EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32017D2238

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/2238 της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με την ισοδυναμία του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου που εφαρμόζεται στις συγκεκριμένες αγορές συμβάσεων και στους μηχανισμούς εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )

C/2017/7974

OJ L 320, 6.12.2017, p. 11–17 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec_impl/2017/2238/oj

6.12.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/11


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/2238 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Δεκεμβρίου 2017

σχετικά με την ισοδυναμία του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου που εφαρμόζεται στις συγκεκριμένες αγορές συμβάσεων και στους μηχανισμούς εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 28 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 απαιτεί από τους χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, που υπερβαίνουν το κατώφλι εκκαθάρισης του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, να καταρτίζουν συναλλαγές σε παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης, μόνο σε ρυθμιζόμενες αγορές, πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), μηχανισμούς οργανωμένης διαπραγμάτευσης (ΜΟΔ) και τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών που έχουν αναγνωριστεί ως ισοδύναμοι από την Επιτροπή. Η σχετική τρίτη χώρα θα πρέπει να προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των τόπων διαπραγμάτευσης που έχουν άδεια λειτουργίας δυνάμει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(2)

Η διαδικασία για την αναγνώριση των τόπων διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών, η οποία καθορίζεται στο άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, έχει στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους χρηματοοικονομικούς και σε ορισμένους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση να καταρτίζουν συναλλαγές σε παράγωγα τα οποία υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται ως ισοδύναμοι. Με τον τρόπο αυτόν, η διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας ενισχύουν τη διαφάνεια της διαπραγμάτευσης παραγώγων, ακόμη και στην περίπτωση όπου η διαπραγμάτευση λαμβάνει χώρα σε τόπους διαπραγμάτευσης που βρίσκονται σε τρίτη χώρα.

(3)

Λαμβανομένης υπόψη της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν τα μέλη της G20 στο Πίτσμπουργκ, την 25η Σεπτεμβρίου 2009, να μεταφερθεί η διαπραγμάτευση των τυποποιημένων συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στα χρηματιστήρια ή σε ηλεκτρονικούς χώρους συναλλαγών, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί κατάλληλο φάσμα επιλέξιμων τόπων διαπραγμάτευσης, στους οποίους να μπορούν να πραγματοποιούνται συναλλαγές σύμφωνα με τη δέσμευση αυτή. Οι διατάξεις περί ισοδυναμίας θα πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα των στόχων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, ιδίως δε λαμβανομένης υπόψη της συμβολής του στην εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, στην ακεραιότητα της αγοράς, στην προστασία των επενδυτών και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 τονίζεται, εξάλλου, η ανάγκη θέσπισης ενιαίου συνόλου κανόνων για όλα τα ιδρύματα όσον αφορά ορισμένες απαιτήσεις, καθώς και η ανάγκη αποφυγής ενδεχόμενης καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου κανονιστικού καθεστώτος. Επομένως, κατά τον καθορισμό των τυποποιημένων συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που θα υπόκεινται σε υποχρέωση διαπραγμάτευσης, είναι σκόπιμο να ενθαρρύνει η Ένωση την ανάπτυξη επαρκούς αριθμού επιλέξιμων τόπων για την εκπλήρωση της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης, μεταξύ άλλων και εντός της ΕΕ.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι τόποι διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών μπορούν να αναγνωριστούν ως ισοδύναμοι με τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, εφόσον συμμορφώνονται με νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις για τους τόπους διαπραγμάτευσης που προκύπτουν από την οδηγία 2014/65/ΕΕ, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), και οι οποίοι υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της εφαρμογήςστην εν λόγω τρίτη χώρα. Η ως άνω διάταξη θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα των στόχων που επιδιώκονται με την εν λόγω πράξη, ιδίως δε λαμβανομένης υπόψη της συμβολής της στην εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, στην ακεραιότητα της αγοράς, στην προστασία των επενδυτών και, τέλος και εξίσου σημαντικό, στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

(5)

Οι πλατφόρμες διαπραγμάτευσης συμβάσεων ανταλλαγής που λειτουργούν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ) προσφέρουν υψηλό όγκο συναλλαγών σε συμβάσεις ανταλλαγής σε δολάρια. Είναι σημαντικό για τις επιχειρήσεις της ΕΕ να έχουν πρόσβαση στην εν λόγω ρευστότητα με σκοπό την αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων. Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας των πλατφορμών διαπραγμάτευσης συμβάσεων ανταλλαγής στις ΗΠΑ για τη λειτουργία της αγοράς της ΕΕ, και των επιπτώσεών τους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, κρίνεται σκόπιμη, στο πλαίσιο αυτό, η αναγνώριση των πλατφορμών διαπραγμάτευσης συμβάσεων ανταλλαγής που λειτουργούν στις ΗΠΑ. Η παρούσα απόφαση θεμελιώνεται σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου που διέπει τις πλατφόρμες διαπραγμάτευσης συμβάσεων ανταλλαγής, βάσει του νόμου των ΗΠΑ για το Χρηματιστήριο Βασικών Εμπορευμάτων (Commodity Exchange Act — CEA) και των σχετικών εκτελεστικών κανονισμών, με ιδιαίτερη εστίαση στην ακεραιότητα και τη διαφάνεια της αγοράς.

(6)

Σκοπός της παρούσας αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί αν οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του νόμου CEA και των σχετικών εκτελεστικών κανονισμών διασφαλίζουν ότι οι συγκεκριμένες αγορές συμβάσεων (designated contract markets — DCM) και οι μηχανισμοί εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής (swap execution facilities — SEF) με έδρα στις ΗΠΑ, που έχουν αδειοδοτηθεί από την Επιτροπή Προθεσμιακών Συναλλαγών Βασικών Εμπορευμάτων (Commodity Futures Trading Commission — CFTC), υπόκεινται σε νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις για τους τόπους διαπραγμάτευσης που προκύπτουν από την οδηγία 2014/65/ΕΕ, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014, και βασίζονται στα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014. Σκοπός της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι επίσης να διαπιστωθεί αν οι DCM και οι SEF υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της εφαρμογής στην εν λόγω τρίτη χώρα.

(7)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις για τις DCM που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις ΗΠΑ ορίζονται στον CEA μέσω ενός βασιζόμενου σε αρχές νομικού πλαισίου για τη λειτουργία των DCM. Οι απαιτήσεις του CEA για τις DCM συμπεριλαμβάνουν 23 βασικές αρχές. Οι εν λόγω αρχές έχουν ισχύ νόμου και οι DCM πρέπει να τις τηρούν σε αρχική και διαρκή βάση. Οι DCM πρέπει επίσης να συμμορφώνονται με τις ισχύουσες κανονιστικές διατάξεις της CFTC (CFR), στις οποίες διευκρινίζονται οι απαιτήσεις λειτουργίας των DCM.

(8)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις για τους SEF που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις ΗΠΑ ορίζονται στον CEA μέσω ενός βασιζόμενου σε αρχές νομικού πλαισίου. Η λειτουργία των SEF διέπεται από το τμήμα 5h του CEA, το οποίο προστέθηκε με το τμήμα 733 του νόμου Dodd-Frank για τη μεταρρύθμιση της Wall Street και την προστασία των καταναλωτών (Dodd-Frank Wall Street Reform and Consumer Protection Act), για τη διαπραγμάτευση και την επεξεργασία των συμβάσεων ανταλλαγής. Το τμήμα 5h του CEA καθιερώνει 15 βασικές αρχές για τους SEF. Η τήρηση των εν λόγω 15 βασικών αρχών αποτελεί προϋπόθεση για την καταχώριση των SEF και τη διατήρηση της καταχώρισής τους στο πλαίσιο της CFTC. Οι SEF οφείλουν επίσης να τηρούν, σε αρχική και διαρκή βάση, τις κανονιστικές διατάξεις της CTFC που ισχύουν για τους SEF.

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, χρειάζεται να πληρούνται τέσσερις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με τους τόπους διαπραγμάτευσης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην εν λόγω χώρα είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και στην οδηγία 2014/65/ΕΕ.

(10)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι τόποι διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών πρέπει να υπόκεινται σε διαδικασία αδειοδότησης και αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση.

(11)

Με σκοπό την έναρξη λειτουργίας ως DCM, η αιτούσα οντότητα οφείλει να υποβάλει αίτηση χαρακτηρισμού ενώπιον της CFTC και να αποδείξει τη συμμόρφωσή της με τις ισχύουσες διατάξεις του CEA, καθώς και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Ομοίως, με σκοπό την έναρξη λειτουργίας ως SEF, η αιτούσα οντότητα οφείλει να προβεί σε καταχώριση από την CFTC και να αποδείξει τη συμμόρφωσή της με τις ισχύουσες διατάξεις του CEA, καθώς και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Η CTFC διαθέτει εξουσία κανονιστικής εποπτείας επί των DCM και των SEF, δυνάμει των τμημάτων 5 και 5h του CEA, 7 USC 7 και 7 USC 7b-3, αντιστοίχως. Με σκοπό τον χαρακτηρισμό τους από την CTFC, οι DCM πρέπει να τηρούν τις 23 βασικές αρχές των DCM που καθορίζονται στον CEA, και τυχόν απαιτήσεις που επιβάλλει η CTFC μέσω κανόνα ή κανονισμού. Με σκοπό την καταχώρισή τους από την CTFC, οι SEF πρέπει να τηρούν τις 15 βασικές αρχές των SEF που καθορίζονται στον CEA, και τυχόν απαιτήσεις που επιβάλλει η CTFC μέσω κανόνα ή κανονισμού. Οι DCM απαιτείται να είναι ένας μηχανισμός διαπραγμάτευσης, ο οποίος, εν γένει, βάσει του CEA, συνίσταται σε ένα πολυμερές σύστημα εντός του οποίου οι συμμετέχοντες έχουν τη δυνατότητα να εκτελούν συναλλαγές σύμφωνα με κανόνες που δεν δημιουργούν διακρίσεις. Οι DCM πρέπει να παρέχουν στα μέλη πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στις αγορές και τις υπηρεσίες τους. Τα κριτήρια πρόσβασης πρέπει να είναι αντικειμενικά και διαφανή, και να εφαρμόζονται κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις. Επιπλέον, ο CEA και οι κανονιστικές διατάξεις τηςCFTC επιβάλλουν στις DCM οργανωτικές απαιτήσεις όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, την πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων, τη διαχείριση κινδύνων, τη δίκαιη και ομαλή διαπραγμάτευση, την ανθεκτικότητα των συστημάτων διαπραγμάτευσης, τις ρυθμίσεις εκκαθάρισης και διακανονισμού, την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση, καθώς και την παρακολούθηση της συμμόρφωσης. Το σύνολο των ανωτέρω απαιτήσεων πρέπει να πληρούται σε συνεχή βάση. Οι SEF αποτελούν πλατφόρμες διαπραγμάτευσης συμβάσεων ανταλλαγής οι οποίες λειτουργούν σε πολυμερή βάση. Οι SEF πρέπει να παρέχουν στους επιλέξιμους συμμετέχοντες σε σύμβαση πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στις αγορές και τις υπηρεσίες τους, ενώ οφείλουν να χρησιμοποιούν κριτήρια πρόσβασης που να είναι αντικειμενικά, διαφανή και να εφαρμόζονται κατά δίκαιο τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις. Επιπλέον, οι SEF υπόκεινται σε οργανωτικές απαιτήσεις όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, την πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων, τη διαχείριση κινδύνων, τη δίκαιη και ομαλή διαπραγμάτευση, την ανθεκτικότητα των συστημάτων διαπραγμάτευσης, τις ρυθμίσεις εκκαθάρισης και διακανονισμού, την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση, καθώς και την παρακολούθηση της συμμόρφωσης. Το σύνολο των ανωτέρω απαιτήσεων πρέπει να πληρούται σε συνεχή βάση.

(12)

Οι DCM και οι SEF πρέπει να θεσπίζουν κανόνες για τη λειτουργία τους, συμπεριλαμβανομένων κανόνων που απαγορεύουν τις καταχρηστικές εμπορικές πρακτικές και προβλέπουν μέτρα συμμόρφωσης με τους εν λόγω κανόνες. Οι εν λόγω κανόνες και τυχόν τροποποιήσεις τους αξιολογούνται από την CTFC, για τη διασφάλιση της συμμόρφωσής τους με τον CEA και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Οι DCM και οι SEF πρέπει να έχουν την ικανότητα να εντοπίζουν, να διερευνούν και να επιβάλλουν τις κατάλληλες κυρώσεις σε κάθε πρόσωπο που παραβιάζει οποιονδήποτε κανόνα που διέπει τη λειτουργία τους. Οι DCM και οι SEF επιτρέπεται να χρησιμοποιούν ρυθμιστικές υπηρεσίες τρίτου, για την παροχή συνδρομής ως προς την τήρηση των ισχυουσών απαιτήσεων που καθορίζονται στον CEA και στις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Οι DCM και οι SEF παραμένουν υπεύθυνες/-οι για την τήρηση των νομικών και κανονιστικών υποχρεώσεών τους, ακόμη και σε περίπτωση χρήσης ρυθμιστικών υπηρεσιών τρίτου.

(13)

Επίσης, η CFTC είναι αρμόδια για τη συνεχή εποπτεία και την επιβολή όσον αφορά τις DCM και τους SEF. Διεξάγονται τακτικοί έλεγχοι επιβολής των κανόνων (Rule Enforcement Reviews — RER), οι οποίοι έχουν σχεδιαστεί με σκοπό την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των DCM με τις νομικές και κανονιστικές απαιτήσεις σχετικά με την εποπτεία των εμπορικών πρακτικών, την εποπτεία της αγοράς, την παρακολούθηση της πορείας του ελέγχου και τα πειθαρχικά προγράμματα των DCM. Παρόμοιο πρόγραμμα ελέγχου αναπτύσσεται επίσης και για τους SEF. Το τμήμα 8(a)(1) του CEA παρέχει στην CTFC ευρεία εξουσία να διεξάγει έρευνες προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον CEA και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Δυνάμει των τμημάτων 5e, 6(b) και 6c(a) του CEA, η CFTC δύναται επίσης να ασκήσει αγωγές για την επιβολή του νόμου ενώπιον πολιτικών δικαστηρίων, για την παύση της παραβίασης του CEA ή των κανονιστικών διατάξεων της CFTC και τη λήψη τυχόν μέτρων αποκατάστασης και χρηματικών κυρώσεων: ενδεικτικώς, στα εν λόγω μέτρα συμπεριλαμβάνεται η άσκηση τυχόν ένδικων βοηθημάτων για την κίνηση διοικητικών διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, η αναστολή ή ανάκληση της άδειας της DCM ή της καταχώρισης του SEF, καθώς και η σύνταξη και κατάθεση διαταγής παύσεως της παραβάσεως των διατάξεων του CEA ή των κανονιστικών διατάξεων της CFTC κατά DCM ή SEF. Το τμήμα 6(c) του CEA παρέχει στην CFTC την εξουσία να προβαίνει σε λήψη ορκοδοσίας ή επίσημων βεβαιώσεων, να κλητεύει μάρτυρες και να λαμβάνει μέτρα καταναγκασμού για την παράστασή τους, να προβαίνει στη διεξαγωγή αποδείξεων και να απαιτεί την παρουσίαση σχετικών λογιστικών βιβλίων, αλληλογραφίας, εκθέσεων και λοιπών αρχείων, για τους σκοπούς της επιβολής του CEA ή για τους σκοπούς διεξαγωγής οποιασδήποτε έρευνας ή διαδικασίας.

(14)

Μπορεί, επομένως, να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι DCM και οι SEF υπόκεινται σε διαδικασία αδειοδότησης και αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση.

(15)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι τόποι διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών πρέπει να έχουν σαφείς και διαφανείς κανόνες για την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση, ώστε να καθίσταται δυνατή η διαπραγμάτευσή τους με δίκαιο, ομαλό και αποτελεσματικό τρόπο και να είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμα.

(16)

Ούτε οι DCM ούτε οι SEF μπορούν να εισάγουν προς διαπραγμάτευση νέα σύμβαση παραγώγων, αν η εν λόγω σύμβαση δεν συμμορφώνεται με τον CEA και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC, που διασφαλίζουν δίκαιη, ομαλή και αποτελεσματική διαπραγμάτευση. H ως άνω απαγόρευση επιβάλλεται με την απαίτηση να καταθέτουν όλες οι DCM και όλοι οι SEF τις νέες συμβάσεις ενώπιον της CFTC, πριν από την εισαγωγή τους, είτε για την έγκρισή τους από την CFTC είτε με την παροχή σχετικής βεβαίωσης από την DCM ή τον SEF με την οποία να πιστοποιείται ότι η σύμβαση συμμορφώνεται με τον CEA και τις κανονιστικές διατάξεις της CFTC. Ο φάκελος κατάθεσης πρέπει να περιέχει επεξήγηση και ανάλυση της σύμβασης παραγώγων, καθώς και της συμμόρφωσής της με τις όποιες ισχύουσες απαιτήσεις, όπως η απαίτηση του CEA σύμφωνα με την οποία οι DCM ή οι SEF μπορούν να εισάγουν προς διαπραγμάτευση μόνο συμβάσεις οι οποίες δεν μπορούν να αποτελέσουν εύκολα αντικείμενο χειραγώγησης. Στις κατευθυντήριες γραμμές της CFTC όσον αφορά τη συμμόρφωση με την εν λόγω κανονιστική απαίτηση δηλώνεται ότι, στην περίπτωση συμβάσεων ανταλλαγών που διακανονίζονται με ρευστά διαθέσιμα, οι DCM ή οι SEF θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους, μεταξύ άλλων, την αξιοπιστία της τιμής του διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα ως ένδειξης των τιμών της αγοράς μετρητών, καθώς και την εμπορική αποδοχή, τη δημόσια διαθεσιμότητα, και τον επίκαιρο χαρακτήρα της σειράς τιμών που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της τιμής διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα. Στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές περιγράφεται επίσης η λογιζόμενη από την CFTC ως αποδεκτή περιγραφή των όρων και προϋποθέσεων των συμβάσεων. Οι DCM και οι SEF πρέπει να καθιστούν διαθέσιμους στο κοινό τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας σύμβασης παραγώγων που κατατίθεται ενώπιον της CFTC, κατά τη στιγμή της εν λόγω κατάθεσης. Η εν λόγω απαίτηση κατάθεσης πριν από την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση, καθώς και οι απαιτήσεις της CFTC όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της σύμβασης, συντείνουν στη διασφάλιση ότι οι συμβάσεις παραγώγων μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με δίκαιο, ομαλό και αποτελεσματικό τρόπο. Οι κατευθυντήριες γραμμές της CFTC βοηθούν την CFTC στην εκτίμησή της για το κατά πόσον μια DCM ή ένας SEF συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των βασικών αρχών.

(17)

Οι DCM απαιτείται να προσφέρουν μια ανταγωνιστική, ανοικτή και αποτελεσματική αγορά και έναν μηχανισμό εκτέλεσης συναλλαγών με τον οποίο να προστατεύεται η διαδικασία εξεύρεσης τιμών της διαπραγμάτευσης στη συγκεντρωτική αγορά της DCM. Για τη συμμόρφωσή τους με την εν λόγω απαίτηση, το σύνολο των DCM χρησιμοποιούν κεντρικά βιβλία οριακών εντολών (Central Limit Order Book – CLOB), στα οποία καταχωρίζονται οι προσφορές αγοράς και πώλησης. Επιπλέον, οι DCM δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με τις προσφορές τιμής στους αντίστοιχους δημόσιους δικτυακούς τόπους τους. Οι συναλλαγές στο πλαίσιο των SEF που συμπεριλαμβάνουν ανταλλαγές υποκείμενες στην υποχρέωση εκτέλεσης, που προβλέπεται από την CFTC, και δεν είναι συναλλαγές πακέτου, πρέπει να εκτελούνται είτε σύμφωνα με βιβλίο εντολών, όπως ορίζεται στις κανονιστικές διατάξεις της CFTC, είτε βάσει συστήματος διαπραγμάτευσης με αίτηση προσδιορισμού τιμής, που λειτουργεί σε συνδυασμό με βιβλίο εντολών. Στις κανονιστικές διατάξεις της CFTC ορίζεται ως «σύστημα διαπραγμάτευσης με αίτηση προσδιορισμού τιμής» το σύστημα ή η πλατφόρμα διαπραγμάτευσης στην οποία ένας συμμετέχων στην αγορά διαβιβάζει αίτημα προσφοράς πώλησης ή αγοράς ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου σε τουλάχιστον τρεις συμμετέχοντες στην αγορά, μέσω του συστήματος ή της πλατφόρμας διαπραγμάτευσης, και στο αίτημα αυτό μπορούν να ανταποκριθούν όλοι οι ως άνω συμμετέχοντες στην αγορά. Επιπλέον, σύμφωνα με το τμήμα 43 των κανονιστικών διατάξεων της CFTC, μια δημοσίως ανακοινώσιμη συναλλαγή ανταλλαγής πρέπει να αναφέρεται σε αποθετήριο δεδομένων συμβάσεων ανταλλαγών (swap data repository — SDR) που είναι καταχωρισμένο στην CFTC, τούτο δε με τη μεγαλύτερη τεχνολογικά δυνατή ταχύτητα μετά την εκτέλεση της συναλλαγής. Όσον αφορά μια δημοσίως ανακοινώσιμη σύμβαση ανταλλαγής που εκτελείται σε μια DCM ή έναν SEF ή σύμφωνα με τους κανόνες τους, το SDR πρέπει να διασφαλίζει ότι η σύμβαση ανταλλαγής και τα στοιχεία τιμολόγησης καθίστανται διαθέσιμα στο κοινό με τη μεγαλύτερη τεχνολογικά δυνατή ταχύτητα μετά τη λήψη των εν λόγω στοιχείων από τη DCM ή τον SEF, εκτός εάν η σύμβαση ανταλλαγής υπόκειται σε τυχόν καθυστέρηση. Το SDR οφείλει να καθυστερεί τη δημοσιοποίηση των συμβάσεων ανταλλαγής και των στοιχείων τιμολόγησης για δημοσίως ανακοινώσιμες συμβάσεις ανταλλαγής που υπερβαίνουν ορισμένα μεγέθη.

(18)

Επομένως, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι DCM και οι SEF έχουν σαφείς και διαφανείς κανόνες για την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση, ώστε να καθίσταται δυνατή η διαπραγμάτευσή τους με δίκαιο, ομαλό και αποτελεσματικό τρόπο και να είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμα.

(19)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι εκδότες χρηματοπιστωτικών μέσων πρέπει να υπόκεινται σε υποχρεώσεις περιοδικής και συνεχούς πληροφόρησης που διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

(20)

Δεδομένης της φύσης και των χαρακτηριστικών των συμβάσεων παραγώγων που εισάγονται στις DCM και τους SEF, και, ιδίως, του γεγονότος ότι τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία τους είναι κυρίως βασικά εμπορεύματα, επιτόκια ή νομίσματα, η τρίτη προϋπόθεση δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην πλειονότητα των δικαιωμάτων προαίρεσης και ανταλλαγών που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγής στις DCM και τους SEF. Η εν λόγω απαίτηση δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις συμβάσεις παραγώγων που δεν αναφέρουν τις μετοχές ως υποκείμενα. Για τα παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης, όπως οι συμβάσεις ανταλλαγής, οι οποίες έχουν επιτόκια ως υποκείμενα, καμία εταιρεία δεν θα ήταν σε θέση να εκδώσει σχετικές οικονομικές καταστάσεις. Ωστόσο, οι εκδότες των συμβάσεων παραγώγων βαρύνονται με την υποχρέωση γνωστοποίησης στην περίπτωση που το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο είναι τίτλος. Στις ΗΠΑ, αυτό θα αφορούσε μόνο δικαιώματα προαίρεσης επί τίτλων ή συμβάσεις ανταλλαγής με βάση τίτλους. Τα δικαιώματα προαίρεσης επί τίτλων μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μόνο σε χρηματιστήριο αξιών υπό τη δικαιοδοσία της Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Securities and Exchange Commission – SEC) και, επομένως, δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο των DCM και SEF. Οι συμβάσεις ανταλλαγής με βάση τίτλους μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συναλλαγής μέσω μηχανισμού εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγών με βάση τίτλους, αλλά ρυθμίζονται από τη SEC. Σε περίπτωση που ο υποκείμενος τίτλος μιας σύμβασης ανταλλαγής με βάση τίτλους εισάγεται προς διαπραγμάτευση σε εθνικό χρηματιστήριο των ΗΠΑ, ο εκδότης του υπόκειται στις απαιτήσεις αναφοράς που καθορίζονται στο τμήμα 13(a) του νόμου περί συναλλαγών (Exchange Act) και πρέπει να δημοσιεύει ετήσιες και ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις, για τις οποίες το ρυθμιστικό πλαίσιο των Ηνωμένων Πολιτειών έχει καθιερώσει σαφείς, πλήρεις και συγκεκριμένες απαιτήσεις γνωστοποίησης, ενώ η δωρεάν δημόσια πρόσβαση διασφαλίζεται μέσω του συστήματος EDGAR, που παρέχεται στον δικτυακό τόπο της SEC. Συνεπώς, διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

(21)

Σύμφωνα με την τέταρτη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, το πλαίσιο της τρίτης χώρας πρέπει να διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς μέσω κανόνων που αντιμετωπίζουν την κατάχρηση αγοράς υπό τη μορφή κατάχρησης προνομιακής πληροφόρησης και χειραγώγησης της αγοράς.

(22)

Ο CEA και οι κανονιστικές διατάξεις της CFTC διαμορφώνουν ένα πλήρες ρυθμιστικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς και την πρόληψη της κατάχρησης προνομιακής πληροφόρησης και χειραγώγησης της αγοράς. Το εν λόγω πλαίσιο απαγορεύει —και παρέχει στην CFTC την εξουσία να λαμβάνει σχετικά μέτρα επιβολής— ενέργειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε στρέβλωση της λειτουργίας των αγορών, όπως η χειραγώγηση των τιμών και η κοινοποίηση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών [§§ 6(c) και 9(a)(2) του CEA, §§ 180.1 και 180.2 των κανονισμών της Επιτροπής], παραβιάσεις των εμπορικών πρακτικών [§§ 4c(a) (1)-(2) του CEA], ορισμένες πρακτικές διαταραχής που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την ομαλή εκτέλεση των συναλλαγών [§ 4c(a)(5) του CEA], καθώς και η χρήση ή απόπειρα χρήσης μέσων, συστημάτων ή τεχνασμάτων με σκοπό την εξαπάτηση [§ 6(c)(1) του CEA, 17 των CFR, § 180.1 των κανονισμών της Επιτροπής]. Η διαπραγμάτευση με βάση παρανόμως αποκτηθείσες εμπιστευτικές πληροφορίες ή κατά παράβαση ήδη υφιστάμενου καθήκοντος γνωστοποίησης σημαντικών μη δημόσιων πληροφοριών μπορεί επίσης να στοιχειοθετήσει παράβαση του CEA. Οι DCM και οι SEF βαρύνονται με την ευθύνη παρακολούθησης των αγορών τους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δραστηριότητες διαπραγμάτευσης υπόκεινται σε συνεχή καιαποτελεσματική εποπτεία, με σκοπό τον εντοπισμό και την πρόληψη τυχόν ενεργειών χειραγώγησης που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε στρέβλωση των τιμών ή στη χειραγώγηση της αγοράς. Το πρόγραμμα ελέγχου RER της CFTC αξιολογεί τα προγράμματα επιτήρησης και τα πειθαρχικά προγράμματα των DCM. Παρόμοιο πρόγραμμα ελέγχου αναπτύσσεται επίσης και για τους SEF. Επιπλέον, η CFTC μπορεί, ανά πάσα στιγμή και αυτεπαγγέλτως, να ζητήσει από κάθε DCM ή SEF να αποδείξει ότι συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις για τις DCM ή τους SEF βάσει του CEA ή των κανονιστικών διατάξεων της CFTC.

(23)

Επομένως, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το πλαίσιο που εφαρμόζεται όσον αφορά τις DCM και τους SEF στις Ηνωμένες Πολιτείες διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς, μέσω κανόνων που αντιμετωπίζουν την κατάχρηση αγοράς υπό τη μορφή κατάχρησης προνομιακής πληροφόρησης και χειραγώγησης της αγοράς.

(24)

Επομένως, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι DCM και οι SEF πληρούν τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις για τους τόπους διαπραγμάτευσης που προκύπτουν από την οδηγία 2014/65/ΕΕ, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014, ενώ επίσης υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της εφαρμογής στην εν λόγω τρίτη χώρα.

(25)

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι τόποι διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών μπορούν να αναγνωριστούν ως ισοδύναμοι, υπό την προϋπόθεση ότι η τρίτη χώρα προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των τόπων διαπραγμάτευσης που έχουν άδεια δυνάμει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να εισάγουν προς διαπραγμάτευση ή να διαπραγματεύονται παράγωγα τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης στην εν λόγω τρίτη χώρα σε μη αποκλειστική βάση.

(26)

Σύμφωνα με το τμήμα 5h(g) του CEA, η CFTC μπορεί να απαλλάσσει τους μηχανισμούς εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής από την υποχρέωση καταχώρισης, εάν διαπιστώσει ότι ο μηχανισμός υπόκειται σε συγκρίσιμη, πλήρη εποπτεία και ρύθμιση σε ενοποιημένη βάση από τις εθνικές αρμόδιες αρχές στη χώρα καταγωγής του μηχανισμού. Σύμφωνα με το τμήμα 5h(g) του ως άνω νόμου, η CFTC μπορεί να απαλλάσσει το σύνολο των ρυθμιζόμενων αγορών, ΠΜΔ και ΜΟΔ που έχει γνωστοποιήσει η Επιτροπή μέσω ενιαίας εντολής, εφόσον η CFTC διαπιστώσει ότι οι γνωστοποιηθέντες τόποι διαπραγμάτευσης υπόκεινται σε συγκρίσιμη και πλήρη εποπτεία και ρύθμιση σε ενοποιημένη βάση.

(27)

Η προσέγγιση της CFTC όσον αφορά την απαλλαγή των τόπων διαπραγμάτευσης εντός της ΕΕ καθορίζεται μέσω κοινής δήλωσης του Προέδρου της CFTC και του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι αρμόδιος για τον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η εν λόγω απόφαση θα συμπληρωθεί επίσης με συμφωνίες συνεργασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και ο συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών που είναι υπεύθυνες για την αδειοδότηση και την εποπτεία των αναγνωρισμένων τόπων διαπραγμάτευσης εντός της ΕΕ, και της CFTC.

(28)

Ως εκ τούτου, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο των ΗΠΑ προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των τόπων διαπραγμάτευσης που έχουν άδεια, δυνάμει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, να εισάγουν προς διαπραγμάτευση ή να διαπραγματεύονται παράγωγα τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα στην απαίτηση εκτέλεσης συναλλαγών στις ΗΠΑ σε μη αποκλειστική βάση.

(29)

Η παρούσα απόφαση προσδιορίζει την επιλεξιμότητα των τόπων διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών να παρέχουν τη δυνατότητα σε χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση να συμμορφώνονται με την υποχρέωση διαπραγμάτευσης που υπέχουν, όταν προβαίνουν σε διαπραγμάτευση παραγώγων σε τόπο τρίτης χώρας. Επομένως, η παρούσα απόφαση δεν θίγει τη δυνατότητα των χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση να διαπραγματεύονται παράγωγα που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με το άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, σε τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών.

(30)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που αφορούν τις DCM και τους SEF και είναι εφαρμοστέες στις ΗΠΑ κατά τη στιγμή της έκδοσης της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί σε τακτική βάση την εξέλιξη των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων για τους εν λόγω τόπους διαπραγμάτευσης, τις εξελίξεις στις αγορές, την αποτελεσματικότητα της εποπτικής συνεργασίας όσον αφορά των παρακολούθηση και την επιβολή του νόμου, καθώς και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(31)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που αφορούν τις DCM και τους SEF που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις ΗΠΑ, καθώς και των εξελίξεων στις αγορές, δεν θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση ανά πάσα στιγμή, σε περίπτωση που καταστεί αναγκαίο, λόγω των σχετικών εξελίξεων, να επανεξετάσει η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάργηση της παρούσας απόφασης.

(32)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 28 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που εφαρμόζεται στις συγκεκριμένες αγορές συμβάσεων και στους μηχανισμούς εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί και παρατίθενται στο παράρτημα, θεωρείται ισοδύναμο με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τους τόπους διαπραγμάτευσης, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 5 Δεκεμβρίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(3)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συγκεκριμένες αγορές συμβάσεων που θεωρούνται ισοδύναμες με τόπους διαπραγμάτευσης όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ:

α)

Cantor Futures Exchange, L.P.

β)

CBOE Futures Exchange, LLC

γ)

Chicago Board of Trade (Board of Trade of the City of Chicago, Inc.)

δ)

Chicago Mercantile Exchange, Inc.

ε)

Commodity Exchange, Inc.

στ)

Eris Exchange, LLC

ζ)

ICE Futures U.S., Inc.

η)

Minneapolis Grain Exchange, Inc.

θ)

NASDAQ Futures, Inc.

ι)

New York Mercantile Exchange, Inc.

ια)

Nodal Exchange, LLC

ιβ)

North American Derivatives Exchange, Inc.

ιγ)

OneChicago LLC

ιδ)

trueEX LLC

Μηχανισμοί εκτέλεσης συμβάσεων ανταλλαγής που θεωρούνται ισοδύναμοι με τόπους διαπραγμάτευσης όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ:

α)

360 Trading Networks, Inc.

β)

Bats Hotspot SEF, LLC

γ)

BGC Derivatives Markets, L.P.

δ)

Bloomberg SEF LLC

ε)

Chicago Mercantile Exchange, Inc.

στ)

Clear Markets North America, Inc.

ζ)

DW SEF LLC

η)

FTSEF LLC

θ)

GFI Swaps Exchange LLC

ι)

GTX SEF LLC

ια)

ICAP SEF (US) LLC

ιβ)

ICE Swap Trade LLC

ιγ)

LatAm SEF, LLC

ιδ)

LedgerX LLC

ιε)

MarketAxess SEF Corporation

ιστ)

Seed SEF LLC

ιζ)

SwapEx LLC

ιη)

TeraExchange, LLC

ιθ)

Thomson Reuters (SEF) LLC

κ)

tpSEF Inc.

κα)

Tradition SEF, Inc.

κβ)

trueEX LLC

κγ)

TW SEF LLC


Top