Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998R2815

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2815/98 της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με τα εμπορικά πρότυπα για το ελαιόλαδο

    ΕΕ L 349 της 24.12.1998, p. 56–58 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/10/2002: This act has been changed. Current consolidated version: 01/04/1999

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1998/2815/oj

    31998R2815

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2815/98 της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με τα εμπορικά πρότυπα για το ελαιόλαδο

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 349 της 24/12/1998 σ. 0056 - 0058


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2815/98 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με τα εμπορικά πρότυπα για το ελαιόλαδο

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό αριθ. 136/66/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1966, περί κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα των λιπαρών ουσιών (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/98 (2), και ιδίως το άρθρο 35α,

    Εκτιμώντας:

    ότι, λόγω των γεωργικών χρήσεων ή των τοπικών μεθόδων παραγωγής ή ανάμειξης, το βρώσιμο παρθένο ελαιόλαδο που διατίθεται άμεσα στην αγορά δύναται να έχει ποιότητα και γεύση χαρακτηριστικά διαφορετική, ανάλογα με τη γεωγραφική του προέλευση 7 ότι, ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να προκύψουν από την ίδια κατηγορία ελαιολάδου, κατά την έννοια του παραρτήματος του κανονισμού αριθ. 136/66/ΕΟΚ, διαφορές τιμής οι οποίες προκαλούν διαταραχές στην αγορά 7 ότι, για τις λοιπές κατηγορίες βρώσιμου ελαιολάδου, δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές που να συνδέονται με την προέλευση 7 ότι για τις κατηγορίες αυτές ο προσδιορισμός της καταγωγής στη συσκευασία που προορίζεται για τους καταναλωτές θα μπορούσε να οδηγήσει τους καταναλωτές στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ποιοτικές διαφορές 7 ότι, κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο, για την αποφυγή των κινδύνων διαταραχής της αγοράς του βρώσιμου ελαιολάδου, να θεσπισθούν, σε κοινοτική κλίμακα, πρότυπα εμπορίας που να προβλέπουν τον προσδιορισμό της καταγωγής ειδικά για το «εξαιρετικά παρθένο» ελαιόλαδο και για το «παρθένο» ελαιόλαδο που πληροί συγκεκριμένους όρους 7

    ότι στα πρότυπα εμπορίας ως προς την καταγωγή θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων που εξελίσσονται επί του παρόντος όσον αφορά την εναρμόνιση των κανόνων μη προτιμησιακής καταγωγής, οι οποίοι θα εφαρμόζονται στις συναλλαγές με τις τρίτες χώρες 7 ότι ένα καθεστώς υποχρεωτικού προσδιορισμού της καταγωγής απαιτεί την εφαρμογή ενός συστήματος εντοπισμού και ελέγχων όλων των ποσοτήτων ελαιολάδου που κυκλοφορούν στην αγορά 7 ότι το εν λόγω σύστημα εντοπισμού των μετακινήσεων θα μελετηθεί συγχρόνως με την εξέταση της κατάταξης των ελαίων για τα οποία θα εφαρμοσθεί, στο πλαίσιο των προβλεπόμενων πριν από τις 31 Οκτωβρίου 2001 εργασιών σχετικά με τη στρατηγική της ποιότητας του ελαιολάδου 7 ότι θα πρέπει, κατά συνέπεια, να προβλεφθεί ένα προαιρετικό και προσωρινό καθεστώς προσδιορισμού της καταγωγής στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα 7

    ότι, για το εισαγόμενο ελαιόλαδο, είναι απαραίτητο να τηρούνται οι διατάξεις που εφαρμόζονται σχετικά με τη μη προτιμησιακή καταγωγή, οι οποίες αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2943/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, για τη θέσπιση του τελωνειακού κώδικα (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 82/97 (4) 7

    ότι ο προσδιορισμός μιας περιφερειακής καταγωγής δύναται να αποτελέσει το αντικείμενο μιας προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) ή μιας προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου (5), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1068/97 της Επιτροπής (6) 7 ότι, για να αποφευχθεί η δημιουργία σύγχυσης στους καταναλωτές και, επομένως, για να αποφευχθούν διαταραχές της αγοράς, θα πρέπει να προβλεφθεί για τις ΠΟΠ και τις ΠΓΕ ο προσδιορισμός της καταγωγής σε περιφερειακή κλίμακα 7

    ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η καταγωγή του παρθένου ελαιολάδου αναφέρεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή σε μια γεωγραφική ζώνη που καλύπτει πλήρως ένα κράτος μέλος, δεν υπάρχει ουσιαστικά σύγχυση με τις ΠΟΠ ή τις ΠΓΕ 7 ότι οι πρακτικές και οι τεχνικές έκθλιψης, ιδιαίτερα στον τομέα της παραγωγής ελαιολάδου, επηρεάζουν την ποιότητα και τη γεύση του παρθένου ελαίου 7 ότι οι μεταφορές ελιών μεταξύ των χωρών είναι πολύ μειωμένες λόγω των σημαντικών απωλειών που συνεπάγονται στην ποιότητα του παραγομένου ελαίου ότι πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί ότι η έκθλιψη των ελιών για την παραγωγή ελαιολάδου προσδιορίζει την καταγωγή, για να ληφθούν, επιπλέον, υπόψη οι δυσκολίες ελέγχου και η αλλαγή της κατηγορίας του προϊόντος που αυτή περιλαμβάνει για τις διεθνείς συναλλαγές 7

    ότι, στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή των κρατών μελών, ένα μεγάλο τμήμα του παρθένου ελαιολάδου που διατίθεται στο εμπόριο αποτελείται από μείγματα ελαιολάδων, για να διατηρηθούν η σταθερή ποιότητα και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά ανάλογα των προσδοκιών της αγοράς 7 ότι η δυνατότητα χαρακτηρισμού του παρθένου ελαιολάδου για τις εν λόγω περιοχές εξασφαλίζεται παρά, ή ορισμένες φορές χάρη στην προσθήκη μικρής αναλογίας ελαιολάδου που προέρχεται από άλλη περιοχή 7 ότι, επομένως, για να παρασχεθεί η δυνατότητα τακτικού εφοδιασμού της αγοράς σύμφωνα με τις παραδοσιακές ροές συναλλαγών και λαμβανομένης υπόψη της εναλλαγής, που είναι χαρακτηριστική στην ελαιοκαλλιέργεια και της σπουδαιότητας της παραγωγής, θα πρέπει να διατηρηθεί ο προσδιορισμός της καταγωγής της εν λόγω περιοχής, εφόσον το προϊόν είναι μείγμα που περιέχει μικρό ποσοστό ελαιολάδου άλλων περιοχών 7 ότι, εντούτοις, στην περίπτωση αυτή, ο καταναλωτής πρέπει να ενημερώνεται ότι το σύνολο του προϊόντος δεν προέρχεται από την περιοχή που αποτελεί το αντικείμενο του προσδιορισμού της καταγωγής 7

    ότι ο προσδιορισμός της καταγωγής πρέπει να είναι σύμφωνος με την οδηγία 79/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1978, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων, καθώς επίσης και τη διαφήμισή τους (7), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/4/ΕΚ (8) 7 ότι πρέπει να αποφεύγεται οι ενδείξεις οι οποίες αναφέρονται στην επισήμανση να προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές σε σχέση με την καταγωγή 7 ότι, ωστόσο, η χρησιμοποίηση των σημάτων που υπάρχουν μπορεί να συνεχιστεί, εφόσον είχαν καταγραφεί επίσημα στο παρελθόν σύμφωνα με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα των σημάτων (9), όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 92/10/ΕΟΚ (10) 7

    ότι, για να διασφαλισθεί ο έλεγχος του προσδιορισμού της καταγωγής, θα πρέπει να προβλεφθεί η έγκριση των επιχειρήσεων συσκευασίας οι οποίες εκφράζουν την επιθυμία να έχουν τη δυνατότητα να αναφέρουν την καταγωγή του παρθένου ελαιολάδου το οποίο διαθέτουν στο εμπόριο 7

    ότι, για να καταστεί δυνατό να προβλεφθεί μια περίοδος προσαρμογής στα νέα πρότυπα και να καθιερωθούν τα απαραίτητα μέσα για την εφαρμογή των εν λόγω προτύπων, καθώς και για να μην δημιουργηθούν διαταραχές στις εμπορικές συναλλαγές, θα πρέπει να αναβληθεί η έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού καθώς και να προβλεφθεί η διάθεση του ελαιολάδου που θα έχει συσκευασθεί πριν από την έναρξη εφαρμογής του 7

    ότι η επιτροπή διαχείρισης λιπαρών ουσιών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που έθεσε ο πρόεδρός της,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Ο προσδιορισμός της καταγωγής του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου και του παρθένου ελαιολάδου, που αναφέρονται στα σημεία 1α) και 1β) του παραρτήματος του κανονισμού αριθ. 136/66/ΕΟΚ, στις συσκευασίες που προορίζονται για τους καταναλωτές των κρατών μελών ή στις ετικέτες των εν λόγω συσκευασιών, είναι προαιρετικός. Στην περίπτωση που ο εμπορευόμενος κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής, ο προσδιορισμός της καταγωγής επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού 7

    Δεν επιτρέπεται ο προσδιορισμός της καταγωγής των λοιπών ελαιολάδων και των πυρηνελαίων που αναφέρονται στο παράρτημα του εν λόγω κανονισμού, στις συσκευασίες που προορίζονται για τους καταναλωτές των κρατών μελών, ή στις ετικέτες των εν λόγω συσκευασιών.

    Άρθρο 2

    1. Ο προσδιορισμός της καταγωγής, κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, αφορά μια γεωγραφική ζώνη και μπορεί να αναφέρει μόνο:

    α) μια γεωγραφική ζώνη της οποίας η ονομασία έχει καταγραφεί ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή ως προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 7

    ή/και

    β) κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού:

    - ένα κράτος μέλος,

    - την Ευρωπαϊκή Κοινότητα,

    - μια τρίτη χώρα.

    2. Με την επιφύλαξη των εθνικών κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει της οδηγίας 79/112/ΕΟΚ, η σήμανση και η παρουσίαση της ένδειξης καταγωγής για τον τελικό καταναλωτή εμφανίζεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

    Η ένδειξη της καταγωγής αναφέρεται στην συσκευασία ή στην ετικέτα της εν λόγω συσκευασίας, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 3 της οδηγίας 79/112/ΕΟΚ, κατά τρόπο που να γίνεται ευκόλως αντιληπτή από τον τελικό καταναλωτή.

    Κάθε αναφορά σε μια γεωγραφική ζώνη στη συσκευασία ή στην ετικέτα της εν λόγω συσκευασίας, θεωρείται ως προσδιορισμός της καταγωγής που υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, με την εξαίρεση:

    - του ονόματος, του σήματος ή της επιχείρησης της οποίας η αίτηση καταγραφής υπεβλήθη πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999 σύμφωνα με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ,

    - του προσδιορισμού που γίνεται βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92.

    Άρθρο 3

    1. Για το ελαιόλαδο το οποίο έχει προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη, ο προσδιορισμός της καταγωγής πρέπει να αναφέρεται σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92.

    2. Ο προσδιορισμός της καταγωγής σε επίπεδο κράτους μέλους ή της ευρωπαϊκής Κοινότητας, στις λοιπές περιπτώσεις εκτός εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αντιστοιχεί στη γεωγραφική ζώνη στην οποία παρήχθη ένα «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο» ή ένα «παρθένο ελαιόλαδο».

    Εντούτοις, στην περίπτωση μειγμάτων «εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου» ή «παρθένου ελαιολάδου» του οποίου ποσοστό άνω του 75 % προέρχεται από το ίδιο κράτος μέλος ή από την Κοινότητα, η υπερισχύουσα καταγωγή δύναται να αναφέρεται εφόσον ακολουθεί η ένδειξη «επιλογή (εξαιρετικά) παρθένου ελαιολάδου του οποίου ποσοστό άνω του (75 %) παρήχθη στο . . . (προσδιορισμός της καταγωγής)».

    Κατά την έννοια της παρούσας παραγράφου, ένα εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο ή ένα παρθένο ελαιόλαδο θεωρείται ότι έχει παραχθεί σε μια γεωγραφική ζώνη, μόνον εφόσον το εν λόγω έλαιο παρήχθη από ελιές σε ένα ελαιοτριβείο που βρίσκεται στην εν λόγω ζώνη.

    3. Στην περίπτωση ενός εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου ή ενός παρθένου ελαιολάδου που έχει εισαχθεί από μια τρίτη χώρα, ο προσδιορισμός της καταγωγής πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις σχετικά με τη μη προτιμησιακή καταγωγή που αναφέρονται στα άρθρα 22 έως 26 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

    Άρθρο 4

    1. Το «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο» και το «παρθένο ελαιόλαδο» του οποίου καθορίζεται η καταγωγή σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, συσκευάζονται σε μια επιχείρηση που είναι εγκεκριμένη προς το σκοπό αυτό. Η έγκριση χορηγείται από το σχετικό κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις συσκευασίας.

    2. Η έγκριση και η αλφαβητική αρίθμηση αναγνώρισης χορηγούνται σε κάθε επιχείρηση που υποβάλει τη σχετική αίτηση και η οποία:

    - διαθέτει εγκατάσταση συσκευασίας,

    - δεσμεύεται να προβεί σε έλεγχο της τεκμηρίωσης και σε χωριστή αποθεματοποίηση που να επιτρέπει τη διεξαγωγή ικανοποιητικού για το συγκεκριμένο κράτος μέλος ελέγχου της προέλευσης των ελαίων των οποίων ορίζεται η καταγωγή και, ενδεχομένως, των συστατικών των μειγμάτων ελαιολάδου του οποίου ορίζεται η καταγωγή,

    - αποδέχεται να υποβληθεί στους ελέγχους που προβλέπονται στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

    3. Η συσκευασία ή η ετικέτα της εν λόγω συσκευασίας φέρει την αλφαβητική αρίθμηση αναγνώρισης της εγκεκριμένης επιχείρησης συσκευασίας.

    Άρθρο 5

    1. Ο έλεγχος του προσδιορισμού της καταγωγής πραγματοποιείται από τα κράτη μέλη στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις συσκευασίας, κατά τρόπο που να επαληθεύεται η συμφωνία μεταξύ του προσδιορισμού της καταγωγής του παρθένου ελαιολάδου που έχει εξέλθει από την επιχείρηση και του προσδιορισμού της καταγωγής των ποσοτήτων του χρησιμοποιηθέντος παρθένου ελαιολάδου.

    2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα, και ιδίως θεσπίζουν ένα σύστημα οικονομικών κυρώσεων, για να διασφαλίσουν την τήρηση του παρόντος κανονισμού. Ανακοινώνουν τα ληφθέντα προς το σκοπό αυτό μέτρα στην Επιτροπή.

    Άρθρο 6

    Οι σχετικές με τη σήμανση απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται για τα προϊόντα τα οποία έχουν παρασκευαστεί νομίμως στην Κοινότητα και στα οποία έχει τεθεί ετικέτα στην Κοινότητα ή έχουν εισαχθεί νομίμως στην Κοινότητα και έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία πριν από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 7

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του τέταρτου μήνα μετά από τον μήνα έναρξης της ισχύος του και έως τις 31 Οκτωβρίου 2001.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 1998.

    Για την Επιτροπή

    Franz FISCHLER

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ 172 της 30. 9. 1966, σ. 3025/66.

    (2) ΕΕ L 210 της 28. 7. 1998, σ. 32.

    (3) ΕΕ L 302 της 19. 10. 1992, σ. 1.

    (4) ΕΕ L 17 της 21. 1. 1997, σ. 1.

    (5) ΕΕ L 208 της 24. 7. 1992, σ. 1.

    (6) ΕΕ L 156 της 13. 6. 1997, σ. 10.

    (7) ΕΕ L 33 της 8. 2. 1979, σ. 1.

    (8) ΕΕ L 43 της 14. 2. 1997, σ. 21.

    (9) ΕΕ L 40 της 11. 2. 1989, σ. 1.

    (10) ΕΕ L 6 της 11. 1. 1992, σ. 35.

    Top