EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32003L0096

Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

OJ L 283, 31.10.2003, p. 51–70 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Special edition in Czech: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Estonian: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Latvian: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Lithuanian: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Hungarian Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Maltese: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Polish: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Slovak: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Slovene: Chapter 09 Volume 001 P. 405 - 424
Special edition in Bulgarian: Chapter 09 Volume 002 P. 98 - 117
Special edition in Romanian: Chapter 09 Volume 002 P. 98 - 117
Special edition in Croatian: Chapter 09 Volume 002 P. 75 - 94

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 10/01/2023

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2003/96/oj

31.10.2003   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 283/51


ΟΔΗΓΊΑ 2003/96/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Οκτωβρίου 2003

σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή (1) και της οδηγίας 92/82/ΕΟΚ, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης περιορίζεται στα πετρελαιοειδή (2).

(2)

Η έλλειψη κοινοτικών διατάξεων που να επιβάλλουν ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για την ηλεκτρική ενέργεια και τα ενεργειακά προϊόντα, πλην των πετρελαιοειδών, ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(3)

Η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η επίτευξη των στόχων άλλων κοινοτικών πολιτικών απαιτούν τον καθορισμό ελαχίστων επιπέδων φορολογίας σε κοινοτική κλίμακα για τα περισσότερα ενεργειακά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας, του φυσικού αερίου και του άνθρακα.

(4)

Οι σημαντικές διαφορές στα εθνικά επίπεδα φορολογίας της ενέργειας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποδειχθούν επιζήμιες για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(5)

Ο καθορισμός των δεόντων κοινοτικών ελαχίστων επιπέδων φορολογίας θα επιτρέψει τη μείωση των υφισταμένων διαφορών στα εθνικά επίπεδα φορολογίας.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 της συνθήκης, οι απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να εντάσσονται στη χάραξη και την εφαρμογή άλλων κοινοτικών πολιτικών.

(7)

Ως συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει επικυρώσει το πρωτόκολλο του Κιότο. Η φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και, όπου χρειάζεται, της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί ένα εκ των διαθεσίμων μέσων προς επίτευξη των στόχων του πρωτοκόλλου του Κιότο.

(8)

Το Συμβούλιο οφείλει να εξετάζει περιοδικά τις φορολογικές απαλλαγές και μειώσεις και τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, λαμβάνοντας υπόψη την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την πραγματική αξία των ελαχίστων επιπέδων φορολογίας, την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της Κοινότητας στο διεθνές πλαίσιο και τους ευρύτερους στόχους της συνθήκης.

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν την αναγκαία ευελιξία χάραξης και εφαρμογής των ενδεδειγμένων για τις εθνικές συνθήκες τους πολιτικών.

(10)

Τα κράτη μέλη επιθυμούν να καθιερώσουν ή να διατηρήσουν διαφορετικά είδη φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Προς το σκοπό αυτόν επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συμμορφώνονται προς τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των εισπραττομένων επιβαρύνσεων από όλους τους εμμέσους φόρους τους οποίους έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν (εξαιρουμένου του ΦΠΑ).

(11)

Οι φορολογικοί διακανονισμοί που επιτυγχάνονται προς εφαρμογή του παρόντος κοινοτικού πλαισίου για τη φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν αντικείμενο αποφάσεως εκάστου κράτους μέλους. Προς τούτο τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην αυξήσουν τις συνολικές φορολογικές επιβαρύνσεις, εάν θεωρούν ότι η εφαρμογή αυτής της αρχής για φορολογική ουδετερότητα θα μπορούσε να συντελέσει στην αναδιάρθρωση και στον εκσυγχρονισμό των φορολογικών συστημάτων τους, ενθαρρύνοντας μια τακτική που θα οδηγήσει σε ευρύτερη προστασία του περιβάλλοντος και αυξημένη απασχόληση.

(12)

Οι τιμές της ενέργειας αποτελούν ζωτικά στοιχεία των κοινοτικών πολιτικών ενέργειας, μεταφορών και περιβάλλοντος.

(13)

Η φορολογία καθορίζει εν μέρει την τιμή των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

(14)

Τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας θα πρέπει να εκφράζουν την ανταγωνιστική θέση των διαφόρων ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Θα ήταν σκόπιμο εν προκειμένω ο υπολογισμός των ελαχίστων αυτών επιπέδων να βασίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο στο ενεργειακό περιεχόμενο των προϊόντων. Η μέθοδος αυτή δεν θα πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται στα καύσιμα κίνησης.

(15)

Η δυνατότητα εφαρμογής διαφοροποιημένων εθνικών φορολογικών συντελεστών για το ίδιο προϊόν θα πρέπει να επιτρέπεται σε ορισμένες περιστάσεις ή μόνιμες καταστάσεις, εφόσον τηρούνται τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας και οι κανόνες της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού.

(16)

Δεδομένου ότι η θερμική ενέργεια αποτελεί αντικείμενο πολύ περιορισμένου ενδοκοινοτικού εμπορίου, η φορολογία εκροών θερμικής ενέργειας παραμένει εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κοινοτικού πλαισίου.

(17)

Πρέπει να καθοριστούν διαφορετικά κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας ανάλογα με τη χρησιμοποίηση των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

(18)

Τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων για ορισμένους βιομηχανικούς και εμπορικούς σκοπούς και τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης υπόκεινται κατά κανόνα σε χαμηλότερη φορολογία από τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως προωθητικά.

(19)

Η φορολογία του πετρελαίου ντίζελ που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, ιδίως σε διακοινοτικές δραστηριότητες, απαιτεί την ύπαρξη δυνατότητας ειδικής μεταχείρισης, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που να επιτρέπουν τη θέσπιση συστήματος επιβάρυνσης όσων χρησιμοποιούν τους δρόμους, προκειμένου να περιοριστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις.

(20)

Τα κράτη μέλη ενδέχεται να χρειαστεί να διαχωρίσουν το εμπορικό από το μη εμπορικό πετρέλαιο ντίζελ. Τα κράτη μέλη δύνανται να κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής προκειμένου να μειωθεί η διαφορά στη φορολογία μεταξύ του μη εμπορικού πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, και της βενζίνης.

(21)

Η επιχειρηματική και μη χρήση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται διαφορετικά για φορολογικούς λόγους.

(22)

Τα ενεργειακά προϊόντα υπάγονται ουσιαστικά σε κοινοτικό πλαίσιο όταν χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων. Ως εκ τούτου, αποτελεί ίδιον της φύσης και της λογικής του φορολογικού συστήματος να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου οι διπλές χρήσεις και οι όχι ως καύσιμα χρήσεις των ενεργειακών προϊόντων καθώς και οι ορυκτολογικές κατεργασίες. Η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται καθ' όμοιους τρόπους αντιμετωπίζεται αναλόγως.

(23)

Οι υφιστάμενες διεθνείς υποχρεώσεις και η διατήρηση της ανταγωνιστικής θέσης των κοινοτικών εταιριών καθιστούν σκόπιμη τη συνέχιση της εξαίρεσης των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην αεροπλοΐα και τη ναυσιπλοΐα, πλην εκείνων που αφορούν την ιδιωτική αναψυχή, ενώ θα πρέπει τα κράτη μέλη να είναι σε θέση να περιορίζουν τις εν λόγω εξαιρέσεις.

(24)

Θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να παρέχουν ορισμένες άλλες απαλλαγές ή μειώσεις των κοινοτικών ελάχιστων επιπέδων φορολογίας εφόσον τούτο δεν βλάπτει την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και δεν προκαλεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

(25)

Ειδικότερα, η συνδυασμένη παραγωγή θέρμανσης και ισχύος και, προκειμένου να προωθηθεί η χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι δυνατόν να τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης.

(26)

Είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα κοινοτικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να απαλλάσσουν από ή να μειώνουν τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης υπέρ των βιοκαυσίμων το οποίο θα ευνοεί μια καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και θα παρέχει επαρκή βαθμό ασφάλειας δικαίου στα κράτη μέλη και στους οικονομικούς φορείς. Θα πρέπει να περιορισθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να εξακολουθήσει να παρέχεται στους παραγωγούς και διανομείς βιοκαυσίμων το κίνητρο της μείωσης του βασικού κόστους, μεταξύ άλλων με προσαρμογές από τα κράτη μέλη ανάλογα με τις διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών.

(27)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (3), και της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά (4), όταν το προϊόν που προορίζεται για χρήση ή πώληση προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο κινητήρα ή πρόσθετο καυσίμου είναι η αιθυλική αλκοόλη όπως ορίζεται από την οδηγία 92/83/ΕΟΚ.

(28)

Ενδέχεται να απαιτηθούν ορισμένες απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας, ιδίως λόγω της έλλειψης εντονότερης εναρμόνισης σε κοινοτική κλίμακα, των κινδύνων απώλειας της διεθνούς ανταγωνιστικότητας ή για κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς λόγους.

(29)

Οι επιχειρήσεις που συνάπτουν συμφωνίες για τη σημαντική ενίσχυση της περιβαλλοντικής προστασίας και της ενεργειακής απόδοσης απαιτούν προσοχή. Μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών, οι ενεργειοβόρες δικαιούνται ειδικής μεταχείρισης.

(30)

Ενδέχεται να χρειαστούν μεταβατικές περίοδοι και ρυθμίσεις προκειμένου να μπορέσουν τα κράτη μέλη να προσαρμοστούν ομαλά στα νέα επίπεδα φορολογίας και να περιορίσουν πιθανές αρνητικές παρενέργειες.

(31)

Πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία που θα επιτρέπει στα κράτη μέλη τη θέσπιση, για συγκεκριμένο διάστημα, άλλων απαλλαγών ή μειωμένων επιπέδων φορολογίας. Οι εξαιρέσεις ή μειώσεις αυτές θα πρέπει να επανεξετάζονται κατά τακτά διαστήματα.

(32)

Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ορισμένα εθνικά μέτρα. Η κοινοποίηση αυτή δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης να κοινοποιούν ορισμένα εθνικά μέτρα. Η παρούσα οδηγία δεν προδικάζει το αποτέλεσμα οιασδήποτε μελλοντικής διαδικασίας για κρατικές ενισχύσεις η οποία είναι δυνατόν να κινηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης.

(33)

Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ θα πρέπει, όπου χρειάζεται, να επεκταθεί στα προϊόντα και τους εμμέσους φόρους που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

(34)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (5),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη επιβάλλουν φορολογία στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 2

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ο όρος «ενεργειακά προϊόντα» εφαρμόζεται στα προϊόντα:

α)

που υπάγονται στους κωδικούς 1507 έως 1518 της ΣΟ, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

β)

που υπάγονται στους κωδικούς 2701, 2702 και 2704 έως 2715 της ΣΟ·

γ)

που υπάγονται στους κωδικούς 2901 και 2902 της ΣΟ·

δ)

που υπάγονται στους κωδικούς 2905 11 00 της ΣΟ, εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

ε)

που υπάγονται στον κωδικό 3403 της ΣΟ·

στ)

που υπάγονται στον κωδικό 3811 της ΣΟ·

ζ)

που υπάγονται στον κωδικό 3817 της ΣΟ·

η)

που υπάγονται στον κωδικό 3824 90 99 της ΣΟ, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης:

στην ηλεκτρική ενέργεια που υπάγεται στον κωδικό 2716 της ΣΟ.

3.   Όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να διατεθούν προς πώληση ή να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης, τα ενεργειακά προϊόντα, εκτός εκείνων για τα οποία καθορίζεται επίπεδο φορολογίας στην παρούσα οδηγία, φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου θέρμανσης ή καυσίμου κινητήρων.

Εκτός από τα φορολογητέα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε προϊόν το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή προκειμένου να αυξήσει τον τελικό όγκο του καυσίμου κινητήρων, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων.

Εκτός από τα φορολογητέα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε άλλος υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου ενεργειακού προϊόντος.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στην φορολογία των εκροών θερμικής ενέργειας και η φορολογία των προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402·

β)

στις ακόλουθες χρήσεις των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας:

ενεργειακά προϊόντα για άλλους σκοπούς εκτός της χρήσης ως καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης,

διπλή χρήση των ενεργειακών προϊόντων.

Ένα ενεργειακό προϊόν έχει διπλή χρήση όταν χρησιμοποιείται τόσο ως καύσιμο θέρμανσης όσο και για χρήσεις άλλες εκτός της χρήσης ως καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης. Η χρήση των ενεργειακών προϊόντων για χημική αναγωγή και στο πλαίσιο ηλεκτρολυτικής και μεταλλουργικής κατεργασίας θεωρείται διπλή χρήση.

Η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται κυρίως για χημική αναγωγή και στο πλαίσιο ηλεκτρολυτικής και μεταλλουργικής κατεργασίας,

η ηλεκτρική ενέργεια όταν συμμετέχει κατά ποσοστό άνω του 50 % στο κόστος ενός προϊόντος. Ως «κόστος ενός προϊόντος» νοείται το άθροισμα των συνολικών αγορών αγαθών και υπηρεσιών, συν το κόστος προσωπικού, συν την κατανάλωση σταθερού κεφαλαίου, στο επίπεδο της επιχείρησης όπως ορίζεται στο άρθρο 11. Το κόστος αυτό υπολογίζεται ανά μονάδα κατά μέσον όρο. Ως «κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται η πραγματική αξία αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας ή το κόστος παραγωγής της εάν παράγεται στην επιχείρηση,

η ορυκτολογική κατεργασία.

Ως «ορυκτολογικές κατεργασίες» νοούνται οι κατεργασίες που κατατάσσονται στην ονοματολογία NACE υπό τον κωδικό ΔΘ 26 «κατασκευή άλλων μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων» στον κανονισμό (ΕΟΚ) του Συμβουλίου αριθ. 3037/90, της 9ης Οκτωβρίου 1990, για την στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Κοινότητα (6).

Οι διατάξεις του άρθρου 20 ισχύουν ωστόσο για τα ενεργειακά αυτά προϊόντα.

5.   Οι κωδικοί της συνδυασμένης ονοματολογίας στους οποίους παραπέμπει η παρούσα οδηγία είναι εκείνοι που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2001 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, που τροποποιεί το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (7).

Μια φορά το χρόνο λαμβάνεται απόφαση για την ενημέρωση των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας των προϊόντων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 27. Η απόφαση δεν πρέπει να επιφέρει αλλαγές στους ελάχιστους φορολογικούς συντελεστές που εφαρμόζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή στην πρόσθεση ή αφαίρεση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 3

Οι αναφορές της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ σε «πετρελαιοειδή» και «ειδικό φόρο κατανάλωσης», στο μέτρο που αφορά πετρελαιοειδή, ερμηνεύονται ως καλύπτουσες όλα τα ενεργειακά προϊόντα, την ηλεκτρική ενέργεια και τους εθνικούς έμμεσους φόρους που αναφέρονται αντίστοιχα στο άρθρο 2 και στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

1.   Τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν τα κράτη μέλη στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 2 δεν μπορούν να είναι χαμηλότερα από τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «επίπεδο φορολογίας» νοείται το σύνολο των εισπραττόμενων επιβαρύνσεων από όλους τους έμμεσους φόρους (εξαιρουμένου του ΦΠΑ) που υπολογίζονται άμεσα ή έμμεσα για την ποσότητα ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη στιγμή της παράδοσης προς κατανάλωση.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές, υπό φορολογικό έλεγχο, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και ότι οι εν λόγω συντελεστές συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

όταν οι διαφοροποιημένοι συντελεστές συνδέονται άμεσα με την ποιότητα του προϊόντος,

όταν οι διαφοροποιημένοι συντελεστές εξαρτώνται από ποσοτικά επίπεδα κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για θέρμανση,

για τις ακόλουθες χρήσεις: τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες (συμπεριλαμβανομένων των ταξί), αποκομιδή απορριμμάτων, ένοπλες δυνάμεις και δημόσια διοίκηση, πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, ασθενοφόρα,

μεταξύ επιχειρηματικής και μη επιχειρηματικής χρήσης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10.

Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν τις απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είτε:

α)

άμεσα·

β)

με την εφαρμογή διαφοροποιημένου φορολογικού συντελεστή·

ή

γ)

με την επιστροφή του συνόλου ή μέρους του φόρου που καταβλήθηκε.

Άρθρο 7

1.   Από την 1η Ιανουαρίου 2004 και από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζονται στα καύσιμα κινητήρων καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα I πίνακας Α.

Το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2012, το Συμβούλιο, ενεργώντας ομόφωνα και αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποφασίζει, με βάση σχετική έκθεση και πρόταση της Επιτροπής, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για μια νέα περίοδο που θα αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2013.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να διαφοροποιήσουν την εμπορική από τη μη εμπορική χρήση πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό υπό τον όρο ότι τηρούνται τα ελάχιστα κοινοτικά επίπεδα φορολογίας και ότι ο φορολογικός συντελεστής για το εμπορικό πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό δεν είναι κατώτερος από το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003, με την επιφύλαξη τυχόν σχετικών παρεκκλίσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

3.   Ως «εμπορικό πετρέλαιο εσωτερικής καύσης το οποίο χρησιμοποιείται ως προωθητικό» νοείται το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό για τους εξής σκοπούς:

α)

τη μεταφορά εμπορευμάτων για λογαριασμό τρίτου, ή για ίδιο λογαριασμό, με μηχανοκίνητα οχήματα, ή συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και με μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 7,5 τόνων·

β)

την, τακτική ή περιστασιακή, μεταφορά επιβατών με μηχανοκίνητο όχημα των κατηγοριών Μ2 ή Μ3, όπως ορίζονται στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους (8).

4.   Παρά την παράγραφο 2, τα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν σύστημα διοδίων για τα μηχανοκίνητα οχήματα ή τους συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για την οδική μεταφορά εμπορευμάτων, δύνανται να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούν τα οχήματα αυτά ο οποίος θα είναι κατώτερος από το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003, εφόσον η συνολική φορολογική επιβάρυνση παραμένει γενικώς ισοδύναμη, εφόσον τηρούνται τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα και εφόσον το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003 για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό είναι τουλάχιστον κατά δύο φορές υψηλότερο από το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2004.

Άρθρο 8

1.   Από την 1η Ιανουαρίου 2004, παρά το άρθρο 7, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα I πίνακας Β.

2.   Το παρόν άρθρο έχει εφαρμογή στις ακόλουθες βιομηχανικές και εμπορικές χρήσεις:

α)

για τη γεωργία, τις καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, τις ιχθυοκαλλιέργειες και τη δασοκομία·

β)

για τους κινητήρες σταθερής θέσης·

γ)

για τον εξοπλισμό και τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται σε οικοδομές, έργα πολιτικού μηχανικού και δημόσια έργα·

δ)

για τα οχήματα που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται εκτός δημοσίων οδών ή τα οποία δεν έχουν λάβει άδεια για κύρια χρήση στις δημόσιες οδούς.

Άρθρο 9

1.   Από την 1η Ιανουαρίου 2004, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων θέρμανσης ορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα I πίνακας Γ.

2.   Τα κράτη μέλη τα οποία, την 1η Ιανουαρίου 2003, εξουσιοδοτούνται να επιβάλουν τέλος παρακολούθησης για το πετρέλαιο θέρμανσης, δύνανται να συνεχίσουν να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή κατά 10 ευρώ ανά 1 000 λίτρα για το προϊόν αυτό. Η εξουσιοδότηση αυτή καταργείται την 1η Ιανουαρίου 2007 εάν το Συμβούλιο το αποφασίσει ομόφωνα, βάσει εκθέσεως και προτάσεως της Επιτροπής, αφού παρατηρήσει ότι το επίπεδο του μειωμένου συντελεστή είναι πολύ χαμηλό για να αποφευχθούν προβλήματα στρέβλωσης του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών.

Άρθρο 10

1.   Από την 1η Ιανουαρίου 2004, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα I πίνακας Γ.

2.   Πέραν των ελαχίστων επιπέδων φορολογίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη θα έχουν την ευχέρεια να καθορίζουν την εφαρμοστέα φορολογική βάση εφόσον τηρούν την οδηγία 92/12/ΕΚ.

Άρθρο 11

1.   Στην παρούσα οδηγία, ως «επιχειρηματική χρήση» νοείται η χρήση από μια επιχείρηση, που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η οποία διενεργεί ανεξαρτήτως και οπουδήποτε την παροχή αγαθών και υπηρεσιών, όποιος και εάν είναι ο σκοπός ή τα αποτελέσματα αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων.

Οι οικονομικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνουν όλες τις δραστηριότητες παραγωγών, εμπόρων ή προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων και των εξορυκτικών και γεωργικών δραστηριοτήτων, και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελματιών.

Οι κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές και άλλα όργανα δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται ως επιχειρήσεις όσον αφορά τις δραστηριότητες ή τις συναλλαγές, τις οποίες αναλαμβάνουν υπό την ιδιότητά τους ως δημόσιων αρχών. Ωστόσο, όταν αναλαμβάνουν τέτοιες δραστηριότητες ή συναλλαγές θεωρούνται επιχειρήσεις για όλες τις δραστηριότητες ή συναλλαγές για τις οποίες η μη μεταχείρισή τους ως επιχειρήσεων θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού.

2.   Στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας η επιχείρηση δεν δύναται να νοηθεί ως μονάδα μικρότερη από ένα μέρος επιχείρησης ή νομικού προσώπου που, από οργανωτική άποψη, αποτελεί ανεξάρτητη επιχείρηση, δηλαδή μονάδα ικανή να λειτουργήσει αυτόνομα.

3.   Στην περίπτωση μικτών χρήσεων, η φορολογία εφαρμόζεται αναλογικά με το κάθε είδος χρήσης, ενώ όταν η επιχειρηματική ή μη επιχειρηματική χρήση είναι αμελητέα, δύναται να θεωρηθεί ως μηδενική.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής του μειωμένου επιπέδου φορολογίας για επιχειρηματική χρήση.

Άρθρο 12

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εκφράζουν τα εθνικά επίπεδα φορολογίας σε άλλες μονάδες από εκείνες που ορίζονται στα άρθρα 7 έως 10, υπό την προϋπόθεση ότι τα αντίστοιχα επίπεδα φορολογίας, μετά τη μετατροπή στις μονάδες αυτές, δεν θα είναι κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

2.   Για τα ενεργειακά προϊόντα των άρθρων 7, 8 και 9, με επίπεδα φορολογίας που βασίζονται σε όγκους, ο όγκος μετράται σε θερμοκρασία 15 °C.

Άρθρο 13

1.   Στα κράτη τα οποία δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ, η ισοτιμία του ευρώ με τα εθνικά νομίσματα βάσει της οποίας υπολογίζεται το ύψος των επιπέδων φορολογίας ορίζεται ετησίως. Οι εφαρμοζόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι εκείνες που ανακοινώνονται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Οκτωβρίου και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισχύουν δε από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου ημερολογιακού έτους.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν το ύψος της φορολογίας που ισχύει κατά την ετήσια αναπροσαρμογή που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εάν η μετατροπή του ύψους του επιπέδου φορολογίας εκφρασμένου σε ευρώ συνεπάγεται αύξηση του επιπέδου φορολογίας, εκφρασμένου στο εθνικό νόμισμα, μικρότερη από 5 % ή 5 ευρώ, οποιοδήποτε ποσό είναι μικρότερο.

Άρθρο 14

1.   Εκτός από τις γενικές διατάξεις που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ σχετικά με τις απαλλασσόμενες χρήσεις των φορολογητέων προϊόντων και με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τα ακόλουθα προϊόντα από τη φορολογία, υπό τις προϋποθέσεις που θα ορίσουν προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή και απρόσκοπτη εφαρμογή των απαλλαγών αυτών και να αποφευχθεί η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή ή η κατάχρηση:

α)

ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν, για λόγους περιβαλλοντικής πολιτικής, να επιβάλουν στα προϊόντα αυτά φορολογία χωρίς να υποχρεούνται να τηρούν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που θεσπίζει η παρούσα οδηγία. Στην περίπτωση αυτή, η φορολογία αυτών των προϊόντων δεν λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της τήρησης του ελαχίστου επιπέδου φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας που καθορίζεται στο άρθρο 10·

β)

ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις αεροπορικές μεταφορές εκτός των ιδιωτικών πτήσεων αναψυχής.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο το χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής αυτής της απαλλαγής στις προμήθειες καυσίμου αεριωθουμένων (κωδικός 2710 19 21 της ΣΟ)·

γ)

ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τη ναυσιπλοα στα ύδατα της Κοινότητας (συμπεριλαμβανομένης της αλιείας), εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «ιδιωτικά σκάφη αναψυχής» νοούνται οποιαδήποτε σκάφη που χρησιμοποιούνται από τον ιδιοκτήτη τους ή από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο τα χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής των απαλλαγών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), στις διεθνείς και ενδοκοινοτικές μεταφορές. Επιπλέον, εάν ένα κράτος μέλος έχει συνάψει διμερή συμφωνία με άλλο κράτος μέλος, μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπονται από την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ). Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν επίπεδο φορολογίας χαμηλότερο από το ελάχιστο επίπεδο που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 15

1.   Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν, υπό φορολογικό έλεγχο, πλήρεις ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας:

α)

στα φορολογητέα προϊόντα που χρησιμοποιούνται υπό φορολογικό έλεγχο στον τομέα των προτύπων σχεδίων για την τεχνολογική ανάπτυξη φιλικότερων προς το περιβάλλον προϊόντων ή που αφορούν καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές·

β)

στην ηλεκτρική ενέργεια

με ηλιακή, αιολική, κυματογενή, παλιρροιακή ή γεωθερμική προέλευση,

με υδραυλική προέλευση που παράγεται σε υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις,

που παράγεται από βιομάζα ή από προϊόντα που παράγονται από βιομάζα,

που παράγεται από μεθάνιο που εκλύεται από εγκαταλελειμμένα ανθρακωρυχεία,

που παράγεται από στοιχεία καυσίμου·

γ)

στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας·

δ)

στην ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τη συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, υπό τον όρο ότι οι σταθμοί συμπαραγωγής είναι φιλικοί προς το περιβάλλον. Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν εθνικούς ορισμούς της «φιλικής προς περιβάλλον» (ή υψηλής αποδοτικότητας) συνδυασμένης παραγωγής ενέργειας έως ότου το Συμβούλιο, βάσει εκθέσεως και προτάσεως της Επιτροπής, εγκρίνει ομόφωνα ένα κοινό ορισμό·

ε)

στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, σιδηροδρομικώς, με μετρό, με τραμ και με τρόλεϊ·

στ)

στα ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα στη ναυσιπλοα σε εσωτερικές πλωτές οδούς (συμπεριλαμβανομένης της αλιείας), εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και στην ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής·

ζ)

στο φυσικό αέριο, σε κράτη μέλη όπου το μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας κατά το 2000 ήταν μικρότερο από 15 %.

Οι ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις μπορούν να εφαρμόζονται για μέγιστο διάστημα δέκα ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας ή μέχρις ότου το εθνικό μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας φθάσει το 25 %, όποιο από τα δύο συμβεί νωρίτερα. Ωστόσο, όταν το εθνικό μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας φθάσει το 20 %, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα εφαρμόζουν αυστηρά θετικό επίπεδο φορολογίας, το οποίο θα αυξάνεται ετησίως προκειμένου να φθάσει τουλάχιστον τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή στο τέλος της προαναφερόμενης περιόδου.

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας δύναται να εφαρμόζει, χωριστά για τη Βόρειο Ιρλανδία ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για το φυσικό αέριο·

η)

στην ηλεκτρική ενέργεια, το φυσικό αέριο, τον άνθρακα και τα στερεά καύσιμα για οικιακή χρήση ή/και για οργανισμούς αναγνωρισμένους ως φιλανθρωπικούς από το οικείο κράτος μέλος. Στην περίπτωση τέτοιων φιλανθρωπικών οργανισμών, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την απαλλαγή ή τη μείωση για μη επιχειρηματικές δραστηριότητες. Όταν γίνεται μικτή χρήση, η φορολογία επιβάλλεται ανάλογα με το κάθε είδος χρήσης. Εάν μια χρήση είναι αμελητέα δύναται να θεωρηθεί μηδενική·

θ)

στο φυσικό αέριο, και το υγραέριο που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό·

ι)

στα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται στον τομέα της κατασκευής, της ανάπτυξης, της δοκιμής και συντήρησης αεροσκαφών και πλοίων·

ια)

στα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται στις εργασίες βυθοκόρησης πλωτών οδών και λιμένων·

ιβ)

στα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2705 της συνδυασμένης ονοματολογίας και χρησιμοποιούνται για θέρμανση.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιστρέφουν στον παραγωγό ένα μέρος ή το σύνολο του ποσού του φόρου που καταβάλλει ο καταναλωτής για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τα προϊόντα που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μηδενικό επίπεδο φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται στη γεωργία, τις καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, τις ιχθυοκαλλιέργειες και τη δασοκομία.

Βάσει προτάσεως της Επιτροπής, το Συμβούλιο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2008 εξετάζει εάν είναι δυνατόν να ανακληθεί η δυνατότητα εφαρμογής μηδενικού επιπέδου φορολογίας.

Άρθρο 16

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν απαλλαγή ή μειωμένο φορολογικό συντελεστή, υπό φορολογικό έλεγχο, στα φορολογητέα προϊόντα που προβλέπονται στο άρθρο 2 όταν αυτά αποτελούνται από ή περιέχουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα προϊόντα:

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1507 έως 1518,

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3824 90 55 και 3824 90 80 έως 3824 90 99 για τα συστατικά τους που παράγονται από βιομάζα,

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2207 20 00 και 2905 11 00 και δεν παράγονται με συνθετικό τρόπο,

προϊόντα που παράγονται από βιομάζα, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν μειωμένο φορολογικό συντελεστή υπό φορολογικό έλεγχο, στα φορολογητέα προϊόντα που προβλέπονται στο άρθρο 2 όταν τα προϊόντα αυτά περιέχουν νερό (κωδικοί ΣΟ 2201 και 2851 00 10).

Ως «βιομάζα» νοείται το βιοαποικοδομήσιμο τμήμα των προϊόντων, απορριμμάτων και καταλοίπων από τη γεωργία (που περιέχουν φυτικές και ζωικές ουσίες), τη δασοκομία και τις συναφείς βιομηχανίες, καθώς και το βιοαποικοδομήσιμο τμήμα των βιομηχανικών και αστικών απορριμμάτων και καταλοίπων.

2.   Η απαλλαγή ή η μείωση της φορολογίας που προκύπτει από την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να μην υπερβαίνει το ποσό του φόρου που πρέπει να καταβληθεί για τον όγκο των προϊόντων της παραγράφου 1 ο οποίος περιέχεται στα προϊόντα τα οποία μπορούν να τύχουν της εν λόγω μείωσης.

Τα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη στα προϊόντα που αποτελούνται από ή περιέχουν τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να είναι χαμηλότερα από τα ελάχιστα επίπεδα που προβλέπονται στο άρθρο 4.

3.   Η απαλλαγή ή η μείωση της φορολογίας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη προσαρμόζεται ώστε να ληφθούν υπόψη οι διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών, προκειμένου να αποφευχθεί η υπεραντιστάθμιση των πρόσθετων δαπανών που συνδέονται με την παραγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003, τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν ή να εξακολουθούν να απαλλάσσουν προϊόντα τα οποία αποτελούνται αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά από τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5.   Η απαλλαγή ή η μείωση που προβλέπεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να χορηγηθεί στο πλαίσιο ενός πολυετούς προγράμματος, με άδεια που εκδίδει μια διοικητική αρχή σε ένα οικονομικό φορέα για περίοδο μεγαλύτερη από ένα ημερολογιακό έτος. Η απαλλαγή ή η μείωση για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τα έξι συνεχή έτη. Το διάστημα αυτό μπορεί να παραταθεί.

Στο πλαίσιο πολυετούς προγράμματος που εγκρίθηκε από διοικητική αρχή πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2012, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν την απαλλαγή ή τη μείωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2012 και μέχρι τη λήξη του πολυετούς προγράμματος. Το διάστημα αυτό δεν μπορεί να παραταθεί.

6.   Εάν η κοινοτική νομοθεσία απαιτεί να συμμορφωθούν τα κράτη μέλη με νομικώς δεσμευτικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη διάθεση στις αγορές τους ενός ελαχίστου ποσοστού των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι παράγραφοι 1 έως 5 του παρόντος άρθρου παύουν να ισχύουν από την ημερομηνία κατά την οποία οι υποχρεώσεις αυτές καθίστανται υποχρεωτικές για τα κράτη μέλη.

7.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004, και στη συνέχεια ανά έτος, τον κατάλογο των φορολογικών απαλλαγών ή μειώσεων που εφαρμόζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

8.   Το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τις φορολογικές, οικονομικές, γεωργικές, ενεργειακές, βιομηχανικές και περιβαλλοντικές πτυχές των μειώσεων που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 17

1.   Εφόσον τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία τηρούνται κατά μέσον όρο για κάθε επιχείρηση, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν φορολογικές μειώσεις για την κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για θέρμανση ή για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ), και ηλεκτρικής ενέργειας στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

υπέρ των ενεργειοβόρων επιχειρήσεων.

 

Ως «ενεργειοβόρος επιχείρηση» νοείται η επιχείρηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11, στην οποία είτε η αγορά ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχεται τουλάχιστον στο 3,0 % της αξίας παραγωγής, είτε ο καταβλητέος εθνικός ενεργειακός φόρος ανέρχεται τουλάχιστον στο 0,5 % της προστιθέμενης αξίας. Στο πλαίσιο του ορισμού αυτού, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν πιο περιοριστικές έννοιες, συμπεριλαμβανομένων των ορισμών της αξίας των πωλήσεων, της επεξεργασίας και του κλάδου δραστηριοτήτων.

 

Ως «αγορά ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται το τρέχον κόστος της ενέργειας που αγοράζεται ή παράγεται στο πλαίσιο της επιχείρησης. Συμπεριλαμβάνονται μόνον η ηλεκτρική ενέργεια, η θερμότητα και τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση ή για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ). Περιλαμβάνονται όλοι οι φόροι εκτός από τον εκπιπτόμενο ΦΠΑ.

 

Ως «αξία παραγωγής» νοείται ο κύκλος εργασιών, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται άμεσα με την τιμή του προϊόντος, προστιθέμενων ή αφαιρούμενων των μεταβολών στα αποθέματα των τελικών προϊόντων, των υπό επεξεργασία προϊόντων και των αγαθών ή υπηρεσιών που αγοράζονται με σκοπό τη μεταπώληση, αφού αφαιρεθούν οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών προς μεταπώληση.

 

Ως «προστιθέμενη αξία» νοείται συνολικός κύκλος εργασιών που υπόκειται στον ΦΠΑ συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών αφαιρουμένου του συνόλου των αγορών που υπόκεινται στον ΦΠΑ συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών.

 

Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν επί του παρόντος εθνικά συστήματα φορολογίας της ενέργειας στα οποία οι ενεργειοβόρες επιχειρήσεις ορίζονται με άλλα κριτήρια εκτός από το κόστος της ενέργειας σε συνάρτηση με την αξία παραγωγής και τον καταβλητέο εθνικό ενεργειακό φόρο σε συνάρτηση με την προστιθέμενη αξία, θα έχουν στη διάθεσή τους μεταβατική περίοδο το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 προκειμένου να προσαρμοστούν στον ορισμό του σημείου α) πρώτο εδάφιο·

β)

όταν συνάπτονται συμφωνίες με επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων ή όταν εφαρμόζονται συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή ισοδύναμοι διακανονισμοί, εφόσον αποσκοπούν στη επίτευξη στόχων προστασίας του περιβάλλοντος ή στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας.

2.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μηδενικό επίπεδο φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, όταν χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρους επιχειρήσεις όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν επίπεδο φορολογίας έως και κατά 50 % κατώτερα των ελαχίστων επιπέδων της παρούσας οδηγίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, όταν χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις κατά τον ορισμό του άρθρου 11 που δεν είναι ενεργειοβόρες κατά τον ορισμό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

4.   Οι επιχειρήσεις οι οποίες ωφελούνται από τις δυνατότητες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 συνάπτουν συμφωνίες, συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή ισοδύναμους διακανονισμούς, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β). Οι συμφωνίες, τα συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή οι ισοδύναμοι διακανονισμοί πρέπει να αποσκοπούν στην επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων ή αυξημένης ενεργειακής αποδοτικότητας, το αποτέλεσμα των οποίων να ισοδυναμεί με το αποτέλεσμα που θα είχε επιτευχθεί εάν είχαν τηρηθεί οι συνήθεις ελάχιστοι κοινοτικοί συντελεστές.

Άρθρο 18

1.   Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν τις μειώσεις των επιπέδων φορολογίας ή τις απαλλαγές που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ.

Με την επιφύλαξη ότι το ζήτημα θα επανεξεταστεί προηγουμένως από το Συμβούλιο, βάσει προτάσεως της Επιτροπής, η εξουσιοδότηση αυτή λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2006 ή κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ.

2.   Παρά τις περιόδους που αναφέρονται στις παραγράφους 3 έως 12 και υπό τον όρο ότι αυτό δεν δημιουργεί σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, στα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την εφαρμογή των νέων ελαχίστων επιπέδων φορολογίας θα παρέχεται μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως προκειμένου να μην διαταραχθεί η σταθερότητα των τιμών.

3.   Το Βασίλειο της Ισπανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο ειδικός αυτός μειωμένος φορολογικός συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008 δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

4.   Η Δημοκρατία της Αυστρίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

5.   Το Βασίλειο του Βελγίου δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

6.   Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 272 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

7.   Η Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει, για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλίσκονται στην αυτόνομη περιοχή των Αζόρων και της Μαδέρας, επίπεδα φορολογίας κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, προκειμένου να αντισταθμίσει το κόστος μεταφοράς που οφείλεται στον νησιωτικό και διασκορπισμένο χαρακτήρα αυτών των περιοχών.

H Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 272 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο διαφοροποιημένος συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008, δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

Η Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας έως την 1η Ιανουαρίου 2010.

8.   Η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει επίπεδα φορολογίας μέχρι 22 ευρώ ανά 1 000 λίτρα κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό και για τη βενζίνη που χρησιμοποιείται στους νομούς Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσων και Κυκλάδων και στα ακόλουθα νησιά του Αιγαίου: Θάσος, Βόρειες Σποράδες, Σαμοθράκη και Σκύρος.

Η Ελληνική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 προκειμένου να μετατραπεί το ισχύον σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας βάσει του προκαταβαλλόμενου φόρου σε σύστημα φορολογίας βάσει του εκ των υστέρων καταβαλλόμενου φόρου, και προκειμένου να επιτευχθεί το νέο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας για τη βενζίνη.

Η Ελληνική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φτάσει τα 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 264 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1 000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο διαφοροποιημένος συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008 δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

9.   Η Ιρλανδία μπορεί να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

10.   Η Γαλλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει έως την 1η Ιανουαρίου 2009 ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούν οι κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές ή άλλοι φορείς δημοσίου δικαίου, στο πλαίσιο δραστηριοτήτων ή συναλλαγών στις οποίες συμμετέχουν ως δημόσιες αρχές.

Η Γαλλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του ισχύοντος συστήματός της για την φορολογία της ηλεκτρικής ενέργειας προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Κατά την περίοδο αυτήν, για την εκτίμηση της τήρησης των ελαχίστων συντελεστών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία λαμβάνεται υπόψη το συνολικό μέσο επίπεδο της τρέχουσας τοπικής φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας.

11.   Η Ιταλική Δημοκρατία μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

12.   Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 12 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

13.   Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ανώτερο των 12 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

14.   Κατά τις καθορισθείσες μεταβατικές περιόδους, τα κράτη μέλη μειώνουν προοδευτικώς τις αντίστοιχες διαφορές τους από τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Όταν ωστόσο η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελαχίστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του ελαχίστου αυτού επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να αναμείνει έως το τέλος της περιόδου προκειμένου να προσαρμόσει το εθνικό του επίπεδο.

Άρθρο 19

1.   Εκτός από τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα προηγούμενα άρθρα και ειδικότερα στα άρθρα 5, 15 και 17, το Συμβούλιο αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής μπορεί να επιτρέψει σε ένα κράτος μέλος να θεσπίσει περαιτέρω απαλλαγές ή μειώσεις για λόγους ειδικής πολιτικής.

Το κράτος μέλος που σκοπεύει να θεσπίσει τέτοια μέτρα ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και της παρέχει όλες τις συναφείς και αναγκαίες πληροφορίες.

Η Επιτροπή εξετάζει το αίτημα λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την ανάγκη να διασφαλισθεί θεμιτός ανταγωνισμός και τις κοινοτικές πολιτικές για την υγεία, το περιβάλλον, την ενέργεια και τις μεταφορές.

Εντός τριών μηνών από την παραλαβή όλων των συναφών και αναγκαίων πληροφοριών, η Επιτροπή είτε υποβάλλει πρόταση για την έγκριση του μέτρου αυτού από το Συμβούλιο ή, εναλλακτικά, ενημερώνει το Συμβούλιο για τους λόγους για τους οποίους δεν επρότεινε την έγκριση του μέτρου αυτού.

2.   Οι εγκρίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να χορηγηθούν για μέγιστο διάστημα 6 ετών με δυνατότητα παράτασης, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1.

3.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι οι απαλλαγές ή μειώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν πλέον, κυρίως για λόγους θεμιτού ανταγωνισμού ή στρέβλωσης της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ή για λόγους κοινοτικής πολιτικής στους τομείς της υγείας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της ενέργειας και των μεταφορών, υποβάλλει τις ενδεδειγμένες προτάσεις στο Συμβούλιο. Το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα σχετικά με τις προτάσεις αυτές.

Άρθρο 20

1.   Μόνον τα ακόλουθα ενεργειακά προϊόντα υπάγονται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ:

α)

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 1507 έως 1518 της ΣΟ, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

β)

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2707 10, 2707 20, 2707 30 και 2707 50 της ΣΟ·

γ)

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2710 11 έως 2710 19 69 της ΣΟ. Ωστόσο, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2710 11 21, 2710 11 25 και 2710 19 29 της ΣΟ, οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και την κυκλοφορία ισχύουν μόνο για τη χύδην εμπορική κυκλοφορία·

δ)

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2711 της ΣΟ (εξαιρουμένων των κωδικών 2711 11, 2711 21 και 2711 29)·

ε)

προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2901 10 της ΣΟ·

στ)

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2902 20, 2902 30, 2902 41, 2902 42, 2902 43 και 2902 44 της ΣΟ·

ζ)

προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2905 11 00 της ΣΟ, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

η)

προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 3824 90 99, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

2.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος διαπιστώσει ότι άλλα ενεργειακά προϊόντα εκτός αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, διατίθενται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης, ως καύσιμα κινητήρων ή κατ' άλλον τρόπο προκαλούν φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση, ενημερώνει πάραυτα την Επιτροπή. Η παρούσα διάταξη ισχύει επίσης για την ηλεκτρική ενέργεια. Η Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση στα άλλα κράτη μέλη εντός ενός μηνός από την παραλαβή της. Στη συνέχεια λαμβάνεται απόφαση σχετικά με το κατά πόσον τα εν λόγω προϊόντα πρέπει να υπαχθούν στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν, βάσει διμερών διακανονισμών, να μην εφαρμόζουν ορισμένα ή όλα τα μέτρα ελέγχου που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ όσον αφορά ορισμένα ή όλα τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στο βαθμό που δεν καλύπτονται από τα άρθρα 7 έως 9 της παρούσας οδηγίας. Οι διακανονισμοί αυτοί δεν επηρεάζουν τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν σε αυτούς. Όλοι αυτοί οι διμερείς διακανονισμοί κοινοποιούνται στην Επιτροπή, η οποία ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 21

1.   Εκτός από τις γενικές διατάξεις οι οποίες καθορίζουν τη γενεσιουργό αιτία του φόρου και τις διατάξεις σχετικά με τους όρους καταβολής που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ, ο φόρος επί των ενεργειακών προϊόντων καθίσταται επίσης απαιτητός κατά την επέλευση μιας εκ των γενεσιουργών αιτιών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η λέξη «παραγωγή» στο άρθρο 4 στοιχείο γ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ θεωρείται ότι περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την «εξόρυξη».

3.   Η κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων εντός μίας εγκατάστασης παραγωγής ενεργειακών προϊόντων, δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου, εάν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά προϊόντα που παράγονται εντός της εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να θεωρήσουν την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και άλλων ενεργειακών προϊόντων που δεν παράγονται μέσα στην εγκατάσταση και την κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας εντός μιας εγκατάστασης παραγωγής καυσίμων που θα χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ως μη γενεσιουργούς αιτίες επιβολής φόρου. Όταν η κατανάλωση γίνεται για λόγους άσχετους προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση οχημάτων, αυτό θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να ορίσουν ότι ο φόρος επί των ενεργειακών προϊόντων και του ηλεκτρισμού καθίσταται απαιτητός όταν διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή ότι δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης που προβλέπουν εθνικές διατάξεις για την εφαρμογή μειωμένου επιπέδου φορολογίας ή απαλλαγής.

5.   Για την εφαρμογή των άρθρων 5 και 6 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο υπόκεινται σε φορολογία και καθίστανται γενεσιουργοί αιτίες κατά τη στιγμή της προμήθειας από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα. Όταν η παράδοση προς κατανάλωση λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος όπου δεν είναι εγκατεστημένος ο διανομέας ή ο αναδιανομέας, ο φόρος των κρατών μελών παράδοσης είναι απαιτητός από εταιρεία που πρέπει να καταγραφεί στο κράτος μέλος παράδοσης. Σε κάθε περίπτωση ο φόρος επιβάλλεται και εισπράττεται σύμφωνα με διαδικασίες που ορίζει κάθε κράτος μέλος.

Παρά το πρώτο εδάφιο τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα καθορισμού της γενεσιουργού αιτίας σε περίπτωση που δεν υφίσταται σύνδεση μεταξύ των δικών τους αγωγών πετρελαίου και εκείνων άλλων κρατών μελών.

Μια οντότητα η οποία παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική της χρήση θεωρείται ως διανομέας. Παρά το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν αυτούς τους μικρούς παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας εφόσον φορολογούν τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας.

Για την εφαρμογή των άρθρων 5 και 6 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, ο άνθρακας, ο οπτάνθρακας και ο λιγνίτης υπόκεινται σε φορολογία και καθίστανται γενεσιουργοί αιτίες κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις οι οποίες πρέπει να καταγράφονται προς τον σκοπό αυτόν από τις αρμόδιες αρχές. Οι αρχές αυτές δύνανται να επιτρέψουν στον παραγωγό, τον έμπορο, τον εισαγωγέα ή τον φορολογικό εκπρόσωπο να υποκαταστήσουν την καταγραφείσα επιχείρηση για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες της επιβάλλονται. Ο φόρος επιβάλλεται και εισπράττεται σύμφωνα με διαδικασίες που ορίζει κάθε κράτος μέλος.

6.   Τα κράτη μέλη δεν χαρακτηρίζουν ως «παραγωγή ενεργειακών προϊόντων»:

α)

τις διεργασίες κατά τις οποίες παράγονται παρεμπιπτόντως μικρές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων·

β)

τις διεργασίες δια των οποίων ο χρήστης ενός ενεργειακού προϊόντος καθιστά δυνατή την εκ νέου χρησιμοποίησή του στην επιχείρησή του, υπό τον όρο ότι ο φόρος ο οποίος έχει ήδη καταβληθεί για το προϊόν αυτό δεν υπολείπεται του φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός εάν το εκ νέου χρησιμοποιηθέν ενεργειακό προϊόν επρόκειτο να υποβληθεί ξανά σε φορολογία·

γ)

τη διεργασία η οποία συνίσταται στην ανάμιξη, εκτός μιας εγκατάστασης παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά, υπό τον όρο ότι:

i)

έχει προηγουμένως καταβληθεί φόρος για τα συστατικά και

ii)

το καταβληθέν ποσό δεν υπολείπεται του ποσού του φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός για το μείγμα.

Η προϋπόθεση που αναφέρεται στο στοιχείο i) δεν ισχύει όταν το μίγμα απαλλάσσεται για ειδική χρήση.

Άρθρο 22

Σε περίπτωση μεταβολής των φορολογικών συντελεστών, μπορεί να επιβληθεί αυξημένος ή μειωμένος φόρος στα αποθέματα ενεργειακών προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί προς κατανάλωση.

Άρθρο 23

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιστρέφουν τους φόρους που έχουν ήδη καταβληθεί για ενεργειακά προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή έχουν αναμιχθεί τυχαία και τα οποία έχουν επιστραφεί σε φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.

Άρθρο 24

1.   Τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν διατεθεί προς κατανάλωση σε ένα κράτος μέλος και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια, δεν υπόκεινται σε φορολογία σε κανένα άλλο κράτος μέλος.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως:

 

«κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:

οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων. Θεωρούνται επίσης ως κανονικές δεξαμενές καυσίμων οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το όχημα,

οι δεξαμενές καυσίμων που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.

 

Ως «ειδικά εμπορευματοκιβώτια» νοούνται τα εμπορευματοκιβώτια που διαθέτουν ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης, συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα.

Άρθρο 25

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους και μετά από κάθε τροποποίηση της εθνικής νομοθεσίας.

2.   Όταν τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν τα κράτη μέλη εκφράζονται σε μονάδες μέτρησης διαφορετικές από εκείνες που ορίζονται για κάθε προϊόν στα άρθρα 7 έως 10, τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης τα αντίστοιχα επίπεδα φορολογίας μετά τη μετατροπή τους στις μονάδες αυτές.

Άρθρο 26

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνουν δυνάμει του άρθρου 5, του άρθρου 14 παράγραφος 2 και των άρθρων 15 και 17.

2.   Τα μέτρα όπως οι φορολογικές απαλλαγές, οι μειώσεις φόρου, η διαφοροποίηση του φόρου και οι επιστροφές φόρου, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ενδέχεται να αποτελούν κρατική ενίσχυση και, στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή βάσει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας δεν απαλλάσσουν τα κράτη μέλη από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπει το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

3.   Η υποχρέωση ενημέρωσης της Επιτροπής, βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 5 δεν απαλλάσσουν τα κράτη μέλη από οποιεσδήποτε υποχρεώσεις κοινοποίησης σύμφωνα με την οδηγία 83/189/ΕΟΚ.

Άρθρο 27

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ειδικών φόρων κατανάλωσης που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 28

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ώστε να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2003. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

2.   Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2004, εκτός από τις διατάξεις του άρθρου 16 και του άρθρου 18 παράγραφος 1, τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν από την 1η Ιανουαρίου 2003.

3.   Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος που γίνεται αυτή η αναφορά ορίζεται από τα κράτη μέλη.

4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις βασικές διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 29

Το Συμβούλιο, με βάση έκθεση και ενδεχομένως πρόταση της Επιτροπής, εξετάζει περιοδικά τις απαλλαγές και μειώσεις φόρου και τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που θεσπίζονται από την παρούσα οδηγία και θεσπίζει ομόφωνα τα αναγκαία μέτρα, μετά από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η έκθεση της Επιτροπής και η εξέταση του Συμβουλίου λαμβάνουν υπόψη την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την πραγματική τιμή των φορολογικών συντελεστών και τους ευρύτερους στόχους της συνθήκης.

Άρθρο 30

Παρά το άρθρο 28 παράγραφος 2, από τις 31 Δεκεμβρίου 2003 καταργούνται οι οδηγίες 92/81/ΕΟΚ και 92/82/ΕΟΚ.

Άρθρο 31

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την μέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 32

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 27 Οκτωβρίου 2003.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. MATTEOLI


(1)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 12· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ (ΕΕ L 365 της 31.12.1994, σ. 46).

(2)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/74/ΕΚ.

(3)  ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/47/ΕΚ (ΕΕ L 193 της 29.7.2000, σ. 73).

(4)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21.

(5)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(6)  ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 29/2002 της Επιτροπής (ΕΕ L 6 της 10.1.2002, σ. 3).

(7)  ΕΕ L 279 της 23.10.2001, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πίνακας Α. —   Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τα καύσιμα κινητήρων

 

1η Ιανουαρίου 2004

1η Ιανουαρίου 2010

Μολυβδούχος βενζίνη

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 11 31, 2710 11 51 και 2710 11 59

421

421

Αμόλυβδη βενζίνη

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 11 31, 2710 11 41, 2710 11 45 και 2710 11 49

359

359

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 41 έως 2710 19 49

302

330

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 21 και 2710 19 25

302

330

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1 000 kg)

Κωδικός ΣΟ 2711 12 11 έως 2711 19 00

125

125

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 2711 11 00 και 2711 21 00

2,6

2,6

Πίνακας Β. —   Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό του άρθρου 8 παράγραφος 2

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 41 έως 2710 19 49

21

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 21 και 2710 19 25

21

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1 000 kg)

Κωδικός ΣΟ 2711 12 11 έως 2711 19 00

41

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 2711 11 00 και 2711 21 00

0,3

Πίνακας Γ. —   Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων θέρμανσης και της ηλεκτρικής ενέργειας

 

Επιχειρηματική χρήση

Μη επιχειρηματική χρήση

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 41 έως 2710 19 49

21

21

Βαρύ πετρέλαιο

(ευρώ ανά 1 000 kg)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 61 έως 2710 19 69

15

15

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1 000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 2710 19 21 και 2710 19 25

0

0

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1 000 kg)

Κωδικός ΣΟ 2711 12 11 έως 2711 19 00

0

0

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 2711 11 00 και 2711 21 00

0,15

0,3

Άνθρακας και οπτάνθρακας

(ευρώ ανά gigajoule)

Κωδικός ΣΟ 2701, 2702 και 2704

0,15

0,3

Ηλεκτρική ενέργεια

(ευρώ ανά MWh)

Κωδικός ΣΟ 2716

0,5

1,0


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές και απαλλαγές από τη φορολογία αυτή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1

1.   ΒΕΛΓΙΟ:

για το υγραέριο, το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για μείωση του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια, ώστε να ενθαρρυνθεί η χρήση καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον. Η μείωση αυτή συνδέεται συγκεκριμένα με την περιεκτικότητα σε θείο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ο μειωμένος συντελεστής να είναι μικρότερος από 6,5 ευρώ ανά τόνο,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε φόρο,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για την αμόλυβδη βενζίνη με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) και σε αρωματικές ουσίες (35 %),

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το ντίζελ με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm).

2.   ΔΑΝΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, από την 1η Φεβρουαρίου 2002 μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2008, για το μαζούτ και το πετρέλαιο θέρμανσης που χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρες επιχειρήσεις για την παραγωγή θερμότητας και θερμού νερού. Το μέγιστο ποσό της επιτρεπόμενης διαφοροποίησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι 0,0095 ευρώ/kg για το μαζούτ και 0,008 ευρώ/l για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι μειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης πρέπει να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως δε προς τους κατώτατους συντελεστές,

για την μείωση του φορολογικού συντελεστή στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον εφόσον τα κίνητρα αυτά συνδέονται με καθιερωμένα τεχνικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού βάρους, του σημείου απόσταξης, του δείκτη κετανίου και του καταλόγου, υπό τον όρο ότι η μείωση αυτή είναι σύμφωνη με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης μεταξύ της βενζίνης που διανέμουν τα πρατήρια βενζίνης τα οποία είναι εφοδιασμένα με σύστημα επιστροφής των αναθυμιάσεων βενζίνης και της βενζίνης που διανέμεται από άλλα πρατήρια βενζίνης, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στη βενζίνη, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για μερική επιστροφή στον εμπορικό τομέα, υπό την προϋπόθεση ότι οι φόροι αυτοί συμφωνούν με την κοινοτική νομοθεσία και ότι το ποσό του καταβαλλόμενου και μη επιστρεφόμενου φόρου τηρεί πάντοτε τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή του τέλους ελέγχου επί των πετρελαιοειδών, που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, ύψους 0,03 DKK ανά λίτρο, στη βενζίνη που πωλείται σε πρατήρια βενζίνης που πληρούν αυστηρότερα πρότυπα εξοπλισμού και λειτουργίας τα οποία αποσκοπούν στη μείωση της διαρροής μεθυλτριτοβουτυλαιθέρων στα υπόγεια ύδατα, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

3.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα καύσιμα με ανώτατη περιεκτικότητα σε θείο 10 ppm από την 1η Ιανουαρίου 2003 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005,

για τη χρήση απόβλητων αερίων υδρογονανθράκων ως καυσίμων θέρμανσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούν ως καύσιμο τα οχήματα των τοπικών δημοσίων συγκοινωνιών, εφόσον αυτό συμβιβάζεται με τις υποχρεώσεις που ορίζει η οδηγία 92/82/ΕΟΚ,

για τα δείγματα πετρελαιοειδών τα οποία προορίζονται για αναλύσεις, δοκιμές στην παραγωγή ή για άλλους επιστημονικούς σκοπούς,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα θέρμανσης, που χρησιμοποιούνται από τις μεταποιητικές βιομηχανίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

4.   ΕΛΛΑΔΑ:

για χρήση από τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης των πετρελαιοειδών, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα στα επίσημα οχήματα του Υπουργείου Προεδρίας και της εθνικής αστυνομίας,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για το υγραέριο (GPL) και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς.

5.   ΙΣΠΑΝΙΑ:

για το υγραέριο (GPL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στα οχήματα που προορίζονται για τις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για το υγραέριο (GPL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στα ταξί,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

6.   ΓΑΛΛΙΑ:

για τους διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές για το πετρέλαιο ντίζελ που χρησιμοποιούν τα εμπορικά οχήματα, έως την 1η Ιανουαρίου 2005, οι οποίοι δεν μπορούν να είναι κατώτεροι των 380 ευρώ ανά 1000 l, από 1ης Μαρτίου 2003,

στο πλαίσιο ορισμένων πολιτικών, οι οποίες σκοπό έχουν να συνδράμουν τις περιοχές που αντιμετωπίζουν πρόβλημα μείωσης του πληθυσμού,

για κατανάλωση στη νήσο Κορσική, υπό τον όρο ότι οι μειωμένοι συντελεστές τηρούν πάντοτε τους ελάχιστους συντελεστές των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί των πετρελαιοειδών, που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικών φόρων κατανάλωσης σε νέο καύσιμο που αποτελείται από υδάτινο και αντιψυκτικό γαλάκτωμα/γαλάκτωμα ντίζελ σταθεροποιημένο με τασιενεργούς παράγοντες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές των ειδικών φόρων κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στην αμόλυβδη βενζίνη σούπερ που περιέχει πρόσθετο με βάση το κάλιο το οποίο βελτιώνει την αντοχή των βαλβίδων (ή οποιοδήποτε άλλο πρόσθετο που επιτρέπει τη λήψη καυσίμου αντίστοιχης ποιότητας),

για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στα ταξί, εντός των ορίων ετήσιας ποσόστωσης,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα αέρια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο στις δημόσιες συγκοινωνίες, εντός των ορίων ετήσιας ποσόστωσης,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα αέρια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα σε αεριοκίνητα οχήματα αποκομιδής απορριμμάτων,

για την εφαρμογή μειωμένων φορολογικών συντελεστών στο βαρύ πετρέλαιο, προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον· η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο ο δε φόρος που επιβάλλεται στο βαρύ πετρέλαιο πρέπει να αντιστοιχεί στον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για το βαρύ πετρέλαιο που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο, για την παραγωγή αλουμίνας στην περιφέρεια Gardanne,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για την παράδοση βενζίνης στη ναυσιπλοα αναψυχής, στα λιμάνια της Κορσικής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,

για τοπικά δημόσια οχήματα μεταφοράς επιβατών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005,

για τη χορήγηση αδειών για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα καυσίμου «βενζίνη/παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης με αλκοολική συνιστώσα γεωργικής προέλευσης» και για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα καυσίμου «ντίζελ/εστέρες φυτικών ελαίων». Για να επιτραπεί μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης των μειγμάτων που περιέχουν εστέρες φυτικών ελαίων και παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης, τα οποία χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι γαλλικές αρχές πρέπει να χορηγήσουν τις απαιτούμενες άδειες στις ενδιαφερόμενες μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο. Η άδεια ισχύει για έξι το πολύ έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η μείωση που αναφέρεται στην άδεια μπορεί να εφαρμόζεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2003 μέχρι τη λήξη ισχύος της άδειας. Οι μειώσεις των ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν υπερβαίνουν τα 35,06 ευρώ/hl ή τα 396,64 ευρώ/t για τους εστέρες φυτικών ελαίων και τα 50,23 ευρώ/hl ή τα 297,35 ευρώ/t για τα παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης που χρησιμοποιούνται στα προαναφερόμενα μείγματα. Οι μειώσεις ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζονται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής των καυσίμων αυτών. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 1997, λήγει δε στις 31 Δεκεμβρίου 2003,

για τη χορήγηση αδειών για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα «οικιακό θερμαντικό καύσιμο/εστέρες φυτικών ελαίων». Για να επιτραπεί μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των μειγμάτων που περιέχουν εστέρες φυτικών ελαίων και χρησιμοποιούνται ως καύσιμο κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι γαλλικές αρχές πρέπει να χορηγήσουν τις απαιτούμενες άδειες στις ενδιαφερόμενες μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο. Οι άδειες θα ισχύουν για έξι το πολύ έτη από την ημερομηνία χορήγησής τους. Η μείωση που αναφέρεται στην άδεια μπορεί να εφαρμόζεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2003 μέχρι τη λήξη ισχύος της άδειας, αλλά δεν είναι ανανεώσιμη. Οι μειώσεις ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν υπερβαίνουν τα 35,06 ευρώ/hl ή τα 396,64 ευρώ/t για τους εστέρες φυτικών ελαίων που χρησιμοποιούνται στα προαναφερόμενα μείγματα. Οι μειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζονται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής των καυσίμων αυτών. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 1997, λήγει δε στις 31 Δεκεμβρίου 2003.

7.   ΙΡΛΑΝΔΙΑ:

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων,

για τα οχήματα με κινητήρα που χρησιμοποιούν τα άτομα με ειδικές ανάγκες,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να αντικατοπτρίζονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το ντίζελ με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο,

για την παραγωγή αλουμίνας στην περιφέρεια Shannon,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,

8.   ΙΤΑΛΙΑ:

για διαφοροποιημένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα μείγματα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων και περιέχουν 5 % ή 25 % βιοντίζελ μέχρι τις 30 Ιουνίου 2004. Η μείωση δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από το ποσό του καταβλητέου ειδικού φόρου κατανάλωσης για τον όγκο βιοκαυσίμων που περιέχονται στα προϊόντα που είναι επιλέξιμα για τη μείωση. Η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής βιοκαυσίμων,

για το μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το πετρέλαιο ντίζελ που χρησιμοποιούν επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, έως την 1η Ιανουαρίου 2005, οι οποίοι δεν μπορούν να είναι κατώτεροι των 370 ευρώ ανά 1 000 l από 1ης Ιανουαρίου 2004,

για τους απόβλητους αέριους υδρογονάνθρακες που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα,

για μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υδάτινο γαλάκτωμα ντίζελ και στο υδάτινο γαλάκτωμα βαρέων πετρελαίων από 1ης Οκτωβρίου 2000 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2005, υπό τον όρο ότι ο μειωμένος συντελεστής είναι σύμφωνος με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για το μεθάνιο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο σε οχήματα με κινητήρα,

για τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για τα ασθενοφόρα,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για τα καύσιμα που χρησιμοποιούν τα ταξί,

σε ορισμένες ιδιαίτερα μειονεκτικές γεωγραφικές περιοχές, για τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα οικιακά καύσιμα και στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και διανέμονται μέσω των τοπικών δικτύων, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την κατανάλωση στις περιφέρειες Val d'Aosta και Gorizia,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στη βενζίνη που καταναλίσκεται στην περιοχή Friuli-Venezia Giulia, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που καταναλίσκονται στις περιφέρειες Udine και Trieste, υπό τον όρον ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για την παραγωγή αλουμίνας στη Σαρδηνία,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στο μαζούτ, που προορίζεται για την παραγωγή ατμού, και στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης, που χρησιμοποιείται σε καμίνους ξήρανσης και «ενεργοποίησης» μοριακών κόσκινων στην περιφέρεια της Καλαβρίας, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμα, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

9.   ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ:

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για τα οχήματα των τοπικών δημοσίων συγκοινωνιών,

για μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρήση καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον· η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ο μειωμένος συντελεστής να είναι μικρότερος από 6,5 ευρώ ανά τόνο,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

10.   ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ:

για το υγραέριο, το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για δείγματα πετρελαιοειδών τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για αναλύσεις, δοκιμές στην παραγωγή ή για άλλους επιστημονικούς σκοπούς,

για χρήση από τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στις δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο από οχήματα αποκομιδής απορριμμάτων, εκκένωσης αποχετευτικών συστημάτων και καθαρισμού των οδών,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για πετρέλαιο εσωτερικής καύσης με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) έως την 31η Δεκεμβρίου 2004,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για την βενζίνη με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) έως την 31η Δεκεμβρίου 2004.

11.   ΑΥΣΤΡΙΑ:

για το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για το υγραέριο, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο από οχήματα που προορίζονται για τις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

12.   ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρον ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για την απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης του υγραερίου (GPL), του φυσικού αερίου και του μεθανίου που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για μείωση του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο που καταναλίσκεται στην αυτόνομη περιφέρεια της Μαδέρας η μείωση αυτή δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη από το επιπρόσθετο κόστος που συνεπάγεται η μεταφορά του πετρελαίου στην περιφέρεια αυτή,

για την μείωση του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο βαρύ πετρέλαιο, προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο ο δε φόρος που επιβάλλεται στο βαρύ πετρέλαιο πρέπει να αντιστοιχεί στον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για το βαρύ πετρέλαιο που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

13.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ:

για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο μεθάνιο και στο υγραέριο (GPL), για οποιαδήποτε χρήση,

για τη μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και στο πετρέλαιο θέρμανσης, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στα άρθρα 7 έως 9,

για τη μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην ανασχηματισμένη αμόλυβδη βενζίνη και στη βενζίνη με μόλυβδο, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στο άρθρο 7,

για την αεροπλοα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

14.   ΣΟΥΗΔΙΑ:

για μειωμένους φορολογικούς συντελεστές για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης σύμφωνα με περιβαλλοντικές ταξινομήσεις,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αλκυλική βενζίνη για δίχρονους κινητήρες, έως την 30ή Ιουνίου 2008, υπό τον όρο ότι ο συνολικός επιβαλλόμενος ειδικός φόρος κατανάλωσης συμμορφώνεται προς τους όρους της παρούσας οδηγίας,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο βιολογικά παραγόμενο μεθάνιο και σε άλλα απόβλητα αέρια,

για τη μείωση του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς, εφόσον οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς, με την εφαρμογή συντελεστή ο οποίος είναι χαμηλότερος από τον κανονικό συντελεστή και με την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή για ενεργειοβόρους επιχειρήσεις, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και δεν συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας.

15.   ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ:

για διαφοροποιημένους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα οδικά καύσιμα που περιέχουν βιοντίζελ και για το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται ως καθαρό οδικό καύσιμο, έως την 31η Μαρτίου 2007. Πρέπει να τηρούνται οι κοινοτικοί συντελεστές και να μην υπάρχει υπεραντιστάθμιση για το πρόσθετο κόστος παραγωγής βιοκαυσίμων,

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων,

για την μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υδάτινο γαλάκτωμα/γαλάκτωμα ντίζελ, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.


Top