This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31999D0217
1999/217/EC: Commission Decision of 23 February 1999 adopting a register of flavouring substances used in or on foodstuffs drawn up in application of Regulation (EC) No 2232/96 of the European Parliament and of the Council of 28 October 1996 (notified under number C(1999) 399) (text with EEA relevance)
1999/217/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 1999 για τη θέσπιση του ευρετηρίου των αρτυματικών υλών που χρησιμοποιούνται εντός ή επί των τροφίμων, το οποίο καταρτίστηκε κατ’εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 399) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
1999/217/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 1999 για τη θέσπιση του ευρετηρίου των αρτυματικών υλών που χρησιμοποιούνται εντός ή επί των τροφίμων, το οποίο καταρτίστηκε κατ’εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 399) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΕΕ L 84 της 27.3.1999, p. 1–137
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)
No longer in force, Date of end of validity: 21/04/2013; καταργήθηκε από 32012R0872
1999/217/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 1999 για τη θέσπιση του ευρετηρίου των αρτυματικών υλών που χρησιμοποιούνται εντός ή επί των τροφίμων, το οποίο καταρτίστηκε κατ’εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 399) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 084 της 27/03/1999 σ. 0001 - 0137
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23ης Φεβρουαρίου 1999 για τη θέσπιση του ευρετηρίου των αρτυματικών υλών που χρησιμοποιούνται εντός ή επί των τροφίμων, το οποίο καταρτίστηκε κατ' εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 399) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (1999/217/ΕΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικής διαδικασίας για τις αρτυματικές ύλες που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν εντός ή επί των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 2, Εκτιμώντας: ότι, κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παραγράφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του προαναφερόμενου κανονισμού, τον κατάλογο των αρτυματικών υλών οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται εντός ή επί των τροφίμων που διατίθενται στο εμπόριο στο έδαφός τους 7 ότι, κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 του ανωτέρω κανονισμού, οι κοινοποιηθείσες αρτυματικές ύλες, των οποίων η νόμιμη χρήση σε ένα κράτος μέλος πρέπει να αναγνωριστεί και από τα υπόλοιπα κράτη μέλη, καταχωρούνται σε ευρετήριο, το οποίο καταρτίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 7 του εν λόγω κανονισμού 7 ότι αναγνωρίζεται ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, μερικές αρτυματικές ύλες υπόκεινται επί του παρόντος σε περιοριστικά ή απαγορευτικά μέτρα 7 ότι αναγνωρίζεται ότι η εφαρμογή αυτών των περιοριστικών ή απαγορευτικών μέτρων που ίσχυαν την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης μπορεί να συνεχιστεί μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης της σχετικής ουσίας 7 ότι, πάντως, όταν ένα κράτος διαπιστώσει ότι μια αρτυματική ύλη του ευρετηρίου είναι δυνατόν να ενέχει κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, μπορεί να κάνει χρήση της διαδικασίας διασφάλισης που προβλέπεται από το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 7 ότι το ευρετήριο θα είναι η βάση του προγράμματος αξιολόγησης, που προβλέπεται από το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο πρέπει να θεσπιστεί εντός δέκα μηνών από την έκδοση του ευρετηρίου 7 ότι τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής τροφίμων, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Θεσπίζεται το ευρετήριο αρτυματικών υλών που προσαρτάται στην παρούσα απόφαση. Άρθρο 2 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 23 Φεβρουαρίου 1999. Για την Επιτροπή Martin BANGEMANN Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 299 της 23.11.1996, σ. 1. Ευρετήριο των αρτυματικών υλών που έχουν κοινοποιηθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικής διαδικασίας για τις αρτυματικές ύλες που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν εντός ή επί των τροφίμων Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικής διαδικασίας για τις αρτυματικές ύλες που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν εντός ή επί των τροφίμων (1), η Επιτροπή έλαβε από τα κράτη μέλη και από ορισμένες χώρες της ΕΖΕΣ που έχουν υπογράψει τη συμφωνία για τον ΕΟΧ (2) καταλόγους αρτυματικών υλών οι οποίες είναι νομίμως αποδεκτές στην επικράτειά τους και επομένως θα πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα κατ' εφαρμογήν της συνθήκης. Βάσει των ανωτέρω και κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 του ιδίου κανονισμού, η Επιτροπή κατήρτισε το παρόν ευρετήριο το οποίο θα θεσπιστεί εντός ενός έτους από το πέρας της διαδικασίας κοινοποιήσεως και στο παράρτημα του οποίου παρατίθεται κατάλογος των αρτυματικών υλών που έχουν κοινοποιηθεί. Ο κύριος κατάλογος διαιρείται σε τρία μέρη. Ο διαχωρισμός αυτός ήταν αναγκαίος, δεδομένου ότι κανένα από τα υφιστάμενα συστήματα ταξινόμησης των χημικών ουσιών δεν καλύπτει το σύνολο των κοινοποιηθέντων προϊόντων. Σε μέρος 4 περιελήφθησαν οι ουσίες για τις οποίες έχει ζητηθεί από κράτος μέλος να θεωρηθούν εμπιστευτικές, προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας του παραγωγού. ΜΕΡΟΣ 1 Στο μείζον αυτό τμήμα οι χημικές ουσίες ταξινομούνται με βάση τους αριθμούς CAS (3), εφόσον τους έχουν αποδοθεί ή διατίθενται τέτοιοι αριθμοί. ΜΕΡΟΣ 2 Για τις περιπτώσεις που δεν υφίστανται αριθμοί CAS, το δεύτερο αυτό μέρος παραπέμπει στο σύστημα κωδικοποίησης CoE (4). ΜΕΡΟΣ 3 Στο τμήμα αυτό καταχωρείται ένας περιορισμένος μόνον αριθμός υπολοίπων ουσιών που δεν καλύπτονται από τα δύο προαναφερθέντα συστήματα κωδικοποίησης. Οι ουσίες αυτές είχαν ταξινομηθεί αρχικά με αλφαβητική σειρά βάσει της κοινής αγγλικής ονομασίας τους. Για να αποφευχθούν όμως οι αναντιστοιχίες μετά τη μετάφραση, τους αποδόθηκε ένας ειδικός αριθμός ad hoc. ΜΕΡΟΣ 4 Στο μέρος 4 καταχωρείται ένας περιορισμένος αριθμός ουσιών που έχουν κοινοποιηθεί από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 τελευταίο εδάφιο, όπου ορίζεται ότι οι αρτυματικές ύλες ονομάζονται κατά τρόπο που να προστατεύει το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας του παραγωγού τους. Για τις ουσίες αυτές, δηλαδή, έχει ζητηθεί να θεωρηθούν εμπιστευτικές και για το λόγο αυτό αναφέρονται με κωδικό. Μια ανακοίνωση (5) και μια σύσταση (6) της Επιτροπής παρέχουν οδηγίες για τον τρόπο εφαρμογής της διάταξης αυτής. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ μόνον ένας περιορισμένος αριθμός εξουσιοδοτημένων προσώπων έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες, ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των δεδομένων αίρεται πέντε έτη μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης. Η εμπιστευτική αυτή μεταχείριση δεν θίγει καθ' οιονδήποτε τρόπο την τήρηση των νομίμων υποχρεώσεων που ισχύουν για τις εν λόγω αρτυματικές ύλες. Τονίζεται επίσης ιδιαίτερα ότι παραμένουν αμετάβλητες οι υποχρεώσεις διαθέσεως στην αγορά μόνον ουσιών που δεν ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και συμμορφώσεως με την υποχρεωτική αξιολόγησης της ασφάλειας του προϊόντος. Στα μέρη 1 έως 3 αναφέρονται επίσης, εφόσον διατίθενται, οι αριθμοί EINECS (7) και FEMA (8). Στη στήλη «παρατηρήσεις» παρατίθενται, υπό μορφή αριθμητικών παραπομπών, ειδικά σχόλια. Τα κείμενα στα οποία παραπέμπουν οι αριθμοί είναι τα ακόλουθα: (1) Ουσία η οποία, πέρα από τις αρτυματικές της ιδιότητες, χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς επί ή εντός των τροφίμων και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπόκειται σε πρόσθετες νομικές διατάξεις. (2) Ουσία της οποίας η χρήση υπόκειται σε περιοριστικές ή απαγορευτικές διατάξεις σε ορισμένα κράτη μέλη. (3) Ουσία η οποία πρέπει να αξιολογηθεί κατά προτεραιότητα. (4) Ουσία για την οποία πρέπει να υποβληθούν συμπληρωματικά στοιχεία. Η Επιτροπή έχει υπόψη της ότι η διαίρεση του καταλόγου των κοινοποιημένων ουσιών σε διάφορα μέρη συνεπάγεται επαναλήψεις και αλληλεπικαλύψεις. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μεγάλη ποικιλία των ονομασιών που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για την ίδια ουσία. Είναι γνωστό, ωστόσο, ότι ανακολουθίες υπάρχουν ακόμη και σ' ένα ευρέως αναγνωρισμένο σύστημα ταξινόμησης όπως το CAS. Η διόρθωση των ανακολουθιών, πέραν του ότι αποτελεί πολύπλοκο και χρονοβόρο έργο, θεωρείται κάπως πρόωρη για το στάδιο αυτό. Η ορθή ταυτοποίηση και η επακόλουθη διαγραφή των διπλών εγγραφών είναι σκοπιμότερο να γίνει κατά τη φάση της αξιολόγησης [κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96], δεδομένου ότι μόνον τότε θα διατίθενται όλα τα στοιχεία για μια συγκεκριμένη ουσία. Τότε είναι επίσης δυνατόν να διαμορφωθεί ένα καταλληλότερο ενιαίο σύστημα αρίθμησης για τις αρτυματικές ύλες. Ως εκ τούτου, κρίθηκε σκόπιμο να διατηρηθούν στο ευρετήριο όλες οι ενδεχόμενες επαναλήψεις ώστε να αποφευχθεί με τον τρόπο αυτό ο κίνδυνος διαγραφής ουσιών που έπρεπε οπωσδήποτε να παραμείνουν. Ένα ειδικό θέμα που τέθηκε επίσης αφορούσε την αντιμετώπιση των αλάτων και άλλων παραγώγων ενώσεων μιας «κοινόχρηστης» ουσίας. Ορισμένες ουσίες έχουν κοινοποιηθεί με μεγάλη ακρίβεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η κινίνη η οποία αναφέρεται ως έχει αλλά και ως θειικό, όξυνο θειικό, υδροχλωρικό και ένυδρο με δύο μόρια ύδατος υδροχλωρικό άλλας, ενώ σε καθεμία από τις ουσίες αυτές έχει αποδοθεί ειδικός αριθμός CAS. Για άλλες ουσίες, αντίθετα, δεν υπάρχει η λεπτομερής αυτή ταυτοποίηση. Για έναν ορισμένο αριθμό οξέων ή βάσεων, συγκεκριμένα, δεν παρέχονται στοιχεία όσον αφορά τα άλατά τους. Για τους σκοπούς του παρόντος ευρετηρίου και μόνο, θεωρείται προσωρινά ότι τα άλατα αμμωνίου, νατρίου, καλίου και ασβεστίου, καθώς και τα χλωριούχα, ανθρακικά και θειικά άλατα καλύπτονται από την «κοινόχρηστη» ουσία, υπό τον όρο ότι διαθέτουν αρτυματικές ιδιότητες. Είναι, ωστόσο, προφανές ότι η οριστική αποδοχή τους θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που, στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να εξετάσει με προσοχή την ακρίβεια της εξομοίωσης. ΜΕΡΟΣ 1 ΑΡΤΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ (ταξινόμηση σύμφωνα με την αρίθμηση CAS) >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΜΕΡΟΣ 2 ΑΡΤΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ (ταξινόμηση σύμφωνα με την αρίθμηση CoE) >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΜΕΡΟΣ 3 ΑΡΤΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ (κατ' αλφαβητική σειρά) >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΜΕΡΟΣ 4 ΑΡΤΥΜΑΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΤ' ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 3 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΕΔΑΦΙΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΧΕΙ ΖΗΤΗΘΕΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> (1) ΕΕ L 299 της 23.11.1996, σ. 1. (2) Νορβηγία και Ισλανδία. (3) Chemical Abstracts Number. (4) Council of Europe (Συμβουλίου της Ευρώπης). (5) ΕΕ C 131 της 29.4.1998, σ. 3. (6) ΕΕ L 127 της 29.4.1998, σ. 32. (7) European Inventory of Existing Chemical Substances (Ευρωπαϊκός κατάλογος χημικών ουσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο). (8) Flavour and Extract Manufacturers' Association (Σύνδεσμος παραγωγών αρωματικών υλών και εκχυλισμάτων).