόσεων ή χρησιμότητας του προϊόντος για τους καταναλωτές.

    Η τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική ανάλυση προσδιορίζει επίσης, για τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πτυχές, τα προϊόντα και την τεχνολογία με τις καλύτερες επιδόσεις που είναι διαθέσιμα στην αγορά.

    Η αποδοτικότητα προϊόντων που διατίθενται στις διεθνείς αγορές και τα σημεία αναφοράς που ορίζονται στη νομοθεσία άλλων χωρών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάλυση καθώς και κατά τον καθορισμό των απαιτήσεων.

    Με βάση την ανάλυση αυτή και λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής και τεχνικής εφικτότητας, καθώς και των δυνατοτήτων βελτίωσης, λαμβάνονται συγκεκριμένα μέτρα με στόχο τη μείωση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου του προϊόντος στο ελάχιστο.

    Όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση, το επίπεδο της ενεργειακής απόδοσης ή κατανάλωσης καθορίζεται με στόχο το ελάχιστο κόστος κύκλου ζωής για τους τελικούς χρήστες για αντιπροσωπευτικά μοντέλα ΠΚΕ, λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών σε άλλες περιβαλλοντικές πτυχές. Η μέθοδος διενέργειας της ανάλυσης κόστους κύκλου ζωής χρησιμοποιεί πραγματικό προεξοφλητικό επιτόκιο βάσει των δεδομένων που παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και μια ρεαλιστική διάρκεια ζωής για το ΠΚΕ· βασίζεται στο άθροισμα των διακυμάνσεων της τιμής αγοράς (που προκύπτει από τις διακυμάνσεις του βιομηχανικού κόστους) και των λειτουργικών δαπανών που προκύπτουν από τα διάφορα επίπεδα εναλλακτικών επιλογών για πραγματοποίηση τεχνικών βελτιώσεων υπολογιζόμενων με αφαίρεση για όλη τη διάρκεια ζωής των εξεταζομένων αντιπροσωπευτικών μοντέλων ΠΚΕ. Οι λειτουργικές δαπάνες καλύπτουν πρωτίστως την κατανάλωση ενέργειας και τις πρόσθετες δαπάνες για άλλους πόρους (όπως νερό ή απορρυπαντικά).

    Πρέπει να διεξάγεται ανάλυση ευαισθησίας που να καλύπτει τα σχετικά στοιχεία (όπως τιμή της ενέργειας ή άλλων πόρων, κόστος των πρώτων υλών ή κόστος παραγωγής, προεξοφλητικά επιτόκια) και, κατά περίπτωση, το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος, συμπεριλαμβανομένων των αποτρεπόμενων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, προκειμένου να ελέγχεται αν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές και αν τα γενικά συμπεράσματα είναι αξιόπιστα. Η απαίτηση αναπροσαρμόζεται ανάλογα.

    Παρόμοια μεθοδολογία μπορεί να εφαρμόζεται και για άλλους πόρους, όπως για το νερό.

    2.

    Για τη σύνταξη των τεχνικών, περιβαλλοντικών και οικονομικών αναλύσεων, μπορούν να χρησιμοποιούνται πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο άλλων κοινοτικών δραστηριοτήτων.

    Το ίδιο ισχύει και για πληροφορίες που προέρχονται από υφιστάμενα προγράμματα που εφαρμόζονται σε άλλα μέρη του κόσμου, για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα ΠΚΕ που αποτελούν αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών με τους οικονομικούς εταίρους της ΕΕ.

    3.

    Η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η απαίτηση λαμβάνει υπόψη της τον κύκλο ανασχεδιασμού του προϊόντος.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    Σήμανση CE

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2)

    Image

    Η σήμανση CE πρέπει να έχει ύψος τουλάχιστον 5 mm. Αν η σήμανση CE μειωθεί ή αυξηθεί, πρέπει να τηρούνται οι αναλογίες που δίνονται στο παραπάνω σχήμα.

    Η σήμανση CE πρέπει να τίθεται πάνω στο ΠΚΕ. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, πρέπει να τίθεται πάνω στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

    Εσωτερικός έλεγχος σχεδιασμού

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 8)

    1.

    Το παρόν παράρτημα περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του που εκπληρώνει τις υποχρεώσεις οι οποίες καθορίζονται στο τμήμα 2 του παρόντος παραρτήματος διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ πληροί τις σχετικές απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να καλύπτει ένα ή περισσότερα προϊόντα και πρέπει να φυλάσσεται από τον κατασκευαστή.

    2.

    Ο κατασκευαστής καταρτίζει φάκελο τεχνικής τεκμηρίωσης που καθιστά δυνατή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ με τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

    Η εν λόγω τεκμηρίωση περιλαμβάνει ιδίως:

    α)

    γενική περιγραφή του ΠΚΕ και της χρήσης για την οποία προορίζεται·

    β)

    τα πορίσματα σχετικών μελετών περιβαλλοντικής αξιολόγησης που εκπόνησε ο κατασκευαστής ή/και παραπομπές σε βιβλιογραφία περιβαλλοντικής αξιολόγησης ή σε περιπτωσιολογικές μελέτες, που χρησιμοποιούνται από τον κατασκευαστή για την αξιολόγηση, την τεκμηρίωση και τον καθορισμό λύσεων όσον αφορά το σχεδιασμό του προϊόντος·

    γ)

    το οικολογικό προφίλ, εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής·

    δ)

    στοιχεία των προδιαγραφών σχεδιασμού του προϊόντος σχετικά με τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του·

    ε)

    κατάλογο των αναφερόμενων στο άρθρο 10 κατάλληλων προτύπων, που εφαρμόσθηκαν εν όλω ή εν μέρει, και περιγραφή των λύσεων που υιοθετήθηκαν για να καλυφθούν οι απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής σε περίπτωση μη εφαρμογής των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 10 ή όταν τα εν λόγω έγγραφα δεν πληρούν πλήρως τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής·

    στ)

    αντίγραφο των πληροφοριών που αφορούν τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του προϊόντος οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, μέρος 2·

    ζ)

    τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργήθηκαν για τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, με λεπτομερή στοιχεία για τη συμμόρφωση των μετρήσεων αυτών με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής.

    3.

    Ο κατασκευαστής πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζει ότι το προϊόν κατασκευάζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές σχεδιασμού που αναφέρονται στο τμήμα 2 και με τις απαιτήσεις του μέτρου που εφαρμόζεται σ' αυτό.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

    Σύστημα διαχείρισης για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 8)

    1.

    Το παρόν παράρτημα περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ο οποίος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του τμήματος 2 του παρόντος παραρτήματος, διασφαλίζει και δηλώνει ότι το ΠΚΕ πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να καλύπτει ένα ή περισσότερα προϊόντα και πρέπει να φυλάσσεται από τον κατασκευαστή.

    2.

    Για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ΠΚΕ είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται σύστημα διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο κατασκευαστής εφαρμόζει τα περιβαλλοντικά στοιχεία που καθορίζονται στο τμήμα 3 του παρόντος παραρτήματος.

    3.

    Περιβαλλοντικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης

    Το παρόν σημείο προσδιορίζει τα στοιχεία ενός συστήματος διαχείρισης και τις διαδικασίες βάσει των οποίων ο κατασκευαστής μπορεί να αποδεικνύει ότι το ΠΚΕ πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής.

    3.1.

    Πολιτική στον τομέα των περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος

    Ο κατασκευαστής πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι πληροί τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής. Ο κατασκευαστής πρέπει επίσης να είναι σε θέση να παρέχει ένα πλαίσιο για τον καθορισμό και την επανεξέταση των στόχων και δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος για τη βελτίωση των συνολικών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος.

    Όλες οι διατάξεις που θεσπίζονται από τον κατασκευαστή για τη βελτίωση των συνολικών περιβαλλοντικών επιδόσεων και τον καθορισμό του οικολογικού προφίλ του ΠΚΕ, εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής, μέσω του σχεδιασμού και της κατασκευής του, πρέπει να τεκμηριώνονται με συστηματικό και τακτικό τρόπο υπό μορφή γραπτών διαδικασιών και οδηγιών.

    Οι εν λόγω διαδικασίες και οδηγίες πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνουν κατάλληλη περιγραφή:

    του καταλόγου των εγγράφων που πρέπει να συντάσσονται - και ανάλογα με την περίπτωση - να προσκομίζονται για να αποδεικνύεται η συμμόρφωση του ΠΚΕ,

    των στόχων και δεικτών περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος και της οργανωτικής δομής, των ευθυνών, των εξουσιών της διοίκησης και του τρόπου κατανομής των πόρων όσον αφορά την εφαρμογή και τη διατήρησή τους,

    των ελέγχων και των δοκιμών που πρέπει να διενεργούνται μετά την κατασκευή του προϊόντος για να ελέγχονται οι επιδόσεις του σε σχέση με τους δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων,

    των διαδικασιών για τον έλεγχο της αναγκαίας τεκμηρίωσης και για τη διασφάλιση της συνεχούς ενημέρωσής της,

    της μεθόδου για τον έλεγχο της εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας των περιβαλλοντικών στοιχείων του συστήματος διαχείρισης.

    3.2.

    Προγραμματισμός

    Ο κατασκευαστής θεσπίζει και διατηρεί:

    α)

    διαδικασίες για τον καθορισμό του οικολογικού προφίλ του προϊόντος·

    β)

    στόχους και δείκτες περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος, οι οποίοι συνεκτιμούν τις τεχνολογικές εναλλακτικές επιλογές οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τις τεχνικές και οικονομικές απαιτήσεις·

    γ)

    πρόγραμμα για την επίτευξη αυτών των στόχων.

    3.3.

    Εφαρμογή και τεκμηρίωση

    3.3.1.

    Η τεκμηρίωση του συστήματος διαχείρισης καλύπτει, ιδίως, τα εξής:

    α)

    καθορίζονται και τεκμηριώνονται ευθύνες και αρχές ούτως ώστε να διασφαλίζεται η επίτευξη ουσιαστικών περιβαλλοντικών επιδόσεων από το προϊόν και η υποβολή εκθέσεων για τη λειτουργία του, με στόχο την επανεξέταση και τη βελτίωσή του·

    β)

    συντάσσονται έγγραφα που περιγράφουν τις τεχνικές ελέγχου και εξακρίβωσης του σχεδιασμού και τις διαδικασίες και τα συστηματικά μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον σχεδιασμό του προϊόντος·

    γ)

    ο κατασκευαστής συντάσσει και διατηρεί πληροφορίες που περιγράφουν τα βασικά περιβαλλοντικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης και τις διαδικασίες ελέγχου όλων των απαιτούμενων εγγράφων.

    3.3.2.

    Η τεκμηρίωση του ΠΚΕ διευκρινίζει, ιδίως, τα ακόλουθα:

    α)

    τη γενική περιγραφή του ΠΚΕ και την προβλεπόμενη χρήση του·

    β)

    τα αποτελέσματα σχετικών μελετών περιβαλλοντικής αξιολόγησης εκ μέρους του κατασκευαστή, ή/και παραπομπές σε βιβλιογραφία περιβαλλοντικής αξιολόγησης ή σε περιπτωσιολογικές μελέτες που χρησιμοποίησε ο κατασκευαστής για την αξιολόγηση, την τεκμηρίωση και τον καθορισμό λύσεων όσον αφορά τον σχεδιασμό του προϊόντος·

    γ)

    το οικολογικό προφίλ εφόσον απαιτείται από το μέτρο εφαρμογής·

    δ)

    τα έγγραφα που περιγράφουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργήθηκαν για τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού, με λεπτομερή στοιχεία για τη συμμόρφωση των μετρήσεων αυτών με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού που καθορίζονται στο εφαρμόσιμο μέτρο εφαρμογής·

    ε)

    ο κατασκευαστής καθορίζει προδιαγραφές που αναφέρουν, ιδίως, τα πρότυπα που εφαρμόσθηκαν· σε περίπτωση μη εφαρμογής των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 10 ή όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν πληρούν πλήρως τις απαιτήσεις του εφαρμόσιμου μέτρου εφαρμογής, τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης·

    στ)

    αντίγραφο των πληροφοριών σχετικά με τις πτυχές περιβαλλοντικού σχεδιασμού του προϊόντος οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προσδιορίζονται στο παράρτημα Ι, μέρος 2.

    3.4.

    Έλεγχος και διορθωτικά μέτρα

    α)

    ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζει ότι το ΠΚΕ κατασκευάζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές σχεδιασμού του και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του μέτρου εφαρμογής που εφαρμόζεται σε αυτό·

    β)

    ο κατασκευαστής θεσπίζει και διατηρεί διαδικασίες για τη διερεύνηση και την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης, και επιφέρει στις τεκμηριωμένες διαδικασίες τις τροποποιήσεις που προκύπτουν από τα διορθωτικά μέτρα·

    γ)

    ο κατασκευαστής διενεργεί τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια, πλήρη εσωτερικό έλεγχο του συστήματος διαχείρισης, αναφορικά προς τα περιβαλλοντικά του στοιχεία.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

    Δήλωση συμμόρφωσης

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 3)

    Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΚ πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

    1.

    Ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του.

    2.

    Περιγραφή του μοντέλου, επαρκή για τη σαφή αναγνώρισή του.

    3.

    Ανάλογα με την περίπτωση, τα στοιχεία των εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων.

    4.

    Ανάλογα με την περίπτωση, τα άλλα τεχνικά πρότυπα και προδιαγραφές που χρησιμοποιήθηκαν.

    5.

    Ανάλογα με την περίπτωση, τα στοιχεία άλλης κοινοτικής νομοθεσίας που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης CE.

    6.

    Στοιχεία ταυτότητας και υπογραφή του προσώπου που έχει το δικαίωμα να δεσμεύει τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

    Περιεχόμενο των μέτρων εφαρμογής

    (η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 8)

    Τα μέτρα εφαρμογής πρέπει να διευκρινίζουν, ιδίως:

    1.

    Τον ακριβή ορισμό του ή των τύπων των καλυπτομένων ΠΚΕ.

    2.

    Τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για το καλυπτόμενο ΠΚΕ, τις ημερομηνίες εφαρμογής και τα σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους,

    σε περίπτωση γενικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, τις σχετικές φάσεις και πτυχές εκ των αναφερομένων στο παράρτημα Ι, τμήμα 1.1. και 1.2, μαζί με παραδείγματα παραμέτρων επιλεγομένων ΕΚ των αναφερομένων στο παράρτημα I, τμήμα 1.3, ως οδηγίες για την αξιολόγηση βελτιώσεων συγκεκριμένων περιβαλλοντικών πτυχών,

    σε περίπτωση ειδικών απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού, το ή τα επίπεδά τους.

    3.

    Τις παραμέτρους οικολογικού σχεδιασμού οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρος Ι, και για τις οποίες δεν χρειάζεται απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού.

    4.

    Τις απαιτήσεις σχετικά με την εγκατάσταση του ΠΚΕ, όταν το στοιχείο αυτό έχει άμεση σχέση με τις εξεταζόμενες περιβαλλοντικές επιδόσεις.

    5.

    Τα πρότυπα ή/και τις μεθόδους μέτρησης που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν· όταν υπάρχουν, χρησιμοποιούνται εναρμονισμένα πρότυπα, των οποίων οι αριθμοί αναφοράς έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    6.

    Λεπτομερή στοιχεία για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης δυνάμει της απόφασης 93/465/ΕΟΚ

    όταν οι ενότητες που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν είναι διαφορετικές από την ενότητα A, τους παράγοντες που οδηγούν στην επιλογή αυτής της συγκεκριμένης διαδικασίας,

    ανάλογα με την περίπτωση, τα κριτήρια για την έγκριση ή/και την πιστοποίηση των τρίτων μερών.

    Όταν για το ίδιο ΠΚΕ ορίζονται διαφορετικές ενότητες σε άλλες απαιτήσεις ΕΚ, η ενότητα που ορίζεται στο μέτρο εφαρμογής υπερισχύει όσον αφορά τη σχετική απαίτηση.

    7.

    Τις απαιτήσεις για τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι κατασκευαστές, ιδίως για τα στοιχεία τεχνικής τεκμηρίωσης που απαιτούνται για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης των ΠΚΕ με τα μέτρα εφαρμογής.

    8.

    Τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου κατά την οποία τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά ή/και τη θέση σε λειτουργία ΠΚΕ, τα οποία έχουν συμμορφωθεί με τους κανονισμούς που ίσχυαν στο έδαφός τους κατά την ημερομηνία έκδοσης του μέτρου εφαρμογής.

    9.

    Την ημερομηνία αξιολόγησης και ενδεχόμενης αναθεώρησης του μέτρου εφαρμογής, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας της τεχνολογικής προόδου.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙI

    Πέραν της βασικής νομικής απαιτήσεως κατά την οποία οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης συμμορφώνονται προς όλες τις διατάξεις της συνθήκης (ιδίως προς τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού), καθώς και με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων πολυμερών εμπορικών κανόνων, ο εξής μη εξαντλητικός κατάλογος ενδεικτικών κριτηρίων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση του παραδεκτού των πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης ως εναλλακτικής λύσης αντί μέτρου εφαρμογής στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας:

    1.   Ανοικτός χαρακτήρας της συμμετοχής

    Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης είναι ανοικτές στη συμμετοχή φορέων τρίτων χωρών, στις φάσεις τόσο της προετοιμασίας όσο και της εφαρμογής.

    2.   Προστιθέμενη αξία

    Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δημιουργούν προστιθέμενη αξία (μεγαλύτερη από ό, τι οι «συνήθεις υποθέσεις») όσον αφορά τη βελτίωση της γενικής περιβαλλοντικής απόδοσης του καλυπτόμενου ΠΚΕ.

    3.   Αντιπροσωπευτικότητα

    Ο βιομηχανικός κλάδος και οι φορείς του που συμμετέχουν σε δράσεις αυτορρύθμισης αντιπροσωπεύουν μεγάλη πλειοψηφία του σχετικού οικονομικού τομέα, με όσο το δυνατόν λιγότερες εξαιρέσεις. Πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού.

    4.   Στόχοι ποσοτικά εκπεφρασμένοι και σταδιακώς εφαρμοζόμενοι

    Οι στόχοι που καθορίζουν οι συμμετέχοντες εκφράζονται με σαφήνεια και ακρίβεια, σε επακριβώς καθορισμένη βάση. Αν η πρωτοβουλία αυτορρύθμισης καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα, περιλαμβάνονται προσωρινοί στόχοι. Εξασφαλίζεται η δυνατότητα εποπτείας της συμμόρφωσης προς τους σκοπούς και τους ενδιαμέσους στόχους κατά τρόπο οικονομικώς προσιτό και αξιόπιστο, με σαφείς και αξιόπιστους δείκτες. Η ανάπτυξη των δεικτών αυτών διευκολύνεται με στοιχεία που προέρχονται από την έρευνα και τις επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις.

    5.   Συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών

    Για τη διασφάλιση της διαφάνειας, οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δημοσιοποιούνται, μεταξύ άλλων με τη χρήση του Διαδικτύου και άλλων ηλεκτρονικών μέσων διάδοσης των πληροφοριών.

    Τούτο ισχύει επίσης για τις προσωρινές και τις τελικές εκθέσεις παρακολούθησης. Οι συμμετέχοντες —δηλαδή η βιομηχανία, οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ και οι ενώσεις καταναλωτών— έχουν τη δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με τις πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης.

    6.   Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

    Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης πρέπει να περιλαμβάνουν ένα καλοσχεδιασμένο σύστημα παρακολούθησης, με σαφώς προσδιορισμένες ευθύνες για τη βιομηχανία και τους ανεξάρτητους φορείς ελέγχου. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής, σε συνεργασία με τους συμμετέχοντες στην πρωτοβουλία αυτορρύθμισης, καλούνται να εποπτεύουν την επίτευξη των στόχων.

    Το σχέδιο εποπτείας και υποβολής εκθέσεων πρέπει να είναι λεπτομερές, διαφανές και αντικειμενικό. Απόκειται στις υπηρεσίες της Επιτροπής να εξετάζουν, επικουρούμενες από την επιτροπή του άρθρου 19, παράγραφος 1, εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της εθελοντικής συμφωνίας ή άλλων αυτορρυθμιστικών μέτρων.

    7.   Οικονομική αποδοτικότητα της διαχείρισης πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης

    Το κόστος διαχείρισης των πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης, ιδίως όσον αφορά την παρακολούθηση, δεν πρέπει να οδηγεί σε δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση σε σχέση με τους στόχους τους και τα άλλα διαθέσιμα μέσα πολιτικής.

    8.   Αειφορία

    Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης ανταποκρίνονται στους στόχους πολιτικής της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της ολοκληρωμένης προσέγγισης, καθώς και στην οικονομική και την κοινωνική διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ενσωματώνεται η προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών (υγεία, ποιότητα ζωής και οικονομικά συμφέροντα).

    9.   Συμβατότητα κινήτρων

    Οι πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης δεν αναμένεται να φέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αν άλλοι παράγοντες και κίνητρα - πίεση στην αγορά, φορολογία, και νομοθεσία σε εθνικό επίπεδο - στέλνουν αντιφατικά μηνύματα στους συμμετέχοντες στη δέσμευση. Η συνέπεια της πολιτικής αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο από την άποψη αυτή και λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της πρωτοβουλίας.


    Top