Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CJ0559

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 2016.
    Rudolfs Meroni κατά Recoletos Limited.
    Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (EK) 44/2001 – Αναγνώριση και εκτέλεση ασφαλιστικών μέτρων – Έννοια της “δημοσίας τάξεως”.
    Υπόθεση C-559/14.

    Court reports – general

    Υπόθεση C‑559/14

    Rudolfs Meroni

    κατά

    Recoletos Limited

    (αίτηση του Augstākās tiesas Civillietu departaments για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Προδικαστική παραπομπή — Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις — Κανονισμός (EK) 44/2001 — Αναγνώριση και εκτέλεση ασφαλιστικών μέτρων — Έννοια της “δημοσίας τάξεως”»

    Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 2016

    1. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός 44/2001 – Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων – Λόγοι μη αναγνωρίσεως – Προσβολή της δημοσίας τάξεως του κράτους αναγνωρίσεως – Προϋποθέσεις – Έλεγχος εκ μέρους του Δικαστηρίου

      (Κανονισμός 44/2001 του Συμβουλίου, άρθρα 34, σημείο 1, 36 και 45 § 2)

    2. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός 44/2001 – Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων – Λόγοι μη αναγνωρίσεως – Προσβολή της δημοσίας τάξεως του κράτους αναγνωρίσεως – Απόφαση δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως η οποία μπορεί να θίξει τα δικαιώματα τρίτου που δεν μετέσχε μεν στη δίκη αλλά έχει τη δυνατότητα να προβάλει τα δικαιώματά του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού – Δεν υφίσταται προσβολή της δημόσιας τάξεως

      (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κανονισμός 44/2001 του Συμβουλίου, άρθρα 34, σημείο 1, 36 και 45 § 2)

    1.  Το άρθρο 34, σημείο 1, του κανονισμού 44/2001, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, σχετικό με την έννοια της «δημοσίας τάξεως», πρέπει να ερμηνεύεται στενά, καθόσον συνιστά εμπόδιο στην επίτευξη ενός από τους βασικούς σκοπούς του εν λόγω κανονισμού και καθόσον πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

      Καίτοι δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να καθορίσει το περιεχόμενο της δημοσίας τάξεως ενός κράτους μέλους, οφείλει πάντως να ελέγξει τα όρια εντός των οποίων το δικαστήριο κράτους μέλους μπορεί να εφαρμόσει την έννοια αυτή για να μην αναγνωρίσει απόφαση που προέρχεται από άλλο κράτος μέλος.

      Συναφώς, τα άρθρα 36 και 45, παράγραφος 2, του κανονισμού 44/2001, αποκλείοντας την επί της ουσίας αναθεώρηση της αλλοδαπής αποφάσεως, απαγορεύουν στο δικαστήριο του κράτους αναγνωρίσεως να αρνηθεί την αναγνώριση ή την εκτέλεση της αποφάσεως αυτής για τον λόγο και μόνον ότι υφίσταται διαφορά μεταξύ του κανόνα δικαίου που εφάρμοσε το δικαστήριο του κράτους προελεύσεως και του κανόνα που θα είχε εφαρμόσει το δικαστήριο του κράτους αναγνωρίσεως εάν είχε επιληφθεί της διαφοράς. Ομοίως, το δικαστήριο του κράτους αναγνωρίσεως δεν μπορεί να ελέγξει την ακρίβεια των νομικών ή πραγματικών εκτιμήσεων του δικαστηρίου του κράτους προελεύσεως.

      Κατά συνέπεια, η επίκληση της αφορώσας τη δημόσια τάξη εξαιρέσεως, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 34, σημείο 1, του κανονισμού 44/2001, είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση όπου η αναγνώριση ή η εκτέλεση της αποφάσεως που εκδόθηκε σε άλλο κράτος μέλος θα προσέκρουε κατά τρόπο ανεπίτρεπτο στην έννομη τάξη του κράτους μέλους αναγνωρίσεως, καθόσον θα παραβίαζε θεμελιώδη αρχή. Προκειμένου να τηρηθεί η απαγόρευση της επί της ουσίας αναθεωρήσεως της αλλοδαπής αποφάσεως, η προσβολή πρέπει να συνιστά κατάφωρη παραβίαση κανόνα δικαίου θεωρουμένου ως ουσιώδους στην έννομη τάξη του κράτους αναγνωρίσεως ή δικαιώματος αναγνωριζομένου ως θεμελιώδους στην εν λόγω έννομη τάξη.

      (βλ. σκέψεις 38, 40-42, 46)

    2.  Το άρθρο 34, σημείο 1, του κανονισμού 44/2001, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει την έννοια ότι η αναγνώριση και εκτέλεση διατάξεως εκδοθείσας από δικαστήριο κράτους μέλους χωρίς να έχει δοθεί η δυνατότητα να παραστεί σε τρίτον του οποίου τα δικαιώματα μπορούν να θιγούν από τη διάταξη αυτή, δεν μπορούν να λογίζονται ως προδήλως αντίθετες προς τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους αναγνωρίσεως και προς το δικαίωμα για δίκαιη δίκη, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, εφόσον ο εν λόγω τρίτος έχει τη δυνατότητα να προβάλει τα δικαιώματά του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού.

      Πράγματι, πρώτον, ο βασιζόμενος στην αμοιβαία εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη εντός της Ένωσης κανονισμός 44/2001 στηρίζεται στη θεμελιώδη ιδέα κατά την οποία οι πολίτες υποχρεούνται, καταρχήν, να χρησιμοποιούν όλα τα ένδικα μέσα που τους παρέχει το δίκαιο του κράτους μέλους προελεύσεως. Εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτερες περιστάσεις που καθιστούν υπερβολικά δυσχερή ή αδύνατη την άσκηση των ενδίκων μέσων στο κράτος μέλος προελεύσεως, οι πολίτες πρέπει να ασκούν εντός του κράτους μέλους αυτού όλα τα διαθέσιμα ένδικα μέσα προκειμένου να αποτρέψουν εξ υπαρχής προσβολή της δημοσίας τάξεως.

      Στο πλαίσιο αυτό, πληροί τις απαιτήσεις όσον αφορά τις δικονομικές εγγυήσεις που εξασφαλίζουν σε κάθε εμπλεκόμενο τρίτο τη δυνατότητα ουσιαστικής αμφισβητήσεως μέτρου λαμβανόμενου από το δικαστήριο του κράτους προελεύσεως το σύστημα δικαστικής προστασίας που απορρέει από ρύθμιση του κράτους αυτού, δυνάμει της οποίας τρίτος στον οποίο επιδίδεται διάταξη ενώ δεν ήταν διάδικος στη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους προελεύσεως, δεν κλήθηκε να παραστεί και του οποίου τα δικαιώματα μπορούν να θιγούν από τη διάταξη αυτή μπορεί να προσβάλει ενώπιον του ως άνω δικαστηρίου την εν λόγω διάταξη και να ζητήσει την τροποποίηση ή την ανάκλησή της. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ένα τέτοιο σύστημα αντιβαίνει προς το άρθρο 47 του Χάρτη.

      Δεύτερον, αν το δικαστήριο του κράτους μέλους αναγνωρίσεως μπορούσε να εκτιμήσει την ύπαρξη ενδεχόμενων δικαιωμάτων τρίτου που δεν μετέσχε στη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους προελεύσεως και τα οποία αυτός προβάλλει βάλλων κατά της αναγνωρίσεως και εκτελέσεως της αλλοδαπής αποφάσεως, το ως άνω δικαστήριο θα κατέληγε ενδεχομένως σε εξέταση του βασίμου της αποφάσεως αυτής. Μια τέτοια εξέταση θα ήταν προδήλως αντίθετη προς τα άρθρα 36 και 45, παράγραφος 2, του κανονισμού 44/2001, κατά τα οποία σε καμία περίπτωση η αλλοδαπή απόφαση δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεωρήσεως επί της ουσίας.

      (βλ. σκέψεις 47-50, 52-54 και διατακτ.)

    Top