Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018TJ0065(01)

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 13ης Σεπτεμβρίου 2023.
    Μπολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Απαγόρευση πώλησης, προμήθειας, μεταφοράς ή εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών – Δικαίωμα ακροάσεως – Υποχρέωση αιτιολόγησης – Ανακρίβεια των πραγματικών περιστατικών – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Δημόσιο διεθνές δίκαιο.
    Υπόθεση T-65/18 RENV.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2023:529

    Υπόθεση T‑65/18 RENV

    Μπολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας

    κατά

    Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 13ης Σεπτεμβρίου 2023

    «Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Απαγόρευση πώλησης, προμήθειας, μεταφοράς ή εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών – Δικαίωμα ακροάσεως – Υποχρέωση αιτιολόγησης – Ανακρίβεια των πραγματικών περιστατικών – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Δημόσιο διεθνές δίκαιο»

    1. Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξη που απαγορεύει τόσο την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα, όσο και την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας – Περιεχόμενο – Διάταξη γενικής ισχύος

      (Άρθρο 215 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 30-34)

    2. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Δικαιώματα άμυνας – Δικαίωμα ακροάσεως – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξη που απαγορεύει τόσο την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα, όσο και την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Δικαίωμα ακροάσεως πριν από τη λήψη τέτοιων μέτρων – Δεν υφίσταται

      (Άρθρα 24 § 1, εδ. 2, και 29 ΣΕΕ· άρθρο 215 § 1 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 2, στοιχείο αʹ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 39, 40, 42-44)

    3. Πράξεις των οργάνων – Αιτιολόγηση – Υποχρέωση – Περιεχόμενο – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξεις που απαγορεύουν τόσο την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα, όσο και την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Υποχρέωση να παρατίθενται στην αιτιολογία η όλη κατάσταση και οι γενικοί σκοποί που δικαιολογούν το εν λόγω μέτρο

      (Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 49-57)

    4. Ευρωπαϊκή Ένωση – Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξη που απαγορεύει τόσο την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα όσο και την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Έκταση του ελέγχου – Περιορισμένος έλεγχος για τους γενικούς κανόνες – Έλεγχος που εκτείνεται στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και την επαλήθευση των αποδεικτικών στοιχείων

      (Άρθρο 29 ΣΕΕ· άρθρο 215 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 63-67, 72, 76, 78)

    5. Ευρωπαϊκή Ένωση – Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξη που απαγορεύει τόσο την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα, όσο και την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Έκταση του ελέγχου – Ανάλυση της πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα από το Συμβούλιο – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Δεν συντρέχει

      (Κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 80, 81)

    6. Δημόσιο διεθνές δίκαιο – Αρχές – Ευθύνη των κρατών για διεθνώς παράνομες πράξεις – Κανόνες του εθιμικού διεθνούς δικαίου σχετικά με το αντικείμενο και τα όρια των αντιμέτρων – Δυνατότητα των ιδιωτών να επικαλούνται τις αρχές αυτές προκειμένου να αμφισβητήσουν το κύρος κανονισμού περί επιβολής περιοριστικών μέτρων στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας – Επιτρέπεται – Δικαστικός έλεγχος – Όρια – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Δεν συντρέχει

      (Άρθρο 3 § 5 ΣΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 87-94)

    7. Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Νομική βάση – Περιοριστικά μέτρα προβλεπόμενα από απόφαση και κανονισμό που έχουν εκδοθεί, αντιστοίχως, βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ και του άρθρου 215 ΣΛΕΕ – Αρμοδιότητα του Συμβουλίου να λαμβάνει περιοριστικά μέτρα αυτοτελή και διακριτά από εκείνα που συνιστώνται από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών

      (Άρθρο 29 ΣΛΕΕ· άρθρο 215 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 95, 98)

    8. Ευρωπαϊκή Ένωση – Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων – Περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα – Πράξη που απαγορεύει την πώληση ορισμένων αγαθών τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εσωτερική καταστολή στη Βενεζουέλα και απαγορεύει επίσης την παροχή ορισμένων υπηρεσιών – Έκταση του ελέγχου – Περιορισμένος έλεγχος – Κριτήρια λήψεως περιοριστικών μέτρων – Περιεχόμενο – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας

      (Άρθρο 29 ΣΕΕ· άρθρο 215 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2017/2063 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 3, 6 και 7)

      (βλ. σκέψεις 99-103)

    9. Ένδικη διαδικασία – Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της δίκης – Προϋποθέσεις – Λόγος στηριζόμενος σε στοιχεία που ανέκυψαν κατά τη διαδικασία – Δεν υφίσταται – Περαιτέρω ανάπτυξη υφιστάμενου ισχυρισμού – Απουσία περαιτέρω ανάπτυξης – Απαράδεκτο

      (Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 84 § 1)

      (βλ. σκέψεις 116-119)

    Σύνοψη

    Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη του την επιδείνωση της κατάστασης όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία, έλαβε, το 2017, περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στην Μπολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας (στο εξής: Βενεζουέλα). Τα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του κανονισμού 2017/2063 ( 1 ) προβλέπουν, κατ’ ουσίαν, την απαγόρευση της πώλησης, προμήθειας, μεταφοράς ή εξαγωγής εξοπλισμού που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για εσωτερική καταστολή και υπηρεσιών που σχετίζονται με τον εν λόγω εξοπλισμό και με στρατιωτικό εξοπλισμό σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή οργανισμό στη Βενεζουέλα ή προς χρήση στη Βενεζουέλα.

    Το 2018, η Βενεζουέλα άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση του κανονισμού 2017/2063, κατά το μέρος που οι διατάξεις του την αφορούσαν. Στη συνέχεια, η Βενεζουέλα προσάρμοσε την προσφυγή της ώστε αυτή να βάλλει και κατά της απόφασης 2018/1656 ( 2 ) και του εκτελεστικού κανονισμού 2018/1653 ( 3 ), πράξεων με τις οποίες το Συμβούλιο, αντιστοίχως, παρέτεινε και τροποποίησε τα περιοριστικά μέτρα που είχε λάβει. Με απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2019, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την ως άνω προσφυγή ως απαράδεκτη, με το σκεπτικό ότι τα επίμαχα μέτρα δεν επηρέαζαν άμεσα τη νομική κατάσταση της Βενεζουέλας ( 4 ). Επιληφθέν αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε η Βενεζουέλα, το Δικαστήριο αναίρεσε ( 5 ), στις 22 Ιουνίου 2021, την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, κρίνοντας ότι η Βενεζουέλα νομιμοποιούνταν ενεργητικώς να προσβάλει τα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του κανονισμού 2017/2063 ( 6 ). Ανέπεμψε δε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί της ουσίας.

    Με την απόφασή του, η οποία εκδίδεται από το τμήμα μείζονος συνθέσεως και με την οποία απορρίπτεται η προσφυγή, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται, σε μια καινοφανή περίπτωση, δεδομένου ότι πρόκειται περί προσφυγής ασκηθείσας από τρίτο κράτος στον τομέα των περιοριστικών μέτρων, επί του δικαιώματος ακρόασης της Βενεζουέλας και επί των φερόμενων παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου τις οποίες αυτή επικαλείται.

    Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

    Προκαταρκτικώς, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού αποτελούν περιοριστικά μέτρα γενικής ισχύος που συνιστούν, σύμφωνα με το άρθρο 215, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, μέτρα που διακόπτουν ή μειώνουν τις οικονομικές σχέσεις με τρίτη χώρα όσον αφορά ορισμένα αγαθά και ορισμένες υπηρεσίες. Τα μέτρα αυτά δεν στρέφονται κατά συγκεκριμένων φυσικών ή νομικών προσώπων, αλλά εφαρμόζονται σε αντικειμενικώς προσδιοριζόμενες καταστάσεις και σε κατηγορία προσώπων καθοριζόμενων κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο.

    Πρώτον, σχετικά με τον λόγο ακυρώσεως που στηρίζεται στην προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, κατ’ αρχάς, ότι το δικαίωμα ακροάσεως δεν μπορεί να εφαρμοστεί κατ’ αναλογίαν στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία, όπως εν προκειμένω, καταλήγει στη λήψη μέτρων γενικής ισχύος και ότι καμία διάταξη δεν επιβάλλει στο Συμβούλιο την υποχρέωση να ενημερώνει για τη θέσπιση νέου κριτηρίου γενικής ισχύος κάθε πρόσωπο το οποίο πληροί δυνητικώς το κριτήριο αυτό. Εκτός αυτού, το άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται σε «ατομικ[ά] μέτρ[α]» που λαμβάνονται εις βάρος προσώπου, οπότε δεν μπορεί να γίνει επίκληση της διάταξης αυτής στο πλαίσιο της λήψης μέτρων γενικής ισχύος. Προσθέτει, επιπλέον, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αντικατοπτρίζει μια επιλογή της Ένωσης στον τομέα της διεθνούς πολιτικής. Πράγματι, η διακοπή ή η μείωση των οικονομικών σχέσεων με τρίτη χώρα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 215, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αποτελεί μέρος της ίδιας της χάραξης της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) ( 7 ) εκ μέρους και κατά τη διακριτική ευχέρεια των αρχών της Ένωσης, για την αντιμετώπιση συγκεκριμένης διεθνούς κατάστασης, προκειμένου να ασκηθεί κάποια επιρροή στην κατάσταση αυτή. Η προηγούμενη ακρόαση της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας θα ισοδυναμούσε όμως, κατά το Γενικό Δικαστήριο, με την επιβολή στο Συμβούλιο της υποχρέωσης να διεξαγάγει με τη χώρα αυτή συζητήσεις που προσομοιάζουν με διεθνείς διαπραγματεύσεις και θα καθιστούσε, ως εκ τούτου, άνευ ουσίας το αποτέλεσμα που επιδιώκεται με την επιβολή των εν λόγω μέτρων εις βάρος της συγκεκριμένης χώρας, ήτοι την άσκηση πίεσης σε αυτήν προκειμένου να προκληθεί η μεταβολή της συμπεριφοράς της. Τέλος, το γεγονός ότι τα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού αφορούν άμεσα τη Βενεζουέλα δεν μπορεί, αυτό καθεαυτό, να της παράσχει δικαίωμα ακροάσεως. Λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων αυτών στοιχείων, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Βενεζουέλα δεν μπορεί να επικαλεστεί το δικαίωμα αυτό σε σχέση με τα περιοριστικά μέτρα που έλαβε το Συμβούλιο με τον προσβαλλόμενο κανονισμό.

    Δεύτερον, σχετικά με τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ανακρίβεια των πραγματικών περιστατικών και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το Συμβούλιο διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως ως προς τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη περιοριστικών μέτρων βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ και του άρθρου 215 ΣΛΕΕ και ότι ο έλεγχος που ασκεί συναφώς ο δικαστής της Ένωσης περιορίζεται στην εξακρίβωση της τήρησης των διαδικαστικών κανόνων και των κανόνων περί αιτιολογίας, της ακρίβειας των πραγματικών περιστατικών, καθώς και της απουσίας τόσο πρόδηλης πλάνης κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών όσο και κατάχρησης εξουσίας. Ο περιορισμένος αυτός έλεγχος εφαρμόζεται, ειδικότερα, στην εκτίμηση των λόγων σκοπιμότητας επί των οποίων στηρίζονται τέτοια μέτρα. Το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί, εν προκειμένω, ότι τα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού επαναλαμβάνουν, κατ’ ουσίαν, την πολιτική θέση της Ένωσης που εκφράζεται στην απόφαση 2017/2074. Στο πλαίσιο αυτό, διαπιστώνει ότι από τις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 8 της απόφασης αυτής προκύπτει ότι τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα στηρίζονται στη συνεχιζόμενη επιδείνωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βενεζουέλα καθώς και, μεταξύ άλλων, στη διάπραξη βιαιοπραγιών, φαινομένων των οποίων η επανάληψη έπρεπε να αποτραπεί με τα περιοριστικά αυτά μέτρα.

    Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλέστηκε το Συμβούλιο προκειμένου να αποδείξει την ακρίβεια των πραγματικών περιστατικών στα οποία στηρίχθηκαν τα εν λόγω μέτρα, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι τα στοιχεία αυτά προέρχονται από αξιόπιστες πηγές και αναφέρονται λεπτομερώς, μεταξύ άλλων, στην εκ μέρους του καθεστώτος βίαιη καταστολή των αντιφρονούντων και των αντιπάλων καθώς και στην άσκηση πιέσεων στη γενική εισαγγελέα της Βενεζουέλας η οποία διεξήγε έρευνα για τις ενέργειες των δυνάμεων ασφαλείας.

    Όσον αφορά, εν συνεχεία, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ως απάντηση η Βενεζουέλα, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κράτος αυτό δεν απέδειξε ότι τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε το Συμβούλιο για να λάβει τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα ενέχουν ανακρίβειες, δεδομένου ότι σχεδόν κανένα από τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία δεν αφορά τη Βενεζουέλα και ότι η τελευταία επικαλείται δύο εσωτερικές εκθέσεις του καθεστώτος της, οι οποίες δεν επιβεβαιώνονται από κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο προερχόμενο από πηγές εκτός του καθεστώτος αυτού.

    Όσον αφορά, τέλος, την εκ μέρους του Συμβουλίου εκτίμηση της πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα προσομοιάζουν στην ουσία με αμφισβήτηση της σκοπιμότητας της λήψης των επίμαχων περιοριστικών μέτρων. Δεν εναπόκειται όμως στο Γενικό Δικαστήριο να αντικαθιστά με τη δική του εκτίμηση επί του ζητήματος αυτού την εκτίμηση που έχει διατυπώσει το Συμβούλιο, το οποίο διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, πολιτικής φύσεως, όσον αφορά τον καθορισμό των θέσεων της Ένωσης επί ζητήματος σχετικού με την ΚΕΠΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 29 ΣΕΕ.

    Τρίτον και τέλος, σχετικά με τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται επιβολή παράνομων αντιμέτρων και παραβίαση του διεθνούς δικαίου, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς το γράμμα του άρθρου 49, περί του αντικειμένου και των ορίων των αντιμέτρων, του σχεδίου άρθρων σχετικά με την ευθύνη των κρατών για διεθνώς παράνομες πράξεις, όπως εγκρίθηκε το 2001 από την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών ( 8 ). Υπογραμμίζει, συναφώς, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός εκδόθηκε στο πλαίσιο της αντίδρασης στη συνεχιζόμενη επιδείνωση της κατάστασης στη Βενεζουέλα, με σκοπό ιδίως την αποτροπή του κινδύνου περαιτέρω βίας και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή. Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει επιπλέον ότι τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού δεν αποσκοπούσαν στην αντίδραση σε διεθνώς παράνομη πράξη καταλογιστέα στη Βενεζουέλα, διά της προσωρινής μη εκτέλεσης διεθνών υποχρεώσεων της Ένωσης. Εκ των ανωτέρω συνάγει ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα δεν συνιστούν αντίμετρα κατά την έννοια του άρθρου 49 του σχεδίου άρθρων της ΕΔΔ και απορρίπτει, κατά συνέπεια, τους ισχυρισμούς της Βενεζουέλας σχετικά με τις φερόμενες παραβιάσεις, από το Συμβούλιο, της αρχής της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις της Βενεζουέλας.

    Κατά τον ίδιο τρόπο, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει το επιχείρημα που στηρίζεται στη λήψη των επίμαχων περιοριστικών μέτρων χωρίς την προηγούμενη άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι οι Συνθήκες παρέχουν στο Συμβούλιο την αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις που περιέχουν αυτοτελή περιοριστικά μέτρα ( 9 ), διακριτά από τα μέτρα που συνιστώνται ειδικώς από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Επισημαίνει ότι η Βενεζουέλα δεν απέδειξε επί του σημείου αυτού την ύπαρξη «γενικής πρακτικής που γίνεται αποδεκτή ως δίκαιο», σύμφωνα με το άρθρο 38, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του Οργανισμού του Διεθνούς Δικαστηρίου, η οποία να επιβάλλει στο Συμβούλιο την υποχρέωση να λαμβάνει, πριν από τη θέσπιση περιοριστικών μέτρων, την προηγούμενη άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

    Επιπλέον, όσον αφορά την προβαλλόμενη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι υφίσταται εύλογη σχέση μεταξύ των επίμαχων περιοριστικών μέτρων και του επιδιωκόμενου σκοπού ο οποίος συνίσταται στην αποτροπή του κινδύνου περαιτέρω βίας, υπερβολικής χρήσης βίας και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά, λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμένο χαρακτήρα των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 6 και 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού, καθώς και τις παρεκκλίσεις που αυτός προβλέπει, ότι τα εν λόγω μέτρα δεν είναι προδήλως απρόσφορα ούτε υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και ότι, επομένως, δεν συντρέχει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

    Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τα επιχειρήματα της Βενεζουέλας τα οποία στηρίζονται σε παραβίαση του εθιμικού διεθνούς δικαίου λόγω της προβαλλόμενης επιβολής παράνομων αντιμέτρων.

    Τέλος, όσον αφορά το επιχείρημα της Βενεζουέλας ότι τα μέτρα που έλαβε το Συμβούλιο συνεπάγονται την εκ μέρους της Ένωσης άσκηση εξωεδαφικής και, ως εκ τούτου, παράνομης κατά το διεθνές δίκαιο αρμοδιότητας, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει εκ νέου την αρμοδιότητα που απονέμουν στο Συμβούλιο, στον τομέα της λήψης περιοριστικών μέτρων, οι Συνθήκες ( 10 ), οι οποίες προβλέπουν, μεταξύ άλλων, «τη διακοπή ή τη μείωση, εν όλω ή εν μέρει, των οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες». Υπογραμμίζει ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα αφορούν πρόσωπα και καταστάσεις που υπάγονται στη δικαιοδοσία των κρατών μελών ratione loci ή ratione personae. Η εξουσία του Συμβουλίου να λαμβάνει περιοριστικά μέτρα εντάσσεται στο πλαίσιο των αυτοτελών μέτρων της Ένωσης που θεσπίζονται στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ, σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αξίες της Ένωσης ( 11 ), ήτοι, μεταξύ άλλων, τον σκοπό της προώθησης στο ευρύτερο παγκόσμιο πλαίσιο της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, της οικουμενικότητας και του αδιαίρετου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, ο οποίος συνιστά ένα κοινό «έννομο συμφέρον» για την προστασία των εν λόγω δικαιωμάτων, σύμφωνα με τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου ( 12 ).

    Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή.


    ( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2063 του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2017, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα (ΕΕ 2017, L 295, σ. 21, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός).

    ( 2 ) Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2018/1656 του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2018, για την τροποποίηση της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2017/2074 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα (ΕΕ 2018, L 276, σ. 10).

    ( 3 ) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1653 του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2018, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2063 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Βενεζουέλα (ΕΕ 2018, L 276, σ. 1).

    ( 4 ) Απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2019, Βενεζουέλα κατά Συμβουλίου (T‑65/18, EU:T:2019:649).

    ( 5 ) Απόφαση της 22ας Ιουνίου 2021, Βενεζουέλα κατά Συμβουλίου (Επηρεασμός τρίτου κράτους) (C‑872/19 P, EU:C:2021:507)

    ( 6 ) Με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο επισήμανε ότι η αρχική δικαστική απόφαση είχε καταστεί αμετάκλητη όσον αφορά το απαράδεκτο της προσφυγής υπό το πρίσμα του εκτελεστικού κανονισμού 2018/1653 και της απόφασης 2018/1656.

    ( 7 ) Κατά την έννοια του άρθρου 24, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ.

    ( 8 ) Σχέδιο εγκριθέν το 2001 από την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών (στο εξής: σχέδιο άρθρων της ΕΔΔ). Το άρθρο 49 ορίζει τα εξής: «1. Το θιγόμενο κράτος μπορεί να λάβει αντίμετρα κατά του κράτους που ευθύνεται για διεθνώς παράνομη πράξη μόνο για να υποχρεώσει το εν λόγω κράτος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δεύτερο μέρος. 2. Τα αντίμετρα περιορίζονται στην προσωρινή μη εκπλήρωση διεθνών υποχρεώσεων του κράτους που λαμβάνει μέτρα έναντι του υπεύθυνου κράτους. 3. Τα αντίμετρα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να λαμβάνονται κατά τρόπο που να επιτρέπει την επανάληψη της εκπλήρωσης των εν λόγω υποχρεώσεων».

    ( 9 ) Άρθρο 29 ΣΕΕ και άρθρο 215 ΣΛΕΕ.

    ( 10 ) Άρθρο 29 ΣΕΕ και άρθρο 215 ΣΛΕΕ.

    ( 11 ) Άρθρο 3, παράγραφος 5, ΣΕΕ και άρθρο 21 ΣΕΕ.

    ( 12 ) Αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 1970, Barcelona Traction, Light and Power Company, Limited (Βέλγιο κατά Ισπανίας) (CIJ Recueil 1970, σ. 3, παράγραφοι 33 και 34), και της 20ής Ιουλίου 2012, Ερωτήσεις σχετικά με την υποχρέωση δίωξης ή έκδοσης (Βέλγιο κατά Σενεγάλης), (CIJ Recueil 2012, σ. 422, παράγραφοι 68 έως 70).

    Top