EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AE0762

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την αναθεώρηση της σύστασης 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη COM(2007) 707 τελικό

OJ C 211, 19.8.2008, p. 40–43 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

19.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 211/40


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την αναθεώρηση της σύστασης 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη»

COM(2007) 707 τελικό

(2008/C 211/10)

Στις 14 Νοεμβρίου 2007 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την αναθεώρηση της σύστασης 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη».

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 27 Μαρτίου 2008 με βάση εισηγητική έκθεση του κυρίου Josef ZBOŘIL.

Κατά την 444η σύνοδο ολομέλειάς της, της 22ας και 23ης Απριλίου 2008 (συνεδρίαση της 22ας Απριλίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 151 ψήφους υπέρ και 3 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι το γενικό πλαίσιο για τα συστήματα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων στα κράτη μέλη πρέπει να έχει τη μορφή σύστασης. Ωστόσο, φρονεί ότι η σύσταση θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να βελτιωθεί η εφαρμογή της και να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά της. Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία που αφορά ειδικούς τομείς, οι δραστηριότητες επιθεώρησης, η έκτασή τους και η εφαρμογή τους σε αυτούς τους κρίσιμους τομείς είναι νομικά δεσμευτικές σε όλη την Κοινότητα.

1.2

Προκειμένου μια σύσταση να μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά, είναι απολύτως αναγκαίο να είναι κατανοητή και σαφής. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να οριστεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, λαμβανομένων υπόψη των προβλημάτων που έχουν διαπιστωθεί.

1.3

Η ερμηνεία των όρων, η διασαφήνιση και η ενοποίησή τους έχει καθοριστική σημασία για την εναρμόνιση των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και προκειμένου να δημιουργηθούν ενιαίοι όροι για τις επιχειρήσεις. Η έννοια των όρων που χρησιμοποιούνται στις επιμέρους κοινοτικές νομικές πράξεις μπορεί να διαφέρει σε ορισμένες περιπτώσεις. Για το λόγο αυτό χρειάζεται να εξετασθεί με ιδιαίτερη προσοχή η διασαφήνιση των όρων που χρησιμοποιούνται.

1.4

Εξάλλου είναι απολύτως αναγκαίο να ορισθούν τα κριτήρια για τον προγραμματισμό, την πραγματοποίηση και την παρακολούθηση των επιθεωρήσεων αλλά και για την κατάρτιση των σχετικών εκθέσεων.

1.5

Σε ό,τι αφορά το σύστημα διαχείρισης των επιθεωρητικών δραστηριοτήτων συνιστάται να χρησιμοποιούνται οι σύγχρονες μέθοδοι διαχείρισης. Οι μέθοδοι αυτοί επιτρέπουν την εστίαση των επιθεωρήσεων σε κρίσιμους τομείς που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το περιβάλλον, συμβάλλουν στη βελτίωση του προγραμματισμού και μπορούν να συντελέσουν σε αειφόρο βελτίωση της προστασίας του περιβάλλοντος.

1.6

Είναι απαραίτητο να απλουστευθεί ακόμη περισσότερο η πρόσβαση σε πληροφορίες, σύμφωνα με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία. Οι πληροφορίες που παρέχονται θα πρέπει να προσφέρουν τη γενική εικόνα της κατάστασης όπως διαπιστώθηκε κατά την επιθεώρηση και να αναφέρουν τα επιβαλλόμενα διορθωτικά μέτρα και την εφαρμογή τους.

1.7

Προκειμένου να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η διεθνής συνεργασία είναι απαραίτητη η υποστήριξη του δικτύου IMPEL (Δίκτυο για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος) αλλά και η διασφάλιση μεγαλύτερης εναρμόνισης των προτύπων επιθεώρησης και της εφαρμογής τους.

2.   Κύρια σημεία του εγγράφου της Επιτροπής

2.1

Οι επιθεωρήσεις αποτελούν σημαντικό μέσο εξασφάλισης της εφαρμογής και τήρησης των διατάξεων της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον. Το 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενέκριναν την σύσταση 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη (1).

2.2

Η σύσταση περιέχει μη δεσμευτικά κριτήρια για το σχεδιασμό, την εκτέλεση, την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις. Στόχο της αποτελεί η ενίσχυση της συμμόρφωσης προς την κοινοτική νομοθεσία για το περιβάλλον και η συμβολή στη συνεπέστερη εφαρμογή της, με την τήρηση της αντίστοιχης νομοθεσίας σε όλα τα κράτη μέλη.

2.3

Η Επιτροπή διεξήγαγε μελέτη σχετικά με την υλοποίηση και την εφαρμογή αυτής της σύστασης, η οποία θα χρησιμεύσει ως βάση για την επεξεργασία της νέας σύστασης που θα υποβληθεί το 2008.

2.4

Όλα τα κράτη μέλη υπέβαλαν έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της σύστασης καθώς και έκθεση σχετικά με την πείρα που αποκόμισαν από την εφαρμογή της. Από τις εκθέσεις αυτές προκύπτει, ωστόσο, ότι η σύσταση εφαρμόστηκε με πολύ διαφορετικό τρόπο στα επιμέρους κράτη μέλη. Επίσης, διαπιστώνεται ότι όλα τα κράτη μέλη εφάρμοσαν μερικώς τη σύσταση αλλά ότι μόνο ένας μικρός αριθμός την εφάρμοσε πλήρως. Εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες διαφορές σχετικά με την εφαρμογή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων. Οι διαφορές αυτές προκαλούν επίσης στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων.

2.5

Οι μεγάλες αυτές διαφορές, που πρέπει να εξαλειφθούν, παρουσιάζονται κυρίως στους ακόλουθους τομείς.

2.5.1   Ορισμός του πεδίου εφαρμογής

2.5.1.1

Επί του παρόντος το πεδίο εφαρμογής εστιάζεται κυρίως στις εγκαταστάσεις βιομηχανικού χαρακτήρα και επεξεργασίας των αποβλήτων, ενώ από αυτό αποκλείονται πολλές δραστηριότητες που αποτελούν αντικείμενο κανονιστικής ρύθμισης βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον. Αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα ότι η σύσταση δεν περιλαμβάνει κριτήρια για την επιθεώρηση των μεταφερόμενων αποβλήτων. Η διαμεθοριακή μεταφορά αποβλήτων διέπεται σε επίπεδο ΕΕ από τις διατάξεις του κανονισμού για την μεταφορά των αποβλήτων (2). Η εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού αποτελεί άμεση προτεραιότητα για την Επιτροπή.

2.5.1.2

Η σύσταση δεν καθορίζει περαιτέρω κριτήρια για την επιθεώρηση των τοποθεσιών Natura 2000 Η Επιτροπή, ως εκ τούτου, χαιρετίζει τη δημιουργία του δικτύου «Green Enforce», που αποσκοπεί στην ενθάρρυνση της συνεργασίας και της ανταλλαγής πείρας μεταξύ των κρατών μελών, με στόχο να διευκολυνθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας για την φύση. Προς το παρόν εξετάζεται αν το δίκτυο Green Enforce μπορεί να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, διαμορφώνοντας κριτήρια για τις επιθεωρήσεις των τόπων του δικτύου Natura 2000.

2.5.1.3

Άλλες πράξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας για τις οποίες δεν ισχύει η σύσταση, αφορούν την καταχώριση και την έγκριση των χημικών ουσιών (REACH) (3), τον περιορισμό ορισμένων επικινδύνων ουσιών στα προϊόντα (π.χ. οδηγία RoHS) (4), το εμπόριο απειλούμενων ειδών (5) καθώς και τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και τα συστήματα ευθύνης του παραγωγού.

2.5.2

Αποσαφήνιση των ορισμών. Ορισμένοι όροι που χρησιμοποιούνται στη σύσταση ερμηνεύονται διαφορετικά στα επιμέρους κράτη μέλη. Οι ερμηνευτικές διαφορές αφορούν ιδίως τους όρους:

Επιθεώρηση, έλεγχος και παρακολούθηση.

Επιθεωρητικές αρχές.

Σχέδιο επιθεωρήσεων, πρόγραμμα επιθεωρήσεων.

Διαμεθοριακός μηχανισμός.

προγραμματισμένες ή αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις.

2.5.3

Κριτήρια για το σχεδιασμό, την εκτέλεση, την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σε ό,τι αφορά τις επιθεωρήσεις. Στόχος της σύστασης είναι να ενισχυθεί η συμμόρφωση των ελεγχόμενων εγκαταστάσεων προς την περιβαλλοντική νομοθεσία και να επιτευχθεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, η σύσταση καθορίζει κριτήρια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις είναι δυνατόν να σχεδιαστούν, να εκτελεστούν, να παρακολουθούνται και να αποτελούν αντικείμενο έκθεσης.

Ο προγραμματισμός των επιθεωρήσεων. Η σύσταση προβλέπει την κατάρτιση σχεδίων επιθεώρησης και καθορίζει γενικά κριτήρια για τα σχέδια καθώς και το ελάχιστο περιεχόμενό τους Σε πολλά κράτη μέλη, τα σχέδια επιθεώρησης δεν περιλαμβάνουν στρατηγικού χαρακτήρα στοιχεία, αλλά συνιστούν ουσιαστικά καταλόγους εγκαταστάσεων ή τομέων που θα αποτελέσουν αντικείμενο των επιθεωρήσεων σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης του προγραμματισμού των επιθεωρήσεων και της χρήσης των διαθέσιμων πόρων. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη καθιερώσει προηγμένα συστήματα προγραμματισμού των επιθεωρήσεων χρησιμοποιώντας διαχειριστικές μεθόδους που βασίζονται στην εκτίμηση των κινδύνων (6).

Η εκτέλεση των επιθεωρήσεων. Η σύσταση αναφέρει ότι οι επιτόπιες επισκέψεις θα πρέπει να διενεργούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, στο πλαίσιο των τακτικών επιθεωρήσεων που διενεργούν οι αρχές και σε περίπτωση καταγγελιών, ατυχημάτων, συμβάντων ή φαινομένων μη συμμόρφωσης, τόσο μετά την έκδοση, όσο και πριν από την επανέκδοση, ανανέωση ή τροποποίηση αδείας. Καθορίζει τα κριτήρια που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να διενεργούνται ανάλογες επιτόπιες επισκέψεις. Μολονότι δεν έχουν διαπιστωθεί σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, θα ήταν σκόπιμο να εναρμονισθούν οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται και στον τομέα αυτό.

Η αξιολόγηση των σχεδίων επιθεώρησης. Η αξιολόγηση της επιτυχίας των σχεδίων επιθεώρησης έχει αναγνωρισθεί ως σημαντικό εργαλείο για τη βελτίωση του σχεδιασμού των επιθεωρήσεων. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν καθιερώσει σύγχρονες μεθόδους αξιολόγησης των σχεδίων επιθεώρησης, οι οποίες ήταν πολύ χρήσιμες και για την κατάρτιση των μελλοντικών σχεδίων επιθεώρησης.

2.5.4

Κατάρτιση των εκθέσεων. Κατά την πρώτη περίοδο υποβολής εκθέσεων προέκυψαν πολλές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της σύστασης στα κράτη μέλη. Οι συγκεκριμένες πληροφορίες, ωστόσο, δεν είναι πάντοτε συγκρίσιμες Θα πρέπει να διαμορφωθεί επίσης ένα ιδιαίτερα σαφές και ενιαίο δελτίο που να χρησιμοποιείται από το εν λόγω σύστημα υποβολής εκθέσεων, ώστε να εξασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των δεδομένων.

2.5.5

Πρόσβαση στις πληροφορίες. Η σύσταση αναφέρει επίσης ότι τα σχέδια και οι εκθέσεις των επιθεωρήσεων πρέπει να δημοσιεύονται, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές οδηγίες. Από τις εκθέσεις προκύπτει ότι πολλά κράτη μέλη δεν δημοσιεύουν τα σχέδια και τις εκθέσεις των επιθεωρήσεων. Οι πληροφορίες σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις καλύπτονται από τις απαιτήσεις της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, με αποτέλεσμα να υφίσταται ήδη νομική υποχρέωση διάθεσης των πληροφοριών. Η οδηγία περιλαμβάνει, επίσης, επαρκείς λόγους για εξαιρέσεις, δηλαδή για περιπτώσεις άρνησης πρόσβασης στις εν λόγω πληροφορίες, όταν επιβάλλεται να διαφυλαχθούν σημαντικά συμφέροντα. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν κατάλληλοι μηχανισμοί για την υλοποίηση αυτού του δικαιώματος.

2.6   Προτεινόμενη μελλοντική πορεία

Κατά την γνώμη της Επιτροπής, η ατελής εφαρμογή της σύστασης καθιστά αναγκαίο να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης νομοθετικά δεσμευτικών απαιτήσεων για τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν τα γενικά κριτήρια για τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις και να χαραχθούν περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές με ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή τους. Προτείνονται γι αυτό τα ακόλουθα μέτρα:

2.6.1

Αναθεώρηση της σύστασης. Η σύσταση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως το γενικό πλαίσιο για τα συστήματα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων στα κράτη μέλη. Προσδιορίζει τα γενικά κριτήρια. Λόγω του ιδιαίτερα γενικού και περιγραφικού χαρακτήρα των κριτηρίων, θα ήταν μάλλον άσκοπο να μετατραπούν τα εν λόγω κριτήρια σε νομοθετικά δεσμευτικές απαιτήσεις. Ωστόσο, για να βελτιωθεί η εφαρμογή και να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά της, η σύσταση επιβάλλεται να τροποποιηθεί.

2.6.2

Απαιτήσεις επιθεώρησης κατά τομείς. Πέραν των γενικών κριτηρίων για τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις που αναφέρονται στην σύσταση, θα πρέπει να συμπεριληφθούν, σε τομεακού χαρακτήρα νομοθετικές πράξεις, νομικά δεσμευτικές ειδικές απαιτήσεις που να αφορούν την επιθεώρηση ορισμένων εγκαταστάσεων ή δραστηριοτήτων. Θεωρείται ότι η θέσπιση νομοθετικά δεσμευτικών απαιτήσεων είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί η απόδοση υψηλότερης πολιτικής προτεραιότητας στις επιθεωρήσεις και η καλύτερη εφαρμογή του περιβαλλοντικού δικαίου ανά την Κοινότητα. Οι εν λόγω απαιτήσεις για τις τομεακές επιθεωρήσεις μπορεί να είναι συμπληρωματικές ως προς τη σύσταση ή να αφορούν εγκαταστάσεις ή δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από αυτή.

2.6.2.1

Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της οδηγίας IPPC (7) που αποτελεί μέρος του προγράμματος νομοθετικών εργασιών της Επιτροπής 2007 και βασίζεται στην ανάλυση της εφαρμογής της εν λόγω νομοθετικής πράξης, η Επιτροπή θα εξετάσει πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα καλύτερο πλαίσιο συμμόρφωσης, ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συνέπεια και εμπιστοσύνη στις επιθεωρήσεις που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη στις εγκαταστάσεις που καλύπτονται από την οδηγία IPPC.

2.6.2.2

Η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να προτείνει ειδικούς και νομικά δεσμευτικούς κανόνες για τις επιθεωρήσεις των μεταφερόμενων αποβλήτων. Επιβάλλεται να θεσπιστούν ειδικά κριτήρια για να εξασφαλιστεί η επαρκής ποιότητα και συχνότητα των επιθεωρήσεων και να προβλεφθεί η δέουσα εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών.

2.6.3

Ανάπτυξη της καθοδήγησης και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Στο πλαίσιο του IMPEL εκτελέστηκε μεγάλος αριθμός έργων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της συνεργασίας και στην ενθάρρυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις (8). Η Επιτροπή υποστήριξε και συμμετείχε ενεργά στα εν λόγω έργα. Όλες οι ως άνω πρωτοβουλίες είχαν θετικές επιπτώσεις στην ενίσχυση των επιθεωρήσεων στην Κοινότητα και θα πρέπει να ενθαρρυνθεί το IMPEL στην περαιτέρω εκτέλεση ανάλογων έργων.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

H EΟΚΕ χαιρετίζει την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση της σύστασης 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη και επιδοκιμάζει τις προσπάθειες (9) που καταβάλλονται για τη διεξαγωγή μελέτης σχετικά με την υλοποίηση και την εφαρμογή αυτής της σύστασης.

3.2

Οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις συνιστούν σημαντικό μέσο που διαθέτει η εκτελεστική εξουσία στα επιμέρους κράτη για την προστασία του περιβάλλοντος. Στόχος τους πρέπει να είναι όχι μόνο η επιβολή της εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας στον τομέα του περιβάλλοντος, αλλά και η εφαρμογή των κοινών αρχών της κοινής περιβαλλοντικής πολιτικής με όσο το δυνατό ενιαίο τρόπο και ανεξάρτητα από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η επιθεώρηση σε κάθε κράτος μέλος.

3.3

Η ΕΟΚΕ συνειδητοποιεί τη σημασία της διασφάλισης της αυστηρότερης τήρησης του κοινοτικού δικαίου στον τομέα του περιβάλλοντος και της ενιαίας εφαρμογής του σε όλα τα κράτη μέλη ώστε τα ελάχιστα κριτήρια που ορίσθηκαν και εφαρμόζονται να συμβάλουν στο μέλλον στη δημιουργία ενιαίων προϋποθέσεων, κυρίως σε ό,τι αφορά τον οικονομικό ανταγωνισμό

3.4

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι μια συμπληρωματική συζήτηση για την ανακοίνωση, με όλους τους ενδιαφερόμενους, θα προσφέρει τις απαραίτητες γνώσεις για τη δημιουργία βέλτιστου πλαισίου για την διεξαγωγή της επιθεώρησης, το οποίο να είναι σαφές και εφαρμόσιμο σε όλη την Κοινότητα.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Προκειμένου μια σύσταση να μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά, είναι απολύτως αναγκαίο να είναι κατανοητή και σαφής. Η ΕΟΚΕ εκφράζει γι αυτό την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή προτίθεται να επισύρει την προσοχή στο θέμα αυτό.

4.1.1

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ είναι απολύτως αναγκαίο να προσδιοριστεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων σε προβληματικούς τομείς καθοριστικής σημασίας, χωρίς όμως να περιορίζεται η ευελιξία του συστήματος επιθεωρήσεων ή να θίγονται ορισμένες ειδικές προσεγγίσεις εθνικού χαρακτήρα. Οι εθνικές προσεγγίσεις θα πρέπει, ωστόσο, να εφαρμόζονται μόνο στο μέτρο που αυτό απαιτείται για την επίτευξη ειδικών εθνικών στόχων στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος.

4.1.2

Σε περίπτωση που οι επιθεωρήσεις προβλέπονται από ειδικές κοινοτικές νομοθετικές πράξεις, θα πρέπει οι επιθεωρήσεις αυτές να διέπονται από μια συγκεκριμένη νομική πράξης ώστε να αποφεύγονται ερμηνευτικές διαφορές.

4.1.3

Σύμφωνα με την ανακοίνωση ο ορισμός, η διασαφήνιση και η ομοιομορφία των όρων έχει καθοριστική σημασία για την εναρμόνιση των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και προκειμένου να δημιουργηθούν δίκαιοι όροι για τις επιχειρήσεις. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη διασφάλιση ομοιόμορφης εφαρμογής της σύστασης είναι η διασαφήνιση των βασικών όρων ώστε να καταστεί δυνατή η εναρμόνιση και να δημιουργηθεί συνάφεια με άλλες νομικές πράξεις.

4.1.4

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι υπάρχουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία και άλλες περιπτώσεις στις οποίες οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται με διαφορετική· έννοια σε κάθε πράξη. Για το λόγο αυτό χρειάζεται να εξετασθεί με ιδιαίτερη προσοχή η διασαφήνιση των όρων που χρησιμοποιούνται.

4.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί εξάλλου απολύτως αναγκαίο να υιοθετηθούν κριτήρια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις είναι δυνατόν να σχεδιαστούν, να εκτελεστούν, να παρακολουθούνται και να αποτελούν αντικείμενο έκθεσης διατηρώντας ταυτόχρονα την απαραίτητη ευελιξία για την πραγματοποίηση και ειδικών επιθεωρήσεων. Θα πρέπει να καθιερωθεί ένα —κατά το δυνατόν— απλό και σαφές σύστημα υποβολής εκθέσεων για την παροχή συγκρίσιμων πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των επιμέρους συστημάτων επιθεωρήσεων και σχετικά με τον βαθμό επιτυχίας του στόχου της βελτίωσης της συμμόρφωσης προς την περιβαλλοντική νομοθεσία.

4.3

Σε ό,τι αφορά το σύστημα διαχείρισης των επιθεωρητικών δραστηριοτήτων συνιστάται να χρησιμοποιούνται οι σύγχρονες μέθοδοι διαχείρισης τις οποίες ήδη χρησιμοποιούν ορισμένα κράτη μέλη με πολύ καλά αποτελέσματα. Οι μέθοδοι αυτοί επιτρέπουν την εστίαση των επιθεωρήσεων σε κρίσιμους τομείς που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το περιβάλλον, συμβάλλουν στη βελτίωση του προγραμματισμού και μπορούν να συντελέσουν σε αειφόρο βελτίωση της προστασίας του περιβάλλοντος.

4.4

Η ΕΟΚΈ τάσσεται υπέρ μιας αυξημένης εναρμόνισης της πρόσβασης στην πληροφόρηση, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις σχετικά με τη διασφάλιση ειδικού επιπέδου πρόσβασης στην πληροφόρηση στα κράτη μέλη Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε οι πληροφορίες που δημοσιεύονται να μην θίγουν την αποτελεσματικότητα των επιθεωρητικών δραστηριοτήτων, να προσφέρουν τη γενική εικόνα της κατάστασης όπως διαπιστώθηκε κατά την επιθεώρηση και να αναφέρουν τα επιβαλλόμενα διορθωτικά μέτρα και την εφαρμογή τους.

4.5

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι το γενικό πλαίσιο για τα συστήματα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων στα κράτη μέλη πρέπει να έχει τη μορφή σύστασης. Λόγω του ιδιαίτερα γενικού και περιγραφικού χαρακτήρα των κριτηρίων, θα ήταν μάλλον άσκοπο να μετατραπούν τα εν λόγω κριτήρια σε νομοθετικά δεσμευτικές απαιτήσεις. Ωστόσο, για να βελτιωθεί η εφαρμογή και να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά της, η σύσταση επιβάλλεται να τροποποιηθεί.

4.6

Η παρούσα γνωμοδότηση στηρίζεται στο γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός κοινοτικών νομικών πράξεων που ήδη εφαρμόζονται ή βρίσκονται στο στάδιο επεξεργασίας, προβλέπουν όρους και κριτήρια για την πραγματοποίηση ειδικών επιθεωρήσεων για κάθε τομέα. Με βάση αυτή τη νομοθεσία, οι δραστηριότητες επιθεώρησης, η έκτασή τους και η εφαρμογή τους είναι νομικά δεσμευτικές σε όλη την Κοινότητα.

4.7

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, προκειμένου να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η διεθνής συνεργασία, είναι επειγόντως απαραίτητη η υποστήριξη του δικτύου IMPEL χάρη στο οποίο καταρτίσθηκαν πολλά καθοδηγητικού χαρακτήρα έγγραφα για τον προγραμματισμό και την εκτέλεση τω επιθεωρήσεων. Στο πλαίσιο του δικτύου διοργανώθηκε επίσης η ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών μεταξύ των επιθεωρητών. Οι ειδικευμένες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του δικτύου IMPEL μπορούν να προσφέρουν σημαντική συμβολή όπως συνέβη και κατά το παρελθόν. Το δίκτυο IMPEL θα μπορούσε επίσης να διαδραματίσει έναν ρόλο ο οποίος να διευκολύνει την ανάπτυξη της ενιαίας κατάρτισης και επαγγελματικής ανέλιξης. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να συσταθεί μια κεντρική μονάδα για τη συγκέντρωση δεδομένων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και να δημιουργηθούν συστήματα πληροφοριών σχετικά με τις επιθεωρήσεις και την εφαρμογή τους σε όλη την Ευρώπη.

Βρυξέλλες, 22 Απριλίου 2008.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτριος ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


(1)  ΕΕ L 118 της 6.3.2002, σ. 41.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 για τις μεταφορές αποβλήτων, ΕΕ L 190 της 12.7.2006, σ. 1.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου της 18ης Δεκεβρίου 2006 για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 1488/94 του Συμβουλίου καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ, ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1.

(4)  Οδηγία 2002/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 19.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους, ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1.

(6)  Αναφέρουμε ως παράδειγμα το βρετανικό σύστημα OPRA («Operator and Pollution Risk Appraisal»: Αξιολόγηση των εγκαταστάσεων και των κινδύνων ρύπανσης).

(7)  Οδηγία 96/61/ΕΚ σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης.

(8)  Για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. ιστοθέση του δικτύου IMPEL:

http://ec.europa.eu/environment/impel/index.htm (μόνο στα αγγλικά).

(9)  Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής: σχετικά με την αναθεώρηση της σύστασης 2001/331/ΕΚ για τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη.


Top