EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0051

Απόφαση της Επιτροπής, της 18ης Φεβρουαρίου 2004 , σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 27/2001 (ex NN 2/2001) για την εκτέλεση του προγράμματος ελέγχου της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης (PMPOA) κατά την περίοδο 1994-2000 από την Γαλλία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 415]

OJ L 32, 6.2.2007, p. 1–13 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
OJ L 32, 6.2.2007, p. 1–1 (BG, RO)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/51(1)/oj

6.2.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 32/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Φεβρουαρίου 2004

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 27/2001 (ex NN 2/2001) για την εκτέλεση του προγράμματος ελέγχου της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης (PMPOA) κατά την περίοδο 1994-2000 από την Γαλλία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 415]

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2007/51/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο,

αφού κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο (1) και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με βάση πληροφορίες που περιήλθαν στις υπηρεσίες της Επιτροπής σχετικά με την ύπαρξη, στη Γαλλία, ενός προγράμματος ελέγχου της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης (στο εξής καλούμενου «ΡΜΡΟΑ» ή «προγράμματος»), η Επιτροπή απηύθυνε επιστολή στις γαλλικές αρχές, στις 24 Φεβρουαρίου 2000, για να ζητήσει διευκρινήσεις ως προς την εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος από το 1994. Με επιστολή της 31ης Μαΐου 2000, η Γαλλία έστειλε ορισμένες πληροφορίες, εκ των οποίων ορισμένες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του PMPOA από το 1994. Η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολή της 11ης Ιουλίου 2000. Οι γαλλικές αρχές απήντησαν με επιστολή της 26ης Δεκεμβρίου 2000.

(2)

Οι γαλλικές αρχές είχαν κοινοποιήσει στις 13 Φεβρουαρίου 1991 μια κρατική ενίσχυση υπέρ του περιβάλλοντος των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων που αφορούσε ενισχύσεις για μεμονωμένες επενδύσεις. Η Επιτροπή ενέκρινε την ενίσχυση με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 1991 (2). Επιπλέον, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν, στις 20 Απριλίου 1993, στο πλαίσιο ενός συγχρηματοδοτούμενου διαρθρωτικού προγράμματος και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1991 για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των γεωργικών διαρθρώσεων (3), τις εγκυκλίους DEPSE/SDEE αριθ. 93-7005 της 2ας Μαρτίου 1993 και DEPSE/SDEE αριθ. 7027 της 5ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με τις ενισχύσεις για επενδύσεις στον τομέα του βοείου κρέατος. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, εξέδωσε απόφαση στις 29 Ιουλίου 1993, με την οποία ενέκρινε τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας στην εν λόγω κοινή δράση (4). Εντούτοις, η εθνική ενίσχυση δεν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης (5). Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι διατάξεις αυτές, προγενέστερες της έναρξης ισχύος του PMPOA, ενσωματώθηκαν σε αυτό με την εγκύκλιο DEPSE αριθ. 7016 της 22ας Απριλίου 1994. Συνιστούν επομένως το σκέλος για τη βοοτροφία και τη χοιροτροφία του PMPOA. Ούτε η εν λόγω εγκύκλιος έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης.

(3)

Οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν, με επιστολή της 13ης Ιουνίου 1994, μια κρατική ενίσχυση για επενδύσεις με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος στην πτηνοτροφία. Το καθεστώς αυτό, το οποίο ενσωματώθηκε στη συνέχεια στο PMPOA, του οποίου συνιστά το σκέλος της πτηνοτροφίας, εγκρίθηκε από την Επιτροπή με επιστολή της 26ης Απριλίου 1995 (6).

(4)

Οι γαλλικές αρχές δεν κοινοποίησαν, κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, τη συμφωνία της 8ης Οκτωβρίου 1993 με την οποία δημιουργήθηκε το πρόγραμμα ούτε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που να αναφέρει λεπτομερώς τα χαρακτηριστικά του PMPOA τα σχετικά ιδίως με την κλείδα χρηματοδότησης του προγράμματος (7). Η Επιτροπή δεν ενημερώθηκε, ιδίως, για τη συμμετοχή των οργανισμών υδάτινων πόρων στη χρηματοδότηση του εν λόγω προγράμματος.

(5)

Επίσης, σε ό,τι αφορά τον τομέα της βοοτροφίας, οι γαλλικές αρχές δεν κοινοποίησαν στην Επιτροπή τις προβλεπόμενες ενισχύσεις για επενδύσεις.

(6)

Καμία κοινοποίηση σχετική με τους νέους γεωργούς δεν υποβλήθηκε στην Επιτροπή.

(7)

Με επιστολή της 11ης Απριλίου 2001, η Επιτροπή ενημέρωσε τη Γαλλία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης κατά του ΡMPOA. Η παρούσα απόφαση αφορά μόνο την εφαρμογή του ΡMPOA στη διάρκεια της περιόδου 1994—2000.

(8)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων  (8). Η Επιτροπή κάλεσε τα άλλα κράτη μέλη και τους ενδιαφερομένους τρίτους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις επίμαχες ενισχύσεις. Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους τρίτων. Οι γαλλικές αρχές έστειλαν τα σχόλιά τους με επιστολή της 21ης Ιουνίου 2001.

(9)

Η ανανέωση του PMPOA από το έτος 2001 εγκρίθηκε από την Επιτροπή με επιστολή της 30ής Οκτωβρίου 2001 (9).

II.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1.   Ο μηχανισμός ενίσχυσης

(10)

Το ΡMPOA είναι το αποτέλεσμα συμφωνίας που συνήφθη μεταξύ του γαλλικού κράτους και των γαλλικών γεωργικών επαγγελματικών οργανώσεων στις 8 Οκτωβρίου 1993. Άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1994. Το πρόγραμμα σκοπό έχει να δώσει τη δυνατότητα στους γεωργούς να προσαρμόσουν τον εξοπλισμό τους και τις πρακτικές τους με στόχο τη βελτίωση της προστασίας του περιβάλλοντος και ειδικότερα της προστασίας των υδάτων. Οι τύποι ρύπανσης που έχουν εντοπισθεί και οι οποίοι αποτελούν αντικείμενο του προγράμματος είναι η ρύπανση των υδάτων από φυτοϋγειονομικά προϊόντα και από λιπάσματα ανόργανης και οργανικής προέλευσης.

(11)

Το PMPOA αποβλέπει ειδικότερα στην τήρηση της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991 για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (10) (εφεξής «η οδηγία για τη νιτρορρύπανση»), καθώς και των εθνικών διατάξεων για τη θέσπιση ενός κώδικα ορθών γεωργικών πρακτικών. Αφορά το σύνολο των τρόπων παραγωγής: κτηνοτροφία και καλλιέργειες.

(12)

Για την τήρηση των ως άνω διατάξεων και για την πρόληψη της ρύπανσης των υδάτινων πόρων από τα περιττώματα των ζώων, κρίθηκε αναγκαία η υλοποίηση εργασιών για τη βελτίωση των κτιρίων της κτηνοτροφίας και για τη βελτίωση της διαχείρισης των λυμάτων. Το κόστος των εργασιών που έπρεπε να εκτελεστούν μόνο για τα κτίρια εκτιμήθηκε την εποχή εκείνη, ενδεικτικά, σε περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ, με χρονοδιάγραμμα που έφθανε μέχρι το 2002. Εκπονήθηκε ένα πρόγραμμα επενδύσεων, του οποίου το συνολικό σχέδιο χρηματοδότησης ήταν το εξής: κτηνοτρόφοι, 1/3· κράτος (Υπουργείο Γεωργίας και Αλιείας) και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, 1/3 σε ίσα μερίδια· οργανισμοί υδάτινων πόρων (11), 1/3. Σε αντάλλαγμα, οι κτηνοτρόφοι που μπορούν να επωφεληθούν από τις ενισχύσεις υπόκεινται στο τέλος ρύπανσης που εισπράττουν οι οργανισμοί υδάτινων πόρων.

(13)

Με σημείωμα της 24ης Φεβρουαρίου 1994 προς τα ενδιαφερόμενα διοικητικά όργανα, τα γαλλικά υπουργεία περιβάλλοντος και γεωργίας διευκρίνισαν τα διαδικαστικά στοιχεία που αποφασίστηκαν από την εθνική επιτροπή παρακολούθησης, η οποία είχε επιφορτιστεί με την υλοποίηση του προγράμματος: χρονοδιάγραμμα, κλείδες χρηματοδότησης, εφαρμογή στους κτηνοτρόφους.

(14)

Όσον αφορά τη σχέση του προγράμματος με τις υπαγόμενες εγκαταστάσεις, οι γαλλικές αρχές επεσήμαιναν στο εν λόγω σημείωμα ότι είναι προς το συμφέρον του κτηνοτρόφου, όταν θα έχουν εκτελεστεί οι εργασίες που προβλέπονται από τη σύμβαση ή τις συμβάσεις ελέγχου της ρύπανσης, να είναι σύμφωνες με τις υπουργικές αποφάσεις της 29ης Φεβρουαρίου 1992 σχετικά με τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, ως προς τις διατάξεις που αφορούν την προστασία των υδάτων.

(15)

Η θέση σε εφαρμογή του PMPOA ακολούθησε τομεακή προσέγγιση και πραγματοποιήθηκε μέσω εγκυκλίων, οι οποίες περιείχαν τις λεπτομέρειες για την ενίσχυση, του Υπουργείου Γεωργίας και Αλιείας προς τους διοικητές των περιφερειών και των διαμερισμάτων. Οι γαλλικές αρχές απέστειλαν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως της τελευταίας, αντίγραφο των ακόλουθων εγκυκλίων:

εγκύκλιος DEPSE/SDEEA αριθ. 7016 της 22ας Απριλίου 1994, «Ενισχύσεις για τη συμμόρφωση των βοοτροφικών και χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων»·

εγκύκλιος DEPSE/SDEEA αριθ. 7021 της 18ης Απριλίου 1995, «Ενισχύσεις για τη συμμόρφωση των πτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων»·

εγκύκλιος DEPSE/SDEEA αριθ. 7028 της 19ης Ιουνίου 1995, «Ενισχύσεις για τη συμμόρφωση των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων»·

εγκύκλιος DEPSE/SDEEA αριθ. 7001 της 15ης Ιανουαρίου 1996, «Ενίσχυση για τη συμμόρφωση των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Περίπτωση των νέων γεωργών που εγκαθίστανται από την 1η Ιανουαρίου 1996».

(16)

Δικαιούχοι των ενισχύσεων ήσαν οι κάτοχοι εκμεταλλεύσεων ή οι ιδιοκτήτες γης για γεωργική χρήση, ιδίως στους τομείς της βοοτροφίας, της χοιροτροφίας και της πτηνοτροφίας. Οι επενδύσεις, από την πλευρά τους, αποσκοπούσαν στη διευθέτηση υφισταμένων κτιρίων, ώστε να αυξηθεί η χωρητικότητα αποθήκευσης των ζωικών περιττωμάτων και να βελτιωθεί ο εξοπλισμός αποθήκευσης για την αναβάθμιση στο επίπεδο που απαιτείται από τους κανόνες της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση (12).

(17)

Η χρηματοδότηση συνίστατο σε παρέμβαση του κράτους μέχρι ποσοστού 35 % των δαπανών, υπό μορφή επιχορήγησης κεφαλαίου που κάλυπτε το 30 % των δαπανών, στην οποία μπορεί να προστεθεί το ευεργέτημα δανείου με επιδοτούμενο επιτόκιο, του οποίου το ισοδύναμο επιχορήγησης αντιστοιχεί στο 5 % των δαπανών. Η συμμετοχή των οργανισμών υδάτινων πόρων μέχρις ύψους 1/3 των δαπανών δεν αναφερόταν στις εγκυκλίους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 15.

(18)

Όσον αφορά τους τομείς της βοοτροφίας και της χοιροτροφίας, προβλέπονταν επίσης ενισχύσεις για τους κατόχους εκμεταλλεύσεων που υλοποιούσαν το σχέδιό τους στο πλαίσιο σχεδίου υλικής βελτίωσης (ΡΑΜ) στις μειονεκτικές περιοχές υπό μορφή κεφαλαιακής ενίσχυσης 30 % και δανείου με ισοδύναμο επιχορήγησης 15 %. Τα ποσοστά αυξάνονται, όταν επιπλέον πρόκειται για νέους γεωργούς (43,75 % σε πεδινή περιοχή και 56,25 % σε μειονεκτική περιοχή). Στον τομέα της πτηνοτροφίας, για τους νέους γεωργούς, προβλέπεται προσαύξηση κατά 5 % μέσω δανείου με επιδοτούμενο επιτόκιο.

(19)

Η εγκύκλιος DEPSE/SDEEA αριθ. 7001 της 15ης Ιανουαρίου 1996 τροποποίησε τα ποσοστά ενίσχυσης για τους νέους γεωργούς που εγκαθίστανται από την 1η Ιανουαρίου 1996. Το ποσοστό της επιχορήγησης κεφαλαίου αυξάνεται από 30 % σε 35 % στις μειονεκτικές περιοχές και τις αγροτικές αναπτυξιακές περιοχές προτεραιότητας. Δεν προβλέπεται δάνειο με επιδοτούμενο επιτόκιο. Στις άλλες περιοχές, το ποσοστό της κεφαλαιακής ενίσχυσης αυξάνεται από 30 % σε 32,5 %. Επιτρέπεται η χορήγηση συμπληρωματικού δανείου το οποίο έχει ισοδύναμο επιχορήγησης 2,5 %.

(20)

Για να έχουν πρόσβαση στις ενισχύσεις, οι παραγωγοί έπρεπε να υποβάλουν προκαταρκτική μελέτη, η οποία εκπονείτο για λογαριασμό τους από εγκεκριμένους τεχνικούς, μετά την οποία εκπονείτο το σχέδιο επένδυσης του παραγωγού. Η διάγνωση χρησίμευε ως βάση για τη σύμβαση ελέγχου της ρύπανσης (βλ. αιτιολογική σκέψη 21) και επομένως για τον ορισμό της βάσης που ήταν επιλέξιμη από καθένα από τα συμμετέχοντα μέρη για τη δημόσια χρηματοδότηση των έργων. Οι εν λόγω μελέτες αντιπροσώπευαν το 2 % του κόστους των επενδύσεων και ενισχύονταν σε ποσοστό 50 % από το κράτος και σε ποσοστό 50 % από τους οργανισμούς υδάτινων πόρων, με όριο τα 6 000 γαλλικά φράγκα (FRF) εκτός φόρων (ήτοι 914 ευρώ).

(21)

Η σύμβαση ελέγχου της ρύπανσης ήταν το στοιχείο που εξασφάλιζε στον κτηνοτρόφο την εφαρμογή του μηχανισμού ενίσχυσης που προβλέπεται στο PMPOA, καθώς και τον συμψηφισμό του ενδεχόμενου τέλους προς τον οργανισμό υδάτινων πόρων. Πρόκειται για μια σύμβαση εμπιστοσύνης, η οποία φέρει κατ’ ανάγκη στο φως την ύπαρξη περιβαλλοντικών προβλημάτων σε μια κτηνοτροφική εκμετάλλευση, αλλά σκοπός της οποίας είναι να βοηθήσει στην επίλυσή τους. Υπογράφεται από το σύνολο των εταίρων της χρηματοδότησης, μεταξύ των οποίων και ο κτηνοτρόφος.

2.   Τα επιχειρήματα που πρόβαλε η Επιτροπή στο πλαίσιο της κίνησης της διαδικασίας έρευνας

(22)

Η Επιτροπή θεώρησε, εν πρώτοις, ότι η συμμετοχή των οργανισμών υδάτινων πόρων στο PMPOA αποτελούσε κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Πράγματι, οι οργανισμοί υδάτινων πόρων συμμετείχαν στην χρηματοδότηση των επενδυτικών δαπανών του PMPOA μέχρις ύψους 1/3 αυτών. Η συμμετοχή τους έγινε γνωστή στις υπηρεσίες της Επιτροπής μετά τη δημοσίευση μιας έκθεσης αξιολόγησης σχετικά με τη διαχείριση και τον απολογισμό του PMPOA, η οποία είχε εκπονηθεί από τη γενική επιθεώρηση οικονομικών, τη μόνιμη επιτροπή συντονισμού των επιθεωρήσεων του Υπουργείου Γεωργίας και Αλιείας και το γενικό Συμβούλιο αγρονομίας, υδάτων και δασών (13).

(23)

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το άρθρο 2 του γαλλικού διατάγματος αριθ. 66—700 της 14ης Σεπτεμβρίου 1966 σχετικά με τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς υδρολογικής λεκάνης προβλέπει ότι οι οργανισμοί υδάτινων πόρων είναι δημόσια ιδρύματα του κράτους, τα οποία διαθέτουν νομική προσωπικότητα και οικονομική αυτονομία και επομένως ότι η γαλλική νομοθεσία δεν αφήνει καμία αμφιβολία ως προς το δημόσιο χαρακτήρα των οργανισμών.

(24)

Η Επιτροπή συμπέρανε, στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας, ότι, ενόψει των νομοθετικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί στη Γαλλία σχετικά με τους οργανισμούς υδατίνων πόρων και τις μεθόδους λειτουργίας τους, καθώς και ενόψει της νομολογίας του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (14), οι οργανισμοί υδατίνων πόρων πρέπει να θεωρηθούν προέκταση του κράτους και ότι η χρηματοδότηση, εκ μέρους των οργανισμών αυτών, επενδύσεων σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις συνιστά επομένως κρατική ενίσχυση (15).

(25)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι τα ποσά που χορηγούνται στους βοοτρόφους, χοιροτρόφους και πτηνοτρόφους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προέρχονται από τους οργανισμούς υδατίνων πόρων, παρέχουν στους εν λόγω παραγωγούς ένα πλεονέκτημα από το οποίο άλλοι κλάδοι παραγωγής δεν μπορούσαν να επωφεληθούν. Επρόκειτο επομένως για ενίσχυση χορηγούμενη από τη Γαλλία, η οποία, νοθεύοντας ή απειλώντας να νοθεύσει τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων και ορισμένων κλάδων παραγωγής, ήταν ικανή να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, το μέτρο εμπίπτει στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

(26)

Η Επιτροπή συμπέρανε επίσης ότι οι κρατικές ενισχύσεις που τέθηκαν σε εφαρμογή από τη Γαλλία αποτελούσαν νέες ενισχύσεις μη κοινοποιηθείσες στην Επιτροπή, οι οποίες, ως εκ τούτου, συνιστούσαν ενδεχομένως παράνομες ενισχύσεις κατά την έννοια της συνθήκης. Η Επιτροπή βασιζόταν ιδίως στο άρθρο 1, στοιχείο στ), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (16), το οποίο ορίζει την παράνομη ενίσχυση ως νέα ενίσχυση η οποία εφαρμόζεται κατά παράβαση του παλαιού άρθρου 93 (νυν άρθρου 88) παράγραφος 3 της συνθήκης. Η έννοια της νέας ενίσχυσης καλύπτει, από την πλευρά της, κάθε ενίσχυση, δηλαδή κάθε καθεστώς ενισχύσεων ή κάθε μεμονωμένη ενίσχυση, η οποία δεν αποτελεί υφιστάμενη ενίσχυση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε τροποποίησης υφισταμένων ενισχύσεων.

(27)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι κάθε καθεστώς ενισχύσεων εγκεκριμένο από την Επιτροπή, στο οποίο επιφέρονται στη συνέχεια σημαντικές μεταβολές — στη συγκεκριμένη περίπτωση σχετικές με τη συμμετοχή ενός δημόσιου οργανισμού στη χρηματοδότηση της ενίσχυσης που έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, τροποποιώντας σημαντικά την κλείδα χρηματοδότησης και, ως εκ τούτου, την ένταση της ενίσχυσης — αποτελεί νέα ενίσχυση η οποία πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, κατά την έννοια του άρθρου 88 της συνθήκης και να εγκριθεί από αυτή. Η εν λόγω υποχρέωση κοινοποίησης καθιερώνεται με το άρθρο 1, στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής, η μεταβολή της έντασης της ενίσχυσης φαινόταν να αποτελεί καθαυτή στοιχείο τροποποιητικό της ουσίας της ενίσχυσης, το οποίο καθιστά υποχρεωτική την κοινοποίηση κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(28)

Η Επιτροπή στη συνέχεια προχώρησε στην αξιολόγηση των επίμαχων ενισχύσεων, λαμβάνοντας υπόψη το σημείο 23.3 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας (17) (στο εξής καλούμενων «οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές»), σύμφωνα με το οποίο οι παράνομες ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 θα κρίνονται σύμφωνα με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία χορηγείται η ενίσχυση.

(29)

Όσον αφορά τις επιχορηγούμενες επενδύσεις και τη μορφή των ενισχύσεων, η Επιτροπή θεώρησε ότι, ως προς τον τομέα της χοιροτροφίας, η φύση των επενδύσεων είχε πράγματι παραμείνει αναλλοίωτη κατά την ενσωμάτωσή τους στο PMPOA και ότι οι επενδύσεις αντιστοιχούσαν κατ’ ουσία προς εκείνες που είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και είχαν εγκριθεί από αυτή. Όσον αφορά τον τομέα της βοοτροφίας, η Επιτροπή, αν και δεν είχε την εποχή εκείνη εξετάσει την ενίσχυση υπό το πρίσμα των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού, διαπίστωσε, όταν κίνησε τη διαδικασία, ότι ήταν συμβατή με τους κανόνες αυτούς. Σε ό,τι αφορά τον τομέα της πτηνοτροφίας, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στο PMPOA είχαν επαναληφθεί επακριβώς οι διατάξεις που είχε εγκρίνει προηγουμένως. Τέλος, σε ό,τι αφορά το καθεστώς υπέρ των νέων γεωργών που εγκαθίστανται από την 1η Ιανουαρίου 1996, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το καθεστώς δεν επέφερε μεταβολές του καθεστώτος στο μέρος του που αφορούσε τις επιλέξιμες επενδύσεις, αλλά περιοριζόταν σε τροποποίηση της μορφής της ενίσχυσης κατά το τμήμα της που χρηματοδοτείτο από το κράτος.

(30)

Έτσι, η Επιτροπή συμπέρανε ότι, όσον αφορά τη φύση των επενδύσεων και τις μορφές ενίσχυσης που προέβλεπαν οι γαλλικές αρχές, οι ενισχύσεις αν και είχαν παράνομο χαρακτήρα, τέθηκαν σε εφαρμογή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού που εφαρμόζονταν την εποχή εκείνη. Η Επιτροπή επομένως δεν αμφισβήτησε αυτή την πλευρά της εφαρμογής της ενίσχυσης.

(31)

Όσον αφορά την κλείδα χρηματοδότησης των ενισχύσεων, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο που εφαρμοζόταν τη στιγμή της έναρξης ισχύος του προγράμματος, το ανώτατο όριο για τις επενδυτικές ενισχύσεις υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος ήταν 35 % των δαπανών (45 % στις μειονεκτικές περιοχές). Πράγματι, το άρθρο 12 παράγραφος 5, πέμπτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, το οποίο προέβλεπε εξέταση των εθνικών ενισχύσεων με βάση τα παλαιά άρθρα 92 και 93 (νυν 87 και 88) της συνθήκης και το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού, επέτρεπε τις ενισχύσεις για επενδύσεις που απέβλεπαν στην προστασία του περιβάλλοντος, εφόσον αυτές δεν επέφεραν αύξηση της παραγωγής. Στην απόφασή της σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. Ν 136/91, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η πρακτική της ήταν να θεωρεί ότι συμβιβάζεται με την κοινή αγορά γι’ αυτό το είδος ενισχύσεων ποσοστό 35 % των επιλέξιμων δαπανών (45 % στις μειονεκτικές περιοχές κατά την έννοια της οδηγίας 75/268/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Απριλίου 1975 περί της ορεινής γεωργίας και της γεωργίας σε ορισμένες μειονεκτικές περιοχές (18). Αυτά τα ποσοστά ενίσχυσης επιβεβαιώθηκαν στο σημείο 3.2.3 του κοινοτικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος (19), λίγο μετά την έναρξη ισχύος του προγράμματος.

(32)

Η ύπαρξη και η φύση αυτών των ανωτάτων ορίων είχαν εξάλλου αποσαφηνιστεί από τις γαλλικές αρχές στις τομεακές εγκυκλίους εφαρμογής του PMPOA που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 15. Πράγματι, αναγράφεται σε αυτές ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση επέτρεψε οι δημόσιες ενισχύσεις γι’ αυτό τον τύπο επενδύσεων που συνδέονται με τη βελτίωση του περιβάλλοντος να φθάσουν κατά παρέκκλιση το ποσοστό 35 %».

(33)

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η κλείδα χρηματοδότησης του προγράμματος προβλέπει συμμετοχή στις δαπάνες των επενδύσεων κατά 1/3 για το κράτος και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (σε ίσα μερίδια, δηλαδή 1/6 για κάθε μέρος), 1/3 για τους οργανισμούς υδάτινων πόρων και 1/3 για τους κατόχους των εκμεταλλεύσεων και αν ληφθεί υπόψη, ειδικότερα, το γεγονός ότι η συνεισφορά των οργανισμών υδάτινων πόρων συνιστά κρατική ενίσχυση, η Επιτροπή συμπέρανε στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας ότι τα ανώτατα όρια ενίσχυσης που επιτρέπονται γι’ αυτό το είδος επενδύσεων δεν φαινόταν να έχουν τηρηθεί. Πράγματι, η συνεισφορά των οργανισμών υδάτινων πόρων στη χρηματοδότηση του PMPOA έχει ως αποτέλεσμα να ανέλθει το ποσοστό της δημόσιας χρηματοδότησης στα 2/3 του κόστους των επενδύσεων, δηλαδή σε περίπου 66,6 % των δαπανών. Αυτό αντιπροσωπεύει, κατά την Επιτροπή, υπέρβαση του επιτρεπόμενου ποσοστού κατά περίπου 31,6 % (21,6 % στις μειονεκτικές περιοχές) των δαπανών. Η ίδια υπέρβαση υπάρχει όσον αφορά το καθεστώς υπέρ των νέων γεωργών που εγκαθίστανται από την 1η Ιανουαρίου 1996, δεδομένου ότι οι τροποποιήσεις που επήλθαν στο καθεστώς αφορούν απλώς τη μορφή της ενίσχυσης κατά το μέρος που χρηματοδοτείται από το κράτος και δεν οδηγούν επομένως σε συνολική αύξηση του ποσοστού παρέμβασης υπέρ αυτών.

(34)

Η Επιτροπή θεώρησε επίσης ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2000, ημερομηνία εφαρμογής των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή επιτρέπει πάντως, βάσει του σημείου 4.1.1.2 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, ποσοστά ενίσχυσης γι’ αυτό το είδος επενδύσεων 40 % των δαπανών (50 % για τις μειονεκτικές περιοχές). Για τους νέους γεωργούς, το ποσοστό που γίνεται δεκτό είναι 45 % (55 % σε μειονεκτική περιοχή). Αυτό σημαίνει ότι, κατ’ εφαρμογή αυτών των ευνοϊκότερων όρων, για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν το 2000, η υπέρβαση των ποσοστών ενίσχυσης είναι μόνο 26,6 % (16,6 % στις μειονεκτικές περιοχές) και, για τους νέους γεωργούς 21,6 % (11,6 % στις μειονεκτικές περιοχές), ως προς τις επενδύσεις που υλοποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2000 και πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές.

(35)

Επειδή οι ενισχύσεις που επέτρεπε η Επιτροπή για επενδύσεις βασίζονταν σε επιτρεπόμενο ποσοστό δημόσιας χρηματοδότησης κατ’ ανώτατο όριο 35 % των δαπανών των εν λόγω επενδύσεων (45 % στις μειονεκτικές περιοχές), ή και 40 % έως 55 %, ανάλογα με την περίπτωση, από 1ης Ιανουαρίου 2000, η Επιτροπή υποχρεώθηκε να διαπιστώσει, στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας έρευνας, ότι το ύψος των ενισχύσεων που χορηγούνται κατ’ εφαρμογή του PMPOA ενδεχομένως δεν αντιστοιχούσε στο ποσοστό ενίσχυσης που επέτρεπε η Επιτροπή και ότι, ως εκ τούτου, κάθε δημόσια χρηματοδότηση χορηγούμενη πέραν των επιτρεπόμενων ανωτάτων ορίων συνιστούσε κρατική ενίσχυση που δεν συμβιβάζεται με τη συνθήκη.

(36)

Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τις γαλλικές αρχές, είχε αμφιβολίες ως προς το εάν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά η ενίσχυση για τις επενδύσεις που χρηματοδοτήθηκαν στο πλαίσιο του PMPOA κατά την περίοδο 1994-2000, ιδίως όσον αφορά τα ποσά ενίσχυσης που ενδεχομένως χορηγούνταν καθ’ υπέρβαση των επιτρεπόμενων ποσοστών 35 % ή και 45 %. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(37)

Η Επιτροπή συμπέρανε επίσης ότι το ποσοστό ενίσχυσης που χρησιμοποιούσαν οι γαλλικές αρχές για την εκτέλεση των διαγνώσεων στις εκμεταλλεύσεις ήταν σύμφωνο προς τους εφαρμοστέους κανόνες ανταγωνισμού.

III.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ

(38)

Με επιστολή της 21ης Ιουνίου 2001, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης κατά της κοινοποιηθείσας ενίσχυσης.

(39)

Οι γαλλικές αρχές έλαβαν υπό σημείωση τη νομική ανάλυση της Επιτροπής ως προς τον δημόσιο χαρακτήρα των ενισχύσεων των οργανισμών υδάτινων πόρων. Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, η γαλλική κυβέρνηση σκοπεύει να αναθεωρήσει το νόμο αριθ. 64/1245 της 16ης Δεκεμβρίου 1964 σχετικά με το καθεστώς και την κατανομή των υδάτων και την καταπολέμηση της ρύπανσης αυτών, ο οποίος ορίζει ειδικότερα τις θεμελιώδεις αρχές λειτουργίας των οργανισμών υδάτινων πόρων, με σκοπό ιδίως να υποβάλλονται στο μέλλον προς ψήφιση στο Κοινοβούλιο, ο τρόπος υπολογισμού των τελών και οι κατευθύνσεις των προγραμμάτων χρηματοδοτικής παρέμβασης των εν λόγω οργανισμών.

(40)

Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ωστόσο ότι θα μπορούσαν να έχουν χρησιμοποιηθεί, για την υπέρβαση των ποσοστών 35 % και 45 %, οι διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, και στη συνέχεια του άρθρου 12 παράγραφος 3, στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97 του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997 για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των γεωργικών διαρθρώσεων (20). Οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν, κατά τις γαλλικές αρχές, να μην εφαρμόζονται οι απαγορεύσεις ενισχύσεων και οι περιορισμοί ως προς την υπέρβαση των εν λόγω ποσοστών σε ορισμένες επενδύσεις, μεταξύ των οποίων εκείνες που αποσκοπούν στην προστασία του περιβάλλοντος.

(41)

Όσον αφορά την επίδραση στον ανταγωνισμό της συμμετοχής των οργανισμών υδάτινων πόρων στο PMPOA, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι οι εν λόγω οργανισμοί δεν ευνοούν αδικαιολόγητα ένα συγκεκριμένο εθνικό τομέα, για τους εξής λόγους. Πρόκειται πράγματι για μη παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες, ακόμη και με υψηλά ποσοστά ενίσχυσης, επιβαρύνουν την οικονομία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και θέτουν τους εν λόγω κτηνοτρόφους σε δυσμενή θέση σε σχέση με εκείνους που δεν υλοποιούν παρόμοιες επενδύσεις. Οι τελευταίοι άλλωστε είναι κατά πολύ περισσότεροι στη Γαλλία. Κατά τη γνώμη των γαλλικών αρχών, η στρέβλωση του ανταγωνισμού επομένως ασκείται γενικά εις βάρος των ενδιαφερόμενων κτηνοτρόφων και όχι προς όφελός τους.

(42)

Κατά τις γαλλικές αρχές, εάν μπορούσε να υπάρχει στρέβλωση του ανταγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης, αυτό θα μπορούσε να ισχύει μόνο σε σχέση με κτηνοτρόφους σε άλλα κράτη μέλη, οι οποίοι έχουν εκτελέσει παρόμοιες εργασίες, αλλά με χρηματοδοτικές ενισχύσεις που περιορίζονται στο ανώτατο όριο του 35 % ή 45 % στις μειονεκτικές περιοχές. Κατά τις γαλλικές αρχές, η πραγματική ύπαρξη στρέβλωσης του είδους αυτού δεν μπορεί όντως να εκτιμηθεί παρά μόνον κατά περίπτωση.

(43)

Οι γαλλικές αρχές συνεχίζουν το συλλογισμό τους υποστηρίζοντας ότι τα πραγματικά ποσοστά ενισχύσεων που εφαρμόζονται σε παρόμοιες εργασίες διαφέρουν αισθητά μεταξύ των κτηνοτρόφων, λαμβανομένων υπόψη των επακριβών όρων εφαρμογής του προγράμματος. Οι εν λόγω αρχές εξηγούν ότι τα ποσοστά αυτά είναι κατά γενικό κανόνα σαφώς κατώτερα από το 60 %, εάν τα υπολογίσει κανείς λαμβάνοντας την αξία της ενίσχυσης εκφραζόμενη ως ποσοστό του ύψους της επένδυσης, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 και με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97.

(44)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι λεπτομέρειες εφαρμογής των ενισχύσεων που χορηγεί το κράτος, οι οποίες έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, ορίζουν το γενικό πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος. Οι οργανισμοί υδάτινων πόρων από την πλευρά τους έχουν υιοθετήσει τον ίδιο κατάλογο επιλέξιμων εργασιών, αλλά τα ανώτατα όρια ενίσχυσης δεν ταυτίζονται πάντοτε. Εξάλλου, προστέθηκαν σε τοπικό επίπεδο τεχνικοί περιορισμοί (σε m2 καλυμμένων χώρων άσκησης για παράδειγμα), τόσο για τις ενισχύσεις των οργανισμών υδάτινων πόρων όσο και για εκείνες του κράτους ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, περιορισμοί που μειώνουν συχνά το προς χρηματοδότηση τμήμα των επιλέξιμων εργασιών. Τέλος, για ορισμένους οργανισμούς υδάτινων πόρων, επεβλήθη επίσης συνολικό ανώτατο όριο για τη βάση της ενίσχυσης ανά «unité gros bétail azote — UGBN» (άζωτο μονάδας μεγάλου ζώου).

(45)

Έτσι, λόγω αυτών των διάφορων ανώτατων ορίων, το πραγματικό χορηγούμενο ποσοστό ενίσχυσης, συσχετιζόμενο με τη δαπάνη του κτηνοτρόφου για τις επιλέξιμες εργασίες, είναι, κατά τις γαλλικές αρχές, πάντοτε στην πράξη κατώτερο από τα μέγιστα ποσοστά που επιτρέπει το πρόγραμμα.

(46)

Οι γαλλικές αρχές εξήγησαν ότι, επ’ ευκαιρία των αναγκαίων εργασιών για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής αποτελεσματικότητας, ορισμένοι κτηνοτρόφοι υλοποιούν εργασίες εκσυγχρονισμού. Οι εργασίες αυτές δεν είναι επιλέξιμες και δεν τυγχάνουν επομένως ενίσχυσης στο πλαίσιο του PMPOA.

(47)

Στην βοοτροφία, η οποία αντιπροσωπεύει το 80 % του αριθμού των εκμεταλλεύσεων που μπορούν να υπαχθούν στο PMPOA, το πραγματικό μέσο ποσοστό ενίσχυσης είναι μάλλον χαμηλό και κυμαίνεται ως επί το πλείστον μεταξύ 35 % και 50 %, με μεγάλες διακυμάνσεις εξάλλου ανάλογα με τα συστήματα παραγωγής. Αυτό εξηγείται από τη μεγάλη ποικιλία τύπων περιττωμάτων, υγρών, στερεών και συχνότατα μεικτών, και άρα τύπων αποθήκευσης τόσο ως προς τη φύση τους (κοπροσωροί, δεξαμενές υγρής κόπρου) όσο και ως προς τη χωρητικότητά τους και από το γεγονός ότι οι επενδύσεις αυτές σε αποθηκευτικούς χώρους, καθώς και το εμβαδόν των χώρων από σκυρόδεμα και η κάλυψη των χώρων άσκησης υπόκεινται σε τεχνικούς περιορισμούς ή σε ιδιαίτερα χαμηλά χρηματοδοτικά ανώτατα όρια.

(48)

Στις εκτροφές χοίρων και πουλερικών σε κλειστό χώρο, η υφιστάμενη χωρητικότητα αποθήκευσης λυμάτων είναι τις περισσότερες φορές επαρκής, λαμβανομένων υπόψη των περιόδων απαγόρευσης της λίπανσης. Οι εργασίες συνίστανται τότε στην αποκατάσταση της στεγανότητας των χώρων αποθήκευσης ή των υφισταμένων χώρων από σκυρόδεμα ή στην εγκατάσταση συστημάτων τροφοδοσίας δύο φάσεων, που μειώνουν τη ρύπανση στην πηγή στις χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις ή και βελτιώνουν τη διαχείριση των περιττωμάτων στα πτηνοτροφεία. Το πραγματικό ποσοστό ενίσχυσης μπορεί τότε να φθάσει μέχρι 60 % του ποσού των επιλέξιμων εργασιών, όπως απεικονίζει ο πίνακας 1. Συχνότατα πάντως, το ποσό των εργασιών είναι σαφώς χαμηλότερο από ό,τι για τα βοοειδή.

(49)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, μια μελέτη που καλύπτει 20 000 φακέλους στην υδρολογική λεκάνη του οργανισμού υδάτινων πόρων Loire-Bretagne αποδεικνύει ότι το μέσο ποσοστό ενίσχυσης είναι 40 %.

(50)

Πράγματι, ένα μέρος των φακέλων αυτών αντιστοιχεί σε νέες κατασκευές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος, όταν για διάφορους λόγους κρίθηκε απρόσφορο να γίνουν οι συνιστώμενες εργασίες στα υφιστάμενα κτίρια. Κατά τις γαλλικές αρχές, οι περιπτώσεις αυτές πρέπει να εξετάζονται χωριστά, διότι η ενίσχυση δεν υπάγεται πλέον στις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά στις ενισχύσεις για εκσυγχρονισμό, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β), του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 και στο άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97. Το ποσό της ενίσχυσης δεν μπορεί τότε να υπερβεί το 35 % ή το 26,25 % (αντιστοίχως 45 ή 38,75 % στις μειονεκτικές περιοχές) του κόστους των εργασιών, ανάλογα με τη δυνατότητα ή μη του κτηνοτρόφου να διαθέτει σχέδιο υλικής βελτίωσης. Στις περιπτώσεις αυτές, το πραγματικό ποσοστό των ενισχύσεων είναι, στα παραδείγματα του πίνακα 2, πάντοτε πολύ κατώτερο από τα ποσοστά αυτά, όπου η στήλη (α) απεικονίζει ποιο θα ήταν το κόστος υλοποίησης των περιβαλλοντικών εργασιών, εάν είχαν διατηρηθεί τα κτίρια.

(51)

Άλλωστε, στην ίδια εκμετάλλευση μπορούν να υλοποιηθούν εργασίες στα υφιστάμενα κτίρια αλλά και νέες κατασκευές.

(52)

Τέλος, εάν η σύγκριση γινόταν κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, θα έπρεπε, αναγκαστικά να αποκλεισθούν από το πεδίο της σύγκρισης βάσει του άρθρου 87 της συνθήκης οι κτηνοτρόφοι που καταβάλλουν ετήσιο τέλος σε οργανισμό υδάτινων πόρων.

Πίνακας 1

Παραδείγματα πραγματικών ποσοστών ενίσχυσης για τη συμμόρφωση με τα πρότυπα στο πλαίσιο του PMPOA

(ποσά σε FRF)

Τύπος εκτροφής

Αναγκαίες βελτιώσεις

Συνολικό ποσό εργασιών (α)

Ποσό επιλέξιμων εργασιών (β)

Εγκριθέν ποσό: κράτος (γ)

Εγκριθέν ποσό: οργανισμός υδάτινων πόρων (δ)

Συνολική ενίσχυση (ε)

Πραγματικό ποσοστό (ε/β)

Μεικτή εκτροφή:

52 γαλακτοπαραγωγικές, 20 θηλάζουσες και ανανέωση, ήτοι 120 UGBN

Στεγάνωση και κάλυψη χώρου άσκησης. Αύξηση χωρητικότητας κοπροσωρού. Κατασκευή δεξαμενής υγρής κόπρου

334 154

257 372

236 550

236 550

141 930

55,1 %

60 γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες και ανανέωση, ήτοι 80 UGBN

Στεγανότητα υφιστάμενης δεξαμενής. Κατασκευή ακάλυπτης δεξαμενής. Στεγάνωση χώρου άσκησης

328 178

328 178

272 038

272 038

163 222

49,7 %

90 γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες και ανανέωση, ήτοι 120 UGBN

Δημιουργία κοπροσωρού. Αύξηση χωρητικότητας δεξαμενής. Διαχωρισμός ομβρίων. Σχέδιο διασποράς

1 220 700

671 020

495 800

495 800

252 780

36,7 %

Μεικτή εκτροφή: 450 χοίροι κρεοπαραγωγής, 84 βοοειδή κρεοπαραγωγής και γαλακτοπαραγωγής, ήτοι 115 UGBN

Αύξηση σε 9 μήνες της διάρκειας αποθήκευσης λυμάτων. Κάλυψη χώρου άσκησης. Κρήνη ύδατος χοίρων.

196 380

188 330

177 225

177 225

115 195

57,5 %

147 χοιρομητέρες, 27 κάπροι, 1 840 χοίροι πάχυνσης, ήτοι 223 UGBN

Χωριστικό δίκτυο υδάτων. Κάλυψη αύλειων χώρων

93 180

305 510

16 163

16 163

10 505

34,4 %

210 χοιρομητέρες, 1 318 χοίροι πάχυνσης, ήτοι 167 UGBN

Στεγάνωση κοπροσωρού. Δίκτυο αποχέτευσης. Τροφοδοσία πολλαπλών φάσεων.

100 293

55 375

55 375

55 375

33 225

60 %

242 000όρνιθες αναπαραγωγής, ήτοι 1 128 UGBN

Εγκατάσταση απομάκρυνσης και ξήρανσης περιττωμάτων.

1 575 200

547 700

310 930

310 930

186 558

34,6 %


Πίνακας 2

Παραδείγματα πραγματικών ποσοστών ενίσχυσης στην περίπτωση κατασκευής νέων κτιρίων

(ποσά σε FRF)

Τύπος εκτροφής

Αναγκαίες βελτιώσεις

Εκτιμώμενο κόστος παλαιών κτιρίων (α)

Συνολικό ποσό εργασιών (β)

Εγκριθέν ποσό: κράτος (γ)

Εγκριθέν ποσό: οργανισμός υδάτινων πόρων (δ)

Συνολική ενίσχυση (ε)

Πραγματικό ποσοστό (ε/β)

80 γαλακτοπαραγωγικές και ανανέωση, ήτοι 123 UGBN

Κατασκευή βουστασίου με χρήση στρωμνής για όλα τα ζώα. Τοποθέτηση υδρορροών

380 120

468 502

328 640

90 880

118 592

25,3 %

75 θηλάζουσες και ανανέωση, ήτοι 116 UGBN

Κατασκευή βουστασίου ελεύθερου σταβλισμού. Αύξηση αποθήκευσης υγρής κόπρου και κοπροσωρού.

280 634

741 807

212 436

111 211

97 094

13,1 %

82 θηλάζουσες και ανανέωση, ήτοι 134 UGBN

Κατασκευή βουστασίου ελεύθερου σταβλισμού. Στεγανότητα χώρων από σκυρόδεμα. Αύξηση αποθήκευσης υγρής κόπρου και κοπροσωρού.

605 565

1 197 152

437 153

196 951

190 231

15,9 %

70 θηλάζουσες και ανανέωση, ήτοι 110 UGBN

Κατασκευή βουστασίου ελεύθερου σταβλισμού. Στεγανότητα χώρων από σκυρόδεμα. Κατασκευή τάφρου υγρής κόπρου.

160 940

565 612

88 550

6 000

26 565

4,7 %

34 650όρνιθες ωοτοκίας, ήτοι 214 UGBN

Κατασκευή ορνιθώνων. Χώρος αποθήκευσης περιττωμάτων. Εγκατάσταση ξήρανσης περιττωμάτων.

368 454

2 309 993

368 454

176 454

163 472

7,1 %

IV.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ

1.   Εισαγωγή: το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης

(53)

Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, «ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν η [εν λόγω] συνθήκη ορίζει άλλως.»

(54)

Τα άρθρα 87 έως 89 της συνθήκης κατέστησαν εφαρμοστέα στον τομέα του χοιρείου κρέατος με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75 του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1975 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του χοιρείου κρέατος (22). Κατέστησαν εφαρμοστέα στον τομέα του βοείου κρέατος με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/99 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (23). Πριν από την έκδοση του εν λόγω κανονισμού, εφαρμόζονταν στον ίδιο τομέα δυνάμει του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 805/68 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1968 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (24). Κατέστησαν εφαρμοστέα στον τομέα του κρέατος πουλερικών με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΟΚ αριθ. 2777/75 του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1975 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του κρέατος πουλερικών (25).

1.1.   Ύπαρξη επιλεκτικού πλεονεκτήματος που χρηματοδοτείται με κρατικούς πόρους

(55)

Όσον αφορά τη φύση της ενίσχυσης, αυτή πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο των κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων που πραγματοποίησαν επενδύσεις στο πλαίσιο του PMPOA. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η χρηματοδότηση του PMPOA παρέσχε ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα στους γάλλους γεωργούς.

(56)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, αντίθετα από όσα υποστηρίζουν οι γαλλικές αρχές στις παρατηρήσεις τους, ο μη παραγωγικός χαρακτήρας των επενδύσεων δεν αναιρεί το πλεονέκτημα της ενίσχυσης με καθαρά οικονομικούς όρους, καθόσον καλύπτει ένα κόστος που κανονικά βαρύνει τον δικαιούχο, θέτοντάς τον έτσι σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών που δεν λαμβάνουν παρόμοια ενίσχυση.

(57)

Εξάλλου, ακόμη και αν υποτεθεί ότι αυτές οι μη παραγωγικές επενδύσεις θα μπορούσαν να επιβαρύνουν σε πρώτη φάση την οικονομία των εκμεταλλεύσεων, θέτοντας, κατά τις γαλλικές αρχές, τους ενδιαφερόμενους κτηνοτρόφους σε δυσμενή θέση σε σχέση με εκείνους που δεν πραγματοποιούν παρόμοιες επενδύσεις, αληθεύει πάντως ότι οι επενδύσεις αυτές υπακούουν σε μια συγκεκριμένη νομική υποχρέωση και ότι, μακροπρόθεσμα, όλοι οι ενδιαφερόμενοι κάτοχοι εκμετάλλευσης θα πρέπει να πραγματοποιήσουν αυτό το είδος επένδυσης, για να αποφύγουν να ευρεθούν σε κατάσταση παραβίασης της νομοθεσίας.

1.2.   Επηρεασμός των συναλλαγών

(58)

Για να διαπιστωθεί, κατά πόσο η ενίσχυση που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας απόφασης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, πρέπει τελικά να κριθεί, εάν είναι ικανή να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(59)

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, όταν ένα πλεονέκτημα χορηγούμενο από κράτος μέλος επιρρωνύει τη θέση μιας κατηγορίας επιχειρήσεων σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις εντός του ενδοκοινοτικού εμπορίου, οι τελευταίες πρέπει να θεωρούνται θιγόμενες από το πλεονέκτημα αυτό (26).

(60)

Φαίνεται ότι οι ενισχύσεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι ικανές να επηρεάσουν τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών κατά το μέτρο που ευνοούν την εθνική παραγωγή εις βάρος της παραγωγής των άλλων κρατών. Πράγματι, οι σχετικοί τομείς είναι ιδιαίτερα ανοικτοί στον ανταγωνισμό σε κοινοτικό επίπεδο και, ως εκ τούτου, ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε κάθε μέτρο προς όφελος της παραγωγής σε κάποιο κράτος μέλος.

(61)

Ο πίνακας 3 παρουσιάζει το επίπεδο των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της Γαλλίας και των άλλων κρατών μελών για τα σχετικά προϊόντα, κατά το πρώτο έτος από την έναρξη ισχύος του PMPOA.

Πίνακας 3

Γαλλία/ΕΕ 11

Βόειο κρέας

Χοίρειο κρέας

Πουλερικά

Εισαγωγές 1994

 

 

 

Τόνοι

525 000

463 000

85 000

εκατ. ECU

1 664

860

170

Εξαγωγές 1994

 

 

 

Τόνοι

796 000

361 000

389 000

εκατ. ECU

2 368

669

863

1.3.   Συμπεράσματα ως προς τον χαρακτήρα ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης

(62)

Τα μέτρα που εξετάζονται στην παρούσα απόφαση συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια της συνθήκης, διότι παρέχουν στους δικαιούχους ένα οικονομικό πλεονέκτημα, από το οποίο δεν μπορούν να επωφεληθούν άλλοι τομείς. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι τα μέτρα αυτά εμπίπτουν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

2.   Ο παράνομος χαρακτήρας των επίμαχων ενισχύσεων

(63)

Το άρθρο 1, στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 ορίζει την παράνομη ενίσχυση ως νέα ενίσχυση η οποία εφαρμόζεται κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Η έννοια της νέας ενίσχυσης καλύπτει, σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, κάθε ενίσχυση, δηλαδή τα καθεστώτα ενισχύσεων και τις ατομικές ενισχύσεις, οι οποίες δεν αποτελούν υφιστάμενη ενίσχυση, καθώς και τις μεταβολές υφιστάμενων ενισχύσεων.

(64)

Κάθε καθεστώς ενισχύσεων που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή, στο οποίο επιφέρονται στη συνέχεια σημαντικές μεταβολές — στη συγκεκριμένη περίπτωση σχετικές με τη συμμετοχή ενός δημόσιου οργανισμού στη χρηματοδότηση της ενίσχυσης που έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, τροποποιώντας σημαντικά την κλείδα χρηματοδότησης και, ως εκ τούτου, την ένταση της ενίσχυσης, συνιστά νέα ενίσχυση, η οποία πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή κατά την έννοια του άρθρου 88 της συνθήκης και να εγκριθεί από αυτή.

(65)

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, η υποχρέωση ενημέρωσης της Επιτροπής επί των σχεδίων που αποβλέπουν στη θέσπιση ή την τροποποίηση ενισχύσεων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 88, παράγραφος 3, πρώτη φράση της συνθήκης, δεν έχει εφαρμογή μόνο στο αρχικό σχέδιο, αλλά επεκτείνεται επίσης και στις τροποποιήσεις που επιφέρονται μεταγενεστέρως σ’ αυτό το σχέδιο, εξυπακούεται δε ότι οι πληροφορίες αυτές μπορούν να παρασχεθούν στην Επιτροπή στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων που διεξήχθησαν πριν από την αρχική γνωστοποίηση (27).

(66)

Αυτή η υποχρέωση κοινοποίησης κατοχυρώνεται με το άρθρο 1, στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

(67)

Πρέπει να διευκρινιστεί, εξάλλου, ότι η συμπερίληψη ενός ενημερωτικού δελτίου στην απογραφή των ενισχύσεων που εκπονήθηκε από το γαλλικό Υπουργείο Γεωργίας, έχει αξία απλώς ενημερωτική και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κοινοποίηση κατά τους όρους της συνθήκης. Άλλωστε, οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αυτό δεν αναφέρονται στη συμμετοχή των οργανισμών υδάτινων πόρων στο πρόγραμμα, βεβαιώνοντας παράλληλα ότι η συμμετοχή του κράτους ανέρχεται σε 35 % του κόστους των επενδύσεων.

(68)

Η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να αξιολογήσει τη συμμετοχή των οργανισμών υδάτινων πόρων στο πρόγραμμα και τις επιπτώσεις που ενδεχομένως θα είχε το ύψος της συμμετοχής τους στη δημόσια παρέμβαση σε σχέση με τις αντίστοιχες επενδύσεις. Πιο συγκεκριμένα, δεν μπόρεσε να εξετάσει τον πιθανό αντίκτυπο που ενδέχεται να έχει η συμμετοχή ενός δημόσιου ιδρύματος στη χρηματοδότηση της ενίσχυσης όσον αφορά την ένταση της ενίσχυσης. Εξ αυτών προκύπτει ότι οι ενισχύσεις που πράγματι χορηγούνταν από τις γαλλικές αρχές δεν ανταποκρίνονταν κατ’ ανάγκη στις διατάξεις που είχαν εγκριθεί από την Επιτροπή στο πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων αριθ. N 136/91 και N 342/94.

(69)

Η μεταβολή της έντασης της ενίσχυσης συνιστά καθαυτή στοιχείο τροποποιητικό της ουσίας της ενίσχυσης, το οποίο καθιστά υποχρεωτική την κοινοποίηση κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(70)

Όσον αφορά ειδικότερα τον τομέα της βοοτροφίας, οι γαλλικές αρχές δεν κοινοποίησαν στην Επιτροπή τις προβλεπόμενες ενισχύσεις για επενδύσεις. Οι γαλλικές αρχές υποστήριξαν ωστόσο ότι, εφόσον η Επιτροπή έκρινε τον μηχανισμό επιλέξιμο για χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας, βασίμως μπορούσαν να συναγάγουν ότι αυτός συμβιβάζεται με την κοινοτική νομοθεσία. Πλην όμως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, ο οποίος εφαρμοζόταν την εποχή εκείνη, προέβλεπε στο άρθρο 12 παράγραφος 5 ότι οι ενισχύσεις για επενδύσεις που αφορούν την προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος επιτρέπονται υπό την επιφύλαξη ότι δεν συνεπάγονται αύξηση της παραγωγής και ότι συμμορφώνονται προς τα άρθρα 92 έως 94 της Συνθήκης (νυν 87 έως 89). Αυτό περικλείει την υποχρέωση να κοινοποιείται κάθε καθεστώς κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του παλαιού άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, καθόσον μάλιστα οι όροι που ίσχυαν για τις ενισχύσεις το 1994 δεν αντιστοιχούσαν στους όρους που ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή το 1991.

(71)

Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι οι κρατικές ενισχύσεις που τέθηκαν σε εφαρμογή από τη Γαλλία αποτελούσαν νέες ενισχύσεις μη κοινοποιηθείσες στην Επιτροπή και, ως εκ τούτου, παράνομες κατά την έννοια της συνθήκης.

3.   Εξέταση του συμβιβαστού της ενίσχυσης

(72)

Το άρθρο 87 της συνθήκης προβλέπει πάντως εξαιρέσεις, έστω και αν ορισμένες από αυτές προδήλως δεν τυγχάνουν εφαρμογής, ιδίως εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Των εξαιρέσεων αυτών δεν έγινε επίκληση από τις γαλλικές αρχές.

(73)

Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης, πρέπει να ερμηνεύονται στενά κατά την εξέταση οποιουδήποτε προγράμματος ενίσχυσης περιφερειακού ή τομεακού χαρακτήρα ή οποιασδήποτε μεμονωμένης περίπτωσης εφαρμογής γενικών καθεστώτων ενισχύσεων. Μπορούν ειδικότερα να γίνουν δεκτές μόνο στην περίπτωση που η Επιτροπή μπορεί να διαπιστώσει ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία για την υλοποίηση ενός από τους επιδιωκόμενους στόχους. Η παροχή του ευεργετήματος των εν λόγω παρεκκλίσεων σε ενισχύσεις που δεν συνεπάγονται τέτοιο αντάλλαγμα θα ισοδυναμούσε με το να επιτραπούν πλήγματα στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στερούμενες δικαιολογίας έναντι του κοινοτικού συμφέροντος και, κατ’ ακολουθία, να επιτραπούν αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα για τους επιχειρηματίες ορισμένων κρατών μελών.

(74)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επίμαχες ενισχύσεις δεν αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομικής αναπτύξεως περιοχών, στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3, στοιχείο α) της συνθήκης. Δεν αποσκοπούν επίσης στην προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή στην άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας του κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3, στοιχείο β) της συνθήκης. Επίσης, δεν πρόκειται για ενισχύσεις για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης.

(75)

Το άρθρο 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συνθήκης προβλέπει ότι δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά οι ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Για να μπορούν να επωφεληθούν από την παρέκκλιση αυτή, οι ενισχύσεις πρέπει να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα.

(76)

Όσον αφορά τις επιχορηγούμενες επενδύσεις και τη μορφή των ενισχύσεων, η Επιτροπή συμπέρανε στην αρχή της διαδικασίας ότι, αν και παράνομες, οι ενισχύσεις τέθηκαν σε εφαρμογή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού που εφαρμόζονταν την εποχή εκείνη. Η Επιτροπή δεν έχει λόγο να αμφισβητήσει και πάλι αυτό το τμήμα της εκτέλεσης της ενίσχυσης.

(77)

Η εξέταση του συμβιβαστού των ενισχύσεων που ακολουθεί θα έχει επομένως ως αντικείμενο αποκλειστικά τα ποσοστά ενίσχυσης που εφαρμόζουν οι γαλλικές αρχές.

(78)

Η Επιτροπή επεσήμανε κατά την έναρξη της διαδικασίας έρευνας ότι, σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο που εφαρμοζόταν τη στιγμή της έναρξης ισχύος του προγράμματος, το ανώτατο όριο για τις ενισχύσεις σε επενδύσεις υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος ήταν 35 % των δαπανών (45 % στις μειονεκτικές περιοχές).

(79)

Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ωστόσο ότι θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί, προς υπέρβαση των ποσοστών 35 % και 45 %, οι διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, και στη συνέχεια του άρθρου 12 παράγραφος 3, στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97. Οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν, κατά τις γαλλικές αρχές, να μην εφαρμόζονται οι απαγορεύσεις ενισχύσεων και οι περιορισμοί υπέρβασης των εν λόγω ποσοστών για ορισμένες επενδύσεις, μεταξύ των οποίων εκείνες που αποσκοπούν στην προστασία του περιβάλλοντος.

(80)

Η Επιτροπή σημειώνει προκαταρκτικά ότι το άρθρο 12 παράγραφος 5, πέμπτη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, το οποίο προέβλεπε εξέταση των εθνικών ενισχύσεων με βάση τα παλαιά άρθρα 92 και 93 της συνθήκης (νυν 87 και 88) και με το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού, επέτρεπε τις ενισχύσεις για επενδύσεις που αποσκοπούσαν στην προστασία του περιβάλλοντος, εφόσον δεν συνεπάγονται αύξηση της παραγωγής. Η Επιτροπή θεωρεί αποδεδειγμένο ότι οι επενδύσεις προς τις οποίες στρέφονταν οι συγκεκριμένες ενισχύσεις δεν συνεπάγονταν πράγματι αύξηση της παραγωγής, δεδομένου ότι αποσκοπούσαν αποκλειστικά στην προστασία του περιβάλλοντος στις αγροτικές περιοχές (αποθήκευση και επεξεργασία λυμάτων, ειδικότερα).

(81)

Όσον αφορά πιο συγκεκριμένα το αποδεκτό ποσοστό ενίσχυσης, η Επιτροπή, στην απόφασή της που αφορούσε την κρατική ενίσχυση αριθ. Ν 136/91 και απευθυνόταν στη Γαλλία, υπενθύμισε ότι ακολουθούσε την πρακτική να θεωρεί ότι συμβιβάζεται με την κοινή αγορά ποσοστό 35 % των επιλέξιμων δαπανών γι’ αυτό το είδος ενισχύσεων (45 % στις μειονεκτικές περιοχές).

(82)

Αυτά τα ποσοστά ενίσχυσης επιβεβαιώθηκαν από το κοινοτικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος, λίγο μετά τη θέση σε εφαρμογή του PMPOA. Έτσι, το σημείο 3.2.3 του εν λόγω πλαισίου προέβλεπε ότι, κατά γενικό κανόνα, οι ενισχύσεις προς επενδύσεις με περιβαλλοντικούς σκοπούς μπορούν να επιτραπούν, εάν δεν υπερβαίνουν ορισμένα επίπεδα. Η υποσημείωση αριθ. 14 διευκρίνιζε στο δεύτερο εδάφιό της ότι «για επενδύσεις που καλύπτονται από το άρθρο 12 παράγραφος 1 και το άρθρο 12 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 του Συμβουλίου (...), το μέγιστο ύψος ενίσχυσης είναι 35 % ή 45 % στις (...) λιγότερο ευνοημένες περιοχές. Τα ανώτατα αυτά επίπεδα ενίσχυσης εφαρμόζονται ανεξαρτήτως του μεγέθους της επιχείρησης. Κατά συνέπεια, τα ανώτατα όρια ενδέχεται να μην αυξηθούν για την περίπτωση των ΜΜΕ όπως αναφέρεται παρακάτω. Για επενδύσεις στο πλαίσιο των στόχων 1 ή 5β), η Επιτροπή διατηρεί το δικαίωμα, προβαίνοντας σε εξέταση κατά περίπτωση, να δέχεται υψηλότερα επίπεδα ενίσχυσης από τα προαναφερθέντα, εφόσον το κράτος μέλος αποδεικνύει στην Επιτροπή ότι είναι αιτιολογημένα.»

(83)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 καταργήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 950/97. Το άρθρο 12 παράγραφος 2, στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97 διευκρίνιζε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν ενισχύσεις για επενδύσεις που αποσκοπούν «στην προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος, εφόσον αυτές οι επενδύσεις δεν επιφέρουν αύξηση της παραγωγικής ικανότητας». Το άρθρο 12 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού διευκρίνιζε ότι «στις ατομικές ή συνεργαζόμενες εκμεταλλεύσεις που πληρούν τους όρους επιλεξιμότητας που ορίζονται στα άρθρα 5 και 9, οι ενισχύσεις στις επενδύσεις που υπερβαίνουν τις αξίες και τα ποσά που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 και στο άρθρο 11 απαγορεύονται». Εντούτοις, δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο δ) του εν λόγω κανονισμού, η απαγόρευση αυτή δεν εφαρμοζόταν στις ενισχύσεις που προορίζονται «για τις επενδύσεις που προορίζονται για την προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος».

(84)

Πλην όμως, το άρθρο 12 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/97 προέβλεπε ότι τα άρθρα 92 έως 94 της συνθήκης (νυν 87 έως 89) εφαρμόζονταν στις ενισχύσεις αυτές. Αυτό ισοδυναμούσε με παραπομπή στους κανόνες ανταγωνισμού που είχαν εφαρμογή την εποχή εκείνη, δηλαδή στην κοινοτική πρακτική που ήδη αναφέρθηκε στην απόφαση που αφορούσε την κρατική ενίσχυση αριθ. Ν 136/91 και στους όρους που περιλαμβάνονταν στο κοινοτικό πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος.

(85)

Η Επιτροπή, βασιζόμενη στις διατάξεις που εφαρμόζονταν κατά την περίοδο 1994-1999, όπως περιγράφονται στην παρούσα απόφαση, δεν μπορεί παρά να συμπεράνει ότι το ανώτατο ποσοστό ενίσχυσης που εφαρμοζόταν στις συγκεκριμένες ενισχύσεις ήταν 35 % των δαπανών (45 % στις μειονεκτικές περιοχές) και ότι, ως εκ τούτου, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν καθ’ υπέρβαση των ποσοστών αυτών δεν ήταν σύμφωνες με τις εν λόγω διατάξεις.

(86)

Όσον αφορά εντούτοις το έτος 2000, εφόσον πρόκειται για ενισχύσεις προς επενδύσεις σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, το σημείο 4.1.1.2 των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2000, ορίζει ότι το μέγιστο ποσοστό δημόσιας στήριξης, εκφραζόμενο ως μέγεθος επιλέξιμης επένδυσης περιορίζεται σε ανώτατο όριο 40 % ή 50 % στις μειονεκτικές περιοχές. Εντούτοις, στην περίπτωση επενδύσεων που πραγματοποιούνται από νέους γεωργούς εντός πενταετίας από την εγκατάστασή τους, το μέγιστο ποσοστό ενίσχυσης αυξάνεται σε 45 % ή 55 % στις μειονεκτικές περιοχές.

(87)

Το σημείο 4.1.2.4 των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών προβλέπει, κατ’ εξαίρεση, ότι, όταν από τις επενδύσεις προκύπτει αυξημένο κόστος σχετικά με την προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος, τα ανώτατα ποσοστά ενίσχυσης που αναφέρονται στο σημείο 4.1.1.2 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, ήτοι 40 % και 50 %, μπορούν να αυξάνονται κατά 20 ή 25 ποσοστιαίες μονάδες αντιστοίχως. Η αύξηση αυτή μπορεί έτσι να χορηγηθεί για επενδύσεις που αποβλέπουν στη συμμόρφωση προς νέα θεσπιζόμενα ελάχιστα πρότυπα, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1750/1999 της Επιτροπής, της 23ης Ιουλίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) (28). Η αύξηση πρέπει να περιορίζεται αυστηρά στις πρόσθετες επιλέξιμες δαπάνες που είναι αναγκαίες για την επίτευξη του ως άνω στόχου και δεν ισχύει στην περίπτωση επενδύσεων οι οποίες οδηγούν σε αύξηση της παραγωγικής ικανότητας.

(88)

Η έναρξη ισχύος, στις 23 Ιανουαρίου 2004, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων (29) μετέβαλε τη νομική κατάσταση σε σχέση με την εξεταζόμενη περίπτωση. Ο κανονισμός αυτός επιτρέπει, υπό ορισμένους όρους, τις ενισχύσεις προς τις μικρομεσαίες γεωργικές επιχειρήσεις, απαλλάσσοντάς τις από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(89)

Οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι οι δικαιούχοι των ενισχύσεων για τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνταν στο πλαίσιο του PMPOA στη διάρκεια της περιόδου 1994-2000 ήσαν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004.

(90)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2004 προβλέπει, στο άρθρο 20 παράγραφος 2, ότι οι μεμονωμένες ενισχύσεις και τα καθεστώτα ενισχύσεων που εφαρμόζονται πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του εν λόγω κανονισμού, καθώς και οι ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει αυτών των καθεστώτων χωρίς έγκριση της Επιτροπής και κατά παράβαση της προβλεπόμενης στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης υποχρεωτικής κοινοποίησης, συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και απαλλάσσονται, εφόσον πληρούν τους όρους του άρθρου 3 του εν λόγω κανονισμού, εκτός από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2, στοιχεία β) και γ) του εν λόγω άρθρου.

(91)

Το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004 προβλέπει ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συνθήκης και απαλλάσσονται από την προβλεπόμενη στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης υποχρέωση κοινοποίησης, υπό τον όρο ότι πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του εν λόγω κανονισμού.

(92)

Το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004 περιέχει τις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση ενός καθεστώτος ενισχύσεων για επενδύσεις υπέρ των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων το οποίο δεν έχει κοινοποιηθεί.

(93)

Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004, μια ενίσχυση για επενδύσεις σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις με σκοπό την παραγωγή γεωργικών προϊόντων συμβιβάζεται με την κοινή αγορά και απαλλάσσεται από την υποχρέωση κοινοποίησης, εφόσον ειδικότερα η ακαθάριστη ένταση της ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το 50 % των επιλέξιμων επενδύσεων στις μειονεκτικές περιοχές και το 40 % στις άλλες περιοχές.

(94)

Εντούτοις, εάν οι επενδύσεις συνεπάγονται πρόσθετες δαπάνες για την προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος, τα ανώτατα ποσοστά ενίσχυσης 50 % και 40 %, είναι δυνατόν να αυξηθούν κατά 25 και 20 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα. Η αύξηση αυτή επιτρέπεται να χορηγείται αποκλειστικά για επενδύσεις που υπερβαίνουν τις ισχύουσες ελάχιστες κοινοτικές απαιτήσεις ή για επενδύσεις που πραγματοποιούνται με σκοπό τη συμμόρφωση με προσφάτως θεσπισθέντα ελάχιστα πρότυπα. Η αύξηση πρέπει να αφορά μόνο τις πρόσθετες επιλέξιμες δαπάνες που είναι απαραίτητες και δεν εφαρμόζεται σε επενδύσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας.

(95)

Στην προκείμενη περίπτωση, είναι προφανές ότι πρόκειται για επενδύσεις που αποσκοπούν στην προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος, ως προς τις οποίες το εφαρμοστέο περιβαλλοντικό πρότυπο ήταν, ειδικότερα, η οδηγία για τη νιτρορρύπανση. Το πρότυπο αυτό εκδόθηκε το 1991 και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε πλέον να χαρακτηρισθεί ως νέο πρότυπο το 2000.

(96)

Αλλ’ όμως, η Επιτροπή έχει ήδη αποφανθεί σε σχέση με το πρόβλημα αυτό στο πλαίσιο της κρατικής ενίσχυσης αριθ. Ν 355/2000, επιτρέποντας τη συνέχιση του PMPOA από το 2001 έως και το 2006. Επαναλαμβάνοντας το σκεπτικό που ακολουθήθηκε την εποχή εκείνη, η Επιτροπή επιμένει σήμερα στο γεγονός ότι δεν μπορεί να αγνοήσει ότι το πρώτο γαλλικό πρόγραμμα δράσης για την εφαρμογή της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση εγκρίθηκε μόλις το 1997 και ότι οι πρώτες ουσιαστικές υποχρεώσεις για αποτελέσματα, οι οποίες επιβλήθηκαν στους κτηνοτρόφους επί του πεδίου με βάση το εν λόγω πρόγραμμα, είναι μεταγενέστερες από την ημερομηνία αυτή. Έστω και αν φαίνεται σαφές ότι η Γαλλία δεν επέδειξε επιμέλεια στη μεταφορά της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο και ότι θα έπρεπε να είχε εκδώσει τις αναγκαίες διατάξεις εντός προθεσμιών που έχουν λήξει από μακρού (30), παραμένει αναντίρρητο ότι οι πρώτες υποχρεώσεις που βάρυναν τους κτηνοτρόφους είναι πολύ πιο πρόσφατες.

(97)

Επιπλέον, αντίθετα από ορισμένα άλλα κοινοτικά πρότυπα, η οδηγία για τη νιτρορρύπανση δεν περιέχει επακριβείς υποχρεώσεις, με τις οποίες οι οικονομικοί παράγοντες θα έπρεπε να ευθυγραμμιστούν χωρίς προηγούμενη παρέμβαση του κράτους μέλους. Η οδηγία αυτή δεν περιέχει επίσης καταληκτική ημερομηνία για την προσαρμογή των εγκαταστάσεων.

(98)

Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή είναι πάντοτε της γνώμης ότι, ενόψει των ιδιαίτερων περιστάσεων που σχετίζονται με την οδηγία για τη νιτρορρύπανση, οι υποχρεώσεις που βάρυναν τους κτηνοτρόφους μπορούσαν να θεωρηθούν νέα πρότυπα κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2004. Πράγματι, οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα οδηγούσε σε τιμωρία των κτηνοτρόφων λόγω αδράνειας της Γαλλίας σε νομικό επίπεδο.

(99)

Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι οι επενδύσεις που υλοποιήθηκαν σε περιοχές μη ευπρόσβλητες κατά την έννοια της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση, όπου οι όροι που απαιτεί η οδηγία δεν έχουν εφαρμογή, μπορούσαν εν πάση περιπτώσει να επωφεληθούν από τα υψηλά ποσοστά, λόγω του ότι είχαν εφαρμογή πρότυπα λιγότερο απαιτητικά από τα προβλεπόμενα στην εν λόγω οδηγία και οι προβλεπόμενες εργασίες υπερέβαιναν τις υφιστάμενες ελάχιστες απαιτήσεις στις περιφέρειες αυτές.

(100)

Όσον αφορά τις επενδύσεις που πρέπει να υλοποιηθούν στις ευπρόσβλητες περιοχές, η Επιτροπή, παραμένοντας συνεπής με τον συλλογισμό της που έχει ήδη αναπτυχθεί σε σχέση με τη φύση των προτύπων που βάρυναν τους κτηνοτρόφους ως νέων, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορούσε να εφαρμοστεί προσαύξηση των ποσοστών ενίσχυσης. Έτσι, τα ποσοστά αυτά μπορούσαν να καθοριστούν σε 60 % του κόστους των επενδύσεων ή και σε 75 % στις μειονεκτικές περιοχές.

(101)

Επειδή τα αριθμητικά στοιχεία που παρασχέθηκαν από τις γαλλικές αρχές αποδεικνύουν ότι το επίπεδο των ενισχύσεων ποτέ δεν υπερέβη στην πράξη το 60 % των δαπανών, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν κατά την περίοδο 1994-1999 στο πλαίσιο του PMPOA μπορούν να εγκριθούν.

(102)

Η Επιτροπή θεωρεί, με βάση το ανωτέρω σκεπτικό, ότι το κοινοποιηθέν μέτρο συμβιβάζεται με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού και, ειδικότερα, με το άρθρο 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συνθήκης.

V.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(103)

Το μέτρο που συνίσταται στη χορήγηση ενίσχυσης για επενδύσεις υπέρ των κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων στο πλαίσιο του προγράμματος ελέγχου της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης (PMPOA) κατά την περίοδο 1994-2000 μπορεί να υπαχθεί στην παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων που υλοποιούσαν οι κάτοχοι γεωργικών εκμεταλλεύσεων στο πλαίσιο του προγράμματος ελέγχου της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης (PMPOA) από το 1994 έως το 2000 συμβιβάζεται με την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συνθήκης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 18 Φεβρουαρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 179 της 23.6.2001, σ. 18.

(2)  Κρατική ενίσχυση αριθ. N 136/91.

(3)  ΕΕ L 218 της 6.8.1991, σ. 1.

(4)  C(93) 1988.

(5)  Βλ. την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 15ης Σεπτεμβρίου 1998, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-126/96 και C-127/96, Breda Fucine Meridionali SpA και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλογή, σ. II-3437. Το Πρωτοδικείο δέχθηκε το επιχείρημα της Επιτροπής, σύμφωνα με το οποίο μια ανακοίνωση κράτους μέλους δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως έγκυρη κοινοποίηση στο βαθμό που δεν αναφέρεται ρητώς στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης και δεν υποβλήθηκε στη Γενική Γραμματεία. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση πρέπει να θεωρηθεί μη κοινοποιηθείσα.

(6)  Κρατική ενίσχυση αριθ. N 342/94.

(7)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 5.

(8)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 1.

(9)  Κρατική ενίσχυση αριθ. N 355/2000.

(10)  ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1.

(11)  Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή — οι οποίες έχουν εν μέρει αντληθεί από την ιστοσελίδα των οργανισμών υδάτινων πόρων (http://www.eaufrance.tm) — οι οργανισμοί υδάτινων πόρων είναι δημόσια ιδρύματα του κράτους που δημιουργήθηκαν το 1964, τα οποία διαθέτουν νομική προσωπικότητα και οικονομική αυτονομία. Έχουν τεθεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και διευθύνονται από διοικητικό συμβούλιο, του οποίου η σύνθεση είναι αντιπροσωπευτική των διαφόρων χρηστών υδάτινων πόρων. Οι οργανισμοί κατανέμονται σε έξι μεγάλες υδρολογικές λεκάνες, οι οποίες καλύπτουν το σύνολο του μητροπολιτικού εθνικού εδάφους: Adour—Garonne, Artois—Picardie, Loire—Bretagne, Rhin—Meuse, Rhône—Méditerrannée—Corse και Seine—Normandie. Διαθέτουν όλοι ταυτόσημη οργάνωση, αποτελούμενη από μια επιτροπή υδρολογικής λεκάνης, ένα οργανισμό υδάτινων πόρων και το διοικητικό συμβούλιο αυτού. Η πολιτική τους ορίζεται από την επιτροπή υδρολογικής λεκάνης και διαρθρώνεται γύρω από τέσσερις μεγάλους άξονες: τη διαχείριση και την εξασφάλιση υδάτινων πόρων· την καταπολέμηση της ρύπανσης· τη διαφύλαξη του υδατικού περιβάλλοντος και την παρακολούθηση της ποιότητας των εσωτερικών και παράκτιων υδάτων.

Μεταξύ 1997 και 2001, οι οργανισμοί υδάτινων πόρων προέβλεψαν παροχή ενισχύσεων για τη χρηματοδότηση εργασιών που αποτιμήθηκαν σε περίπου 16 δισεκατ. ευρώ για τη διαφύλαξη των υδάτινων πόρων και για την καταπολέμηση της ρύπανσης. Προσφέρουν τεχνικές συμβουλές στους αιρετούς άρχοντες, στους βιομηχάνους και στους γεωργούς και τους παρέχουν οικονομική βοήθεια, για να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες εργασίες για την καταπολέμηση της ρύπανσης των υδάτων και για την προστασία των υδάτινων πόρων. Οι χρηματοδοτήσεις των οργανισμών προέρχονται από αναλογικά τέλη εισπραττόμενα από τους ρυπαίνοντες, από τους υδρολήπτες και από τους καταναλωτές ύδατος. Τα τέλη αυτά στη συνέχεια αναδιανέμονται υπό μορφή ενισχύσεων (επιχορηγήσεων και δανείων) στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, στις βιομηχανίες και στη γεωργία (και γενικότερα στους κυρίους των έργων) για την εκτέλεση έργων όπως σταθμοί καθαρισμού, δίκτυα αποχέτευσης, έργα παραγωγής πόσιμου ύδατος, διευθετήσεις κοίτης ποταμών, μελέτες, δίκτυα μέτρησης.

(12)  Οι λεπτομέρειες σχετικά με τις επιχορηγούμενες επενδύσεις υπάρχουν στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας.

(13)  Έκθεση που συντάχθηκε στις 26 Ιουλίου 1999 και δημοσιεύθηκε το 2000 στον κόμβο του γαλλικού Υπουργείου Γεωργίας: http://www.agriculture.gouv.fr.

(14)  Βλ. ιδίως: απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 1996, Compagnie nationale Air France κατά Επιτροπής, υπόθεση T-358/94, Συλλογή, σ. II-2109· απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Μαρτίου 1977, υπόθεση 78/76, Steinike & Weinlig κατά ΟΔΓ, Συλλογή, σ. 595· απόφαση του Δικαστηρίου της 31ης Ιανουαρίου 2001, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-197/97 και T-198/97, Weyl Beef Products BV και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλογή, σ. II-303· απόφαση του Δικαστηρίου της 30ής Ιανουαρίου 1985, υπόθεση 290/83, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή, σ. 439· ανακοίνωση της Επιτροπής, της 26ης Μαρτίου 1997 σχετικά με τους περιβαλλοντικούς φόρους και επιβαρύνσεις στην ενιαία αγορά [COM (97) 9 τελικό].

(15)  Βλ. εξαντλητική επιχειρηματολογία της Επιτροπής σχετικά με το δημόσιο χαρακτήρα των οργανισμών υδατίνων πόρων στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας.

(16)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(17)  ΕΕ C 28 της 1.2.2000, σ. 2 και διορθωτικό, ΕΕ C 232 της 12.8.2000, σ. 17.

(18)  ΕΕ L 128 της 19.5.1975, σ. 1.

(19)  ΕΕ C 72 της 10.3.1994, σ. 3.

(20)  ΕΕ L 142 της 2.6.1997, σ. 1.

(21)  1 FRF = 0,15 ευρώ

(22)  ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 1.

(23)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21.

(24)  ΕΕ L 148 της 28.6.1968, σ. 24.

(25)  ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 77.

(26)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 1980, υπόθεση 730/79, Philip Morris Holland BV κατά Επιτροπής, Συλλογή, σ. 2671, σημείο 11.

(27)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 9ης Οκτωβρίου 1984, συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 91 και 127/83, Heineken Brouwerijen BV κατά Inspecteur der Vennootschapsbelasting του Άμστερνταμ και της Ουτρέχτης, Συλλογή, σ. 3435.

(28)  ΕΕ L 214 της 13.8.1999, σ. 31. Το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου 2 προβλέπει ότι «όταν οι επενδύσεις πραγματοποιούνται με σκοπό τη συμμόρφωση με ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν θεσπιστεί πρόσφατα όσον αφορά το περιβάλλον [...], είναι δυνατόν να χορηγηθεί ενίσχυση για τη συμμόρφωση με τις νέες αυτές απαιτήσεις. Στην περίπτωση αυτή, είναι δυνατόν να προβλεφθεί προθεσμία για τη συμμόρφωση με τις ελάχιστες αυτές απαιτήσεις, εφόσον η προθεσμία αυτή είναι απαραίτητη για την επίλυση ειδικών προβλημάτων που ανακύπτουν στο πλαίσιο της συμμόρφωσης με τις νέες αυτές απαιτήσεις και εφόσον είναι σύμφωνη με τη σχετική νομοθεσία.»

(29)  ΕΕ L 1 της 3.1.2004, σ. 1.

(30)  Πρέπει να σημειωθεί συναφώς ότι η Επιτροπή, αφού κίνησε διαδικασία παράβασης κατά της Γαλλίας, προσέφυγε στο Δικαστήριο για κακή εφαρμογή της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση στο εν λόγω κράτος. Το Δικαστήριο στη συνέχεια καταδίκασε τη Γαλλία γιατί δεν είχε προβεί με τον προσήκοντα τρόπο στον προσδιορισμό των υδάτων που πλήττονται από τη ρύπανση και, κατά συνέπεια, στον καθορισμό των σχετικών ευπρόσβλητων περιοχών (απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Ιουνίου 2002, υπόθεση C-258/00, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή, σ. I-05959).


Top