Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998R2467

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2467/98 του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος

    ΕΕ L 312 της 20.11.1998, p. 1–18 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 06/01/2002; καταργήθηκε από 32001R2529

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1998/2467/oj

    31998R2467

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2467/98 του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 312 της 20/11/1998 σ. 0001 - 0018


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2467/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 3ης Νοεμβρίου 1998 για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 42 και 43,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

    Εκτιμώντας:

    (1) ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3013/89 του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 1989, για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος (3) τροποποιήθηκε πολλές φορές και σε σημαντική έκταση (4) 7 ότι είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και εξορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού 7

    (2) ότι η λειτουργία και η ανάπτυξη της κοινής αγοράς για τα αγροτικά προϊόντα πρέπει να συνοδεύεται από τη θέσπιση κοινής γεωργικής πολιτικής 7 ότι η πολιτική αυτή πρέπει ιδίως να περιλαμβάνει κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών, η οποία να μπορεί να λαμβάνει διάφορες μορφές ανάλογα με τα προϊόντα 7

    (3) ότι, για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 39 της συνθήκης, και ιδίως για τη σταθεροποίηση των αγορών και την εξασφάλιση δικαίου βιοτικού επιπέδου στον ενδιαφερόμενο αγροτικό πληθυσμό, είναι ανάγκη να διατηρηθούν ορισμένα μέτρα που επιτρέπουν την προσαρμογή της προσφοράς στις απαιτήσεις της αγοράς 7 ότι, ειδικότερα, πρέπει να συνεχιστούν να προβλέπονται, αφενός, η χορήγηση πριμοδότησης στους κοινοτικούς παραγωγούς πρόβειου και αιγείου κρέατος που να αντισταθμίζει την απώλεια του εισοδήματός τους και, αφετέρου, μέτρα παρέμβασης 7

    (4) ότι πρέπει να προβλεφθεί ο καθορισμός τιμής βάσης, η οποία χρησιμεύει, αφενός, στην ενεργοποίηση των μέτρων παρέμβασης και αφετέρου στην προστασία της κοινοτικής αγοράς από τις διακυμάνσεις των τιμών στη διεθνή αγορά για ορισμένα προϊόντα του τομέα 7

    (5) ότι, για το ποσό της πριμοδότησης που θα χορηγείται στους παραγωγούς και το οποίο προσδιορίζεται με βάση ενιαία κοινοτική απώλεια εισοδήματος, πρέπει να ληφθεί υπόψη η διαφορετική εξειδίκευση των συστημάτων παραγωγής στην Κοινότητα 7 ότι, προκειμένου να περιοριστεί η αύξηση του δημοσιονομικού κόστους στον τομέα αυτό, ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί ο περιορισμός της πριμοδότησης πλήρους ποσοστού σε 1 000 ζώα ανά παραγωγό στις ζώνες που μειονεκτούν κατά την έννοια της οδηγίας 75/268/ΕΟΚ (5) και σε 500 ζώα ανά παραγωγό στις άλλες ζώνες 7 ότι πέραν αυτού του αριθμού ζώων, θα συνεχίσει να καταβάλλεται η πριμοδότηση με το μειωμένο ποσοστό των 50 % 7

    (6) ότι κρίνεται σκόπιμο για λόγους ορθής διοικητικής διαχείρισης η προθεσμία για την καταβολή της πριμοδότησης να είναι η ίδια με την ημερομηνία λήξης του δημοσιονομικού έτους 7

    (7) ότι η αύξηση του αριθμού των προβατίνων στην Κοινότητα, και η προκύπτουσα σημαντική μείωση των τιμών, έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ισορροπία της αγοράς 7 ότι, αν και η τάση αυτή εκάμφθη μερικώς με τα διάφορα μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή ιδίως στον τομέα των τιμών και των σταθεροποιητών, είχε σαν επακόλουθο την αύξηση της παραγωγής και των δαπανών του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) 7

    (8) ότι θα πρέπει, επομένως να προβλεφθεί, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που εφαρμόζονται στις ομάδες παραγωγών, ένα όριο για κάθε μεμονωμένο παραγωγό που θα καθορίζεται με βάση το σύνολο των πριμοδοτήσεων που θα έχουν χορηγηθεί κατά την περίοδο 1991 για κάθε παραγωγό 7

    (9) ότι, για να ληφθούν υπόψη οι τάσεις αύξησης της παραγωγής στην Κοινότητα, θα πρέπει, ωστόσο, να προσαρμοστεί το εν λόγω σύνολο με ένα συντελεστή που ορίζεται για κάθε κράτος μέλος και εκφράζει τη σχέση ανάμεσα στο συνολικό αριθμό των επιλέξιμων προβατίνων στην αρχή του 1989, 1990 ή 1991 και τον συνολικό αριθμό επιλέξιμων ζώων που παρέχουν δικαίωμα πριμοδότησης για την περίοδο εμπορίας 1991 7 ότι, εντούτοις, πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για την Γερμανία, για να ληφθούν υπόψη ορισμένα ειδικά προβλήματα στα νέα Lδnder 7

    (10) ότι οι νέοι παραγωγοί, καθώς και οι ήδη υπάρχοντες παραγωγοί των οποίων το ζωικό κεφάλαιο αναφοράς δεν αντιστοιχεί στην κανονική εξέλιξη του αριθμού προβατίνων, δεν πρέπει να αποκλεισθούν από το δικαίωμα της πριμοδότησης 7 ότι θα πρέπει, για το σκοπό αυτό, να προβλεφθεί ένα εθνικό απόθεμα που θα δημιουργηθεί αρχικά από μια κατ' αποκοπήν εισφορά επί των ατομικών ορίων όλων των παραγωγών ότι θα πρέπει να προβλεφθεί αύξηση του αποθέματος για τις μειονεκτικές περιοχές 7

    (11) ότι μπορεί να είναι αναγκαίο να υπάρξουν ορισμένες αλλαγές σε επίπεδο παραγωγής με ενδεχόμενες μεταβολές στην περιουσία ή την ικανότητα παραγωγής των δικαιούχων 7 ότι θα πρέπει, συνεπώς, να προβλεφθεί ότι τα κεκτημένα δικαιώματα όσον αφορά τα ατομικά όρια μπορούν, υπό ορισμένους όρους, να μεταβιβάζονται σε άλλους παραγωγούς 7 ότι, προκειμένου το σύστημα μεταβίβασης να είναι όσο το δυνατόν ευέλικτο, ενδείκνυται να επιτραπεί η μεταβίβαση δικαιωμάτων και χωρίς τη μεταβίβαση της εκμετάλλευσης 7 ότι η μεταβίβαση θα πρέπει να υπόκειται σε κανόνες οι οποίοι θα επιτρέπουν την εκχώρηση ορισμένων δικαιωμάτων χωρίς πληρωμή στο εθνικό απόθεμα ώστε να είναι δυνατόν να παρέχονται δικαιώματα στους νέους παραγωγούς 7

    (12) ότι, προκειμένου να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι παραγωγοί θα πρέπει να μπορούν να περιορίσουν την παραγωγή τους για περιορισμένο χρονικό διάστημα, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να προβλέψουν την δυνατότητα προσωρινής μεταβίβασης των δικαιωμάτων πριμοδότησης 7

    (13) ότι ενδείκνυται να δημιουργηθεί μια άρρηκτη σχέση ανάμεσα στις ευαίσθητες ζώνες ή περιοχές και την παραγωγή πρόβειου και αιγείου κρέατος, προκειμένου να εξασφαλισθεί η διατήρηση της εν λόγω παραγωγής, ιδίως στις περιοχές που δεν έχουν άλλες εναλλακτικές δυνατότητες 7

    (14) ότι η εισαγωγή ατομικού ορίου πριμοδότησης ανά παραγωγό έτεινε να μειώσει τον αριθμό επιλέξιμων αιγών και προβατίνων 7

    (15) ότι το μέτρο αυτό καθιστά τα κατά κεφαλήν όρια άχρηστα για τον υπολογισμό του καταβλητέου στον τομέα αυτό ποσού πριμοδότησης χωρίς και να θίγει το δικαίωμα πριμοδότησης που διέθεταν ήδη οι παραγωγοί 7 ότι πρέπει έτσι να προβλεφθεί δυνατότητα διόρθωσης των ατομικών ορίων 7

    (16) ότι, με την παραχώρηση ατομικού ανώτατου ορίου ανά παραγωγό, για να δικαιούται πριμοδοτήσεως, μπορούν να δημιουργηθούν διοικητικές δυσκολίες σε ορισμένες ομάδες παραγωγών, ιδίως στις οικογενειακές ομάδες, κατά τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων προμιδότησης μεταξύ μελών των εν λόγω ομάδων 7 ότι πρέπει, συνεπώς, για την καλή διοικητική διαχείριση, να προβλεφθεί ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ορισμένες ομάδες μπορούν να απαλλαγούν από την καταβολή, στο εθνικό απόθεμα, του ποσοστού των δικαιωμάτων που προβλέπεται σε περίπτωση μεταβιβάσεως δικαιωμάτων χωρίς μεταβίβαση της εκμεταλλεύσεως 7 ότι η διάταξη αυτή δεν πρέπει να οδηγήσει σε αύξηση των ατομικών δικαιωμάτων που έχουν σήμερα δοθεί σε κάθε κράτος μέλος, ούτε να προκαλέσει την εμφάνιση νέων ομάδων παραγωγών που θα δημιουργηθούν με μόνο σκοπό να αποφύγουν την καταβολή, στο εθνικό απόθεμα, του ποσοστού δικαιωμάτων που προβλέπεται σε περίπτωση μεταβιβάσεως δικαιωμάτων χωρίς μεταβίβαση της εκμεταλλεύσεως 7

    (17) ότι το ατομικό ανώτατο όριο καθορίστηκε, ιδίως, με βάση το σύνολο των πριμοδοτήσεων που χορηγήθηκαν για την περίοδο 1991 σε κάθε παραγωγό 7 ότι στην Ιταλία και την Ελλάδα, επειδή η εν λόγω περίοδος αντιστοιχούσε σε ένα μεταβατικό έτος μεταξύ δύο διαφορετικών καθεστώτων πριμοδοτήσεων, ορισμένοι παραγωγοί δεν ήταν σε θέση να υποβάλουν αίτηση για πριμοδότηση για την περίοδο 1991, αν και κατείχαν κατ' αυτό το έτος επιλέξιμα ζώα 7 ότι, για να επανορθωθεί αυτή η κατάσταση, κρίθηκε σκόπιμο να δημιουργηθεί, για την Ιταλία και την Ελλάδα, ειδικό απόθεμα που αντιστοιχεί στο κατ' εκτίμηση μέγιστο ποσό των δυνητικών δικαιωμάτων που δεν αξιοποιήθηκαν από τους συγκεκριμένους παραγωγούς 7 ότι, για το σκοπό αυτό, σε μία πρώτη φάση, οι αρμόδιες αρχές των δύο αυτών κρατών μελών πρέπει να μπορούν να χορηγούν νέα δικαιώματα μέχρις εξαντλήσεως του προαναφερόμενου ειδικού αποθέματος, ενώ στη συνέχεια, με την επιφύλαξη της εξακριβώσεως εκ μέρους της Επιτροπής της καλής διαθέσεως των χορηγουμένων έτσι δικαιωμάτων, ιδίως στις περιοχές που θίγονται περισσότερο από την κατάσταση αυτή, το εθνικό απόθεμα για την Ιταλία και την Ελλάδα θα αυξηθεί κατά ποσό αντίστοιχο στο άθροισμα των νέων δικαιωμάτων που έχουν παραχωρηθεί με ισχύ από την περίοδο εμπορίας 1995 7

    (18) ότι είναι αναγκαίο να διευκρινισθούν οι όροι υπό τους οποίους δύνανται να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις από τη Γερμανία, ώστε να ληφθούν υπόψη τα ειδικά προβλήματα τα οποία υπάρχουν στα νέα Lδnder 7

    (19) ότι, για να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση από τις διατάξεις που ισχύουν σήμερα στο έδαφος των νέων γερμανικών Lδnder στο καθεστώς πριμοδοτήσεων που εφαρμόζεται στην υπόλοιπη Κοινότητα, ενδέχεται να καταστούν αναγκαία ορισμένα μεταβατικά μέτρα 7

    (20) ότι, στα πλαίσια της παραγωγής αιγείου και προβείου κρέατος, η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί σημαντικό παράγοντα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη 7 ότι, επομένως, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν ή να καταργούν τις πληρωμές, στα πλαίσια του καθεστώτος της πριμοδότησης της παραγωγής προβείου και αιγείου κρέατος, εάν ο συγκεκριμένος παραγωγός δεν έχει πλήρως συμμορφωθεί με τους κανόνες που θεσπίζουν τα κράτη μέλη στον τομέα του περιβάλλοντος, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας 7

    (21) ότι, όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί να αποκτήσουν τη μορφή ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση, δεδομένου ότι έχουν τη μικρότερη επίπτωση στην ομαλή εμπορία των προϊόντων 7

    (22) ότι, όταν πληρούνται ορισμένα κριτήρια σχετικά με τις αγοραίες τιμές, η χορήγηση των ενισχύσεων για ιδιωτική αποθεματοποίηση πρέπει να αποφασίζεται στο πλαίσιο διαδικασίας διαγωνισμού 7 ότι ωστόσο η χορήγηση των ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθεματοποίηση στο πλαίσιο προκαθορισμού του ποσού της ενίσχυσης μπορεί να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα του μέτρου ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση στις περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαίο να γίνει επειγόντως προσφυγή στην ιδιωτική αποθεματοποίηση λόγω ιδιαίτερα δυσχερούς κατάστασης στην αγορά σε μια ή περισσότερες ζώνες διαμόρφωσης των τιμών 7 ότι κατά συνέπεια κρίθηκε αναγκαίο να επιτραπεί στην Επιτροπή να προσφεύγει στη διαδικασία προκαθορισμού του ποσού της ενίσχυσης όταν διαπιστώνεται η κατάσταση αυτή στην αγορά, έστω και εάν δεν πληρούνται τα προαναφερόμενα κριτήρια σχετικά με τις αγοραίες τιμές 7

    (23) ότι, ο στόχος της προαναφερόμενης πριμοδότησης είναι να εξασφαλίζει δίκαιο εισόδημα για τον παραγωγό 7 ότι, ωστόσο, δεδομένων των δυνατοτήτων διάθεσης στην κοινοτική αγορά καθώς και των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα σε διεθνές επίπεδο, είναι σκόπιμο να μην ενθαρρύνεται η παραγωγή προβείου και αιγείου κρέατος όταν το ζωικό κεφάλαιο υπερβαίνει ένα επίπεδο που καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της αγοράς 7 ότι, για το σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί μείωση της εγγύησης που προβλέπεται από τα εν λόγω μέτρα 7 ότι είναι σκόπιμο να καθοριστεί το μέγιστο εγγυημένο επίπεδο στο ύψος που είχε φθάσει το ζωικό κεφάλαιο προβατίνων στις 31 Δεκεμβρίου 1987 στις εν λόγω περιοχές και να προβλεφθεί η κατά διαστήματα αναθεώρησή του 7

    (24) ότι η θέσπιση ανά παραγωγό ατομικών ορίων για τη χορήγηση πριμοδότησης, με τη διατήρηση του σημερινού επιπέδου του ζωικού κεφαλαίου, θα πρέπει να μειώσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τους κινδύνους υπέρβασης του προϋπολογισμού 7 ότι, υπό τους όρους αυτούς, θα πρέπει να καθορισθεί ο συντελεστής μείωσης της τιμής βάσης που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού στο επίπεδο που αποφασίσθηκε για τη περίοδο εμπορίας 1990 7

    (25) ότι ένα καθεστώς συναλλαγών, παράλληλα με το σύστημα τιμών, πριμοδοτήσεων και παρεμβάσεων που περιλαμβάνει ένα σύστημα εισαγωγικών δασμών μπορεί, κατ' αρχήν, να σταθεροποιήσει την κοινοτική αγορά 7 ότι αυτό το καθεστώς συναλλαγών βασίζεται στις συμφωνίες που συνήφθησαν στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, οι οποίες καλούνται στο εξής «συμφωνίες της ΓΣΔΕ» 7

    (26) ότι οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ακολουθούν συνεχώς την κίνηση των συναλλαγών προκειμένου να μπορούν να εκτιμούν την εξέλιξη της αγοράς και να εφαρμόζουν ενδεχομένως τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και τα οποία αυτή επιβάλλει 7 ότι, για αυτό το σκοπό, θα πρέπει να προβλεφθεί η έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής και, ενδεχομένως, εξαγωγής συνοδευόμενα από την καταβολή εγγύησης που να εξασφαλίζει την πραγματοποίηση των ενεργειών για τις οποίες ζητήθηκαν τα πιστοποιητικά 7

    (27) ότι, για να αποφευχθούν ή να περιοριστούν τα ανεπιθύμητα αποτελέσματα στην αγορά εντός της Κοινότητας τα οποία θα μπορούσαν να προέλθουν από τις εισαγωγές ορισμένων αγροτικών προϊόντων, η εισαγωγή ενός ή περισσοτέρων από αυτά τα προϊόντα πρέπει να υπόκειται σε μία επιπλέον εισφορά στην εισαγωγή, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις 7

    (28) ότι είναι σκόπιμο να χορηγηθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εισάγει και να διαχειρίζεται τους ποσοτικούς περιορισμούς που προκύπτουν από τις συμφωνίες της ΓΔΣΕ, υπό ορισμένες προϋποθέσεις 7

    (29) ότι συμπληρωματικά προς το σύστημα που περιγράφεται ανωτέρω, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα να απαγορεύεται ολικά ή μερικά, στο μέτρο που το απαιτεί η καλή λειτουργία της αγοράς, η προσφυγή στα καθεστώτα της ενεργητικής ή της παθητικής τελειοποίησης 7

    (30) ότι το καθεστώς των δασμών επιτρέπει την παραίτηση από κάθε άλλο μέτρο προστασίας στα εξωτερικά σύνορα της Κοινότητας 7 ότι, ωστόσο, ο μηχανισμός των κοινών τιμών και των δασμών μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποδεικνύεται ανεπαρκής 7 ότι, για να μην μένει στις περιπτώσεις αυτές, η κοινοτική αγορά απροστάτευτη από τις διαταραχές που ενδέχεται να προκύψουν, δεδομένου ότι τα εμπόδια κατά την εισαγωγή που υπήρχαν προηγουμένως θα έχουν καταργηθεί, θα πρέπει να μπορεί να Κοινότητα να λαμβάνει γρήγορα όλα τα αναγκαία μέτρα 7 ότι αυτά τα μέτρα πρέπει να είναι σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες ΓΣΔΕ 7

    (31) ότι πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα λήψεως μέτρων, όταν η αγορά της Κοινότητος διαταράσσεται ή απειλείται να διαταραχθεί λόγω της αισθητής ανόδου των τιμών 7 ότι η κατάσταση της αγοράς απαιτεί να επεκταθεί η δυνατότητα αυτή και σε περίπτωση αισθητής πτώσεως των τιμών 7

    (32) ότι οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, οι οποίοι προκύπτουν από την εφαρμογή των μέτρων που αποβλέπουν στην καταπολέμηση της εξάπλωσης των ασθενειών των ζώων, είναι δυνατό να προκαλέσουν δυσχέρειες στην αγορά ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών 7 ότι είναι ανάγκη να προβλεφθεί η δυνατότητα εφαρμογής εκτάκτων μέτρων στήριξης της αγοράς προς αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής 7

    (33) ότι, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή των σχεδιαζομένων διατάξεων, θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία που να καθιερώνει στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στα πλαίσια της επιτροπής διαχείρισης 7

    (34) ότι η κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος πρέπει να λαμβάνει υπόψη, παράλληλα και με τον κατάλληλο τρόπο, τους στόχους που προβλέπονται στα άρθρα 39 και 110 της συνθήκης 7

    (35) ότι η καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, βασισμένης σε σύστημα κοινών τιμών είναι πιθανό να κινδυνεύσει από τη χορήγηση ορισμένων ενισχύσεων 7 ότι, επομένως, θα πρέπει οι διατάξεις της συνθήκης που επιτρέπουν την εκτίμηση των ενισχύσεων που χορηγούν τα κράτη μέλη, και την απαγόρευση εκείνων, που είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, να εφαρμόζονται στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος 7

    (36) ότι οι δαπάνες των κρατών μελών λόγω των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, επιβαρύνουν την Κοινότητα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 1970, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (6),

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Πεδίο εφαρμογής

    Άρθρο 1

    Η κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος περιλαμβάνει ένα καθεστώς τιμών και ένα καθεστώς συναλλαγών και διέπει τα ακόλουθα προϊόντα:

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II Καθεστώς τιμών, πριμοδοτήσεων και παρεμβάσεων

    Άρθρο 2

    Για την ενθάρρυνση των επαγγελματικών και διεπαγγελματικών πρωτοβουλιών, οι οποίες διευκολύνουν την προσαρμογή της προσφοράς στις απαιτήσεις της αγοράς, μπορούν να λαμβάνονται τα ακόλουθα κοινοτικά μέτρα για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1:

    α) μέτρα για τον καλύτερο προσανατολισμό της εκτροφής 7

    β) μέτρα για την προαγωγή μιας καλύτερης οργάνωσης της παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας 7

    γ) μέτρα για την ποιοτική βελτίωση 7

    δ) μέτρα για την καθιέρωση βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προβλέψεων, με βάση τη γνώση των χρησιμοποιούμενων μέσων παραγωγής 7

    ε) μέτρα για τη διευκόλυνση της διαπίστωσης της εξέλιξης των τιμών στην αγορά.

    Οι γενικοί κανόνες που αφορούν τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 43 παράγραφος 2 της συνθήκης.

    Άρθρο 3

    1. Καθορίζεται ετησίως, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 43 παράγραφος 2 της συνθήκης και για την επόμενη περίοδο εμπορίας, τιμή βάσης για τα ολόκληρα σφάγια προβάτων που είναι νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη.

    2. Η τιμή βάσης καθορίζεται λαμβάνοντας κυρίως υπόψη:

    α) την κατάσταση της αγοράς στον τομέα του προβείου κρέατος κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους 7

    β) τις προοπτικές ανάπτυξης της παραγωγής και της κατανάλωσης προβείου κρέατος 7

    γ) το κόστος παραγωγής προβείου κρέατος 7

    δ) την κατάσταση της αγοράς στους άλλους τομείς ζωικών προϊόντων, και ιδίως στον τομέα του προβείου κρέατος 7

    ε) την αποκτηθείσα πείρα.

    Το Συμβούλιο αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, ορίζει τις τιμές βάσης κατά εποχές, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι κανονικές εποχιακές διακυμάνσεις της κοινοτικής αγοράς όσον αφορά το πρόβειο κρέας.

    3. Εκτός παρέκκλισης που αποφασίζει το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση της Επιτροπής, η περίοδος εμπορίας αρχίζει την πρώτη Δευτέρα του μηνός Ιανουαρίου και λήγει την παραμονή της ημέρας αυτής του επόμενου έτους.

    Άρθρο 4

    1. Διαπιστώνεται μια εβδομαδιαία μέση σταθμισμένη τιμή των νωπών ή διατηρημένων με απλή ψύξη σφαγίων προβατοειδών στις αντιπροσωπευτικές αγορές της Κοινότητας, με βάση τις τιμές που διαπιστώνονται στην ή στις αντιπροσωπευτικές αγορές κάθε ζώνης αναφοράς για την τυποποιημένη κοινοτική ποιότητα νωπών ή διατηρημένων με απλή ψύξη σφαγίων προβατοειδών, αφού ληφθεί υπόψη η σχετική σημασία της συνολικής παραγωγής προβείου κρέατος σε κάθε ζώνη αναφοράς.

    Ως ζώνες αναφοράς νοούνται:

    - η Μεγάλη Βρετανία,

    - η Βόρεια Ιρλανδία,

    - κάθε άλλο κράτος μέλος λαμβανόμενο χωριστά.

    2. Η κοινοτική αναφορά της τυποποιημένης ποιότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, αντιπροσωπεύει την πλέον εκτεταμένη παραγωγή, κατά μέσο όρο, στην Κοινότητα, για τις αγέλες που ειδικεύονται στην παραγωγή πρόβειου κρέατος και παράγουν βαρείς αμνούς.

    Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση της Επιτροπής:

    - προσδιορίζει την τυποποιημένη ποιότητα,

    - καθορίζει τον ορισμό των αμνών που παχύνονται ώστε να γίνουν βαρείς αμνοί.

    3. Θεωρείται παραγωγός ελαφρών αμνών κάθε παραγωγός προβατοειδών ο οποίος εμπορεύεται γάλα προβατίνας ή γαλακτοκομικά προϊόντα με βάση το γάλα προβατίνας. Κάθε άλλος παραγωγός προβατοειδών θεωρείται παραγωγός βαρέων αμνών.

    4. Τα κράτη μέλη διαμορφώνουν, προς ικανοποίηση του αιτήματος της Επιτροπής και το αργότερο για την περίοδο εμπορίας 1991, έναν μηχανισμό που επιτρέπει τη διαφοροποίηση μεταξύ παραγωγών βαρέων αμνών και παραγωγών ελαφρών αμνών.

    5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25.

    Άρθρο 5

    1. Κατά το μέτρο που είναι αναγκαίο για να αντισταθμιστεί η απώλεια εισοδήματος των παραγωγών πρόβειου κρέατος στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια μιας περιόδου εμπορίας, χορηγείται πριμοδότηση.

    Προς τούτο, ορίζεται μια ενιαία απώλεια εισοδήματος που αντιπροσωπεύει ανά 100 χιλιόγραμμα, σε βάρος σφαγίου, την ενδεχόμενη διαφορά μεταξύ της τιμής βάσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και του μέσου αριθμητικού όρου των εβδομαδιαίων τιμών αγοράς που διαπιστώνονται σύμφωνα με το άρθρο 4.

    2. Το ποσό της καταβλητέας πριμοδότησης ανά προβατίνα για τους παραγωγούς βαρέων αμνών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 προκύπτει πολλαπλασιάζοντας την απώλεια του εισοδήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επί ένα συντελεστή που εκφράζει, για το σύνολο της Κοινότητας, τη μέση ετήσια παραγωγή κρέατος βαρέων αμνών ανά προβατίνα που παράγει τους αμνούς αυτούς, εκφρασμένη ανά 100 χιλιόγραμμα, βάρους σφαγίου.

    3. Το ύψος της καταβλητέας ανά προβατίνα πριμοδότησης για τους παραγωγούς ελαφρών αμνών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 προκύπτει πολλαπλασιάζοντας την απώλεια του εισοδήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επί ένα συντελεστή που αντιπροσωπεύει το 80 % του συντελεστή που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παράγραφου 2 του παρόντος άρθρου.

    4. Κάθε παραγωγός εισπράττει την πριμοδότηση που υπολογίζεται για την κατηγορία στην οποία έχει καταταγεί. Ωστόσο, ένας παραγωγός που εμπορεύεται γάλα ή γαλακτοκομικά προϊόντα προβατίνας, εάν μπορεί να αποδείξει ότι τουλάχιστον το 40 % των αμνών που γεννιούνται στην εκμετάλλευσή του παχύνονται ώστε να γίνουν βαρείς αμνοί προκειμένου να σφαγούν, μπορεί, αφού υποβάλει αίτηση, να λάβει την πριμοδότηση που αντιστοιχεί στη βαρειά κατηγορία, ανάλογα με τον αριθμό των αμνών που γεννιούνται στην εκμετάλλευσή του και παχύνονται ώστε να γίνουν βαρείς αμνοί προς σφαγή.

    5. Προκειμένου να αντισταθμιστεί μία απώλεια εισοδήματος των παραγωγών αιγείου κρέατος, χορηγείται πριμοδότηση:

    α) αφενός, στις ζώνες που αναφέρονται στο παράρτημα I,

    β) αφετέρου, στις ορεινές ζώνες κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97 του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των γεωργικών διαρθρώσεων (7), εκτός από τις ζώνες που αναφέρονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού εφόσον έχει παρατηρηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25, ότι η παραγωγή των ζωνών αυτών καλύπτει τα ακόλουθα δύο κριτήρια:

    - η εκτροφή αιγών πρέπει κατά κύριο λόγο να προσανατολίζεται προς την παραγωγή αιγείου κρέατος,

    - οι τεχνικές εκτροφής αιγοειδών και προβατοειδών πρέπει να είναι οι ίδιες.

    Το ποσό της ανά αίγα καταβλητέας πριμοδότησης ισούται με το 80 % του ανά προβατίνα καταβλητέου ποσού, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

    6. Πριν από το τέλος κάθε εξαμήνου, η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25, προβαίνει στον υπολογισμό της προβλεπόμενης απώλειας εισοδήματος για το σύνολο της περιόδου εμπορίας και του προβλεπόμενου ποσού της πριμοδότησης.

    Βάσει αυτής της κατ' εκτίμηση απώλειας εισοδήματος, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να καταβάλουν σε όλους τους παραγωγούς τους ανά εξάμηνο προκαταβολή (acompte) που ανέρχεται στο 30 % της προβλεπόμενης πριμοδότησης.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι οι δύο αυτές προκαταβολές θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας μόνο πληρωμής προς τους παραγωγούς από το τέλος του δεύτερου εξαμήνου.

    Το ποσό της οριστικής πριμοδότησης καθορίζεται, χωρίς καθυστέρηση, μετά το τέλος της περιόδου εμπορίας και το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου. Το υπόλοιπο καταβάλλεται, ενδεχομένως, πριν τις 15 Οκτωβρίου του ιδίου έτους.

    Η πριμοδότηση καταβάλλεται στο δικαιούχο παραγωγό ανάλογα με τον αριθμό των προβατίνων ή/και των αιγών που διατηρεί στην εκμετάλλευση, για μια ελάχιστη χρονική περίοδο που καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

    7. Μέχρι το τέλος της περιόδου εμπορίας 1994, η πριμοδότηση προς όφελος των παραγωγών προβείου και αιγείου κρέατος που προβλέπεται στο παρόν άρθρο καταβάλλεται με πλήρη συντελεστή μέχρις ανωτάτου ορίου 1 000 ζώων ανά παραγωγό στις μειονεκτικές περιοχές κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφοι 3, 4 και 5 της οδηγίας 75/268/ΕΟΚ και μέχρις ανωτάτου ορίου 500 ζώων ανά παραγωγό στις λοιπές περιοχές.

    Πέραν των ορίων του πρώτου εδαφίου, η πληρωτέα πριμοδότηση ορίζεται, μέχρι το τέλος της περιόδου εμπορίας 1994, στο 50 % του υπολογιζόμενου ποσού.

    Για τις κάθε είδους ενώσεις ή άλλες μορφές συνεργασίας μεταξύ παραγωγών, τα όρια του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται ατομικώς σε καθένα των συμμετεχόντων παραγωγών.

    8. Το Συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία και θεσπίζει τους γενικούς κανόνες του καθεστώτος που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, και ιδίως τους ορισμούς του παραγωγού του δικαιούχου της πριμοδότησης και της επιλέξιμης προβατίνας, καθώς και της επιλέξιμης αιγός στις ζώνες που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

    Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με την ίδια διαδικασία:

    - μπορεί να επεκτείνει τη χορήγηση της πριμοδότησης σε ορισμένα θηλυκά ορεινών φυλών, που εκτρέφονται σε καθορισμένες ζώνες όπου επικρατούν ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες παραγωγής και δεν εμπίπτουν στον ορισμό των επιλέξιμων προβατίνων 7 στην περίπτωση αυτή, το κατά μονάδα ποσό της πριμοδότησης που καταβάλλεται για τα θηλυκά αυτά ισούται με το 70 % της πριμοδότησης που καθορίζεται ανά επιλέξιμη προβατίνα, σύμφωνα με την παράγραφο 2,

    - μπορεί να προβλέψει ότι η πριμοδότηση χορηγείται μόνο στους παραγωγούς που κατέχουν έναν ελάχιστο αριθμό προβατίνων και, όσον αφορά τις ζώνες που αναφέρονται στην παράγραφο 5, έναν ελάχιστο αριθμό προβατίνων ή/και αιγών.

    9. Η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25:

    - καθορίζει, ενδεχομένως τις πριμοδοτήσεις που καταβάλλονται ανά προβατίνα στους παραγωγούς των παραγράφων 2 και 3, ανά θηλυκό ορεινών φυλών κατά την έννοια της παραγράφου 8, καθώς και ανά αίγα, όσον αφορά τις ζώνες που αναφέρονται στην παράγραφο 5,

    - καθορίζει, για ολόκληρη τη διάρκεια κάθε περιόδου εμπορίας, τον συντελεστή που αναφέρεται στην παράγραφο 2,

    - θεσπίζει, τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως αυτές σχετικά με την υποβολή των αιτήσεων πριμοδότησης και την καταβολή της.

    10. Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στα πλαίσια του καθεστώτος που προβλέπεται στο παρόν άρθρο θεωρούνται ότι αποτελούν τμήμα των παρεμβάσεων που αποβλέπουν στην εξομάλυνση των γεωργικών αγορών.

    Άρθρο 6

    1. Θεσπίζεται ένα ατομικό όριο ανά παραγωγό για τη χορήγηση της πριμοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 5.

    Στην περίπτωση των παραγωγών στους οποίους χορηγήθηκε η πριμοδότηση πριν από την περίοδο εμπορίας 1992, η πριμοδότηση καταβάλλεται για την περίοδο 1993 και τις επόμενες περιόδους, εντός του ορίου του αριθμού των ζώων για τα οποία καταβλήθηκε η πριμοδότηση αυτή για την περίοδο εμπορίας 1991 7 ο αριθμός αυτός πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή που αναφέρεται στην παράγραφο 5.

    Ωστόσο, στην περίπτωση που ο συντελεστής είναι μεγαλύτερος από ένα, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να χρησιμοποιήσουν, εξολοκλήρου ή εν μέρει τον προκύπτοντα συμπληρωματικό αριθμό δικαιωμάτων πριμοδότησης για να τροφοδοτήσει το εθνικό απόθεμα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

    Τα όρια μειώνονται κατά τρόπο που να μπορεί να συσταθεί το εθνικό απόθεμα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

    2. Σε περίπτωση που, φυσικές περιστάσεις οδήγησαν σε μη καταβολή ή μειωμένη καταβολή της πριμοδότησης για την περίοδο εμπορίας 1991, θα ληφθεί υπόψη ο αριθμός των ζώων που αντιστοιχεί στις καταβολές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της πρόσφατης περιόδου. Σε περίπτωση μη καταβολής ή μειωμένης καταβολής της πριμοδότησης για την περίοδο εμπορίας 1991, λόγω της εφαρμογής των κυρώσεων που προβλέπονται για το σκοπό αυτό, θα ληφθεί υπόψη ο αριθμός που διαπιστώνεται κατά τη διεξαγωγή του ελέγχου με βάση τον οποίον επιβλήθηκαν αυτές οι κυρώσεις.

    3. Στην περίπτωση των ομάδων, ενώσεων ή άλλων μορφών συνεργασίας μεταξύ των παραγωγών, τα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται ατομικά στον καθένα από τους συνεταιρισμένους παραγωγούς σύμφωνα με τον ακόλουθο κανόνα:

    α) στην περίπτωση που ο τρόπος κατανομής του ζωικού κεφαλαίου και αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2385/91 της Επιτροπής (8) ανακοινώθηκε από την ομάδα παραγωγών στην αρμόδια αρχή για την περίοδο εμπορίας 1991, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού, τα όρια αυτά καθορίζονται για κάθε παραγωγό μέλος της ομάδας με βάση αυτόν τον τρόπο κατανομής 7

    β) στην περίπτωση που η ομάδα παραγωγών δεν ανακοίνωσε, για την περίοδο εμπορίας 1991, τον τρόπο κατανομής που αναφέρεται στο στοιχείο α), η πριμοδότηση θα καταβληθεί στην ομάδα εντός του ορίου του αριθμού των ζώων για τα οποία χορηγήθηκε η πριμοδότηση στην ομάδα για την περίοδο 1991 και σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στην παράγραφο 1. Θα καθορισθεί ένα ατομικό όριο για κάθε παραγωγό μέλος της ομάδας για την περίοδο εμπορίας 1993, σύμφωνα με τον τρόπο κατανομής που ανακοινώνει η ομάδα.

    Σε περίπτωση που υπάρχουν μεταγενέστερες αλλαγές στη σύνθεση της ομάδας, κατά την καταβολή της πριμοδότησης στην ομάδα αυτή θα ληφθεί υπόψη η λογιστική καταχώρηση των ατομικών ορίων κάθε παραγωγού που έγινε μέλος ή εγκατέλειψε την ομάδα.

    4. Το δικαίωμα πριμοδότησης διέπεται από τους ακόλουθους κανόνες:

    α) Το δικαίωμα πριμοδότησης συνδέεται με τους παραγωγούς στους οποίους έχει χορηγηθεί πριμοδότηση για την περίοδο εμπορίας 1991 και οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση πριμοδότησης για την περιόδο εμπορίας 1992 7

    β) όταν ένας παραγωγός πωλεί ή μεταβιβάζει με άλλο τρόπο την εκμετάλλευσή του, μπορεί να μεταβιβάσει όλα τα δικαιώματά του πριμοδότησης σε αυτόν που παίρνει την εκμετάλλευση.

    Μπορεί επίσης να μεταβιβάσει εξολοκλήρου ή εν μέρει να δικαιώματά του σε άλλους παραγωγούς χωρίς να μεταβιβάσει την εκμετάλλευσή του. Σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει ειδικούς κανόνες, σχετικά με τον ελάχιστο αριθμό, που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μερικής μεταβίβασης.

    Στην περίπτωση μεταβίβασης χωρίς μεταβίβαση εκμετάλλευσης, ένα τμήμα των μεταβιβασθέντων δικαιωμάτων, που δεν υπερβαίνει το 15 %, εκχωρείται, χωρίς αντιστάθμιση στο εθνικό απόθεμα του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται η εκμετάλλευσή του προκειμένου να διανεμηθούν δωρεάν στους νέους παραγωγούς ή σε άλλους παραγωγούς προτεραιότητος που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 7

    Ωστόσο, από την περίοδο εμπορίας 1995, οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου δεν εφαρμόζονται έναντι ομάδων παραγωγών, όταν πρόκειται για μεταβιβάσεις δικαιωμάτων μεταξύ μελών της ίδιας ομάδας παραγωγών, που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 25.

    Οι προϋποθέσεις αυτές συνεκτιμούν τουλάχιστον:

    - το νομικό καθεστώς των μελών της ομάδας,

    - το χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα μέλη ανήκουν στην ομάδα και το χρόνο συμμετοχής τους σ' αυτήν,

    - τη σύνθεση της ομάδας,

    στο βαθμό τον αναγκαίο για να μην θιγεί η εφαρμογή του τρίτου εδαφίου 7

    γ) Τα κράτη μέλη:

    - πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε τα δικαιώματα πριμοδότησης να μην μεταβιβάζονται εκτός των ευαίσθητων ζωνών ή περιοχών όπου η παραγωγή προβατοειδών έχει ιδιαίτερη σημασία για την τοπική οικονομία,

    - μπορούν να προβλέπουν ότι η μεταβίβαση δικαιωμάτων χωρίς μεταβίβαση της εκμετάλλευσης πραγματοποιείται είτε απευθείας μεταξύ των παραγωγών ή μέσω του εθνικού αποθέματος 7

    δ) Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, πριν από μια ημερομηνία που θα καθορισθεί, προσωρινές εκχωρήσεις του τμήματος των κεκτημένων δικαιωμάτων πριμοδότησης ενός παραγωγού τα οποία ο εν λόγω παραγωγός δεν προτίθεται να χρησιμοποιήσει 7

    ε) Τα δικαιώματα πριμοδότησης που μεταβιβάσθηκαν ή εκχωρήθηκαν προσωρινά σε ένα παραγωγό πρέπει να προστίθενται σε εκείνα που του είχαν δοθεί αρχικά 7

    στ) Η Επιτροπή θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 25 και ιδίως εκείνες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν, λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση του πληθυσμού των προβατίνων, τη μείωση που αναφέρεται στη παράγραφο 1 καθώς και εκείνες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να λύνουν τα ιδιαίτερα προβλήματα που συνδέονται με την μεταβίβαση δικαιωμάτων πριμοδότησης από παραγωγούς που δεν έχουν την κυριότητα των εκτάσεων τις οποίες καλύπτουν οι εκμεταλλεύσεις τους.

    5. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη καθορίζουν το συντελεστή που εκφράζει τη σχέση μεταξύ:

    α) του συνολικού αριθμού επιλέξιμων ζώων που είχαν δικαίωμα στην πριμοδότηση και βρίσκονταν κατά την έναρξη μιας από τις περιόδους εμπορίας 1989, 1990 ή 1991 στις εκμεταλλεύσεις των δικαιούχων και

    β) του συνολικού αριθμού των επιλέξιμων ζώων που είχαν δικαίωμα στην πριμοδότηση για την περίοδο εμπορίας 1991.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, πριν από τις 31 Οκτωβρίου 1992, για το έτος που διάλεξαν για τους σκοπούς του στοιχείου α).

    6. Τα κράτη μέλη υπολογίζουν εκ νέου τα ατομικά όρια έτσι ώστε οι ποσότητες που υπερβαίνουν τα όρια των 1 000 ζώων και 500 ζώων που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 7 να μειωθούν κατά 50 %. Τα επανυπολογισμένα όρια εφαρμόζονται από την περίοδο εμπορίας 1995.

    Άρθρο 7

    1. Κάθε κράτος μέλος συνιστά ένα αρχικό εθνικό απόθεμα ίσο προς τουλάχιστον 1 % και κατ' ανώτατο όριο 3 % του ποσού των ατομικών ορίων που εφαρμόζονται στους παραγωγούς των οποίων η εκμετάλλευση βρίσκεται στην επικράτειά του. Το εθνικό απόθεμα πρέπει επίσης να δέχεται τα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχείο β).

    Για τη Γερμανία το αρχικό εθνικό απόθεμα υπολογίζεται με βάση το άθροισμα των ατομικών ορίων που εφαρμόζονται στους παραγωγούς των οποίων η εκμετάλλευση ευρίσκεται στα παλαιά γερμανικά Lδnder. Αυτό το απόθεμα αφορά μόνον αυτούς τους παραγωγούς.

    Επιπλέον, για την Ιταλία και για την Ελλάδα, καθιερώνεται ένα ειδικό απόθεμα από 600 000 το πολύ δικαιώματα για κάθε ένα από αυτά το δύο κράτη μέλη, που προορίζεται να επιτρέψει την χορήγηση συμπληρωματικών δικαιωμάτων υπέρ των παραγωγών που θίγονται από την κατάσταση που δημιουργήθηκε από τη σύμπτωση; κατά τη διάρκεια της περιόδου 1991, αφενός των αλλαγών των όρων επιλεξιμότητας των ζώων που δικαιούνται πριμοδοτήσεως, και, αφετέρου, της εισαγωγής του καθεστώτος του ατομικού περιορισμού της εγγυήσεως ανά παραγωγό που βασίζεται στον αριθμό των πριμοδοτήσεων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου.

    Η Επιτροπή εξακριβώνει ότι η παροχή των προβλεπομένων συμπληρωματικών δικαιωμάτων περιορίζεται στους εν λόγω παραγωγούς και ότι οι τελευταίοι δεν θα έχουν, τελικά, περισσότερα δικαιώματα από εκείνα που θα είχαν εάν η αναφερόμενη στο τρίτο εδάφιο κατάσταση δεν είχε επέλθει.

    Με την επιφύλαξη αυτής της εξακρίβωσης και εντός των ορίων του ειδικού αποθέματος που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο, το εθνικό απόθεμα που έχει συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αυξάνεται κατά ποσό αντίστοιχο με το άθροισμα των παραχωρουμένων συμπληρωματικών δικαιωμάτων. Η αύξηση αυτή δεν επηρεάζει το συμπληρωματικό απόθεμα που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

    2. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα εθνικά αποθέματά τους για την χορήγηση εντός των ορίων των αποθεμάτων αυτών, δικαιωμάτων ιδίως στους κατωτέρω παραγωγούς:

    α) στους παραγωγούς που έχουν υποβάλει αίτηση για πριμοδότηση πριν από την περίοδο εμπορίας 1992 και οι οποίοι απέδειξαν στην αρμόδια αρχή ότι η εφαρμογή των ορίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, θα έθετε σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της εκμετάλλευσής τους, λαμβανομένης υπόψη της εκτελέσεως ενός επενδυτικού προγράμματος στον τομέα των προβατοειδών και αιγοειδών που καταρτίστηκε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993 7

    β) στους παραγωγούς που έχουν υποβάλει, για την περίοδο εμπορίας 1991, αίτηση πριμοδότησης η οποία, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, δεν αντιστοιχεί στην πραγματική κατάσταση όπως αυτή είχε διαμορφωθεί κατά τις προηγούμενες περιόδους εμπορίας 7

    γ) στους παραγωγούς που έχουν υποβάλει τακτικά αιτήσεις πριμοδότησης χωρίς να έχουν υποβάλει αίτηση για την περίοδο εμπορίας 1991 7

    δ) στους παραγωγούς που έχουν υποβάλει αίτηση πριμοδότησης για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της περιόδου εμπορίας 1993 ή κατά τις επόμενες περιόδους εμπορίας 7

    ε) στους παραγωγούς που έχουν αποκτήσει ένα μέρος των εκτάσεων οι οποίες στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν για την εκτροφή προβατοειδών ή/και αιγοειδών από άλλους παραγωγούς.

    3. Δημιουργείται συμπληρωματικό εθνικό απόθεμα ίσο με 1 % του αθροίσματος των ατομικών ορίων των παραγωγών στις μειονεκτικές περιοχές κάθε κράτους μέλους 7 αυτό το απόθεμα χορηγείται αποκλειστικά σε παραγωγούς της ίδιας περιοχής σύμφωνα με τα κριτήρια που θα καθορίσουν τα κράτη μέλη.

    Για τη Γερμανία το συμπληρωματικό απόθεμα είναι ίσο με το άθροισμα των ατομικών ορίων που εφαρμόζονται στους παραγωγούς των οποίων η εκμετάλλευση ευρίσκεται στις μειονεκτικές περιοχές των παλαιών γερμανικών Lδnder. Αυτό το απόθεμα αφορά μόνον αυτούς τους παραγωγούς.

    4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 4 στοιχείο στ), οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 6 και του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

    Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία εκδίδονται τα μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση κατά την οποία σε ένα κράτος μέλος, δεν χρησιμοποιείται το εθνικό απόθεμα.

    Άρθρο 8

    1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 παράγραφος 1, για τα νέα Lδnder της Γερμανίας:

    α) καθορίζεται ένα περιφερειακό ανώτατο όριο ενός εκατομμυρίου επιλέξιμων ζώων 7

    β) η Γερμανία προσδιορίζει τους όρους για τη διανομή αυτού του ανωτάτου ορίου και την κατανομή του κατά περιφέρειες.

    2. Στα εδάφη των νέων γερμανικών Lδnder, από την περίοδο εμπορίας 2000 το αργότερο, η Γερμανία εφαρμόζει τις διατάξεις σχετικά με τα ατομικά όρια που εφαρμόζονται στην υπόλοιπη Κοινότητα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

    Η Γερμανία κοινοποιεί στους παραγωγούς το ατομικό τους όριο ανά παραγωγό, όσον αφορά τη χορήγηση της πριμοδότησης που προβλέπεται στο άρθρο 5. Το ατομικό όριο ανά παραγωγό καθορίζεται με βάση τον αριθμό των προβατίνων για τις οποίες καταβλήθηκε η πριμοδότηση για την περίοδο που προηγείται του έτους για το οποίο έγινε η κοινοποίηση στους παραγωγούς για τα ατομικά τους όρια.

    3. Σε περίπτωση φυσικών περιστάσεων οι οποίες οδήγησαν σε μη καταβολή ή σε μειωμένη καταβολή για το έτος αναφοράς, θα χρησιμοποιηθεί ο αριθμός των ζώων που αντιστοιχούν στις καταβολές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της πλέον πρόσφατης περιόδου. Σε περίπτωση μη καταβολής της πριμοδότησης ή μειωμένης καταβολής για το έτος αναφοράς, λόγω επιβολής των κυρώσεων που προβλέπονται γι' αυτό το σκοπό, θα χρησιμοποιηθεί ο αριθμός που διαπιστώθηκε κατά τον έλεγχο που κατέληξε στις εν λόγω κυρώσεις.

    4. Σε περίπτωση που το άθροισμα των ατομικών ορίων των παραγωγών, οι εκμεταλλεύσεις των οποίων ευρίσκονται στα νέα γερμανικά Lδnder, είναι κατώτερο από το περιφερειακό ανώτατο όριο που έχει καθοριστεί γι' αυτό το έδαφος, τα υπόλοιπα δικαιώματα προστίθενται στο γερμανικό εθνικό απόθεμα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1. Το νέο απόθεμα, που έχει συσταθεί κατ' αυτό τον τρόπο εφαρμόζεται σε όλο το γερμανικό έδαφος.

    5. Η Επιτροπή θεσπίζει ενδεχομένως τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

    Άρθρο 9

    Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος εν συναρτήσει προς την κατάσταση των εκτάσεων που χρησιμοποιούνται προς εκτροφή ζώων του προβείου και αιγείου είδους, επιλέξιμων προς πριμοδότηση.

    Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής ορίζουν τις κατάλληλες ποινές, αναλόγως της σοβαρότητας των οικολογικών συνεπειών από τη μη τήρηση των μέτρων αυτών. Οι ποινές αυτές δύναται να περιλαμβάνουν τη μείωση ή ενδεχομένως την αφαίρεση των ευεργετημάτων που παρέχει το οικείο καθεστώς πριμοδότησης. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή περί των μέτρων που λαμβάνουν κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 10

    1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 παράγραφοι 1, 2, 3, 4 στοιχείο α), 5 και 6, ορίζεται συνολικό όριο για τη χορήγηση της πριμοδότησης του άρθρου 5 για την Αυστρία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία. Ο συνολικός αριθμός δικαιωμάτων περιλαμβανομένων στο ανώτατο αυτό όριο είναι:

    - 205 651 για την Αυστρία,

    - 80 000 για τη Φινλανδία,

    - 180 000 για τη Σουηδία.

    Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνουν τόσο τις ποσότητες που θα χορηγηθούν αρχικά όσο και κάθε αποθεματικό που ενδεχομένως συστήσουν τα κράτη μέλη αυτά.

    2. Με βάση τα ανώτατα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα ατομικά όρια χορηγούνται στους παραγωγούς Αυστρίας, Σουηδίας και Φινλανδίας, το αργότερο:

    - της 31η Δεκεμβρίου 1996 για την Αυστρία,

    - την 31η Δεκεμβρίου 1995 για τη Φινλανδία και τη Σουηδία.

    3. Η Επιτροπή αποφασίζει, με τη διαδικασία του άρθρου 25, τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως τα αναγκαία τροποποιητικά και μεταβατικά μέτρα.

    Άρθρο 11

    Τα μέτρα παρέμβασης μπορούν να ληφθούν υπό μορφή ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση για τα σφάγια αμνών και τα τεμάχιά των.

    Άρθρο 12

    1. Εφόσον:

    - αφενός, η τιμή που διαπιστώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4,

    - αφετέρου, η τιμή αγοράς μιας ζώνης αναφοράς, που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1,

    τοποθετούνται σε επίπεδο κατώτερο του 90 % της τιμής βάσης ανά εποχές που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και ενδέχεται να διατηρηθούν στο επίπεδο αυτό, οι ενισχύσεις στην ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπονται στο άρθρο 11 μπορούν να αποφασίζονται για την εν λόγω ζώνη αναφοράς.

    2. Όταν:

    - αφενός, η τιμή που διαπιστώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4,

    - αφετέρου, η αγοραία τιμή μιας ζώνης διαμόρφωσης τιμών,

    είναι κατά 70 % κατώτερες της εποχιακής τιμής βάσης και υπάρχει πιθανότητα να διατηρηθούν στο επίπεδο αυτό, οι ενισχύσεις για την ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπονται στο άρθρο 11 μπορούν να αποφασίζονται για την εν λόγω ζώνη διαμόρφωσης τιμών. Στην περίπτωση, αυτή, οι ενισχύσεις αυτές αποφασίζονται στο πλαίσιο διαδικασίας διαγωνισμού.

    Ωστόσο, είναι δυνατόν να αποφασίζεται η χορήγηση των ενισχύσεων αυτών στο πλαίσιο διαδικασίας προκαθορισμού στην περίπτωση που κρίνεται αναγκαία η επείγουσα προσφυγή στην ιδιωτική αποθεματοποίηση λόγω ιδιαίτερα δυσχερούς κατάστασης της αγοράς σε μία ή περισσότερες ζώνες διαμόρφωσης τιμών. Στην περίπτωση αυτή, η διαδικασία αυτή μπορεί να αποφασίζεται μόνον για τις ζώνες διαμόρφωσης τιμών στις οποίες διαπιστώθηκε η κατάσταση αυτή της αγοράς.

    3. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής, θεσπίζει τους γενικούς κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

    4. Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25:

    α) προσδιορίζονται τα προϊόντα και ο ποιότητες που είναι δεκτές στην ιδιωτική αποθεματοποίηση 7

    β) αποφασίζεται η έναρξη ισχύος των μέτρων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 7

    γ) αποφασίζονται οι ενισχύσεις στην ιδιωτική αποθεματοποίηση, οι ποσότητες που γίνονται δεκτές, καθώς και το τέλος της εφαρμογής των ενισχύσεων 7

    δ) θεσπίζονται οι άλλες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως οι όροι για τη θέση σε εφαρμογή των μέτρων της παρέμβασης.

    Άρθρο 13

    1. Η μέγιστη εγγυημένη ποσότητα καθορίζεται σε 63 400 000 κεφαλές προβατίνων.

    2. Για κάθε περίοδο εμπορίας:

    - όταν, κατά την διάρκεια της περιόδου εμπορίας, η εκτίμηση της αγέλης προβατίνων υπερβαίνει την μέγιστη εγγυημένη ποσότητα που έχει καθορισθεί για την εν λόγω περίοδο, η πριμοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5, μειώνεται τόσο για τις προβατίνες όσο και για τις αίγες, κατά την επίπτωση στη τιμή βάσης ενός συντελεστή που αντιπροσωπεύει μείωση κατά 1 % της τιμής βάσης για κάθε υπέρβαση κατά 1 % του μέγιστου εγγυημένου επιπέδου,

    - σε περίπτωση που ο μηχανισμός που προβλέπει η πρώτη περίπτωση, εφόσον εφαρμόζεται στην πραγματική αγέλη προβατίνων της προηγούμενης περιόδου εμπορίας, οδηγεί σε ποσό πριμοδότησης διαφορετικό από εκείνο που είχε υπολογισθεί, η διόρθωση πραγματοποιείται τη στιγμή του καθορισμού της οριστικής πριμοδότησης στις προβατίνες για την προκειμένη περίοδο ή, σε αντίθετη περίπτωση, πραγματοποιείται κατά τον υπολογισμό της πριμοδότησης για την επόμενη περίοδο εμπορίας.

    Κατά τον υπολογισμό και τη διαπίστωση της αγέλης προβατίνων, δεν λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός προβατίνων που εκτρέφονται στο έδαφος της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

    3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως του συντελεστή και του ποσού που αναφέρονται στην παράγραφο 2, θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

    4. Εντούτοις, από την περίοδο εμπορίας 1993, ο συντελεστής μείωσης της τιμής βάσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 είναι 7 %.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Καθεστώς των συναλλαγών με τις τρίτες χώρες

    Άρθρο 14

    1. Για κάθε εισαγωγή ή εξαγωγή στην ή από την Κοινότητα των προϊόντων του άρθρου 1, μπορεί να απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού εισαγωγής ή εξαγωγής.

    Το πιστοποιητικό εκδίδεται από τα κράτη μέλη για κάθε ενδιαφερόμενο που υποβάλλει σχετική αίτηση, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής του στην Κοινότητα, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή του άρθρου 17.

    Το πιστοποιητικό εισαγωγής και εξαγωγής ισχύει σε ολόκληρη την Κοινότητα. Για την έκδοση αυτών των πιστοποιητικών απαιτείται η κατάθεση εγγύησης που εξασφαλίζει τη δέσμευση για την πραγματοποίηση της εισαγωγής ή της εξαγωγής κατά τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού και η οποία εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας, καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει, εάν η συναλλαγή δεν πραγματοποιηθεί εντός της εν λόγω προθεσμίας ή εάν πραγματοποιηθεί μόνο εν μέρει.

    2. Ο κατάλογος προϊόντων για τα οποία απαιτούνται πιστοποιητικά εξαγωγής, η διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών και οι άλλες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25.

    Άρθρο 15

    Εφόσον ο παρών κανονισμός δεν ορίζει το αντίθετο, οι δασμολογικοί συντελεστές του κοινού δασμολογίου εφαρμόζονται για τα προϊόντα του άρθρου 1.

    Άρθρο 16

    1. Για να αποτραπούν ή να εξαλειφθούν οι επιζήμιες επιπτώσεις στην κοινοτική αγορά που είναι δυνατό να προκύψουν από τις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1, η εισαγωγή, με το δασμολογικό συντελεστή που προβλέπει το κοινό δασμολόγιο, ενός ή περισσότερων από τα προϊόντα αυτά υπόκειται στην καταβολή ενός πρόσθετου εισαγωγικού δασμού, εάν πληρούνται οι όροι που απορρέουν από το άρθρο 5 της συμφωνίας για τη γεωργία, η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 228 της συνθήκης στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, εκτός εάν οι εισαγωγές δεν κινδυνεύουν να διαταράξουν την κοινοτική αγορά ή εάν οι επιπτώσεις είναι δυσανάλογες σε σχέση με τον επιδιωκόμενο στόχο.

    2. Οι τιμές ενεργοποίησης κάτω από τις οποίες μπορεί να επιβάλλεται πρόσθετος εισαγωγικός δασμός, είναι οι τιμές που διαβιβάζονται από την Κοινότητα στην Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου.

    Οι ποσότητες ενεργοποίησης, των οποίων απαιτείται η υπέρβαση για την επιβολή πρόσθετου εισαγωγικού δασμού, καθορίζονται ιδίως με βάση τις εισαγωγές στην Κοινότητα κατά τα τρία έτη που προηγούνται του έτους κατά το οποίο παρουσιάζονται ή ενδέχεται να παρουσιαστούν οι επιζήμιες επιπτώσεις που αναφέρονται στη παράγραφο 1.

    3. Οι τιμές εισαγωγής που λαμβάνονται υπόψη για την επιβολή πρόσθετου εισαγωγικού δασμού καθορίζονται με βάση τις τιμές εισαγωγής cif της εν λόγω αποστολής.

    Οι τιμες εισαγωγής cif επαληθεύονται για το σκοπό αυτό βάσει των αντιπροσωπευτικών τιμών για το συγκεκριμένο προϊόν στην παγκόσμια αγορά ή στην κοινοτική αγορά εισαγωγής του προϊόντος.

    4. Η Επιτροπή θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25. Οι λεπτομέρειες αυτές αφορούν ιδίως:

    α) τα προϊόντα στα οποία εφαρμόζονται πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί σύμφωνα με το άρθρο 5 της συμφωνίας για τη γεωργία 7

    β) τα λοιπά κριτήρια που είναι αναγκαία για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή της παραγράφου 1 σύμφωνα με το άρθρο 5 της ως άνω συμφωνίας.

    Άρθρο 17

    1. Το άνοιγμα και η διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα προϊόντα του άρθρου 1, που προκύπτουν από συμφωνίες συναφθείσες στα πλαίσια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, διέπονται από τις ρυθμίσεις που θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25.

    2. Η διαχείριση των ποσοστώσεων είναι δυνατόν να γίνει κατ' εφαρμογή μίας από τις ακόλουθες μεθόδους ή με συνδυασμό των μεθόδων αυτών:

    α) μέθοδος βασιζόμενη στη χρονολογική σειρά υποβολής των αιτήσεων (σύμφωνα με την αρχή της «κατά προτεραιότητα εξυπηρέτησης του προηγηθέντος» 7

    β) μέθοδος κατανομής κατ' αναλογία των ποσοτήτων που ζητήθηκαν με τις υποβληθείσες αιτήσεις (σύμφωνα με τη μέθοδο της «ταυτόχρονης εξέτασης»),

    γ) μέθοδος βασιζόμενη στη συνεκτίμηση των παραδοσιακών εμπορικών ρευμάτων (σύμφωνα με τη μέθοδο «παλαιοί και νέοι πελάτες»).

    Επιτρέπεται ο καθορισμός και άλλων κατάλληλων μεθόδων.

    Αρκεί να αποφεύγεται οιαδήποτε διάκριση μεταξύ των ενδιαφερομένων φορέων.

    3. Η καθοριζόμενη μέθοδος διαχείρισης λαμβάνει υπόψη, όπου κρίνεται κατάλληλο, τις ανάγκες εφοδιασμού της κοινοτικής αγοράς και την ανάγκη διασφάλισης της ισορροπίας της αγοράς αυτής, ενώ μπορεί να εμπνέεται από τις μεθόδους που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν στις ποσοστώσεις που αντιστοιχούν προς εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με την επιφύλαξη των δασμών που απορρέουν από συμφωνίες συναφθείσες στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης.

    4. Οι εκτελεστικές λεπτομέρειες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προβλέπουν το άνοιγμα ποσοστώσεων επί ετησίας βάσεως και, εάν χρειάζεται, με την κατάλληλη κλιμάκωση, ενδεχομένως δε περιέχουν:

    α) διατάξεις που εγγυώνται τη φύση, την προέλευση και την καταγωγή του προϊόντος, καθώς και τη διατήρηση των παραδοσιακών ρευμάτων συναλλαγών 7

    β) διατάξεις σχετικά με την αναγνώριση του εγγράφου βάσει του οποίου αποδεικνύεται η ύπαρξη των εγγυήσεων του στοιχείου α) 7

    γ) τις προϋποθέσεις έκδοσης και τη διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών εισαγωγής.

    Άρθρο 18

    1. Στο βαθμό που απαιτείται για την καλή λειτουργία της κοινής οργάνωσης των αγορών του πρόβειου και αίγειου κρέατος, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μετά από πρόταση της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία ψηφοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 43 παράγραφος 2 της συνθήκης, μπορεί σε ειδικές περιπτώσεις, να αποκλείει εν όλω ή εν μέρει την προσφυγή στο καθεστώς ενεργητικής τελειοποίησης για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1.

    2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, εάν η κατάσταση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 χαρακτηρίζεται ως άκρως επείγουσα και έχει διαταραχθεί η κοινοτική αγορά ή κινδυνεύει να διαταραχθεί από το καθεστώς της ενεργητικής τελειοποίησης, η Επιτροπή μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας, αποφασίζει τα απαραίτητα μέτρα τα οποία κοινοποιούνται στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη και των οποίων η διάρκεια ισχύος δεν δύναται να υπερβεί τους έξι μήνες. Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται πάραυτα. Εάν ένα κράτος μέλος υποβάλει αίτηση στην Επιτροπή, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μίας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης.

    3. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου την απόφαση της Επιτροπής εντός μίας εβδομάδας από την ημέρα της κοινοποίησής της. Το Συμβούλιο αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μπορεί να επιβεβαιώσει, να τροποποιήσει ή να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής. Εάν το Συμβούλιο δεν έχει λάβει απόφαση εντός προθεσμίας τριών μηνών, η απόφαση της Επιτροπής τεκμαίρεται ως ακυρωθείσα.

    Άρθρο 19

    1. Οι γενικές διατάξεις για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας και οι ειδικές διατάξεις για την εφαρμογή της ισχύουν για την ταξινόμηση των προϊόντων που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό 7 η ονοματολογία του δασμολογίου που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, περιλαμβάνεται στο κοινό δασμολόγιο.

    2. Εφόσον ο παρών κανονισμός ή διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογήν του δεν ορίζουν το αντίθετο, απαγορεύονται κατά τις συναλλαγές με τις τρίτες χώρες:

    α) η είσπραξη φόρων ισοδυνάμου αποτελέσματος με τους τελωνειακούς δασμούς 7

    β) η εφαρμογή κάθε ποσοτικού περιορισμού για τις εισαγωγές ή μέτρου ισοδύναμου αποτελέσματος.

    Άρθρο 20

    1. Εάν η αγορά στην Κοινότητα ενός ή περισσότερων από τα προϊόντα του άρθρου 1 υφίσταται ή απειλείται να υποστεί, εξαιτίας των εισαγωγών ή των εξαγωγών, σοβαρές διαταραχές που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τους στόχους του άρθρου 39 της συνθήκης, τότε, είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν κατά τις συναλλαγές με τις τρίτες χώρες, τα ενδεικνυόμενα μέτρα μέχρις ότου εκλείψει η εν λόγω διαταραχή ή απειλή διαταραχής.

    Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας προτάσει της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία ψηφοφορίας του άρθρου 43 παράγραφος 2 της συνθήκης, θεσπίζει τις γενικές διατάξεις εφαρμογής της παρούσας παραγράφου και ορίζει τις περιπτώσεις και τα όρια εντός των οποίων τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν συντηρητικά μέτρα.

    2. Εάν προκύψει η κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, αποφασίζει για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων τα οποία κοινοποιεί στα κράτη μέλη και τα οποία τίθενται αμέσως σε εφαρμογή. Εάν κάποιο κράτος μέλος υποβάλει στην Επιτροπή σχετική αίτηση, η Επιτροπή αποφασίζει επ' αυτής εντός προθεσμίας τριών εργασίμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

    3. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου το μέτρο που έλαβε η Επιτροπή εντός προθεσμίας τριών εργασίμων ημερών από την ημέρα της κοινοποίησής του. Το Συμβούλιο συνέρχεται πάραυτα. Μπορεί να τροποποιήσει ή να ακυρώσει το εν λόγω μέτρο με ειδική πλειοψηφία.

    4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένων των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις συμφωνίες οι οποίες συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 228 παράγραφος 2 της συνθήκης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 21

    Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία που είναι πιθανόν να προκύπτουν από την εφαρμογή των μέτρων για την καταπολέμηση της εξάπλωσης των ασθενειών των ζώων, είναι δυνατόν να λαμβάνονται έκτακτα μέτρα στήριξης της αγοράς που θίγεται από τους περιορισμούς αυτούς, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνον εφόσον είναι αναγκαία και μόνον για τη χρονική διάρκεια που είναι αυστηρά απαραίτητη για τη στήριξη της αγοράς αυτής.

    Άρθρο 22

    Με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 92, 93 και 94 της συνθήκης εφαρμόζονται στην παραγωγή και το εμπόριο των προϊόντων και το εμπόριο των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 23

    Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ανακοινώνουν μεταξύ τους τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    Οι λεπτομέρειες της ανακοίνωσης και της μετάδοσης των στοιχείων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

    Άρθρο 24

    Συγκροτείται επιτροπή διαχείρισης «προβατοειδών-αιγοειδών», η οποία στο εξής αποκαλείται «επιτροπή» 7 η επιτροπή αυτή αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από τον αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

    Άρθρο 25

    1. Στην περίπτωση προσφυγής στη διαδικασία που καθορίζεται στο παρόν άρθρο, η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήσεως του αντιπροσώπου κράτους μέλους.

    2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο, αυτό εντός προθεσμίας που ορίζεται από τον πρόεδρο σε συνάρτηση με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

    Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα τα οποία μπορούν να, εφαρμοστούν αμέσως. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά, εάν δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ανακοινώνονται αμέσως από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να αναβάλει επί ένα μήνα το πολύ, από την ημερομηνία της ανακοίνωσης αυτής την εφαρμογή των μέτρων που έχει αποφασίσει.

    Το Συμβούλιο μπορεί με ειδική πλειοψηφία, να λάβει διαφορετική απόφαση εντός προθεσμίας ενός μηνός.

    Άρθρο 26

    Η επιτροπή μπορεί να εξετάζει κάθε θέμα που της υποβάλλει ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε κατόπιν αιτήσεως του αντιπροσώπου ενός κράτους μέλους.

    Άρθρο 27

    Ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη, παράλληλα και με τον κατάλληλο τρόπο, οι στόχοι που προβλέπονται στα άρθρα 39 και 110 της συνθήκης.

    Άρθρο 28

    Το παράρτημα I μπορεί να τροποποιείται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση της Επιτροπής.

    Άρθρο 29

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3013/89 καταργείται.

    Οι αναφορές στον εν λόγω κανονισμό θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα II μέρος Α.

    Άρθρο 30

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 1998.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    B. PRAMMER

    (1) ΕΕ C 313 της 12.10.1998.

    (2) ΕΕ C 14 της 10.7.1998, σ. 72.

    (3) ΕΕ L 289 της 7.10.1989, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1589/98 (ΕΕ L της 16.8.1996, σ. 25).

    (4) Βλέπε παράρτημα II μέρος Β.

    (5) ΕΕ L 128 της 19.5.1975, σ. 1 7 οδηγία που αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 950/97 (ΕΕ L 142 της 2.6.1997, σ. 1).

    (6) ΕΕ L 94 της 28.4.1970, σ. 13 7 κανονισμό όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1287/95 (ΕΕ L 125 της 8.6.1995, σ. 1).

    (7) ΕΕ L 142 της 2.6.1997, σ. 1.

    (8) ΕΕ L 219 της 7.8.1991, σ. 15 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2143/96 (ΕΕ L 286 της 8.11.1996, σ. 10).

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Μέρος Α

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Μέρος Β

    >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

    Top