EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007XC0908(02)

Πρόσκληση για την υποβολή παρατηρήσεων όσον αφορά το σχέδιο γενικού κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

OJ C 210, 8.9.2007, p. 14–40 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

8.9.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 210/14


Πρόσκληση για την υποβολή παρατηρήσεων όσον αφορά το σχέδιο γενικού κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

(2007/C 210/10)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος σχεδίου κανονισμού στην εξής διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Consultation on general block exemption (HT 364)

State aid Registry

B-1049 Brussels

Fax (32-2) 296 12 42

E-mail: stateaidgreffe@ec.europa.eu

Το κείμενο διατίθεται επίσης στον ακόλουθο δικτυακό τόπο:

http://ec.europa.eu/comm/competition/state_aid/reform/reform.cfm

ΣΧΕΔΙΟ KANONIΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. …/… ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της […]

με τον οποίο ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων κηρύσσονται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατ' εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (1), και ιδίως το άρθρο 1 στοιχεία α) και β),

Αφού δημοσίευσε σχέδιο του παρόντος κανονισμού (2),

Μετά από διαβουλεύσεις με την συμβουλευτική επιτροπή κρατικών ενισχύσεων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 994/98 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να αποφασίζει, βάσει με του άρθρου 87 της συνθήκης ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και δεν υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, οι ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), οι ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη, οι ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, οι ενισχύσεις για απασχόληση και επαγγελματική εκπαίδευση και οι ενισχύσεις που είναι σύμφωνες με το χάρτη που έχει εγκρίνει η Επιτροπή για κάθε κράτος μέλος όσον αφορά τη χορήγηση ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα.

(2)

Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης σε πολυάριθμες αποφάσεις και έχει αποκτήσει επαρκή πείρα για να καθορίσει τα γενικά κριτήρια συμβατότητας όσον αφορά τις ενισχύσεις προς τις ΜΜΕ, με τη μορφή επενδυτικών ενισχύσεων εντός και εκτός των ενισχυόμενων περιοχών, με τη μορφή καθεστώτων παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου και στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης, ιδίως στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (3), της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 364/2004 της 25ης Φεβρουαρίου 2004 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 όσον αφορά την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ώστε να συμπεριλάβει τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη (4) και της εφαρμογής της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις για τα επιχειρηματικά κεφάλαια (5) και των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (6).

(3)

Η Επιτροπή έχει επίσης αποκτήσει επαρκή πείρα όσον αφορά την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στους τομείς των ενισχύσεων για απασχόληση και επαγγελματική εκπαίδευση, των ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος, των ενισχύσεων για έρευνα και ανάπτυξη και των περιφερειακών ενισχύσεων όσον αφορά τόσο τις ΜΜΕ όσο και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ιδίως στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση (7), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις για την απασχόληση (8), του κοινοτικού πλαισίου των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και ανάπτυξη (9), του κοινοτικού πλαισίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την έρευνα και ανάπτυξη και την καινοτομία (10), του κοινοτικού πλαισίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος (11) και των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (12).

(4)

Λαμβάνοντας υπόψη την πείρα που αποκτήθηκε, είναι απαραίτητο να προσαρμοστούν ορισμένες από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στους προαναφερθέντες κανονισμούς. Για λόγους απλοποίησης και για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη παρακολούθηση των ενισχύσεων από την Επιτροπή, θα πρέπει να αντικατασταθούν από ένα και μόνο κανονισμό.

(5)

Ο παρών κανονισμός είναι σκόπιμο να απαλλάσσει κάθε ενίσχυση που πληροί όλες τις σχετικές προϋποθέσεις που θεσπίζονται με τον κανονισμό αυτόν, καθώς και κάθε καθεστώς ενισχύσεων, υπό τον όρο ότι οποιαδήποτε ενίσχυση που θα μπορούσε να χορηγηθεί βάσει του καθεστώτος αυτού πληροί όλες τις σχετικές προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη παρακολούθηση των ενισχύσεων, οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει καθεστώτων ενισχύσεων και οι ad hoc μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται εκτός του πλαισίου οποιουδήποτε καθεστώτος ενισχύσεων, αλλά εκτός των καθεστώτων ενισχύσεων, είναι σκόπιμο να περιλαμβάνουν ρητή αναφορά στον παρόντα κανονισμό και στον αναγνωριστικό αριθμό που αποδίδεται από την Επιτροπή σε κάθε τέτοιο μέτρο. Για την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να λαμβάνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες από τα κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που εφαρμόζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Εάν ένα κράτος μέλος παραλείψει να χορηγήσει τις σχετικές πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας όσον αφορά αυτά τα μέτρα ενισχύσεων, το γεγονός αυτό μπορεί, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ως ένδειξη ότι δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού. Συνεπώς, εάν ένα κράτος μέλος δεν χορηγήσει τις πληροφορίες που επιτρέπουν την παρακολούθηση ενός μέτρου ενίσχυσης η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ότι ο κανονισμός, ή το σχετικό μέρος του κανονισμού δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται όσον αφορά το εν λόγω κράτος μέλος. Μόλις το κράτος μέλος χορηγήσει ορθές και πλήρεις πληροφορίες, η Επιτροπή θα επιτρέπει και πάλι την πλήρη εφαρμογή του κανονισμού.

(6)

Οι κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό θα εξακολουθούν να υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την δυνατότητα των κρατών μελών να κοινοποιούν ενισχύσεις των οποίων οι στόχοι ανταποκρίνονται στους στόχους που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Οι ενισχύσεις αυτές θα αξιολογούνται από την Επιτροπή ιδίως βάσει των προϋποθέσεων που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό και σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται σε συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές ή πλαίσια που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή κάθε φορά που το οικείο μέτρο ενίσχυσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής τέτοιου συγκεκριμένου μέσου.

(7)

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις εξαγωγικές ενισχύσεις ή σε ενισχύσεις που ευνοούν τα εγχώρια έναντι των εισαγόμενων προϊόντων. Ειδικότερα, δεν εφαρμόζεται σε ενισχύσεις που χρηματοδοτούν τη συγκρότηση και τη λειτουργία δικτύου διανομής σε άλλες χώρες. Οι ενισχύσεις για την κάλυψη των δαπανών της συμμετοχής σε εμπορικές εκθέσεις, ή μελετών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών που απαιτούνται για την εκκίνηση νέου ή υφιστάμενου προϊόντος σε νέα αγορά δεν συνιστούν κανονικά εξαγωγικές ενισχύσεις.

(8)

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σχεδόν σε όλους τους τομείς. Στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να απαλλάσσει μόνο τις ενισχύσεις στους τομείς της έρευνας και της ανάπτυξης, τις ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου, τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση και τις ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενους με αναπηρία.

(9)

Στο γεωργικό τομέα, λαμβάνοντας υπόψη τους ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να απαλλάσσει μόνο τις ενισχύσεις στους τομείς της έρευνας και της ανάπτυξης, τις ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου, τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση, τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και τις ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση ή τους εργαζόμενους με αναπηρία.

(10)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ομοιότητες μεταξύ της επεξεργασίας και της εμπορίας γεωργικών προϊόντων και μη γεωργικών προϊόντων, ο παρών κανονισμός θα εφαρμόζεται στην επεξεργασία και την εμπορία γεωργικών προϊόντων, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

(11)

Οι δραστηριότητες στη γεωργική εκμετάλλευση οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου να προετοιμαστεί το προϊόν για την πρώτη πώληση, και η πρώτη πώληση προς μεταπωλητές ή προς μεταποιητικές επιχειρήσεις δεν πρέπει να θεωρούνται ως μεταποίηση ή εμπορία για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει αποφανθεί ότι, αφ' ης στιγμής η Κοινότητα έχει θεσπίσει νομοθεσία για τη συγκρότηση κοινής οργάνωσης της αγοράς σε έναν συγκεκριμένο γεωργικό τομέα, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να εισαγάγει εξαιρέσεις στην κοινή οργάνωση της αγοράς Για τον λόγο αυτό, είναι σκόπιμο να μην υπάγονται στον παρόντα κανονισμό ενισχύσεις των οποίων το ποσό καθορίζεται με βάση την τιμή ή την ποσότητα προϊόντων που αγοράζονται ή διατίθενται στην αγορά, ούτε περιπτώσεις ενισχύσεων οι οποίες συνοδεύονται από την υποχρέωση απόδοσης ενός μέρους τους σε πρωτογενείς παραγωγούς.

(12)

Λαμβάνοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1407/2002 της 23ης Ιουλίου 2002 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (13), ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες στον τομέα του άνθρακα, με εξαίρεση τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση, τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη και τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

(13)

Όταν ένα καθεστώς περιφερειακών ενισχύσεων επιδιώκει την επίτευξη στόχων περιφερειακού χαρακτήρα, αλλά απευθύνεται σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, ο στόχος και τα πιθανά αποτελέσματα του καθεστώτος ενδέχεται να έχουν περισσότερο τομεακό και λιγότερο οριζόντιο χαρακτήρα. Συνεπώς, τα καθεστώτα περιφερειακών ενισχύσεων που απευθύνονται σε ειδικούς τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, δεν είναι σκόπιμο να υπόκεινται στην απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης. Ωστόσο, ο τομέας του τουρισμού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις εθνικές οικονομίες και έχει εν γένει θετική συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη. Συνεπώς, τα καθεστώτα ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα που αφορούν τουριστικές δραστηριότητες θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης.

(14)

Οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των κατευθυντηρίων γραμμών της Επιτροπής όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (14) θα πρέπει να αξιολογούνται με βάση τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές έτσι ώστε να αποφεύγεται η καταστρατήγησή τους. Οι ΜΜΕ που έχουν συσταθεί πριν από λιγότερο από τρία έτη και το επιχειρησιακό πρόγραμμα των οποίων προβλέπει οι ζημίες κατά τη διάρκεια της πρώτης αυτής τριετίας, δεν θα θεωρούνται ότι αποτελούν προβληματικές επιχειρήσεις για την περίοδο αυτή για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(15)

Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά ώστε οι εγκρινόμενες ενισχύσεις να μην νοθεύουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο προς το κοινό συμφέρον. Συνεπώς, οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε δικαιούχους για τους οποίους εκκρεμεί εντολή ανάκτησης ενισχύσεων κατόπιν προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής με την οποία οι ενισχύσεις αυτές κηρύσσονται παράνομες και ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Συνεπώς, για κάθε μεμονωμένη ad hoc ενίσχυση που καταβάλλεται στους εν λόγω δικαιούχους και για κάθε καθεστώς ενισχύσεων που δεν περιλαμβάνει ρητή διάταξη που προβλέπει την εξαίρεση των δικαιούχων αυτών, εξακολουθεί να ισχύει η υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των δικαιούχων καθεστώτων ενισχύσεων οι οποίοι δεν υπόκεινται σε εκκρεμούσες εντολές ανάκτησης.

(16)

Για να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις καθώς και για λόγους διοικητικής απλοποίησης, θα πρέπει να εναρμονιστούν οι ορισμοί των σχετικών όρων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των διαφόρων κατηγοριών ενισχύσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

(17)

Για λόγους διαφάνειας, ίσης μεταχείρισης και αποτελεσματικής παρακολούθησης, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε ενισχύσεις που χαρακτηρίζονται από διαφάνεια. Διαφανής θεωρείται μια ενίσχυση ως προς την οποία είναι δυνατόν να υπολογιστεί εκ των προτέρων με ακρίβεια το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης χωρίς να είναι αναγκαία εκτίμηση κινδύνου. Ένας τέτοιος ακριβής υπολογισμός είναι δυνατός, επί παραδείγματι, για τις επιχορηγήσεις, τις επιδοτήσεις επιτοκίου και τις φοροαπαλλαγές που υπόκεινται σε ανώτατο όριο.

(18)

Οι ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε καθεστώτα εγγυήσεων θα θεωρούνται ότι χαρακτηρίζονται από διαφάνεια όταν η μεθοδολογία για τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδυνάμου επιχορήγησης έχει εγκριθεί μετά από κοινοποίησή της στην Επιτροπή και, στην περίπτωση ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα, όταν επίσης η Επιτροπή έχει εγκρίνει αυτή την μεθοδολογία μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής, της 24ης Οκτωβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (15). Η Επιτροπή θα εξετάζει τις κοινοποιήσεις αυτές με βάση την ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (16). Λαμβάνοντας υπόψη τη δυσχέρεια υπολογισμού του ισοδυνάμου επιχορήγησης των ενισχύσεων που έχουν τη μορφή επιστρεπτέων προκαταβολών, οι ενισχύσεις αυτές καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, μόνο εάν το συνολικό ποσό της επιστρεπτέας προκαταβολής είναι χαμηλότερο από το ισχύον όριο κοινοποίησης και τις μέγιστες εντάσεις ενισχύσεων που προβλέπονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(19)

Λόγω του υψηλότερου κινδύνου στρέβλωσης του ανταγωνισμού, οι ενισχύσεις που ανέρχονται σε μεγάλα ποσά πρέπει να εξακολουθήσουν να αξιολογούνται σε ατομική βάση από την Επιτροπή. Συνεπώς, θα πρέπει να καθοριστούν όρια για κάθε είδος ενίσχυσης εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη το είδος της σχετικής ενίσχυσης και τις πιθανές επιπτώσεις της στον ανταγωνισμό. Κάθε χορηγούμενη ενίσχυση η οποία υπερβαίνει τα όρια αυτά εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(20)

Για να εξασφαλιστεί ότι η ενίσχυση ανταποκρίνεται στην αρχή της αναλογικότητας και περιορίζεται στο αναγκαίο ποσό, τα όρια θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να εκφράζονται ως εντάσεις ενίσχυσης σε σχέση με μια σειρά επιλέξιμων δαπανών. Για τον υπολογισμό των εντάσεων, οι ενισχύσεις που καταβάλλονται σε περισσότερες δόσεις ανάγονται στην αξία τους κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για την αναγωγή καθώς και για τον υπολογισμό του ποσού της ενίσχυσης που δεν λαμβάνει τη μορφή επιχορήγησης, θα πρέπει να είναι το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Δεδομένου ότι βασίζεται σε μια μορφή ενίσχυσης για την οποία είναι δύσκολο να προσδιοριστούν οι επιλέξιμες δαπάνες, το όριο όσον αφορά την ενίσχυση με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου θα πρέπει να διατυπώνεται ως μέγιστο ποσό ενίσχυσης.

(21)

Τα επιτρεπόμενα όρια για την ένταση ή το ποσό των ενισχύσεων θα πρέπει να τεθούν σε τέτοιο ύψος ούτως ώστε, με βάση την πείρα της Επιτροπής, να επιτυγχάνεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της ελαχιστοποίησης των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στον ενισχυόμενο τομέα και της αντιμετώπισης της ανεπάρκειας της αγοράς ή του προβλήματος συνοχής που καλείται να αντιμετωπίσει. Όσον αφορά τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, το όριο αυτό θα πρέπει να θεσπιστεί λαμβάνοντας υπόψη την επιτρεπόμενη ένταση των ενισχύσεων με βάση τους χάρτες περιφερειακών ενισχύσεων.

(22)

Για να εξακριβωθεί εάν τηρούνται τα επιμέρους όρια ενισχύσεων και οι μέγιστες εντάσεις ενισχύσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό της δημόσιας στήριξης που παρέχεται στην ενισχυόμενη δραστηριότητα ή το ενισχυόμενο σχέδιο, ανεξάρτητα από το αν η στήριξη χρηματοδοτείται από τοπικές, περιφερειακές, εθνικές ή κοινοτικές πηγές.

(23)

Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προσδιορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες μπορεί να υπάρχει σώρευση διαφόρων κατηγοριών ενισχύσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Όσον αφορά τη σώρευση ενισχύσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό με κρατικές ενισχύσεις που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η απόφαση της Επιτροπής για την έγκριση της ενίσχυσης που δεν καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, καθώς και οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων στις οποίες στηρίζεται η απόφαση αυτή. Πρέπει να εφαρμόζονται ειδικές διατάξεις όσον αφορά τη σώρευση ενισχύσεων για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενους με αναπηρία με άλλα είδη ενισχύσεων. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να μεριμνά για τη σώρευση μέτρων ενίσχυσης με προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες και με μέτρα ενίσχυσης χωρίς προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες.

(24)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η εκάστοτε ενίσχυση είναι αναγκαία και ότι χρησιμεύει ως κίνητρο για την ανάπτυξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων ή σχεδίων, βάσει του παρόντος κανονισμού δεν πρέπει να απαλλάσσονται δραστηριότητες τις οποίες ούτως ή άλλως θα ανέπτυσσε ο δικαιούχος υπό τους όρους που ισχύουν στην αγορά. Όσον αφορά ενισχύσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό οι οποίες χορηγούνται σε ΜΜΕ, το κίνητρο αυτό θα θεωρείται ότι υπάρχει όταν, πριν εκκινήσουν οι δραστηριότητες που συνδέονται με την εφαρμογή του ενισχυόμενου σχεδίου ή των ενισχυόμενων δραστηριοτήτων, η ΜΜΕ έχει υποβάλει σχετική αίτηση στο κράτος μέλος. [Όσον αφορά ενισχύσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό οι οποίες χορηγούνται σε δικαιούχους που είναι μεγάλες επιχειρήσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει, εκτός από τους όρους που ισχύουν για τις ΜΜΕ, να εξακριβώνουν επίσης ότι ο δικαιούχος έχει αναλύσει, σε εσωτερικό έγγραφο, τη σκοπιμότητα του ενισχυόμενου σχεδίου ή δραστηριότητας τόσο με την υπόθεση χορήγησης της ενίσχυσης και όσο χωρίς αυτήν. Η ανάλυση αυτή θα πρέπει να πραγματοποιείται από τον δικαιούχο εκ των προτέρων με βάση ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ελέγχουν τις αναλύσεις αυτές και να διατηρούν τα σχετικά έγγραφα στα αρχεία τους. Επιπλέον, δεδομένου ότι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί κατά πόσο μια ad hoc ενίσχυση που χορηγείται σε μεγάλη επιχείρηση λειτουργεί ως κίνητρο, αυτό το είδος ενίσχυσης θα πρέπει να αποκλεισθεί από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή θα εξετάζει κατά πόσο η ενίσχυση μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο στο πλαίσιο της κοινοποίησης της σχετικής ενίσχυσης με βάση τα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί στις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές, πλαίσια ή άλλα κοινοτικά μέσα.]

(25)

Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια και ο αποτελεσματικός έλεγχος, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98, θεωρείται ενδεδειγμένο να καταρτιστεί ένα τυποποιημένο έντυπο που θα χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη για τη διαβίβαση στην Επιτροπή των περιληπτικών πληροφοριών κάθε φορά που, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζεται καθεστώς ενισχύσεων ή ad hoc μεμονωμένη ενίσχυση. Το εν λόγω έντυπο περιληπτικών πληροφοριών θα χρησιμοποιείται για τη δημοσίευση του μέτρου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Διαδίκτυο. Οι περιληπτικές πληροφορίες θα πρέπει να αποστέλλονται στην Επιτροπή σε ηλεκτρονική μορφή χρησιμοποιώντας καθιερωμένη εφαρμογή πληροφορικής πριν το μέτρο τεθεί σε εφαρμογή. Η Επιτροπή θα απονέμει ένα αναγνωριστικό αριθμό σε κάθε μέτρο ενίσχυσης που της κοινοποιείται. Η απονομή αριθμού σε μέτρο ενίσχυσης δεν σημαίνει ότι η Επιτροπή έχει εξετάσει κατά πόσο η ενίσχυση πληροί τους όρους του παρόντος κανονισμού. Συνεπώς, δεν δημιουργεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στα κράτη μέλη ή στον δικαιούχο όσον αφορά το συμβιβάσιμο του μέτρου ενίσχυσης με τον παρόντα κανονισμό.

(26)

Για τους ίδιους λόγους, η Επιτροπή πρέπει να θεσπίσει ειδικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη μορφή και το περιεχόμενο των ετήσιων εκθέσεων που πρέπει να υποβάλλονται στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη. Επιπλέον, θεωρείται ενδεδειγμένο να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τα αρχεία που πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη για τα καθεστώτα ενισχύσεων και τις μεμονωμένες ενισχύσεις που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού.

(27)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν ορισμένες περαιτέρω προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται από κάθε καθεστώς ενισχύσεων ή μεμονωμένη ενίσχυση που απαλλάσσεται βάσει του παρόντος κανονισμού. Πράγματι, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης, οι ενισχύσεις αυτές θα πρέπει να έχουν αναλογικό χαρακτήρα σε σχέση με τις ανεπάρκειες της αγοράς ή τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν έτσι ώστε να ανταποκρίνονται προς το κοινοτικό συμφέρον. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις επενδυτικές ενισχύσεις προς ΜΜΕ, τις επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, στις ενισχύσεις που χορηγούνται σε σχέση με ορισμένες υλικές και άυλες επενδύσεις. Λαμβάνοντας υπόψη το πλεονασματικό δυναμικό της Κοινότητας και τα συγκεκριμένα προβλήματα στρέβλωσης του ανταγωνισμού στους τομείς των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων και των αεροπορικών μεταφορών, οι επιλέξιμες επενδυτικές δαπάνες για επιχειρήσεις οι οποίες ασκούν την κύρια οικονομική δραστηριότητά τους σε αυτούς τους τομείς των μεταφορών δεν πρέπει να περιλαμβάνουν μέσα και εξοπλισμό μεταφορών. Ισχύουν ειδικές διατάξεις όσον αφορά τον ορισμό των υλικών περιουσιακών στοιχείων για τους σκοπούς των περιβαλλοντικών ενισχύσεων.

(28)

Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν τις ενισχύσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, η ενίσχυση πρέπει να θεωρείται ότι χορηγείται κατά τη χρονική στιγμή της απονομής στο δικαιούχο του εννόμου δικαιώματος να λάβει την ενίσχυση σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό καθεστώς.

(29)

Για να μην ευνοείται περισσότερο ο συντελεστής «κεφάλαιο» μιας επένδυσης από το συντελεστή «εργασία», θα πρέπει να προβλεφθεί δυνατότητα υπολογισμού των επενδυτικών ενισχύσεων υπέρ των ΜΜΕ και των ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα με βάση είτε το κόστος της επένδυσης είτε το κόστος των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργούνται άμεσα με την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου.

(30)

Οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων και οι ενισχύσεις για εργαζόμενους που είναι σε μειονεκτική θέση ή για εργαζόμενους με αναπηρία, οι ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα ή οι ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου που χορηγούνται σε δικαιούχο σε βάση ad hoc μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά δεδομένου ότι ευνοείται ο δικαιούχος έναντι άλλων επιχειρήσεων που δεν έχουν λάβει τέτοιου είδους ενίσχυση. Επειδή οι ενισχύσεις αυτές χορηγούνται στις επιχειρήσεις σε ατομική βάση, οι ad hoc ενισχύσεις είναι πιθανό να έχουν περιορισμένα μόνο θετικά διαρθρωτικά αποτελέσματα στο περιβάλλον, στην απασχόληση των εργαζομένων με αναπηρία ή των εργαζομένων σε μειονεκτική θέση, την περιφερειακή συνοχή ή την τυχόν ανεπάρκεια της αγοράς επιχειρηματικών κεφαλαίων. Για το λόγο αυτό, τα καθεστώτα ενισχύσεων που προβλέπουν περιβαλλοντικές ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων, οι ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα ή οι ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικών κεφαλαίων θα πρέπει να απαλλάσσονται βάσει του κανονισμού αυτού, ενώ οι μεμονωμένες ad hoc ενισχύσεις θα πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή. Ωστόσο, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να απαλλάσσει τις ad hoc περιφερειακές ενισχύσεις όταν οι εν λόγω ad hoc ενισχύσεις χρησιμοποιούνται για τη συμπλήρωση ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει καθεστώτος περιφερειακών ενισχύσεων, με ανώτατο όριο για το στοιχείο ad hoc το 50 % της συνολικής ενίσχυσης που χορηγείται για την επένδυση.

(31)

Οι διατάξεις που αφορούν ενισχύσεις σε ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση δεν προβλέπουν, όπως στην περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001, οποιαδήποτε δυνατότητα αύξησης των ανωτάτων εντάσεων των ενισχύσεων μέσω περιφερειακής πριμοδότησης. Ωστόσο, οι μέγιστες εντάσεις των ενισχύσεων που προβλέπονται στο τμήμα σχετικά με τις περιφερειακές ενισχύσεις μπορούν επίσης να χορηγηθούν σε ΜΜΕ εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης περιφερειακού χαρακτήρα. Με τον ίδιο τρόπο οι διατάξεις σχετικά με τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος δεν προβλέπουν καμία δυνατότητα αύξησης των μέγιστων εντάσεων των ενισχύσεων μέσω περιφερειακής πριμοδότησης. Ωστόσο, οι μέγιστες εντάσεις των ενισχύσεων που προβλέπονται στο τμήμα σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα μπορούν επίσης να εφαρμόζονται σε σχέδια που έχουν θετικά αποτελέσματα στο περιβάλλον, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης περιφερειακού χαρακτήρα.

(32)

Με την αντιμετώπιση των προβλημάτων των μειονεκτουσών περιοχών, οι εθνικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα προωθούν την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή των κρατών μελών και της Κοινότητας στο σύνολό της. Οι εθνικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα αποσκοπούν στην υποβοήθηση της ανάπτυξης των πλέον μειονεκτουσών περιοχών με την υποστήριξη των επενδύσεων και της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε ένα βιώσιμο πλαίσιο. Προωθούν την ανάπτυξη, τον εξορθολογισμό, τον εκσυγχρονισμό και τη διαφοροποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων που βρίσκονται στις λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες, ιδίως ενθαρρύνοντας τις επιχειρήσεις να δημιουργούν νέες εγκαταστάσεις.

(33)

Για να αποφεύγεται η τεχνητή υποδιαίρεση μεγάλων σχεδίων περιφερειακών επενδύσεων σε «υπό-σχέδια», αποφεύγοντας κατ'αυτόν τον τρόπο τα όρια κοινοποίησης που προβλέπονται βάσει του παρόντος κανονισμού, ένα μεγάλο επενδυτικό σχέδιο πρέπει να θεωρείται ως ενιαίο επενδυτικό σχέδιο εάν η επένδυση πραγματοποιείται εντός περιόδου τριών ετών από την ίδια επιχείρηση ή επιχειρήσεις και αποτελείται από πάγια περιουσιακά στοιχεία συνδυασμένα κατά αδιαίρετο, από οικονομική άποψη, τρόπο. Για να αξιολογηθεί εάν μια αρχική επένδυση είναι οικονομικά αδιαίρετη, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τεχνικούς, λειτουργικούς και στρατηγικούς δεσμούς και την άμεση γεωγραφική γειτνίαση. Ο οικονομικά αδιαίρετος χαρακτήρας θα αξιολογείται ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Τούτο σημαίνει ότι για να προσδιοριστεί εάν ένα μεγάλο επενδυτικό σχέδιο αποτελεί ενιαίο σχέδιο, η αξιολόγηση πρέπει να είναι η ίδια, ανεξάρτητα από το αν το σχέδιο υλοποιείται από μια και μόνο επιχείρηση, από περισσότερες επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν από κοινού τις επενδυτικές δαπάνες ή από περισσότερες επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν τις δαπάνες χωριστών επενδύσεων στο πλαίσιο του ίδιου επενδυτικού σχεδίου (π.χ. στην περίπτωση κοινών επιχειρήσεων).

(34)

Σε αντίθεση με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, που μπορούν να χορηγηθούν μόνο σε ενισχυόμενες περιοχές, οι ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση μπορούν να χορηγηθούν τόσο σε ενισχυόμενες όσο και σε μη ενισχυόμενες περιοχές. Συνεπώς, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν, σε ενισχυόμενες περιοχές, επενδυτικές ενισχύσεις εφόσον τηρούν είτε το σύνολο των προϋποθέσεων που ισχύουν στο τμήμα σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα είτε το σύνολο των προϋποθέσεων που ισχύουν στο τμήμα που αφορά τις επενδυτικές ενισχύσεις προς ΜΜΕ.

(35)

Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, σε συνδυασμό με την ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Η βιώσιμη ανάπτυξη στηρίζεται μεταξύ άλλων σε ένα υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος Η προώθηση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος αυξάνουν επίσης την ασφάλεια του εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και την διαθεσιμότητα οικονομικά προσιτής ενέργειας. Ο τομέας της προστασίας του περιβάλλοντος βρίσκεται συχνά αντιμέτωπος με ανεπάρκειες της αγοράς με τη μορφή αρνητικών εξωτερικοτήτων. Υπό κανονικές συνθήκες αγοράς, οι επιχειρήσεις ενδέχεται να μην έχουν αναγκαστικά κίνητρο να μειώσουν τη ρύπανση που προκαλούν δεδομένου ότι η μείωση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των δαπανών τους. Όταν οι επιχειρήσεις δεν είναι υποχρεωμένες να εσωτερικεύουν το κόστος της ρύπανσης, το κόστος αυτό βαρύνει την κοινωνία στο σύνολό της. Η εσωτερικοποίηση των περιβαλλοντικών δαπανών μπορεί να εξασφαλιστεί με την επιβολή περιβαλλοντικών ρυθμίσεων ή φόρων. Η έλλειψη πλήρους εναρμόνισης των περιβαλλοντικών προτύπων σε κοινοτικό επίπεδο δημιουργεί άνισους όρους ανταγωνισμού. Επιπλέον, μπορεί να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος με πρωτοβουλίες που είναι αυστηρότερες από τα υποχρεωτικά κοινοτικά πρότυπα, οι οποίες ενδέχεται να είναι επιζήμιες για την ανταγωνιστική θέση των σχετικών επιχειρήσεων.

(36)

Λαμβάνοντας υπόψη την επαρκή πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, οι επενδυτικές ενισχύσεις για υψηλότερη προστασία του περιβάλλοντος σε σχέση με τα κοινοτικά πρότυπα, ή εάν δεν υφίστανται κοινοτικά πρότυπα (παραδείγματος χάρη στην περίπτωση της εκ των υστέρων αναβάθμισης υφιστάμενων οχημάτων), οι ενισχύσεις για την εκ των προτέρων προσαρμογή των ΜΜΕ σε μελλοντικά κοινοτικά πρότυπα, οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις για επενδύσεις στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας, οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις για συμπαραγωγή ενέργειας υψηλής απόδοσης, οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις για ενισχύσεις που προωθούν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης. Ειδικότερα, επιτρέπονται οι ενισχύσεις για την απόκτηση νέων οχημάτων μεταφοράς που συμμορφώνονται με τα εγκρινόμενα κοινοτικά πρότυπα πριν τεθούν σε εφαρμογή, όταν τα νέα πρότυπα, αφ' ης στιγμής καταστούν υποχρεωτικά, δεν εφαρμόζονται αναδρομικά στα οχήματα που έχουν ήδη αγοραστεί.

(37)

Ο ορθός υπολογισμός των πρόσθετων επενδύσεων ή των επενδυτικών δαπανών για την επίτευξη της περιβαλλοντικής προστασίας είναι απαραίτητος για να προσδιοριστεί κατά πόσο η ενίσχυση συμβιβάζεται με το άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης. Ο υπολογισμός αυτός πρέπει να πραγματοποιείται με βάση μια συγκρίσιμη επένδυση αναφοράς που δεν προσφέρει τα σχετικά περιβαλλοντικά οφέλη, με την ίδια παραγωγική ικανότητα από πλευράς αποτελεσματικής παραγωγής. Λαμβάνοντας υπόψη τις δυσχέρειες που ενδέχεται να προκύψουν, ιδίως όσον αφορά την αφαίρεση του οφέλους που προκύπτει από την πρόσθετη επένδυση, θα πρέπει να προβλεφθεί ρύθμιση για μια απλοποιημένη μέθοδο υπολογισμού των πρόσθετων επενδυτικών δαπανών. Συνεπώς, και εξαιρουμένων των περιβαλλοντικών ενισχύσεων για επενδύσεις σε μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, οι δαπάνες αυτές θα πρέπει, για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, να υπολογίζονται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα λειτουργικά οφέλη, η εξοικονόμηση κόστους ή η πρόσθετη συναφής παραγωγή και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι λειτουργικές δαπάνες που προκαλούνται κατά τη διάρκεια ζωής της επένδυσης. Συνεπώς, προσδιορίστηκαν ανάλογα οι μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης που προβλέπονται για τα διάφορα είδη επενδυτικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος.

(38)

Όσον αφορά τις περιβαλλοντικές ενισχύσεις για επενδύσεις συμπαραγωγής ενέργειας και περιβαλλοντικές ενισχύσεις για επενδύσεις που αποσκοπούν στην προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι πρόσθετες δαπάνες θα πρέπει, για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, να υπολογίζονται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη άλλα μέτρα στήριξης που χορηγούνται για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, εξαιρουμένων άλλων επενδυτικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος

(39)

Για να εξαλειφθούν οι διαφορές που ενδέχεται να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διευκολυνθεί ο συντονισμός μεταξύ των διαφόρων κοινοτικών και εθνικών πρωτοβουλιών όσον αφορά τις ΜΜΕ, καθώς και για λόγους διοικητικής σαφήνειας και ασφάλειας του δικαίου, ο ορισμός των ΜΜΕ για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού πρέπει να βασίζεται στον ορισμό της σύστασης της Επιτροπής 2003/361/EΚ της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. (17)

(40)

Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις συμβάλλουν καθοριστικά στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και, γενικότερα, αποτελούν παράγοντα κοινωνικής σταθερότητας και οικονομικού δυναμισμού. Παρόλα αυτά, η ανάπτυξή τους μπορεί να παρεμποδιστεί, από δυσλειτουργίες της αγοράς, με αποτέλεσμα οι ΜΜΕ να αντιμετωπίζουν ορισμένα τυπικά προβλήματα. Οι ΜΜΕ αντιμετωπίζουν συχνά δυσκολίες να εξασφαλίσουν κεφάλαια, επιχειρηματικά κεφάλαια ή δάνεια, λόγω της απροθυμίας ορισμένων χρηματοπιστωτικών αγορών να αναλάβουν σχετικούς κινδύνους και των περιορισμένων εγγυήσεων που είναι σε θέση να προσφέρουν οι ΜΜΕ. Οι περιορισμένοι πόροι τους ενδέχεται να περιορίζουν την πρόσβασή τους σε πληροφορίες, ειδικότερα όσον αφορά τις νέες τεχνολογίες και δυνητικές αγορές. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων των ΜΜΕ, ο παρών κανονισμός θα πρέπει, συνεπώς, να απαλλάσσει ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων όταν χορηγούνται υπέρ των ΜΜΕ. Κατά συνέπεια, κρίνεται δικαιολογημένο να απαλλάσσονται οι ενισχύσεις αυτές από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης και, για το σκοπό της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, όταν ο δικαιούχος πληροί τις προϋποθέσεις του ορισμού των ΜΜΕ που προβλέπεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, να μπορεί να θεωρηθεί ότι η ανάπτυξή του παρεμποδίζεται από τα τυπικά προβλήματα που προκαλούνται λόγω των δυσλειτουργιών της αγοράς, όταν το ποσό της ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το ισχύον όριο κοινοποίησης.

(41)

Λαμβανομένων υπόψη των διαφορών που υφίστανται μεταξύ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, θα πρέπει να οριστούν διαφορετικές βασικές εντάσεις ενίσχυσης και διαφορετικές προσαυξήσεις για τις μικρές επιχειρήσεις και για τις μεσαίες επιχειρήσεις. Οι αδυναμίες της αγοράς που επηρεάζουν εν γένει τις ΜΜΕ, μεταξύ άλλων όσον αφορά την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερα εμπόδια στην ανάπτυξη των μικρών επιχειρήσεων σε σύγκριση με εκείνη των μεσαίων επιχειρήσεων.

(42)

Με βάση την πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της ανακοίνωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις και τα επιχειρηματικά κεφάλαια (18), φαίνεται να υπάρχει μια σειρά συγκεκριμένων αδυναμιών στην αγορά επιχειρηματικών κεφαλαίων της Κοινότητας όσον αφορά ορισμένα είδη επενδύσεων για συγκεκριμένες φάσεις ανάπτυξης των επιχειρήσεων. Οι αδυναμίες αυτές της αγοράς οφείλονται στην ατελή αντιστοίχιση της προσφοράς με τη ζήτηση επιχειρηματικών κεφαλαίων, με αποτέλεσμα το ύψος των επιχειρηματικών κεφαλαίων που χορηγεί η αγορά να είναι πολύ περιορισμένο και οι επιχειρήσεις να μην βρίσκουν χρηματοδότηση παρά την ύπαρξη αξιόλογου επιχειρηματικού μοντέλου και αξιόλογων προοπτικών ανάπτυξης. Η αδυναμία αυτή που παρατηρείται στις αγορές επιχειρηματικών κεφαλαίων και η οποία επηρεάζει ιδίως την πρόσβαση των ΜΜΕ στη χρηματοδότηση και μπορεί να δικαιολογήσει παρέμβαση του δημοσίου, οφείλεται κυρίως στην ατελή ή ασύμμετρη πληροφόρηση. Κατά συνέπεια, τα καθεστώτα παροχής επιχειρηματικών κεφαλαίων που λαμβάνουν τη μορφή επενδυτικών ταμείων, ένα επαρκές ποσοστό των οποίων θεωρούνται ως κεφάλαια που προορίζονται για συμμετοχή σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις, θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει το καθεστώς της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων όπως ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τα επιχειρηματικά κεφάλαια.

(43)

Οι ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην τόνωση της απασχόλησης. Με βάση την πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 364/2004, του κοινοτικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις για την έρευνα και την ανάπτυξη (19), του κοινοτικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις για την έρευνα την ανάπτυξη και την καινοτομία (20), θεωρείται ότι λόγω των υφιστάμενων δυνατοτήτων έρευνας και ανάπτυξης τόσο των ΜΜΕ όσο και των μεγάλων επιχειρήσεων, οι αδυναμίες της αγοράς μπορεί να μην επιτρέψουν την επίτευξη του βέλτιστου όγκου παραγωγής και να οδηγήσουν σε αναποτελεσματική λειτουργία. Τα ανεπαρκή αυτά αποτελέσματα συνδέονται εν γένει με θετικές εξωτερικότητες/διάχυση γνώσεων, δημόσια αγαθά αγαθά/διάχυση γνώσεων, ατελή και ασύμμετρη πληροφόρηση και με αδυναμίες συντονισμού και ανεπάρκειες δικτύων.

(44)

Οι ενισχύσεις για την έρευνα και την ανάπτυξη των ΜΜΕ έχουν ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι ένα από τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα των ΜΜΕ έγκειται στη δυσχέρεια που αντιμετωπίζουν όσον αφορά την πρόσβασή τους σε νέες τεχνολογικές εξελίξεις, στη μεταφορά τεχνολογίας και σε προσωπικό υψηλής ειδίκευσης. Συνεπώς, οι ενισχύσεις για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης, οι ενισχύσεις για μελέτες τεχνικής σκοπιμότητας και οι ενισχύσεις για την κάλυψη του κόστους δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

(45)

Όσον αφορά τις ενισχύσεις για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης, το ενισχυόμενο τμήμα του σχεδίου έρευνας θα πρέπει να εμπίπτει πλήρως εντός των κατηγοριών της βασικής έρευνας, της βιομηχανικής έρευνας ή της πειραματικής ανάπτυξης. Όταν ένα σχέδιο περιλαμβάνει διάφορες δραστηριότητες, για κάθε δραστηριότητα πρέπει να προσδιορίζεται η κατηγορία της βασικής έρευνας, της βιομηχανικής έρευνας ή της πειραματικής ανάπτυξης στην οποία εμπίπτει ή αν δεν εμπίπτει σε καμία από τις κατηγορίες αυτές. Η υπαγωγή στις κατηγορίες αυτές δεν είναι απαραίτητο να ακολουθεί χρονολογική σειρά ξεκινώντας από τη βασική έρευνα και καταλήγοντας σε δραστηριότητες που είναι εγγύτερες στην αγορά. Συνεπώς, μια δραστηριότητα που εκτελείται σε μεταγενέστερο στάδιο του σχεδίου μπορεί να θεωρηθεί ως βιομηχανική έρευνα. Με τον ίδιο τρόπο, δεν αποκλείεται μια δραστηριότητα που πραγματοποιείται σε προηγούμενο στάδιο να αποτελεί πειραματική ανάπτυξη.

(46)

Στο γεωργικό τομέα, με βάση την πείρα που αποκτήθηκε ιδίως κατά την εφαρμογή της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την τροποποίηση του κοινοτικού πλαισίου όσον αφορά την κρατική ενίσχυση για την έρευνα και την ανάπτυξη (21), ορισμένα είδη ενισχύσεων για έρευνα και ανάπτυξη θα πρέπει να απαλλάσσονται εφόσον πληρούνται προϋποθέσεις αντίστοιχες με εκείνες που έχουν θεσπιστεί στις συγκεκριμένες διατάξεις που προβλέπονται για τον γεωργικό τομέα στο κοινοτικό πλαίσιο σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις και για την έρευνα και ανάπτυξη και την καινοτομία. Εάν δεν πληρούνται οι συγκεκριμένες αυτές προϋποθέσεις, οι ενισχύσεις μπορεί να απαλλάσσονται εάν πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις γενικές διατάξεις σχετικά με την έρευνα και την ανάπτυξη στον παρόντα κανονισμό.

(47)

Η προώθηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της πρόσληψης εργαζομένων σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενων με αναπηρία και η αντιστάθμιση των πρόσθετών δαπανών για την πρόσληψη εργαζομένων με αναπηρία αποτελεί έναν από τους κυριότερους στόχους των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών της Κοινότητας και των κρατών μελών της.

(48)

Η επαγγελματική εκπαίδευση έχει θετικές εξωτερικότητες για το σύνολο της κοινωνίας, δεδομένου ότι αυξάνει τη δεξαμενή του ειδικευμένου εργατικού δυναμικού από την οποία άλλες επιχειρήσεις δύνανται να αντλήσουν προσωπικό, βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη στρατηγική απασχόλησης της Κοινότητας. Η επαγγελματική εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής μάθησης έχει επίσης καθοριστική σημασία για τη συγκρότηση, την απόκτηση και τη διάδοση της γνώσης, ένα δημόσιο αγαθό καθοριστικής σπουδαιότητας. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι οι επιχειρήσεις της Κοινότητας εν γένει δεν επενδύουν σε επαρκή βαθμό στην επαγγελματική εκπαίδευση των εργαζομένων τους, ιδίως όταν η εκπαίδευση αυτή έχει γενικό χαρακτήρα και δεν αποφέρει άμεσα και συγκεκριμένα οφέλη στη σχετική επιχείρηση, οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να συμβάλουν στη διόρθωση αυτής της ανεπάρκειας της αγοράς. Συνεπώς, οι ενισχύσεις αυτές θα πρέπει να απαλλάσσονται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης. Λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΜΜΕ και τις υψηλότερες σχετικές δαπάνες που πρέπει να επωμισθούν όταν επενδύουν στην εκπαίδευση οι εντάσεις των απαλλασσόμενων ενισχύσεων βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αυξηθούν για τις ΜΜΕ.

(49)

Πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της γενικής και της ειδικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. Οι επιτρεπόμενες εντάσεις ενίσχυσης θα πρέπει να διαφέρουν ανάλογα με το είδος της παρεχόμενης εκπαίδευσης και το μέγεθος της επιχείρησης. Η γενική επαγγελματική εκπαίδευση παρέχει μεταβιβάσιμα προσόντα και βελτιώνει σημαντικά τις δυνατότητες απασχόλησης του εκπαιδευόμενου. Οι ενισχύσεις που χορηγούνται για το σκοπό αυτό στρεβλώνουν λιγότερο τον ανταγωνισμό, πράγμα που σημαίνει ότι θα μπορούν να απαλλάσσονται υψηλότερες εντάσεις ενίσχυσης από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης. Η εξειδικευμένη επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία κυρίως ωφελεί την επιχείρηση, ενέχει μεγαλύτερο κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού και, συνεπώς, η ένταση ενίσχυσης που μπορεί να απαλλάσσεται από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης θα πρέπει να είναι πολύ χαμηλότερη. Η επαγγελματική εκπαίδευση θα θεωρείται ότι έχει γενικό χαρακτήρα και όταν αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, την οικολογική καινοτομία και την εταιρική κοινωνική ευθύνη και με τον τρόπο αυτό αυξάνει την ικανότητα του δικαιούχου να συμβάλλει στην επίτευξη γενικών στόχων στον περιβαλλοντικό τομέα.

(50)

Ορισμένες κατηγορίες εργαζόμενων με αναπηρία ή εργαζόμενων σε μειονεκτική θέση εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσχέρειες εισόδου στην αγορά εργασίας. Για το λόγο αυτό, οι δημόσιες αρχές μπορούν να εφαρμόσουν μέτρα που να παρέχουν κίνητρα στις επιχειρήσεις ώστε να αυξήσουν το επίπεδο της απασχόλησης, ιδίως ατόμων από αυτές τις μειονεκτικές κατηγορίες. Το εργατικό κόστος αποτελεί μέρος του συνήθους λειτουργικού κόστους οποιασδήποτε επιχείρησης. Συνεπώς, έχει ιδιαίτερη σημασία η ενίσχυση για την απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία ή εργαζομένων σε μειονεκτική θέση να έχει θετικό αποτέλεσμα στα επίπεδα απασχόλησης αυτών των κατηγοριών εργαζομένων και όχι να επιτρέπει απλώς στις επιχειρήσεις να μειώνουν το κόστος που διαφορετικά θα χρειαζόταν να επωμιστούν. Συνεπώς, οι ενισχύσεις αυτές θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης όταν είναι πιθανό να βοηθούν αυτές τις κατηγορίες των εργαζομένων να εισέλθουν εκ νέου στην αγορά εργασίας ή, όσον αφορά τα άτομα με αναπηρία, να εισέλθουν εκ νέου και να παραμείνουν στην αγορά εργασίας.

(51)

Θεωρείται σκόπιμο να θεσπιστούν μεταβατικές διατάξεις για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και δεν κοινοποιήθηκαν κατά παράβαση της υποχρέωσης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις εθνικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, τα υφιστάμενα καθεστώτα επενδυτικών ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα που έχουν απαλλαγεί θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό εκείνο, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 2, τελευταία περίπτωση, του ιδίου κανονισμού.

(52)

Με βάση την πείρα της Επιτροπής στον τομέα αυτό, και ιδίως τη συχνότητα με την οποία είναι εν γένει απαραίτητο να αναθεωρείται η πολιτική κρατικών ενισχύσεων, θεωρείται σκόπιμο να περιοριστεί η περίοδος εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Εάν ο παρών κανονισμός λήξει χωρίς να παραταθεί, τα καθεστώτα ενισχύσεων που έχουν ήδη απαλλαγεί βάσει του παρόντος κανονισμού θα εξακολουθήσουν να απαλλάσσονται για μια περαιτέρω περίοδο έξι μηνών, έτσι ώστε να δοθεί ο αναγκαίος χρόνος προσαρμογής στα κράτη μέλη.

(53)

Θα πρέπει να καταργηθούν οι ακόλουθοι κανονισμοί: κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001, κανονισμός (EΚ) αριθ. 68/2001, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα ακόλουθα είδη ενισχύσεων:

α)

ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για επενδύσεις και απασχόληση·

β)

ενισχύσεις για επενδύσεις και απασχόληση προς ΜΜΕ·

γ)

ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος·

δ)

ενισχύσεις για παροχή συμβουλών και τη συμμετοχή των ΜΜΕ σε εμπορικές εκθέσεις

ε)

ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου·

στ)

ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη·

ζ)

ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση·

η)

ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και για εργαζόμενους με αναπηρία.

2.   Δεν εφαρμόζεται σε:

α)

ενισχύσεις δραστηριοτήτων που συνδέονται με εξαγωγές, και ιδίως ενισχύσεις που συνδέονται άμεσα με τις εξαγόμενες ποσότητες, με τη συγκρότηση ή τη λειτουργία δικτύου διανομής ή με άλλες τρέχουσες δαπάνες που συνδέονται με την εξαγωγική δραστηριότητα·

β)

ενισχύσεις που εξαρτώνται από την κατά προτίμηση χρήση εγχώριων προϊόντων έναντι των εισαγόμενων.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε ενισχύσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας με τις εξής εξαιρέσεις:

α)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (22), εκτός από τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση, τις ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου, τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη και τις ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενους με αναπηρία·

β)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων όπως απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, εκτός από τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση, τις ενισχύσεις με τη μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου, τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη, τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και τις ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενους με αναπηρία·

γ)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην μεταποίηση και την εμπορία γεωργικών προϊόντων, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

όταν το ποσό της ενίσχυσης καθορίζεται με βάση την τιμή ή την ποσότητα τέτοιων προϊόντων που αγοράζονται από πρωτογενείς παραγωγούς ή διατίθενται στην αγορά από τις οικείες επιχειρήσεις,

ii)

όταν η ενίσχυση συνοδεύεται από την υποχρέωση της απόδοσής της εν μέρει ή εξ ολοκλήρου σε πρωτογενείς παραγωγούς·

δ)

τις ενισχύσεις προς επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του άνθρακα με εξαίρεση τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση, τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη και τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος·

ε)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του χάλυβα, με εξαίρεση τις περιβαλλοντικές ενισχύσεις, τις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση και τις ενισχύσεις για εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση και εργαζόμενους με αναπηρία·

στ)

τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο ναυπηγικό τομέα·

ζ)

τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των συνθετικών ινών (23).

4.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε καθεστώτα ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα που στοχεύουν σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας στην μεταποίηση ή/και τις υπηρεσίες. Τα καθεστώτα που αφορούν τις τουριστικές δραστηριότητες δεν θεωρείται ότι στοχεύουν σε συγκεκριμένο κλάδο.

5.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε ad hoc μεμονωμένες ενισχύσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις, εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1.

6.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες ενισχύσεις:

α)

καθεστώτα ενισχύσεων που δεν αποκλείουν ρητά την καταβολή μεμονωμένης ενίσχυσης υπέρ επιχείρησης που αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούσας διαταγής ανάκτησης μετά από προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής με την οποία ενίσχυση κηρύσσεται παράνομη και ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά·

β)

ad hoc μεμονωμένες ενίσχυσης υπέρ επιχείρησης που αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούσας διαταγής ανάκτησης μετά από προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής με την οποία ενίσχυση κηρύσσεται παράνομη και ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά·

γ)

ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1)

ως «ενίσχυση» νοείται κάθε μέτρο το οποίο πληροί το σύνολο των κριτηρίων που καθορίζονται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης·

(2)

ως «καθεστώς ενισχύσεων» νοείται κάθε πράξη με βάση την οποία, χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω μέτρα εκτέλεσης, μπορούν να χορηγούνται μεμονωμένες ενισχύσεις σε επιχειρήσεις οι οποίες ορίζονται στην εν λόγω πράξη κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο και κάθε πράξη βάσει της οποίας μπορεί να χορηγείται ενίσχυση μη συνδεόμενη με συγκεκριμένο σχέδιο σε μια ή περισσότερες επιχειρήσεις για αόριστο χρονικό διάστημα ή/και για απροσδιόριστο ποσό·

(3)

ως «μεμονωμένη ενίσχυση ad hoc» νοείται η ενίσχυση ατομικού χαρακτήρα που δεν χορηγείται βάσει καθεστώτος ενισχύσεων·

(4)

ως «ένταση ενίσχυσης» νοείται το ποσό της ενίσχυσης εκφραζόμενο ως ποσοστό των επιλέξιμων δαπανών·

(5)

ως «διαφανής ενίσχυση» νοείται η ενίσχυση η οποία παρέχει τη δυνατότητα ακριβούς υπολογισμού του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης εκ των προτέρων χωρίς να χρειάζεται η διενέργεια αξιολόγησης κινδύνου·

(6)

ως «μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» ή «ΜΜΕ» νοούνται οι επιχειρήσεις που πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα Ι·

(7)

ως «μεγάλες επιχειρήσεις» νοούνται οι επιχειρήσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα Ι·

(8)

ως «ενισχυόμενες περιοχές» νοούνται οι περιφέρειες που είναι επιλέξιμες για τη χορήγηση ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα, όπως προσδιορίζονται στον εγκεκριμένο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για το σχετικό κράτος μέλος για την περίοδο 2007-2013·

(9)

ως «υλικά περιουσιακά στοιχεία» νοούνται τα περιουσιακά στοιχεία που σχετίζονται με τη γη, τα κτίρια και τη μονάδα παραγωγής, τα μηχανήματα και τον εξοπλισμό. Στον τομέα των μεταφορών, εκτός από τις οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και τις αεροπορικές μεταφορές, τα μέσα μεταφορών και ο εξοπλισμός μεταφορών θεωρούνται ως επιλέξιμα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τις περιπτώσεις που πρόκειται για ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα·

(10)

ως «άυλα περιουσιακά στοιχεία» νοούνται τα περιουσιακά στοιχεία που προκύπτουν από τη μεταφορά τεχνολογίας μέσω της απόκτησης δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, αδειών εκμετάλλευσης, τεχνογνωσίας ή μη νομικά κατοχυρωμένων τεχνικών γνώσεων·

(11)

ως «μεγάλο επενδυτικό σχέδιο» νοείται η επένδυση σε κεφαλαιουχικά περιουσιακά στοιχεία με επιλέξιμες δαπάνες άνω των 50 εκατ. EUR, υπολογιζόμενες με τις τιμές και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που ισχύουν κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης·

(12)

ως «αριθμός εργαζομένων» νοείται ο αριθμός των ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ), δηλαδή ο αριθμός των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που έχουν εργαστεί κατά τη διάρκεια του έτους. Η μερική και εποχιακή απασχόληση ισοδυναμούν με κλάσμα των ΕΜΕ·

(13)

ως«θέσεις απασχόλησης δημιουργούμενες άμεσα από επενδυτικό σχέδιο» νοούνται οι θέσεις απασχόλησης που αφορούν τη δραστηριότητα με την οποία σχετίζεται η επένδυση, περιλαμβανομένων των θέσεων απασχόλησης που δημιουργούνται ύστερα από αύξηση του ποσοστού χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας που δημιουργείται από την επένδυση·

(14)

ως «μισθολογικό κόστος» νοείται το συνολικό ποσό που πράγματι επιβαρύνει το δικαιούχο της ενίσχυσης όσον αφορά τις σχετικές θέσεις απασχόλησης, περιλαμβανομένων:

α)

των ακαθάριστων αποδοχών προ φόρων και

β)

των υποχρεωτικών εισφορών, όπως των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης·

(15)

ως «ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση» νοούνται οι ενισχύσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12·

(16)

η «επενδυτική ενίσχυση» περιλαμβάνει όλα τα είδη των ενισχύσεων που προβλέπονται στα ακόλουθα άρθρα: άρθρο 11 σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για επενδύσεις και απασχόληση· το άρθρο 12 σχετικά με ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση και τα άρθρα 14 έως 18 σχετικά με τις επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

(17)

ως «εργαζόμενος σε μειονεκτική θέση» νοείται κάθε άτομο που ανήκει σε μια από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

κάθε άτομο που δεν είχε κανονική αμειβόμενη απασχόληση κατά τους προηγούμενους 6 μήνες·

β)

κάθε άτομο που δεν παρακολούθησε δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή επαγγελματική κατάρτιση (ISCED 3)·

γ)

κάθε άτομο άνω των 50 ετών·

δ)

κάθε άτομο που ζει μόνο έχοντας τη φροντίδα ενός ή περισσότερων εξαρτώμενων μελών·

ε)

κάθε γυναίκα που εργάζεται σε τομέα ή επάγγελμα που χαρακτηρίζεται από ανισορροπία μεταξύ των φύλων η οποία υπερβαίνει κατά 25 % τη μέση εθνική ανισορροπία μεταξύ των δύο φύλων ·

στ)

κάθε άτομο που είναι μέλος εθνικής μειονότητας εντός κράτους μέλους και το οποίο χρειάζεται να αναπτύξει τις γλωσσικές του δεξιότητες, την επαγγελματική του κατάρτιση ή την επαγγελματική του πείρα έτσι ώστε να βελτιώσει τις προοπτικές του να αποκτήσει πρόσβαση σε σταθερή απασχόληση·

(18)

ως «εργαζόμενος με αναπηρία» νοείται κάθε πρόσωπο:

α)

που έχει αναγνωριστεί ως άτομο με αναπηρία βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ή

β)

έχει αναγνωρισμένη ανεπάρκεια που οφείλεται σε σωματικά, πνευματικά ή ψυχολογικά μειονεκτήματα·

(19)

ως «προστατευόμενη απασχόληση» νοείται η απασχόληση σε επιχείρηση όπου τουλάχιστον το 50 % των απασχολουμένων είναι άτομα με αναπηρία·

(20)

ως «υποστηριζόμενη απασχόληση» νοείται η απασχόληση εργαζόμενων με αναπηρία σε επιχείρηση που προσφέρει προσωπική συνδρομή ή στήριξη, αλλά η οποία δεν αποτελεί περιβάλλον «προστατευόμενης απασχόλησης»·

(21)

ως «γεωργικά προϊόντα» νοούνται:

α)

τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, εκτός των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που καλύπτει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 104/2000·

β)

τα προϊόντα που εμπίπτουν στους κωδικούς ΣΟ 4502, 4503 και 4504 (προϊόντα φελλού)·

γ)

τα προϊόντα που προορίζονται για απομίμηση και υποκατάσταση του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 (24)·

(22)

ως «μεταποίηση γεωργικών προϊόντων» νοείται η επέμβαση σε γεωργικό προϊόν, όταν το προϊόν το οποίο προκύπτει από την επέμβαση αυτή είναι επίσης γεωργικό προϊόν, εκτός από δραστηριότητες στη γεωργική εκμετάλλευση που είναι απαραίτητες προκειμένου να προετοιμαστεί ένα ζωικό ή φυτικό προϊόν για την πρώτη πώληση·

(23)

ως «εμπορία γεωργικού προϊόντος» νοείται η κατοχή ή η έκθεση με σκοπό την πώληση, η διάθεση προς πώληση, η παράδοση ή η κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο διάθεση στο εμπόριο, εκτός από την πρώτη πώληση εκ μέρους του πρωτογενούς παραγωγού σε μεταπωλητές και μεταποιητές και κάθε δραστηριότητα προκειμένου να προετοιμαστεί το προϊόν για την εν λόγω πρώτη πώληση· η πώληση από παραγωγό πρωτογενούς παραγωγής σε τελικούς καταναλωτές θεωρείται ως εμπορία μόνο αν πραγματοποιείται σε χωριστές εγκαταστάσεις ειδικά προοριζόμενες για το σκοπό αυτό·

(24)

ως «τουριστικές δραστηριότητες» νοούνται οι ακόλουθες επιχειρηματικές δραστηριότητες κατά την έννοια της NACE αναθ. 1.1:

α)

NACE 55: Ξενοδοχεία και εστιατόρια·

β)

NACE 63.3: Δραστηριότητες ταξιδιωτικών πρακτορείων και επιχειρήσεις οργανωμένων εκδρομών, δραστηριότητες παροχής τουριστικής βοήθειας,

γ)

NACE 92: Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες·

(25)

ως «επιστρεπτέα προκαταβολή» νοείται δάνειο για σχέδιο που χορηγείται σε μια ή περισσότερες δόσεις και οι όροι αποπληρωμής του οποίου εξαρτώνται από το αποτέλεσμα του σχεδίου έρευνας και ανάπτυξης.

(26)

ως «επιχειρηματικό κεφάλαιο» νοείται η χρηματοδότηση που χορηγείται μέσω ιδίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων σε επιχειρήσεις κατά τα αρχικά στάδια της ανάπτυξής τους (προλειτουργική φάση, φάση εκκίνησης και φάση επέκτασης)·

(27)

ο «τομέας της χαλυβουργίας» απαρτίζεται από τους τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα Ι των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα 2007-2013 (25).

Άρθρο 3

Προϋποθέσεις απαλλαγής

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων που πληρούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου Ι του παρόντος κανονισμού, καθώς και τις σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ του παρόντος κανονισμού συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον κάθε μεμονωμένη ενίσχυση που χορηγείται βάσει των εν λόγω καθεστώτων πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού, και το καθεστώς περιέχει ρητή παραπομπή στον παρόντα κανονισμό, με αναφορά του τίτλου του και των στοιχείων δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει καθεστώτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης υπό την προϋπόθεση ότι οι χορηγούμενες ενισχύσεις πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου Ι του παρόντος κανονισμού καθώς και τις σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ του παρόντος κανονισμού και το μεμονωμένο μέτρο ενίσχυσης περιέχει ρητή παραπομπή στον παρόντα κανονισμό, με αναφορά του τίτλου και των στοιχείων δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ρητή παραπομπή στον αναγνωριστικό αριθμό της Επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.

3.   Οι ad hoc μεμονωμένες ενισχύσεις που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου Ι του παρόντος κανονισμού καθώς και τις σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ του παρόντος κανονισμού, είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον οι χορηγούμενες ενισχύσεις περιέχουν ρητή παραπομπή στον παρόντα κανονισμό, με αναφορά του τίτλου και των στοιχείων δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ρητή παραπομπή στον αναγνωριστικό αριθμό που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.

Άρθρο 4

Ένταση της ενίσχυσης και επιλέξιμες δαπάνες

1.   Για τον υπολογισμό της έντασης των ενισχύσεων, όλα τα στοιχεία υπολογίζονται πριν την αφαίρεση φόρων ή άλλων επιβαρύνσεων. Όπου η ενίσχυση καταβάλλεται με μορφή άλλη εκτός από επιχορήγηση, το ποσό της ενίσχυσης είναι το ισοδύναμο επιχορήγησης της ενίσχυσης. Οι ενισχύσεις που καταβάλλονται σε περισσότερες δόσεις ανάγονται στην αξία τους κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για την αναγωγή είναι το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Στις περιπτώσεις που η ενίσχυση χορηγείται μέσω φοροαπαλλαγών ή μειώσεων μελλοντικών φόρων, υπό τον όρο ότι τηρείται ορισμένη ένταση ενίσχυσης που ορίζεται σε ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης, η αναγωγή της αξίας των τμημάτων της ενίσχυσης γίνεται με βάση τα επιτόκια αναφοράς που ισχύουν κατά το χρόνο υλοποίησης των διαφόρων φορολογικών πλεονεκτημάτων.

2.   Οι επιλέξιμες δαπάνες τεκμηριώνονται εγγράφως με σαφή και αναλυτικό τρόπο.

Άρθρο 5

Διαφάνεια των ενισχύσεων

1.   Ο παρών κανονισμός ισχύει μόνο για τις ενισχύσεις που χαρακτηρίζονται από διαφάνεια.

Ειδικότερα, θεωρείται ότι χαρακτηρίζονται από διαφάνεια τα ακόλουθα είδη ενισχύσεων:

α)

ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε δάνεια, όταν το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης υπολογίστηκε βάσει των επιτοκίων αναφοράς που ίσχυαν τη στιγμή της χορήγησης και λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη συνήθους ασφάλειας ή/και ασυνήθιστου κινδύνου σε σχέση με το δάνειο·

β)

ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε εγγυοδοτικά καθεστώτα, όταν η μεθοδολογία για τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης έγινε δεκτή μετά την κοινοποίησή της στην Επιτροπή και η εγκεκριμένη μεθοδολογία αναφέρει ρητά τα είδη εγγυήσεων και το είδος των υποκειμένων πράξεων στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού·

γ)

ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε φορολογικά μέτρα, όταν το μέτρο προβλέπει ανώτατο όριο με το οποίο διασφαλίζεται ότι δεν γίνεται υπέρβαση του ισχύοντος ορίου.

2.   Tα ακόλουθα είδη ενισχύσεων θεωρείται ότι δεν χαρακτηρίζονται από διαφάνεια:

α)

ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε εισφορά κεφαλαίου·

β)

ενισχύσεις που περιλαμβάνονται σε μέτρα για κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου, με την εξαίρεση ενισχύσεων που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 23.

3.   Ενισχύσεις με τη μορφή επιστρέψιμων προκαταβολών θεωρείται ότι χαρακτηρίζονται από διαφάνεια μόνο εφόσον το συνολικό ποσό της επιστρέψιμης προκαταβολής δεν υπερβαίνει τα ισχύοντα ανώτατα όρια βάσει του παρόντος κανονισμού. Εφόσον το ανώτατο όριο εκφράζεται σε ένταση ενίσχυσης, το συνολικό ποσό της επιστρέψιμης προκαταβολής, εκφρασμένο ως ποσοστό του επιλέξιμου κόστους, δεν πρέπει να υπερβαίνει την ισχύουσα ένταση ενίσχυσης.

Άρθρο 6

Όρια κοινοποίησης μεμονωμένων ενισχύσεων

1.   Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για οποιαδήποτε μεμονωμένη ενίσχυση είτε χορηγείται ad hoc είτε βάσει καθεστώτος ενισχύσεων, το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης της οποίας υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:

α)

ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση: 7,5 εκατ. EUR ανά επιχείρηση και επενδυτικό σχέδιο·

β)

επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος: 5 εκατ. EUR ανά επιχείρηση και ανά επενδυτικό σχέδιο·

γ)

ενισχύσεις για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε ΜΜΕ και ενισχύσεις για τη συμμετοχή ΜΜΕ σε εκθέσεις: 2 εκατ. EUR ανά επιχείρηση και επενδυτικό σχέδιο·

δ)

ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη και μελέτες σκοπιμότητας:

i)

αν το σχέδιο αφορά κυρίως βασική έρευνα, 20 εκατ. EUR ανά επιχείρηση, σχέδιο/μελέτη σκοπιμότητας·

ii)

αν το σχέδιο αφορά κυρίως βιομηχανική έρευνα, 10 εκατ. EUR ανά επιχείρηση, σχέδιο/μελέτη σκοπιμότητας·

iii)

για όλα τα άλλα σχέδια, 7,5 εκατ. EUR ανά επιχείρηση, σχέδιο/μελέτη σκοπιμότητας·

iv)

αν το σχέδιο είναι σχέδιο EUREKA, το διπλάσιο από τα ποσά των σημείων i), ii) και iii) αντίστοιχα.

Ένα σχέδιο θεωρείται ότι αφορά «κυρίως» βασική έρευνα ή «κυρίως» βιομηχανική έρευνα αν περισσότερο από το μισό του επιλέξιμου κόστους του σχεδίου συνδέεται με δραστηριότητες που εντάσσονται στην κατηγορία της βασικής ή της βιομηχανικής έρευνας αντίστοιχα. Αν δεν μπορεί να καθορισθεί ο κύριος χαρακτήρας του σχεδίου, εφαρμόζεται το χαμηλότερο όριο.

ε)

ενισχύσεις για το κόστος απόκτησης δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας για ΜΜΕ: 5 εκατ. EUR ανά επιχείρηση και σχέδιο·

στ)

ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση: 2 εκατ. EUR ανά σχέδιο κατάρτισης·

ζ)

ενισχύσεις για την πρόσληψη εργαζομένων σε μειονεκτική θέση: 5 εκατ. EUR ανά επιχείρηση το χρόνο·

η)

ενισχύσεις για την απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία με τη μορφή μισθολογικού κόστους: 10 εκατ. EUR ανά επιχείρηση το χρόνο.

θ)

ενισχύσεις για την απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία ως αντιστάθμιση για επιπρόσθετες δαπάνες: 10 εκατ. EUR ανά επιχείρηση το χρόνο.

2.   Οι περιφερειακές ενισχύσεις για μεγάλα επενδυτικά σχέδια κοινοποιούνται στην Επιτροπή αν το συνολικό ποσό της ενίσχυσης από όλες τις πηγές υπερβαίνει το 75 % του ανώτατου ορίου ενίσχυσης που θα μπορούσε να λάβει μια επένδυση με επιλέξιμες δαπάνες ύψους 100 εκατ. EUR, εφαρμόζοντας το ισχύον πάγιο όριο ενίσχυσης για μεγάλες επιχειρήσεις στον εγκεκριμένο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων την ημερομηνία χορήγησης ενίσχυσης.

Άρθρο 7

Σώρευση

1.   Προκειμένου να καθορισθεί αν τηρούνται τα όρια κοινοποίησης μεμονωμένων ενισχύσεων που καθορίζονται στο άρθρο 6 και οι μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης που καθορίζονται στο κεφάλαιο II, θα λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό των δημόσιων μέτρων στήριξης για την ενισχυόμενη δραστηριότητα ή το σχέδιο, ανεξάρτητα από το αν η στήριξη χρηματοδοτείται από τοπικές, περιφερειακές, εθνικές ή κοινοτικές πηγές.

2.   Οι ενισχύσεις που εξαιρούνται από τον παρόντα κανονισμό μπορούν να σωρευθούν με οποιεσδήποτε άλλες ενισχύσεις εξαιρούνται βάσει του παρόντος κανονισμού εφόσον τα εν λόγω μέτρα ενίσχυσης αφορούν διαφορετικές προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες.

3.   Οι ενισχύσεις που εξαιρούνται από τον παρόντα κανονισμό δεν μπορούν να σωρευθούν με καμία άλλη ενίσχυση που εξαιρείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή ενισχύσεις de minimis που πληρούν τις προϋποθέσεις οι οποίες καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής (26) ούτε με άλλη κοινοτική χρηματοδότηση που αφορά τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες — που αλληλεπικαλύπτονται πλήρως ή εν μέρει — αν η σώρευση αυτή οδηγεί σε ένταση ενίσχυσης ή ποσό ενίσχυσης που υπερβαίνει το ανώτατο όριο το οποίο ισχύει για τις ενισχύσεις αυτές βάσει του παρόντος κανονισμού.

4.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3, οι ενισχύσεις υπέρ εργαζομένων με αναπηρία μπορούν, όπως προβλέπεται στα άρθρα 32 και 33, να σωρευθούν με ενισχύσεις που εξαιρούνται βάσει του παρόντος κανονισμού και αφορούν τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες πάνω από το μέγιστο ισχύον όριο βάσει του παρόντος κανονισμού, εφόσον η σώρευση αυτή δεν οδηγεί σε ένταση ενίσχυσης μεγαλύτερη από 100 % του μισθολογικού κόστους για όλη την περίοδο κατά την οποία απασχολούνται οι εν λόγω εργαζόμενοι.

5.   Όσον αφορά τη σώρευση των ενισχύσεων που εξαιρούνται βάσει του παρόντος κανονισμού με προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες και ενισχύσεις απαλλασσόμενες βάσει του παρόντος κανονισμού χωρίς προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες, ισχύουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο.

Όταν μια επιχείρηση στόχος έχει λάβει κεφάλαια βάσει μέτρου για κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 23 και ζητά στη συνέχεια, για τα τρία πρώτα έτη που ακολουθούν την πρώτη επένδυση σε επιχειρηματικά κεφάλαια, ενισχύσεις που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό, τα ισχύοντα όρια ενίσχυσης ή τα μέγιστα επιλέξιμα ποσά βάσει του παρόντος κανονισμού μειώνονται κατά 50 % γενικά και 20 % για τις επιχειρήσεις στόχους που βρίσκονται σε ενισχυόμενες περιοχές. Η μείωση αυτή δεν ισχύει για ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη που εξαιρούνται βάσει των άρθρων 25 έως 27.

Άρθρο 8

Χαρακτήρας κινήτρου

1.   Ο παρών κανονισμός εξαιρεί μόνο τις ενισχύσεις που έχουν χαρακτήρα κινήτρου.

Οι ενισχύσεις θεωρείται ότι έχουν χαρακτήρα κινήτρου εφόσον επιτρέπουν στον δικαιούχο να πραγματοποιεί δραστηριότητες ή σχέδια που δεν θα είχε πραγματοποιήσει χωρίς τις ενισχύσεις αυτές.

Οι περιφερειακές επενδυτικές ενισχύσεις θεωρείται ότι έχουν τέτοιο χαρακτήρα κινήτρου επίσης αν, ελλείψει αυτών των ενισχύσεων, δεν είχε πραγματοποιηθεί το επενδυτικό σχέδιο στην εν λόγω ενισχυόμενη περιοχή.

2.   Όσον αφορά τις ενισχύσεις προς ΜΜΕ, που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, θεωρείται ότι πληρούται η προϋπόθεση της παραγράφου 1 αν, πριν την έναρξη εργασιών για το σχέδιο ή τη δραστηριότητα, ο δικαιούχος υπέβαλε αίτηση για ενίσχυση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

[3.   Όσον αφορά τις ενισχύσεις προς μεγάλες επιχειρήσεις, που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, ο όρος που καθορίζεται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι πληρούται αν, εκτός από την τήρηση του όρου που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 2, το κράτος μέλος έλεγξε, πριν χορηγήσει τις εν λόγω μεμονωμένες ενισχύσεις, ότι τα έγγραφα που ετοίμασε ο δικαιούχος αποδεικνύουν τον χαρακτήρα κινήτρου των ενισχύσεων βάσει ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

την αύξηση του μεγέθους του σχεδίου/της δραστηριότητας λόγω των ενισχύσεων·

β)

την αύξηση της εμβέλειας του σχεδίου/της δραστηριότητας λόγω των ενισχύσεων·

γ)

την αύξηση του συνολικού ποσού που διατίθεται από τον δικαιούχο για το σχέδιο/τη δραστηριότητα λόγω των ενισχύσεων.]

4.   Οι όροι που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 2 [και 3] δεν ισχύουν για τα φορολογικά μέτρα τα οποία θεσπίζουν νομικό δικαίωμα για ενισχύσεις βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και χωρίς περαιτέρω άσκηση διακριτικής ευχέρειας από την πλευρά του κράτους μέλους, αν τα εν λόγω φορολογικά μέτρα εγκρίθηκαν προτού αρχίσουν οι εργασίες για το ενισχυόμενο σχέδιο ή δραστηριότητα.

5.   Εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 έως 4, το μέτρο, στο σύνολό του, δεν μπορεί να απαλλαγεί βάσει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 9

Διαφάνεια και έλεγχος

1.   Το αργότερο 10 εργάσιμες ημέρες πριν τη χορήγηση μεμονωμένων ενισχύσεων, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή περίληψη των πληροφοριών σχετικά με τις ενισχύσεις αυτές σε ηλεκτρονική μορφή, μέσω της υπάρχουσας ηλεκτρονικής εφαρμογής και με τη μορφή που καθορίζεται στο [Παράρτημα ΙΙΙ], ενόψει της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον ιστότοπο της Επιτροπής. Εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή αυτών των πληροφοριών, η Επιτροπή αποστέλλει απόδειξη παραλαβής στο κράτος μέλος αναφέροντας τον αριθμό ταυτοποίησης του εν λόγω μέτρου ενίσχυσης.

2.   Μόλις αρχίσει να ισχύει ένα καθεστώς ενισχύσεων ή χορηγηθούν μεμονωμένες ενισχύσεις ad hoc βάσει του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν στο Διαδίκτυο το πλήρες κείμενο του μέτρου ενίσχυσης, αναφέροντας τα κριτήρια και τους όρους χορήγησης της ενίσχυσης αυτής καθώς και την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής. Η ηλεκτρονική διεύθυνση στο Διαδίκτυο υποβάλλεται στην Επιτροπή με την περίληψη των πληροφοριών για τις αιτούμενες ενισχύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1. Περιλαμβάνεται επίσης στην ετήσια έκθεση που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.

3.   Τα κράτη μέλη αναφέρονται στον αναγνωριστικό αριθμό που χορηγεί η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 1 για κάθε μέτρο χορήγησης ενίσχυσης που απευθύνεται σε τελικό δικαιούχο, εκτός από τις ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών μέτρων.

4.   Κάθε φορά που χορηγούνται μεμονωμένες ενισχύσεις βάσει υφισταμένου καθεστώτος ενισχύσεων για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης που καλύπτονται από το άρθρο 25 και οι μεμονωμένες ενισχύσεις υπερβαίνουν τα 3 εκατ. EUR ή κάθε φορά που χορηγούνται μεμονωμένες περιφερειακές ενισχύσεις, βάσει υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων για μεγάλα επενδυτικά σχέδια, που δεν είναι ατομικά κοινοποιήσιμες βάσει του άρθρου 6, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, εντός 20 ημερών μετά την ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης από την αρμόδια αρχή, τις προβλεπόμενες πληροφορίες στην τυποποιημένη μορφή που καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, μέσω της υπάρχουσας ηλεκτρονικής εφαρμογής.

5.   Σύμφωνα με το κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 του Συμβουλίου (27), τα κράτη μέλη καταρτίζουν έκθεση σε ηλεκτρονική μορφή σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για κάθε πλήρες έτος ή κάθε τμήμα του έτους για το οποίο ισχύει ο παρών κανονισμός.

6.   Τα κράτη μέλη διατηρούν λεπτομερείς φακέλους για τις μεμονωμένες ενισχύσεις ή τα καθεστώτα ενισχύσεων που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι φάκελοι αυτοί περιέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου να καθορισθεί ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένων πληροφοριών για τον χαρακτηρισμό των επιχειρήσεων των οποίων το δικαίωμα σε ενίσχυση ή επιχορήγηση εξαρτάται από τον χαρακτηρισμό τους ως ΜΜΕ, πληροφοριών για το χαρακτήρα κινήτρου των ενισχύσεων και πληροφοριών που επιτρέπουν να καθορισθεί το ακριβές ποσό των επιλέξιμων δαπανών ώστε να εφαρμοστεί ο παρών κανονισμός.

Τα αρχεία που αφορούν μεμονωμένες ενισχύσεις πρέπει να διατηρούνται επί δέκα έτη από την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε η ενίσχυση. Τα αρχεία που αφορούν καθεστώς ενισχύσεων πρέπει να διατηρούνται επί 10 έτη από την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε τελευταία επιμέρους ενίσχυση δυνάμει του καθεστώτος.

7.   Η Επιτροπή ελέγχει τακτικά τα μέτρα ενίσχυσης των οποίων λαμβάνει γνώση σύμφωνα με την παράγραφο 1.

8.   Κατόπιν γραπτού αιτήματος της Επιτροπής, τα κράτη μέλη της υποβάλλουν, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο αίτημα, όλες τις πληροφορίες που κρίνονται απαραίτητες για τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν υποβληθούν εντός της προθεσμίας αυτής ή μιας από κοινού καθορισθείσας προθεσμίας, η Επιτροπή αποστέλλει υπενθύμιση στην οποία καθορίζει νέα προθεσμία για την υποβολή των πληροφοριών. Αν, παρά την υπενθύμιση αυτή, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν υποβάλλει τις ζητούμενες πληροφορίες, η Επιτροπή δύναται, αφού δώσει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τη δυνατότητα να παρουσιάσει τις απόψεις του, να εκδώσει απόφαση με την οποία ορίζεται ότι όλα τα μελλοντικά μέτρα ενίσχυσης για τα οποία ισχύει ο παρών κανονισμός πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

Άρθρο 10

Ειδικοί όροι για επενδυτικές ενισχύσεις

1.   Προκειμένου να θεωρηθεί ότι αποτελούν επιλέξιμο κόστος για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι επενδύσεις πρέπει να αφορούν:

α)

επένδυση σε υλικά ή/και άυλα στοιχεία ενεργητικού σε σχέση με τη δημιουργία νέας μονάδας, την επέκταση υφιστάμενης μονάδας, τη διαφοροποίηση της παραγωγής μιας μονάδας σε νέα επιπρόσθετα προϊόντα ή τη θεμελιώδη αλλαγή του συνόλου της παραγωγικής διαδικασίας υφιστάμενης μονάδας, ή

β)

την απόκτηση πάγιων στοιχείων ενεργητικού που συνδέονται άμεσα με μια μονάδα, εφόσον έχει κλείσει ή θα είχε κλείσει, αν δεν είχε αγορασθεί, και τα περιουσιακά στοιχεία αγοράζονται από ανεξάρτητο επενδυτή,

Η απόκτηση και μόνο των μετοχών μιας επιχείρησης δεν συνιστά επένδυση.

2.   Προκειμένου να θεωρηθούν ότι αποτελούν επιλέξιμη δαπάνη για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα άυλα στοιχεία πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στην μονάδα που λαμβάνει την ενίσχυση·

β)

να θεωρούνται αποσβεστέα στοιχεία ενεργητικού·

γ)

να αγοράζονται από τρίτα μέρη με τους όρους της αγοράς, χωρίς ο αγοραστής να είναι σε θέση να ασκήσει έλεγχο στον πωλητή, ή το αντίστροφο, κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (28)·

δ)

πρέπει να περιλαμβάνονται στα στοιχεία του ενεργητικού της επιχείρησης και να παραμείνουν στην αποδέκτρια μονάδα επί τουλάχιστον πέντε έτη ή τρία έτη στην περίπτωση ΜΜΕ.

3.   Προκειμένου να θεωρηθεί ότι αποτελεί επιλέξιμο κόστος για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η απασχόληση που δημιουργείται άμεσα από επενδυτικό σχέδιο πρέπει να τηρεί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η απασχόληση δημιουργείται εντός τριών ετών από την ολοκλήρωση της επένδυσης· και

β)

το επενδυτικό σχέδιο συνεπάγεται καθαρή αύξηση του αριθμού εργαζομένων στην οικεία μονάδα σε σύγκριση με το μέσο όρο του προηγηθέντος δωδεκαμήνου· και

γ)

η δημιουργηθείσα απασχόληση διατηρείται για ελάχιστη περίοδο πέντε ετών σε περίπτωση μεγάλων επιχειρήσεων και ελάχιστη περίοδο τριών ετών σε περίπτωση ΜΜΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

Ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Άρθρο 11

Ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για επενδύσεις και απασχόληση

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα για επενδύσεις και απασχόληση που πληρούν τους όρους του παρόντος άρθρου είναι συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 3, της συνθήκης ΕΚ και απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88, παράγραφος 3 της Συνθήκης.

Οι ενισχύσεις ad hoc που χρησιμοποιούνται μόνο ως συμπλήρωμα ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί βάσει καθεστώτων ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα για επενδύσεις και απασχόληση και που δεν υπερβαίνουν το 50 % της συνολικής ενίσχυσης που θα χορηγηθεί για την επένδυση, είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά με την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της Συνθήκης και απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης εφόσον η ενίσχυση που έχει χορηγηθεί ad hoc πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι ενισχύσεις χορηγούνται σε περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακή ενίσχυση, όπως καθορίζεται στον εγκεκριμένο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη την περίοδο 2007-2013. Η επένδυση πρέπει να διατηρηθεί στην περιοχή όπου χορηγείται η ενίσχυση για τουλάχιστον πέντε έτη, ή τρία έτη σε περίπτωση ΜΜΕ, μετά την ολοκλήρωση του συνόλου της επένδυσης. Αυτό δεν εμποδίζει την αντικατάσταση μονάδας ή εξοπλισμού που κατέστησαν παρωχημένα λόγω της ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης, εφόσον η οικονομική δραστηριότητα διατηρείται στην υπόψη περιοχή για την ελάχιστη απαιτούμενη περίοδο.

3.   Η ένταση ενίσχυσης σε παρόν ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης δεν πρέπει να υπερβαίνει το όριο για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα που ισχύει τη στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης για την περιοχή στην οποία πραγματοποιείται, όπως καθορίζεται στον εγκεκριμένο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, την περίοδο 2007-2013.

4.   Με εξαίρεση τις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί για μεγάλα επενδυτικά σχέδια και τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα στον τομέα των μεταφορών, τα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 3 μπορούν να αυξηθούν κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση που οι ενισχύσεις χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και 10 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση που οι ενισχύσεις χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις.

5.   Τα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 3 ισχύουν για την ένταση ενίσχυσης που υπολογίζεται είτε ως ποσοστό του επιλέξιμων δαπανών για υλικά και άυλα στοιχεία της επένδυσης είτε ως ποσοστό του εκτιμώμενου μισθολογικού κόστους του προσλαμβανόμενου ατόμου, υπολογιζόμενου για περίοδο δύο ετών, στην περίπτωση απασχόλησης που δημιουργήθηκε άμεσα από το επενδυτικό σχέδιο ή συνδυασμό των παραπάνω, εφόσον η ενίσχυση δεν υπερβαίνει το περισσότερο ευνοϊκό ποσό που απορρέει από την εφαρμογή ενός εκ των δύο τρόπων υπολογισμού.

6.   Στις περιπτώσεις που η ενίσχυση υπολογίζεται με βάση το κόστος των επενδύσεων σε υλικά και άυλα στοιχεία ή με βάση το κόστος απόκτησης σε περίπτωση εξαγοράς, η οικονομική συμμετοχή του δικαιούχου πρέπει να ανέρχεται σε τουλάχιστον 25 % των επιλέξιμων δαπανών, είτε μέσω ιδίων πόρων είτε μέσω εξωτερικής χρηματοδότησης, και με μορφή που δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης. Ωστόσο, εφόσον η μέγιστη ένταση ενίσχυσης που εγκρίθηκε βάσει του χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για το οικείο κράτος μέλος, προσαυξημένη σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4, κατά περίπτωση, υπερβαίνει το 75 %, η οικονομική συμμετοχή του δικαιούχου μειώνεται αναλόγως. Στις περιπτώσεις που η ενίσχυση υπολογίζεται βάσει του κόστους των επενδύσεων σε υλικά και άυλα στοιχεία, εφαρμόζονται επίσης και οι όροι που καθορίζονται στην παράγραφο 7.

7.   Σε περίπτωση απόκτησης εγκατάστασης, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι δαπάνες για την αγορά των στοιχείων ενεργητικού από τρίτους, υπό την προϋπόθεση ότι η συναλλαγή πραγματοποιήθηκε υπό όρους οικονομίας αγοράς. Εφόσον η απόκτηση συνοδεύεται και από άλλες επενδύσεις, οι δαπάνες που σχετίζονται με τις τελευταίες προστίθενται στις δαπάνες αγοράς.

Οι δαπάνες που σχετίζονται με την αγορά βάσει μίσθωσης στοιχείων ενεργητικού, εκτός γηπέδων και κτιρίων, λαμβάνονται υπόψη μόνο αν η μίσθωση έχει τη μορφή χρηματοδοτικής μίσθωσης και περιλαμβάνει υποχρέωση εξαγοράς των στοιχείων του ενεργητικού κατά τη λήξη της μίσθωσης. Για τη μίσθωση γηπέδων και κτιρίων, η μίσθωση πρέπει να συνεχίζεται για τουλάχιστον πέντε έτη μετά την αναμενόμενη ημερομηνία ολοκλήρωσης του επενδυτικού σχεδίου ή τρία έτη στην περίπτωση ΜΜΕ.

Με εξαίρεση τις ΜΜΕ και τις εξαγορές, τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται πρέπει να είναι καινούργια. Στην περίπτωση των εξαγορών, θα πρέπει να αφαιρούνται τυχόν ενισχύσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί πριν από την αγορά του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου. Για τις ΜΜΕ μπορεί επίσης να ληφθούν υπόψη όλες οι δαπάνες για επενδύσεις σε άυλα περιουσιακά στοιχεία. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι εν λόγω δαπάνες είναι επιλέξιμες μόνο μέχρι ποσοστού 50 % των συνολικών επιλέξιμων επενδυτικών δαπανών του σχεδίου.

8.   Στην περίπτωση που η ενίσχυση υπολογίζεται βάσει του μισθολογικού κόστους, η απασχόληση πρέπει να δημιουργείται άμεσα από το επενδυτικό σχέδιο.

9.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 3 και 4, η μέγιστη ένταση ενίσχυσης για επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης και εμπορίες αγροτικών προϊόντων μπορεί να καθοριστεί:

α)

στο 50 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε περιοχές επιλέξιμες βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης και στο 40 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε άλλες περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις, όπως καθορίζονται στο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων που έχει εγκριθεί για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για την περίοδο 2007-2013, εφόσον ο δικαιούχος είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση·

β)

στο 25 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε περιοχές επιλέξιμες βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης και στο 20 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε άλλες περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις, όπως καθορίζονται στο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων που έχει εγκριθεί για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για την περίοδο 2007-2013, εφόσον ο δικαιούχος απασχολεί λιγότερους από 750 εργαζόμενους και έχει κύκλο εργασιών μικρότερο από 200 εκατ. EUR, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το Παράρτημα I.

10.   Για να αποφεύγεται η τεχνητή υποδιαίρεση ενός μεγάλου επενδυτικού σχεδίου σε υπό-σχέδια, ένα μεγάλο επενδυτικό σχέδιο θα θεωρείται ενιαίο όταν οι επενδύσεις πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια μιας τριετούς περιόδου εκ μέρους μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων και αποτελείται από πάγια περιουσιακά στοιχεία συνδυαζόμενα κατά αδιαίρετο από οικονομική άποψη τρόπο.

ΤΜΗΜΑ 2

Ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση

Άρθρο 12

Ενισχύσεις προς ΜΜΕ για επενδύσεις και απασχόληση

1.   Οι επενδυτικές ενισχύσεις υπέρ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που πληρούν τους όρους των παραγράφων 2, 3 και 4 είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά με την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει:

α)

το 20 % στην περίπτωση μικρών επιχειρήσεων·

β)

το 10 % στην περίπτωση των επιχειρήσεων.

3.   Επιλέξιμες δαπάνες είναι οι ακόλουθες:

α)

οι επιλέξιμες δαπάνες των επενδύσεων σε ενσώματα και άυλα στοιχεία, ή

β)

το εκτιμώμενο μισθολογικός κόστος της απασχόλησης που δημιουργείται άμεσα από το επενδυτικό σχέδιο, υπολογισμένο για περίοδο δύο ετών, ή

4.   Όταν η επένδυση αφορά την μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, η ένταση της ενίσχυσης δεν μπορεί να υπερβαίνει:

α)

το 75 % των επιλέξιμων επενδύσεων στις πλέον απομακρυσμένες περιοχές·

β)

το 65 % των επιλέξιμων επενδύσεων στα μικρά νησιά του Αιγαίου Πελάγους κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 του Συμβουλίου (29)·

γ)

το 50 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε περιοχές που είναι επιλέξιμες δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης·

δ)

το 40 % των επιλέξιμων επενδύσεων σε όλες τις άλλες περιοχές.

ΤΜΗΜΑ 3

Ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος

Άρθρο 13

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας ενότητας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «προστασία του περιβάλλοντος» νοείται οποιαδήποτε ενέργεια αποσκοπεί στην αποκατάσταση ή την πρόληψη ζημιών στο φυσικό περιβάλλον ή τους φυσικούς πόρους με δραστηριότητες του δικαιούχου, στη μείωση του κινδύνου τέτοιων ζημιών ή στην αποτελεσματικότερη χρήση των φυσικών πόρων, περιλαμβανομένων μέτρων για την εξοικονόμηση ενέργειας και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·

β)

ως «μέτρα για την εξοικονόμηση της ενέργειας» νοούνται ενέργειες που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να μειώσουν την ποσότητα της ενέργειας που χρησιμοποιούν στον κύκλο παραγωγής τους, με εξαίρεση τον σχεδιασμό και τη κατασκευή μηχανημάτων ή μεταφορικών μέσων που απαιτούν λιγότερους φυσικούς πόρους για τη λειτουργία τους και δράσεων που αναλαμβάνονται για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγιεινής·

γ)

ως «κοινοτικό πρότυπο» νοείται ένα υποχρεωτικό κοινοτικό πρότυπο που καθορίζει τα επίπεδα που πρέπει να επιτευχθούν σε περιβαλλοντικούς όρους. Οι υποχρεώσεις που προβλέπει η οδηγία αριθ. 96/61/EΚ του Συμβουλίου (30) δεν πρέπει να θεωρούνται ως κοινοτικό πρότυπο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

δ)

ως «ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» νοούνται ανανεώσιμες, μη ορυκτές ενεργειακές πηγές (αιολική, ηλιακή, διαθερμική, κυματική, παλιρροϊκή ενέργεια, υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις με παραγωγική ικανότητα κάτω των 10 MW, άμεση καύση βιομάζας, αέριο χώρου ταφής απορριμμάτων, αέρια που παράγονται σε μονάδες επεξεργασίας λυμάτων, βιοαέρια και βιοκαύσιμα).

ε)

ως «παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» νοείται η παραγωγή ενέργειας με διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιούνται μόνο ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και το ποσοστό, ως προς τη θερμογόνο ισχύ, της ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε υβριδικές εγκαταστάσεις (όπως μικτή καύση) που χρησιμοποιούν και συμβατικές πηγές ενέργειας, περιλαμβανομένου του ανανεώσιμου ηλεκτρισμού που χρησιμοποιείται για τα συστήματα αποθήκευσης και εξαιρουμένου του ηλεκτρισμού που παράγεται από τα συστήματα αυτά·

στ)

ως «συμπαραγωγή» νοείται η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ή/και μηχανικής ενέργειας·

ζ)

ως «συμπαραγωγή υψηλής αποτελεσματικότητας» νοείται η συμπαραγωγή ενέργειας που πληροί τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙ και του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας 2004/8/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31) και που τηρεί τις εναρμονισμένες τιμές αναφοράς σχετικά με την αποτελεσματικότητα όπως καθορίζονται στο άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας·

η)

ως «περιβαλλοντικός φόρος» νοείται ο φόρος του οποίου η ειδική βάση έχει σαφώς αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στόχος του οποίου είναι η φορολόγηση ορισμένων αγαθών ή υπηρεσιών ώστε να μπορεί να περιληφθεί το σχετικό περιβαλλοντικό κόστος στην τιμή τους ή/και οι παραγωγοί και οι καταναλωτές να προσανατολισθούν σε δραστηριότητες που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον.

θ)

ως «υλικά περιουσιακά στοιχεία» νοούνται, για τους σκοπούς του τμήματος 3 του παρόντος κανονισμού και κατά παρέκκλιση του άρθρου 2 παράγραφος 9, τα οδικά μέσα μεταφοράς εμπορευμάτων και ο σχετικός εξοπλισμός θεωρούνται ως επιλέξιμα υλικά περιουσιακά στοιχεία

Άρθρο 14

Επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος προκειμένου να ξεπεραστούν τα κοινοτικά πρότυπα

1.   Οι επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος που πληρούν τους όρους των παραγράφων 2 έως 5 είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

2.   Η ενισχυόμενη επένδυση πρέπει να πληροί μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

να επιτρέπει στο δικαιούχο να μειώσει την ρύπανση που απορρέει από τις δραστηριότητές του μέσω της βελτίωσης των ισχυόντων κοινοτικών προτύπων, ανεξάρτητα από την παρουσία υποχρεωτικών εθνικών προτύπων που είναι πιο αυστηρά από τα κοινοτικά·

β)

να επιτρέπει στο δικαιούχο να μειώσει την ρύπανση που απορρέει από τις υφιστάμενες δραστηριότητές του ελλείψει κοινοτικών προτύπων.

3.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν δύναται να υπερβαίνει το 25 % (32).

Ωστόσο, η ένταση της ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες για ενισχύσεις που χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις.

4.   Επιλέξιμες δαπάνες είναι οι απαιτούμενες συμπληρωματικές επενδυτικές δαπάνες ώστε να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος από το επίπεδο που απαιτούν τα κοινοτικά πρότυπα.

5.   Οι ενισχύσεις για επενδύσεις σχετικά με τη διαχείριση αποβλήτων δεν εξαιρούνται βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 15

Ενισχύσεις υπέρ ΜΜΕ για την έγκαιρη προσαρμογή στα μελλοντικά κοινοτικά πρότυπα

1.   Οι ενισχύσεις που επιτρέπουν σε ΜΜΕ να συμμορφωθούν με τα νέα κοινοτικά πρότυπα που βελτιώνουν την προστασία του περιβάλλοντος θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2, 3 και 4:

2.   Τα κοινοτικά πρότυπα έχουν εγκριθεί, αλλά δεν πρέπει να έχει λήξει η ημερομηνία της υποχρεωτικής μεταφοράς τους.

Η επένδυση πρέπει να υλοποιηθεί και να ολοκληρωθεί τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την υποχρεωτική ημερομηνία μεταφοράς.

3.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 15 εκατοστιαίες μονάδες (33) για μικρές επιχειρήσεις και τις 10 εκατοστιαίες μονάδες (34) για μεσαίες επιχειρήσεις.

4.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στις απαραίτητες συμπληρωματικές επενδυτικές δαπάνες ώστε να επιτευχθεί το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος που συνεπάγονται τα κοινοτικά πρότυπα.

Άρθρο 16

Περιβαλλοντικές ενισχύσεις για επενδύσεις σε μέτρα εξοικονόμησης της ενέργειας

1.   Οι περιβαλλοντικές επενδυτικές ενισχύσεις που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να εξοικονομούν ενέργεια θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Συνθήκης, και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 3.

2.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 35 % (35).

Ωστόσο, η ένταση της ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις.

3.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στις απαραίτητες συμπληρωματικές επενδυτικές δαπάνες ώστε να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο εξοικονόμησης της ενέργειας από το επίπεδο που προβλέπουν τα κοινοτικά πρότυπα. Οι επιλέξιμες δαπάνες υπολογίζονται βάσει του συμπληρωματικού επενδυτικού κόστους μείον τα λειτουργικά κέρδη εκμετάλλευσης που απορρέουν από τη μειωμένη κατανάλωση ενέργειας κατά τα πέντε πρώτα έτη ζωής της επένδυσης.

Άρθρο 17

Περιβαλλοντικές ενισχύσεις γιε επενδύσεις σε συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης

1.   Οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις που επιτρέπουν σε επιχειρήσεις να επενδύσουν σε συμπαραγωγές υψηλής απόδοσης θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 35 % (36).

Ωστόσο, η ένταση της ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις.

3.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στις απαραίτητες συμπληρωματικές επενδυτικές δαπάνες για την υλοποίηση της εγκατάστασης συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης.

Άρθρο 18

Περιβαλλοντικές ενισχύσεις για επενδύσεις που αφορούν την αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

1.   Οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις που επιτρέπουν σε επιχειρήσεις να πραγματοποιούν επενδύσεις για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 35 % (37).

Ωστόσο, η ένταση της ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες στην περίπτωση ενισχύσεων που χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις

3.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στις συμπληρωματικές δαπάνες που θα βαρύνουν το δικαιούχο συγκριτικά με μια συμβατική εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής ή ένα συμβατικό σύστημα θέρμανσης της ίδιας ικανότητας ως προς την αποτελεσματική παραγωγή ενέργειας.

Άρθρο 19

Περιβαλλοντικές ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών μειώσεων

1.   Οι περιβαλλοντικές ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών μειώσεων ως προς περιβαλλοντικούς φόρους που πληρούν τις προϋποθέσεις της οδηγίας 2003/96/EΚ του Συμβουλίου (38) θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ενίσχυση δεν πρέπει να υπερβαίνει τη διαφορά μεταξύ του ελάχιστου κοινοτικού φορολογικού επίπεδου και του εθνικού φόρου χωρίς τη μείωση.

Το ελάχιστο κοινοτικό φορολογικό επίπεδο είναι το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που προβλέπεται στην οδηγία 2003/96/EΚ.

3.   Οι φορολογικές μειώσεις χορηγούνται για περιόδους που δεν υπερβαίνουν τα δέκα έτη.

ΤΜΗΜΑ 4

Ενισχύσεις για συμβουλευτικές υπηρεσίες προς ΜΜΕ και συμμετοχή των ΜΜΕ σε εκθέσεις

Άρθρο 20

Ενισχύσεις για συμβουλευτικές υπηρεσίες σε ΜΜΕ

1.   Ο ενισχύσεις υπέρ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων για συμβουλευτικές υπηρεσίες θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 %.

3.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στο κόστος των συμβουλευτικών υπηρεσιών που παρέχονται από εξωτερικούς συμβούλους.

Οι εν λόγω υπηρεσίες δεν πρέπει να αποτελούν συνεχόμενη ή περιοδική δραστηριότητα ούτε να συνδέονται με τις συνήθεις λειτουργικές δαπάνες της επιχείρησης, όπως τακτικές υπηρεσίες παροχής φορολογικών και νομικών συμβουλών ή διαφημιστικές υπηρεσίες.

Άρθρο 21

Ενισχύσεις για τη συμμετοχή ΜΜΕ σε εκθέσεις

1.   Οι ενισχύσεις υπέρ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων για συμμετοχή σε εκθέσεις θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση της ενίσχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 %.

3.   Οι επιλέξιμες δαπάνες συνίστανται στο κόστος ενοικίασης, εγκατάστασης και διαχείρισης περιπτέρου για την πρώτη συμμετοχή επιχειρήσεων σε συγκεκριμένη έκθεση.

ΤΜΗΜΑ 5

Ενισχύσεις με τη μορφή κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου

Άρθρο 22

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας ενότητας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «ίδια κεφάλαια» νοούνται δικαιώματα ιδιοκτησίας σε μια επιχείρηση, τα οποία αντιπροσωπεύουν οι μετοχές που εκδίδονται προς τους επενδυτές·

β)

ως «οιονεί ίδια κεφάλαια» νοούνται χρηματοδοτικά μέσα των οποίων η απόδοση για τον κάτοχο βασίζεται κυρίως στα κέρδη ή τις ζημίες της υποκείμενης στοχευόμενης εταιρίας τα οποία δεν διασφαλίζονται σε περίπτωση αφερεγγυότητάς της·

γ)

ως «ιδιωτικά ίδια κεφάλαια» νοείται ιδιωτική επένδυση — σε αντίθεση με δημόσια — σε ίδια ή οιονεί ίδια κεφάλαια σε επιχειρήσεις που δεν είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο, περιλαμβανομένων και των κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου·

δ)

ως «προλειτουργικά κεφάλαια» νοείται η χρηματοδότηση που παρέχεται για τη μελέτη, την αξιολόγηση και την ανάπτυξη μιας αρχικής ιδέας, πριν από τη φάση εκκίνησης·

ε)

ως «κεφάλαια εκκίνησης» νοείται η χρηματοδότηση επιχειρήσεων, που δεν έχουν ακόμη πωλήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους εμπορικά και δεν αποκομίζουν κέρδη για ανάπτυξη προϊόντος και αρχικό μάρκετινγκ·

στ)

ως «κεφάλαιο επέκτασης» νοείται η χρηματοδότηση για την ανάπτυξη και την επέκταση μιας επιχείρησης, που μπορεί να έχει ή να μην έχει φθάσει το κατώφλι κερδοφορίας ή να αποκομίζει κέρδη, για σκοπούς αύξησης της παραγωγικής ικανότητας, επέκτασής της σε νέες αγορές ή ανάπτυξης προϊόντων ή την εισφορά πρόσθετου κεφαλαίου κίνησης·

ζ)

ως «στρατηγική εξόδου» νοείται η στρατηγική για τη ρευστοποίηση συμμετοχών κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου ή ταμείου επιχειρηματικών συμμετοχών σύμφωνα με σχέδιο για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης, περιλαμβανόμενης της εμπορικής πώλησης, διαγραφής, αποπληρωμής προνομιούχων μετοχών/προνομιακών δανείων, πώλησης σε άλλο κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου, πώλησης σε χρηματοπιστωτικό οργανισμό και πώλησης σε δημόσιο διαγωνισμό, περιλαμβανομένης αρχικής εισαγωγής σε χρηματιστήριο·

η)

ως «στοχευόμενη επιχείρηση» νοείται η επιχείρηση στην οποία εξετάζει το ενδεχόμενο να επενδύσει επενδυτής ή επενδυτικό κεφάλαιο.

Άρθρο 23

Ενισχύσεις με τη μορφή κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων με τη μορφή κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου υπέρ ΜΜΕ θεωρούνται συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της Συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 8:

2.   Οι ενισχύσεις έχουν τη μορφή συμμετοχής σε επενδυτικό ταμείο που λειτουργεί με το κίνητρο αναζήτησης του κέρδους και του οποίου η διαχείριση γίνεται με εμπορική προοπτική.

3.   Οι δόσεις χρηματοδότησης του επενδυτικού ταμείου δεν υπερβαίνουν το 1 000 000 EUR ανά στοχευόμενη επιχείρηση για οποιαδήποτε περίοδο δώδεκα μηνών.

4.   Για τις ΜΜΕ που είναι εγκατεστημένες σε ενισχυόμενες περιοχές, καθώς και για τις μικρές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε μη ενισχυόμενες περιοχές, το μέτρο κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου πρέπει να περιορίζεται στη χορήγηση χρηματοδότησης για προλειτουργικά κεφάλαια, κεφάλαια εκκίνησης ή/και κεφάλαια επέκτασης. Για επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους που είναι εγκατεστημένες σε μη ενισχυόμενες περιοχές, το μέτρο κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου πρέπει να περιορίζεται στη χορήγηση χρηματοδότησης για προλειτουργικά κεφάλαια ή/και κεφάλαια εκκίνησης, και όχι στη χορήγηση κεφαλαίων επέκτασης.

5.   Τουλάχιστον το 70 % του συνολικού προϋπολογισμού του μέτρου χορήγησης κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου πρέπει να παρέχεται στις στοχευόμενες ΜΜΕ υπό μορφή ιδίων και οιονεί ιδίων κεφαλαίων. [Η μέγιστη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία μπορεί να χορηγηθεί ενίσχυση βάσει του καθεστώτος κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου σε συγκεκριμένη στοχευόμενη επιχείρηση περιορίζεται σε έξι έτη.]

6.   Τουλάχιστον το 50 % της χρηματοδότησης των επενδυτικών ταμείων θα παρέχεται μέσω ιδίων κεφαλαίων, ή τουλάχιστον 30 % στην περίπτωση επενδυτικών ταμείων που στοχεύουν αποκλειστικά ΜΜΕ σε ενισχυόμενες περιοχές. Οι πάροχοι ιδίων κεφαλαίων θα επιλέγονται από το κράτος μέλος είτε βάσει δημόσιου διαγωνισμού είτε βάσει ανοικτής πρόσκλησης συμμετοχής σε επενδυτικά ταμεία, αν το κράτος μέλος δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια για τον περιορισμό του αριθμού των συμμετεχόντων ή των επενδυτών.

7.   Για να διασφαλίζεται ότι το μέτρο κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου έχει ως κίνητρο την αναζήτηση κέρδους, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

για κάθε επένδυση υπάρχει επιχειρηματικό σχέδιο, που περιέχει λεπτομέρειες σχετικά με το προϊόν, τις πωλήσεις και την ανάπτυξη της κερδοφορίας και καθορίζει την ex ante βιωσιμότητα του σχεδίου·και

β)

υπάρχει σαφής και ρεαλιστική στρατηγική εξόδου για κάθε επένδυση.

8.   Για να διασφαλισθεί ότι η διαχείριση του επενδυτικού ταμείου γίνεται σε εμπορική προοπτική, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πρέπει να υπάρξει συμφωνία μεταξύ επαγγελματία διαχειριστή ταμείου ή εταιρίας διαχείρισης και συμμετεχόντων στο ταμείο, που να προβλέπει ότι η αμοιβή του διαχειριστή συνδέεται με την επίδοση και να καθορίζει τους στόχους του ταμείου και το χρονοδιάγραμμα των επενδύσεων· και

β)

οι ιδιώτες επενδυτές πρέπει να εκπροσωπούνται στη λήψη αποφάσεων, για παράδειγμα μέσω επιτροπής επενδυτών ή συμβουλευτικής επιτροπής· και

γ)

εφαρμόζονται βέλτιστες πρακτικές και κανονιστική εποπτεία στη διαχείριση των ταμείων.

ΤΜΗΜΑ 6

Ενισχύσεις για έρευνα και ανόπτυξη

Άρθρο 24

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «ερευνητικός οργανισμός» νοείται ένας φορέας, όπως πανεπιστήμιο ή ερευνητικό ινστιτούτο, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς του (δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) ή τον τρόπο χρηματοδότησής του, πρωταρχικός σκοπός του οποίου είναι η διεξαγωγή βασικής έρευνας, βιομηχανικής έρευνας ή πειραματικής ανάπτυξης και η διάδοση των αποτελεσμάτων με τη διδασκαλία, τη δημοσίευση ή τη μεταφορά τεχνολογίας. Όλα τα κέρδη πρέπει να επανεπενδύονται στις δραστηριότητες αυτές, τη διάδοση των αποτελεσμάτων τους ή τη διδασκαλία. Οι επιχειρήσεις που μπορούν να επηρεάσουν ένα τέτοιο οργανισμό, π.χ. με την ιδιότητα μετόχου ή μέλους, δεν έχουν προνομιακή πρόσβαση στο ερευνητικό δυναμικό του ή στα ερευνητικά του αποτελέσματα·

β)

ως «βασική έρευνα» νοείται μια πειραματική ή θεωρητική εργασία που αναλαμβάνεται κυρίως για την παραγωγή νέων γνώσεων σχετικά με τα βασικά αίτια φαινομένων και παρατηρήσιμων γεγονότων, χωρίς να προβλέπεται άμεση πρακτική εφαρμογή ή χρήση·

γ)

ως «βιομηχανική έρευνα» νοείται η σχεδιασμένη έρευνα ή κριτική διερεύνηση που αποσκοπεί στην απόκτηση νέων γνώσεων και δεξιοτήτων για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, διαδικασιών ή υπηρεσιών ή για τη σημαντική βελτίωση υφιστάμενων προϊόντων, μεθόδων ή υπηρεσιών. Περιλαμβάνει τη δημιουργία συστατικών στοιχείων πολύπλοκων συστημάτων, που είναι απαραίτητα για την βιομηχανική έρευνα, ιδιαίτερα για την επικύρωση τεχνολογίας πολλαπλών εφαρμογών εξαιρουμένων των πρωτοτύπων·

δ)

ως «πειραματική ανάπτυξη» νοείται η απόκτηση, ο συνδυασμός, η διαμόρφωση και η χρήση υφισταμένων επιστημονικών, τεχνολογικών, επιχειρηματικών και άλλων γνώσεων και δεξιοτήτων για την παραγωγή σχεδίων και διατάξεων για νέα, τροποποιημένα ή βελτιωμένα προϊόντα, μεθόδους ή υπηρεσίες. Μπορεί να περιλαμβάνονται και άλλες δραστηριότητες με στόχο τον εννοιολογικό προσδιορισμό, το σχεδιασμό και την τεκμηρίωση νέων προϊόντων, μεθόδων και υπηρεσιών. Οι δραστηριότητες μπορούν να περιλαμβάνουν την παραγωγή σχεδίων, τεχνικών σχεδίων και άλλης τεκμηρίωσης, εφόσον δεν προορίζονται για εμπορική χρήση.

Περιλαμβάνεται επίσης η ανάπτυξη πρωτοτύπων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν εμπορικά και πιλοτικών σχεδίων στις περιπτώσεις που τα πρωτότυπα συνιστούν κατ' ανάγκη το τελικό εμπορικό προϊόν και είναι υπερβολικά δαπανηρό να παραχθούν και να χρησιμοποιηθούν μόνο για σκοπούς επίδειξης και έγκρισης. Στην περίπτωση μεταγενέστερης εμπορικής χρήσης σχεδίων επίδειξης ή πιλοτικών σχεδίων, τυχόν έσοδα από τέτοια χρήση πρέπει να αφαιρεθούν από το επιλέξιμο κόστος.

Η πειραματική παραγωγή και δοκιμή προϊόντων, διαδικασιών και υπηρεσιών είναι επίσης επιλέξιμη, εφόσον δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή να μεταποιηθούν για βιομηχανικές εφαρμογές ή εμπορία.

Η πειραματική ανάπτυξη δεν περιλαμβάνει τις συνήθεις τροποποιήσεις ή τις τροποποιήσεις που επέρχονται κατά καιρούς σε προϊόντα, γραμμές παραγωγής, μεταποιητικές μεθόδους, υφιστάμενες υπηρεσίες και άλλες λειτουργίες σε εξέλιξη, ακόμη και αν αυτές οι τροποποιήσεις αποτελούν, ενδεχομένως, βελτιώσεις.

Άρθρο 25

Ενισχύσεις για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης

1.   Οι ενισχύσεις για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5.

2.   Το ενισχυόμενο μέρος του ερευνητικού σχεδίου πρέπει να εμπίπτει σε μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες ερευνητικές κατηγορίες:

α)

βασική έρευνα·

β)

βιομηχανική έρευνα·

γ)

πειραματική ανάπτυξη.

Όταν ένα σχέδιο περιλαμβάνει διάφορες δραστηριότητες η καθεμιά από αυτές κρίνεται μεμονωμένα αν υπάγεται σε μια από τις κατηγορίες που αναφέρονται ανωτέρω ή σε καμία από αυτές.

3.   Η βασική ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει:

α)

το 100 % για βασική έρευνα·

β)

το 50 % για βιομηχανική έρευνα·

γ)

το 25 % για πειραματική ανάπτυξη.

Η ένταση ενίσχυσης καθορίζεται χωριστά για κάθε δικαιούχο ενίσχυσης, ακόμη και στην περίπτωση σχεδίων συνεργασίας, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην παράγραφο 4.β) i).

Στην περίπτωση κρατικών ενισχύσεων για σχέδια έρευνας και ανάπτυξης που πραγματοποιούνται με συνεργασία μεταξύ ερευνητικών οργανισμών και επιχειρήσεων, το σύνολο των ενισχύσεων που προέρχονται από άμεση κυβερνητική στήριξη σε ένα συγκεκριμένο ερευνητικό σχέδιο και, εφόσον αποτελούν ενισχύσεις, των συνεισφορών δημόσιων ερευνητικών οργανισμών στο ίδιο σχέδιο, δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις ισχύουσες εντάσεις ενίσχυσης για κάθε δικαιούχο επιχείρηση.

4.   Η βασική ένταση ενίσχυσης που καθορίζεται για βιομηχανική έρευνα και πειραματική ανάπτυξη στην παράγραφο 3 δύναται να αυξηθεί ως εξής:

α)

αν η ενίσχυση χορηγείται σε ΜΜΕ, η ένταση ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες για μεσαίες επιχειρήσεις και 15 εκατοστιαίες μονάδες για μικρές επιχειρήσεις· και

β)

μπορούν να προστεθούν 15 εκατοστιαίες μονάδες, μέχρι ένταση ενίσχυσης 80 % κατ' ανώτατο όριο, εφόσον:

i)

το σχέδιο προβλέπει πραγματική συνεργασία μεταξύ δύο τουλάχιστον ανεξάρτητων μεταξύ τους επιχειρήσεων και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

καμία μεμονωμένη επιχείρηση δεν φέρει πάνω από το 70 % του επιλέξιμου κόστους του σχεδίου συνεργασίας,

το σχέδιο περιλαμβάνει συνεργασία με τουλάχιστον μια ΜΜΕ ή διεξάγεται σε δύο, τουλάχιστον, διαφορετικά κράτη μέλη, ή

ii)

το σχέδιο προβλέπει πραγματική συνεργασία μεταξύ μιας επιχείρησης και ενός ερευνητικού οργανισμού και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

ο ερευνητικός οργανισμός αναλαμβάνει τουλάχιστον το 10 % του επιλέξιμου κόστους· και

ο ερευνητικός οργανισμός έχει το δικαίωμα να δημοσιεύσει τα αποτελέσματα του ερευνητικού σχεδίου στο βαθμό που απορρέουν από την έρευνα που διεξήγαγε ο ίδιος, ή

iii)

στην περίπτωση βιομηχανικής έρευνας, τα αποτελέσματα του σχεδίου διαδίδονται ευρέως μέσω τεχνικών και επιστημονικών διαλέξεων ή μέσω της δημοσίευσής τους σε επιστημονικά και τεχνικά περιοδικά ή διατίθενται σε αρχεία αποθήκευσης με ελεύθερη πρόσβαση (βάσεις δεδομένων οι οποίες προσφέρουν σε όλους πρόσβαση σε ανεπεξέργαστα ερευνητικά δεδομένα), ή μέσω δωρεάν λογισμικού ή λογισμικού ανοικτής πηγής.

Για τους σκοπούς των σημείων β) i) και ii) του πρώτου εδαφίου η υπεργολαβία δεν θεωρείται πραγματική συνεργασία.

5.   Είναι επιλέξιμες οι ακόλουθες δαπάνες:

α)

δαπάνες προσωπικού (ερευνητές, τεχνικοί και άλλο υποστηρικτικό προσωπικό στο βαθμό που απασχολούνται στα ερευνητικά σχέδια)·

β)

δαπάνες για όργανα και εξοπλισμό στο βαθμό και για όσο χρόνο χρησιμοποιούνται για το ερευνητικό σχέδιο. Aν τέτοια όργανα και εξοπλισμός δεν χρησιμοποιούνται καθ' όλη τη διάρκεια του χρήσιμου βίου τους για το ερευνητικό σχέδιο, επιλέξιμες θεωρούνται μόνο οι δαπάνες απόσβεσης που αντιστοιχούν στη διάρκεια του επενδυτικού σχεδίου και οι οποίες υπολογίζονται με βάση κοινώς παραδεκτή λογιστική πρακτική·

γ)

δαπάνες για κτίρια και γήπεδα, στο βαθμό και για όσο χρόνο χρησιμοποιούνται για το ερευνητικό σχέδιο. Σχετικά με τα κτίρια, είναι επιλέξιμο μόνο το κόστος της απόσβεσης που αντιστοιχεί στη διάρκεια του ερευνητικού σχεδίου, με βάση κοινώς παραδεκτή λογιστική πρακτική. Για τα γήπεδα, είναι επιλέξιμα οι δαπάνες μεταβίβασης υπό όρους ελεύθερης αγοράς ή οι όντως καταβληθείσες κεφαλαιουχικές δαπάνες·

δ)

δαπάνες για έρευνα επί συμβάσει, τεχνικές γνώσεις και διπλώματα ευρεσιτεχνίας που αγοράστηκαν ή εκχωρήθηκαν από εξωτερικές πηγές στην τιμή της αγοράς, εφόσον η πράξη πραγματοποιήθηκε υπό συνθήκες ανταγωνισμού και δεν υπάρχει στοιχείο αθέμιτης σύμπραξης, καθώς και οι δαπάνες για συμβουλευτικές και ισοδύναμες υπηρεσίες χρησιμοποιούμενες αποκλειστικά για την ερευνητική δραστηριότητα·

ε)

Συμπληρωματικά γενικά έξοδα που οφείλονται άμεσα στο ερευνητικό σχέδιο.

στ)

Άλλες λειτουργικές δαπάνες, περιλαμβανομένου του κόστους υλικών, εφοδίων και παρόμοιων προϊόντων που είναι άμεσο αποτέλεσμα της ερευνητικής δραστηριότητας.

6.   Όλες οι επιλέξιμες δαπάνες πρέπει να αφορούν συγκεκριμένη κατηγορία έρευνας και ανάπτυξης.

Άρθρο 26

Ενισχύσεις για μελέτες τεχνικής σκοπιμότητας

1.   Οι ενισχύσεις για τεχνικές μελέτες σκοπιμότητας για την προετοιμασία βιομηχανικής έρευνας ή πειραματικής ανάπτυξης συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει:

α)

για ΜΜΕ, το 75 % για μελέτες για την προετοιμασία δραστηριοτήτων βιομηχανικής έρευνας και το 50 % για μελέτες για την προετοιμασία δραστηριοτήτων πειραματικής ανάπτυξης·

β)

για μεγάλες επιχειρήσεις, το 65 % για μελέτες για την προετοιμασία δραστηριοτήτων βιομηχανικής έρευνας και το 40 % για μελέτες για την προετοιμασία δραστηριοτήτων πειραματικής ανάπτυξης.

3.   Επιλέξιμες είναι οι δαπάνες διεξαγωγής της μελέτης.

Άρθρο 27

Ενισχύσεις για δαπάνες δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για ΜΜΕ

1.   Οι ενισχύσεις προς ΜΜΕ για τις δαπάνες που συνδέονται με την απόκτηση και επικύρωση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και άλλων δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει την ένταση που προβλέπεται για σχέδια βάσει του άρθρου 25 παράγραφοι 3 και 4, για τις ερευνητικές δραστηριότητες που κατ' αρχήν οδήγησαν στη σύσταση των υπόψη δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

3.   Επιλέξιμες είναι οι ακόλουθες δαπάνες:

α)

όλες οι δαπάνες που προηγούνται της απονομής του δικαιώματος στο πλαίσιο της αρχικής έννομης τάξης, περιλαμβανομένων των δαπανών κατάρτισης, υποβολής και διεκπεραίωσης της αίτησης, καθώς και των δαπανών ανανέωσης της αίτησης πριν από την παραχώρηση του δικαιώματος·

β)

οι δαπάνες μετάφρασης και άλλες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την απονομή ή την κατοχύρωση του δικαιώματος σε άλλες έννομες τάξεις·

γ)

οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την υπεράσπιση της ισχύος του δικαιώματος κατά την επίσημη διεκπεραίωση της αίτησης και την ενδεχόμενη διαδικασία εναντίωσης, έστω και αν οι εν λόγω δαπάνες ανακύπτουν μετά την απονομή του δικαιώματος.

Άρθρο 28

Ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη στον γεωργικό τομέα

1.   Οι ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη με αντικείμενο προϊόντα περιλαμβανόμενα στο παράρτημα Ι της συνθήκης ΕΚ συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι γενικού ενδιαφέροντος για το συγκεκριμένο τομέα ή υποτομέα·

β)

οι πληροφορίες για την έρευνα και το σκοπό της δημοσιεύονται στο διαδίκτυο πριν από την έναρξη της έρευνας. Πρέπει να αναφέρονται κατά προσέγγιση οι ημερομηνίες κατά τις οποίες αναμένονται τα σχετικά αποτελέσματα και η διεύθυνση δημοσίευσής τους στο διαδίκτυο, καθώς και ότι τα αποτελέσματα θα διατίθενται δωρεάν·

γ)

τα αποτελέσματα της έρευνας διατίθενται στο διαδίκτυο για περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών. Οι εν λόγω πληροφορίες θα δημοσιεύονται στο διαδίκτυο πριν από τη διαβίβασή τους στα μέλη οποιουδήποτε οργανισμού·

δ)

Η ενίσχυση χορηγείται απευθείας στον ερευνητικό οργανισμό ή φορέα και δεν πρέπει να περιλαμβάνει την άμεση χορήγηση ενίσχυσης που δεν σχετίζεται με έρευνα σε εταιρεία που παράγει, επεξεργάζεται ή προωθεί αγροτικά προϊόντα, ούτε να παρέχει στήριξη τιμής σε παραγωγούς τέτοιων προϊόντων.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το 100 %.

3.   Οι ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη με αντικείμενο προϊόντα περιλαμβανόμενα στο Παράρτημα Ι της συνθήκης ΕΚ, οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1, συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρο 24 έως 27.

ΤΜΗΜΑ 7

Ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

Άρθρο 29

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

«ειδική επαγγελματική εκπαίδευση»: εκπαίδευση που περιλαμβάνει διδασκαλία που αφορά άμεσα και κατά κύριο λόγο την τρέχουσα ή μελλοντική θέση του εργαζομένου στην επιχείρηση και παρέχει προσόντα τα οποία είτε δεν είναι μεταβιβάσιμα σε άλλες επιχειρήσεις και άλλους τομείς απασχόλησης είτε είναι μεταβιβάσιμα σε περιορισμένο μόνον βαθμό,

2.

«γενική επαγγελματική εκπαίδευση»: εκπαίδευση που περιλαμβάνει διδασκαλία η οποία δεν αφορά αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο την τρέχουσα ή μελλοντική θέση του εργαζομένου στην ενισχυόμενη επιχείρηση, αλλά του παρέχει προσόντα τα οποία είναι μεταβιβάσιμα σε άλλες επιχειρήσεις ή άλλους τομείς απασχόλησης.

Η εκπαίδευση λογίζεται ως «γενική» π.χ. όταν:

α)

οργανώνεται από κοινού από διάφορες ανεξάρτητες επιχειρήσεις ή όταν απευθύνεται σε εργαζομένους διαφορετικών επιχειρήσεων· ή

β)

αναγνωρίζεται, πιστοποιείται ή επικυρώνεται από δημόσιους ή άλλους φορείς και οργανισμούς στους οποίους έχουν ανατεθεί οι σχετικές αρμοδιότητες από το κράτος μέλος ή την Κοινότητα.

Άρθρο 30

Ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

1.   Οι ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει:

α)

το 25 % για ειδική επαγγελματική εκπαίδευση, και

β)

το 60 % για γενική επαγγελματική εκπαίδευση.

Ωστόσο, η ένταση ενίσχυσης δύναται να αυξηθεί μέχρι το 80 % κατ' ανώτατο όριο, ως εξής:

α)

κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες εφόσον η επαγγελματική εκπαίδευση απευθύνεται σε εργαζόμενους με αναπηρία ή σε εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση·

β)

κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες εφόσον η ενίσχυση χορηγείται σε μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες εάν χορηγείται σε μικρές επιχειρήσεις.

3.   Στις περιπτώσεις που το σχέδιο ενίσχυσης περιλαμβάνει τόσο ειδική όσο και γενική εκπαίδευση που δεν μπορούν να διαχωρισθούν μεταξύ τους για τον υπολογισμό της έντασης ενίσχυσης, καθώς και στις περιπτώσεις που δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν η επαγγελματική εκπαίδευση έχει ειδικό ή γενικό χαρακτήρα, ισχύουν οι εντάσεις ενίσχυσης για ειδική επαγγελματική εκπαίδευση.

4.   Επιλέξιμες δαπάνες σχεδίων επαγγελματικής εκπαίδευσης:

α)

κόστος προσωπικού εκπαιδευτών·

β)

έξοδα μετακίνησης εκπαιδευτών και εκπαιδευόμενων, περιλαμβανομένων των εξόδων διαμονής·

γ)

λοιπές τρέχουσες δαπάνες, όπως υλικά και εφόδια που σχετίζονται άμεσα με το σχέδιο·

δ)

αποσβέσεις των υλικοτεχνικών μέσων και του εξοπλισμού, στον βαθμό που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για το εκάστοτε σχέδιο εκπαίδευσης·

ε)

κόστος υπηρεσιών καθοδήγησης και συμβουλευτικών υπηρεσιών σε σχέση με το σχέδιο εκπαίδευσης·

στ)

κόστος προσωπικού των εκπαιδευόμενων και γενικές έμμεσες δαπάνες (διοικητικές δαπάνες, μισθώματα, πάγιες δαπάνες) μέχρι του ποσού των συνολικών λοιπών επιλέξιμων δαπανών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε). Όσον αφορά το κόστος προσωπικού των εκπαιδευόμενων, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι ώρες κατά τις οποίες οι εκπαιδευόμενοι πράγματι συμμετείχαν στην επαγγελματική εκπαίδευση αφού αφαιρεθούν οι τυχόν ώρες παραγωγικής εργασίας.

ΤΜΗΜΑ 8

Ενισχύσεις για εργαζομένους σε μειονεκτική θέση και εργαζομένους με αναπηρία

Άρθρο 31

Ενισχύσεις για την πρόσληψη εργαζομένων σε μειονεκτική θέση με τη μορφή επιδότησης μισθού

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων για την πρόσληψη εργαζομένων σε μειονεκτική θέση συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το 50 % των επιλέξιμων δαπανών.

3.   Επιλέξιμες δαπάνες θεωρούνται οι μισθολογικές δαπάνες για περίοδο 12 μηνών το πολύ από την πρόσληψη.

4.   Όταν η πρόσληψη δεν αντιπροσωπεύει καθαρή αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στη συγκεκριμένη επιχείρηση, η θέση ή οι θέσεις εργασίας πρέπει να έμειναν κενές μετά από εθελοντική αναχώρηση, αναπηρία, συνταξιοδότηση λόγω ηλικίας, εθελοντική μείωση του χρόνου εργασίας ή νόμιμη απόλυση για πειθαρχικούς λόγους και όχι λόγω περιορισμού των θέσεων εργασίας.

5.   Εκτός από την περίπτωση νόμιμης απόλυσης για πειθαρχικούς λόγους, ο ευρισκόμενος σε μειονεκτική θέση εργαζόμενος δικαιούται να απασχοληθεί σε συνεχή βάση επί τουλάχιστον 12 μήνες. Κατά παρέκκλιση, τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίσουν την ελάχιστη περίοδο απασχόλησης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που διέπει τις συμβάσεις εργασίας, οπότε η ενίσχυση μειώνεται αντίστοιχα.

Άρθρο 32

Ενίσχυση για την απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία υπό μορφή επιδότησης μισθού

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων για την απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία, οι οποίες λαμβάνουν τη μορφή επιδότησης μισθών συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το 60 % των επιλέξιμων δαπανών.

3.   Επιλέξιμες δαπάνες θεωρούνται οι μισθολογικές δαπάνες για οποιαδήποτε περίοδο απασχόλησης του ατόμου με αναπηρία.

4.   Όταν η πρόσληψη δεν αντιπροσωπεύει καθαρή αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στη συγκεκριμένη επιχείρηση, η θέση ή οι θέσεις εργασίας πρέπει να έμειναν κενές μετά από εθελοντική αναχώρηση, αναπηρία, συνταξιοδότηση λόγω ηλικίας, εθελοντική μείωση του χρόνου εργασίας ή νόμιμη απόλυση για πειθαρχικούς λόγους και όχι λόγω περιορισμού των θέσεων εργασίας.

5.   Εκτός από την περίπτωση νόμιμης απόλυσης για πειθαρχικούς λόγους, ο εργαζόμενος με αναπηρία δικαιούται να απασχοληθεί σε συνεχή βάση επί τουλάχιστον 12 μήνες. Κατά παρέκκλιση, τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίσουν την ελάχιστη περίοδο απασχόλησης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που διέπει τις συμβάσεις εργασίας, οπότε η ενίσχυση μειώνεται αντίστοιχα.

Άρθρο 33

Ενίσχυση για την απασχόληση ατόμων με αναπηρία υπό μορφή κάλυψης επιπρόσθετων δαπανών

1.   Τα καθεστώτα ενισχύσεων για την αντιστάθμιση των επιπρόσθετων δαπανών που συνεπάγεται η απασχόληση ατόμων με αναπηρία συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και εξαιρούνται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

2.   Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το 100 % των επιλέξιμων δαπανών.

3.   Επιλέξιμες δαπάνες θεωρούνται οι δαπάνες, πλην των μισθολογικών δαπανών, τις οποίες αναλαμβάνει ο εργοδότης και οι οποίες προστίθενται σε εκείνες τις οποίες θα πραγματοποιούσε η δικαιούχος επιχείρηση εάν απασχολούσε άτομα χωρίς αναπηρία, για οποιαδήποτε περίοδο απασχόλησης του ατόμου με αναπηρία.

Επιλέξιμες είναι οι ακόλουθες δαπάνες:

α)

δαπάνες προσαρμογής του χώρου εργασίας·

β)

δαπάνες απασχόλησης προσωπικού αποκλειστικά για την υποστήριξη των εργαζομένων με αναπηρία·

γ)

δαπάνες προσαρμογής ή αγοράς εξοπλισμού, ή αγοράς και επικύρωσης λογισμικού προς χρήση από εργαζόμενους με αναπηρία, περιλαμβανομένων προσαρμοσμένων ή βοηθητικών τεχνολογικών εγκαταστάσεων οι οποίες προστίθενται σε εκείνες τις οποίες θα πραγματοποιούσε η δικαιούχος επιχείρηση εάν απασχολούσε άτομα χωρίς αναπηρία·

δ)

όταν η δικαιούχος επιχείρηση παρέχει προστατευόμενη εργασία, οι δαπάνες κατασκευής, εγκατάστασης ή επέκτασης του σχετικού χώρου εργασίας, καθώς και οποιεσδήποτε δαπάνες διοίκησης και μεταφοράς που απορρέουν άμεσα από την απασχόληση ατόμων με αναπηρία·

ε)

όταν η δικαιούχος επιχείρηση παρέχει υποστηριζόμενη απασχόληση, οποιεσδήποτε δαπάνες διοίκησης και μεταφοράς που απορρέουν άμεσα από την απασχόληση ατόμων με αναπηρία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 34

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 68/2001, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2006, καταργούνται.

Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς θεωρούνται παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 35

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του, εφόσον πληρούν όλους τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, με την εξαίρεση του άρθρου 9 παράγραφοι 1 έως 3.

2.   Ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν την [31η Δεκεμβρίου 2008], οι οποίες δεν πληρούν τους όρους που καθορίζονται σε αυτόν αλλά πληρούν τους όρους που καθορίζονται στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 70/2001, τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 68/2001, τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 2204/2002 ή τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1628/2006 απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

Οποιεσδήποτε άλλες ενισχύσεις χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, οι οποίες δεν πληρούν ούτε τους όρους που καθορίζονται σε αυτόν ούτε τους όρους που καθορίζονται σε κάποιο από τους κανονισμούς που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, θα αξιολογούνται από την Επιτροπή με βάση τα σχετικά πλαίσια, κατευθυντήριες γραμμές και ανακοινώσεις.

3.   Στο τέλος της περιόδου ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα καθεστώτα ενισχύσεων που απαλλάσσονται βάσει αυτού θα διατηρήσουν την απαλλαγή τους για μεταβατική περίοδο έξι μηνών, με εξαίρεση τα καθεστώτα ενίσχυσης περιφερειακού χαρακτήρα. Η απαλλαγή των καθεστώτων ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα βάσει του κανονισμού ΕΚ αριθ. 1628/2006 λήγει την ημερομηνία λήξης ισχύος των εγκεκριμένων χαρτών για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα.

Άρθρο 36

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, …

Για την Επιτροπή

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΜΕ

Άρθρο 1

Επιχείρηση

Επιχείρηση θεωρείται κάθε μονάδα, ανεξάρτητα από τη νομική της μορφή, που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ως τέτοιες νοούνται ιδίως οι μονάδες που ασκούν βιοτεχνική ή άλλη δραστηριότητα, ατομικά ή οικογενειακά, προσωπικές εταιρείες ή ενώσεις προσώπων που ασκούν τακτικά μια οικονομική δραστηριότητα.

Άρθρο 2

Αριθμός απασχολούμενων και οικονομικά όρια προσδιορίζοντα τις κατηγορίες επιχειρήσεων

1.   Η κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) αποτελείται από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια ευρώ.

2.   Στην κατηγορία των ΜΜΕ, ως μικρή επιχείρηση ορίζεται η επιχείρηση η οποία απασχολεί λιγότερους από 50 εργαζομένους και της οποίας ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 10 εκατομμύρια ευρώ.

3.   Στην κατηγορία των ΜΜΕ, ως πολύ μικρή επιχείρηση ορίζεται η επιχείρηση η οποία απασχολεί λιγότερους από δέκα εργαζομένους και της οποίας ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια ευρώ.

Άρθρο 3

Τύποι επιχειρήσεων που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του αριθμού απασχολούμενων και των χρηματοοικονομικών ποσών

1.   «Ανεξάρτητη επιχείρηση» είναι κάθε επιχείρηση που δεν χαρακτηρίζεται ως συνεργαζόμενη επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 ή ως συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 3.

2.   «Συνεργαζόμενες επιχειρήσεις» είναι όλες οι επιχειρήσεις που δεν χαρακτηρίζονται ως συνδεδεμένες κατά την έννοια της παραγράφου 3 και μεταξύ των οποίων υπάρχει η ακόλουθη σχέση: μια επιχείρηση (ανάντη επιχείρηση) κατέχει, η ίδια ή από κοινού με μία ή περισσότερες συνδεδεμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια της παραγράφου 3, το 25 % ή περισσότερο του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης επιχείρησης (κατάντη επιχείρηση).

Ωστόσο, μια επιχείρηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανεξάρτητη, μη έχουσα δηλαδή συνεργαζόμενες επιχειρήσεις, ακόμη και εάν το όριο του 25 % καλύπτεται ή υπερκαλύπτεται, εφόσον το ποσοστό αυτό ελέγχεται από τις ακόλουθες κατηγορίες επενδυτών, και υπό την προϋπόθεση ότι αυτοί δεν είναι, μεμονωμένα ή από κοινού, συνδεδεμένοι κατά την έννοια της παραγράφου 3 με την οικεία επιχείρηση:

α)

δημόσιες εταιρείες συμμετοχών, εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, φυσικά πρόσωπα ή ομάδες φυσικών προσώπων που ασκούν συστηματικά δραστηριότητες σε επενδύσεις επιχειρηματικού κινδύνου («business angels») και επενδύουν ίδια κεφάλαια σε μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις, εφόσον το σύνολο της επένδυσης σε μια ίδια επιχείρηση δεν υπερβαίνει το 1 250 000 EUR·

β)

πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα μη κερδοσκοπικού σκοπού·

γ)

θεσμικοί επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των ταμείων περιφερειακής ανάπτυξης·

δ)

αυτόνομες τοπικές αρχές με ετήσιο προϋπολογισμό μικρότερο από 10 εκατ. ευρώ και λιγότερο από 5 000 κατοίκους.

3.   «Συνδεδεμένες επιχειρήσεις» είναι οι επιχειρήσεις που διατηρούν μεταξύ τους μια από τις ακόλουθες σχέσεις:

α)

μια επιχείρηση κατέχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων άλλης επιχείρησης·

β)

μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου άλλης επιχείρησης·

γ)

μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να ασκήσει κυριαρχική επιρροή σε άλλη επιχείρηση βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με αυτήν ή δυνάμει ρήτρας του καταστατικού αυτής της τελευταίας·

δ)

μια επιχείρηση που είναι μέτοχος ή εταίρος άλλης επιχείρησης ελέγχει μόνη της, βάσει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους ή εταίρους της εν λόγω επιχείρησης, την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων αυτής της επιχείρησης.

Τεκμαίρεται ότι δεν υπάρχει κυρίαρχη επιρροή, εφόσον οι επενδυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο δεν υπεισέρχονται άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση της εξεταζόμενης επιχείρησης, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που κατέχουν με την ιδιότητά τους ως μετόχων ή εταίρων.

Συνδεδεμένες θεωρούνται επίσης οι επιχειρήσεις που διατηρούν μια από τις σχέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μέσω μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων ή με τους επενδυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Οι επιχειρήσεις που διατηρούν μια από τις εν λόγω σχέσεις μέσω ενός φυσικού προσώπου ή ομάδας φυσικών προσώπων που ενεργούν από κοινού θεωρούνται επίσης συνδεδεμένες επιχειρήσεις καθόσον ασκούν το σύνολο ή τμήμα των δραστηριοτήτων τους στην ίδια αγορά ή σε όμορες αγορές.

Ως όμορη αγορά θεωρείται η αγορά ενός προϊόντος ή υπηρεσίας που βρίσκεται αμέσως ανάντη ή κατάντη της σχετικής αγοράς.

4.   Εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο, μια επιχείρηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ΜΜΕ, εάν το 25 % ή περισσότερο του κεφαλαίου της ή των δικαιωμάτων ψήφου της ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από έναν ή περισσότερους δημόσιους οργανισμούς ή δημόσιους φορείς, μεμονωμένα ή από κοινού.

5.   Μια επιχείρηση δύναται να υποβάλει δηλώσεις σχετικά με την ιδιότητά της ως ανεξάρτητης, συνεργαζόμενης ή συνδεδεμένης επιχείρησης, καθώς και σχετικά με τα στοιχεία που αφορούν τα αριθμητικά όρια που αναφέρονται στο άρθρο 2. Η δήλωση αυτή μπορεί να υποβληθεί ακόμη και εάν η διασπορά κεφαλαίου δεν επιτρέπει να καθοριστεί ποιος το κατέχει εφόσον η επιχείρηση δηλώνει υπεύθυνα ότι μπορεί εύλογα να υποθέσει ότι δεν ανήκει, κατά ποσοστό 25 % ή περισσότερο, σε μια επιχείρηση ή, από κοινού, σε περισσότερες επιχειρήσεις που είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους ή μέσω φυσικών προσώπων ή ομάδας φυσικών προσώπων. Οι δηλώσεις αυτές πραγματοποιούνται με την επιφύλαξη των ελέγχων και εξακριβώσεων που προβλέπονται από τις εθνικές ή κοινοτικές κανονιστικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 4

Στοιχεία για τον υπολογισμό του αριθμού απασχολούμενων και των χρηματοοικονομικών ποσών και περίοδος αναφοράς

1.   Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του αριθμού απασχολούμενων και των χρηματοοικονομικών ποσών είναι εκείνα που αφορούν την τελευταία κλεισμένη διαχειριστική χρήση και υπολογίζονται σε ετήσια βάση. Λαμβάνονται υπόψη κατά την ημερομηνία κλεισίματος των λογαριασμών. Το ύψος του κύκλου εργασιών υπολογίζεται χωρίς το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και χωρίς άλλους έμμεσους δασμούς.

2.   Όταν, κατά την ημερομηνία κλεισίματος των λογαριασμών και σε ετήσια βάση, μια επιχείρηση βρίσκεται πάνω ή κάτω από τα όρια τα σχετικά με τον αριθμό απασχολούμενων ή τα χρηματοοικονομικά όρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση ή την απώλεια της ιδιότητας της μεσαίας, μικρής ή πολύ μικρής επιχείρησης μόνον εάν το φαινόμενο επαναληφθεί επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.

3.   Στην περίπτωση νεοσύστατων επιχειρήσεων, οι λογαριασμοί των οποίων δεν έχουν κλείσει ακόμη, τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη πρέπει να προκύπτουν από αξιόπιστες εκτιμήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

Άρθρο 5

Ο αριθμός απασχολούμενων

Ο αριθμός απασχολούμενων ατόμων αντιστοιχεί στον αριθμό ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ), δηλαδή στον αριθμό εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που εργάστηκαν στην εξεταζόμενη επιχείρηση ή για λογαριασμό αυτής επί ολόκληρο το υπόψη έτος. Τα άτομα που δεν εργάστηκαν ολόκληρο το έτος, οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης, ανεξάρτητα από τη διάρκεια, και οι εργαζόμενοι σε εποχική βάση αντιστοιχούν σε κλάσματα των ΕΜΕ. Στον αριθμό απασχολούμενων περιλαμβάνονται:

α)

οι μισθωτοί·

β)

τα άτομα που εργάζονται για την επιχείρηση, έχουν σχέση εξάρτησης προς αυτήν και εξομοιούνται με μισθωτούς με βάση το εθνικό δίκαιο·

γ)

οι ιδιοκτήτες επιχειρηματίες·

δ)

οι εταίροι που ασκούν τακτική δραστηριότητα εντός της επιχείρησης και προσπορίζονται οικονομικά πλεονεκτήματα από την επιχείρηση.

Οι μαθητευόμενοι ή οι σπουδαστές που βρίσκονται σε επαγγελματική εκπαίδευση στο πλαίσιο σύμβασης μαθητείας ή επαγγελματικής κατάρτισης δεν συνυπολογίζονται στον αριθμό απασχολούμενων. Η διάρκεια των αδειών μητρότητας ή των γονικών αδειών δεν συνυπολογίζεται.

Άρθρο 6

Καθορισμός των στοιχείων της επιχείρησης

1.   Στην περίπτωση ανεξάρτητης επιχείρησης, ο καθορισμός των στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού απασχολούμενων, πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση τους λογαριασμούς αυτής της επιχείρησης.

2.   Στην περίπτωση επιχείρησης που συνεργάζεται ή συνδέεται με άλλες επιχειρήσεις, ο καθορισμός των στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού απασχολούμενων, γίνεται με βάση τους λογαριασμούς και τα λοιπά στοιχεία της επιχείρησης, ή —εφόσον υπάρχουν— τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επιχείρησης, ή τους ενοποιημένους λογαριασμούς στους οποίους περιλαμβάνεται και η εξεταζόμενη επιχείρηση βάσει ενοποίησης.

Στα στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο προστίθενται τα στοιχεία των επιχειρήσεων που ενδεχομένως συνεργάζονται με την εξεταζόμενη επιχείρηση, οι οποίες βρίσκονται ακριβώς ανάντη ή κατάντη της εν λόγω επιχείρησης. Τα στοιχεία συγκεντρώνονται κατ' αναλογία προς το ποσοστό συμμετοχής στο κεφάλαιο ή στα δικαιώματα ψήφου (το υψηλότερο από τα δύο αυτά ποσοστά). Σε περίπτωση διασταυρωμένης συμμετοχής, λαμβάνεται υπόψη το υψηλότερο των ποσοστών αυτών.

Στα στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο προστίθεται το 100 % των στοιχείων των επιχειρήσεων που ενδεχομένως συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την εξεταζόμενη επιχείρηση και τα οποία δεν περιλαμβάνονται ήδη στους λογαριασμούς βάσει ενοποίησης.

3.   Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, τα στοιχεία των επιχειρήσεων που συνεργάζονται με την εξεταζόμενη επιχείρηση προκύπτουν από τους λογαριασμούς και τα λοιπά στοιχεία, ενοποιημένα εφόσον υπάρχουν, στα οποία προστίθεται το 100 % των στοιχείων των επιχειρήσεων που συνδέονται με τις συνεργαζόμενες αυτές επιχειρήσεις, εκτός εάν τα στοιχεία τους περιλαμβάνονται ήδη βάσει ενοποίησης.

Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, τα στοιχεία των επιχειρήσεων που συνδέονται με την εξεταζόμενη επιχείρηση προκύπτουν από τους λογαριασμούς και τα λοιπά στοιχεία τους, ενοποιημένα εφόσον υπάρχουν. Στα στοιχεία αυτά προστίθενται κατ' αναλογία τα στοιχεία των επιχειρήσεων που ενδεχομένως συνεργάζονται με τις συνδεδεμένες αυτές επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται ακριβώς ανάντη ή κατάντη αυτών, εάν δεν περιλαμβάνονται ήδη στους ενοποιημένους λογαριασμούς σε αναλογία τουλάχιστον ισοδύναμη με το ποσοστό που ορίζεται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο.

4.   Όταν ο αριθμός απασχολούμενων δεδομένης επιχείρησης δεν προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς, υπολογίζεται συγκεντρώνοντας κατ' αναλογία τα στοιχεία τα σχετικά με τις επιχειρήσεις που συνεργάζονται με την εν λόγω επιχείρηση, και προσθέτοντας τα στοιχεία τα σχετικά με τις επιχειρήσεις που συνδέονται μαζί της.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

EΝΤΥΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

1.

Ενίσχυση υπέρ [επωνυμία της(των) επιχείρησης(-ων) που λαμβάνει(-ουν) την ενίσχυση, ΜΜΕ ή μη]:

1.

Στοιχεία αναφοράς του καθεστώς ενισχύσεων (στοιχεία αναφοράς της Επιτροπής για το υφιστάμενο καθεστώς ή καθεστώτα ενισχύσεων δυνάμει των οποίων χορηγείται η ενίσχυση):

2.

Δημόσιος φορέας(-είς) που χορηγεί(-ούν) την ενίσχυση (επωνυμία και στοιχεία των φορέων αυτών):

3.

Κράτος μέλος όπου πραγματοποιείται το σχέδιο:

4.

Είδος σχεδίου ή μέτρου:

5.

Συνοπτική περιγραφή του σχεδίου ή του μέτρου:

6.

Όπου ισχύει, επιλέξιμες δαπάνες (σε ευρώ):

7.

Προεξοφλημένο ποσό της ενίσχυσης (ακαθάριστο), σε ευρώ:

8.

Ένταση της ενίσχυσης (σε % ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης):

9.

Όροι που συνοδεύουν την καταβολή της προτεινόμενης ενίσχυσης (αν υπάρχουν):

10.

Προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης και λήξης του σχεδίου ή του μέτρου:

11.

Ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης:

EΝΤΥΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ, ΕΦΟΣΟΝ Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΔΕΝ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

1.

Ενίσχυση προς [επωνυμία της(των) επιχείρησης(-ήσεων) που λαμβάνει(-ουν) την ενίσχυση]:

2.

Στοιχεία αναφοράς του καθεστώς ενισχύσεων (στοιχεία αναφοράς της Επιτροπής για το υφιστάμενο καθεστώς ή καθεστώτα ενισχύσεων δυνάμει των οποίων χορηγείται η ενίσχυση):

3.

Δημόσιος φορέας/φορείς που χορηγεί(-ούν) την ενίσχυση (επωνυμία και στοιχεία των φορέων αυτών):

4.

Κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιείται η επένδυση:

5.

Περιοχή (επίπεδο NUTS-ΙΙΙ) στην οποία πραγματοποιείται η επένδυση:

6.

ΟΤΑ (πριν επίπεδο NUTS-V και τώρα επίπεδο LAU 2) στον οποίο πραγματοποιείται η επένδυση:

7.

Κατηγορία του σχεδίου/έργου (νέα εγκατάσταση, επέκταση υφιστάμενης εγκατάστασης, διαφοροποίηση της παραγωγής υφιστάμενης εγκατάστασης σε νέα, πρόσθετα προϊόντα, θεμελιώδης αλλαγή στη συνολική παραγωγική διαδικασία υφιστάμενης εγκατάστασης):

8.

Παραγόμενα προϊόντα ή παρεχόμενες υπηρεσίες βάσει του επενδυτικού σχεδίου (βάσει της ονοματολογίας PRODCOM/NACE, ή της CPA για τα σχέδια στον τομέα των υπηρεσιών):

9.

Σύντομη περιγραφή του επενδυτικού σχεδίου:

10.

Προεξοφλημένες επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου (σε ευρώ):

11.

Προεξοφλημένο ποσό της ενίσχυσης (ακαθάριστο), σε ευρώ:

12.

Ποσοστό της ενίσχυσης ( % ως ΑΙΕ):

13.

Όροι που συνοδεύουν την καταβολή της προτεινόμενης ενίσχυσης (εφόσον υπάρχουν):

14.

Προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης και λήξης των εργασιών του σχεδίου:

15.

Ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης:


(1)  ΕΕ L 142 της 14.5.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 210 της 8.9.2007, σ. 14.

(3)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33.

(4)  ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 22.

(5)  ΕΕ C 235 της 21.8.2001, σ. 3.

(6)  ΕΕ C 194 της 18.8.2006, σ. 2.

(7)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 20.

(8)  ΕΕ L 337 της 13.12.2002, σ. 3.

(9)  ΕΕ C 45 της 17.2.1996, σ. 5.

(10)  ΕΕ C 323 της 30.12.2006, σ. 1.

(11)  ΕΕ C 37 της 3.2.2001, σ. 3.

(12)  ΕΕ C 54 της 4.3.2006, σ. 13.

(13)  ΕΕ L 205 της 2.8.2002, σ. 1.

(14)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(15)  ΕΕ L 302 της 1.11.2006, σ. 29.

(16)  ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14.

(17)  ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.

(18)  ΕΕ C 194 της 18.8.2006, σ. 2.

(19)  ΕΕ C 45 της 17.2.1996, σ. 5.

(20)  ΕΕ C 323 της 30.12.2006, σ. 1.

(21)  ΕΕ C 48 της 13.2.1998, σ. 2.

(22)  ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22.

(23)  NACE κωδικός XXX.

(24)  ΕΕ L 182 της 3.7.1987, σ. 36.

(25)  ΕΕ C 54 της 4.3.2006, σ. 13.

(26)  ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5.

(27)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.

(28)  ΕΕ L 24 της 29.01.2004, σ. 1.

(29)  ΕΕ L 184 της 27.7.1993, σ. 1.

(30)  ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26.

(31)  ΕΕ L 52 της 21.2.2004, σ. 50.

(32)  Η παρούσα πρόταση δεν προδικάζει τις θέσεις Επιτροπής στο πλαίσιο της πραγματοποιούμενης αναθεώρησης των κατευθυντήριων γραμμών για την προστασία του περιβάλλοντος, ιδίως όσον αφορά τις εντάσεις ενίσχυσης. Σε κάθε περίπτωση, λόγω των απλών μεθόδων υπολογισμού που υιοθετήθηκαν για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης που προβλέπονται σε αυτόν θα πρέπει, αναγκαστικά, να είναι χαμηλότερες από τις μέγιστες εντάσεις ενίσχυσης που προβλέπουν οι κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες βασίζονται σε αναλυτικότερες μεθόδους υπολογισμού.

(33)  Βλέπε υποσημείωση 32 ανωτέρω.

(34)  Βλέπε υποσημείωση 32 ανωτέρω.

(35)  Βλέπε υποσημείωση 32 ανωτέρω.

(36)  Βλέπε υποσημείωση 32 ανωτέρω.

(37)  Βλέπε υποσημείωση 32 ανωτέρω.

(38)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51.


Top