Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31999R1599

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1599/1999 του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 1999 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Ινδίας, και για την περάτωση της διαδικασίας σχετικά με τις εισαγωγές ανοξείδωτου χάλυβα με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας

    ΕΕ L 189 της 22.7.1999, p. 1–18 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 23/07/2004: This act has been changed. Current consolidated version: 01/02/2002

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1999/1599/oj

    31999R1599

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1599/1999 του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 1999 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Ινδίας, και για την περάτωση της διαδικασίας σχετικά με τις εισαγωγές ανοξείδωτου χάλυβα με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 189 της 22/07/1999 σ. 0001 - 0018


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1599/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 12ης Ιουλίου 1999

    για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Ινδίας, και για την περάτωση της διαδικασίας σχετικά με τις εισαγωγές ανοξείδωτου χάλυβα με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), και ιδίως τα άρθρα 14 και 15,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    Α. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

    (1) Η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 618/1999(2), που εφεξής καλείται "προσωρινός κανονισμός", επέβαλε προσωρινούς αντισταθμιστικούς δασμούς στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, που εφεξής καλείται "ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου" ή "υπό εξέταση προϊόν", καταγωγής Ινδίας και Δημοκρατίας της Κορέας, που εφεξής καλείται "Κορέα", που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 7223 00 19.

    Β. ΣΥΝΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    (2) Μετά την κοινολόγηση των βασικών πραγματικών γεγονότων και παρατηρήσεων με βάση τα οποία αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών μέτρων στις εισαγωγές ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου καταγωγής Ινδίας και Κορέας, που εφεξής καλείται "κοινολόγηση", ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν σχόλια γραπτά. Τα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση έγιναν δεκτά σε ακρόαση.

    (3) Η Επιτροπή συνέχισε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες για τα οριστικά πορίσματά της.

    (4) Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα βασικά πραγματικά γεγονότα και παρατηρήσεις με βάση τα οποία επρόκειτο να γίνει σύσταση:

    i) για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές από την Ινδία και την οριστική είσπραξη των ποσών που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών δασμών για τις εν λόγω εισαγωγές και

    ii) για την περάτωση της διαδικασίας κατά των εισαγωγών από την Κορέα χωρίς την επιβολή μέτρων.

    Χορηγήθηκε επίσης στα μέρη προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να προβούν σε διαβήματα μετά την εν λόγω κοινολόγηση.

    (5) Τα προφορικά και γραπτά σχόλια που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη λήφθηκαν υπόψη και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, τα προσωρινά πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

    Γ. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    (6) Το υπό εξέταση προϊόν είναι ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου, που περιέχει κατά βάρος 2,5 % νικέλιο ή περισσότερο, εκτός από τα σύρματα που περιέχουν κατά βάρος 28 % ή περισσότερο, αλλά όχι περισσότερο από 31 % νικέλιο και 20 % χρώμιο ή περισσότερο αλλά όχι περισσότερο από 22 %.

    (7) Διαπιστώθηκε στο προσωρινό στάδιο της έρευνας ότι υπήρχαν διαφορές στα φυσικά χαρακτηριστικά και στις χρήσεις μεταξύ του ΣΑΧ που καλύπτει η παρούσα έρευνα, ήτοι με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη (σύρματα μεγάλης διαμέτρου) και του ΣΑΧ με διάμετρο μικρότερη από 1 mm (σύρματα μεγάλης διαμέτρου). Για τους λόγους αυτούς, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε πολύ μικρή ή καθόλου εναλλαξιμότητα μεταξύ των εφαρμογών των συρμάτων μεγάλης και μεγάλης διαμέτρου. Εντούτοις, στον προσωρινό κανονισμό, αναφέρθηκε επίσης ότι, μέχρι το οριστικό στάδιο, θα διερευνηθεί περαιτέρω κατά πόσον μπορεί να χαραχθεί σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο αυτών προϊόντων.

    (8) Με βάση τις περαιτέρω πληροφορίες που προσκόμισαν τα ενδιαφερόμενα μέρη, συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα σύρματα μεγάλης και μεγάλης διαμέτρου αποτελούν δύο διαφορετικά προϊόντα, δεδομένου ότι παρουσιάζουν διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για διαφορετικές εφαρμογές. Κατά πρώτον, όσον αφορά τα φυσικά χαρακτηριστικά, η αντοχή στον εφελκυσμό, η κοκκομετρικήσύνθεση και η επίστρωση των ΣΑΧ είναι διαφορετική για τα σύρματα μεγάλης και μεγάλης διαμέτρου. Κατά δεύτερον, όσον αφορά τις διάφορες εφαρμογές των δύο προϊόντων, διαπιστώθηκε ότι τα σύρματα μεγάλης διαμέτρου χρησιμοποιούνται για τεχνολογικές εφαρμογές μεγάλης καταπόνησης, όπως συνδετήρες, προϊόντα ενίσχυσης τοιχοποιίας, ηλεκτρόδια συγκολλήσεων, κ.λπ. Αντίθετα, τα σύρματα μεγάλης διαμέτρου χρησιμοποιούνται, κατά κανόνα, για εφαρμογές ακριβείας, όπως σε σχάρες και φίλτρα (συρμάτινα πλέγματα) με μικρές οπές για το φιλτράρισμα πολύ λεπτών ή μικρών σωματιδίων (π.χ. φίλτρα σκόνης ή χημικών ουσιών), για ιατροχειρουργικές εφαρμογές κ.λπ.

    (9) Με βάση τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα σύρματα μεγάλης και μεγάλης διαμέτρου είναι δύο διαφορετικά προϊόντα που έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και εφαρμογές και ότι δεν είναι εναλλάξιμα από την άποψη των χρηστών ΣΑΧ.

    (10) Δεδομένου ότι δεν προβλήθηκαν επιχειρήματα από κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τα προσωρινά πορίσματα της Επιτροπής για το υπό εξέταση προϊόν και τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν σχετικά με το ομοειδές προϊόν, επιβεβαιώνονται τα πραγματικά γεγονότα και πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 7 έως 12 του προσωρινού κανονισμού.

    Δ. ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

    I. ΙΝΔΙΑ

    1. Σύστημα βιβλιαρίου πιστώσεων (PBS) και σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPB)

    (11) Η κυβέρνηση της Ινδίας (ΚΙ) και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι αυτά τα συστήματα, που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 14 έως 25 και 26 έως 35 του προσωρινού κανονισμού, εκτιμήθηκαν εσφαλμένα από την Επιτροπή όσον αφορά την έκταση της επιδότησης και το ποσό του αντισταθμίσιμου οφέλους. Πιο συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι η εκτίμηση από μέρους της Επιτροπής των οφελών που προκύπτουν από τα εν λόγω συστήματα ήταν εσφαλμένη, δεδομένου ότι μόνον η υπερβολική επιστροφή δασμών θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιδότηση σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97 (που εφεξής καλείται "βασικός κανονισμός").

    (12) Η Επιτροπή χρησιμοποίησε την ακόλουθη μέθοδο για να διαπιστώσει κατά πόσον το PBS και το DEPB αποτελούν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις και, εφόσον αυτό συμβαίνει, να υπολογίσει το ποσό του οφέλους. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α), περίπτωση ii), η Επιτροπή συμπέρανε ότι τα εν λόγω συστήματα συνεπάγονται χρηματοδοτική συνεισφορά από μέρους της ΚΙ, δεδομένου ότι δεν εισπράττονται τα κρατικά έσοδα (ήτοι οι εισαγωγικοί δασμοί) που οφείλονται. Υπάρχει επίσης όφελος για τον αποδέκτη, δεδομένου ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν υποχρεώθηκαν να καταβάλουν κανονικούς εισαγωγικούς δασμούς.

    (13) Εντούτοις, το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση ii) προβλέπει εξαίρεση από τον γενικό κανόνα, μεταξύ άλλων, για τα συστήματα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης που συμμορφώνονται στους αυστηρούς κανόνες που θέτουν το παράρτημα Ι στοιχείο θ), και το παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για το σύστημα επιστροφής δασμών) και το παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για το σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης).

    (14) Από την ανάλυση της Επιτροπής προέκυψε ότι ούτε το PBS ούτε το DEPB αποτελούν συστήματα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Αυτά τα συστήματα δεν εμπεριέχουν υποχρέωση για εισαγωγή αποκλειστικά και μόνον προϊόντων που καταναλώνονται κατά την παραγωγή των εξαγομένων προϊόντων (παράρτημα ΙΙ του βασικού κανονισμού). Επιπλέον, δεν έχει καθιερωθεί σύστημα επαλήθευσης για να ελέγχεται κατά πόσον τα εισαγόμενα προϊόντα καταναλώνονται πράγματι κατά τη διαδικασία παραγωγής. Επίσης δεν πρόκειται για σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης διότι τα εισαγόμενα προϊόντα δεν χρειάζεται να έχουν την ίδια ποσότητα και χαρακτηριστικά με τις εισροές που προήλθαν από το εσωτερικό και που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή προϊόντων για εξαγωγή (παράρτημα ΙΙΙ του βασικού κανονισμού). Τέλος, οι παραγωγοί εξαγωγείς είναι επιλέξιμοι για τα συστήματα PBS και DΕΡB ανεξάρτητα από το αν εισάγουν εισροές ή όχι. Ένας εξαγωγέας μπορεί να προσποριστεί το όφελος απλώς εξάγοντας προϊόντα χωρίς να χρειάζεται να αποδείξει ότι πράγματι έχουν εισαχθεί οι εισροές συνεπώς, οι παραγωγοί εξαγωγείς που προμηθεύονται όλες τις εισροές τους τοπικά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εισροές εξακολουθούν να έχουν δικαίωμα να επωφεληθούν από το σύστημα PBS ή DEPB. Συνεπώς, τα συστήματα PBS και DEPB δεν συμμορφώνονται με τις διατάξεις των παραρτημάτων Ι έως ΙΠ. Δεδομένου ότι αυτή η εξαίρεση στον ορισμό της επιδότησης που περιέχεται στο άρθρο 2 συνεπώς δεν ισχύει, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η διαγραφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών που οφείλονται κανονικά για όλες τις εισαγωγές.

    (15) Από τα παραπάνω προκύπτει σαφώς ότι η υπερβολική διαγραφή του ποσού των εισαγωγικών δασμών είναι η βάση για τον υπολογισμό του ποσού του οφέλους μόνο στην περίπτωση του συστήματος καλή τη πίστη επιστροφής και επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Δεδομένου ότι έχει αποδειχθεί ότι τα συστήματα PBS και DEPB δεν υπάγονται στις δύο αυτές κατηγορίες, το όφελος είναι η πλήρης διαγραφή των εισαγωγικών δασμών και όχι η υποτιθέμενη υπερβολική διαγραφή.

    (16) Η ΚΙ και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η αντιμετώπιση αυτών των συστημάτων είναι ασυνεπής προς τα προσωρινά πορίσματα που συνήχθησαν κατά την παράλληλη έρευνα αντιντάμπινγκ, δεδομένου ότι η Επιτροπή προέβλεψε κατά την έρευνα αντιντάμπινγκ προσαρμογή για τους εισαγωγικούς δασμούς που δεν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο του συστήματος PBS ή DEPB για τις εισαχθείσες εισροές που καταναλώθηκαν πράγματι κατά την παραγωγή προϊόντων που εξήχθησαν.

    (17) Εντούτοις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, ήτοι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96(3), έγινε προσαρμογή μόνο στις περιπτώσεις που απεδείχθη ότι τα υλικά για τα οποία καταβλήθηκαν εισαγωγικοί δασμοί ήταν φυσικώς ενσωματωμένα στο εν λόγω προϊόν που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά και ότι οι εισαγωγικοί δασμοί δεν εισπράχθηκαν ούτε επιστράφηκαν όσον αφορά το προϊόν που εξήχθη στην Κοινότητα. Παρόλο που μια τέτοια προσαρμογή θα μειώσει τελικά τα περιθώρια ντάμπινγκ, δεν είναι σκόπιμη σε μια έρευνα αντεπιδοτήσεων, δεδομένου έχει ήδη αποδειχθεί ότι τα συστήματα PBS και DEPB είναι αντισταθμίσιμα, με βάση τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, για τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω. Όπως διευκρινίστηκε ανωτέρω, όταν διαπιστωθεί η ύπαρξη αντισταθμίσιμης επιδότησης, το όφελος του αποδέκτη είναι το πλήρες ποσό του εισαγωγικού δασμού που δεν κατεβλήθη από τον παραγωγό-εξαγωγέα επί όλων των εισαγωγών. Σχετικά με το θέμα αυτό, δεν είναι αρμοδιότητα της Επιτροπής να ανακατασκευάσει το σύστημα PBS και DEPB για να διαπιστώσει ποια προϊόντα είναι φυσικώς ενσωματωμένα και ποια όχι. Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι η ανάλυση της δυνατότητας εφαρμογής αντισταθμιστικών μέτρων και η προσαρμογή για τις φυσικώς ενσωματωμένες εισροές είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα από την άποψη του σκοπού, της μεθόδου υπολογισμού και της νομικής βάσεως. Ο σκοπός της εξέτασης της εν λόγω προσαρμογής στις έρευνες αντιντάμπινγκ είναι η προσαρμογή των κανονικών αξιών. Η εξέταση της δυνατότητας εφαρμογής αντισταθμιστικών μέτρων στο πλαίσιο μιας έρευνας αντεπιδοτήσεων αποσκοπεί στη διαπίστωση των σχετικών οφελών που απεκόμισε ο εξαγωγές. Επιπλέον, η μέθοδος υπολογισμού είναι διαφορετική στις έρευνες αντιντάμπινγκ και στις έρευνες αντεπιδοτήσεων. Παρόλο που στις περιπτώσεις αντιντάμπινγκ η προσαρμογή γίνεται σε σχέση μόνο με τις εξαγωγές των εν λόγω προϊόντων στην Κοινότητα, σε μια έρευνα αντεπιδοτήσεων τα οφέλη εξετάζονται σε σχέση με τις συνολικές εξαγωγές όλων των προϊόντων προς όλους τους προορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού και τις κατευθύνσεις για τον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης στις έρευνες αντεπιδοτήσεων (που εφεξής καλούνται "κατευθύνσεις για τον υπολογισμό")(4).

    (18) Η ΚΙ και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίζονται εξάλλου ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε εξετάσει κατά πόσον υπήρχε πράγματι υπερβολική επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των εισροών που καταναλώθηκαν κατά τη διαδικασία παραγωγής.

    (19) Όπως ήδη εξηγήσαμε στις αιτιολογικές σκέψεις 12 έως 15, τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ περιέχουν τους κανόνες για να διαπιστωθεί κατά πόσον ένα σύστημα αποτελεί σύστημα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Η υπερβολική διαγραφή των εισαγωγικών δασμών αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό του ποσού του οφέλους μόνο στην περίπτωση συστήματος επιστροφής των δασμών ή συστήματος επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Το εν λόγω επιχείρημα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό δεδομένου ότι το ζήτημα της υπερβολικής διαγραφής ανακύπτει μόνον όταν πρόκειται για την εκτίμηση ήδη καθιερωμένων συστημάτων επιστροφής των δασμών ή συστημάτων επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, ενώ έχει διαπιστωθεί ότι τα συστήματα PBS και DEPB δεν αποτελούν τέτοια συστήματα κατά την έννοια του παραρτήματος Ι στοιχείο θ) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού.

    (20) Η ΚΙ και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε κατά πόσον η ΚΙ έχει καταρτίσει ένα σύστημα ή μια διαδικασία για να επιβεβαιώνει κατά πόσον οι εισροές καταναλώνονται κατά τη διαδικασία μεταποίησης των προϊόντων που εξάγονται, και σε τι ποσότητες. Η ΚΙ ισχυρίζεται ότι οι συνήθεις κανόνες εισροών-εκροών αποτελούν κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης.

    (21) Το εν λόγω επιχείρημα σχετίζεται με το θέμα κατά πόσον τα συστήματα PBS και DEPB μπορούν να θεωρηθούν ως συστήματα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Δεδομένου ότι διαπιστώθηκε ότι τα συστήματα PBS και DEPB δεν αποτελούν συστήματα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης κατά την έννοια των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού, δεν χρειάζεται να γίνει περαιτέρω εξέταση. Ακόμα και αν τα συστήματα PBS και DEPB πληρούσαν τα κριτήρια των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ, θα έπρεπε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει ικανοποιητικό σύστημα επαλήθευσης. Οι κανόνες εισροών-εκροών συνίστανται σε έναν κατάλογο των πιθανών ειδών που μπορούν να καταναλωθούν κατά τη διαδικασία παραγωγής και σε ποιες ποσότητες. Εντούτοις, οι κανόνες εισροών-εκροών δεν αποτελούν σύστημα επαλήθευσης κατά την έννοια της παραγράφου 5 του παραρτήματος ΙΙ του βασικού κανονισμού. Οι εν λόγω κανόνες δεν προβλέπουν επαλήθευση των εισροών που πράγματι καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής και δεν παρέχουν σύστημα επαλήθευσης του κατά πόσον οι εν λόγω εισροές πράγματι εισήχθησαν.

    (22) Η ΚΙ και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή αντιστάθμισε κατά λάθος την αξία της πίστωσης για την άδεια για το σύστημα DEPB και όχι την καθαρή αξία κατά την πώληση της άδειας. Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι ο φόρος πώλησης, που καταβλήθηκε κατά την πώληση της άδειας, θα πρέπει να αφαιρεθεί από το συνολικό ποσό της επιδότησης.

    (23) Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του συστήματος DEPB μια εταιρεία η οποία έχει λάβει άδεια έχει δύο δυνατότητες: να εισάγει οποιοδήποτε προϊόν (εκτός από τα είδη που απαριθμούνται στον αρνητικό κατάλογο) χρησιμοποιώντας τις πιστώσεις για να αντισταθμίσει τους εφαρμοζόμενους εισαγωγικούς δασμούς ή να μεταβιβάσει την άδεια σε τρίτο μέρος. Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 34 του προσωρινού κανονισμού, η Επιτροπή θεωρεί ότι "η πώληση άδειας σε τιμή χαμηλότερη από την ονομαστική αξία αποτελεί καθαρή εμπορική απόφαση που δεν μεταβάλλει το ποσό του οφέλους που επιτυγχάνεται από το σύστημα". Επιπλέον, το άρθρο 7 του βασικού κανονισμού απαριθμεί τα στοιχεία που μπορούν να αφαιρεθούν από το ποσό της επιδότησης. Τα ενδεχόμενα τέλη για αίτηση άδειας και άλλα απαραίτητα έξοδα για την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη επιδότησης μπορούν να αφαιρεθούν από το ποσό της επιδότησης. Η μεταβίβαση χαμηλότερου ποσού οφέλους από αυτό που πράγματι χορηγήθηκε και ο φόρος πώλησης δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκουν στα στοιχεία που είναι δυνατόν να αφαιρούνται από την επιδότηση κατά την έωοια του άρθρου 7 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν αναγκαίο έξοδο που πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη της επιδότησης.

    (24) Η ΚΙ και εννέα παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή αντιστάθμισε μέρος των οφελών στο πλαίσιο των εν λόγω συστημάτων δύο φορές λόγω της αλληλοεπικάλυψης μεταξύ της εν λόγω διαδικασίας και της έρευνας για τις στιλβωμένες ράβδους από ανοξείδωτους χάλυβες.

    (25) Η Επιτροπή ακολούθησε την ίδια μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τα αντιβιοτικά(5) και τις ράβδους από ανοξείδωτους χάλυβες(6). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το ποσό της αντισταθμίσιμης επιδότησης προσδιορίστηκε με την κατανομή της αξίας της συνολικής επιδότησης στο σύνολο των εξαγωγών. Δεδομένου ότι οι εξαγωγικές επιδοτήσεις δεν σχετίζονταν με την εξαγωγή του εν λόγω προϊόντος, αλλά με όλες τις εξαγωγές των εταιρειών, η Επιτροπή θεώρησε σκόπιμο να χρησιμοποιήσει αυτή τη μέθοδος. Κατά τη χρησιμοποίηση αυτής της μεθόδου, δεν μετρήθηκαν διπλά τα οφέλη που είχαν ήδη αντισταθμιστεί στο πλαίσιο της έρευνας για τις ράβδους από ανοξείδωτους χάλυβες, δεδομένου ότι οι επιδοτήσεις είχαν κατανεμηθεί στο σύνολο των εξαγωγών.

    (26) Μια εταιρεία, η Raajratna Metal Industries Ltd, θέτει υπό αμφισβήτηση τη μέθοδο που χρησιμοποίησε η Επιτροπή για τον υπολογισμό του οφέλους στο πλαίσιο των συστημάτων PBS και DEPB. Ισχυρίζεται ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνον οι πιστώσεις που λήφθηκαν για το εν λόγω προϊόν κατά την περίοδο της έρευνας. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με τον ισχυρισμό της εταιρείας, θα πρέπει στη συνέχεια να κατανεμηθεί στον αντίστοιχο κύκλο εργασιών των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος για τον υπολογισμό του οφέλους.

    (27) Η Επιτροπή θεωρεί ότι η αποδοχή αυτού του επιχειρήματος θα είχε ως αποτέλεσμα την αντιστάθμιση των δυνάμει - και όχι των πραγματικών - οφελών που αποκομίστηκαν κατά την περίοδο έρευνας. Δεδομένου ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι μια εταιρεία έλαβε επιδότηση παρά μόνον όταν χρησιμοποιηθεί η πίστωση, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το πραγματικό όφελος της εταιρείας αντικατοπτρίζεται στο συνολικό ποσό της χρέωσης που χρησιμοποιήθηκε. Συνεπώς, το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    2. Σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά (EPCGS)

    (28) Τρεις εταιρείες προέβαλαν ισχυρισμό σχετικά με το σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά (EPCGS), που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 36 έως 39 του προσωρινού κανονισμού. Πρόκειται για την κατανομή του οφέλους στην κανονική περίοδο απόσβεσης των παγίων στοιχείων του ενεργητικού.

    (29) Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της περιόδου απόσβεσης που χρησιμοποιήθηκε στην επιστολή κοινολόγησης και αυτής που χρησιμοποιήθηκε στον προσωρινό κανονισμό. Η Επιτροπή κατήρτισε μέσο όρο των περιόδων απόσβεσης που χρησιμοποιήθηκαν από όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς του εν λόγω προϊόντος και κατέληξε σε μία μέση περίοδο απόσβεσης δώδεκα ετών. Η εν λόγω περίοδος χρησιμοποιήθηκε για το προσωρινό πόρισμα και θα επιβεβαιωθεί στο οριστικό στάδιο. Το ποσό της επιδότησης στο πλαίσιο του συστήματος EPCGS κατανεμήθηκε σε περίοδο δώδεκα ετών σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (30) Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι η περίοδος απόσβεσης των κεφαλαιουχικών αγαθών της ήταν 21 έτη και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί αυτή η περίοδος απόσβεσης αντί του μέσου όρου δώδεκα ετών.

    (31) Όπως εξηγήθηκε παραπάνω, οι υπηρεσίες της Επιτροπής, κατά την συναγωγή των προσωρινών πορισμάτων, προσδιόρισαν την κανονική περίοδο απόσβεσης κεφαλαιουχικών αγαθών στον τομέα παραγωγής συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες, ήτοι δώδεκα έτη, με βάση τη μέση περίοδο που χρησιμοποιήθηκε από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς της Ινδίας. Τα ανωτέρω είναι σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, που αναφέρει ότι όταν η επιδότηση μπορεί να συσχετισθεί με την απόκτηση ή τη μελλοντική απόκτηση πάγιων στοιχείων ενεργητικού, το ύψος της αντισταθμίσιμης επιδότησης υπολογίζεται με την κατανομή της στη διάρκεια χρονικής περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική απόσβεση των εκάστοτε στοιχείων ενεργητικού στο συγκεκριμένο κλάδο παραγωγής. Με βάση αυτή τη διάταξη, δεν είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί η ιδιαίτερη περίοδος απόσβεσης της εταιρείας. Συνεπώς, το αίτημα απορρίφθηκε.

    3. Σύστημα απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος

    (32) Μια εταιρεία, η Bhansali Ferromet Ltd, δεν υπέβαλε αντίγραφο της δήλωσης του φόρου εισοδήματος εντός της προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή και συνεπώς θεωρήθηκε ως μη συνεργασθείσα για το θέμα της απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος. Μετά την κοινολόγηση, η εν λόγω εταιρεία υπέβαλε αντίγραφο της δήλωσης φόρου εισοδήματος από την οποία προέκυψε ότι δεν είχαν αποδοθεί οφέλη στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος. Ως εκ τούτου, το περιθώριο επιδότησης για την Bhansali Ferromet Ltd προσαρμόζεται σε 18,5 %.

    4. Συνδεδεμένες εταιρείες

    (33) Η Isibars Ltd και η Isinox Ltd ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να τις είχε θεωρήσει ως συνδεδεμένες εταιρείες, δεδομένου ότι είναι ξεχωριστά νομικά πρόσωπα. Εάν η Επιτροπή τις θεωρούσε ως συνδεδεμένες εταιρείες, θα έπρεπε να είχε εφαρμόσει διαφορετική μέθοδο για τον υπολογισμό του ενιαίου περιθωρίου επιδότησης.

    (34) Διαπιστώθηκε κατά την επαλήθευση ότι η Isibars και η Isinox είναι συνδεδεμένες εταιρείες καθότι έχουν κοινούς μετόχους και κοινή διαχείριση. Η Επιτροπή, στις έρευνές της αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων, ανέκαθεν θεώρησε δύο συνδεδεμένες εταιρείες ως μία ενιαία οικονομική οντότητα για να αποφύγει την καταστρατήγηση των μέτρων. Ως εκ τούτου, το αίτημα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Όσον αφορά τον υπολογισμό του περιθωρίου της επιδότησης, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τη μέθοδο του σταθμισμένου μέσου όρου ως τη λογικότερη βάση για τον καθορισμό του εν λόγω περιθωρίου.

    5. Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

    (35) Λαμβανομένων υπόψη των οριστικών πορισμάτων σχετικά με τα διάφορα συστήματα, όπως αναφέρονται παραπάνω, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων για καθέναν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας είναι το εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (36) Το ποσό της επιδότησης που διαπιστώθηκε οριστικά για τις ινδικές εταιρείες που δεν συνεργάστηκαν στην παρούσα έρευνα, εκφρασμένο ως εκατοστιαίο ποσοστό της καθαρής τιμής ("ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας"), είναι 48,8 %, ήτοι το υψηλότερο ποσό που χορηγείται σε συνεργασθέντα εξαγωγέα στο πλαίσιο οποιουδήποτε συστήματος.

    II. ΚΟΡΕΑ

    1. Προγράμματα δανειοδότησης

    α) Υπολογισμός του επιτοκίου αναφοράς

    (37) Η κυβέρνηση της Κορέας (ΚΚ) ισχυρίστηκε ότι, όσον αφορά τον υπολογισμό του ποσού επιδότησης στην περίπτωση δανείων, θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η προσέγγιση "κόστος για το δημόσιο" και όχι "όφελος για τον αποδέκτη" και αναφέρθηκε στο άρθρο 19 παράγραφος 4 και στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο παράρτημα Ι στοιχεία κ) και λ) της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (ASCM).

    (38) Θεωρείται ότι οι διατάξεις στις οποίες αναφέρθηκε η ΚΚ δεν ισχύουν για τα προγράμματα δανειοδότησης που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας. Το άρθρο 19 παράγραφος 4 της ASCM ορίζει ότι το ύψος του αντισταθμιστικού δασμού που επιβάλλεται δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το διαπιστωθέν ύψος της επιδότησης, όπως αυτό έχει υπολογιστεί με βάση το όφελος που αποδόθηκε. Η εν λόγω διάταξη τηρήθηκε, δεδομένου ότι ακολουθήθηκαν οι ρητοί κανόνες για τον υπολογισμό της ASCM στην περίπτωση δανείων, ήτοι το άρθρο 5 και το άρθρο 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, που ενσωματώνουν το άρθρο 14 στοιχείο β) της ASCM. Οι εν λόγω κανόνες ορίζουν σαφώς ότι η επιδότηση πρέπει να υπολογίζεται με βάση το όφελος που ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβάλλει η εταιρεία που λαμβάνει το δάνειο και του ποσού που θα κατέβαλε η εταιρεία για συγκρίσιμο εμπορικό δάνειο. Το άρθρο 19 παράγραφος 4 της ASCM δεν θέτει όρο για τον υπολογισμό της επιδότησης με βάση το κόστος για το δημόσιο. Το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) αφορά την παραδοχή για σοβαρή ζημία σε ορισμένες περιπτώσεις, πράγμα που δεν ισχύει για τις διαδικασίες για τους αντισταθμιστικούς δασμούς. Το στοιχείο κ) του παραρτήματος Ι της ASCM που εμφανίζεται επίσης στο παράρτημα Ι του βασικού κανονισμού προβλέπει ειδικούς κανόνες για εξαγωγικές πιστώσεις που αποτελούν εξαιρέσεις στους γενικούς κανόνες για τον υπολογισμό των επιδοτήσεων στην περίπτωση δανείων. Το στοιχείο λ) δεν ορίζει ότι η προσέγγιση "κόστος για το δημόσιο" υπερέχει των ρητών κανόνων του άρθρου 5 και του άρθρου 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ιδίως ότι το εν λόγω στοιχείο υπήρχε ήδη στον επεξηγηματικό κατάλογο εξαγωγικών επιδοτήσεων που εκδόθηκε κατά τον Γύρο του Τόκιο των διαπραγματεύσεων της GATT, σε μια εποχή όπου η προσέγγιση "όφελος για τον αποδέκτη" δεν είχε ακόμα ενσωματωθεί στους κανόνες του ΠΟΕ.

    (39) Επιπλέον, η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι η σύγκριση του επιτοκίου που καταβάλλεται στο πλαίσιο ενός κυβερνητικού προγράμματος δανειοδότησης και στο πλαίσιο ενός εμπορικού δανείου θα βασιζόταν στην εσφαλμένη υπόθεση ότι τα επιτόκια όλων των δανείων στο πλαίσιο της οικονομίας είναι ίσα.

    (40) Η Επιτροπή δεν βασίζεται στην υπόθεση ότι όλα τα δάνεια είναι ίσα αλλά χρησιμοποίησε ως δάνεια αναφοράς δάνεια που θεωρήθηκαν συγκρίσιμα με βάση την περίοδο εξόφλησης, το αρχικό κεφάλαιο και τον σκοπό του δανείου, όπως απαιτεί το άρθρο 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού.

    (41) Τέλος, η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι θα πρέπει να θεωρηθεί ως κατάλληλο επιτόκιο αναφοράς το επιτόκιο ενός συγκρίσιμου δανείου που χορηγήθηκε την ίδια εποχή με το εν λόγω δάνειο, και όχι να χρησιμοποιηθούν τα επιτόκια που εφαρμόζονται κατά την περίοδο έρευνας, δεδομένου ότι κατά την περίοδο έρευνας το επιτόκιο ήταν αφύσικα υψηλό λόγω της οικονομικής κρίσεως.

    (42) Διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας ότι τα επιτόκια για δάνεια που χορηγούνται σε εμπορική βάση αντανακλούν τις συνθήκες της αγοράς μεταβαλλόμενα με την πάροδο του χρόνου. Αυτά τα δάνεια θα έδειχναν το ίδιο επιτόκιο κατά την περίοδο της έρευνας, ανεξάρτητα από το εάν χορηγήθηκαν την ίδια εποχή με το δάνειο εκ μέρους του Δημοσίου ή όχι. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν θα παρέκκλινε από την κανονική πρακτική που ορίζουν ο βασικός κανονισμός και οι κατευθύνσεις για τον υπολογισμό. Συνεπώς, το εν λόγω αίτημα απορρίφθηκε.

    (43) Δύο κορεάτες παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η κατάταξη από μέρους της Επιτροπής των δανείων σε πέντε κατηγορίες με βάση το αρχικό ποσό είναι αυθαίρετη και δεν συμβιβάζεται με τη συνήθη πρακτική των κορεατικών τραπεζών και ότι, επομένως, ο προσδιορισμός του επιτοκίου με βάση το ποσό του δανείου δεν αποτελεί κατάλληλη μέθοδο για τον προσδιορισμό του επιτοκίου αναφοράς. Ένας κορεάτης παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, δεδομένου ότι οι κορεατικές τράπεζες δεν λαμβάνουν υπόψη το ποσό του δανείου ως αποφασιστικό παράγοντα για το επιτόκιο, η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιήσει ως μοναδικό επιτόκιο αναφοράς τον πραγματικό μέσο όρο επιτοκίου του παραγωγού για τα εμπορικά δάνεια. Δύο κορεάτες παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τα επιτόκια των εμπορικών δανείων ως επιτόκιο αναφοράς για τα δάνεια ΕΧΙΜ-SM.

    (44) Σε απάντηση προς αυτά τα αιτήματα, θεωρείται ότι το άρθρο 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού καθιστά σαφές ότι το σημείο αναφοράς για τον υπολογισμό της επιδότησης είναι ένα συγκρίσιμο εμπορικό δάνειο το οποίο η επιχείρηση θα ήταν πράγματι σε θέση να εξασφαλίσει στην αγορά. Ως εκ τούτου, η πρακτική της Κοινότητας σε αυτόν τον τομέα, όπως ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό, είναι η σύγκριση των δανείων με ίδιο ύψος, σκοπό και ίδια προθεσμία εξόφλησης. Τα εμπορικά δάνεια (ήτοι βραχυπρόθεσμα δέινεια για επιχειρηματικούς σκοπούς) που έλαβαν κορεάτες παραγωγοί-εξαγωγείς έχουν διαφορετικό σκοπό (βλέπε αιτιολογική σκέψη 126 του προσωρινού κανονισμού) και διάρκεια σε σχέση με τα εν λόγω δάνεια ΕΧΙM-SM και συνεπώς δεν είναι συγκρίσιμα δάνεια. Συνεπώς, τα εν λόγω αιτήματα απορρίφθηκαν.

    (45) Δύο κορεάτες παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν εξάλλου ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε εξαιρετικά υψηλά επιτόκια που προκύπτουν από την οικονομική κρίση στην Κορέα ως σημείο αναφοράς για τον υπολογισμό της επιδότησης δανείων που συνομολογήθηκαν πριν από την κρίση.

    (46) Το άρθρο 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού αναφέρει ότι το όφελος υπολογίζεται με σύγκριση των επιτοκίων των δανείων εκ μέρους του Δημοσίου με επιτόκια συγκρίσιμων εμπορικών δανείων. Για να επιτευχθεί αυτό, ο μέσος όρος των επιτοκίων των δανείων εκ μέρους του Δημοσίου συγκρίθηκε με το μέσο όρο επιτοκίων συγκρίσιμων εμπορικών δανείων κατά την περίοδο έρευνας. Συνεπώς, το εν λόγω αίτημα απορρίφθηκε.

    β) Δανειοδοτική διευκόλυνση για την παραγωγή δικτύων αλιείας

    (47) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι δεδομένου ότι αυτό το δάνειο αφορά ειδικά τον κλάδο παραγωγής δικτύων αλιείας, δεν απέδωσε όφελος στον εξαγωγέα συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες και ούτε αφορούσε ειδικά τον κλάδο παραγωγής ανοξείδωτου χάλυβα. Επιπλέον, μια εταιρεία που παράγει τόσο δίκτυα αλιείας όσο και σύρματα από ανοξείδωτους χάλυβες θα διαχειριζόταν τους χρηματοδοτικούς πόρους και τη λογιστική τους ξεχωριστά.

    (48) Κατά τη διάρκεια της έρευνας διαπιστώθηκε ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες έλαβαν τέτοιο δάνειο, το οποίο είναι αντισταθμίσιμο δεδομένου ότι, όπως παραδέχθηκε η ΚΚ, αφορά ειδικά τον κλάδο παραγωγής δικτύων αλιείας. Θεωρείται ότι δεν έχει σχέση το γεγονός ότι το εν λόγω σύστημα δεν αφόρά ειδικά τον κλάδο παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, στο μέτρο που το πρόγραμμα έχει ατομικό χαρακτήρα και τα οφέλη μπορούν να συσχετισθούν με την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος. Αυτό το τελευταίο πράγματι συμβαίνει, δεδομένου ότι το επιδοτούμενο δάνειο μείωσε τα χρηματοοικονομικά έξοδα του παραγωγού, πράγμα που ωφελεί επίσης το εν λόγω προϊόν. Δεν υποβλήθηκαν στοιχεία ότι η διαχείριση των χρηματοδοτικών πόρων από τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε να μην επηρεαστούν τα γενικά χρηματοοικονομικά έξοδα της εταιρείας από τη χορήγηση του δανείου. Ως εκ τούτου, το αίτημα απορρίφθηκε.

    γ) Δάνεια του Ταμείου για την εκκίνηση και την προώθηση των ΜΜΕ (SME-SPFL)

    (49) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι τα δάνεια τύπου Γ που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του Pusan Metropolitan City Support Fund Establishment και Operation Bylaw δεν εξαρτώνταν από την εξαγωγική επίδοση, δεδομένου ότι οκτώ κύρια και δώδεκα συμπληρωματικά κριτήρια που προσδιορίζουν την επιλεξιμότητα για ένα τέτοιο δάνειο είναι αντικειμενικά και ουδέτερα. Το μόνο στοιχείο που σχετίζεται με τις εξαγωγές είναι το ό,τι αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις ΜΜΕ των οποίων οι εξαγωγικές πωλήσεις αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 20 % του συνολικού τους κύκλου εργασιών. Σκοπός του συστήματος δεν είναι η προώθηση των εξαγωγών, αλλά η χρησιμοποίηση του ποσοστού εξαγωγών ως έμμεσου δείκτη των δραστηριοτήτων τεχνολογικής ανάπτυξης.

    (50) Θεωρείται ότι, μια προϋπόθεση που σχετίζεται με την εξαγωγική επίδοση, παρόλο που είναι απλώς ένα μεταξύ πολλών κριτηρίων, εξαρτά ωστόσο το σύστημα από την εξαγωγική επίδοση και συνεπώς του δίνει ατομικό χαρακτήρα. Αυτό ορίζεται ρητά στο άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, που αναφέρει ότι οι επιδοτήσεις οι οποίες εξαρτώνται, de jure ή de facto, από τη μόνη ή παράλληλη προϋπόθεση της επίτευξης εξαγωγικής επίδοσης, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα. Δεδομένου ότι ένα στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη από τη χορηγούσα αρχή είναι ότι επιτυγχάνεται ένα ελάχιστο ποσοστό εξαγωγών στο συνολικό κύκλο εργασιών, ο εν λόγω όρος εξάρτησης από την εξαγωγική επίδοση εκπληρώνεται, δεδομένου ότι οι εταιρείες δεν θα μπορούσαν να προσποριστούν οφέλη χωρίς να υπερβούν ένα ορισμένο επίπεδο εξαγωγικών πωλήσεων. Συνεπώς, το αίτημα της ΚΚ απορρίφθηκε.

    δ) Επιχειρηματικά δάνεια για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (TDBL)/Ταμείο για την προώθηση της επιστήμης και της τεχνολογίας (STPF)

    (51) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι αυτά τα προγράμματα παρέχουν βοήθεια για ερευνητικές δραστηριότητες σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) της ASCM και συνεπώς ούτε είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία σχετικά με αυτά τα προγράμματα, ούτε είναι αντισταθμίσιμα. Επιπλέον, η τεχνολογική ανάπτυξη και η προώθηση της επιστήμης και της τεχνολογίας είναι αντικειμενικά και ουδέτερα κριτήρια κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ASCM και τα προγράμματα είναι εν γένει ανοικτά σε όλους τους κλάδους παραγωγής που επενδύουν σε προγράμματα τεχνολογικής ανάπτυξης και, συνεπώς, δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα. Όσον αφορά το STPF, η ΚΚ ισχυρίστηκε, εξάλλου, ότι, δεδομένου ότι το Υπουργείο Επιστήμης και Τεχνολογίας χρησιμοποιεί διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια, δεν μπορεί να εισάγει διακρίσεις αποφασίζοντας για το ποια προγράμματα έχουν προτεραιότητα, και ότι η Επιτροπή δεν υπέβαλε αποδεικτικά στοιχεία για να στηρίξει το συμπέρασμα ότι έγιναν διακρίσεις.

    (52) Ο ισχυρισμός για τη μη δυνατότητα να ζητηθεί έννομη προστασία για τα δύο προγράμματα απορρίπτεται για τους ίδιους λόγους, όπως αναφέρεται παρακάτω στις αιτιολογικές σκέψεις 75 έως 77. Δεν υποβλήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία που να θέτουν υπό αμφισβήτηση το προσωρινό πόρισμα ότι το TDBL αφορούσε ειδικά ορισμένους.κλάδους παραγωγής που επενδύουν σε ορισμένα προγράμματα, όπως ορίζει το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας. Όσον αφορά επίσης το STPF, δεν υποβλήθηκε καμία πληροφορία σχετικά με τα κριτήρια που χρησιμοποίησε το Υπουργείο Επιστήμης και Τεχνολογίας. Κατά την έρεύνα επαληθεύτηκε ότι το Υπουργείο Επιστήμης και Τεχνολογίας λαμβάνει πράγματι αποφάσεις από καιρό εις καιρό για τα προγράμματα προτεραιότητας. Αυτό θεωρείται ως επαρκής απόδειξη ότι το STPF έχει de facto ατομικό χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός ότι τα συστήματα δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα απορρίφθηκε.

    ε) Δάνεια για χρηματοδότηση των εξαγωγών

    (53) Ένας κορεάτης παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της ορισμένα επαληθευμένα στοιχεία και διέπραξε σφάλμα κατά τον υπολογισμό του οφέλους από τα δάνεια ΕΧΙΝΙ-SM.

    (54) Θεωρείται ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος. Συνεπώς, έγιναν οι απαραίτητες προσαρμογές στο ποσό της επιδότησης για τη σχετική εταιρεία.

    (55) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι εφόσον το επιτόκιο των δανείων ΕΧΙΜ-EC (έλεγχοι πριν την αποστολή), ΕΧΙΜ-SM και ΕΧΙΜ-FIC που χορηγήθηκαν ήταν μεγαλύτερο από το επιτόκιο που κατέβαλε το ΕΧΙΜ για την άντληση κεφαλαίων, τα δάνεια ΕΧΙΜ-EC, ΕΧΙΜ-SM και ΕΧΙΜ-FIC δεν είναι αντισταθμίσιμα. Επιπλέον, προβάλλεται το επιχείρημα ότι η υποσημείωση 5 του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ASCM ορίζει ότι, τα μέτρα που αναφέρονται στο παράρτημα Ι ως μη αποτελούντα εξαγωγικές επιδοτήσεις δεν θα πρέπει να απαγορευθούν βάσει αυτής ή άλλης διάταξης της ASCM.

    (56) Θεωρείται ότι αυτά τα επιχειρήματα ισχύουν μόνο για "εξαγωγικές πιστώσεις", όπως ορίζονται στο στοιχείο λ) του παραρτήματος Ι του βασικού κανονισμού. Όπως ήδη εξηγήθηκε στον προσωρινό κανονισμό, στις αιτιολογικές σκέψεις 129 και 130, τα δάνεια ΕΧΙΜ-EC (έλεγχοι πριν την αποστολή), τα ΕΧΙΜ-SM και ΕΧΙΜ-FIC δεν θεωρούνται ως "εξαγωγικές πιστώσεις" και δεν υπάγονται στο στοιχείο κ) του παραρτήματος Ι του βασικού κανονισμού. Συνεπώς, αυτοί οι ισχυρισμοί απορρίπτονται.

    (57) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι το ΕΧΙΜ-FIC δεν εξαρτάται ούτε από τις εξαγωγικές επιδόσεις ούτε από τη χρησιμοποίηση των εγχώριων και όχι των εισαγόμενων προϊόντων κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 της ASCM. Η ΚΚ αναφέρει επίσης ότι επειδή το ΕΧΙΜ-FIC είναι ανοικτό σε μεγάλο φάσμα βιομηχανιών και δεδομένου ότι το κριτήριο ξένων επενδύσεων είναι αντικειμενικό και ουδέτερο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ASCM, το ΕΧΙΜ-FIC δεν έχει ατομικό χαρακτήρα.

    (58) Σε απάντηση προς αυτά τα επιχειρήματα, η Επιτροπή συνήγαγε το συμπέρασμα για τα δάνεια ΕΧΙΜ-FIC ότι είναι ανοικτά μόνο σε εταιρείες που επενδύουν στο εξωτερικό και συνεπώς έχουν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι δεν βασίζονται σε ουδέτερα κριτήρια, όπως εξηγείται παρακάτω στις αιτιολογικές σκέψεις 80 έως 84. Θεωρήθηκε ότι το ΕΧΙΜ-FIC δεν εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις ούτε από τη χρησιμοποίηση εγχώριων και όχι εισαγόμενων προϊόντων κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 της ASCM.

    2. Σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού

    (59) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι αυτό το σύστημα αποτελεί σύστημα επιστροφής δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος Ι στοιχείο θ), του παραρτήματος ΙΙ και του παραρτήματος ΙΙΙ της ASCM, καθώς επίσης ότι η επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων δεν υπερβαίνει τις επιβαρύνσεις που εισπράχθηκαν για τις εισαχθείσες εισροές που καταναλώνονται κατά την παραγωγή του εισαχθέντος προϊόντος, αφού γίνει η κανονική προσαρμογή για τις συνήθεις απώλειες.

    (60) Σε απάντηση προς αυτά τα επιχειρήματα, θεωρείται ότι, δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση εισαγωγής εισροών για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, το σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού δεν αποτελεί ούτε σύστημα επιστροφής δασμών ούτε σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης κατά την έννοια του παραρτήματος I στοιχείο θ), του παραρτήματος ΙΙ και του παραρτήματος ΙΙΙ της ASCM. Πράγματι, το κορεατικό σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού εμπίπτει στον γενικό ορισμό της επιδότησης σύμφωνα με το άρθρο 2 του βασικού κανονισμού που ενσωμάτωσε το άρθρο 1 της ASCM. Αποτελεί επιδότηση, δεδομένου ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά πραγματοποιείται από την ΚΚ υπό μορφή επιχορηγήσεων με βάση την αξία Fob των εξαγωγών και αποδίδει άμεσο όφελος στον αποδέκτη. Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται νομικά από τις εξαγωγικές επιδόσεις και θεωρείται, συνεπώς, ότι έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, δεν τίθεται θέμα υπερβολικής διαγραφής των εισαγωγικών δασμών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) περίπτωση ii) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι αυτό ισχύει μόνο σε περιπτώσεις συστημάτων επιστροφής των δασμών ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι έως ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Συνεπώς, αυτοί οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.

    (61) Η ΚΚ δήλωσε ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παραρτήματος ΙΙ της ASCM, εάν δεν υπάρχει σύστημα ή διαδικασία για τον προσδιορισμό του κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσόν μεγαλύτερο του κανονικού, και, εάν οι αρχές που διεξάγουν έρευνα το κρίνουν σκόπιμο, διενεργείται συμπληρωματική εξέταση σύμφωνα με το σημείο 1 του παραρτήματος ΙΙ. Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε κατά πόσον υπήρξε πράγματι υπερβολική επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων στις εισροές που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή του προϊόντος που εξήχθη, δεν υπάρχει βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το κορεατικό σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού αποτελεί επιδότηση με ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (62) Θεωρείται ότι αυτό το επιχείρημα δεν είναι βάσιμο, δεδομένου ότι το σημείο 2 του παραρτήματος ΙΙ(ΙΙ) της ASCM αναφέρεται σε ένα σύστημα επιστροφής δασμών, ενώ το υπό εξέταση πρόγραμμα, όπως εξηγήθηκε παραπάνω, δεν αποτελεί τέτοιο σύστημα. Εν πάση περιπιπτώσει, ακόμα και αν αποτελούσε σύστημα επιστροφής δασμών, το παράρτημα ΙΙ μέρος ΙΙ σημείο 5 και το παράρτημα ΙΙΙ μέρος ΙΙ σημείο 3 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι, εναπόκειται στην κυβέρνηση της εξάγουσας χώρας να διεξάγει εξέταση με βάση τις πραγματικές συναλλαγές. Η ΚΚ δεν προέβη σε τέτοια εξέταση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν εξέτασε κατά πόσον υπήρξε πράγματι υπερβολική επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των εισροών που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος.

    (63) Ένας κορεάτης παραγωγός-εξαγωγέας δήλωσε ότι το επιχείρημα ότι δεν έχει καθιερωθεί σύστημα ή διαδικασία για την εξακρίβωση των εισροών που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος και της ποσότητάς τους δεν ισχύει, διότι προβλέπεται επιστροφή του δασμού μόνο για τις εισροές που πράγματι χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή των εξαχθέντων προϊόντων και για τον εισαγωγικό δασμό που πράγματι καταβλήθηκε.

    (64) Σε απάντηση προς αυτά τα επιχειρήματα θεωρείται ότι, σύμφωνα με το σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού, το ποσό των επιχορηγήσεων που εισπράχθηκαν δεν υπολογίζεται σε σχέση με τις εισροές που πράγματι καταναλώθηκαν κατά τη διαδικασία παραγωγής ή τον εισαγωγικό δασμό που πράγματι κατεβλήθη, αλλά υπολογίζονται ως ποσό εφάπαξ που βασίζεται στις συνολικές εξαγωγές. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.

    (65) Ένας κορεάτης παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε εξάλλου ότι δεν προσπορίστηκε όφελος από τη χρησιμοποίηση του εν λόγω συστήματος, ισχυριζόμενος ότι κατέβαλε εισαγωγικό δασμό για τις πρώτες ύλες που χρησιμοποίησε για την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος, εξήγαγε το εν λόγω προϊόν και το ποσό της επιστροφής του δασμού είναι κατώτερο από το ποσό που θα είχε λάβει εάν είχε χρησιμοποιηθεί το ατομικό σύστημα. Η ΚΚ ισχυρίστηκε εξάλλου ότι ο κορεάτης παραγωγός-εξαγωγέας που χρησιμοποίησε το σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού υπέβαλε στην Επιτροπή αποδεικτικά στοιχεία ότι η επιστροφή των εισαγωγικών επιβαρύνσεων είναι πολύ κατώτερη από το ποσό που εισπράχθηκε για τις εισαχθείσες εισροές που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος κατά την περίοδο έρευνας.

    (66) Σε απάντηση προς αυτά τα επιχειρήματα θεωρείται ότι, για τους λόγους που εξηγήθηκαν παραπάνω, οι πληρωμές με βάση το σύστημα επιστροφής πάγιου ποσού αποτελούν επιχορηγήσεις που βασίζονται στις εξαγωγικές επιδόσεις και συνεπώς έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμες σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Εξάλλου, δεν έχει σημασία εάν η χρήση ενός νόμιμου συστήματος επιστροφής δασμών θα ωφελούσε περισσότερο τον παραγωγό-εξαγωγέα, δεδομένου ότι επέλεξε να προσποριστεί οφέλη στο πλαίσιο ενός συστήματος που αποτελεί αντισταθμίσιμη επιδότηση. Συνεπώς, αυτοί οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.

    3. Φορολογικά προγράμματα

    α) Μη ατομικός χαρακτήρας του περιορισμού στη μεταποιητική βιομηχανία

    (67) Στην προσωρινή διατύπωση των συμπερασμάτων της, η Επιτροπή θεώρησε ότι ορισμένα άρθρα του νόμου για τον έλεγχο των φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων (TERCL) ήταν αντισταθμίσιμα, δεδομένου ότι είχαν ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, λόγω του ότι περιορίζονταν σε ορισμένες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών της μεταποιητικής βιομηχανίας. Τα εν λόγω άρθρα ήταν:

    - άρθρο 7 (ειδική φορολογική μείωση και απαλλαγή στις μικρές και μεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις, κ.λπ.),

    - άρθρο 8 (απόθεμα για τεχνολογική ανάπτυξη),

    - άρθρο 9 (φορολογική πίστωση για έξοδα τεχνολογικής ανάπτυξης και ανάπτυξης του ανθρωπίνου δυναμικού),

    - άρθρο 25 (φορολογική πίστωση για επενδύσεις στα μέσα για την αύξηση παραγωγικότητας),

    - άρθρο 27 (φορολογική πίστωση για προσωρινή επένδυση).

    (68) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι, δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτών των άρθρων είναι, στην πράξη, ανοιχτές σε σημαντικό φάσμα κλάδων παραγωγής/επιχειρήσεων, δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) της ASCM και συνεπώς δεν είναι αντισταθμίσιμες [αυτές οι παράγραφοι της ASCM εμφανίζονται επίσης στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του βασικού κανονισμού]. Πιο συγκεκριμένα, η ΚΚ τόνισε ότι ο ορισμός της έννοιας "μεταποιητική βιομηχανία" είναι πολύ ευρύς και, στην πράξη, περιλαμβάνει δεκάδες χιλιάδων υποκατηγορίες βιομηχανιών.

    (69) Η βασική αρχή του ατομικού χαρακτήρα είναι ότι μια επιδότηση που στρεβλώνει την κατανομή των πόρων σε μια οικονομία ευνοώντας ορισμένες επιχειρήσεις έναντι των άλλων πρέπει να υπόκειται σε αντισταθμιστικά μέτρα εάν προκαλεί ζημία. Εφόσον η επιλεξιμότητα για επιδότηση είναι περιορισμένη σε μία οικονομία και βασίζεται σε μη ουδέτερα κριτήρια, θεωρείται ότι υπάρχει πράγματι στρέβλωση της κατανομής των πόρων. Αυτή η αρχή είναι η βάση για το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ASCM και το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού που προβλέπουν ότι μια επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα εάν η χορηγούσα αρχή, ή η νομοθεσία σύμφωνα με την οποία ενεργεί η χορηγούσα αρχή, περιορίζει ρητά την πρόσβαση σε επιδότηση σε ορισμένες εταιρείες. Σε αυτή την περίπτωση, θεωρείται ότι, παρόλο που ο ορισμός της έννοιας της "μεταποιητικής βιομηχανίας" μπορεί να έχει πολύ ευρύ φάσμα, οι διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων του νόμου TERCL αποσκοπούν στον περιορισμό των οφελών σε ορισμένες επιχειρήσεις, εξαρτώντας την επιλεξιμότητα από άλλα μη ουδέτερα κριτήρια, όπως η επένδυση σε ορισμένους τύπους προϊόντων υψηλής τεχνολογίας ή οι επενδύσεις στο εξωτερικό.

    (70) Η ΚΚ προέβαλε το επιχείρημα ότι αυτά τα κριτήρια είναι ουδέτερα, δεδομένου ότι όλες οι εταιρείες έχουν ίσες ευκαιρίες να επωφεληθούν από τις επιδοτήσεις. Για παράδειγμα, προβάλλεται το επιχείρημα ότι μια επιδότηση για επιχειρήσεις που πραγματοποιούν επενδύσεις στο εξωτερικό δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, διότι όλες οι επιχειρήσεις είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν επενδύσεις στο εξωτερικό. Εντούτοις, σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα, μία επιδότηση που περιορίζεται σε επιχειρήσεις τΙου κλωστοϋφαντουργικού τομέα δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, διότι όλες οι επιχειρήσεις "είναι σε θέση" να διαφοροποιήσουν την παραγωγή τους και να παράγουν κλωστοϋφαντουργικά. Για να έχει νόημα η έννοια του ατομικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της ASCM, πρέπει να καλύπτει καταστάσεις όσου οι κυβερνήσεις προβαίνουν σε επιδοτήσεις με όρους για τους οποίους γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι θα περιορίσουν σοβαρά τον αριθμό των επιλέξιμων επιχειρήσεων. Οι επιδοτήσεις αυτού του είδους αποσκοπούν στήν προώθηση ορισμένων επιχειρήσεων έναντι των άλλων. Για το λόγο αυτό, τα κριτήρια που χρησιμοποίησε η ΚΚ για να προσδιορίσει τους αποδέκτες δεν είναι "ουδέτερα" και, όπως εξηγείται παρακάτω, δεν εφαρμόζονται οριζοντίως, όπως απαιτεί το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συνεπώς, διαπιστώθηκε ότι οι επιδοτήσεις βάσει αυτών των άρθρων του νόμου TERCL έχουν ατομικό χαρακτήρα παρακάτω γίνεται λεπτομερέστερη αιτιολόγηση όσον αφορά τα μεμονωμένα προγράμματα.

    β) Διαδικαστική ανεπάρκεια

    (71) Η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι, δεδομένου ότι ο καταγγέλλων στην παρούσα διαδικασία δεν προέβαλε ισχυρισμούς σχετικά με τις φορολογικές διατάξεις ορισμένων άρθρων του νόμου TERCL, αυτά δεν θα πρέπει να συμπεριληφθούν στα όποια συμπεράσματα συναχθούν στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Τα εν λόγω άρθρα είναι:

    - το άρθρο 5 (ειδική φορολογική πίστωση για ΜΜΕ),

    - το άρθρο 7 (ειδική φορολογική μείωση και απαλλαγή για μικρές και μεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις, κ.λπ.),

    - το άρθρο 27 (φορολογική πίστωση για προσωρινή επένδυση).

    (72) Πιο συγκεκριμένα, η ΚΚ αναφέρει ότι:

    i) το άρθρο 11 της ASCM (άρθρο 10 του βασικού κανονισμού) απαριθμεί τις πληροφορίες που πρέπει να περιέχει μια καταγγελία, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών στοιχείων για την ύπαρξη επιδοτήσεων και το ποσό και τη φύση της εν λόγω επιδότησης·

    ii) το άρθρο 12 παράγραφος 1 της ASCM (άρθρο 11 του βασικού κανονισμού) αναφέρει ότι τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο μιας έρευνας για αντισταθμιστικό δασμό ενημερώνονται σχετικά με τις πληροφορίες που ζητούν οι αρχές·

    iii) η παράγραφος 7 του παραρτήματος VI της ASCM (άρθρο 26 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού) αναφέρει ότι θα πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική που την επίσκεψη (επαλήθευσης) να προειδοποιούν τις εκάστοτε επιχειρήσεις σχετικά με το γενικό χαρακτήρα των πληροφοριών που πρόκειται να επαληθευθούν και σχετικά με ενδεχόμενες συμπληρωματικές πληροφορίες που πρέπει να υποβληθούν.

    (73) Η ΚΚ ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω διατάξεις της ASCM δεν λήφθηκαν υπόψη, δεδομένου ότι συμπεριλήφθηκαν στα συμπεράσματα και τα προγράμματα για τα οποία δεν έχει προβληθεί ισχυρισμός και ότι, επιπλέον, τόσο η ΚΚ όσο και οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς, δεν είχαν την ευκαιρία να υπερασπισθούν τον εαυτό τους δεόντως.

    (74) Σε απάντηση προς τους ισχυρισμούς της ΚΚ, θεωρείται ότι, κατά την υποβολή καταγγελίας, οι καταγγέλλοντες δεν θεωρείται ότι πρέπει να γνωρίζουν με κάθε λεπτομέρεια τα προγράμματα επιδοτήσεων σε τρίτη χώρα για τα οποία προβάλλεται ισχυρισμός. Στην προκειμένη περίπτωση, ο καταγγέλλων προέβαλε πολλούς ισχυρισμούς για επιδοτήσεις φορολογικής φύσεως που χορηγήθηκαν με βάση το νόμο TERCL. Στη συνέχεια, η έρευνα έφερε εις φως άλλες επιδοτήσεις φορολογικής φύσεως που χορηγήθηκαν βάσει ορισμένων διατάξεων του νόμου TERCL για τις οποίες δεν είχε γίνει ιδιαίτερη μνεία στην καταγγελία, αλλά οι οποίες έχουν παρόμοιες επιπτώσεις στα προγράμματα για τα οποία προβλήθηκαν ισχυρισμοί. Λόγω της φύσεως αυτών των επιδοτήσεων, και ιδίως του γεγονότος ότι χορηγούνται βάσει του TERCL (κατά του οποίου ο καταγγέλλων προέβαλε μια σειρά ισχυρισμών σχετικά με επιδοτήσεις), συνάγεται το συμπέρασμα ότι η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να διεξάγει σχετική έρευνα και να συστήσει αντισταθμιστικά μέτρα εάν το κρίνει σκόπιμο.

    γ) Το άρθρο 8 του νόμου TERCL (αποθεματικό για τεχνολογική ανάπτυξη)

    (75) Εκτός από τον ισχυρισμό της ΚΚ σχετικά με τον μη ατομικό χαρακτήρα των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι το εν λόγω άρθρο αποτελεί επιδότηση για έρευνα και ανάπτυξη (Ε & Α) για την οποία δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) της ASCM (η εν λόγω παράγραφος της ASCM εμφανίζεται επίσης στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού).

    (76) Ας σημειωθεί ότι εάν οι επιδοτήσεις Ε & Α που πληρούν τους όρους του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) της ASCM κοινοποιηθούν στον ΠΟΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 3 της εν λόγω συμφωνίας, δεν μπορεί να αρχίσει έρευνα κατά των επιδοτήσεων αυτών. Όσον αφορά το άρθρο 8 του TERCL, έχει ήδη σημειωθεί ότι η Κορέα δεν έχει κοινοποιήσει αυτή τη διάταξη στον ΠΟΕ βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 3 της ASCM. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή είχε το δικαίωμα να αρχίσει έρευνα σχετικά με την εν λόγω διάταξη του TERCL. Όσον αφορά τον ισχυρισμό της ΚΚ ότι δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία για την εν λόγω διάταξη, η οποία συνεπώς προστατεύεται από την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων, η ΚΚ καλείται να αποδείξει τη μη δυνατότητα να ζητηθεί έννομη προστασία. Η Επιτροπή της έδωσε την ευκαιρία να αποδείξει τα παραπάνω στην αρχή της έρεύνας, αλλά αυτή δεν το έπραξε. Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να επιβληθούν αντισταθμιστικά μέτρα στα οφέλη που προκύπτουν με βάση το εν λόγω άρθρο.

    (77) Όσον αφορά τους ισχυρισμούς της ΚΚ για μη ατομικό χαρακτήρα, το πρόγραμμα δεν είναι ουδέτερο, δεδομένου ότι προβαίνει σε διάκριση μεταξύ κανονικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων με υψηλή ένταση τεχνολογίας. Οι τελευταίες προσπορίζονται μεγαλύτερα οφέλη. Αυτή η διάκριση δείχνει ότι τα κριτήρια δεν είναι ουδέτερα και αποκλείουν μεγάλο αριθμό εταιρειών για τις οποίες αυτή η τεχνολογική ανάπτυξη δεν είναι απαραίτητη. Γι' αυτούς τους λόγους, καθώς και για τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω στις αιτιολογικές σκέψεις 67 έως 70, θεωρείται ότι το άρθρο 8 του TERCL έχει ειδικό χαρακτήρα και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο.

    δ) Το άρθρο 9 του νόμου TERCL (φορολογική πίστωση για δαπάνες τεχνολογικής ανάπτυξης και ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού)

    (78) Εκτός από το γενικό ισχυρισμό της ΚΚ σχετικά με τον μη ειδικό χαρακτήρα των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, η ΚΚ ισχυρίστηκε ότι το κριτήριο της τεχνολογικής ανάπτυξης και ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού είναι αντικειμενικό και ουδέτερο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ASCM. Θεωρείται ότι αυτό το κριτήριο δεν είναι ουδέτερο κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου της ASCM, καθώς επίσης και κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Το τελευταίο αυτό άρθρο απαιτεί τα αντικειμενικά κριτήρια ή προϋποθέσεις να έχουν ουδέτερο χαρακτήρα, να είναι οικονομικής φύσεως και να εφαρμόζονται οριζοντίως. Οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου του TERCL θεωρείται ότι δεν εφαρμόζονται οριζοντίως, δεδομένου ότι είναι σαφές ότι οι εταιρείες ορισμένων βιομηχανικών τομέων είναι περισσότερο προσανατολισμένες προς την τεχνολογία από αυτές άλλων τομέων και συνεπώς είναι πιθανότερο να επωφεληθούν από την εν λόγω διάταξη. Η ΚΚ, θεσπίζοντας την εν λόγω διάταξη του TERCL, απέδωσε δυσανάλογο όφελος σε εταιρείες ορισμένων βιομηχανικών τομέων.

    (79) Θεωρείται ότι το εν λόγω σύστημα έχει ατομικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι περιορίζεται σε ορισμένες επιχειρήσεις (βλέπε παραπάνω αιτιολογικές σκέψεις 67 έως 70) και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Το σύστημα έχει επίσης ατομικό χαρακτήρα με βάση το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο.

    ε) Το άρθρο 23 του νόμου TERCL (αποθεματικό για τις απώλειες των εξωτερικών επενδύσεων)

    (80) Η ΚΚ παρατήρησε ότι οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου δεν ισχύουν πλέον από την 1η Ιανουαρίου 1998. Η ΚΚ ισχυρίστηκε επίσης ότι οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου είναι ανοικτές σε μεγάλο φάσμα βιομηχανιών, καθώς επίσης και ότι το κριτήριο των εξωτερικών επενδύσεων είναι αντικειμενικό και έχει ουδέτερο χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ASCM.

    (81) Η εν λόγω διάταξη έχει τη μορφή αναβολής της καταβολής φόρου, που θα προστεθεί εκ νέου στη φορολογητέα βάση της εταιρείας μετά από διετή περίοδο χάρητος σε ίσα ποσά εντός τριετούς περιόδου. Συνεπώς, για τον φόρο που ανεβλήθη κατά το τελευταίο έτος επιλεξιμότητας (φορολογικό έτος 1997) οι εταιρείες που έκαναν χρήση αυτής της φορολογικής διάταξης συνέχισαν να προσπορίζονται οφέλη κατά την περίοδο έρευνας (1η Απριλίου 1997 έως 31 Μαρτίου 1998) και θα συνεχίσουν να προσπορίζονται οφέλη επί σειρά ετών.

    (82) Όσον αφορά τον ισχυρισμό της ΚΚ ότι οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου είναι ανοικτές σε μεγάλο φάσμα κλάδων παραγωγής, σημειώνεται ότι η Επιτροπή, στα προσωρινά της πορίσματα, διαπίστωσε ότι οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου περιορίζονταν στις κορεατικές εταιρείες που επενδύουν στο εξωτερικό. Δεν έχουν υποβληθεί νέες πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι αυτό δεν συμβαίνει. Όπως ανέφερε και η ΚΚ στον ισχυρισμό της περί μη ατομικού χαρακτήρα του περιορισμού στη μεταποιητική βιομηχανία (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 67 έως 70), είναι γεγονός ότι οι διατάξεις του άρθρου 23 του TERCL περιορίζουν τα οφέλη σε ορισμένες επιχειρήσεις. Η εν λόγω διάταξη έχει συνεπώς ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμη.

    (83) Η ΚΚ ισχυρίστηκε επίσης ότι το κριτήριο των εξωτερικών επενδύσεων είναι αντικειμενικό και ουδέτερο κριτήριο κατά την έννοια, του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ASCM. Θεωρείται ότι το εν λόγω κριτήριο δεν είναι ουδέτερο κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου της ASCM, καθώς και κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Αυτό το τελευταίο άρθρο απαιτεί τα αντικειμενικά κριτήρια ή οι προϋποθέσεις να έχουν ουδέτερο χαρακτήρα, να είναι οικονομικής φύσεως και να εφαρμόζονται οριζοντίως. Οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου του TERCL θεωρούνται ως μη αντικειμενικές, δεδομένου ότι είναι γνωστό εκ των προτέρων ότι οι εταιρείες που δεν πραγματοποιούν επενδύσεις στο εξωτερικό δεν θα είναι επιλέξιμες για το όφελος. Συνεπώς, το εν λόγω κριτήριο δεν έχει ούτε ουδέτερο χαρακτήρα ούτε εφαρμόζεται οριζοντίως. Η ΚΚ, θεσπίζοντας την εν λόγω διάταξη του TERCL, απέδωσε όφελος σε μικρό αριθμό επιχειρήσεων με συμφέροντα στο εξωτερικό.

    (84) Επομένως, θεωρείται ότι η εν λόγω διάταξη του TERCL έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμη.

    στ) Το άρθρο 25 του νόμου TERCL (φορολογική πίστωση για επένδυση σε μέσα για την αύξηση της παραγωγικότητας)

    (85) Εκτός από τον ισχυρισμό της ΚΚ σχετικά με τον μη ατομικό χαρακτήρα των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, η ΚΚ τόνισε ότι η διάταξη για προτιμησιακή μεταχείριση για τα εγχώρια και όχι για τα εισαγόμενα μέσα, που περιείχετο στο εν λόγω άρθρο, καταργήθηκε στα τέλη 1996, ήτοι πριν την περίοδο έρευνας. Στα προσωρινά πορίσματά της, η Επιτροπή σημείωσε πράγματι ότι η διάταξη του άρθρου σχετικά με διαφορετικά επιτόκια για τα εισαγόμενα (πίστωση 3 %) και τα εγχώρια (πίστωση 10 %) μέσα καταργήθηκε στα τέλη του 1996. Εντούτοις, δεδομένου ότι οι εταιρείες που άρχισαν να εφαρμόζουν επενδυτικά σχέδια πριν τα τέλη του 1996, αλλά, συνέχισαν και μετά από αυτή την ημερομηνία, μπορούσαν να επιλέξουν να επωφεληθούν από τα επιτόκια που ίσχυαν πριν από την εν λόγω ημερομηνία, εξακολούθησαν να προκύπτουν οφέλη κατά την περίοδο έρευνας.

    (86) Όσον αφορά τα διαφορετικά επιτόκια που ισχύουν για τα εισαχθέντα και τα εγχώρια μέσα πριν από τα τέλη του 1996, έχει ήδη διαπιστωθεί ότι το σύστημα έχει ατομικό χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Σχετικά με τον γενικό ισχυρισμό για μη ειδικό χαρακτήρα, θεωρείται ότι το εν λόγω σύστημα έχει ατομικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι περιορίζεται σε ορισμένες εταιρείες (βλέπε παραπάνω αιτιολογικές σκέψεις 67 έως 70) και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Είναι εκ των προτέρων γνωστό ότι ορισμένες εταιρείες έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες από άλλες να είναι σε θέση να επωφεληθούν από φορολογικά πλεονεκτήματα για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, ακριβώς λόγω του τύπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που ασκούν. Ως εκ τούτου, τα οφέλη από το εν λόγω σύστημα θα αφορούν αναπόφευκτα περισσότερο ορισμένους τομείς και λιγότερο άλλους.

    ζ) Το άρθρο 27 του νόμου TERCL (φορολογική πίστωση για προσωρινή επένδυση)

    (87) Εκτός από τον ισχυρισμό της ΚΚ σχετικά με τον μη ειδικό χαρακτήρα των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, η ΚΚ τόνισε ότι η χορήγηση προτιμησιακής μεταχείρισης για εγχώρια και όχι εισαγόμενα μέσα καταργήθηκε στα τέλη 1996. Στα προσωρινά πορίσματά της, η Επιτροπή θεώρησε ότι τα οφέλη που προκύπτουν από το εν λόγω άρθρο θα πρέπει να αντισταθμιστούν, δεδομένου ότι οι εταιρείες μπορούν να επιλέξουν να επωφεληθούν από ιους διαφορετικούς συντελεστές που ισχύουν για τα εισαγόμενα (πίστωση 3 %) και τα εγχώρια (πίστωση 10 %) μηχανήματα πριν τα τέλη του 1996 για επενδυτικά σχέδια που άρχισαν πριν από την εν λόγω χρονική στιγμή. Συνεπώς, τα οφέλη συνέχισαν να συσσωρεύονται κατά την περίοδο έρευνας.

    (88) Θεωρείται ότι το εν λόγω σύστημα έχει ατομικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι περιορίζεται σε ορισμένες επιχειρήσεις (βλέπε παραπάνω αιτιολογικές σκέψεις 67 έως 70) και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Όσον αφορά τους διαφορετικούς συντελεστές πριν από τα τέλη 1996, το σύστημα έχει ατομικό χαρακτήρα βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Σχετικά με το γενικό ισχυρισμό για μη ατομικό χαρακτήρα, όπως στην περίπτωση του άρθρου 25, το εν λόγω σύστημα είναι ανοικτό μόνο στις εταιρείες που επενδύουν σε εξοπλισμό για τη βελτίωση της παραγωγικότητας. Δεδομένης της φύσεως αυτού του όρου, αναπόφευκτα ορισμένες εταιρείες έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να επωφεληθούν από άλλες.

    4. Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

    (89) Λαμβανομένων υπόψη των οριστικών πορισμάτων σχετικά με τα διάφορα συστήματα όπως αναφέρονται παραπάνω, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων για καθένα από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας είναι το εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (90) Ο σταθμισμένος μέσος όρος του περιθωρίου της επιδότησης σε ολόκληρη τη χώρα για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας και που αντιπροσωπεύουν το σύνολο των εξαγωγέων στην Κοινότητα, καταγωγής Κορέας, εκφρασμένος σε εκατοστιαίο ποσοστό της τιμής cif στα σύνορα της Κοινότητας, είναι ελάχιστος, ήτοι κάτω από 1 %. Υπό αυτές τις συνθήκες, το περιθώριο επιδότησης για την Κορέα πρέπει να θεωρηθεί αμελητέο σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    Ε. ΖΗΜΙΑ

    1. Προκαταρκτική παρατήρηση

    (91) Με βάση τα παραπάνω πορίσματα σχετικά με την Κορέα, ήτοι ότι το περιθώριο επιδότησης για ολόκληρη την εν λόγω χώρα είναι κατώτερο από το ελάχιστο όριο, οι εισαγωγές ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου καταγωγής Κορέας δεν θεωρούνται πλέον ως επιδοτούμενες εισαγωγές. Ως εκ τούτου, αντίθετα με τα πορίσματα που αναφέρονται στον προσωρινό κανονισμό, μόνον οι εισαγωγές καταγωγής Ινδίας θα ληφθούν υπόψη για την εκτίμηση της ζημίας που αναφέρεται παρακάτω.

    2. Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

    (92) Ελλείψει νέων αποδεικτικών στοιχείων ή άλλων τεκμηριωμένων επιχειρημάτων από κάποιο από τα ενεχόμενα μέρη, επιβεβαιώνονται τα πραγματικά γεγονότα και πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 207 και 208 του προσωρινού κανονισμού, ήτοι ότι οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 65 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    3. Θέματα ανταγωνισμού

    (93) Στα σχόλια που έκαναν μετά την κοινολόγηση, οι ινδοί παραγωγοί-εξαγωγείς επανέλαβαν τον ισχυρισμό ότι όλα τα στοιχεία που υπέβαλε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στο πλαίσιο της τρέχουσας διαδικασίας έχουν διογκωθεί τεχνητά συνεπεία της ομοιόμορφης εφαρμογής του συστήματος "προσαύξησης της τιμής του κράματος" και ότι, συνεπώς, δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί ακριβής ανάλυση της ζημίας στο πλαίσιο της διαδικασίας αντεπιδοτήσεων. Εντούτοις, δεδομένου ότι δεν προβλήθηκαν νέα επιχειρήματα από κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη και ότι ελήφθη οριστική απόφαση που απορρίπτει την καταγγελία για την υπόθεση IV/Ε-1/36.930 σχετικά με τις στιλβωμένες ράβδους από ανοξείδωτους χάλυβες, τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 209 έως 216 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    4. Κοινοτική κατανάλωση

    (94) Μετά την κοινολόγηση, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι είναι ακατάλληλη η μέθοδος που ακολουθήθηκε για τον προσδιορισμό της κοινοτικής κατανάλωσης, ιδίως όσον αφορά τις πωλήσεις μη συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών και τις εισαγωγές από τρίτες χώρες.

    (95) Σχετικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι υπάρχουν λεπτομερή και επαληθευμένα στοιχεία μόνο για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς στην εν λόγω χώρα. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική των κοινοτικών οργάνων, χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες που διέθετε η Επιτροπή, και ιδίως ανεξάρτητες στατιστικές πηγές. Κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι η προσέγγιση που χρησιμοποίησαν τα κοινοτικά όργανα ήταν παράλογη και δεν δικαιολογείτο στην προκειμένη περίπτωση.

    (96) Ως εκ τούτου, τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 217 και 218 του προσωρινού κανονισμού, επιβεβαιώνονται.

    5. Όγκος των εισαγωγών και μερίδια αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων

    (97) Οι εισαγωγές καταγωγής Ινδίας εξελίχθηκαν ως εξής: 952 τόνοι το 1994, 4513 τόνοι το 1995, 6951 τόνοι το 1996, 8719 τόνοι το 1997 και 9166 τόνοι κατά την περίοδο έρευνας. Συνεπώς, αυξήθηκαν σταθερά και σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο, ήτοι κατά περίπου 850 %.

    (98) Τα μερίδια αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, καταγωγής Ινδίας, αυξήθηκαν σταθερά από 1,4 % το 1994 σε 5,6 % το 1995, από 9,9 % το 1996 σε 11,1 % το 1997, και παρέμειναν σταθερά σε 11,1 % κατά την περίοδο έρευνας.

    6. Τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων

    α) Εξέλιξη των τιμών

    (99) Ο μέσος όρος των τιμών πώλησης ανά χιλιόγραμμο (σε Ecu) των εισαγωγών καταγωγής Ινδίας αυξήθηκε στο διάστημα μεταξύ 1994 και 1995 (από 1,88 σε 2,44), αλλά μειώθηκε σταθερά από το εν λόγω έτος και πέρα (2,32 το 1996, 2,10 το1997 και 2,05 κατά την περίοδο έρευνας).

    β) Πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

    (100) Όσον αφορά τη μέθοδος που ακολουθήθηκε για τον υπολογισμό των περιθωρίων κατά τα οποία οι τιμές πώλησης των εν λόγω παραγωγών είναι κατώτερες από τις κοινοτικές, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν τη μέθοδος που χρησιμοποίησε η Επιτροπή στο προσωρινό στάδιο. Ισχυρίστηκαν ότι τα εν λόγω περιθώρια διογκώθηκαν διότι τα ενδεχόμενα αρνητικά περιθώρια απόκλισης των τιμών των παραγωγών-εξαγωγέων από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν αντισταθμίστηκαν με τα ενδεχόμενα θετικά περιθώρια.

    (101) Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στη μέθοδο που περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 226 και 227 του προσωρινού κανονισμού για τον υπολογισμό των περιθωρίων κατά τα οποία οι τιμές πώλησης των εν λόγω παραγωγών ήταν κατώτερες από αυτές των κοινοτικών παραγωγών, ο σταθμισμένος μέσος όρος των καθαρών τιμών πώλησης των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων συγκρίθηκε, για κάθε μοντέλο ξεχωριστά, με το μέσο όρο της καθαρής τιμής πώλησης ανά μοντέλο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, η εν λόγω μέθοδος επέτρεψε να ληφθεί υπόψη, για κάθε συναλλαγή ξεχωριστά, το ποσό κατά το οποίο η τιμή των παραγωγών-εξαγωγέων ενός συγκεκριμένου μοντέλου υπερέβαινε την τιμή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (102) Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα που συνήχθησαν όσον αφορά τη γενική μέθοδος που ακολουθήθηκε και που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 226 έως 227 του προσωρινού κανονισμού.

    (103) Ελλείψει άλλων σχολίων, επιβεβαιώνονται τα περιθώρια απόκλισης από τις τιμές των κοινοτικών παραγωγών για τις εισαγωγές καταγωγής Ινδίας που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 228 του προσωρινού κανονισμού.

    7. Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (104) Δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν προέβαλε επιχειρήματα όσον αφορά τα προσωρινά πορίσματα σχετικά με τους οικονομικούς δείκτες για την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 229 έως 238 του προσωρινού κανονισμού.

    (105) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι οι οικονομικοί δείκτες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ο εν λόγω κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία. Πράγματι, ισχυρίστηκαν ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμεινε σχετικά σταθερή κατά τη διάρκεια της υπό εξέτασης περιόδου, και μάλιστα έδειξε σημεία βελτίωσης όσον αφορά την παραγωγή, τον όγκο των πωλήσεων και τις επενδύσεις. Όσον αφορά την αποδοτικότητα, η καθοδική της τάση θα μπορούσε να εξηγηθεί με την απόφαση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να συγκεντρώσει τις δραστηριότητές του σε προϊόντα με μεγαλύτερο κόστος παραγωγής.

    (106) Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 237 και 238 του προσωρινού κανονισμού, υπενθυμίζεται ότι το συμπέρασμα για σημαντική ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βασίστηκε στο γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, αντιμετωπίζοντας εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, δεν ήταν σε θέση να ακολουθήσει την ανοδική τάση της αγοράς, δεν ανέκτησε ποτέ τη θέση του στην αγορά και, για να κρατήσει σταθερό τον όγκο των πωλήσεών του, θυσίασε την αποδοτικότητα η οποία επιδεινώθηκε σημαντικά, λόγω της ύφεσης των τιμών πώλησης. Πράγματι, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε μόνο κατά 5 % στο διάστημα μεταξύ του 1994 και της περιόδου έρευνας, ενώ η κοινοτική αγορά αυξήθηκε κατά 20 % κατά την ίδια περίοδο. Εξάλλου, η μικρή αύξηση της παραγωγής και των επενδύσεων οφείλονται μόνο στο γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσπάθησε να κρατήσει το μερίδιό του στην αγορά. Συνεπώς, η καθοδική τάση της αποδοτικότητάς του δεν οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής άρχισε να παράγει ορισμένα μοντέλα για τα οποία αντιμετώπισε μικρότερο ανταγωνισμό από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων.

    (107) Με βάση τα παραπάνω, συνήχθη το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία, όπως αναφέρουν οι αιτιολογικές σκέψεις 237 και 238 του προσωρινού κανονισμού.

    ΣΤ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

    (108) Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν κατά πόσον οι εισαγωγές καταγωγής Ινδίας προκάλεσαν σημαντική ζημία. Εξετάστηκαν και άλλοι γνωστοί παράγοντες εκτός από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, που θα μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, για να εξασφαλιστεί ότι δεν αποδίδεται στις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων ζημία που προκλήθηκε από αυτούς τους παράγοντες.

    α) Επίπτωση των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων

    (109) Η σημαντική αύξηση του όγκου των πωλήσεων (περίπου 850 %) και των μεριδίων αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων (από 1,4 % σε 11,1 %) στο διάστημα μεταξύ 1994 και της περιόδου έρευνας, καθώς και το σημαντικό περιθώριο κατά το οποίο οι τιμές των εν λόγω παραγωγών διαπιστώθηκε ότι ήταν κατώτερες από αυτές των κοινοτικών παραγωγών, συνέπεσαν με την επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από την άποψη της απώλειας μεριδίων αγοράς, ύφεσης των τιμών και επιδείνωσης της αποδοτικότητας.

    (110) Στο πλαίσιο της γενικής ύφεσης της αγοράς το 1996, που ακολούθησε τη σημαντική ανάπτυξη κατά το έτος 1995, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έπηρεάστηκε αρνητικά από τη συνεχή άνοδο των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. Πράγματι, οι εισαγωγές καταγωγής Ινδίας αναπτύχθηκαν εντυπωσιακά κατά το εν λόγω έτος.

    (111) Από το 1997, η ανοδική τάση της αγοράς ωφέλησε κυρίως τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. Ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν ακολούθησε την ανοδική τάση της αγοράς, και οι τιμές πώλησης δεν έφθασαν εκ νέου στα προηγούμενα επίπεδα. Αντίθετα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη συμπίεση των τιμών και ισχυρή ύφεση των τιμών, όπως φάνηκε από το περιθώριο κατά το οποίο οι τιμές των εν λόγω παραγωγών ήταν κατώτερες από τις τιμές των κοινοτικών παραγωγών. Αυτή η κατάσταση εκφράζεται με την επιδείνωση της αποδοτικότητας και τη μείωση της απασχόλησης.

    (112) Για να αντιμετωπίσει τις εισαγωγές από την Ινδία σε χαμηλές τιμές, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε τη δυνατότητα είτε να διατηρήσει τις τιμές του με κίνδυνο απώλειας όγκου πωλήσεων, ή να ακολουθήσει τις χαμηλές τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις που θα είχε αυτό στην αποδοτικότητά του. Και οι δύο στρατηγικές είχαν ως αποτέλεσμα αρνητική επίπτωση στην αποδοτικότητα είτε άμεσα (χαμηλότερες τιμές) είτε έμμεσα (υψηλές τιμές που οδήγησαν σε μικρότερο όγκο πωλήσεων λόγω υψηλότερου κόστους παραγωγής ανά τόνο). Από το 1996, όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί μείωσαν σημαντικά τις τιμές πώλησης, πράγμα που είχε εκ νέου αρνητική επίπτωση στην αποδοτικότητά τους, παρόλο που προσπάθησαν να συγκεντρώσουν τις δραστηριότητές τους σε ορισμένες εξειδικευμένες αγορές για να μην υποστούν ακόμη περισσότερο τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. Αυτό δείχνει καθαρά την ευαισθησία των τιμών στην αγορά και τη σημαντική επίπτωση της πώλησης από μέρους των ιυδών παραγωγών-εξαγωγέων σε τιμές χαμηλότερες από αυτές των κοινοτικών παραγωγών.

    β) Επίπτωση άλλων παραγόντων

    (113) Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν κατά πόσον άλλοι παράγοντες εκτός από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων από την Ινδία μπορεί να είχαν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στον ρόλο των άλλων κοινοτικών παραγωγών που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα και των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες.

    i) Άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί

    (114) Μετά την έκδοση του προσωρινού κανονισμού, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη έθεσαν το ερώτημα κατά πόσον η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. Πιο συγκεκριμένα, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η ζημία προκλήθηκε από άλλους παράγοντες, ήτοι από άλλους κοινοτικούς παραγωγούς. Σχετικά με αυτό το θέμα προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι, λόγω της περιορισμένης συνεργασίας από μέρους των κοινοτικών παραγωγών, η εκτίμηση της επίπτωσης των πωλήσεων μη συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών δεν ήταν πλήρως αξιόπιστη.

    (115) Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι υπάρχουν λεπτομερή και επαληθευμένα στοιχεία μόνο για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Λαμβανομένου υπόψη του υψηλού επιπέδου συνεργασίας που πέτυχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και που εξασφαλίζει αντιπροσωπευτικά πορίσματα καθώς και της διαφάνειας και της ευαισθησίας των τιμών της αγοράς ΣΑΧ στην Κοινότητα, μπορούμε εύλογα να συμπεράνουμε ότι άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί είναι πιθανόν να ακολούθησαν τάση όμοια με αυτή που διαπιστώθηκε για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ιδίως όσον αφορά τις τιμές. Επιπλέον, κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε στοιχεία που να μας κάνουν να υποθέσουμε ότι οι μη καταγγέλλοντες παραγωγοί άσκησαν δραστηριότητες σε θετικότερο πλαίσιο.

    ii) Εισαγωγές από τρίτες χώρες

    (116) Τα μερίδια αγοράς των εισαγωγών από τρίτες χώρες είναι τα ακόλουθα:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (117) Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου καταγωγής τρίτων χωρών αυξήθηκε μόνο κατά 2,2 εκατοστιαίες μονάδες στο διάστημα μεταξύ 1994 και της περιόδου έρευνας, ενώ οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων καταγωγής Ινδίας αυξήθηκαν κατά 9,7 εκατοστιαίες μονάδες κατά την ίδια περίοδο. Όσον αφορά τις τιμές, δεν βρέθηκαν ενδείξεις για πώληση σε τιμή κατώτερη από τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τη διάρκεια της έρευνας.

    Κορέα

    (118) Οι εισαγωγές καταγωγής Κορέας εξετάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας και συνήχθη το συμπέρασμα ότι ο σταθμισμένος μέρος όρος του περιθωρίου επιδότησης σε ολόκληρη τη χώρα είναι κατώτερος από το ελάχιστο όριο. Με βάση την εξέλιξη αυτών των εισαγωγών που αναφέρονται παραπάνω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ανοδική τους τάση είναι λιγότερο έντονη από αυτή που διαπιστώθηκε για τις εισαγωγές καταγωγής Ινδίας, χωρίς όμως να είναι αμελητέα.

    (119) Με βάση τα παραπάνω πορίσματα, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από τρίτες χώρες μπορεί να συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, αλλά αυτός ο παράγοντας, από μόνος του, δεν επαρκεί για να καταργήσει την αιτιώδη συνάφεια που καθιερώθηκε μεταξύ των εισαγωγών από την Ινδία που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ιδίως όσον αφορά την εξέλιξη του μεριδίου αγοράς αυτών των τρίτων χωρών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    iii) Άλλοι παράγοντες

    (120) Δεν προβλήθηκαν νέα επιχειρήματα από κανένα ενδιαφερόμενο μέρος σχετικά με την ύπαρξη άλλων παραγόντων που μπορεί να συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, και ειδικότερα, σχετικά με ενδεχόμενη συρρίκνωση της ζήτησης ή μεταβολές των τρόπων κατανάλωσης, τεχνολογικές εξελίξεις και εξέλιξη της εξαγωγικής επίδοσης και παραγωγικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 247 έως 250 του προσωρινού κανονισμού.

    γ) Συμπέρασμα για την αιτιώδη συνάφεια

    (121) Συνεπώς, οι άλλοι παράγοντες εκτός από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων καταγωγής Ινδίας, αν και μπορεί να συνετέλεσαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, δεν ήταν τέτοιοι που να εξουδετερώνουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων καταγωγής Ινδίας και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

    (122) Σύμφωνα με τα παραπάνω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων, καταγωγής Ινδίας, εαν ληφθούν υπόψη ξεχωριστά, προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    Ζ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

    (123) Μετά την έκδοση του προσωρινού κανονισμού, οι χρήστες υπέβαλαν σχόλια σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις των δασμών.

    (124) Όσον αφορά τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και τους άλλους κοινοτικούς παραγωγούς, ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων σχετικά με την επίπτωση των δασμών στην κατάστασή τους, επιβεβαιώνεται το συμπέρασμα ότι η επιβολή μέτρων θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επανακτήσει ικανοποιητικό περιθώριο αποδοτικότητας και να διατηρήσει και να αναπτύξει περαιτέρω τις δραστηριότητές τον στην Κοινότητα εξασφαλίζοντας τόσο απασχόληση όσο και επενδύσεις.

    (125) Ελλείψει περαιτέρω αντίδρασης από μη συνδεδεμένους εισαγωγείς και από τους προμηθευτές, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 257 έως 261 του προσωρινού κανονισμού.

    (126) Όσον αφορά τους χρήστες, ορισμένες εταιρείες ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή μέτρων θα είχε άμεση επίπτωση στην οικονομική τους κατάστασηδεδομένου ότι θα οδηγούσε σε αύξηση της τιμής των πρώτων υλών. Εντούτοις, ισχυρίστηκαν επίσης ότι θα μπορούσαν να προμηθευτούν το προϊόν από άλλες χώρες εκτός από την εν λόγω χώρα. Επιπλέον, λόγω του γενικά χαμηλού επιπέδου των δασμών, η επίπτωση οποιασδήποτε αύξησης της τιμής θα ήταν περιορισμένη.

    (127) Άλλοι χρήστες τόνισαν την ποιότητα και αξιοπιστία των προϊόντων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, θεωρώντας συνεπώς ότι η επιβολή των μέτρων δεν θα επηρέαζε την κατάστασή τους.

    (128) Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνονται τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 252 έως 268 του προσωρινού κανονισμού, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τη μη επιβολή αντισταθμιστικών δασμών.

    Η. ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1. Κορέα

    (129) Υπό το φως των παραπάνω πορισμάτων, ότι δηλαδή ο σταθμισμένος μέσος όρος περιθωρίου επιδότησης σε ολόκληρη την εν λόγω χώρα για τις εισαγωγές καταγωγής Κορέας είναι ελάχιστος, θα πρέπει να περατωθεί η παρούσα διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    2. Ινδία

    (130) Με βάση τα παραπάνω συμπεράσματα για τις επιδοτήσεις, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, εξετάστηκε η μορφή και το επίπεδο που θα πρέπει να λάβουν τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα για να εξουδετερωθούν οι στρεβλωτικές για το εμπόριο επιπτώσεις των ζημιογόνων επιδοτήσεων και να αποκατασταθούν πραγματικές ανταγωνιστικές συνθήκες στην κοινοτική αγορά ΣΑΧ μεγάλης διαμέτρου.

    (131) Ως εκ τούτου, όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 271 του προσωρινού κανονισμού, υπολογίστηκε μη επιζήμιο επίπεδο τιμών σε επίπεδο που καλύπτει το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου και εξασφαλίζει εύλογο κέρδος από τις πωλήσεις.

    (132) Από τη σύγκριση του επιπέδου μη ζημιογόνου τιμής με την τιμή εξαγωγής των παραγωγών προέκυψαν περιθώρια ζημίας που ήταν σε όλες τις περιπτώσεις ίσα ή ανώτερα από τα ποσά επιδότησης που διαπιστώθηκαν για τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς.

    (133) Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ο δασμός θα πρέπει να αντιστοιχεί στο ποσό επιδότησης, εκτός αν το περιθώριο ζημίας είναι χαμηλότερο. Από τα παραπάνω προέκυψαν οι ακόλουθοι δασμοί για τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς της Ινδίας:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    (134) Για να αποφευχθεί η επιβράβευση της μη συνεργασίας, θεωρήθηκε σκόπιμο να καθοριστεί δασμός για τις μη συνεργασθείσες εταιρείες στο υψηλότερο επίπεδο που διαπιστώθηκε για κάθε πρόγραμμα επιδότησης ξεχωριστά για τις συνεργασθείσες εταιρείες, ήτοι να καθοριστεί δασμός 48,8 % για τις μη συνεργασθείσες εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην Ινδία.

    (135) Τα ατομικά ποσοστά δασμού που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας αντεπιδοτήσεων. Συνεπώς, εκφράζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά την έρευνα. Τα εν λόγω ποσοστά δασμού εφαρμόζονται, επομένως, αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής της οικείας χώρας που παράγονται από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που έχουν αναφερθεί. Τα προϊόντα που παράγει οποιαδήποτε άλλη εταιρεία που δεν αναφέρεται ρητά στο κανονιστικό μέρος του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των συνδεόμενων μερών, δεν επωφελούνται των ποσοστών αυτών και υπόκεινται στο ποσοστό του υπόλοιπου δασμού.

    (136) Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω ατομικών ποσοστών δασμού (για παράδειγμα, μετά από αλλαγή της επωνυμίας της εταιρείας) αποστέλλεται αμέσως στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, που αφορούν ιδίως τις αλλαγές που έχουν επέλθει στις δραστηριότητες της επιχείρησης, όσον αφορά την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις, σε συνδυασμό με την αλλαγή της επωνυμίας.

    Ι. ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΑΣΜΩΝ

    (137) Δεδομένου του ποσού των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων που διαπιστώθηκε για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που είναι εγκατεστημένοι στην Ινδία και δεδομένης της σοβαρότητας της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο να εισπραχθούν οριστικά τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές καταγωγής Ινδίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 618/1999, μέχρι το ποσό των οριστικά επιβληθέντων δασμών, εκτός εάν οι προσωρινοί δασμοί είναι χαμηλότεροι, οπότε ισχύουν αυτοί οι τελευταίοι.

    (138) Όσον αφορά τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές καταγωγής Κορέας, αυτά θα πρέπει να αποδεσμευτούν,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1. Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, που περιέχουν κατά βάρος 2,5 % ή περισσότερο νικέλιο, εκτός από τα σύρματα που περιέχουν κατά βάρος 28 % ή περισσότερο αλλά όχι περισσότερο από 31 % νικέλιο και 20 % ή περισσότερο αλλά όχι περισσότερο από 22 % χρώμιο, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 7223 00 19 (κωδικός Taric 7223 00 19*90), καταγωγής Ινδίας.

    2. Ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή "ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα", πριν τον εκτελωνισμό, είναι ο εξής:

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    3. Εκτός αν άλλως ορίζεται, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

    4. Τα ατομικά ποσοστά δασμών (σε αντίθεση με τα εθνικά ποσοστά που επιβάλλονται σε "άλλα") που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό, επιβάλλονται αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων που παράγονται από την ή τις ρητώς αναφερόμενες οντότητες και κατάγονται από την ενδιαφερόμενη χώρα. Τα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε εταιρεία που δεν αναφέρεται με την ακριβή επωνυμία της στο κανονιστικό μέρος του παρόντος κανονισμού, δεν επωφελούνται των ποσοστών αυτών.

    Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω ατομικών ποσοστών δασμού (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας του νομικού πρόσωπου), αποστέλλεται αμέσως στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, που αφορούν ιδίως τις αλλαγές που έχουν επέλθει στις δραστηριότητες της εταιρείας, οι οποίες συνδέονται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις, σε συνδυασμό με την αλλαγή της επωνυμίας. Η Επιτροπή, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τροποποιεί δεόντως τον παρόντα κανονισμό, ενημερώνοντας τον κατάλογο των εταιρειών που τυγχάνουν ατομικών ποσοστών δασμού.

    Άρθρο 2

    1. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές καταγωγής Ινδίας, στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 618/1999, εισπράττονται οριστικά στο επίπεδο των οριστικά επιβληθέντων δασμών. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση καθ' υπέρβαση των οριστικών αντισταθμιστικών δασμών, αποδεσμεύονται.

    2. Οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 ισχύουν επίσης για την οριστική είσπραξη των ποσών που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών.

    Άρθρο 3

    Η διαδικασία σχετικά με τις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτους χάλυβες με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, καταγωγής Κορέας, περατώνεται. Τα ποσά που καταβλήθηκαν προσωρινά ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών για τις εισαγωγές καταγωγής Κορέας, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 618/1999, αποδεσμεύονται.

    Άρθρο 4

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 1999.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    S. NIINISTÖ

    (1) ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 79 της 24.3.1999, σ. 25.

    (3) ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 905/98, (ΕΕ L 128 της 30.4.1998, σ. 18).

    (4) ΕΕ C 394 της 17.12.1998, σ. 6.

    (5) ΕΕ L 273 της 9.10.1998, σ. 4.

    (6) ΕΕ L 202 της 18.7.1998, σ. 44.

    Top