EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0775

2007/775/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2007 , για την κατάργηση της απόφασης 1999/572/ΕΚ για την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων που προτάθηκαν στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Μεξικού, Πολωνίας, Νότιας Αφρικής και Ουκρανίας

OJ L 312, 30.11.2007, p. 44–47 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 30/11/2007

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/775/oj

30.11.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 312/44


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2007

για την κατάργηση της απόφασης 1999/572/ΕΚ για την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων που προτάθηκαν στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Μεξικού, Πολωνίας, Νότιας Αφρικής και Ουκρανίας

(2007/775/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), και ιδίως τα άρθρα 8 και 9,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΙΣΧΎΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ

(1)

Τον Αύγουστο του 1999, το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1796/1999 (2), επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής, μεταξύ άλλων, Νότιας Αφρικής.

(2)

Τον Νοέμβριο του 2005, ύστερα από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1858/2005 (3) αποφάσισε ότι έπρεπε να διατηρηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής, μεταξύ άλλων, Νότιας Αφρικής.

(3)

Η Επιτροπή, με την απόφαση 1999/572/ΕΚ (4), της 13ης Αυγούστου 1999, δέχτηκε την ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές που πρότεινε μια νοτιοαφρικανική εταιρεία, η Scaw Metals Group Haggie Steel Wire Rope (εφεξής «Haggie» ή «η εταιρεία»).

(4)

Με την απόφαση 1999/572/ΕΚ, η Επιτροπή δέχτηκε επίσης τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές των ακόλουθων εταιρειών: Usha Martin Industries & Usha Beltron Ltd, Ινδία· Aceros Camesa SA de CV, Μεξικό· και Joint Stock Company Silur, Ουκρανία. Η Επιτροπή απέσυρε την αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης που πρότεινε η Joint Stock Company Silur, Ουκρανία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1678/2003 της Επιτροπής (5). Τα μέτρα αντιντάμπινγκ για συρματόσχοινα και καλώδια από χάλυβα καταγωγής Μεξικού έληξαν στις 12 Αυγούστου 2004 (6). Η Επιτροπή απέσυρε την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότεινε η Usha Martin Industries & Usha Beltron Ltd με την απόφαση 2006/38/ΕΚ της 22ας Δεκεμβρίου 2005.

(5)

Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές στην Κοινότητα του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Νότιας Αφρικής που παράγεται από την εταιρεία και του τύπου που καλύπτεται από την ανάληψη υποχρέωσης (εφεξής «το προϊόν που καλύπτεται από την ανάληψη υποχρέωσης»), απηλλάγησαν από τους οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ.

(6)

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναφερθεί ότι ορισμένοι τύποι συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα που παράγονται επί του παρόντος από τη Haggie εξαιρέθηκαν από το πεδίο της ανάληψης υποχρέωσης. Κατά συνέπεια, αυτά τα συρματόσχοινα και καλώδια από χάλυβα υπόκεινται στην καταβολή του δασμού αντιντάμπινγκ όταν εισέρχονται για να τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα.

B.   ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ

1.   Υποχρεώσεις της εταιρείας που δεσμεύεται από την ανάληψη υποχρέωσης

(7)

Η ανάληψη υποχρέωσης που πρότεινε η εταιρεία την υποχρεώνει, μεταξύ άλλων, να εξάγει στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα το προϊόν που καλύπτεται από την ανάληψη υποχρέωσης σε τιμή ανώτερη από το ελάχιστο επίπεδο τιμής (ΕΕΤ), που καθορίζεται στην ανάληψη υποχρέωσης.

(8)

Αναγνωρίστηκε περαιτέρω από την εταιρεία, στην ανάληψη υποχρέωσης, ότι όσον αφορά την απαλλαγή των δασμών αντιντάμπινγκ την οποία παρέχει η ανάληψη υποχρέωσης, η απαλλαγή αυτή προϋποθέτει την υποβολή στις κοινοτικές τελωνειακές υπηρεσίες ενός «τιμολογίου ανάληψης υποχρέωσης». Επιπλέον, η εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να μην εκδώσει αυτά τα τιμολόγια ανάληψης υποχρέωσης για πωλήσεις εκείνων των τύπων του υπό εξέταση προϊόντος που δεν καλύπτονται από την ανάληψη υποχρέωσης και τα οποία υπόκεινται συνεπώς στο δασμό αντιντάμπινγκ. Η εταιρεία αναγνώρισε επίσης ότι τα τιμολόγια ανάληψης υποχρέωσης που εκδόθηκαν έπρεπε να περιέχουν τις πληροφορίες που ορίστηκαν πρώτα στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1796/1999 και αργότερα στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1858/2005.

(9)

Οι όροι της ανάληψης υποχρέωσης υποχρεώνουν επίσης την εταιρεία να υποβάλλει στην Επιτροπή σε τακτά διαστήματα αναλυτικές πληροφορίες με τη μορφή τριμηνιαίας έκθεσης σχετικά με τις πωλήσεις της του υπό εξέταση προϊόντος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Οι εκθέσεις αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν τα προϊόντα που καλύπτει η ανάληψη υποχρέωσης και τα οποία επωφελούνται από την απαλλαγή από το δασμό αντιντάμπινγκ καθώς και εκείνους τους τύπους συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα που δεν καλύπτονται από την ανάληψη υποχρέωσης και, συνεπώς, υπόκεινται στην καταβολή δασμού αντιντάμπινγκ κατά την εισαγωγή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(10)

Είναι σαφές ότι οι προαναφερόμενες εκθέσεις πωλήσεων πρέπει να είναι, όπως υποβάλλονται, πλήρεις, περιεκτικές και ορθές ως προς όλα τα μέρη τους και ότι οι συναλλαγές συμμορφώνονται πλήρως με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης.

(11)

Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την ανάληψη υποχρέωσης, η εταιρεία ανέλαβε επίσης την υποχρέωση να επιτρέψει επιτόπιες επισκέψεις επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις της έτσι ώστε να ελεγχθεί η ακρίβεια και η ορθότητα των στοιχείων που υποβλήθηκαν στις εν λόγω τριμηνιαίες εκθέσεις και να παρέχει όλες τις πληροφορίες που κρίνει αναγκαίες η Επιτροπή.

(12)

Πρέπει να σημειωθεί ότι η εταιρεία έλαβε ήδη προειδοποιητική επιστολή από τις υπηρεσίες της Επιτροπής στις 28 Οκτωβρίου 2003 λόγω παραβίασης της ανάληψης υποχρέωσης με την έκδοση τιμολογίων ανάληψης υποχρέωσης για προϊόντα που δεν καλύπτονται από την ανάληψη υποχρέωσης και τα οποία υπόκεινται συνεπώς στο δασμό αντιντάμπινγκ. Στην προειδοποιητική επιστολή αναφερόταν ότι, με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι εν λόγω παραβιάσεις, δεν υπήρχε πρόθεση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης αλλά τονίστηκε επίσης ότι τυχόν επακόλουθη παραβίαση της ανάληψης υποχρέωσης, ακόμη και λιγότερο σημαντική, θα καθιστούσε δύσκολο για την Επιτροπή να διατηρήσει την αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης από την εταιρεία.

(13)

Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε επίσκεψη επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στη Νότια Αφρική από τις 5 Φεβρουαρίου 2007 έως τις 6 Φεβρουαρίου 2007. Η επίσκεψη επαλήθευσης κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2004 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

2.   Αποτελέσματα της επίσκεψης επαλήθευσης στην εταιρεία

(14)

Κατά την επίσκεψη επαλήθευσης διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία, σε δύο περιπτώσεις, εξέδωσε τιμολόγια ανάληψης υποχρέωσης (αριθμοί τιμολογίων ανάληψης υποχρέωσης: 935515 και 935516) για τα προϊόντα που υπόκεινται στο μέτρο αντιντάμπινγκ αλλά δεν καλύπτονται από την ανάληψη υποχρέωσης. Συνεπώς, αυτές οι συναλλαγές επωφελήθηκαν παράνομα από την απαλλαγή καταβολής του δασμού αντιντάμπινγκ κατά την εισαγωγή.

(15)

Κατά την επίσκεψη επαλήθευσης διαπιστώθηκε επίσης ότι, σε μία περίπτωση, η εταιρεία δεν προσάρμοσε την τιμή πώλησης μονάδας σύμφωνα με τους όρους πληρωμής. Το γεγονός αυτό της μη τροποποίησης για το χρηματοοικονομικό κόστος που συνδέεται με τον πραγματικό χρόνο της πληρωμής οδήγησε σε τιμή μονάδας πώλησης κάτω από την εφαρμοστέα ΕΕΤ.

(16)

Περαιτέρω, στην επίσκεψη επαλήθευσης διαπιστώθηκε ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, η εταιρεία εξέδωσε τιμολόγια ανάληψης υποχρέωσης που δεν ήταν σύμφωνα με το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1858/2005, συμπεριλαμβάνοντας την πρόταση «Για υπεράκτιες πωλήσεις, να μην πωληθεί μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

(17)

Η εξέταση των τιμολογίων ανάληψης υποχρέωσης που εκδόθηκαν για τη χρονική περίοδο που ορίστηκε από την επίσκεψη επαλήθευσης έδειξε ότι μία συναλλαγή δεν συμπεριλαμβανόταν στην τριμηνιαία έκθεση πωλήσεων ανάληψης υποχρέωσης που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε επίσης ότι η εταιρεία ανέφερε συναλλαγές που δεν προορίζονταν να τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα, ως εάν προορίζονταν να τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα. Η επίσκεψη επαλήθευσης εντόπισε επίσης αρκετές συναλλαγές οι οποίες αναφέρθηκαν ως πωλήσεις διαμετακόμισης αλλά, στην πραγματικότητα, τα εμπορεύματα παραδίδονταν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα. Επιπλέον, εντοπίστηκαν διαφορές μεταξύ των τριμηνιαίων εκθέσεων πωλήσεων ανάληψης υποχρεώσεων και των αντίστοιχων τιμολογίων.

3.   Λόγοι ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης

(18)

Το γεγονός ότι η εταιρεία εξέδωσε τιμολόγια ανάληψης υποχρέωσης για το υπό εξέταση προϊόν το οποίο δεν καλυπτόταν από την ανάληψη υποχρέωσης και το γεγονός ότι οι συναλλαγές αυτές επωφελήθηκαν από την απαλλαγή καταβολής του δασμού αντιντάμπινγκ που χορηγήθηκε μόνο για τα προϊόντα που καλύπτονται από την ανάληψη υποχρέωσης συνιστούν παραβιάσεις της ανάληψης υποχρέωσης.

(19)

Η υποχρέωση της εταιρείας να σεβαστεί τις ΕΕΤ για όλες τις πωλήσεις του προϊόντος που καλυπτόταν δεν τηρήθηκε.

(20)

Η έκδοση τιμολογίων ανάληψης υποχρέωσης που δεν ήταν σύμφωνα με το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1858/2005 για πωλήσεις προϊόντος που καλυπτόταν μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στις τελωνιακές αρχές και να μην επιτρέψει πλέον στις τελωνειακές αρχές να παρακολουθήσουν αποτελεσματικά την ανάληψη υποχρέωσης και, συνεπώς, να καταστήσει την ανάληψη υποχρέωσης πρακτικά ανεφάρμοστη.

(21)

Τα γεγονότα που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 17 οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι τριμηνιαίες εκθέσεις πωλήσεων ανάληψης υποχρέωσης όπως υποβλήθηκαν από την εταιρεία δεν ήταν πλήρεις, περιεκτικές και ορθές ως προς όλα τα μέρη τους και, συνεπώς, οι εκθέσεις αυτές δεν ήταν επαρκώς αξιόπιστες για να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της ανάληψης υποχρέωσης. Η μη συμμόρφωση των υποχρεώσεων αυτών με τις απαιτήσεις υποβολής έκθεσης συνιστά συνεπώς παραβίαση της ανάληψης υποχρέωσης.

4.   Γραπτές αναφορές και ακρόαση

α)   Έλλειψη κατανόησης της ανάληψης υποχρέωσης

(22)

Η εταιρεία αναγνώρισε με τη γραπτή αναφορά της ότι έγιναν σφάλματα κατά την έκδοση τιμολογίων ανάληψης υποχρέωσης και κατά την εκπόνηση των εκθέσεων ανάληψης υποχρέωσης λόγω μη κατανόησης των τεχνικών διατάξεων της ανάληψης υποχρέωσης, εσφαλμένης ανάγνωσης του κειμένου ή και αδυναμίας της εταιρείας να το συμβουλευθεί. Αναφέρθηκε επίσης στη γραπτή αναφορά της και κατά τη διάρκεια της ακρόασης στις 26 Απριλίου 2007 ότι οι αλλαγές των ανώτερων διευθυντικών στελεχών και η αναδιάρθρωση της οργάνωσης συνέβαλαν στη μη κατανόηση των περίπλοκων απαιτήσεων της ανάληψης υποχρέωσης.

(23)

Η εταιρεία παραδέχθηκε επίσης την παραλαβή της προειδοποιητικής επιστολής από τις υπηρεσίες της Επιτροπής στις 28 Οκτωβρίου 2003. Ωστόσο, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι δεν έλαβε ποτέ έκθεση επαλήθευσης, η οποία, υπέθετε, ότι θα σκιαγραφούσε το πραγματικό σφάλμα που έγινε. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το γεγονός ότι δεν ενημερώθηκε για τα πραγματικά σφάλματα συνέβαλε επίσης στην αδυναμία της να αλλάξει τις πρακτικές της όσον αφορά την εκπόνηση των εκθέσεων ανάληψης υποχρέωσης ή τη βελτίωση της κατανόησης.

(24)

Σε απάντηση στα επιχειρήματα αυτά πρέπει να σημειωθεί ότι η εταιρεία, στις 18 Σεπτεμβρίου 2003, έλαβε επιστολή από την Επιτροπή η οποία περιέγραφε λεπτομερώς τις παραβιάσεις που εντοπίστηκαν. Η προειδοποιητική επιστολή της 28ης Οκτωβρίου 2003 δεν επανέλαβε λεπτομερώς τις παραβιάσεις αλλά αναφερόταν στην προηγούμενη αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και της εταιρείας.

(25)

Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι στην εταιρεία ενδέχεται να προκλήθηκε σύγχυση όταν έγινε αναφορά σε έκθεση επαλήθευσης. Η Επιτροπή δεν πραγματοποίησε επίσκεψη επαλήθευσης πριν από την έκδοση της προειδοποιητικής επιστολής της 28ης Οκτωβρίου 2003, καθώς οι παραβιάσεις που οδήγησαν στην έκδοση της προειδοποιητικής επιστολής διαπιστώθηκαν στο πλαίσιο ανάλυσης βάσει εγγράφων των εκθέσεων ανάληψης υποχρέωσης. Η Επιτροπή δεν πραγματοποίησε επαλήθευση τον Μάιο του 2004 αλλά, καθώς η εν λόγω επαλήθευση δεν οδήγησε σε περαιτέρω ενέργεια, δεν χρειαζόταν να σταλεί στην εταιρεία επιστολή σχετικά με αυτήν.

(26)

Επιπλέον, η εταιρεία δήλωσε κατά τη διάρκεια της ακρόασης ότι, μετά την επίσκεψη επαλήθευσης, η εταιρεία επισκέφθηκε εκ νέου το πλήρες σύστημά της, βάσει των σχολίων που έγιναν επιτόπου προκειμένου να διευθετήσει τις αναγκαίες αλλαγές για να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της ανάληψης υποχρέωσης.

(27)

Τα επιχειρήματα που παρουσίασε η εταιρεία κατά την άμυνά της όσον αφορά την έλλειψη κατανόησης από μέρους της της ανάληψης υποχρέωσης δεν μεταβάλλουν την άποψη της Επιτροπής ότι η εταιρεία δεν συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις της ανάληψης υποχρέωσης. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η εταιρεία ήδη έλαβε προειδοποιητική επιστολή για παραβίαση της ανάληψης υποχρέωσης κατά το παρελθόν και δεν υιοθέτησε τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη νέων παραβιάσεων της ανάληψης υποχρέωσης που θα μπορούσαν να συμβούν. Η μη κατανόηση των απαιτήσεων της ανάληψης υποχρέωσης συνιστά υψηλό κίνδυνο για την επάρκεια και την αξιοπιστία της παρακολούθησης της ανάληψης υποχρέωσης.

β)   Αναλογικότητα

(28)

Όσον αφορά την παραβίαση τιμών, η εταιρεία αναγνώρισε ότι συντελέστηκε παραβίαση τιμής σε μία περίπτωση, επειδή δεν προέβη στις αναγκαίες τροποποιήσεις στην τιμή πώλησης όσον αφορά τη μεταγενέστερη πληρωμή. Ωστόσο, προβλήθηκε το επιχείρημα ότι οι τιμές πώλησης όλων των άλλων συναλλαγών ήταν αυστηρά σύμφωνες με τις ΕΕΤ. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι η μεταγενέστερη πληρωμή συνέβη λόγω απρόβλεπτων καταστάσεων, καθώς ο συγκεκριμένος πελάτης κανονικά προπληρώνει για τα εμπορεύματα πριν από την αποστολή.

(29)

Όσον αφορά τα επιχειρήματα αυτά για το ζήτημα της αναλογικότητας, πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με την ανάληψη υποχρεώσεων, η εταιρεία ανέλαβε να εξασφαλίσει ότι η καθαρή τιμή πώλησης για όλες τις πωλήσεις που καλύπτονται από την ανάληψη υποχρεώσεων θα είναι ίση ή μεγαλύτερη από την ΕΕΤ που καθορίζεται στην ανάληψη υποχρεώσεων.

(30)

Επιπλέον, όσον αφορά το ζήτημα της αναλογικότητας, ο βασικός κανονισμός δεν περιέχει καμία άμεση ή έμμεση απαίτηση ότι μια παράβαση ανειλημμένων υποχρεώσεων πρέπει να αφορά ένα ελάχιστο ποσοστό πωλήσεων ή πρέπει να αφορά ένα ελάχιστο ποσοστό της ΕΕΤ.

(31)

Αυτή η προσέγγιση έχει επιβεβαιωθεί επίσης από τη νομολογία του Πρωτοδικείου το οποίο έχει αποφανθεί ότι οποιαδήποτε παράβαση ανειλημμένων υποχρεώσεων είναι επαρκής για να δικαιολογήσει την ανάκληση της αποδοχής της ανάληψης υποχρεώσεων (7).

(32)

Συνεπώς, τα επιχειρήματα που παρουσιάζονται από την εταιρεία όσον αφορά την αναλογικότητα δεν αλλάζουν την άποψη της Επιτροπής ότι συντελέστηκε παράβαση ανειλημμένων υποχρεώσεων και ότι η αποδοχή της ανάληψης υποχρεώσεων πρέπει να ανακληθεί.

γ)   Καλή πίστη της εταιρείας

(33)

Η εταιρεία υποστήριξε ότι κατά το χρόνο υποβολής των τακτικών εκθέσεών της στην Επιτροπή, η εταιρεία πίστευε ότι οι εκθέσεις ήταν πλήρεις, διεξοδικές και ορθές ως προς όλα τα μέρη τους.

(34)

Η εταιρεία δεν προσπάθησε ποτέ να υποβάλει λανθασμένες πληροφορίες ούτε επιχείρησε να παρακρατήσει τυχόν πληροφορίες που ζητήθηκαν.

(35)

Η εταιρεία τόνισε επίσης με έμφαση τόσο στη γραπτή της απάντηση όσο και κατά τη διάρκεια της ακρόασης ότι δεν αποκόμισε κανένα όφελος από τις παραβιάσεις της ανάληψης υποχρέωσης, εκτός από τις δύο περιπτώσεις, και ότι τα σφάλματα δεν πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο μιας στρατηγικής καταστρατήγησης.

(36)

Όσον αφορά τις αιτιολογικές σκέψεις ανωτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι δεν διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία συνειδητά προσπάθησε να επωφεληθεί από τη μη τήρηση των απαιτήσεων της ανάληψης υποχρεώσεων ή με την παρεμπόδιση της παρακολούθησης. Ωστόσο, η επανειλημμένη εμφάνιση των σφαλμάτων καθιστά την ορθή παρακολούθηση της ανάληψης υποχρεώσεων πρακτικά ανεφάρμοστη.

Γ.   ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1999/572/ΕΚ

(37)

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, πρέπει να ανακληθεί η αποδοχή της ανάληψης υποχρεώσεων και να καταργηθεί η απόφαση 1999/572/ΕΚ της Επιτροπής. Κατά συνέπεια, πρέπει να ισχύει ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1858/2005,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 1999/572/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 217 της 17.8.1999, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1674/2003 (ΕΕ L 238 της 25.9.2003, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 299 της 16.11.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 212/2006 (ΕΕ L 22 της 26.1.2006, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 217 της 17.8.1999, σ. 63. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/38/ΕΚ (ΕΕ L 22 της 26.1.2006, σ. 54).

(5)  ΕΕ L 238 της 25.9.2003, σ. 13.

(6)  ΕΕ C 203 της 11.8.2004, σ. 4.

(7)  Στο πλαίσιο αυτό βλέπε υπόθεση T-51/96, Miwon κατά Συμβουλίου (Συλλογή 2000, σ. II-1841) παράγραφος 52· υπόθεση T-340/99, Arne Mathisen S κατά Συμβουλίου (Συλλογή 2002, σ. II-2905) παράγραφος 80.


Top