Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61999CJ0143

    Περίληψη της αποφάσεως

    Λέξεις κλειδιά
    Περίληψη

    Λέξεις κλειδιά

    1. ροδικαστικά ερωτήματα - Υποβολή στο Δικαστήριο - Συμφωνία της αποφάσεως περί παραπομπής με τους κανόνες του εθνικού δικαίου περί οργανώσεως των δικαστηρίων και περί δικονομίας - Έλεγχος που δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 177 (νυν άρθρο 234 ΕΚ)]

    2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη - Σχέδια ενισχύσεων - Απαγορεύεται η θέση σε εφαρμογή πριν από την τελική απόφαση της Επιτροπής - Άμεσο αποτέλεσμα - εριεχόμενο - Υποχρεώσεις των εθνικών δικαστηρίων - Όρια

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 93 § 3 (νυν άρθρο 88 § 3 ΕΚ)]

    3. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη - Απαγόρευση - αρεκκλίσεις - Ενιχύσεις οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά - Ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος - Διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 §§ 1 και 3 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 §§ 1 και 3 ΕΚ)]

    4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη - Έννοια - Επιστροφή μέρους των φόρων επί της ενέργειας σε όλες τις εγκατεστημένες στην εθνική επικράτεια επιχειρήσεις - Δεν εμπίπτει

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 ΕΚ)]

    5. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη - Έννοια - Επιλεκτικός χαρακτήρας του μέτρου - Επιστροφή μέρους των φόρων επί της ενέργειας μόνο στις επιχειρήσεις παραγωγής ενσώματων αγαθών - Καλύπτεται - Δικαιολογητικός λόγος στηριζόμενος στη φύση ή την όλη οικονομία του θεσπιζόμενου φορολογικού συστήματος - Δεν συντρέχει

    [Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 ΕΚ)]

    Περίληψη

    1. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 177 της Συνθήκης (νυν άρθρου 234 ΕΚ), δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να εξακριβώνει αν η απόφαση περί παραπομπής έχει εκδοθεί σύμφωνα με τους κανόνες του εθνικού δικαίου περί οργανώσεως των δικαστηρίων και περί δικονομίας.

    ( βλ. σκέψη 19 )

    2. Η παρέμβαση των εθνικών δικαστηρίων στο σύστημα ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων βασίζεται στο άμεσο αποτέλεσμα που αναγνωρίζεται στην απαγόρευση εφαρμογής των σχεδίων ενισχύσεως, την οποία επιβάλλει το άρθρο 93, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, της Συνθήκης (νυν άρθρο 88, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, ΕΚ), στην περίπτωση που δεν υπάρχει άδεια της Επιτροπής. Τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να εξασφαλίζουν στους διοικουμένους ότι θα συναχθούν όλες οι κατά το εθνικό τους δίκαιο συνέπειες της παραβάσεως της διατάξεως αυτής, όσον αφορά τόσο το κύρος των πράξεων εφαρμογής των μέτρων ενισχύσεως όσο και την αναζήτηση των χρηματικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν κατά παράβαση της διατάξεως αυτής ή των ενδεχομένως διαταχθέντων προσωρινών μέτρων. Εντούτοις, τα εθνικά δικαστήρια, μολονότι καλούνται προς τούτο να εξακριβώνουν αν το συγκεκριμένο εθνικό μέτρο πρέπει να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση υπό την έννοια της Συνθήκης, δεν μπορούν πάντως να αποφαίνονται αν τα μέτρα ενισχύσεων συμβιβάζονται με την κοινή αγορά, διότι η κρίση αυτή εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής, η οποία ασκείται υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου.

    ( βλ. σκέψεις 26-27, 29 )

    3. Η κατ' αρχήν απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων δεν είναι ούτε απόλυτη ούτε ανεπιφύλακτη. Συγκεκριμένα, το άρθρο 92, παράγραφος 3, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87, παράγραφος 3, ΕΚ) απονέμει στην Επιτροπή ευρεία διακριτική εξουσία, όταν πρόκειται να κρίνει αν ορισμένες ενισχύσεις συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά παρέκκλιση από τη γενική απαγόρευση που διατυπώνεται στο άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. Συναφώς, οι ανάγκες προστασίας του περιβάλλοντος μπορούν να συνιστούν σκοπό βάσει του οποίου να κρίνονται ορισμένες κρατικές ενισχύσεις συμβατές με την κοινή αγορά.

    ( βλ. σκέψεις 30-31 )

    4. Τα εθνικά μέτρα τα οποία προβλέπουν την επιστροφή μέρους των φόρων επί της ενέργειας, που πλήττουν το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια, δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις υπό την έννοια του άρθρου 92 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87 ΕΚ), εφόσον έχουν εφαρμογή επί όλων των εγκατεστημένων στην εθνική επικράτεια επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το αντικείμενο των δραστηριοτήτων τους.

    ράγματι, όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, τα οικονομικά οφέλη που παρέχουν τα κράτη μέλη δεν έχουν τον χαρακτήρα ενισχύσεως παρά μόνον αν παρουσιάζουν ορισμένη επιλεκτικότητα και μπορούν συνεπώς να ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής. Κατά συνέπεια, το κρατικό μέτρο που αποβαίνει αδιακρίτως υπέρ όλων των εγκατεστημένων στην εθνική επικράτεια επιχειρήσεων δεν μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση.

    ( βλ. σκέψεις 34-36, διατακτ. 1 )

    5. Από την άποψη της εφαρμογής του άρθρου 92 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87 ΕΚ), δεν έχει σημασία αν η κατάσταση του προσώπου που τεκμαίρεται ότι ωφελείται από το μέτρο βελτιώθηκε ή επιδεινώθηκε σε σχέση με το προϊσχύσαν δίκαιο ή, αντίθετα, δεν υπέστη καμία διαχρονική μεταβολή. Το μόνο που πρέπει να εξακριβωθεί είναι αν, στο πλαίσιο δεδομένου νομικού καθεστώτος, ένα κρατικό μέτρο μπορεί να ευνοήσει ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής, υπό την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, έναντι άλλων επιχειρήσεων που τελούν σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση, ενόψει του σκοπού που επιδιώκεται με το οικείο μέτρο. Δεν πληροί πάντως αυτή την προϋπόθεση επιλεκτικότητας το μέτρο που, μολονότι αποτελεί όφελος για τον αποδέκτη του, δικαιολογείται από τη φύση ή την όλη οικονομία του συστήματος στο οποίο εντάσσεται.

    Συναφώς πρέπει να θεωρούνται ως κρατικές ενισχύσεις υπό την έννοια του άρθρου 92 της Συνθήκης τα εθνικά μέτρα τα οποία προβλέπουν την επιστροφή μέρους των φόρων επί της ενέργειας, που πλήττουν το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια, υπέρ των επιχειρήσεων μόνο των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται αποδεδειγμένα στην παραγωγή ενσώματων αγαθών. ρώτον, ούτε ο μεγάλος αριθμός των ωφελουμένων επιχειρήσεων ούτε η ποικιλία και η σημασία των κλάδων στους οποίους ανήκουν οι εν λόγω επιχειρήσεις καθιστούν δυνατό τον χαρακτηρισμό μιας κρατικής πρωτοβουλίας ως γενικού μέτρου οικονομικής πολιτικής. Δεύτερον, η παροχή πλεονεκτημάτων στις επιχειρήσεις των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στην παραγωγή ενσώματων αγαθών δεν δικαιολογείται από τη φύση ή την όλη οικονομία του φορολογικού συστήματος που θεσπίζεται με τα εθνικά αυτά μέτρα. ράγματι, από κανένα στοιχείο των μέτρων αυτών δεν μπορεί να συναχθεί ότι το σύστημα της επιστροφής των φόρων στις επιχειρήσεις μόνο που παράγουν κυρίως ενσώματα αγαθά αποτελεί προσωρινό απλώς μέτρο, που διευκολύνει τη σταδιακή προσαρμογή τους στο νέο σύστημα, για τον λόγο ότι αναλογικά πλήττονται περισσότερο από το σύστημα αυτό. Επιπλέον, ενδέχεται ορισμένες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών να καταναλώνουν, όπως ακριβώς ορισμένες επιχειρήσεις παραγωγής ενσώματων αγαθών, μεγάλες ποσότητες ενέργειας. Τέλος, οι οικολογικής φύσεως λόγοι στους οποίους στηρίζονται τα εν λόγω μέτρα δεν δικαιολογούν τη διαφορετική μεταχείριση της χρησιμοποιήσεως φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας στον τομέα των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών έναντι της χρησιμοποιήσεως αυτών των μορφών ενέργειας στον τομέα των επιχειρήσεων παραγωγής ενσώματων αγαθών, αφού η κατανάλωση ενέργειας από οποιονδήποτε από τους τομείς αυτούς βλάπτει εξίσου το περιβάλλον.

    ( βλ. σκέψεις 41-42, 48-52, 55, διατακτ. 2 )

    Top