EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32010D0273

Απόφαση της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2009 , σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 47/05 (πρώην ΝΝ 86/05) της Ελλάδας για την Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων ΑΕ (ΕΛΒΟ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 1476] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

OJ L 118, 12.5.2010, p. 81–88 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2010/273/oj

12.5.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 118/81


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Μαρτίου 2009

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 47/05 (πρώην ΝΝ 86/05) της Ελλάδας για την Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων ΑΕ (ΕΛΒΟ)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 1476]

(Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/273/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το πρώτο εδάφιο του άρθρου 88 παράγραφος 2,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 27ης Μαΐου 2002, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία στην οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι ελληνικές αρχές είχαν χορηγήσει κρατική ενίσχυση στην ΕΛΒΟ - Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων ΑΕ (εφεξής «ΕΛΒΟ»).

(2)

Μετά από εκτεταμένη ανταλλαγή απόψεων με τις ελληνικές αρχές, η Επιτροπή, με επιστολή της 7ης Δεκεμβρίου 2005, ενημέρωσε την Ελλάδα σχετικά με την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ όσον αφορά την ενίσχυση.

(3)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την ενίσχυση.

(4)

Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη.

(5)

Η Ελλάδα υπέβαλε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής με επιστολή της 1ης Μαρτίου 2006. Η Ελλάδα υπέβαλε συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία στις 26 Ιουλίου 2006, τις 28 Ιουλίου 2006, τις 2 Αυγούστου 2006, τις 22 Ιουνίου 2007, τις 2 Ιουλίου 2007, τις 31 Αυγούστου 2007, τις 6 Σεπτεμβρίου 2007, τις 18 Οκτωβρίου 2007, τις 22 Φεβρουαρίου 2008 και τις 20 Αυγούστου 2008.

(6)

Στις 4 Μαΐου 2007 πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση μεταξύ υπαλλήλων της Επιτροπής και των ελληνικών αρχών με την παρουσία εκπροσώπων της ΕΛΒΟ.

2.   ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

2.1.   Ο δικαιούχος

(7)

Η ΕΛΒΟ είναι εταιρεία που παράγει στρατιωτικά οχήματα, πολιτικά οχήματα και ανταλλακτικά, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στην Ελλάδα. Η ΕΛΒΟ είναι ο κυριότερος προμηθευτής οχημάτων των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.

(8)

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η εταιρεία παράγει τα ακόλουθα είδη οχημάτων: λεωφορεία, ηλεκτροκίνητα λεωφορεία (τρόλεϊ), ανατρεπόμενα οχήματα, καδοφόρα οχήματα, βυτιοφόρα, πυροσβεστικά, εκχιονιστικά οχήματα, οχήματα μεταφοράς αεροσκαφών, γερανών, ελκυστήρες ή τρακτέρ, φορτηγά, ρυμουλκούμενα, οχήματα παντοδαπού εδάφους (τζιπ), άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα.

(9)

Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1972 υπό την επωνυμία ΣΤΑΓΙΕΡ ΕΛΛΑΣ Α.Β.Ε. και παρήγε ελκυστήρες, φορτηγά, δίκυκλα και κινητήρες. Το 1987 η εταιρεία μετονομάστηκε σε ΕΛΒΟ με κυριότερο μέτοχο το ελληνικό δημόσιο.

(10)

Με συμφωνία πώλησης μετοχών, της 29ης Αυγούστου 2000, ο όμιλος Μυτιληναίου απέκτησε το 43 % των μετοχών της ΕΛΒΟ σε δημόσιο διαγωνισμό (η εν λόγω πώληση καλείται εφεξής «μερική ιδιωτικοποίηση»). Σήμερα, το 51 % της ΕΛΒΟ ανήκει στο ελληνικό δημόσιο.

(11)

Η ΕΛΒΟ απασχολεί σήμερα περίπου 672 άτομα (στοιχεία του 2007). Ο κύκλος εργασιών της το 2007 ανήλθε σε 84 εκατ. ευρώ.

2.2.   Τα μέτρα της ενίσχυσης

2.2.1.   Η απαλλαγή φόρου δυνάμει του νόμου αριθ. 2771/1999

(12)

Με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του νόμου αριθ. 2771/1999, ο οποίος ψηφίστηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1999, το ελληνικό κράτος απήλλαξε την ΕΛΒΟ από όλες τις οφειλές της προς το δημόσιο όσον αφορά φόρους και πρόστιμα για τα οικονομικά έτη 1988 έως 1998 (εφεξής «φοροαπαλλαγή Α»). Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, τούτο αντιστοιχεί σε απαλλαγή 1 193 753 186 δραχμών (3 503 310,89 EUR) (3) που όφειλε η ΕΛΒΟ προς το δημόσιο.

(13)

Στις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, οι ελληνικές αρχές γνωστοποίησαν στην Επιτροπή δύο άλλα μέτρα στήριξης της ΕΛΒΟ.

2.2.2.   Η απαλλαγή φόρου δυνάμει του νόμου αριθ. 1892/90

(14)

Με απόφαση (4) που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 49 του νόμου αριθ. 1892/90, οι ελληνικές αρχές απήλλαξαν την ΕΛΒΟ από οφειλή φόρων 3 546 407,89 ευρώ (εφεξής «φοροαπαλλαγή Β»). Αυτό το ποσό αντιστοιχούσε στις φορολογικές υποχρεώσεις της ΕΛΒΟ από το 1998 (έτος του προηγούμενου φορολογικού ελέγχου) μέχρι την πώληση στον όμιλο Μυτιληναίου. Η φοροαπαλλαγή έλαβε τη μορφή επιστροφής εκ μέρους της φορολογικής διοίκησης των φόρων που είχε καταβάλει προηγουμένως η ΕΛΒΟ. Κατανέμεται ως εξής:

2 912 380,90 ευρώ αφορούσαν τον ΦΠΑ που κατέβαλε η ΕΛΒΟ μετά τη μερική ιδιωτικοποίηση, αλλά ήταν απαιτητά για την περίοδο μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2000 και της 29ης Αυγούστου 2000, όταν έγινε η μερική ιδιωτικοποίηση. Αυτό το ποσό επεστράφη από τις ελληνικές αρχές σε δύο δόσεις στις 7 Νοεμβρίου 2002 (900 000 ευρώ) και στις 6 Φεβρουαρίου 2004 (2 012 318,90 ευρώ).

634 088,99 ευρώ αντιστοιχούν στους φόρους που κατέβαλε η ΕΛΒΟ για τα έτη λειτουργίας 1998, 1999 και 2000 (μέχρι τη μερική ιδιωτικοποίηση). Η Ελλάδα δεν ανέφερε την ακριβή ημερομηνία επιστροφής αυτών.

2.2.3.   Η εγγύηση δανείου

(15)

Το 1997, η ΕΛΒΟ έλαβε δάνειο ύψους 23 008 134,635 ευρώ από τη γερμανική τράπεζα Bayerische Hypo και Vereinsbank AG. Αυτό το δάνειο εξασφαλίστηκε με εγγύηση από το ελληνικό κράτος (εφεξής «η εγγύηση δανείου»). Η ΕΛΒΟ δεν παρέσχε καμία εξασφάλιση για την εγγύηση, αλλά κατέβαλε στο δημόσιο προμήθεια ίση προς το 1 % του ποσού. Οι ελληνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή σχετικά με το ότι το δάνειο χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση της παραγωγής στο πλαίσιο των προγραμμάτων προμηθειών του Υπουργείου Αμύνης, και ειδικότερα για την παραγωγή […] (5) που προορίζονταν για τον ελληνικό στρατό.

3.   ΛΟΓΟΙ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 88 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

(16)

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην Ελλάδα, με επιστολή της 7ης Δεκεμβρίου 2005, ότι είχε κινήσει διαδικασία δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ όσον αφορά τη φοροαπαλλαγή Α την οποία θεωρούσε κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή διατηρούσε επιφυλάξεις σχετικά με τη συμβατότητα της ενίσχυσης προς την κοινή αγορά για τους εξής λόγους.

(17)

Στην ανταλλαγή απόψεων που προηγήθηκαν της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, η Ελλάδα είχε ισχυρισθεί ότι η συνολική δραστηριότητα της ΕΛΒΟ καλυπτόταν από το άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ, δεδομένου ότι η ΕΛΒΟ κατασκεύαζε κυρίως στρατιωτικά οχήματα που προορίζονταν για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Εντούτοις, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η ΕΛΒΟ κατασκεύαζε επίσης οχήματα μη στρατιωτικής και διπλής χρήσης. Η Ελλάδα δεν απέδειξε ότι η φοροαπαλλαγή αφορούσε μόνο τη στρατιωτική παραγωγή της ΕΛΒΟ και ότι θεωρήθηκε ως αναγκαία για τα ουσιώδη αμυντικά συμφέροντα της Ελλάδας.

(18)

Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε ότι μόνο ένα τμήμα της οικονομικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε στην ΕΛΒΟ ευνοούσε τη στρατιωτική παραγωγή που θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 296 της συνθήκης ΕΚ και ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στη μη καλυπτόμενη παραγωγή έπρεπε να ερευνηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

(19)

Στην ίδια επιστολή η Επιτροπή απαίτησε από την Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου (6) να της παράσχει πληροφορίες για ορισμένα σημεία, μεταξύ των οποίων τα εξής:

Πληροφορίες για κάθε άλλη οικονομική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην ΕΛΒΟ από δημόσιους πόρους.

Αποδεικτικά στοιχεία ότι οι λογαριασμοί εσόδων και εξόδων που συνδέονται με τη μη στρατιωτική παραγωγή (συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων διπλής χρήσης) και τη στρατιωτική παραγωγή ήταν χωριστοί και ότι η ενίσχυση ευνόησε μόνο την εν λόγω στρατιωτική παραγωγή.

Στοιχεία σχετικά με την κατανομή του κύκλου εργασιών μεταξύ κατηγοριών προϊόντων (μη στρατιωτικής χρήσης, προϊόντων διπλής χρήσης και στρατιωτικών προϊόντων).

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

(20)

Μετά την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία έρευνας, η Ελλάδα υπέβαλε τις ακόλουθες παρατηρήσεις.

4.1.   Άλλα μέτρα ενίσχυσης

(21)

Μετά την εντολή της Επιτροπής, η Ελλάδα ενημέρωσε την Επιτροπή σχετικά με τη φοροαπαλλαγή Β και την εγγύηση δανείου όπως περιγράφεται ανωτέρω. Η Ελλάδα δήλωσε ότι η ΕΛΒΟ δεν είχε λάβει άλλη ενίσχυση από πόρους του δημοσίου.

4.2.   Συνάφεια του άρθρου 296 της συνθήκης ΕΚ

(22)

Η Ελλάδα επιβεβαίωσε ότι η ΕΛΒΟ δεν τηρούσε χωριστούς λογαριασμούς για το μη στρατιωτικό και το στρατιωτικό τμήμα της παραγωγής της. Εντούτοις, η Ελλάδα ισχυρίστηκε ότι η ΕΛΒΟ παρήγε κυρίως στρατιωτικό εξοπλισμό. Συνεπώς, κατά τα έτη 1987 έως 1998, τα «στρατιωτικά προγράμματα» ανέρχονταν σε 85 % των πωλήσεων της εταιρείας. Το ότι η στρατιωτική παραγωγή αντιστοιχούσε στο 54 % των πωλήσεων το 1999 συνιστά εξαιρετική περίσταση λόγω της εφαρμογής συμφωνίας του 1997 που προέβλεπε την παράδοση λεωφορείων και ηλεκτροκίνητων λεωφορείων σε διάφορους δημόσιους φορείς (και όντως, τα επόμενα έτη 2000-2002, το στρατιωτικό τμήμα των πωλήσεων επανήλθε σε κανονικά υψηλά επίπεδα: αντίστοιχα 64,61 %, 72,59 % και 98,40 %). Έτσι, με εξαίρεση το έτος 1999, το μεγαλύτερο τμήμα της παραγωγής της ΕΛΒΟ κάλυπτε στρατιωτικό υλικό που θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 296 της συνθήκης ΕΚ.

4.3.   Αρχή του ιδιώτη πωλητή

(23)

Εφόσον οι φοροαπαλλαγές Α και Β δεν καλύπτονται από το άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ, πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο της μερικής ιδιωτικοποίησης της ΕΛΒΟ. Η ιδιωτικοποίηση έγινε με ανοιχτό διαγωνισμό για τον οποίο εκδήλωσαν ενδιαφέρον οκτώ ελληνικοί και διεθνείς όμιλοι. Τέσσερις υπέβαλαν επιλέξιμες προσφορές. Η προσφορά του ομίλου Μυτιληναίου θεωρήθηκε η καλύτερη.

(24)

Ως μέρος της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, το ελληνικό κράτος αποφάσισε ότι η ΕΛΒΟ έπρεπε να πωληθεί απαλλαγμένη από όλες τις φορολογικές υποχρεώσεις που ήταν γνωστές πριν την ολοκλήρωση της πώλησης και ότι κάθε φορολογική υποχρέωση που θα προέκυπτε πριν την πώληση, αλλά θα γινόταν απαιτητή μόνον αργότερα, θα βάρυνε το ελληνικό κράτος. Αυτές οι προϋποθέσεις ήταν μέρος των όρων του διαγωνισμού και γνωστές σε όλους τους συμμετέχοντες (των οποίων οι προσφορές αντανακλούσαν την προσδοκία τους ότι αυτά τα χρέη θα διαγράφονταν). Στόχος ήταν να εξασφαλιστεί η υψηλότερη δυνατή τιμή για τις μετοχές (χωρίς τις φορολογικές απαιτήσεις).

(25)

Το ελληνικό κράτος ισχυρίζεται ότι αποτελεί κοινή εμπορική πρακτική σε παρόμοιες συμφωνίες να αναλαμβάνει ο πωλητής τις οικονομικές υποχρεώσεις της πωλούμενης οντότητας που δεν έχουν υλοποιηθεί κατά τη στιγμή ολοκλήρωσης της συναλλαγής. Επιπλέον, οι ελληνικές αρχές ισχυρίζονται ότι η τιμή που κατέβαλε ο όμιλος Μυτιληναίου (12 179 071 ευρώ) απέφερε σε αυτές σημαντικό καθαρό αντάλλαγμα ακόμη και μετά την αφαίρεση του χρέους που είχε διαγραφεί (καθαρά 5 129 298,12 ευρώ).

(26)

Ως εκ τούτου, η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι ενήργησε κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνο ενός ιδιώτη πωλητή που επιδιώκει να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του από την πώληση του περιουσιακού στοιχείου του και ότι, ως εκ τούτου, οι φοροαπαλλαγές Α και Β δεν συνεπάγονται κρατική ενίσχυση.

4.4.   Καθεστώς κρατικής ενίσχυσης N 11/91

(27)

Οι ελληνικές αρχές αναφέρθηκαν επίσης στο καθεστώς κρατικής ενίσχυσης Ν 11/91 που ενέκρινε η Επιτροπή με επιστολή της 11ης Ιουλίου 1991. Το εν λόγω καθεστώς επιτρέπει τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης υπό μορφή διαγραφής χρεών ή κεφαλαιοποίησης χρεών σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις 208 επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα, μεταξύ των οποίων και της ΕΛΒΟ. Εντούτοις, το καθεστώς απαιτεί προηγούμενη κοινοποίηση τέτοιας ενίσχυσης στην Επιτροπή σε δύο περιπτώσεις:

εάν η πώληση της επιχείρησης διενεργήθηκε με άλλη διαδικασία εκτός ανοιχτού διαγωνισμού, δηλαδή με απευθείας πώληση σε τρίτο μέρος,

εάν η επιχείρηση λειτουργούσε σε ορισμένους τομείς, μεταξύ των οποίων και η αυτοκινητοβιομηχανία (7).

(28)

Οι ελληνικές αρχές ισχυρίζονται ότι η διαγραφή χρεών βάσει του νόμου 1892/90 καλυπτόταν από αυτό το καθεστώς. Η διαγραφή δεν απαιτούσε προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή δεδομένου ότι η πώληση του 43 % της ΕΛΒΟ πραγματοποιήθηκε μέσω διαδικασίας ανοιχτού διαγωνισμού και, ως παραγωγός στρατιωτικού εξοπλισμού, δεν υπαγόταν στην κατηγορία των παραγωγών «αυτοκινήτων» κατά την έννοια των διατάξεων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.

5.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

5.1.   Άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ

(29)

Προτού γίνει αξιολόγηση επί της ουσίας των μέτρων ενίσχυσης βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, είναι σκόπιμο να εξεταστεί ο ισχυρισμός της Ελλάδας όσον αφορά τις επιπτώσεις του άρθρου 296 της συνθήκης ΕΚ.

(30)

Βάσει του άρθρου 296 παράγραφος 1 στοιχείο β), οι διατάξεις της συνθήκης δεν εμποδίζουν κράτος μέλος να μπορεί να λαμβάνει «τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού· τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.» Αυτή η διάταξη εφαρμόζεται σε κατάλογο προϊόντων που κατήρτισε το Συμβούλιο το 1958 (βλέπε άρθρο 296 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ) και που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων (σημείο 6 του καταλόγου) «άρματα μάχης και ειδικά οχήματα μάχης: … β) οχήματα στρατιωτικού τύπου, εξοπλισμένα ή τεθωρακισμένα, συμπεριλαμβανομένων των αμφίβιων οχημάτων, γ) τεθωρακισμένα οχήματα …».

(31)

Τούτο σημαίνει, σε ό,τι αφορά την παρούσα υπόθεση, ότι οι διατάξεις της συνθήκης ΕΚ για τις κρατικές ενισχύσεις δεν ισχύουν για τα μέτρα που σχετίζονται με προϊόντα που περιλαμβάνονται στη λίστα του 1958, με την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά θεωρούνται ως αναγκαία για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του εν λόγω κράτους μέλους.

(32)

Η νομολογία απαιτεί από κράτος μέλος που στηρίζεται στο άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ότι οι απαλλαγές δεν υπερβαίνουν τα όρια σε τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις (8).

(33)

Η Ελλάδα ισχυρίστηκε καταρχάς ότι όλη η παραγωγή της ΕΛΒΟ, ή τουλάχιστον ένα σημαντικό τμήμα αυτής, αφορά στρατιωτικό υλικό που καλύπτεται από το άρθρο 296 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ, οπότε οι κανόνες της συνθήκης για τις κρατικές ενισχύσεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν για τον αποκλεισμό οποιασδήποτε κρατικής ενίσχυσης υπέρ της ΕΛΒΟ.

(34)

Αυτή η άποψη δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Είναι σαφές από τα στοιχεία της υπόθεσης ότι η παραγωγή της ΕΛΒΟ αφορά όχι μόνο προϊόντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 296 της συνθήκης ΕΚ αλλά επίσης και προϊόντα τα οποία είτε αρμόζουν για διπλή χρήση είτε προορίζονται αποκλειστικά για μη στρατιωτική χρήση (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 8 και 17 ανωτέρω). Και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο, η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχτεί το γενικό ισχυρισμό ότι όλες οι δραστηριότητες της ΕΛΒΟ καλύπτονται από το άρθρο 296 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. Η εφαρμογή αυτής της εξαίρεσης πρέπει να αξιολογηθεί χωριστά για κάθε μέτρο ενίσχυσης από πλευράς σκοπού και πεδίου αυτής.

(35)

Για τις φοροαπαλλαγές Α και Β, η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί τον ισχυρισμό ότι καλύπτονται από το άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ. Όντως, επειδή δεν τηρούνται χωριστοί λογαριασμοί μεταξύ της μη στρατιωτικής και της στρατιωτικής παραγωγής, δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί εάν αυτά τα μέτρα θα ωφελήσουν αποκλειστικά τη στρατιωτική παραγωγή.

(36)

Η περίπτωση της εγγύησης δανείου είναι διαφορετική. Η Ελλάδα προσκόμισε πληροφορίες σχετικά με το ότι η εγγύηση αφορούσε δάνειο που συνήψε η ΕΛΒΟ για την εκτέλεση παραγγελιών για οχήματα τα οποία προορίζονταν για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Η πρώτη παραγγελία αφορούσε […] τα οποία περιλαμβάνονται σαφώς στον κατάλογο στρατιωτικού υλικού που καλύπτει το άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ. Η δεύτερη παραγγελία αφορούσε […] τα οποία, εκ πρώτης όψεως, μπορούν να θεωρηθούν είδη διπλής χρήσης και, συνεπώς, να καλυφθούν από το άρθρο 296 της συνθήκης ΕΚ μόνο εάν προορίζονται αποκλειστικά για στρατιωτική χρήση. Ως προς αυτό, η Ελλάδα δήλωσε επισήμως ότι […] κατασκευάστηκαν σύμφωνα με τις προδιαγραφές των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων […]. Η Επιτροπή δέχεται ότι […], λόγω των χαρακτηριστικών τους, τοποθετούνται στον κατάλογο ειδών που αναφέρθηκε στην παραπάνω αιτιολογική σκέψη 30, κυρίως στο σημείο 6 (β) αυτής. Η Ελλάδα διαβεβαίωσε επίσης την Επιτροπή ότι όλα […] είχαν παραδοθεί σε […] για να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς, όπως βεβαιώνεται από επιστολή του Υπουργείο Άμυνας. Η Ελλάδα επίσης δήλωσε ότι […] αποσκοπούν στην άσκηση και υποστήριξη στρατιωτικών επιχειρήσεων και κρίθηκαν κατάλληλα για αυτούς τους σκοπούς […]. Η Επιτροπή δέχεται ότι τα οχήματα είναι απαραίτητα για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειας της Ελλάδας.

(37)

Η Επιτροπή δέχεται ότι η παραγγελία για την οποία χορηγήθηκε η εγγύηση δανείου αφορούσε πολεμικό υλικό κατά την έννοια του άρθρου 296 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ και ότι η εγγύηση ήταν αναγκαία για την προμήθεια αυτού του υλικού στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Κατά συνέπεια η Επιτροπή δέχεται ότι η εγγύηση δανείου εξαιρείται από τις διατάξεις της συνθήκης ΕΚ για τις κρατικές ενισχύσεις βάσει της εξαίρεσης του άρθρου 296 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ.

(38)

Η ανάλυση που ακολουθεί δυνάμει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις αφορά συνεπώς μόνον τις φοροαπαλλαγές Α και Β.

5.2.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

5.2.1.   Έννοιες κρατικών πόρων, επιλεξιμότητας, επηρεασμός του εμπορίου και στρέβλωση του ανταγωνισμού

(39)

Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, «…ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές», εκτός αν μπορούν να δικαιολογηθούν βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 ή παράγραφος 3 της συνθήκης. Η έννοια της κρατικής ενίσχυσης καλύπτει όχι μόνο τις άμεσες μεταφορές κρατικών πόρων, π.χ. υπό μορφή επιχορηγήσεων, αλλά επίσης τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το κράτος παραιτείται από απαιτήσεις κατά δικαιούχου παραιτούμενο έτσι από έσοδο.

(40)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι φοροαπαλλαγές Α και Β αποτελούν κρατική ενίσχυση επειδή αφορούν φόρους που είναι κρατικοί πόροι και παρέχουν επιλεκτικό πλεονέκτημα ρητά στην ΕΛΒΟ, η οποία διαφορετικά θα έπρεπε να εξοφλήσει αυτά τα χρέη. Οι απαλλαγές καταλογίζονται επίσης σαφώς στο κράτος εφόσον χορηγήθηκαν με μέτρα που θέσπισαν τα όργανα του κράτους (δηλαδή με νόμο στην περίπτωση της φοροαπαλλαγής Α και με απόφαση επιστροφής φόρων την οποία έλαβε η φορολογική διοίκηση στην περίπτωση της φοροαπαλλαγής Β). Δεδομένου ότι υπάρχει ανταγωνισμός και συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, τα οικονομικά πλεονεκτήματα που ευνοούν την ΕΛΒΟ έναντι των ανταγωνιστών της νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

5.2.2.   Το κριτήριο του πλεονεκτήματος: ισχυρισμός της Ελλάδας ότι ενήργησε ως ιδιώτης πωλητής

(41)

Η Ελλάδα ισχυρίστηκε, εντούτοις, ότι οι φοροαπαλλαγές Α και Β δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση εφόσον δεν παρέχουν πλεονέκτημα στην ΕΛΒΟ το οποίο δεν θα είχε λάβει υπό κανονικές συνθήκες της αγοράς. Όντως, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 23 έως 26 της παρούσας απόφασης, η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι ενήργησε όπως θα ενεργούσε σε παρόμοιες περιστάσεις οποιοσδήποτε ιδιώτης πωλητής.

(42)

Αυτός ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει δεκτός.

(43)

Πρώτον, η Επιτροπή σημειώνει ότι, ενώ η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι ενήργησε όπως θα ενεργούσε σε παρόμοιες περιστάσεις οποιοσδήποτε ιδιώτης πωλητής, χρησιμοποίησε εξουσίες που ανήκουν αποκλειστικά στο κράτος προκειμένου να χορηγήσει τα μέτρα ενίσχυσης στην ΕΛΒΟ: ειδικό νόμο στην περίπτωση της διαγραφής φόρου στο πλαίσιο της φοροαπαλλαγής Α και απόφαση της φορολογικής διοίκησης στην περίπτωση της φοροαπαλλαγής Β. Πρόκειται για εξουσίες που δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ποτέ ένας ιδιώτης πωλητής. Αποκλείεται επομένως εξ ορισμού το ελληνικό κράτος να ενήργησε ως ιδιωτικός φορέας υπό κανονικές συνθήκες (9).

(44)

Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει, επικουρικά, ότι ο ισχυρισμός της Ελλάδας ότι η παραίτηση από φορολογικές απαιτήσεις της επέτρεψε να επιτύχει υψηλότερη καθαρή τιμή (δηλαδή τιμή πώλησης των μετοχών μείον τα φορολογικά έσοδα από τα οποία παραιτήθηκε) για τις μετοχές της στην ΕΛΒΟ από την τιμή που θα μπορούσε να επιτύχει εάν είχε πωλήσει τις μετοχές χωρίς τη διαγραφή των φορολογικών απαιτήσεων, είναι απλώς επιχείρημα που δεν τεκμηριώνεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο (όπως, για παράδειγμα, σύγκριση μεταξύ της πραγματικής τιμής πώλησης και της εκτιμώμενης τιμής της μετοχής σε εναλλακτικό σενάριο). Επειδή δεν υπάρχει ούτε η ελάχιστη ένδειξη ως προς αυτό, δεν είναι δυνατό να γίνει δεκτή η πρόταση της Ελλάδας ότι οι φοροαπαλλαγές αποτελούσαν σωστή επιχειρηματική κίνηση.

(45)

Η Επιτροπή, συνεπώς, απορρίπτει τον ισχυρισμό της Ελλάδας ότι ενήργησε ως πωλητής της οικονομίας της αγοράς και θεωρεί ότι οι φοροαπαλλαγές Α και Β απέφεραν όφελος στην ΕΛΒΟ το οποίο δεν θα είχε αποκομίσει υπό κανονικές συνθήκες αγοράς.

5.2.3.   Συμπέρασμα όσον αφορά την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

(46)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι φοροαπαλλαγές Α και Β συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

5.3.   Συμβατότητα με την κοινή αγορά

5.3.1.   Εικαζόμενος συμβατός χαρακτήρας στο πλαίσιο του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων N 11/91

(47)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Ελλάδα ισχυρίστηκε ότι οι φοροαπαλλαγές Α και Β, εφόσον διαπιστωθεί ότι συνιστούν κρατική ενίσχυση, καλύπτονται εν πάση περιπτώσει από το προαναφερόμενο καθεστώς το οποίο ενέκρινε η Επιτροπή στην υπόθεση N 11/91, και άρα είναι συμβατές προς την κοινή αγορά. Η Επιτροπή δεν μπορεί ωστόσο να δεχθεί τα επιχειρήματα της Ελλάδας, όπως αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 27 και 28 ανωτέρω.

(48)

Ως προκαταρκτική παρατήρηση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ο νόμος 1892/90 που αποτελούσε το αντικείμενο της απόφασης N 11/91 της Επιτροπής, εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση πώλησης ή άλλης μορφής μεταβίβασης επιχειρήσεων, ή του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων τους, ή της πλειοψηφίας των μετοχών αυτών των επιχειρήσεων (άρθρο 49 του νόμου 1892/90). Εντούτοις, στην παρούσα υπόθεση, μόνο το 43 % των μετοχών της ΕΛΒΟ πωλήθηκε σε ιδιώτη, ενώ το ελληνικό κράτος κράτησε το 51 % των μετοχών. Ήδη γι’ αυτόν τον λόγο η Επιτροπή θεωρεί ότι η μερική ιδιωτικοποίηση της ΕΛΒΟ δεν υπάγεται στο εν λόγω καθεστώς.

(49)

Ακόμη και αν γινόταν δεκτό, υποθετικά, ότι η συμφωνία πώλησης μετοχών υπάγεται στο καθεστώς N 11/91, δεν πληρούνται οι όροι αυτού του καθεστώτος στην επίμαχη υπόθεση.

(50)

Όντως, ακόμη και αν γινόταν δεκτό –επίσης ως υπόθεση– ότι η κατασκευή στρατιωτικών οχημάτων δεν υπαγόταν στον ορισμό της αυτοκινητοβιομηχανίας για τους σκοπούς του καθεστώτος, γεγονός είναι ότι η ΕΛΒΟ, όπως αποδεικνύεται ανωτέρω, κατασκευάζει ευρύ φάσμα οχημάτων διπλής χρήσης ή μη στρατιωτικών οχημάτων εκτός της αποκλειστικά στρατιωτικής παραγωγής της. Η ίδια η μη στρατιωτική παραγωγή της ΕΛΒΟ επαρκεί για να τη χαρακτηρίσει ως παραγωγό αυτοκινήτων για τους σκοπούς του καθεστώτος.

(51)

Στην περίπτωση ιδιωτικοποίησης αυτοκινητοβιομηχανιών, όπως η ΕΛΒΟ, η προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή συνιστά ουσιώδη προϋπόθεση για να υπάρχει συμβατότητα προς την κοινή αγορά στο πλαίσιο του καθεστώτος (10). Η Ελλάδα δεν κοινοποίησε τη μερική ιδιωτικοποίηση της ΕΛΒΟ. Οι φοροαπαλλαγές Α και Β δεν μπορούν να θεωρηθούν, επομένως συμβατές προς την κοινή αγορά δυνάμει του καθεστώτος.

5.3.2.   Άλλοι λόγοι συμβατότητας

(52)

Η Ελλάδα δεν πρότεινε άλλους λόγους συμβατότητας, και η Επιτροπή δεν βρίσκει καμία άλλη νομική βάση σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση μπορεί να θεωρηθεί συμβατή προς την κοινή αγορά.

(53)

Η Επιτροπή συνεπώς κρίνει ότι η κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην ΕΛΒΟ δεν είναι συμβατή προς την κοινή αγορά.

5.4.   Καθορισμός του ποσού της ενίσχυσης

(54)

Η ασύμβατη κρατική ενίσχυση θα ανακτηθεί από την ΕΛΒΟ. Εντούτοις, όπως ανακοίνωσε η Επιτροπή στην απόφαση έναρξης της διαδικασίας, το τμήμα της παραγωγής της ΕΛΒΟ που αφορά στρατιωτικό υλικό μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 296 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. Στο βαθμό που η ενίσχυση ωφέλησε αυτό το τμήμα της παραγωγής, δεν πρέπει να θεωρηθεί ως κρατική ενίσχυση καθ’ όσον η ενίσχυση ήταν αναγκαία για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφάλειας της Ελλάδας. Τίθεται ως εκ τούτου το ερώτημα του τρόπου κατανομής της ενίσχυσης μεταξύ των δύο τμημάτων παραγωγής.

(55)

H κρατική ενίσχυση που καλύπτεται από την παρούσα απόφαση δεν αφορά συγκεκριμένη δραστηριότητα, δηλαδή δεν χορηγήθηκε για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένου σχεδίου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή πρέπει να προσδιορίσει σε ποιο βαθμό η εν λόγω κρατική ενίσχυση ωφέλησε τις στρατιωτικές δραστηριότητες και σε ποιο βαθμό ωφέλησε τις μη στρατιωτικές δραστηριότητες. Ο υπολογισμός αυτός περιπλέκεται από το γεγονός ότι η ΕΛΒΟ δεν τηρούσε χωριστούς λογαριασμούς για τις στρατιωτικές και τις μη στρατιωτικές δραστηριότητές της. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή θα βασίσει την ανάλυσή της στο σχετικό μέγεθος των δύο δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου πρέπει να εκτιμήσει το σχετικό βάρος κάθε δραστηριότητας. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι κάθε κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην ΕΛΒΟ και δεν διατέθηκε για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, κάλυψε ταυτόχρονα χρέη του παρελθόντος και έδωσε στην ΕΛΒΟ πλεονέκτημα όσον αφορά τη χρηματοδότηση μελλοντικών δραστηριοτήτων. Προκειμένου να προσδιορισθεί σε ποιο βαθμό η κρατική ενίσχυση ωφέλησε τις μη στρατιωτικές και τις στρατιωτικές δραστηριότητες, η Επιτροπή θεωρεί, συνεπώς, ότι η ανάλυση δεν πρέπει να περιορίζεται στην κατανομή μεταξύ στρατιωτικών και μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων (δηλαδή το σχετικό βάρος κάθε δραστηριότητας) κατά το έτος χορήγησης της ενίσχυσης, αλλά ότι πρέπει να υπολογισθεί η κατά μέσο όρο κατανομή των δύο αυτών δραστηριοτήτων επί αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Το γεγονός ότι το σχετικό βάρος των δύο δραστηριοτήτων μπορεί να διαφέρει πολύ από έτος σε έτος δικαιολογεί επίσης τη χρήση ενός μέσου όρου ο οποίος καλύπτει περισσότερα έτη. Πράγματι, ένα συγκεκριμένο έτος μπορεί να μην είναι αντιπροσωπευτικό της μέσης κατανομής μεταξύ των δύο τύπων δραστηριότητας μακροπρόθεσμα.

(56)

Επειδή δεν υπάρχουν χωριστοί λογαριασμοί για τη μη στρατιωτική και τη στρατιωτική παραγωγή, αυτή η κατανομή θα πρέπει να στηρίζεται αναγκαστικά σε εκτίμηση κατά προσέγγιση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κατανομή των πωλήσεων της ΕΛΒΟ σε στρατιωτικά προγράμματα και σε μη στρατιωτικούς πελάτες, όπως την περιέγραψε η Ελλάδα, παρέχει αποδεκτή κατά προσέγγιση εκτίμηση της αναλογίας μη στρατιωτικού και στρατιωτικού υλικού στην παραγωγή της ΕΛΒΟ και ότι τα έσοδα από τις φοροαπαλλαγές Α και Β πρέπει να κατανεμηθούν ανάλογα (11).

(57)

Η Ελλάδα παρείχε πληροφορίες σχετικά με τις πωλήσεις της ΕΛΒΟ σε στρατιωτικά προγράμματα και μη στρατιωτικούς πελάτες αντίστοιχα. Με βάση την περίοδο από το 1987 (συμπεριλαμβανόμενο) έως το 2000 (συμπεριλαμβανόμενο), δηλαδή την περίοδο που κάλυψαν οι φοροαπαλλαγές, η μέση σταθμισμένη αναλογία των πωλήσεων σε στρατιωτικά προγράμματα είναι 79,9 %. Συνεπώς το μερίδιο της μη στρατιωτικής παραγωγής ισοδυναμεί με 20,1 %.

(58)

Εάν αυτή η αναλογία εφαρμοστεί στις φοροαπαλλαγές, η μη συμβατή ενίσχυση που πρέπει να επιστραφεί από την ΕΛΒΟ (όλα τα ποσά του υπολογισμού στρογγυλοποιήθηκαν προς τα πάνω προς την πλησιέστερη ακέραιη μονάδα νομίσματος) είναι 1 193 753 186 GDR x 0,201 = 239 944 390 GDR για τη φοροαπαλλαγή A, και 3 546 407,89 ευρώ x 0,201 = 712 827,99 ευρώ για τη φοροαπαλλαγή B.

(59)

Πάντως, αν Επιτροπή δεχθεί ότι με το 79,9 % κάθε εισροής κρατικών πόρων χρηματοδοτούνται οι στρατιωτικές δραστηριότητες της ΕΛΒΟ, πρέπει επίσης να συναγάγει ότι το 79,9 % κάθε εκροής χρημάτων από την εταιρεία θα αναλογεί στο στρατιωτικό τμήμα των δραστηριοτήτων της. Εφόσον οι περισσότερες από τις δραστηριότητες της ΕΛΒΟ είναι στρατιωτικού χαρακτήρα και η ΕΛΒΟ δεν τηρεί χωριστούς λογαριασμούς για τις μη στρατιωτικές δραστηριότητές της, υπάρχει κίνδυνος η επιστροφή των ενισχύσεων που δόθηκαν στις μη στρατιωτικές δραστηριότητες να χρηματοδοτηθεί κατά κύριο λόγο από κεφάλαια τα οποία διαφορετικά θα χρηματοδοτούσαν τις στρατιωτικές δραστηριότητες. Συνεπώς, για την επαναφορά της κατάστασης που θα επικρατούσε χωρίς την κρατική ενίσχυση και για να αποτραπεί η χορήγηση άλλων ενισχύσεων στις μη στρατιωτικές δραστηριότητες, η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι η ανάκτηση της ενίσχυσης θα προέρχεται αποκλειστικά από τα μη στρατιωτικά έσοδα της ΕΛΒΟ (12).

(60)

Η απόφαση αυτή δεν προκαταλαμβάνει τη θέση που η Επιτροπή μπορεί να λάβει για τη συμβατότητα των σχετικών μέτρων με κανόνες εσωτερικής αγοράς, ιδιαίτερα σχετικά με κρατικές προμήθειες και παραχωρήσεις,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κρατική ενίσχυση ύψους 239 944 390 GDR και 712 827,99 ευρώ η οποία χορηγήθηκε παράνομα από την Ελλάδα στην ΕΛΒΟ, κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, είναι ασύμβατη προς την κοινή αγορά.

Άρθρο 2

1.   Η Ελλάδα ανακτά από τον αποδέκτη την ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 1. Η ενίσχυση θα ανακτηθεί αποκλειστικά από έσοδα της ΕΛΒΟ τα οποία προέρχονται από τις μη στρατιωτικές της δραστηριότητες.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά περιλαμβάνουν τους τόκους που υπολογίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι εκείνη της πραγματικής ανάκτησής τους.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (13).

Άρθρο 3

1.   Η ανάκτηση της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 είναι άμεση και ουσιαστική.

2.   Η Ελλάδα εξασφαλίζει την εκτέλεση της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 4

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Ελλάδα υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες στην Επιτροπή:

α)

το συνολικό ποσό (αρχικό κεφάλαιο και τόκοι ανάκτησης) που θα πρέπει να επιστραφεί από τον δικαιούχο (στην προκειμένη περίπτωση η Ελλάδα θα αναφέρει ειδικότερα την ακριβή ημερομηνία καταβολής των 634 088,99 ευρώ στο πλαίσιο της φοροαπαλλαγής Β, βλέπε αιτιολογική σκέψη 14, δεύτερο εδάφιο)

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση,

γ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο αποδέκτης έχει διαταχθεί να επιστρέψει την ενίσχυση.

2.   Η Ελλάδα τηρεί την Επιτροπή ενήμερη σχετικά με την πρόοδο των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης μέχρι την ολοκλήρωση της ανάκτησης της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1. Υποβάλλει αμέσως, μετά από απλή αίτηση της Επιτροπής, πληροφορίες σχετικά με τα ήδη ληφθέντα και τα σχεδιαζόμενα μέτρα για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση. Υποβάλλει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα ποσά της ενίσχυσης και τους τόκους ανάκτησης που έχουν ήδη επιστραφεί από τον αποδέκτη.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ελληνική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2009.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 34 της 10.2.2006, σ. 24.

(2)  Πρβλ. υποσημείωση 1.

(3)  Ποσό που δήλωσαν σε EUR οι ελληνικές αρχές.

(4)  Αυτή η απόφαση εκτελέστηκε μόνο στη συμφωνία πώλησης μετοχών, της 29ης Αυγούστου 2000, μεταξύ ελληνικού κράτους και ομίλου Μυτιληναίου.

(5)  Στοιχεία που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1).

(7)  Στη γαλλική «automobiles».

(8)  Βλέπε ως προς αυτό την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 2008 στην υπόθεση C-337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας (που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί), σκέψεις 42-49.

(9)  Βλέπε την απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση T-196/04 Ryanair (η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί) παράγραφοι 84-85, 90.

(10)  Από τη νομολογία συνάγεται ότι στην περίπτωση που εγκεκριμένο καθεστώς ενισχύσεων απαιτεί την κοινοποίηση ορισμένων μορφών ενισχύσεων (π.χ. σε επιχειρήσεις συγκεκριμένου τομέα), αυτές οι ενισχύσεις εξαιρούνται από την έγκριση που περιλαμβάνεται στο καθεστώς και απαιτούν χωριστή κοινοποίηση. Η κοινοποίηση συνιστά συνεπώς ουσιώδη προϋπόθεση και δεν είναι απλώς θέμα πληροφόρησης. Βλέπε Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-447/93, Τ-448/93 και Τ-449/93, AIETEC et al. Συλλογή 1995, σ. II-1971, σκέψεις 129 και 135· υπόθεση C-169/95, Επιτροπή έναντι Ισπανίας, Συλλογή 1997 σ. 1-135, σκέψεις 28-29· Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-132/96 και T-143/96, Freistaat Sachsen, Συλλογή 1999 σ. 11-3663, σκέψεις 203· Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-57/00 P και C-61/00 P, Freistaat Sachsen, Συλλογή 2003 σ. 1-9975, σκέψεις 114 και επόμενες.

(11)  Για μια παρόμοια προσέγγιση, βλέπε απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 στην υπόθεση περί κρατικών ενισχύσεων C-16/04 εφαρμοσθείσα από την Ελλάδα υπέρ των Ελληνικών ναυπηγείων (που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα αλλά είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/competition/state_aid/register/)

(12)  Βλέπε την απόφαση στην υπόθεση C-16/04, η οποία αναφέρεται στην υποσημείωση 10, ειδικά τις παραγράφους 340 επόμενες..

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1).


Πληροφορίες σχετικά με τα ληφθέντα, προς ανάκτηση και ήδη ανακτηθέντα ποσά ενισχύσεων

Ταυτότητα του δικαιούχου

Συνολικό ύψος της ενίσχυσης που ελήφθη βάσει του καθεστώτος (1)

Συνολικό ύψος της προς ανάκτηση ενίσχυσης (1)

(Κεφάλαιο)

Συνολικό ήδη επιστραφέν ποσό (1)

Κεφάλαιο

Τόκοι ανάκτησης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


(1)  Εκατομμύρια εθνικού νομίσματος.


Top