This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62003CJ0227
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1. Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων — Εφαρμοστέο δίκαιο — Πρόσωπο που έπαυσε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα στο έδαφος ενός κράτους μέλους και μετέφερε την κατοικία του σε άλλο κράτος μέλος — Νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους επιτρέπουσα την προαιρετική υπαγωγή σε ορισμένους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως του εν λόγω κράτους — Παραβίαση της αρχής του ενιαίου ασφαλιστικού συστήματος — Δεν υφίσταται
(Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 13)
2. Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων — Αρμοδιότητα των κρατών μελών να διαμορφώνουν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως — Περιορισμοί — Τήρηση της κοινοτικής νομοθεσίας — Κανόνες της Συνθήκης περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων
(Άρθρο 39 ΕΚ)
3. Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων — Υπαγωγή σε σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως — Πρόσωπο που έπαυσε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα στο έδαφος ενός κράτους μέλους και μετέφερε την κατοικία του σε άλλο κράτος μέλος — Νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους που εξαρτά την υποχρεωτική υπαγωγή σε ορισμένους κλάδους του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως από προϋπόθεση σχετική με τον τόπο κατοικίας — Προϋποθέσεις προαιρετικής υπαγωγής περισσότερο ευνοϊκές από αυτές της υποχρεωτικής υπαγωγής — Απαγορεύονται
(Άρθρο 39 ΕΚ)
1. Η αρχή του ενιαίου συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως, την οποία θεσπίζει το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό 2195/91, δεν αμφισβητείται λόγω της εφαρμογής νομοθεσίας κράτους μέλους, η οποία παρέχει στους κατοίκους αλλοδαπής, που έπαυσαν κάθε επαγγελματική δραστηριότητα στο εν λόγω κράτος μέλος, τη δυνατότητα να παραμένουν προαιρετικώς ασφαλισμένοι, δυνάμει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους, στους κλάδους στους οποίους η υπαγωγή έπαυσε να είναι υποχρεωτική.
Πράγματι, οι διατάξεις του τίτλου ΙΙ του εν λόγω κανονισμού, τμήμα των οποίων αποτελεί το άρθρο 13, έχουν ως σκοπό όχι μόνον την αποφυγή της ταυτόχρονης εφαρμογής περισσοτέρων εθνικών νομοθεσιών και των εντεύθεν δυναμένων να προκύψουν περιπλοκών, αλλά και την αποφυγή του ενδεχομένου τα υπαγόμενα στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού πρόσωπα να στερούνται προστασίας σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως λόγω ελλείψεως οποιασδήποτε εφαρμοστέας νομοθεσίας. Απόκειται στη νομοθεσία του κάθε κράτους μέλους να καθορίσει τις προϋποθέσεις υπάρξεως του δικαιώματος ή της υποχρεώσεως υπαγωγής σε ένα σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως ή σε κάποιον κλάδο τέτοιου συστήματος, περιλαμβανομένης της προϋποθέσεως για την παύση της ασφαλίσεως.
(βλ. σκέψεις 33-34, 37-38)
2. Μολονότι τα κράτη μέλη διατηρούν την αρμοδιότητα οργανώσεως των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, οφείλουν εντούτοις να ασκούν την αρμοδιότητα αυτή τηρώντας την κοινοτική νομοθεσία και, ιδίως, τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.
(βλ. σκέψη 39)
3. Το άρθρο 39 ΕΚ απαγορεύει νομοθεσία κράτους μέλους δυνάμει της οποίας ένα πρόσωπο το οποίο έπαυσε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα στη χώρα του εξακολουθεί να υπάγεται υποχρεωτικώς σε ορισμένους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως μόνον αν διατηρεί την κατοικία του εντός του κράτους αυτού, ενώ η υπαγωγή του προσώπου αυτού σε άλλους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως παραμένει υποχρεωτική, δυνάμει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους, ακόμη και αν η κατοικία του βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, εφόσον οι προϋποθέσεις της προαιρετικής υπαγωγής στους κλάδους ως προς τους οποίους έπαυσε η υποχρεωτική ασφάλιση είναι λιγότερο ευνοϊκές από αυτές που ισχύουν για την υποχρεωτική υπαγωγή.
Πράγματι, μια τέτοια νομοθεσία θέτει τους κατοίκους αλλοδαπής σε κατάσταση λιγότερο ευνοϊκή σε σχέση με τους κατοίκους του εν λόγω κράτους μέλους, όσον αφορά την υπαγωγή τους σε σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, και, ως εκ τούτου, παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας που κατοχυρώνει το άρθρο 39 ΕΚ.
(βλ. σκέψεις 44-45 και διατακτ.)