EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006AE0231

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις COM(2005) 305 τελικό — 2005/0126 (COD)

OJ C 88, 11.4.2006, p. 7–8 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

11.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 88/7


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

COM(2005) 305 τελικό — 2005/0126 (COD)

(2006/C 88/02)

Την 1η Σεπτεμβρίου 2005 και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιανουαρίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση της κας SÁNCHEZ MIGUEL.

Κατά την 424η σύνοδο ολομέλειάς της, της 14ης και 15ης Φεβρουαρίου 2006 (συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 134 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της στην Επιτροπή για το περιεχόμενο της προτεινόμενης μεταρρύθμισης, η οποία διευκολύνει και αποσαφηνίζει την εφαρμογή του κανονισμού, που είναι τόσο σημαντικός για να καταστεί πραγματικότητα στην ΕΕ ο χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Ωστόσο, ορισμένες από τις νέες παραγράφους δημιουργούν ορισμένη σύγχυση κατά την ερμηνεία του περιεχομένου τους, ιδίως η παράγραφος 3 στο τέλος του άρθρου 8, στον βαθμό που θεσπίζει εξαίρεση στον υπολογισμό των προθεσμιών όταν υπάρχει άρνηση παραλαβής από τον παραλήπτη λόγω μη γνώσης της γλώσσας σύνταξης της πράξης, προκειμένου να προστατεύσει τον ενάγοντα σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις.

1.2

Επίσης στο τέλος του άρθρου 14, όταν γίνεται αναφορά σε «ισοδύναμο» με την απόδειξη παραλαβής έγγραφο, θα πρέπει να διευκρινιστούν περισσότερο αυτά τα εναλλακτικά συστήματα κατοχύρωσης της επίδοσης ή κοινοποίησης μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών.

1.3

Είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν και τα δύο αυτά θέματα και κυρίως να επαληθευτούν τα κείμενα στις διάφορες γλώσσες, που σε πολλές περιπτώσεις διαφέρουν μεταξύ τους. Το πρόβλημα μπορεί να επιλυθεί πριν από τη δημοσίευση του κανονισμού, δεδομένου ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η εφαρμογή του γίνεται από το κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το κείμενο της γλώσσας του.

1.4

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για την μη αξιολόγηση εκ μέρους της Επιτροπής της κατάστασης σε σχέση με τα προσφάτως ενταχθέντα κράτη μέλη, μολονότι έχει προσαρμόσει τα παραρτήματα στη νέα αυτή κατάσταση.

1.5

Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να αναφέρει ότι η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταρρύθμιση είναι η κατάλληλη, δεδομένου ότι έλαβε υπόψη όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και κυρίως επειδή χρησιμοποίησε ένα από τα μέσα που δημιουργήθηκαν για το σκοπό αυτό, το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο, που επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα προβλήματα που έχουν παρατηρηθεί κατά την εφαρμογή των δύο αυτών διαδικασιών.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλει αυτή την πρόταση κανονισμού σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) 1348/2000 (1), που θεσπίζει ότι, αφού εξεταστεί η εφαρμογή του κατά την αναφερόμενη περίοδο, έως την 1η Ιουνίου 2004, η Επιτροπή θα προβεί στην προσαρμογή του περιεχομένου των κανόνων του στις εξελίξεις των συστημάτων κοινοποίησης. Ωστόσο, η προτεινόμενη τροποποίηση προχωρεί πιο πέρα από μια απλή τυπική αναθεώρηση και εντάσσεται στη διαδικασία νομοθετικής απλοποίησης που έχει αναληφθεί από την ΕΕ, όπως επίσης στην εξέταση της ογκώδους νομοθεσίας που έχει προταθεί κατά την ίδια περίοδο, προκειμένου να υλοποιηθεί το ψήφισμα του Συμβουλίου του Τάμπερε για την ανάπτυξη χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που θα διασφαλίζει την ελεύθερη διακίνηση των ατόμων στην επικράτεια της ΕΕ.

2.2

Ο κανονισμός αυτός έχει μεγάλη σημασία για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Οι διασυνοριακές πράξεις και συμβάσεις και, προπαντός, τα νέα συστήματα σύναψης συμβάσεων που στηρίζονται στις νέες τεχνολογίες καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη κανόνων που να ρυθμίζουν τη διαδικασία κοινοποίησης και επίδοσης των δικαστικών και εξωδίκων πράξεων από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Θα πρέπει να επισημανθεί σχετικά ότι η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφράσει την άποψη (2) ότι το νομοθετικό μέσο που θα ρυθμίζει αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να είναι κανονισμός και όχι οδηγία, δεδομένου ότι ο στόχος που επιδιώκεται είναι η επίτευξη πλήρους εναρμόνισης.

3.   Περιεχόμενο της μεταρρύθμισης

3.1

Στο πλαίσιο της διαδικασίας απλοποίησης που επιδιώκεται με την πρόταση μεταρρύθμισης περιλαμβάνονται τροποποιήσεις που ενισχύουν τη νομική ασφάλεια για τον ενάγοντα και τον παραλήπτη, λαμβάνοντας υπόψη ότι αναζητείται μια βασική αρχή προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη στην εσωτερική αγορά.

3.2

Κατά πρώτο λόγο, θεσπίζονται σαφείς κανόνες για τον υπολογισμό των προθεσμιών (άρθρο 7 παράγραφος 2), αντικαθιστώντας τις προηγούμενες διατάξεις με την προθεσμία ενός μηνός από τη στιγμή της παραλαβής, και μόνο στις σχέσεις μεταξύ των διοικήσεων κάθε κράτους θα εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση η εθνική νομοθεσία (άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2).

3.3

Αποσαφηνίζεται η δυνατότητα άρνησης παραλαβής της πράξης από τον παραλήπτη λόγω μη γνώσης της γλώσσας στην οποία έχει συνταχθεί και προβλέπεται η δυνατότητα μετάφρασής της σε γλώσσα που γνωρίζει ο παραλήπτης· στην περίπτωση αυτή, ο υπολογισμός της προβλεπόμενης προθεσμίας ορίζεται με βάση την ημερομηνία επίδοσης της μετάφρασης αυτής (άρθρο 8 παράγραφος 1). Ωστόσο, στη νέα παράγραφο 3 θεσπίζεται εξαίρεση για την περίπτωση που οι εθνικοί κανόνες θεσπίζουν συγκεκριμένες προθεσμίες για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του ενάγοντος, οπότε λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία κοινοποίησης ή επίδοσης του πρωτοτύπου της πράξης.

3.4

Σημαντική είναι επίσης η προτεινόμενη τροποποίηση σε σχέση με τα έξοδα κοινοποίησης ή επίδοσης (άρθρο 11 παράγραφος 2), καθώς θεσπίζεται ότι κάθε κράτος μέλος προκαθορίζει σχετικό πάγιο τέλος.

3.5

Σε σχέση με την επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών (άρθρο 14), θεσπίζεται η δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να απαιτεί απόδειξη παραλαβής ή «ισοδύναμο έγγραφο», χωρίς να θίγεται με αυτό η ελευθερία των εχόντων έννομο συμφέρον σε μία δίκη να επιδώσουν ή να κοινοποιήσουν τα δικαστικά έγγραφα μέσω δημόσιων λειτουργών, υπαλλήλων ή άλλων αρμοδίων προσώπων του κράτους μέλους παραλαβής (άρθρο 15).

4.   Παρατηρήσεις για την πρόταση τροποποίησης

4.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί θετική κάθε πρόταση νομοθετικής τροποποίησης που συμφωνεί με την αρχή της απλοποίησης (3) και ταυτόχρονα διασφαλίζει τη νομική ασφάλεια στο πεδίο εφαρμογής της. Στην προκειμένη περίπτωση, θεωρεί ότι η Επιτροπή εκπλήρωσε την υποχρέωση σύνταξης της έκθεσης που προβλέπεται στον ίδιο τον κανονισμό (άρθρο 24) και ότι, επιπλέον, μέσω των συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου (4), εξετάστηκαν και συζητήθηκαν οι εμπειρίες από την εφαρμογή του και, αφού συγκεντρώθηκαν οι πληροφορίες και οι σχετικές μελέτες, η Επιτροπή υιοθέτησε την έκθεση (5) που χρησίμευσε ως βάση της υπό εξέταση πρότασης.

4.2

Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ότι, με την ενσωμάτωση στον κοινοτικό κανόνα του υπολογισμού των προθεσμιών για την κοινοποίηση και την επίδοση των εγγράφων πραγματοποιήθηκε ένα μεγάλο βήμα προς την απλοποίηση, δεδομένου ότι προηγουμένως παρενέβαιναν πολυάριθμες εθνικές διατάξεις, οι οποίες παρέτειναν τις διαδικασίες· ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό επιτρέπεται πλέον στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τις διαδικασίες, χωρίς να χρειάζεται να επιβεβαιώσουν τι ισχύει σε κάθε κράτος. Παρόλα αυτά, αναγνωρίζεται η δυνατότητα εφαρμογής του εθνικού νόμου για τις σχέσεις μεταξύ κρατών, όπως θεσπίζεται στο τροποποιημένο άρθρο 9, χωρίς να πλήττονται οι ενδιαφερόμενοι.

4.3

Σε σχέση με τη νέα πρόταση διατύπωσης του άρθρου 8 (6), που αφορά την άρνηση παραλαβής της πράξης από τον παραλήπτη σε περίπτωση που δεν γνωρίζει τη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί, καθώς και την υποχρέωση μετάφρασής της, φαίνεται περισσότερο σύμφωνη με την προστασία του συμφέροντος των ενδιαφερομένων από ό,τι η σημερινή διατύπωση, κυρίως γιατί οι προβλεπόμενες προθεσμίες δεν περιορίζονται, αλλά απλώς μετατίθεται η έναρξη του υπολογισμού τους από την ημερομηνία της εν λόγω μετάφρασης. Ωστόσο, η σύνταξη της νέας παραγράφου 3 του άρθρου 8 θέτει σοβαρό πρόβλημα εφαρμογής από τα κράτη μέλη σε σχέση με τα ανωτέρω, δεδομένου ότι θεσπίζει εξαίρεση που επιτρέπει την εφαρμογή του υπολογισμού που προβλέπεται από τους εθνικούς νόμους, πράγμα που μπορεί να δημιουργήσει αδυναμία υπεράσπισης στον παραλήπτη της πράξης.

4.4

Επίσης, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμη την ενσωμάτωση προκαθορισμένου πάγιου τέλους εκ μέρους κάθε κράτους μέλους, δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις υφίσταται δυσπιστία μεταξύ των μερών για τον προσδιορισμό του κόστους. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η διαφάνεια της διαδικασίας.

4.5

Σύμφωνα με τα όσα συμφωνήθηκαν σε άλλη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ (7), θεωρούμε αναγκαίο να μελετηθεί η χρήση, κατά την κοινοποίηση και επίδοση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, των τεχνικών καινοτομιών και των νέων μέσων που έχουν γίνει δεκτά από τους οργανισμούς παραλαβής και αποστολής όπως για παράδειγμα το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή το Διαδίκτυο, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι διασφαλίζεται η νομική ασφάλεια των εχόντων έννομο συμφέρον.

4.6

Άλλο θέμα που είναι αναγκαίο να εξεταστεί είναι ο τρόπος σύνταξης των εντύπων που περιέχονται στα παραρτήματα και απευθύνονται στις δικαστικές αρχές των κρατών μελών, δηλαδή στον αποστολέα και τον παραλήπτη τους. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, επιπλέον, τα συμφέροντα του αποδέκτη και του αποστολέα, ούτως ώστε να απλοποιηθεί η διατύπωση προκειμένου να καταστεί κατανοητή εκ μέρους των ενδιαφερομένων πλευρών στις δικαστικές και εξώδικες πράξεις.

Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ L 160 της 30.06.2000.

(2)  ΕΕ C 368 της 20.12.1999 (σημείο 3.2).

(3)  ΕΕ C 24 της 31.01.2006.

(4)  Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις, ΕΕ C 139 της 11.05.2001

(5)  Έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000, 1 Οκτωβρίου 2004 – COM(2004) 603 τελικό.

(6)  Η νέα πρόταση για το άρθρο 8, στον βαθμό που είναι δυνατή η άρνηση παραλαβής της κοινοποίησης λόγω μη διατύπωσής της στην επίσημη γλώσσα του κράτους παραλαβής, ανταποκρίνεται στη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλ. την πρόσφατη απόφαση C-443/03 της 8ης Απριλίου 2005).

(7)  ΕΕ C 368 της 20.12.1999.


Top