This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31994D0728
94/728/EC, Euratom: Council Decision of 31 October 1994 on the system of the European Communities' own resources
94/728/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
94/728/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
ΕΕ L 293 της 12.11.1994, p. 9–13
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(FI, SV)
No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2001; καταργήθηκε από 300D0597
94/728/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 293 της 12/11/1994 σ. 0009 - 0013
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 3 σ. 0192
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 3 σ. 0192
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 31ης Οκτωβρίου 1994 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (94/728/ΕΚ, Ευρατόμ) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 201, τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 173, την πρόταση της Επιτροπής (1), τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2), τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3), Εκτιμώντας: ότι, με την απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1988 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (4), έχει διευρυνθεί και μεταβληθεί η σύνθεση των ιδίων πόρων διά του περιορισμού της βάσης του πόρου φόρος προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) στο 55 % του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος του έτους σε τιμές αγοράς (ΑΕΠ), διατηρουμένου του ανώτατου συντελεστή καταβολής στο 1,4 %, και θεσπιζομένου συμπληρωματικού ιδίου πόρου βασισμένου στο άθροισμα των ΑΕΠ των κρατών μελών 7 τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που συνήλθε στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 1992 στο Εδιμβούργο 7 ότι οι Κοινότητες πρέπει να διαθέτουν κατάλληλους πόρους για τη χρηματοδότηση των πολιτικών τους 7 ότι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα αυτά, οι Κοινότητες θα μπορέσουν να διαθέσουν, μέχρι το 1999, μέγιστο ποσό ιδίων πόρων αντίστοιχο προς το 1,27 % του συνόλου των ΑΕΠ των κρατών μελών 7 ότι, για να τηρηθεί το ανώτατο αυτό όριο, το συνολικό ύψος των ιδίων πόρων οι οποίοι τίθενται στη διάθεση των Κοινοτήτων για την περίοδο 1995-1999 δεν μπορεί να υπερβαίνει, για κανένα έτος, ένα καθορισμένο ποσοστό του αθροίσματος των ΑΕΠ των κρατών μελών για το συγκεκριμένο έτος 7 ότι καθορίζεται συνολικό ανώτατο όριο 1,335 % των ΑΕΠ των κρατών μελών για τις πιστώσεις για αναλήψεις υποχρεώσεων και ότι θα πρέπει να διασφαλισθεί η εύρυθμη εξέλιξη των πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων και των πιστώσεων για πληρωμές 7 ότι τα ανώτατο αυτά όρια θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται μέχρις ότου τροποποιηθεί η παρούσα απόφαση 7 ότι, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ικανότητα συνεισφοράς των διαφόρων κρατών μελών στο σύστημα των ιδίων πόρων και να διορθωθούν, για τα λιγότερο ευημερούντα κράτη μέλη, τα φθίνοντα στοιχεία που υφίστανται στο σημερινό σύστημα των ιδίων πόρων, σύμφωνα με το πρωτόκολλο σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενδείκνυται να γίνει νέα τροποποίηση των κανόνων χρηματοδότησης των Κοινοτήτων: - μειώνοντας το προβλεπόμενο ανώτατο όριο για τον ενιαίο συντελεστή που εφαρμόζεται στην ενιαία βάση του ΦΠΑ κάθε κράτους μέλους, από 1,4 % σε 1,0 % σε ίσα στάδια κατά τη διάρκεια της περιόδου 1995-1999, - περιορίζοντας, από το 1995, σε 50 % του ΑΕΠ τους, τη βάση του ΦΠΑ των κρατών μελών των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 1991 ήταν κατώτερο του 90 % του κοινοτικού μέσου όρου, δηλαδή της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, και μειώνοντας τη βάση από 55 % σε 50 % σε ίσα στάδια κατά τη διάρκεια της περιόδου 1995-1999, για τα άλλα κράτη μέλη 7 ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέτασε, επανειλημμένα, το θέμα της διόρθωσης των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού, ιδίως κατά τη σύνοδό του της 25ης και 26ης Ιουνίου 1984 7 ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 1992, επιβεβαίωσε τη μέθοδο υπολογισμού της διόρθωσης των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού, που ορίζεται στην απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ 7 ότι θα πρέπει οι διαταραχές στην ισορροπία του προϋπολογισμού να διορθώνονται κατά τρόπο που να μην επηρεάζει τους διαθέσιμους για τις κοινοτικές πολιτικές ιδίους πόρους 7 ότι το νομισματικό αποθεματικό, εφεξής καλούμενο «νομισματικό αποθεματικό ΕΓΤΠΕ», αποτελεί αντικείμενο ειδικών διατάξεων 7 ότι, στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, έχει προβλεφθεί η δημιουργία, στον προϋπολογισμό, δύο αποθεματικών, δηλαδή του αποθεματικού για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Εγγύησης Δανείων και του αποθεματικού για επείγουσα βοήθεια σε τρίτες χώρες 7 ότι τα αποθεματικά αυτά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικών διατάξεων 7 ότι η Επιτροπή θα υποβάλει, πριν από το τέλος του 1999, έκθεση για τη λειτουργία του συστήματος, στην οποία θα περιλαμβάνεται και επανεξέταση της διόρθωσης των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού που χορηγείται στο Ηνωμένο Βασίλειο 7 ότι θα υποβάλει επίσης, μέχρι το τέλος του 1999, έκθεση για τα αποτελέσματα της μελέτης όσον αφορά τις δυνατότητες δημιουργίας νέου ίδιου πόρου, καθώς και για τις λεπτομέρειες εισαγωγής σταθερού ενιαίου συντελεστή ο οποίος εφαρμόζεται στη βάση ΦΠΑ 7 ότι θα πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις, οι οποίες να εξασφαλίζουν τη μετάβαση από το καθεστώς που έχει θεσπιστεί με την απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ στο καθεστώς που προκύπτει από την παρούσα απόφαση 7 ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προέβλεψε ότι η παρούσα απόφαση αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την 1η Ιανουαρίου 1995, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΙΣ ΠΑΡΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΣΥΝΙΣΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ: Άρθρο 1 Οι ίδιοι πόροι χορηγούνται στις Κοινότητες προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που καθορίζουν τα επόμενα άρθρα. Ο προϋπολογισμός των Κοινοτήτων χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου, με την επιφύλαξη των άλλων εσόδων, από τους ιδίους πόρους των Κοινοτήτων. Άρθρο 2 1. Συνιστούν ιδίους πόρους που εγγράφονται στον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων, τα έσοδα που προέρχονται από: α) εισφορές, πριμοδοτήσεις, συμπληρωματικά ή εξισωτικά ποσά, πρόσθετα ποσά ή στοιχεία και λοιπά τέλη που έχουν θεσπιστεί ή θα θεσπιστούν από τα όργανα των Κοινοτήτων επί των συναλλαγών με χώρες μη μέλη, στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής, όπως και από εισφορές και άλλα τέλη που προβλέπονται στα πλαίσια της κοινής οργάνωσης των αγορών στον τομέα της ζάχαρης 7 β) τους δασμούς του κοινού δασμολογίου και τους λοιπούς δασμούς που έχουν θεσπιστεί ή θα θεσπιστούν από τα όργανα των Κοινοτήτων επί των συναλλαγών με χώρες μη μέλη και από τους δασμούς που επιβάλλονται στα προϊόντα τα οποία υπάγονται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα 7 γ) την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή που ισχύει για όλα τα κράτη μέλη στη βάση του ΦΠΑ, η οποία καθορίζεται με ενιαίο τρόπο για τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες. Ωστόσο, η βάση η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, περιορίζεται, από το 1995, στο 50 % του ΑΕΠ τους για τα κράτη μέλη των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 1991 ήταν κατώτερο του 90 % του κοινοτικού μέσου όρου 7 για τα άλλα κράτη μέλη, η βάση που λαμβάνεται υπόψη περιορίζεται σε: - 54 % το 1995, - 53 % το 1996, - 52 % το 1997, - 51 % το 1998, - 50 % το 1999, του ΑΕΠ τους. Ο συντελεστής περιορισμού του 50 % του ΑΕΠ τους που προβλέπεται για όλα τα κράτη μέλη το 1999 εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρις ότου τροποποιηθεί η παρούσα απόφαση 7 δ) την εφαρμογή συντελεστή, που θα καθοριστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη όλων των άλλων εσόδων, στο άθροισμα των ΑΕΠ όλων των κρατών μελών, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ (5). 2. Εξάλλου, συνιστούν ιδίους πόρους που εγγράφονται στον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων τα έσοδα που προέρχονται από άλλους φόρους, οι οποίοι τυχόν θεσπίζονται στα πλαίσια μιας κοινής πολιτικής, σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, εφόσον έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία του άρθρου 201 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. 3. Τα κράτη μέλη παρακρατούν, ως έξοδα είσπραξης, το 10 % των ποσών που πρέπει να καταβληθούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β). 4. Ο ενιαίος συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), αντιστοιχεί στο συντελεστή που προκύπτει από: α) την εφαρμογή του: - 1,32 % το 1995, - 1,24 % το 1996, - 1,16 % το 1997, - 1,08 % το 1998, - 1,00 % το 1999, στη βάση του ΦΠΑ για τα κράτη μέλη. Ο συντελεστής 1,00 % που προβλέπεται για το 1999 εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρις ότου τροποποιηθεί η παρούσα απόφαση 7 β) μείον το ακαθάριστο ποσό της αντιστάθμισης αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 2. Το ακαθάριστο ποσό είναι το ποσό της αντιστάθμισης, προσαρμοσμένο λόγω του ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα συμμετάσχει στη χρηματοδότηση της αντιστάθμισης προς αυτό το ίδιο και λόγω του ότι το μερίδιο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας μειώνεται κατά το ένα τρίτο. Υπολογίζεται δε, σαν να χρηματοδοτείται το ποσό της αντιστάθμισης αναφοράς από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις βάσεις του ΦΠΑ τους, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ). 5. Ο συντελεστής που καθορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), εφαρμόζεται στο ΑΕΠ κάθε κράτους μέλους. 6. Αν, κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, δεν έχει εγκριθεί ο προϋπολογισμός, ο ενιαίος συντελεστής του ΦΠΑ και ο συντελεστής που εφαρμόζεται στα ΑΕΠ των κρατών μελών, που είχαν καθοριστεί προγενέστερα, με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 όσον αφορά το νομισματικό αποθεματικό ΕΓΤΠΕ, το αποθεματικό για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Εγγύησης Δανείων και το αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια σε τρίτες χώρες, εξακολουθούν να εφαρμόζονται, μέχρι να τεθούν σε ισχύ οι νέοι συντελεστές. 7. Για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, ως ΑΕΠ νοείται το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν του έτους σε τιμές αγοράς. Άρθρο 3 1. Το συνολικό ποσό των ιδίων πόρων που χορηγείται στις Κοινότητες δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1,27 % του συνόλου του ΑΕΠ των κρατών μελών για τις πιστώσεις για πληρωμές. Το συνολικό ποσό των ιδίων πόρων που χορηγείται στις Κοινότητες δεν μπορεί να υπερβαίνει, για κάθε έτος της περιόδου 1995-1999, τα ακόλουθα ποσοστά του συνόλου του ΑΕΠ των κρατών μελών για το αντίστοιχο έτος: - 1995: 1,21, - 1996: 1,22, - 1997: 1,24, - 1998: 1,26, - 1999: 1,27. 2. Οι εγγεγραμμένες στο γενικό προϋπολογισμό των Κοινοτήτων πιστώσεις για αναλήψεις υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου 1995-1999 πρέπει να εξελίσσονται εύρυθμα, ώστε να καταλήξουν σε συνολικό ποσό μη υπερβαίνον το 1,335 % του συνόλου του ΑΕΠ των κρατών μελών το 1999. Θα διατηρηθεί εύρυθμη σχέση μεταξύ πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων και πιστώσεων για πληρωμές, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμβατότητά τους και να μπορέσουν να τηρηθούν τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 ανώτατα όρια για τα επόμενα έτη. 3. Τα συνολικά ανώτατα όρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 εξακολουθούν να εφαρμόζονται μέχρις ότου τροποποιηθεί η παρούσα απόφαση. Άρθρο 4 Παραχωρείται στο Ηνωμένο Βασίλειο διόρθωση των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού. Η διόρθωση αυτή συνίσταται σε ένα βασικό ποσό και μια αναπροσαρμογή. Η αναπροσαρμογή διορθώνει το βασικό ποσό στο επίπεδο αντιστάθμισης αναφοράς. 1. Το βασικό ποσό καθορίζεται κατόπιν: α) υπολογισμού της διαφοράς, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου οικονομικού έτους, μεταξύ: - του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο άθροισμα των καταβολών που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), που θα είχαν πραγματοποιηθεί κατά το οικονομικό αυτό έτος, συμπεριλαμβανομένων των αναπροσαρμογών με ενιαίο συντελεστή για τα προηγούμενα οικονομικά έτη, και - του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο σύνολο των δαπανών που έχουν κατανεμηθεί 7 β) εφαρμογής της διαφοράς που προκύπτει με τον τρόπο αυτό στο σύνολο των δαπανών που έχουν κατανεμηθεί 7 γ) πολλαπλασιασμού του αποτελέσματος επί 0,66. 2. Η αντιστάθμιση αναφοράς είναι η διόρθωση που προκύπτει από την εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου στοιχεία α), β) και ζ) του παρόντος σημείου, διορθωμένη κατά το αποτέλεσμα που προκύπτει, για το Ηνωμένο Βασίλειο, από τη μετάβαση στον περιορισμένο ΦΠΑ και τις καταβολές που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ). Αυτή καθορίζεται κατόπιν: α) υπολογισμού της διαφοράς, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου οικονομικού έτους, μεταξύ: - του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο σύνολο των καταβολών ΦΠΑ που θα είχαν πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του οικονομικού αυτού έτους, συμπεριλαμβανομένων των αναπροσαρμογών για τα προηγούμενα οικονομικά έτη, για τα ποσά που χρηματοδοτούνται από τους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), εάν ο ενιαίος συντελεστής ΦΠΑ είχε εφαρμοστεί στις μη περιορισμένες βάσεις, και - του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο σύνολο των δαπανών που έχουν κατανεμηθεί 7 β) εφαρμογής της διαφοράς που προκύπτει με τον τρόπο αυτό στο σύνολο των δαπανών που έχουν κατανεμηθεί 7 γ) πολλαπλασιασμού του αποτελέσματος επί 0,66 7 δ) αφαιρέσεως των καταβολών του Ηνωμένου Βασιλείου που λαμβάνονται υπόψη στο σημείο 1 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση από τις καταβολές που λαμβάνονται υπόψη στην πρώτη περίπτωση του στοιχείου α) του παρόντος εδαφίου 7 ε) αφαιρέσεως του ληφθέντος ποσού του στοιχείου δ) από το ληφθέν ποσό του στοιχείου γ). 3. Το βασικό ποσό αναπροσαρμόζεται κατά τρόπον ώστε να αντιστοιχεί στο ποσό της αντιστάθμισης αναφοράς. Άρθρο 5 1. Τα άλλα κράτη αναλαμβάνουν την οικονομική επιβάρυνση της διόρθωσης σύμφωνα με τον ακόλουθο τρόπο. Η κατανομή της επιβάρυνσης υπολογίζεται, κατ' αρχάς, σε συνάρτηση με το αντίστοιχο μερίδιο των κρατών μελών στις καταβολές που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ), εξαιρουμένου του Ηνωμένου Βασιλείου 7 αναπροσαρμόζεται στη συνέχεια έτσι ώστε να περιοριστεί η συμμετοχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στα δύο τρίτα του μεριδίου που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτό. 2. Η διόρθωση χορηγείται στο Ηνωμένο Βασίλειο με μείωση των καταβολών του που απορρέουν από την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ). Η οικονομική επιβάρυνση στην οποία υποβάλλονται τα άλλα κράτη μέλη προστίθεται στις καταβολές τους που απορρέουν από την εφαρμογή, για κάθε κράτος μέλος, του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ). 3. Η Επιτροπή προβαίνει στους αναγκαίους υπολογισμούς για την εφαρμογή του άρθρου 4 και του παρόντος άρθρου. 4. Αν, κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, δεν έχει εγκριθεί ο προϋπολογισμός, εξακολουθούν να ισχύουν η διόρθωση που χορηγήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και η οικονοιμική επιβάρυνση που ανέλαβαν τα άλλα κράτη μέλη, οι εγγεγραμμένες στον τελευταίο προϋπολογισμό που έχει εγκριθεί οριστικά. Άρθρο 6 Τα έσοδα που αναφέρονται στο άρθρο 2 χρησιμοποιούνται αδιακρίτως για τη χρηματοδότηση όλων των δαπανών που εγγράφονται στον προϋπολογισμό. Τα έσοδα που είναι απαραίτητα για την πλήρη ή μερική κάλυψη του νομισματικού αποθεματικού του ΕΓΤΠΕ, το αποθεματικό για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Εγγύησης Δανείων και το αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια σε τρίτες χώρες, που είναι εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό, δεν ζητούνται από τα κράτη μέλη παρά μόνον κατά τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών. Οι διατάξεις σχετικά με τη λειτουργία των αποθεματικών αυτών θεσπίζονται, εφόσον χρειαστεί, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2. Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει τη μεταχείριση που επιφυλάσσεται στις συνεισφορές ορισμένων κρατών μελών για τα συμπληρωματικά προγράμματα που προβλέπονται στο άρθρο 130Λ της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Άρθρο 7 Το ενδεχόμενο πλεόνασμα των εσόδων των Κοινοτήτων επί του συνόλου των πραγματικών δαπανών κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους μεταφέρεται στο επόμενο οικονομικό έτος. Τα ενδεχόμενα πλεονάσματα που προκύπτουν από μεταφορά από κεφάλαια του ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων, προς το νομισματικό αποθεματικό ή τα πλεονάσματα του Ταμείου Εγγυήσεων για εξωτερικές δράσεις τα καταβαλλόμενα στην κατάσταση των εσόδων του προϋπολογισμού, θεωρούνται ότι αποτελούν ίδιους πόρους. Άρθρο 8 1. Οι κοινοτικοί ίδιοι πόροι που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), εισπράττονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, οι οποίες προσαρμόζονται, ενδεχομένως, στις απαιτήσεις των κοινοτικών ρυθμίσεων. Η Επιτροπή προβαίνει, σε τακτά διαστήματα, σε εξέταση των εθνικών διατάξεων που της γνωστοποιούν τα κράτη μέλη, ανακοινώνει στα κράτη μέλη τις προσαρμογές που θεωρεί αναγκαίες για τη διασφάλιση της πιστότητάς τους προς τις κοινοτικές ρυθμίσεις και υποβάλλει έκθεση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή. Τα κράτη μέλη θέτουν τους πόρους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ), στη διάθεση της Επιτροπής. 2. Με την επιφύλαξη της επαλήθευσης των λογαριασμών και των ελέγχων πιστότητας και κανονικότητας που προβλέπονται από το άρθρο 188 Γ της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και αφορούν κυρίως την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα των εθνικών συστημάτων και διαδικασιών προσδιορισμού της βάσης για τους ιδίους πόρους οι οποίοι προέρχονται από τον ΦΠΑ και το ΑΕΠ, και με την επιφύλαξη των ελέγχων που οργανώνονται δυνάμει του άρθρου 209 στοιχείο γ) της συνθήκης το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα, επί προτάσεως της Επιτροπής και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θεσπίζει τις αναγκαίες διατάξεις για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, καθώς και τις διατάξεις για τον έλεγχο της είσπραξης, την απόδοση στην Επιτροπή και την καταβολή των εσόδων που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 5. Άρθρο 9 Ο μηχανισμός της φθίνουσας επιστροφής των ιδίων πόρων που προέρχονται από τον ΦΠΑ ή από τις χρηματικές συνεισφορές που βασίζονται στο ΑΕΠ που είχε θεσπιστεί μέχρι το 1985 υπέρ της Ελλάδας με το άρθρο 127 της πράξης προσχώρησης του 1979 και μέχρι το 1991 υπέρ της Ισπανίας και της Πορτογαλίας με τα άρθρα 187 και 374 της πράξης προσχώρησης του 1985, εφαρμόζεται στους ιδίους πόρους που προέρχονται από τον ΦΠΑ και στον ίδιο πόρο που βασίζεται στο ΑΕΠ, οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) της παρούσας απόφασης. Ο μηχανισμός αυτός εφαρμόζεται και στις καταβολές των δύο τελευταίων αυτών κρατών μελών τις προκύπτουσες από την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο συντελεστής επιστροφής είναι ο συντελεστής που εφαρμόσθηκε κατά το έτος για το οποίο χορηγείται η διόρθωση. Άρθρο 10 Η Επιτροπή υποβάλει, πριν από το τέλος του 1999, έκθεση για τη λειτουργία του συστήματος, η οποία συμπεριλαμβάνει επανεξέταση της διόρθωσης των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού που χορηγείται στο Ηνωμένο Βασίλειο, που θεσπίζει η παρούσα απόφαση. Υποβάλει επίσης, πριν από το τέλος του 1999, έκθεση για τα αποτελέσματα μελέτης σχετικά με τις δυνατότητες δημιουργίας νέου ιδίου πόρου καθώς και για τις λεπτομέρειες εισαγωγής σταθερού ενιαίου συντελεστή ο οποίος εφαρμόζεται στη βάση ΦΠΑ. Άρθρο 11 1. Η παρούσα απόφαση κοινοποιείται στα κράτη μέλη από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου την ολοκλήρωση των διαδικασιών που επιβάλλουν οι αντίστοιχοι συνταγματικοί τους κανόνες για την έγκριση της παρούσας απόφασης. Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της παραλαβής της τελευταίας από τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο. Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την 1η Ιανουαρίου 1995. 2. α) Υπό την επιφύλαξη του στοιχείου β), η απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 1995. Οποιαδήποτε παραπομπή στην απόφαση του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 1970 περί αντικαταστάσεως των χρηματικών συνεισφορών των κρατών μελών από ιδίους πόρους των Κοινοτήτων (6), στην απόφαση 85/257/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 1985 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (7), ή στην απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, νοείται ως παραπομπή στην παρούσα απόφαση. β) Το άρθρο 3 της απόφασης 85/257/ΕΟΚ, Ευρατόμ εξακολουθεί να ισχύει για τον υπολογισμό και τις αναπροσαρμογές των εσόδων που προέρχονται από την εφαρμογή συντελεστή στη βάση του ΦΠΑ, η οποία καθορίζεται κατά ενιαίο τρόπο και χωρίς περιορισμό όσον αφορά το οικονομικό έτος 1987 και τα προηγούμενα οικονομικά έτη. Τα άρθρα 2, 4 και 5 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ εξακολουθούν να ισχύουν για τον υπολογισμό και τις αναπροσαρμογές των εσόδων που προέρχονται από την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή, ισχύοντος για όλα τα κράτη μέλη, στη βάση του ΦΠΑ, η οποία προσδιορίζεται με ενιαίο τρόπο και περιορίζεται στο 55 % του ΑΕΠ κάθε κράτους μέλους, καθώς και για τον υπολογισμό της διόρθωσης των διαταραχών της ισορροπίας του προϋπολογισμού η οποία χορηγείται στο Ηνωμένο Βασίλειο, όσον αφορά τα οικονομικά έτη 1988-1994. Εφόσον ενδείκνυται η εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 7 της εν λόγω απόφασης, στους υπολογισμούς που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, οι χρηματικές συνεισφορές αντικαθιστούν τις καταβολές του ΦΠΑ, για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, καθώς και την πληρωμή των αναπροσαρμογών των διορθώσεων που αφορούν τα προηγούμενα οικονομικά έτη. Λουξεμβούργο, 31 Οκτωβρίου 1994. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος K. KINKEL (1) ΕΕ αριθ. C 300 της 6. 11. 1993, σ. 17. (2) ΕΕ αριθ. C 61 της 28. 2. 1994, σ. 105. (3) ΕΕ αριθ. C 52 της 19. 2. 1994, σ. 1. (4) ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 24. (5) ΕΕ αριθ. L 49 της 21. 1. 1989, σ. 26. (6) ΕΕ αριθ. L 94 της 28. 4. 1970, σ. 19. (7) ΕΕ αριθ. L 128 της 14. 5. 1985, σ. 15. Απόφαση που καταργήθηκε με την απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ.