EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007AE0981

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ποινικών μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας COM(2005) 276 τελικό — 2005/0127 (COD)

OJ C 256, 27.10.2007, p. 3–7 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 256/3


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ποινικών μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας»

COM(2005) 276 τελικό — 2005/0127 (COD)

(2007/C 256/02)

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει την γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Ιουνίου 2007 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. RETUREAU.

Κατά την 437η σύνοδο ολομέλειας, της 11ης και 12 Ιουλίου 2007 (συνεδρίαση της 12ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 76 ψήφους υπέρ και 3 κατά, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1

Η ΕΟΚΕ θα παρακολουθεί προσεκτικά τη συντονισμένη εφαρμογή της οδηγίας του 2004, με την τροποποιημένη πρόταση οδηγίας, καθώς και των σχετικών συμπληρωματικών αποφάσεων-πλαισίων, προκειμένου να αξιολογήσει μακροπρόθεσμα την αποτελεσματικότητα της δράσης για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και των διεθνών διακλαδώσεών της, ακόμη και εκτός της κοινοτικής επικράτειας.

1.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προτεινόμενες διατάξεις ως προς τη γενική τους προσέγγιση, καλεί όμως την Επιτροπή να συνεκτιμήσει τις παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση, στην οποία συνιστάται η κατ' εξοχήν επικέντρωση των προσπαθειών καταστολής και της ποινικής και τελωνειακής συνεργασίας στις επιχειρήσεις που προβαίνουν σε μαζική παραποίηση/απομίμηση, καθώς και στην παραποίηση/απομίμηση που διαπράττεται από εγκληματικές οργανώσεις ή όταν η παράβαση συνεπάγεται κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των ατόμων.

1.3

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί, ειδικότερα, να καλύπτει η οδηγία το σύνολο των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας και, επομένως, να μην εξαιρούνται τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, που συνιστούν το πλέον σημαντικό τους τμήμα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία.

1.4

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την ασάφεια ορισμένων νομικών εννοιών, όπως οι όροι «εμπορική κλίμακα» ή «εμπορικός χαρακτήρας» των αξιόποινων πράξεων που προβλέπονται στην εν λόγω πρόταση οδηγίας, γεγονός που αντίκειται στις βασικές αρχές του ποινικού δικαίου για σαφή και ακριβώς καθορισμένη αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος. Η ΕΟΚΕ επίσης αντιτίθεται στον τρόπο καθορισμού των ποινών που προβλέπονται στο άρθρο 2 της πρότασης οδηγίας, θεωρώντας ότι θα πρέπει να προβλέπεται μόνον ένα γενικό πλαίσιο ποινικής απαξίας (απλώς πρόβλεψη φυλάκισης ή χρηματικών ποινών και προστίμων), με τον καθορισμό των συγκεκριμένων ποινών να παραμένει στην αποκλειστική αρμοδιότητα τω εθνικών νομοθεσιών.

2.   Εισαγωγή

2.1

Σε υπόμνημα της 23ης Νοεμβρίου 2005 (MEMO/05/437), όπου συνοψίζεται η ανακοίνωσή της ίδιας ημερομηνίας, η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) με την οποία αναγνωρίζονται αρμοδιότητες στην Κοινότητα για την υιοθέτηση ποινικών μέτρων, αποτρεπτικών και αναλογικών, για τη διασφάλιση της εφαρμογής των κανόνων που αφορούν τις κοινοτικές πολιτικές που περιλαμβάνονται στην ΣΕΚ.

2.2

Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή εκθέτει τη δική της ερμηνεία της απόφασης της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, με την οποία το ΔΕΚ ακύρωσε μια απόφαση πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Κατά την άποψη της Επιτροπής, το ΔΕΚ έκρινε ότι η Κοινότητα διαθέτει αρμοδιότητες προκειμένου να λαμβάνει τα μέτρα ποινικού δικαίου που απαιτούνται για να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η εμβέλεια της απόφασης αυτής υπερβαίνει κατά πολύ τον τομέα του περιβάλλοντος και εκτείνεται στο σύνολο των κοινοτικών πολιτικών, αλλά και τις θεμελιώδεις ελευθερίες που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη. Η εισαγωγή ποινικών κυρώσεων στο κοινοτικό δίκαιο πρέπει να εδράζεται σε μια δεόντως αιτιολογημένη ανάγκη και να σέβεται τη γενικότερη συνοχή της διαμόρφωσης του ποινικού δικαίου της Ένωσης.

2.3

Η εν λόγω επεκτατική ερμηνεία μιας απόφασης που αφορά το περιβάλλον δεν έτυχε της ομόφωνης αποδοχής των κρατών μελών και των θεωρητικών του δικαίου. Πολλοί θεωρούν ότι η απαγγελία κατηγοριών και η κλίμακα των αντίστοιχων ποινικών κυρώσεων διέπονται κατά κύριο λόγο από την αρχή της επικουρικότητας και ότι η ενδεχόμενη εναρμόνισή τους σε επίπεδο ΕΕ εμπίπτει στο πλαίσιο της διακρατικής δικαστικής συνεργασίας που προβλέπεται από την ΣΕΚ.

2.4

Πρέπει να σημειωθεί ότι την εν λόγω ερμηνεία συμμερίζεται ευρύτατα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεδομένου ότι οι τομείς οι οποίοι δύνανται να εμπίπτουν στην ποινική αρμοδιότητα της Κοινότητας δεν εξαρτώνται πλέον μόνον από την ομοφωνία των κρατών μελών στο Συμβούλιο, αλλά από την επίτευξη ειδικής πλειοψηφίας στο πλαίσιο μιας διαδικασίας συναπόφασης με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του οποίου διευρύνονται έτσι οι αρμοδιότητες ως συννομοθέτη (1).

2.5

Πρόκειται, όμως, για σημαντική διεύρυνση των κοινοτικών αρμοδιοτήτων, η οποία απορρέει από μια δικαστική απόφαση. Οι κίνδυνοι αποκλινουσών ερμηνειών μεταξύ των οργάνων ενδέχεται, μεταξύ άλλων, να καθυστερήσουν την υιοθέτηση νομοθετικών πράξεων που να περιλαμβάνουν ποινικές διατάξεις, ή να περιορίσουν εκ των υστέρων την εμβέλειά τους, για παράδειγμα, λόγω νέων δικαστικών προσφυγών ή λόγω συμβιβασμών. Στην περίπτωση της παρούσας πρότασης οδηγίας, το ζήτημα της συμπερίληψης ή όχι των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στο πεδίο της ποινικής προστασίας παραμένει ανοιχτό, δεδομένου ότι το Κοινοβούλιο φρονεί ότι η απόφαση του ΔΕΚ αφορά αποκλειστικά το δικαίωμα κοινοτικής προέλευσης, ενώ η Επιτροπή έχει την πρόθεση να καλύπτει το σύνολο του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου της διανοητικής ιδιοκτησίας.

3.   Προτάσεις της Επιτροπής

3.1

Η τροποποιημένη πρόταση οδηγίας (COM(2006) 168 τελικό) αποσκοπεί στη θέσπιση ενός εναρμονισμένου οριζόντιου ποινικού πλαισίου για τη διασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, καθώς και των δικαιωμάτων πνευματικής και καλλιτεχνικής ιδιοκτησίας και άλλων συναφών ασώματων δικαιωμάτων, τα οποία συγκεντρώνονται υπό την ονομασία «διανοητική ιδιοκτησία». Η πρόταση αυτή αφορά την εσωτερική αγορά και αιτιολογείται από τη σαφή ανάγκη ευρωπαϊκής παρέμβασης στον εν λόγω τομέα, σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Νομική βάση είναι το Άρθρο 95 της ΣΕΚ.

3.2

Στην προαναφερθείσα πρόταση θεσπίζεται γενικό ποινικό πλαίσιο εντός του οποίου καθορίζονται τα προστατευόμενα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (ΔΔΙ), οι παραβάσεις των εν λόγω δικαιωμάτων και οι μέγιστες εφαρμοστέες ποινικές κυρώσεις, με μέλημα τη διασφάλιση της ενιαίας εφαρμογής εντός της εσωτερικής αγοράς των μέτρων καταστολής της παραποίησης/απομίμησης υλικών αγαθών και διανοητικών και καλλιτεχνικών υπηρεσιών και δημιουργιών που προστατεύονται από το ευρωπαϊκό ουσιαστικό δίκαιο και τις εθνικές νομοθεσίες, καθώς και από τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις, και ειδικότερα από τη συμφωνία TRIP (2) που συνάφθηκε το 1994 στον ΠΟΕ, και η οποία περιλαμβάνει διατάξεις που άπτονται της επιβολής ποινικών κυρώσεων (3) σε περίπτωση παραβίασης ορισμένων προστατευομένων δικαιωμάτων.

3.3

Σε οδηγία που υιοθετήθηκε το 2004, καθιερώνεται ήδη ένα πλαίσιο για την καταπολέμηση της αντιγραφής, της πειρατείας και της παραποίησης/απομίμησης (4) για εμπορικούς σκοπούς· αναλυτικός κατάλογος των προστατευομένων δικαιωμάτων δυνάμει του άρθρου 2 της εν λόγω οδηγίας καθορίζεται σε δήλωση της Επιτροπής (5). Πρόκειται για τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας (διπλώματα ευρεσιτεχνίας και συμπληρωματικά πιστοποιητικά προστασίας, πιστοποιητικά χρησιμότητας, εμπορικά σήματα, ονομασίες προέλευσης, σχέδια και υποδείγματα, νέες φυτικές ποικιλίες) και για το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα, καθώς και για τα δικαιώματα ειδικής φύσεως (sui generis) που καθιερώνονται βάσει του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά τις τοπογραφίες ηλεκτρονικών κυκλωμάτων και τις βάσεις δεδομένων. Τα εν λόγω δικαιώματα είναι αποκλειστικά και θεωρείται από νομική άποψη ότι εμπίπτουν σε ένα ασώματο δικαίωμα ιδιοκτησίας. Ορισμένα από τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνονται στο κοινοτικό κεκτημένο ή ακόμη και αποτελούν αντικείμενο κοινοτικά οργανωμένης υλικής προστασίας (σχέδια και υποδείγματα, νέες φυτικές ποικιλίες) (6). Άλλα, όπως τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, διέπονται αποκλειστικά από το εθνικό δίκαιο, εν αναμονή του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που όλοι οι κλάδοι της βιομηχανίας απαιτούν. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα πολύ ετερόκλητο φάσμα ασώματων δικαιωμάτων, η φύση και το νομικό καθεστώς των οποίων παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, τα οποία συγκεντρώνονται υπό την καθιερωμένη ενιαία ονομασία «διανοητική ιδιοκτησία».

3.4

Τα κράτη μέλη υπόκεινται στους όρους της συμφωνίας TRIP, η οποία απαιτεί τη θέσπιση ενδεδειγμένης εθνικής νομοθεσίας για τις ποινικές διώξεις και κυρώσεις σε περίπτωση παραποίησης/απομίμησης για εμπορικούς σκοπούς. Εντούτοις, τα κράτη μέλη διαθέτουν ορισμένα περιθώρια ερμηνείας και, επιπλέον, ορισμένες χώρες -μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και κράτη μέλη της ΕΕ- δεν έχουν λάβει ακόμη μέτρα για την αναλογική ποινική δίωξη των παραβάσεων των ΔΔΙ που διαπράττονται στην επικράτειά τους. Η οδηγία του 2004 παρέχει στα θύματα τέτοιου είδους παραβάσεων τη δυνατότητα αποκατάστασης της ζημίας που υπέστησαν, επιβάλλοντας στα κράτη μέλη υποχρεώσεις όσον αφορά την έρευνα, τη διαδικασία, την κατάσχεση (7) και την αποζημίωση, με στόχο την εναρμόνιση του εφαρμοστέου δικαίου και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (8) που δραστηριοποιείται ενεργά στον τομέα της παραποίησης/απομίμησης. Εντούτοις, η εν λόγω οδηγία αφορά μόνον τη διαδικασία και τις κυρώσεις στον αστικό, εμπορικό και διοικητικό τομέα και αποσκοπεί πρωτίστως στην αποκατάσταση των ζημιών που έχουν υποστεί οι κάτοχοι προστατευομένων δικαιωμάτων οι οποίοι ασκούν αγωγή κατά της εις βάρος τους παραποίησης/απομίμησης. Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη δεν την έχουν ακόμη μεταφέρει στο εθνικό τους δίκαιο!

3.5

Η προστασία της «διανοητικής ιδιοκτησίας» περιλαμβάνεται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ο οποίος υιοθετήθηκε ως επίσημη διακήρυξη τον Δεκέμβριο του 2000 στη Νίκαια. Επίσης, παρέχεται διεθνής προστασία, η οποία διασφαλίζεται από Συνθήκες που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο αρμόδιων εξειδικευμένων οργανώσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (όπως η Παγκόσμια Οργάνωση Διανοητικής Ιδιοκτησίας -OMPI- και η Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Επιμορφωτική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών -UNESCO) ή σε περιφερειακό πλαίσιο (Σύμβαση του Μονάχου του 1973 για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας -ΕΟΔΕ- και του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας). Μέχρι στιγμής, μόνον η συμφωνία TRIP περιλαμβάνει ελάχιστες ποινικές διατάξεις. Με την πρόταση της Επιτροπής επιδιώκεται να επιτευχθεί κάποια κοινοτική εναρμόνιση, με την επιβολή στα κράτη μέλη της υποχρέωσης να θεσπίσουν ποινικές κυρώσεις στο εσωτερικό δίκαιό τους και με ενιαίους ορισμούς των παραβιάσεων και ενιαία τυποποίηση των κυρώσεων.

3.6

Η τροποποιημένη πρόταση οδηγίας αποσκοπεί, επομένως, στην προσέγγιση του επιπέδου των ποινών που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των ΔΔΙ, όσον αφορά τις ποινές κάθειρξης, τα πρόστιμα και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων. Με την πρόταση αυτή επιδιώκεται η θέσπιση κανόνων δικαιοδοσίας για τη συγκέντρωση, ει δυνατόν, των διώξεων σε ένα μόνο κράτος μέλος, όταν η παραβίαση αφορά περισσότερα του ενός κράτη μέλη, καθώς και για τη διευκόλυνση των ερευνών. Προτείνεται επίσης η συμμετοχή των θυμάτων ή των εκπροσώπων τους στις έρευνες αυτές.

3.7

Η βασική αναθεώρηση έναντι των προηγούμενων προτάσεων συνίσταται στον καθορισμό του επιπέδου και της φύσης των ποινικών κυρώσεων που επιβάλλονται σε περιπτώσεις κατηγορίας για παραβίαση της διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες προσδιορίζονται επίσης στο σχέδιο.

3.8

Τα φυσικά πρόσωπα που κρίνονται ένοχα για αδικήματα που προβλέπονται στο άρθρο 3 της οδηγίας θα πρέπει να τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης 4 ετών τουλάχιστον, όταν έχουν ενεργήσει στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και όταν το αδίκημα έχει προκαλέσει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των ατόμων (άρθρο 2, παρ. 1).

3.9

Στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κρίνονται ένοχα για αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας θα πρέπει να επιβάλλονται ποινές αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές, στις οποίες περιλαμβάνονται πρόστιμα ή χρηματικές ποινές μέγιστου ύψους τουλάχιστον 100 000 ευρώ (και μέγιστου ύψους τουλάχιστον 300 000 ευρώ στις σοβαρές περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2, παρ. 1, με την επιφύλαξη επιβολής αυστηρότερων ποινών σε περίπτωση κινδύνου θανάτου ή αναπηρίας).

3.10

Το εθνικό δίκαιο θα πρέπει να προβλέπει τη δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από παραποίηση/απομίμηση, των περιουσιακών στοιχείων και των μέσων που σχετίζονται με το έγκλημα, τουλάχιστον στις σοβαρές περιπτώσεις (οργανωμένο έγκλημα, κίνδυνος για την υγεία ή/και την ασφάλεια των ατόμων) (άρθρο 3).

3.11

Η τροποποιημένη πρόταση επιτρέπει στα κράτη μέλη να υπερβούν τα προτεινόμενα επίπεδα.

3.12

Μετά την απόσυρση του σχεδίου απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου, που συνόδευε το αρχικό σχέδιο, η Επιτροπή προβλέπει να εφαρμόσει την οριζόντια προσέγγιση στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών, που υιοθετήθηκε στις 23.12.2005, και αντικείμενο της οποίας αποτελεί η υποστήριξη της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και η τροποποίηση της κλίμακας των ποινών ώστε να καταστεί συγκρίσιμη μεταξύ των διαφόρων χωρών, προκειμένου να μπορεί να κινητοποιείται η Eurojust (9).

3.13

Η πρωτοβουλία για τη διεξαγωγή ερευνών ή την άσκηση διώξεων εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και δεν πρέπει να εξαρτάται μόνον από καταγγελία των θυμάτων.

4.   Γενικές παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

4.1

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει την όλο και πιο γενικευμένη χρήση μιας συγκεχυμένης έννοιας, της έννοιας της «διανοητικής ιδιοκτησίας», που αποτελεί ανάμειξη σαφώς διακριτών νομικών εννοιών και διαφόρων τρόπων προστασίας και χρήσης· ωστόσο, ο όρος αυτός έχει πλέον καθιερωθεί στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές δίκαιο. Η φύση, η διάρκεια και η εμβέλεια του καθενός από τα υπό εξέταση ασώματα δικαιώματα παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές και το καθένα τους διέπεται από ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, έχει διαφορετική εδαφική ισχύ και εξαρτάται από συγκεκριμένους οργανισμούς επιφορτισμένους με την καταχώρηση ή την προστασία του. Επιπροσθέτως, η ερμηνεία των καταστρατηγήσεων των δικαιωμάτων αυτών μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τη χώρα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζει ταχεία εξέλιξη.

4.2

Η ανάλυση της σύστασης φαρμάκων (χωρίς εκμετάλλευση ούτε δημοσίευση του αποτελέσματος), η αντίστροφα εφαρμοσμένη μηχανική του λογισμικού ή των ηλεκτρονικών συστατικών για λόγους διαλειτουργικότητας, η άσκηση ενός θεμιτού δικαιώματος όπως το δικαίωμα αντιγραφής για ιδιωτική χρήση μέσω της παράκαμψης κάποιου μηχανισμού προστασίας (συνήθως αρκετά χαλαρού) ενδέχεται να χαρακτηρίζονται ως παραποίηση/απομίμηση ή παράνομη αντιγραφή σε πολλά κράτη μέλη, στα οποία, επιπλέον, οι ποινές ενδέχεται να είναι πολύ υψηλές, ακόμη και ανεξάρτητα από τον όποιο εμπορικό σκοπό ή εγκληματική οργάνωση.

4.2.1

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη ταχθεί υπέρ της συντονισμένης σε κοινοτικό επίπεδο καταπολέμησης παντός είδους εμπορικής παραποίησης/απομίμησης που πλήττει την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς και υπέρ της πάταξης των διαφόρων αδικημάτων που διαπράττονται εις βάρος της βιομηχανικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων του δημιουργού (10) τα οποία ζημιώνουν σοβαρά την ευρωπαϊκή οικονομία. Η μαζική παραποίηση/απομίμηση πραγματοποιείται συχνά από εγκληματικές οργανώσεις ή από οργανωμένες συμμορίες και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία, την ασφάλεια ή τη ζωή των προσώπων: αυτές οι τελευταίες περιπτώσεις πρέπει να εκλαμβάνονται ως επιβαρυντικά στοιχεία κατά τον καθορισμό των ποινικών κυρώσεων. Κρίνεται σκόπιμο να επικρατήσει στο σχέδιο οδηγίας η αρχή της επιβολής αυστηρότερων ποινών για το σύνολο των επιβαρυντικών στοιχείων.

4.2.2

Όπως και στην περίπτωση της οδηγίας του 2004, η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η προτεινόμενη εναρμόνιση αφορά μόνον τις αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα και δύνανται, επομένως, να επηρεάσουν σημαντικά την ενιαία αγορά. Θα ήταν, όμως, χρήσιμο να προσδιοριστεί σαφέστερα αυτός ο «εμπορικός» χαρακτήρας, διευκρινίζοντας παραδείγματος χάρη ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προέρχονται από παραποίηση/απομίμηση προορίζονται να πωληθούν σε μεγάλες ποσότητες, δυνάμενες να προξενήσουν σημαντική οικονομική βλάβη ή ότι είναι επικίνδυνα για τα πρόσωπα, ανεξάρτητα από την πωλούμενη ποσότητα ή ότι, σε κάθε περίπτωση, οι δράστες των αδικημάτων αυτών ενεργούν με σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους. Η επιβολή ποινικών κυρώσεων προϋποθέτει προφανή διατάραξη της δημόσιας τάξης, της οποίας η ένταση και η σοβαρότητα ενδέχεται να ποικίλλουν: η κλίμακα των αδικημάτων και των ποινών πρέπει να είναι ανάλογη της προκληθείσας διατάραξης, αλλά διερωτάται κανείς εάν η διάκριση μεταξύ «παραβάσεων δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα» και «σοβαρών παραβάσεων», αφενός, και η αυστηρότητα των προτεινόμενων σωφρονιστικών ποινών, αφετέρου, ανταποκρίνονται πράγματι στην αρχή της αναλογικότητας που είναι εγγενής στο ποινικό δίκαιο. Επιπλέον, οι ιδιωτικές ανταλλαγές αρχείων στο Διαδίκτυο ή η αναπαραγωγή (ή η μουσική διασκευή — «remix») ή η αναπαράσταση υλικού ή πνευματικού έργου εντός οικογενειακού ή ιδιωτικού πλαισίου ή για σκοπούς μελέτης ή πειραματικούς εξαιρούνται σιωπηρά από το πεδίο εφαρμογής της προτεινόμενης οδηγίας· ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιμο να καταστεί ρητή αυτή η εξαίρεση.

4.2.3

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να υπενθυμίσει ότι τα ασώματα δικαιώματα τα οποία αφορά η παραποίηση/απομίμηση δεν είναι απόλυτα δικαιώματα. Κάθε ένα από τα δικαιώματα αυτά έχει τις δικές του ιδιομορφίες και παρέχει, κατ' αρχήν, αποκλειστικότητα και προσωρινό μονοπώλιο εκμετάλλευσης που ποικίλλουν ως προς τη διάρκεια και την εδαφική ισχύ· το καθένα τους, δηλαδή, καθιερώνει, ένα προστατευτικό μέτρο περιορισμένης διάρκειας (με αντάλλαγμα τη δημοσίευση των εφευρέσεων, στην περίπτωση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας· βάσει της ίδιας της δημιουργίας ενός έργου, στην περίπτωση των δικαιωμάτων του δημιουργού). Ωστόσο, οι κάτοχοι αδειών και οι νόμιμοι ή καλοπροαίρετοι χρήστες προϊόντων και υπηρεσιών ή πνευματικών έργων έχουν και αυτοί δικαιώματα, τα οποία, μάλιστα, βάσει κάποιων αδειών (11), μπορεί να είναι ιδιαίτερα εκτεταμένα. Εντούτοις, το εθνικό δίκαιο αρκετών κρατών περιέχει ασυνέπειες και συχνά ευνοεί μονομερώς τα δικαιώματα των παραγωγών, των διανομέων και των βιομηχανιών έναντι των δικαιωμάτων των καταναλωτών· η βούληση να καθιερωθούν βαριές ποινικές κυρώσεις στο εθνικό δίκαιο πολυάριθμων χωρών φαίνεται να απορρέει από την στρέβλωση αυτή. Έτσι δημιουργείται μια παράδοξη κατάσταση, όπου η μέγιστη επιβαλλόμενη ποινή για παράβαση σε εμπορική κλίμακα μπορεί, στην πρόταση οδηγίας, να αποδειχθεί ίση ή ακόμη και ελαφρύτερη από τη μέγιστη ποινή που ισχύει σε περίπτωση μεμονωμένης παράβασης!

4.2.4

Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να πραγματοποιηθεί με πρωτοβουλία της Επιτροπής -παραδείγματος χάρη με τη διενέργεια εμπεριστατωμένης συγκριτικής μελέτης του εθνικού δικαίου των διαφόρων κρατών έπειτα από τη μεταφορά της στην εθνική νομοθεσία- ενδελεχής επανεξέταση του εκάστοτε εθνικού ποινικού δικαίου σε συνάρτηση με το κοινοτικό ποινικό δίκαιο, με στόχο την πραγματική ευρωπαϊκή εναρμόνιση, κυρίως στον τομέα των δικαιωμάτων του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων, όπου παρατηρείται ενίοτε ένα φαινόμενο «πλειοδοσίας» ως προς τις ποινικές κυρώσεις, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται δυσανάλογες κλίμακες κυρώσεων και ποινών, χωρίς να υφίσταται πραγματικός λόγος, δεδομένου ότι τα εμπορικά πρότυπα διάδοσης των έργων βρίσκονται υπό πλήρη εξέλιξη, βραχυπρόθεσμο στάδιο της οποίας αποτελεί η προγραμματισμένη κατάργηση των DRM (προστασία κατά της αντιγραφής) και ότι συχνά η φορολόγηση των μέσων αντιγραφής αποζημιώνει επαρκώς τους δικαιούχους των δικαιωμάτων έναντι των παράνομων αντιγραφών.

4.3   Ειδικές παρατηρήσεις

4.3.1

Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να καθορισθεί σαφέστερα η φύση του αδικήματος της ηθικής αυτουργίας σε αδικήματα παραποίησης/απομίμησης προϊόντων ή υπηρεσιών διανοητικής ιδιοκτησίας. Ένα ποινικό αδίκημα εμπεριέχει ένα στοιχείο πρόθεσης της διάπραξής του εκ μέρους του δράστη ή των συνεργών του. Η συμφωνία TRIP αναφέρεται σε «εσκεμμένη πράξη παραποίησης/απομίμησης» και η οδηγία κάνει λόγο για πράξη εσκεμμένη, που διαπράττεται εκ προθέσεως. Ένα αδίκημα περιλαμβάνει επίσης ένα υλικό στοιχείο το οποίο συνίσταται στη διάπραξη της παραβίασης ή, τουλάχιστον, στην απόπειρα διάπραξής της που εξομοιώνεται με έναρξη της διάπραξης. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι σωρευτικά, δηλαδή η απλή πρόθεση δεν είναι αρκετή ώστε να αποτελέσει αδίκημα (εκτός και εάν δημιουργήσουμε ένα αστυνομικό σώμα για την αστυνόμευση των σκέψεων). Όμως, η παρακίνηση στη διάπραξη αδικήματος δεν μπορεί γενικά να εδραιωθεί όταν ο «ηθικός αυτουργός» δεν παρέχει τα (εν γένει παράνομα) μέσα που έχουν ως συγκεκριμένο σκοπό τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η απλή παροχή υλικών ή λογισμικών τρέχουσας χρήσης ή η διάθεση πρόσβασης στο Διαδίκτυο δεν μπορεί να εξομοιωθεί με συνέργεια ή με αδίκημα «ηθικής αυτουργίας» (η οποία κατά κανόνα ισχύει μόνο σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων στον τομέα του ποινικού δικαίου και είναι, εξάλλου, δύσκολο να αποδειχθεί) σε περίπτωση που οι παραποιητές/απομιμητές κάνουν χρήση των μέσων αυτών. Η έννοια της συνέργειας θα έπρεπε να θεωρείται επαρκής στην κοινοτική νομοθεσία, καθώς το ζήτημα των συνεργών ρυθμίζεται λεπτομερώς από το εκάστοτε εθνικό δίκαιο. Διαφορετικά, ενδέχεται να προκύψουν κατηγορίες ελλείψει στοιχείων πρόθεσης, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μεγάλη έλλειψη νομικής ασφάλειας για πολλούς προμηθευτές προϊόντων ή υπηρεσιών.

4.3.2

Η παράνομη αναπαραγωγή έργων, προτύπων, διαδικασιών ή εφευρέσεων που προστατεύονται από προσωρινό μονοπώλιο συνιστά το αδίκημα της παραποίησης/απομίμησης· κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί ο εν λόγω ορισμός ως έχει, χωρίς να διευρυνθεί κατά τρόπο ώστε να συμπεριλάβει και την έννοια της πειρατείας (η οποία έγκειται εν γένει στη δόλια παρείσφρηση σε συστήματα πληροφορικής με την πρόθεση να αποκτηθεί ο έλεγχός τους, να κλαπούν δεδομένα ή να χρησιμοποιηθεί η ζώνη διελεύσεως, συνήθως για παράνομο σκοπό). Η πειρατεία διαφέρει από την παραποίηση/απομίμηση αυτή καθεαυτή και τα ποινικά αδικήματα πρέπει να εξακολουθήσουν να τυγχάνουν αυστηρής ερμηνείας. Η δίχως εξουσιοδότηση παρείσφρηση σε συστήματα πληροφορικής, η κλοπή δεδομένων ή η χρήση ζώνης διελεύσεως, οι προσβολές του ιδιωτικού βίου απαιτείται ασφαλώς να επισύρουν τις ενδεδειγμένες ποινικές διώξεις, αλλά δεν εμπίπτουν άμεσα στο πεδίο της παραποίησης/απομίμησης. Η καταστολή της πειρατείας των συστημάτων πληροφορικής θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί με ιδιαίτερο τρόπο, παρότι οι έννοιες χρησιμοποιούνται ασαφώς σε πολλές πολιτικές δηλώσεις, όπου επιχειρείται η ανάμειξή τους και η διατήρηση κάποιας σύγχυσης. Η πειρατεία συστημάτων πληροφορικής χρησιμοποιείται στο πλαίσιο τρομοκρατικών ενεργειών και θα έπρεπε να τυγχάνει όλως ιδιαίτερης προσοχής, καθώς και κατάλληλης διεθνούς συνεργασίας.

4.3.3

Ο όρος «εγκληματική οργάνωση» ή οργανωμένο έγκλημα που χρησιμοποιείται στην αιτιολογική έκθεση θα πρέπει να συμπληρωθεί από τον όρο «οργανωμένη συμμορία», ο οποίος υφίσταται ήδη ως επιβαρυντική περίσταση σε ορισμένες ποινικές νομοθεσίες. Η εντολή εμπορικής παραποίησης/απομίμησης στο πλαίσιο οργανωμένης συμμορίας ή εγκληματικής οργάνωσης θα πρέπει να αποτελεί επιβαρυντικό στοιχείο, το οποίο να αιτιολογεί την επιβολή αυστηρότερων ποινών και προστίμων.

4.3.4

Η Επιτροπή αναφέρει ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να εφαρμόζουν αυστηρότερες ποινές ή να τιμωρούν και άλλες πράξεις, γεγονός το οποίο μπορεί να ερμηνευθεί ως ενθάρρυνση της ποινικοποίησης πράξεων μη εμπορικού σκοπού, ή ακόμη και της επέκτασης του ορισμού του αδικήματος της παραποίησης/απομίμησης σε πράξεις που δεν αποτελούν αμιγώς αναπαραγωγή ή αντιγραφή ενός προϊόντος, μιας διαδικασίας ή ενός έργου.

4.3.5

Η ΕΟΚΕ διερωτάται, επίσης, για την εξομοίωση -εκ μέρους του κοινοτικού δικαίου και ορισμένων χωρών- των λογισμικών αντιγραφής που μπορούν να παρακάμψουν ή να απενεργοποιήσουν τα συστήματα DRM (12) (υλικά ή λογισμικά συστήματα προστασίας κατά της παράνομης αντιγραφής, τις πιο πολλές φορές πλημμελή και μη κρυπτογραφημένα) με την παραποίηση/απομίμηση των συστημάτων DRM, ενώ η πράξη που σε αυτή την περίπτωση χαρακτηρίζεται ως «παραποίηση/απομίμηση» δεν αποτελεί αντιγραφή ή αναπαραγωγή του αρχικού συστήματος. Εξάλλου, τα συστήματα DRM δεν είναι τυποποιημένα, εξαρτώνται από μια πλατφόρμα ή από έναν προμηθευτή, η μορφή των αρχείων μπορεί να είναι ιδιόκτητα και όλα αυτά παρεμποδίζουν τη διαλειτουργικότητα ή αποσκοπούν στη δημιουργία «αιχμάλωτων» αγορών με την εξάλειψη του ανταγωνισμού. Η δημιουργία και η χρήση μέσων αντιγραφής προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους καταναλωτές ή στις επιχειρήσεις που είναι κάτοχοι αδειών λογισμικού να ασκήσουν τα δικαιώματά τους (δημιουργία αντιγράφου για ιδιωτική χρήση, αντιγράφου ασφαλείας, αντιγράφου προς χρήση σε διαφόρων ειδών τυποποιημένο εξοπλισμό) δεν πρέπει να ποινικοποιούνται αυτές καθαυτές, αλλά μόνον εάν υφίσταται το ηθικό και υλικό στοιχείο που στοιχειοθετεί αδίκημα σε εμπορική κλίμακα.

4.3.6

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την αρχή της ανεξαρτησίας της ποινικής δράσης έναντι οποιασδήποτε προσφυγής ασκείται από τα θύματα σε αστικό ή ποινικό επίπεδο· είναι γεγονός ότι όταν υπάρχει ανάμειξη εγκληματικών οργανώσεων τύπου μαφίας, τα θύματα ενδέχεται να διστάζουν να προσφύγουν στη δικαιοσύνη για την προστασία των δικαιωμάτων τους. Επιπλέον, η εμπορική παραποίηση/απομίμηση, ειδικά όταν πραγματοποιείται από συμμορίες ή οργανώσεις του οργανωμένου εγκλήματος ή τρομοκρατικές, έχει επιπτώσεις στην οικονομία και στην κοινωνική ευημερία και η καταστολή της αποτελεί ευθύνη του Κράτους.

4.3.7

Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι η καθιέρωση πραγματικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών θα καταστήσει δυνατή την αποτελεσματική καταπολέμηση των διεθνών δικτύων παραποίησης/απομίμησης, και ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με τις εγκληματικές οργανώσεις και με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Υπενθυμίζει, εξάλλου, ότι πολλά από τα δίκτυα αυτά αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους από τρίτες χώρες και ότι απαιτείται η διεύρυνση της δράσης πέρα από τα σύνορα της Ένωσης, με χρήση των μέσων που προσφέρει το διεθνές δίκαιο.

4.3.8

Σε κοινοτικό επίπεδο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι κοινές αστυνομικές ομάδες έρευνας θα πρέπει να συνεργάζονται με τις ομάδες των τελωνειακών υπηρεσιών, καθώς και με τα θύματα της παραποίησης/απομίμησης ή τους εντεταλμένους εμπειρογνώμονές τους. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της όσον αφορά την ενεργό συμμετοχή των θυμάτων στις διαδικασίες διερεύνησης, αλλά προτείνει να περιοριστεί ο ρόλος τους στην παροχή πληροφοριών προς τις δημόσιες αρχές. Θα ήταν, παραδείγματος χάρη, υπερβολικό εάν μια επιχείρηση, έπειτα από καταγγελία για παραποίηση/απομίμηση σε εμπορική κλίμακα, είχε δυνατότητα συμμετοχής σε δραστηριότητες ελέγχου ή κατάσχεσης εις βάρος κάποιου ανταγωνιστή, ο οποίος θεωρείται αθώος μέχρις αποδείξεως του εναντίου βάσει οριστικής δικαστικής απόφασης η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να αποφευχθούν τυχόν εκτροπές αυτοδικίας ή καταχρηστικής ανάμειξης ή παρείσφρησης στην ποινική διαδικασία ατόμων που δεν διαθέτουν δημόσια εξουσία.

4.3.9

Τέλος, η ΕΟΚΕ ανησυχεί όσον αφορά την τάση για αύξηση της εμπορικής χρήσης των δικτύων του Διαδικτύου και για αιτήματα επέκτασης στον εν λόγω τομέα δραστηριότητας των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από τις συμφωνίες TRIP, όπως διατυπώνεται σαφώς στην έκθεση του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ για το 2006 σχετικά με τη ρήτρα 301 και «Super 301» (13), κατ' εφαρμογή των Συνθηκών της OMPI για την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στο Διαδίκτυο, ένα μέσον που συνιστά κοινό κτήμα ελεύθερης χρήσης και κοινό παγκόσμιο αγαθό.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2007

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ


(1)  Έτσι, το δικαίωμα «opt-in» (ρήτρα προαιρετικής συμμετοχής) του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας και η εξαίρεση της Δανίας δεν θα είναι πλέον αντιτάξιμα στη νομοθεσία, όπως συμβαίνει για τις πρωτοβουλίες που υπάγονται στον τρίτο πυλώνα.

(2)  Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (Agreement on Trade-related Aspects of Intellectual Property Rights — TRIPs Agreement).

(3)  Άρθρο 61 της Συμφωνίας TRIP.

(4)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

(5)  Δήλωση 2005/295/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 2 της προαναφερθείσας οδηγίας.

(6)  Με αξιοσημείωτη εξαίρεση το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, το οποίο παραμένει στα σπάργανα (Σημ. τ. συντ.).

(7)  Απόφαση-πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ για τη δήμευση των προϊόντων, οργάνων και περιουσιακών στοιχείων του εγκλήματος (παραποίηση/απομίμηση, πειρατεία), ΕΕ L 68 της 15.3.2005.

(8)  Πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. Η παραποίηση/απομίμηση ενδέχεται να εμπλέκεται επίσης στη χρηματοδότηση τρομοκρατικών δικτύων. Η νομιμοποίηση εσόδων από την παραποίηση/απομίμηση αποτελεί επίσης πράξη εγκληματικής φύσεως που πρέπει να καταπολεμηθεί σθεναρά.

(9)  COM(2005) 696 τελικό.

(10)  Βλ. Γνωμοδότηση Malosse (ΕΕ C 221, της 7.8.2001).

(11)  Άδεια «Creative Commons», «General Public Licence», «BSD», άδεια ελεύθερης χρήσης οπτικοακουστικού υλικού του BBC κλπ.

(12)  Digital Rights Management (Διαχείριση Ψηφιακών Δικαιωμάτων, ευφημισμός για την «προστασία κατά της αντιγραφής»).

(13)  2006 SPECIAL 301 REPORT USA.


Top