EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014L0048

Οδηγία 2014/48/ΕΕ του Συμβουλίου, της 24ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

OJ L 111, 15.4.2014, p. 50–78 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2015; καταργήθηκε εμμέσως από 32015L2060

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2014/48/oj

15.4.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 111/50


ΟΔΗΓΙΑ 2014/48/ΕΕ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 24ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 115,

την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου (3) εφαρμόζεται στα κράτη μέλη από την 1η Ιουλίου 2005 και αποδείχθηκε αποτελεσματική κατά τα πρώτα τρία έτη εφαρμογής της, εντός των ορίων που θέτει το πεδίο εφαρμογής της. Ωστόσο, από την πρώτη έκθεση της Επιτροπής, της 15ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, συνάγεται ότι η εν λόγω οδηγία δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες που διατυπώθηκαν στα συμπεράσματα τα οποία εγκρίθηκαν ομόφωνα από το Συμβούλιο κατά τη σύνοδό του στις 26 και 27 Νοεμβρίου 2000. Ειδικότερα, δεν καλύπτονται ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι ισοδύναμα με τοκοφόρους τίτλους και ορισμένα έμμεσα μέσα κατοχής των τίτλων αυτών.

(2)

Για την καλύτερη επίτευξη του στόχου της οδηγίας 2003/48/ΕΚ, προέχει καταρχάς να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της ταυτότητας και της κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων. Ως εκ τούτου, ο φορέας πληρωμής θα πρέπει να χρησιμοποιεί τα στοιχεία που αφορούν τόσο την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης όσο και τον αριθμό φορολογικού μητρώου ή τυχόν ισοδύναμα στοιχεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη. Η οδηγία 2003/48/ΕΚ δεν επιβάλλει υποχρέωση στα κράτη μέλη να εισαγάγουν αριθμούς φορολογικού μητρώου. Ως εκ τούτου, θα πρέπει επίσης να βελτιωθεί η κοινοποίηση των πληροφοριακών στοιχείων για τους κοινούς λογαριασμούς και άλλες περιπτώσεις πραγματικής συγκυριότητας.

(3)

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ εφαρμόζεται μόνο σε τόκους που καταβάλλονται προς άμεσο όφελος φυσικών προσώπων που κατοικούν στην Ένωση. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν συνεπώς να παρακάμψουν την οδηγία 2003/48/ΕΚ χρησιμοποιώντας μια παρένθετη οντότητα ή νομικό μόρφωμα, ιδίως αν είναι εγκατεστημένα σε περιοχή δικαιοδοσίας στην οποία δεν διασφαλίζεται η φορολόγηση των εισοδημάτων που καταβάλλονται στην εν λόγω οντότητα ή στο μόρφωμα. Έχοντας επίσης υπόψη τα μέτρα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες τα οποία θεσπίζει η οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), κρίνεται συνεπώς ενδεδειγμένο να ζητείται από τους φορείς πληρωμής να εφαρμόζουν μια μέθοδο διαφάνειας στις πληρωμές που πραγματοποιούνται προς ορισμένες οντότητες ή νομικά μορφώματα εγκατεστημένα ή έχοντα τον τόπο ουσιαστικής διεύθυνσής τους σε ορισμένες χώρες ή εδάφη όπου δεν ισχύουν η οδηγία 2003/48/ΕΚ ή μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος. Οι εν λόγω φορείς πληρωμής θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα πληροφοριακά στοιχεία που έχουν ήδη στη διάθεσή τους σχετικά με τον (τους) πραγματικό(-ούς) δικαιούχο(-ους) τέτοιων οντοτήτων ή νομικών μορφωμάτων με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ όταν ο πραγματικός δικαιούχος που εντοπίζεται με αυτόν τον τρόπο είναι ιδιώτης μόνιμος κάτοικος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής. Προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους φορείς πληρωμής, θα πρέπει να καταρτισθεί ενδεικτικός κατάλογος οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες και δικαιοδοσιών τις οποίες αφορά το εν λόγω μέτρο.

(4)

Θα πρέπει επίσης να αποφευχθεί η τεχνητή παράκαμψη της οδηγίας 2003/48/ΕΚ μέσω της πληρωμής εισοδημάτων υπό μορφή τόκων μέσω οικονομικών φορέων εγκατεστημένων εκτός της Ένωσης. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι αρμοδιότητες των οικονομικών φορέων όταν γνωρίζουν ότι η πληρωμή τόκων που πραγματοποιείται υπέρ ενός φορέα εγκατεστημένου εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ γίνεται προς όφελος φυσικού προσώπου, για το οποίο γνωρίζουν ότι είναι κάτοικος άλλου κράτους μέλους και το οποίο μπορούν να θεωρήσουν ως πελάτη τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρείται ότι οι εν λόγω οικονομικοί φορείς ενεργούν ως φορείς πληρωμής. Το μέτρο αυτό θα επιτρέψει ειδικότερα την πρόληψη ενδεχόμενης κατάχρησης του διεθνούς δικτύου χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ήτοι υποκαταστημάτων, θυγατρικών, συνδεδεμένων ή μητρικών εταιρειών, με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων της οδηγίας 2003/48/ΕΚ.

(5)

Η εμπειρία έχει καταδείξει ότι πρέπει να αποσαφηνιστεί η υποχρέωση να ενεργεί κάποιος ως φορέας πληρωμής κατά την είσπραξη εισοδημάτων από τόκους. Το κυριότερο είναι να προσδιορίζονται σαφώς οι ενδιάμεσες δομές που υπόκεινται σε αυτή την υποχρέωση. Οι οντότητες και τα νομικά μορφώματα τα οποία δεν υπόκεινται σε πραγματική φορολόγηση πρέπει να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας 2003/48/ΕΚ κατά την είσπραξη των τόκων που προέρχονται από οποιονδήποτε οικονομικό φορέα προηγούμενου σταδίου. Ένας ενδεικτικός κατάλογος ανάλογων οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων σε κάθε κράτος μέλος θα διευκολύνει την εφαρμογή των νέων διατάξεων.

(6)

Από την πρώτη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ συνάγεται ότι η οδηγία μπορεί να παρακαμφθεί με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία, όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου, την ευελιξία και τη συμφωνημένη απόδοση, ισοδυναμούν με απαιτήσεις. Είναι συνεπώς αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι η οδηγία δεν καλύπτει απλώς τους τόκους, αλλά και άλλα κατ' ουσίαν ισοδύναμα εισοδήματα.

(7)

Ομοίως, οι συμβάσεις ασφάλισης ζωής που περιλαμβάνουν εγγυημένη εισοδηματική απόδοση ή των οποίων η απόδοση συνδέεται σε ποσοστό άνω του 40 % με τα εισοδήματα που προέρχονται από απαιτήσεις ή με ισοδύναμα εισοδήματα που καλύπτονται από την οδηγία 2003/48/ΕΚ, θα πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

(8)

Όσον αφορά τα επενδυτικά ταμεία που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, η οδηγία 2003/48/ΕΚ καλύπτει προς το παρόν μόνο τα εισοδήματα που διανέμονται από τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) που είναι εγκεκριμένοι σύμφωνα με την οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), η οποία, μεταξύ άλλων, κατήργησε και αντικατέστησε την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6). Τα ισοδύναμα εισοδήματα που προέρχονται από μη ΟΣΕΚΑ εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ μόνον όταν οι μη ΟΣΕΚΑ είναι οντότητες χωρίς νομική προσωπικότητα και συνεπώς ενεργούν ως φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη των τόκων. Για να διασφαλίζεται η εφαρμογή των ίδιων κανόνων σε όλα τα επενδυτικά ταμεία ή μηχανισμούς επενδύσεων, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους, θα πρέπει να αντικατασταθεί στην οδηγία 2003/48/ΕΚ η παραπομπή προς την οδηγία 85/611/ΕΟΚ με παραπομπή στον αριθμό μητρώου σύμφωνα με το δίκαιο ενός κράτους μέλους ή στους κανόνες λειτουργίας ή καταστατικά έγγραφα που διέπονται από το δίκαιο ενός από τα κράτη μέλη. Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλίζεται ίση μεταχείριση λαμβανομένης υπόψη της Συνθήκης για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

(9)

Όσον αφορά τα επενδυτικά ταμεία που δεν είναι εγκατεστημένα σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, είναι ανάγκη να αποσαφηνιστεί ότι η οδηγία καλύπτει τους τόκους και τα ισοδύναμα εισοδήματα που προέρχονται από όλα τα εν λόγω ταμεία, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους και του τρόπου με τον οποίο προτείνονται στους επενδυτές.

(10)

Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο ορισμός των τόκων έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι κατά τον υπολογισμό του ποσοστού των στοιχείων ενεργητικού που επενδύονται στα μέσα αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη μόνο οι άμεσες επενδύσεις σε απαιτήσεις, αλλά και οι έμμεσες επενδύσεις. Εξάλλου, για να διευκολυνθεί η από τους φορείς πληρωμής εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ στα εισοδήματα που προέρχονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους σε άλλες χώρες, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι ο υπολογισμός της σύνθεσης των στοιχείων ενεργητικού για τη μεταχείριση ορισμένων εισοδημάτων των οργανισμών αυτών διέπεται από τους κανόνες που ισχύουν στο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου στο οποίο είναι εγκατεστημένοι.

(11)

Τόσο η διαδικασία πιστοποίησης που επιτρέπει στους πραγματικούς δικαιούχους που έχουν τη φορολογική τους κατοικία σε κάποιο κράτος μέλος να αποφεύγουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή για τους τόκους που λαμβάνουν σε κράτος μέλος το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ, όσο και η εναλλακτική διαδικασία, δηλαδή η εκούσια γνωστοποίηση στοιχείων στο κράτος κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου, έχουν τα πλεονεκτήματά τους. Ωστόσο, η διαδικασία της εκούσιας γνωστοποίησης είναι λιγότερο επαχθής για τον πραγματικό δικαιούχο και είναι συνεπώς σκόπιμο να παρέχεται στους πραγματικούς δικαιούχους η δυνατότητα επιλογής της διαδικασίας.

(12)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στατιστικά στοιχεία χρήσιμα για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών που διαθέτει η Επιτροπή για την κατάρτιση της έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή της ανωτέρω οδηγίας η οποία υποβάλλεται στο Συμβούλιο ανά τριετία.

(13)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (7), τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, και να τους δημοσιοποιούν.

(14)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/48/ΕΚ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(15)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, ήτοι η αποτελεσματική φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις που περιλαμβάνονται γενικά στο φορολογητέο εισόδημα φυσικών προσώπων που κατοικούν σε όλα τα κράτη μέλη, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω του εύρους της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(16)

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2003/48/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εκτέλεση των καθηκόντων που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας από τους φορείς πληρωμής και τους λοιπούς οικονομικούς φορείς που είναι εγκατεστημένοι ή έχουν ενδεχομένως την ουσιαστική τους διεύθυνση στο έδαφός τους, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης του οφειλέτη της απαίτησης που παράγει τους τόκους».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 1α

Ορισμοί ορισμένων όρων

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

α)

ως “οικονομικός φορέας” νοείται πιστωτικό ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα, κάθε άλλο νομικό ή φυσικό πρόσωπο το οποίο, σε τακτική βάση ή περιστασιακά, πραγματοποιεί ή διασφαλίζει την καταβολή τόκου κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ενώ παράλληλα ενεργεί στο πλαίσιο της άσκησης της επαγγελματικής του δραστηριότητας·

β)

ως “τόπος ουσιαστικής διεύθυνσης” μίας οντότητας, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, νοείται ο τόπος όπου λαμβάνονται οι βασικές διαχειριστικές αποφάσεις που είναι απαραίτητες για τη διεξαγωγή της όλης δραστηριότητας της οντότητας. Όταν τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται σε περισσότερες της μίας χώρες ή περιοχής δικαιοδοσίας, η ουσιαστική διεύθυνση θεωρείται ότι βρίσκεται στον τόπο όπου λαμβάνονται οι περισσότερες βασικές διαχειριστικές αποφάσεις σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία που παράγουν τόκους κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας·

γ)

ως “τόπος ουσιαστικής διεύθυνσης” ενός καταπιστεύματος (trust) ή άλλου νομικού μορφώματος νοείται:

i)

είτε η μόνιμη διεύθυνση του φυσικού προσώπου το οποίο έχει την κύρια ευθύνη της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων του νομικού μορφώματος, στη δε περίπτωση καταπιστεύματος η μόνιμη διεύθυνση του καταπιστευματία (trustee). Όταν περισσότερα του ενός φυσικά πρόσωπα έχουν την εν λόγω κύρια ευθύνη, η ουσιαστική διεύθυνση θεωρείται ότι βρίσκεται στη μόνιμη διεύθυνση του προσώπου που έχει την κύρια ευθύνη για τις περισσότερες βασικές διαχειριστικές αποφάσεις σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία που παράγουν τόκους κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας,

ii)

είτε η διεύθυνση όπου το νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει την κύρια ευθύνη της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων του νομικού μορφώματος, ή στην περίπτωση καταπιστεύματος ο καταπιστευματίας (trustee), λαμβάνει τις βασικές διαχειριστικές αποφάσεις σχετικά με τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία. Όταν οι βασικές διαχειριστικές αποφάσεις λαμβάνονται σε περισσότερες της μίας χώρες ή περιοχές δικαιοδοσίας, η ουσιαστική διεύθυνση θεωρείται ότι βρίσκεται στον τόπο όπου λαμβάνονται οι περισσότερες βασικές διαχειριστικές αποφάσεις σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία που παράγουν τόκους κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας·

δ)

ως “υποκείμενη σε πραγματική φορολόγηση” νοείται μια οντότητα ή νομικό μόρφωμα που υπέχει φορολογική υποχρέωση ως προς όλα τα εισοδήματά του ή το μέρος των εισοδημάτων του που είναι αποδοτέα σε συμμετέχοντες μη κατοίκους, μεταξύ άλλων από πληρωμές τόκων.».

3)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Ορισμός του δικαιούχου

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 έως 4, ως “πραγματικός δικαιούχος” νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή κάθε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι η πληρωμή των τόκων δεν πραγματοποιήθηκε ή εξασφαλίστηκε για δικό του λογαριασμό, δηλαδή ότι:

α)

ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1·

β)

ενεργεί εξ ονόματος οντότητας με ή χωρίς νομική προσωπικότητα και γνωστοποιεί στον οικονομικό φορέα ο οποίος πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή των τόκων την επωνυμία, τη νομική μορφή, τη διεύθυνση του τόπου εγκατάστασης της οντότητας και, εάν αυτή βρίσκεται σε άλλη χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας, τη διεύθυνση του τόπου της ουσιαστικής διεύθυνσης της οντότητας·

γ)

ενεργεί εξ ονόματος νομικού μορφώματος και γνωστοποιεί στον οικονομικό φορέα ο οποίος πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή των τόκων την τυχόν επωνυμία, τη νομική μορφή, τη διεύθυνση του τόπου της ουσιαστικής διεύθυνσης του νομικού μορφώματος και το όνομα του νομικού ή φυσικού προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 1α στοιχείο γ)· ή

δ)

ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στον φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2.

2.   Σε περίπτωση που ένας φορέας πληρωμής έχει πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι το άτομο το οποίο εισπράττει τόκους ή υπέρ του οποίου εξασφαλίζονται τόκοι ενδέχεται να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος, και σε περίπτωση που τo στοιχείo α), β) ή γ) της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται στο άτομο αυτό, ο φορέας προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να καθορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος.

3.   Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας ο οποίος επίσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων σε οντότητα ή νομικό μόρφωμα που δεν υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση και είναι εγκατεστημένο ή έχει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης σε χώρα ή δικαιοδοτική ενότητα εκτός του οριζόμενου στο άρθρο 7 της παρούσας οδηγίας εδάφους και εκτός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής των συμφωνιών και διακανονισμών που προβλέπουν τα ίδια ή ισοδύναμα μέτρα με εκείνα της παρούσης οδηγίας, εφαρμόζονται το δεύτερο έως πέμπτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Η πληρωμή θεωρείται ότι έχει γίνει ή εξασφαλιστεί προς το άμεσο όφελος οποιουδήποτε ατόμου που κατοικεί σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οικονομικού φορέα και το οποίο ορίζεται κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ ως ο πραγματικός δικαιούχος της οντότητας ή του νομικού μορφώματος. Η ταυτότητα του ατόμου αυτού προσδιορίζεται σύμφωνα με τα μέτρα δέουσας μέριμνας για τον πελάτη που προβλέπονται στο άρθρο 7 και στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, το εν λόγω άτομο θεωρείται ωσαύτως ο πραγματικός δικαιούχος.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, οι κατηγορίες οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων που αναφέρονται στον ενδεικτικό κατάλογο του παραρτήματος I θεωρούνται ότι δεν υπόκεινται σε πραγματική φορολόγηση.

Ο οικονομικός φορέας περί του οποίου το πρώτο εδάφιο προσδιορίζει τη νομική μορφή και τον τόπο εγκατάστασης ή ενδεχομένως τον τόπο ουσιαστικής διεύθυνσης της οντότητας ή του νομικού μορφώματος, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που του αποκαλύπτει οποιοδήποτε άτομο ενεργεί εξ ονόματος της οντότητας ή του νομικού μορφώματος και ειδικότερα σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 1, παρεκτός εάν ο οικονομικός φορέας διαθέτει πιο αξιόπιστες πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι οι παραληφθείσες πληροφορίες είναι ανακριβείς ή ελλιπείς για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

Όταν μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα δεν εμπίπτει στις κατηγορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I ή όταν εμπίπτει σε αυτές τις κατηγορίες αλλά ισχυρίζεται ότι υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση, ο οικονομικός φορέας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο προσδιορίζει το κατά πόσον υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση βάσει γενικώς αναγνωρισμένων περιστάσεων ή βάσει επίσημων εγγράφων που προσκομίζει η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που καθίστανται διαθέσιμα μέσω μέτρων δέουσας μέριμνας για τον πελάτη λαμβανόμενων σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ.

4.   Σε περίπτωση που οντότητα ή νομικό μόρφωμα θεωρείται φορέας πληρωμής κατά την είσπραξη τόκων ή την εξασφάλιση της πληρωμής τους κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2, η πληρωμή των τόκων θεωρείται ότι περιέρχεται στα κατωτέρω αναφερόμενα άτομα, τα οποία λογίζονται ως πραγματικοί δικαιούχοι για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

α)

κάθε άτομο που δικαιούται να εισπράξει το εισόδημα που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία τα οποία παράγουν αυτή την πληρωμή ή που δικαιούται να εισπράξει άλλα περιουσιακά στοιχεία που αντιπροσωπεύουν αυτή την πληρωμή, όταν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα λαμβάνει την πληρωμή ή όταν η πληρωμή εξασφαλίζεται υπέρ αυτού, κατ' αναλογία του δικαιώματός του επ' αυτού του εισοδήματος·

β)

για κάθε μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία τα οποία παράγουν αυτή την πληρωμή ή από άλλα περιουσιακά στοιχεία που αντιπροσωπεύουν αυτή την πληρωμή, επί του οποίου δεν έχουν δικαίωμα άτομα προβλεπόμενα στο σημείο α) όταν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα λαμβάνει την πληρωμή ή όταν η πληρωμή εξασφαλίζεται υπέρ αυτού, κάθε άτομο που άμεσα ή έμμεσα έχει συνεισφέρει στα περιουσιακά στοιχεία της οντότητας ή του νομικού μορφώματος για το οποίο πρόκειται, ανεξαρτήτως του αν το άτομο αυτό έχει δικαιώματα επί των περιουσιακών στοιχείων ή του εισοδήματος της οντότητας ή του νομικού μορφώματος·

γ)

εάν κανένα από τα άτομα που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β) τα οποία συλλογικώς ή ξεχωριστά δικαιούνται να εισπράξουν ολόκληρο το εισόδημα που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία που παράγουν αυτή την πληρωμή ή άλλα περιουσιακά στοιχεία που αντιπροσωπεύουν αυτή την πληρωμή τη στιγμή της είσπραξης ή της εξασφάλισης της πληρωμής των τόκων, κάθε άτομο, το οποίο, κατ' αναλογία του δικαιώματός του επ' αυτού του εισοδήματος, αποκτά μεταγενεστέρως δικαιώματα επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων που παράγουν τους τόκους ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που αντιπροσωπεύουν αυτούς τους τόκους. Το συνολικό ποσό των τόκων που θεωρούνται ότι περιέρχονται στα εν λόγω άτομα δεν υπερβαίνει το ποσό των τόκων που εισπράττεται ή εξασφαλίζεται για την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα, μετά από αφαίρεση οιουδήποτε τμήματος που αποδόθηκε, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, σε άτομο που αναφέρεται στα στοιχεία α) ή β).

(*1)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15)»."

4)

Τα άρθρα 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου

1.   Κάθε κράτος μέλος προβαίνει στη θέσπιση και διασφαλίζει την εφαρμογή στο έδαφός του των αναγκαίων διαδικασιών που επιτρέπουν στον φορέα πληρωμής να προσδιορίζει τους πραγματικούς δικαιούχους και την κατοικία τους για τους σκοπούς των άρθρων 8 έως 12.

Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τους ελάχιστους κανόνες που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου βάσει των ελάχιστων κριτηρίων τα οποία διαφέρουν ανάλογα με την ημερομηνία σύναψης σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του πραγματικού δικαιούχου, ως εξής:

α)

για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, η οποία συνίσταται στο όνομα και τη διεύθυνσή του, βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του, κυρίως σύμφωνα με τους κανονισμούς που ισχύουν στο κράτος εγκατάστασής του και σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ·

β)

για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν, ή για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, από την 1η Ιανουαρίου 2004 και μετά, ο φορέας πληρωμής εξακριβώνει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, η οποία συνίσταται στο όνομα, τη διεύθυνση, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης και, σύμφωνα με τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 4, τον αριθμό φορολογικού μητρώου ή ισοδύναμο που χορηγεί το κράτος μέλος όπου έχει τη φορολογική του κατοικία ο πραγματικός δικαιούχος. Για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν ή για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, πριν από την 1η Ιουλίου 2015, τα πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης απαιτούνται μόνον όταν δεν είναι διαθέσιμος τέτοιου είδους αριθμός φορολογικού μητρώου ή ισοδύναμο στοιχείο.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου καθορίζονται βάσει διαβατηρίου ή επίσημου δελτίου ταυτότητας ή άλλου επίσημου εγγράφου ταυτότητας, όταν αυτό ισχύει, όπως προσδιορίζεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 το οποίο υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Όποια από τα στοιχεία αυτά δεν αναγράφονται στα έγγραφα αυτά καθορίζονται βάσει οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού εγγράφου ταυτότητας το οποίο υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος.

3.   Σε περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος παρουσιάσει εκουσίως πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας εκδοθέν από την αρμόδια αρχή μιας χώρας εντός της τριετίας που προηγείται της ημερομηνίας πληρωμής ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία όταν η πληρωμή θεωρείται ότι περιέρχεται σε πραγματικό δικαιούχο, θεωρείται ότι η κατοικία του βρίσκεται στη χώρα αυτή. Εάν δεν υποβάλλει ανάλογο πιστοποιητικό, θεωρείται ότι η κατοικία του βρίσκεται στη χώρα στην οποία βρίσκεται η μόνιμη κατοικία του. Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει τη διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου βάσει των ακόλουθων ελάχιστων κριτηρίων:

α)

για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 και μετά, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την τρέχουσα μόνιμη διεύθυνση του πραγματικού δικαιούχου βάσει των καλύτερων πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του, κυρίως κατ' εφαρμογή των κανονισμών που ισχύουν στο κράτος εγκατάστασής του και σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ·

β)

για συμβατικές σχέσεις που συνήφθησαν, ή για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν απουσία συμβατικών σχέσεων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την τρέχουσα διεύθυνση της μόνιμης κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που προκύπτει από τις διαδικασίες εξακρίβωσης της ταυτότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) που πρέπει να επικαιροποιούνται βάσει των πιο πρόσφατων εγγράφων που διαθέτει ο φορέας πληρωμής.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου, όπου οι πραγματικοί δικαιούχοι παρουσιάζουν διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας ή άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας εκδοθέν από κράτος μέλος και δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία διαπιστώνεται μέσω πιστοποιητικού φορολογικής κατοικίας εκδοθέντος κατά την τριετία που προηγείται της ημερομηνίας πληρωμής ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία όταν η πληρωμή θεωρείται ότι περιέρχεται σε πραγματικό δικαιούχο από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία δηλώνει ότι κατοικεί ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν δεν υποβληθεί ανάλογο πιστοποιητικό, ως χώρα κατοικίας θεωρείται το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο, επίσημο δελτίο ταυτότητας ή άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας. Όσον αφορά πραγματικούς δικαιούχους για τους οποίους ο φορέας πληρωμής διαθέτει επίσημα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι η φορολογική τους κατοικία βρίσκεται σε χώρα άλλη από τη χώρα της μόνιμης κατοικίας, είτε λόγω διπλωματικών προνομίων είτε λόγω άλλων διεθνών κανόνων, η μόνιμη κατοικία καθορίζεται μέσω των επίσημων αυτών εγγράφων που έχει στη διάθεσή του ο φορέας πληρωμής.

4.   Κάθε κράτος μέλος που αποδίδει αριθμούς φορολογικού μητρώου ή ισοδύναμους πληροφορεί την Επιτροπή, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με τη δομή και το μορφότυπο των αριθμών αυτών καθώς και με την επίσημη τεκμηρίωση όπου περιέχονται πληροφορίες σχετικά με τους αποδιδόμενους αριθμούς. Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει επίσης την Επιτροπή για τις τυχόν αλλαγές εν προκειμένω. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπίλημα των σχετικών πληροφοριών που λαμβάνει.

Άρθρο 4

Φορείς πληρωμών

1.   Ένας εγκατεστημένος σε κράτος μέλος οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τους προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου θεωρείται ότι είναι ο φορέας πληρωμής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, είναι άνευ σημασίας εάν ο οικονομικός φορέας είναι ο οφειλέτης της απαίτησης ή ο εκδότης του τίτλου που παράγει τα εισοδήματα, ή ο οικονομικός φορέας που είναι επιφορτισμένος από τον οφειλέτη ή από τον εκδότη ή ακόμη και από τον πραγματικό δικαιούχο να καταβάλει τα εισοδήματα ή να εξασφαλίσει την πληρωμή τους.

Ένας οικονομικός φορέας εγκατεστημένος σε κράτος μέλος θεωρείται επίσης φορέας πληρωμής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή τους σε άλλο οικονομικό φορέα, συμπεριλαμβανομένης τυχόν μόνιμης εγκατάστασης ή θυγατρικής του πρώτου οικονομικού φορέα, εγκατεστημένο εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής των συμφωνιών και των διακανονισμών που προβλέπουν τα ίδια μέτρα ή ισοδύναμα με εκείνα που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία· και

β)

ο πρώτος οικονομικός φορέας έχει λόγους να πιστεύει, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, ότι ο δεύτερος οικονομικός φορέας θα καταβάλει τα εισοδήματα ή θα εξασφαλίσει τη σχετική πληρωμή προς άμεσο όφελος του πραγματικού δικαιούχου που είναι φυσικό πρόσωπο για το οποίο ο πρώτος οικονομικός φορέας γνωρίζει ότι είναι μόνιμος κάτοικος άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 3.

Εφόσον πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου, η πληρωμή που πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον πρώτο οικονομικό φορέα θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί προς τον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλιστεί προς άμεσο όφελός του κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου.

2.   Μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα που έχει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης εντός κράτους μέλους και το οποίο δεν υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση βάσει των γενικών κανόνων που διέπουν την άμεση φορολογία είτε στο εν λόγω κράτος μέλος, είτε στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο είτε σε οιαδήποτε άλλη χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας στην οποία έχει την άλλως πως μόνιμη φορολογική κατοικία, θεωρείται φορέας πληρωμής κατά την είσπραξη τόκων ή κατά την εξασφάλιση της πληρωμής αυτής.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οι κατηγορίες οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων που αναφέρονται στον ενδεικτικό κατάλογο του παραρτήματος II θεωρούνται ότι δεν υπόκεινται σε πραγματική φορολόγηση.

Όταν μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα δεν ανήκει σε καμία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στον ενδεικτικό κατάλογο του παραρτήματος II ή όταν καλύπτεται από το εν λόγω παράρτημα αλλά ισχυρίζεται ότι υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση, ο οικονομικός φορέας προσδιορίζει το κατά πόσον υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση βάσει γενικώς αναγνωρισμένων περιστάσεων ή βάσει επίσημων εγγράφων που προσκομίζει η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που καθίστανται διαθέσιμα μέσω μέτρων δέουσας μέριμνας για τον πελάτη λαμβανόμενων σύμφωνα με την οδηγία 2005/60/ΕΚ.

Κάθε οικονομικός φορέας εγκατεστημένος σε κράτος μέλος ο οποίος προβαίνει σε πληρωμή τόκων ή εξασφαλίζει πληρωμή τόκων προς όφελος οντότητας ή νομικού μορφώματος που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο και που έχει τον τόπο ουσιαστικής διεύθυνσης σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος όπου ο οικονομικός φορέας είναι εγκατεστημένος ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο του άρθρου 2 παράγραφος 3 και όποιες άλλες διαθέσιμες πληροφορίες, σχετικά με τα εξής:

i)

το όνομα, αν υπάρχει, της οντότητας ή του νομικού μορφώματος,

ii)

τη νομική του μορφή,

iii)

τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης,

iv)

το συνολικό ποσό της πληρωμής τόκων, προσδιοριζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 8, η οποία πραγματοποιείται στην οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή της οποίας εξασφαλίζεται η πληρωμή προς όφελός του,

v)

την ημερομηνία της πιο πρόσφατης πληρωμής τόκου.

Τα άτομα που θεωρούνται πραγματικοί δικαιούχοι των τόκων που πληρώθηκαν ή που εξασφαλίστηκαν προς όφελος των οντοτήτων ή των νομικών μορφωμάτων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4. Σε περίπτωση που εφαρμόζεται το στοιχείο γ) του άρθρου 2 παράγραφος 4, η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την ουσιαστική του διεύθυνση, οποτεδήποτε ένα άτομο αποκτήσει μεταγενεστέρως δικαιώματα επί περιουσιακών στοιχείων που παράγουν τόκους ή επί άλλων περιουσιακών στοιχείων που αντιπροσωπεύουν τους τόκους αυτούς, τις προσδιοριζόμενες στο άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο πληροφορίες. Η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ενημερώνει ωσαύτως την αρμόδια αρχή για κάθε ενδεχόμενη αλλαγή του τόπου της ουσιαστικής του διεύθυνσης.

Οι επιβαλλόμενες με το πέμπτο εδάφιο υποχρεώσεις εξακολουθούν να ισχύουν επί 10 έτη από την ημερομηνία της τελευταίας καταβολής τόκων που εισπράχθηκαν από την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που εξασφαλίστηκαν για λογαριασμό του, ή από την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία ένα άτομο απέκτησε δικαιώματα επί περιουσιακών στοιχείων που παράγουν τόκους ή επί άλλων περιουσιακών στοιχείων που αντιπροσωπεύουν αυτούς τους τόκους, αναλόγως του ποια ημερομηνία είναι η μεταγενέστερη.

Εάν, σε περίπτωση όπου εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο γ), μια οντότητα ή ένα νομικό μόρφωμα έχει μετακινήσει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του πρώτου κράτους μέλους γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή του νέου κράτους μέλους τις ακόλουθες πληροφορίες:

i)

το ποσό των τόκων που εισπράχθηκαν από την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που εξασφαλίστηκαν για λογαριασμό του, το οποίο δεν έχει ακόμη καλυφθεί από προηγούμενα δικαιώματα επί των σχετικών περιουσιακών στοιχείων,

ii)

την ημερομηνία της τελευταίας πληρωμής τόκων που εισπράχθηκαν από την οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που εξασφαλίστηκαν για λογαριασμό του, ή την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία ένα άτομο απέκτησε δικαιώματα επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων τα οποία παράγουν τους τόκους αυτούς, ή επί άλλων περιουσιακών στοιχείων που αντιπροσωπεύουν την πληρωμή των τόκων, αναλόγως του ποια ημερομηνία είναι η μεταγενέστερη.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται εάν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

είναι οργανισμός ή άλλο ταμείο ή μηχανισμός συλλογικών επενδύσεων όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) σημεία i) και iii) ή στοιχείο ε) σημεία i) και iii)·

β)

είναι ίδρυμα που παρέχει συνταξιοδοτικές ή ασφαλιστικές υπηρεσίες ή επιχείρηση εξουσιοδοτημένη από τέτοιο ίδρυμα να διαχειρίζεται τα στοιχεία ενεργητικού του·

γ)

έχει αναγνωριστεί, βάσει των κανόνων που είναι εφαρμοστέοι στο κράτος μέλος στο οποίο έχει τη μόνιμη φορολογική του κατοικία ή τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης, ως απαλλαγμένο από πραγματική φορολόγηση βάσει των γενικών κανόνων περί άμεσης φορολογίας διότι υπηρετεί αποκλειστικά φιλανθρωπικούς σκοπούς για δημόσιο όφελος·

δ)

συνιστά πραγματική συγκυριότητα για την οποία ο οικονομικός φορέας ο οποίος πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή έχει εξακριβώσει την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας όλων των πραγματικών δικαιούχων σύμφωνα με το άρθρο 3 και συνεπώς ο οικονομικός φορέας είναι ο φορέας πληρωμής σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Μια οντότητα προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 που είναι παρόμοια με οργανισμό, ταμείο ή μηχανισμό συλλογικών επενδύσεων που προβλέπονται από την παράγραφο 2 όγδοο εδάφιο στοιχείο α) μπορεί να επιλέξει να εκληφθεί για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως τέτοιος οργανισμός, ταμείο ή μηχανισμός επενδύσεων.

Εφόσον μια οντότητα ασκεί το δικαίωμα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η καταστατική της έδρα εκδίδει πιστοποιητικό για τον σκοπό αυτό. Η οντότητα υποβάλλει το πιστοποιητικό στον οικονομικό φορέα που πραγματοποιεί ή εξασφαλίζει την πληρωμή των τόκων. Στην περίπτωση αυτή ο οικονομικός φορέας απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 τέταρτο εδάφιο.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους λεπτομερείς κανόνες που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου για τις οντότητες που έχουν την ουσιαστική τους διεύθυνση στο έδαφός τους, χάριν ουσιαστικής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.».

5)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Ορισμός των τόκων

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “τόκοι” νοούνται:

α)

οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, είτε συνοδεύονται είτε όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων και λαχνών που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι·

β)

τα έσοδα τα καταβληθέντα ή πραγματοποιηθέντα ή πιστωθέντα σε λογαριασμό, τα σχετικά με πάσης φύσεως τίτλους, εκτός της περιπτώσεως που το εισόδημα θεωρείται επακριβώς τόκος κατά τα οριζόμενα στα στοιχεία α), γ), δ) ή ε), και εφόσον:

i)

οι όροι απόδοσης κεφαλαίου που είχαν οριστεί την ημέρα της έκδοσης περιλαμβάνουν δέσμευση προς τον επενδυτή ότι θα εισπράξει κατά τη λήξη τουλάχιστον το 95 % του επενδεδυμένου κεφαλαίου, ή

ii)

οι προϋποθέσεις που ορίζονται κατά την ημερομηνία έκδοσης προβλέπουν σύνδεση τουλάχιστον του 95 % του εισοδήματος από τον τίτλο με τόκους ή εισοδήματα των ειδών που αναφέρονται στα στοιχεία α), γ), δ) ή ε)·

γ)

οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α) και κάθε δεδουλευμένο ή κεφαλαιοποιημένο εισόδημα κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των τίτλων που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

δ)

εισοδήματα προερχόμενα από πληρωμές που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παρούσας παραγράφου είτε απευθείας είτε εμμέσως, μεταξύ άλλων μέσω μιας οντότητας ή ενός νομικού μορφώματος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, εφόσον διανέμονται από:

i)

οργανισμούς ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγγεγραμμένους με αυτή την ιδιότητα σύμφωνα με το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους μέλους ή των χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου που δεν ανήκουν στην Ένωση, ή ρυθμιζόμενους από κανόνες λειτουργίας ή καταστατικά έγγραφα διεπόμενα από το δίκαιο περί των ταμείων ή μηχανισμών συλλογικών επενδύσεων ενός των κρατών ή μίας των χωρών αυτών. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη νομική μορφή των εν λόγω οργανισμών, ταμείων και μηχανισμών και από τον τυχόν περιορισμό της αγοράς, πώλησης ή εξαγοράς μετοχών ή μεριδίων τους αποκλειστικά σε συγκεκριμένη ομάδα επενδυτών,

ii)

οργανισμούς που έχουν ασκήσει το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3,

iii)

ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη νομική μορφή των εν λόγω οργανισμών, ταμείων και μηχανισμών και από τον τυχόν περιορισμό της αγοράς, πώλησης ή εξαγοράς μετοχών ή μεριδίων τους αποκλειστικά σε συγκεκριμένη ομάδα επενδυτών·

ε)

εισοδήματα που πραγματοποιούνται κατά την πώληση, εξόφληση ή εξαγορά των μετοχών ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς, οντότητες, νομικά μορφώματα, ταμεία ή μηχανισμούς επενδύσεων, εφόσον επενδύουν, άμεσα ή έμμεσα μέσω άλλων οργανισμών, οντοτήτων, νομικών μορφωμάτων ή επενδυτικών ταμείων και μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, άνω του 40 % των στοιχείων ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που προβλέπονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου ή σε τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου:

i)

οργανισμούς ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγγεγραμμένους με αυτή την ιδιότητα σύμφωνα με το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους μέλους ή των χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου που δεν ανήκουν στην Ένωση, ή ρυθμιζόμενους από κανόνες λειτουργίας ή καταστατικά έγγραφα διεπόμενα από το δίκαιο περί των ταμείων ή μηχανισμών συλλογικών επενδύσεων ενός των κρατών ή μίας των χωρών αυτών. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη νομική μορφή των εν λόγω οργανισμών, ταμείων και μηχανισμών και από τον τυχόν περιορισμό της αγοράς, πώλησης ή εξαγοράς μετοχών ή μεριδίων τους αποκλειστικά σε συγκεκριμένη ομάδα επενδυτών,

ii)

οργανισμούς που έχουν ασκήσει το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3,

iii)

ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη νομική μορφή των εν λόγω οργανισμών, ταμείων και μηχανισμών και από τον τυχόν περιορισμό της αγοράς, πώλησης ή εξαγοράς μετοχών ή μεριδίων τους αποκλειστικά σε συγκεκριμένη ομάδα επενδυτών.

Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία οι οργανισμοί ή οντότητες ή επενδυτικά ταμεία και μηχανισμοί οφείλουν να διατηρούν ως εμπράγματες ασφάλειες δυνάμει των όρων των συμφωνιών, συμβάσεων ή άλλων νομικών πράξεών τους προκειμένου να μπορούν να επιτυγχάνουν τους επενδυτικούς τους στόχους, και των οποίων συμφωνιών κ.λπ. δεν είναι μέρος ούτε αντλεί έννομα δικαιώματα ο επενδυτής, δεν θεωρούνται απαιτήσεις κατά την έννοια του στοιχείου α) ή τίτλοι κατά την έννοια του στοιχείου β)·

στ)

τα οφέλη που προκύπτουν από σύμβαση ασφάλισης ζωής, εφόσον:

i)

η σύμβαση περιλαμβάνει εγγυημένη εισοδηματική απόδοση, ή

ii)

η πραγματική απόδοση της σύμβασης συνδέεται σε ποσοστό άνω του 40 % με τόκους ή εισοδήματα που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ), δ) και ε).

Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, κάθε ποσό κατά το οποίο οιαδήποτε επιστροφή ή μερικές επιστροφές του ασφαλιστή ζωής πριν από την ημερομηνία λήξης του ασφαλιστήριου συμβολαίου καθώς και τα ποσά που καταβάλλει ο ασφαλιστής υπερβαίνουν το ποσό όλων των πληρωμών που έχουν γίνει προς τον ασφαλιστή ζωής δυνάμει της ίδιας αυτής ασφαλιστικής σύμβασης ζωής θεωρούνται οφέλη από σύμβαση ασφάλισης ζωής. Σε περίπτωση εκχώρησης, εν όλω ή εν μέρει, του ασφαλιστηρίου ζωής σε τρίτον, το ποσό κατά το οποίο η αξία της εκχωρούμενης σύμβασης υπερβαίνει το άθροισμα όλων των πληρωμών προς τον ασφαλιστή θεωρείται επίσης ότι συνιστά όφελος από σύμβαση ασφάλισης ζωής. Το όφελος από ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο ζωής το οποίο παρέχει μόνον μια σύνταξη ή μια σταθερή πρόσοδο, που καταβάλλεται τουλάχιστον για μία πενταετία, θεωρείται ως τοιούτο εάν η επιστροφή του ή η εκχώρησή του σε τρίτον πραγματοποιείται πριν από την παρέλευση της πενταετούς περιόδου. Ένα ποσό που καταβάλλεται αποκλειστικά και μόνο λόγω θανάτου, αναπηρίας ή ασθένειας δεν θεωρείται όφελος από σύμβαση ασφάλισης ζωής.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να συμπεριλάβουν στον ορισμό των τόκων τα εισοδήματα που αναφέρονται στο στοιχείο ε) του πρώτου εδαφίου, για οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων ή άλλα ταμεία ή μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγγεγραμμένοι σύμφωνα με τους κανόνες τους ή έχουν κανόνες λειτουργίας ή συστατικές πράξεις διεπόμενες από το δίκαιό τους, αλλά μόνο στο μέτρο που τα εισοδήματα αυτά αντιστοιχούν σε εισοδήματα τα οποία προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από καταβολές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α), β) ή γ) του εν λόγω εδαφίου.

Όσον αφορά το στοιχείο στ) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου, ένα κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να συμπεριλαμβάνει στον ορισμό των τόκων τα οφέλη ανεξαρτήτως της σύνθεσης της απόδοσης, εάν έχουν καταβληθεί ή αποκτηθεί από ασφαλιστή ζωής εγκατεστημένο εντός του εν λόγω κράτους.

Σε περίπτωση που κράτος μέλος ασκήσει το δικαίωμα που αναφέρεται στο δεύτερο και/ή το δικαίωμα που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο, κοινοποιεί το γεγονός στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει τη σχετική πληροφορία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, από την ημερομηνία της δημοσίευσης, η απόφαση του κράτους μέλους είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Όσον αφορά το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσό του εισοδήματος που πληρώνεται, πραγματοποιείται ή πιστώνεται, όλο το ποσό της πληρωμής θεωρείται τόκος.

Όσον αφορά το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσό του τόκου ή του εισοδήματος που καθίσταται δεδουλευμένο ή κεφαλαιοποιείται κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, όλο το ποσό της πληρωμής θεωρείται τόκος.

Όσον αφορά τα στοιχεία δ) και ε) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το μερίδιο των εισοδημάτων που προέρχονται από καταβολές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α), β) ή γ) του εν λόγω εδαφίου, όλα τα εισοδήματα θεωρούνται τόκοι.

Όσον αφορά το στοιχείο στ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσό του οφέλους από σύμβαση ασφάλισης ζωής, όλο το ποσό της πληρωμής θεωρείται τόκος.

3.   Όσον αφορά την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσοστό των στοιχείων ενεργητικού που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις ή στους αντίστοιχους τίτλους, ή σε μετοχές ή μερίδια όπως ορίζονται στο στοιχείο αυτό, θεωρείται ότι το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο του 40 %. Όταν δεν είναι σε θέση να καθορίσει το ποσό του εισοδήματος που αποκόμισε ο πραγματικός δικαιούχος, ως εισόδημα θεωρείται το προϊόν της πώλησης, της εξόφλησης ή της εξαγοράς των μετοχών ή μεριδίων.

Όσον αφορά το στοιχείο στ) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, όταν ο φορέας πληρωμής δεν διαθέτει κανένα στοιχείο σχετικά με το ποσοστό απόδοσης που συνδέεται με τόκους κατά την έννοια των σημείων α), β), γ), δ) ή ε) του εν λόγω εδαφίου, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40 %.

4.   Όταν η καταβολή των τόκων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, πραγματοποιείται υπέρ οντότητας ή νομικού μορφώματος του άρθρου 4 παράγραφος 2 ή πιστώνεται σε λογαριασμό της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος, θεωρείται ως περιερχόμενη σε άτομα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 4. Στην περίπτωση της οντότητας αυτό ισχύει μόνον αν η οντότητα δεν άσκησε το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

5.   Όσον αφορά την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ) και ε), τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να ζητούν από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους να υπολογίζουν τους τόκους ή άλλα σχετικά εισοδήματα σε ετήσια βάση σε χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει το έτος και να αντιμετωπίζουν αυτούς τους ετήσιους τόκους ή τα άλλα συναφή εισοδήματα ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου δεν διενεργηθεί καμία πώληση, εξαγορά ή εξόφληση.

6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία δ) και ε), τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα να αποκλείσουν από τον ορισμό των τόκων κάθε εισόδημα που προβλέπεται στις εν λόγω διατάξεις το οποίο διανέμεται από οργανισμούς ή οντότητες ή ταμεία ή μηχανισμούς επενδύσεων των οποίων οι κανόνες λειτουργίας ή οι συστατικές πράξεις διέπονται από το δίκαιό τους, εφόσον οι άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις των εν λόγω επιχειρήσεων, οντοτήτων, ταμείων ή μηχανισμών σε απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) του εν λόγω εδαφίου ή σε τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου δεν υπερβαίνει το 15 % των στοιχείων του ενεργητικού τους.

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να αποκλείσουν από τον ορισμό των τόκων της παραγράφου 1 τους τόκους που έχουν καταβληθεί ή πιστωθεί σε λογαριασμό οντότητας ή νομικού μορφώματος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και που έχει τον τόπο ουσιαστικής διεύθυνσης στο έδαφός τους, εφόσον οι άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις της εν λόγω οντότητας ή του νομικού μορφώματος στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) ή στους τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου δεν υπερβαίνουν το 15 % των στοιχείων του ενεργητικού του. Στην περίπτωση της οντότητας αυτό ισχύει μόνον αν η οντότητα δεν άσκησε το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

Σε περίπτωση που κράτος μέλος ασκήσει είτε το ένα ή και τα δύο δικαιώματα που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, θα πρέπει να το κοινοποιήσει στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει τη σχετική πληροφορία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, από την ημερομηνία της δημοσίευσης, η απόφαση του κράτους μέλους είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

7.   Από την 1η Ιανουαρίου 2016, το κατώτατο όριο του 40 % που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) και στοιχείο στ) σημείο ii) και στην παράγραφο 3 ανέρχεται σε 25 %.

8.   Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) και στην παράγραφο 6 καθορίζονται σε συνάρτηση με την επενδυτική πολιτική ή σε συνάρτηση με τη στρατηγική και τους στόχους στον τομέα των επενδύσεων που θεσπίζεται στα έγγραφα που διέπουν τη λειτουργία των συγκεκριμένων οργανισμών, οντοτήτων ή επενδυτικών ταμείων και μηχανισμών.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, τα έγγραφα περιλαμβάνουν:

α)

τους κανόνες λειτουργίας ή τις συστατικές πράξεις των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων ή επενδυτικών ταμείων και μηχανισμών·

β)

οποιαδήποτε συμφωνία, σύμβαση ή άλλη νομική πράξη στην οποία προσχωρούν οι εν λόγω οργανισμοί ή οντότητες ή επενδυτικά ταμεία και μηχανισμοί και η οποία τίθεται στη διάθεση του οικονομικού φορέα·

γ)

τα τυχόν φυλλάδια ή ανάλογα έγγραφα που εκδίδονται από τους εν λόγω οργανισμούς ή οντότητες ή επενδυτικά ταμεία και μηχανισμούς ή για λογαριασμό τους και διατίθενται στους επενδυτές τους.

Σε περίπτωση που τα έγγραφα δεν χαράσσουν πολιτική ή στρατηγική και στόχους στο τομέα των επενδύσεων, τα ποσοστά καθορίζονται βάσει της πραγματικής σύνθεσης των στοιχείων ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών, οντοτήτων ή επενδυτικών ταμείων και μηχανισμών, όπως προκύπτει από τον μέσο όρο των στοιχείων ενεργητικού κατά την έναρξη, ή κατά την ημερομηνία της πρώτης εξαμηνιαίας έκθεσής τους, και κατά τη λήξη της τελευταίας λογιστικής περιόδου που προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία πραγματοποιείται ή εξασφαλίζεται από τον φορέα πληρωμής η πληρωμή των τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο. Όσον αφορά τους άρτι συσταθέντες οργανισμούς, οντότητες ή επενδυτικά ταμεία ή μηχανισμούς, η πραγματική σύνθεση προκύπτει από τον μέσο όρο των στοιχείων ενεργητικού στην ημερομηνία έναρξης και στην ημερομηνία της πρώτης αξιολόγησης περιουσιακών στοιχείων κατά τα οριζόμενα στις πράξεις που διέπουν τη λειτουργία των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων ή επενδυτικών ταμείων και μηχανισμών.

Η σύνθεση των στοιχείων ενεργητικού υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στο κράτος μέλος ή στη χώρα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου που δεν ανήκει στην Ένωση και όπου είναι εγγεγραμμένοι ο οργανισμός ή άλλο ταμείο ή μηχανισμός συλλογικών επενδύσεων ως τέτοιοι, ή από το δίκαιο του οποίου διέπονται οι κανόνες λειτουργίας του ή οι συστατικές του πράξεις. Η σύνθεση υπολογιζόμενη ως τοιαύτη είναι δεσμευτική για τα άλλα κράτη μέλη.

9.   Τα εισοδήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) δεν θεωρούνται πληρωμή τόκων παρά μόνο στο μέτρο που οι τίτλοι που παράγουν τα εισοδήματα αυτά εκδόθηκαν για πρώτη φορά την 1η Ιουλίου 2014 και εντεύθεν. Οι τίτλοι που έχουν εκδοθεί πριν από αυτή την ημερομηνία δεν λαμβάνονται υπόψη για τα ποσοστά που ορίζονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) και στην παράγραφο 6.

10.   Τα οφέλη που προέρχονται από συμβάσεις ασφάλισης ζωής θεωρούνται πληρωμή τόκων σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ) μόνο στο μέτρο που οι συμβάσεις ασφάλισης ζωής που παράγουν αυτά τα οφέλη συνήφθησαν για πρώτη φορά την 1η Ιουλίου 2014 και μετά.

11.   Τα κράτη μέλη έχουν την επιλογή να θεωρήσουν το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) σημείο i) εισόδημα, το οποίο προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση μετοχών ή μεριδίων σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων με νομική προσωπικότητα, οι οποίοι δεν είναι ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένοι σύμφωνα με την οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), ως καταβολή τόκων μόνον εφόσον συσσωρεύεται υπέρ αυτών των οργανισμών από την 1η Ιουλίου 2014 και μετά.

(*2)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32)»."

6)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Υποβολή στοιχείων από τον φορέα πληρωμής

1.   Όταν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων κατοικεί σε κράτος μέλος διαφορετικό από αυτό του φορέα πληρωμής, το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλεται από τον φορέα πληρωμής στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασής του περιλαμβάνει:

α)

τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 ή, σε περιπτώσεις πραγματικής συγκυριότητας, την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας όλων των πραγματικών δικαιούχων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής·

γ)

τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων ή της σύμβασης ασφάλισης ζωής, του τίτλου ή της μετοχής ή του μεριδίου που παράγει το δικαίωμα πληρωμής·

δ)

στοιχεία σχετικά με την πληρωμή των τόκων σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Σε περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος έχει την κατοικία του σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο έχει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης ο κατά το άρθρο 4 παράγραφος 2 φορέας πληρωμής, ο εν λόγω φορέας πληρωμής παρέχει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου έχει την ουσιαστική του διεύθυνση τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Εκτός τούτων, ο φορέας πληρωμής αναφέρει και τα εξής:

i)

το συνολικό ποσό των λαμβανόμενων ή εξασφαλιζόμενων πληρωμών τόκων του που λογίζεται περιερχόμενο στους πραγματικούς δικαιούχους,

ii)

όταν ένα άτομο καθίσταται πραγματικός δικαιούχος κατά το άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο γ), το ποσό που λογίζεται περιερχόμενο στο άτομο αυτό και την ημερομηνία που συμβαίνει αυτό.

2.   Οι ελάχιστες πληροφορίες που υποχρεούται να υποβάλλει ο φορέας πληρωμής όσον αφορά την πληρωμή των τόκων πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα με τις ακόλουθες κατηγορίες πληρωμής τόκων και να αναφέρουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α): το ποσό του καταβληθέντος ή πιστωθέντος τόκου·

β)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β): είτε το ποσό οποιουδήποτε καταβληθέντος, πραγματοποιηθέντος ή πιστωθέντος εισοδήματος ή το συνολικό ποσό της πληρωμής·

γ)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ) ή ε): στο ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων που αναφέρονται στα εν λόγω στοιχεία ή μέσω εισφοράς ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο, επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση·

δ)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ): είτε το ποσό του εισοδήματος που αναφέρεται στο εν λόγω σημείο ή το συνολικό ποσό της διανομής·

ε)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4: το ποσό των τόκων που αναλογεί σε καθένα από τους πραγματικούς δικαιούχους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1·

στ)

εφόσον ένα κράτος μέλος ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5: το ποσό του ετήσιου τόκου ή άλλων συναφών εισοδημάτων·

ζ)

σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ): το όφελος που υπολογίζεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη ή το συνολικό ποσό των καταβληθέντων τόκων. Εάν, σε περίπτωση εκχώρησης σε τρίτο, ο φορέας πληρωμής δεν έχει πληροφορίες για την εκχωρηθείσα αξία: το ποσό των πληρωμών που καταβλήθηκαν στον ασφαλιστή ζωής στο πλαίσιο της σύμβασης ασφάλισης ζωής.

Όταν αναφέρει κατ' εφαρμογή των στοιχείων β), γ), δ) και ζ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου τα συνολικά ποσά, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος, ή, στην περίπτωση φορέα πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου έχει την ουσιαστική του διεύθυνση.

3.   Σε περίπτωση πραγματικής συγκυριότητας, ο φορέας πληρωμής πληροφορεί την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος, ή, στην περίπτωση φορέα πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου έχει την ουσιαστική του διεύθυνση, αν το κοινοποιηθέν για κάθε πραγματικό δικαιούχο ποσό είναι το συνολικό ποσό που αναλογεί συλλογικά στους πραγματικούς δικαιούχους, το πραγματικό μερίδιο που αντιστοιχεί στον συγκεκριμένο πραγματικό δικαιούχο ή ένα μερίδιο κατ' ισομοιρία.

4.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους φορείς πληρωμής να υποβάλουν μόνο τις παρακάτω πληροφορίες:

α)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), β) ή δ), το συνολικό ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων·

β)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) ή ε), το συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση που συνδέονται με τις πληρωμές αυτές·

γ)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ): είτε τα οφέλη για τα οποία δεν έχει με άλλον τρόπο ενημερωθεί η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου από το φορέα πληρωμής, είτε άμεσα, ή μέσω των φορολογικών του αντικλήτων, είτε μέσω τις αρμόδιας αρχής άλλου κράτους μέλους, κατ' εφαρμογή οιασδήποτε νομοθετικής διάταξης διαφορετικής από εκείνες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, είτε το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί στο πλαίσιο των συμβάσεων ασφάλειας ζωής που παράγουν αυτές τις πληρωμές.

Ο φορέας πληρωμής ενημερώνει εάν θα αναφέρει τα συνολικά ποσά κατ' εφαρμογή των στοιχείων α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.».

7)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

προστίθενται οι εξής παράγραφοι:

«1α.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο στην αρμόδια αρχή του τυχόν άλλου κράτους μέλους όπου η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα έχει την ουσιαστική της διεύθυνση.

1β.   Όταν ένας φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 μεταφέρει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του πρώτου κράτους μέλους κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 έβδομο εδάφιο στην αρμόδια αρχή του νέου κράτους μέλους.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η κοινοποίηση πληροφοριών διεξάγεται αυτομάτως τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους του κράτους μέλους του φορέα πληρωμής ή του οικονομικού φορέα, καλύπτει δε τα ακόλουθα γεγονότα που επήλθαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους:

i)

όλες τις πληρωμές τόκων,

ii)

όλες τις περιπτώσεις ατόμων που κατέστησαν πραγματικοί δικαιούχοι κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 4,

iii)

όλες τις αλλαγές του τόπου ουσιαστικής διεύθυνσης του φορέα πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.».

8)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου που αρχίζει την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3, και με την επιφύλαξη του άρθρου 13 παράγραφος 1, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία δεν υποχρεούνται να εφαρμόσουν τις διατάξεις του κεφαλαίου II.

Ωστόσο, λαμβάνουν πληροφορίες από τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το κεφάλαιο II.

Κατά τη μεταβατική περίοδο, στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η εξασφάλιση ελάχιστου επιπέδου πραγματικής φορολόγησης των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις υπό μορφή τόκων που καταβάλλονται σε ένα κράτος μέλος σε πραγματικούς δικαιούχους που είναι φυσικά πρόσωπα με φορολογική κατοικία σε άλλο κράτος μέλος»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Με τη λήξη της μεταβατικής περιόδου το Λουξεμβούργο και η Αυστρία υποχρεούνται να εφαρμόσουν τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ και παύουν να εφαρμόζουν την παρακράτηση του φόρου στην πηγή και τον καταμερισμό των εσόδων, που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 12. Εάν το Λουξεμβούργο ή η Αυστρία επιλέξουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ πριν λήξει η μεταβατική περίοδος, παύουν να εφαρμόζονται η παρακράτηση του φόρου στην πηγή και η κατανομή των εσόδων που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 12.».

9)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 10, στην περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος κατοικεί σε κράτος μέλος διαφορετικό από αυτό του τόπου εγκατάστασης του φορέα πληρωμής, ή, στην περίπτωση φορέα πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, όπου ο εν λόγω φορέας πληρωμής έχει τον τόπο ουσιαστικής διεύθυνσής του, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία επιβάλλουν συντελεστή παρακράτησης φόρου στην πηγή ύψους 15 % τα πρώτα τρία έτη της μεταβατικής περιόδου, 20 % τα τρία επόμενα έτη, και εν συνεχεία 35 %.

2.   Ο φορέας πληρωμής επιβάλλει παρακράτηση του φόρου στην πηγή με τους εξής τρόπους:

α)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α): στο ποσό οποιουδήποτε καταβληθέντος, πραγματοποιηθέντος ή πιστωθέντος εισοδήματος·

β)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β): στο ποσό οποιουδήποτε καταβληθέντος, πραγματοποιηθέντος ή πιστωθέντος εισοδήματος·

γ)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ) ή ε): στο ποσό των τόκων ή των εισοδημάτων που αναφέρονται στα εν λόγω στοιχεία ή μέσω εισφοράς ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο, επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση·

δ)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ): στο ποσό του εισοδήματος που αναφέρεται στο εν λόγω σημείο·

ε)

στην περίπτωση πληρωμής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4: στο ποσό των τόκων που αναλογεί σε καθένα από τους πραγματικούς δικαιούχους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 1· Το συνολικό ποσό επί του οποίου επιβάλλεται η παρακράτηση δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των τόκων που έλαβε η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα ή που εξασφαλίστηκαν για λογαριασμό τους·

στ)

εφόσον ένα κράτος μέλος ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5: στο ποσό του ετήσιου τόκου ή άλλων συναφών εισοδημάτων·

ζ)

σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ): στο όφελος που υπολογίζεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη ή το συνολικό ποσό των καταβληθέντων τόκων. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους φορείς πληρωμής να εφαρμόζουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή μόνο στα οφέλη για τα οποία δεν έχει ακόμη ενημερωθεί η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου από τον φορέα πληρωμής ή τους φορολογικούς του αντικλήτους κατ' εφαρμογή οιασδήποτε νομοθετικής διάταξης διαφορετικής από εκείνες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Κατά τη μεταβίβαση των εσόδων από την παρακράτηση φόρου στην πηγή στην αρμόδια αρχή, ο φορέας πληρωμής την ενημερώνει σχετικά με τον αριθμό των πραγματικών δικαιούχων τους οποίους αφορά η επιβολή της παρακράτησης φόρου στην πηγή, κατανεμημένους ανάλογα με το κράτος μέλος μόνιμης κατοικίας.».

β)

στην παράγραφο 3, ο όρος «στοιχεία α) και β) της παραγράφου 2» γίνεται «στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 2»·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή μπορούν να ορίσουν ότι ένας οικονομικός φορέας που καταβάλλει τους τόκους ή εξασφαλίζει την καταβολή των τόκων σε οντότητα ή νομικό μόρφωμα αναφερόμενο στο άρθρο 4 παράγραφος 2, το οποίο έχει τον τόπο της ουσιαστικής του διεύθυνσης σε άλλο κράτος μέλος, θεωρείται ως φορέας πληρωμής για λογαριασμό της οντότητας ή του νομικού μορφώματος και εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των τόκων αυτών, εκτός εάν η οντότητα ή το νομικό μόρφωμα έχουν επισήμως δεχθεί να κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο το όνομά τους (αν έχουν), η νομική τους μορφή, ο τόπος της ουσιαστικής τους διεύθυνσης καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που τους καταβάλλονται ή εξασφαλίζονται για λογαριασμό τους.».

10)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Εξαιρέσεις από τη διαδικασία παρακράτησης φόρου στην πηγή

1.   Τα κράτη μέλη που επιβάλλουν παρακράτηση στην πηγή σύμφωνα με το άρθρο 11 προβλέπουν τις ακόλουθες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πραγματικοί δικαιούχοι μπορούν να ζητήσουν να μην πραγματοποιηθεί παρακράτηση φόρου:

α)

διαδικασία που παρέχει τη δυνατότητα στον πραγματικό δικαιούχο να εξουσιοδοτήσει ρητά τον φορέα πληρωμής να κοινοποιεί πληροφορίες σύμφωνα με το κεφάλαιο II· η εξουσιοδότηση αυτή καλύπτει το σύνολο των τόκων που είναι αποδοτέοι στον πραγματικό δικαιούχο από τον φορέα πληρωμής· σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 9·

β)

διαδικασία που διασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται παρακράτηση στην πηγή εφόσον ο πραγματικός δικαιούχος υποβάλλει στον φορέα πληρωμής το πιστοποιητικό που του χορηγεί η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της φορολογικής κατοικίας του σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2.   Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της φορολογικής κατοικίας του εκδίδει πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρονται:

α)

το όνομα, η διεύθυνση, ο αριθμός φορολογικού ή μητρώου ή αντίστοιχος, καθώς και η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του πραγματικού δικαιούχου·

β)

το όνομα και η διεύθυνση του φορέα πληρωμής·

γ)

ο αριθμός λογαριασμού του δικαιούχου ή, εάν δεν υπάρχει, τα στοιχεία του τίτλου που ενσωματώνει την απαίτηση.

Το πιστοποιητικό αυτό ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η χορήγηση του εν λόγω πιστοποιητικού στον πραγματικό δικαιούχο που το έχει ζητήσει πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως.».

11)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Όταν επί των τόκων που αναλογούν σ' έναν πραγματικό δικαιούχο έχει παρακρατηθεί φόρος στην πηγή στο κράτος μέλος του φορέα πληρωμής, το κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου τού χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Όταν, πέραν της παρακράτησης φόρου στην πηγή όπως προβλέπεται στο άρθρο 11, έχει εφαρμοστεί οποιαδήποτε άλλη παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των τόκων που αναλογούν σ' έναν πραγματικό δικαιούχο, και το κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή με τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, αυτή η άλλη παρακράτηση φόρου στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2.».

12)

Στο άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, ο όρος «παράρτημα» αντικαθίσταται από τους όρους «παράρτημα III».

13)

Στο άρθρο 18, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή υποβάλλει ανά τριετία έκθεση προς το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, βάσει των στατιστικών δεδομένων που αναφέρονται στο παράρτημα IV, τα οποία διαβιβάζει κάθε κράτος μέλος στην Επιτροπή.».

14)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 18α

Εκτελεστικά μέτρα

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 18β παράγραφος 2, μέτρα που αφορούν:

α)

τον προσδιορισμό των παρόχων δεδομένων στους οποίους μπορούν να προσφεύγουν οι φορείς πληρωμής για να λαμβάνουν τις απαραίτητες πληροφορίες για την ορθή μεταχείριση, σύμφωνα με τα στοιχεία β), δ) και ε) του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο·

β)

την κατάρτιση κοινών μορφοτύπων και πρακτικών ρυθμίσεων αναγκαίων για την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 9·

γ)

την κατάρτιση κοινών υποδειγμάτων για τα πιστοποιητικά και τα λοιπά έγγραφα που είναι χρήσιμα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως για τα έγγραφα που εκδίδουν τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν παρακράτηση φόρου στην πηγή και τα οποία χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του άρθρου 14 από το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

2.   Η Επιτροπή επικαιροποιεί τον κατάλογο που καθορίζεται στο παράρτημα III κατόπιν αιτήματος του άμεσα ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

Άρθρο 18β

Ειδική επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας (“η επιτροπή”).

2.   Στην περίπτωση που γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.».

15)

Το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως την 1η Ιανουαρίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο αυτών των διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την πρώτη ημέρα του τρίτου ημερολογιακού έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο τέθηκε σε ισχύ η οδηγία.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2014.

Για το Συμβούλιο

O Πρόεδρος

Α. ΤΣΑΥΤΑΡΗΣ


(1)  ΕΕ C 184 E της 8.7.2010, σ. 488.

(2)  ΕΕ C 277 της 17.11.2009, σ. 109.

(3)  Οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38).

(4)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

(5)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(6)  Οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3).

(7)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της οδηγίας 2003/48/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το παράρτημα γίνεται «παράρτημα III».

2.

Το ακόλουθο παράρτημα προστίθεται ως «Παράρτημα I»:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Ενδεικτικός κατάλογος κατηγοριών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων που θεωρούνται ότι δεν υπόκειται σε πραγματική φορολόγηση για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 3

1.

Οντότητες και νομικά μορφώματα που ο τόπος εγκατάστασής τους ή ο τόπος της ουσιαστικής τους διεύθυνσης ευρίσκεται σε χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας εκτός του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 και που διαφέρουν από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2:

Χώρες και δικαιοδοτικές ενότητες

Κατηγορίες οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

International business company

Ανζουάν (Κομόρες)

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Μπαχάμες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Ίδρυμα

International business company

Μπαχρέιν

Χρηματικό καταπίστευμα (Financial trust) που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Μπαρμπάντος

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

International Society with Restricted Liability

Μπελίζε

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Βερμούδες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Μπρουνέι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

International trust

International Limited Partnership

Νήσοι Κουκ

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International trust

International company

International partnership

Κόστα Ρίκα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Εταιρεία

Τζιμπουτί

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Ντομίνικα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Φίτζι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Γαλλική Πολυνησία

Société (Εταιρεία)

Société de personnes (Προσωπική εταιρεία)

Société en participation (Κοινή επιχείρηση)

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Γρενάδα

International business company

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Γκουάμ

Εταιρεία

Ατομική επιχείρηση

Εταιρική σχέση

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Γουατεμάλα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Fundación (Ίδρυμα)

Χονγκ Κονγκ

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Ιδιωτική ανώνυμη εταιρεία

Κιριμπάτι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Λαμπουάν (Μαλαισία)

Υπεράκτια εταιρεία (Offshore company)

Malaysian offshore bank

Offshore limited partnership

Offshore trust

Λίβανος

Εταιρείες που τυγχάνουν καθεστώτος υπεράκτιας εταιρείας

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Λιβερία

Αλλοδαπή εταιρεία

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Μακάο

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Fundação (Ίδρυμα)

Μαλδίβες

Εταιρεία

Εταιρική σχέση

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Νήσοι Βόρειες Μαριάνες

Foreign sales corporation

Offshore banking corporation

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Νήσοι Μάρσαλ

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Μαυρίκιος

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Global business company categories 1 και 2

Μικρονησία

Εταιρεία

Εταιρική σχέση

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Ναούρου

Trusts/nominee company[(Καταπίστευμα (trust)/εικονική εταιρεία[

Εταιρεία

Εταιρική σχέση

Ατομική επιχείρηση

Ξένη διαθήκη

Ξένη περιουσία

Άλλα είδη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που συνάπτονται με την κυβέρνηση

Νέα Καληδονία

Société (Εταιρεία)

Société civile (Αστική εταιρεία)

Société de personnes (Προσωπική εταιρεία)

Κοινή επιχείρηση

Κληρονομία θανόντος

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Νέα Ζηλανδία

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Νιούε

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Παναμάς

Fideicomiso (Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο δίκαιο) και καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Fundación de interés privado (Ίδρυμα)

International business company

Παλάου

Εταιρεία

Εταιρική σχέση

Ατομική επιχείρηση

Γραφείο αντιπροσωπείας

Credit union (Χρηματοοικονομικός συνεταιρισμός)

Cooperative (Συνεταιρισμός)

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Φιλιππίνες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Πουέρτο Ρίκο

Estate

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International banking entity

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Ίδρυμα

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Απαλλασσόμενη ετερόρρυθμη εταιρεία

Αγία Λουκία

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Σάο Τομέ και Πρίνσιπε

International business company

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Σαμόα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International trust

International company

Offshore bank

Offshore insurance company

International partnership

Limited partnership (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Σεϋχέλλες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Σιγκαπούρη

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Νήσοι Σολομώντος

Εταιρεία

Εταιρική σχέση

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Νότια Αφρική

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Τόνγκα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Τουβαλού

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Provident fund (Ταμείο Πρόνοιας)

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Υπεράκτια εταιρεία (Offshore company)

Πολιτεία Ντελαγουέαρ των ΗΠΑ

Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης

Πολιτεία Γουαϊόμινγκ των ΗΠΑ

Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης

Παρθένοι Νήσοι των ΗΠΑ

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Ουρουγουάη

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Sociedad Anónima Financiera de Inversión

Βανουάτου

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Απαλλασσόμενη εταιρεία

International company

2.

Οντότητες και νομικά μορφώματα που ο τόπος εγκατάστασής τους ή ο τόπος της ουσιαστικής τους διεύθυνσης ευρίσκεται σε χώρα ή σε περιοχή δικαιοδοσίας που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, για τα οποία ισχύει το άρθρο 2 παράγραφος 3 εν αναμονή της έκδοσης από την ενδιαφερόμενη χώρα ή περιοχή δικαιοδοσίας διατάξεων ισοδύναμων με εκείνες του άρθρου 4 παράγραφος 2:

Χώρες και δικαιοδοτικές ενότητες

Κατηγορίες οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων

Ανδόρα

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Ανγκουίλα

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Αρούμπα

Καταπίστευμα που διέπεται από τοπικό ή αλλοδαπό δίκαιο

Stichting Particulier Fonds (Ίδρυμα)

Βρετανικές Παρθένοι νήσοι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Εταιρεία

Νήσοι Κάιμαν

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Γκέρνζι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Εταιρεία

Ίδρυμα

Νήσος του Μαν

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Εταιρεία

Τζέρζι

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Εταιρεία

Ίδρυμα

Λιχτενστάιν

Anstalt (Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο δίκαιο) και καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Stiftung (Ίδρυμα)

Μονακό

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Fondation (Ίδρυμα)

Μοντσεράτ

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

International business company

Ολλανδικές Αντίλλες

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Stichting Particulier Fonds (Ίδρυμα)

Άγιος Μαρίνος

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Fondazione (Ίδρυμα)

Ελβετία

Καταπίστευμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Ίδρυμα

Νήσοι Τέρκ και Κάικος

Απαλλασσόμενη εταιρεία

Limited partnership (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Καταπίστευμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο»

3.

Το ακόλουθο παράρτημα προστίθεται ως «Παράρτημα II»:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ενδεικτικός κατάλογος κατηγοριών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων που θεωρούνται ότι δεν υπόκεινται σε πραγματική φορολόγηση για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 2

Χώρες

Κατηγορίες οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων

Παρατηρήσεις

Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ

Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Συμφέροντος (ΕΟΟΣ)

 

Βέλγιο

Société de droit commun/maatschap (Αστική ή εμπορική εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας)

Société momentanée/tijdelijke handelsvennootschap (Εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας που έχει ως στόχο τη διαχείριση μίας η περισσότερων συγκεκριμένων εμπορικών πράξεων)

Société interne/stille handelsvennootschap (Εταιρεία άνευ νομικής προσωπικότητας στο πλαίσιο της οποίας ένα ή περισσότερα πρόσωπα έχουν συμφέροντα σε πράξεις που ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα διαχειρίζονται για λογαριασμό τους)

Συμπεριλαμβάνεται μόνο εάν ο οικονομικός φορέας προηγούμενου σταδίου που πραγματοποιεί σε αυτή την πληρωμή των τόκων, ή της εξασφαλίζει την πληρωμή, δεν έχει εξακριβώσει την ταυτότητα και τον τόπο κατοικίας όλων των πραγματικών δικαιούχων της, διαφορετικά εμπίπτει στο στοιχείο δ) του άρθρου 4 παράγραφος 2.

Οι «εταιρείες» αυτές (η επωνυμία των οποίων παρέχεται στα γαλλικά και τα ολλανδικά) στερούνται νομικής προσωπικότητας και από την άποψη της φορολόγησης εφαρμόζεται η μέθοδος διαφάνειας.

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Βουλγαρία

Дружество със специална инвестиционна цел (Druzhestvo sas spetsialna investitsionna tsel) (Εταιρεία επενδύσεων ειδικού σκοπού)

Инвестиционно дружество (Investicionno drujestvo) (Εταιρεία επενδύσεων που δεν εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 6)

Οντότητα απαλλασσόμενη από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Εκτός αν ο διαχειριστής μπορεί να αποδείξει ότι το καταπίστευμα υπόκειται πραγματικά στη βουλγαρική φορολογία εισοδήματος

Τσεχική Δημοκρατία

Veřejná obchodní společnost (ver. obch. spol. ή V.O.S.) (Προσωπική εταιρεία)

Sdruženi (Ένωση)

Komanditní společnost

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Δανία

Interessentskab (Ομόρρυθμη εταιρεία)

Kommanditselskab (Ετερόρρυθμη Εταιρεία)

Kommanditaktieselskab/Partnerselskab

Partrederi

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Γερμανία

Gesellschaft bürgerlichen Rechts (Αστική εταιρεία)

Kommanditgesellschaft KG, offene Handelsgesellschaft — OHG (Εμπορική εταιρεία)

«Καταπίστευμα»(trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Εσθονία

Seltsing (Προσωπική εταιρεία)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Ιρλανδία

Προσωπική εταιρεία και λέσχη επενδύσεων

Οι Ιρλανδοί καταπιστευτικοί διαχειριστές (trustee) που είναι μόνιμοι κάτοικοι της χώρας φορολογούνται εν γένει επί των εισοδημάτων του καταπιστεύματος (trust). Ωστόσο, όταν ο δικαιούχος ή ο καταπιστευτικός διαχειριστής δεν είναι μόνιμος κάτοικος της Ιρλανδίας, φορολογείται μόνον το εισόδημα που προέρχεται από ιρλανδικές πηγές

Ελλάδα

Ομόρρυθμος εταιρεία (ΟΕ)

Ετερόρρυθμος εταιρεία (ΕΕ)

Οι εταιρείες υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος εταιρειών. Ωστόσο, έως το 50 % των κερδών των εταιρειών αυτών αποδίδεται στους εταίρους και φορολογείται με τον ατομικό φορολογικό συντελεστή εκάστου εξ αυτών

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Ισπανία

Οντότητες που υπόκεινται στο σύστημα φορολόγησης όσον αφορά τη διανομή των κερδών:

Sociedad civil con o sin personalidad jurídica (Αστική εταιρεία με ή χωρίς νομική προσωπικότητα)

Herencias yacentes (Κληρονομία θανόντος)

Comunidad de bienes (Συγκυριότητα)

Άλλες οντότητες στερούμενες νομικής προσωπικότητας οι οποίες συνιστούν χωριστή οικονομική μονάδα ή χωριστή ομάδα στοιχείων ενεργητικού (άρθρο 35 παράγραφος 4 του Ley General Tributaria).

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Γαλλία

Société en participation (Κοινή επιχείρηση)

Société ou association de fait (Εταιρεία «εν τοις πράγμασι»)

Indivision (Συγκυριότητα)

Fiduci (Καταπίστευμα γαλλικού δικαίου)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Ιταλία

Όλες οι αστικές εταιρείες και εξομοιούμενες οντότητες

Η κατηγορία «αστικές εταιρείες» περιλαμβάνει: «società in accomandita semplice», «società semplici», «associazioni» (ενώσεις καλλιτεχνών ή επαγγελματιών για την άσκηση της τέχνης ή του επαγγέλματός τους, χωρίς νομική προσωπικότητα), «società in nome collettivo», «società di fatto» (άτυπη ή «de facto» προσωπική εταιρεία) και «società di armamento»

Εταιρείες με περιορισμένο αριθμό μετόχων που επιλέγουν τη φορολογική διαφάνεια

Το καθεστώς της «φορολογικής διαφάνειας» μπορούν να υιοθετήσουν εταιρείες περιορισμένης ευθύνης ή συνεταιρισμοί των οποίων τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα (άρθρο 116 του Testo Unico delle Imposte sui Redditi — TUIR).

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Εκτός αν ο διαχειριστής μπορεί να παρουσιάσει απόδειξη ότι το καταπίστευμα έχει τη φορολογική έδρα στην Ιταλία και υπόκειται πραγματικά στον φόρο εισοδήματος εταιρειών στη χώρα αυτή.

Κύπρος

Συνεταιρισμός

Σύνδεσμος ή σωματείο

 

Συνεργατικές

Μόνον συναλλαγές με μέλη.

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Τα καταπιστεύματα (trusts) που δημιουργούνται στο πλαίσιο της κυπριακής δικαιοδοσίας θεωρούνται διαφανείς οντότητες βάσει του εθνικού δικαίου.

Λετονία

Pilnsabie drība (Ομόρρυθμη εταιρεία)

Komandītsabiedrība (Ετερόρρυθμη Εταιρεία)

Biedrība un nodibinājums (Ένωση και ίδρυμα)

Lauksaimniecības kooperatīvs (Αγροτικός συνεταιρισμός)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Λιθουανία

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Λουξεμβούργο

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Ουγγαρία

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Η εθνική ουγγρική νομοθεσία αναγνωρίζει τα καταπιστεύματα (trusts) ως «οντότητες»

Μάλτα

Soċjetà In Akkomandita (Ετερόρρυθμη εταιρεία), το κεφάλαιο της οποίας δεν επιμερίζεται σε μετοχές

Arrangement in participation (Ένωση «en participation»)

Soċjetà Kooperattiva (Συνεταιρισμός)

Οι ετερόρρυθμες εταιρείες το κεφάλαιο των οποίων επιμερίζεται σε μετοχές υπόκεινται στον γενικό φόρο εισοδήματος εταιρειών.

Κάτω Χώρες

Vennootschap onder firma (Ομόρρυθμη εταιρεία)

Commanditaire vennootschap (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Οι ομόρρυθμες εταιρείες, οι ετερόρρυθμες εταιρείες και οι ΕΟΟΣ θεωρούνται διαφανείς οντότητες από φορολογική άποψη.

Vereniging (Ένωση)

Stichting (Ίδρυμα)

Οι Verenigingen (Ενώσεις) και stichtingen (Ιδρύματα) απαλλάσσονται από τη φορολογία εκτός εάν ασκούν εμπορικές δραστηριότητες.

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Αυστρία

Offene Gesellschaft (OG) (Ομόρρυθμη εταιρεία)

Offene Handelsgesellschaft (OHG) (Εμπορική εταιρεία)

Kommanditgesellschaft, KG (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Gesellschaft nach bürgerlichem Recht (Αστική εταιρεία)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Πολωνία

Spólka jawna (Sp. j.) (Ομόρρυθμη Εταιρεία)

Spólka komandytowa (Sp. k.) (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Spólka komandytowo-akcyjna (S.K.A.) (Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης)

Spólka partnerska (Sp. p.) (Επαγγελματική προσωπική εταιρεία)

Spolka cywilna (s.c.) (Αστική εταιρεία)

«Καταπίστευμα»(trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Πορτογαλία

Αστικές εταιρείες άνευ νομικής προσωπικότητας

Νομικά πρόσωπα που επιδίδονται σε καθορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες όλοι οι εταίροι των οποίων είναι φυσικά πρόσωπα που έχουν τις ίδιες επαγγελματικές δεξιότητες

Εταιρείες που απλώς κατέχουν στοιχεία ενεργητικού τα οποία είτε ελέγχονται από οικογενειακό όμιλο είτε ανήκουν εξ ολοκλήρου σε πέντε ή λιγότερους εταίρους

 

Εταιρείες με άδεια λειτουργίας στο Διεθνές Επιχειρηματικό Κέντρο της Μαδέρας, επιλέξιμες για απαλλαγή από τη φορολογία των επιχειρήσεων (άρθρο 33 του κώδικα για τα φορολογικά οφέλη — EBF)

Το άρθρο 33 του κώδικα για τα φορολογικά οφέλη (EBF), το οποίο ισχύει για εταιρείες που έχουν λάβει άδεια έως τις 31 Δεκεμβρίου 2000, προβλέπει την απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

Ενώσεις άνευ νομικής προσωπικότητας

 

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

Τα μόνα καταπιστεύματα (trusts) που επιτρέπονται στο πλαίσιο της πορτογαλικής νομοθεσίας είναι εκείνα που έχουν συσταθεί βάσει νομοθεσίας ξένης χώρας από νομικά πρόσωπα στο Διεθνές Επιχειρηματικό Κέντρο της Μαδέρας.

Ρουμανία

Association (Ένωση) (Προσωπική εταιρεία)

Cooperative (Συνεταιρισμός)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Σλοβενία

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Σλοβακική Δημοκρατία

Verejná obchodná spoločnosť (Ομόρρυθμη εταιρεία)

Komanditná spoločnosť (Ετερόρρυθμη Εταιρεία)

Združenie (Ένωση)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Φινλανδία

avoin yhtiö/öppet bolag (Προσωπική εταιρεία)

kommandiittiyhtiö/kommanditbolag (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Σουηδία

handelsbolag (Ομόρρυθμη εταιρεία)

kommanditbolag (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

enkelt bolag (Απλή προσωπική εταιρεία)

«Καταπίστευμα» (trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο

 

Ηνωμένο Βασίλειο

General partnership (Ομόρρυθμη Εταιρεία)

Limited partnership (Ετερόρρυθμη εταιρεία)

Limited liability partnership (Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης)

Οι ομόρρυθμες εταιρείες, οι ετερόρρυθμες εταιρείες, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης είναι διαφανείς για φορολογικούς σκοπούς.

Investment club (Λέσχη επενδύσεων τα μέλη της οποίας δικαιούνται συγκεκριμένο μερίδιο των στοιχείων ενεργητικού)

 

Γιβραλτάρ (1)

«Καταπίστευμα»(trust) ή άλλο ανάλογο νομικό μόρφωμα που διέπεται από εγχώριο ή αλλοδαπό δίκαιο

Το εισόδημα καταπιστεύματος απαλλάσσεται του φόρου σύμφωνα με τους κανόνες περί φορολογίας εισοδήματος του 1992 εάν:

α)

το καταπίστευμα δημιουργείται από μη κάτοικο ή εξ ονόματός του· και

β)

το εισόδημα

σωρεύεται ή παράγεται εκτός Γιβραλτάρ, ή

λαμβάνεται από καταπίστευμα και, εάν είχε ληφθεί άμεσα από τον δικαιούχο, δεν θα υπέκειτο σε φορολόγηση βάσει του διατάγματος περί φόρου εισοδήματος.

Αυτό δεν ισχύει εάν το καταπίστευμα δημιουργήθηκε πριν από την 1η Ιουλίου 1983 και οι όροι του καταπιστεύματος αποκλείουν ρητώς από δικαιούχους τους κατοίκους του Γιβραλτάρ.

4.

Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα ως «Παράρτημα IV»:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΙΒΑΖΟΥΝ ΕΤΗΣΙΩΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ

1.   Οικονομικά στοιχεία

1.1.   Παρακράτηση φόρου στην πηγή:

Για την Αυστρία και το Λουξεμβούργο (στο μέτρο που εφαρμόζουν τις μεταβατικές διατάξεις που θεσπίζονται στο κεφάλαιο III), το συνολικό ετήσιο ποσό των φορολογικών εσόδων που προέρχονται από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή, που μοιράζονται με τα άλλα κράτη μέλη, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων.

Για την Αυστρία και το Λουξεμβούργο (στο μέτρο που εφαρμόζουν τις μεταβατικές διατάξεις που θεσπίζονται στο κεφάλαιο III), το συνολικό ετήσιο ποσό των φορολογικών εσόδων που μοιράζονται με τα άλλα κράτη μέλη το οποίο προέρχεται από την παρακράτηση φόρου στην πηγή που επιβάλλεται βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 5.

Τα δεδομένα σχετικά με τα συνολικά φορολογικά έσοδα που προέρχονται από την παρακράτηση φόρου στην πηγή, κατανεμημένα ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, θα πρέπει επίσης να αποστέλλονται στον εθνικό φορέα που είναι επιφορτισμένος με την κατάρτιση των στατιστικών σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών.

1.2.   Ύψος των τόκων/εσόδων από πωλήσεις:

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει την εκούσια γνωστοποίηση πληροφοριών βάσει του άρθρου 13, το ποσό των τόκων που καταβάλλονται εντός του εδάφους τους το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 9, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια εγκατάστασης των πραγματικών δικαιούχων.

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει την εκούσια γνωστοποίηση πληροφοριών βάσει του άρθρου 13, το ποσό των προϊόντων από τις πωλήσεις που πραγματοποιούνται στο έδαφός τους το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 9, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων.

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει τον μηχανισμό εκούσιας γνωστοποίησης, το ποσό των τόκων το οποίο αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών, κατανεμημένο ανά είδος καταβαλλόμενων τόκων σύμφωνα με τις κατηγορίες που θεσπίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

Τα δεδομένα σχετικά με τα συνολικά ποσά των τόκων και του προϊόντος από τις πωλήσεις, κατανεμημένα ανά κράτος μέλος κατοικίας των πραγματικών δικαιούχων, πρέπει επίσης να κοινοποιούνται στον εθνικό φορέα που είναι επιφορτισμένος με την κατάρτιση των στατιστικών σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών.

1.3.   Πραγματικός δικαιούχος:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των πραγματικών δικαιούχων που κατοικούν σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και σε εξαρτώμενες και συνδεδεμένες επικράτειες, κατανεμημένος ανά κράτος μέλος ή εξαρτώμενη και συνδεδεμένη επικράτεια κατοικίας.

1.4.   Φορείς πληρωμής:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των φορέων πληρωμής (ανά κράτος μέλος αποστολέα) τους οποίους αφορά η ανταλλαγή πληροφοριών ή η παρακράτηση φόρου στην πηγή για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

1.5.   Φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη:

Για όλα τα κράτη μέλη, ο αριθμός των φορέων πληρωμής κατά την είσπραξη οι οποίοι έχουν λάβει πληρωμές τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4. Το στοιχείο αυτό αφορά τόσο τα κράτη μέλη αποστολείς, στα οποία έχουν καταβληθεί τόκοι σε φορείς πληρωμής κατά την είσπραξη η καταστατική έδρα των οποίων βρίσκεται σε άλλα κράτη μέλη όσο και τα κράτη μέλη παραλήπτες, στο έδαφος των οποίων είναι εγκατεστημένες οντότητες ή νομικά μορφώματα αυτού του είδους.

2.   Τεχνικά στοιχεία

2.1.   Καταχωρίσεις:

Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες ή έχουν επιλέξει τη διάταξη του άρθρου 13 σχετικά με την εκούσια γνωστοποίηση στοιχείων, ο αριθμός των καταχωρίσεων που έχουν αποσταλεί και έχουν παραληφθεί. Κάθε καταχώριση αντιστοιχεί σε μία πληρωμή υπέρ ενός πραγματικού δικαιούχου.

2.2.   Καταχωρίσεις που έχουν υποστεί επεξεργασία ή διόρθωση:

Αριθμός και ποσοστό των άκυρων από συντακτική άποψη καταχωρίσεων που μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των άκυρων από συντακτική άποψη καταχωρίσεων που δεν μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που δεν έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που διορθώθηκαν κατόπιν αιτήσεως·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που διορθώθηκαν αυθορμήτως·

Αριθμός και ποσοστό των καταχωρίσεων που υποβλήθηκαν σε επιτυχή επεξεργασία.

3.   Προαιρετικά στοιχεία:

3.1.

Για τα κράτη μέλη, το ποσό των τόκων που καταβλήθηκε σε οντότητες ή νομικά μορφώματα που αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της εκάστοτε οντότητας.

3.2.

Για τα κράτη μέλη, το ποσό του προϊόντος των πωλήσεων υπέρ οντοτήτων ή νομικών μορφωμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος εγκατάστασης της οντότητας.

3.3.

Τα αντίστοιχα μερίδια των συνολικών ετήσιων φορολογικών εσόδων που παρακρατήθηκαν από τους φορολογούμενους μόνιμους κατοίκους επί των τόκων που τους καταβλήθηκαν από τους εθνικούς φορείς πληρωμής και από ξένους φορείς πληρωμής.».

(1)  Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος για τις εξωτερικές σχέσεις του Γιβραλτάρ, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 355 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης».


Top