EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32010D0367

2010/367/: Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2010 , για την εφαρμογή από τα κράτη μέλη προγραμμάτων επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών σε πουλερικά και άγρια πτηνά [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 4190] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )

OJ L 166, 1.7.2010, p. 22–32 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 03 Volume 069 P. 168 - 178

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 20/04/2021; καταργήθηκε από 32020R0689 βλ. 32021R0881 άρθ. 1

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2010/367/oj

1.7.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/22


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Ιουνίου 2010

για την εφαρμογή από τα κράτη μέλη προγραμμάτων επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών σε πουλερικά και άγρια πτηνά

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 4190]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/367/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 4,

την οδηγία 2005/94/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με κοινοτικά μέτρα για την καταπολέμηση της γρίπης των πτηνών και την κατάργηση της οδηγίας 92/40/ΕΟΚ (2), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η γρίπη των πτηνών αποτελεί λοιμώδη, ιογενή νόσο των πτηνών, συμπεριλαμβανομένων των πουλερικών. Οι λοιμώξεις από τους ιούς της γρίπης των πτηνών σε κατοικίδια πουλερικά προκαλούν δύο κύριες μορφές της εν λόγω νόσου, οι οποίες διακρίνονται από τη λοιμοτοξικότητά τους. Η χαμηλής παθογονικότητας μορφή της νόσου κατά κανόνα προκαλεί ήπια μόνο συμπτώματα, ενώ η υψηλής παθογονικότητας μορφή της έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλά ποσοστά θνησιμότητας στα περισσότερα είδη πουλερικών. Η εν λόγω νόσος μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην κερδοφορία της πτηνοτροφίας.

(2)

Η οδηγία 2005/94/ΕΚ προβλέπει μέτρα για τον έλεγχο των εστιών, σε πουλερικά και άλλα πτηνά σε αιχμαλωσία, γρίπης των πτηνών υψηλής παθογονικότητας (ΓΠΥΠ) και γρίπης των πτηνών χαμηλής παθογονικότητας (ΓΠΧΠ) που προκαλείται από τους υποτύπους Η5 και Η7 του ιού της γρίπης των πτηνών, όπως ορίζεται στην εν λόγω οδηγία. Η οδηγία 2005/94/ΕΚ προβλέπει επίσης ορισμένα μέτρα πρόληψης σχετικά με την επιτήρηση και την έγκαιρη ανίχνευση των ιών της γρίπης των πτηνών.

(3)

Η οδηγία 2005/94/ΕΚ ορίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν υποχρεωτικά προγράμματα επιτήρησης. Τα εν λόγω προγράμματα επιτήρησης στοχεύουν στην εξακρίβωση της κυκλοφορίας ιών ΓΠΧΠ στα πουλερικά, ειδικότερα όσον αφορά τα είδη υδρόβιων πτηνών, πριν υπάρξει διασπορά στον πληθυσμό των πουλερικών, έτσι ώστε να μπορούν να ληφθούν μέτρα ελέγχου για να αποτραπεί ενδεχομένως μεταλλαγή σε ιό ΓΠΥΠ, εξέλιξη που θα είχε καταστρεπτικές συνέπειες.

(4)

Η οδηγία 2005/94/ΕΚ προβλέπει, επίσης, την εφαρμογή προγραμμάτων επιτήρησης στα άγρια πτηνά που θα βοηθήσουν, με βάση τακτική, επικαιροποιημένη εκτίμηση της επικινδυνότητας, να γίνουν σήμερα γνωστές οι απειλές που οφείλονται στα άγρια πτηνά σε σχέση με κάθε ιό της γρίπης που προέρχεται από πτηνά.

(5)

Η απόφαση 2007/268/ΕΚ της Επιτροπής για την εφαρμογή προγραμμάτων επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών σε πουλερικά και άγρια πτηνά στα κράτη μέλη και για την τροποποίηση της απόφασης 2004/450/ΕΚ (3) εκδόθηκε προκειμένου να καθοριστούν οι κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων επιτήρησης.

(6)

Από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω απόφασης, η αποκτηθείσα εμπειρία από την υλοποίηση των προγραμμάτων επιτήρησης στα κράτη μέλη, η επιστημονική πρόοδος και τα συμπεράσματα της έρευνας δείχνουν ότι ορισμένα είδη πουλερικών και κατηγορίες παραγωγής πουλερικών διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να προσβληθούν από ιούς της γρίπης των πτηνών σε σχέση με άλλα είδη και κατηγορίες, λαμβανομένων επίσης υπόψη της θέσης της εκμετάλλευσης και άλλων παραγόντων κινδύνου.

(7)

Η απειλή της εισαγωγής του ιού ΓΠΥΠ του υποτύπου Η5Ν1 από τη Νοτιοανατολική Ασία στην Ευρώπη μέσω της εξάπλωσής του προς τα δυτικά το 2005 επίσπευσε την υιοθέτηση πρόσθετων μέτρων με στόχο την ετοιμότητα και την έγκαιρη ανίχνευση του συγκεκριμένου τύπου του ιού στα πουλερικά και τα άγρια πτηνά.

(8)

Η απόφαση 2005/731/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2005, για τον καθορισμό πρόσθετων απαιτήσεων για την επιτήρηση της γρίπης των ορνίθων στα άγρια πτηνά (4) προβλέπει ότι τα κράτη μέλη προβαίνουν στις κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τυχόν μη φυσιολογική θνησιμότητα ή αξιοσημείωτες εστίες νόσου για τα άγρια πτηνά και ιδίως τα υδρόβια άγρια πτηνά. Πρέπει επίσης να πραγματοποιείται δειγματοληψία και εργαστηριακές δοκιμές για τον ιό της γρίπης των πτηνών.

(9)

Είναι σκόπιμο οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην απόφαση 2005/731/ΕΚ να περιληφθούν στην παρούσα απόφαση.

(10)

Από το 2006 ως το 2009, περισσότερα από 350 000 άγρια πτηνά έχουν επιλεγεί για δειγματοληψία και έχουν δοκιμαστεί για τη γρίπη των πτηνών. Κατά μέσον όρο, η επιτήρηση στα κράτη μέλη πραγματοποιήθηκε με δειγματοληψία σε ζώντα πτηνά στο 75 % των περιπτώσεων και με δειγματοληψία σε ασθενή ή νεκρά πτηνά στο 25 % των περιπτώσεων.

(11)

Περισσότερα από 1 000 νεκρά ή άρρωστα πτηνά βρέθηκαν θετικά στη δοκιμή για ΓΠΥΠ του υποτύπου Η5Ν1, ενώ μόνο πέντε πτηνά περίπου που συμμετείχαν στο δείγμα ως υγιή ζώντα πτηνά βρέθηκαν θετικά στον ιό κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου διάρκειας τεσσάρων ετών. Οι υποτύποι ΓΠΧΠ απομονώθηκαν σχεδόν αποκλειστικά από τα δείγματα που λήφθηκαν από ζώντα πτηνά.

(12)

Τα συμπεράσματα που περιέχονται στις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την επιτήρηση της γρίπης των πτηνών (5) στην Ένωση, οι οποίες συντάσσονται από το εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ (EURL) για τη γρίπη των πτηνών, οι επιστημονικές γνώμες της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια Τροφίμων (ΕΑΑΤ) (6)  (7)  (8) και το έργο της πρόσφατα συσταθείσας ομάδας εργασίας για την επιτήρηση ζωονόσων (TFADS) έχουν δείξει ότι πρέπει να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις στη σημερινή στρατηγική επιτήρησης των πουλερικών και των άγριων πτηνών με στόχο να εδραιωθεί μια προσέγγιση βάσει επικινδυνότητας, η οποία θεωρείται η καταλληλότερη στρατηγική επιτήρησης για την ενημέρωση των αρμόδιων αρχών όσον αφορά την πρόληψη και τον έλεγχο των νόσων, με στόχο την προστασία των εκμεταλλεύσεων πουλερικών και άλλων πτηνών σε αιχμαλωσία.

(13)

Η επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας θα πρέπει να συμπληρώνει τα συστήματα έγκαιρης ανίχνευσης της γρίπης των πτηνών στα πουλερικά, όπως τα συστήματα που προβλέπονται στο άρθρο 2 της απόφασης 2005/734/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2005, για τη θέσπιση μέτρων βιοασφάλειας με σκοπό τη μείωση του κινδύνου μετάδοσης της υψηλής παθογονικότητας γρίπης των πτηνών, που προκαλείται από τον υπότυπο H5N1 του ιού της γρίπης τύπου A, από τα άγρια πτηνά στα πουλερικά και σε άλλα πτηνά σε αιχμαλωσία, καθώς και για την πρόβλεψη συστήματος έγκαιρης ανίχνευσης στις ιδιαίτερα ευπρόσβλητες περιοχές (9), καθώς και στο κεφάλαιο ΙΙ σημείο 2 του παραρτήματος της απόφασης 2006/437/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2006, για την έγκριση διαγνωστικού εγχειριδίου για τη γρίπη των πτηνών όπως προβλέπεται στην οδηγία 2005/94/ΕΚ του Συμβουλίου (10).

(14)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για την επιτήρηση της γρίπης των πτηνών στα πουλερικά και τα άγρια πτηνά που ορίζονται στην απόφαση 2007/268/ΕΚ θα πρέπει, επομένως, να αναθεωρηθούν, βάσει της πείρας και των επιστημονικών στοιχείων που έχουν αποκτηθεί, και να αντικατασταθούν από τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στην παρούσα απόφαση.

(15)

Για λόγους συνέπειας της ενωσιακής νομοθεσίας, η δειγματοληψία και οι εργαστηριακές δοκιμές θα πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στην απόφαση 2006/437/ΕΚ, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.

(16)

Για λόγους συνέπειας της ενωσιακής νομοθεσίας, κατά την εφαρμογή των προγραμμάτων επιτήρησης σε άγρια πτηνά θα πρέπει να τηρούνται πλήρως οι απαιτήσεις της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (11) ειδικότερα όσον αφορά τις διαδικασίες σχεδιασμού και τις διαδικασίες δειγματοληψίας που περιγράφονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος 1 τμήματα 2 και 3 της παρούσας απόφασης.

(17)

Οι αποφάσεις 2005/731/ΕΚ και 2007/268/ΕΚ καταργούνται.

(18)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στις κατάλληλες ρυθμίσεις με τις οργανώσεις παρατήρησης και δακτυλίωσης των άγριων πτηνών, με τις οργανώσεις των κυνηγών και με άλλες σχετικές οργανώσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι πρέπει να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές χωρίς καθυστέρηση τυχόν μη φυσιολογική θνησιμότητα ή αξιοσημείωτες εστίες νόσου που εκδηλώνονται σε άγρια πτηνά και ειδικότερα υδρόβια άγρια πτηνά.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, αμέσως μετά την παραλαβή από την αρμόδια αρχή οποιασδήποτε κοινοποίησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 1, και όταν δεν εντοπίζεται άλλη σαφής αιτία νόσου εκτός από τη γρίπη των πτηνών, η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε:

α)

να λαμβάνονται κατάλληλα δείγματα από νεκρά πτηνά και, αν είναι δυνατόν, από άλλα πτηνά που ήρθαν σε επαφή με τα νεκρά πτηνά·

β)

τα δείγματα αυτά να υποβάλλονται σε εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση του ιού της γρίπης των πτηνών.

2.   Οι διαδικασίες δειγματοληψίας και δοκιμών διενεργούνται σύμφωνα με τα κεφάλαια ΙΙ έως VIII του διαγνωστικού εγχειριδίου για τη γρίπη των πτηνών που εγκρίθηκε με την απόφαση 2006/437/ΕΚ.

3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση σε περίπτωση εργαστηριακών δοκιμών, που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), με θετικά αποτελέσματα για τον υψηλής παθογονικότητας ιό της γρίπης των πτηνών (ΥΠΓΠ).

Άρθρο 3

Τα προγράμματα επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών στα πουλερικά και τα άγρια πτηνά που πρόκειται να εφαρμοστούν από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/94/ΕΚ, συμμορφώνονται με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στα παραρτήματα I και II της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων που προβλέπονται στη ενωσιακή νομοθεσία, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι όλα τα θετικά και αρνητικά αποτελέσματα τόσο της ορολογικής όσο και της ιολογικής διερεύνησης για τη γρίπη των πτηνών τα οποία προκύπτουν στο πλαίσιο προγραμμάτων επιτήρησης για τα πουλερικά και τα άγρια πτηνά, αναφέρονται κάθε έξι μήνες στην Επιτροπή. Τα αποτελέσματα υποβάλλονται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος της Επιτροπής κάθε χρόνο μέχρι τις 31 Ιουλίου για τους προηγούμενους έξι μήνες (από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 30 Ιουνίου) και μέχρι τις 31 Ιανουαρίου για τους προηγούμενους έξι μήνες (από την 1η Ιουλίου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου).

Άρθρο 5

Οι αποφάσεις 2005/731/ΕΚ και 2007/268/ΕΚ καταργούνται.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 25 Ιουνίου 2010.

Για την Επιτροπή

John DALLI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29.

(2)  ΕΕ L 10 της 14.1.2006, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 115 της 3.5.2007, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 274 της 20.10.2005, σ. 93.

(5)  Ιστοχώρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: http://ec.europa.eu/food/animal/diseases/controlmeasures/avian/eu_resp_surveillance_en.htm

(6)  EFSA Journal (2005) 266, 1-21·Scientific Opinion on Animal health and welfare aspects of Avian Influenza (Επιστημονική γνώμη σχετικά με την υγεία των ζώων και ορισμένες πτυχές της καλής μεταχείρισης των ζώων που συνδέονται με τη γρίπη των πτηνών).

(7)  EFSA Journal (2008) 715, 1-161, Scientific Opinion on Animal health and welfare aspects of avian influenza and the risks of its introduction into the EU poultry holdings (Επιστημονική γνώμη σχετικά με την υγεία των ζώων και ορισμένες πτυχές της καλής μεταχείρισης των ζώων που συνδέονται με τη γρίπη των πτηνών και τους κινδύνους από την εισαγωγή της στις εκμεταλλεύσεις πουλερικών της ΕΕ).

(8)  EFSA Journal (2006) 357, 1-46, Opinion on Migratory birds and their possible role in the spread of highly pathogenic Avian Influenza (Γνώμη σχετικά με τα αποδημητικά πτηνά και τον ενδεχόμενο ρόλο τους στην εξάπλωση της γρίπης των πτηνών υψηλής παθογονικότητας).

(9)  ΕΕ L 274 της 20.10.2005, σ. 105.

(10)  ΕΕ L 237 της 31.8.2006, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 20 της 26.1.2010, σ. 7.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή προγραμμάτων επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών στα πουλερικά

1.   Στόχοι των προγραμμάτων επιτήρησης

Στόχος των προγραμμάτων επιτήρησης της γρίπης των πτηνών στα πουλερικά είναι να ενημερώνονται οι αρμόδιες αρχές για την κυκλοφορία του ιού της γρίπης των πτηνών με σκοπό τον έλεγχο της νόσου σύμφωνα με την οδηγία 2005/94/ΕΚ μέσω της ετήσιας ανίχνευσης στο πλαίσιο της ενεργητικής επιτήρησης για:

α)

τη γρίπη των πτηνών χαμηλής παθογονικότητας (ΓΠΧΠ) των υποτύπων H5 και H7 σε ορνιθοειδή (συγκεκριμένα, κοτόπουλα, γαλοπούλες, φραγκόκοτες, φασιανούς, πέρδικες και ορτύκια) και στρουθιονίδες, κατά τρόπο ώστε να συμπληρώνονται άλλα υπάρχοντα συστήματα έγκαιρης ανίχνευσης·

β)

τη ΓΠΧΠ των υποτύπων H5 και H7 και τη γρίπη των πτηνών υψηλής παθογονικότητας (ΓΠΥΠ) στα κατοικίδια υδρόβια πτηνά (συγκεκριμένα, πάπιες, χήνες και πρασινοκεφαλόπαπιες για την ανανέωση των αποθεμάτων θηραμάτων)·

2.   Σχεδιασμός της επιτήρησης

Διενεργείται δειγματοληψία και ορολογικές δοκιμές σε εκμεταλλεύσεις πουλερικών προκειμένου να ανιχνευθεί η παρουσία αντισωμάτων στη γρίπη των πτηνών, όπως ορίζεται στην οδηγία 2005/94/ΕΚ.

Η ενεργητική αυτή επιτήρηση συμπληρώνει τα συστήματα έγκαιρης ανίχνευσης που υπάρχουν ήδη στα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται στην απόφαση 2005/734/ΕΚ και στο κεφάλαιο ΙΙ του διαγνωστικού εγχειριδίου για τη γρίπη των πτηνών που εγκρίθηκε με την απόφαση 2006/437/ΕΚ της Επιτροπής («το διαγνωστικό εγχειρίδιο»)· ειδικότερα, τα συστήματα που εφαρμόζονται σε εκμεταλλεύσεις πουλερικών που θεωρούνται περισσότερο ευπρόσβλητες από τη γρίπη των πτηνών.

Υπάρχουν δύο διεθνώς αναγνωρισμένες βασικές μέθοδοι επιτήρησης για τις ζωονόσους: α) η επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας και β) η επιτήρηση βάσει αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας.

2.1.   Επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας (RBS)

Η επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας είναι η προτιμώμενη μέθοδος για τη διενέργεια της επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών, με τρόπο στοχευμένο και αποδοτικό.

Τα κράτη μέλη που επιλέγουν αυτή τη μέθοδο προσδιορίζουν τους σχετικούς διαύλους κινδύνου λοίμωξης για τα σμήνη πουλερικών καθώς και το πλαίσιο της δειγματοληψίας για τις εκμεταλλεύσεις πουλερικών που έχουν χαρακτηριστεί ως ιδιαίτερα ευπρόσβλητες από τη γρίπη των πτηνών.

Ο κατάλογος των κριτηρίων και των παραγόντων κινδύνου που παρατίθεται στο τμήμα 4.1 δεν είναι εξαντλητικός, ωστόσο, αποτελεί μια ένδειξη για τον τρόπο στοχοθέτησης της δειγματοληψίας και των δοκιμών για τα είδη πουλερικών και τις κατηγορίες παραγωγής πουλερικών στα διαφορετικά συστήματα εκτροφής. Ανάλογα με την επιμέρους κατάσταση της υγείας των ζώων στο οικείο κράτος μέλος, ίσως χρειαστεί να σταθμιστούν διαφορετικά.

2.2.   Επιτήρηση βάσει αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας

Αν ένα κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει, με βάση επαρκή στοιχεία, τους διαύλους κινδύνου λοίμωξης για τα σμήνη πουλερικών στην επικράτειά του, εφαρμόζει την επιτήρηση με βάση ένα σύστημα αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας. Ανάλογα με τα είδη των πουλερικών, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για τη δειγματοληψία πρέπει να αντιστοιχεί στους αριθμούς που παρατίθενται στους πίνακες 1 και 2.

Η δειγματοληψία για τις ορολογικές δοκιμές για τη γρίπη των πτηνών διενεργείται σε όλη την επικράτεια του κράτους μέλους, έτσι ώστε τα δείγματα να μπορούν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά για όλο το κράτος μέλος.

3.   Πληθυσμοί-στόχος

Η Στο πρόγραμμα επιτήρησης περιλαμβάνεται δειγματοληψία από τα ακόλουθα είδη πουλερικών και κατηγοριών παραγωγής:

α)

ωοτόκες όρνιθες·

β)

ωοτόκες όρνιθες ελεύθερης βοσκής·

γ)

κοτόπουλα αναπαραγωγής·

δ)

γαλοπούλες αναπαραγωγής·

ε)

πάπιες αναπαραγωγής·

στ)

χήνες αναπαραγωγής·

ζ)

γαλοπούλες πάχυνσης·

η)

πάπιες πάχυνσης·

θ)

χήνες πάχυνσης·

ι)

εκτρεφόμενα πτερωτά θηράματα (ορνιθοειδή) με επίκεντρο τα ενήλικα πτηνά, όπως τα πτηνά αναπαραγωγής·

ια)

εκτρεφόμενα πτερωτά θηράματα (υδρόβια πτηνά)·

ιβ)

στρουθιονίδες.

Στις ακόλουθες συγκεκριμένες εξαιρετικές περιστάσεις, μπορούν επίσης να περιληφθούν οι ακόλουθες κατηγορίες πουλερικών:

ιγ)

κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής, αλλά μόνο όταν: i) διατηρούνται, σε σημαντικό αριθμό, σε παραγωγή ελεύθερης βοσκής και ii) θεωρείται ότι διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο λοίμωξης από τη γρίπη των πτηνών·

ιδ)

οικόσιτα σμήνη: διαδραματίζουν γενικά δευτερεύοντα ρόλο στην κυκλοφορία και τη διασπορά ιών και η δειγματοληψία τους απαιτεί σημαντικούς πόρους· ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη τα οικόσιτα σμήνη ενδέχεται να αποτελούν υψηλότερο κίνδυνο λοίμωξης από τη γρίπη των πτηνών λόγω της παρουσίας τους σε σημαντικούς αριθμούς, της εγγύτητάς τους με τις εμπορικές εκμεταλλεύσεις πουλερικών, της συμμετοχής τους στο τοπικό/περιφερειακό εμπόριο και λόγω άλλων κριτηρίων και παραγόντων κινδύνου όπως αναφέρονται στο τμήμα 4.1, ειδικότερα όσον αφορά τη σύνθεση ανά είδος.

Εντούτοις, όταν παρέχεται μια πλήρως τεκμηριωμένη αιτιολόγηση όσον αφορά το επίπεδο επικινδυνότητας για μια κατηγορία παραγωγής πουλερικών (όπως τα κοτόπουλα αναπαραγωγής που εκτρέφονται σε συνθήκες υψηλής βιοασφάλειας), τότε μπορούν και να εξαιρεθούν από τη δειγματοληψία.

4.   Μέθοδος επιτήρησης βάσει επικινδυνότητας

Η επιλογή για την επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας πρέπει να βασιστεί σε μια αξιολόγηση σε επίπεδο κρατών μελών, κατά την οποία εξετάζονται τουλάχιστον τα ακόλουθα κριτήρια και οι παράγοντες επικινδυνότητας:

4.1.   Κριτήρια και παράγοντες επικινδυνότητας

4.1.1.   Κριτήρια και παράγοντες επικινδυνότητας για την εισαγωγή ιών στις εκμεταλλεύσεις πουλερικών λόγω της άμεσης ή έμμεσης έκθεσης στα άγρια πτηνά, ιδιαίτερα στα πτηνά που ταυτοποιούνται ως «στοχευόμενα είδη»

α)

Η τοποθεσία της εκμετάλλευσης πουλερικών όσον αφορά την εγγύτητα με υγρότοπους, νερόλακκους, έλη, λίμνες, ποταμούς ή θαλάσσιες ακτές όπου ενδέχεται να συγκεντρώνονται άγρια υδρόβια αποδημητικά πτηνά.

β)

Η τοποθεσία της εκμετάλλευσης πουλερικών σε περιοχές με υψηλή πυκνότητα αποδημητικών άγριων πτηνών, ειδικότερα εκείνων των πτηνών που χαρακτηρίζονται ως «στοχευόμενα είδη» για την ανίχνευση του ιού ΓΠΥΠ H5N1 και απαριθμούνται στο μέρος 2 του παραρτήματος ΙΙ.

γ)

Η τοποθεσία της εκμετάλλευσης πουλερικών όσον αφορά την εγγύτητα με τους τόπους ανάπαυσης και αναπαραγωγής των αποδημητικών άγριων υδρόβιων πτηνών, ειδικότερα όταν αυτοί οι τόποι συνδέονται, μέσω των μετακινήσεων των αποδημητικών πτηνών, με τις περιοχές όπου είναι γνωστό ότι ο ιός ΓΠΥΠ Η5Ν1 προσβάλλει τα άγρια πτηνά ή τα πουλερικά.

δ)

Οι εκμεταλλεύσεις πουλερικών ελεύθερης βοσκής, ή οι εκμεταλλεύσεις πουλερικών όπου τα πουλερικά ή άλλα πτηνά σε αιχμαλωσία φυλάσσονται σε υπαίθριους χώρους οποιασδήποτε εγκατάστασης όπου δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί επαρκώς η επαφή με άγρια πτηνά.

ε)

Χαμηλό επίπεδο βιοασφάλειας στην εκμετάλλευση πουλερικών, μεταξύ άλλων και στη μέθοδο αποθήκευσης των ζωοτροφών και στη χρήση επιφανειακών υδάτων.

4.1.2.   Κριτήρια και παράγοντες επικινδυνότητας όσον αφορά τη διασπορά του ιού μέσα στην εκμετάλλευση πουλερικών και μεταξύ εκμεταλλεύσεων πουλερικών, καθώς επίσης και συνέπειες (αντίκτυπος) της διασποράς της γρίπης των πτηνών από τα πουλερικά στα πουλερικά και μεταξύ εκμεταλλεύσεων πουλερικών.

α)

Η παρουσία περισσότερων του ενός είδους πουλερικών στην ίδια εκμετάλλευση πουλερικών, ειδικότερα η παρουσία οικόσιτων παπιών και χηνών μαζί με άλλα είδη πουλερικών.

β)

Το είδος της παραγωγής πουλερικών και τα είδη πουλερικών στην εκμετάλλευση που, σύμφωνα με τα στοιχεία επιτήρησης, παρουσιάζουν μεγαλύτερο ποσοστό ανίχνευσης της λοίμωξης από τη γρίπη των πτηνών στο κράτος μέλος, όπως οι εκμεταλλεύσεις παπιών και πουλερικών που προορίζονται για την ανανέωση των αποθεμάτων θηραμάτων (ειδικά των εκτρεφόμενων πρασινοκέφαλων παπιών).

γ)

Η τοποθεσία της εκμετάλλευσης πουλερικών σε περιοχές με υψηλή πυκνότητα εκμεταλλεύσεων πουλερικών.

δ)

Εμπορικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών και της σχετικής έντασης της κινητικότητας, άμεσης και έμμεσης, των πουλερικών καθώς και άλλων παραγόντων περιλαμβανομένων των οχημάτων, του εξοπλισμού και των προσώπων.

ε)

Η παρουσία κατηγοριών μακρόβιων πουλερικών και ομάδων πουλερικών διαφόρων ηλικιών στην εκμετάλλευση (όπως τα ωοτόκα πουλερικά).

4.2.   Στοχοθέτηση των πληθυσμών σε κίνδυνο

Το επίπεδο στοχοθέτησης πρέπει να απεικονίζει τον αριθμό και τη στάθμιση των παραγόντων επικινδυνότητας σε τοπικό επίπεδο στην εκμετάλλευση πουλερικών.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξετάσει άλλους παράγοντες επικινδυνότητας στην αξιολόγησή της κατά το σχεδιασμό της επιτήρησης και πρέπει να γίνει η κατάλληλη αναφορά και αιτιολόγηση στο πρόγραμμα επιτήρησής της.

4.3.   Στοχοθέτηση των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για δειγματοληψία

Οι πίνακες 1 και 2 μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βάση προκειμένου να καθοριστεί ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για δειγματοληψία ανάλογα με την επικινδυνότητα του πληθυσμού.

5.   Μέθοδος αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας

Όταν πραγματοποιείται αντιπροσωπευτική δειγματοληψία όπως αναφέρεται στο τμήμα 2.2, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται υπολογίζεται με βάση τα αριθμητικά στοιχεία στους πίνακες 1 και 2, ανάλογα με τα είδη των πουλερικών που βρίσκονται στην εκμετάλλευση.

5.1.   Αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για να υποβληθούν σε ορολογικές δοκιμές για τη γρίπη των πτηνών

5.1.1.   Αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών (εκτός από τις εκμεταλλεύσεις με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες) που επιλέγονται για δειγματοληψία

Για κάθε κατηγορία παραγωγής πουλερικών, εκτός από την παραγωγή παπιών, χηνών και πρασινοκεφαλόπαπιων, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για το δείγμα καθορίζεται έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η ταυτοποίηση τουλάχιστον μιας προσβληθείσας εκμετάλλευσης πουλερικών, εάν ο επιπολασμός των εκμεταλλεύσεων που έχουν προσβληθεί είναι τουλάχιστον 5 %, με διάστημα εμπιστοσύνης 95 %.

Η δειγματοληψία πραγματοποιείται σύμφωνα με τον πίνακα 1:

Πίνακας 1

Αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών (εκτός από τις εκμεταλλεύσεις με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες) που επιλέγονται για δειγματοληψία σε κάθε κατηγορία παραγωγής πουλερικών

Αριθμός των εκμεταλλεύσεων ανά κατηγορία πουλερικών ανά κράτος μέλος

Αριθμός των εκμεταλλεύσεων πουλερικών που επιλέγονται για δειγματοληψία

Έως 34

Όλες

35-50

35

51-80

42

81-250

53

> 250

60

5.1.2.   Αριθμός των εκμεταλλεύσεων με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες που επιλέγονται για δειγματοληψία  (1)

Ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες που επιλέγονται για τη δειγματοληψία καθορίζεται με σκοπό να εξασφαλιστεί η ταυτοποίηση τουλάχιστον μιας προσβληθείσας εκμετάλλευσης πουλερικών εάν ο επιπολασμός των εκμεταλλεύσεων που έχουν προσβληθεί είναι τουλάχιστον 5 %, με διάστημα εμπιστοσύνης 99 %.

Η δειγματοληψία πραγματοποιείται σύμφωνα με τον πίνακα 2:

Πίνακας 2

Αριθμός των εκμεταλλεύσεων παπιών, χηνών και πρασινοκέφαλων παπιών που επιλέγονται για δειγματοληψία

Αριθμός των εκμεταλλεύσεων με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες ανά κράτος μέλος

Αριθμός εκμεταλλεύσεων με πάπιες, χήνες και πρασινοκέφαλες πάπιες που επιλέγονται για δειγματοληψία

Έως 46

Όλες

47-60

47

61-100

59

101-350

80

> 350

90

5.2.   Αριθμός πουλερικών (πτηνών) που επιλέγονται για δειγματοληψία στην εκμετάλλευση πουλερικών

Τα στοιχεία που αναφέρονται στα σημεία 5.2.1 και 5.2.2 εφαρμόζονται σε εκμεταλλεύσεις πουλερικών που επιλέγονται για δειγματοληψία σύμφωνα με την επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας και αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας.

5.2.1.   Αριθμός πτηνών (εκτός από πάπιες, χήνες και πρασινοκεφαλόπαπιες) που επιλέγονται για δειγματοληψία στην εκμετάλλευση πουλερικών

Ο αριθμός των πτηνών που επιλέγονται για δειγματοληψία στην εκμετάλλευση πουλερικών καθορίζεται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται 95 % πιθανότητα ταυτοποίησης τουλάχιστον ενός οροθετικού πτηνού, εάν ο επιπολασμός των οροθετικών πτηνών είναι ≥ 30 %.

Τα δείγματα αίματος για την ορολογική εξέταση συλλέγονται από όλες τις κατηγορίες παραγωγής πουλερικών και τα είδη πουλερικών από τουλάχιστον 5 έως 10 πτηνά (εκτός από πάπιες, χήνες και πρασινοκεφαλόπαπιες) ανά εκμετάλλευση πουλερικών, και από τις διάφορες εγκαταστάσεις, εάν υπάρχουν περισσότερες από μία στην εκμετάλλευση.

Σε περίπτωση διάφορων εγκαταστάσεων, τα δείγματα λαμβάνονται από τουλάχιστον πέντε πτηνά ανά εγκατάσταση.

5.2.2.   Αριθμός παπιών, χηνών και πρασινοκέφαλων παπιών που επιλέγονται για δειγματοληψία στην εκμετάλλευση

Ο αριθμός παπιών, χηνών και πρασινοκεφαλόπαπιων που επιλέγονται για δειγματοληψία στην εκμετάλλευση πουλερικών καθορίζεται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται 95 % πιθανότητα ταυτοποίησης τουλάχιστον ενός οροθετικού πτηνού για τη γρίπη των πτηνών, εάν ο επιπολασμός των οροθετικών πτηνών είναι ≥ 30 %.

Είκοσι δείγματα αίματος (2) λαμβάνονται για ορολογικές δοκιμές από κάθε επιλεγμένη εκμετάλλευση πουλερικών.

6.   Διαδικασίες δειγματοληψίας για ορολογικές δοκιμές

Το χρονικό διάστημα για τη δειγματοληψία στην εκμετάλλευση πουλερικών συμπίπτει με την εποχιακή παραγωγή για κάθε κατηγορία παραγωγής πουλερικών, και η δειγματοληψία μπορεί επίσης να εκτελεσθεί στο σφαγείο. Αυτή η πρακτική δειγματοληψίας δεν πρέπει να υπονομεύσει τη στοχοθετημένη προσέγγιση βάσει επικινδυνότητας σύμφωνα με τα κριτήρια και τους παράγοντες επικινδυνότητας που απαριθμούνται στο τμήμα 4.1.

Προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η αποδοτικότητα και να αποφευχθεί η είσοδος περιττών προσώπων στις εκμεταλλεύσεις πουλερικών, η δειγματοληψία, όταν είναι δυνατόν, συνδυάζεται με τη δειγματοληψία για άλλους σκοπούς, όπως στο πλαίσιο του ελέγχου σαλμονελών και μυκοπλασμάτων. Ωστόσο, ένας τέτοιος συνδυασμός δεν πρέπει να υποσκάπτει τις απαιτήσεις για την επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας.

7.   Δειγματοληψία για ιολογικές δοκιμές

Η δειγματοληψία για τις ιολογικές δοκιμές για τη γρίπη των πτηνών δεν χρησιμοποιείται ως εναλλακτική λύση για τις ορολογικές δοκιμές και πρέπει να εκτελείται μόνο στο πλαίσιο διερεύνησης που αποσκοπεί να δοθεί συνέχεια στα θετικά αποτελέσματα των ορολογικών δοκιμών για τη γρίπη των πτηνών.

8.   Συχνότητα και περίοδος για τις δοκιμές

Η δειγματοληψία των εκμεταλλεύσεων πουλερικών πραγματοποιείται σε ετήσια βάση. Ωστόσο, βάσει μιας εκτίμησης επικινδυνότητας, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να διενεργούν συχνότερα τη δειγματοληψία και τις δοκιμές. Η σχετική αιτιολόγηση πρέπει να παρατίθεται λεπτομερώς στο πρόγραμμα επιτήρησης.

Η δειγματοληψία πραγματοποιείται σύμφωνα με το εγκεκριμένο πρόγραμμα επιτήρησης από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του έτους εφαρμογής του προγράμματος.

9.   Εργαστηριακές δοκιμές

Οι δοκιμές των δειγμάτων πραγματοποιούνται στα εθνικά εργαστήρια αναφοράς (ΕΕ) για τη γρίπη των πτηνών στα κράτη μέλη ή σε άλλα εργαστήρια που είναι εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές και τελούν υπό τον έλεγχο των ΕΕ.

Οι εργαστηριακές δοκιμές πραγματοποιούνται σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο που καθορίζει τις διαδικασίες για την επιβεβαίωση και τη διαφορική διάγνωση της γρίπης των πτηνών.

Ωστόσο, εάν ένα κράτος μέλος επιθυμεί να χρησιμοποιήσει εργαστηριακές δοκιμές που δεν καθορίζονται στο διαγνωστικό εγχειρίδιο, ούτε περιγράφονται στο εγχειρίδιο των διαγνωστικών δοκιμών και εμβολίων για τα χερσαία ζώα του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών (Ο.I.E.), οι δοκιμές αυτές πρέπει πρώτα να κριθούν κατάλληλες για το σκοπό αυτό από το εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ με βάση επικυρωμένα στοιχεία, πριν χρησιμοποιηθούν.

Όλα τα οροθετικά ευρήματα επιβεβαιώνονται από τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς με δοκιμή αναστολής της αιμοσυγκόλλησης, με τη χρήση προσδιορισμένων στελεχών τα οποία προμηθεύει το εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ:

α)

για τον υποτύπο H5:

i)

αρχική δοκιμή με τη χρήση teal/England/7894/06 (H5N3)·

ii)

δοκιμή για όλα τα θετικά δείγματα με chicken/Scotland/59(H5N1) για την εξάλειψη των αντισωμάτων διασταυρούμενης αντίδρασης N3·

β)

για τον υποτύπο H5:

i)

αρχική δοκιμή με τη χρήση turkey/England/647/77 (H7N7)·

ii)

δοκιμή για όλα τα θετικά δείγματα με African starling/983/79 (H7N1) για την εξάλειψη των αντισωμάτων διασταυρούμενης αντίδρασης N7.

Πρέπει να δοθεί συνέχεια σε όλα τα θετικά ορολογικά ευρήματα στην εκμετάλλευση πουλερικών με επιδημιολογικές έρευνες και περαιτέρω δειγματοληψία για τις δοκιμές με ιολογικές μεθόδους προκειμένου να καθοριστεί, αν η εκμετάλλευση πουλερικών έχει προσβληθεί από την ενεργό λοίμωξη του ιού της γρίπης των πουλερικών. Τα συμπεράσματα όλων αυτών των ερευνών αναφέρονται στην Επιτροπή.

Όλα τα απομονώματα ιών της γρίπης των πτηνών υποβάλλονται στο εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, σύμφωνα με τις λειτουργίες και τα καθήκοντα των εθνικών εργαστηρίων αναφοράς όπως καθορίζονται στο παράρτημα VIII της οδηγίας 2005/94/ΕΚ, εκτός αν χορηγηθεί παρέκκλιση σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο δ) του κεφαλαίου V του διαγνωστικού εγχειριδίου. Οι ιοί του υποτύπου H5/H7 υποβάλλονται στο εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ χωρίς καθυστέρηση και υπόκεινται σε συνήθεις δοκιμές χαρακτηρισμού (αλληλουχία νουκλεοτιδίων/IVPI) σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο.

Χρησιμοποιούνται τα συγκεκριμένα πρωτόκολλα που προβλέπονται από το εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ για την υποβολή δειγμάτων και διαγνωστικού υλικού. Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι υπάρχει καλή ανταλλαγή των πληροφοριών μεταξύ του εργαστηρίου αναφοράς της ΕΕ και του ΕΕΑ.


(1)  Εφαρμόζεται υψηλότερο επίπεδο εμπιστοσύνης στην ανίχνευση των εκμεταλλεύσεων παπιών και χηνών με θετικά αποτελέσματα στις δοκιμές λόγω των στοιχείων ότι οι προσβληθείσες εκμεταλλεύσεις παπιών και χηνών είναι λιγότερο πιθανό σε σχέση με τα ορνιθοειδή να ανιχνευτούν μέσω προγραμμάτων παθητικής ή σαρωτικής επιτήρησης.

(2)  Είναι αναγκαίο να αυξηθεί το μέγεθος του δείγματος σε σχέση με το σημείο 5.2.1. λόγω της χαμηλότερης ευαισθησίας της δοκιμής ανίχνευσης όταν χρησιμοποιείται στα υδρόβια πτηνά.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΜΕΡΟΣ 1

Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των προγραμμάτων επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών στα άγρια πτηνά

1.   Στόχοι της επιτήρησης

Ο στόχος του προγράμματος επιτήρησης για τη γρίπη των πτηνών στα άγρια πτηνά είναι η έγκαιρη ανίχνευση της ΓΠΥΠ του υποτύπου H5N1 στα άγρια πτηνά προκειμένου να προστατευθούν τα πουλερικά στις εκμεταλλεύσεις πουλερικών και να διασφαλιστεί η κτηνιατρική δημόσια υγεία.

2.   Σχεδιασμός της επιτήρησης

α)

Εφαρμόζεται επιτήρηση βάσει επικινδυνότητας με τη μορφή ενός συστήματος «παθητικής» επιτήρησης με εργαστηριακή έρευνα για ετοιμοθάνατα άγρια πτηνά ή πτηνά που βρέθηκαν νεκρά και η επιτήρηση αυτή προσανατολίζεται συγκεκριμένα προς τα είδη υδρόβιων πτηνών.

β)

Στοχεύει ειδικά στα άγρια πτηνά, και ειδικότερα τα αποδημητικά υδρόβια πτηνά, που έχει αποδειχθεί ότι είναι περισσότερο ευπρόσβλητα στη λοίμωξη και τη μετάδοση του ιού ΓΠΥΠ, τα «στοχευόμενα είδη».

γ)

Στοχεύει σε περιοχές κοντά σε θάλασσα, λίμνες και υδάτινες οδούς, όπου έχουν βρεθεί νεκρά πτηνά· και ειδικότερα όταν αυτές οι περιοχές βρίσκονται κοντά σε εκμεταλλεύσεις πουλερικών, ειδικά σε περιοχές όπου υπάρχει υψηλή πυκνότητα εκμεταλλεύσεων πουλερικών.

δ)

Κατά την προετοιμασία του προγράμματος επιτήρησης εξασφαλίζεται στενή συνεργασία με επιδημιολόγους και ορνιθολόγους και με την αρμόδια αρχή για τη διατήρηση της φύσης,, κατά τρόπο ώστε να επιτευχθεί η ταυτοποίηση των ειδών και η βελτίωση της δειγματοληψίας ανάλογα με την εθνική κατάσταση.

ε)

Αν το απαιτεί η επιδημιολογική κατάσταση για τον ιό ΓΠΥΠ Η5Ν1, οι δραστηριότητες επιτήρησης ενισχύονται με την ευαισθητοποίηση και την ενεργητική αναζήτηση και παρακολούθηση νεκρών ή ετοιμοθάνατων άγριων πτηνών, ειδικότερα εκείνων που ανήκουν σε στοχευόμενα είδη. Αυτό θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί με την ανίχνευση του ιού ΓΠΥΠ Η5Ν1 σε πουλερικά και/ή άγρια πτηνά σε γειτονικά κράτη μέλη και τρίτες χώρες που συνδέονται λόγω της μετακίνησης των αποδημητικών άγριων πτηνών, ειδικότερα των στοχευόμενων ειδών, στα οικεία κράτη μέλη. Σε αυτή την περίπτωση λαμβάνονται υπόψη οι συγκεκριμένες αποδημητικές ροές και τα άγρια είδη πτηνών που μπορούν να ποικίλλουν στα διαφορετικά κράτη μέλη.

3.   Διαδικασίες δειγματοληψίας

α)

Οι διαδικασίες δειγματοληψίας διενεργούνται σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο.

β)

Για σκοπούς απομόνωσης του ιού και μοριακής ανίχνευσης (PCR), λαμβάνονται δείγματα από επιχρίσματα κλοάκης και τραχειακά/στοματοφαρυγγικά επιχρίσματα και/ή ιστούς από άγρια πτηνά που βρέθηκαν νεκρά ή ετοιμοθάνατα.

γ)

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην αποθήκευση και μεταφορά των δειγμάτων σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 του κεφαλαίου IV του διαγνωστικού εγχειριδίου. Όλοι οι απομονωθέντες ιοί της γρίπης των πτηνών σε κρούσματα άγριων πτηνών υποβάλλονται στο εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ, εκτός εάν έχει χορηγηθεί παρέκκλιση σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο δ) του κεφαλαίου V του διαγνωστικού εγχειριδίου. Οι ιοί του υποτύπου H5/H7 υποβάλλονται χωρίς καθυστέρηση στο εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ και υπόκεινται σε συνήθεις δοκιμές χαρακτηρισμού (αλληλουχία νουκλεοτιδίων/IVPI) σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο.

δ)

Η δειγματοληψία δεν παρατείνεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου του έτους εφαρμογής του προγράμματος επιτήρησης.

4.   Εργαστηριακές δοκιμές

Οι εργαστηριακές δοκιμές διενεργούνται σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο.

Οι δοκιμές των δειγμάτων διενεργούνται στα ΕΕΑ στα κράτη μέλη ή σε άλλα εργαστήρια που είναι εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές και τελούν υπό τον έλεγχο των ΕΕΑ.

Ωστόσο, εάν ένα κράτος μέλος επιθυμεί να χρησιμοποιήσει εργαστηριακές δοκιμές που δεν καθορίζονται στο διαγνωστικό εγχειρίδιο, ούτε περιγράφονται στο εγχειρίδιο των διαγνωστικών δοκιμών και εμβολίων για τα χερσαία ζώα του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών (Ο.I.E.), οι δοκιμές αυτές πρέπει πρώτα να κριθούν κατάλληλες για το σκοπό αυτό από το εργαστήριο αναφοράς της ΕΕ, με βάση επικυρωμένα στοιχεία, πριν χρησιμοποιηθούν.

Πραγματοποιείται αρχική διαλογή με τη μέθοδο M-PCR, και στη συνέχεια ταχεία δοκιμή των θετικών δειγμάτων για H5 που διενεργείται μέσα σε διάστημα που δεν ξεπερνά τις δύο εβδομάδες. Σε περίπτωση θετικού ευρήματος για Η5, πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατόν ανάλυση στη θέση τομής ούτως ώστε να καθορίζεται εάν υπάρχει αιτία γρίπης των πτηνών υψηλής παθογονικότητας (ΓΠΥΠ) ή γρίπης των πτηνών χαμηλής παθογονικότητας (ΓΠΧΠ). Αν επιβεβαιωθεί η ύπαρξη ΓΠΥΠ Η5, πραγματοποιείται χωρίς καθυστέρηση περαιτέρω ανάλυση για να προσδιοριστεί ο τύπος Ν, ακόμη κι αν με την ανάλυση αυτή τα στοιχεία που προκύπτουν αποδεικνύουν απλώς την απουσία του Ν1.

5.   Επακόλουθα μέτρα

Σε περίπτωση επιβεβαιωμένων θετικών κρουσμάτων ΓΠΥΠ H5 (N1) (1), εφαρμόζονται τα μέτρα ελέγχου που καθορίζονται στην απόφαση 2006/563/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με ορισμένα μέτρα προστασίας όσον αφορά την υψηλής παθογονικότητας γρίπη των πτηνών του υποτύπου H5N1 σε άγρια πτηνά στην Κοινότητα και για την κατάργηση της απόφασης 2006/115/ΕΚ (2).

Στο πλαίσιο επιδημιολογικών ερευνών είναι σημαντικό να προσδιοριστούν οι περιοχές που συνδέονται με τα εν λόγω κρούσματα, προκειμένου να προβλεφθούν ενδεχομένως περαιτέρω εισβολές ιών της γρίπης των πτηνών, ειδικότερα στις περιοχές με σημαντική παραγωγή πουλερικών, όπως οι περιοχές με υψηλή πυκνότητα εκμεταλλεύσεων πουλερικών.

ΜΕΡΟΣ 2

Κατάλογος ειδών άγριων πτηνών στα οποία στοχεύει η δειγματοληψία και οι δοκιμές για τη γρίπη των πτηνών — «στοχευόμενα είδη»

Αριθμός

Επιστημονική ονομασία

Κοινή ονομασία

1.

Accipiter gentilis

Διπλοσάϊνο

2.

Accipiter nisus

Ξεφτέρι

3.

Anas acuta

Σουβλόπαπια

4.

Anas clypeata

Χουλιαρόπαπια

5.

Anas crecca

Κιρκίρι

6.

Anas penelope

Σφυριχτήρι

7.

Anas platyrhynchos

Πρασινοκέφαλη πάπια

8.

Anas querquedula

Σαρσέλα

9.

Anas strepera

Καπακλής ή Φλυαρόπαπια

10.

Anser albifrons albifrons

Ασπρομέτωπη χήνα

11.

Anser anser

Σταχτόχηνα

12.

Anser brachyrhynchus

Βραχύραμφη χήνα

13.

Anser erythropus

Νανόχηνα

14.

Anser fabalis

Χωραφόχηνα

15.

Ardea cinerea

Σταχτοτσικνιάς

16.

Aythya ferina

Γκισάρι

17.

Aythya fuligula

Μαυροκέφαλη πάπια

18.

Branta bernicla

Δακτυλιδόχηνα

19.

Branta canadensis

Καναδόχηνα

20.

Branta leucopsis

Ασπρομάγουλη χήνα

21.

Branta ruficollis

Κοκκινόχηνα

22.

Bubo bubo

Μπούφος

23.

Buteo buteo

Γερακίνα

24.

Buteo lagopus

Χιονογερακίνα

25.

Cairina moschata

Πάπια Βαρβαρίας

26.

Ciconia ciconia

Λευκοπελαργός ή πελαργός

27.

Circus aeruginosus

Καλαμόκιρκος

28.

Cygnus columbianus

Νανόκυκνος

29.

Cygnus cygnus

Αγριόκυκνος

30.

Cygnus olor

Κύκνος

31.

Falco peregrinus

Γεράκι πετρίτης

32.

Falco tinnunculus

Βραχοκιρκίνεζο

33.

Fulica atra

Φαλαρίδα

34.

Larus canus

Θυελλόγλαρος

35.

Larus ridibundus

Καστανοκέφαλος γλάρος

36.

Limosa limosa

Οχθοτούρλι

37.

Marmaronetta angustirostris

Στικτόπαπια

38.

Mergus albellus

Νανοπρίστης

39.

Milvus migrans

Τσίφτης

40.

Milvus milvus

Ψαλιδιάρης

41.

Netta rufina

Φερεντίνι

42.

Phalacrocorax carbo

Κορμοράνος

43.

Philomachus pugnax

Μαχητής

44.

Pica pica

Καρακάξα

45.

Pluvialis apricaria

Βροχοπούλι

46.

Podiceps cristatus

Σκουφοβουτηχτάρι

47.

Podiceps nigricollis

Μαυροβουτηχτάρι

48.

Porphyrio porphyrio

Σουλτανοπουλάδα

49.

Tachybaptus ruficollis

Νανοβουτηχτάρι

50.

Vanellus vanellus

Καλημάνα


(1)  Η εφαρμογή των μέτρων ελέγχου των νόσων βασίζεται στην επιβεβαίωση ΓΠΥΠ H5 και στην υποψία N1.

(2)  ΕΕ L 222 της 15.8.2006, σ. 11.


Top