EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010TN0045

Υπόθεση T-45/10: Προσφυγή της 28ης Ιανουαρίου 2010 — GEA Group κατά Επιτροπής

OJ C 100, 17.4.2010, p. 52–53 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

17.4.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 100/52


Προσφυγή της 28ης Ιανουαρίου 2010 — GEA Group κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-45/10)

2010/C 100/78

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: GEA Group AG (Bochum, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Kallmayer, I. du Mont και G. Schiffers, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της προσβαλλόμενης αποφάσεως, καθόσον σε αυτό διαπιστώνεται ότι η προσφεύγουσα παρέβη το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ (πρώην 81, παράγραφος 1, ΕΚ) και το άρθρο 53, παράγραφος 1, της Συμφωνίας ΕΟΧ·

να ακυρώσει το άρθρο 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως καθόσον με αυτό επιβάλλεται στην προσφεύγουσα πρόστιμο·

επικουρικώς, να μειώσει την διάρκεια της προβαλλόμενης στο άρθρο 1, παράγραφος 2, παραβάσεως της προσφεύγουσας και το πρόστιμο που της επιβλήθηκε με το άρθρο 2 της εν λόγω αποφάσεως·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της από 11 Σεπτεμβρίου 2009 αποφάσεως της Επιτροπής C(2009) 8682 τελικό, στην υπόθεση COMP/38589 — Σταθεροποιητές θερμότητας. Με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα και σε άλλες εταιρείες πρόστιμο λόγω παραβάσεως του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ, και — από 1ης Ιανουαρίου 1994 — του άρθρου 53, παράγραφος 1, της Συμφωνίας ΕΟΧ. Κατά την Επιτροπή, η προσφεύγουσα μετείχε σε σειρά συμφωνιών και/ή εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα ESBO/εστέρες στον ΕΟΧ, οι οποίες είχαν ως αντικείμενο τον καθορισμό των τιμών, την κατανομή των αγορών μέσω κατανομής ποσοστώσεων παραδόσεως, την κατανομή πελατών, καθώς και την ανταλλαγή ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών, ιδίως σε σχέση με πελάτες, ποσότητες παραγωγής και ποσότητες παράδοσης. Η προσφεύγουσα ευθύνεται εις ολόκληρον από κοινού με δύο ακόμα επιχειρήσεις, οι οποίες διαδέχθηκαν εκείνες τις επιχειρήσεις, οι οποίες φέρεται ότι συμμετείχαν στις αντίθετες προς τον ανταγωνισμό συμφωνίες.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή εσφαλμένως έκρινε ότι η προκάτοχός της άσκησε αποφασιστική επιρροή στις ως άνω επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση βασίζεται σε ανακριβείς πραγματικές διαπιστώσεις και σε εσφαλμένη εφαρμογή των νομικών προϋποθέσεων καταλογισμού, ιδίως των προϋποθέσεων τεκμηρίωσης αποφασιστικής επιρροής

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι έχει παραγραφεί η κατά το άρθρο 25, παράγραφοι 1 και 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1), εξουσία της Επιτροπής προς επιβολή προστίμου. Αναφέρει, σχετικώς, ότι η Επιτροπή ουδόλως απέδειξε παραβάσεις των ως άνω εταιρειών κατά την περίοδο μετά το 1996/97 και, σε κάθε περίπτωση, για τα έτη 1999 και 2000. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η εκ μέρους της Επιτροπής αναστολή της διαδικασίας λόγω της διαφοράς στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-125/03 και T-253/03, Akzo Nobel Chemicals και Akcros Chemicals κατά Επιτροπής, δεν είχε ως αποτέλεσμα αναστολή της παραγραφής ως προς την προσφεύγουσα.

Τέλος, με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα προβάλλει προσβολή των δικαιωμάτων της άμυνας. Στο πλαίσιο αυτό ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή ανέστειλε χωρίς λόγο τις έρευνες για περισσότερα από τέσσερα χρόνια με αποτέλεσμα από την έναρξη των ερευνών να μεσολαβήσουν περίπου πέντε χρόνια μέχρι την ενημέρωση της προσφεύγουσας και περίπου έξι χρόνια μέχρι την ανακοίνωση των αιτιάσεων. Επιπλέον, η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί σε έρευνες στις ως άνω επιχειρήσεις και στη σχετική εμπορική μονάδα, προκειμένου να διερευνήσει πλήρως την υπόθεση. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι εξαιτίας αυτών των παραλείψεων η Επιτροπή της στέρησε τη δυνατότητα να διασφαλίσει απαλλακτικά στοιχεία και να υπερασπίσει αποτελεσματικά τη θέση της.


(1)  Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) 1/2003, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ 2003 L 1, σ. 1).


Top