This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32016L2370
Directive (EU) 2016/2370 of the European Parliament and of the Council of 14 December 2016 amending Directive 2012/34/EU as regards the opening of the market for domestic passenger transport services by rail and the governance of the railway infrastructure (Text with EEA relevance )
Οδηγία (EE) 2016/2370 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )
Οδηγία (EE) 2016/2370 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )
ΕΕ L 352 της 23.12.2016, p. 1–17
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force
23.12.2016 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 352/1 |
ΟΔΗΓΊΑ (EE) 2016/2370 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 14ης Δεκεμβρίου 2016
για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Με την οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) δημιουργείται ενιαίος ευρωπαϊκός σιδηροδρομικός χώρος με κοινούς κανόνες όσον αφορά τη διακυβέρνηση των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής, τη χρηματοδότηση και τη χρέωση των υποδομών, τις συνθήκες πρόσβασης στις σιδηροδρομικές υποδομές και υπηρεσίες, καθώς και τη ρυθμιστική εποπτεία της σιδηροδρομικής αγοράς. Η ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου θα πρέπει να επιτευχθεί με την επέκταση της αρχής της ανοικτής πρόσβασης στις εσωτερικές σιδηροδρομικές αγορές και τη μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης των διαχειριστών υποδομής με στόχο την εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης στις υποδομές. |
(2) |
Η αύξηση της σιδηροδρομικής επιβατικής κίνησης δεν συμβάδισε με την εξέλιξη άλλων τρόπων μεταφοράς. Η ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου θα πρέπει να συμβάλει στην περαιτέρω εξέλιξη των σιδηροδρομικών μεταφορών ως αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης σε σχέση με άλλους τρόπους μεταφοράς. Στο πλαίσιο αυτό έχει ζωτική σημασία η νομοθεσία για τη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου να εφαρμοστεί αποτελεσματικά μέσα στα καθορισθέντα χρονικά όρια. |
(3) |
Οι ενωσιακές αγορές σιδηροδρομικών εμπορευματικών υπηρεσιών και διεθνών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών έχουν ανοίξει στον ανταγωνισμό από το 2007 και το 2010 αντίστοιχα, με βάση την οδηγία 2004/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και την οδηγία 2007/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη έχουν ανοίξει τις εσωτερικές υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών τους στον ανταγωνισμό, είτε μέσω της θέσπισης δικαιωμάτων ανοικτής πρόσβασης, είτε μέσω της διενέργειας δημόσιων διαγωνισμών για τις συμβάσεις υπηρεσιών δημόσιας υπηρεσίας είτε και με τους δύο τρόπους. Τέτοιου τύπου ανοίγματα της αγοράς αναμένεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στη λειτουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, με αποτέλεσμα καλύτερες υπηρεσίες για τους χρήστες. |
(4) |
Συγκεκριμένες εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2012/34/ΕΕ θα πρέπει να επιτρέπουν στα κράτη μέλη να λαμβάνουν υπόψη τους συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της δομής και της οργάνωσης των σιδηροδρομικών συστημάτων στο έδαφός τους, διασφαλίζοντας παράλληλα την ενότητα του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. |
(5) |
Η λειτουργία της σιδηροδρομικής υποδομής σε ένα δίκτυο περιλαμβάνει τον έλεγχο-χειρισμό και τη σηματοδότηση. Για όσο διάστημα η γραμμή παραμένει σε λειτουργία, ο διαχειριστής υποδομής θα πρέπει να διασφαλίζει ιδίως ότι η υποδομή είναι κατάλληλη για την προβλεπόμενη χρήση της. |
(6) |
Προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον μια επιχείρηση θα πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι κάθετα ολοκληρωμένη, θα πρέπει να εφαρμόζεται η έννοια του ελέγχου όπως νοείται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (7). Όπου ο διαχειριστής υποδομής και η σιδηροδρομική επιχείρηση είναι πλήρως ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο, αλλά αμφότεροι ελέγχονται άμεσα από το κράτος χωρίς ενδιάμεση οντότητα, θα πρέπει να θεωρούνται διαχωρισμένοι. Κυβερνητικό υπουργείο που ασκεί έλεγχο τόσο σε σιδηροδρομική επιχείρηση όσο και σε διαχειριστή υποδομής δεν θα πρέπει να θεωρείται ενδιάμεση οντότητα. |
(7) |
Η παρούσα οδηγία καθορίζει περαιτέρω απαιτήσεις, ώστε να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να επιλέξουν ανάμεσα σε διάφορα οργανωτικά μοντέλα, από τον πλήρη δομικό διαχωρισμό μέχρι την κάθετη ολοκλήρωση, υπό τον όρο ότι υπάρχουν κατάλληλες διασφαλίσεις που εγγυώνται την αμεροληψία του διαχειριστή υποδομής όσον αφορά τα βασικά καθήκοντα, τη διαχείριση της κυκλοφορίας και τον προγραμματισμό της συντήρησης. Τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίσουν ότι, μέσα στα όρια των καθιερωμένων πλαισίων χρέωσης και χορήγησης δικαιώματος χρήσης, ο διαχειριστής υποδομής έχει οργανωτική ανεξαρτησία και ανεξαρτησία λήψης αποφάσεων σε ό,τι αφορά τα βασικά καθήκοντα. |
(8) |
Σε κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις θα πρέπει να ισχύουν διασφαλίσεις, ώστε να βεβαιώνεται ότι άλλες νομικές οντότητες εντός των εν λόγω επιχειρήσεων δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή όσον αφορά τους διορισμούς και τις απολύσεις των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα βασικά καθήκοντα. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ισχύουν διαδικασίες υποβολής καταγγελιών. |
(9) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ένα εθνικό πλαίσιο για την εκτίμηση των συγκρούσεων συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό, ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τυχόν προσωπικά χρηματοοικονομικά, οικονομικά ή επαγγελματικά συμφέροντα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αθέμιτα την αμεροληψία του διαχειριστή υποδομής. Αν ο διαχειριστής υποδομής και η σιδηροδρομική επιχείρηση είναι ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο, το γεγονός ότι ελέγχονται άμεσα από την ίδια αρχή κράτους μέλους δεν θα πρέπει να θεωρείται σύγκρουση συμφερόντων κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. |
(10) |
Η λήψη αποφάσεων από τους διαχειριστές υποδομής όσον αφορά την κατανομή των σιδηροδρομικών δρομολογίων και η λήψη αποφάσεων όσον αφορά τα τέλη υποδομής αποτελούν βασικό καθήκον που είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση ισότιμης και χωρίς διακρίσεις πρόσβασης στη σιδηροδρομική υποδομή. Θα πρέπει να θεσπιστούν αυστηρές εγγυήσεις ώστε να αποφευχθεί τυχόν αθέμιτη επιρροή που ασκείται στις αποφάσεις που λαμβάνει ο διαχειριστής υποδομής σχετικά με τέτοια καθήκοντα. Οι εν λόγω εγγυήσεις θα πρέπει να προσαρμόζονται για να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές δομές διακυβέρνησης των σιδηροδρομικών οντοτήτων. |
(11) |
Θα πρέπει επίσης να ληφθούν κατάλληλα μέτρα, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα καθήκοντα διαχείρισης της κυκλοφορίας και προγραμματισμού της συντήρησης ασκούνται με αμερόληπτο τρόπο, με σκοπό να αποφεύγεται κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό, οι διαχειριστές υποδομής θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες. Εν προκειμένω, όταν έχει χορηγηθεί στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις περαιτέρω πρόσβαση στη διαδικασία διαχείρισης της κυκλοφορίας από τους διαχειριστές υποδομής, η πρόσβαση αυτή θα πρέπει να χορηγείται ισότιμα σε όλες τις ενδιαφερόμενες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις. |
(12) |
Όταν τα βασικά καθήκοντα επιτελούνται από ανεξάρτητο φορέα χρέωσης και/ή χορήγησης δικαιώματος χρήσης, θα πρέπει να διασφαλίζεται η αμεροληψία του διαχειριστή υποδομής όσον αφορά τα καθήκοντα διαχείρισης της κυκλοφορίας και συντήρησης, χωρίς να χρειάζεται να διαβιβασθούν τα εν λόγω καθήκοντα σε ανεξάρτητη οντότητα. |
(13) |
Οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να έχουν την εξουσία να παρακολουθούν τη διαχείριση της κυκλοφορίας, τον προγραμματισμό ανανέωσης, καθώς και τις προγραμματισμένες ή μη εργασίες συντήρησης, ώστε να διασφαλίζουν ότι δεν επιβάλλονται διακρίσεις. |
(14) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία, τη συντήρηση και την ανανέωση σε δίκτυο και επιφορτισμένος με την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής υποδομής στο εν λόγω δίκτυο. Όταν τα εν λόγω καθήκοντα ανατίθενται εξωτερικά σε διαφορετικές οντότητες, ο διαχειριστής υποδομής θα πρέπει ωστόσο να διατηρεί την εποπτική εξουσία και να φέρει την τελική ευθύνη για την άσκησή τους. |
(15) |
Οι διαχειριστές υποδομής που αποτελούν μέρος μιας κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρησης μπορούν να αναθέτουν σε τρίτους εντός της εν λόγω επιχείρησης καθήκοντα εκτός των βασικών καθηκόντων υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, υπό τον όρο ότι δεν προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων και ότι εξασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών. Τα βασικά καθήκοντα δεν θα πρέπει να ανατίθενται σε οποιαδήποτε άλλη οντότητα της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, εκτός εάν η εν λόγω οντότητα ασκεί αποκλειστικά βασικά καθήκοντα. |
(16) |
Όταν κρίνεται σκόπιμο, ιδίως για λόγους αποτελεσματικότητας, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις σύμπραξης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, τα καθήκοντα της διαχείρισης υποδομής μπορούν να μοιράζονται διάφοροι διαχειριστές υποδομής. Ο κάθε διαχειριστής υποδομής θα πρέπει να φέρει την πλήρη ευθύνη για τα καθήκοντα που ασκεί. |
(17) |
Οι χρηματοοικονομικές μεταφορές ανάμεσα στον διαχειριστή υποδομής και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και, στην περίπτωση των κάθετα ολοκληρωμένων επιχειρήσεων, ανάμεσα στον διαχειριστή υποδομής και οποιαδήποτε άλλη νομική οντότητα της ολοκληρωμένης επιχείρησης θα πρέπει να αποτρέπονται όταν θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού στην αγορά, ιδίως ως αποτέλεσμα διεπιδότησης. |
(18) |
Οι διαχειριστές υποδομής μπορούν να χρησιμοποιούν τα έσοδα από δραστηριότητες διαχείρισης δικτύων υποδομής, που περιλαμβάνουν τη χρήση δημόσιων πόρων, για τη χρηματοδότηση δικών τους επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή για να διανείμουν μερίσματα στους επενδυτές τους, ως απόδοση των επενδύσεών τους σε σιδηροδρομική υποδομή. Στους εν λόγω επενδυτές είναι δυνατόν να συγκαταλέγεται το κράτος και τυχόν ιδιώτες μέτοχοι, όχι όμως επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και ασκούν έλεγχο τόσο σε σιδηροδρομική επιχείρηση όσο και στον εν λόγω διαχειριστή υποδομής. Τα μερίσματα που προκύπτουν από δραστηριότητες οι οποίες δεν περιλαμβάνουν τη χρήση κρατικών πόρων ή εσόδων από τα τέλη για τη χρήση της σιδηροδρομικής υποδομής μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν από επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και ασκούν έλεγχο τόσο σε σιδηροδρομική επιχείρηση όσο και στον εν λόγω διαχειριστή υποδομής. |
(19) |
Οι αρχές που διέπουν τη χρέωση δεν θα πρέπει να αποκλείουν την πιθανότητα τα έσοδα από τα τέλη υποδομής να διέρχονται από κρατικούς λογαριασμούς. |
(20) |
Όπου, σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση, ο διαχειριστής υποδομής δεν έχει διακριτή νομική προσωπικότητα και τα βασικά καθήκοντα ασκούνται από τρίτους με την ανάθεσή τους σε ανεξάρτητο φορέα χρέωσης και/ή χορήγησης δικαιώματος χρήσης, οι σχετικές διατάξεις περί χρηματοοικονομικής διαφάνειας και ανεξαρτησίας του διαχειριστή υποδομής θα πρέπει να ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, σε επίπεδο ορισμένων τμημάτων της επιχείρησης. |
(21) |
Προκειμένου να επιτευχθεί αποτελεσματική διαχείριση του δικτύου και αποτελεσματική χρήση της υποδομής με αποτελεσματικό τρόπο, θα πρέπει να διασφαλιστεί ο καλύτερος συντονισμός ανάμεσα στους διαχειριστές υποδομής και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις μέσω της εφαρμογής των κατάλληλων μηχανισμών συντονισμού. |
(22) |
Προκειμένου να διευκολυνθεί η παροχή αποτελεσματικών και αποδοτικών σιδηροδρομικών υπηρεσιών εντός της Ένωσης, θα πρέπει να δημιουργηθεί ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών υποδομής που θα βασίζεται σε υπάρχουσες πλατφόρμες. Με σκοπό τη συμμετοχή στο δίκτυο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να ορίσουν ποιος ή ποιοι φορείς θα θεωρηθούν ότι είναι οι κύριοι διαχειριστές υποδομής τους. |
(23) |
Δεδομένης της ανομοιογένειας των δικτύων σε ό,τι αφορά το μέγεθος και την πυκνότητά τους, καθώς και την ποικιλομορφία των οργανωτικών δομών των εθνικών, τοπικών και περιφερειακών αρχών και τις αντίστοιχες εμπειρίες τους με τη διαδικασία ανοίγματος της αγοράς, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη αρκετή ευελιξία στην οργάνωση των σιδηροδρομικών δικτύων τους, έτσι ώστε να παρέχονται υπηρεσίες ανοικτής πρόσβασης και υπηρεσίες στο πλαίσιο συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο υπηρεσιών άμεσα διαθέσιμων σε όλους τους επιβάτες. |
(24) |
Η παραχώρηση σε ενωσιακές σιδηροδρομικές επιχειρήσεις του δικαιώματος πρόσβασης σε σιδηροδρομικές υποδομές σε όλα τα κράτη μέλη με σκοπό την εκτέλεση εσωτερικών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην οργάνωση και τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την επιλογή να περιορίσουν αυτό το δικαίωμα πρόσβασης όταν θα έθετε σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία των εν λόγω συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, με βάση απόφαση του σχετικού ρυθμιστικού φορέα. |
(25) |
Το δικαίωμα των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων να αποκτούν πρόσβαση στην υποδομή δεν επηρεάζει τη δυνατότητα μιας αρμόδιας αρχής να χορηγεί αποκλειστικά δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) ή να αναθέτει απευθείας σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπό τους όρους του άρθρου 5 του εν λόγω κανονισμού. Η ύπαρξη μιας τέτοιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν θα πρέπει να δίνει το δικαίωμα στο κράτος μέλος να περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης άλλων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων στη σχετική σιδηροδρομική υποδομή για την παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, εκτός αν οι υπηρεσίες αυτές θα έθεταν σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία των εν λόγω συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. |
(26) |
Οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να εκτιμούν, βάσει αντικειμενικής οικονομικής ανάλυσης, κατά πόσο θα τεθεί σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία των υφιστάμενων συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, κατόπιν αιτήματος από τα ενδιαφερόμενα μέρη. |
(27) |
Κατά τη διαδικασία της εκτίμησης θα πρέπει να συνυπολογίζεται η ανάγκη παροχής επαρκούς ασφάλειας δικαίου σε όλους τους παράγοντες της αγοράς για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους. Η διαδικασία θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλή, αποτελεσματική και διαφανής, καθώς και να παρουσιάζει συνοχή με την κατανομή της χωρητικότητας της υποδομής. |
(28) |
Υπό τον όρο ότι διασφαλίζεται η πρόσβαση χωρίς διακρίσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να εξαρτούν το δικαίωμα πρόσβασης στην υποδομή από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ώστε να επιτρέπουν την εφαρμογή ενός ενοποιημένου συστήματος δρομολογίων για τις εσωτερικές υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών. |
(29) |
Η ανάπτυξη της σιδηροδρομικής υποδομής και η βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών αποτελούν βασικές προτεραιότητες της προαγωγής ενός αειφόρου συστήματος μεταφορών και κινητικότητας στην Ευρώπη. Ειδικότερα, η ανάπτυξη ενός σιδηροδρομικού δικτύου υψηλής ταχύτητας μπορεί να δημιουργήσει καλύτερες και ταχύτερες συνδέσεις μεταξύ των οικονομικών και πολιτιστικών κέντρων της Ευρώπης. Οι σιδηροδρομικές υπηρεσίες υψηλής ταχύτητας συνδέουν τους ανθρώπους και τις αγορές γρήγορα, αξιόπιστα, οικολογικά και οικονομικά και ενθαρρύνουν το επιβατικό κοινό να προτιμά το σιδηροδρομικό δίκτυο. Έχει ως εκ τούτου ιδιαίτερη σημασία να προαχθούν τόσο οι δημόσιες όσο και οι ιδιωτικές επενδύσεις στις σιδηροδρομικές υποδομές υψηλής ταχύτητας, να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για θετική απόδοση των επενδύσεων και να μεγιστοποιηθούν τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη από τις επενδύσεις αυτές. Θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπάρχει η δυνατότητα για τα κράτη μέλη να επιλέγουν διαφορετικούς τρόπους προαγωγής των επενδύσεων σε σιδηροδρομικές υποδομές υψηλής ταχύτητας και της χρήσης γραμμών υψηλής ταχύτητας. |
(30) |
Με απώτερο στόχο να αναπτυχθεί η αγορά για υψηλής ταχύτητας υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών και να προαχθεί η βέλτιστη χρήση της διαθέσιμης υποδομής και προκειμένου να ενθαρρυνθεί η ανταγωνιστικότητα των υψηλής ταχύτητας υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών με αποτέλεσμα οφέλη για τους επιβάτες, η ανοικτή πρόσβαση σε υψηλής ταχύτητας υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών θα πρέπει να περιορίζεται μόνο σε ειδικές περιστάσεις και κατόπιν αντικειμενικής οικονομικής ανάλυσης από τον ρυθμιστικό φορέα. |
(31) |
Με σκοπό να επιτρέπεται στους επιβάτες να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που απαιτούνται για τον προγραμματισμό ταξιδιών και την κράτηση εισιτηρίων στο εσωτερικό της Ένωσης, θα πρέπει να προαχθούν τα κοινά συστήματα πληροφοριών και έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου που έχουν αναπτυχθεί από την αγορά. Δεδομένου ότι είναι σημαντικό να προαχθούν τα ενιαία συστήματα δημόσιων συγκοινωνιών, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να ασχοληθούν με την ανάπτυξη τέτοιων συστημάτων, που θα καθιστούν δυνατές τις πολυτροπικές και διασυνοριακές επιλογές κινητικότητας, καθώς και τις επιλογές κινητικότητας από πόρτα σε πόρτα. |
(32) |
Τα συστήματα έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου θα πρέπει να είναι διαλειτουργικά και να μην εισάγουν διακρίσεις. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θα πρέπει να συμβάλλουν στην ανάπτυξη των εν λόγω συστημάτων διαθέτοντας χωρίς διακρίσεις και σε διαλειτουργική μορφή όλα τα σχετικά δεδομένα που απαιτούνται για τον προγραμματισμό ταξιδιών και την κράτηση εισιτηρίων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα συστήματα αυτά δεν εισάγουν διακρίσεις μεταξύ σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και ότι σέβονται την ανάγκη να διασφαλίζονται η εμπιστευτικότητα των εμπορικών πληροφοριών, η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί και να υποβάλλει εκθέσεις για την εξέλιξη των συστημάτων αυτών και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, να υποβάλλει νομοθετικές προτάσεις. |
(33) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η παροχή σιδηροδρομικών υπηρεσιών απηχεί τις απαιτήσεις που συνδέονται με την εγγύηση επαρκούς κοινωνικής προστασίας, διασφαλίζοντας παράλληλα την ομαλή πρόοδο προς την ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να τηρούνται οι υποχρεώσεις που απορρέουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο από δεσμευτικές συλλογικές συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ κοινωνικών εταίρων, καθώς και τα σχετικά κοινωνικά πρότυπα. Οι υποχρεώσεις αυτές δεν θα πρέπει να θίγουν τη νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα του κοινωνικού και εργατικού δικαίου. Η Επιτροπή θα πρέπει να στηρίξει ενεργά το έργο του τομεακού κοινωνικού διαλόγου για τους σιδηροδρόμους. |
(34) |
Στο πλαίσιο της τρέχουσας αναθεώρησης της οδηγίας 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει αν είναι αναγκαίες νέες νομοθετικές πράξεις για την πιστοποίηση του προσωπικού των αμαξοστοιχιών. |
(35) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίσουν σχετικά με τις κατάλληλες στρατηγικές χρηματοδότησης, ώστε να επιταχύνουν την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS), και ιδίως κατά πόσον πρέπει να εφαρμοστεί διαφοροποίηση των τελών τροχαίας πρόσβασης. |
(36) |
Οι διαχειριστές υποδομής οφείλουν να συνεργάζονται όσον αφορά περιστατικά ή ατυχήματα με αντίκτυπο στη διασυνοριακή κυκλοφορία, ώστε να ανταλλάσσουν τυχόν σχετικές πληροφορίες που καθιστούν δυνατή τη γρήγορη αποκατάσταση της κανονικής κυκλοφορίας. |
(37) |
Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου, οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να συνεργάζονται για να διασφαλίσουν πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στη σιδηροδρομική υποδομή. |
(38) |
Είναι ιδίως αναγκαίο οι ρυθμιστικοί φορείς να συνεργάζονται στις περιπτώσεις που θέματα σχετικά με διεθνείς σιδηροδρομικές υπηρεσίες ή σιδηροδρομική υποδομή σε δύο κράτη απαιτούν αποφάσεις από δύο ή περισσότερους ρυθμιστικούς φορείς, προκειμένου να συντονίζουν τις αποφάσεις που λαμβάνουν, με απώτερο στόχο την αποφυγή ανασφάλειας δικαίου και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής παροχής των διεθνών σιδηροδρομικών υπηρεσιών. |
(39) |
Κατά τη διαδικασία ανοίγματος των εθνικών σιδηροδρομικών αγορών στον ανταγωνισμό με την παροχή πρόσβασης στα δίκτυα σε κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους μεταβατική περίοδο επαρκούς διάρκειας, ώστε να προσαρμόσουν το εθνικό τους δίκαιο καθώς και τις οργανωτικές τους δομές. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρήσουν τους υπάρχοντες εθνικούς κανόνες τους σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου. |
(40) |
Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (10), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν σε αιτιολογημένες περιπτώσεις την κοινοποίηση μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά μέρη μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η οδηγία 2012/34/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
Στο άρθρο 6, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν το άρθρο 7α παράγραφος 3 απαιτούν από την επιχείρηση να είναι οργανωμένη σε διακριτά τμήματα που δεν έχουν χωριστή νομική προσωπικότητα εντός της ίδιας επιχείρησης.». |
4) |
Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 7 Ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία, τη συντήρηση και την ανανέωση σε δίκτυο και είναι επιφορτισμένος με την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής υποδομής του εν λόγω δικτύου σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις υπόλοιπες νομικές οντότητες της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης δεν διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στις αποφάσεις που λαμβάνονται από τον διαχειριστή υποδομής σε σχέση με τα βασικά καθήκοντα. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου και του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και οι διαχειριστές που λογοδοτούν απευθείας σε αυτά, ενεργούν κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και ότι η αμεροληψία δεν επηρεάζεται από ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων. 2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής είναι οργανωμένος ως οντότητα νομικά διακριτή από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση και, σε κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις, από κάθε άλλη νομική οντότητα εντός της επιχείρησης. 3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ίδια άτομα δεν μπορούν να απασχολούνται ή να διορίζονται ταυτόχρονα:
4. Σε κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής και τα πρόσωπα που είναι αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα βασικά καθήκοντα δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή σχετιζόμενη με τις επιδόσεις από οποιαδήποτε άλλη νομική οντότητα εντός της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης ούτε λαμβάνουν τυχόν πριμοδοτήσεις σχετιζόμενες πρωτίστως με τις οικονομικές επιδόσεις συγκεκριμένων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. Είναι ωστόσο δυνατόν να τους προσφέρονται κίνητρα που συνδέονται με τις συνολικές επιδόσεις του σιδηροδρομικού συστήματος. 5. Όταν τα συστήματα πληροφοριών είναι κοινά σε διάφορες οντότητες εντός της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, η πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες που αφορούν βασικά καθήκοντα επιτρέπεται μόνο στο εξουσιοδοτημένο προσωπικό του διαχειριστή υποδομής. Οι ευαίσθητες πληροφορίες δεν διαβιβάζονται σε άλλες οντότητες εντός της κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. 6. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τα δικαιώματα λήψης αποφάσεων των κρατών μελών όσον αφορά την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση της σιδηροδρομικής υποδομής και τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά τη χρηματοδότηση και τη χρέωση της υποδομής, καθώς και την κατανομή της χωρητικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στα άρθρα 8, 29 και 39.». |
5) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 7α Ανεξαρτησία των βασικών καθηκόντων 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής υποδομής έχει οργανωτική ανεξαρτησία και ανεξαρτησία στη λήψη αποφάσεων εντός των ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στα άρθρα 29 και 39, όσον αφορά τα βασικά καθήκοντα. 2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι:
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η χρέωση της υποδομής και η κατανομή των διαδρομών πραγματοποιούνται από φορέα χρέωσης και/ή από φορέα χορήγησης δικαιώματος χρήσης που είναι ανεξάρτητοι ως προς τη νομική μορφή, την οργάνωση και τη λήψη αποφάσεων από οποιαδήποτε σιδηροδρομική επιχείρηση. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 7 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ). Το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το άρθρο 7 παράγραφος 4 ισχύουν τηρουμένων των αναλογιών για τους προϊσταμένους των τμημάτων που έχουν την ευθύνη για τη διαχείριση της υποδομής και την παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών. 4. Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν τα βασικά καθήκοντα του διαχειριστή υποδομής ισχύουν για τον ανεξάρτητο φορέα χρέωσης και/ή χορήγησης δικαιώματος χρήσης. Άρθρο 7β Αμεροληψία του διαχειριστή υποδομής όσον αφορά τη διαχείριση της κυκλοφορίας και τον προγραμματισμό της συντήρησης 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα καθήκοντα διαχείρισης της κυκλοφορίας και προγραμματισμού της συντήρησης ασκούνται με διαφάνεια και χωρίς διακρίσεις και ότι τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα εν λόγω καθήκοντα δεν επηρεάζονται από συγκρούσεις συμφερόντων. 2. Όσον αφορά τη διαχείριση της κυκλοφορίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, σε περιπτώσεις διαταραχής που τους αφορούν, έχουν πλήρη και έγκαιρη πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες. Όταν ο διαχειριστής υποδομής παρέχει περαιτέρω πρόσβαση στη διαδικασία διαχείρισης της κυκλοφορίας, το πράττει για τις οικείες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, με διαφάνεια και χωρίς διακρίσεις. 3. Όσον αφορά τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό της σημαντικής συντήρησης και/ή ανανέωσης της σιδηροδρομικής υποδομής, ο διαχειριστής υποδομής συμβουλεύεται τους αιτούντες και λαμβάνει υπόψη, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, τις ανησυχίες που εκφράστηκαν. Ο προγραμματισμός των εργασιών συντήρησης διενεργείται από τον διαχειριστή υποδομής κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις. Άρθρο 7γ Εξωτερική ανάθεση και καταμερισμός των καθηκόντων του διαχειριστή υποδομής 1. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων και ότι διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, ο διαχειριστής υποδομής δύναται:
Ο διαχειριστής υποδομής διατηρεί την εποπτική εξουσία κατά την άσκηση των καθηκόντων που περιγράφονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και φέρει την τελική ευθύνη για την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων. Κάθε οντότητα που επιτελεί βασικά καθήκοντα συμμορφώνεται με τα άρθρα 7, 7α, 7β και 7δ. 2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 1, τα καθήκοντα του διαχειριστή υποδομής μπορούν να εκτελούνται από διαφορετικούς διαχειριστές υποδομής, συμπεριλαμβανομένων συμβαλλόμενων μερών σε ρυθμίσεις σύμπραξης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, εφόσον όλοι πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφοι 2 έως 6 και των άρθρων 7α, 7β και 7δ και αναλαμβάνουν την πλήρη ευθύνη για την άσκηση των καθηκόντων αυτών. 3. Όταν δεν ανατίθενται βασικά καθήκοντα σε φορέα παροχής ενέργειας, ο φορέας αυτός εξαιρείται από τους κανόνες που εφαρμόζονται στους διαχειριστές υποδομής, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις σχετικές διατάξεις που αφορούν την ανάπτυξη του δικτύου, ιδίως με το άρθρο 8. 4. Με την επιφύλαξη της εποπτείας από τον ρυθμιστικό φορέα ή οποιονδήποτε άλλο ανεξάρτητο αρμόδιο φορέα που καθορίζεται από τα κράτη μέλη, διαχειριστής υποδομής μπορεί να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με μία ή περισσότερες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις κατά τρόπο αμερόληπτο και με σκοπό την παροχή ωφελημάτων στους πελάτες, όπως τη μείωση του κόστους ή τη βελτίωση των επιδόσεων όσον αφορά το μέρος του δικτύου που καλύπτεται από τη συμφωνία. Ο εν λόγω φορέας παρακολουθεί την εκτέλεση των συμφωνιών αυτών και μπορεί, όπου απαιτείται, να υποδείξει ότι πρέπει να τερματιστούν. Άρθρο 7δ Χρηματοοικονομική διαφάνεια 1. Με σεβασμό των εθνικών διαδικασιών που ισχύουν σε κάθε κράτος μέλος, τα εισοδήματα από δραστηριότητες διαχείρισης δικτύων υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών πόρων, μπορούν να χρησιμοποιούνται από τον διαχειριστή υποδομής μόνο για τη χρηματοδότηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, περιλαμβανομένης της εξυπηρέτησης των δανείων του. Ο διαχειριστής υποδομής μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί τα έσοδα αυτά για την καταβολή μερισμάτων στους ιδιοκτήτες της επιχείρησης, στους οποίους μπορεί να περιλαμβάνονται τυχόν ιδιώτες μέτοχοι, όχι όμως επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και ασκούν έλεγχο τόσο σε σιδηροδρομική επιχείρηση όσο και στον εν λόγω διαχειριστή υποδομής. 2. Οι διαχειριστές υποδομής δεν χορηγούν δάνεια σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, είτε απευθείας είτε έμμεσα. 3. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις δεν χορηγούν δάνεια σε διαχειριστές υποδομής, είτε απευθείας είτε έμμεσα. 4. Δάνεια μεταξύ νομικών οντοτήτων κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης χορηγούνται, εκταμιεύονται και εξυπηρετούνται μόνο σε τιμές αγοράς και υπό όρους που αντανακλούν το ιδιαίτερο προφίλ κινδύνου της σχετικής οντότητας. 5. Δάνεια μεταξύ νομικών οντοτήτων κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης που χορηγήθηκαν πριν τις 24 Δεκεμβρίου 2016 συνεχίζουν να ισχύουν έως τη λήξη τους, υπό τον όρο ότι έχουν συναφθεί σε τιμές της αγοράς και ότι πράγματι εκταμιεύονται και εξυπηρετούνται. 6. Οποιαδήποτε υπηρεσία παρεχόμενη από άλλες νομικές οντότητες κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης στον διαχειριστή υποδομής παρέχεται βάσει σύμβασης και αμείβεται είτε σε τιμές αγοράς είτε σε τιμές που αντικατοπτρίζουν το κόστος παραγωγής, στο οποίο προστίθεται εύλογο περιθώριο κέρδους. 7. Τα χρέη που αποδίδονται στον διαχειριστή υποδομής είναι σαφώς διαχωρισμένα από τα χρέη που αποδίδονται σε άλλες νομικές οντότητες εντός κάθετα ολοκληρωμένων επιχειρήσεων. Τα χρέη αυτά εξυπηρετούνται χωριστά. Αυτό δεν αποκλείει να γίνεται η τελική πληρωμή των οφειλών μέσω επιχείρησης που αποτελεί μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης και που ασκεί έλεγχο ταυτόχρονα σε σιδηροδρομική επιχείρηση και σε διαχειριστή υποδομής ή μέσω άλλης οντότητας εντός της επιχείρησης. 8. Οι λογαριασμοί του διαχειριστή υποδομής και των υπόλοιπων νομικών οντοτήτων στο πλαίσιο κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης τηρούνται με τρόπο που διασφαλίζει την τήρηση του παρόντος άρθρου και επιτρέπει την ύπαρξη χωριστών λογιστικών κυκλωμάτων, καθώς και διαφανών χρηματοοικονομικών κυκλωμάτων εντός της επιχείρησης. 9. Στις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις, ο διαχειριστής υποδομής τηρεί λεπτομερή αρχεία κάθε εμπορικής και οικονομικής σχέσης με τις υπόλοιπες νομικές οντότητες στο εσωτερικό της εν λόγω επιχείρησης. 10. Σε περίπτωση κατά την οποία βασικά καθήκοντα ασκούνται από ανεξάρτητο φορέα χρέωσης και/ή κατανομής σύμφωνα με το άρθρο 7α παράγραφος 3 και τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν το άρθρο 7 παράγραφος 2, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών. Οι αναφορές σε διαχειριστή υποδομής, σιδηροδρομική επιχείρηση και άλλες νομικές οντότητες κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης στο παρόν άρθρο νοείται ότι αναφέρονται στα αντίστοιχα τμήματα της επιχείρησης. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο αποδεικνύεται στους χωριστούς λογαριασμούς των αντίστοιχων τμημάτων της επιχείρησης. Άρθρο 7ε Μηχανισμοί συντονισμού Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση κατάλληλων μηχανισμών συντονισμού, ώστε να διασφαλιστεί ο συντονισμός μεταξύ των κύριων διαχειριστών υποδομής και όλων των ενδιαφερόμενων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, καθώς και των αιτούντων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. Όποτε κρίνεται σκόπιμο, καλούνται να συμμετάσχουν εκπρόσωποι των χρηστών των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και των υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών καθώς και των εθνικών, τοπικών ή περιφερειακών αρχών. Ο ενδιαφερόμενος ρυθμιστικός φορέας μπορεί να συμμετάσχει ως παρατηρητής. Ο συντονισμός αφορά μεταξύ άλλων:
Ο διαχειριστής υποδομής καταρτίζει και δημοσιεύει κατευθυντήριες γραμμές για τον συντονισμό, σε διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ο συντονισμός πραγματοποιείται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο και ο διαχειριστής υποδομής δημοσιεύει στον ιστότοπό του επισκόπηση των δραστηριοτήτων που πραγματοποιήθηκαν κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Ο συντονισμός σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των αιτούντων να προσφεύγουν στον ρυθμιστικό φορέα, ούτε τις εξουσίες του ρυθμιστικού φορέα, όπως ορίζονται στο άρθρο 56. Άρθρο 7στ Ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών υποδομής 1. Με σκοπό να διευκολυνθεί η παροχή αποδοτικών και αποτελεσματικών σιδηροδρομικών υπηρεσιών εντός της Ένωσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κύριοι διαχειριστές υποδομής τους συμμετέχουν και συνεργάζονται στο πλαίσιο δικτύου που συνέρχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα με σκοπό:
Για τους σκοπούς του στοιχείου δ), το δίκτυο προσδιορίζει κοινές αρχές και πρακτικές για την παρακολούθηση και τη συγκριτική αξιολόγηση των επιδόσεων κατά τρόπο συνεπή. Ο συντονισμός σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν θίγει το δικαίωμα των αιτούντων να προσφεύγουν στον ρυθμιστικό φορέα, ούτε τις εξουσίες του ρυθμιστικού φορέα, όπως ορίζονται στο άρθρο 56. 2. Η Επιτροπή είναι μέλος του δικτύου. Υποστηρίζει το έργο του δικτύου και διευκολύνει τον συντονισμό.». |
6) |
Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:
|
7) |
Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:
|
8) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 11α Υψηλής ταχύτητας υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών 1. Με απώτερο στόχο να αναπτυχθεί η αγορά για υψηλής ταχύτητας υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών, να προαχθεί η βέλτιστη χρήση των διαθέσιμων υποδομών και προκειμένου να ενθαρρυνθεί η ανταγωνιστικότητα των υψηλής ταχύτητας υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών με αποτέλεσμα οφέλη για τους επιβάτες, με την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 5, η άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης που προβλέπεται στο άρθρο 10 όσον αφορά τις υψηλής ταχύτητας υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών υπόκειται μόνο στις απαιτήσεις που θεσπίζονται από τον ρυθμιστικό φορέα σύμφωνα με το παρόν άρθρο. 2. Εάν ο ρυθμιστικός φορέας, μετά την ανάλυση που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 4, κρίνει ότι η σχεδιαζόμενη υψηλής ταχύτητας υπηρεσία μεταφοράς επιβατών μεταξύ ενός δεδομένου σημείου αναχώρησης και ενός δεδομένου προορισμού θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας η οποία καλύπτει την ίδια διαδρομή ή μια εναλλακτική διαδρομή, ο ρυθμιστικός φορέας υποδεικνύει πιθανές μεταβολές στην εν λόγω υπηρεσία οι οποίες διασφαλίζουν την εκπλήρωση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση του δικαιώματος πρόσβασης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2. Οι τροποποιήσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την τροποποίηση της προβλεπόμενης υπηρεσίας.»· «Άρθρο 13α Κοινά συστήματα πληροφοριών και έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου 1. Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) και της οδηγίας 2010/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να ζητούν από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που εκτελούν εσωτερικές υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών να συμμετέχουν σε κοινό σύστημα πληροφοριών και ενοποιημένο σύστημα έκδοσης εισιτηρίων για τη χορήγηση εισιτηρίων, ενιαίων εισιτηρίων και κρατήσεων ή να παρέχουν εξουσιοδότηση στις αρμόδιες αρχές για την καθιέρωση του εν λόγω συστήματος. Εάν καθιερωθεί το εν λόγω σύστημα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά ή διακρίσεις μεταξύ των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και ότι τη διαχείρισή του ασκεί δημόσια ή ιδιωτική νομική οντότητα ή ένωση όλων των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων που εκτελούν υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών. 2. Η Επιτροπή παρακολουθεί τις εξελίξεις στη σιδηροδρομική αγορά όσον αφορά τη θέσπιση και τη χρήση των κοινών συστημάτων πληροφοριών και έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου και εκτιμά κατά πόσο συντρέχει ανάγκη ανάληψης δράσης σε επίπεδο Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις πρωτοβουλίες της αγοράς. Η Επιτροπή εξετάζει ειδικότερα την άνευ διακρίσεων πρόσβαση των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών στα δεδομένα που απαιτούνται για τον προγραμματισμό ταξιδιών και την κράτηση εισιτηρίων. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη διαθεσιμότητα των εν λόγω κοινών συστημάτων πληροφοριών και έκδοσης ενιαίου εισιτηρίου συνοδευόμενη, εφόσον κριθεί σκόπιμο, από νομοθετικές προτάσεις. 3. Τα κράτη μέλη επιβάλλουν στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που εκτελούν υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών να εφαρμόζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης και μεριμνούν ώστε τα σχέδια αυτά να συντονίζονται δεόντως για να παρέχουν συνδρομή στους επιβάτες υπό την έννοια του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007, σε περίπτωση σημαντικής διαταραχής της κυκλοφορίας. (*2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14)." (*3) Οδηγία 2010/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2010, περί πλαισίου ανάπτυξης των Συστημάτων Ευφυών Μεταφορών στον τομέα των οδικών μεταφορών και των διεπαφών με άλλους τρόπους μεταφοράς (ΕΕ L 207 της 6.8.2010, σ. 1).»." |
9) |
Στο άρθρο 19, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
10) |
Στο άρθρο 32, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Τα τέλη υποδομής για τη χρήση σιδηροδρομικών διαδρόμων που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/919 της Επιτροπής (*4) μπορούν να διαφοροποιούνται, ώστε να παρέχονται κίνητρα για τον εξοπλισμό των συρμών με το ETCS που είναι σύμφωνο με τη μορφή την οποία ενέκρινε η απόφαση 2008/386/ΕΚ της Επιτροπής (*5) και με επακόλουθες μορφές. Η διαφοροποίηση αυτή δεν καταλήγει σε συνολική αύξηση των εσόδων του διαχειριστή της υποδομής. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η διαφοροποίηση αυτή των τελών υποδομής δεν ισχύει για τις σιδηροδρομικές γραμμές που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/919 στις οποίες κυκλοφορούν μόνο συρμοί εξοπλισμένοι με ECTS. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να επεκτείνουν τη διαφοροποίηση αυτή σε σιδηροδρομικές γραμμές οι οποίες δεν προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/919. (*4) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/919 της Επιτροπής, της 27ης Μαΐου 2016, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα υποσυστήματα «έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 158 της 15.6.2016, σ. 1)." (*5) Απόφαση 2008/386/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2008, για τροποποίηση του παραρτήματος A της απόφασης 2006/679/ΕΚ, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος και του παραρτήματος A της απόφασης 2006/860/ΕΚ, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος υψηλών ταχυτήτων (ΕΕ L 136 της 24.5.2008, σ. 11).»." |
11) |
Στο άρθρο 38, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Όταν αιτών προτίθεται να ζητήσει χωρητικότητα υποδομής με σκοπό να παρέχει υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών σε ένα κράτος μέλος όπου το δικαίωμα πρόσβασης στη σιδηροδρομική υποδομή είναι περιορισμένο σύμφωνα με το άρθρο 11, ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους διαχειριστές υποδομής και ρυθμιστικούς φορείς τουλάχιστον 18 μήνες πριν από την έναρξη ισχύος του πίνακα δρομολογίων τα οποία αφορά η αίτηση για χωρητικότητα. Προκειμένου να είναι σε θέση οι ενδιαφερόμενοι ρυθμιστικοί φορείς να εκτιμούν τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις στις υφιστάμενες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, οι ρυθμιστικοί φορείς διασφαλίζουν ότι κάθε αρμόδια αρχή που έχει αναθέσει υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στη συγκεκριμένη διαδρομή, ορισμένη σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, κάθε άλλη ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή που δικαιούται να περιορίζει την πρόσβαση δυνάμει του άρθρου 11 και κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στη διαδρομή της εν λόγω υπηρεσίας μεταφοράς επιβατών ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 10 ημερών.». |
12) |
Στο άρθρο 53 παράγραφος 3 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: «Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να υποχρεώσει τον διαχειριστή υποδομής να του κοινοποιεί αυτήν την πληροφορία, εάν θεωρεί ότι αυτό είναι αναγκαίο.». |
13) |
Στο άρθρο 54, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Σε περίπτωση διαταραχής της σιδηροδρομικής κίνησης λόγω τεχνικής βλάβης ή ατυχήματος, ο διαχειριστής υποδομής λαμβάνει όλα τα μέτρα που απαιτούνται για την αποκατάσταση της ομαλότητας. Προς τούτο, ο διαχειριστής υποδομής καταστρώνει σχέδιο έκτακτης ανάγκης όπου απαριθμούνται οι διάφοροι φορείς που πρέπει να ενημερωθούν σε περίπτωση σοβαρών περιστατικών ή σοβαρών διαταραχών της σιδηροδρομικής κίνησης. Σε περίπτωση που η διαταραχή έχει δυνητικές επιπτώσεις στη διασυνοριακή κυκλοφορία, ο διαχειριστής υποδομής κοινοποιεί κάθε σχετική πληροφορία στους λοιπούς διαχειριστές υποδομής των οποίων το δίκτυο και η κυκλοφορία ενδέχεται να επηρεαστούν από την εν λόγω διαταραχή. Οι ενδιαφερόμενοι διαχειριστές υποδομής συνεργάζονται για την ομαλοποίηση της διασυνοριακής κυκλοφορίας.». |
14) |
Το άρθρο 56 τροποποιείται ως εξής:
|
15) |
Το άρθρο 57 τροποποιείται ως εξής:
|
16) |
Στο άρθρο 63, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Έως την 31η Δεκεμβρίου 2024, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις της παρούσας οδηγίας στον σιδηροδρομικό τομέα και υποβάλλει έκθεση για την εφαρμογή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών. Ιδίως, η έκθεση αξιολογεί την ανάπτυξη σιδηροδρομικών υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας και εξετάζει την ύπαρξη πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις όσον αφορά την πρόσβαση στις γραμμές υψηλής ταχύτητας. Η Επιτροπή εξετάζει εάν είναι απαραίτητο να υποβάλλει νομοθετική πρόταση. Την ίδια ημερομηνία το αργότερο, η Επιτροπή αξιολογεί εάν εξακολουθούν να υφίστανται πρακτικές που εισάγουν διακρίσεις ή άλλου είδους στρεβλώσεις του ανταγωνισμού όσον αφορά τους διαχειριστές υποδομής που αποτελούν μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης. Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, νέες νομοθετικές προτάσεις.». |
Άρθρο 2
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 25 Δεκεμβρίου 2018, τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών.
Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο ακριβής τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
1. Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Το άρθρο 1 σημεία 6) έως 8) και το άρθρο 1 σημείο 11) εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2019 εγκαίρως για τον πίνακα των δρομολογίων που ξεκινούν στις 14 Δεκεμβρίου 2020.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Στρασβούργο, 14 Δεκεμβρίου 2016.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
M. SCHULZ
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
I. KORČOK
(1) ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 122.
(2) ΕΕ C 356 της 5.12.2013, σ. 92.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευτεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση, της 17ης Οκτωβρίου 2016 (ΕΕ C 431 της 22.11.2016, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016 (δεν έχει δημοσιευτεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).
(4) Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
(5) Οδηγία 2004/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/440/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ανάπτυξη των κοινοτικών σιδηροδρόμων (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 164).
(6) Οδηγία 2007/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τροποποίηση της οδηγίας 91/440/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ανάπτυξη των κοινοτικών σιδηροδρόμων και της οδηγίας 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 44).
(7) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).
(8) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).
(9) Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 51).
(10) ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.