EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32018R1795

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1795 της Επιτροπής, της 20ής Νοεμβρίου 2018, για τον καθορισμό της διαδικασίας και των κριτηρίων που εφαρμόζονται στην εξέταση της οικονομικής ισορροπίας κατά το άρθρο 11 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

C/2018/7569

OJ L 294, 21.11.2018, p. 5–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 21/11/2018

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2018/1795/oj

21.11.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 294/5


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1795 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Νοεμβρίου 2018

για τον καθορισμό της διαδικασίας και των κριτηρίων που εφαρμόζονται στην εξέταση της οικονομικής ισορροπίας κατά το άρθρο 11 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την οδηγία 2012/34/ΕΕ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία (ΕΕ) 2016/2370 (2), άνοιξε η αγορά υπηρεσιών εσωτερικών σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών με σκοπό την ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου. Αυτό ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην οργάνωση και τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών που παρέχονται βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να εισαγάγουν στη νομοθεσία τους τη δυνατότητα άρνησης της πρόσβασης σε υποδομή εάν η οικονομική ισορροπία αυτών των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο λόγω ανοικτής πρόσβασης σε νέες υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών.

(2)

Από την άλλη πλευρά, οι εν λόγω υπηρεσίες, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, όπως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, το χρονοδιάγραμμα, οι εξυπηρετούμενοι προορισμοί και οι στοχευόμενοι δυνητικοί πελάτες, ενδέχεται να μην υπόκεινται σε άμεσο ανταγωνισμό με δημόσιες υπηρεσίες και, ως εκ τούτου, να επιφέρουν απλώς περιορισμένες επιπτώσεις στην οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Πέραν αυτού, ενδέχεται να επέλθουν θετικά αποτελέσματα δικτύου για τους παρόχους δημοσίων υπηρεσιών, καθαρά οφέλη για τους επιβάτες ή ευρύτερα κοινωνικά οφέλη τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη.

(3)

Είναι, επομένως, αναγκαίο να εξισορροπούνται τα έννομα συμφέροντα των επιχειρήσεων που εκτελούν σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των αρμοδίων αρχών, αφενός, με τους πρωτεύοντες στόχους ολοκλήρωσης του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου και αξιοποίησης των ευρύτερων κοινωνικών οφελών, αφετέρου. Η εξέταση της οικονομικής ισορροπίας αναμένεται να επιφέρει ισορροπία μεταξύ αυτών των αντικρουόμενων συμφερόντων.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) ορίζει ότι, ως αμοιβή για την εκπλήρωση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατά την παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, επιτρέπεται η χορήγηση οικονομικής αποζημίωσης ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, ή αμφότερων, στους φορείς εκμετάλλευσης. Ωστόσο, η χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων σε φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό από τις αγορές εσωτερικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών.

(5)

Τα εν λόγω αποκλειστικά δικαιώματα δεν πρέπει να αποκλείουν το δικαίωμα πρόσβασης άλλων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, εκτός εάν η εξέταση της οικονομικής ισορροπίας δείξει ότι, λαμβανομένης υπόψη της αξίας των αποκλειστικών δικαιωμάτων, η νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία των υπηρεσιών που εκτελούνται με βάση σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή στο καθαρό κόστος της παροχής τους για την αρμόδια αρχή, ή αμφότερα, ανάλογα με τις ρυθμίσεις επιμερισμού του κινδύνου που ορίζονται στη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

(6)

Εξέταση της οικονομικής ισορροπίας πρέπει να ζητείται μόνο για υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών που δεν παρέχονται βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας και είναι είτε εντελώς νέες είτε συνεπάγονται ουσιαστική μεταβολή υπάρχουσας υπηρεσίας. Η έννοια αυτή περιλαμβάνει επίσης εμπορικές υπηρεσίες που παρέχονται από τον ίδιο φορέα που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

(7)

Θα πρέπει να εναπόκειται στον ρυθμιστικό φορέα να αξιολογεί κατά πόσον προτεινόμενη μεταβολή υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών θα πρέπει να θεωρηθεί σημαντική. Αύξηση της συχνότητας ή του αριθμού στάσεων μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστική τροποποίηση. Η διακύμανση των τιμών δεν θα πρέπει να θεωρείται σημαντική μεταβολή, εκτός εάν δεν συμβαδίζει με τη συνήθη συμπεριφορά στην αγορά και, κατά περίπτωση, με το επιχειρηματικό σχέδιο που είχε υποβληθεί στον ρυθμιστικό φορέα όταν πραγματοποιήθηκε η προηγούμενη εξέταση της οικονομικής ισορροπίας.

(8)

Η απόφαση του ρυθμιστικού φορέα θα πρέπει να περιλαμβάνει αξιολόγηση του καθαρού οφέλους για τους πελάτες που θα προκύψει από τη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, και να λαμβάνει υπόψη τις τεχνικές πληροφορίες που παρείχε ο διαχειριστής υποδομής όσον αφορά τις σχετικές απαιτήσεις για τις υποδομές και τις αναμενόμενες επιπτώσεις στις επιδόσεις του δικτύου και όσον αφορά τη βέλτιστη αξιοποίηση της χωρητικότητας από όλους τους αιτούντες.

(9)

Ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αξιολογεί τις πιθανές επιπτώσεις της νέας επιβατικής υπηρεσίας, καθώς και εάν αυτές οι επιπτώσεις θα είναι πολύ σημαντικές και, ως εκ τούτου, εάν θέτουν σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία υφιστάμενης σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

(10)

Για να αποφευχθεί η διακοπή νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών που έχει ήδη τεθεί σε λειτουργία και για λόγους ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τη δυνατότητα εκτέλεσης της εν λόγω νέας υπηρεσίας, το χρονικό διάστημα για την υποβολή αιτήματος εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας πρέπει να είναι περιορισμένο και να συναρτάται από τον χρόνο κοινοποίησης του ενδιαφέροντος του αιτούντος να εκτελεί νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών.

(11)

Για να γίνει δεκτό αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας, θα πρέπει να τεκμηριώνει ότι τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας εξαιτίας της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας.

(12)

Για να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και να είναι σε θέση ο διαχειριστής υποδομής να διεκπεραιώνει τις αιτήσεις χωρητικότητας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο κεφάλαιο IV τμήμα 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ο ρυθμιστικός φορέας λαμβάνει απόφαση σχετικά με την οικονομική ισορροπία εντός προκαθορισμένου χρονοδιαγράμματος, και εν πάση περιπτώσει πριν από τη λήξη της προθεσμίας παραλαβής των αιτημάτων χωρητικότητας, το οποίο καθορίζει ο διαχειριστής υποδομής σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

(13)

Ωστόσο, εάν, κατά την παραλαβή της κοινοποίησης του αιτούντος, μια σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας είναι σε στάδιο διαγωνισμού και ζητείται εξέταση της οικονομικής ισορροπίας, ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει επί περιορισμένο χρονικό διάστημα την εξέταση της αίτησης της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών έως ότου ανατεθεί η νέα σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η αναστολή διαρκεί 12 μήνες κατ' ανώτατο όριο από την παραλαβή της κοινοποίησης του αιτούντος ή μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία του διαγωνισμού, όποια ημερομηνία είναι ενωρίτερη.

Οι παρούσες ειδικές διατάξεις δεν θίγουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας εκτελούμενη κατά την παραλαβή της κοινοποίησης του αιτούντος. Υπό τις περιστάσεις αυτές, και εφόσον από την εξέταση οικονομικής ισορροπίας σχετικά με την υφιστάμενη δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών αποδειχθεί ότι μπορεί να χορηγηθεί πρόσβαση, η εν λόγω πρόσβαση θα πρέπει να είναι περιορίζεται χρονικά μέχρι τη λήξη της υφιστάμενης σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

(14)

Η οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας θα πρέπει να θεωρείται ότι τίθεται σε κίνδυνο εάν η προτεινόμενη νέα υπηρεσία ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο ύψος του κέρδους του φορέα εκμετάλλευσης της δημόσιας υπηρεσίας και/ή να επιφέρει στη λειτουργία της σημαντική αύξηση του καθαρού κόστους για την αρμόδια αρχή.

(15)

Κατά την αξιολόγηση της σοβαρότητας των επιπτώσεων, ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη κριτήρια όπως αν η νέα υπηρεσία θα διακυβεύσει τη βιωσιμότητα και θα θέσει σε κίνδυνο τη συνέχεια της δημόσιας υπηρεσίας, είτε επειδή η εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμη για τον φορέα εκμετάλλευσης της δημόσιας υπηρεσίας, είτε επειδή θα επιφέρει σημαντική αύξηση του καθαρού κόστους για την αρμόδια αρχή.

(16)

Πέραν της οικονομικής ανάλυσης, ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει επίσης να αξιολογεί και να λαμβάνει υπόψη τα καθαρά οφέλη για τους πελάτες βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα και τυχόν άλλες επιπτώσεις στις επιδόσεις του δικτύου και στην αξιοποίηση της χωρητικότητας. Ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις τεχνικές πληροφορίες που παρέχει ο διαχειριστής υποδομής όσον αφορά τις σχετικές απαιτήσεις για τις υποδομές, τις αναμενόμενες επιπτώσεις στις επιδόσεις του δικτύου και τη βέλτιστη αξιοποίηση της χωρητικότητας από όλους τους αιτούντες.

(17)

Η οικονομική ανάλυση θα πρέπει να εστιάζεται στις επιπτώσεις της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας στη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στο σύνολό της, καθώς και στις συγκεκριμένες υπηρεσίες που θίγονται, για το σύνολο του χρονικού διαστήματος, με συνεκτίμηση της αξίας τυχόν υφιστάμενων αποκλειστικών δικαιωμάτων που έχουν χορηγηθεί. Προκαθορισμένα κατώτατα ποσοτικά όρια ζημίας δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρά ή μεμονωμένα και όρια του είδους αυτού δεν θα πρέπει να καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία. Η αξιολόγηση πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενική μεθοδολογία που έχει εγκρίνει ο ρυθμιστικός φορέας έχοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των σιδηροδρομικών μεταφορών στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

(18)

Εφόσον ο ρυθμιστικός φορέας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών θα διακυβεύσει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, πρέπει να επισημάνει στην απόφασή του, ανάλογα με την περίπτωση, πιθανές αλλαγές στη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, οι οποίες θα καταστήσουν δυνατή τη χορήγηση πρόσβασης. Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να εκδίδει συστάσεις προς την αρμόδια αρχή όσον αφορά άλλους πιθανούς όρους που θα καταστήσουν δυνατή την πρόσβαση, ιδίως με βάση την ανάλυσή του για τα καθαρά οφέλη που θα έχουν οι πελάτες από τη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών.

(19)

Εάν η αίτηση πρόσβασης αφορά νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών κατά το άρθρο 3 σημείο 36 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ και η αντικειμενική οικονομική ανάλυση του ρυθμιστικού φορέα καταδείξει ότι η νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ο ρυθμιστικός φορέας θα πρέπει να προσδιορίσει όρους που θα καταστήσουν δυνατή τη χορήγηση πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 11α της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

(20)

Σε όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας, ο ρυθμιστικός φορέας δεν θα πρέπει να δημοσιοποιεί εμπιστευτικές ή εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες που λαμβάνει από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ειδικότερα, θα πρέπει να αφαιρεί τις εν λόγω πληροφορίες από την απόφαση που πρόκειται να δημοσιεύσει. Όλες οι αποφάσεις των ρυθμιστικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που έχουν ληφθεί, υπόκεινται σε δικαστική επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 10 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

(21)

Εφόσον διενεργείται εξέταση της οικονομικής ισορροπίας για νέα υπηρεσία διεθνούς σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, με την επιφύλαξη της αρχής της ανεξαρτησίας των ρυθμιστικών φορέων στη λήψη αποφάσεων κατά το άρθρο 55 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, οι ενδιαφερόμενοι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να συνεργάζονται για να επιτύχουν εύλογη επίλυση του θέματος.

(22)

Οι ρυθμιστικοί φορείς θα πρέπει να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη διεξαγωγή της εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας, με σκοπό να αναπροσαρμόζουν την οικεία μεθοδολογία με την πάροδο του χρόνου και να αναπτύσσουν συνεπή μεθοδολογία σε όλα τα κράτη μέλη, η οποία μπορεί να καλυφθεί από το άρθρο 57 παράγραφος 8 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

(23)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 869/2014 της Επιτροπής (4) καθορίζει κριτήρια και διαδικασίες για την εξέταση του κύριου σκοπού και της οικονομικής ισορροπίας νέων υπηρεσιών διεθνούς σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών. Ωστόσο, με το άνοιγμα της αγοράς των υπηρεσιών εσωτερικών σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών, η εξέταση του κύριου σκοπού είναι πλέον παρωχημένη και σε όλες τις νέες υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών θα πρέπει να εφαρμόζονται τα ίδια κριτήρια και διαδικασίες, ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για εσωτερικές ή διεθνείς υπηρεσίες. Συνεπώς, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 869/2014 θα πρέπει να καταργηθεί.

(24)

Καθώς το άρθρο 10 και το άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2019, αλλά δεν εφαρμόζονται για τις σιδηροδρομικές υπηρεσίες που αρχίζουν να λειτουργούν πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2020, είναι αναγκαίο να συνεχισθεί η εφαρμογή του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 869/2014 της Επιτροπής μετά την 1η Ιανουαρίου 2019, μόνον όμως για νέες υπηρεσίες σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών που πρόκειται να αρχίσουν να λειτουργούν πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2020. Η εφαρμογή του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 869/2014 θα πρέπει να εξαρτάται από τις κοινοποιήσεις των αιτούντων που υποβάλλονται εντός χρονικού πλαισίου που επιτρέπει εύλογο χρονικό διάστημα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης και προγραμματισμού, ώστε να καταστεί όντως δυνατή η έναρξη λειτουργίας των υπηρεσιών πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2020.

(25)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 62 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός ορίζει λεπτομερώς τη διαδικασία και τα κριτήρια που πρέπει να ακολουθούνται όταν καθορίζεται κατά πόσον η οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς τίθεται σε κίνδυνο λόγω νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε καταστάσεις στις οποίες ένα κράτος μέλος έχει αποφασίσει να περιορίσει το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ για νέες υπηρεσίες σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών μεταξύ ενός συγκεκριμένου σημείου αναχώρησης και ενός συγκεκριμένου σημείου προορισμού, όταν μία ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας καλύπτουν την ίδια διαδρομή ή εναλλακτική διαδρομή, κατά το άρθρο 11 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών»: υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών που προορίζεται να λειτουργεί ως τακτική υπηρεσία σύμφωνα με πίνακα δρομολογίων, η οποία είναι είτε εντελώς νέα, είτε συνεπάγεται σημαντική μεταβολή υφιστάμενης υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, ιδίως όσον αφορά την αυξημένη συχνότητα των υπηρεσιών ή τον αυξημένο αριθμό στάσεων, και η οποία δεν παρέχεται βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας·

2)   «εξέταση της οικονομικής ισορροπίας»: διαδικασία αξιολόγησης που περιγράφεται στο άρθρο 11 παράγραφοι 1 έως 4 και στο άρθρο 11α της οδηγίας 2012/34/ΕΕ και περιγράφεται περαιτέρω στο άρθρο 10, την οποία διεξάγει ρυθμιστικός φορέας κατόπιν αιτήματος μιας εκ των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ώστε να προσδιορισθεί εάν η οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας θα τεθεί σε κίνδυνο λόγω προτεινόμενης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών·

3)   «σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας»: σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατά το άρθρο 2 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 στο πεδίο των σιδηροδρομικών μεταφορών·

4)   «αρμόδια αρχή»: αρμόδια αρχή κατά το άρθρο 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007·

5)   «καθαρή οικονομική επίπτωση»: η επίπτωση της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών επί του καθαρού ισοζυγίου εξόδων και εσόδων που προκύπτουν από την ανάθεση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ορίζονται σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, η οποία περιλαμβάνει εύλογο κέρδος·

6)   «αποκλειστικό δικαίωμα»: δικαίωμα κατά το άρθρο 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1370/2007.

Άρθρο 4

Κοινοποίηση προγραμματιζόμενης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών

1.   Ο αιτών κοινοποιεί στους διαχειριστές υποδομής και στους ενδιαφερόμενους ρυθμιστικούς φορείς την πρόθεσή του να εκτελεί νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών σύμφωνα με την προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 38 παράγραφος 4 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

2.   Οι ρυθμιστικοί φορείς εκπονούν και δημοσιεύουν στον δικτυακό τους τόπο τυποποιημένα έντυπα κοινοποίησης που προορίζονται να συμπληρώνονται και να υποβάλλονται από τους αιτούντες, τα οποία περιέχουν μόνον τις κάτωθι πληροφορίες:

α)

το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση, τη νομική οντότητα και τον αριθμό μητρώου του αιτούντος (κατά περίπτωση)·

β)

τα στοιχεία επικοινωνίας του προσώπου που είναι αρμόδιο για τις έρευνες·

γ)

τα στοιχεία της αδείας και το πιστοποιητικό ασφαλείας του αιτούντος ή προσδιορισμός του σταδίου στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία απόκτησης·

δ)

τη λεπτομερή διαδρομή με τον τόπο όπου βρίσκονται ο σταθμός αναχώρησης και ο σταθμός προορισμού, καθώς και όλες οι ενδιάμεσες στάσεις·

ε)

την προγραμματιζόμενη ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών·

στ)

το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα, τη συχνότητα και τη χωρητικότητα της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, καθώς και τα προτεινόμενα ωράρια αναχώρησης και άφιξης, και τις ανταποκρίσεις, και τυχόν αποκλίσεις από τον πίνακα ωραρίων ως προς τη συχνότητα ή τις στάσεις, ανά κατεύθυνση·

ζ)

ενδεικτικές πληροφορίες σχετικά με το τροχαίο υλικό που προτίθεται να χρησιμοποιεί ο αιτών.

3.   Οι πληροφορίες για την προγραμματιζόμενη λειτουργία της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών καλύπτουν τουλάχιστον τα πρώτα τρία έτη και, κατά το δυνατόν, τα πρώτα πέντε έτη λειτουργίας. Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί, ωστόσο, να συμφωνήσει σε βραχύτερη περίοδο.

4.   Ο ρυθμιστικός φορέας δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο το τυποποιημένο έντυπο κοινοποίησης που υπέβαλε ο αιτών και κοινοποιεί τα ακόλουθα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 10 ημερών από την παραλαβή της πλήρους κοινοποίησης στους κάτωθι:

α)

κάθε αρμόδια αρχή που έχει αναθέσει σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας για υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στη συγκεκριμένη διαδρομή ή σε εναλλακτική διαδρομή κατά την έννοια της οδηγίας 2012/34/ΕΕ·

β)

κάθε άλλη ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή που έχει δικαίωμα να περιορίσει την πρόσβαση βάσει του άρθρου 11 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ·

γ)

κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί υπηρεσίες βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας στη διαδρομή της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών ή σε εναλλακτική διαδρομή.

5.   Όλες οι πληροφορίες που παρέχει ο αιτών μέσω του τυποποιημένου εντύπου κοινοποίησης και τυχόν συνοδευτικών εγγράφων αποστέλλονται στους ρυθμιστικούς φορείς και στους διαχειριστές υποδομής σε ηλεκτρονική μορφή. Ωστόσο, ο ρυθμιστικός φορέας δύναται, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να δεχθεί την υποβολή των εγγράφων σε έντυπη μορφή.

6.   Αν η κοινοποίηση είναι ατελής, ο ρυθμιστικός φορέας ενημερώνει τον αιτούντα ότι ελλιπείς αιτήσεις δεν θα ληφθούν υπόψη και παρέχει στον αιτούντα τη δυνατότητα να συμπληρώσει το αίτημά του εντός εύλογης προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις δέκα εργάσιμες ημέρες.

Άρθρο 5

Προθεσμία υποβολής αιτήματος εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας

1.   Κάθε αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας υποβάλλεται στον ρυθμιστικό φορέα από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2012/34/ΕΕ εντός της προθεσμίας που προβλέπει η εν λόγω διάταξη.

2.   Αν, κατά την παραλαβή της κοινοποίησης του αιτούντος κατά το άρθρο 4, διεξάγεται διαγωνισμός για την ανάθεση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας η οποία καλύπτει την ίδια διαδρομή ή εναλλακτική διαδρομή και η προθεσμία υποβολής προσφορών στην αρμόδια αρχή έχει λήξει, επιτρέπεται να ζητηθεί εξέταση της οικονομικής ισορροπίας εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ όσον αφορά τη μελλοντική σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Αυτό δεν θίγει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας εκτελούμενη κατά την κοινοποίηση του αιτούντος.

3.   Εάν δεν υποβληθεί αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο ρυθμιστικός φορέας ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα και τον διαχειριστή υποδομής χωρίς καθυστέρηση. Ο διαχειριστής υποδομής εξετάζει το αίτημα πρόσβασης σύμφωνα με το κεφάλαιο IV τμήμα 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

Άρθρο 6

Συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας με αποκλειστικά δικαιώματα

Εφόσον μια αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει αποκλειστικά δικαιώματα σε σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007, η ύπαρξη των δικαιωμάτων αυτών δεν αποκλείει τη χορήγηση πρόσβασης στον αιτούντα με σκοπό τη λειτουργία νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, υπό τον όρο ότι η εν λόγω πρόσβαση δεν θα θέσει σε κίνδυνο την οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Κατά τη διενέργεια της εξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 10, ο ρυθμιστικός φορέας λαμβάνει δεόντως υπόψη την αξία των εν λόγω αποκλειστικών δικαιωμάτων.

Άρθρο 7

Απαιτούμενες πληροφορίες για την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας

1.   Η οντότητα που υποβάλλει αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την ονομασία, τη διεύθυνση, τη νομική οντότητα, και τον αριθμό μητρώου της αιτούσας οντότητας (κατά περίπτωση)·

β)

τα στοιχεία επικοινωνίας του προσώπου που είναι αρμόδιο να απαντά σε ερωτήσεις·

γ)

τεκμηρίωση ότι η οικονομική ισορροπία της σύμβασης μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο λόγω της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών·

δ)

εάν η αιτούσα οντότητα είναι αρμόδια αρχή ή η σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αντίγραφο της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

2.   Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει κάθε αναγκαία πληροφορία, μεταξύ των οποίων, ανάλογα με την περίπτωση:

α)

από την αρμόδια αρχή:

(1)

τις σχετικές προβλέψεις κυκλοφορίας, ζήτησης και εσόδων, καθώς και τη μεθοδολογία πρόβλεψης,

(2)

κατά περίπτωση, τη μεθοδολογία και τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του καθαρού οικονομικού αποτελέσματος σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 και με το παράρτημα του εν λόγω κανονισμού·

β)

από τη σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας:

(3)

αντίγραφο της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αν δεν έχει διαβιβασθεί βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο δ),

(4)

το επιχειρηματικό σχέδιο της επιχείρησης για τη διαδρομή που καλύπτει η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή εναλλακτική διαδρομή,

(5)

τις σχετικές προβλέψεις κυκλοφορίας, ζήτησης και εσόδων, καθώς και τη μεθοδολογία πρόβλεψης,

(6)

πληροφορίες σχετικά με τα έσοδα και τα περιθώρια κέρδους της επιχείρησης στη διαδρομή που καλύπτει η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή εναλλακτική διαδρομή,

(7)

πληροφορίες για τον πίνακα ωραρίων, καθώς και τις ώρες αναχώρησης, τις ενδιάμεσες στάσεις, τις ώρες άφιξης και τις ανταποκρίσεις,

(8)

την εκτιμώμενη ελαστικότητα των υπηρεσιών (π.χ. ελαστικότητα τιμών, ελαστικότητα ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των υπηρεσιών),

(9)

το κόστος κεφαλαίου και το κόστος λειτουργίας των υπηρεσιών που παρέχονται βάσει της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και τις διακυμάνσεις του κόστους και της ζήτησης λόγω της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών·

γ)

από τον αιτούντα, πληροφορίες σχετικά με τα οικεία σχέδια λειτουργίας της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, μεταξύ των οποίων είναι:

(10)

το επιχειρηματικό σχέδιο,

(11)

πρόβλεψη της επιβατικής κίνησης και των εσόδων, καθώς και η σχετική μεθοδολογία πρόβλεψης,

(12)

στρατηγικές τιμών,

(13)

ρυθμίσεις έκδοσης εισιτηρίων,

(14)

προδιαγραφές του τροχαίου υλικού (π.χ. συντελεστής φορτίου, αριθμός θέσεων, διαρρύθμιση οχήματος),

(15)

στρατηγική εμπορίας·

δ)

από τον διαχειριστή υποδομής:

(16)

πληροφορίες σχετικά με τις αντίστοιχες γραμμές ή τμήματα, ώστε να διασφαλισθεί ότι η νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών μπορεί να λειτουργεί στη συγκεκριμένη υποδομή,

(17)

πληροφορίες σχετικά με τις δυνητικές επιπτώσεις της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στις επιδόσεις και την ανθεκτικότητα,

(18)

εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με τη χρήση της χωρητικότητας,

(19)

σχέδια ανάπτυξης της υποδομής όσον αφορά τις διαδρομές που καλύπτει η προτεινόμενη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, καθώς και ένδειξη του χρόνου υλοποίησης των σχεδίων αυτών,

(20)

πληροφορίες για σχετικές συμφωνίες-πλαίσιο που έχουν συναφθεί ή βρίσκονται υπό συζήτηση, ιδίως με την επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Οι υποχρεώσεις του διαχειριστή υποδομής για την παροχή πληροφοριών κατά το στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου δεν θίγουν τις υποχρεώσεις του με βάση τη διαδικασία κατανομής κατά το κεφάλαιο IV τμήμα 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

3.   Όλες οι πληροφορίες αποστέλλονται στον ρυθμιστικό φορέα σε ηλεκτρονική μορφή. Ωστόσο, ο ρυθμιστικός φορέας δύναται, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να δεχθεί την υποβολή των εγγράφων σε έντυπη μορφή.

Άρθρο 8

Εμπιστευτικότητα

1.   Ο ρυθμιστικός φορέας δεν δημοσιοποιεί ευαίσθητες εμπορικά πληροφορίες που λαμβάνει από τα μέρη σχετικά με την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας.

2.   Ο φορέας που ζητεί εξέταση της οικονομικής ισορροπίας και ο αιτών τεκμηριώνουν κάθε προτεινόμενη μη δημοσιοποίηση εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών όταν παρέχουν τις πληροφορίες στον ρυθμιστικό φορέα. Οι πληροφορίες αυτές ενδέχεται να περιλαμβάνουν, ιδίως, τεχνικά ή οικονομικά στοιχεία σχετιζόμενα με την τεχνογνωσία μιας επιχείρησης, το επιχειρηματικό σχέδιο, τη διάρθρωση του κόστους, τις στρατηγικές μάρκετινγκ και τιμολόγησης, τις πηγές εφοδιασμού και τα μερίδια της αγοράς. Ο ρυθμιστικός φορέας αφαιρεί τυχόν εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες από την απόφασή του πριν από τη δημοσίευση και την κοινοποίησή της σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5. Οι πληροφορίες που περιέχει το τυποποιημένο έντυπο κοινοποίησης, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, δεν θεωρούνται εμπορικά ευαίσθητου χαρακτήρα.

3.   Εάν ο ρυθμιστικός φορέας κρίνει ότι οι λόγοι της μη δημοσιοποίησης που προβλέπονται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να γίνουν δεκτοί, η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται και αιτιολογείται εγγράφως στον αιτούντα που ζήτησε την εμπιστευτικότητα, το αργότερο δύο εβδομάδες πριν από την έκδοση της απόφασης κατά το άρθρο 11 παράγραφος 1.

4.   Η απόφαση του ρυθμιστικού φορέα σχετικά με την εμπιστευτικότητα υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 10 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ. Ο ρυθμιστικός φορέας δεν δημοσιοποιεί τις επίμαχες πληροφορίες μέχρι το εθνικό δικαστήριο να εκδώσει απόφαση σχετικά με την εμπιστευτικότητα.

Άρθρο 9

Διαδικασία εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας

1.   Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει από την οντότητα που ζητεί εξέταση της οικονομικής ισορροπίας να του παράσχει κάθε συμπληρωματική πληροφορία που κρίνει αναγκαία σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Η αιτούσα οντότητα παρέχει τις εν λόγω πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας την οποία καθορίζει ο ρυθμιστικός φορέας. Ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες αν κρίνει ότι δεν αρκούν οι συμπληρωματικές πληροφορίες που έλαβε.

2.   Σε περίπτωση που έξι εβδομάδες πριν από την οριστική ημερομηνία παραλαβής των αιτημάτων χωρητικότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, οι πληροφορίες που παρείχε η αιτούσα οντότητα εξακολουθούν να είναι ελλιπείς, ο ρυθμιστικός φορέας προβαίνει στην εξέταση με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. Εάν, ωστόσο, ο ρυθμιστικός φορέας κρίνει ότι τα στοιχεία είναι ανεπαρκή για την εκτέλεση της εξέτασης, απορρίπτει το αίτημα.

3.   Εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας, ο ρυθμιστικός φορέας δύναται επίσης να ζητήσει από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 να του διαβιβάσουν τις πληροφορίες που χρειάζεται για την εκτέλεση της εξέτασης σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, εφόσον τις πληροφορίες αυτές μπορεί ευλόγως να παράσχει το ενδιαφερόμενο μέρος. Εφόσον οι πληροφορίες που παρέχονται είναι ελλιπείς, ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να ζητήσει περαιτέρω διευκρινίσεις, καθορίζοντας εύλογη προθεσμία.

4.   Σε περίπτωση που έξι εβδομάδες πριν από την οριστική ημερομηνία παραλαβής των αιτημάτων χωρητικότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, οι πληροφορίες που παρείχε ο αιτών πρόσβαση εξακολουθούν να είναι ελλιπείς, ο ρυθμιστικός φορέας προβαίνει στην εξέταση με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. Εάν, ωστόσο, ο ρυθμιστικός φορέας κρίνει ότι τα στοιχεία που παρείχε ο αιτών είναι ανεπαρκή για την εκτέλεση της εξέτασης, λαμβάνει απόφαση απόρριψης του αιτήματος πρόσβασης.

5.   Εφόσον η επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν είναι η αιτούσα οντότητα και εφόσον έξι εβδομάδες πριν από την οριστική ημερομηνία παραλαβής των αιτημάτων χωρητικότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, τα στοιχεία που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση εξακολουθούν να είναι ελλιπή, ο ρυθμιστικός φορέας προβαίνει στην εξέταση με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. Εάν, ωστόσο, ο ρυθμιστικός φορέας κρίνει ότι τα παρεχόμενα στοιχεία είναι ανεπαρκή για την εκτέλεση της εξέτασης, λαμβάνει απόφαση χορήγησης της πρόσβασης.

6.   Ο ρυθμιστικός φορέας λαμβάνει απόφαση το αργότερο εντός έξι εβδομάδων από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την οριστική ημερομηνία παραλαβής των αιτημάτων χωρητικότητας που καθορίζεται στο παράρτημα VII σημείο 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ. Ο ρυθμιστικός φορέας ενημερώνει τον διαχειριστή υποδομής για την απόφασή του χωρίς καθυστέρηση.

7.   Εφόσον υποβάλλεται αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 η οποία είναι σε στάδιο διαγωνισμού, ο ρυθμιστικός φορέας μπορεί να αναστείλει την εξέταση της αίτησης εκτέλεσης νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών που προτείνεται επί μέγιστο χρονικό διάστημα 12 μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης του αιτούντος τη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών ή έως ότου ολοκληρωθεί διαγωνισμός, όποια ημερομηνία είναι ενωρίτερη.

Άρθρο 10

Περιεχόμενα της εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας και κριτήρια αξιολόγησης

1.   Ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί κατά πόσον η οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας τίθεται σε κίνδυνο από την προτεινόμενη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών. Η οικονομική ισορροπία θεωρείται ότι διακυβεύεται εφόσον η νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών θα έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο σε τουλάχιστον ένα από τα κάτωθι στοιχεία:

α)

την αποδοτικότητα των υπηρεσιών που λειτουργεί η σιδηροδρομική επιχείρηση βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας·

β)

το καθαρό κόστος της αρμόδιας αρχής που ανέθεσε τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

2.   Η ανάλυση αφορά τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στο σύνολό της και καθ' όλη τη διάρκειά της και όχι μεμονωμένες υπηρεσίες που λειτουργούν βάσει αυτής. Επιτρέπεται η εφαρμογή προκαθορισμένων κατώτατων ορίων ή ειδικών κριτηρίων, όχι όμως αυστηρά ή ανεξάρτητα από άλλα κριτήρια.

3.   Ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί την καθαρή οικονομική επίπτωση της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η ανάλυση των δαπανών και εσόδων που προκύπτουν κατά τη λειτουργία των υπηρεσιών που καλύπτει η σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας μετά την είσοδο της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στην αγορά περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τη διακύμανση του κόστους και των εσόδων που προκύπτουν για τη σιδηροδρομική επιχείρηση που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας (καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε εξοικονόμηση δαπανών, όπως εκείνες που προκύπτουν από τη μη αντικατάσταση τροχαίου υλικού που φθάνει στο τέλος της ωφέλιμης ζωής του ή προσωπικού του οποίου λήγει η σύμβαση εργασίας)·

β)

τα οικονομικά αποτελέσματα που δημιουργούνται στο δίκτυο βάσει σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας από την προτεινόμενη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών (όπως η προσέλκυση επιβατών που ενδιαφέρονται ίσως για τη σύνδεση με περιφερειακές υπηρεσίες που καλύπτει η σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας)·

γ)

τη δυνατή ανταπόκριση της σιδηροδρομικής επιχείρησης που εκτελεί τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον ανταγωνισμό·

δ)

επιπτώσεις στις σχετικές επενδύσεις των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, ή των αρμοδίων αρχών, παραδείγματος χάρη σε τροχαίο υλικό·

ε)

την αξία των τυχόν υφιστάμενων αποκλειστικών δικαιωμάτων.

4.   Ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί τη σημασία των επιπτώσεων λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, τις συμβατικές ρυθμίσεις μεταξύ της αρμόδιας αρχής και της σιδηροδρομικής επιχείρησης που λειτουργεί τις δημόσιες υπηρεσίες και, κατά περίπτωση, το ύψος της αποζημίωσης το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 ή που προκύπτει από την ανάθεση σύμβασης κατόπιν διαγωνισμού και τυχόν μηχανισμούς επιμερισμού των κινδύνων, όπως οι κίνδυνοι ως προς την κυκλοφορία και τα έσοδα.

5.   Ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογεί επίσης:

α)

τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα καθαρά οφέλη για τους πελάτες που απορρέουν από τη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών·

β)

τις επιπτώσεις της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στις επιδόσεις και την ποιότητα των υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών·

γ)

τις επιπτώσεις της νέας υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στον προγραμματισμό των ωραρίων των υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών.

6.   Εάν ο ρυθμιστικός φορέας εξετάζει περισσότερες από μία αιτήσεις πρόσβασης, μπορεί να λάβει διαφορετικές αποφάσεις για τις αιτήσεις που παρέλαβε, με βάση ανάλυση των αντίστοιχων επιπτώσεών τους στην οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, τα αποτελέσματα επί του ανταγωνισμού, τα καθαρά οφέλη για τους πελάτες και τις επιπτώσεις στο δίκτυο, καθώς και των σωρευτικών τους αποτελεσμάτων στην οικονομική ισορροπία της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

7.   Η αξιολόγηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν θίγει την υποχρέωση του ρυθμιστικού φορέα να αναφέρει θέματα κρατικών ενισχύσεων στις εθνικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 12 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

Άρθρο 11

Αποτέλεσμα της εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας

1.   Αφού ο ρυθμιστικός φορέας ολοκληρώσει την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, λαμβάνει απόφαση δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, με βάση την οποία χορηγείται, τροποποιείται, χορηγείται μόνον υπό όρους ή απορρίπτεται το δικαίωμα πρόσβασης στη σιδηροδρομική υποδομή.

2.   Εφόσον ο ρυθμιστικός φορέας αξιολογήσει ότι η οικονομική ισορροπία σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας τίθεται σε κίνδυνο από την προτεινόμενη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών:

α)

κατά περίπτωση, επισημαίνει πιθανές μεταβολές στην εν λόγω νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, όπως τροποποίηση των συχνοτήτων, των διαδρομών, των ενδιάμεσων στάσεων ή των ωραρίων, με τις οποίες διασφαλίζεται η τήρηση των όρων χορήγησης του δικαιώματος πρόσβασης κατά το άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ· και/ή

β)

μπορεί να διατυπώσει συστάσεις προς τις αρμόδιες αρχές, κατά περίπτωση με βάση τα καθαρά οφέλη για τους πελάτες που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 5 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, σχετικά με άλλες αλλαγές μη σχετιζόμενες με τη νέα υπηρεσία σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών με τις οποίες εξασφαλίζεται η τήρηση των όρων χορήγησης του δικαιώματος πρόσβασης.

3.   Εφόσον το αίτημα πρόσβασης αφορά τη λειτουργία νέας υπηρεσίας κατά το άρθρο 3 σημείο 36 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ο ρυθμιστικός φορέας αφού προβεί στη διαδικασία και την ανάλυση που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 11α της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

4.   Υπό τις περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, εφόσον από την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας της υφιστάμενης σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας αποδειχθεί ότι μπορεί να χορηγηθεί πρόσβαση, η πρόσβαση θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένη, ενόσω εκκρεμεί η έκβαση της εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας που πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 9 παράγραφος 7.

5.   Ο ρυθμιστικός φορέας κοινοποιεί μη εμπιστευτική έκδοση της απόφασής του στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ και τις δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο.

Άρθρο 12

Συνεργασία μεταξύ ρυθμιστικών φορέων αρμόδιων για την προτεινόμενη νέα διεθνή επιβατική γραμμή

1.   Μετά την παραλαβή κοινοποίησης αιτούντος ότι προτίθεται να αρχίσει τη λειτουργία νέας διεθνούς υπηρεσίας σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, ο ρυθμιστικός φορέας ενημερώνει τους άλλους ρυθμιστικούς φορείς που έχουν αρμοδιότητα για τη διαδρομή της προτεινόμενης νέας υπηρεσίας. Οι ενδιαφερόμενοι ρυθμιστικοί φορείς ελέγχουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τυχόν ανακολουθίες.

2.   Ο ρυθμιστικός φορέας μόλις λάβει αίτημα εξέτασης της οικονομικής ισορροπίας από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ενημερώνει σχετικά τους άλλους αρμόδιους ρυθμιστικούς φορείς.

3.   Οι ρυθμιστικοί φορείς ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα αποτελέσματα των οικείων εξετάσεων της οικονομικής ισορροπίας, ώστε να παρέχουν στους άλλους ρυθμιστικούς φορείς τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων πριν αυτά οριστικοποιηθούν. Οι ρυθμιστικοί φορείς συνεργάζονται για να επιλύσουν το θέμα, σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

4.   Κατά τη διάρκεια τυχόν ανταλλαγής πληροφοριών για τις εξετάσεις, οι ρυθμιστικοί φορείς τηρούν την εμπιστευτικότητα των ευαίσθητων εμπορικά πληροφοριών που έλαβαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη που μετείχαν στις εξετάσεις. Επιτρέπεται να κάνουν χρήση των πληροφοριών μόνον για τη συγκεκριμένη υπόθεση.

Άρθρο 13

Τέλη

Ένα κράτος μέλος ή ένας ρυθμιστικός φορέας μπορεί να αποφασίσει την καταβολή τέλους για την εξέταση της οικονομικής ισορροπίας από την οντότητα που ζητεί την εξέταση.

Άρθρο 14

Μεθοδολογία

1.   Η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί ο ρυθμιστικός φορέας για τη διενέργεια της εξέτασης είναι σαφής, διαφανής, δεν εισάγει διακρίσεις και δημοσιεύεται στον δικτυακό του τόπο.

2.   Οι ρυθμιστικοί φορείς ανταλλάσσουν εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την εφαρμογή των αντίστοιχων μεθοδολογιών στο πλαίσιο του δικτύου κατά το άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.

Άρθρο 15

Κατάργηση

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 869/2014 καταργείται από τις 12 Δεκεμβρίου 2020. Εφαρμόζεται στις κοινοποιήσεις των αιτούντων που παραλαμβάνονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 μόνον εφόσον υποβάλλονται αρκετά έγκαιρα ώστε να είναι δυνατή η έναρξη λειτουργίας των νέων υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2020.

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2019 εγκαίρως για τον πίνακα δρομολογίων που αρχίζουν στις 12 Δεκεμβρίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32.

(2)  Οδηγία (EE) 2016/2370 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2012/34/ΕΕ όσον αφορά το άνοιγμα της αγοράς εσωτερικών υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών και τη διακυβέρνηση της σιδηροδρομικής υποδομής (ΕΕ L 352 της 23.12.2016, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 869/2014 της Επιτροπής, της 11ης Αυγούστου 2014, σχετικά με νέες σιδηροδρομικές επιβατικές γραμμές (ΕΕ L 239 της 12.8.2014, σ. 1).


Top