EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004AE0524

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την [COM(2003) 644 τελικό — 2003/0256 COD — 2003/0257 COD]

OJ C 112, 30.4.2004, p. 92–99 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

30.4.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 112/92


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταχώριση, την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των χημικών προϊόντων και για τους περιορισμούς που επιβάλλονται σε αυτά (Reach), για τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/EΚ και του κανονισμού (ΕΚ) σχετικά με τους ανθεκτικούς οργανικούς ρύπους και για την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 67/548/EΟΚ με σκοπό την προσαρμογή της στον κανονισμό (ΕΚ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταχώριση, την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των χημικών προϊόντων και με τους περιορισμούς που επιβάλλονται σε αυτά

[COM(2003) 644 τελικό — 2003/0256 COD — 2003/0257 COD]

(2004/C 112/24)

Στις 8 Δεκεμβρίου 2003, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την πρόταση κανονισμού.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 4 Μαρτίου 2004 με βάση την εισηγητική έκθεση του κου BRAGHIN.

H Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κατά την 407η σύνοδο ολομέλειάς της, συνεδρίαση της 31ης Μαρτίου 2004, υιοθέτησε με 129 ψήφους υπέρ, και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Εισαγωγή

1.1.

Κατά την διάρκεια των τελευταίων 30 ετών, ο έλεγχος των χημικών ουσιών μεταβιβάσθηκε προοδευτικά στο κοινοτικό επίπεδο, αρχής γενομένης από την 1η κοινοτική ρύθμιση στον τομέα των χημικών προϊόντων, την οδηγία 67/548/ΕΟΚ για την εναρμόνιση των κανόνων ταξινόμησης, επισήμανσης, εμπορίας των επικίνδυνων ουσιών, όπου παράλληλα με τους κανόνες αυτούς προβλεπόταν και η μελλοντική υποχρέωση να παρέχονται περαιτέρω πληροφορίες για τις χημικές ουσίες που κυκλοφορούν στο εμπόριο (1). Στη 6η τροποποίηση της εν λόγω οδηγίας, (που περιλαμβάνεται στην οδηγία 79/831/ΕΟΚ) θεσπίζεται μία διαδικασία κοινοποίησης των «νέων ουσιών», δηλαδή των ουσιών που διατέθηκαν στην αγορά για πρώτη φορά μετά τις 18 Σεπτεμβρίου 1981, και στην 7η τροποποίηση (που συμπεριλήφθηκε στην οδηγία 92/32/ΕΟΚ) ορίζονται ενιαία κριτήρια των κανόνων που εφαρμόζονται στην διαδικασία κοινοποίησης.

1.2.

Εν συνεχεία, οι κανόνες διευρύνθηκαν προκειμένου να συμπεριληφθούν ο προσδιορισμός, η αξιολόγηση και ο έλεγχος του κινδύνου τόσο των νέων ουσιών όσο και των υπαρχουσών επί τη βάσει των αρχών που διατυπώθηκαν στον κανονισμό του Συμβουλίου 793/93, ο οποίος ολοκληρώθηκε με τον κανονισμό 1488/94 για τις υπάρχουσες ουσίες και από την οδηγία 93/67/ΕΟΚ για τις νέες ουσίες.

1.3.

Η ανάγκη αναθεώρησης της ισχύουσας νομοθεσίας για την ανάπτυξη μίας νέας συνεκτικής και ολοκληρωμένης προσέγγισης της πολιτικής για τα χημικά προϊόντα κατά τρόπον ώστε να τηρούνται οι αρχές της προφύλαξης και της αειφορίας και να κατανέμονται δεόντως οι ευθύνες μεταξύ των μερών που συμμετέχουν στον έλεγχο των χημικών ουσιών προσδιορίσθηκε στα πλαίσια του Συμβουλίου περιβάλλοντος τον Απρίλιο 1998 στο Chester, συζητήθηκε σε διαδοχικά Συμβούλια και τέλος η Επιτροπή, στο πλαίσιο μίας ευρύτερης προσέγγισης της «βιώσιμης ανάπτυξης» που στο μεταξύ είχε επιβεβαιωθεί από το Συμβούλιο του Ελσίνκι τον Δεκέμβριο 1999 έδωσε τη μορφή Λευκής Βίβλου για τις χημικές ουσίες με τίτλο Στρατηγική για μία μελλοντική πολιτική στον τομέα των χημικών ουσιών (COM 2001(88) τελικό), που εκπονήθηκε από κοινού από τις ΓΔ Επιχειρήσεων και Περιβάλλοντος προκειμένου να ληφθούν υπόψη κατά τρόπο ισόρροπο τόσο οι στόχοι ανταγωνιστικότητας του τομέα χημικών προϊόντων όσο και οι απαιτήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος (2).

1.4.

Το νέο σύστημα που προβλεπόταν από τη Λευκή Βίβλο με την ονομασία REACH (Registration, Evaluation, Authorization of CΗemicals) προέβλεπε ένα ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο τόσο για τις υπάρχουσες όσο και για τις νέες ουσίες, με βάση 3 στοιχεία, την καταχώρηση, την αξιολόγηση και την αδειοδότηση για τις επικίνδυνες ουσίες. Πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος: προς τούτο η ευθύνη και το βάρος της παροχής κατάλληλων πληροφοριών και μίας πρώτης αξιολόγησης του κινδύνου μεταβιβαζόταν στους παραγωγούς/εισαγωγείς και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις στους μεταγενέστερους χρήστες. Η εφαρμογή του συστήματος προβλεπόταν να γίνει σε συγκεκριμένες προθεσμίες, δίδοντας προτεραιότητα στα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιαίτερες προβληματικές πτυχές και στις ουσίες που παράγονται σε μεγαλύτερες ποσότητες.

2.   Βασικά στοιχεία της εξεταζόμενης πρότασης

2.1.

Στόχος της παρούσας πρότασης κανονισμού και οδηγίας είναι συνεπώς η αντικατάσταση της ισχύουσας νομοθεσίας, που θεωρείται πλέον ανεπαρκής από την Επιτροπή, ανίκανη να παράσχει κίνητρα στην καινοτομία και συνεπώς να διασφαλίσει επαρκή προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος, με ένα νέο σύστημα που προσιδιάζει καλύτερα στην επίτευξη των εξής πέντε βασικών στόχων:

δημιουργία ενός συνεπούς συστήματος καταχώρησης που θα περιλαμβάνει τόσο τις νέες ουσίες όσο και τις υπάρχουσες ουσίες, σταδιακά σε χρονικό διάστημα που να καλύπτει περίπου μία δεκαετία από τη θέση σε ισχύ της νέας νομοθεσίας,

μετάθεση του βάρους αξιολόγησης των κινδύνων (risk assessment) από τις κυβερνητικές υπηρεσίες στις επιχειρήσεις που παράγουν ή εισάγουν, και οι οποίες έχουν ταυτοχρόνως την ευθύνη να υποβάλλουν φακέλλους με πλήρη στοιχεία για τα χαρακτηριστικά των ουσιών που σκοπεύουν να καταχωρίσουν,

συμπερίληψη εφόσον είναι απαραίτητο και ενδείκνυται, των μεταγενέστερων χρηστών, (downstream users) για την παροχή δεδομένων και για τις δοκιμές επί των ουσιών,

καθιέρωση μίας διαδικασίας αδειοδότησης των επικίνδυνων ουσιών,

εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας και ανοίγματος προς το κοινό με την διασφάλιση ευκολότερης πρόσβασης στις πληροφορίες για τις χημικές ουσίες.

2.2.

Η παρούσα πρόταση που αποβλέπει στην απλοποίηση και στη συστηματοποίηση σε ένα ενιαίο μέσο της πολύπλοκης νομοθεσίας που διέπει σήμερα τη χρήση των χημικών ουσιών καταργώντας ορισμένες οδηγίες και κανονισμούς εν ισχύι, έχει στο επίκεντρό της το σύστημα REACH, το οποίο απαιτεί από τις επιχειρήσεις που παράγουν ή εισάγουν μία χημική ουσία σε ποσότητα άνω του ενός τόννου ετησίως να την καταχωρούν σε μία ενιαία κεντρική τράπεζα δεδομένων. Οι επιχειρήσεις παραγωγής/εισαγωγής θα πρέπει να παρέχουν όχι μόνο τεχνικές πληροφορίες για τις ιδιότητες, τη χρήση και την ασφαλή διαχείριση της ουσίας, όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία αλλά επίσης και πληροφορίες για την ασφάλεια και τη διαχείριση του κινδύνου για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Οι πληροφορίες αυτές θα μεταβιβάζονται κατόπιν κατά τις επακόλουθες φάσεις της παραγωγικής αλυσίδας κατά τρόπο ώστε οι χρήστες να μπορούν να τις χρησιμοποιούν και να τις θέτουν σε εμπορία με υπευθυνότητα και επίγνωση, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία των εργαζομένων ή των τελικών καταναλωτών και το περιβάλλον.

2.3.

Η πρόταση καταρτίστηκε με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και μάλιστα κατόπιν διαβούλευσης μέσω του διαδικτύου που άρχισε τον Μάιο 2003 και διήρκεσε δύο μήνες βάσει ενός προσχέδιου κανονισμού, και συγκέντρωσε περίπου 6 000 γνώμες από όλα τα μέρη που συμμετείχαν. Με βάση τις διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν, το προσχέδιο τροποποιήθηκε έως ότου λάβει τη μορφή που έχει σήμερα, με απλοποιήσεις των απαιτήσεων ανάλογα με τις παραγόμενες ή εισαγόμενες ποσότητες που κατά την κρίση της Επιτροπής συνεπάγονται σημαντική μείωση των προβλέψεων για τις άμεσες και έμμεσες δαπάνες που συνεπάγεται η εφαρμογή του συστήματος σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις.

2.4.

Ένας νέος Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων θα διαχειρίζεται τη βάση δεδομένων των ουσιών, θα λαμβάνει τους φακέλλους καταχώρησης και θα φέρει την ευθύνη για την παροχή πληροφοριών μη εμπιστευτικού χαρακτήρα προς το κοινό. Η δομή του οργανισμού αυτού βασίζεται σε μία σειρά επιτροπών με διάφορες αρμοδιότητες και θα περιλαμβάνει επίσης και ένα Συμβούλιο προσφυγών (Board of Appeal).

2.5.

Η καταχώριση αφορά όλες τις ουσίες που παράγονται ή εισάγονται σε ποσότητα άνω του ενός τόνου κατ' έτος, η επιτροπή θεωρεί δε ότι για το 80 % περίπου των ουσιών αυτών δεν θα απαιτηθούν περαιτέρω μέτρα.

2.6.

Η αξιολόγηση των φακέλων, που θα αναλάβουν αρμόδιες αρχές, που θα συσταθούν από τα κράτη μέλη, διενεργείται για να εξακριβωθεί κατά πόσο ανταποκρίνονται στους κανόνες καταχώρησης οι οποίοι διαφέρουν ανάλογα με τις παραγόμενες/εισαγόμενες ποσότητες, για να ελεγχθούν οι δοκιμές στα ζώα, η ποιότητα και πληρότητα των μελετών όσον αφορά τον κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ή για το περιβάλλον. Το πρόγραμμα αξιολόγησης των ουσιών θα βασίζεται σε κυλιόμενα προγράμματα που θα εκπονούνται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, σύμφωνα με τα κριτήρια προτεραιότητας που καθορίζονται από τον Οργανισμό.

2.7.

Για τις ουσίες που προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία, όπως οι ΚΜΤ, ΑΒΤ, αΑαΒ (3) και άλλες παρόμοιες που έχουν αρνητικές και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στην υγεία ή στο περιβάλλον, θα απαιτείται η αδειοδότηση για ειδικές χρήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η άδεια θα παρέχεται μόνο εάν η χρήση μίας ουσίας μπορεί να ελέγχεται δεόντως, διαφορετικά θα αναλύεται ο βαθμός κινδύνου, η κοινωνική και οικονομική σημασία, η ύπαρξη υποκατάστατων για να εξακριβώνεται εάν είναι αιτιολογημένη η αδειοδότηση. Με πρόταση της Επιτροπής ή ενός κράτους μέλους θα επιβάλλονται περιορισμοί ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι οι κίνδυνοι είναι αποδεκτοί, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναγράφεται λεπτομερώς στο άρθρο 130.

2.8.

Για να διασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα του τομέα, στην παρούσα πρόταση μειώνονται οι απαιτήσεις για τις δοκιμές ως προς τον αριθμό και την πολυπλοκότητα, σε σύγκριση με την αρχική διατύπωση, που αντικατόπτριζε την ισχύουσα νομοθεσία, ειδικότερα για τις ουσίες των οποίων οι ποσότητες κυμαίνονται μεταξύ 1 και 10 τόνων, έχει εξαιρεθεί μία σειρά ουσιών μεταξύ των οποίων τα πολυμερή και ορισμένες ενδιάμεσες, έχουν απλοποιηθεί οι κανόνες για τους μεταγενέστερους χρήστες και έχει προταθεί η ανταλλαγή πληροφοριών για την ασφάλεια με τη μορφή δελτίων δεδομένων ασφάλειας, τα οποία προβλέπονταν ήδη από την ισχύουσα νομοθεσία και έχουν καταλλήλως τροποποιηθεί προκειμένου να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις στην εφαρμογή του κανονισμού με το ελάχιστο κόστος.

2.9.

Η καινοτομία θα ενθαρρυνθεί με μηχανισμούς όπως η αύξηση του ισχύοντος κατωφλίου που εφαρμόζεται στις νέες ουσίες, και η εξαίρεση από την ανάγκη δοκιμών για ποσότητες από 10 έως 1 τόνο, με διευκολύνσεις για τους μεταγενέστερους χρήστες προκειμένου να εξεύρουν νέες καινοτόμες ουσίες, και επέκταση της περιόδου απαλλαγής για τις ουσίες που βρίσκονται σε στάδιο έρευνας έως και 10 χρόνια (15 στον φαρμακευτικό τομέα).

2.10.

Με τις παρεμβάσεις αυτές υπολογίζεται ότι οι σχετικές δαπάνες θα μειωθούν σημαντικά, τόσο ως προς τις άμεσες δαπάνες της βιομηχανίας όσο και ως προς τις έμμεσες, που είναι πολύ κατώτερες από τα ευεργετήματα που αναμένονται για την ανθρώπινη υγεία.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.

Η ΕΟΚΕ τονίζει και πάλι ότι επικροτεί τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης και της προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος τους οποίους η ΕΕ έχει θέσει μεταξύ των προτεραιοτήτων της. Ήδη στην προγενέστερη γνωμοδότησή της για τη Λευκή Βίβλο είχε υποστηρίξει την καθιέρωση του συστήματος REACH, επικροτώντας τους συγκεκριμένους στόχους, όπως η ευαισθητοποίηση των επιχειρήσεων παραγωγής ή εισαγωγής ουσιών ή χρήσης αυτών όσον αφορά την κοινοποίηση των πληροφοριών για τις χημικές ουσίες με σκοπό την καταχώρηση και την πρώτη αξιολόγηση του κινδύνου, και θεωρώντας θετική τη θέσπιση ευρωπαϊκού συστήματος καταχώρησης και ενός κοινοτικού οργανισμού διαχείρισής του. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι στον κανονισμό που προτείνει η Επιτροπή εντοπίζονται ορθά οι στόχοι, μειώνεται ο αριθμός των απαιτήσεων για την καταχώρηση των νέων ουσιών, (που θεωρείται μία από τις αιτίες για τον μειωμένο αριθμό καταχώρησης νέων ουσιών κατά την τελευταία 20ετία στην Ευρώπη) ευνοώντας συνεπώς την καινοτομία, ταυτοχρόνως όμως ο κανονισμός αυτός αποτελεί σημαντική δέσμευση όχι μόνο για τον χημικό τομέα αλλά για όλο το παραγωγικό σύστημα.

3.1.1.

Η ευρωπαϊκή οικονομία, διανύει μία περίοδο μέτριας ανάπτυξης και γι' αυτό κάθε νομοθετική πρωτοβουλία που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων και την προσφορά θέσεων εργασίας πρέπει να σταθμίζεται με εξαιρετική προσοχή. Η διαθέσιμη ανάλυση της επίδρασης δεν εξασφαλίζει μία δια παντός ότι το προτεινόμενο σύστημα REACH θα εξισορροπήσει αποτελεσματικά τις σχέσεις κόστους/οφέλους, όπως επισημαίνεται από πολλούς ενδιαφερόμενους. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι δεν πρέπει, στο μέτρο του δυνατού και με βάση τις απαιτήσεις ασφαλείας, να θιγεί η ανταγωνιστική ικανότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας χημικών προϊόντων, που κατέχει σήμερα την πρώτη θέση σε παγκόσμια κλίμακα, και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους βιομηχανικούς τομείς σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Ανάλογη προσοχή αξίζει να δοθεί στις επιπτώσεις που θα υποστούν όλοι οι πολυάριθμοι παραγωγικοί τομείς που χρησιμοποιούν χημικές ουσίες και παρασκευάσματα, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που φαινομενικά εμπλέκονται λιγότερο όπως η σιδηρουργία, η κλωστοϋφαντουργία, η μηχανική, η ηλεκτρονική και οι τομείς στους οποίους οι ΜΜΕ μπορεί να συναντήσουν ιδιαίτερες δυσκολίες, λαμβάνοντας υπόψη τη νέα διάσταση της Ευρώπης των 25.

3.1.2.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις του Κανονισμού που συμβάλλουν στην απλοποίηση των διαδικασιών, έτσι ώστε να προωθείται ο διάλογος με τους ενδιαφερόμενους που άρχισε εποικοδομητικά στο πλαίσιο της διευρυμένης διαβούλευσης του 2003. Οι ορθές απαιτήσεις όσον αφορά την προστασία της υγείας πρέπει να συνοδεύονται από ορθές απαιτήσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση: για να προληφθεί ο κίνδυνος αυτός, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία τη λήψη δραστικότερων μέτρων για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης και της καινοτομίας, μέτρων που είναι ιδιαίτερα αναγκαία για τις ΜΜΕ για τις οποίες οι επιβαρύνσεις του συστήματος REACH κινδυνεύουν να καταστούν σημαντικό ποσοστό του ολικού λογαριασμού.

3.1.2.1.

Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπο-σημείωση και επικροτεί τις πρωτοβουλίες που ξεκίνησε η Επιτροπή και η ευρωπαϊκή υπηρεσία χημικών ουσιών στο πλαίσιο μίας «ενδιάμεσης» στρατηγικής ενόψει της ολοκλήρωσης των νομοθετικών πράξεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου. Η στρατηγική αυτή συνεπάγεται τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων προκειμένου να καταρτιστούν έγγραφα τεχνικού προσανατολισμού (ιδιαίτερα τα Technical guidance documents) απλούστερης χρήσεως, πιο διαρθρωμένες αξιολογήσεις επιδράσεων για συγκεκριμένους τομείς και σύναψη «στρατηγικών εταιρικών σχέσεων» (strategic partnerships) για τον έλεγχο των πιλοτικών σχεδίων εφαρμογής. Η ΕΟΚΕ που έλαβε άμεση γνώση της εμπειρίας που αναλήφθηκε στην περιοχή της βόρειας Βεστφαλίας επιδοκιμάζει τον προσανατολισμό αυτό και εύχεται να συμμετάσχει, επιφυλασσόμενη να εκφράσει τις απόψεις της για τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από αυτή τη δοκιμαστική φάση αργότερα.

3.1.3.

Η νομοθετική απλοποίηση, η δυνατότητα ταχύτερης αξιολόγησης και βασισμένης σε ευρύτερες γνώσεις, η ευρύτερη ενημέρωση σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους που συνδέονται με την παραγωγή και τη χρήση των χημικών ουσιών καθ' όλη την αλυσίδα παραγωγής μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας και να ασκήσουν θετική επίδραση στη γενικότερη ανάπτυξη της νομοθεσίας για το περιβάλλον (4), εκτός από το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Το πλεονέκτημα αυτό καθίσταται προφανές στον τομέα επεξεργασίας των αποβλήτων ή σε άλλους τομείς που κατασκευάζουν προϊόντα που προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή υπό τον όρο ότι η ύπαρξη κατάλληλων μηχανισμών, όπως π.χ. η αναγνωρίσιμη από τον καταναλωτή επισήμανση, θα υποχρεώσει την αγορά να αναγνωρίζει και να «επιβραβεύει» την προσαρμογή σε μία νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος και του καταναλωτή. Οι στόχοι αυτοί πρέπει να αποτελέσουν σαφές μέλημα και μπορούν να καταστούν λειτουργική πραγματικότητα, εάν στη διεθνή σκηνή οι ευρωπαϊκές προδιαγραφές γίνουν κοινώς αποδεκτές, χάρη στη στοχοθετημένη δράση των κοινοτικών αρχών. Για την επίτευξη των αποτελεσμάτων αυτών, είναι απαραίτητος ο εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ των αρμόδιων αρχών, των οικονομικών φορέων και του κόσμου της εργασίας καθώς και η χάραξη μίας πολιτικής για την πληροφόρηση και την κατάρτιση των τελικών καταναλωτών.

3.2.   Ευρωπαϊκός οργανισμός χημικών προϊόντων

3.2.1.

Η πρόταση προβλέπει τη θέσπιση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων με αποστολή τη διαχείριση των τεχνικών, επιστημονικών και διοικητικών πτυχών του συστήματος REACH και τη διασφάλιση της συνοχής της διαδικασίας αξιολόγησης και λήψεως αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο. Πράγματι, στην πρόταση της Επιτροπής ο οργανισμός αυτός θα παρέχει στα κράτη μέλη καθοδηγητικά κριτήρια για την επιλογή των ουσιών με σκοπό την αξιολόγηση και θα υποβάλλει επίσης γνωμοδοτήσεις και συστάσεις κατά τις διαδικασίες αδειοδότησης και επιβολής περιορισμών καθώς και υποδείξεις ως προς την εμπιστευτικότητα των δεδομένων.

3.2.2.

Η επιλογή του Οργανισμού, αντί μίας απλής διεύρυνσης (όπως προβλέπει η Λευκή Βίβλος) των αρμοδιοτήτων του ευρωπαϊκού γραφείου χημικών προϊόντων (ΕΓΧΠ) στο πλαίσιο του Κοινού Κέντρου Ερευνών (ΚΚΕ) είναι αναντίρρητα θετική και συνεπώς γίνεται απολύτως δεκτή από την ΕΟΚΕ, η οποία ωστόσο θεωρεί ότι οι αρμοδιότητές του είναι υπερβολικά περιορισμένες. Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, ο Οργανισμός έχει πράγματι μόνο συμβουλευτικά καθήκοντα για επιστημονικά ή/και τεχνικά θέματα, ενώ η λειτουργική διαχείριση του συστήματος φαίνεται ότι εμπίπτει ουσιαστικά στις αρμοδιότητες των κρατών μελών, τα οποία ενεργούν βάσει των κριτηρίων καθοδήγησης, των γνωμοδοτήσεων και των συστάσεων του Οργανισμού. Η ΕΟΚΕ διερωτάται κατά πόσον το μοντέλο αυτό επιτρέπει την αποτελεσματική και κοινώς αποδεκτή επιλογή των προτεραιοτήτων για την αξιολόγηση, και εξασφαλίζει κατά τις συζητήσεις την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή των αρμόδιων και ειδικών από τις επιτροπές του ίδιου του Οργανισμού.

3.2.3.

Το πρότυπο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμακευτικών Προϊόντων που θεωρείται δικαίως το πιο παρεμφερές, δείχνει ότι η ανάλυση των φακέλλων σε κεντρικό επίπεδο επιτρέπει ευκολότερα την καλύτερη εξισορρόπηση των διαφόρων απόψεων, ενώ οι εθνικές υπηρεσίες ειδικά όταν βρίσκονται ενώπιον μίας νέας ευθύνης τείνουν συνήθως να εφαρμόζουν την αρχή της προφύλαξης. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ είναι εφικτή και ευκταία η αξιολόγηση από πλευράς εθνικών αρχών στο πλαίσιο ενός δικτύου εντός του οποίου θα μπορούν να εκτελούν λειτουργικά, καλώς συντονισμένα και από κοινού προσδιορισμένα καθήκοντα. Η εμπειρία της ευρωπαϊκής υπηρεσίας χημικών ουσιών επιβεβαιώνει ότι η συμμετοχή και η ανάθεση ευθυνών στις τοπικές αρχές μέσω ενός δικτύου έχουν σημασία για την επίτευξη ομοφωνίας κατά τη διαδικασία λήψεως αποφάσεων.

3.2.4.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πάντως ότι θα πρέπει να ανατεθούν συγκεκριμένα καθήκοντα και αρμοδιότητες στον Οργανισμό, προκειμένου να προσδιορίζει τα κριτήρια καθορισμού των προτεραιοτήτων για την αξιολόγηση, να επεξεργάζεται τις γνωμοδοτήσεις που αιτούνται οι αρχές, να συμμετέχει στη διαδικασία για την επιβολή περιορισμών για ορισμένες επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα, να εκπονεί προτάσεις ως προς την εναρμόνιση των κατατάξεων και των επισημάνσεων σε κοινοτικό επίπεδο. Σύμφωνα λοιπόν με τον διαφορετικό καθορισμό των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του θα πρέπει να αναθεωρηθούν αναλόγως τα καθήκοντα και η σύνθεση των οργάνων του, από το Διοικητικό Συμβούλιο έως τις Επιτροπές, από το Φόρουμ έως το Συμβούλιο προσφυγών.

3.2.5.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει συγκεκριμένα ότι για τον συμβιβασμό των διαφωνιών και για να εξασφαλισθεί ένα δευτεροβάθμιο όργανο σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των αρχών των κρατών μελών δεν είναι σκόπιμο να συσταθεί ένας οργανισμός που να διευθύνεται απ' ευθείας από τα κράτη μέλη και ότι για θέματα όπως η συλλογή και διάδοση κατάλληλων πληροφοριών για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων, για την τεχνική βοήθεια προς τις αρμόδιες αρχές και τη βιομηχανία, ιδίως τις ΜΜΕ, καλό θα ήταν να συσταθεί ένα Φόρουμ με ευρύ άνοιγμα προς τον επιστημονικό κόσμο και εμπειρογνώμονες κατ' επιλογήν του ίδιου του Οργανισμού και από τον κόσμο της παραγωγής.

3.2.6.

Η ΕΟΚΕ εύχεται όπως ο οργανισμός διαρθρωθεί και χρηματοδοτηθεί κατά τρόπο ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει αμέσως ως όργανο με πλήρη ευθύνη αξιολόγησης, και να στηριχθεί βεβαίως στο προσωπικό και τις αρμοδιότητες των αρμόδιων εθνικών αρχών εφόσον είναι απαραίτητο ή σκόπιμο, χωρίς όμως να περιορίζει εκ των προτέρων τις ίδιες αρμοδιότητες και ευθύνες. Εξάλλου, εύχεται όπως, μέχρις ότου συσταθεί ο οργανισμός, η ευρωπαϊκή υπηρεσία χημικών ουσιών, σε συνεργασία με τις εθνικές και τοπικές αρχές και τους ενδιαφερόμενους θα είναι σε θέση να επαληθεύει την καλή λειτουργία των διαδικασιών που επισημάνθηκαν σε πιλοτικές πρωτοβουλίες ή σε συγκεκριμένους τομείς.

3.2.7.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ειδικότερα ότι είναι ανεπαρκής ο μηχανισμός για τη συμμετοχή των εμπλεκόμενων παραγόντων που προβλέπεται στο άρθρο 105, το οποίο αναφέρεται μόνο στις «επαφές» που πρέπει να δημιουργηθούν με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας και των οργανώσεων εργαζομένων, καταναλωτών και περιβάλλοντος.

3.3.   Το σύστημα καταχώρισης

3.3.1.

Ο κανονισμός προβλέπει ότι οι παραγωγείς και εισαγωγείς χημικών ουσιών υποχρεούνται να υποβάλλουν στις αρμόδιες αρχές, για ποσότητες άνω του 1 τόνου, τεχνικό φάκελλο περιέχοντα πληροφορίες για την ουσία, προκαταρκτική έκθεση για τον καθορισμό και τη μείωση του κινδύνου και —από την ποσότητα των 10 τόννων και διαδοχικές κλίμακες— προοδευτικώς αυξανόμενες απαιτήσεις για τις δοκιμές που θα χρησιμοποιούνται για κάθε έκθεση.

3.3.1.1.

Οι επιχειρήσεις θα πρέπει οπωσδήποτε να αναπτύξουν νέες δοκιμές και γνώσεις για τις ουσίες ανάλογα με τις απαιτήσεις τους ως προς την εισαγωγή ή παραγωγή και συνεπώς ως προς την καταχώρηση, και να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις αυτές για την εξασφάλιση υπεύθυνης και καλώς ενημερωμένης διαχείρισης των κινδύνων που συνεπάγονται οι ουσίες αυτές. Θα πρέπει επίσης να γνωστοποιούν τους κινδύνους που συνεπάγονται οι χρήσεις στους μεταγενέστερους χρήστες οι οποίοι θα πρέπει να προβαίνουν σε αξιολόγηση της χημικής ασφάλειας μόνο για μία χρήση διαφορετική από την προβλεπόμενη.

3.3.1.2.

Αυτό το σύστημα καταχώρησης απαιτεί αναμφισβήτητα σημαντικούς πόρους και χρόνο ειδικά για τους εισαγωγείς και μεταγενέστερους χρήστες οι οποίοι έως τώρα δεν έπρεπε να συμμορφωθούν με ανάλογες απαιτήσεις, αλλά αυτό είναι αναγκαίο εάν επιθυμείται η επίτευξη των στόχων της προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος και η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Δεν πρέπει να παραμελείται επίσης το γεγονός ότι μπορεί να αποτελέσει μία ευκαιρία για την διεύρυνση της αγοράς για τις επιχειρήσεις που είναι πιο καινοτόμες και έχουν τις μεγαλύτερες ικανότητες να προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες της αγοράς.

3.3.2.

Η προσέγγιση σύμφωνα με την οποία απαιτούνται συντομότερες προθεσμίες και περισσότερες πληροφορίες για υψηλότερες ποσότητες χημικών ουσιών που παράγονται ή εισάγονται έχει τη λογική της βεβαίως, λόγω της απλής και άμεσης εφαρμογής της, αλλά δεν είναι υποχρεωτικά και η καλύτερη προσέγγιση για τον εντοπισμό των πραγματικών κινδύνων, τόσο από την άποψη του εγγενούς κινδύνου, όσο και από την άποψη της έκθεσης. Η διατήρηση του κριτηρίου των ποσοτήτων, που σύμφωνα με την ΕΟΚΕ είναι χονδροειδές, ενδέχεται να προκαλέσει αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις (5).

3.3.3.

Οι αναλύσεις για τους εγγενείς κινδύνους και τις πληροφορίες σε ό,τι αφορά τη χρήση και την έκθεση οι οποίες είναι διαθέσιμες ή μπορούν εύκολα να προκύψουν από τα στοιχεία που έχουν ήδη στη διάθεσή τους οι παραγωγοί και οι αρμόδιες αρχές, μαζί με τις γνώσεις και τις αναλύσεις όσον αφορά τις δομικές συγγένειες με εμφανώς προβληματικές ή επικίνδυνες ουσίες, θα μπορούσαν να καταστήσουν πιο ευέλικτη την πρακτική εφαρμογή είτε σε ό,τι αφορά την πολυπλοκότητα του φακέλου που κάθε P/Ι πρέπει να παρέχει στην αίτηση καταχώρησης, είτε για την επισήμανση του ουσιών οι οποίες, έστω και αν παράγονται ή εισάγονται σε ποσότητες κατώτερες των 10 τόνων, απαιτούν μια πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση του κινδύνου. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να μελετήσει εμπεριστατωμένα την προσέγγιση αυτή που θα καθιστούσε λειτουργικότερο το σύστημα REACH.

3.3.4.

Προβλέπεται μία σειρά κανόνων σχετικά με τη διάθεση των δεδομένων για τη μείωση των δοκιμών στα ζώα και του κόστους για τις επιχειρήσεις και συγκεκριμένα προβλέπεται τα σημαντικότερα δεδομένα να κοινοποιούνται με ανάλογη πληρωμή. Προβλέπεται επίσης ότι θα παρέχεται βοήθεια για τον εντοπισμό άλλων καταχωριζόντων με τους οποίους θα γίνεται ανταλλαγή των πληροφοριών αλλά ο μηχανισμός αυτός δε φαίνεται να υποστηρίζεται καταλλήλως ούτε και να ευνοεί τη δημιουργία συνασπισμών, παρά μόνο σε επίπεδο εταίρων οι οποίοι συνεργάζονται ήδη μεταξύ τους ή έχουν υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών.

3.3.5.

Το μέλημα για τη μείωση των δοκιμών στα ζώα είναι αποδεκτό, αποτελεί όμως μία μόνο πτυχή του προβλήματος. Πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή πιο αποτελεσματικά συστήματα για τη μείωση αν όχι και για την εξάλειψη ανώφελων επικαλύψεων ως προς τις διαδικασίες φακέλλων και δοκιμών συμπεριλαμβανομένων των αναλυτικών και των in vitro, με τον καθορισμό των μέσων που να ευνοούν τη συνεργασία μεταξύ παραγωγών, εισαγωγέων και μεταγενέστερων χρηστών της αυτής ουσίας και με την εφαρμογή μηχανισμών καταμερισμού των δαπανών που να είναι δίκαιες και υποφερτές και για τις ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να μελετηθούν οι μορφές παροχής βοήθειας για την προετοιμασία των φακέλλων και οι σχετικές διευκολύνσεις για τη σύσταση κοινοπραξιών (ειδικά μεταξύ των μεταγενέστερων χρηστών και μεταξύ των ΜΜΕ) επί εθελούσιας βάσης και κατά τρόπον ώστε να προστατεύεται η διανοητική και βιομηχανική ιδιοκτησία.

3.3.6.

Προβλέπεται η ενημέρωση καθ' όλο το μήκος της παραγωγικής αλυσίδας τόσο πριν όσο και μετά, ενώ το προβλεπόμενο δελτίο του παραρτήματος 1 αποτελεί αυτό που θεωρείται σήμερα ως δελτίο ασφάλειας δεδομένων της οδηγίας 91/155/ΕΟΚ. Το διττό καθεστώς που ασφαλώς θα υπάρξει επί ορισμένα χρόνια ίσως αποτελέσει πρόβλημα για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

3.4.   Η αξιολόγηση (Τίτλος VI)

3.4.1.

Προβλέπεται ότι η αξιολόγηση — τόσο των φακέλλων όσο και των ουσιών — θα διεξάγεται σε επίπεδο κρατών μελών, ενώ ο Οργανισμός θα έχει ως αποκλειστικό καθήκον τη χάραξη κατευθυντήριων γραμμών για τις προτεραιότητες επιλογής των προς αξιολόγηση ουσιών και την παρέμβαση σε περίπτωση διαφωνίας κατά τη διαδικασία αξιολόγησης μεταξύ των κρατών μελών. Κατά την αρχή ιδίως της λειτουργίας του εν λόγω μηχανισμού αξιολόγησης από πλευράς ενός κράτους μέλους, που θα πρέπει να γίνεται δεκτός από τα άλλα κράτη μέλη μέσω γραπτής διαδικασίας, υπάρχει κίνδυνος να προκληθούν σημαντικές απώλειες χρόνου και μάλιστα αντιπαράθεση αρνησικυριών.

3.4.2.

Προϋπόθεση για την ασφαλή χρήση των ουσιών ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος για τον άνθρωπο και το περιβάλλον είναι η εξασφάλιση μίας βάσεως ασφαλών δεδομένων και επιστημονικώς τεκμηριωμένων που θα συλλέγονται κατά τρόπο ομοιογενή και έγκυρο, δηλαδή θα υπόκεινται σε μία διαδικασία ελέγχου, (σύμφωνα με τις διατάξεις της Αξιολόγησης του Τίτλου VI), βασισμένη σε έγκυρη ανάλυση της σχέσης κόστους/οφέλους για τις ιδιαίτερες χρήσεις. Η εκπόνηση έκθεσης χημικής ασφάλειας, που αποτελεί τον προκαταρκτικό προσδιορισμό του κινδύνου, απαιτείται πλέον από τις επιχειρήσεις παραγωγής/εισαγωγής ουσιών (ενώ ο διοικητικός φόρτος αναλαμβάνονταν έως τώρα από τις αρμόδιες αρχές) μαζί με τη διάθεση των δεδομένων για τις ουσίες. Σε ό,τι αφορά τη λεπτή διαδικασία αξιολόγησης του φακέλλου και των ουσιών, που στηρίζεται στα στοιχεία που παρέχονται από τις επιχειρήσεις παραγωγής/εισαγωγής και τη σημασία των επακόλουθων αποφάσεων, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το έργο αυτό εμπίπτει κατά κύριο λόγο στις αρμοδιότητες του Οργανισμού, σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ούτως ώστε να διασφαλίζεται μεγαλύτερη ταχύτητα, ενιαία αντιμετώπιση στο χρόνο και συμμετοχή ευρύτερων αρμοδιοτήτων.

3.4.2.1.

Η παραχώρηση της ευθύνης αυτής στον ευρωπαϊκό οργανισμό χημικών ουσιών δεν συνεπάγεται αποκήρυξη των εθνικών αρμόδιων αρχών: προτείνεται στον οργανισμό να προβεί —στους κόλπους των τεχνικών και πολιτικών οργάνων του— στον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων αξιολόγησης και στην ανάληψη της λειτουργίας των ειδικών δραστηριοτήτων αξιολόγησης από τις εθνικές αρχές. Οι αρχές αυτές από την πλευρά τους θα μπορούν πάντα να προτείνουν κατά τρόπο αυτόνομο την αξιολόγηση μίας ουσίας, παρέχοντας τη σχετική αξιολόγηση και συνεπώς ενσωματώνοντάς την στη διαδικασία κεντρικής λήψεως αποφάσεων.

3.4.3.

Μία αδυναμία της παρούσας πρότασης είναι ότι δεν προβλέπονται ρητώς αξιολογήσεις των πιθανών διαδράσεων και των διαδικασιών συσσώρευσης που ενδέχεται να καταστήσουν επικίνδυνη τη χρήση, εκτός μόνο για τις ουσίες που έχουν ήδη εντοπιστεί. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η πτυχή αυτή θα πρέπει να συμπεριληφθεί όχι τόσο στο φάκελλο ευθύνης των επιχειρήσεων, όσο στα λειτουργικά προγράμματα του ευρωπαϊκού οργανισμού χημικών ουσιών σε συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

3.4.4.

Οι ουσίες, τα παρασκευάσματα, τα προϊόντα και τα είδη που εισάγονται από περιοχές του κόσμου στις οποίες δεν υπάρχουν λογικά επαρκείς έλεγχοι, ούτε τηρούνται οι ορθές εργαστηριακές πρακτικές που απαιτούνται για τη συλλογή των στοιχείων που πρέπει να παρασχεθούν για την καταχώρηση και την αξιολόγηση του κινδύνου, μπορούν να αποτελέσουν απρόβλεπτη απειλή. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να επαγρυπνούν με ιδιαίτερη προσοχή σχετικά, και για να αποφύγουν την παραχώρηση ανάρμοστου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στους εξωευρωπαϊκούς παραγωγούς.

3.4.5.

Η ΕΟΚΕ εύχεται να προσδιοριστούν καλύτερα οι ευθύνες των παραγωγών των εισαγωγέων και των χρηστών, και με τη βοήθεια ειδικών κανόνων αν χρειαστεί, σε περίπτωση που δεν συμμορφώνονται με την πρέπουσα προσοχή στις απαιτήσεις του κανονισμού σχετικά με την τεκμηρίωση, την αξιολόγηση του κινδύνου και στα μέτρα που καθιστούν τη χρήση του πιο ελεγχόμενη και ασφαλή.

3.5.   Αδειοδότηση

3.5.1.

Στόχος του συστήματος αδειοδότησης είναι η εξασφάλιση της καλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και να διασφαλιστεί ότι οι ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία χρησιμοποιούνται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να ελέγχονται επαρκώς οι κίνδυνοι και να αντικαθίστανται από πιο ασφαλείς ουσίες ή τεχνολογίες. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το στόχο αυτό και συνεπώς θεωρεί αιτιολογημένη την απαίτηση από τον παραγωγό/εισαγωγέα να παρέχει περαιτέρω πληροφορίες για τον κίνδυνο, κατάλληλες για να εντοπίζονται οι δυνατότητες ελέγχου και τα κοινωνικοοικονομικά οφέλη που αντισταθμίζουν τον εντοπισθέντα κίνδυνο. Συμφωνεί επίσης ότι η αδειοδότηση πρέπει να παραχωρείται για μία και μόνο ειδική χρήση, έτσι ώστε να διατηρείται υπό έλεγχο η χρήση και να παρέχεται η κατάλληλη ροή πληροφοριών προς τους μεταγενέστερους χρήστες.

3.5.1.1.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να τίθεται σε οποιαδήποτε περίπτωση χρονική διάρκεια στην αδειοδότηση και προτείνει όπως μετά από 5 έτη γίνεται νέα αξιολόγηση και δίδεται νέα αδειοδότηση, εάν είναι απαραίτητο, όπως ακριβώς συμβαίνει με άλλες διαδικασίες αδειοδότησης. Με τον τρόπο αυτό θα παρέχονται κίνητρα για την καινοτομία και την ανάπτυξη ασφαλών εναλλακτικών λύσεων, ενώ παράλληλα υποστηρίζεται η αρχή της αντικατάστασης ως πρώτη εναλλακτική λύση για τις επικίνδυνες χημικές ουσίες.

3.5.2.

Οι περιορισμοί που περιέχονται στην αδειοδότηση πρέπει να καθιερωθούν για όλη την επικράτεια της ΕΕ και να είναι ανεξάρτητες από την ποσότητα παραγωγής/εισαγωγής ώστε να αποφεύγεται οιοσδήποτε σοβαρός κίνδυνος για την υγεία ή το περιβάλλον. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι η ενιαία διατύπωση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ πρέπει να καταστεί η αφετηρία της νέας διαδικασίας σχετικά με τους περιορισμούς, προτείνει όμως την ταχεία παρέμβαση για την ενημέρωση των καταλόγων επικίνδυνων ουσιών, όπου υπάρχει επιστημονική θεμελίωση.

3.5.3.

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η νομοθεσία σχετικά με την προστασία της υγείας και την ασφάλεια των εργαζομένων έναντι των κινδύνων που συνδέονται με τη χρήση χημικών ουσιών πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται και να αναπτύσσεται χωρίς να έρχεται σε αντίθεση σε σχέση με το REACH. Αναμφίβολα θα έπρεπε να εξεταστεί κατά πόσο θα μπορούσαν να εισαχθούν διατάξεις προς το σκοπό αυτό στο REACH που θα ενισχύσουν τη συμβατότητά του με την οδηγία 98/24/EΚ που προβλέπει υποχρεωτική αξιολόγηση, πάντοτε με διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών.

3.5.4.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι και άλλες ουσίες, που παρουσιάζουν ισοδύναμους κινδύνους με τις ουσίες όπως CMR, PBT και VPVB (που ήδη προσδιορίζονται με σαφή και αντικειμενικά κριτήρια και συνεπώς περιέχονται στο παράρτημα ΧΙΙΙ), πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόλις προσδιοριστούν οι κίνδυνοι αυτοί και να υποβάλλονται στη διαδικασία αδειοδότησης ανεξάρτητα από τις χρησιμοποιούμενες ποσότητες.

3.6.   Μεταγενέστεροι χρήστες (downstream users)

3.6.1.

H EOKE επικροτεί το μέτρο που υποχρεώνει τους μεταγενέστερους χρήστες να εξετάζουν την ασφάλεια των χρήσεων των ουσιών, αρχικά με βάση τις πληροφορίες του προμηθευτή τους, και να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα διαχείρισης του κινδύνου, ενώ παράλληλα είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν μία νέα χρήση στο μέτρο που δεν είναι γνωστή και κατά συνέπεια δεν είναι τεκμηριωμένη από τον προμηθευτή. Προϋπόθεση για την τήρηση της υποχρέωσης αυτής, ειδικότερα από την πλευρά των ΜΜΕ, είναι ο προμηθευτής να έχει ολοκληρώσει την καταχώρησή του και να θέτει στη διάθεση του μεταγενέστερου χρήστη πληροφορίες μη εμπιστευτικού χαρακτήρα σχετικά με την ουσία. Μία αδυναμία της παρούσας πρότασης είναι η προβλεπόμενη μη συμπλήρωση των πληροφοριών που πρέπει να τεθούν στη διάθεση του παραγωγού/επιχειρηματία, με κίνδυνο να μετατεθεί στους μεταγενέστερους χρήστες η υποχρέωση μίας υπερβολικά επαχθούς τεκμηρίωσης. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ η πτυχή αυτή και οι δυνατότητες προσφυγής στον οργανισμό θα πρέπει να προσδιοριστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια, εάν όντως επιδιώκεται ο περιορισμός του κόστους εφαρμογής του νέου συστήματος.

3.6.2.

Από την άποψη αυτή, καλό θα ήταν να διοργανωθεί μία σειρά σεμιναρίων και συνεδρίων με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων προκειμένου να εξεταστεί η κατάσταση, τόσο στους παραγωγικούς τομείς οι οποίοι ενδέχεται να πληγούν κατά κύριο λόγο από τα μέτρα αυτά (και συγκεκριμένα τομείς όπως εκείνοι της παραγωγής χρωμάτων, βερνικιών, διαλυτικών, βυρσοδεψίας, ξυλείας και επίπλων, συνθετικών ινών, ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών οι οποίοι φαίνεται ότι θίγονται ιδιαιτέρως από το κόστος της τεκμηρίωσης που πρέπει να παρέχουν), είτε στις ΜΜΕ, που συχνά εξαρτώνται από ολιγοπώλια και συνεπώς δεν έχουν τη συμβατική δυνατότητα να προμηθεύονται τις πληροφορίες με συμφέροντες οικονομικούς όρους. Χωρίς την ύπαρξη ενός εμπεριστατωμένου και σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου, η κατάσταση κινδυνεύει να αποβεί άδικη στις προαναφερθείσες περιπτώσεις καθώς και σε άλλες παρόμοιες.

3.7.   Κοινοχρησία δεδομένων

3.7.1.

Μία σειρά μέτρων προβλέπεται για την κοινοχρησία δεδομένων και την αποφυγή δοκιμών σε ζώα που δεν είναι απαραίτητες. Η ΕΟΚΕ επικροτεί το στόχο καθώς και τη δυνατότητα που παρέχεται στους νέους καταχωρίζοντες να χρησιμοποιούν τα δεδομένα αυτά, με άμεση πληρωμή προς τον παραγωγό τους ή μέσω μίας επιτροπής διαιτησίας. Θεωρεί ωστόσο ότι τα προβλεπόμενα μέτρα παραμένουν ακόμη πολύ γενικά και προτείνει να εξεταστούν πιο εμπεριστατωμένα οι κανόνες εφαρμογής προκειμένου να επωφελούνται όλοι οι φορείς και ειδικότερα οι ΜΜΕ από δίκαιους όρους.

3.7.2.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το μηχανισμό προκαταχώρησης για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στο στάδιο κατάρτισης μίας καταχώρησης, κατά τρόπο ώστε να αποβαίνει εφικτή η εκ των προτέρων κοινοχρησία των δεδομένων για τη διασφάλιση του απόρρητου των εμπιστευτικών πληροφοριών. Επικροτεί επίσης τη δημιουργία ενός φόρουμ ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με μία ουσία, που θα μπορούσε να αναπτυχθεί και πέραν της ισχύουσας προβλέψεως σύμφωνα με την οποία πρέπει να έχει σκοπό την αποφυγή των επαναλήψεων των δοκιμών στα ζώα.

3.8.   Πληροφόρηση και κατάρτιση των εργαζομένων

3.8.1.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι πληροφορίες που προέρχονται από το σύστημα REACH αποτελούν προϋπόθεση για την αξιολόγηση και τη μείωση των κινδύνων όχι μόνο για την προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος, αλλά και για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους εργασίας και κατά συνέπεια έχουν μεγάλη σημασία για την εκτέλεση οιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας.

3.8.2.

Η πείρα που αποκτήθηκε τα τελευταία χρόνια στον τομέα των χημικών προϊόντων, ύστερα από τις συνεχείς αντιπαραθέσεις μεταξύ των κοινωνικών μερών, καταδεικνύει ότι η διάθεση και η ορθή χρήση των πληροφοριών εξασφάλισαν στον τομέα αυτό τη μικρότερη συχνότητα εργατικών ατυχημάτων και περιβαλλοντικών ζημιών σε σύγκριση με άλλους βιομηχανικούς τομείς.

3.8.3.

Όσον αφορά τη θετική αυτή εμπειρία που δεν είναι ευρέως γνωστή, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την προστιθέμένη αξία που παρέχεται από τη διάθεση προς τους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους όλων των χρήσιμων πληροφοριών που απορρέουν από τη χημική ασφάλεια μίας ουσίας ή ενός παρασκευάσματος και οι οποίες περιέχονται στα Δελτία Ασφάλειας Δεδομένων. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ εύχεται όπως οι θετικές εμπειρίες της χημικής βιομηχανίας επεκταθούν και στους τομείς παραγωγής του επόμενου σταδίου, μέσω ειδικών προγραμμάτων κατάρτισης για τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους, αυξάνοντας τα προβλεπόμενα μέσα προστασίας από την ισχύουσα νομοθεσία για τις επικίνδυνες ουσίες και ευνοώντας μία πιο εναρμονισμένη εφαρμογή.

3.9.   Αξιολόγηση των επιπτώσεων

3.9.1.

Τα στοιχεία που δίδονται από την Επιτροπή για τις άμεσες και έμμεσες δαπάνες της εφαρμογής του συστήματος, κατά την επόμενη δεκαετία, έχουν επικριθεί από πολλούς διότι θεωρείται ότι υποεκτιμώνται. Η ΕΟΚΕ σημειώνει τη νέα αξιολόγηση η οποία λαμβάνει υπόψη τις τροποποιήσεις που έγιναν στο σχέδιο εγγράφου που συζητήθηκε μέσω της διαβουλεύσεως. Η εν λόγω αξιολόγηση των επιπτώσεων, που είναι ειδικά ενημερωμένη για να λάβει υπόψη τις προαναφερθείσες τροποποιήσεις, πρέπει να είναι πιο ρεαλιστική, παρά το ότι εξακολουθούν να υπάρχουν όμως αστάθμιτοι παράγοντες σε ό,τι αφορά κυρίως τις άμεσες δαπάνες και τους μεταγενέστερους χρήστες καθώς και τις επιπτώσεις στα νέα κράτη μέλη.

3.9.2.

Για το λόγο αυτό η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει ειδική συζήτηση επ' αυτού με τις διάφορες ενώσεις επαγγελματικών κατηγοριών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, και συγκεκριμένα με τους βιομηχανικούς τομείς, οι οποίοι σύμφωνα με ιδιωτικές μελέτες θεωρείται ότι θίγονται περισσότερο από τη νέα πρόταση κανονισμού, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η ανάλυσή της και να πραγματοποιηθεί, εν ανάγκη, η αναθεώρηση των περαιτέρω μέτρων που αποδεικνύονται υπερβολικά δαπανηρά.

3.9.3.

Η ΕΟΚΕ ανησυχεί για τους οικονομικούς αντίκτυπους που ενδέχεται να έχει πάνω στην απασχόληση η νέα νομοθεσία και καλεί την Επιτροπή να προβεί σε πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των επιπτώσεων από τη σκοπιά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη τη διαδεδομένη χρήση των χημικών ουσιών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της γεωργίας και του τριτογενούς τομέα και να εξετάσει σε μεγαλύτερο βάθος τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις προς ένταξη χώρες.

3.9.4.

Η καινοτομία θεωρείται ως θετική συνέπεια του νέου συστήματος και αναμφισβήτητα ορισμένα μέτρα ευνοούν τον προσδιορισμό και τη θέση σε εμπορία μεγαλύτερου αριθμού νέων ουσιών εν σχέσει προς τα ισχύοντα. Η ΕΟΚΕ εγκρίνει τις τροποποιήσεις αυτές, θεωρεί όμως γενικότερα ότι οι μηχανισμοί αυτοί είναι πολύ γενικοί — και μάλιστα αυτόματοι — για να ενθαρρυνθεί η καινοτομία και από την άποψη αυτή τα ποσοτικά αποτελέσματα είναι πενιχρά.

3.9.5.

Η σχέση κόστους/οφέλους, που είναι βεβαίως πολύ ευνοϊκή, κυρίως στον τομέα της υγείας, αποκρύπτει στην πραγματικότητα το πρόβλημα ότι ενώ το κόστος αναλαμβάνεται απευθείας από τους οικονομικούς φορείς, τα οφέλη θα καρπωθούν μάλλον άλλοι φορείς ή γενικότερα το κοινωνικό σύνολο, και θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια η οποία μάλιστα δεν θα συμπίπτει με τη χρονική διάρκεια κατά την οποία αναλαμβάνονται οι δαπάνες. Η κατάσταση αυτή προκαλεί πιθανότατα μεγάλη αμηχανία και αρνητικές αντιδράσεις: για την αντιμετώπισή της είναι σκόπιμο αφενός να καταβληθεί προσπάθεια με στόχο αφενός την επίτευξη μεγαλύτερης συναίνεσης, που θα στηρίζεται σε εμπεριστατωμένη εξέταση και τομεακές και ποσοτικές αναλύσεις, και αφετέρου να ασκηθεί προορατική πολιτική για την υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας με την ανάληψη ειδικής και στοχοθετημένης δράσης από την Επιτροπή σε διεθνές πλαίσιο προκειμένου η ευρωπαϊκή νομοθεσία να καταστεί σημείο αναφοράς σε παγκόσμιο επίπεδο.

4.   Συμπεράσματα

4.1.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τους στόχους και την υλοποίηση του συστήματος REACH, θεωρεί όμως ότι χρειάζεται να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες εφαρμογής του, ούτως ώστε η σκόπιμη νομοθετική εξέλιξη να μην θίξει την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη της βιομηχανίας και κατά συνέπεια να επιδεινώσει το πρόβλημα της απασχόλησης. Η απαίτηση αυτή, που ανταποκρίνεται στην προσπάθεια για την επιδίωξη «βιώσιμης ανάπτυξης» από κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής πλευράς, καθίσταται πιο απτή στην εν λόγω πρόταση στην οποία η ανάλυση των επιδράσεων δεν εξασφαλίζει την πραγματική εξισορρόπηση μεταξύ κόστους και οφέλους.

4.2.

Προκειμένου να υπάρξει η πολιτική βούληση για την κατάρτιση μίας νομοθεσίας που θα καλύπτει από πλευράς υγείας, ασφάλειας και περιβαλλοντικού αντίκτυπου όλο το φάσμα των χρηστών χημικών ουσιών καθώς και το κοινό γενικότερα, χωρίς να προσβάλει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να λάβουν σοβαρά υπόψη οιαδήποτε τροποποίηση του Κανονισμού η οποία συμβάλλει στην απλοποίηση και τη μείωση της γραφειοκρατίας των διαδικασιών και των συνακόλουθων δαπανών και να προβεί σε διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς ούτως ώστε να εξασφαλιστεί το αποτέλεσμα αυτό.

4.3.

Η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης να προβλεφθούν οι κατάλληλες δράσεις για την ενημέρωση και επεξήγηση του περιεχομένου και των τροποποιήσεων, μεταξύ κυρίως των ΜΜΕ και των μεταγενέστερων χρηστών. Πράγματι, έχει σημασία να ελαττωθεί η αρνητική ψυχολογική επίδραση που γίνεται σήμερα αισθητή, και η οποία δε λαμβάνει αρκούντως υπόψη τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από την απλοποίηση της νομοθεσίας που ισχύει σήμερα για τις χημικές ουσίες, από την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αξιολόγηση (που συνεπάγεται μικρότερους κινδύνους και ευθύνες), από την ευχερέστερη εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (όσον αφορά τις εκπομπές, τα απόβλητα, την ασφάλεια των εργαζομένων κ.λπ.).

4.4.

Στην ίδια οπτική, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι τα παραρτήματα αποτελούν μέσα που περιέχουν οδηγίες εφαρμογής, γενικές κατευθυντήριες γραμμές, τεχνικές και επιστημονικές προδιαγραφές αναφορικά με τις ερευνητικές και πειραματικές μεθοδολογίες που δεν προσθέτουν γραφειοκρατικό φόρτο αλλά διευκολύνουν την εφαρμογή των προδιαγραφών και εν τούτοις δεν απομακρύνονται από τα παραρτήματα για τις ήδη ισχύουσες προδιαγραφές. Γι' αυτό και θα ήταν σκόπιμο, όπου είναι νομικώς εφικτό, να γίνει η προσήκουσα διάκριση μεταξύ των παραρτημάτων που διατηρούν νομοθετική αξία και εκείνων που μπορούν να χρησιμοποιούνται ως «λειτουργικά εγχειρίδια» ή κατευθυντήριες γραμμές για τους εμπειρογνώμονες και από την άποψη αυτή διαθέτουν μεγαλύτερη ελαστικότητα ως προς την προσαρμογή τους στα νέα τεχνικά και επιστημονικά δεδομένα.

4.5.

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη μεθοδολογία ευρείας διαβουλεύσεως που υιοθέτησε η Επιτροπή για την κατάρτιση της προτάσεως και εύχεται να συνεχιστεί η διαδικασία διαβουλεύσεων και συμμετοχής των ενδιαφερόμενων κατά τρόπον ώστε να επέλθουν περαιτέρω βελτιώσεις στο κείμενο ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα εξής:

κάθε δυνατή αλλαγή που μπορεί να συμβάλλει, χωρίς να τροποποιεί τους στόχους, στην απλοποίηση των διαδικασιών και που συνεπώς επιφέρει μείωση των δαπανών,

να διευρυνθούν και ενισχυθούν τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (κυρίως σε ό,τι αφορά τη διαδικασία αξιολόγησης των φακέλλων και των ουσιών — Τίτλος VI) κατά τρόπον ώστε να καταστεί ο άξονας του νέου συστήματος, σε στενή και εποικοδομητική συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες,

να τροποποιηθούν τα καθήκοντα και η σύνθεση των οργάνων που λειτουργούν στο εσωτερικό του οργανισμού κατά τρόπο ώστε να επιτευχθεί ισόρροπη εκπροσώπηση των αρμοδίων και συγκέντρωση του επιστημονικού δυναμικού υψηλότατου επιπέδου στην Ευρώπη,

να προβλεφθούν μέσα και μεθοδολογίες που καταργούν τις ανώφελες επικαλύψεις φακέλλων και δοκιμών, και συμβάλουν στη μείωση των δοκιμών στα ζώα καθώς και οι κατάλληλοι μηχανισμοί για τον ίσο επιμερισμό των δαπανών,

να διασαφηνισθεί ο καταμερισμός των καθηκόντων μεταξύ επιχειρήσεων παραγωγής ή εισαγωγής ουσιών και των μεταγενέστερων χρηστών (downstream users), διότι ένα μέρος των χημικών ουσιών που παράγονται ή/και εισάγονται αποκτάται ακολούθως από τις βιομηχανίες οι οποίες θέτουν σε εμπορία μείγματα ουσιών με πολλαπλές χρήσεις,

να προβλεφθεί ένα πρόγραμμα παροχής βοήθειας και υποστήριξης, ειδικότερα για τις ΜΜΕ και τους μεταγενέστερους χρήστες, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή των προδιαγραφών που προβλέπονται από το σύστημα REACH και η σύσταση ομίλων ή συναφών φορέων,

να προσδιορισθούν πιο συγκεκριμένα και αυτόματα μέσα για την ενθάρρυνση της καινοτομίας και του προσδιορισμού και εμπορίας νέων ουσιών.

4.6.

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί μία πιο διαρθρωμένη αξιολόγηση της επίδρασης, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις έμμεσες δαπάνες, τις δαπάνες για ορισμένους κρίσιμους τομείς των μεταγενέστερων χρηστών, την πιθανή επίδραση στις προς ένταξη χώρες, με σκοπό να επαληθευθεί η ορθότητα της ανάλυσης ή τουλάχιστον των κριτικών που έχουν διατυπωθεί σχετικά.

4.7.

Η ΕΟΚΕ τέλος θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η ανάληψη μίας ισχυρής πολιτικής δράσης για την προσχώρηση σε παγκόσμιο επίπεδο στις προδιαγραφές που προσδιορίζονται και προβλέπονται από το σύστημα REACH, προκειμένου να καταστούν κοινώς αποδεκτά τα βασικά σημεία του συστήματος αυτού για την καλύτερη προστασία της υγείας των εργαζομένων και των πληθυσμών, την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος και τέλος για την υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας χημικών προϊόντων.

4.8.

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις πρωτοβουλίες πρακτικού πειραματισμού και τα πρότυπα σχέδια εφαρμογής που έχουν ήδη ξεκινήσει σε ορισμένα κράτη μέλη, με τη συμμετοχή των περιφερειακών αρχών και όλων των ενδιαφερομένων μερών, προκειμένου να απλοποιηθεί και να επιτευχθεί πιο συγκεκριμένη αξιολόγηση του αντίκτυπου. Επικροτεί επίσης τις ενέργειες της Επιτροπής και της ευρωπαϊκής υπηρεσίας χημικών ουσιών για την κατάρτιση, με τη βοήθεια των ενδιαφερομένων, τεχνικών τομεακών οδηγών για την πρακτική εφαρμογή του συστήματος REACH. Πιστεύει ότι όλα τα ευρωπαϊκά όργανα κατά τη θέσπιση των τελικών νομοθετικών μέσων, πρέπει να αντλήσουν συμπεράσματα από τις εμπειρίες αυτού του ενδιάμεσου σταδίου και επιφυλάσσεται να καταρτίσει πρόσθετη γνωμοδότηση προκειμένου να αξιολογήσει τα αποτελέσματα της τρέχουσας φάσης.

Βρυξέλλες, 31 Μαρτίου 2004.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger BRIESCH


(1)  ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1.

(2)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ 1327/2001 της 17ης Οκτωβρίου 2001, ΕΕ C 36 της 8.2.2002.

(3)  Πρόκειται για καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή τοξικές ουσίες για την αναπαραγωγή (ΚΜΤ), για ουσίες που είναι ανθεκτικές στη διάσπαση, βιοσυσσωρεύσιμες και τοξικές (ΑΒΤ), καθώς και για άκρως ανθεκτικές στη διάσπαση και άκρως βιοσυσσωρεύσιμες (αΑαΒ).

(4)  Επί παραδείγματι, η οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα, η οδηγία για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, οι οδηγίες για τα επικίνδυνα απόβλητα, κ.λπ..

(5)  Βλέπε την προγενέστερη γνωμοδότηση για τη Λευκή Βίβλο, σημείο 5.1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

στη γνωμοδότηση

(άρθρο 39 του Εσωτερικού Κανονισμού)

Ακολουθούν οι τροπολογίες που απορρίφθηκαν κατά τη διάρκεια των συζητήσεων του τμήματος αφού υπερψηφίσθηκαν από το ένα τέταρτο τουλάχιστον των ψηφισάντων.

Νέο σημείο 3.4.4.

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία των πληροφοριών που διατέθηκαν σχετικά με τις καταχωρημένες χημικές ουσίες, η EOKE θεωρεί ότι πρέπει να καθιερωθεί ένα κατάλληλο σύστημα για τη διασφάλιση της ποιότητας. Αυτό μπορεί να γίνει με την θέσπιση εσωτερικών μέτρων για τη διασφάλιση της ποιότητας εκ μέρους των παραγόντων της οικονομίας, με πιστοποίηση από τρίτους ή από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες. Έτσι, τα δεδομένα και τα έγγραφα που υπάρχουν θα μπορούν να συγκρίνονται από ποιοτική άποψη και να αξιοποιούνται σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Κατ' αυτό τον τρόπο, οι αρχές μπορούν να μεταβιβάσουν ένα μέρος των ελεγκτικών καθηκόντων τους στις επιχειρήσεις.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Ψήφοι υπέρ: 27 Ψήφοι κατά: 64 Αποχές: 13


Top