EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62016TN0783
Case T-783/16: Action brought on 09 November 2016 — Government of Gibraltar v Commission
Υπόθεση T-783/16: Προσφυγή της 9ης Νοεμβρίου 2016 — Government of Gibraltar κατά Επιτροπής
Υπόθεση T-783/16: Προσφυγή της 9ης Νοεμβρίου 2016 — Government of Gibraltar κατά Επιτροπής
OJ C 22, 23.1.2017, p. 39–40
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
23.1.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 22/39 |
Προσφυγή της 9ης Νοεμβρίου 2016 — Government of Gibraltar κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-783/16)
(2017/C 022/54)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Government of Gibraltar (Γιβραλτάρ) (εκπρόσωποι: M. Llamas, QC, J. Temple Lang, solicitor, F.-C. Laprévote και C. Froitzheim, δικηγόροι)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
— |
να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 1ης Οκτωβρίου 2014, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως κρατικών ενισχύσεων SA.34914(C/2013) (πρώην 2013/NN) — Καθεστώς φόρου εισοδήματος εταιριών του Γιβραλτάρ· |
— |
να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά και λοιπά σχετικά με την υπόθεση έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα. |
Λόγοι ακυρώσεως
Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.
1. |
Ο πρώτος λόγος αντλείται από πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά και πλάνη περί το δίκαιο, καθώς και από μη προσήκουσα αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως, καθόσον η Επιτροπή έκρινε ότι οι φορολογικές αποφάσεις συνιστούσαν ενδεχομένως νέα ενίσχυση. Προς στήριξη του λόγου αυτού η προσφεύγουσα διατείνεται τα εξής: πρώτον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο μη αποφαινόμενη εξαρχής ότι εφόσον η πρακτική των φορολογικών αποφάσεων ή οι ατομικές φορολογικές αποφάσεις συνιστούσαν κρατική ενίσχυση τότε θα επρόκειτο περί υφισταμένων ενισχύσεων. Δεύτερον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά, κρίνοντας ότι το άρθρο 42 του Income Tax Act του 2010 αποτελούσε τη νομική βάση των φορολογικών αποφάσεων. Τρίτον, η απόφαση στερείται αιτιολογίας, καθόσον η Επιτροπή αποφαίνεται ότι η πρακτική των φορολογικών αποφάσεων συνιστά νέα ενίσχυση, ενώ, κατά τρόπο ενέχοντα αντίφαση, αποφαίνεται παράλληλα ότι η πρακτική περί των αποφάσεων συνιστά «καθεστώς de facto». |
2. |
Ο δεύτερος λόγος αντλείται από πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά και πλάνη περί το δίκαιο, καθώς και από μη προσήκουσα αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως. Προς στήριξη του λόγου αυτού η προσφεύγουσα διατείνεται τα εξής: πρώτον, προδήλως δεν συντρέχουν εν προκειμένω τα απαιτούμενα στοιχεία προκειμένου να δικαιολογείται διεύρυνση κινηθείσας διαδικασίας έρευνας περί κρατικών ενισχύσεων. Δεύτερον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και σε πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά κρίνοντας ότι με τις φορολογικές αποφάσεις παρεχόταν πλεονέκτημα. Τρίτον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και σε πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά κρίνοντας ότι οι φορολογικές αποφάσεις είχαν επιλεκτικό χαρακτήρα. Τέταρτον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και σε πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά κρίνοντας ότι οι φορολογικές αποφάσεις συνεπάγονταν στρέβλωση του ανταγωνισμού και/ή είχαν ενδεχομένως επιπτώσεις στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Πέμπτον, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν προσηκόντως αιτιολογημένη. |
3. |
Ο τρίτος λόγος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε η Επιτροπή καθόσον εξέτρεψε την αρχική έρευνά της και «διεύρυνε» τη διαδικασία σχετικά με τον Income Tax Act ώστε περιλάβει και τις φορολογικές αποφάσεις. |