EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32012H0798

2012/798/ΕΕ: Σύσταση της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2012 , σχετικά με τη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

OJ L 349, 19.12.2012, p. 72–76 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reco/2012/798/oj

19.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 349/72


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Δεκεμβρίου 2012

σχετικά με τη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2012/798/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 292,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (1), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Μια ανταγωνιστική αγορά θα πρέπει να συμβάλλει στο να παρέχεται στους τελικούς χρήστες ευρύ φάσμα επιλογών όσον αφορά το περιεχόμενο, τις εφαρμογές και τις υπηρεσίες και με την ποιότητα υπηρεσιών που απαιτούν. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να προωθούν την ικανότητα των χρηστών να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και να τις διανέμουν και να χρησιμοποιούν εφαρμογές και υπηρεσίες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, μπορεί να καθορίσουν ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα της υπηρεσίας που πρέπει να επιβληθεί σε κάποια επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών προκειμένου να αποτραπεί η υποβάθμιση της υπηρεσίας και η παρακώλυση ή η επιβράδυνση της κίνησης μέσω δικτύων. Τα προτεινόμενα μέτρα θα πρέπει να είναι δεόντως δικαιολογημένα και αναλογικά σε συνάρτηση με τους στόχους και τις κανονιστικές αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (2). Όταν προτείνουν τα μέτρα αυτά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται από τον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) (3).

(2)

Η Επιτροπή πρέπει να αξιολογεί τα τυχόν προτεινόμενα μέτρα, εξασφαλίζοντας έτσι ότι η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς δεν επηρεάζεται αρνητικά από τις προβλεπόμενες απαιτήσεις. Για το σκοπό αυτό, οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να υποβάλουν στην Επιτροπή σχέδιο μέτρων που θα καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας ή θα τροποποιεί τις ήδη επιβαλλόμενες απαιτήσεις με βάση τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ. Ο μηχανισμός κοινοποίησης δεν πρέπει να συνεπάγεται κανένα περιττό διοικητικό φόρτο για τις εθνικές κανονιστικές αρχές. Τα σχέδια μέτρων που συνεπάγονται την άρση κάθε απαίτησης που είχε προηγουμένως επιβληθεί θα πρέπει, κατά το παρόν στάδιο, να κοινοποιούνται μόνο για λόγους διαφάνειας.

(3)

Για να μπορεί η Επιτροπή να προβεί στην αξιολόγησή της, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να της χορηγούν τα σχέδια μέτρων σε εύθετο χρόνο πριν από τον καθορισμό των σχετικών απαιτήσεων. Αυτό θα πρέπει να γίνεται μέσω κοινοποίησης, στην οποία θα συνοψίζονται οι λόγοι για την ανάληψη δράσης, οι σχεδιαζόμενες απαιτήσεις και ο προτεινόμενος τρόπος δράσης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να συζητήσουν ανεπίσημα με την Επιτροπή τα σχέδια μέτρων τους πριν από την κοινοποίηση στην Επιτροπή.

(4)

Θα πρέπει να παρέχονται ορισμένες ελάχιστες πληροφορίες για τα σχέδια μέτρων, για να επιτρέπεται στην Επιτροπή να διενεργήσει την αξιολόγηση. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη διασφάλισης αποτελεσματικής αξιολόγησης αφενός, και απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών στον μέγιστο δυνατό βαθμό αφετέρου. Για να υποβοηθηθεί το έργο απλούστευσης της αξιολόγησης των κοινοποιημένων σχεδίων μέτρων και να επιταχυνθεί η διαδικασία, θα ήταν σκόπιμο οι εθνικές κανονιστικές αρχές να χρησιμοποιούν τυποποιημένα έντυπα για τις κοινοποιήσεις.

(5)

Όταν η Επιτροπή διατυπώνει παρατηρήσεις ή συστάσεις σχετικά με τα προτεινόμενα μέτρα για τον καθορισμό ή την τροποποίηση των ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λαμβάνουν στο έπακρο υπόψη τις παρατηρήσεις ή τις συστάσεις της Επιτροπής κατά τη λήψη των αποφάσεων για τις απαιτήσεις. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να συμβάλουν στην εξασφάλιση της διαφάνειας μέσω ανακοίνωσης των εγκριθέντων μέτρων, στα οποία συγκαταλέγονται και εκείνα που συνεπάγονται την άρση των απαιτήσεων που είχαν προηγουμένως επιβληθεί.

(6)

Η Επιτροπή, από την πλευρά της, θα πρέπει να δημοσιοποιεί την κοινοποίηση και όλες τις συμπληρωματικές πληροφορίες, καθώς και τις τυχόν παρατηρήσεις ή συστάσεις που έχει διατυπώσει ή την ανακοίνωσή της για ποιο λόγο δεν διατύπωσε παρατηρήσεις ή συστάσεις. Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές από μια εθνική κανονιστική αρχή σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, η Επιτροπή και η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να εξασφαλίζουν αυτόν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ:

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

1.

Σκοπός της παρούσας σύστασης είναι να εξασφαλίζεται η εφαρμογή διαδικασίας συνεκτικής προσέγγισης, υπό συνθήκες πλήρους διαφάνειας και με εξορθολογισμένο τρόπο, όταν οι εθνικές κανονιστικές αρχές σκοπεύουν να θεσπίσουν μέτρα με τα οποία καθορίζονται οι ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ.

2.

Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές κανονιστικές αρχές παρέχουν στην Επιτροπή έγκαιρα:

α)

τα σχέδια μέτρων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ·

β)

τα σχέδια μέτρων με τα οποία τροποποιούνται οι σχετικές απαιτήσεις που είχαν προηγουμένως επιβληθεί·

γ)

τα σχέδια μέτρων με τα οποία αίρεται κάθε τέτοια απαίτηση που είχε προηγουμένως επιβληθεί.

ΟΡΙΣΜΟΙ

3.

Οι όροι που προσδιορίζονται στην οδηγία 2002/21/ΕΚ, στην οδηγία 2002/22/ΕΚ καθώς και σε άλλες ειδικές οδηγίες, χρησιμοποιούνται με την ίδια έννοια στην παρούσα σύσταση. Επιπλέον:

 

ως «κοινοποίηση» νοείται η κοινοποίηση στην Επιτροπή, από μια εθνική κανονιστική αρχή, ενός σχεδίου μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, η οποία συνοδεύεται από το έντυπο κοινοποίησης, όπως προβλέπεται στην παρούσα σύσταση·

 

ως «σχέδια μέτρων» νοούνται τα τυχόν μέτρα που αφορούν τις απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας, προορισμός των οποίων είναι να αποτραπεί η υποβάθμιση της υπηρεσίας και η παρακώλυση ή η επιβράδυνση της κίνησης στα δίκτυα, τα οποία προτίθεται να επιβάλουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές στην επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

4.

Τα σχέδια μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2 πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή μέσω του εντύπου κοινοποίησης που παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Τα σχέδια μέτρων που κοινοποιούνται με τον τρόπο αυτό πρέπει να περιλαμβάνουν τις ακόλουθες πληροφορίες, κατά περίπτωση:

α)

Συνοπτικές πληροφορίες οι οποίες περιλαμβάνουν:

i)

την ταυτότητα της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών στις οποίες εφαρμόζεται το σχέδιο μέτρου·

ii)

περίληψη των λόγων που επιβάλλουν την ανάληψη δράσης·

iii)

τις σχεδιαζόμενες απαιτήσεις που προβλέπεται να επιβληθούν από την εθνική κανονιστική αρχή·

iv)

τον προτεινόμενο τρόπο δράσης·

β)

το σχέδιο μέτρου της εθνικής κανονιστικής αρχής και όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται:

i)

τα συναφή γεγονότα και περιστάσεις της εξεταζόμενης περίπτωσης που προκαλούν τη σχεδιαζόμενη επιβολή ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας για την επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών·

ii)

η αξιολόγηση του προτεινόμενου μέτρου, ιδίως υπό το πρίσμα των στόχων πολιτικής και των κανονιστικών αρχών σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ·

iii)

το προσωρινό χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση των ελάχιστες απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας

iv)

οι ειδικές μέθοδοι που θα χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της εφαρμογής των προαναφερόμενων απαιτήσεων·

v)

τα αποτελέσματα οποιωνδήποτε δημόσιων διαβουλεύσεων που έχουν πραγματοποιηθεί από την εθνική κανονιστική αρχή σχετικά με το προτεινόμενο μέτρο· και

vi)

τη γνώμη που έχει ενδεχομένως διατυπωθεί από την εθνική αρχή ανταγωνισμού.

5.

Οι κοινοποιήσεις πρέπει να γίνονται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο συνοδευόμενες από αίτηση έκδοσης απόδειξης παραλαβής. Τα έγγραφα που αποστέλλονται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο θα θεωρείται ότι έχουν παραληφθεί από τον αποδέκτη κατά την ημέρα της αποστολής τους. Οι κοινοποιήσεις καταχωρίζονται με τη σειρά που παραλαμβάνονται.

6.

Οι κοινοποιήσεις αρχίζουν να ισχύουν από την ημερομηνία κατά την οποία η Αρχή τις καταχωρίζει («ημερομηνία καταχώρισης»). Όλες οι εθνικές κανονιστικές αρχές και ο BEREC ενημερώνονται μέσω του δικτυακού τόπου της Επιτροπής και με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σχετικά με την ημερομηνία καταχώρισης της κοινοποίησης, το αντικείμενο της κοινοποίησης και κάθε δικαιολογητικό έγγραφο που έχει παραληφθεί από την ημερομηνία καταχώρισης της κοινοποίησης, το αντικείμενο της κοινοποίησης και κάθε δικαιολογητικό έγγραφο που έχει παραληφθεί, διασφαλίζοντας παράλληλα τον εμπιστευτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

7.

Οι κοινοποιήσεις συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το έντυπο κοινοποίησης μπορεί να συμπληρώνεται σε επίσημη γλώσσα διαφορετική από εκείνη που χρησιμοποιείται για το σχέδιο μέτρου. Τυχόν παρατηρήσεις ή συστάσεις που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ συντάσσονται στη γλώσσα του κοινοποιηθέντος σχεδίου μέτρου και μεταφράζονται, στο μέτρο του δυνατού, στη γλώσσα που χρησιμοποιείται για το έντυπο κοινοποίησης.

8.

Εφόσον ζητηθεί από μια εθνική κανονιστική αρχή, η Επιτροπή συζητά ανεπίσημα ένα σχέδιο μέτρου πριν από την κοινοποίησή του.

9.

Μια εθνική κανονιστική αρχή δύναται ανά πάσα στιγμή να αποφασίσει να αποσύρει την κοινοποίησή της. Στην περίπτωση αυτή το κοινοποιηθέν μέτρο διαγράφεται από τα μητρώα και η ενδιαφερόμενη εθνική κανονιστική αρχή, όλες οι άλλες εθνικές κανονιστικές αρχές και ο BEREC ενημερώνονται σχετικά. Η Επιτροπή δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στον δικτυακό της τόπο.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ

10.

Σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, ιδίως όταν η Επιτροπή αξιολογεί το σχέδιο μέτρου, όπως προβλέπεται στο σημείο 2 στοιχείο α) ή στο σημείο 2 στοιχείο β), δύναται, αφού εξετάσει όλες τις συναφείς πληροφορίες, να διατυπώσει παρατηρήσεις ή συστάσεις για το σχέδιο μέτρου, ιδίως όταν κρίνει ότι οι προτεινόμενες απαιτήσεις θα επηρέαζαν δυσμενώς τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Η προθεσμία εξέτασης δεν πρέπει να υπερβαίνει τους δύο μήνες από την κοινοποίηση του σχεδίου μέτρου, εκτός εάν συμφωνηθεί κάτι διαφορετικό μεταξύ της Επιτροπής και της εθνικής κανονιστικής αρχής.

11.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 10, εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση του σχεδίου μέτρου:

i)

Η εθνική κανονιστική αρχή ή η Επιτροπή μπορεί να ζητήσουν να παραταθεί η προθεσμία εξέτασης για εύλογο χρονικό διάστημα, ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας της αξιολόγησης· ή

ii)

η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να ζητήσει να συντομευθεί η προθεσμίας εξέτασης, όταν, υπό εξαιρετικές περιστάσεις, θεωρεί ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη ανάληψης δράσης, προκειμένου να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να προστατευθούν τα συμφέροντα των τελικών χρηστών.

Όταν η εθνική κανονιστική αρχή ή η Επιτροπή ζητήσουν να παραταθεί ή να συντομευθεί η δίμηνη προθεσμία εξέτασης που προβλέπεται στο παραπάνω σημείο i) ή ii), πρέπει να αναφέρουν τους λόγους για τους οποίους το ζητούν.

12.

Η διάρκεια των ενδεχόμενων παρεκκλίσεων από τη δίμηνη προθεσμία εξέτασης που αναφέρεται στα σημεία 11 i) και 11 ii) πρέπει να υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από την Επιτροπή και την εθνική κανονιστική αρχή, έχοντας ιδίως ως κριτήριο την περιπλοκότητα της αξιολόγησης και το συμφέρον των τελικών χρηστών και άλλων ενδιαφερομένων φορέων να υπάρχουν σαφείς και προβλέψιμοι κανόνες για την ποιότητα των υπηρεσιών. Όταν ζητείται παράταση της προθεσμίας σύμφωνα με το σημείο 11 i), η συνολική προθεσμία εξέτασης που συμφωνείται δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την κοινοποίηση του σχεδίου μέτρου.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 11, η Επιτροπή, μετά από μια πρώτη εξέταση του σχεδιαζόμενου μέτρου που κοινοποιείται, μπορεί να ενημερώσει την εθνική κανονιστική αρχή για τη συντομευθείσα προθεσμία εξέτασης του ενός μηνός.

13.

Μόλις γίνει αποδεκτή η παρέκκλιση από τη δίμηνη προθεσμία εξέτασης που αναφέρονται στα σημεία 11 και 12, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την οικεία εθνική κανονιστική αρχή, όλες τις άλλες εθνικές κανονιστικές αρχές και τον BEREC, και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στον δικτυακό της τόπο διευκρινίζοντας τη διάρκεια της προθεσμίας εξέτασης που έχει συμφωνηθεί.

14.

Με την επιφύλαξη των παραπάνω σημείων 11 και 12, η Επιτροπή, αφού προβεί στην καταχώριση της κοινοποίησης, δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες ή διευκρινίσεις από την ενδιαφερόμενη εθνική κανονιστική αρχή, προσδιορίζοντας την προθεσμία για την απάντηση. Το χρονικό πλαίσιο της διαδικασίας κοινοποίησης παρατείνεται κατά τον αριθμό των ημερών που έχουν παρέλθει έως τη στιγμή της παραλαβής της απάντησης στο αίτημα παροχής πληροφοριών. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να καταβάλουν κάθε προσπάθεια ώστε να χορηγήσουν εγκαίρως τις ζητούμενες πληροφορίες, εφόσον είναι διαθέσιμες.

15.

Όταν η Επιτροπή διατυπώνει παρατηρήσεις ή συστάσεις σχετικά με τα προτεινόμενα μέτρα για τον καθορισμό ή την τροποποίηση των ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, ενημερώνει σχετικά την οικεία εθνική κανονιστική αρχή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και δημοσιεύει τις παρατηρήσεις ή συστάσεις αυτές στον δικτυακό της τόπο.

16.

Όταν η Επιτροπή δεν έχει διατυπώσει παρατηρήσεις ή συστάσεις, η Επιτροπή ενημερώνει την οικεία εθνική κανονιστική αρχή, όλες τις άλλες εθνικές κανονιστικές αρχές και τον BEREC και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στον δικτυακό της τόπο.

17.

Μια εθνική κανονιστική αρχή δεν επιτρέπεται να εγκρίνει οποιοδήποτε σχέδιο μέτρου σύμφωνα με το σημείο 2 στοιχείο α) ή το σημείο 2 στοιχείο β) πριν από το τέλος της εν λόγω προθεσμίας εξέτασης, που καθορίζεται με βάση τα σημεία 10 έως 12. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δεν διατυπώσει καθόλου παρατηρήσεις ή συστάσεις εντός της δεδομένης χρονικής προθεσμίας κοινοποίησης, η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί να εγκρίνει το κοινοποιηθέν σχέδιο μέτρου. Τα σχέδια μέτρων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) μπορεί να εγκριθούν από τις εθνικές κανονιστικές αρχές, ανά πάσα στιγμή μετά από την κοινοποίηση.

18.

Όταν η εθνική κανονιστική αρχή εγκρίνει μέτρο σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, οφείλει να κοινοποιήσει το εγκριθέν μέτρο στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει κάθε εγκριθέν μέτρο στον δικτυακό της τόπο, με την επιφύλαξη των κανόνων περί εμπιστευτικότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

19.

Σύμφωνα με όσα ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (4), κάθε προθεσμία που αναφέρεται στην παρούσα σύσταση υπολογίζεται ως εξής:

α)

όταν η προθεσμία εκφράζεται σε ημέρες, εβδομάδες ή μήνες υπολογίζεται από τη στιγμή που συμβαίνει ένα συγκεκριμένο γεγονός, ενώ η ημέρα κατά την οποία συμβαίνει το γεγονός αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό της προθεσμίας·

β)

μια προθεσμία που εκφράζεται σε εβδομάδες ή μήνες λήγει μετά την πάροδο της ημέρας η οποία, κατά την τελευταία εβδομάδα ή κατά τον τελευταίο μήνα, είναι η ίδια ημέρα της εβδομάδας ή έχει την ίδια ημερομηνία με την ημέρα κατά την οποία συνέβη το γεγονός από το οποίο υπολογίζεται η προθεσμία. Εάν η περίοδος εκφράζεται σε μήνες και η ημέρα κατά την οποία θα έληγε η προθεσμία δεν υπάρχει κατά το μήνα αυτό, η προθεσμία λήγει μετά την πάροδο της τελευταίας ημέρας του μήνα αυτού·

γ)

οι προθεσμίες περιλαμβάνουν τις επίσημες αργίες, τα Σάββατα και τις Κυριακές·

δ)

ως εργάσιμες ημέρες νοούνται όλες οι ημέρες εκτός από τις επίσημες ή/και δημόσιες αργίες, τα Σάββατα και τις Κυριακές. Όταν η προθεσμία λήγει Σάββατο, Κυριακή ή ημέρα επίσημης αργίας, παρατείνεται έως το τέλος της επόμενης πρώτης εργάσιμης ημέρας. Ο κατάλογος των επίσημων αργιών που καταρτίζεται από την Επιτροπή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από την αρχή κάθε έτους.

20.

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και τον BEREC, παρακολουθεί την εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης. Η Επιτροπή θα εξετάσει την ανάγκη αναθεώρησης της παρούσας σύστασης, εφόσον χρειαστεί, δύο έτη μετά την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

21.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51.

(2)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33.

(3)  Βλέπε BEREC, Guidelines for Quality of Service in the scope of Net Neutrality (κατευθυντήριες γραμμές για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της ουδετερότητας των δικτύων), BoR (12) 32.

(4)  ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Έντυπο κοινοποίησης όσον αφορά σχέδια μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το έντυπο κοινοποίησης προσδιορίζει τις συνοπτικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εθνικές κανονιστικές αρχές στην Επιτροπή κατά την κοινοποίηση σχεδίων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ.

Η Επιτροπή σκοπεύει να συζητά με τις εθνικές κανονιστικές αρχές θέματα που συνδέονται με την εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 3, ιδίως κατά τις συναντήσεις που πραγματοποιούνται πριν από τις κοινοποιήσεις. Κατά συνέπεια, οι εθνικές κανονιστικές αρχές ενθαρρύνονται να συμβουλεύονται την Επιτροπή για κάθε πτυχή του εντύπου κοινοποίησης, και ιδίως όσον αφορά τη φύση των πληροφοριών που οφείλουν να χορηγήσουν ή, αντίθετα, για τη δυνατότητα να απαλλαγούν από την υποχρέωση παροχής ορισμένων πληροφοριών σχετικά με μέτρα που επιβάλλουν ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ.

Είναι σημαντικό να παρέχονται στην Επιτροπή συνοπτικές πληροφορίες στις οποίες συγκαταλέγονται οι εξής: i) Η ταυτότητα της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών που υπόκεινται στο σχέδιο μέτρου· ii) περίληψη των λόγων που επιβάλλουν την ανάληψη δράσης· iii) οι σχεδιαζόμενες απαιτήσεις που προβλέπεται να επιβληθούν από την εθνική κανονιστική αρχή και iv) ο προτεινόμενος τρόπος δράσης.

Το σχέδιο μέτρου της εθνικής κανονιστικής αρχής στο οποίο πρέπει να συμπεριλαμβάνεται επαρκής αιτιολόγηση όσον αφορά τη δικαιολογία και την αναλογικότητα της υιοθέτησης των προτεινόμενων μέτρων σύμφωνα με το σημείο 1 και στο σημείο 2 της παρούσας σύστασης, πρέπει να επισυνάπτεται στο έντυπο κοινοποίησης. Το σχέδιο μέτρου πρέπει να περιλαμβάνει: i) Τα συναφή πραγματικά γεγονότα και τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης που οδήγησαν στη σχεδιαζόμενη επιβολή των ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας για την επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών· ii) την αξιολόγηση του σχεδιαζόμενου μέτρου ιδίως ενόψει των στόχων πολιτικής και των κανονιστικών αρχών που καθορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ· iii) το προσωρινό χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση των ελάχιστων απαιτήσεων ποιότητας της υπηρεσίας και τις ειδικές μεθόδους που θα χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της εφαρμογής των εν λόγω απαιτήσεων· iv) τα αποτελέσματα κάθε προηγούμενης δημόσιας διαβούλευσης που έχει πραγματοποιηθεί από την εθνική κανονιστική αρχή και v) τη γνώμη που έχει ενδεχομένως διατυπωθεί από την εθνική αρχή ανταγωνισμού.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Περιγράψτε συνοπτικά το περιεχόμενο του κοινοποιημένου σχεδίου μέτρου:

 

Αναφέρατε τον κωδικό αριθμό της κοινοποίησης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 3 του προηγουμένως κοινοποιηθέντος σχεδίου μέτρων (εάν υπάρχει):

 

Προσδιορίσετε την επιχείρηση ή επιχειρήσεις στις οποίες επιβάλλονται υποχρεώσεις με το παρόν σχέδιο μέτρου:

 

Περιγράψετε συνοπτικά τους λόγους για την ανάληψη δράσης:

 

Περιγράψετε συνοπτικά τις σχεδιαζόμενες απαιτήσεις:

 

Περιγράψετε συνοπτικά τον προτεινόμενο τρόπο δράσης:

 

Στοιχεία του κοινοποιηθέντος σχεδίου μέτρου (με το σύνδεσμο στο Διαδίκτυο εφόσον υπάρχει):

 


Top