EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014TN0630

Υπόθεση T-630/14: Προσφυγή της 20ής Αυγούστου 2014 — Primo Valore κατά Επιτροπής

OJ C 361, 13.10.2014, p. 27–28 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

13.10.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 361/27


Προσφυγή της 20ής Αυγούστου 2014 — Primo Valore κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-630/14)

2014/C 361/41

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Primo Valore (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωπος: M. Moretto, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

Να διαπιστώσει ότι η Επιτροπή, παραλείποντας να υποβάλει προς ψήφιση από την κανονιστική επιτροπή, κατ’ εφαρμογήν της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4, της αποφάσεως 1999/468/ΕΚ, σχέδιο μέτρου με σκοπό την επανεξέταση του παραρτήματος V, σημείο 2, του κανονισμού 999/2001 (1), κατά το οποίο κάθε υλικό ειδικού κινδύνου προερχόμενο από κράτος μέλος πρέπει να αφαιρείται και να καταστρέφεται, μολονότι έχει γίνει δεκτό ότι το εν λόγω κράτος μέλος είναι χώρα που παρουσιάζει αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ (σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τους κανονισμούς 999/2001 και 178/2002 (2) και παραβίασε τις γενικές αρχές της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της αναλογικότητας·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από την υποχρέωση ενέργειας που υπέχει η Επιτροπή, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8, παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, του κανονισμού 999/2001, σε συνδυασμό με το άρθρο του 5, παράγραφοι 1 και 3, και του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 178/2002, καθώς και του άρθρου 7, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του ιδίου κανονισμού και των άρθρων 23 και 24 του κανονισμού 999/2001.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, κατ’ εφαρμογήν των προμνημονευθεισών διατάξεων, η Επιτροπή υποχρεούται να επανεξετάσει την προσωρινή παρέκκλιση που εισάγεται με το παράρτημα V, σημείο 2, του κανονισμού 999/2001 και να υποβάλει στην κανονιστική επιτροπή, κατ’ εφαρμογήν της διαδικασίας που προβλέπει προς τούτο το άρθρο 5α της αποφάσεως 1999/468/ΕΚ, σχέδιο μέτρου τροποποιήσεως του εν λόγω παραρτήματος V. Τούτο πρέπει να τηρηθεί προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση προς τους διεθνείς κανόνες υγιεινής που έχει υιοθετήσει το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών (ΔΓΕ) και οι οποίοι δεν προβλέπουν την κατάρτιση καταλόγου υλικών ειδικού κινδύνου όσον αφορά χώρες που, όπως η Ιταλία, έχουν χαρακτηρισθεί ως χώρες που παρουσιάζουν αμελητέο κίνδυνο, δηλαδή ως χώρες με το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη του ΔΓΕ.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από την υποχρέωση ενέργειας που υπέχει η Επιτροπή βάσει της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων, του άρθρου 7, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 178/2002 και των άρθρων 23 και 24 του κανονισμού 999/2001.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, βάσει της εν λόγω αρχής και των προμνημονευθεισών διατάξεων, καθόσον το ΔΓΕ αναγνώρισε, τον Μάιο του 2008, τον Μάιο του 2011, τον Μάιο του 2012 και τον Μάιο του 2013, ότι ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η Ιταλία, μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως χώρες που παρουσιάζουν αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, η Επιτροπή όφειλε να προσαρμόσει τη νομοθεσία λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα νέα στοιχεία και να επανεξετάσει τη σχετική παρέκκλιση του παραρτήματος V, σημείο 2, του κανονισμού προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Συγκεκριμένα, η εν λόγω παρέκκλιση προβλέπει αφενός τη διαφορετική μεταχείριση παρεμφερών περιπτώσεων, δηλαδή αυτής των παραγωγών κρατών μελών που έχουν χαρακτηρισθεί ως χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και εκείνης των παραγωγών τρίτων χωρών που έχουν χαρακτηρισθεί ομοίως. Αφετέρου, προβλέπει την όμοια μεταχείριση διαφορετικών περιπτώσεων, δηλαδή αυτής των παραγωγών κρατών μελών που έχουν χαρακτηρισθεί ως χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και εκείνης των παραγωγών από κράτη μέλη που δεν έχουν λάβει τον χαρακτηρισμό αυτό.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από την υποχρέωση ενέργειας που υπέχει η Επιτροπή βάσει της αρχής της αναλογικότητας, του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 178/2002 και των άρθρων 23 και 24 του κανονισμού 999/2001.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, βάσει της εν λόγω αρχής και των προμνημονευθεισών διατάξεων, καθόσον το ΔΓΕ αναγνώρισε ότι ορισμένα κράτη μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως χώρες που παρουσιάζουν αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, απέκειτο στην Επιτροπή να προβεί στην προσαρμογή της νομοθεσίας λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα νέα στοιχεία και να επανεξετάσει τη σχετική προσωρινή παρέκκλιση του παραρτήματος V, σημείο 2, του κανονισμού προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας. Κατά την προσφεύγουσα, πρέπει ιδίως να επισημανθεί ότι η επιλογή της Επιτροπής να μην επανεξετάσει την παρέκκλιση που προβλέπεται στο παράρτημα V, σημείο 2, δεν είναι πρόσφορη για την επίτευξη του σκοπού της προστασίας της υγείας τον οποίο επικαλείται.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΕΕ L 147, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31, σ. 1).


Top