Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31999L0004

    Οδηγία 1999/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου

    ΕΕ L 66 της 13.3.1999, p. 26–29 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 18/11/2013

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1999/4/oj

    31999L0004

    Οδηγία 1999/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 066 της 13/03/1999 σ. 0026 - 0029


    ΟΔΗΓΙΑ 1999/4/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100 Α,

    την πρόταση της Επιτροπής (1),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (3), υπό το φως του κοινού σχεδίου που ενέκρινε η επιτροπή συνδιαλλαγής στις 8 Δεκεμβρίου 1998,

    Εκτιμώντας:

    ότι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Εδιμβούργου της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1992, τα οποία επιβεβαιώθηκαν από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών της 10ης και 11ης Δεκεμβρίου 1993, ορισμένες κάθετες οδηγίες στον τομέα των τροφίμων θα πρέπει να απλουστευθούν ώστε να λαμβάνονται υπόψη μόνον οι βασικές απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν τα καλυπτόμενα από τις εν λόγω οδηγίες προϊόντα για να μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην εσωτερική αγορά 7

    ότι η θέσπιση της οδηγίας 77/436/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου (4) δικαιολογήθηκε από το γεγονός ότι οι διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών που αφορούσαν τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου ήταν δυνατόν να δημιουργήσουν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού ικανές να παραπλανήσουν τους καταναλωτές, και είχαν, ως εκ τούτου, άμεση επίπτωση στην εγκαθίδρυση και λειτουργία της κοινής αγοράς 7

    ότι η εν λόγω οδηγία απέβλεπε, συνεπώς, στον ορισμό των εκχυλισμάτων καφέ και κιχωρίου, στον προσδιορισμό των ουσιών που μπορούν να προστεθούν κατά την παρασκευή τους και στον καθορισμό κοινών κανόνων για τη συσκευασία και την επισήμανσή τους, καθώς και των όρων υπό τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιούνται ειδικές ονομασίες για ορισμένα από τα προϊόντα αυτά, ώστε να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία τους στο εσωτερικό της Κοινότητας 7

    ότι η οδηγία 77/436/ΕΟΚ πρέπει να προσαρμοσθεί στη γενική νομοθεσία περί τροφίμων, και ιδίως σε εκείνη που αφορά την επισήμανση και τις μεθόδους ανάλυσης 7

    ότι η Επιτροπή προβλέπει ότι θα προτείνει το συντομότερο και οπωσδήποτε πριν από την 1η Ιουλίου 2000 να περιληφθεί στην οδηγία 80/232/ΕΟΚ (5) σειρά ονομαστικών βαρών για τα προϊόντα που καθορίζει η παρούσα οδηγία 7

    ότι οι γενικοί κανόνες επισήμανσης των τροφίμων που καθιερώθηκαν από την οδηγία 79/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1978, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων που προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή, καθώς επίσης και τη διαφήμισή τους (6) πρέπει να εφαρμοσθούν με την επιφύλαξη ορισμένων προϋποθέσεων 7

    ότι, κατ' εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 3 Β της συνθήκης 7

    ότι στις μελλοντικές προσαρμογές της οδηγίας στις γενικές κοινοτικές διατάξεις περί τροφίμων η Επιτροπή θα επικουρείται από την μόνιμη επιτροπή τροφίμων που συνεστήθη με την απόφαση 69/414/ΕΟΚ (7) 7

    ότι, προς αποφυγή νέων εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία, τα κράτη μέλη δεν πρέπει να θεσπίζουν για τα προκείμενα προϊόντα εθνικές διατάξεις που δεν προβλέπονται από την παρούσα οδηγία,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα εκχυλίσματα καφέ και στα εκχυλίσματα κιχωρίου όπως ορίζονται στο παράρτημα.

    Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στον cafι torrefacto soluble.

    Άρθρο 2

    Η οδηγία 79/112/ΕΟΚ εφαρμόζεται στο προϊόντα που ορίζονται στο παράρτημα, με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α) οι ονομασίες που προβλέπονται στο παράρτημα προορίζονται αποκλειστικά για τα προϊόντα που περιλαμβάνονται σ' αυτό και πρέπει να χρησιμοποιούνται στο εμπόριο για την περιγραφή τους. Οι ονομασίες αυτές συμπληρώνονται, αν χρειασθεί, με έναν από τους ακόλουθους όρους:

    - «πολτός» ή «πάστα» ή «σε μορφή πολτού» ή «σε μορφή πάστας» ή

    - «υγρό» ή «σε υγρή μορφή».

    Εντούτοις, οι ονομασίες μπορούν να συμπληρωθούν με τον προσδιορισμό «συμπυκνωμένο»:

    - στην περίπτωση του προϊόντος που ορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο γ) του παραρτήματος, υπό τον όρο ότι η κατά βάρος περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από τον καφέ υπερβαίνει το 25 %,

    - στην περίπτωση του προϊόντος που ορίζεται στο σημείο 2 στοιχείο γ) του παραρτήματος, υπό τον όρο ότι η κατά βάρος περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από το κιχώριο υπερβαίνει το 45 %.

    β) η επισήμανση πρέπει να περιλαμβάνει την ένδειξη «χωρίς καφεΐνη» για τα προϊόντα που ορίζονται στο σημείο 1 του παραρτήματος όταν η κατά βάρος περιεκτικότητα σε άνυδρη καφεΐνη δεν υπερβαίνει το 0,3 % της ξηράς ουσίας που προέρχεται από καφέ. Η ένδειξη αυτή πρέπει να αναγράφεται στο ίδιο οπτικό πεδίο με την ονομασία πωλήσεως 7

    γ) για τα προϊόντα που ορίζονται στο σημείο 1 στοιχείο γ) και στο σημείο 2 στοιχείο γ) του παραρτήματος, η επισήμανση πρέπει να περιλαμβάνει τις λέξεις «με . . . .» ή «διατηρημένο με . . . » ή «με προσθήκη . . . » ή «καβουρδισμένο με . . . », ακολουθούμενες από την (τις) ονομασία(-ες) του χρησιμοποιηθέντος τύπου ή τύπων σακχάρου.

    Οι ενδείξεις αυτές πρέπει να αναγράφονται στο ίδιο οπτικό πεδίο με την ονομασία πωλήσεως 7

    δ) η επισήμανση πρέπει να αναφέρει την ελάχιστη περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από καφέ, για τα προϊόντα που ορίζονται στο σημείο 1 στοιχεία β) και γ) του παραρτήματος, ή την ελάχιστη περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από κιχώριο, για τα προϊόντα που ορίζονται στο σημείο 2 στοιχεία β) και γ) του παραρτήματος. Οι περιεκτικότητες αυτές εκφράζονται σε εκατοστιαία αναλογία του βάρους του τελικού προϊόντος.

    Άρθρο 3

    Τα κράτη μέλη δεν θεσπίζουν, γα τα προϊόντα που ορίζονται στο παράρτημα, εθνικές διατάξεις που δεν προβλέπονται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 4

    Η συμμόρφωση της παρούσας οδηγίας προς τις γενικές κοινοτικές διατάξεις που εφαρμόζονται στα τρόφιμα, αποφασίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5.

    Άρθρο 5

    1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή τροφίμων, εφεξής καλούμενη «επιτροπή», την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

    2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

    Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εφόσον είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    Όταν τα προτεινόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός τριών μηνών από την υποβολή της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

    Άρθρο 6

    Η οδηγία 77/436/ΕΟΚ καταργείται από τις 13 Σεπτεμβρίου 2000.

    Οι παραπομπές στην καταργηθείσα οδηγία λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 7

    1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, το αργότερο στις 13 Σεπτεμβρίου 2000. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε:

    - να επιτρέπεται, από τις 13 Σεπτεμβρίου 2000, η εμπορία των προϊόντων που ορίζονται στο παράρτημα, εφόσον αυτά ανταποκρίνονται στους ορισμούς και κανόνες που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία,

    - να απαγορεύεται, από τις 13 Σεπτεμβρίου 2001 η εμπορία των προϊόντων που δεν ανταποκρίνονται στην παρούσα οδηγία. Εντούτοις, η εμπορία προϊόντων μη ανταποκρινομένων στην παρούσα οδηγία, τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο επισήμανσης πριν από τις 13 Σεπτεμβρίου 2001 σύμφωνα με την οδηγία 77/436/ΕΟΚ, επιτρέπεται μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις ουσιώδεις διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 8

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 9

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 22 Φεβρουαρίου 1999.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. M. GIL-ROBLES

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    K.-H. FUNKE

    (1) ΕΕ C 231 της 9. 8. 1996, σ. 24.

    (2) ΕΕ C 56 της 24. 2. 1997, σ. 20.

    (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 1997 (ΕΕ C 339 της 10. 11. 1997, σ. 129), κοινή θέση του Συμβουλίου της 30ής Απριλίου 1998 (ΕΕ C 204 της 30. 6. 1998, σ. 25) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 (ΕΕ C 313 της 12. 10. 1998, σ. 90). Απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιανουαρίου 1999. Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 1999.

    (4) ΕΕ L 172 της 12. 7. 1977, σ. 20 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1985.

    (5) ΕΕ L 51 της 25. 2. 1980, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 87/356/ΕΟΚ (ΕΕ L 192 της 11. 7. 1987, σ. 48).

    (6) ΕΕ L 33 της 8. 2. 1979, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 43 της 14. 2. 1997, σ. 21).

    (7) ΕΕ L 291 της 19. 11. 1969, σ. 9.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

    1. «Εκχύλισμα καφέ», «διαλυτό εκχύλισμα καφέ», «διαλυτός καφές» ή «στιγμιαίος καφές»

    το συμπυκνωμένο προϊόν που λαμβάνεται από την εκχύλιση πεφρυγμένων (καβουρδισμένων) κόκκων καφέ, με τη χρήση μόνο νερού ως μέσου εκχυλίσεως και αποκλειομένης κάθε μεθόδου υδρολύσεως με προσθήκη οξέος ή βάσεως. Πέραν των τεχνολογικώς αναπόφευκτων αδιάλυτων ουσιών και των αδιάλυτων ελαίων που προέρχονται από τον καφέ, το εκχύλισμα καφέ πρέπει να περιέχει μόνο τα διαλυτά και αρωματικά συστατικά του καφέ. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της περιεκτικότητας του διαλυτού καφέ σε ελεύθερους υδατάνθρακες και σε υδατάνθρακες συνολικά είναι σύμφωνες με τα σημεία 1 και 2 του παραρτήματος της οδηγίας 85/591/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την καθιέρωση κοινοτικών τρόπων δειγματοληψίας και ανάλυσης για τον έλεγχο των τροφίμων (1)και ότι έχουν αποτελέσει αντικείμενο πιστοποίησης ή τυποποίησης ή θα αποτελέσουν το συντομότερο δυνατόν.

    Η κατά βάρος περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από καφέ πρέπει να είναι:

    α) τουλάχιστον 95 %, στην περίπτωση του εκχυλίσματος καφέ 7

    β) από 70 έως 85 %, στην περίπτωση του εκχυλίσματος καφέ σε πολτό 7

    γ) από 15 έως 55 %, στην περίπτωση του υγρού εκχυλίσματος καφέ.

    Το στερεό εκχύλισμα καφέ και το εκχύλισμα καφέ σε πολτό δεν πρέπει να περιέχουν άλλα στοιχεία πέραν εκείνων που προέρχονται από την εκχύλιση του καφέ. Το υγρό εκχύλισμα καφέ μπορεί να περιέχει βρώσιμα σάκχαρα, πεφρυγμένα ή μη, σε αναλογία που δεν υπερβαίνει το 12 % κατά βάρος.

    2. «Εκχύλισμα κιχωρίου», «διαλυτό κιχώριο» «ή στιγμιαίο κιχώριο»

    το συμπυκνωμένο προϊόν που λαμβάνεται από την εκχύλιση πεφρυγμένου (καβουρδισμένου) κιχωρίου, με τη χρήση μόνον νερού ως μέσου εκχυλίσεως και αποκλειομένης κάθε μεθόδου υδρολύσεως με προσθήκη οξέος ή βάσεως.

    Ως κιχώριο νοούνται οι ρίζες του Cichorium Intybus L., που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή κιχωρίου λευκόφυλλου, αφού καθαριστούν καταλλήλως προκειμένου να ξηρανθούν και να υποβληθούν σε φρύξη, και οι οποίες χρησιμοποιούνται συνήθως στην παρασκευή ποτών.

    Η κατά βάρος περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη προερχόμενη από κιχώριο είναι:

    α) τουλάχιστον 95 %, στην περίπτωση του εκχυλίσματος κιχωρίου 7

    β) από 70 έως 85 %, στην περίπτωση του εκχυλίσματος κιχωρίου σε πολτό 7

    γ) από 25 έως 55 %, στην περίπτωση του υγρού εκχυλίσματος κιχωρίου.

    Στο στερεό εκχύλισμα κιχωρίου και στο εκχύλισμα κιχωρίου σε πολτό, οι ουσίες που δεν προέρχονται από κιχώριο δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 1 % κατά βάρος.

    Το υγρό εκχύλισμα κιχωρίου μπορεί να περιέχει βρώσιμα σάκχαρα, πεφρυγμένα ή μη, σε αναλογία που δεν υπερβαίνει το 35 % κατά βάρος.

    (1) ΕΕ L 372 της 31. 12. 1985, σ. 50.

    Top